Βίος Αγίας Παρασκευής

                                                


«Η αγία Παρασκευή (2ος μ.Χ. αι.) έζησε επί της βασιλείας Αντωνίνου του Πίου, καταγόταν από τη Ρώμη και είχε χριστιανούς γονείς, τον Αγάθωνα και την Πολιτεία, οι οποίοι μετά από πολλή προσευχή γέννησαν την αγία, στην οποία έδωσαν το όνομα Παρασκευή, γιατί γεννήθηκε την ομώνυμη ημέρα της εβδομάδας. Από πολλή μικρή αφιερώθηκε στον Θεό, με τη βοήθεια ιδιαιτέρως της μητέρας της, έμαθε τα ιερά γράμματα, μελετούσε διαρκώς τις άγιες Γραφές και πάντοτε περνούσε τον καιρό της στην προσευχή και στην Εκκλησία. Μετά τον θάνατο των γονιών της, μοίρασε τα υπάρχοντά της στους πτωχούς, ντύθηκε το μοναχικό σχήμα κι άρχισε να κηρύσσει το όνομα του αληθινού Θεού και Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ελκύοντας στη θεογνωσία πολλούς από τους ειδωλολάτρες, γι’ αυτό και κάποιοι Ιουδαίοι την διέβαλαν στον βασιλιά, λέγοντας ότι κάποια γυναίκα, ονόματι Παρασκευή, κηρύσσει τον Ιησού τον υιό της Μαρίας, τον οποίο οι πατέρες μας  σταύρωσαν. Ο βασιλιάς διέταξε να την φέρουν ενώπιόν του για να την ανακρίνει, κι αφού της έταξε πολλά αγαθά αν θυσιάσει στους θεούς του, γεγονός το οποίο αμέσως αρνήθηκε η αγία, ομολογώντας την πίστη της στον αληθινό Θεό, εκείνος την έριξε σε διάφορα μαρτύρια, από τα οποία διαφυλάχθηκε απολύτως σώα με τη χάρη του Θεού, μεταστρέφοντας έτσι πολλούς από τους παρευρισκομένους. Διατάσσει έπειτα να την βάλουν σε χαλκό λέβητα, γεμάτο λάδι και πίσσα, πυρακτωμένο σφοδρά, στον οποίο η αγία φαινόταν σε όλους ότι δροσίζεται, κάτι που προκάλεσε την έκπληξη του βασιλιά, ο οποίος  της ζήτησε να του ρίξει επάνω του λίγο από το μείγμα, για να δει αν όντως είναι καυτό ή όχι. Μόλις η αγία έριξε με τις παλάμες της πάνω στο πρόσωπό του, αμέσως αυτός κάηκε και τυφλώθηκε. Άρχισε να ζητά δυνατά τη βοήθεια της αγίας, υποσχόμενος ότι θα πιστεύσει στον Θεό που εκείνη κήρυσσε. Η αγία προσευχήθηκε και ο βασιλιάς ανέβλεψε, οπότε και ο βασιλιάς και όλοι οι υπ’  αυτόν βαπτίστηκαν στο όνομα της αγίας Τριάδος. Η αγία συνέχισε να περιοδεύει σε διάφορα μέρη, να κηρύσσει και να κάνει διάφορα θαύματα με τη βοήθεια του Θεού, μεταστρέφοντας έτσι ακόμη περισσότερους στην πίστη, οπότε μετά από πολλά μαρτύρια που υπέστη για την πίστη της, της κόψανε το κεφάλι και το πνεύμα της μετέβη στις αιώνιες μονές».

Η αγία Παρασκευή αποτελεί μία ιδιάζουσα περίπτωση αγίας, διότι εκτός των πνευματικών και ασκητικών αγώνων της για τον διαρκή αγιασμό της, και μάλιστα εκ νεότητος -  τον οποίο αγιασμό επιβεβαίωσε και με το μαρτυρικό τέλος της -  διακρίθηκε και για το χάρισμα της ιεραποστολής: να περιοδεύει διδάσκοντας και καθοδηγώντας τους πιστούς.   Δηλαδή, θα λέγαμε ότι εκτός από αγία και παρθένος και μάρτυς, ήταν και ισαπόστολος και γερόντισσα, αμμάς που λέμε,  κάτι ανάλογο με την αγία Μαρία τη Μαγδαληνή, την αγία Θέκλα, την αγία Φιλοθέη στα νεώτερα χρόνια, ή ένας "θηλυκός απόστολος Παύλος", όπως έχει εύστοχα χαρακτηριστεί. Γι’  αυτό και είμαστε βέβαιοι ότι πραγματοποιείται και στην αγία Παρασκευή ο λόγος του Κυρίου που είπε ότι «ο ποιήσας και διδάξας μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των Ουρανών». Η αγία είναι πράγματι μεγάλη, που απολαμβάνει στους αιώνες των αιώνων πλούσια τη χάρη του Θεού, ευφραινομένη με τον νυμφίο της Χριστό.

Ο άγιος υμνογράφος της ακολουθίας της, μέσα ιδίως από το απολυτίκιό της, μας διευκρινίζει το περιεχόμενο του αγώνα της για αγιασμό: με ζήλο προσπαθούσε καθημερινά να ζει ό,τι το όνομά της φανέρωνε: τον Σταυρό του Χριστού που προβάλλει η ημέρα της Παρασκευής,  δηλαδή την αγάπη της προς Εκείνον και προς τους συνανθρώπους της. «Την σπουδήν σου τη κλήσει κατάλληλον εργασαμένη, φερώνυμε, την ομώνυμόν σου πίστιν εις κατοικίαν κεκλήρωσαι, Παρασκευή, αθληφόρε». Κι όχι μόνον η σπουδή της, ο ζήλος της ήταν σύμφωνος με το όνομά της, δηλαδή ζήλος για αγάπη, κατά το πρότυπο του Χριστού που σταυρώθηκε για τους ανθρώπους, αλλά αδιάκοπα ζούσε αυτήν την εσταυρωμένη αγάπη, όπως ζει κανείς κατά φυσικό τρόπο μέσα στο σπίτι του: έκανε κατοικία της τον Σταυρό του Χριστού. Νομίζουμε ότι δεν υπάρχει πιο όμορφη εικόνα από αυτήν που χρησιμοποιεί ο υμνογράφος, για να δηλώσει το περιεχόμενο του πνευματικού αγώνα της αγίας, αποδίδοντας στην πραγματικότητα με άλλες λέξεις αυτό που έλεγε ο απόστολος Παύλος για τον δικό του αγώνα: «Χριστώ συνεσταύρωμαι. Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός».  Η αγία λοιπόν ζούσε την εσταυρωμένη αγάπη, τον ίδιο τον Χριστό δηλαδή,  κι όλη η ζωή της, με  τη θαυμαστή ιεροποστολική της διάσταση, ερμηνεύεται από τη δυναμική αυτή του σταυρού.

Η αγία Παρασκευή αποτελεί την απάντηση και για όλα τα είδη σπουδής και ζήλου που υφίστανται. Από ζήλο Θεού διακατεχόταν και η αγία. Όχι όμως από αυτόν που τον χαρακτηρίζει ο απόστολος ως «ου κατ’ επίγνωσιν». Διότι δεν σώζει το γεγονός ότι κάποιος έχει θερμότητα στην καρδιά για να επιτελέσει ένα έργο, έστω μεγάλο και σπουδαίο και για χάρη ακόμη του Θεού. Μπορεί να υφίσταται ο ζήλος και να λειτουργεί προς καταστροφή των ανθρώπων. Διότι απουσιάζει η αγάπη, άρα η παρουσία του Θεού. Κι όταν απουσιάζει ο Θεός, τότε τι απομένει; Ο εγωισμός του ανθρώπου και οι πονηρές δυνάμεις που τον διακατέχουν και τον καθοδηγούν. Η ανθρώπινη ιστορία είναι γεμάτη, δυστυχώς, από τέτοιες περιπτώσεις «ζηλωτών», οι οποίοι δεν κατανόησαν το αυτονόητο: ότι αν κάτι σώζει τον άνθρωπο, αν μία προσφορά είναι πράγματι προσφορά, είναι όταν λειτουργεί μέσα στο θέλημα του Θεού, την αγάπη. Η αγία Παρασκευή μάς ανοίγει τά «μάτια» -  ως η αγία της θεραπείας των ματιών  άλλωστε -  και σ’ αυτό. Της είμαστε ευγνώμονες και την παρακαλούμε να πρεσβεύει πάντοτε για όλους. Και μάλιστα για εμάς που την έχουμε «Γερόντισσά» μας. 

                                                                                                                             π. Γ. Δ.


Η Εκκλησία μας έχει να επιδείξει «νέφος μαρτύρων», ανδρών και γυναικών, νέων και γερόντων, ευγενών και ασήμων, πλουσίων και φτωχών, ελευθέρων και δούλων. Είναι οι καλλίμαχοι Μάρτυρες, οι οποίοι κλήθηκαν από τις περιστάσεις, να δώσουν τη μαρτυρία τους για τον Εσταυρωμένο και Αναστάντα Χριστό, ως τον μοναδικό Λυτρωτή του ανθρωπίνου γένους. Τη μαρτυρία τους αυτή επισφράγισαν με απίστευτες ταλαιπωρίες, το αίμα τους, και εν τέλει με την ίδια του τη ζωή. Ένα τέτοιο εύοσμο άνθος της αρχαίας Εκκλησίας είναι η μεγαλομάρτυς και παρθενομάρτυς αγία Παρασκευή.

Γεννήθηκε στη Ρώμη το 2ο μ. Χ. αιώνα, όταν οι σκληροί και απάνθρωποι διωγμοί κατά τον Χριστιανών ήταν σε πλήρη εφαρμογή. Οι ευσεβείς χριστιανοί γονείς της Αγαθόνικος και Πολιτεία, προφανώς ελληνικής καταγωγής, οικονομικά εύποροι και κοινωνικά καταξιωμένοι, μετέδωσαν στην μονάκριβη κόρη τους την ευσέβειά τους και την πίστη στο Σωτήρα Χριστό. 

Την ονόμασαν Παρασκευή, διότι γεννήθηκε την ημέρα της Παρασκευής, κατά την οποία προπαρασκευαζόμαστε για να εορτάσουμε την εβδομαδιαία εορτή της Αναστάσεως του Κυρίου μας, την Κυριακή.

Η ευσεβής κόρη από παιδί άρχισε να μελετά το λόγο του Ευαγγελίου και να προσαρμόζει τη ζωή της στη ζωή του Χριστού, τον Οποίο αγάπησε με όλη τη δύναμη της ψυχής της. Ξεχώριζε δε από τα άλλα κορίτσια της Ρώμης για τον ενάρετο βίο της και την αγνότητά της. 

Σε ηλικία είκοσι ετών έχασε τους γονείς της. Το γεγονός αυτό στάθηκε αφορμή να αλλάξει η πορεία της ζωή της. Το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να μοιράσει την μεγάλη περιουσία της στους φτωχούς και κατόπιν αφιέρωσε τον εαυτό της στη διακονία της Εκκλησίας, ήτοι: στη φιλανθρωπία και την ιεραποστολή. Η ρωμαϊκή εκκλησία της ανέθεσε την κατήχηση στις γυναίκες της Ρώμης. Έμπαινε στις πλούσιες επαύλεις ή τα σπίτια των φτωχών και κήρυττε το Ευαγγέλιο και τις αρχές της χριστιανικής πίστεως με ιδιαίτερο ζήλο και θέρμη. Μετέβαινε συχνά και στα  απομακρυσμένα μέρη, για να μεταστρέψει όσο το δυνατόν περισσότερους στην εν Χριστώ σωτηρία. Η φήμη της έφτασε γρήγορα στις ρωμαϊκές αρχές, οι οποίες είχαν κηρύξει απηνή διωγμό εναντίον των Χριστιανών, από τα χρόνια του θηριώδους Νέρωνα (67 μ. Χ.).

Βρισκόμαστε στα χρόνια του Αντωνίνου Πίου (138-161 μ. Χ.). Οι δραστηριότητες της ευγενούς χριστιανής κόρης έφτασαν ως το ανάκτορο του αυτοκράτορα, ο οποίος έδωσε διαταγή να τη συλλάβουν και να την οδηγήσουν μπροστά του. Η σεμνή και όμορφη αρχοντοπούλα στάθηκε μπροστά στον φανατικό ειδωλολάτρη ηγεμόνα με πρωτοφανές θάρρος. Ο Αντωνίνος εντυπωσιάστηκε από το κάλλος και το θάρρος της Παρασκευής και γι’ αυτό δεν ήθελε να εφαρμόσει το νόμο, που προέβλεπε φρικτά βασανιστήρια σε όσους από τους χριστιανούς δεν ήθελαν να θυσιάσουν στους παγανιστικούς «θεούς» και να κάψουν λιβανωτό στο «θεό» αυτοκράτορα.

Άνοιξε διάλογο μαζί της, ελπίζοντας ότι θα την μετέπειθε και θα αρνιόταν τη χριστιανική πίστη και θα θυσίαζε στα είδωλα και στο δικό του άγαλμα. Προσπάθησε με φτηνές κολακείες και υποσχέσεις να την πείσει. Επίσης επιχείρησε να της εξηγήσει ότι ως Ρωμαίοι, έπρεπε να θυσιάζουν στους «θεούς», δείχνοντας έτσι την ευαρέσκειά τους σ’ αυτούς που τους προστάτευαν. Αλλά η Παρασκευή έμεινε αμετακίνητη στην πίστη της, αντικρούοντας με περισσό θάρρος, διαύγεια πνεύματος και λογικά επιχειρήματα τα λόγια του Αντωνίνου, τονίζοντάς του ότι ο μόνος αληθινός Θεός είναι ο Τριαδικός, τον οποίο μας αποκάλυψε ο σαρκωμένος Υιός Του.

Η στάση της και τα λόγια της εξόργισε τον αυτοκράτορα, ο οποίος, βλέποντάς την αμετάπειστη, έδωσε εντολή να τη βασανίσουν, ελπίζοντας ότι δε θα άντεχε τα μαρτύρια και θα αρνιόταν την πίστη της. Φοβεροί δήμιοι ειδωλολάτρες εφάρμοζαν φρικτά μέσα βασανισμών κατά των χριστιανών. Στην αρχή της έβαλαν πυρακτωμένη περικεφαλαία στο κεφάλι. Η αγία δε λύγισε και υπόμεινε καρτερικά τους αφόρητους πόνους του εγκαύματος. Μετά την έκλεισαν σε σκοτεινή φυλακή, απομονώνοντάς την από τις άλλες χριστιανές γυναίκες. Το δεσμωτήριό της το μετέβαλλε σε τόπο προσευχής και δοξολογίας του Θεού. Άγγελος Κυρίου κατέβηκε τη νύχτα και την ελευθέρωσε. Αλλά δεν άργησε να συλληφθεί και πάλι και να οδηγηθεί ενώπιον του αυτοκράτορα, όπου αντέκρουσε ξανά με περισσότερο θάρρος και ψυχική δύναμη τις κολακείες και τις απειλές του. Τότε διέταξε να την ρίξουν σε λέβητα με καυτό λάδι. Ο Θεός όμως την προστάτεψε και δεν κάηκε μέσα στο λάδι που κόχλαζε! Ο αυτοκράτορας νόμισε πως δεν έκαιγε το λάδι, πλησίασε στον λέβητα να δει και τυφλώθηκε από τις πύρινες αναθυμιάσεις. Η αγία τον θεράπευσε θαυματουργικά και γι’ αυτό θεωρείται προστάτιδα των ματιών. Ο Αντωνίνος την άφησε ελεύθερη και σταμάτησε τους διωγμούς!

Ύστερα από λίγο καιρό πέθανε ο Αντωνίνος και τον διαδέχτηκε ο Μάρκος Αυρήλιος (161-180 μ. Χ.). Αν και στωικός φιλόσοφος, συνέχισε με την ίδια μανία και αυτός τους διωγμούς εναντίον των χριστιανών. Από τους πρώτους χριστιανούς που συνέλαβαν ήταν η Παρασκευή. Έδωσε εντολή σε δύο έπαρχους, τον Ασκληπιό και τον Ταράσιο να τη βασανίσουν  με αγριότητα. Ύστερα από φρικτά βασανιστήρια την αποκεφάλισαν. Οι χριστιανοί της Ρώμης με μύριους κινδύνους κατόρθωσαν και πήραν το τίμιο λείψανο της αγίας και το έθαψαν σε κάποια κατακόμβη με τιμές, όπως αρμόζει σε μια ηρωική Μάρτυρα του Χριστού. Η μνήμη της τιμάται στις 26 Ιουλίου.

Αυτοί είναι οι καλλίμαχοι Μάρτυρες της Εκκλησίας μας. Τα εύοσμα άνθη της πίστης και της αγνότητας. Στις θυσίες και στα αίματά τους θεμελιώθηκε και ανδρώθηκε η Εκκλησία του Χριστού!   

του Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου – Καθηγητού