Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πίστη και λατρεία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πίστη και λατρεία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

09 Μαρτίου 2024

ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΟΝ

Είναι γνωστό ότι για την Εκκλησία μας, μολονότι το κάθε Σάββατο το έχει αφιερωμένο στους αγίους μάρτυρες και στους κεκοιμημένους πιστούς της, δύο είναι τα ψυχοσάββατα: αυτό της παραμονής της Κυριακής των Απόκρεω και αυτό της παραμονής της αγίας Πεντηκοστής. Γι’  αυτό και κατά τις δύο αυτές ημέρες ακούμε το συναξάρι να σημειώνει: «Την ημέρα αυτή, οι θειότατοι Πατέρες θέσπισαν να θυμόμαστε όλους τους απαρχής ευσεβώς κεκοιμημένους, αυτούς δηλαδή που έφυγαν από τον κόσμο αυτόν με την ελπίδα της αναστάσεως της αιώνιας ζωής».

Για την Εκκλησία οι κεκοιμημένοι δεν αποτελούν τμήμα του κόσμου που «τελείωσε και έφυγε» – ό,τι πιστεύουν πολλοί που την ύπαρξή τους την έχουν περικλείσει στα ασφυκτικά πλαίσια του κόσμου τούτου, γιατί έχουν διαγράψει τον Θεό και τον Χριστό από τη ζωή τους. Οι κεκοιμημένοι συνιστούν οργανικό κομμάτι της Εκκλησίας, κομμάτι δηλαδή του σώματος του Χριστού, διότι ο θάνατος δεν είναι η θύρα που οδηγεί στην ανυπαρξία, αλλά η θύρα που εκβάλλει στην αγκαλιά του Χριστού. Όπως οι πιστοί ζούμε στην αγκαλιά αυτή στον κόσμο τούτο, το ίδιο και ακόμη περισσότερο συμβαίνει και την ώρα του θανάτου μας και μετέπειτα. Μας το λέει με άμεσο τρόπο ο απόστολος Παύλος, βασισμένος βεβαίως στην Ανάσταση του ίδιου του Κυρίου Ιησού Χριστού: «είτε είμαστε στη ζωή αυτή είτε φεύγουμε από τη ζωή αυτή, στον Κύριο ανήκουμε».

Κι είναι ευνόητο: ο Κύριος ως Παντοκράτωρ, ως Δημιουργός και Προνοητής και Κυβερνήτης του κόσμου όλου, ως «ο εξ Ου και δι’ Ου και εις Ον τα πάντα έκτισται», μάς δίνει τη δυνατότητα να ζούμε και εδώ στον κόσμο τούτο ψυχοσωματικά, αλλά και μετά τον θάνατό μας ως ψυχές, πολύ περισσότερο έπειτα μετά τη Δευτέρα Του Παρουσία που θα αναστήσει τα σώματά μας για να ενωθούν και πάλι με τις ψυχές μας, ώστε ολόκληροι να ζούμε μέσα στην παρουσία Του, είτε θετικά (Παράδεισος) είτε δυστυχώς αρνητικά (Κόλαση). Αν υπάρχει δηλαδή και υφίσταται η ζωή, αυτό οφείλεται στην πηγή της που είναι ο ίδιος ο Θεός. «Εγώ ειμι ο Ων». Ο Κύριος είναι ο Θεός των ζώντων και των κεκοιμημένων.

Αυτούς λοιπόν τους κεκοιμημένους, ιδίως τους εν πίστει κεκοιμημένους, θυμόμαστε τα Σάββατα και κατεξοχήν τα ψυχοσάββατα, με σκοπό αφενός να προσευχηθούμε για την εν Κυρίῳ ανάπαυσή τους – ως άνθρωποι μπορεί να μην είχαν ολοκληρώσει τη μετάνοιά τους – αφετέρου να προκληθούμε οι εν κόσμῳ ακόμη ευρισκόμενοι ώστε να βαθύνουμε τη μετάνοιά μας, να νιώσουμε ενόψει του ορίου του θανάτου ότι η αληθινή ζωή είναι η ζωή που έχει αιώνιο χαρακτήρα και δεν είναι αυτή που εκτρέφει απλώς τα πάθη μας, κατεξοχήν τον εγωισμό και τα όποια παρακλάδια του - να προσανατολίσουμε την καρδιά και τη σκέψη μας στην εντολή του Κυρίου «ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην Αυτού και ταύτα πάντα (όλα τα απαραίτητα προς το ζην) προστεθήσεται υμίν».

Και πρέπει να τονίσουμε ότι τα δύο αυτά: προσευχή υπέρ των κεκοιμημένων, πρόκληση να μετανοήσουμε αληθινά, δεν είναι απλώς προσθετικές καταστάσεις με την έννοια  να κάνουμε το ένα, αλλά ευκαιρία να κάνουμε και το άλλο. Γιατί το ένα συνιστά προϋπόθεση του άλλου. Μετανοώ σημαίνει ότι αλλάζω νου, αλλάζω τρόπο θέασης των πραγμάτων, αλλάζω ζωή – επιστρέφω προς τον Θεό μένοντας πάνω στο άγιο θέλημά Του, την αγάπη. Κι αυτό θα πει ότι αρχίζω, κατά την αναλογία της μετάνοιάς μου, να αγαπώ σωστά και τον Θεό και τον συνάνθρωπό μου, τον συνάνθρωπο μάλιστα που ευρίσκεται όπου γης αλλά και σε οποιοδήποτε βάθος χρόνου. Μη ξεχνάμε ότι κατά την πίστη μας ο χριστιανός συνιστά «μίμημα Χριστού» ως κατ’ εικόνα Εκείνου δημιουργημένος, συνεπώς το φρόνημα Χριστού που περιέκλειε μέσα Του σύμπασα την ανθρωπότητα, τοπικά και χρονικά, αποτελεί όριο και του κάθε χριστιανού, οπότε και ο μετανοών χριστιανός τον όποιο συνάνθρωπο, στην όποια τοπική αλλά και χρονική έκταση, τον περικλείει στην ύπαρξή του, θεωρώντας τον οργανικό κομμάτι δικό του. Η προσευχή του λοιπόν και για τους κεκοιμημένους είναι όχι απλώς ευκταία κατάσταση, αλλά δεδομένη πραγματικότητα της συνείδησής του, οφειλή που χωρίς αυτήν εκπίπτει σχεδόν από την πίστη του. «Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν».

Κι η Εκκλησία μας λοιπόν με αφορμή το όριο του θανάτου μάς καλεί σε μετάνοια, σ’ αυτήν την απεραντοσύνη της εν Κυρίῳ εμπειρίας της, στην αληθινή ζωή με βάση τις εντολές του Θεού. Γιατί είναι δυστυχώς πολύ εύκολο στον κόσμο τούτο που ευρισκόμαστε, τον πεσμένο στην αμαρτία, να εκτραπούμε από την Οδό του Χριστού και να προσκολληθούμε στα πάθη μας που ελκύονται από τη γοητεία της σαρκολατρείας του κόσμου. Ένας ύμνος μάλιστα από τους πολλούς που μας προσφέρει είναι πολύ χαρακτηριστικός για την αποτίναξη της πλάνης των αισθήσεων και το άνοιγμα των οφθαλμών στην όντως πραγματικότητα του Θεού.

 «Όσοι είστε προσκολλημένοι εμπαθώς στη ζωή αυτή, εμπρός σκύψτε προσεκτικά πάνω στους τάφους έκθαμβοι και δείτε την απάτη του κόσμου. Πού είναι τώρα η ομορφιά του σώματος και  η δόξα του πλούτου; Πού είναι η αλαζονεία της ζωής; Πράγματι, όλα είναι μάταια. Γι’ αυτό ας φωνάξουμε δυνατά προς τον Σωτήρα Χριστό: Αυτούς που πήρες από τα πρόσκαιρα ανάπαυσέ τους, λόγω του μεγάλου Σου ελέους».

24 Φεβρουαρίου 2024

ΑΡΧΗ ΤΡΙΩΔΙΟΥ

«Βάλλει μετανοίας τρεις…»

«Από σήμερα, στον εσπερινό της Κυριακής του Τελώνου και του Φαρισαίου, αρχίζουν να συμψάλλονται οι ύμνοι που περιέχονται στο λειτουργικό βιβλίο του Τριωδίου. Σε μερικούς ναούς πριν την έναρξη του εσπερινού τίθεται κάτω από την εικόνα του Χριστού στο τέμπλο σε ευτρεπισμένο σκαμνί το λειτουργικό βιβλίο του Τριωδίου, όπου προσέρχεται ο πρωτοψάλτης (ο οποίος εκπροσωπεί όλους όσοι υπηρετούν στο αναλόγιο), βάζει μπροστά στην εικόνα τρεις μετάνοιες, ασπάζεται την εικόνα, παίρνει στα χέρια του το Τριώδιο και το ασπάζεται, κάνει πάλι τρεις μικρές μετάνοιες και απέρχεται μαζί με το Τριώδιο στην οικεία του θέση» (Σημείωση Τυπικού ημέρας).

Μία βαθιά συμβολική κίνηση σημειώνεται στο Τυπικό της Εκκλησίας με το ξεκίνημα της περιόδου του Τριωδίου, για να προβληθούν δύο κυρίως πράγματα: πρώτον, η μεγάλη σημασία του λειτουργικού βιβλίου που φέρει την ονομασία «Τριώδιον» - παραλαβή του από τον πρωτοψάλτη μπροστά στην εικόνα του Κυρίου σαν να προσφέρει Εκείνος στον εκπρόσωπο του λαού στις λειτουργικές συνάξεις τα λόγια που απηχούν το Πνεύμα Του και ευαρεστείται ο Ίδιος να ακούει∙ και δεύτερον, η προσκύνηση του εκπροσώπου του λαού (ο ψάλτης είναι εκείνος που για λόγους ευταξίας λέει όσα ο λαός πάντοτε έλεγε),  που φανερώνει ότι ενώπιον του Κυρίου η μόνη ορθή στάση και κίνηση είναι η υπακοή, αυτό που συνιστά φρόνημα και του ίδιου του αρχηγού της πίστεως, καθώς το εξαγγέλλει με ποιητική ένταση ο απόστολος Παύλος: «Να υπάρχει μεταξύ σας το ίδιο φρόνημα που είχε κι ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος, αν και ήταν Θεός, δεν θεώρησε την ισότητά του με τον Θεό αποτέλεσμα αρπαγής, αλλά τα απαρνήθηκε όλα και πήρε μορφή δούλου˙ έγινε άνθρωπος˙ και όντας πραγματικός άνθρωπος ταπεινώθηκε θεληματικά υπακούοντας μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού» (Φιλ. 2, 5-8). Κι η υπακοή αυτή μαρτυρείται με τον πιο δυνατό τρόπο όταν ο άνθρωπος πορεύεται κατά τα κελεύσματα των ύμνων του Τριωδίου, δηλαδή προσπαθεί να ζει με μετάνοια ως επίγνωση της αμαρτωλότητάς του και διαρκή επιστροφή προς τον Θεό ελπίζοντας στο άπειρο έλεός Του. Διότι το Τριώδιο ως βιβλίο της Εκκλησίας αλλά και ως περίοδος που χρωματίζεται από το περιεχόμενο του βιβλίου αυτού τη μετάνοια πρώτιστα προβάλλει και διακηρύσσει.

Από τον εσπερινό της ημέρας λοιπόν ουσιαστικά εισερχόμαστε στην πιο ιερή και κατανυκτική περίοδο όλου του χρόνου, η οποία διαρθρώνεται σε τρία μέρη: το εισαγωγικό μέρος (Κυριακές Τελώνου και Φαρισαίου, Ασώτου, Απόκρεω και Τυρινής, ήτοι τρεις εβδομάδες), το καθαυτό μέρος, τη Μεγάλη Σαρακοστή (αρχής γενομένης από την Καθαρά Δευτέρα έως το Σάββατο του Λαζάρου) και το τρίτο και τελευταίο που συνιστά και το όλο σκοπό και την αποκορύφωση, τη Μεγάλη Εβδομάδα. Είναι αυτονόητο βεβαίως ότι από την άποψη αυτή η θεώρηση πολλών, δυστυχώς και χριστιανών, περί του Τριωδίου ως της περιόδου του ξεφαντώματος και του «ξεσαλώματος» κοινώς των ανθρώπων δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα της εκκλησιαστικής περιόδου και ζωής.

Στην κοσμική θεώρηση ο άνθρωπος χάνει τον εαυτό του και νεκρώνεται πνευματικά. Διότι στρέφεται ολοσχερώς προς τον θάνατο που φέρνει το αμαρτωλό φρόνημα – «ψωνίζεις θάνατο με την αμαρτία» λέει ο απόστολος Παύλος. Στην εκκλησιαστική θεώρηση ο άνθρωπος βρίσκει τον εαυτό του και το μεγαλείο της δημιουργίας του. Διότι εγκύπτει μέσα στην καρδιά του, «τον κρυπτόν της καρδίας άνθρωπον», προκειμένου να την καθαρίσει με τη χάρη του Θεού από κάθε τι εμπαθές που αλλοιώνει την αληθινή φύση του. Κι η κάθαρση αυτή έτσι αποτελεί συνέργεια και του Θεού, διότι «μόνο το Πνεύμα του Θεού μπορεί να καθαρίσει τον νου του ανθρώπου» κατά τους αγίους μας, αλλά και του ανθρώπου, διότι χρειάζεται να θελήσει κι αυτός τον Θεό στη ζωή του.

Οπότε, το Τριώδιο αποτελεί την πιο ευλογημένη πρόκληση για τον χριστιανό ώστε να αναδυθεί ο αληθινός εαυτός του, ο κατ’ εικόνα Χριστού δημιουργημένος, μετά μάλιστα το βάπτισμά του στην αγία κολυμβήθρα της Εκκλησίας, και περαιτέρω αυξανόμενος εν Αυτώ «μέχρις ότου φτάσει στο μέτρο της ηλικίας του πληρώματος Εκείνου». Ότι από την άποψη αυτή η περίοδος του Τριωδίου συντελεί με μοναδικό τρόπο στη φανέρωση του χριστιανού ως του ανθρώπου που πολιτεύεται με ταπείνωση και γνήσια αγάπη είναι περιττό και να πούμε. Το Τριώδιο με άλλα λόγια ως ο πυρήνας όλης της εκκλησιαστικής χρονιάς υπάρχει για να «φτιάχνει» αγίους˙ γι’ αυτό και θεωρείται ως το μέτρο που καθημερινά πρέπει να μετράμε τον εαυτό μας. Δεν ευχόταν τυχαία ο όσιος Παΐσιος ο αγιορείτης «να ήταν όλη η ζωή του μία Σαρακοστή!» 

29 Ιουλίου 2023

ΛΟΥΣΜΕΝΟΣ ΣΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΚΑΘΑΡΙΣΕ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ!

 

«Λελουμένος ἐν ταῖς ροαῖς τῶν σῶν αἱμάτων, παμμάκαρ, ὤφθης καθαρώτατος τῷ πνεύματι, καί εἰς λῆξιν ἔφθασας τῶν Ἀσωμάτων, μάρτυς Καλλίνικε» (ωδή α΄).

(Λουσμένος στις ροές των αιμάτων σου, παμμακάριστε μάρτυς Καλλίνικε, φάνηκες εντελώς καθαρός ως προς το πνεύμα, κι έφτασες τα μέτρα των αγγέλων). 

Ο μεγαλομάρτυς άγιος Καλλίνικος τιμάται από την Εκκλησία μας, όπως και οι άλλοι άγιοι μάρτυρες, λόγω της μεγάλης του αγάπης προς τον Κύριο που την απέδειξε με το μαρτύριο του αίματός του. Η εντολή του Πνεύματος του Θεού  «γίνου πιστός ἄχρι θανάτου» βρήκε άμεση ανταπόκριση από τον άγιο, κι αυτό κατά τον εκκλησιαστικό ποιητή ήταν το γεγονός που του καθάρισε εντελώς την ψυχή. Κι είναι ιδιαιτέρως σημαντική η παρατήρηση του υμνογράφου, διότι μας αποκαλύπτει ότι η μετάνοια, η οποία καθαρίζει την ψυχή του ανθρώπου, δεν συνιστά απλώς μία μεταμέλεια επιφανειακού τύπου, αλλά γεγονός «αιματηρό» για τον άνθρωπο, που θα πει γεγονός που ανατρέπει ολόκληρη την αμαρτωλή πρώην ζωή του, θέτοντάς την στην πορεία της σταυρικής ακολουθίας του Κυρίου. Μετάνοια με άλλα λόγια σημαίνει αλλαγή πλεύσης ζωής, απεξάρτηση από κάθε εμπαθές και πονηρό και πορεία στην οδό του Κυρίου.

Βεβαίως, αυτό που τονίζει ο άγιος υμνογράφος στηρίζεται στο γεγονός της Σταυρικής θυσίας του Κυρίου. Αν σωθήκαμε, δηλαδή αν ξαναβρήκαμε εν Χριστώ τον Θεό μας, είναι γιατί ο Δημιουργός μας ήρθε στον κόσμο, σταυρώθηκε για εμάς, ξέπλυνε με το αίμα Του τις αμαρτίες μας. «Το αίμα του Χριστού καθαρίζει τη συνείδησή μας», κατά τον λόγο του αποστόλου - χωρίς το Πνεύμα του Θεού ο άνθρωπος παραμένει πάντοτε βρόμικος στην ψυχή και στο πνεύμα του. Η προσφορά όμως του Χριστού είναι δεδομένη για όλους και στο διηνεκές. Τι χρειάζεται για να ενεργοποιηθεί στον άνθρωπο; Η ένταξή του στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, δια του αγίου βαπτίσματος, η συμμετοχή του στα άγια μυστήρια της Θείας Ευχαριστίας – εκεί που πράγματι ο άνθρωπος λούζεται από το αίμα του Χριστού τρώγοντας το σώμα Του και πίνοντας το αίμα Του – κυρίως όμως η βούληση του ανθρώπου να ακολουθήσει εν μετανοία, όπως είπαμε, τον Χριστό. Γιατί μία πίστη χωρίς την «αιματηρή» μετάνοια δεν έχει καμία σημασία, μάλλον αυξάνει την αμαρτία του ανθρώπου.

Και πρέπει ίσως να διευκρινίσουμε τη λέξη «αιματηρή». Αναφέρεται και σε ό,τι λέει ο υμνογράφος για τον άγιο Καλλίνικο: «λουσμένος στο αίμα του καθαρίστηκε εντελώς κατά το πνεύμα του», αλλά και στον αγώνα του κάθε πιστού να μένει σταθερός και προσκολλημένος πάνω στις άγιες εντολές του Κυρίου. Η τήρηση των αγίων εντολών του Κυρίου πράγματι συνιστά αγώνισμα κι αυτό «αιματηρό». «Δώσε αίμα και λάβε Πνεύμα» προτρέπουν οι άγιοι δάσκαλοι της πίστεώς μας, κάτι που και πάλι το είδαμε στον βίο του αγίου Καλλινίκου. Δεν συγκλονίζει η αγάπη του προς τους θεωρουμένους εχθρούς του, τους στρατιώτες που τον βασάνιζαν και τελικώς τον έριξαν στη φωτιά, όταν παρακάλεσε τον Κύριο να γίνει ίλεως απέναντί τους και να τους δώσει νερό να ξεδιψάσουν τη δίψα τους; Θέλουμε να πούμε ότι η αγάπη και προς τον εχθρό, δείγμα της τελειότητας του πιστού, είναι ένας σταυρός για τον πιστό – μετέχει της αγάπης του ίδιου του Κυρίου πάνω στον Σταυρό Του – και αυτό επιτελούμενο φέρνει την απόλυτη κάθαρση της ψυχής του.

Ο Κύριος μακάρισε αυτούς που είναι καθαροί στην καρδιά, γιατί αυτοί θα δουν τον Θεό. Ο Κύριος ήταν απόλυτα σαφής απέναντί μας: τον Θεό μπορούμε να Τον δούμε, η καρδιά μας είναι το πρόβλημα. Βρόμικη καρδιά βλέπει μόνο τα πάθη της και τον Πονηρό, καθαρή καρδιά φέρνει την παρουσία του Θεού. Και η καρδιά και η ψυχή καθαρίζει με την τήρηση των εντολών Του, η οποία οδηγεί, όταν πολλαπλασιαστεί η χάρη Του, και στο σωματικό μαρτύριο του αίματος.  

27 Ιουλίου 2023

Η "ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΗ" ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ

 

«Νυττόμενος τοῦ Δεσπότου τῷ πόθῳ διέσπειρας τόν πλοῦτον τοῖς πένησι, σαυτόν γυμνάζων πρός ἄθλησιν, ἥνπερ καί διήνυσας, τάς δι’ αἰῶνος ἐλπίδας προορώμενος» (ωδή δ΄).

(Σε κεντούσε ο πόθος του Δεσπότου Χριστού, γι’ αυτό και μοίρασες τον πλούτο στους φτωχούς. Έτσι γύμναζες τον εαυτό σου για την άθληση, την οποία και διάνυσες, έχοντας ενώπιόν σου ως όραμα τις αιώνιες ελπίδες).

Η ελεήμων καρδία του αγίου Παντελεήμονα, παρόμοια χάριτι Θεού με το έλεος Εκείνου, τον έκανε να μοιράζει κάθε πλούτο που είχε στον κόσμο τούτο στους πένητες. Και μιλάμε για πλούτο όχι μόνο υλικό, αλλά κυρίως των δεξιοτήτων που απέκτησε, όπως της ιατρικής τέχνης, αλλά και πνευματικό, όπως το ιαματικό χάρισμα που του έδωσε ο Κύριος. Κι αυτό θα πει ότι ο άγιος γενόμενος δίοδος του ελέους του Θεού πρόσφερε όλο τον εαυτό του σε κάθε άνθρωπο που ήταν αναγκεμένος, αλλά εξίσου και σε κάθε κτίσμα του Θεού, όπως τα ζώα – «πάντας θεραπεύων, πάντων ἰατρεύων τά νοσήματα» (ωδή α΄). Κι όλα αυτά βεβαίως κατά τον τρόπο του Θεού: «ἀναργύρως», δηλαδή αφιλοκερδώς, τόσο που ο άγιος υμνογράφος «αναγκάζεται» να τον χαρακτηρίσει «τό ἱερόν ἀγλάϊσμα τῶν σεπτῶν Ἀναργύρων» (εξαποστ.), το κόσμημα της ομάδας των αγίων Αναργύρων.

Ποια η κινητήρια δύναμη της αδιάκοπης αυτής προσφοράς του ή με άλλα λόγια τι ήταν εκείνο που γέμιζε από αγάπη τη μεγάλη καρδιά του; Ο πόθος του Δεσπότου Χριστού, σημειώνει εμφατικά ο άγιος υμνογράφος. Διότι πράγματι μόνον ένας κυνηγός της αγάπης του Θεού μπορεί να ζει και την αγάπη Εκείνου – όσο κανείς αναζητεί τον Θεό τόσο και γεμίζει από την ελεήμονα παρουσία Του. Γι’ αυτό και όχι μόνον δεν αδειάζει η αγάπη αυτή, αλλά προσφερομένη γεμίζει και περισσότερο, φτάνοντας στο σημείο της πιο μεγάλης χάρης: της προσφοράς και της ίδιας της ζωής προς χάρη του Κυρίου και Δημιουργού. Ο άγιος ποιητής Θεοφάνης είναι σαφής: η εν αγάπη προσφορά του αγίου Παντελεήμονος προς τον κόσμο ήταν και η «γυμνασία» του, το γύμνασμά του, προς την άθληση του μαρτυρίου, προσβλέποντας πάντοτε προς τον Χριστό και την αιώνια Βασιλεία Του.

Η σκέψη του αγίου κινείται απολύτως αγιογραφικά και πατερικά: ο πιστός που τα μάτια του είναι στραμμένα προς τον Χριστό, πορεύεται διαρκώς πάνω στο άγιο θέλημά Του, δηλαδή τη σταυρική αγάπη, κάτι που τον καθιστά έτοιμο ανά πάσα στιγμή να δώσει και τη ζωή του για την πίστη του αυτή. Ο υμνογράφος μας, διαβάζοντας τη ζωή του αγίου Παντελεήμονος, βλέπει ό,τι έκανε και τον απόστολο Παύλο να ομολογεί: «μας χαρίστηκε από τον Θεό όχι μόνο να πιστεύουμε στον Χριστό, αλλά και να πάσχουμε γι’ Αυτόν» - η χάρη του μαρτυρίου δίνεται ως δωρεά από τον Θεό σ’ εκείνον που πιστεύει αληθινά, σ’ εκείνον δηλαδή που ενεργοποιεί την πίστη του με την αγάπη και την ελεήμονα διάθεσή του. Οπότε τα πράγματα είναι σαφή: δεν μπορείς να γίνεις μάρτυρας Χριστού, αν προηγουμένως δεν έχεις φτάσει στο σημείο τη ζωή σου να την κομματιάζεις, κατά το ήθος του Χριστού μας στη Θεία Ευχαριστία, προς χάριν όλων.  

10 Ιουνίου 2023

Ο ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

 ῞Αγιος εἶναι μάρτυρας. Αὐτός πού ὁμολογεῖ (μαρτυρεῖ) τόν Χριστό ὡς Κύριο καί Θεό του («πᾶς ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοί ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγώ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς»), κυρίως ὅμως αὐτός πού Τόν ὁμολογεῖ (μαρτυρεῖ) μέ τίς πράξεις τῆς καθημερινότητάς του, τηρώντας τόν λόγο Του καί ζώντας τή Ζωή Ἐκείνου μέχρι θανάτου. Κι αὐτό γιατί σ᾽ ἕναν κόσμο πεσμένο στήν ἁμαρτία πού ὁ ἐγωϊσμός καί τό συμφέρον συνιστοῦν τήν προτεραιότητα, ἡ πιστότητα στό θέλημα τοῦ Θεοῦ θεωρεῖται ἐλάττωμα πού πρέπει νά ἐξαφανιστεῖ. ῾Ο κόσμος τῆς ἁμαρτίας δέν ἀνέχεται τό διαφορετικό ἀπό αὐτόν. Τό διαφορετικό ἀποτελεῖ ἔλεγχο τῆς ἁμαρτίας του, γι᾽ αὐτό καί ἐπιδιώκει πάντοτε τόν ἐξαφανισμό του. Κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου: «πᾶς ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τό φῶς καί οὐκ ἔρχεται πρός τό φῶς, ἵνα μή ἐλεγχθῇ τά ἔργα αὐτοῦ».

Ὁπότε ἅγιος καταρχάς εἶναι ὁ ὁμολογητής μάρτυρας πού ἔδωσε καί τή ζωή του γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ καί τό αἷμα του ἀποτέλεσε τή σφραγίδα  γνησιότητας τῆς πίστεώς του. Μία εἰκόνα τοῦ ἀπολυτικίου τῶν ἁγίων Πάντων μᾶς δίνει ποιητικά τήν ἀλήθεια αὐτή. «Ἡ Εκκλησία σου, Χριστέ, στολισμένη μέ τά αἵματα τῶν μαρτύρων σου ὅλου τοῦ κόσμου σάν μέ πορφύρα κι ἀκριβό μετάξι» («Τῶν ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ μαρτύρων σου, ὡς πορφύραν καί βύσσον τά αἵματα ἡ ᾽Εκκλησία Σου στολισαμένη...». Πορφυρό εἶναι τό χρῶμα τοῦ ἐνδύματος τῆς ᾽Εκκλησίας, λόγω τοῦ αἵματος τῶν μαρτύρων της, ὅπως τό πανάχραντο αἶμα τοῦ Χριστοῦ ἔβαψε τόν Σταυρό Του. Γι᾽ αὐτό καί τό μαρτύριο ἀποτελεῖ τή φυσιολογία τῆς Ἐκκλησίας. «Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσιν» εἶπε ὁ Χριστός.

Συνεπῶς ὁ μεγαλύτερος κίνδυνος γιά τήν ᾽Εκκλησία εἶναι ἡ λεγόμενη ἐκκοσμίκευση: ἡ ᾽Εκκλησία (κατά τό ἀνθρώπινό της) νά συσχηματισθεῖ μέ τόν κόσμο, νά γίνει καί ἡ ἴδια κόσμος. Ἀποτέλεσμα; Ἀντί νά εἶναι τό ἅλας τῆς γῆς, νά χάνει τήν ἁλιστική δύναμή της, τή χάρη τοῦ Θεοῦ, καί «νά πετιέται καί νά ποδοπατιέται ἀπό τούς ἀνθρώπους»! Γι᾽ αὐτό καί οἱ ἅγιοι, τίς εἰρηνικές ἐποχές πού ὅλα φαίνονται ὅτι βαίνουν καλῶς, τίς θεωροῦν ὡς τίς πιό ἐπικίνδυνες καί καλοῦν τούς πιστούς σέ συνεχή ἐγρήγορση.

Ἡ ἐγρήγορση αὐτή, ἡ διαρκής δηλαδή ἔνταση νά τηρεῖ ὁ πιστός τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, προβάλλει τό ἄλλο μαρτύριο πού δέχεται ἡ Ἐκκλησία, αὐτό τῆς συνειδήσεως. Τό μαρτύριο τοῦ αἵματος δηλώνει ἀσφαλῶς τή γνησιότητα τῆς πίστεως, ἀλλά καί ὁ ἀγώνας νά βρίσκεται κανείς στήν Ὁδό  τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μικρότερο μαρτύριο – τέτοιο μάλιστα πού θεωρεῖται προϋπόθεση τοῦ πρώτου. Ἄς σκεφτοῦμε πόση προσπάθεια καί χάρη Θεοῦ ἀπαιτεῖται γιά νά ἔχει κανείς τήν καρδιά του ὁλοκληρωτικά στήν ἀγάπη στόν Θεό καί στόν συνάνθρωπο, ἰδίως τόν θεωρούμενο ἐχθρό! Ἴσως αὐτό νά ὑπερβαίνει καί τό μαρτύριο τοῦ αἵματος! Κι ὅμως αὐτό ζητάει ὁ Κύριος. «Φλέγομαι ἀπό τόν πόθο νά μαρτυρήσω γιά τόν Χριστό, εἶπε ἀρχάριος μοναχός σέ ἔμπειρο Γέροντα. - Ἄν τήν ὥρα τοῦ πειρασμοῦ σηκώσης εὐχαρίστως τό βάρος τοῦ ἀδελφοῦ σου, ἀποκρίθηκε ἐκεῖνος, εἶναι σάν νά ρίχτηκες στήν κάμινο τῶν τριῶν Παίδων» (Γεροντικό).

 Μάρτυρας λοιπόν κατά τήν ᾽Εκκλησία ὁ κάθε πιστός: εἴτε πάντοτε τῆς συνειδήσεως εἴτε καί τοῦ αἵματος, ἄν τό ζητήσει ἡ ἐποχή. Ὁπότε ὁ κάθε πιστός εἶναι ἅγιος.

07 Δεκεμβρίου 2022

ΑΝΟΡΘΩΣΗ...

 

«Γύναι, απολέλυσαι της ασθενείας σου» (Γυναίκα, απαλλάσσεσαι από την αρρώστια σου) (ο Κύριος).

Είχε απευθυνθεί παντού – δεν υπήρχε γιατρός της εποχής, που να μην πήγε και να μην τον χρυσοπλήρωσε∙ δεν υπήρχε πόρτα που να μην είχε κτυπήσει, πιστεύοντας ότι κάποιο φάρμακο θα της δώσουν: βότανα, ματζούνια, ξόρκια ίσως∙ δεν υπήρχε προσευχή που να μην είχε κάνει – αλλ’ όλα εις μάτην. Το χώμα, τα σανδάλια των άλλων, το κράσπεδο των ιματίων τους ήταν ο μόνιμος ορίζοντάς της! Δεκαοχτώ ολόκληρα χρόνια σκυμμένη κάτω, γιατί δεν μπορούσε καθόλου να σηκωθεί - εντελώς, «εις το παντελές». Κι έρχεται για μία ακόμη φορά στον τόπο της προσευχής – εκεί που κάθε απελπισμένος λαχταράει να βρει τη λύση και τη διέξοδο, εκεί που η καρδιά, η κουρασμένη και απαυδισμένη, διψάει να βρει τ’ αποκούμπι της! Εκεί που μπορεί ίσως να προκαλέσει την επέμβαση του απόλυτου Άλλου, αλλά και μόνου απολύτως γνωστού: του Θεού Πατέρα!

Σήμερα μάλιστα είχε θεριέψει η ελπίδα της. Είχε ακούσει ότι ο Δάσκαλος, ο Ιησούς, ο θεραπευτής θα είναι και πάλι εκεί. Στη Συναγωγή. Στον τόπο που συνήθιζε να πηγαίνει – έψαχνε ανθρώπους απελπισμένους που κραυγάζουν τη βοήθεια του Θεού, έτσι της είπανε. Και Τον είδε. Και τον άκουσε. Και η καρδιά της παρηγορήθηκε. Γιατί ένιωσε πως Αυτός έχει εξουσία στην καρδιά της – γι’ αυτήν μίλησε: για τους ασθενείς και τους ταλαιπωρημένους ανθρώπους, για τους απελπισμένους που δεν έχουν κανένα πραγματικό αποκούμπι στη ζωή. «Ελάτε κοντά μου όλοι οι κουρασμένοι και οι φορτωμένοι της ζωής και εγώ θα σας αναπαύσω»!

«Θεέ μου, Κύριέ μου, την ανάπαυση κι εγώ ζητάω. Να μπορώ να περπατάω σαν άνθρωπος και όχι σαν ζώο. Να βλέπω τους ανθρώπους στο πρόσωπο, εκεί που στα μάτια τους βλέπεις την ίδια την ψυχή τους. Να βλέπω τον ουρανό και τις εναλλαγές του, να χαίρομαι τη δημιουργία Σου – ό,τι πιο «απλό» και «δεδομένο». Πόσο τα απλά και δεδομένα της ζωής γίνονται κάποια στιγμή τα πιο δύσκολα! Νιώθει να μουσκεύει το έδαφος που πατάει – ευτυχώς, έτσι σκυμμένη δεν την βλέπουν οι άλλοι, δεν θέλει να τη λυπούνται.

Μα, τι συμβαίνει; Γιατί αισθάνεται χωρίς να το βλέπει ότι όλοι έστρεψαν το βλέμμα τους πάνω της; Γιατί ακούγεται το σούρσιμο των ποδιών σαν να μαζεύονται για να περάσει κάποιος; Είναι Εκείνος μπροστά της! Βλέπει τα πόδια Του και... τρέμοντας νιώθει τα χέρια Του ν’ ακουμπούν την πλάτη και το κεφάλι της – αδυνατεί να το πιστέψει. Κι αμέσως σαν να τη διαπερνά δύναμη και μία περίεργη αλλά τόσο ευχάριστη δροσιά στην ψυχή και στο σώμα της.  Ακούει πια τη φωνή Του, σ’ αυτήν απευθύνεται: «Γυναίκα, πάει η αρρώστια σου, έφυγε. Θεραπεύτηκες». Κάνει την αυτονόητη για όλους κίνηση, την απαγορευμένη όμως τόσα χρόνια σ’ εκείνην: να ανασηκωθεί, να σταθεί όρθια. Όχι, δεν διστάζει: το είπε Εκείνος! Το κορμί της ισιώνει. Μπορεί να σταθεί όρθια – σαν να σβήστηκαν όλα τα χρόνια τα σκυφτά.

Κι αντικρύζει το βλέμμα Του, το βλέμμα που δεν θα ξεχάσει ποτέ πια μέχρι τα στερνά της: γεμάτο αγάπη, γεμάτο πραότητα και γαλήνη, γεμάτο πατρική και μητρική στοργή. Σαν αστραπή ο νους της πέταξε στην παιδική της ηλικία, τότε που οι γονείς της την έπαιρναν στην αγκαλιά τους, την φιλούσαν, την κανάκευαν – πώς τα μάτια του Ιησού της θύμισαν τα μάτια του πατέρα της που της είχε τέτοια αδυναμία που τον παρατηρούσε κι η ίδια η μάνα της. Μα τούτο το βλέμμα Αυτού του Δασκάλου είχε κάτι ακόμη πιο βαθύ και πιο γνώριμο κι απ’ του πατέρα της, κάτι που χάιδευε την καρδιά της χωρίς να μπορεί να το προσδιορίσει.

Μα, τι κάνει; Δεν πρέπει τώρα που σηκώθηκε και πάλι να ξαναπέσει. Το κάνει όμως! Τα γόνατά της δεν αντέχουν από τη χαρά και τη συγκίνηση – γονατίζει από το θάμβος μέσα στο οποίο βρίσκεται, από το θαύμα που ζει! Ξεσπάει σε λυγμούς, ευχαριστεί Εκείνον που της δώρισε και πάλι ανθρώπινη ζωή, δοξολογεί τον Θεό. Και μαζί της βλέπει πια να ξεσπούν σε δάκρυα και όλοι οι συγκεντρωμένοι – το βλέμμα όλων πηγαίνει μια σ’ εκείνην και μια στον Ιησού, τον Πατέρα, την ελπίδα τους. Γιατί όλοι ξέρουν ότι το ίδιο θα έκανε και για τον καθένα ξεχωριστά. Γιατί καταλαβαίνουν ότι ο καθένας τους είναι ξεχωριστός για Εκείνον. «Για σένα ήλθα!» ακούνε όλοι στην καρδιά τους τον γλυκό ψίθυρο της φωνής Του!  

22 Φεβρουαρίου 2022

Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΤΟΥ ΚΟΛΛΥΒΟΥ


Παρακολουθήστε την προετοιμασία και την παρασκευή των κολλύβων που θα πάμε στην Εκκλησία το προσεχές Σάββατο υπέρ αναπαύσεως των κεκοιμημένων μας.
Επιμελείται και παρουσιάζει η κ. Ελένη Κόμη.

 

 

06 Δεκεμβρίου 2021

ΑΝΟΡΘΩΣΗ...

«Γύναι, απολέλυσαι της ασθενείας σου» (Γυναίκα, απαλλάσσεσαι από την αρρώστια σου) (ο Κύριος).

Είχε απευθυνθεί παντού – δεν υπήρχε γιατρός της εποχής, που να μην πήγε και να μην τον χρυσοπλήρωσε∙ δεν υπήρχε πόρτα που να μην είχε κτυπήσει, πιστεύοντας ότι κάποιο φάρμακο θα της δώσουν: βότανα, ματζούνια, ξόρκια ίσως∙ δεν υπήρχε προσευχή που να μην είχε κάνει – αλλ’ όλα εις μάτην. Το χώμα, τα σανδάλια των άλλων, το κράσπεδο των ιματίων τους ήταν ο μόνιμος ορίζοντάς της! Δεκαοχτώ ολόκληρα χρόνια σκυμμένη κάτω, γιατί δεν μπορούσε καθόλου να σηκωθεί - εντελώς, «εις το παντελές». Κι έρχεται για μία ακόμη φορά στον τόπο της προσευχής – εκεί που κάθε απελπισμένος λαχταράει να βρει τη λύση και τη διέξοδο, εκεί που η καρδιά, η κουρασμένη και απαυδισμένη, διψάει να βρει τ’ αποκούμπι της! Εκεί που μπορεί ίσως να προκαλέσει την επέμβαση του απόλυτου Άλλου, αλλά και μόνου απολύτως γνωστού: του Θεού Πατέρα!

Σήμερα μάλιστα είχε θεριέψει η ελπίδα της. Είχε ακούσει ότι ο Δάσκαλος, ο Ιησούς, ο θεραπευτής θα είναι και πάλι εκεί. Στη Συναγωγή. Στον τόπο που συνήθιζε να πηγαίνει – έψαχνε ανθρώπους απελπισμένους που κραυγάζουν τη βοήθεια του Θεού, έτσι της είπανε. Και Τον είδε. Και τον άκουσε. Και η καρδιά της παρηγορήθηκε. Γιατί ένιωσε πως Αυτός έχει εξουσία στην καρδιά της – γι’ αυτήν μίλησε: για τους ασθενείς και τους ταλαιπωρημένους ανθρώπους, για τους απελπισμένους που δεν έχουν κανένα πραγματικό αποκούμπι στη ζωή. «Ελάτε κοντά μου όλοι οι κουρασμένοι και οι φορτωμένοι της ζωής και εγώ θα σας αναπαύσω»!

«Θεέ μου, Κύριέ μου, την ανάπαυση κι εγώ ζητάω. Να μπορώ να περπατάω σαν άνθρωπος και όχι σαν ζώο. Να βλέπω τους ανθρώπους στο πρόσωπο, εκεί που στα μάτια τους βλέπεις την ίδια την ψυχή τους. Να βλέπω τον ουρανό και τις εναλλαγές του, να χαίρομαι τη δημιουργία Σου – ό,τι πιο «απλό» και «δεδομένο». Πόσο τα απλά και δεδομένα της ζωής γίνονται κάποια στιγμή τα πιο δύσκολα! Νιώθει να μουσκεύει το έδαφος που πατάει – ευτυχώς, έτσι σκυμμένη δεν την βλέπουν οι άλλοι, δεν θέλει να τη λυπούνται.

Μα, τι συμβαίνει; Γιατί αισθάνεται χωρίς να το βλέπει ότι όλοι έστρεψαν το βλέμμα τους πάνω της; Γιατί ακούγεται το σούρσιμο των ποδιών σαν να μαζεύονται για να περάσει κάποιος; Είναι Εκείνος μπροστά της! Βλέπει τα πόδια Του και... τρέμοντας νιώθει τα χέρια Του ν’ ακουμπούν την πλάτη και το κεφάλι της – αδυνατεί να το πιστέψει. Κι αμέσως σαν να τη διαπερνά δύναμη και μία περίεργη αλλά τόσο ευχάριστη δροσιά στην ψυχή και στο σώμα της.  Ακούει πια τη φωνή Του, σ’ αυτήν απευθύνεται: «Γυναίκα, πάει η αρρώστια σου, έφυγε. Θεραπεύτηκες». Κάνει την αυτονόητη για όλους κίνηση, την απαγορευμένη όμως τόσα χρόνια σ’ εκείνην: να ανασηκωθεί, να σταθεί όρθια. Όχι, δεν διστάζει: το είπε Εκείνος! Το κορμί της ισιώνει. Μπορεί να σταθεί όρθια – σαν να σβήστηκαν όλα τα χρόνια τα σκυφτά.

Κι αντικρύζει το βλέμμα Του, το βλέμμα που δεν θα ξεχάσει ποτέ πια μέχρι τα στερνά της: γεμάτο αγάπη, γεμάτο πραότητα και γαλήνη, γεμάτο πατρική και μητρική στοργή. Σαν αστραπή ο νους της πέταξε στην παιδική της ηλικία, τότε που οι γονείς της την έπαιρναν στην αγκαλιά τους, την φιλούσαν, την κανάκευαν – πώς τα μάτια του Ιησού της θύμισαν τα μάτια του πατέρα της που της είχε τέτοια αδυναμία που τον παρατηρούσε κι η ίδια η μάνα της. Μα τούτο το βλέμμα Αυτού του Δασκάλου είχε κάτι ακόμη πιο βαθύ και πιο γνώριμο κι απ’ του πατέρα της, κάτι που χάιδευε την καρδιά της χωρίς να μπορεί να το προσδιορίσει.

Μα, τι κάνει; Δεν πρέπει τώρα που σηκώθηκε και πάλι να ξαναπέσει. Το κάνει όμως! Τα γόνατά της δεν αντέχουν από τη χαρά και τη συγκίνηση – γονατίζει από το θάμβος μέσα στο οποίο βρίσκεται, από το θαύμα που ζει! Ξεσπάει σε λυγμούς, ευχαριστεί Εκείνον που της δώρισε και πάλι ανθρώπινη ζωή, δοξολογεί τον Θεό. Και μαζί της βλέπει πια να ξεσπούν σε δάκρυα και όλοι οι συγκεντρωμένοι – το βλέμμα όλων πηγαίνει μια σ’ εκείνην και μια στον Ιησού, τον Πατέρα, την ελπίδα τους. Γιατί όλοι ξέρουν ότι το ίδιο θα έκανε και για τον καθένα ξεχωριστά. Γιατί καταλαβαίνουν ότι ο καθένας τους είναι ξεχωριστός για Εκείνον. «Για σένα ήλθα!» ακούνε όλοι στην καρδιά τους τον γλυκό ψίθυρο της φωνής Του!  

02 Οκτωβρίου 2021

Η ΕΝΟΡΙΑ ΜΑΣ, Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΜΑΣ

Μιλώντας για την Ενορία μιλάμε για την ίδια την Εκκλησία - στην Ενορία φανερώνεται εν τόπω και χρόνω η Εκκλησία. Όπως δεν υπάρχει αφηρημένος Χριστός, αλλά Χριστός που έζησε μέσα στις συντεταγμένες του χρόνου και του τόπου, (κάτι που συνιστά και το μέγιστο μυστήριο της πίστεώς μας, κατά τη διατύπωση του αποστόλου Παύλου: «ομολογουμένως μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριον, Θεός εφανερώθη εν σαρκί» - πράγματι, είναι μέγα το μυστήριο της πίστεώς μας, ο Θεός δηλαδή φανερώθηκε ως άνθρωπος), κατά παρόμοιο τρόπο δεν υπάρχει αφηρημένη Εκκλησία, σαν κάτι που μπορεί να πλανάται στη σφαίρα της φαντασίας. Μόνον αιρετικοί κατανοούν με αυτόν τον πλανεμένο τρόπο την Εκκλησία, διότι η πίστη τους πηγάζει από τη σύγχυση του νου τους και όχι από την αποκάλυψη του Θεού μας εν Χριστώ. Η μόνη διαφορά, αν μπορεί να χαρακτηριστεί έτσι, μεταξύ Εκκλησίας και Ενορίας είναι ότι πρόκειται, μιλώντας για την Ενορία, για τη μικρότερη μονάδα φανέρωσης της Εκκλησίας, ενταγμένη στα όρια της Επισκοπής, η οποία (επισκοπή) κατά τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους ταυτιζόταν με αυτό που λέμε Εκκλησία. 

Και για να διευκρινίσουμε: στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους, μολονότι δεν έχουμε σαφείς προσδιορισμούς της έννοιας της ενορίας, ενορία ήταν εκεί που λειτουργούσε ο επίσκοπος, εκεί δηλαδή που ήταν ένα θυσιαστήριο με τον επίσκοπο και τους συνδεδεμένους με αυτόν πρεσβυτέρους. Κατά τη γνωστή φράση του αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου: «όπου αν φανή ο επίσκοπος, εκεί και η καθολική Εκκλησία», με την έννοια ότι ο επίσκοπος ήταν ο προεστώς της Θείας Ευχαριστίας, αυτός που «δάνειζε τα χέρια και τη γλώσσα του» στον Χριστό για να Τον έχουν οι πιστοί παρόντα υπό τα είδη του άρτου και του οίνου ανάμεσά τους,  συνεπώς η παραπάνω φράση ταυτιζόταν με την αντίστοιχη «όπου αν η Χριστός, εκεί και η καθολική Εκκλησία». Με την αύξηση όμως των χριστιανών, δημιουργήθηκε η ανάγκη να έχουμε περισσότερα του ενός θυσιαστήρια, υπό την ευθύνη των πρεσβυτέρων, οι οποίοι φανέρωναν την «εις τύπον και τόπον Χριστού» παρουσία του επισκόπου. Έτσι σε κάθε θυσιαστήριο, γύρω από το οποίο τελούνται τα μυστήρια, σε κάθε δηλαδή πια ενορία, έχουμε την Εκκλησία, συνεπώς τον Χριστό, αφού η Εκκλησία «σημαίνεται – φανερώνεται – εν τοις μυστηρίοις» (άγιος Νικόλαος Καβάσιλας).

04 Αυγούστου 2021

ΦΩΣ ΑΠΟ ΤΟ... ΜΕΛΛΟΝ!

Τό ἐσχατολογικό ἦθος τῆς Ἐκκλησίας, ὁ διαρκής προσανατολισμός της δηλαδή πρός τόν καί πάλιν «ἐρχόμενον μετά δόξης κρῖναι ζῶντας καί νεκρούς» Ἰησοῦ Χριστό καί τή Βασιλεία Του τήν αἰώνια, (πού θά πεῖ ὅτι ἡ Ἐκκλησία φωτίζεται από τό μέλλον),  διαφυλάσσει τούς πιστούς ἀπό τόν μεγαλύτερο κίνδυνο πού διατρέχουν πάντοτε καί παντοῦ: τόν συσχηματισμό τους μέ τόν κόσμο, τήν ἔκπτωσή τους ἀπό τό «καινόν» πού ἔφερε ὁ Χριστός στό «κοινόν» τοῦ κόσμου – νά ζοῦν ὅπως οἱ ἀποκομμένοι ἀπό τόν Θεό ἄνθρωποι μέ τό ρυπαρό στοιχεῖο τῆς ἁμαρτίας νά τούς διακατέχει. Πρόκειται γιά τόν κίνδυνο τῆς ἐκκοσμικεύσεως πού ἐλλοχεύει στή ζωή ὅλων μας, εὐθύς ὡς ἀπομακρυνθοῦμε ἀπό αὐτό τό ἦθος, τό ὁποῖο μᾶς θέτει ἀδιάκοπα πάνω στήν ἐγρήγορση πού ζήτησε καί ζητᾶ ὁ Χριστός ἀπό τούς πιστούς. Ἡ αἴσθηση ὅτι ὁ κόσμος δέν εἶναι ἡ τελική ἀναφορά μας, διότι «παράγει», παρέρχεται, ἡ βαθειά πεποίθηση ὅτι ὡς μέλη τοῦ Χριστοῦ δέν μποροῦμε παρά νά προσβλέπουμε στόν μόνο καί αἰωνίως Ὄντα, τόν Τριαδικό Θεό καί τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, δίνει τήν ἀποφασιστική ὤθηση ὥστε νά ζοῦμε σύμφωνα μ’ αὐτό πού ἐπισημαίνει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος: ὡς τέκνα ὄχι πιά τοῦ σκότους, ἀλλά τοῦ φωτός, διότι ἡ νύκτα ἔχει παρέλθει  καί τό φῶς ἤδη ἔχει φανεῖ (πρβλ. Ρωμ. 13, 11 ἑξ.).  Μόνον ὅταν ἡ λήθη, πού συνιστᾶ τή μεγαλύτερη τυραννίδα κατά τούς Πατέρες, μᾶς καταλάβει, τότε πράγματι μποροῦμε νά χάσουμε αὐτό πού εἶναι ἡ προτεραιότητά μας, δηλαδή ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. «Ζητεῖτε πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην Αὐτοῦ» (Ματθ. 6, 33) προτρέπει συνεχῶς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.

03 Αυγούστου 2021

Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΡΗΓΟΡΙΑ ΜΑΣ

῾Ο Θεός «ἀγάπη ἐστί» κατά τήν Ἀποκάλυψή Του, ἀπαρχῆς καί πάντοτε, χωρίς νά ὑπάρχει ὁποιαδήποτε μετατόπιση ἀπό τήν ἀλήθεια αὐτή. Κι αὐτό γιατί ὁ Θεός εἶναι ὁ μόνος «πιστός» καί δέν μπορεῖ νά ἀλλάξει καί ν᾽ ἀρνηθεῖ τόν ῾Εαυτό Του - «ἀρνήσασθαι ἑαυτόν ὁ Θεός οὐ δύναται» (Β´ Τιμ. 2, 13) -,  κάτι πού συνιστᾶ ὄχι μόνο θεμέλιο γιά τήν πίστη μας, ἀλλά καί τή μεγαλύτερη παρηγοριά μας. ῎Ας φανταστοῦμε τί σχέση θά εἴχαμε μέ τόν Θεό, τί αἰσθήματα θά βιώναμε, ἄν πιστεύαμε ὅτι ὁ Θεός ἔχει μεταπτώσεις συναισθηματικές καί μᾶς συμπεριφέρεται κατά τό δοκοῦν! Θά ἦταν ὄχι ὁ Θεός τῆς Γραφῆς καί τοῦ Χριστοῦ μας, ἀλλ᾽ οἱ θεοί τῆς εἰδωλολατρίας καί τῶν ᾽Αρχαίων ῾Ελλήνων, θεοί-δημιουργήματα τοῦ ἀνθρώπου, κατ᾽ εἰκόνα αὐτοῦ καί ὄχι τό ἀντίστροφο. Μή ξεχνᾶμε ὅτι οἱ ῾θεοί᾽ τῶν διαφόρων θρησκειῶν λειτουργοῦν ὡς οἱ ἄνθρωποι μέ τίς δικές τους διακυμάνσεις τῆς ψυχῆς καί ἀντιστοίχως πρός τά ἀνθρώπινα πάθη. Γι᾽ αὐτό καί δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι τό κυρίαρχο στοιχεῖο πρός τούς ὑποτιθέμενους αὐτούς θεούς εἶναι ὁ φόβος, πού σημαίνει ὅτι στό βάθος ὁ ἄνθρωπος στέκει μέ φόβο τελικῶς ἀπέναντι καί στόν ἴδιο του τόν ἑαυτό.

Ὁ Θεός μας ὅμως εὐτυχῶς εἶναι ὁ Πατέρας μας, ὁ φίλος καί ἀδελφός μας, ἡ Μάνα μας, Ἐκεῖνος πού ἡ χαρά Του εἶναι νά βρίσκεται καί νά εἶναι μαζί μας!

29 Ιουνίου 2021

"Κ Ρ Α Τ Η Μ Α Τ Α"...

Μέσα στον απέραντο μουσικό θησαυρό που μας παρέδωσε ο βυζαντινός και μεταβυζαντινός κόσμος ιδιαίτερη θέση κατέχει μία τάξη μαθημάτων που ονομάζονται "κρατήματα". Κράτημα (ή βάσταμα αλλιώς) είναι η επέκταση μίας δεδομένης μελωδίας κάτω από άλογες συλλαβές, η οποία αποσκοπεί στη διάρκεια της μελωδίας και στον καλλωπισμό της. 

Τέτοια κρατήματα μπορούμε να ακούσουμε στον παρακάτω σύνδεσμο από τον αρχιμ. π. Νικόδημο Καβαρνό, κληρικό της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, ο οποίος θεωρείται "βιρτουόζος" της βυζαντινής ψαλτικής τέχνης όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς. 

Kabarnos - Kratimata - YouTube

Ο ΕΝΑΓΚΑΛΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΥ

Ο μήνας Ιούνιος λαμπροφορεί τις μεγάλες μορφές των αγίων πρωτοθρόνων αποστόλων Πέτρου και Παύλου (29 Ιουνίου), για των οποίων την εορτή μάλιστα η Εκκλησία μάς προετοιμάζει με ξεχωριστή νηστεία. Πρόκειται περί μεγάλης εορτής κατά την οποία καλούμαστε να ακολουθήσουμε κι εμείς την εν αγάπη προς τον Κύριο πορεία τους, αλλά επίσης να προκληθούμε να αναμετρηθούμε και στο θέμα της εν Χριστώ ενότητάς μας, όπως αυτό προβάλλεται με έντονο τρόπο από την εικόνα του εναγκαλισμού τους – η πιο γνωστή εικόνα των πρωτοκορυφαίων είναι ακριβώς ο ένας να αγκαλιάζει τον άλλον. Κατά τον μακαριστό Φώτη Κόντογλου μάλιστα υπάρχει κι ένα επίγραμμα που συνοδεύει τη συγκεκριμένη εικόνα: «Ποθών ο Πέτρος την σεβασμίαν θέαν του συμμαθητού, προς συνάντησιν τρέχει. Ιδών δ’ ο Παύλος όνπερ επόθει λίαν, χείρας εκτείνας, δεξιούται τον Πέτρον» (Ποθώντας ο Πέτρος τη σεβάσμια όψη του συμμαθητή του τρέχει προς συνάντησή του. Βλέποντας κι ο Παύλος αυτόν που τόσο πολύ ποθούσε απλώνει τα χέρια και τον αγκαλιάζει).

Η κλήση ν’  ακολουθήσει κανείς τους αγίους είναι αυτονόητη για την Εκκλησία. Δεν τους προβάλλει χάριν φιλολογικού μνημοσύνου, αλλά για να τους υποδείξει ως οδοδείκτες και αδελφούς, οι οποίοι προσανατολίζουν στον μόνο Σωτήρα Ιησού Χριστό κι ενισχύουν τον δικό μας πνευματικό αγώνα προς μίμησή τους. Άλλωστε «τιμή μάρτυρος μίμησις μάρτυρος». Κι αυτό σημαίνει ότι όπως οι μεγάλοι αυτοί απόστολοι αγάπησαν με απόλυτο τρόπο τον Χριστό μέχρι θυσίας της ζωής τους, κατά τον ίδιο τρόπο οφείλουμε κι εμείς αντιστοίχως να πορευτούμε. Το ξεχωριστό στην εορτή που αξίζει σχολιασμού είναι ο εναγκαλισμός τους. Γιατί στον εναγκαλισμό βλέπουμε το όριο της πίστης μας, αυτό που ο καθένας πρέπει να κάνει με κάθε συνάνθρωπό του.

Τι εννοούμε; Μπορεί καταρχάς η εικόνα να προϋποθέτει μία «απολογητική» διάθεση του αγιογράφου - ιστορικά γνωρίζουμε ότι είχε υπάρξει σύγκρουση μεταξύ των δύο αποστόλων (ο απόστολος Παύλος όταν «ήρθε ο Πέτρος στην Αντιόχεια, του αντιμίλησε κατά πρόσωπο, γιατί ήταν αξιοκατάκριτος. Γιατί πριν έρθουν μερικοί άνθρωποι του Ιακώβου, έτρωγε στα κοινά δείπνα μαζί με τους εθνικούς. Σαν ήρθαν όμως, υποχωρούσε και διαχώριζε τη θέση του, επειδή φοβόταν τους Ιουδαίους»: Γαλ. 2,11εξ.) -, όμως αυτό που κυριάρχησε και τότε και μετέπειτα ήταν ακριβώς η εν Χριστώ ενότητά τους, ο εναγκαλισμός τους. Γιατί τελικά αυτό ισχύει στη χριστιανική πίστη: μπορεί να διαφωνώ με τον συνάνθρωπό μου (όταν πρόκειται μάλιστα για θέματα που δεν άπτονται του πυρήνα της πίστεως), δεν παύω όμως να τον αγαπώ και να χαίρομαι από την παρουσία του και την ύπαρξή του. Κι αυτό γιατί η αγάπη ως αποδοχή του άλλου, και μάλιστα σε σημείο να τον θεωρώ κομμάτι δικό μου και κρυμμένη παρουσία του Χριστού, είναι το διαρκώς ζητούμενο και το άκρως επιθυμητό. Ο Κύριος αυτό έθεσε ως προϋπόθεση για να είναι μαζί μας και εμείς μαζί Του. «Αυτή είναι η εντολή μου με την οποία θα δείχνετε ότι με αγαπάτε: να αγαπά ο ένας τον άλλον». Για να συνεχίσει: «Έτσι θα νιώσετε κι εσείς την αγάπη του Θεού Πατέρα και τη δική μου και θα κάνουμε κατοικητήριό μας την ύπαρξή σας».

Οπότε στην εικόνα του εναγκαλισμού των αποστόλων με τη διευκρίνηση του επιγράμματος έχουμε την εποπτική παράσταση της σχέσεως των χριστιανών μεταξύ μας: τρέχουμε με βαθιά αγάπη προς  τον συνάνθρωπό μας, γιατί μας έλκει το σεβάσμιο της μορφής του∙ κι εκείνος αντιστοίχως με τον ίδιο πόθο προς εμάς ανοίγει την αγκαλιά του για να μας περικλείσει μέσα του. Και το βάθος που δεν φαίνεται στην εικόνα: και οι δύο είναι μέσα στην αγκαλιά του Χριστού.

Κάθε διαφορετική εικόνα σχέσεως, έστω κι αν χαρακτηρίζεται χριστιανική, δεν είναι. Γιατί πάντα θα λείπει η παρουσία του Χριστού. 

11 Μαΐου 2021

Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ


Ἡ εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως στὴν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει δύο τύπους: Ὁ ἕνας εἶναι ἡ κάθοδος τοῦ Χριστοῦ στὸν Ἅδη, ὁ δεύτερος εἰκονογραφικὸς τύπος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ εἰκονίζει ἄλλοτε τὸν Πέτρο καὶ τὸν Ἰωάννη στὸ κενὸ Μνημεῖο καὶ ἄλλοτε τὸν ἄγγελο ποὺ «ἐπὶ τὸν λίθο καθήμενος» ἐμφανίστηκε στὶς Μυροφόρες.

                                      


Στὴ βάση τῆς εἰκόνας ἀνάμεσα σὲ ἀπότομους βράχους, ἀνοίγεται μία σκοτεινὴ ἄβυσσος. Διακρίνουμε τὶς μαρμάρινες σαρκοφάγους, τὶς πύλες τοῦ Ἅδη  μὲ τὶς σκόρπιες κλειδαριές, καρφιὰ καὶ κλεῖθρα, καθὼς καὶ τὶς μορφὲς τοῦ σατανᾶ καὶ τοῦ Ἅδη, ή μόνον τοῦ Ἅδη μὲ τὰ φοβισμένα πρόσωπα καὶ τὰ γυάλινα μάτια. Εἶναι τὰ «κατώτατα τῆς γῆς», «τὰ ταμεῖα τοῦ ᾍδου», ὅπου κατέβηκε ὁ Κύριος γιὰ νὰ κηρύξει τὴ σωτηρία «τοῖς ἀπ᾿ αἰῶνος ἐκεῖ καθεύδουσι».



Πάνω ἀπὸ τὸ σπήλαιο, στὸ κέντρο τῆς εἰκόνας, προβάλλει ὁ νικητὴς τοῦ θανάτου, ὁ Χριστός. Ὁ φωτοστέφανος τῆς κεφαλῆς του, τὰ χρυσοκόκκινα ἱμάτιά του ποὺ ἀκτινοβολοῦν, καὶ ἡ θριαμβευτικὴ ὄψη τοῦ προσώπου τοῦ ἐναρμονίζονται πλήρως μὲ τὸ δίστιχο τῆς πασχαλινῆς ἀκολουθίας:

Χριστὸς κατελθὼν πρὸς πάλην ᾍδου μόνος,
Λαβὼν ἀνῆλθε πολλὰ τῆς νίκης σκύλα (=λάφυρα).



Ὁ Χριστὸς ἐπιστρέφει τροπαιοῦχος ἀπὸ τὴ μάχη του μὲ τὸν ἅδη κρατώντας τὰ πρῶτα λάφυρα τῆς νίκης. Εἶναι ὁ Ἀδὰμ ποὺ τὸν κρατάει ἀπὸ τὸ χέρι, ἐνῶ ἐκεῖνος γονατιστὸς τὸν κοιτάζει εὐχαριστιακά. Πίσω του ἡ Εὔα μὲ κατακόκκινο μαφόριο καὶ κοντά της οἱ δίκαιοι, ποὺ περίμεναν μὲ πίστη τὴν ἔλευση τοῦ Λυτρωτῆ. Ἀνάμεσά τους ὁ Ἄβελ ποὺ πρῶτος γεύτηκε τὸν θάνατο. 



Στὴν ἀριστερὴ πλευρὰ εἰκονίζονται οἱ βασιλεῖς καὶ οἱ προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης Δαβίδ, Σολομών, Μωυσῆς, Πρόδρομος κ.ἄ. Ὅλοι αὐτοὶ ἀναγνώρισαν τὸ Λυτρωτὴ ὅταν κατέβηκε στὸν ἅδη καὶ προετοίμασαν τὸ κήρυγμά του, ὥστε νὰ βρεῖ ἀνταπόκριση στὶς ψυχὲς τῶν κεκοιμημένων.



Σὲ μερικὲς εἰκόνες ἡ παράσταση τοῦ τροπαιούχου Κυρίου εἶναι πιὸ ἐκφραστική, γιατὶ σ᾿ αὐτὲς ὁ Κύριος κρατάει στὸ χέρι τοῦ τὸ ζωηφόρο Σταυρό, τῆς εὐσεβείας τὸ «ἀήττητον τρόπαιον», μὲ τὸν ὁποῖο καταργήθηκε ἡ δύναμη καὶ τὸ κράτος τοῦ θανάτου.



Ἀλλοῦ ἔχουμε στὸ ἐπάνω μέρος τῆς εἰκόνας δύο ἀγγέλους ποὺ κρατοῦν στὰ χέρια τοὺς τὰ σύμβολα τοῦ Πάθους καὶ στὸ σπήλαιο τὸ θάνατο νὰ παριστάνεται μὲ γέροντα ἁλυσοδεμένο. Εἶναι δεμένος ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους μὲ τὰ ἴδια δεσμά, μὲ τὰ ὁποῖα εἶχε δέσμιο καὶ ὑποχείριο τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων.



Τὴν παράσταση κλείνουν δύο γκρίζοι βράχοι μὲ ἐπίπεδους ἐξῶστες καὶ οἱ ἐπιγραφές: «Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ» καὶ «ΙΣ ΧΣ».



Τέλος, ἡ σύνθεση τῆς εἰκόνας εἶναι βαθιὰ μελετημένη, ἀκόμα καὶ στὶς μικρότερες λεπτομέρειές της. Ὅλα, ἀπὸ τὸ σχῆμα τῶν βράχων στὸ δεύτερο ἐπίπεδο ὡς καὶ τὶς ἀναλογίες τῶν χρωμάτων, περιέχουν ἕνα βαθύτερο νόημα καὶ ὑπακούουν σ᾿ ἕνα γενικὸ σχέδιο. Ἡ εἰκαστικὴ ἀπεικόνιση τοῦ  κειμένου ἀποκτᾶ συμβολικὸ χαρακτήρα. Ταυτόχρονα, ὅμως, δὲν χάνεται ἡ σχέση μὲ τὰ συγκεκριμένα ἐπεισόδια τοῦ κειμένου» 


30 Μαρτίου 2021

ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΦΟΡΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ

 ΦΡΟΥΡΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΜΟΝΑΣ Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΜΑΣ

«Μετά τον Θεό ας έχουμε σε κάθε ενέργειά μας ως άγρυπνο φρουρό και ως γνώμονα ασφαλή τη συνείδησή μας. Έτσι αντιλαμβανόμενοι από πού φυσά ο άνεμος θα ανοίγουμε προς τα εκεί και τα ιστία που πλοίου μας» (Κλίμαξ, λόγ. κστ΄ 5). 

Ένα καραβάκι είναι ο καθένας μας  στη θάλασσα του βίου. Στη θάλασσα αυτή που έχει και μπουνάτσες, αλλά συνήθως έχει μεγάλες φουρτούνες – ήδη από την Παλαιά Διαθήκη ο κόσμος αυτός, μετά την πτώση στην αμαρτία βεβαίως, χαρακτηρίζεται ως «κοιλάδα πένθους καί δακρύων», ενώ ο ίδιος ο Κύριος είπε ότι «με πολλές θλίψεις θα εισέλθουμε στη Βασιλεία του Θεού». Τα κύματα υψώνονται μανιασμένα τις περισσότερες φορές πάνω στο καραβάκι αυτό, το οποίο κινδυνεύει γι’ αυτό συχνά να καταποντιστεί. Φτάνουμε τότε στο σημείο να χάνουμε τον προσανατολισμό μας. Κύματα και φουρτούνες ασφαλώς οι δοκιμασίες της ζωής, οι πειρασμοί, ο κόσμος ο κείμενος εν τω πονηρώ που παραμονεύει πώς να μας καταπιεί.

Ευτυχώς υπάρχει πάντοτε η πυξίδα. Αυτή που και στη μεγαλύτερη μαυρίλα και καταιγίδα μάς δείχνει την ορθή πορεία. Κι ορθή πορεία είναι αυτή που μας οδηγεί στον ουρανό: τη σχέση μας με τον Θεό. Κι αυτό γιατί Εκείνος είναι ο Δημιουργός μας, ο Φροντιστής και Προνοητής της ζωής μας, ο τελικός σκοπός μας. Όπως το δηλώνει και ο απόστολος Παύλος:  «Ἐξ Αὐτοῦ καί δι’  Αὐτοῦ καί εἰς Αὐτόν τά πάντα ἔκτισται». Κι ακόμη πιο συγκεκριμένα: γιατί ναι μεν είμαστε δημιουργήματα του Θεού, αλλά μ’  έναν τρόπο μοναδικό, τόσο που «επαναλαμβάνουμε» τον Θεό κατά το παντοδύναμο θέλημά Του: «ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ’  εἰκόνα καί καθ’  ὁμοίωσιν ἡμετέραν». Ως εικόνες λοιπόν Χριστού Θεού μας, αν χάσουμε τον προσανατολισμό αυτόν, δηλαδή τή διαρκή απόβλεψη σ’  Εκείνον,  πράγματι και αληθώς χανόμαστε. Τι νόημα  έχει μια ζωή δίχως Θεό; Μία πορεία κυριολεκτικά στα τυφλά! Κι η κάθε ημέρα μας χωρίς Αυτόν; «Κι άλλη μια μέρα δίχως σκοπό», που λέει ο στίχος ενός παλιού τραγουδιού.

Ποια είναι η πυξίδα; Το θέλημα του Θεού. Που είναι γνωστό αφότου ο Θεός σαρκώθηκε κι έγινε άνθρωπος. Μας είχε δώσει τα κεντρικά σημεία της πορείας μας, ήδη από την Παλαιά Διαθήκη, κατεξοχήν μας τα έδωσε, τότε που ήλθε, γιατί όχι μόνο μας έδειξε τον ουρανό ως σημάδι προσανατολισμού, αλλά μας πήρε, μας έκανε κομμάτι του Εαυτού Του, και μαζί πια με Εκείνον πορευόμαστε στη θάλασσα του βίου. «Εγώ το αμπέλι κι εσείς τα κλήματα» μας απεκάλυψε. «Μέλη του σώματός Του». Πόσο παρήγορη πια είναι η πορεία του χριστιανού. Γιατί παλεύει με τα κύματα, αλλά καπετάνιο στο σκαρί του έχει τον ίδιο τον Χριστό! (Μια παλιά εικόνα αποτυπώνει με μεγάλη αμεσότητα την πραγματικότητα αυτή: Ο Χριστός να κρατάει το τιμόνι του δικού μας καραβιού)!

Δεν βαδίζουμε λοιπόν στα… κουτουρού! Ό,τι μας λέει ο λόγος του Θεού.  «Όπου και να είσαι, έχε ως βάση σου την Αγία Γραφή» (Μ. Αντώνιος). Αλλά ο όσιος επισημαίνει και κάτι άλλο πολύ σημαντικό: μαζί με τον Θεό που μας καθοδηγεί με τον λόγο Του, έχουμε και τη συνείδησή μας. «Η συνείδησή σου είναι ο άγρυπνος φρουρός σου και ο ασφαλής σου γνώμονας».  Αρκεί βεβαίως να λειτουργεί η συνείδηση. Διότι δυστυχώς πολύ συχνά δεν την ακούμε σ’ αυτά που μας συμβουλεύει, οπότε σιγά σιγά τη θέτουμε σε αχρηστία, κι η φωνή της, αν δεν σβήσει εντελώς, είναι τόσο ψιθυριστή, που είναι σαν να μην υπάρχει. «Αν θέλεις να προκόψεις,  φρόντισε τη συνείδησή σου και όσα σου λέει κάνε τα» (αββάς Μάρκος). Ν’ ακούμε τη φωνή της συνείδησής μας. Εκείνης όμως που έχει εμβαπτιστεί και διαποτιστεί από τον λόγο του Χριστού. Εκείνης που έχει μπει στον ρυθμό της εκκλησιαστικής ζωής. Αν δεν λειτουργεί έτσι, τότε καλύτερα να μην… την ακούμε!  Γιατί μάλλον δεν θα μας λέει τα σωστά.

24 Μαρτίου 2021

Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

«Πανηγύρι της πίστης και της λευτεριάς» κατά τον ποιητή η 25η Μαρτίου. Ιερό ορόσημο ως απαρχή για την απόκτηση της εθνικής μας ελευθερίας. Αλλά και ημέρα που περισσότερο καλεί εμάς τους πιστούς όχι απλώς να θυμηθούμε κάτι ή και να παραδειγματιστούμε από κάτι, αλλά να συμμετάσχουμε στο σπουδαιότερο γεγονός που πραγματοποιήθηκε ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία: τη σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού μέσα στην Παναγία. Κι αν η μία εορτή, ιδίως τώρα που γιορτάζουμε τα διακόσια χρόνια από την έναρξη της Επαναστάσεως, είναι σπουδαία λόγω της αποτίναξης της Οθωμανικής κυριαρχίας, η άλλη, του Ευαγγελισμού, είναι σπουδαιότατη λόγω της απαρχής της υπαρξιακής και αιώνιας σωτηρίας μας.

Το απολυτίκιο της ημέρας μας καθοδηγεί στην προσέγγιση του νοήματός της.

«Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τό κεφάλαιον καί τοῦ ἀπ’ αἰῶνος μυστηρίου ἡ φανέρωσις. Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ υἱός τῆς Παρθένου γίνεται καί Γαβριήλ τήν χάριν εὐαγγελίζεται. Διό καί ἡμεῖς σύν αὐτῶ τῆ Θεοτόκῳ βοήσωμεν  Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά Σοῦ».

(Σήμερα ανακεφαλαιώνεται η σωτηρία μας και φανερώνεται το προαιώνιο μυστήριο. Ο Υιός του Θεού γίνεται υιός της Παρθένου Μαρίας και ο αρχάγγελος Γαβριήλ εξαγγέλλει χαρμόσυνα τη χάρη αυτή. Για το λόγο τούτο κι εμείς μαζί με αυτόν ας φωνάξουμε δυνατά στη Θεοτόκο: Χαίρε Συ που είσαι γεμάτη από τη χάρη του Θεού. Ο Κύριος είναι μαζί Σου).

Το πρώτο σημείο που μας επισημαίνει το απολυτίκιο είναι το πώς πρέπει να στεκόμαστε απέναντι στη Θεοτόκο. Καλούμαστε να τη δούμε γεμάτη από τη χάρη και το φως του Θεού. Όχι γιατί από μόνη της έχει την ιδιαιτερότητα αυτή, αλλά γιατί ο ίδιος ο Θεός προσέβλεψε πάνω της και την επισκίασε με το Πανάγιο Πνεύμα Του. Η Παναγία, ιδίως μετά τον Ευαγγελισμό, ποτέ δεν είναι μόνη της. Μολονότι και προ του Ευαγγελισμού είχε τη χάρη του Θεού λόγω της αγιασμένης ζωής της – μη ξεχνάμε ότι από παιδούλα τριών ετών εισήλθε στον Ναό και ζούσε με συνεχείς προσευχές και νηστείες – όμως εκεί που έλαβε τη σχετική πληρότητα της χάρης ήταν στον Ευαγγελισμό της, οπότε έκτοτε η παρουσία του Χριστού την συνόδευε σε κάθε βήμα της και σε κάθε εκδήλωση της ζωής της. Γι’ αυτό και στο πρόσωπο της Παναγίας κρίνεται και η ποιότητα της πίστης των Χριστιανών: τυχόν αποδοχή της Παναγίας ως Κεχαριτωμένης και φανέρωσης του Ιησού Χριστού σημαίνει ορθή αποδοχή και Εκείνου. Τυχόν απόρριψη ή υποβάθμιση της Παναγίας σημαίνει ταυτοχρόνως και απόρριψη ή αλλοίωση της εικόνας και του Χριστού.

Ένα δεύτερο βασικό σημείο  είναι η αιτιολογία  του ύμνου για την υψηλή θέση που κατέχει η Παναγία και για τη μεγάλη χάρη με την οποία χαριτώθηκε: δι’ Αυτής ο Υιός του Θεού γίνεται άνθρωπος. Η Παναγία έγινε «τό ὄχημα δι’ ἧς κατέβη ὁ Θεός». Δάνεισε τη σάρκα της στον Υιό και Θεό της, οπότε η ανθρώπινη φύση του Χριστού έκτοτε φέρει και τη σφραγίδα της Παναχράντου Μητέρας Του. Με τον αρχαγγελικό χαιρετισμό πιο συγκεκριμένα ο Θεός γίνεται έμβρυο στη γαστέρα της Παναγίας - Θεός μάς σώζει σε όλες τις φάσεις της ζωής μας, κάτι που συνιστά και απάντηση στο τραγικό θέμα δυστυχώς των εκτρώσεων.  Με τη συνέργεια Εκείνης ο Θεός ακολουθεί την όλη διαδικασία της κύησης, συνέργεια που βασιζόταν ασφαλώς στην καθαρότητα της ζωής της. Η καθαρότητα και ψυχοσωματική αγνότητά της έγινε η θελκτική δύναμη που «μαγνήτισε» τη θεία αγάπη, που θα πει ότι στο πρόσωπο της νεαρής Κόρης Μαριάμ παρακολουθούμε τη συμμετοχή του ανθρώπου στην όλη διαδικασία της σωτηρίας που ενεργεί προς χάρη του ο Θεός. Κι εκείνο που επιβεβαιώνει ανθρώπινα την επιλογή του Θεού είναι η εν ταπεινώσει υπακοή της στην κλήση Του: «ἰδού ἡ δούλη Κυρίου γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά Σου» (Λουκ. 1, 38).

Δεν συνειδητοποιούμε όσο πρέπει την απάντηση της Θεοτόκου στο θείο κέλευσμα. Διότι μένουμε μόνο στην επιφάνεια κρίνοντας τα πράγματα εκ των υστέρων. «Μα ήταν μεγάλη τιμή να την καλέσει ο Θεός. Τι άλλο θα μπορούσε να κάνει;» Αλλ’ αυτό το λέμε, διότι γνωρίζουμε την περαιτέρω εξέλιξη των πραγμάτων: το Πάθος αλλά και την Ανάσταση του Χριστού την παντοδυναμία των θαυμάτων Του. Την ώρα εκείνη όμως του Ευαγγελισμού η Παναγία βρίσκεται μόνη αντιμέτωπη με κάτι άγνωστο. Καλείται να πει το  ν α ι  σε ένα γεγονός που της ετοίμαζε τη διαπόμπευσή της και ίσως, το πιθανότερο, και την απώλεια της ίδιας της ζωής της. Διότι ανύπαντρη κοπέλα να βρεθεί έγκυος στα χρόνια εκείνα σήμαινε τον λιθοβολισμό της. Η Παναγία όμως – γι’ αυτό και είναι Παναγία – δεν διστάζει. Αφού μαθαίνει ότι είναι κλήση Θεού, υποτάσσεται στο θέλημα Εκείνου γνωρίζοντας ότι το τίμημα μπορεί να είναι και ο θάνατος. Μα δεν την νοιάζει. Εκείνο που την ενδιαφέρει είναι η υπακοή στο θεϊκό θέλημα. Αποκαλύπτεται λοιπόν και μάρτυρας η Παναγία. Αν όχι σωματικά, μάρτυρας ωστόσο «τῇ συνειδήσει». Καθαρή λοιπόν στην ψυχή η Παναγία και με μαρτυρικό φρόνημα γίνεται η μητέρα του Θεού!

Ένα τρίτο σημείο: φανερώνεται με τον ερχομό του Θεού στον κόσμο το προαιώνιο μυστήριο. Ο Ευαγγελισμός αποτελεί εκπλήρωση προαιώνιας βουλής του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου. Ο Θεός, διδάσκουν πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας μας, θα ερχόταν στον κόσμο ως άνθρωπος ανεξάρτητα και από την πτώση του ανθρώπου στην αμαρτία. Ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής για παράδειγμα σημειώνει ότι η σάρκωση του Χριστού, απαρχή της οποίας είναι ο Ευαγγελισμός, αποτελεί την τελευταία φάση της δημιουργίας του ανθρώπου. Ο Θεός δηλαδή οπωσδήποτε θα ερχόταν στον κόσμο για να ωθήσει αποφασιστικά τον άνθρωπο στην επίτευξη του απαρχής τεθειμένου σκοπού του: το «καθ’ ὁμοίωσιν». Κι ακόμη: ο Ευαγγελισμός ήδη είχε προαναγγελθεί στην Παλαιά Διαθήκη με το λεγόμενο Πρωτευαγγέλιο. Στο Πρωτευαγγέλιο, την υπόσχεση δηλαδή του Θεού στους πρωτοπλάστους μετά την αμαρτία τους ότι ο απόγονος της γυναίκας θα συντρίψει τον διάβολο, βλέπει η Εκκλησία μας την προφητεία του Ευαγγελισμού. Διότι στον Ευαγγελισμό έχουμε τη γυναίκα που γεννά Εκείνον που συντρίβει τον διάβολο. Στη δημιουργία ήδη του ανθρώπου έχουμε τις απαρχές του Ευαγγελισμού.

Ένα τέταρτο σημείο: όχι μόνο φανερώνεται το προαιώνιο μυστήριο, αλλ’ ακριβώς αυτό συνιστά και την ανακεφαλαίωση της σωτηρίας του ανθρώπου. Τι σημαίνει ανακεφαλαίωση; Επανένταξη του ανθρώπου και πάλι στο σχέδιο του Θεού. Η αμαρτία που διέσπασε τον άνθρωπο και τον εκτρόχιασε από την ορθή πορεία της ζωής του, εξαφανίζεται και καταπατείται. Διά του Χριστού που σαρκώνεται στην Παναγία η αμαρτία αίρεται και η θύρα του Παραδείσου και πάλι ανοίγεται. Ο άνθρωπος βιώνει στο πρόσωπο του Χριστού τη σωτηρία του: να συναντηθεί πραγματικά και πάλι με τον Θεό.

Κι όλα αυτά, πέμπτο σημείο, πραγματοποιούνται σήμερον. Ενώ όλα όσα αναφέρθηκαν βιώθηκαν στο παρελθόν, εντούτοις δεν χάνουν τίποτε και από τη σύγχρονη επικαιρότητα. Το παρελθόν, ο ερχομός του Χριστού, η σύλληψή Του στο πανάγιο σώμα της Θεοτόκου, βιώνεται στην Εκκλησία μας και ως παρόν. Λόγω της διαρκούς παρουσίας του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιον Πνεύμα, ο ίδιος δηλαδή ο Θεός, διαιωνίζει τα σωτηριώδη γεγονότα του παρελθόντος και τα προχέει στο εκάστοτε παρόν. Πρόκειται για τον λεγόμενο λειτουργικό χρόνο, για τον οποίο μιλάνε οι θεολόγοι της Εκκλησίας.

Κι αυτό σημαίνει: αφού το σωτηριώδες παρελθόν εν Χριστώ, όπως ο Ευαγγελισμός, γίνεται κάθε φορά παρόν, άρα το μόνο που και εμείς χρειαζόμαστε για να το κάνουμε δικό μας γεγονός και να νιώσουμε τη δυναμική του, είναι η πίστη μας: η ανεπιφύλακτη παράθεση της ζωής μας στα χέρια Εκείνου και τις υποσχέσεις Του. Μία τέτοια αληθινή πίστη θα μας κάνει να δούμε και τον δικό μας εαυτό μέσα στον Ευαγγελισμό της Παναγίας, δηλαδή να νιώσουμε σαρκωμένο και σε εμάς τον ίδιο τον Θεό μας!