῾Ο Θεός «ἀγάπη ἐστί» κατά τήν Ἀποκάλυψή Του, ἀπαρχῆς
καί πάντοτε, χωρίς νά ὑπάρχει ὁποιαδήποτε μετατόπιση ἀπό τήν ἀλήθεια αὐτή. Κι αὐτό
γιατί ὁ Θεός εἶναι ὁ μόνος «πιστός»
καί δέν μπορεῖ νά ἀλλάξει καί ν᾽ ἀρνηθεῖ τόν ῾Εαυτό Του - «ἀρνήσασθαι ἑαυτόν ὁ Θεός οὐ δύναται» (Β´ Τιμ. 2, 13) -, κάτι πού συνιστᾶ ὄχι μόνο θεμέλιο γιά τήν
πίστη μας, ἀλλά καί τή μεγαλύτερη παρηγοριά μας. ῎Ας φανταστοῦμε τί σχέση θά εἴχαμε
μέ τόν Θεό, τί αἰσθήματα θά βιώναμε, ἄν πιστεύαμε ὅτι ὁ Θεός ἔχει μεταπτώσεις
συναισθηματικές καί μᾶς συμπεριφέρεται κατά τό δοκοῦν! Θά ἦταν ὄχι ὁ Θεός τῆς
Γραφῆς καί τοῦ Χριστοῦ μας, ἀλλ᾽ οἱ θεοί τῆς εἰδωλολατρίας καί τῶν ᾽Αρχαίων ῾Ελλήνων,
θεοί-δημιουργήματα τοῦ ἀνθρώπου, κατ᾽ εἰκόνα αὐτοῦ καί ὄχι τό ἀντίστροφο. Μή
ξεχνᾶμε ὅτι οἱ ῾θεοί᾽ τῶν διαφόρων θρησκειῶν λειτουργοῦν ὡς οἱ ἄνθρωποι μέ τίς
δικές τους διακυμάνσεις τῆς ψυχῆς καί ἀντιστοίχως πρός τά ἀνθρώπινα πάθη. Γι᾽ αὐτό
καί δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι τό κυρίαρχο στοιχεῖο πρός τούς ὑποτιθέμενους αὐτούς
θεούς εἶναι ὁ φόβος, πού σημαίνει ὅτι στό βάθος ὁ ἄνθρωπος στέκει μέ φόβο τελικῶς
ἀπέναντι καί στόν ἴδιο του τόν ἑαυτό.
Ὁ Θεός μας ὅμως εὐτυχῶς εἶναι ὁ Πατέρας μας, ὁ φίλος καί ἀδελφός μας, ἡ Μάνα μας, Ἐκεῖνος πού ἡ χαρά Του εἶναι νά βρίσκεται καί νά εἶναι μαζί μας!