31 Αυγούστου 2021

Η ΓΡΗΓΟΡΗ ΑΦΕΣΗ ΤΩΝ ΑΜΑΡΤΙΩΝ ΜΑΣ

«Όποιος αποκρούει τον έλεγχο, είτε δίκαιο είτε άδικο, αυτός αρνήθηκε τη σωτηρία του. Ενώ εκείνος που τον δέχεται, είτε με δυσκολία είτε χωρίς δυσκολία, αυτός γρήγορα θα επιτύχει την άφεση των πταισμάτων του» (άγιος Ιωάννης της Κλιμακος, λόγ. δ΄, 38).

Παρακαλάμε καθημερινά για την άφεση των αμαρτιών και των πταισμάτων μας: «Άφες ημίν τα οφειλήματα», λέμε στην προσευχή των προσευχών, το «Πάτερ ημών». Θέλουμε δηλαδή να πετύχουμε τη σωτηρία μας, που έχουμε σωστά κατανοήσει ως ζωντανή σχέση με τον Σωτήρα Χριστό. Και ξέρουμε ότι η άφεση αυτή δίνεται στον βαθμό που και εμείς συγχωρούμε τους άλλους. «Ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Ο Κύριος όμως, οι Απόστολοι, όλοι οι Πατέρες μας, μάς ανοίγουν τα μάτια, γιατί μας εξηγούν ότι για να φτάσουμε σ’ αυτό το σημείο αγάπης ως συγχώρησης όλων των συνανθρώπων μας χρειάζεται η ταπείνωση, η βάση όλων των αρετών. Χωρίς την ταπείνωση, και η όποια πίστη μας και η όποια αγάπη μας είναι ψεύτικες. Είναι καλυμμένος εγωισμός. 

Ποιο είναι το πιο άμεσο κριτήριο για να καταλάβουμε αν βρισκόμαστε στον δρόμο της υψοποιού αυτής αρετής, που συνιστά «το ένδυμα» της θεότητας; Η αντίδρασή μας απέναντι στον έλεγχο, στην άσκηση κριτικής για τη ζωή μας, τα λόγια μας, την εν γένει συμπεριφορά μας. Τι έκανε ο μέγιστος των οσίων Αντώνιος, καθώς ιστορεί το Γεροντικό; Για να δει το πνευματικό επίπεδο ενός θεωρούμενου καλού νεαρού μοναχού που τον επαινούσαν πολύ όλοι, τον πρόσβαλε. Κι όταν είδε ότι αντιδρούσε άσχημα, του επεσήμανε φιλόστοργα: «Πρόσεχε, αδελφέ. Γιατί απέξω φαίνεσαι σαν πόλη ωραία, που τα νώτα της όμως τα λυμαίνονται ληστές».

Ας δούμε λοιπόν το πνευματικό μας επίπεδο κι εμείς από το πώς αντιδρούμε στους όποιους ελέγχους που μας ασκούν, δίκαιους ή άδικους. Αν αντιδρούμε και νιώθουμε αδικημένοι, είμαστε ακόμη πολύ χαμηλά. Αν όμως έχουμε κατανοήσει τη σημασία και την αξία τους – μην εξετάζουμε το ποιόν των επικριτών μας – και είτε με οδύνη είτε με ευκολία τους δεχόμαστε, τότε, ναι! Η σωτηρία μας έχει αρχίσει να ενεργοποιείται στην καρδιά μας. Μακάρι μάλιστα να φτάσουμε στο χαρισματικό σημείο, να θεωρούμε τους ελέγχους και ως επαίνους.

«Παιδί μου, μην είσαι εγωιστής», είπε ένας Γέροντας στον νεαρό υποτακτικό του.  «Γέροντα, δεν είμαι εγωιστής», απάντησε θιγμένος εκείνος. «Και ποια μεγαλύτερη απόδειξη ότι πράγματι είσαι εγωιστής θα μου έδινες», είπε ο Γέροντας, «από την άρνησή σου να δεχθείς ότι είσαι;»

Η ΚΑΤΑΘΕΣΙΣ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΖΩΝΗΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

«Ο υιός του μεγάλου Θεοδοσίου Αρκάδιος, αφού πήρε την τιμία Ζώνη της Υπεραγίας Θεοτόκου από τα Ιεροσόλυμα, που φυλασσόταν εκεί μέχρι τότε μαζί με την τιμία εσθήτα από κάποια παρθένο γυναίκα, και την έφερε στην Κωνσταντινούπολη, την κατέθεσε σε λαμπρή θήκη, την οποία ονόμασε Αγία Σορό. Πέρασαν από τότε τριακόσια δέκα χρόνια και ο Λέων ο βασιλιάς άνοιξε την Αγία αυτή Σορό, για χάρη της συζύγου του Ζωής, που ενοχλείτο από ακάθαρτο πνεύμα και που είχε γίνει άξια θείας οπτασίας, ότι, αν βάλουν την τιμία Ζώνη πάνω της, θα θεραπευτεί. Βρέθηκε λοιπόν η τιμία Ζώνη να λάμπει, σαν να μόλις είχε υφανθεί, και να έχει σφραγίδα με χρυσή βούλλα και κωδίκελλο (δηλαδή σύντομο υπόμνημα), που έλεγε με λεπτομέρεια τον χρόνο, την ινδικτιώνα και την ημέρα, κατά την οποία προσκομίσθηκε η αγία Ζώνη στην Κωνσταντινούπολη, και πώς τοποθετήθηκε μέσα στη θήκη από τα χέρια του βασιλιά, η οποία σφραγίστηκε από αυτόν. Αυτήν (την τιμία Ζώνη) τότε ο βασιλιάς Λέων την ασπάστηκε και διά της χειρός του Πατριάρχη εκείνης της εποχής, την άπλωσε πάνω από τη βασίλισσα, οπότε και η Αγία Ζώνη την ελευθέρωσε από το νόσημά της. Τότε όλοι, αφού δόξασαν τον Σωτήρα Χριστό και απέδωσαν ευχαριστήριους ύμνους στην Πάναγνο Μητέρα Του, κατέθεσαν την αγία Ζώνη στην Αγία Σορό, στην οποία και προϋπήρχε».

Ο μήνας Αύγουστος είναι πράγματι ο μήνας της Υπεραγίας Θεοτόκου. Όχι μόνον γιατί καταυγάζεται από την ένδοξη Κοίμηση και Μετάστασή Της στα χέρια του Κυρίου και Θεού της, αλλά και για την εορτή της καταθέσεως της τιμίας Ζώνης της. Οι δύο αυτές εορτές, οι οποίες σφραγίζουν τον μήνα, η μεν πρώτη το πρώτο ήμισυ (15 Αυγούστου), η δε δεύτερη το δεύτερο (31 Αυγούστου), δεν θεωρούνται ξεχωριστά από την Εκκλησία μας, αλλά συνάπτονται και συν- ορώνται ως κάτι το ενιαίο. Και διότι αναφέρονται και οι δύο στο πάντιμο πρόσωπο της Θεοτόκου, και διότι η δεύτερη, μολονότι επιφανειακά είναι κάτι διαφορετικό από την Κοίμηση, αποτελεί επιβεβαίωση της πίστεως της Εκκλησίας για τη συνεχή παρουσία της Παναγίας στον κόσμο μας, ως σκέπης, προστασίας και ασφάλειάς μας. Με άλλα λόγια, ό,τι εξαγγέλλει το απολυτίκιο της Κοιμήσεως: «εν τη κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες, Θεοτόκε», το βλέπουμε να πραγματοποιείται στη σημερινή εορτή: η Παναγία μας μάς άφησε τη Ζώνη της και την εσθήτα της, ως μία αδιάκοπη υπενθύμισή της,  αλλά και αισθητή παρουσία της μέσα από δικά της αντικείμενα.

Η παραπάνω εκτίμηση της συν-όρασης των δύο εορτών,  δηλαδή κατά κάποιο τρόπο της υπόσχεσης και της υλοποίησης, δεν είναι αυθαίρετη ούτε καρπός ενός αφαιρετικού συλλογισμού. Συνιστά πεποίθηση της Εκκλησίας, η οποία το ζει και το υμνολογεί στην ακολουθία της ημέρας (ωδή δ΄): «Ήρθης προς φως άδυτον μεταχωρήσασα. Έλιπες δε τοις σε μακαρίζουσιν, αντί του σώματός σου Αγνή, την τιμίαν Ζώνην». Δηλαδή: Αναχώρησες από τον κόσμο αυτό και ανέβηκες (με την κοίμησή σου) στο παντοτινό φως (της Βασιλείας του Υιού σου), Αγνή, άφησες όμως σε μας που σε μακαρίζουμε, αντί του σώματός σου, την τιμία (σου) Ζώνη. Και αλλού (ωδή ζ΄ ): «Η πάντων βασίλισσα προς ουρανίους σκηνάς απαίρουσα, καταλέλοιπεν όλβον, τη βασιλίδι πασών των πόλεων, την ταύτης Ζώνην». Δηλαδή: Η βασίλισσα όλων (η Θεοτόκος), καθώς ανέρχεται στις ουράνιες σκηνές, άφησε θησαυρό στη βασίλισσα των πόλεων (την Κωνσταντινούπολη), τη Ζώνη της.

Ποια η αιτία της σχεδόν ταυτίσεως της Ζώνης (αλλά και της εσθήτος) της Παναγίας με την ίδια την Παναγία; Βεβαίως, κατά πρώτον, το γεγονός ότι την φορούσε Εκείνη, η οποία είχε τόση χάρη και περίσσια χάρης Θεού, ώστε μεταγγιζόταν η χάρη αυτή και στα ρούχα της και σε όλα τα αντικείμενά της. «Την τιμίαν σου Ζώνην, τιμητικώς άπαντες…περιπτυσσόμεθα, τιμήν υπάρχουσαν, πάντων πιστών, Θεοτόκε, ως τω υπερτίμω σοτυ, ψαύσασα σώματι». Όλοι ανεξαιρέτως αγκαλιάζουμε με τιμή την τιμία σου Ζώνη, που είναι η τιμή όλων των πιστών, διότι άγγιξε το υπέρτιμο σώμα σου. «Τιμήσωμεν οι πιστοί, ως συναφείας προς Θεόν σύνδεσμον, την της Αγνής σήμερον Ζώνην, και πιστώς προσκυνήσωμεν». Ας τιμήσουμε σήμερα οι πιστοί τη Ζώνη της Αγνής (Θεοτόκου), σαν σύνδεσμο σχέσεως προς τον Θεό, και ας την προσκυνήσουμε με πίστη.

Κι είναι γνωστή η διδασκαλία της Εκκλησίας μας επ’  αυτού: τα υλικά πράγματα αγιάζονται από τον άγιο που τα έχει -  κάτι που δικαιολογεί τη γενική τιμή των αντικειμένων όλων των αγίων, πολύ περισσότερο των ιερών λειψάνων τους – όπως το επισημαίνουμε μεταξύ των άλλων και στην εορτή της Μεταμορφώσεως του Κυρίου, κατά την οποία και τα ενδύματά Του έλαμψαν κι έγιναν πιο λευκά και από το χιόνι, αλλά και σε άλλα περιστατικά από την αγία ζωή Του, που και το άγγιγμα των ενδυμάτων Του έφερε ως αποτέλεσμα τη θεραπεία από όλες τις ασθένειες (π.χ. το περιστατικό με την αιμορροούσα γυναίκα). Κι είναι τούτο μία κραυγαλέα διακήρυξη του πόσο και η ύλη εξαγιάζεται με τον ερχομό του Χριστού, μετέχοντας και αυτή στη διαδικασία σωτηρίας του ανθρώπου. Πρόκειται για έναν υλισμό της Εκκλησίας, όπως έχει τονιστεί, που υπερβαίνει οποιοδήποτε δυαλισμό που δαιμονοποιεί την ύλη και καταρρίπτει οποιοδήποτε μύθο περί πνευματοκρατίας και ιδεολογίας της χριστιανικής πίστεως. Ο Χριστός σώζει ολόκληρο τον άνθρωπο, με την ψυχή και το σώμα του, και μαζί με αυτόν ολόκληρη τη δημιουργία.

Ο υμνογράφος όμως, ως στόμα της Εκκλησίας, φρίττοντας μπροστά στο μυστήριο που περικλείει, αναφέρει και άλλον λόγο για την τιμή της αγίας Ζώνης, πέραν της ψαύσεως του αγίου σώματος της Παναγίας: την ψαύση, κατά κάποιον τρόπο, και του σώματος του ίδιου του Χριστού. Πώς; Ζωσμένη η Παναγία την εν κυήσει κοιλιά της με τη ζώνη της, έζωνε κατ’  επέκταση και τον Υιό και Θεό της. «Η ση, άχραντε Δέσποινα, σεβασμία και τιμία σορός, Ζώνην κατέχει την αυτόν, τον νομοθέτην εν σοι, συγκατασχούσαν. Φρικτόν το μυστήριον!» Άχραντε Δέσποινα, η σεβάσμια και τίμια σορός σου κατέχει τη Ζώνη σου, η οποία συγκρατούσε τον ίδιο τον νομοθέτη (Θεό) μέσα στη μήτρα σου. Φρίττουμε για το μυστήριο! Γι’  αυτό και ο ποιητής λαμβάνει αφορμή, με την εορτή, για να εξαγγείλει όχι μόνον όλες τις χαρές που προχέονται από τα άγια αντικείμενα της Παναγίας, όπως συνέβη και με τη βασίλισσα Ζωή, αλλά και το ύψος της αγιότητας Εκείνης.

Ως καλός θεολόγος μάλιστα και γνώστης όλης της θείας οικονομίας βλέπει στο πρόσωπο της Θεοτόκου να πραγματοποιούνται όλες οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης περί του Ιησού Χριστού ως Λυτρωτή του κόσμου. Η Παναγία δηλαδή αποτελεί Εκείνην την οποία προτυπώνουν, για παράδειγμα, ο Παράδεισος της Εδέμ, η Θεία Νεφέλη που περιέσκεπε τους Ισραηλίτες στην έρημο, η Κιβωτός της Διαθήκης με τις πλάκες του Νόμου, η ράβδος του Ααρών που βλάστησε, η στάμνα με το μάννα. Αλλά και από την άλλη εξαγγέλλει ότι για να δει κανείς και πολύ περισσότερο να γευτεί τις χάρες και τα θαυμάσια που σαν ποταμοί ρέουν από τη Ζώνη της Θεοτόκου, απαιτείται η πίστη του ανθρώπου, ο ένθεος πόθος του για την Παναγία, η διάθεσή του για μετάνοια. «Πιστώς προσκυνήσωμεν» (ας προσκυνήσουμε με πίστη) είναι η διαρκής προτροπή του, «η τιμία Ζώνη σου, πανύμνητε, γέγονε μεγίστης εορτής, Θεοτόκε, τοις θερμώς σε ποθούσιν υπόθεσις» (η τιμία Ζώνη σου, πανύμνητε Θεοτόκε, έγινε υπόθεση μεγίστης εορτής γι’  αυτούς που σε ποθούν θερμά)  είναι η διαπίστωσή του, «φιλίας με  δολίας της των παθών, και εχθρού καθ’  εκάστην πειράζοντος…τω σω προσπεφευγότα ελέει διά τάχους, ως συμπαθής Αγνή απάλλαξον» (καθώς με πειράζει η δόλια φιλία των παθών μου και καθημερινά ο εχθρός διάβολος… απάλλαξέ με λόγω της αγάπης σου, Αγνή, γρήγορα, εμένα που προσφεύγω στο έλεός σου) είναι η σεμνή και ταπεινή προσευχή του.

30 Αυγούστου 2021

ΠΩΣ ΧΑΝΟΝΤΑΙ ΟΛΑ ΣΕ ΜΙΑ ΣΤΙΓΜΗ!

«Με πολύ κόπο και μόχθο θα αποκτήσουμε καλό ήθος και καλή εσωτερική κατάσταση. Είναι όμως δυνατόν εκείνο που με πολύ κόπο κατορθώσαμε, να το χάσουμε μέσα σε μία στιγμή. Διότι «φθείρουσιν ήθη χρηστά ομιλίαι κακαί» (Α´ Κορ. ιε´ 33) (διαφθείρουν τα καλά ήθη οι κακές συναναστροφές), κοσμικές και συγχρόνως άκοσμες» (άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. γ´ 33).

Έχουμε πάρει τη δύναμη από το άγιο βάπτισμα να ζήσουμε σαν τον ίδιο τον Κύριο. Να φτάσουμε στο χαρισματικό σημείο να λέμε σαν τον απόστολο Παύλο:  «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη εν εμοί Χριστός». Αλλά από την άλλη βλέπουμε ότι βρισκόμαστε συχνά σε έξαψη του εγωισμού μας, δηλαδή νιώθουμε τις φιλόσαρκες τάσεις μας, τις κενόδοξες και υπερήφανες σκέψεις μας, την τυφλή επιθυμία μας κάποιες φορές να αποκτήσουμε πράγματα και χρήματα που δεν τα έχουμε αληθινά ανάγκη, την έλλειψη της αγάπης μας προς τον πλησίον μας. Μην απορήσουμε:  είναι γιατί ακόμη σ᾽ αυτόν τον κόσμο που βρισκόμαστε εξακολουθεί και λειτουργεί ο παλαιός άνθρωπος «συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις». Οπότε παλεύουμε, και με τη χάρη του Θεού, παρόλες ίσες τις πτώσεις, σιγά σιγά στερεωνόμαστε πνευματικά, και με κόπο και μόχθο αποκτάμε ένα χριστιανικό τρόπο ζωής και μία εσωτερική γαλήνη που μας κάνει να χαιρόμαστε.

Μην επαναπαυτούμε ποτέ. Μην πούμε με τον λογισμό μας «πάω καλά και δεν υπάρχει περίπτωση να πέσω». Γιατί η πίστη είναι πάντοτε «αεί σχοινοβατείν», περπατάμε αδιάκοπα σε τεντωμένο σχοινί. Σε μία στιγμή μπορεί να τα χάσουμε όλα. Κι αυτό που μπορεί αμέσως να μας  τραβήξει κάτω, χωρίς ίσως να το πάρουμε είδηση, είναι ν᾽ αρχίσουμε να συναναστρεφόμαστε κοσμικούς ανθρώπους, ανθρώπους δηλαδή που έχουν κοσμικό φρόνημα:  χωρίς αίσθηση της παρουσίας του Θεού, χωρίς επίγνωση της χριστιανικότητάς τους, χωρίς το κόσμημα της αρετής στην ύπαρξή τους. 

Η παροιμία το υπενθυμίζει:  «Δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι». Αυτός που συναναστρεφόμαστε αυτός και θα γίνει το επίπεδό μας. Δεν κολλάει υγεία ο άρρωστος, αλλά ο υγιής την αρρώστια. Το απόφθεγμα του Γεροντικού μάς το λέει και αντίστροφα:  «Θέλεις να αποκτήσεις φόβο Θεού;  Προσκολλήσου σε άνθρωπο που έχει φόβο Θεού».

Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

«Ο άγιος Αλέξανδρος γεννήθηκε περί το 240 μ.Χ. και έγινε γνωστός για πρώτη φορά από τη συμμετοχή του στην Α´ Οικουμενική Σύνοδο (325 μ.Χ.), εκπροσωπώντας ως πρεσβύτερος τον αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως άγιο Μητροφάνη, ο οποίος αδυνατούσε να παρευρεθεί λόγω γήρατος. Τον άγιο Αλέξανδρο, προχωρημένο και αυτόν στην ηλικία, πρότεινε ο άγιος Μητροφάνης ως διάδοχό του στον αυτοκράτορα Μέγα Κωνσταντίνο, κάτι που έγινε, οπότε και μένοντας στο αξίωμα πια του αρχιεπισκόπου επ᾽ αρκετόν, ετελεύτησε σε ηλικία 98 ετών. Αγωνίστηκε πάρα πολύ για την ορθόδοξη πίστη και μάλιστα για όσα απεφάσισε η Α´ Οικουμενική Σύνοδος κατά της αίρεσης του αρειανισμού, ενώ αντιμετώπισε τον ίδιο τον αιρεσιάρχη Άρειο στα μετά την καταδίκη του. Προσευχόμενος μάλιστα έντονα να δώσει λύση ο Κύριος στην επάνοδο του Αρείου, είδε αυτός και όλοι στην Κωνσταντινούπολη ότι τελικώς ο Άρειος έτυχε κακού τέλους, τέτοιου που έκανε μεγάλη αίσθηση και έμεινε στη μνήμη των ανθρώπων για πολύ καιρό. Εκτός από τους αγώνες του για την ορθοδοξία, έδρασε και στον τομέα της ιεραποστολής, όπως και άφησε παράδειγμα αρίστου ποιμένος στην Εκκλησία. Η δύναμη του λόγου του και της προσευχής του ήταν μεγάλη, όπως είπαμε,  κάτι που επίσης φάνηκε και σε έναν διάλογο με φιλοσόφους αιρετικούς, κατά τον οποίο, πριν ξεκινήσει την ομιλία του ένας φιλόσοφος, ο άγιος του είπε: ῾Στο όνομα του Χριστού, να μην μπορείς να πεις λέξη᾽. Και ώ, του θαύματος! Το στόμα του φιλοσόφου κλείστηκε, μη μπορώντας να αρθρώσει ούτε λέξη. Στη μνήμη της Εκκλησίας ο άγιος Αλέξανδρος έμεινε ως σημείο αναφοράς πίστεως και αγίας ζωής, γεγονός που επισημαίνει αργότερα και ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος σε ομιλία του, λέγοντας ότι τον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως κόσμησαν άνθρωποι σπουδαίοι, σαν τον σήμερα εορταζόμενο άγιο». 

Ο άγιος Αλέξανδρος μπορεί να μην ανήκει στους οικουμενικούς πατέρες και δασκάλους της Εκκλησίας, σαν τον άγιο Αθανάσιο, τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, τον άγιο Βασίλειο κλπ., όμως αποτελεί και αυτός αστέρα πρώτου μεγέθους στο στερέωμα της Εκκλησίας. Ήδη στο συναξάρι του προηγουμένως αναφέρθηκε η δύναμη του λόγου του και η αγία βιοτή του, κι αυτό σημαίνει ότι μπορεί να μην ήταν από αυτούς του Πατέρες που έδωσαν άμεσα και με έκτακτο φωτισμό του αγίου Πνεύματος τη λύση στα δογματικά προβλήματα της Εκκλησίας, όμως ήταν από εκείνους που με φωτισμό του ίδιου Πνεύματος κατανόησαν αμέσως και διέκριναν την πλάνη από την αλήθεια, την οποία έπειτα υπερασπίστηκαν με πάθος και ζήλο. Ο αγώνας του για την αλήθεια της πίστεως είχε επίγνωση ότι ήταν αγώνας για τη διακράτηση του αληθινού Χριστού, άρα για τη σωτηρία του ανθρώπου: την ένταξη του ανθρώπου στο σώμα Εκείνου, την πραγματική δηλαδή παρουσία του Θεού στη ζωή του ανθρώπου.

Προϋπόθεση του φωτισμού του για τη διάκριση της πλάνης από την αλήθεια ήταν ο όλος πνευματικός του αγώνας. Ο άγιος Αλέξανδρος δεν έφτασε σ᾽ αυτό το σημείο φωτισμού ξαφνικά και ῾ως έλαχε᾽. Κατά τον άγιο υμνογράφο του ῾μυστιπόλος της άνω, υπερθέου Τριάδος ώφθης πανένδοξε, αγνώς ταύτην λατρεύων᾽, δηλαδή φάνηκες πανένδοξε, να ζεις στην καρδιά σου την υπέρθεη αγία Τριάδα, λατρεύοντάς την με τρόπο αγνό, που σημαίνει ότι ο άγιος βρισκόταν διαρκώς πάνω στις εντολές του Κυρίου, με αποτέλεσμα να έχει γίνει κατοικητήριο του Θεού, αναπέμποντας διαρκώς ύμνους και δοξολογίες προς Αυτόν. Μόνον ένας που ζει με αδιάκοπη προσευχή και τηρεί τον νόμο του Θεού, φωτίζεται έντονα από Αυτόν, ώστε να έχει το χάρισμα της διακρίσεως. Κι αλλού ο ποιητής θα τονίσει με άλλον τρόπο την παραπάνω αλήθεια: ῾Έννομος γενόμενος, ο θείος όντως φοιτητής σου, και σοις ζωηφόροις λόγοις, πειθαρχήσας Αλέξανδρος, Ιεράρχης πεφηνώς, Κύριε, όσιος, πράος, σώφρων, νυν επαξίως μακαρίζεται᾽. Κύριε, ο Αλέξανδρος, ο πράγματι θείος φοιτητής σου, που ζούσε σύμφωνα με τον νόμο σου και πειθαρχούσε στα δικά σου ζωηφόρα λόγια, αποδείχτηκε Ιεράρχης όσιος, πράος, σώφρων, γι᾽ αυτό και τώρα μακαρίζεται επάξια.

Ο άγιος Αλέξανδρος αποτελεί παράδειγμα για τους πιστούς,  όπως όλοι βεβαίως οι άγιοι, ιδιαιτέρως όμως για την εποχή μας, εποχή υποχώρησης στην πίστη, με έντονα τα σημάδια γι᾽ αυτό του ατομισμού, της δειλίας και της ανασφάλειας. Η μεγάλη του πίστη, το θάρρος και ο ζήλος του για την ομολογία της πίστεως αυτής, συνδυασμένα όμως με την αγία ζωή του, ζωή αγάπης προς τον συνάνθρωπο -  πρότυπο καλού ποιμένος, είπαμε, ήταν άλλωστε – τον κάνουν ορόσημο για εμάς. Κατεξοχήν δε αποτελεί παράδειγμα η έκφραση της ζωντανής πίστεώς του, με την  αδιάλειπτη και ζωντανή προσευχή του. Στον άγιο Αλέξανδρο, μάλλον και σ᾽ αυτόν τον άγιο, διαπιστώνουμε ό,τι ο ίδιος ο Κύριος είχε υποσχεθεί: ῾εάν μείνητε εν εμοί, και τα ρήματά μου εν υμίν μείνη, ο εάν θέλητε αιτήσασθε, και γενήσεται υμίν᾽. Να μένουμε ενωμένοι με τον Χριστό, ως μέλη Του μέσα στην αγία Του Εκκλησία, να κρατάμε τις άγιες εντολές Του, και θα βλέπουμε την παντοδυναμία του Χριστού να διοχετεύται και σε εμάς, όπως και στον άγιο σήμερα.

29 Αυγούστου 2021

ΜΗΝ ΕΡΕΘΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΟΡΕΞΗ ΜΑΣ...

«Απόφευγε σαν μάστιγα τους τόπους των πτώσεων. Διότι όταν δεν υπάρχει εμπρός μας ένα οπωρικό, δεν ερεθίζεται και τόσο η όρεξή μας» (άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. γ´, 10)

«Εκ του οράν το εράν», από την όραση πηγάζει η επιθυμία. Ένα παλιό γνωμικό που καταγράφει αυτό που συμβαίνει με την ανθρώπινη φύση:  αυτό που έχουμε μπροστά μας, προκαλεί την επιθυμία μας για να το γευθούμε. Κι όχι μόνο η όραση, κατεξοχήν βεβαίως αυτή, αλλά και οι άλλες αισθήσεις:  προκαλούμενες εξάπτουν την επιθυμία στον άνθρωπο. Εκεί δεν στηρίζεται και όλη η επιστήμη με τις διαφημίσεις;  Μας φέρνουν το προϊόν μπροστά μας, με ωραίο περιτύλιγμα, εξωραϊσμένο στο ανώτερο δυνατό, ολοζώντανο, ντυμένο και με την κατάλληλη μουσική, και χωρίς να το χρειαζόμαστε μας προκαλούν να το πάρουμε, να το δοκιμάσουμε. Μας κάνουν να το θεωρούμε απαραίτητο στη ζωή μας.

Μην υπερτιμάμε λοιπόν τις δυνάμεις μας. Απαιτείται αυτοσυγκράτηση σε όλα: στα μάτια πρώτα και σε όλες τις αισθήσεις έπειτα. Και ιδίως, εκεί που έχει υπάρξει πτώση, δεν πρέπει να ξαναβρεθούμε. Ή αν βρεθούμε εξ ανάγκης, να είμαστε σε επιφυλακή.

Ισχύει όμως και το αντίστροφο: αφού προκαλούμαστε στην επιθυμία μας με την όρασή μας και με ό,τι μας φέρνει στη μνήμη ο τόπος μιας πτώσεως, ας επιλέγουμε εκείνους τους τόπους, εκείνες τις καταστάσεις, εκείνους τους ανθρώπους, που μας προκαλούν στο αγαθό. Έλεγε ο άγιος Επιφάνιος ότι και μόνη η θέα της Αγίας Γραφής για παράδειγμα μας ωθεί στο αγαθό. Πόσες φορές μία εικόνα του Χριστού, της Παναγίας, ενός αγίου δεν μας έκαναν να θελήσουμε να προσευχηθούμε;  Πόσες φορές ένας αγιασμένος τόπος:  ένας ναός, ένα μοναστήρι, δεν μας οδήγησαν σε κατάνυξη;  Κι ακόμη:  πόσες φορές η συνάντηση με έναν γνήσιο άνθρωπο του Θεού δεν μας έδωσε την αφορμή μετανοίας μας και εσωτερικής αλλαγής;

ΝΑ ΓΕΜΙΣΕΙ ΚΑΘΕ ΦΑΡΑΓΓΙ ΚΑΙ ΝΑ ΜΙΚΡΥΝΕΙ ΚΑΘΕ ΒΟΥΝΟ!

Με τον τρισμέγιστο άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο επιβεβαιώνεται με τον πιο ανάγλυφο τρόπο αυτό που ο λόγος του Θεού, είτε στην Παλαιά είτε στην Καινή Διαθήκη, εξαγγέλλει: πρώτον, ο σκοπός του ανθρώπου είναι να βρίσκεται αδιάκοπα σε ζωντανή σχέση με τον Θεό λόγω της κατ’  εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Εκείνου δημιουργίας του∙ δεύτερον, ο άνθρωπος πρέπει να συνεργαστεί με τον Δημιουργό του για να παραμένει μαζί Του, αγωνιζόμενος να εξαλείφει κάθε τι από την καρδιά του που εμποδίζει την παρουσία Εκείνου. Και να η απόδειξη∙ ήδη ο προφήτης Ησαῒας, οκτακόσια χρόνια προ Χριστού και προ της εμφανίσεως του αγίου Προδρόμου, προφητεύει: «θα έλθει ένας απεσταλμένος από τον Θεό που θα είναι μία φωνή που θα φωνάζει στην έρημο: ετοιμάστε την οδό του Κυρίου, κάντε ίσια τα μονοπάτια που θα διαβεί. Κάθε φαράγγι ας γεμίσει και κάθε όρος και βουνό ας μικρύνει για να γίνει ομαλό το έδαφος. Και τότε κάθε άνθρωπος, έχοντας εξομαλύνει το έδαφός του, θα δει την παρουσία του Θεού και τη σωτηρία που προσφέρει στη ζωή του».

Είναι ευνόητο ότι ο προφήτης αναφέρεται, όπως σημειώνουμε, στις εσωτερικές προϋποθέσεις του ανθρώπου: η καρδιά του καθενός είναι γεμάτη από βαθουλώματα και από εξογκώματα, από μειονεξίες και από αλαζονίες και υπερηφάνειες λόγω της διάβρωσης από την αμαρτία – συνιστά άβυσσο ο κόσμος του κάθε ανθρώπου. Και απαιτείται η συνεργασία του ανθρώπου με τον Θεό για να επέλθει η συνάντησή τους. Ο μεν Θεός ποθεί βαθύτατα να είναι με τον άνθρωπο και παρέχει τη χάρη Του γι’  αυτό – η παρουσία του ενανθρωπήσαντος Θεού μας Ιησού Χριστού είναι η μεγαλύτερη απόδειξη -  ο δε άνθρωπος πρέπει ελεύθερα να αποδεχτεί την προσφερομένη χάρη.

Και τι κάνει αυτή η χάρη του Τριαδικού Θεού που κατεξοχήν δίνεται εν Χριστώ με το άγιο βάπτισμα και επιτείνεται με τα άλλα μυστήρια της Εκκλησίας, ιδίως με τη Θεία Ευχαριστία; Αποδεσμεύει τον άνθρωπο από τα δεσμά της αμαρτίας, τα οποία λειτουργούν ως φυλακή και παραλυσία για τη θέλησή του. Ο χριστιανός μπορεί να κινηθεί προς τον Χριστό, να ζήσει τη χάρη Του, μαζί με Εκείνον να ξεριζώσει το κακό και να φυτεύσει το καλό. Κι ο τρόπος είναι ένας: ο άνθρωπος να τηρεί τις άγιες εντολές του Κυρίου. Αυτό είναι το μεγαλείο του πιστού ανθρώπου: όσο είναι προσανατολισμένη η θέλησή του εκεί που παραπέμπει το θέλημα του Θεού, τόσο εξομαλύνονται τα πάντα μέσα στην ύπαρξή του, την ψυχή και την καρδιά του, τη διάνοια και την όποια δύναμή του ακόμη και του σώματος – οι εντολές του Θεού φτιάχνουν χώρο για να λειτουργεί η χάρη του Θεού. Οπότε ο πιστός βρίσκεται σε κοινωνία προσωπική με τον Χριστό επιτυγχάνοντας τον σκοπό του την κάθε ώρα και την κάθε στιγμή. Ο άνθρωπος έχει γίνει και διαρκώς γίνεται ένας «εν ετέρα μορφή»  Χριστός.

28 Αυγούστου 2021

ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΟΜΗΣ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ

 

 «Για τον άγιο Ιωάννη έχει μαρτυρηθεί από τον ίδιο τον Κύριο ότι υπήρξε ο μεγαλύτερος από όλους τους ανθρώπους και περισσότερο από  προφήτης. Είναι αυτός που σκίρτησε ήδη μέσα από τη γαστέρα της μητέρας του και κήρυξε και στους ανθρώπους εδώ, αλλά και στον Άδη. Ήταν υιός του αρχιερέα Ζαχαρία και της Ελισάβετ, γεννημένος από υπόσχεση του αρχαγγέλου Γαβριήλ. Η αποτομή της τιμίας κεφαλής του έγινε από τον Ηρώδη, λόγω της παράνομης σχέσης που είχε αυτός με την Ηρωδιάδα. Ο άγιος Ιωάννης ήταν αυτός που είχε αγιωσύνη ήδη από την κοιλία της μητέρας του, που είχε ως κατοικία του την αγνότητα, που ακολούθησε τη σωφροσύνη, που άσκησε τη νηστεία, που απομακρύνθηκε από κάθε ανθρώπινη συναναστροφή και έκανε πόλη του την έρημο, που ζούσε με τα θηρία, έχοντας ως ένδυμα τρίχες καμήλου και δερμάτινη ζώνη στη μέση του, που έτρωγε σαν πουλάκι του ουρανού, ενώ μελετούσε διαρκώς τον νόμο του Θεού, χάριν του οποίου και φυλακίστηκε, θεωρώντας τη φυλάκισή του ως κάτι δεύτερο και μηδαμινό. Ήταν αυτός που ξεπέρασε τους όρους της φύσεως και βάπτισε τον απόλυτα καθαρό και αμόλυντο και πέραν από κάθε φύση Χριστό. Λοιπόν ο πολύ ακόλαστος Ηρώδης, τετράρχης του Ιουδαϊκού εδάφους, ήθελε να έλθει σε γάμο με τη γυναίκα του αδελφού του Φιλίππου. Από θείο ζήλο λοιπόν κινούμενος ο Προφήτης και με όπλο την αλήθεια, έλεγε προς τον τύραννο: ῾Δεν σου επιτρέπεται να έχεις τη γυναίκα του αδελφού σου Φιλίππου᾽. Γι᾽ αυτόν τον λόγο, η μανιώδης γυναίκα παρέσυρε τον εραστή της, ώστε να φυλακίσει τον άγιο. Λοιπόν: όταν τελούνταν τα γενέθλια του Ηρώδη και το πολύ και παρωθητικό προς φιληδονία κρασί τον είχαν οδηγήσει σε παραφροσύνη, γίνεται χορός ενός πορνιδίου, με τίμημα τον φόνο του Προφήτη. Αμέσως λοιπόν έφεραν σε πιάτο την κεφαλή του Δικαίου, η οποία και παραδόθηκε στη μοιχαλίδα γυναίκα, ενώ ακόμη έσταζε το αίμα, και η οποία δεν έπαυε, έστω και έτσι, να κηρύσσει τα ίδια. Αυτά πραγματοποιήθηκαν στη Σεβαστή, μία πόλη που απείχε από τα Ιεροσόλυμα δρόμο μίας ημέρας. Εκεί και ο τετράρχης που ηγεμόνευσε μετά από εκείνον, έφτιαξε τα ανάκτορα, εκεί έγινε και η γιορτή, που οδήγησε στο θάνατο του προφήτη. Εκεί αποκρύφθηκε και το άγιο σώμα του προφήτη, το οποίο μάζεψαν οι δικοί του μαθητές».

Με την αποτομή της κεφαλής του αγίου Ιωάννου η Εκκλησία μας εξαγγέλλει δύο κυρίως πράγματα: Πρώτον, όπως συμβαίνει σε κάθε βεβαίως εορτή του αγίου Ιωάννου, τη μεγάλη αγιότητά του. Δεν προσφέρουμε κάτι καινούργιο, αν υπενθυμίσουμε ότι ο άγιος Ιωάννης υπερακοντίζει κατά πολύ τα μέτρα και των μεγάλων αγίων ακόμη της Εκκλησίας μας - μόνον η Παναγία Μητέρα του Κυρίου θεωρείται από την Εκκλησία ως μεγαλύτερη ακόμη και από εκείνον. Διότι πρόκειται για «την τιμιωτέραν των Χερουβίμ και την ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφίμ». Και δικαιολογημένα: υπήρξε το καλύτερο άνθος της ανθρωπότητας, αφού δι᾽ αυτής εισήλθε στον κόσμο ως άνθρωπος ο ίδιος ο Θεός. Αλλά τα περί αγιότητας του αγίου Ιωάννου συνιστούν περίσσια λόγων, όταν έχουμε εκφρασμένη τη γνώμη του ίδιου του Θεού μας, του Κυρίου Ιησού Χριστού: «μεγαλύτερο και σπουδαιότερο άνθρωπο από τον Ιωάννη δεν γέννησε γυναίκα»! Κι αυτό σημαίνει ότι ο άγιος Ιωάννης έχει τεράστια παρρησία ενώπιον του Θεού ώστε να πρεσβεύει υπέρ ημών, είναι λοιπόν συμφέρον μας να τον επικαλούμαστε συχνά-πυκνά, αυτόν που λόγω της μεγάλης χάρης του Θεού που έχει τρέφει και ιδιαίτερη αγάπη προς τον λαό του Θεού. Άλλωστε ο βαθμός αγιότητας ενός αγίου από αυτό φαίνεται: από το πόσο αγαπά τον άνθρωπο και συμπάσχει στα διάφορα και ποικίλα προβλήματά του.

Δεύτερον, με τη μνήμη της αποτομής της κεφαλής του αγίου, η Εκκλησία μας τονίζει το μέγεθος της ανθρώπινης άνοιας και φρενοβλάβειας, καθώς το βλέπουμε στα πρόσωπα του Ηρώδη, κυρίως όμως της Ηρωδιάδας και της κόρης της Σαλώμης. Ο υμνογράφος πράγματι αδυνατεί να κατανοήσει λογικά αυτό που συνέβη: ο πλέον αξιοσέβαστος σε όλον τον Ισραήλ, αυτός τον οποίο φοβούνταν και οι άρχοντες, αυτός στον οποίο έκλιναν ευλαβικό γόνυ και οι άγγελοι, πεθαίνει μαρτυρικά από το ῾καπρίτσιο᾽ μίας νεαράς ελαφρών ηθών και του εγωισμού μίας εξίσου πόρνης γυναίκας, η οποία δεν άντεχε τον λόγο της αλήθειας: τον έλεγχό της, με βάση τον νόμο του Θεού, για τις παρανομίες και τις αμαρτίες της.

 Στις διάφορες μάχες που διεξάγονται, θεωρείται τιμή για έναν μαχητή να πέσει ηρωικά από το όπλο ενός εξίσου σπουδαίου μαχητή. Υπάρχει εκεί πράγματι ένας  ηρωισμός και μία δόξα. Ο Έκτορας, για παράδειγμα, που φονεύθηκε σε μάχη με τον Αχιλλέα. Και η ήττα εκεί ισοδυναμεί σχεδόν με νίκη, γιατί είναι σπουδαίος ο αντίπαλος. Εδώ όμως στον άγιο Ιωάννη; Ο μεγαλύτερος και αγιότερος άνθρωπος ῾πέφτει᾽ από μία άσωτη γυναίκα, που ῾εκβιάζει᾽ τον θάνατό του. Αλλά ίσως και αυτό αναδεικνύει ακόμη περισσότερο τον άγιο Ιωάννη, λόγω της ταπείνωσης που περικλείει.  Σημασία πάντως έχει ότι ο υμνογράφος δεν μπορεί να κατανοήσει τα γενόμενα: «ώ, του παραδόξου θαύματος! Την ιεράν κεφαλήν και αγγέλοις αιδέσιμον, ασελγές ακόλαστον περιέφερε κόριον» (Πόσο μεγάλο είναι το παράδοξο θαύμα! Την ιερά κεφαλή του Προδρόμου και σεβαστή από τους αγγέλους την περιέφερε ένα κοριτσόπουλο ακόλαστο και άσεμνο). «Ώ, της υπέρ νουν εκπλήξεως! Των προφητών η σφραγίς, ο επίγειος Άγγελος, πορνικής ορχήσεως αναδείκνυται έπαθλον!» (Ω, τι έκπληξη πέρα από ό,τι μπορεί να φανταστεί ο νους! Η σφραγίδα των προφητών, ο επίγειος άγγελος, ο Πρόδρομος, αναδεικνύεται έπαθλο ενός πορνικού χορού).

Όντως πρόκειται περί ανοίας και φρενοβλαβείας, μάλλον όμως περί δαιμονοπληξίας. Όταν ο άνθρωπος έχει χάσει τον Θεό από τη ζωή του, τα πάντα τότε μπορεί να τα επιτελέσει. Γίνεται ένας δεύτερος σατανάς.

ΝΑ ΛΕΥΚΑΝΟΥΜΕ ΤΙΣ ΜΕΛΑΝΙΕΣ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΜΑΣ!

«Δήγματι αμαρτίας, μεμελανωμένην την καρδίαν μου, καταλεύκανον Πάτερ, μετανοίας τοις όμβροις, πρεσβείαις σου» (α΄ ωδή κανόνα οσίου Μωυσή Αιθίοπος).

(Πάτερ (Μωυσή), διά των πρεσβειών σου, κάνε κατάλευκη, με τα δάκρυα της μετανοίας μου, την καρδιά μου, που είναι κατάμαυρη από το δάγκωμα της αμαρτίας).

Αγαπημένος αββάς του Γεροντικού ο όσιος Μωυσής ο Αιθίοπας, μοναδικό παράδειγμα βαθειάς μετάνοιας που παραπέμπει στο αντίστοιχο της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, αλλά και πιθανός ήρωας για πολλούς της σύγχρονης εποχής που αρέσκονται στους δυνατούς κατά το σώμα και στους «κακούς» της κοινωνίας, όταν μάλιστα λειτουργούν ως φόβητρα των ανθρώπων με τις ληστείες και τις προκλήσεις τους! Ίσως να τον έκαναν και ήρωα παιδικών και εφηβικών «παιχνιδιών» με τον θεόρατο σωματότυπό του, τις «υπερφυσικές» δυνάμεις του, τα ηγετικά του χαρίσματα – δεν διστάζει για να σκοτώσει βοσκό που τελικώς του διέφυγε, να φτάσει και μέχρι τα βουνά κυνηγώντας τον, να σφάξει πολλά πρόβατά του, να φάει μόνος του τέσσερα πρόβατα αφού τα πέρασε όλα μέσα από ποτάμι κολυμβώντας, να είναι ο αρχιληστής συμμορίας που είχε συστήσει, να έχει μπει ως ο υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνος στο στόχαστρο της τότε ηγεσίας του τόπου. Κι όμως αυτός τελικά ο άνθρωπος αναδεικνύεται ένας από τους μεγαλύτερους οσίους διαχρονικά και παγκόσμια. Γιατί; Διότι όταν ήλθε σ’ επαφή με κάποιους αγιασμένους ασκητές πάνω στα βουνά, άλλαξε: κατανύχθηκε η καρδιά του, άνοιξαν τα μάτια του να δει την κατάντια του, του έδωσε ο Θεός μοναδική ευκαιρία να προσανατολίσει τον εαυτό του εκεί που είναι το αληθινό φως˙ τη δική Του παρουσία. Ο Μωυσής μετάνιωσε!

Και το συντομότατο τροπάριο από την α΄ ωδή του κανόνα της ακολουθίας του ακριβώς αυτό επισημαίνει. Δεν ήταν ασφαλώς το σκουρόχρωμο του δέρματος του Μωυσή – αυτό δεν σημαίνει τίποτε για τον Δημιουργό Χριστό, ο Οποίος μας έχει πει ήδη από την Παλαιά Διαθήκη ότι «ο Θεός βλέπει στην καρδιά και όχι στα εξωτερικά του ανθρώπου» - αλλά το σκουρόχρωμο της καρδιάς του που τον έθετε στη δυστυχή θέση των χαμένων και νεκρών ανθρώπων. Και το μαύρο της καρδιάς προέρχεται πάντοτε από την αμαρτία, η οποία δεν αποτελεί παιχνίδι ή κάτι επιφανειακό για τον άνθρωπο. Η αμαρτία, όπως αποκαλύπτει ο λόγος του Θεού και όπως βιώνεται τελικώς και από τον ίδιο τον άνθρωπο όταν έρχεται στο σημείο λίγο να συνέλθει, συνιστά κτύπημα βαρύ που αλλοιώνει την οντολογία του ανθρώπου. Ο άνθρωπος σταματά να είναι άνθρωπος με άλλα λόγια όταν αμαρτάνει, γίνεται ένα θηρίο που έχει χάσει το σημαντικότερο δώρο του Θεού σ’ αυτόν: να εικονίζει τον ίδιο τον Θεό! Κάθε αμαρτία που επιτελούμε οι άνθρωποι, με τις πράξεις και τις συμπεριφορές μας, με τα λόγια μας, με τις σκέψεις μας ακόμη, είναι και ένα δάγκωμα, κατά την εικόνα του παραπάνω ύμνου, που προκαλεί μελανιά στην καρδιά, στο εσώτερο βάθος της ύπαρξής μας. Γι’ αυτό και ένας χριστιανός εκεί επικεντρώνει την προσοχή του: στο χρώμα της ψυχής και όχι του σώματος! Γιατί, το ξαναλέμε, μπορεί κάποιος να είναι έγχρωμος στο δέρμα με πάλλευκη ψυχή κι άλλος να είναι πάλλευκος στο δέρμα με κατάμαυρη καρδιά!

Λοιπόν, κατά τον άγιο υμνογράφο, αναφερόμαστε στον άγιο έγχρωμο Μωυσή με την πάλλευκη ψυχή, να πρεσβεύει πια και για εμάς, ώστε να μας δώσει ο Χριστός δύναμη μετανοίας όπως και σε εκείνον, που θα φέρει ως αποτέλεσμα τη θεραπεία των μελανιών των αμαρτιών μας. Γιατί αυτό είναι το πιο παρήγορο: μπορεί να έχει γίνει κάρβουνο η ψυχή μας, όμως ευθύς ως αναφερθούμε στον Κύριο με παρακλητικό τρόπο να μας βοηθήσει, αμέσως Εκείνος επεμβαίνει λόγω της ταπεινής διάθεσής μας και μας καθαρίζει και μας καθιστά και πάλι καινούργιους. Ο άγιος Μωυσής και λόγω της εμπειρίας του είναι από τους πιο ισχυρούς συμμάχους μας στην αναφορά μας αυτή.   

Ο ΟΣΙΟΣ ΚΑΙ ΘΕΟΦΟΡΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΜΩΣΗΣ Ο ΑΙΘΙΟΨ

«Αυτός ο μακάριος ήταν κατά το γένος Αιθίοπας, ως προς το χρώμα κατάμαυρος, κι ήταν δούλος ενός άρχοντα. Ο ίδιος ο κύριός του, μην αντέχοντας τον δύστροπο χαρακτήρα του και τη ληστρική διαγωγή του, τον έδιωξε από κοντά του. Ο Μωυσής κάποτε κράτησε κακία σε κάποιο βοσκό, γιατί τον παρεμπόδισε από το να κλέψει, γι᾽ αυτό και σκέφτηκε να τον σκοτώσει. Έμαθε ότι ο βοσκός βρισκόταν πέραν του Νείλου ποταμού και παρόλη την πλημμύρα του ποταμού, αφού έβαλε στα δόντια το μαχαίρι του και τα ρούχα του στο κεφάλι του, κολύμβησε και πέρασε απέναντι. Προαισθάνθηκε όμως ο βοσκός τον ερχομό του και γι᾽ αυτό έφυγε γρήγορα. Από την οργή του ο Μωυσής έσφαξε τέσσερα διαλεκτά κριάρια από το εγκαταλειμμένο κοπάδι, τα έδεσε σε σειρά, και τα πέρασε κολυμπώντας στην αντίπερη και πάλι όχθη του Νείλου. Τα κρέατα τα έφαγε μόνος του, ενώ τα δέρματα τα πούλησε, κι έπειτα επέστρεψε προς τους φίλους του. Αυτά τα διηγήθηκα, για να δείξω ότι είναι δυνατόν, γι᾽ αυτούς που θέλουν, να σωθούν διά της μετανοίας. Ο Μωυσής κάποτε ένιωσε τη νύξη της θείας χάρης, από κάποιο γεγονός,  και θέλησε να πάει σε μοναστήρι να γίνει καλόγερος. Τόσο βαθιά μετανόησε, ώστε και τους συντρόφους του ληστές να οδηγήσει στον Χριστό. Καθώς κάποια φορά καθόταν στο κελί του, ήλθαν ληστές , χωρίς να ξέρουν ότι αυτός είναι ο Μωυσής. Αυτός ο  μακάριος λοιπόν, με την τεράστια δύναμή του, τους ακινητοποίησε αμέσως και τους έδεσε με σχοινί, όπως δένει κανείς ένα σακί από άχυρο, τους έβαλε στους ώμους, πήγε στην Εκκλησία και λέει προς τους αδελφούς: Επειδή δεν μου επιτρέπεται πια να αδικώ, κι αυτούς τους βρήκα να έχουν έλθει εναντίον μου, τι με διατάσσετε να τους κάνω; Οι ληστές τότε αναγνώρισαν ότι ο καλόγερος που τους έπιασε, ήταν ο Μωυσής, ο διάσημος και ακαταγώνιστος λήσταρχος, κι αφού εξομολογήθηκαν στον Θεό, άφησαν την προηγούμενη ζωή τους και έγιναν και αυτοί μοναχοί δοκιμότατοι. Αφού έζησε λοιπόν ο άγιος γέρων με θεάρεστο τρόπο και καταπολέμησε τον δαίμονα της ακολασίας, έφτασε στο τέλος του, σε ηλικία εβδομήντα πέντε ετών, αφού είχε γίνει και πρεσβύτερος, αφήνοντας μάλιστα και εβδομήντα μαθητές».

Ο όσιος Μωυσής ο αιθίοψ αποτελεί τον πιο γνωστό έγχρωμο άγιο της Εκκλησίας, έναν από τους πιο αγαπημένους αββάδες του Γεροντικού και βεβαίως την πιο περίτρανη απόδειξη ότι για τη χριστιανική πίστη δεν έχει καμμία σημασία το χρώμα του ανθρώπου, αλλά η εσωτερική, της ψυχής, κατάσταση, στην οποία και μόνον επιβλέπει ο Θεός. ῾Άνθρωπος γαρ εις πρόσωπον, Θεός εις καρδίαν βλέπει᾽. Ο λόγος του αποστόλου Παύλου ῾ουκ ένι Έλλην ή βάρβαρος, δούλος ή ελεύθερος, άρσεν και θήλυ᾽ θα μπορούσε κάλλιστα να συμπληρωθεί και με τη φράση, την οποία οπωσδήποτε θα προσυπέγραφε ο απόστολος, γιατί αυτό ήταν και το νόημά της, ῾ουκ έστιν και έγχρωμος ή λευκός᾽, διότι ῾εν Χριστώ Ιησού πάντες εις εστέ᾽. Το γεγονός ότι σημασία έχει η κατάσταση της καρδιάς του ανθρώπου, δηλαδή η αμαύρωσή της λόγω της αμαρτίας ή η λευκότητά της λόγω της χάρης του Θεού από τη βίωση της μετανοίας, είναι κάτι που το επισημαίνει ιδιαιτέρως και η ακολουθία του οσίου, όπως για παράδειγμα στο πρώτο ήδη τροπάριο της α´ ωδής του κανόνα του όρθρου: ῾Δήγματι αμαρτίας, μεμελανωμένην την καρδίαν μου, καταλεύκανον Πάτερ, μετανοίας τοις όμβροις, πρεσβείαις σου᾽. Πάτερ (Μωυσή), διά των πρεσβειών σου, κάνε κατάλευκη, με τα δάκρυα της μετανοίας μου, την καρδιά μου, που είναι κατάμαυρη από το δάγκωμα της αμαρτίας.

Ο όσιος αποτελεί επίσης και σπουδαιότατο δείγμα της δύναμης της μετανοίας: από ληστής και άσωτος φθάνει στα ύψη της αγιότητας. Δεν είναι μόνον η οσία Μαρία η Αιγυπτία, την οποία προβάλλει η Εκκλησία μας στο θέμα αυτό, αλλά και ο όσιος Μωυσής. Και η δική του η μεταστροφή οφείλεται κατά πρώτο λόγο βεβαίως στη χάρη του Θεού, αλλά και στη συνεργαζόμενη με αυτή θέληση του αγίου. Κι αυτό σημαίνει ότι ο όσιος Μωυσής, παρόλη τη φοβερότητά του, διατηρούσε μέσα στην καρδιά του αγαθά σπέρματα, που ενεργοποιήθηκαν, όταν ήρθε η ώρα της κλήσεώς του από τον Θεό. Από την άποψη αυτή, καταλαβαίνουμε  ότι κανείς δεν μπορεί να καταδικάσει κανέναν άνθρωπο, έστω κι αν τον βλέπει στην έσχατη κατάντια. Όσο είναι ζωντανός ο άνθρωπος, έχει περιθώρια μετανοίας, άρα εξύψωσής του στο επίπεδο της αγιότητας. Με ωραιότατη ποιητική εικόνα,  ο υμνογράφος επισημαίνει ότι ο Μωυσής ανήκε τελικώς, πέραν από τις επιφανειακές κρίσεις, στο καλό έδαφος, για το οποίο μιλά ο Κύριος στην παραβολή του καλού σπορέως: ῾Αύλαξι διανοίας, κρύψας τα του λόγου, Πάτερ, σπέρματα, εγεώργησας σίτον᾽. Έκρυψες, Πάτερ, τους σπόρους του λόγου του Θεού στα αυλάκια της διανοίας σου και καρποφόρησες το σιτάρι (των αρετών).

Η ιδιαιτερότητα της θαυμαστής, μετά τη μεταστροφή του, ζωής του οσίου έγκειται στη γρήγορη πνευματική του ανέλιξη. Ο Μωυσής σε πολύ σύντομο χρόνο γέμισε από τις αρετές του αγίου Πνεύματος και απετέλεσε καθοδηγητικό φάρο και για τους απλούς πιστούς, αλλά και για τους ίδιους του μοναχούς. ῾Τας των πιστών καταλαμπρύνει καρδίας᾽, ψάλλει ο υμνωδός, και ῾αλείπτης γέγονας, Πάτερ, των μοναστών προς πάλην εχθρών, έργοις τε και λόγοις᾽. Έγινες δηλαδή πνευματικός γυμναστής, Πάτερ, των μοναχών, με τα έργα και με τα λόγια σου, για να ξέρουν να πολεμούν τους εχθρούς.  Τι εξήγηση μπορεί να δοθεί; Σε παρόμοιες περιπτώσεις, λένε οι άγιοι Πατέρες, όταν δηλαδή βλέπουμε πνευματικούς καρπούς σε μικρό χρονικό διάστημα, μία είναι η εξήγηση: ο άνθρωπος αυτός βρήκε την πιο σύντομη οδό που οδηγεί στη Βασιλεία του Θεού, την αγία ταπείνωση. Ο όσιος πράγματι, όπως σημειώνει αλλού η ακολουθία του, περιέφραξε τον εαυτό του από παντού με την ταπείνωση και έτσι μπόρεσε να διαφύγει τις επιθέσεις του Πονηρού: ῾Τη ταπεινώσει πάντοθεν πεφραγμένος, διέφυγες, Πάτερ, Αιθιόπων νοητών τα τοξεύματα᾽. Την ίδια εκτίμηση – και αυτό είναι το πιο σημαντικό – έκαναν και οι σύγχρονοί του καλόγεροι: ῾ο Μωυσής, έλεγαν, μας έχει κρεμάσει όλους στο μικρό του δαχτυλάκι᾽, εννοώντας τη μεγάλη του ταπείνωση. Και δικαιολογημένα: όσο πιο ταπεινός είναι κάποιος, τόσο και πιο μεγάλος και σπουδαίος γίνεται, λόγω της παρουσίας στην καρδιά του του αγίου Πνεύματος. ῾Επί τινα επιβλέψω – λέγει το Πνεύμα του Θεού - αλλ᾽ ή επί τον ταπεινόν και ησύχιον και ακούοντά μου τους λόγους και τρέμοντα αυτούς;᾽

27 Αυγούστου 2021

Ο ΟΣΙΟΣ ΚΑΙ ΘΕΟΦΟΡΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΠΟΙΜΗΝ

«Ο όσιος Ποιμήν καταγόταν από την Αίγυπτο. Αναχώρησε μαζί με όλα τα αδέλφια του κι έγιναν όλοι μοναχοί. Η μητέρα τους, μετά από πολλούς χρόνους, επειδή τους επιθύμησε πολύ, πήγε να τους δει, αλλά αυτοί έκλεισαν τη θύρα και δεν της επέτρεψαν να συμβεί αυτό. Άρχισε τότε να κλαίει και φώναξε με πολύ πόνο. Πλησίασε τότε ο αββάς Ανούβ, ο μεγάλος της γιος, και της λέγει: Γιατί κλαις, γερόντισσα;  Αυτή όταν άκουσε τη φωνή του (γιατί δεν τον έβλεπε, μια και η θύρα ήταν κλεισμένη), είπε: Θέλω να σας δω, παιδί μου. Σε τι θα σας βλάψω, αν σας δω λίγο; Δεν είμαι η μάνα σας, δεν είμαι σε βαθιά γεράματα; Πήρε τον λόγο τότε ο όσιος Ποιμήν και της είπε: Θέλεις να μας δεις (για λίγο) σ᾽ αυτόν τον κόσμο ή (να μας βλέπεις διαρκώς) στον άλλον; Αυτή κατάλαβε τα λόγια του και έφυγε παρηγορημένη. Θέλησε κάποτε ο άρχων της πόλεως να δει τον αββά Ποιμένα. Συνέλαβε λοιπόν τον γιο της αδελφής του για κάποιο αδίκημα και τον έκλεισε στη φυλακή. Ο γέροντας όμως δεν θέλησε να δει τον άρχοντα. Ήλθε και η αδελφή του, αλλά και σ᾽αυτήν δεν έδωσε απόκριση. Αυτή τότε άρχισε να τον κατηγορεί και να του λέει: άσπλαχνε, ελέησέ με, γιατί τον έχω μοναχοπαίδι. Αυτός όμως της μηνύει με κάποιον: φύγε, αναχώρησε από εδώ. Ο Ποιμήν δεν γέννησε παιδιά. Και ο άρχων του στέλνει μήνυμα: Έναν λόγο πες μου, κι αμέσως θα τον ελευθερώσω. Απάντησε ο γέρων: Εξέτασέ τον κατά τους νόμους, και αν είναι άξιος θανάτου, ας πεθάνει. Διαφορετικά, κάνε όπως θέλεις. Θαύμασε πολύ ο άρχων με την απόκριση του γέροντα, και ελευθέρωσε το παιδί. Τον ρώτησε κάποτε κάποιος: Αν δω τον αδελφό μου να αμαρτάνει,  να τον σκεπάσω και να τον καλύψω; Λέγει ο γέρων: Την ώρα που θα καλύψουμε το σφάλμα του αδελφού, και ο Θεός θα καλύψει τα δικά μας σφάλματα. Αυτός ο μακάριος, αφού εξάσκησε κάθε αρετή, ώστε όλοι οι γέροντες στην Αίγυπτο και τη Θηβαΐδα να τον έχουν ως πατέρα και από αυτόν να καθοδηγούνται και να ρυθμίζουν τη ζωή τους, έφτασε στο τέλος του, σε βαθιά γηρατειά και πλήρης ημερών».

Όλοι γνωρίζουμε τη μεγάλη αγάπη του πιστού λαού μας προς τα διάφορα Γεροντικά, τα βιβλία δηλαδή που περιέχουν λόγια και περιστατικά από την ασκητική  ζωή αγίων αββάδων και αμμάδων. Και τούτο γιατί μέσα από αυτά ο λαός έρχεται σε άμεση επαφή με τον ίδιο τον λόγο του Θεού, τον οποίο βίωσαν στο ανώτερο δυνατό οι όσιοι αυτοί και τον πρόσφεραν στους ανθρώπους που τους πλησίαζαν στην εποχή τους άμεσα και ευκολοχώνευτα, αλλά συνεχίζουν να τον προσφέρουν με τον ίδιο τρόπο και μέσα από τα γραμμένα βιβλία γι᾽ αυτούς. Δεν είναι τυχαίο ότι τα Γεροντικά ῾βιωμένα ευαγγέλια᾽ τα έχουν χαρακτηρίσει, ενώ τα περισσότερα περιστατικά ξεκινούν από αυτήν την αίσθηση σωτηρίας που νιώθει ο πιστός, όταν προσεγγίζει τον ίδιο τον Θεό: «αββά, ειπέ λόγον, ίνα σωθώ»,  ή «είπε γέρων». Γι᾽ αυτό και η κατάνυξη και η δημιουργία συνθηκών μετανοίας είναι το σύνηθες που διαπιστώνει κανείς από τη μελέτη των Γεροντικών αυτών.

Αν λοιπόν συμβαίνει αυτό – και πράγματι συμβαίνει – τότε καταλαβαίνει κανείς πόση συγκίνηση και αγαλλίαση αισθάνεται ο πιστός, που σήμερα εορτάζει ένα από τα κυριαρχούντα πρόσωπα του Γεροντικού, ο όσιος Ποιμήν. Ένα τεράστιο τμήμα των ασκητικών αυτών κειμένων αναφέρεται σε λόγια και περιστατικά εκείνου, φανερώνοντας και το μέγεθος της αγιότητάς του. Ήδη το παραπάνω σύντομο συναξάρι περιέχει κάποια από αυτά τα λόγια και τις πράξεις του, ενώ βεβαίως ο υμνογράφος της ακολουθίας του, έκθαμβος μπροστά στη λαμπρότητα της προσωπικότητάς του δεν ξέρει τι να πρωτοαναφέρει σαν χάρισμα και αρετή του: «Τι σε νυν Ποιμήν ονομάσωμεν;» «Τι σε νυν Ποιμήν προσφθεγξώμεθα;» Ο όσιος, πράγματι, εξήσκησε κάθε αρετή και «γέγονε φωστήρ τη οικουμένη λάμπων τοις θαύμασι», εκείνη όμως η αρετή που κυριολεκτικά τον χαρακτήριζε και τον διαπερνούσε, γι᾽ αυτό και επανειλημμένως έρχεται και επανέρχεται σ᾽ αυτήν ο ποιητής, ήταν η διάκριση. «Φωστήρ διακρίσεως ακοίμητος» είναι ο όσιος, «λύχνος διακρίσεως γέγονε, καταυγάζων τας ψυχάς των προσιόντων αυτώ πιστώς και την τρίβον της ζωής υποδεικνύς αυτοίς». Λυχνάρι διακρίσεως έγινε ο όσιος, καταυγάζοντας τις ψυχές αυτών που τον πλησιάζουν με πίστη, και υποδεικνύοντας σ᾽ αυτούς την αληθινή οδό της ζωής.

 Κι είναι γνωστό βεβαίως ότι μεγαλύτερη και σπουδαιότερη αρετή από τη διάκριση δεν υπάρχει. «Πασών αρετών μείζων η διάκρισις» κατά τους αγίους. Κι είναι ευνόητο: η διάκριση αποτελεί το επιστέγασμα όλων των αρετών και φανερώνει τον πλούτο της παρουσίας του αγίου Πνεύματος στην ψυχή του ανθρώπου. Με άλλα λόγια, η διάκριση, ως φωτισμός καταρχάς για να ξέρει κανείς κάθε φορά το θέλημα του Θεού, και ως φωτισμός έπειτα για να διακρίνει τα διάφορα πνεύματα που προσεγγίζουν τον άνθρωπο, ακόμη δε περισσότερο ως φωτισμός που φτάνει στην προόραση και τη διόραση,  προϋποθέτει και την πίστη και την αγάπη και την ταπείνωση. Η διάκριση αποτελεί, θα έλεγε κανείς, το τελικό συμπέρασμα όλων των αρετών, την τελική σφραγίδα που θέτει το Πνεύμα του Θεού στον ενεργούμενο από Αυτό άνθρωπο.

Ας απολαύσουμε - αλλά και ας ελεγχθούμε για τη μικρότητα και  την αμαρτωλότητά μας -  μερικές  αναφορές για τον  γλυκύτατο αυτόν αββά και μεγάλο όσιο:

- Όταν κάποτε κάποιοι καλόγεροι τού παραπονέθηκαν για τις φωνές κάποιων μικρών παιδιών που έρχονταν στο μοναστήρι τους και τους ενοχλούσαν, εκείνος τους είπε: για τις φωνές των αγγέλων μού μιλάτε;

- Όταν πάλι σ᾽ ένα μοναστήρι παρουσιάστηκαν αδελφοί που τον ρώτησαν ενοχλημένοι τι να κάνουν με κάποιους συμμοναστές τους που κοιμώνται κατά την ώρα των αγρυπνιών, εκείνος τους ῾έλιωσε᾽ λέγοντας: εγώ στη θέση σας θα έφερνα και μαξιλάρι να τους βάλω, για να κοιμηθούν πιο άνετα.

- Σε ερώτηση αδελφού προς αυτόν σχετικά με το πώς θα πρέπει να χρησιμοποιεί τον λόγο, πότε δηλαδή να μιλάει και πότε να σιωπά, εκείνος διακριτικά του υπέδειξε: «μίλα διά τον Θεόν, σιώπα διά τον Θεόν».

«Ποιμήν, Πατέρων το καύχημα, ασκητών εγκαλλώπισμα, ικέτευε του σωθήναι τας ψυχάς ημών».

26 Αυγούστου 2021

ΠΩΣ ΒΟΗΘΑΕΙ Ο ΕΝΑΣ ΣΥΖΥΓΟΣ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ ΓΙΑ ΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΟΥ

Το άγιο ζεύγος Αδριανός και Ναταλία προβάλλεται από την Εκκλησία μας ως τύπος της αληθινής συζυγίας – στο πρόσωπό τους βλέπουμε την ιδανική θα λέγαμε σχέση! Γιατί; Διότι όχι μόνον υπήρχε μεταξύ τους ο ανθρώπινος έρωτας, αλλά τροφοδοτείτο αυτός και αυξανόταν, βρίσκοντας τον ορθό στόχο του, από τον θεϊκό έρωτα που κατέλαβε το ζευγάρι. Διότι η εμπειρία των ανθρωπίνων σχέσεων και μάλιστα όσον αφορά στη συζυγική σχέση επιβεβαιώνει ότι χωρίς την αναφορά προς τον Θεό, χωρίς την αγάπη Εκείνου, αν όχι καθόλου αλλά πολύ σπάνια μπορεί να κρατηθεί και να παραμείνει πολυετής και ισόβια. Και αυτό οφείλεται βεβαίως στο γεγονός ότι η ανθρώπινη αγάπη, στοιχείο της οποίας είναι και ο έρωτας, είναι σαν την μπαταρία: έχει όριο λήξεως – φθείρεται και αυτή όπως όλα τα ανθρώπινα. Λοιπόν, απαιτείται η ανατροφοδοσία της αγάπης και του έρωτα από εκείνην την πηγή που είναι αιώνια: την αγάπη και τον έρωτα του Θεού. Όπου υπάρχει η σύνδεση με τον Θεό εκεί ο άνθρωπος αδιάκοπα «καινουργείται», όπως άλλωστε το υποσχέθηκε ο ίδιος ο Κύριος: «ιδού, καινά ποιώ πάντα!», όλα τα κάνω καινούργια.  

Κι ένας ύμνος από την ακολουθία των αγίων έρχεται και προσθέτει ένα σημαντικό στοιχείο στην ανατροφοδοσία αυτή και στη διακράτηση της ενότητας των συζύγων. «Πυρί αγάπης θεϊκής την ψυχήν φλεγομένη, του συζύγου εξήψας τον έρωτα εις Χριστόν, τον πόθον τον της σαρκός, Ναταλία, τέλεον μισήσασα» (ωδή γ΄). Τι λέει ο άγιος Θεοφάνης ο ποιητής εν προκειμένω; «Καθώς φλεγόσουν στην ψυχή από το πυρ της θεϊκής αγάπης, Ναταλία, άναψες τον έρωτα για τον Χριστό στον σύζυγό σου, αφού μίσησες εντελώς τον πόθο για τον κόσμο της αμαρτίας». Δεν ήταν στραμμένος προς τον Θεό όπως η γυναίκα του Ναταλία ο Αδριανός. Όμως όταν έρχεται σ’ επαφή πρώτον με αγίους μάρτυρες που φλέγονταν από τον θεϊκό έρωτα, κι έπειτα με την προτροπή της συζύγου του που εξίσου πυρπολείτο κι αυτή από τη θεία αγάπη, βλέπει να καταλαμβάνεται κι η δική του καρδιά από το ίδιο ένθεο πάθος, γεγονός που τον οδηγεί έπειτα και στο μαρτύριο!

Η αγία Ναταλία μετέδωσε στον σύζυγό της αυτό που είχε: την αγάπη προς τον Χριστό – άλλωστε «δεν θα πάρεις από αυτόν που δεν έχει», κατά την παροιμία. Που θα πει: έστω και το ένα μέλος της συζυγίας αν είναι του Θεού, τότε, εφόσον ασφαλώς υπάρχει καλή διάθεση, μπορεί να δώσει ο Θεός να «καεί» και το άλλο μέλος από την ίδια αγάπη. Αυτό δεν προτρέπει και ο απόστολος Παύλος στις περιπτώσεις που ο ένας σύζυγος είναι χριστιανός και ο άλλος ειδωλολάτρης; Δεν λέει να χωρίσουν, γιατί η φλόγα της πίστεως μπορεί να μεταγγιστεί και στον άλλον. Κι ακόμη: ο αγιασμός του ενός μπορεί να γίνει αγιασμός λόγω της συζυγίας και για τον άλλον. Μόνον στην περίπτωση που υπάρχει παγιωμένη πονηρή κατάσταση αρνήσεως ισχύει το «χωριζέσθω». Λοιπόν, η επισήμανση του αγίου υμνογράφου με βάση τη ζωή των αγίων Αδριανού και Ναταλίας είναι πολύ παρήγορη. Ο κάθε σύζυγος αξίζει να αγωνίζεται για το άλλο μέλος της συζυγίας, γιατί η αγάπη προς τον Θεό μεταγγίζεται. Αρκεί όπως είπαμε να υπάρχει η αγάπη αυτή του ενός και να είναι δεκτικός με καλή διάθεση και ο άλλος.  

Η ΔΙΚΑΙΗ ΠΤΩΣΗ ΣΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ

«Αν συμβεί και γίνει εναντίον σου επανάσταση του πλήθους των αισχρών λογισμών και υποχωρήσεις και νικηθείς, να γνωρίζεις ότι χωρίστηκες πρόσκαιρα από τη θεία χάρη. Γι᾽ αυτό και παραδόθηκες στην πτώση σου με δίκαιη κρίση. Να αγωνίζεσαι λοιπόν να μη μείνεις ποτέ με την αμέλειά σου μακριά από τη θεία χάρη ούτε για μια στιγμή» (όσιος Ιωάννης ο Καρπάθιος).

Στο κλίμα του πανευφρόσυνου παραδείσου της Φιλοκαλίας των ιερών νηπτικών πατέρων μάς μεταφέρει το παραπάνω λόγιο από τα παρηγορητικά λεγόμενα κείμενα του οσίου και θεοφόρου Πατέρα Ιωάννου του Καρπαθίου. Τι μας αποκαλύπτει ο όσιος μέσα από την πολύχρονη εμπειρία του στην άσκηση της πνευματικής χριστιανικής ζωής; Την αιτία της πτώσεώς μας στον κυκεώνα των αισχρών λογισμών, σε μία οδυνηρή πράγματι κατάσταση που την χαρακτηρίζει ως επανάσταση και που οδηγεί συχνά στην υποχώρησή μας και στην ήττα μας από αυτούς – αποδεχόμαστε τους πονηρούς αυτούς λογισμούς και στρέφεται ενηδόνως η ψυχή μας προς αυτούς. Δεν μιλάει ο όσιος για την επίθεση που δέχεται κάθε πνευματικός άνθρωπος από τους λογισμούς, οι οποίοι προερχόμενοι από τον πονηρό βρίσκουν κενό και έρημο τόπο – συναντούν τείχο και ασπίδα και αντίδραση από τον επιμελή χριστιανό, οπότε γίνονται αφορμή περαιτέρω προκοπής του και πνευματικής ανόδου του. Αναφέρεται στη χαλάρωση που μπορεί να συμβεί στην πορεία ενός χριστιανού, στη λήθη της μνήμης του Θεού, στην απομάκρυνσή του, έστω προσωρινά, από την ένταση του αγώνα για τήρηση των αγίων εντολών Του. Και σημειώνει το αποτέλεσμα της χαλάρωσης: ο χωρισμός από τη θεία χάρη, συνεπώς η πτώση σου στον χώρο του Πονηρού. Στην πραγματικότητα η εμπειρία του οσίου αποτελεί διαφορετική διατύπωση αυτού που ο ίδιος ο Κύριος είχε πει: «όποιος δεν είναι μαζί μου, είναι εναντίον μου». Δεν υπάρχει με άλλα λόγια μέση κατάσταση σαν μία ουδέτερη ζώνη στην πνευματική ζωή. Ή πάντοτε είσαι με τον Χριστό και προχωράς ή Τον αφήνεις, έστω και προσωρινά, και πέφτεις! Κι αυτό οδηγεί  βεβαίως σε ό,τι προτρέπει στο τέλος του μικρού κεφαλαίου του ο όσιος: δεν πρέπει ούτε μία στιγμή να αμελήσει κανείς – χωρίζεται από τον Θεό, απομακρύνεται από τη χάρη Του. Θυμίζει τις παρόμοιες προτροπές πολλών αγίων της Εκκλησίας μας, όπως του οσίου Συμεών του νέου Θεολόγου που τόνιζε ότι «αν θέλεις να προκόψεις, πρέπει να επιμελείσαι πάντοτε τη συνείδησή σου» ή του νεώτερου οσίου Σωφρονίου του Αθωνίτου ο οποίος υπενθύμιζε «αν αμελήσεις τη σχέση σου με τον Θεό, θα αμελήσει αντιστοίχως κι Εκείνος για εσένα». Η ευθύνη για την πνευματική μας ζωή είναι τεράστια. Γιατί ακριβώς είμαστε όχι ρομπότ, όχι μηχανές, όχι δούλοι, αλλά «συνεργοί Θεού» ως εικόνες Του.   

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΑΔΡΙΑΝΟΣ ΚΑΙ ΝΑΤΑΛΙΑ

«Ο μάρτυς Αδριανός και η Ναταλία, η σύζυγός του, ήταν από τη Νικομήδεια. Κατά τη δεύτερη περίοδο του αυτοκράτορα Μαξιμιανού, συνελήφθησαν εικοσιτρείς άνδρες Χριστιανοί, που κρύβονταν σε σπήλαια, και υποβλήθηκαν σε πολλά βασανιστήρια. Πριν από το μαρτύριό τους, ο Αδριανός τους ρώτησε, χάριν τίνος υφίσταντο όλες αυτές τις φοβερές τιμωρίες, κι αυτοί απάντησαν: Για να κερδίσουμε αυτά που ο Θεός έχει ετοιμάσει σ᾽αυτούς που Τον υπακούνε, τα οποία δεν μπορεί ούτε ακοή να τα ακούσει ούτε λόγος να τα παραστήσει. Αμέσως ο μακάριος Αδριανός κατανύχθηκε από τη θεία χάρη και ζήτησε από τους ταχυγράφους της εποχής να γράψουν και το δικό του όνομα μαζί με τους Χριστιανούς, λέγοντας ότι ῾και εγώ θα πεθάνω μαζί τους᾽. Πράγματι, τον έγραψαν και τον φυλάκισαν, κι όταν έμαθε τη φυλάκισή του η γυναίκα του Ναταλία, ενώ στην αρχή εθλίβη πολύ, γιατί δεν ήξερε τον λόγο, έπειτα έβαλε χαρούμενη φορεσιά κι έσπευσε στη φυλακή. Εκεί, άρχισε να κατασπάζεται τις αλυσίδες του Αδριανού, να τον μακαρίζει για την προθυμία του και να τον προτρέπει να μείνει ασάλευτος στα βάσανα, ενώ παρακαλούσε και τους αγίους υποψηφίους μάρτυρες που ήσαν μαζί του, να προσεύχονται γι᾽ αυτόν. Ο Αδριανός προέτρεψε τη Ναταλία να γυρίσει στο σπίτι τους, και μετά από λίγο, επειδή θα παρουσιαζόταν την αυριανή ημέρα  μπροστά στον τύραννο, κατώρθωσε δίνοντας χρήματα στους δεσμοφύλακες να πάει κι αυτός στο σπίτι του, προκειμένου να πει στη Ναταλία να παρευρεθεί στην τελείωσή του δια του μαρτυρίου. Αυτή όμως, επειδή νόμισε ότι ο άντρας της φοβήθηκε τα βάσανα κι αρνήθηκε τον Χριστό, γι᾽ αυτό και γύρισε, του έκλεισε τη θύρα μπροστά του, ελέγχοντάς τον για την άρνηση του Χριστού, χαρακτηρίζοντάς τον φιλοζωϊστή και δειλό και θυμίζοντάς του τα φοβερά που θα υποστεί λόγω της αρνήσεώς του αυτής. Τον εαυτό της δε τον αποκαλούσε άθλιο, γιατί ούτε μία ημέρα δεν μπόρεσε να ονομαστεί γυναίκα μάρτυρα, ενώ τη μακαριότητά της τη διαδέχτηκε διαμιάς η δυστυχία. Όταν όμως άκουσε το σκοπό της επισκέψεώς του, η Ναταλία αμέσως με χαρά τού άνοιξε τη θύρα, τον κατασπαζόταν και τον συνόδευσε, όπως ήταν, προς τον τύραννο. Παρουσιάστηκε λοιπόν ο άγιος προς τον βασιλιά, κι αφού ομολόγησε τον Χριστό ως Θεό, τον βάλανε πρηνή και τον κτύπησαν με ξύλα, ενώ έπειτα τον βάλανε ύπτιο, και τόσο τον κτύπησαν πάλι, ώστε να φανούν και τα εντός αυτού υπογάστριά του. Ήταν τότε εικοσιοκτώ ετών. Έπειτα, μαζί με τους υπόλοιπους αγίους, πρώτος αυτός όμως, ακρωτηριάζεται στα χέρια και τα πόδια, ενώ η Ναταλία που βρισκόταν κοντά, έπαιρνε το κάθε μέλος του, παρακαλώντας ταυτόχρονα τον μεν δήμιο να καταφέρνει τα κτυπήματα με δύναμη, τον δε Αδριανό να υπομένει με σταθερότητα και να μην προδώσει λόγω δειλίας την άθλησή του για τον Χριστό. Αφού ετελειώθησαν οι μάρτυρες και τα σώματά τους επρόκειτο να ριχτούν στη φωτιά, η Ναταλία κρατώντας στην αγκαλιά της το χέρι του αγίου Αδριανού, ακολουθούσε τα λείψανα. Καθώς έσταζαν τα αίματα των λειψάνων επάνω της, άλειφε με αυτά τον εαυτό της. Η φωτιά που ανάφθηκε, έσβησε αμέσως από ραγδαία βροχή που άρχισε να πέφτει, και κάποιος πιστός ονόματι Ευσέβιος, μάζεψε γρήγορα τα λείψανα, τα οποία έβαλε σ᾽ ένα πλοιάριο και τα κατέθεσε στην Αργυρούπολη, κοντά στο Βυζάντιο. Εκεί έφτασε ύστερα και η Ναταλία, όπου άφησε και την τελευταία της πνοή, και κατατέθηκε και το δικό της λείψανο πλησίον των μαρτυρικών λειψάνων».

Ένας ύμνος προς τη χριστιανή γυναίκα και προς τη χριστιανική συζυγία, πέραν της συνήθους δοξολογίας προς τους μάρτυρες, είναι η ακολουθία της σημερινής ημέρας. Ο υμνογράφος στέκεται εκστατικός μπροστά στο μεγαλείο πρώτα της αγίας Ναταλίας - ῾ώ, γυναικός θεοφιλούς᾽ θα φωνάξει στο δοξαστικό του εσπερινού – κι έπειτα μπροστά στη συζυγία των αγίων - ῾ώ ζεύγος άμωμον και εκλεκτόν τω Κυρίω! ώ πεποθημένη δυάς και πεφιλημένη Χριστώ! ώ συζυγία αρίστη και μακαρία!᾽ Αιτία για το πρώτο είναι το γεγονός ότι η αγία Ναταλία, ξεπερνώντας τη φυσική τάξη των πραγμάτων, αυτό που θα έκανε μία απλή, συνηθισμένη γυναίκα: να κρατήσει στη ζωή τον άντρα της και να μη μείνει χήρα σε πολύ νεαρή ηλικία μάλιστα, εξυψώνεται στο επίπεδο, με τη χάρη του Θεού, της αληθινής χριστιανής γυναίκας, δηλαδή στο επίπεδο του αληθινού χριστιανού, κατά το οποίο η προτεραιότητα είναι το άγιο θέλημα του Θεού, η βασιλεία του Θεού, όπως ο Κύριος το έχει ζητήσει: ῾ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού᾽.  Και τι κάνει; Προτρέπει τον σύζυγό της να μείνει σταθερός στην αγάπη του Χριστού, έστω και με θυσία της ζωής του.

Έτσι η Ναταλία γίνεται μία μικρή ῾Παναγία᾽, διότι και αυτή σαν την Θεοτόκο, στην πραγματικότητα επαναλαμβάνει με την όλη στάση της το ῾ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου᾽, λοιπόν η στάση της αυτή την εντάσσει στη χορεία όλων των ηρωϊκών και μαρτυρικών γυναικείων μορφών της ιστορίας, οι οποίες αψηφούσαν το δικό τους συμφέρον προς χάριν μίας μεγάλης ιδέας, όπως είναι για παράδειγμα οι Σπαρτιάτισσες μάνες που δίνοντας οι ίδιες τις ασπίδες  στα παιδιά τους τα προέτρεπαν με κατάπνιξη του μητρικού φίλτρου προς χάρη της πατρίδας, ῾ή ταν ή επί τας᾽, ή όπως  οι γυναίκες του Ζαλόγγου που μπροστά στον κίνδυνο ατίμωσής τους επέλεγαν τον ηρωϊκό θάνατο. Ώστε θα λέγαμε ότι η αγία Ναταλία, η οποία βεβαίως δεν κάνει τίποτε άλλο από ό,τι επιτάσσει ο λόγος του Χριστού, γίνεται και αυτή σύμβολο διαχρονικά  της γυναικείας φύσεως, καλύτερα σύμβολο του πραγματικού ανθρώπου. Ο υμνογράφος βεβαίως, γνώστης της Αγίας Γραφής και της όλης Παραδόσεως της Εκκλησίας, προβαίνει συνειρμικά και σε μίαν ακόμη εκτίμηση, προκειμένου να τονίσει και με άλλον τρόπο το μεγαλείο της αγίας: την αντιπαραβάλλει με την πρώτη Εύα. Και την μεν Εύα οικτείρει για την ενέργειά της να παρασύρει στην ανυπακοή του Θεού τον άντρα της, την δε αγία επαινεί για το αλειπτικό έργο της απέναντι σ᾽ αυτόν, δηλαδή να μείνει, όπως είπαμε, σταθερός στο θέλημα Εκείνου. «Η ομόζυγη Εύα εξόρισε τον Αδάμ από τον Παράδεισο με τη συμβουλή του όφεως διαβόλου. Η Ναταλία όμως με πάνσοφο τρόπο εισήγαγε τον Αδριανό στον Παράδεισο». «Όχι όπως η Εύα επέφερε φθορά στον Αδάμ, αλλά η Ναταλία προξένησε στον σύζυγό της αιώνια ζωή».

Ο υμνογράφος όμως εξηγεί και το δεύτερο από το οποίο έχει μείνει ῾ενεός᾽: τη θαυμαστή συζυγία του Αδριανού και της Ναταλίας. Δεν μπορεί να μη θαυμάσει το νεαρό ζεύγος, το οποίο κινείται μέσα στα πλαίσια αυτού που ο Χριστός και η αγία Του Εκκλησία έχουν καθορίσει: ο ένας να γίνεται στήριγμα του άλλου, για να φτάσουν στο σκοπό: την ένωση του ανθρώπου με τον Θεό. Στο ζεύγος αυτό δηλαδή, επισημαίνουμε περίτρανα ότι ο γάμος είναι εκ Θεού και κατανοείται ως μέσον, ως δρόμος, προκειμένου οι σύζυγοι να αλληλοβοηθηθούν στην ένταξή τους στη Βασιλεία του Θεού. Με άλλα λόγια, με τον χριστιανικό γάμο, τύπος του οποίου είναι ο γάμος των σημερινών αγίων, συμβαίνει κάτι αντίστοιχο με τον άγαμο βίο, τον ευλογημένο μοναχισμό. Όπως ο μοναχός εντάσσεται στο μοναστήρι του, για να βοηθηθεί στη σχέση του με τον Θεό, όταν έχει δεχτεί βεβαίως την κλήση από τον Χριστό, κατά τον ίδιο τρόπο και ο έγγαμος: εισέρχεται στον γάμο, για να γίνει ο γάμος εφαλτήριο πνευματικού του ανόδου. Αν ο γάμος δεν κατανοηθεί με τον τρόπο αυτό, τότε αυτονομείται ως στοιχείο του κόσμου τούτου, συνεπώς αντί να βοηθάει τον άνθρωπο, τον οδηγεί σε μεγαλύτερη φθορά του. Μη ξεχνάμε ότι στην παραβολή του μεγάλου δείπνου, που είπε ο Κύριος, ο ένας που δεν παρακάθισε στο δείπνο, ήταν αυτός που συνήψε γάμο. Ο γάμος του λειτούργησε στην περίπτωση αυτή αρνητικά.

Έτσι, μαζί με τον υμνογράφο και εμείς, ῾κραυγάζομεν και λέγομεν᾽: ῾ώ ξυνωρίς αγία, υπέρ ημών τω Θεώ ικετεύσατε, των εκ πόθου τελούντων την μνήμην υμών, πειρασμών ρυσθήναι και πάσης θλίψεως᾽. Αγία δυάδα, ικετεύσατε τον Θεό για εμάς, που τελούμε τη μνήμη σας με πόθο, ώστε να σωθούμε από πειρασμούς και κάθε θλίψη. 

25 Αυγούστου 2021

ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΚΑΡΠΑΘΙΟΣ

 

ΠΩΣ ΕΝΕΔΡΕΥΟΥΜΕ ΚΑΙ ΠΑΓΙΔΕΥΟΥΜΕ ΚΑΙ ΜΑΣΤΙΓΩΝΟΥΜΕ ΤΟΝ ΕΧΘΡΟ ΜΑΣ...

«Ενεδρεύει ο εχθρός διάβολος όπως το λιοντάρι στη φωλιά του, και κρύβει για κακό μας παγίδες και δίχτυα από λογισμούς ακάθαρτους και ασεβείς. Αλλά και εμείς, αν δεν κοιμόμαστε, θα μπορέσουμε να του στήνουμε μεγαλύτερες και φοβερότερες παγίδες και δίχτυα και ενέδρες. Γιατί η προσευχή, οι ψαλμοί, η αγρυπνία, η ταπεινοφροσύνη, η υπηρεσία προς τον πλησίον και το έλεος, η ευχαριστία και η ακρόαση των θείων λόγων, γίνονται ενέδρα και παγίδα και λάκκος καί μάστιγες και αγχόνη καί δίχτυα για τον εχθρό» (όσιος Ιωάννης Καρπάθιος).

Ο όσιος Ιωάννης Καρπάθιος που η Εκκλησία μας τον εορτάζει την 25η Αυγούστου δεν είναι πολύ γνωστός στο πλήρωμα της Εκκλησίας κι ούτε έχουμε πολλά στοιχεία για την εδώ στον κόσμο τούτο πορεία του. Παρ’ όλα αυτά η παρουσία του στα ασκητικά κείμενα της Εκκλησίας είναι ισχυρή, γιατί μας έχει αφήσει σπουδαία κεφάλαια, «παρηγορητικά» όπως χαρακτηρίζονται, στη Φιλοκαλία των Νηπτικών των αγίων Μακαρίου του Νοταρά και Νικοδήμου του Αγιορείτου. Ένα τέτοιο κεφάλαιο που μας αποκαλύπτει στοιχεία της πνευματικής ζωής είναι και το παραπάνω.

Καταρχάς ο όσιος σχολιάζει τον λόγο του αποστόλου Πέτρου, που συνιστά όμως πιστεύουμε και προσωπική, του οσίου, εμπειρία, ότι όχι μόνο βεβαίως υφίσταται ο πονηρός διάβολος, (ο ξεπεσμένος αρχάγγελος με τις λεγεώνες που τον ακολούθησαν), αλλά η μόνιμη επιθυμία του είναι να καταστρέφει τη δημιουργία του Θεού και μάλιστα τον κατ’  εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού άνθρωπο. Όπως ακριβώς το σημειώνει ο απόστολος «ὁ ἀντίδικος ἡμῶν διάβολος περιπατεῖ ὡς λέων ὠρυόμενος ζητῶν τίνα καταπίῃ». Βεβαίως πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η δράση του πονηρού δεν είναι ανεξέλεγκτη∙ μπορεί αυτός και οι δικοί του να ξέπεσαν, μπορεί ο Κύριος για λόγους που Εκείνος γνωρίζει να τους κρατάει στην ύπαρξη – ο Θεός ποτέ δεν καταστρέφει τη δημιουργία Του έστω και σε κατάσταση πτώσεως – μπορεί να τον αφήνει να δρα πειρασμικά και καταστροφικά, αλλά πάντοτε μέσα στο πλαίσιο της παντοδύναμης Πρόνοιάς Του – όσο η δράση του πονηρού εξυπηρετεί το δικό Του σχέδιο για τη διαπαιδαγώγηση και τη σωτηρία του ανθρώπου.  Και τι σημειώνει συγκεκριμένα ο όσιος; Ότι ο διάβολος ως λιοντάρι πράγματι στήνει ενέδρες και παγίδες στον άνθρωπο, αλλά κυρίως στο επίπεδο των λογισμών – τοξεύει τον άνθρωπο με τα βέλη των ακάθαρτων και ασεβών λογισμών. Και ακάθαρτοι λογισμοί είναι εκείνοι που αναφέρονται κατεξοχήν στο παθητικό λεγόμενο μέρος της ψυχής, στον κόσμο των συναισθημάτων δηλαδή και των βουλητικών ενορμήσεων, όπως για παράδειγμα να εξάπτει το μίσος και τις έχθρες ανάμεσα στους ανθρώπους ή και να τους παρωθεί σε επιθυμίες που είναι πέρα από το θέλημα του Θεού: σαρκικές επιθυμίες, αγάπη για τα χρήματα, αγάπη για το φαίνεσθαι και την ανθρώπινη δόξα∙ ενώ ασεβείς λογισμοί είναι εκείνοι που αναφέρονται καεξοχήν στο λογιστικό μέρος της ψυχής και που δεν είναι άλλοι από τους λογισμούς της απιστίας και της αμφιβολίας ως προς την ύπαρξη και την παρουσία του Θεού στη ζωή του ανθρώπου. Συνεπώς ο πονηρός έχει ως έργο του αδιάκοπο το πώς θα αλλοιώσει τη σχέση του ανθρώπου ως προς τον Θεό και ως προς τον συνάνθρωπό του και την όλη λοιπή δημιουργία.

Κι έπειτα μάς υπενθυμίζει ο όσιος ότι ναι μεν αυτό συμβαίνει από πλευράς του πονηρού, όμως από πλευράς δικής μας, δηλαδή από πλευράς των χριστιανών που έχουν επίγνωση της χριστιανικότητάς τους, μπορεί να συμβεί το θεωρούμενο παράδοξο και «απίστευτο»: «να στήνουμε εμείς στον διάβολο μεγαλύτερες και φοβερότερες παγίδες και δίχτυα και ενέδρες!» Μα πώς είναι δυνατόν; Ο διάβολος ως πνεύμα, έστω και ξεπεσμένο, δεν έχει μεγαλύτερη δύναμη από εμάς; Είχε και έχει, αλλά μέχρι εκεί που υπάρχει η παρουσία του Χριστού στη ζωή του ανθρώπου. Για τον χριστιανό, τον βαπτισμένο και χρισμένο στο όνομά Του, λειτουγεί η παντοδυναμία Εκείνου, γιατί έγινε διά του βαπτίσματος μέλος Του και δικό Του κομμάτι, που θα πει ότι ο χριστιανός δεν είναι ποτέ μόνος του, αλλά πάντοτε μαζί με τον Χριστό, ντυμένος Εκείνον και έχοντας τις δυνάμεις Εκείνου! «Ὅσοι γάρ εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε Χριστόν ἐνεδύσασθε». Πρόκειται για την αυτοσυνειδησία του χριστιανού μέσα στην Εκκλησία, που έκανε τον όσιο Παῒσιο για παράδειγμα τον αγιορείτη να λέει ότι «ο διάβολος μπροστά στον χριστιανό μοιάζει με το σκυλί που του έχουν βγάλει τα δόντια ή με το φίδι που του έχουν αφαιρέσει το δηλητήριο». Έτσι ο χριστιανός αποτελεί φόβητρο για τον διάβολο, ο διάβολος τρέμει τον χριστιανό και όχι το αντίθετο. Τυχαία ο μέγας όσιος της Εκκλησίας Ιωάννης της Κλίμακος λέει πως ο χριστιανός με το όνομα του Χριστού στα χείλη και την καρδιά του «μαστιγώνει τον διάβολο»; «Ἰησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους».  Για να συμπληρώσει ο όσιος Ιωάννης Καρπάθιος πια πέρα από τη διαρκή επανάληψη του ονόματος του Χριστού και «την προσευχή, τους ψαλμούς, την αγρυπνία, την ταπεινοφροσύνη, την υπηρεσία προς τον πλησίον και το έλεος, την ευχαριστία και την ακρόαση των θείων λόγων».

Χριστιανός με άλλα λόγια που προσεύχεται με τον τρόπο της Εκκλησίας μας, που μελετά τον λόγο του Θεού, που στέκεται με ταπείνωση και αγάπη και έλεος απέναντι στον συνάνθρωπό του, που ευχαριστεί και δοξολογεί τον Θεό, αυτός στήνει «ενέδρα και παγίδα και λάκκο και αγχόνη και δίχτυα» στον εχθρό διάβολο και τον μαστιγώνει με τον σκληρότερο τρόπο! Πόσες φορές δεν έχουμε διαβάσει για παράδειγμα σε παλαιότερα αλλά και νεώτερα συναξάρια ότι και μόνο η επίκληση του ονόματος του Χριστού – εννοείται με πίστη και αγάπη προς Εκείνον – εξαφάνισε τη δαιμονική παρουσία, όπως και η αναφορά στην Παναγία «έκαψε τους δαίμονες». Πόσες φορές επίσης δεν έχουμε διαβάσει ή ακούσει και προσωπικά αισθανθεί ότι σε μία κατάσταση δύσκολη και θλιβερή η μελέτη του Ευαγγελίου μάς έκανε να αποκτήσουμε και πάλι το θάρρος μας, κι ακόμη περισσότερο: πόσες φορές ο αγώνας μας να συγχωρήσουμε κάποιον για μια αδικία που πιθανόν έκανε απέναντί μας μάς έκανε να νιώσουμε τη χαρά του θεϊκού ελέους, ενώ η έχθρα που σκίαζε την ψυχή μας μέχρι την ώρα της συγγνώμης μάς έκανε περίλυπους και δυστυχισμένους;

Οπότε, ναι! Ο διάβολος μάς πολεμάει, μας δυσκολεύει (είπαμε κατά παραχώρηση Κυρίου) τη ζωή, αλλά κι εμείς δεν πάμε πίσω: του δυσκολεύουμε πολύ περισσότερο, κατά τον όσιο Καρπάθιο, τη ζωή και τη δράση. Και βλέπει κανείς την κοινή εμπειρία στον πνευματικό αγώνα των αγίων μας. Ό,τι λέει ο όσιος Καρπάθιος και ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος  το λέει και ο νέος μέγας πράγματι όσιος της Εκκλησίας Ιωσήφ ο ησυχαστής. Έλεγε χαρακτηριστικά σε κάποιον χριστιανό που δείλιαζε στον πνευματικό αυτόν αγώνα : «Πρέπει να γίνεις γενναιότερος. Να παραταχθείς στήθος προς στήθος προς αυτούς τους άσαρκους. Μην τους φοβάσαι. Εσύ δεν βλέπεις με κάθε ευχή, όπου λέγεις, πόσοι πίπτουν, πόσοι στρέφουν τα νώτα. Συ μόνον βλέπεις πόσον εσύ πληγώνεσαι. Αλλά και αυτοί δέρνονται. Και αυτοί φεύγουν. Σε κάθε υπομονή οπού κάμνομε, φεύγουν αλματωδώς, και σε κάθε ευχή πληγώνονται σοβαρώς. Λοιπόν μη θέλεις εν καιρώ πολέμου να ρίπτεις εσύ σφαίρες και βόλια και αυτοί να σου ρίχνουν λουκούμια και σοκολάτες!» - κάτι παρόμοιο που έλεγε και ο άγιος Παῒσιος, όταν εξηγούσε ότι «πολύ συχνά νιώθουμε ότι μένουμε στάσιμοι πνευματικά, γιατί δεν βλέπουμε ότι τη μία ημέρα πολεμάμε με ένα διάβολο, ενώ την άλλη με δέκα!»

Ο όσιος Ιωάννης Καρπάθιος όμως σημειώνει τέλος το αυτονόητο: όλα αυτά συμβαίνουν από πλευράς πνευματικής σε μας τους χριστιανούς, «αν δεν κοιμόμαστε». Κι αυτό είναι το πιο καίριο. Διότι μπορεί κάποιος να είναι χριστιανός, αλλά να μην το έχει πάρει σοβαρά στη ζωή του. Χρειάζεται δηλαδή να είμαστε ξύπνιοι, να έχουμε εγρήγορση, να έχουμε τη νήψη που λένε τα αγιογραφικά και τα πατερικά κείμενα της Εκκλησίας μας. Τότε, πράγματι, η ζωντανή σχέση μας με τον Χριστό θα αποτυπώνεται σε όλες τις διαστάσεις της ζωής μας, θα ζούμε ασφαλώς τον σταυρό και τις δυσκολίες, αλλά μέσα σ’ ένα πλαίσιο Ανάστασης, θα είμαστε για τον διάβολο κι εμείς το φόβητρό του! Το σημαντικότερο όμως κατά τον Κύριο, δεν θα είναι αυτό∙ θα είναι ότι «το όνομά μας θα είναι γραμμένο στη Βασιλεία του Θεού», γεγονός που συνιστά το όραμα και την αδιάκοπη προοπτική μας.