28 Μαρτίου 2022

Η ΑΡΙΣΤΗ ΟΔΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΑΝΥΨΩΣΕΩΣ

ΔΕΥΤΕΡΑ Δ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

«Ἀρίστην ὁδόν ὑψώσεως, Χριστέ, τήν ταπείνωσιν ἔδειξας, σεαυτόν κενώσας καί μορφήν δούλου λαβών, τοῦ Φαρισαίου τήν μεγάλαυχον εὐχήν μή προσιέμενος˙ τοῦ δέ Τελώνου τόν συντετριμμένον στεναγμόν, ὡς ἱερεῖον ἄμωμον, ἐν τοῖς ὑψίστοις προσδεχόμενος˙ διό κἀγώ βοῶ σοι˙ Ἱλάσθητι ὁ Θεός, ἱλάσθητι Σωτήρ μου καί σῶσόν με» (απόστιχα Αίνων, πλ. β΄).

(Έδειξες την ταπείνωση, Χριστέ, ως την άριστη οδό που ανυψώνει τον άνθρωπο στον Ουρανό, αφού άδειασες τον εαυτό σου και έλαβες μορφή δούλου, με το να μην επιδοκιμάσεις την όλο καύχηση προσευχή του Φαρισαίου, κι από την άλλη με το να αποδεχθείς ως Θεός στον Ουρανό ως καθαρά θυσία τον γεμάτο συντριβή  στεναγμό προσευχής του Τελώνη. Γι’ αυτό κι εγώ σου φωνάζω: Ελέησέ με, Θεέ μου, ελέησέ με, Σωτήρα μου, και σώσε με).

Με απόλυτη καθαρότητα ο άγιος υμνογράφος προβάλλει ενώπιόν μας τον μόνο δρόμο που οδηγεί στη Βασιλεία του Θεού. Κι ο δρόμος αυτός βεβαίως είναι ο δρόμος της μετάνοιας, όπως ο Κύριος εξαρχής κήρυξε, με το κύριο χαρακτηριστικό της την αγία ταπείνωση. Και πρέπει να προσδιορίζουμε την ταπείνωση με το επίθετο αγία, διότι ως λέξη κατανοείται με πολλές κοσμικές παραλλαγές, με πιο κύρια αυτήν της αναξιότητας και της μίζερης κατάστασης. Λοιπόν, μιλάμε για την αγία ταπείνωση, όπως συνήθιζε να τονίζει και ο μεγάλος όσιος της εποχής μας  Γέροντας Πορφύριος, η οποία αποτελεί όχι απλώς μία αρετή, αλλά ό,τι εκφράζει τη μεγαλωσύνη και την παντοδυναμία του Θεού μας, κι ακόμη την απειρία της αγάπης Του. Πρόκειται λοιπόν για ένα μυστήριο που λειτουργεί στον άνθρωπο μόνον κάτω από την προϋπόθεση της μεγάλης χάρης που έχει λάβει από τον Θεό μας. Κι απόδειξη το γεγονός, κατά τον άγιο υμνογράφο, ότι συνιστά την οδό που οδηγεί στη Βασιλεία του Θεού – ο άνθρωπος ταπεινούμενος, δηλαδή αναγνωρίζοντας την εσωτερική του πτώχεια και αδυναμία, υψώνεται: κατεβαίνοντας ανεβαίνει!

Ο Ιωσήφ ο υμνογράφος κινείται εντελώς αγιογραφικά σε αυτό που λέει: στηρίζεται στον λόγο του ίδιου του Κυρίου, που κάθε λόγος Του συνιστά αποκάλυψη, δηλαδή μνημονεύει την παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, σύμφωνα με την οποία η υπερηφάνεια του «αγίου» θεωρουμένου Φαρισαίου, έστω και «προσευχομένου», καταδικάζεται, ενώ η ταπείνωση του αμαρτωλού Τελώνου δικαιώνεται – «ἐξῆλθεν δεδικαιωμένος οὗτος (ο Τελώνης) ἤ ἐκεῖνος (ο Φαρισαίος)». Ποια άλλη απόδειξη απαιτείται, όταν έχουμε τον λόγο του ίδιου του ενανθρωπήσαντος Θεού μας να το λέει; Και την οδό αυτή έπειτα προβάλλει διαρκώς και στους μαθητές Του μέχρι την τελευταία στιγμή. Ιδίως στον Μυστικό Δείπνο, λίγο πριν οδηγηθεί στο Πάθος Του, τους δείχνει έμπρακτα αλλά και με τον λόγο Του στη συνέχεια ότι εφεξής στη ζωή τους, αν επιθυμούν να λέγονται μαθητές Του, αυτήν την οδό θα πρέπει να ακολουθούν: πλένει τα πόδια τους και τους λέει ότι και αυτοί αντιστοίχως θα πρέπει να είναι έτοιμοι να πλένουν και τα πόδια των συνανθρώπων τους, δηλαδή με ταπείνωση και αγάπη να προσεγγίζουν τους πάντες. «Εἰ ἐγώ ὁ Διδάσκαλος ὑμῶν ἔνιψα ὑμῶν τούς πόδας, καί ὑμεῖς ὀφείλετε ἀλλήλων νίπτειν τούς πόδας». Όχι απλώς αν έχετε διάθεση, αλλά οφείλετε.

Και βεβαίως, ο Κύριος όχι μόνον τότε, αλλά σε ολόκληρη την επί γης ζωή Του όπως είπαμε, με αποκορύφωση τη Σταυρική θυσία Του, την ταπείνωση αυτή απεκάλυπτε, (σε σημείο να προκαλούνται διαρκώς οι μαθητές Του μέχρις ότου  λάβουν το  Πνεύμα Του και Τον κατανοήσουν), ταπείνωση όμως που παρέπεμπε και στην ίδια τη Θεότητά Του! Κι ο άγιος Ιωσήφ αυτό σημειώνει με έμφαση στον ύμνο: ο Κύριος στη ζωή Του στη γη φανέρωνε και ό,τι έκανε ως Θεός.  Ήταν ο Θεός, ο Οποίος όμως δεν θεώρησε ως κάτι υποτιμητικό γι’ Αυτόν να προσλάβει τη φύση του δημιουργήματός Του, του ανθρώπου, να γίνει κι Αυτός άνθρωπος και να φτάσει στο έσχατο σημείο ταπείνωσης, να σταυρωθεί με τον πιο ατιμωτικό τρόπο –η ταπείνωσή Του «έσβηνε» την υπερηφάνεια της ανυπακοής του ανθρώπου. Είναι αυτό που σημειώνει έκθαμβος και με φόβο πολύ ο απόστολος Παύλος στην προς Φιλιππησίους επιστολή του, προβάλλοντας το φρόνημα του Χριστού μας, φρόνημα έκτοτε της Παναγίας και όλων των αγίων – δεν μπορεί κανείς να «ξεφύγει» από αυτό αν θέλει να είναι με τον Χριστό! «Να έχετε το φρόνημα που είχε και ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος, παρ’ όλο ότι είχε τον θείο τρόπο υπάρξεως, δεν θεώρησε την ισότητά του με τον Θεό προϊόν αρπαγής, αλλ’ ο ίδιος με τη θέλησή του απέβαλε τον θείο τρόπο υπάρξεως και προσέλαβε τη μορφή κτίσματος, γενόμενος όμοιος με ανθρώπους, και αφού πήρε το σχήμα του ανθρώπου (εξωτερικά), ταπεινώθηκε με τη θέλησή του σε σημείο να υποβληθεί ακόμα και στον θάνατο, και μάλιστα θάνατο επί του σταυρού».

Το «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» καί τό «Κύριε, σῶσόν με» αποτελεί πια για τον χριστιανό, όπως το λέει ο υμνογράφος, τη μόνιμη κραυγή του.

27 Μαρτίου 2022

Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΜΑΤΡΩΝΑ Η ΕΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

«῾Η αγία Ματρώνα ήταν υπηρέτρια κάποιας Ιουδαίας γυναίκας, που ονομαζόταν Παντίλλα. Ακολουθούσε την κυρία της μέχρι τη συναγωγή, δεν έμπαινε όμως μέσα, αλλά γύριζε και πήγαινε στην Εκκλησία των Χριστιανών. Την είδαν λοιπόν κάποια φορά, οπότε την έπιασαν και την κτύπησαν πάρα πολύ και στη συνέχεια την έκλεισαν στη φυλακή επί τέσσερις ημέρες, χωρίς να μπορεί να την πλησιάσει κανείς και χωρίς φαγητό. Έπειτα την έβγαλαν και την καταξέσχισαν με μαστίγια. Πάλι την φυλάκισαν και την άφησαν πολλές ημέρες εκεί, όπου και παρέθεσε την ψυχή της στον Θεό. Λένε ότι το άγιο λείψανό της το έριξε η Παντίλλα από το τείχος κάτω, γι᾽αυτό και υπέστη δίκαιη τιμωρία, πέφτοντας κατά λάθος μέσα στο πατητήρι, στο οποίο χυνόταν από επάνω ο πατημένος μούστος. Εκεί τέλειωσε τη ζωή της και βγήκε η ψυχή της».

Η αντίθεση είναι έντονη: από τη μια, η αγία Ματρώνα, η δούλη, η άσημη, η καταφρονεμένη· κι από την άλλη, η Παντίλλα, η κυρία, η ένδοξη, η πλούσια. Με κοσμικά κριτήρια, δεν υπάρχει μέτρο σύγκρισης. Ο ζυγός κλίνει αυτομάτως προς τη μεριά της Παντίλλας. Αυτό δεν θα έλεγε ο σύγχρονος εκκοσμικευμένος άνθρωπος, ακόμη κι άν είναι ῾χριστιανός᾽; Όταν για παράδειγμα αυτό που φαίνεται ως προτεραιότητα στους περισσοτέρους: το κυνηγητό των απολαύσεων, του χρήματος, της δόξας, είναι αυτό που προβάλλει η Παντίλλα, ποιος δεν θα επέλεγε τη δική της θέση, ενώ θα οίκτιρε  την ῾κατάντια᾽ της Ματρώνας; Κι όμως πόση πλάνη υπάρχει σε μία τέτοια αξιολογική κρίση! Διότι είναι η κρίση της επιφάνειας. Στο βάθος,  εκεί που είναι η καρδιά και που βλέπει ο Κύριος, ο δίκαιος κριτής, εκεί που τα πράγματα λειτουργούν σε επίπεδο αιωνιότητας, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά: η Ματρώνα είναι η ένδοξη και η κυρία, το άστρο το φωτεινό, και η Παντίλλα είναι η άσημη, η ανύπαρκτη, η δούλη και η ταλαίπωρη. Ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας, ο άγιος Θεοφάνης, επανειλημμένως τονίζει την πραγματικότητα αυτή, διότι ακριβώς κινείται με τα κριτήρια του αναγεννημένου ανθρώπου, του χριστιανού, που βλέπει τα πράγματα κάτω από την οπτική της εν Χριστώ αποκάλυψης, δηλαδή της αλήθειας. «Έχεις θεϊκό νου αληθινά, και σοφό και θεόφρονα, γι᾽αυτό και λάμπεις στη χορεία των μαρτύρων, Ματρώνα παμμακάριστε» (ωδή ε´). «῾Ορυόταν και ήταν σαν μεθυσμένη και σφάδαζε από τον θυμό η δυσεβέστατη (Παντίλλα)» (ωδή δ´). «Ματρώνα, δυναμωνόσουν από τη θεία δύναμη και ξέφυγες από την υπερήφανη δουλική γνώμη της πικρής κυρίας σου. Κι αυτό γιατί είχες ψυχή, που δούλευε μόνο στον Δεσπότη Κύριο»  (ωδή δ´).

Αιτία για την εις βάθος αυτήν πραγματικότητα, την ίδια την αλήθεια, είναι το γεγονός ότι ενώπιον του Θεού εκείνο που μετράει κι έχει σημασία δεν είναι ασφαλώς τα πλούτη και η δόξα, η επίγεια κατάσταση του ανθρώπου, είτε της ελευθερίας είτε της δουλείας, ό,τι δηλαδή είναι φθαρτό με ημερομηνία λήξεως, αλλά ό,τι παραμένει στην αιωνιότητα. Κι αυτό είναι η αρετή του ανθρώπου, η ζωή η σύμφωνη με το θέλημα του Θεού. «Μη θησαυρίζετε θησαυρούς επί της γης -  όπως λέει ο Κύριος - όπου σης και βρώσις αφανίζει και όπου κλέπται διορύσσουσι και κλέπτουσι. Θησαυρίζετε θησαυρούς εν ουρανώ». Ο άγιος υμνογράφος φωνάζει εν προκειμένω στην ωδή ς´: «Η Ματρώνα δεν κρίνεται σαν δούλη ή σαν ελεύθερη, με βάση τον Χριστό. Κρίνεται από την ομορφιά της αρετής της, γιατί ήταν στολισμένη με τους τρόπους της ευσέβειας». Κι αυτό σημαίνει ότι η αγία Ματρώνα, και βεβαίως κάθε χριστιανός συνεπής, κινείται σε επίπεδο αληθινής ελευθερίας, πέρα από τις δεσμεύσεις που προκαλεί ο κόσμος αυτός στην ψυχή του ανθρώπου. Διότι ελεύθερος είναι αυτός που προσβλέπει πέρα από τα επίγεια κι είναι έτοιμος να δώσει και τη ζωή του προς χάρη του Κυρίου, ο Οποίος ήρθε στη γη ως δούλος, ακριβώς για να δώσει ελευθερία στον άνθρωπο. «Αυτός που καταδέχτηκε τη μορφή δούλου, να γίνει δηλαδή άνθρωπος,  ο Χριστός ο Θεός μας, θέλοντας να ελευθερώσει τον άνθρωπο από τα δεσμά της φθοράς και του θανάτου, μνηστεύτηκε εσένα ως μάρτυρα νύμφη Του και σε ελευθέρωσε από το ζυγό της δουλείας»  (ωδή α´).

Τι ήταν εκείνο που έκανε την αγία Ματρώνα να θέσει ως προτεραιότητα της ζωής της το θέλημα του Θεού, δηλαδή να δει την πραγματικότητα της αιωνιότητας μέσα και στη ζωή αυτή, και πάνω σ᾽ αυτό το θέλημα του Θεού να πεθάνει; Μα τι άλλο, από την αγάπη της προς τον Κύριο. Ο έρωτάς της προς τον Χριστό ήταν το στοιχείο που ενεργοποίησε τη χάρη του Θεού και την οδήγησε στα ύψη του παραδείσου. «Με προθυμία και θάρρος προχώρησες πράγματι προς τον εραστή σου Χριστό, πανεύφημε» (ωδή ζ´). Γι᾽αυτό και «είναι ωραίο το στεφάνι που τώρα φορά η ένδοξη Ματρώνα, που πήρε από το ζωαρχικό χέρι του Παντοκράτορα Χριστού» (ωδή η´ ). Ίσως κάποτε πρέπει να μάθουμε οι χριστιανοί ότι το μυστικό της πνευματικής ζωής, αυτό που συνιστά την κινητήρια δύναμη των πάντων και οδηγεί σε υπέρ φύσιν καταστάσεις, είναι η αγάπη προς τον Χριστό. Ούτε τα φόβητρα της κόλασης ούτε οι απολαύσεις του Παραδείσου, αλλά η αγάπη του Θεού είναι εκείνο που ευλογείται κατεξοχήν από τον Κύριο. Και ποια άλλη αγάπη μπορεί να θεωρηθεί ως περισσότερο άξια από την αγάπη αυτή; Γιατί είναι η μόνη που ποτέ δεν μας εγκαταλείπει και ποτέ δεν μας απογοητεύει. Πόσο την θέλουμε όμως; 

26 Μαρτίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ (Γ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ)

«Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι» (Μάρκ. 8, 34)

Ο Σταυρός του Κυρίου προβάλλεται από την Εκκλησία μας στο μέσον της Σαρακοστής ως όραμα και τελική αναφορά, αλλά και ως αναψυχή και ανάπαυλα, προκειμένου ο χριστιανός να μπορέσει να ακολουθήσει τον Κύριο. Ακολουθώ τον Χριστό δηλαδή σημαίνει σταυρώνομαι μαζί Του, που θα πει  αποκτώ τις προϋποθέσεις ανάστασης με την Ανάστασή Του.  Το Ευαγγελικό ανάγνωσμα της ημέρας στοιχεί ακριβώς πάνω στο σκεπτικό αυτό, καθώς ακούμε τα λόγια του ίδιου του Κυρίου:  «Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι».

1. Ο Κύριος μέσα στο πλαίσιο της άπειρης αγάπης Του προς τον άνθρωπο, αγάπης που Τον οδήγησε  πάνω στον Σταυρό, μας καλεί να Τον ακολουθήσουμε, γιατί Αυτός είναι ο Σωτήρας μας. Προς τούτο  έρχεται και όχι μόνο μας ανοίγει τα μάτια για να δούμε τον ορθό προσανατολισμό μας, αλλά μας εντάσσει μέσα στον εαυτό Του, ώστε με τη δική Του δύναμη να βρούμε τον βηματισμό μας. Αν δεν συνέβαινε αυτό, αν ο Κύριος ερχόταν απλώς για να μας πει μόνοι μας να Τον ακολουθήσουμε, δεν θα διέφερε από τους άλλους τυράννους της ανθρωπότητας, και μάλιστα ακόμη περισσότερο: όντως θα «έπαιζε» μαζί μας, «διασκεδάζοντας» με τις αδυναμίες μας και την επίγνωση από εμάς αυτών των αδυναμιών.

2. Η κλήση λοιπόν του Χριστού να Τον ακολουθήσουμε γίνεται, αφού έχει δώσει όλες τις δυνατότητες για κάτι τέτοιο. Κι είναι σημαντική η επισήμανση ότι η κλήση αυτή γίνεται σε χρόνο διαρκείας: «ακολουθείτω μοι». Να ακολουθούμε τον Χριστό, πάντοτε και χωρίς διακοπές. Μία διακεκομμένη ακολουθία του Χριστού – μία μαζί Του και μία όχι – συνιστά τη διψυχία που λέει ο άγιος Ιάκωβος, κύριο γνώρισμα της οποίας είναι η ακαταστασία. Ο ίδιος ο Κύριος μάλιστα σε άλλο σημείο απεκάλυψε ότι κάθε μη ακολουθία Του δεν είναι στάση, που μπορεί να φέρει την επανεκκίνηση από το ίδιο σημείο, αλλά οπισθοδρόμηση και εναντίωσή Του. «Ο μη ων μετ’  εμού κατ’  εμού εστι, και ο μη συνάγων μετ’  εμού σκορπίζει».

3. Ακριβώς λοιπόν πάνω σ’  αυτήν την αδιάκοπη ακολουθία του Χριστού, για να μην υπάρχουν οι αποκλίσεις που ακυρώνουν τη σωτηρία του ανθρώπου, έρχονται οι προϋποθέσεις που θέτει ο Ίδιος.

(1) Και πρώτη προϋπόθεση είναι η ελευθερία του ανθρώπου. «Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν». Όσο κι αν είναι εντελώς απαραίτητη η ακολουθία του Κυρίου – πιο απαραίτητη κι από τον ίδιο τον αέρα που αναπνέουμε – όμως ο Θεός δεν μας εκβιάζει. Μας δίνει την ώθηση, παρακολουθεί την πορεία μας, αλλά δεν μας υποκαθιστά. Τον τελευταίο λόγο για τη σωτηρία του δηλαδή τον έχει ο ίδιος ο άνθρωπος. Κι ο λόγος είναι γνωστός: ο Θεός μάς δημιούργησε ελεύθερους. Η χριστιανική πίστη αναπτύσσεται μέσα στον αέρα της ελευθερίας.

(2) Δεύτερη προϋπόθεση είναι η απάρνηση του εαυτού. «Απαρνησάσθω εαυτόν». Πρόκειται περί του εγωιστικού εαυτού, εκείνου που «τραβάει» τον άνθρωπο πάντοτε προς τα κάτω, στα πάθη της φιληδονίας, της φιλαργυρίας, της φιλοδοξίας. Διότι ναι μεν μας δόθηκε η ελευθερία από τον Κύριο, αφότου μάλιστα ενωθήκαμε με Αυτόν διά του αγίου βαπτίσματος, αλλά το τρεπτό της θελήσεώς μας εξακολουθεί και υφίσταται, συνεπώς εναπόκειται σε εμάς αν θα επιβεβαιώνουμε τη ζωή μας ως ακόλουθοι του Χριστού ή ως ακόλουθοι των παθών μας. Εδώ κατανοούμε την άσκηση βίας στον εαυτό μας, που λέει ο Κύριος: «Η βασιλεία του Θεού βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν». Οπότε η  ακολουθία του Χριστού απαιτεί  συνεχή κίνηση: μία αδιάκοπη και στο έπακρο ενεργητικότητά του. Η νήψη, ως εγρήγορση, λοιπόν είναι το κύριο χαρακτηριστικό του πιστού.

(3) Και η τρίτη προϋπόθεση: «Και αράτω τον σταυρόν αυτού». Πρόκειται για τη συσταύρωσή μας με Εκείνον, όπως το διατυπώνει ο απόστολος Παύλος: «Χριστώ συνεσταύρωμαι. Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός».

Καταλαβαίνουμε ότι δεν υπάρχει περίπτωση να παρακάμψουμε τον σταυρό, ακολουθώντας τον Κύριο, αφού ο Σταυρός υπήρξε το κύριο γνώρισμα της ζωής Του, απαρχής μέχρι τέλους. Τι σημαίνει όμως άρση του σταυρού; Σημαίνει ζωή κατά το πρότυπο του Κυρίου: απόλυτης υπακοής στον Θεό, θυσιαστικής αγάπης στον συνάνθρωπο, ταπείνωσης ως προς τον εαυτό. Με άλλα λόγια, κάνω κέντρο της ζωής μου το θέλημα του Θεού, άρα αγαπώ Εκείνον και την εικόνα Του τον άνθρωπο, κι αυτό με τη βεβαιότητα ότι απλώς πορεύομαι στη φυσιολογία της ζωής μου: «Όταν ποιήσητε πάντα τα διατεταγμένα υμίν, λέγετε ότι αχρείοι δούλοι εσμέν, ότι ο οφείλομεν ποιήσαι, πεποιήκαμεν».

Η χριστιανική πίστη μάς καλεί σε μία συνεχή υπέρβαση του εαυτού μας. Όποιος είπε ότι ο χριστιανισμός είναι εύκολη υπόθεση, μάλλον είναι άγευστος της ζωής του. Το παρήγορο όμως είναι ότι κι αν κάπου αποκλίνουμε, αν στην καθημερινή ζωή μας βλέπουμε την αδυναμία μας, όμως δεν απελπιζόμαστε. Η κάθε πτώση μας, αν μας οδηγεί σε ταπείνωση, λειτουργεί ανυψωτικά, γιατί και εκεί έρχεται ο Κύριος, ο Οποίος μας προσφέρει πολλαπλασίως τη χάρη Του. Το θέμα είναι μήπως ακολουθούμε δαιμονική οδό: να αμαρτάνουμε και να καυχόμαστε γι’  αυτό.

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Γ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ)

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Μάρκ. 8,34 - 9,1).

 Εἶπεν ὁ Κύριος· ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. Ὅς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ’ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν. Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; Ὅς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων. Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες ὧδε τῶν ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Εἶπε ὁ Κύριος· «Ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, ἅς ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, ἅς σηκώσει τό σταυρό του κι ἅς μέ ἀκολουθεῖ. Γιατί ὅποιος θέλει νά σώσει τή ζωή του θά τή χάσει· ὅποιος ὅμως χάσει τή ζωή του ἐξαιτίας μου καί ἐξαιτίας τοῦ εὐαγγελίου, αὐτός θά τή σώσει. Τί θά ὠφεληθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἄν κερδίσει ὁλόκληρο τόν κόσμο ἀλλά χάσει τή ζωή του; Τί μπορεῖ νά δώσει ὁ ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα γιά τή ζωή του; Ὅποιος, ζώντας μέσα σ’ αὐτή τή γενιά τήν ἄπιστη κι ἁμαρτωλή, ντραπεῖ γιά μένα καί γιά τή διδασκαλία μου, θά ντραπεῖ γι’ αὐτόν καί ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου, ὅταν ἔρθει μέ ὅλη τή λαμπρότητα τοῦ Πατέρα του, μαζί μέ τούς ἁγίους ἀγγέλους». Τούς ἔλεγε ἀκόμη ὁ Ἰησοῦς· «Σᾶς βεβαιώνω πώς ὑπάρχουν μερικοί ἀνάμεσα σ’ αὐτούς πού βρίσκονται ἐδῶ, οἱ ὁποῖοι δέ θά γευτοῦν τό θάνατο, πρίν δοῦν νά ἔρχεται δυναμικά ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ».

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Εβρ. 4,14 – 5,6)

Ἀδελφοί, ἔχοντες Ἀρχιερέα μέγαν διεληλυθότα τοὺς οὐρανούς, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Θεοῦ, κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας. οὐ γὰρ ἔχομεν ἀρχιερέα μὴ δυνάμενον συμπαθῆσαι ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν, πεπειρασμένον δὲ κατὰ πάντα καθ” ὁμοιότητα χωρὶς ἁμαρτίας. Προσερχώμεθα οὖν μετὰ παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος, ἵνα λάβωμεν ἔλεον καὶ χάριν εὕρωμεν εἰς εὔκαιρον βοήθειαν. Πᾶς γὰρ ἀρχιερεὺς ἐξ ἀνθρώπων λαμβανόμενος ὑπὲρ ἀνθρώπων καθίσταται τὰ πρὸς τὸν Θεόν, ἵνα προσφέρῃ δῶρά τε καὶ θυσίας ὑπὲρ ἁμαρτιῶν, μετριοπαθεῖν δυνάμενος τοῖς ἀγνοοῦσι καὶ πλανωμένοις, ἐπεὶ καὶ αὐτὸς περίκειται ἀσθένειαν· καὶ διὰ ταύτην ὀφείλει, καθὼς περὶ τοῦ λαοῦ, οὕτω καὶ περὶ ἑαυτοῦ προσφέρειν ὑπὲρ ἁμαρτιῶν. Καὶ οὐχ ἑαυτῷ τις λαμβάνει τὴν τιμήν, ἀλλὰ καλούμενος ὑπὸ τοῦ Θεοῦ, καθάπερ καὶ Ἀαρών. Οὕτω καὶ ὁ Χριστὸς οὐχ ἑαυτὸν ἐδόξασε γενηθῆναι ἀρχιερέα, ἀλλ’ ὁ λαλήσας πρὸς αὐτόν· υἱός μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε· καθὼς καὶ ἐν ἑτέρῳ λέγει· σὺ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἀδελφοί, ἅς κρατήσουμε σταθερά τήν πίστη πού ὁμολογοῦμε. Γιατί ἔχουμε μέγαν ἀρχιερέα –τόν Ἰησοῦ, τόν Υἱό τοῦ Θεού– πού ἔφτασε ὡς τό θρόνο τοῦ Θεοῦ. Δέν ἔχουμε ἀρχιερέα πού νά μήν μπορεῖ νά συμμεριστεῖ τίς ἀδυναμίες μας. Ἀντίθετα, ἔχει δοκιμαστεῖ σέ ὅλα, ἐπειδή ἔγινε ἄνθρωπος σάν κι ἐμᾶς, χωρίς ὅμως νά ἁμαρτήσει. Ἅς πλησιάσουμε, λοιπόν, μέ θάρρος τό θρόνο τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, γιά νά μᾶς σπλαχνιστεῖ καί νά μᾶς δωρίσει τή χάρη του, τήν ὥρα πού τή χρειαζόμαστε. Κάθε ἀρχιερέας πού προέρχεται ἀπό ἀνθρώπους, ἐγκαθίσταται γιά νά ὑπηρετεῖ τό Θεό γιά χάρη τους καί γιά νά προσφέρει δῶρα καί θυσίες γιά τίς ἁμαρτίες τους. Εἶναι σέ θέση νά δείχνει ἀνοχή σ’ ὅσους ζοῦν στήν ἄγνοια καί στήν πλάνη, ἀφοῦ κι ὁ ἴδιος ἔχει ἀνθρώπινες ἀδυναμίες. Ἐξαιτίας τους εἶναι ὑποχρεωμένος νά προσφέρει, ὅπως γιά τό λαό, ἔτσι καί γιά τόν ἑαυτό του, θυσίες γιά τή συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν. Ἐπίσης, κανένας δέν παίρνει μόνος του αὐτή τήν τιμή, ἀλλά ὅταν τόν καλέσει ὁ Θεός, ὅπως ἀκριβῶς κάλεσε τόν Ἀαρῶν. Ἔτσι κι ὁ Χριστός, δέν τίμησε ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό του μέ τό ἀξίωμα τοῦ ἀρχιερέα, ἀλλά τοῦ τό ἔδωσε ἐκεῖνος πού τοῦ εἶπε: Ἐσύ εἶσαι ὁ Υἱός μου, ἐγώ σήμερα σέ γέννησα. Σ’ ἕνα ἄλλο σημεῖο ἡ Γραφή λέει: Ἐσύ εἶσαι ἱερέας γιά πάντα ὅπως ὁ Μελχισεδέκ.

Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΟΥ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ ΓΑΒΡΙΗΛ

«Τήν 26η τοῦ μηνός Μαρτίου ἐπιτελοῦμε τή σύναξη τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριήλ, ἡ ὁποία μᾶς παραδόθηκε ἀπαρχῆς καί ἐκ Θεοῦ, διότι ὁ ἀρχάγγελος αὐτός διακόνησε στό θεῖο καί ὑπερφυές καί ἀπόρρητο μυστήριο τῆς οἰκονομίας τοῦ Χριστοῦ.

Κατά τή σημείωση μάλιστα τοῦ ὁσίου Νικοδήμου τοῦ ἁγιορείτου στόν Μέγα Συναξαριστή του, «Γαβριήλ θά πεῖ Θεός καί ἄνθρωπος, (ἄνθρωπος Θεοῦ δηλαδή), κατά τόν Κωνσταντινουπόλεως Πρόκλο. Γι᾽ αὐτό κι εἶναι ἐκεῖνος πού ὑπηρέτησε στό μυστήριο τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ Λόγου. Λέγει δέ καί ὁ Θεοφάνης ὁ Κεραμεύς, ὁ ἐπίσκοπος τῆς Ταυρομενίας, ὅτι τά ἑπτά στοιχεῖα πού περιέχει τό ὄνομα τοῦ Γαβριήλ σημαίνουν ὅτι ὁ Χριστός τοῦ ὁποίου τή Γέννηση εὐαγγελίστηκε ὁ Γαβριήλ θά ἔλθει γιά τή σωτηρία ὅλου τοῦ κόσμου, ὁ ὁποῖος μετρᾶται ἀπό τήν ἑβδομάδα καί τελειώνει σέ ἑπτά αἰῶνες».

῾Ο ἅγιος ὑμνογράφος ᾽Ιωσήφ κινεῖται ἐκστατικά, καθώς ἀναφέρεται στόν ῾παμμέγιστον Γαβριήλ᾽. Δέν ὑπάρχει σχεδόν τροπάριο εἴτε στόν ἑσπερινό εἴτε στόν κανόνα γιά τόν ἀρχάγγελο πού νά μή φανερώνει τόν θαυμασμό καί τή γεμάτη δέος στάση του ἀπέναντί του, ὄχι μόνο γιά τό γεγονός τῆς συμμετοχῆς τοῦ Γαβριήλ στή φανέρωση τοῦ μυστηρίου τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο ὡς ἀνθρώπου στήν ἁγνή παιδούλα Μαριάμ, ἀλλά καί γιά τή διπλή ἀδιάκοπη καί ἀέναη στάση του ἀπέναντι στόν Κύριο τοῦ Παντός, τόν Τριαδικό Θεό: τή δοξολογία τοῦ ἁγίου ὀνόματός Του καί τήν ἑτοιμότητα ὑπακοῆς στά κελεύσματα τῆς βουλήσεώς Του. Γιά παράδειγμα: «Γαβριήλ ὁ μέγιστος νοῦς...παρατηρώντας καί βλέποντας τό τρισήλιο φῶς τοῦ Θεοῦ... φτάνοντας στήν Παρθένο μετέφερε σ᾽ αὐτήν τή χαρμόσυνη εἴδηση τοῦ θείου καί φρικώδους μυστηρίου (ὅτι θά γεννήσει τόν Θεό ὡς ἄνθρωπο)» (στιχηρό ἑσπερινοῦ). «Γεμᾶτος ἀπό φῶς πάντοτε καί πράττοντας τό θέλημα καί ἐκτελώντας τά προστάγματα τοῦ Παντοκράτορος, ἀρχηγέ ᾽Αγγέλων, Γαβριήλ πανάριστε...» (στιχηρό ἑσπερινοῦ). «Καθώς φωτίζεσαι μετέχοντας στό φῶς τοῦ πρώτου Νοῦ, τοῦ Θεοῦ, φάνηκες δεύτερο φῶς κι ἐσύ, κραυγάζοντας μαζί μέ τίς ἄπειρες τάξεις τῶν ἀγγέλων: ῞Αγιος ὁ Θεός ὁ παντουργός, ὁ Υἱός ὁ συνάναρχος, καί τό Πνεῦμα τό σύνθρονο»  (ὠδή ε´).

Ἡ ἀρχιστρατηγία τοῦ Γαβριήλ καί ἡ πρωτιά του ἔναντι τῶν ἄλλων ἀγγέλων φάνηκε κατά τόν ὑμνογράφο κυρίως ἀπό τό γεγονός ὅτι αὐτόν ὁ παντοκράτωρ Κύριος ἐπέλεξε προκειμένου νά τοῦ ἐμπιστευτεῖ τή φανέρωση τοῦ ἀπ᾽ αἰῶνος μυστηρίου, τοῦ ἐρχομοῦ Του στόν κόσμο ὡς ἀνθρώπου, στήν ἁγνή θεόπαιδα Μαριάμ. Κι εἶναι ἡ ἀνάθεση αὐτή τῆς ἐξαιρετικῆς διακονίας ἀποκάλυψη ταυτοχρόνως καί τῆς δόξας τοῦ συγκεκριμένου ἀρχαγγέλου, κάτι πού σημαίνει ὅτι ὅσο σπουδαῖο εἶναι ἕνα διακόνημα, τόσο σπουδαία γίνεται καί ἡ προσωπικότητα αὐτοῦ πού τό ἀναλαμβάνει καί τό φέρει εἰς πέρας. «Τό μέγα μυστήριον πού ἦταν ἄγνωστο προηγουμένως στούς ἀγγέλους καί ἀπόκρυφο προαιωνίως, μόνο σ᾽ ἐσένα τό ἐμπιστεύτηκε ὁ Θεός, Γαβριήλ» (στιχηρό ἑσπερινοῦ). «᾽Αξιώθηκες μέγιστη δόξα, καθώς μᾶς φανέρωσες τό μέγα μυστήριο, μέγιστε ἀρχάγγελε» (ὠδή γ´).

Βεβαίως ὁ ἅγιος ὑμνογράφος δέν παραλείπει μαζί μέ τίς παραπάνω ἐκτιμήσεις του νά κάνει καί δύο παρατηρήσεις: πρῶτον, ὅτι ὁ ἅγιος ἀρχάγγελος Γαβριήλ διακόνησε τό μυστήριο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου καί πρό τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, δεδομένου ὅτι τόν βρίσκουμε καί στόν προφήτη Δανιήλ: νά τόν φωτίζει καί νά τοῦ ἀποκαλύπτει τά μέλλοντα ἐν πνεύματι Θεοῦ (ὠδή δ´), καί στόν ἱερέα Ζαχαρία, τόν πατέρα ᾽Ιωάννου τοῦ Προδρόμου: νά τοῦ ἀποκαλύπτει ὅτι ἡ γυναίκα του ᾽Ελισάβετ θά γεννήσει τόν ᾽Ιωάννη καί νά τόν ῾τιμωρεῖ᾽ μέ κωφαλαλία λόγω τῆς ἀπιστίας πού ἐπέδειξε (ὠδή ε´)· δεύτερον, ὅτι ἐνῶ ὅλη ἡ ἀκολουθία ἐπικεντρώνεται δικαίως στόν ἅγιο ἀρχάγγελο Γαβριήλ, ὁ ὑμνογράφος θυμᾶται αἴφνης καί τόν ἄλλο μέγιστο ἀρχάγγελο ἅγιο Μιχαήλ, ἀφιερώνοντάς του ἕνα τροπάριο στό τέλος τῆς ἀκολουθίας, προφανῶς γιά νά δείξει ὅτι καί οἱ δύο εἶναι ἰσοστάσιοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. «Πανέμορφη καί πανένδοξη δυάδα,  Μιχαήλ καί Γαβριήλ, πού στέκεστε στόν θρόνο τῆς θείας δόξας...» (ὠδή θ´).

῾Ο ἐκκλησιαστικός ποιητής ὅμως, παρ᾽ ὅλο τό θάμβος πού νιώθει μπροστά στόν ἅγιο τοῦ Θεοῦ ἀρχάγγελο, δέν παύει νά τονίζει ὅτι καί αὐτός συνιστᾶ δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, συνεπῶς εἶναι περιορισμένος καί στή δύναμη καί στή γνώση. ᾽Επανειλημμένως, ὅπως ἤδη εἴδαμε, σημειώνει ὅτι τό μυστήριο τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο ἦταν ἀπόκρυφο καί γιά τούς ἀγγέλους, ὁ ἴδιος δέ ὁ Γαβριήλ, ὁ ὑπηρέτης τοῦ θαύματος, ἀδυνατοῦσε νά κατανοήσει ὅ,τι διαδραματιζόταν. Τό δοξαστικό μάλιστα τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς, ἔργο ὄχι τοῦ ᾽Ιωσήφ ἀλλά τοῦ ἐξίσου γνωστοῦ ὑμνογράφου ᾽Ιωάννου τοῦ μοναχοῦ, εἶναι ἀπό τά ὡραιότερα τροπάρια πού ὑπάρχουν στήν ὑμνολογία τῆς ᾽Εκκλησίας μας. «Στάλθηκε ἀπό τόν Θεό ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ γιά νά εὐαγγελιστεῖ στήν Παρθένο τή σύλληψη. Κι ὅταν ἦλθε στή Ναζαρέτ, σκεπτόταν μέσα του τό θαῦμα μέ ἔκπληξη, ὅτι δηλαδή πῶς ὁ ἀκατάληπτος Θεός θά γεννηθεῖ ἀπό Παρθένο! Αὐτός πού ἔχει θρόνο Του τόν οὐρανό καί ὑποπόδιο τή γῆ, πῶς θά χωρέσει στή μήτρα μίας γυναίκας! Αὐτόν πού δέν μποροῦν νά Τόν ἀτενίσουν τά ἑξαπτέρυγα καί τά πολυόμματα, θέλησε μέ μόνο τόν λόγο Του νά σαρκωθεῖ ἀπό αὐτήν! Αὐτός πού παρευρίσκεται εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Τί λοιπόν στέκομαι καί δέν λέγω στήν Κόρη: Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος εἶναι μαζί Σου;»

Παράλληλα δέ μέ τήν ἔκπληξη τοῦ ἀρχαγγέλου, τονίζεται καί ἡ ἔκπληξη τῆς πανάγνου Μαριάμ, ἡ ὁποία μέ τή φανέρωση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, ὅτι δι᾽ αὐτῆς θά γεννηθεῖ ὁ Θεός ὡς ἄνθρωπος, ἀποκαλύπτεται ἀφενός σοφότατη καί διακριτικότατη, κυριολεκτικά ὁ ἀντίποδας τῆς πρώτης Εὔας, καθώς δέν σπεύδει νά ἀποδεχτεῖ τό παράδοξο καί τό θαῦμα, ἀφετέρου πράγματι Παναγία, καθώς μετά τίς ἐξηγήσεις σπεύδει νά κάνει ὑπακοή σέ ὅ,τι συνιστᾶ θέλημα τοῦ Θεοῦ: «᾽Ιδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα Σου».  «Τί σημαίνει ἡ σάν φλόγα μορφή σου; Εἶπε ἡ Σεμνή μέ ἔκπληξη στόν Γαβριήλ. Ποιό εἶναι τό ἀξίωμά σου καί ποιό τό νόημα τῶν λόγων σου; Μοῦ ὑπόσχεσαι παιδοποιΐα, ἀλλά ἐγώ δέν ἔχω πεῖρα ἄνδρα. Φύγε μακριά, μή μέ πλανέψεις, ἄνθρωπε, ὅπως παλιά πλάνεψε ὁ δόλιος ὄφις  τήν προμήτορα Εὔα» (ἀπόστιχο ἑσπερινοῦ).

Δέν εἶναι δυνατόν βεβαίως ὁ ἅγιος ποιητής, μπροστά στήν ἁγιότητα τοῦ ἀρχαγγέλου,  νά μή καταλήγει σέ ὅ,τι ἀποτελεῖ ζητούμενο τοῦ κάθε πιστοῦ: τήν ἐπέμβαση καί τή μεσιτεία του γιά τή σωτηρία τοῦ ἴδιου καί τῆς ᾽Εκκλησίας. «Χάλασε τίς ἄσχημες σκέψεις ἐναντίον μας τῶν ἀπίστων ἀνθρώπων, στέριωσε τήν ὀρθόδοξη πίστη, πάψε τά σχίσματα τῆς ᾽Εκκλησίας, ἀρχάγγελε, μέ τίς παρακλήσεις σου πρός τόν Κτίστη ὅλων» (ὠδή στ´). ᾽Αλλά ἀκόμη περισσότερο, αἰτεῖται ὁ ποιητής τή χάρη νά γίνεται  ὁ ἅγιος ἀρχάγγελος καθοδηγητής τῆς ζωῆς τοῦ ἴδιου καί τῶν ἀνθρώπων. Γιατί ἀκριβῶς οἱ ἄγγελοι ὡς δεύτερα φῶτα μετά τό Πρῶτο, τόν ἴδιο τόν Τριαδικό Θεό, εἶναι οἱ ὁδηγοί τῶν ἀνθρώπων. «᾽Αρχιστράτηγε Θεοῦ, λειτουργέ τῆς θεϊκῆς δόξας, τῶν ἀνθρώπων ὁδηγέ καί ἀρχηγέ τῶν ἀσωμάτων...» (κοντάκιο). 

25 Μαρτίου 2022

Γ΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

«Χαῖρε Κριτοῦ δικαίου δυσώπησις»

(Χαῖρε, Ἐσύ πού παρακαλᾶς ἐπίμονα γιά μᾶς τόν δίκαιο Κριτή)

Ὑπόβαθρο τοῦ χαιρετισμοῦ εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού δέν κατονομάζεται, ὁ ὁποῖος ἀπ’ ὅ,τι φαίνεται βρίσκεται σέ κατάσταση ἁμαρτωλότητας καί γι’ αὐτό ἀδυνατεῖ ἤ διστάζει νά ἀπευθυνθεῖ πρός τόν Οὐράνιο Πατέρα καί τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ ἀναφορά στόν δίκαιο Κριτή, ἀλλά καί ἡ στάση τῆς Παναγίας ὡς Ἐκείνης πού στέκεται ἀδιάκοπα δεητικά ἀπέναντι στόν Υἱό Της, ἐπιβεβαιώνουν τήν ἀλήθεια αὐτή.

1. Κι εἶναι γεγονός: ἡ καθημερινότητα καί ἡ ἀμεσότητα τῆς ζωῆς μᾶς κάνουν τούς χριστιανούς νά βρισκόμαστε πόρρω μακριά τίς περισσότερες φορές ἀπό ἐκεῖ πού ὑποσχεθήκαμε νά εἴμαστε μέ τό ἅγιο βάπτισμά μας. Τί ὑποσχεθήκαμε; Νά εἴμαστε στόν κόσμο τοῦτο ὡς ἕνας ἄλλος Χριστός, δηλαδή νά ζοῦμε τή ζωή Ἐκείνου, μέ ἀπόλυτη ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, μέ ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπό μας, ἀκόμη καί τόν ἐχθρό μας, μέ ἐπίγνωση τῶν κτιστῶν ὁρίων μας, συνεπῶς μέ τήν πρέπουσα ταπείνωση. Καί τό ὑποσχεθήκαμε, γιατί πήραμε τίς δυνάμεις τοῦ Χριστοῦ γιά νά ζοῦμε σάν κι Ἐκεῖνον. Ἄν ὁ Κύριος μᾶς ζητοῦσε τήν ὑπέρ φύσιν ζωή Του νά τήν ἔχουμε κι ἐμεῖς στήν κατάσταση τῆς πτώσεως, ἀσφαλῶς θά ζητοῦσε κάτι ἐντελῶς ἐξωπραγματικό γιά μᾶς, θά ἀποδεικνυόταν δέ καί ὡς ὁ μεγαλύτερης δυνάστης τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Ὁποῖος θέλει νά παίξει ἁπλῶς μέ τό πλάσμα Του. Ἀλλ’ ἄπαγε τῆς βλασφημίας! Ὁ Κύριος μᾶς ἔδωσε τή μεγαλύτερη δωρεά πού μπορεῖ νά ὑπάρξει στόν κόσμο: νά Τόν ἔχουμε ὡς ἔνδυμά μας, νά εἴμαστε ὀργανικά ἑνωμένοι μαζί Του ὡς μέλη Του, νά εἴμαστε τά κλήματα στό δικό Του ἀμπέλι, συνεπῶς Ἐκεῖνος νά ἐπιτελεῖ τά τῆς ζωῆς Του μέσω ἡμῶν, ἁπλῶς μέ τή συγκατάθεσή μας.

2. Δέν γίνεται ὅμως αὐτό, δυστυχῶς. Ὅπως εἴπαμε, καθημερινῶς φανερώνουμε ἕνα πρόσωπο ἐντελῶς διαφορετικό ἀπό αὐτό πού θά ἔπρεπε, ὄχι πάντως τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, γιατί ἑλκυόμαστε καί παρασυρόμαστε ἀπό τά πάθη καί τίς ἁμαρτωλές ὀρέξεις μας, συνεπῶς στίς στιγμές πού ἔχουμε ἐπίγνωση τῆς τραγικότητάς μας αὐτῆς - τότε πού λειτουργεῖ λίγο ἡ συνείδησή μας – δέν ἔχουμε μάτια γιά νά τά ὑψώσουμε στόν Κύριο καί Θεό μας. Κι αὐτό συμβαίνει, γιατί κατανοοῦμε καί νιώθουμε ὅτι ὁ Κύριος, ὁ γεμᾶτος ἀγάπη καί συγκατάβαση πρός ἐμᾶς, ὁ Πατέρας, ὁ φίλος, ὁ ἀδελφός, Αὐτός πού ἔγινε καί γίνεται τά πάντα γιά ἐμᾶς, εἶναι ταυτοχρόνως καί ὁ δίκαιος Κριτής. Εἶναι ὁ Κριτής γιατί ἀναγνωρίζουμε ὅτι δέν θέλει τήν ἁμαρτία καί ὅτι ἡ ἁμαρτία δέν μπορεῖ νά συνυπάρξει μέ τή δική Του πραγματικότητα. «Ὅς ἄν θέλῃ φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, (τοῦ κόσμου ἐννοεῖται τῆς ἁμαρτίας), ἐχθρός τοῦ Θεοῦ καθίσταται». Ἁμαρτία καί θέλημα τοῦ Θεοῦ βρίσκονται, ὡς γνωστόν, σέ διαμετρικά ἀντίθετες κατευθύνσεις. Ὁπότε, ἡ μόνη λύση γιά ἐμᾶς πού δέν θέλουμε νά διαγράψουμε τόν Θεό ἀπό τή ζωή μας, πού συναισθανόμαστε ὅτι τελικῶς Αὐτός εἶναι τό θεμέλιο καί τό νόημα τῆς ζωῆς μας, εἶναι νά στραφοῦμε σ’ Ἐκείνην πού εἶναι πιό κοντά μας, γιατί εἶναι ἡ Μάνα μας, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ἡ ὁποία παραθεωρεῖ συχνά τίς ἀδυναμίες μας καί παρακαλεῖ γιά χάρη μας τόν δίκαιο Κριτή, τόν Κύριο καί Υἱό Της.

Ἄς θυμηθοῦμε γι’ ἀκόμη μία φορά τό περιστατικό μέ τήν Παναγία τήν Παραμυθία, ἡ ὁποία ἐπεμβαίνει παρ’ ὅλη τήν κακή διαγωγή τῶν μοναχῶν, στόν Υἱό Της καί Τόν παρακαλεῖ νά τούς σώσει. Καί πράγματι τούς σώζει, γιατί κάμπτεται ὁ Κύριος ἀπό τίς παρακλήσεις Της. Ἄς θυμηθοῦμε ἀκόμη ἕνα παρόμοιο περιστατικό πού καταγράφεται στά θαύματα τῆς Θεοτόκου, ὅπου καί πάλι ἡ Ἴδια παρεμβαίνει γιά τά «γουρουνάκια» της, ὅπως ἔλεγε, γιά δυό  καλογέρους δηλαδή πού ἦσαν μέθυσοι καί εἶχε ἀποφασιστεῖ να τούς ἐκδιώξουν ἀπό τό μοναστήρι τους! Ἡ ἐπέμβασή Της, καταλυτική, τούς σώζει ἀπό τόν θάνατο καί ὁδηγοῦνται αὐτοί σέ μετάνοια!

3. Ἀλλά τό κρίσιμο σημεῖο στόν Χαιρετισμό, πού ἀποκαλύπτει τό μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ μας καί τῆς Παναγίας μας, βρίσκεται στίς λέξεις «δίκαιος» καί «δυσώπησις». Γιατί ὁ Κύριος εἶναι μέν ὁ Κριτής, ἀλλ’ εἶναι ὁ δίκαιος Κριτής. Πού σημαίνει ὁ Κριτής ὁ γεμᾶτος ἀγάπη. Μᾶς τό ξεκαθάρισε ὁ Ἴδιος. «Ἡ κρίσις ἡ ἐμή δικαία ἐστί, εἶπε, ὅτι οὐ ζητῶ τό θέλημα τό ἐμόν ἀλλά τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με Πατρός». Ἀγάπη ὁ Θεός, ἀγάπη καί τό θέλημά Του, συνεπῶς ἡ κρίση τοῦ Χριστοῦ ἔχει ὡς περιεχόμενο τήν Ἀγάπη Του. Δέν μιλᾶμε συνεπῶς γιά μία δικαιοσύνη κατά τά ἀνθρώπινα μέτρα – θά μᾶς εἶχε «τσακίσει» ὁ Θεός ἔτσι. Ἀλλά γιά τή δικαιοσύνη πού ταυτίζεται μέ τήν ἀγάπη Του, συνεπῶς ἡ ἀδυναμία μας νά στραφοῦμε σ’ Αὐτόν, λόγω φόβου τῆς δικαιοσύνης Του, εἶναι δείγμα τῆς ἀπιστίας μας οὐσιαστικά στόν Ἴδιο. Ἀλλά ὁ Κύριος δέν ἐπηρεάζεται ἀπό αὐτό: συγκαταβαίνει καί ἀποδέχεται τούς στεναγμούς μας, γιατί στρεφόμαστε πρός τήν Παναγία Μητέρα Του. Κι αὐτό εἶναι μία ἰδιαίτερη χαρά Του. Γιατί τελικῶς στροφή πρός τήν Παναγία σημαίνει στροφή πρός τόν Ἴδιο.

Καί ἡ λέξη «δυσώπησις». Τί μεγαλεῖο γιά τήν Παναγία μας, ἀλλά καί γιά ἐμᾶς τούς ἴδιους! Τήν παρακαλοῦμε, κι Ἐκείνη ἀρχίζει τίς δεήσεις Της γιά χάρη μας. Καί ξέρει ὅτι «πολύ ἰσχύει δέησις Μητρός πρός εὐμένειαν Δεσπότου». Γιατί δέν παρακαλεῖ ἰσχνά καί ἄνευρα. Παρακαλεῖ μέ τήν ἔνταση τῆς ἀγάπης Της, παρακαλεῖ ἐπίμονα, μέχρις ὅτου νά κάμψει τήν πιθανή «ἄρνηση» τοῦ Υἱοῦ Της ὡς Κριτῆ! Αὐτό ἄλλωστε δέν σημαίνει ἡ λέξη «δυσωπῶ;»  Παρακαλῶ ἐπίμονα.

Ὁ χαιρετισμός σήμερα μᾶς τό ὑπενθυμίζει: ἔχουμε Κριτή, στόν Ὁποῖο θά λογοδοτήσουμε, ἀλλά δίκαιο, γεμᾶτο ἀγάπη· κι ἔχουμε τήν Παναγία μας, τή Μάνα μας, ἡ ὁποία πάντοτε ἐνδιαφέρεται γιά ἐμᾶς καί κραυγάζει ὑπέρ ἡμῶν. Ὁ χαιρετισμός καί ἡ δοξολογία μας, συνοδευόμενα ἀπό τά δάκρυά μας, εἶναι δεδομένα!

25 ΜΑΡΤΙΟΥ: ΔΙΕΘΝΗΣ ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ ΑΓΕΝΝΗΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ

Η ημέρα ορόσημο της Πίστης και της Πατρίδας ως η ημέρα που ξεκίνησε η ελευθερία του ανθρωπίνου γένους από τα δεσμά της αμαρτίας, του διαβόλου και του θανάτου με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου αλλά και της αποτίναξης από τον τουρκικό ζυγό με τη συμβολική έναρξη της Ελληνικής Επαναστάσεως, η 25η Μαρτίου, αποτελεί και ημέρα που γιορτάζεται από τα τέλη του εικοστού αιώνα το αγέννητο παιδί – το παιδί που κυοφορείται στην κοιλιά της μάνας του για να προστεθεί όταν έρθει η ώρα στη μακριά σειρά των κατοίκων αυτού εδώ του πλανήτη. Ήταν η πρόταση του πάπα Ιωάννη Παύλου του Β΄ (1920-2005) που έγινε αποδεκτή από τη Διεθνή Κοινότητα, καθώς την εμπνεύστηκε ακριβώς από το περιεχόμενο της μεγάλης Θεομητορικής εορτής. Ευαγγελισμός σημαίνει τη χαρμόσυνη αγγελία του ερχομού του Θεού ως ανθρώπου στον κόσμο, ερχομού που οι απαρχές του βρίσκονται στα σπλάχνα της μικρής Μαριάμ, όταν ο λόγος ο αρχαγγελικός εν Πνεύματι Αγίω θα σαρκώσει μέσα της τον Υιό του Θεού. «Ο Υιός του Θεού Υιός της Παρθένου γίνεται». Κι έτσι το μέγα μυστήριο των απαρχών της Γέννας του Θεού γίνηκε έμπνευση  και γιορτή και για το μυστήριο των απαρχών της γέννας και κάθε ανθρώπου.

Το κυοφορούμενο βρέφος, το αγέννητο παιδί: το μυστήριο της θέλησης του Θεού να υπάρχει συνέχεια στο ανθρώπινο γένος. Και μη σπεύσει κανείς να δηλώσει την απιστία του με την αλαζονική στάση ότι ο ερχομός ενός παιδιού είναι καρπός της θέλησης μοναχά των γονέων του, γιατί θα συναντήσει όχι μόνο την αρνητική στάση της χριστιανικής πίστεως που διακηρύσσει ότι εκτός των γονέων απαιτείται και η συνέργεια του Θεού – «ο Θεός διανοίγει τη μήτρα της γυναίκας» μας αποκαλύπτει η Γραφή – αλλά και την αντίδραση εκείνων των ζευγαριών που ενώ επιθυμούν διακαώς να τεκνοποιήσουν, δεν τα καταφέρνουν χωρίς μάλιστα να υφίσταται κάποιος ιατρικός λόγος.

Υπάρχει λοιπόν ξεχωριστή ιερότητα ήδη από την έναρξη της ζωής ενός ανθρώπου στη μήτρα της μάνας του, γιατί βεβαιώνεται το «ναι» του Θεού για να συνεχιστεί η ζωή επί της γης. Και με ποιο σκοπό; Την ετοιμασία νέων υπάρξεων ώστε να προστεθούν στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, και να γίνουν ει δυνατόν ήδη από τη ζωή αυτή  ενεργοί πολίτες της Βασιλείας του Θεού. Αυτή δεν είναι η σκοποθεσία που θέτει για τον άνθρωπο η χριστιανική πίστη; Όχι να γίνει ένας καλός απλώς άνθρωπος κι ούτε να έχει ένα πέρασμα στη γη εμφανές ή αφανές – ό,τι χαρακτηρίζει τον άνθρωπο που δεν έχει ταυτότητα κι ούτε νόημα στη ζωή του. Αλλά να γίνει ένα «μίμημα Χριστού», ένας άλλος Χριστός που το πέρασμά του θα μυροβολήσει την πλάση όλη. Να γίνει δηλαδή άγιος που το όνομά του θα λειτουργεί ως ανάπαυση και ελπίδα και για κάθε άλλο συνάνθρωπό του.

Κι από την άποψη αυτή καταλαβαίνουμε δύο κυρίως πράγματα: πρώτον, γιατί ο ίδιος ο Χριστός βεβαίωσε ότι ο ερχομός κάθε νέου ανθρώπου στον κόσμο  - ό,τι δηλώνει το αγέννητο παιδί! – συνιστά μία μεγάλη χαρά για όλην την ανθρωπότητα: «διά την χαράν ότι εγεννήθη άνθρωπος εν τω κόσμω» είπε, και δεύτερον, γιατί όχι μόνο η πράξη αλλά και η σκέψη ακόμη της έκτρωσης από τη μήτρα της γυναίκας του παιδιού αποτελεί ανοσιούργημα που προσβάλλει και τους γονείς και τον άνθρωπο γενικά αλλά και τον ίδιο τον Θεό μας! Η έκτρωση δεν είναι το «όχι» του ανθρώπου απέναντι στο «ναι» του Θεού; Η αλαζονεία του πλάσματος που χωρίς επίγνωση έρχεται αντιμέτωπος με τον Δημιουργό του – και δεν εννοούμε τις συγκεκριμένες περιπτώσεις που για λόγους ιατρικούς επιβάλλεται κάτι τέτοιο, κι αυτό με πολύ πόνο ψυχής από τους γονείς και μάλιστα τη μάνα.

Λοιπόν, η μεγάλη Θεομητορική εορτή του Ευαγγελισμού μας δίνει ως προέκταση και τη διάσταση αυτή. Να θυμόμαστε και να γιορτάζουμε μαζί με τον ερχομό του Χριστού και την ελπίδα της ανθρωπότητας με τα αγέννητα ακόμη παιδιά. Κι όπως το δήλωσε τότε ο πάπας Ιωάννης Παύλος Β΄ στο πράγματι εμπνευσμένο σκεπτικό του: η καθιέρωση της ημέρας αποτελεί «θετική επιλογή υπέρ της ζωής και της εξάπλωσης μιας κουλτούρας για τη ζωή, που να εγγυάται τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας σε κάθε περίπτωση».