30 Ιουνίου 2023

36η ΓΙΟΡΤΗ ΝΕΟΛΑΙΑΣ ΤΗΣ Ι. ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΤΟ ΒΕΑΚΕΙΟ ΘΕΑΤΡΟ

 


Με επιτυχία η 36η Γιορτή Νεολαίας της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς στο Βεάκειο Θέατρο.

Ξεχωριστά μηνύματα αισιοδοξίας και ελπίδας έστειλαν τη Δευτέρα 26 Ιουνίου 2023, οι εκατοντάδες νέες και νέοι των Ενοριών της τοπικής μας Εκκλησίας, οι οποίοι συμμετείχαν στην 36η Γιορτή Νεολαίας της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς που πραγματοποιήθηκε στο Βεάκειο θέατρο, παρουσία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς κ.Σεραφείμ.

Πλήθος κόσμου βρέθηκε στον πανέμορφο λόφο της Καστέλλας προκειμένου να εμψυχώσει τους συμμετέχοντες και τους συντελεστές της εκδήλωσης, η οποία περιελάμβανε παιδικές και νεανικές χορωδίες, παραδοσιακά χορευτικά συγκροτήματα, καθώς και θεατρικό δρώμενο, αφιερωμένο στα παιδικά χρόνια του Αγίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίττου.

Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.Σεραφείμ, κατά τον σύντομο χαιρετισμό του, εμφανώς συγκινημένος τόσο από την παρουσία των παιδιών, όσο και από την απόδοση του θεατρικού δρωμένου για τον Άγιο Πορφύριο, απευθυνόμενος προς τους παρευρισκόμενους, ευχαρίστησε όλους για το έργο, το οποίο επιτελείται στις ενορίες μας «απλά, ταπεινά, φιλάνθρωπα, αλλά τόσο δυναμικά», όπως χαρακτηριστικά είπε. Εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του προς τους Ιερείς Νεότητος για την μεταλαμπάδευση της πίστεως στα παιδιά, αλλά και γιατί «πραγματώνουν το έργο της Εκκλησίας που είναι η μεταμόρφωση του κόσμου μας, η μεταμόρφωση των καρδιών μας».

Επισημαίνοντας πως «εμείς έχουμε την αλήθεια που είναι ζωντανή και μετασκευάζει τους ταπεινούς ανθρώπους σε Αγίους, αφού η Χάρις του Τρισιπόστατου Θεού είναι εκείνη που αλλάζει τον κόσμο», υπογράμμισε πως αυτή τη Χάρις «δεν βιάζει, δεν επιβάλλεται, αλλά ήρεμα, ταπεινά, φιλάνθρωπα, δυναμικά, ανοίγει τον άνθρωπο στην νέα κοινωνία της αιωνίου πραγματικότητας». «Αυτή η Χάρις είναι που κατασκεύασε τον ταπεινό Ευάγγελο – Άγγελο σε Άγιο Πορφύριο», προσέθεσε αναφερόμενος στο θεατρικό δρώμενο που παρουσίασε η Ενορία του Ιερού Ναού Αγίας Μαρίνης Καραβά.

«Αυτή η βραδιά νοηματοδοτήθηκε από αυτή την διακονία του ζωντανού κηρύγματος στη ζωή του Αγίου Πορφυρίου», τόνισε ο Σεβασμιώτατος και αναφέρθηκε στην ιδιαίτερη ευλογία και εμπειρία που ο ίδιος είχε στην ζωή του να λειτουργήσει τρεις φορές ως νεαρός Διάκονος με τον γέροντα Πορφύριο στον Ιερό Ναό των Τριών Ιεραρχών, στο ίδρυμα του Βαρυμποπιώτη.

Ευχήθηκε σε όλους να έχουν αυτή τη Χάρη στη ζωή τους, σημειώνοντας πως «με τη Χάρη, όλα γίνονται ευλογημένα, ειδυλλιακά, χαρούμενα, πνευματικά, δυνατά, αιώνια».

«Αυτό είναι το μήνυμα της αποψινής γιορτής: έχουμε κληθεί να γίνουμε Άγιοι, να γίνουμε κοινωνοί των ουρανίων Θείων πραγματικοτήτων που είναι για εμάς κτισμένα και πλασμένα», είπε στην συνέχεια, συγχαίροντας όλους για την αγάπη και την εμπιστοσύνη τους στην Εκκλησία. «Προσφέρετε στα παιδιά σας τη μεγαλύτερη Ευλογία και τους χαρίζετε το μεγαλύτερο δώρο, τον Χριστό που είναι ό,τι πιο πολύτιμο που υπάρχει στη ζωή», επεσήμανε, σημειώνοντας πως «έχουμε την πληρότητα του Αγίου Πνεύματος, έχουμε την ζωντανή φωτιά του ουρανού στη ζωή μας: τους Αγίους μας».

Ευχαρίστησε όλους για την διακονία τους και ιδιαιτέρως τον Διευθυντή του Γραφείου Νεότητος της τοπικής μας Εκκλησίας Αρχιμανδρίτη Νήφωνα Καπογιάννη, Πρωτοσύγκελλο της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, τον παριστάμενο Γραμματέα της Συνοδικής Επιτροπής Νεότητος Αρχιμανδρίτη Πολύκαρπο Μπόγρη, τον Πρωτοπρεσβύτερο Ιωάννη Παναγιώτου, Διευθυντή Εκδηλώσεων του Γραφείου Νεότητος, την κα Ασπασία Αθανασάκη – Θεοδώρου, Γραμματέα του Γραφείου Νεότητος, και φυσικά τους παρουσιαστές της Εκδήλωσης: τον Δημήτρη Αλφιέρη, Διευθυντή του Ιδιαιτέρου Γραφείου του Σεβασμιωτάτου, του Γραφείου Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων και την κα Ευαγγελία Κονταξή, Γενική Διευθύντρια του Γηροκομείου Πειραιώς.

Τέλος ο Σεβασμιώτατος, θέλοντας να καταδείξει την Χάρη που ζούσαν και βίωναν σύγχρονες μορφές της εποχής μας, ανέφερε την προσωπική του εμπειρία ως λαϊκού προσκυνητή φοιτητή τότε της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, από μία συνάντηση που είχε στο Άγιον Όρος με τον Άγιο Παΐσιο, ο οποίος, χωρίς να τον γνωρίζει και να τον έχει ποτέ δει, του είπε να μην ετοιμάζεται να γίνει δικηγόρος, γιατί θα γίνει καλόγερος. Ο Σεβασμιώτατος αποχώρησε από την σκηνή του Βεακείου Θεάτρου εμφανέστατα συγκινημένος και καταχειροκροτούμενος.

Στην εκδήλωση παρέστησαν ο νέος Yφυπουργός Προστασίας του Πολίτη κ.Κωνσταντίνος Κατσαφάδος, ο Βουλευτής κ.Νικόλαος Βρεττός, οι Δημοτικοί Σύμβουλοι Γρηγόρης Καψοκόλης και Αντώνης Μοραντζής και ο Διαμερισματικός Σύμβουλος Παναγιώτης Αθανασιάδης.

Όλοι οι συμμετέχοντες, μαζί με την ευλογία και τις ευχές του Σεβασμιωτάτου για «καλό καλοκαίρι», λάμβαναν και αναμνηστικό δώρο από την 36η Γιορτή Νεολαίας.

Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

Ἡ ἑορτή τῆς Συνάξεως τῶν δώδεκα ἀποστόλων ἀποτελεῖ ἀντανάκλαση τῆς μεγάλης χθεσινῆς ἑορτῆς τῶν πανευφήμων καί πρωτοκορυφαίων ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου, προεκτείνει δηλαδή τήν τιμή πού ἀποδίδει ἡ ᾽Εκκλησία μας στούς μεγάλους αὐτούς ἀποστόλους: κατά τήν ὑμνολογία, στόν μέν Πέτρο τήν τιμή τοῦ  προεξάρχοντος τοῦ κύκλου τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, στόν δέ Παῦλο τήν τιμή  τοῦ κοπιάσαντος ὑπέρ πάντας ἄλλους στό κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου σέ ὅλα τά ἔθνη. Συμβαίνει κάτι παρόμοιο μέ ὅ,τι διαπιστώνουμε στίς μεγάλες ἑορτές τῆς ᾽Εκκλησίας: μετά ἀπό ἕνα σπουδαῖο γεγονός, τήν ἑπομένη τιμᾶται τό πρωταγωνιστοῦν πρόσωπο. ᾽Αντιστοίχως λοιπόν σήμερα: μετά τήν ἑορτή τῶν πρωτοθρόνων λεγομένων ἀποστόλων ἑορτάζουμε συνολικά ἐκείνους πού εἶχαν τήν ἴδια ἰδιότητα μέ αὐτούς, τήν ἰδιότητα καί τό χάρισμα τοῦ ἀποστόλου.

Ἡ σύναξη τῶν ἀποστόλων, πέραν τοῦ ὅτι δίνει τήν ἀφορμή γιά νά δεῖ κανείς τήν κατά Χριστόν βιοτή καί τό ἔργο καθενός ἀπό αὐτούς, θέτει τόν προβληματισμό τῆς ἀποστολικότητας τῆς ᾽Εκκλησίας, τί σημαίνει δηλαδή ὅτι ἡ ᾽Εκκλησία εἶναι ἀποστολική, ὅπως τό ὁμολογοῦμε διαρκῶς στό σύμβολο τῆς πίστεως:  πιστεύουμε ῾εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν ᾽Εκκλησίαν᾽. Ἡ ᾽Εκκλησία μας λοιπόν εἶναι ἀποστολική, διότι θεμελιώνεται ῾ἐπί τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων᾽. Βασικός θεμέλιος λίθος, βασικό ἀγκωνάρι εἶναι ὁ ᾽Ιησοῦς Χριστός - ὁ Ἱδρυτής καί ἡ Κεφαλή τῆς ᾽Εκκλησίας - ὑπόλοιποι θεμέλιοι λίθοι, κατά τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι οἱ ἀπόστολοί Του. ᾽Εκεῖνοι κλήθηκαν ἀπό τόν Χριστό καί ἔλαβαν τήν ἐντολή νά εἶναι οἱ μάρτυρές Του, ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς, νά φανερώνουν δηλαδή τή ζωή Του καί νά συνδέουν μέσω αὐτῶν τούς ἀνθρώπους μέ τόν Χριστό καί διά τοῦ Χριστοῦ ἐν Πνεύματι ἁγίῳ μέ τόν Θεόν Πατέρα. ῾Ὅ ἀκηκόαμεν, ὅ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὅ ἐθεασάμεθα καί αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περί τοῦ λόγου τῆς ζωῆς,… ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν, ἵνα καί ὑμεῖς κοινωνίαν ἔχητε μεθ᾽ ἡμῶν. Καί ἡ κοινωνία δέ ἡ ἡμετέρα μετά τοῦ πατρός καί μετά τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ᾽ (Α´᾽Ιωάν. 1, 1-3).

῎Ετσι κανείς δέν μπορεῖ νά ἔχει σχέση μέ τόν Χριστό ἔξω ἀπό τήν κοινωνία μέ τούς ἀποστόλους, πού σημαίνει δέν μπορεῖ κανείς νά ζεῖ τόν Θεό ἔξω ἀπό τήν ᾽Εκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι ἀποστολική. Κάθε διαφορετική ἐκτός ᾽Εκκλησίας σχέση μέ τόν Θεό - διότι ῾τό Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ᾽ - συνιστᾶ ἁπλῶς δρόμο, πού ὁδηγεῖ τόν καλοπροαίρετο ἄνθρωπο μέσα στήν ᾽Εκκλησία καί ὄχι κατευθεῖαν στόν Θεό. ῎Ας θυμηθοῦμε ἐν προκειμένω τόν ἅγιο Κορνήλιο: μπορεῖ οἱ προσευχές του νά ἀνέβαιναν ὡς θυμίαμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὅπως σημειώνουν οἱ Πράξεις τῶν ᾽Αποστόλων, ᾽Εκεῖνος ὅμως ἔστειλε τόν ἀπόστολο Πέτρο, προκειμένου νά τόν κατηχήσει καί νά τόν βαπτίσει, ὥστε ὡς μέλος τῆς ᾽Εκκλησίας νά ἔχει ζωντανή καί ἐνεργή σχέση μαζί Του. 

Μέ βάση τά παραπάνω: ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Χριστοῦ τελειώνει μέ τόν θάνατο καί τοῦ τελευταίου τῶν ἀποστόλων, συνεπῶς ἡ ἀποκάλυψη δέν συνεχίζεται, ἐνῶ  κοινωνία μέ τούς ἀποστόλους  στό χῶρο τῆς ᾽Εκκλησίας σημαίνει  1) ὑπακοή σέ ὅ,τι ἐκεῖνοι δίδαξαν γιά τόν Χριστό, ὅτι δηλαδή εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός πού ἦρθε πρός σωτηρία τοῦ κόσμου, 2) μίμηση, ὅσον τό δυνατόν σέ ἐμᾶς, τῆς θεοφιλοῦς ζωῆς τους: νά ἀκολουθοῦμε δηλαδή τά δικά τους χνάρια ζωῆς, τά ὁποῖα ῾πατᾶνε᾽ πάνω στά χνάρια τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ.

29 Ιουνίου 2023

ΤΟ ΟΠΛΟ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

Η εορτή των «πρωταποστόλων» Πέτρου και Παύλου αλλά και των άλλων μαθητών του Κυρίου προ(σ)καλεί σε ορθή αυτοσυνειδησία της πίστεώς μας και μας δίνει το γνήσιο παράδειγμα ώστε να «ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν τοῦ Κυρίου». Διότι βεβαίως αυτό έκαναν και όλοι οι απόστολοι: περιπατούσαν «ἐν Κυρίῳ».

Ο άγιος υμνογράφος μάλιστα στην προσπάθειά του να μας υποδείξει τον δρόμο των αποστόλων και πώς κινήθηκαν στον κόσμο ως  απεσταλμένοι του Χριστού σημειώνει κάτι ιδιαιτέρως σημαντικό, το οποίο αποτελεί παρακαταθήκη και για εμάς που θέλουμε να βρισκόμαστε στη δική τους πορεία: Ποιο ήταν το όπλο που χρησιμοποίησαν μέσα στον εχθρικό γι’ αυτούς κόσμο που βρέθηκαν. Διότι είναι δεδομένο – το είδαμε στη ζωή του ίδιου του Κυρίου Ιησού – ότι ο κόσμος ο πεσμένος στην αμαρτία εναντιώνεται σε κάθε τι που δεν είναι της δικής του «γραμμής» και της δικής του «οσμής», συνεπώς κάθε τι που δεν εκφράζει το αμαρτωλό φρόνημά του το θεωρεί ξένο σώμα και προσπαθεί να το αποβάλει. Δυστυχώς αυτή είναι η τραγωδία του κόσμου: να δέχεται την ευεργεσία της χάρης του Θεού και να ανταποδίδει την κακότητα και τη σταύρωση!

Λοιπόν, στην γ΄ ωδή του κανόνα για τους κορυφαίους των αποστόλων αναφέρει: «Γυμνούς καί ἀόπλους εἰς τά ἔθνη ἀπέστειλας σοῦ τούς Μαθητάς, ἀνθ’ ὅπλων σοῦ τό ὄνομα βαστάζοντας τό ἅγιον∙ καί τόν τῆς πλάνης πόλεμον, Χριστέ, τῇ πίστει διέλυσαν» (Χριστέ, απέστειλες τους μαθητές σου  στα ειδωλολατρικά έθνη γυμνούς και άοπλους, έχοντας σαν όπλο τους το άγιο όνομά σου. Και με την πίστη τους σ’ αυτό διέλυσαν τον πόλεμο της πλάνης).

Οι απόστολοι πίστεψαν και ακολούθησαν τον Ιησού Χριστό, Αυτόν που απεκαλύφθη ως ο ενανθρωπήσας Θεός. Η Βασιλεία του Θεού που έφερε δεν είχε εγκόσμιο χαρακτήρα (αυτή ήταν και η απάντηση του Κυρίου στον Πιλάτο που του έθεσε παρόμοιο ερώτημα: «ἡ Βασιλεία ἡ ἐμή οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου»), γι’ αυτό και τα όπλα των αποστόλων ήταν μόνον πνευματικά: η πίστη στο άγιο όνομα του Χριστού. Ο κόσμος τούς αντιμετώπισε με τον δικό του τρόπο, χρησιμοποιώντας δηλαδή ό,τι βίαιο και εχθρικό είχε κατασκευάσει για τους αντιπάλους του, εκείνοι δε στάθηκαν άοπλοι και εντελώς ανυπεράσπιστοι μπροστά στα όπλα αυτά. Γι’ αυτό και γεύτηκαν βεβαίως το φυσικό και αυτονόητο που επέτρεψε και επιτρέπει συνήθως ο Θεός: τα βασανιστήρια και τον θάνατο.

 Κι εδώ βεβαίως διαπιστώνεται το παράδοξο της ύπαρξης του χριστιανού στον κόσμο: δεν εναντιώνεται στον αντίπαλο, δεν παίρνει κι αυτός όπλα να του αντιπαρατεθεί, αλλά κατά το παράδειγμα του αρχηγού της πίστεως «ὡς πρόβατον ἐπί σφαγήν ἄγεται καί ὡς ἀμνός ἄμωμος ἐναντίον τοῦ κείροντος αὐτόν ἄφωνος, οὕτως οὐκ ἀνοίγει  τό στόμα αὐτοῦ». Μία διαφορετική στάση θα σήμαινε αλλοίωση του φρονήματος του Χριστού, ο Οποίος είχε προειδοποιήσει τους μαθητές Του: «εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσιν». Στον κόσμο τούτο με άλλα λόγια ο θεωρούμενος νικητής είναι πάντα ο εχθρός της πίστεως – αυτός που οδηγεί στον σταυρό και τον θάνατο!

Αλλ’ ακριβώς στο σημείο αυτό αναδύεται πια η άλλη λογική που διέπει τη χριστιανική πίστη: κινητοποιείται η παντοδυναμία του Θεού που λειτουργεί «ανάποδα» προς τη λογική του κόσμου. Εκεί που ο κόσμος θεωρεί ότι νίκησε, εκεί πια επέρχεται η πλήρης και ολοσχερής διάλυσή του. Ό,τι συνέβη και με τον Σταυρό του Κυρίου: «Ἰδού γάρ ἦλθε διά τοῦ Σταυροῦ χαρά ἐν ὅλῳ τῶ κόσμῳ»∙ «Θαρσεῖτε, ἐγώ νενίκηκα τόν κόσμον». Ο Σταυρός δηλαδή έφερε την Ανάσταση και οι δυνάμεις του σκότους, ο ίδιος ο θάνατος και ο παμπόνηρος διάβολος, καταργήθηκαν. Ο Θεός δεν «δουλεύει» κατά τα ανθρώπινα αμαρτωλά πρότυπα – δεν θα ήταν ο Θεός μας! Κι αυτό θα πει ότι τελικώς η παντοδυναμία που φέρνει τα πάνω κάτω είναι η ταπείνωση και η αγάπη, αυτή που προσωρινά φαίνεται ότι είναι η χαμένη.

Λοιπόν, για να επανέλθουμε στο τροπάριο: οι μαθητές του Κυρίου χωρίς όπλα, γυμνοί, εκτεθειμένοι σε κάθε κακότητα του αμαρτωλού φρονήματος του κόσμου, βρέθηκαν στο τέλος νικητές. Γιατί είχαν στα χέρια τους το ισχυρότερο όπλο που υπάρχει στον κόσμο, αόρατο και «αδύναμο» για τους πολλούς: το παντοδύναμο όνομα του Χριστού. Το δικό Του όνομα είναι «τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα», μπροστά στο οποίο κλίνουν γόνυ τα επουράνια, τα επίγεια και τα καταχθόνια, όλες οι σκοτεινές δυνάμεις του κόσμου. Ψελλίζει κανείς το «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ» και τρέμουν τα σύμπαντα. Γιατί στο όνομα αυτό περικλείεται η ενέργεια του Τριαδικού Θεού, του Δημιουργού Παντοκράτορος Θεού, Αυτού δηλαδή από τον Οποίον έχουν προέλθει τα πάντα, διακρατούνται τα πάντα, κατευθύνονται προς Αυτόν τα πάντα. Κι είναι το όπλο του ονόματος του Χριστού, που ο Ίδιος έβαλε στα χέρια των μαθητών Του, καθώς τους το έδωσε και ως εντολή. «Ἔως ἄρτι οὐκ ἠτήσασθε οὐδέν ἐν τῷ ὀνόματί μου. Αἰτεῖτε καί λήψεσθε, ἵνα ἡ χαρά ὑμῶν ᾖ πεπληρωμένη» (Μέχρι τώρα δεν ζητήσατε τίποτε εξ ονόματός μου. Ζητείτε και θα πάρετε, για να είναι η χαρά σας πλήρης και ολοκληρωμένη).

Το όνομα του Χριστού: το παντοδύναμο όπλο μας στον κόσμο τούτο. Αρκεί να το επικαλούμαστε όπως και οι απόστολοι και οι άγιοί μας: με πίστη στην προσωπική παντοδύναμη και πανταχού παρουσία Του∙ με θερμή αγάπη προς την ποθητή μορφή Του.

ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΕΥΦΗΜΩΝ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΚΟΡΥΦΑΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΥ

«Ποιός θά ἐπινοοῦσε μεγαλύτερη ὑπόθεση ἐγκωμίων γι’ αὐτούς, ἀπό τή μαρτυρία καί ἀνακήρυξη τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου, ὁ Ὁποῖος τόν μέν Πέτρο μακάρισε καί χαρακτήρισε ὡς πέτρα πάνω στήν ὁποία εἶπε ὅτι ἵδρυσε τήν Ἐκκλησία, γιά δέ τόν Παῦλο προεῖπε ὅτι θά γίνει σκεῦος ἐκλογῆς Του, προκειμένου νά βαστάσει τό ὄνομά Του ἐνώπιον τυράννων καί βασιλέων;

Τά περί τοῦ Πέτρου

 ἅγιος Πέτρος ἦταν ἀδελφός τοῦ πρωτοκλήτου Ἀνδρέου καί  καταγόταν ἀπό ἄσημη καί ὄχι σπουδαία πόλητή Βαθσαϊδά· ἦταν υἱός τοῦ Ἰωνᾶ ἀπό τή φυλή τοῦ Συμεώνἐπί Ὑρκανοῦ ἀρχιερέωςζώντας σέ ἔσχατη πενία καί βγάζοντας τά πρός τό ζῆν μέ τή χειρωνακτική του ἐργασία. Ὅταν πέθανε ὁ πατέρας του Ἰωνᾶς, ὁ Πέτρος νυμφεύθηκε κι ἔλαβε ὡς γυναίκα του τή θυγατέρα τοῦ Ἀριστόβουλου, ἀδελφοῦ τοῦ ἀποστόλου Βαρνάβα, μέ τήν ὁποία ἔκανε παιδιά, ἐνῶ ὁ ἀδελφός του Ἀνδρέας ἀφιερώθηκε στόν δρόμο τῆς ἁγνότητας καί τῆς ἄγαμης ζωῆς. Κατά τόν καιρό πού ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής ἦταν φυλακισμένος, ἔφτασε ὁ Ἰησοῦς στή λίμνη τῆς Γεννησαρέτ καί βρῆκε τόν Ἀνδρέα καί τόν Πέτρο νά φτιάχνουν τά δίχτυα τους· τούς κάλεσε ὡς μαθητές Του κι αὐτοί ἀμέσως Τόν ἀκολούθησαν.  

Ἐν συνεχείᾳ ὁ Πέτρος ἀφοῦ κήρυξε τό Εὐαγγέλιο στήν Ἰουδαία, τήν Ἀντιόχεια, τόν Πόντο, τή Γαλατία, τήν Καππαδοκία, στήν Ἀσία καί τή Βιθυνία, ἔφτασε μέχρι καί τήν ἴδια τή Ρώμη. Κι ἀφοῦ ξεπέρασε στή φήμη καί στή δύναμη μέ τά θαύματα πού ἐπιτελοῦσε τόν Σίμωνα τόν μάγο, ἐκεῖ στή Ρώμη πού βασίλευε ὁ Νέρων, συνελήφθη καί σταυρώθηκε μέ τό κεφάλι κάτω, ὅπως ὁ ἴδιος ζήτησε, ὁπότε καί δέχτηκε ἔτσι τό μακάριο τέλος. Κατά τόν χαρακτήρα τοῦ σώματος ἦταν λευκός, λίγο ὠχρός, φαλακρός στό κεφάλι, έχοντας σγουρά τά ὑπόλοιπα μαλλιά καί ὀφθαλμούς κατά τήν ἐπιφάνεια αἱματώδεις καί ὅμοιους μέ τό χρῶμα τοῦ κρασιοῦ. Ἦταν λευκός στά μαλλιά τῆς κεφαλῆς, μέ τό γένι λευκό καί δασύ, ἔχοντας μακριά τή ρίνα καί σηκωμένα τά φρύδια, μέτριος κατά τό ὕψος, ὄρθιος στό σχῆμα τοῦ σώματος. Ἦταν συνετός καί φρόνιμος, ἐνῶ κινεῖτο μέ ὀξύτητα ἀπό θεϊκό ζῆλο ἐναντίον τῆς ἀδικίας. Συγχωρητικός στούς μετανοοῦντες, μεταβαλλόταν εὔκολα καί γρήγορα ἄλλαζε χωρίς φόβο τίς πρότερές του ἀποφάσεις.

Τά περί τοῦ Παύλου

Ὁ ἅγιος Παῦλος ἦταν Ἐβραῖος κατά τό γένος καί αὐτός, καταγόμενος ἀπό τή φυλή Βενιαμίν, Φαρισαῖος κατά τή θρησκευτική αἵρεση, καί μαθήτευσε στόν Γαμαλιήλ. Εἶχε ἐκπαιδευθεῖ ἐξαιρετικά στόν Μωσαϊκό νόμο καί κατοικοῦσε στήν Ταρσό. Ἐπειδή ἦταν φανατικά προσκολημμένος στόν νόμο τοῦ Μωϋσῆ, δίωκε μέ μανία τήν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ και μέ τη δική του θέληση καί πρόθεση  φονεύεται ὁ πρωτομάρτυρας Στέφανος. Καταμεσήμερο, μέσα στό πλαίσιο τῆς ἀγάπης καί τῆς βούλησης τοῦ Θεοῦ, κι ἀφοῦ ἔχασε τήν ὅρασή του, ἄκουσε θεία φωνή νά τοῦ ἔρχεται ἐξ οὐρανοῦ, ἡ ὁποία τόν ἔστειλε στόν Ἀνανία, ἀρχαῖο μαθητή πού κατοικοῦσε στή Δαμασκό, ὁ ὁποῖος καί κατήχησε τόν Παῦλο καί τόν βάπτισε.

Ἐπειδή ἔγινε σκεῦος ἐκλογῆς τοῦ Θεοῦ, σάν νά εἶχε φτερά γύρισε ὅλη τήν οἰκουμένη καί τή σαγήνευσε στό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Ἔφτασε καί στή Ρώμη, κι ἀφοῦ δίδαξε πολλούς, στόν τόπο αὐτόν τελείωσε τή ζωή του – τοῦ κόψανε τό κεφάλι - μετά ἀπό κάποιο διάστημα ἀπό τήν τελευτή τοῦ Πέτρου. Εἶπαν ὅτι ἀπό τήν πληγή τοῦ κτυπήματος ἔρευσε ἐκτός ἀπό αἷμα καί γάλα. Μολονότι ὁ μακάριος Παῦλος τελειώθηκε χρονικά μετά τόν Πέτρο, ὅμως καί τῶν δύο τά λείψανα τά ἔθεσαν σέ ἕναν τόπο. Ἦταν δέ κατά τήν ἐμφάνιση ὁ μακάριος ἀπόστολος Παῦλος φαλακρός στό κεφάλι καί λεπτός, ἔχοντας χαροποιούς ὀφθαλμούς, μέ στροφή πρός τά κάτω τῶν φρυδιῶν, λευκός κατά τήν ὄψη, καί φαινόταν νεώτερος ἀπό ὅ,τι πράγματι ἦταν. Τά γένια του ἔστρωναν ὄμορφα, ἐνῶ ἡ μύτη του ἦταν κυρτή καί καθώς ἔπρεπε σέ ὅλο του τό πρόσωπο. Στό κεφάλι καί στόν πώγωνα κοσμεῖτο ἀπό μαῦρες καί λευκές τρίχες, ἦταν κυρτός στό σῶμα, καί εὔρωστος καί μικρόσωμος, συνεσταλμένος κατά τά ἤθη καί φρόνιμος, καί γεμάτος ἀπό θεῖα χαρίσματα. Εἶχε σεμνά κινήματα, καί λόγους γλυκεῖς καί προσείλκυε στήν ἀγάπη του ὅλους ὅσοι πρόστρεχαν κοντά του μέ τή δύναμη τῶν θαυμάτων. Καί οἱ δύο αὐτοί κορυφαῖοι ἀπόστολοι ἦταν γεμάτοι ἀπό Ἅγιον Πνεῦμα καί θεία χάρη. Τελεῖται δέ ἡ σύναξή τους στόν Ναό τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καί στό Ὀρφανοτροφεῖο, καί στόν σεπτό ναό τοῦ ἁγίου ἀποστόλου Πέτρου, πού εἶναι πλησίον τῆς ἁγιωτάτης μεγάλης ἐκκλησίας, καί σέ ὅλες τίς κατά τόπον ἅγιες τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίες».   

«Τούς ἀσφαλεῖς καί θεοφθόγγους κήρυκας, τήν κορυφήν τῶν Μαθητῶν σου, Κύριε, προσελάβου εἰς ἀπόλαυσιν τῶν ἀγαθῶν σου καί ἀνάπαυσιν· τούς πόνους γάρ ἐκείνων καί τόν θάνατον ἐδέξω ὑπέρ πᾶσαν ὁλοκάρπωσιν, ὁ μόνος γινώσκων τά ἐγκάρδια» (Κοντάκιον ἑορτῆς).

(Τούς κήρυκες πού κήρυξαν μέ ἀσφάλεια τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, τήν κορυφή τῶν Μαθητῶν σου, Κύριε, τούς πῆρες κοντά Σου γιά νά ἀπολαύσουν τά ἀγαθά Σου καί ν’ ἀναπαυθοῦν. Διότι τούς κόπους τους καί τόν θάνατό τους τούς δέχτηκες σάν ὁλοκληρωτική προσφορά πάνω ἀπό ὅλα, Σύ πού εἶσαι ὁ μόνος πού γνωρίζεις τά κρυφά τῆς καρδιᾶς).

Τό κοντάκιο τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῶν ἁγίων ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου, (ἡ ὁποία σημειωτέον ἀποτελεῖ καί τόν σκοπό τῆς συνδεδεμένης μέ αὐτούς νηστείας), συνοψίζει ἐν πολλοῖς τά κύρια στοιχεῖα πού προβάλλει ἡ Ἐκκλησία μας γι’ αὐτούς: 1. Ἀποτελοῦν οἱ ἅγιοι  τήν κορυφή ὅλων τῶν ἁγίων ἀποστόλων· 2. Συνιστοῦν τούς ἀσφαλεῖς καί θεοφθόγγους κήρυκες τῆς πίστεως τοῦ Κυρίου· 3. Οἱ κόποι τους γιά τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καί ὁ μαρτυρικός τους θάνατος ἔγιναν ἀποδεκτά ἀπό τόν Κύριο ὡς ἡ πληρέστερη προσφορά πού θά μποροῦσε νά προσφερθεῖ σ’ Αὐτόν· 4. Συνεπῶς ὁ καρδιογνώστης Κύριος τούς πῆρε κοντά Του, προκειμένου νά ἀναπαυτοῦν ἀπό τούς κόπους τους καί ν’ ἀπολαύσουν τά αἰώνια ἀγαθά Του.

Πράγματι: 1. Ἡ Ἐκκλησία μας διαρκῶς τονίζει ὅτι οἱ συγκεκριμένοι ἀπόστολοι συνιστοῦν τήν «ἀφρόκρεμα» τῶν ἀποστόλων, εἶναι οἱ πρωτοκορυφαῖοι καί οἱ πρωτόθρονοι, οἱ πρωτοστάτες τῶν ὑπολοίπων. Κι αὐτό γιατί; Διότι ὁ μέν Πέτρος ὑπῆρξε «ὁ προεξάρχων τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου» (στιχηρό ἑσπερινοῦ) - ἡ Καινή Διαθήκη ἀρκούντως φανερώνει τό ἡγεμονικό καί τό ἀρχηγικό του χάρισμα μεταξύ τῶν δώδεκα ἀποστόλων, ταυτόχρονα βέβαια μέ τίς ἀστοχίες του -, ὁ δέ Παῦλος ὑπῆρξε «ὁ κοπιάσας ὑπέρ πάντας τούς ἀποστόλους» (στιχ. ἑσπ.) - ἡ οἰκουμενική δραστηριότητά του ὄντως ὑπερκέρασε κάθε ἄλλη δράση τῶν ἄλλων ἀποστόλων. Κι ἐνῶ τονίζεται ἀπό τήν ὑμνολογία μας ἡ πρωτοστασία τους, σπεύδουν οἱ ὑμνογράφοι μας ἀπαρχῆς νά σημειώσουν ὅτι δέν ὑπῆρξε κάποια ἀντιπαλότητα μεταξύ τους, δέν δημιουργήθηκε κάποιος διχασμός που τους χώρισε, (ὅπως θά σημειώσει κάτι παρεμφερές ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν Α΄ πρός Κορινθίους ἐπιστολή του: στήν Κόρινθο δυστυχῶς ὑπῆρξε ὁμαδοποίηση γύρω ἀπό κάποια ὀνόματα ἀποστόλων, ὁπότε ὁ ἅγιος Παῦλος ὑπῆρξε «καταπέλτης» στό σχίσμα αὐτό)· ἀλλά καί οἱ δύο ἦταν τόσο ἑνωμένοι μεταξύ τους, σάν νά εἶχαν μόνον μία ψυχή πού βρισκόταν ἁπλῶς σέ δύο σώματα. «Μέ ποιά στέμματα ἐπαίνων νά στεφανώσουμε τόν Πέτρο καί τόν Παῦλο; Αὐτούς πού ἦταν διηρημένοι ὡς πρός τά σώματα, ἀλλά ἑνωμένοι ὡς πρός τό Πνεῦμα» (Ποίοις εὐφημιῶν στέμμασιν ἀναδῂσωμεν Πέτρον καί Παῦλον; Τούς διῃρημένους τοῖς σώμασι, καί ᾑνωμένους τῶ Πνεύματι) (στιχηρό ἑσπερινοῦ).

2. Οἱ ἅγιοι Πέτρος καί Παῦλος ὑπῆρξαν αὐτοί πού κήρυξαν τόν θεῖο λόγο μέ ἀσφάλεια  – «οἱ ἀσφαλεῖς καί θεοφθόγγοι κήρυκες».  Κι αὐτό σημαίνει, ὅπως βεβαίως ἀντιστοίχως ἐπισημαίνουμε καί στούς ἄλλους Ἀποστόλους, ὅτι ὁ λόγος πού κήρυσσαν δέν ἦταν καρπός μίας δικῆς τους διανοητικῆς προσπάθειας ἤ φαντασίωσης, κάτι πού διαπιστώνει κανείς σέ ὅλους δυστυχῶς τούς αἱρετικούς τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ἦταν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ λόγος πού ἐρχόταν ὡς φωτισμός τοῦ ἁγίου Πνεύματος στήν κεκαθαρμένη καρδία τους. Πρόκειται γιά τόν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ, πού κατανοήθηκε μέ ἀκρίβεια ἀπό τούς ἀγίους ἀποστόλους, λόγω τῆς ἐπελεύσεως ἐπ’ αὐτούς τῆς χάρης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Διότι μέ τό Ἅγιον Πνεῦμα πού εἶναι ἡ ψυχή τῆς Ἐκκλησίας κατανοεῖται πάντοτε ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ. Ἀπό τήν ἄποψη αὐτή ὁ λόγος τῶν πρωτοκορυφαίων ἀποστόλων, λόγος καί ὅλων τῶν ὑπολοίπων, παρέχει καί τή μόνη ἀσφάλεια γιά νά βεβαιώνεται ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου ὅτι δέχεται ὄντως τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, δηλαδή ἡ ἀσφαλής διδασκαλία ἔχει πάντοτε ἀποστολικό χαρακτήρα. Ἐκτός τῆς ἀποστολικῆς διδασκαλίας δέν ὑφίσταται ἀληθινή εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, συνεπῶς ἐκτός τῆς σχέσεώς μας μέ αὐτούς διακυβεύεται καί ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. «Πιστεύω εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν», ὁμολογοῦμε πάντοτε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Ἡ ἀποστολική διδασκαλία λοιπόν εἶναι ἡ διδασκαλία πού φέρνει καί τή μόνη ἀληθινή θεογνωσία. «Οἱ πτέρυγες τῆς θεογνωσίας» (στιχ. ἑσπ.) χαρακτηρίζονται μεταξύ τῶν ἄλλων οἱ πρωτοκορυφαῖοι ἀπόστολοι.

3. Οἱ ἀπόστολοι Πέτρος καί Παῦλος κοπίασαν ὑπερβαλλόντως γιά τή διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου, γι’ αὐτό καί ὁ Κύριος ἀποδέχτηκε ὡς τήν ἀνώτερη προσφορά σ’ Αὐτόν τό ἔργο τους, ἔργο βεβαίως τῆς ἀπέραντης καί θερμῆς πίστεως καί ἀγάπης τους. Τό σύντομο συναξάρι τους καταγράφει ὄντως ὅλες τίς περιπέτειες πού ὑπέστησαν μέχρι τόν μαρτυρικό θάνατό τους, ὁ δέ ἀπόστολος Παῦλος εἶναι ἐκεῖνος πού σέ στιγμές «ἐκτός ἑαυτοῦ» ἀναγκάζεται νά πεῖ καί τό τί πέρασε χάριν τοῦ Εὐαγγελίου, ἀλλά καί τό τί τοῦ προσέφερε ὁ Κύριος στή διακονία του αὐτή. Ἡ ἀποδοχή ἀπό τόν Κύριο τῆς ὅλης μαρτυρικῆς πορείας τους θυμίζει καί αὐτό πού λέει ἡ Παλαιά Διαθήκη γιά τήν ἀποδοχή τῆς προσφορᾶς τοῦ Ἄβελ, σέ ἀντιπαραβολή πρός τόν Κάϊν. Καί οἱ δύο πρόσφεραν θυσία στόν Θεό, ἀλλά ἀποδεκτή ἔγινε ἡ θυσία μόνον τοῦ Ἄβελ, γιατί προερχόταν ἀπό καθαρή καρδιά, γεμάτη ἀγάπη πρός Ἐκεῖνον. Κατά παρόμοιο τρόπο, ὁ ὑμνογράφος βάζει, χωρίς νά κατονομάζει βέβαια, στή θέση τοῦ Ἄβελ τήν προσφορά τῶν μεγάλων ἀποστόλων.

 Γι’ αὐτό καί 4. Ὁ Κύριος ἀποδέχεται ὡς εὐωδία τό ὅλο ἔργο τους, μέ ἀποτέλεσμα νά παρέχει μετά καί τό μαρτύριό τους τήν ἀνάπαυση καί τήν ἀπόλαυση τῶν ἀγαθῶν Του. Οἱ ἅγιοι ἑορτάζοντες ἀπόστολοι ἀπολαμβάνουν τώρα τόν Παράδεισο, ὡς ἐν ἀγάπῃ σχέση μέ τόν Κύριο πού τούς ἀγάπησε, ὅπως ἤδη τό εἶχε σημειώσει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν λίγο πρίν τό τέλος τῆς ζωῆς του, κάνει μία ἐπισκόπηση αὐτῆς, θεωρώντας ὅτι «τόν δρόμον τετέλεκεν, τήν πίστιν τετήρηκεν, λοιπόν ἀπόκειται αὐτῷ ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος». Εἶναι εὐνόητο ὅτι ὁ ἀπόστολος δέν κινεῖτο στή ζωή του ὡς μισθωτός, δηλαδή ἔχοντας στή σκέψη του τίς ἀπολαυές τοῦ Παραδείσου, ἀλλά ἔχοντας ὡς μοναδικό κριτήριό του τή θερμή ἀγάπη του πρός τόν Χριστό. «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ;» Ἀλλά ἀπό τήν ἄλλη εἶναι βέβαιος ὅτι ὁ Κύριος θά τόν στεφανώσει, μέ τήν ἔννοια ὅτι θά τόν ἔχει μέσα στήν ἀγκαλιά Του, γιατί ἀκριβῶς Τόν ἀγάπησε καί πρόσφερε καί τή ζωή του γιά χάρη Του. Κι αὐτό ἰσχύει βεβαίως καί γιά τόν ἀπόστολο Πέτρο. «Σύ, Κύριε, οἶδας ὅτι φιλῶ Σε». Κι αὐτή ἡ ἀγαπητική σχέση τοῦ Κυρίου μέ τούς ἀποστόλους Του τούς δίνει τή δύναμη ἀφενός νά πρεσβεύουν καί ὑπέρ ἡμῶν τῶν περιλειπομένων – οἱ ἅγιοι ζώντας τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι στραμμένοι ἀδιάκοπα καί σέ μᾶς πού ταλαιπωρούμαστε ἀκόμη μέσα στίς θλίψεις αὐτῆς τῆς ζωῆς - ἀφετέρου νά προσδοκοῦν τήν ἀκόμη πιό ἔντονη σχέση τους μέ Ἐκεῖνον, ἀφοῦ μέχρι τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου καί οἱ ἴδιοι δέν μποροῦν νά φτάσουν στήν ὁριστική τελείωσή τους. «Ἵνα μή χωρίς ἡμῶν τελειωθῶσι». Κι εἶναι ἡ τελευταία αὐτή ἀλήθεια ἡ μεγαλύτερη ἴσως παρηγοριά πού ἔχουμε: ὄχι μόνον ὁ Κύριος ὡς ἡ πηγή τῆς ἀγάπης ἔχει δεδομένη τήν ἀγάπη καί τήν εὐεργετική στάση Του ἀπέναντί μας, ἀλλά καί ὅλοι οἱ ἅγιοί μας, μέ πρώτη τήν Παναγία μας κι ἔπειτα τούς ἁγίους ἀποστόλους, δέν μποροῦν νά «ἡσυχάσουν» μέχρις ὅτου καί ἐμεῖς βροῦμε τόπο καταπαύσεως μαζί τους. Ἔτσι κι ἀλλιῶς ἡ σωτηρία μας εἶναι «σύν πᾶσι τοῖς ἁγίοις», γιατί ὅλοι ἀποτελοῦμε ἕνα σῶμα, τό σῶμα τοῦ Κυρίου μας, εἴτε ἐνεργείᾳ εἴτε δυνάμει. «Ἄς παρευρίσκεστε ἀνάμεσά μας ἀοράτως, καθιστώντας μας ἀξίους γιά τίς ἄυλες δωρεές, ἐμᾶς πού δοξολογοῦμε μέ ἄσματα τήν ἑορτή σας» («Πάρεστε μέσον ἡμῶν ἀοράτως, καταξιοῦντες δωρεῶν ἀΰλων, τούς τήν ἡμῶν ἑορτήν εὐφημοῦντας ᾄσμασι») (Δοξαστικό αἴνων).

28 Ιουνίου 2023

ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΕΣΕΩΣ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΕΝΔΟΞΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ ΚΥΡΟΥ ΚΑΙ ΙΩΑΝΝΟΥ

«Αυτοί οι μάρτυρες του Χριστού και θαυματουργοί άγιοι έζησαν επί Διοκλητιανού του βασιλέως. Από αυτούς ο μεν Κύρος καταγόταν από την Αλεξάνδρεια, ο δε Ιωάννης από την πόλη της Εδέσσης. Οι άγιοι αυτοί λόγω της κοινής πίστεως και ζωής τους ενώθηκαν και περιέρχονταν διάφορες περιοχές, ιατρεύοντας και θεραπεύοντας κάθε νόσο και ασθένεια. Επειδή όμως παράλληλα ετοίμαζαν και πολλούς πιστούς ώστε να είναι έτοιμοι για το μαρτύριο, έγιναν φανεροί από τον άρχοντα του τόπου που βρέθηκαν, ο οποίος τους συνέλαβε και τους υπέβαλε σε ποικίλα βασανιστήρια. Στο τέλος διέταξε να κοπούν τα κεφάλια τους με ξίφος. Τα σώματά τους τα πήραν και τα φρόντισαν ιδιαίτερα οι πιστοί, οι οποίοι και τα έκρυψαν λόγω της ασέβειας και απιστίας που επικρατούσε τότε. Αργότερα όμως επί της βασιλείας του Αρκαδίου κι ενώ πατριάρχευε στην Αλεξάνδρεια ο Θεόφιλος, βρέθηκαν τα τίμια και άγια αυτά λείψανά τους, οπότε την πανήγυρη για την εύρεσή τους εορτάζουμε σήμερα.

Κι ο λόγος είναι ότι κατά την ημέρα αυτή που οι άσυλοι αυτοί θησαυροί βγήκαν από τη γη, έγιναν πολλές θεραπείες και ιάσεις σε αναρίθμητα πλήθη πιστών που έτρεξαν εκεί γιατί ταλαιπωρούνταν από διάφορα νοσήματα. Για παράδειγμα, δαιμονισμένοι θεραπεύτηκαν, άρρωστοι βρήκαν την υγειά τους, τυφλοί απέκτησαν το φως τους, χωλοί μπόρεσαν να περπατήσουν, και γενικώς οι άγιοι πρόσφεραν κάθε ίαση και θεραπεία σε όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους. Κι όχι μόνο τότε που βρέθηκαν τα λείψανα, αλλά και μετέπειτα και σε κάθε χρόνο, όσοι προσέρχονται σ’ αυτούς με πίστη λαμβάνουν γρήγορα τη θεραπεία τους, εις δόξαν και αίνο Χριστού του Θεου μας που τους δόξασε».

Ο υμνογράφος των αγίων Αναργύρων Κύρου και Ιωάννου όσιος Ιωσήφ δεν αναλίσκεται σε πολλά θέματα. Η προσοχή του είναι στραμμένη σχεδόν αποκλειστικά στο χάρισμα της ανάργυρης και δωρεάν θαυματουργίας που ο Κύριος χάρισε στους δούλους Του προκειμένου να διακονούν με τον τρόπο αυτόν τους πιστούς της κάθε εποχής. Θαυματουργίας όμως που δεν εξαντλείται μόνον στα σώματα των πιστών, αλλά και στις ψυχές των ανθρώπων. Ο άγιος Ιωσήφ είναι κατεξοχήν αποκαλυπτικός και ως προς τον ίδιο του τον εαυτό: «Και μετά το τέλος σας», σημειώνει για παράδειγμα στον οίκο του συναξαρίου, «πηγάζετε τα θεία χαρίσματα σ’ αυτούς που ταλαιπωρούνται από ποικίλες νόσους και από πολλά αρρωστήματα, από τους οποίους ένας και πρώτος είμαι εγώ ο δυστυχής. Διότι πονώ και οδυνώμαι και στο σώμα και στην ψυχή από βαριά τραύματα και φωνάζω με πίστη: Γιατρέψτε με, γιατί εσείς είστε θείοι ιατροί». Κι αλλού μεταξύ πολλών άλλων: «Βρίσκομαι κάτω από τη νόσο μεγάλων αμαρτημάτων, άγιοι, και ταλαιπωρούμαι από τις αρρώστιες και τους πόνους της σάρκας. Από αυτά σώστε με, ικετεύοντας τον αγαθοδότη Χριστό» (ωδή ε΄).

Κι είναι ευνόητη η διπλή αναφορά του υμνογράφου: και ο ίδιος και όλοι οι άνθρωποι ως ψυχοσωματικές υπάρξεις χειμαζόμαστε και ψυχικά και σωματικά λόγω της αμαρτίας που αγκαλιάζει όλο το ανθρώπινο γένος απαρχής και έως εσχάτου της γης – διά της αμαρτίας των προπατόρων μας εισήλθε η φθορά και ο θάνατος, και στην ψυχή και στο σώμα. Οπότε κάθε θεραπεία και ίαση είναι θεραπεία στον βαθμό που ιατρεύει τη διπλότητα αυτήν του ανθρώπου. Τι νόημα θα είχε μία θεραπεία σωματικής μόνο τάξεως, όταν η ψυχή ασθενεί; Ένας ασθενής ψυχικά άνθρωπος - και δεν εννοούμε τον έχοντα ψυχική ασθένεια κατά την έννοια της νεώτερης εποχής αλλά τον μη πνευματικά ισορροπημένο άνθρωπο, συνεπώς τον ζώντα μέσα στην πονηρία και την αμαρτία – δεν μπορεί να ησυχάσει και να γαληνέψει, έστω κι αν είναι σαν ταύρος στο σώμα του. Το αντίθετο˙ όπου και να βρεθεί και να σταθεί θα περιφέρει την ανισορροπία του. Από την άλλη, ένας υγιής ψυχικά και πνευματικά, που θα πει με τα δεδομένα της χριστιανικής πίστεως ένας άγιος πιστός στον Χριστό άνθρωπος, και σωματικά να μην είναι καλά, αυτός θα είναι «εντάξει» όπου και να βρεθεί, γιατί η χάρη του Χριστού στην καρδιά του θα τον κάνει να βλέπει την όποια σωματική αρρώστια του ως ευκαιρία για αύξηση της πίστης και της υπομονής του και της προκοπής του – «όταν ασθενώ, τότε είμαι δυνατός», κατά τον λόγο του αποστόλου Παύλου.

Οι άγιοι Ανάργυροι λοιπόν θεράπευαν τα σώματα, αλλά και τις ψυχές των ανθρώπων, κατά το πρότυπο του Κυρίου που ήταν και είναι «ὁ ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων». Και ο σκοπός τους στην προσφορά αυτή ήταν οι άνθρωποι να ξυπνήσουν πνευματικά, ώστε να μετανοήσουν και να ενωθούν σωστά με τον Χριστό – η σωματική θεραπεία να οδηγήσει στην πνευματική ίαση. Δεν είναι τυχαίο που ο υμνογράφος ήδη από τον πρώτο ύμνο γι’ αυτούς στην εσπερινή ακολουθία τους τούς χαρακτηρίζει ως «θεμελίους της πίστεως» και «τα άνθη που απέπνεαν την αληθινή οσμή της επίγνωσης του Θεού». Κι αυτό θα πει βεβαίως ότι οι άγιοι απέκτησαν το χάρισμα της διπλής ιάσεως των ανθρώπων, γιατί προσφέρθηκαν ολοκληρωτικά στον Κύριο και Θεό τους – «έλαμψαν με τη λαμπρότητα της ζωής τους και με την πνευματική άσκησή τους» (στιχ. εσπ.). «Αναθέσατε τους εαυτούς σας στον Θεό, άγιοι, και υπομείνατε κάθε πείρα φοβερών βασανιστηρίων για χάρη Του, οπότε πεθαίνοντας με προθυμία, πηγάζετε και μετά το τέλος σας σε όλους τα θεία χαρίσματα» (οίκος συναξαρίου).

Είναι συγκινητική ωστόσο η επιμονή του αγίου υμνογράφου να επικεντρώνει στη θεραπεία των ψυχικών παθών από τους μεγάλους αυτούς αγίους, των οποίων μάλιστα ο τάφος κι ο ναός ακτινοβολεί περισσότερο και από τις λαμπρές ακτίνες του ηλίου (ωδή θ΄). Ενώ δηλαδή προβάλλει τη ιατρική δύναμη των Αναργύρων αγίων ως προέκταση της ιατρικής δύναμης του Κυρίου, δύναμη κι απέναντι σε «ἀνίατα πάθη», όμως καταλήγει σε ό,τι κατ’ αυτόν είναι όντως ανίατο: «τά πάθη τῆς καρδίας» που είναι «ἄλογα πάθη». «Συντρίψατε με την άθλησή σας τον δυσμενή εχθρό (τον Πονηρό και τα όργανά του), αφού δεχτήκατε τη χάρη του Θεού να θεραπεύετε πάθη ανίατα. Γι’ αυτό, σοφοί, γιατρέψτε τώρα τα πάθη της καρδιάς» (ωδή α΄). Και: «σώστε εμάς που σας μακαρίζουμε με λόγια, από τα άλογα πάθη, μέσω των προσευχών σας» (ωδή α΄).

Μία τέτοια θεραπεία από τους αγίους, πνευματικής κυρίως τάξεως, οδηγεί τον πιστό,  κατά τον ποιητή,  στην ωραίωση της καρδιάς του. Όπως συνηθίζουν οι υμνογράφοι να ομιλούν για τους αγίους ως εκείνους που «ουράνωσαν τη γη» (βλ. ακολουθία των αγίων Πάντων), έτσι και οι άγιοι Ανάργυροι: έχοντας και οι ίδιοι «ωραϊσθεί» από τις θείες καλλονές και κυρίως από τον Χριστό «τόν ὡραῖον ἐν κάλλει», μπορούν με τις προσευχές τους να «πείσουν» τον Κύριο να κάνει ωραίες και τις δικές μας καρδιές. Ωραίος άνθρωπος δηλαδή, που λέμε μερικές φορές, είναι ο άγιος που έκανε θρόνο την καρδιά του για να αναπαυθεί η πηγή της ωραιότητος, ο Κύριος. «Είστε μαζί τώρα με τις ιερότατες χορείες των ιερών αθλοφόρων μαρτύρων κι έχετε καλλωπιστεί κι εσείς από τις θείες καλλονές, άγιοι. Γι’ αυτό και τον ωραίο ως προς το κάλλος Του Ιησού παρακαλείτε αδιάκοπα, ώστε να ωραιώσει και τις δικές μας τις καρδιές, ενδοξοι μάρτυρες» (ωδή θ΄).

27 Ιουνίου 2023

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΣΑΜΨΩΝ Ο ΞΕΝΟΔΟΧΟΣ

«Αὐτός ὁ ἅγιος καταγόταν ἀπό τή Ρώμη καί ἔζησε τόν 6ο αἰώνα. Τόν πλοῦτο πού τοῦ ἄφησαν οἱ γονεῖς του τόν μοίρασε στούς πτωχούς καί ἀναγκεμένους συνανθρώπους του καί στή συνέχεια ἦλθε στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου περνοῦσε τόν καιρό του ὡς ἡσυχαστής μέσα στόν κόσμο, δηλαδή ζώντας τό μεγαλύτερο μέρος τῆς ἡμέρας μέσα στούς ναούς, προσευχόμενος διαρκῶς καί μελετώντας τίς ῞Αγιες Γραφές. Ἡ ἁγία βιοτή του ἔγινε γνωστή στόν πατριάρχη Μηνᾶ, ὁ ὁποῖος τόν κάλεσε στήν ἱερωσύνη καί τόν χειροτόνησε πρεσβύτερο. ᾽Από κεῖ καί πέρα, ὡς κληρικός πιά ὑπῆρξε σωτήριο λιμάνι γιά ὅλους τούς πτωχούς καί τούς ἔχοντες ἀνάγκη, θέτοντας μάλιστα στήν ὑπηρεσία τῶν συνανθρώπων του καί τήν ἐμπειρία του στήν ἰατρική ἐπιστήμη. Τήν ἀγάπη του καί τίς ἰατρικές του γνώσεις ἔνιωσε καί ὁ ἴδιος ἀκόμη ὁ αὐτοκράτορας ᾽Ιουστινιανός, ὁ ὁποῖος θεραπεύτηκε ἀπό τόν ἅγιο, ὅταν προσῆλθε σέ αὐτόν, λόγω κάποιου ἀνιάτου πάθους πού τόν διακατεῖχε. ᾽Από τό γεγονός αὐτό ὁρμώμενος ὁ βασιλιάς, θαυμάζοντας ὑπέρμετρα τήν ἀρετή τοῦ ἄνδρα καί ἀπονέμοντας σεβασμό σ᾽ αὐτόν, μετά τόν ναό τῆς ῾Αγίας Σοφίας κατασκεύασε ξενώνα καί κατέστησε τόν ἅγιο σκευοφύλακα τῆς μεγάλης ᾽Εκκλησίας. Ὁ Σαμψών ἀφοῦ ἔζησε μέ καλό καί θεοφιλή τρόπο καί ἔγινε πρόξενος σωτηρίας γιά πολλούς, μέ τό νά τούς ὁδηγεῖ σέ ζῆλο καί μίμηση τοῦ δικοῦ του χριστιανικοῦ τρόπου ζωῆς, ἐκεῖ καί ἀναπαύτηκε. Τό τίμιο λείψανό του κατατέθηκε στόν μέγιστο ναό τοῦ ἁγίου Μωκίου, βρύοντας καθημερινά ἰαματοφόρα νάματα, ῾εἰς δόξαν καί αἶνον Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν».

Μυροβλήτης λοιπόν καί ὁ ὅσιος αὐτός, προσφέροντας μέ τή χάρη τοῦ Χριστοῦ  τήν ἴαση στούς ἐν πίστει προσερχομένους στόν τάφο του. Κατά τον ιερό υμνογράφο μάλιστα, τον άγιο Ιωσήφ, το μύρο το προχεόμενο από τον τάφο του ήταν σαν το μέλι που πήρε ο Σαμψών, ο κριτής της Παλαιάς Διαθήκης,  από τη γνάθο του λιονταριού όταν το  σκότωσε με τα χέρια του και το βρήκε έπειτα με πλήθος μελισσών μέσα στο κουφάρι του. «Έβγαλε να πιει μέλι ο Σαμψών παλιά από τη γνάθο, ενώ ο Σαμψών τώρα αναβρύει μύρο από τον τάφο» (στίχοι συναξαρίου). Η μυροβολία ἐκ τοῦ τάφου του  ἦταν βεβαίως συνέχεια τῆς μυροβολίας τῆς καρδιᾶς του, ἐνόσω ζοῦσε. Μόνον ἕνας πού μυροβολεῖ ἐν ζωῇ, δηλαδή ἔχει πλούσια ἀγάπη στήν καρδιά, μπορεῖ νά χαριτωθεῖ ἀπό τόν Χριστό, ὥστε νά μυροβολεῖ καί μετά θάνατο.  Τόν πλοῦτο τοῦ μύρου τῆς καρδιᾶς του, τήν ἀγάπη του, τόν εἰσέπραξαν καθ᾽ ὅλη τή ζωή του ὅσοι τόν προσήγγισαν, ἀδιακρίτως θέσεως καί τάξεως, πλούτου, μόρφωσης ἤ ἡλικίας. Εἴτε πτωχός εἴτε καί ὁ ἴδιος ὁ βασιλιάς, ἀνεξαιρέτως ὅλοι, μέσω τοῦ ἁγίου ἔρχονταν σέ ἐπαφή μέ τήν ἐνέργεια τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ μας. Ὁ ἅγιος ἦταν τό ὄργανο τοῦ Θεοῦ, προκειμένου νά θεραπευτεῖ καί στήν ψυχή καί στό σῶμα ὁ κάθε ἄνθρωπος. Κατά τον ιερό υμνογράφο «Φάνηκες η συμπαθέστατη βοήθεια των πτωχών και ο άριστος ιατρός των ασθενών, όσιε, και των ταλαιπωρουμένων η βοήθεια» (ωδή α´).

Ἡ ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο πού τόν διακατεῖχε, ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς ἀγάπης του πρός τόν Θεό. «Μιμήθηκε (ο Σαμψών) την ευσπλαχνία του Θεού και έγινε συμπαθής στους αρρώστους και το ένδυμα όλων των γυμνών» (ωδή γ´). Κι εἶναι γνωστό: κανείς δέν μπορεῖ νά ἀγαπήσει σωστά τόν συνάνθρωπό του, ἀκόμη καί τόν ἐχθρό του, ἄν δέν ἔχει στραφεῖ πρός τόν Θεό καί δέν ἔχει ἐξαρτήσει τήν ὕπαρξή του ἀπό Αὐτόν. Διαφορετικά, ἡ ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο, παρόλες ἴσως τίς καλές διαθέσεις πού μπορεῖ κάποιος νά ἔχει, θά εἶναι μέ ἡμερομηνία λήξεως. Ποιός θά μποροῦσε, γιά παράδειγμα, νά ἀγαπήσει τόν ἐχθρό του χωρίς λόγο; Μόνον ὁ ἀγαπῶν τόν Θεό ἔχει λόγο νά ἀγαπήσει καί τόν κάθε πλησίον του. Κι ἡ ἀγάπη τοῦ ὁσίου πρός τόν Θεό ἦταν ὁρατή ῾μακρόθεν᾽: ἐντρυφοῦσε ἀδιάκοπα στήν προσευχή καί τή μελέτη τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, χαρά του ἦταν ἡ διαμονή μέσα στίς ἐκκλησίες. Ὁπότε καί τά ῾μάτια᾽  του ἀνοίχτηκαν, γιά νά βλέπει τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ καί στά πρόσωπα τῶν εἰκόνων ᾽Εκείνου, τῶν συνανθρώπων του. «Ανέθεσες τον εαυτό σου, Σαμψών, ολοκληρωτικά στον Κύριο» (εξαποστειλάριο όρθρου).

Ἡ ἀγάπη ὅμως πρός τόν Θεό δέν γεννιέται αὐτόματα οὔτε εἶναι ἕνα χάρισμα πού δίνεται ἀπό τόν Θεό ῾τυφλά᾽. Πρέπει καί ὁ ἄνθρωπος νά συνεργήσει σέ αὐτό. Καί συνεργεῖ, ὅταν κι ὁ ἴδιος θέλει νά εἶναι μέ τόν Θεό – τό «κάτι» πού ζητάει ὁ Θεός ἀπό τόν ἄνθρωπο, ὅπως ἔλεγε ὁ ὅσιος Γέροντας Πορφύριος. Πότε διατηρεῖται ἡ ἐπιθυμία αὐτή στόν ἄνθρωπο; Ὅταν δέν ἀφήνει τόν ἑαυτό του νά παρασυρθεῖ ἐντελῶς ἀπό τόν πονηρό, ὅταν, ἔστω καί λίγο, προσπαθεῖ νά διατηρήσει τόν νοῦ του καθαρό ἀπό ἐμπαθεῖς λογισμούς. Ὁπότε ὁ Θεός, παίρνοντας ἀφορμή ἀπό τήν καλή αὐτή διάθεση, δίνει τή χάρη Του πλούσια γιά νά καθαριστεῖ ἐντελῶς ὁ νοῦς, νά γίνει θεοειδής καί νά βλαστάνει διαρκῶς τήν ἀγάπη πρός Αὐτόν καί πρός τόν συνάνθρωπο, κάτι πού τό βλέπουμε στούς ἁγίους μας, καί ἰδίως στόν σήμερα ἑορταζόμενο ὅσιο Πατέρα Σαμψών. «Φάνηκες καθαρός ναός του παναγίου και σεπτού Πνεύματος, επειδή καθάρισες τον εαυτό σου πραγματικά από τη λάσπη των παθών, θεοφόρε Πατέρα» (ωδή ε´). 

26 Ιουνίου 2023

ΠΟΤΕ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΕΤΑΙ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΖΩΟΠΟΙΕΙΤΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ;

«Κάθε κακή σκέψη φέρνει μέσα της την απόδειξη της κακίας. Κι η απόδειξη αυτή είναι το καταστροφικό  αποτέλεσμα που φέρνει στην καρδιά. 

Κάθε καλή σκέψη φέρνει μέσα της την απόδειξη της καλοσύνης, κι αυτό είναι το ζωοποιό αποτέλεσμα που προκύπτει στην καρδιά».

(Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης)

Ο σπουδαίος Ρώσος άγιος των νεώτερων χρόνων άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης (1829-1908), εκφράζει με τον δικό του τρόπο αυτό που διαλαλεί ολόκληρη η αγία Γραφή, ιδιαιτέρως ο απόστολος Παύλος βασισμένος στα λόγια του ίδιου του Κυρίου. Τι λέει ο απόστολος; «Θλίψη και στενοχώρια σε κάθε ψυχή ανθρώπου που εργάζεται το πονηρό. Δόξα και τιμή και ειρήνη σε κάθε άνθρωπο που εργάζεται το αγαθό». Αυτό που κάνεις δηλαδή στη ζωή σου, είτε πρόκειται για σκέψη είτε για λόγο είτε περισσότερο για συμπεριφορά, αντανακλά στην ποιότητα του εσωτερικού σου κόσμου, στην ίδια την καρδιά σου. Κάνεις ή σκέπτεσαι το κακό; Θα μελαγχολήσεις, θα αγχωθείς, θα ταραχτείς. Κάνεις ή σκέπτεσαι το καλό; Η καλή διάθεση και η χαρά θα σε επισκεφτούν, ο έπαινος της συνειδήσεώς σου θα είναι η μεγαλύτερη αμοιβή σου.  

Πόσο πλανεμένη λοιπόν είναι η αντίληψη πολλών συνανθρώπων μας, όπως πολύ σωστά έχει επισημανθεί, όταν διατείνονται ότι θέλουν να αποκτούν «εμπειρίες», όποιες κι αν είναι αυτές, αδιαφορώντας για το περιεχόμενο των εμπειριών αυτών, σαν να είναι ο άνθρωπος ένα «σακούλι» που σκοπό έχει να τις μαζεύει αθροιστικά μέσα του. Η κάθε «εμπειρία» όμως φέρνει και το συγκεκριμένο αποτέλεσμα ανάλογα με το είδος και την ποιότητά της. Κατά πώς λέγουν μάλιστα και οι ψυχολόγοι, αλλά και η αίσθηση του κάθε ανθρώπου που προβληματίζεται στη ζωή του, η κάθε «εμπειρία» αναδιαρθρώνει τον άνθρωπο ψυχικά και σωματικά, ολόκληρος ο άνθρωπος τοποθετείται έτσι ή αλλιώς, η κάθε στιγμή θα έλεγε κανείς περικλείει τη δυναμική ενός βιώματος απωλείας ή σωτηρίας. Δεν αναδεικνύεται με τον τρόπο αυτό η αλήθεια που διακηρύσσει η χριστιανική πίστη, ότι δηλαδή ο χρόνος δόθηκε και δίνεται από τον Θεό στον άνθρωπο προκειμένου αυτός να μετανοεί, που θα πει να βρίσκεται σε έναν αδιάκοπο αγώνα επιστροφής στον Θεό; Χαμένος χρόνος σημαίνει στάση εναντίωσης προς τον πάροχο της δωρεάς Δημιουργό Θεό, αξιοποίηση του χρόνου σημαίνει κίνηση «κόλλησης» σε Αυτόν και εύρεσης του αληθινού εαυτού. «Ὁ μή ὤν μετ’ ἐμοῦ κατ’ ἐμοῦ ἐστι».

Δεν λέει κάτι διαφορετικό ο άγιος Ιωάννης, επειδή επικεντρώνει την προσοχή μας κυρίως στη σκέψη. Η σκέψη του ανθρώπου, εκεί που κατεξοχήν εκφράζεται το λογιστικό της ψυχής του, οι λογισμοί με πιο εκκλησιαστική και πιο πλούσια ορολογία, πράγματι καθορίζει τη ζωή μας. Αυτό που κανείς σκέπτεται αυτό και επηρεάζει άμεσα τα συναισθήματά του, αυτό και δίνει τον τόνο στις βουλητικές ενορμήσεις του. Δεν είναι τυχαίο ότι το θέμα των λογισμών, είτε σκέψεων είτε εικόνων, θεωρείται το κρισιμότερο στοιχείο στην πνευματική ζωή, γι’ αυτό και δεν άγιασε κανείς από τους αγίους της Εκκλησίας μας χωρίς να ασκεί έλεγχο πάνω στις σκέψεις και τους λογισμούς του. Η νήψη, η εγρήγορση, η φύλαξη του νου, η προσοχή συνιστούν όρους που αποδίδουν ακριβώς την πνευματική αυτήν πραγματικότητα και που εδράζονται στον αποκαλυπτικό λόγο της Αγίας Γραφής και στη φωτισμένη από το Πνεύμα του Θεού πορεία των αγίων. Κι ο άγιος Ιωάννης υπερθεματίζει: η κάθε σκέψη μας φέρνει μαζί της και την απόδειξη της προέλευσής της, είτε την εκ Θεού είτε την εκ του πονηρού, κι αυτό το γεύεται η καρδιά, ο εσωτερικός μας κόσμος.  

Σε προχωρημένο επίπεδο, στο επίπεδο των νηπτικών αγίων μας, το αποτέλεσμα θετικό ή αρνητικό ήδη γίνεται «ορατό» και από μία υποφώσκουσα στο βάθος και υφέρπουσα σκέψη, πριν έρθει δηλαδή καν στην επιφάνεια. Ο όσιος Σωφρόνιος του Έσσεξ, ο Αθωνίτης, αναφέρει κάπου (:το μεταφέρουμε ελεύθερα) ότι έχασε μία ιδιαίτερη και μεγάλη χάρη που ζούσε, εντελώς ξαφνικά. Για να εξηγήσει: ο Κύριος προφανώς είδε ότι η κατάσταση αυτή της χάρης κυοφορούσε μάλλον κάποια ανεπαίσθητη κενοδοξία. Γι’ αυτό και ήρε τη χάρη αυτή – η μη υπάρχουσα ακόμη συγκεκριμένη σκέψη, και μόνον ως διάθεση ίσως, λειτούργησε με τρόπο αρνητικό.

Λοιπόν, ας προσέχουμε τι σκεφτόμαστε και τι λογιζόμαστε. Οι αποδέκτες των καταστροφικών ή των ζωοποιών αποτελεσμάτων των σκέψεων και των λογισμών μας είμαστε πρώτιστα εμείς οι ίδιοι. Τα πράγματα βεβαίως αποκτούν ακόμη μεγαλύτερο ηθικό και πνευματικό βάρος αν λάβουμε υπ’ όψιν και τις ευρύτερες κοινωνικές και όχι μόνο συνέπειες από τη δική μας κατάσταση. Γιατί τελικώς όλοι είμαστε δεμένοι μεταξύ μας. 

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΔΑΥΙΔ Ο ΕΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

«Αυτός ο μακάριος καταγόταν από την Ανατολή και καταύγασε τη Δύση σαν πολύφωτος αστέρας. Διότι αφού υπέταξε τα πάθη της σάρκας από την παιδική του ηλικία με την εγκράτεια και την αγνότητα, φάνηκε ως ένσαρκος άγγελος. Έφτιαξε καλύβα σε μία αμυγδαλιά και εύφρανε τους πάντες με τους λόγους του, ενώ ο ίδιος έδωσε φτερά στον νου του φτάνοντας σε ένθεο ύψος. Γι᾽ αυτό και ο Θεός τού έδωσε πλούσια τη χάρη της θαυματουργίας και φάνηκε φωτεινότατος στύλος καταφωτίζοντας όλους με τα θαύματά του. Παγώνοντας τον χειμώνα και φλεγόμενος το καλοκαίρι έφτασε γρήγορα στην απάθεια. Κι αφού κατάφλεξε τις ηδονές της σάρκας, πήρε με τα χέρια του αναμμένους άνθρακες κι αφού στάθηκε κατά πρόσωπο του βασιλιά τον θυμιάτισε χωρίς να καεί καθόλου. Έτσι αφού κατέπληξε κάθε ανθρώπινη φύση με τη ζωή του και τα θαύματά του, μετατέθηκε προς τον Κύριο, τον Οποίο από βρέφος αγάπησε με μεγάλο πόθο».

Ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος δεν μπορεί να αντισταθεί στην πρόκληση που του δίνει το όνομα του οσίου Δαυίδ. Ο όσιος τον παραπέμπει στον προφητάνακτα Δαυίδ, από τον οποίο βρίσκει αντιστοιχίες ζωής με εκείνον: ο νέος Δαυίδ πάλεψε με τα πάθη του που ήταν σαν τον Γολιάθ του πρώτου Δαυίδ, και τα νίκησε. Ο νέος Δαυίδ εξεικονίζει τον παλαιό Δαυίδ, γιατί έγινε κι αυτός σαν εκείνον ευθύς, ταπεινός, πράος (στίχοι συναξαρίου, ωδή η΄).  Η σύγκριση που κάνει ο άγιος υμνογράφος λοιπόν μεταξύ των δύο Δαυίδ γίνεται ακριβώς γι᾽ αυτόν τόν σκοπό: να προβάλει τον όσιο ως τέτοιο πνευματικό αγωνιστή που έφτασε σε ύψη κατά Χριστόν απάθειας και έγινε κατοικητήριο του αγίου Πνεύματος (ωδή α´). «Γνωρίστηκες ως οίκος του θείου Πνεύματος, όσιε Δαυίδ» (ωδή ς´). 

Από την άποψη αυτή ο όσιος Δαυίδ, ως ῾έμπλεως συνέσεως και χάριτος᾽ (ωδή δ´), έγινε έκτοτε μία άλλη παρουσία του Θεού στον κόσμο που βοηθά αυτόν να ξεφεύγει από τη δαιμονική κακία. Με άλλα λόγια ο άγιος υμνογράφος υπενθυμίζει για μία ακόμη φορά ότι οι άγιοι, αγιάζοντας τον εαυτό τους, δηλαδή γινόμενοι δίοδος ώστε να φανερώνεται η ενέργεια του Θεού, αποτελούν τους μεγαλύτερους ευεργέτες του κόσμου. Ο αγιασμός αυτών συντελεί και στον αγιασμό των υπολοίπων ανθρώπων, η δική τους πνευματική άνοδος δίνει ώθηση και στην αναγωγή των υπολοίπων ημών. Ο υμνογράφος μάς καθοδηγεί επ᾽ αυτού. «Ο βίος σου, όσιε, αφού αναδείχτηκε ένδοξος από τη βία που άσκησες πάνω στην ανθρώπινη φύση σου, λύτρωσε τους ανθρώπους, με τη συνέργεια του Πνεύματος, από τη βιαιότατη κακία» (ωδή δ´).

Πόση παρηγοριά από αυτό, αλλά και πόση ευθύνη! Κατανυσσόμαστε από την αγάπη του Θεού και των αγίων απέναντι σε εμάς τους απλούς και αμαρτωλούς – ο αγώνας των αγίων γίνεται και για εμάς – αλλά και προκαλούμαστε να νιώσουμε την ευθύνη που έχουμε απέναντι και στους υπολοίπους συνανθρώπους μας – ο καθένας μας είναι υπεύθυνος και για τους άλλους. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η επισήμανση του αγίου Ιωσήφ: ο όσιος κοίμισε με τον αγώνα του τα πάθη του σώματος, ο ίδιος έτσι κοιμήθηκε ειρηνικά, και με την κοίμησή του αυτή έγινε ο άγρυπνος φύλακάς μας. «Κοίμισες τις ηδονές του σώματος, όσιε Πάτερ, με τις άγρυπνες προσευχές σου και τα αγωνίσματα, γι᾽ αυτό και αφού ύπνωσες κοιμήθηκες ειρηνικά πράγματι. Λοιπόν έτσι σε αποκτήσαμε άγρυπνο φύλακά μας, εμείς που σε τιμάμε με πόθο» (ωδή γ´).

Ο άγιος Ιωσήφ αξιοποιεί στο έπακρο και την επιλογή του οσίου Δαυίδ να ζήσει σε καλύβα πάνω σε μία αμυγδαλιά. Κατά τον υμνογράφο ο όσιος, πρώτον,  έγινε σαν καλλικέλαδο πουλί, που ζει κι αυτό πάνω στα δέντρα, οπότε από εκεί έλαβε χρυσά φτερά για να ανεβεί στην απάθεια και την τελειότητα και να κατασκηνώσει τελικά στο ύψος του ουρανού (στιχηρό εσπερινού κ.α.) Και: «ευρισκόμενος στο δέντρο έγινες σαν τον αετό από πλευράς πνευματικής: απέκτησες δυνατά φτερά για να πετάξεις στα ουράνια» (ωδή θ´).  Δεύτερον,  ζώντας πάνω σε ξύλο δέντρου έκανε υπομονή,  γιατί είχε διαρκώς τα όμματα της ψυχής του προς τον εν ξύλω σταυρωθέντα Κύριο. «Έχοντας τα όμματά σου και τα νοήματα διαρκώς προς τον αναρτηθέντα στο ξύλο, έμεινες καρτερικά πάνω στο φυτό, πάτερ» (ωδή ε´). Τρίτον, σαν κλαδί κι αυτός του δέντρου έπρεπε να ποτιστεί, για να παραμείνει εκεί. Και το πότισμά του ήταν τα ποτάμια των δακρύων του (ωδή ζ´).

Η μνήμη του οσίου Δαυίδ αγιάζει και εμάς που τον τιμούμε. Έζησε άγια και καθώς συναγάλλεται τώρα μαζί με τους άλλους αγίους πρεσβεύει διαρκώς υπέρ ημών. «Η αγία μνήμη σου αγιάζει σήμερα εμάς που την τελούμε με πίστη, όσιε Δαυίδ. Διότι έζησες τη ζωή σου, άγιε, με αγιότητα και μετά την κοίμησή σου συναγάλλεσαι πάντοτε με τους αγίους» (ωδή θ´). 

24 Ιουνίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ)

«Οὐ μόνον δέ, ἀλλά καί καυχώμεθα ἐν ταῖς θλίψεσιν» (Ρωμ. 5, 3)

Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ὅπως φανερώθηκε στό πρόσωπο τοῦ Κυρίου ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τό κύριο θέμα τοῦ ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος. Μέ τήν ἀγάπη αὐτή σωθήκαμε, γιατί ὁ Θεός ἐν Χριστῷ μᾶς ἕνωσε μέ τόν ἑαυτό Του, καταργώντας τήν ἁμαρτία μας μέ τή σταυρική Του θυσία. ῾Τῷ πάθει Σου, Χριστέ, παθῶν ἠλευθερώθημεν᾽. Στό πλαίσιο αὐτό σωτηρίας ἡ θλίψη τοῦ πιστοῦ ἀνθρώπου στή ζωή αὐτή προσλαμβάνει ἄλλες διαστάσεις: γίνεται μέσο προαγωγῆς καί ἐξαγιασμοῦ. Γι᾽ αὐτό ἄλλωστε καί ὁ ἀπόστολος ὄχι μία φορά φτάνει στό παράδοξο καί παράλογο γιά τόν κόσμο τῆς ἁμαρτίας σημεῖο νά καυχᾶται καί γιά τίς θλίψεις του: ῾καυχόμαστε ἀκόμη καί στίς δοκιμασίες᾽.

1. Γιά ὅλους σχεδόν τούς ἀνθρώπους βεβαίως ἡ θλίψη θεωρεῖται γεγονός ἀρνητικό καί ἀπευκταῖο. Μόνον ἄνθρωποι μέ διαταραγμένο τόν ψυχικό τους κόσμο μπορεῖ νά τήν ἐπιθυμοῦν στή ζωή τους καί νά εὐχαριστοῦνται μέ αὐτήν. Ἡ ἴδια ἡ ᾽Εκκλησία μας καθημερινῶς μάλιστα εὔχεται ῾ὑπέρ τοῦ ῥυσθῆναι ἡμᾶς ἀπό πάσης θλίψεως, ὀργῆς, κινδύνου καί ἀνάγκης...᾽. Γιατί αὐτό; Διότι ἡ θλίψη μᾶς ἐκτρέπει ἀπό τήν ῾κανονική᾽ πορεία τῆς ζωῆς μας, μᾶς χαλάει πολλές φορές τά σχέδια πού ἔχουμε κάνει, μᾶς βγάζει ἔξω ἀπό τή βολή μας. Μέ θεολογική ἑρμηνεία, ἡ θλίψη εἶναι κατάσταση ἔξω ἀπό τήν ἴδια τή δημιουργία μας ὡς ἀνθρώπων. Κατά τήν πίστη μας, ὁ Θεός δέν μᾶς δημιούργησε γιά νά θλιβόμαστε καί νά πονοῦμε. Μᾶς ἔπλασε μέ σκοπό νά μετέχουμε στή χαρά καί τήν εὐτυχία ᾽Εκείνου. Ἡ χαρά τοῦ Θεοῦ ἦταν ῾δομικό᾽ στοιχεῖο θά λέγαμε τῆς πρώτης ὕλης τοῦ σύμπαντος κόσμου, συνεπῶς ἡ φυσιολογία καί γιά τόν ἄνθρωπο ἦταν νά χαίρεται καί ὄχι νά θλίβεται.

2. Αὐτό ὅμως πρό τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου στήν ἁμαρτία. ῾Ως γνωστόν ἡ πτώση στήν ἁμαρτία, ὡς καρπός τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου, ἀνέτρεψε τά δεδομένα καί ἔφερε ὡς συνέπεια τόν διχασμό, τίς συγκρούσεις, τή φθορά, τόν θάνατο. ῾Διά τῆς ἁμαρτίας ὁ θάνατος᾽. ῎Εκτοτε ἡ θλίψη καί ὄχι ἡ χαρά ἔγινε τό γνώρισμα τοῦ κόσμου τούτου, πού σημαίνει ὅτι κάθε ἄνθρωπος ἐρχόμενος στόν κόσμο ἔρχεται σέ ῾κοιλάδα πένθους καί δακρύων᾽, ὅπου ἡ κάθε ἐνέργεια καί ἡ κάθε ἐκδήλωσή του ἔχει τή σφραγίδα τοῦ πόνου καί τοῦ κόπου. Διότι κάθε τι πιά εἶναι χρωματισμένο ἀπό τήν ἁμαρτία. ῾Αμαρτία καί θλίψη συμβαδίζουν καί συνυπάρχουν, ὅπως τό βεβαιώνει καί ὁ θεόπνευστος λόγος τοῦ ἀποστόλου: ῾θλίψις καί στενοχωρία ἐπί πᾶσαν ψυχήν ἀνθρώπου τοῦ κατεργαζομένου τό κακόν᾽. Κι ὅπως δέν μπορεῖ κανείς νά ἀποφύγει τήν ἁμαρτία, ἄλλο τόσο δέν μπορεῖ νά ἀποφύγει καί τή συνέπειά της, τή θλίψη καί τόν πνιγμό τῆς ψυχῆς. Μπορεῖ νά μηχανευόμαστε μύρια πράγματα γιά νά ὑπερβαίνουμε τόν πόνο πού αὐτή φέρνει – διασκεδάσεις, ταξίδια κλπ. –ὅμως στό τέλος θά ἐπικάθηται ὡς βασίλισσα στήν καρδιά μας.

3. ῾Η τραγική αὐτή πραγματικότητα ἴσχυσε ἀπολύτως μέχρι βεβαίως τόν ἐρχομό τοῦ Κυρίου μας ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ. Γιατί ἀκόμη καί  ἡ ἀρχαιοελληνική ἐποχή, γιά τήν ὁποία εἶπαν ὅτι συνιστᾶ ἕναν ὕμνο στή χαρά τῆς ζωῆς, στό βάθος, μετά ἀπό ἐπιστημονικές ἔρευνες πού ἔγιναν στά κλασικότερα ἀπό τά κείμενά της, φάνηκε ὅτι διακατέχεται ἀπό μία ὑπόγεια μελαγχολία: δέν μπορεῖ νά ξεπεράσει τό κατεξοχήν θλιβερό γεγονός τοῦ φαινομένου τοῦ θανάτου. ῾Ο Κύριος ᾽Ιησοῦς Χριστός ὅμως ἔκανε τό ἀνθρωπίνως ἀδύνατο: ἐπανέφερε καί πάλι τή δημιουργία στήν ἀρχική της κατάσταση κι ἀκόμη περισσότερο. ῾Ως ὁ ἐνσαρκωθείς Θεός εἰσέρχεται στόν δικό Του κόσμο πού ἔφτιαξε καί γίνεται μέτοχος τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας ὡς ἕνας ἀπό ἐμᾶς. Ἡ πρόσληψη τῆς ἀνθρώπινης φύσης ἀπό πλευρᾶς Του, «χωρίς ἁμαρτίας», σημαίνει τήν ἀνακαίνιση τῆς δημιουργίας, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος (καί μέσω αὐτοῦ καί τά ὑπόλοιπα δημιουργήματα) καθαρίζεται καί ἀναγεννᾶται ἀπό τή σχέση του μέ τό πῦρ τῆς θεότητός Του, κι ἀκόμη μέ τή νίκη Ἐκείνου ἀπέναντι στήν ἁμαρτία καί στόν θάνατο καθίσταται καί πάλι ἱκανός γιά σχέση μέ τόν Θεό καί συνεπῶς γιά δυνατότητα μετοχῆς τῆς χαμένης χαρᾶς καί εὐτυχίας. ᾽Εν Χριστῷ ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ καί πάλι νά χαμογελάσει καί  νά νιώσει στά τρίσβαθα τῆς καρδιᾶς του τό ἁπαλό χάδι τῆς στοργῆς τοῦ Οὐρανοῦ,  

4. Δέν σημαίνει ὅμως ὅτι καί ἡ θλίψη ἐξαφανίστηκε μαγικά ἀπό τούς ἀνθρώπους. ῾Ο Θεός ἀπαρχῆς θέλησε ὁ ἄνθρωπος νά εἶναι συνεργός Του, ὥστε ἡ κάθε προσφορά Του σ᾽ αὐτόν νά ἀπαιτεῖ καί τή δική του ἔγκριση. Γι᾽ αὐτό ἄλλωστε καί δέν ἔπεσε στήν ἁμαρτία; ᾽Ελλείψει τῆς συνεργίας του; ᾽Από τή στιγμή ὅμως πού ὁ ἄνθρωπος θά πεῖ ῾ναί᾽ στόν Δημιουργό του, ἀπό ἐκείνη τή στιγμή ἡ χαρά τοῦ Θεοῦ θά διοχετεύεται καί σ᾽ αὐτόν, γιατί ἀκριβῶς θά συντονίζεται μ᾽ ᾽Εκεῖνον πού εἶναι ἡ πηγή τῆς χαρᾶς. Μετά τόν Χριστό μας λοιπόν ἡ χαρά ὑπάρχει, ἀλλά μέ τήν ταυτόχρονη ὕπαρξη καί τῆς θλίψης, στόν βαθμό πού ὁ ἄνθρωπος ἀγωνίζεται γιά τόν ἁγιασμό του, ἔχοντας ὅμως καί τίς στιγμές τῆς ἀδυναμίας καί τῆς πτώσης του στήν ἁμαρτία. Τό πίπτειν καί  τό ἐγείρεσθαι, ἡ διαδικασία τῆς μετάνοιας δηλαδή, θά εἶναι πιά ἡ ἐπί γῆς πορεία του, συνεπῶς ἡ χαρμολύπη, ἡ παράδοξη σύζευξη τῶν ἀντιθέτων, θά προσδιορίζει τή ζωή του. 

5.  ῾Η θλίψη ὅμως ἔρχεται στόν χριστιανό ὄχι μόνο ἀπό τίς δικές του ἁμαρτίες, ἀλλά καί ἀπό τή φθορά τῆς πεσμένης στήν ἁμαρτία φύσης. Οἱ ἀρρώστιες, οἱ ῾κακοτυχίες᾽, οἱ ὅποιες δοκιμασίες τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος, ἐξακολουθοῦν καί ὑφίστανται μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου, συνεπῶς ἐνῶ ὁ Κύριος κατήργησε τό αἴτιο τῆς θλίψης: τήν ἁμαρτία, οἱ συνέπειες τῆς φθορᾶς βρίσκονται σέ καθημερινή διάταξη. Τή θλίψη αὐτή καί τίς δοκιμασίες ὅμως τίς ἀντιμετωπίζει ἀλλιῶς πιά ὁ χριστιανός: μέ τή νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας δεδομένη λόγω τῆς ἐνίσχυσης ἀπό τόν Κύριο – μέσα στήν ᾽Εκκλησία ὅπου ἔχει γίνει μέλος Χριστοῦ καί τρέφεται καθημερινῶς ἀπό Αὐτόν – τίς θεωρεῖ ὡς μέσα περαιτέρω, ὅπως εἴπαμε, προαγωγῆς του στήν πίστη καί στή σχέση του μέ τόν Θεό. Θεωρεῖ τίς δοκιμασίες καί τίς θλίψεις παιδαγωγικά μέσα, πού ὡς σκαλοπάτια τόν ὁδηγοῦν πληρέστερα στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτή εἶναι ἡ τοποθέτηση τοῦ ἀποστόλου Παύλου: ῾καυχόμαστε στίς θλίψεις καί τίς δοκιμασίες, γιατί ξέρουμε καλά πώς οἱ δοκιμασίες ὁδηγοῦν στήν ὑπομονή, ἡ ὑπομονή στόν δοκιμασμένο χαρακτήρα, κι ὁ δοκιμασμένος χαρακτήρας στήν ἐλπίδα. Κι ἡ ἐλπίδα τελικά δέν ἀπογοητεύει᾽.

Τά λόγια καί ἡ ἐμπειρία τοῦ ἀποστόλου Παύλου μᾶς προσγειώνουν στήν πραγματικότητα. Δέν τρέφουμε αὐταπάτες ὅτι οἱ χριστιανοί δέν θά ἔχουμε θλίψεις καί δέν θά δοκιμαστοῦμε στή ζωή αὐτή. Κάτι τέτοιο θά ἦταν ἄρνηση ἀπό μέρους μας τοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου μας. Ξέρουμε ὅμως ὅτι ἡ ὅποια θλίψη καί δοκιμασία εἶναι τελικῶς μετοχή στόν Σταυρό ᾽Εκείνου πού εἶναι ὁ Θεός μας, πού εἶναι ὁ Σωτήρας μας, πού μᾶς ἔσωσε, γιατί ἔφερε τήν ᾽Ανάσταση. ῾Η θλίψη τελικῶς περικλείει τήν ἀνάσταση καί τή δική μας, ἄν τή δοῦμε μέ τά μάτια τῆς πίστης τοῦ Χριστοῦ.