Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΠΕΤΕΙΑΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΠΕΤΕΙΑΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

08 Μαρτίου 2024

8 ΜΑΡΤΙΟΥ: Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ

Όταν και μέχρι τα νεώτερα χρόνια υπήρχε προβληματισμός σε κάποιες κοινωνίες αν η γυναίκα εντάσσεται στο ανθρώπινο είδος∙ όταν και μέχρι τα μέσα του εικοστού αιώνα η γυναίκα δεν είχε δικαίωμα να ψηφίζει, γιατί ο «χώρος»  της ήταν μόνο το σπιτικό και η οικογένειά της∙ όταν ακόμη και σήμερα η επαγγελματική και κοινωνική καταξίωση της γυναίκας για ορισμένους θεωρείται «σκάνδαλο»∙ όταν μ’ ένα λόγο η σύγκριση της γυναίκας προς τον άνδρα σε οικουμενική σχεδόν κλίμακα και διαχρονικά, από πλευράς κοινωνιολογικής, πολιτικής, οικονομικής, αποβαίνει μονίμως εις βάρος της γυναίκας, τότε, ναι! Μιλάμε για μία προβληματική κοινωνία, της οποίας το διαστροφικό στοιχείο την έχει διαποτίσει τόσο, ώστε να μην μπορούμε να βρούμε κανένα ελαφρυντικό και δικαιολογητικό στοιχείο υπέρ αυτής[1].

Και γιατί έπειτα να παραξενευόμαστε που μόλις τα τελευταία χρόνια διεθνώς, ελάχιστο καιρό στα καθ’ ημάς, ήρθαν και έρχονται στο φως περιπτώσεις που δείχνουν αυτήν τη μειονεκτική θέση της γυναίκας, η οποία δέχεται προσβολές όλων των ειδών με αδυναμία αντίδρασής της και ευρέσεως του δίκιου της; Πρέπει να επιστρατεύσει όντως όλα τα αποθέματα της ψυχικής της δύναμης, να βρει στηρίγματα που ενώ υπάρχουν δύσκολα επισημαίνονται, προκειμένου να βγάλει την καταπιεσμένη φωνή της κι απελπισμένα να κραυγάσει: «Φτάνει! Μέχρις εδώ και μη παρέκει!»

Το πρόβλημα βεβαίως είχε επισημανθεί ήδη απαρχής του χριστιανισμού – ο ίδιος ο Χριστός υπήρξε καταπέλτης στην υποβάθμιση της γυναίκας, τονίζοντας ότι ο Θεός δεν δημιούργησε έτσι τα πράγματα[2]! Αλλά και μετέπειτα, παρόλη την επίδραση του χριστιανισμού, δεν υπήρξε μία γενικευμένη και νομοθετημένη λύση του – οι  εξαιρέσεις πάντοτε υπάρχουν. Ο μέγας Πατέρας και Διδάσκαλος της Εκκλησίας άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος για παράδειγμα, και όχι μόνον  αυτός, διαπιστώνοντας στην εποχή του (4ος αι.) την υποβαθμισμένη θέση της γυναίκας που και νομικά εθεωρείτο κατώτερη από τον άνδρα, αυτήν την απάντηση έδινε στο γιατί συμβαίνει η συγκεκριμένη αμαρτία. «Άνδρες οι νομοθετούντες» έλεγε, δηλαδή αφού εκείνοι που νομοθετούν είναι άνδρες, προς το συμφέρον τους όλα τα ρυθμίζουν[3]. 

Και βεβαίως ο άγιοι Πατέρες μας, κινούμενοι ευαγγελικά και αποστολικά, προχωρούν βαθύτερα, εκεί που λειτουργεί η ανθρώπινη φύση με όλη τη σκοτεινιά της. Η υποβάθμιση της γυναίκας υπάρχει, σημειώνουν, γιατί η αμαρτία έχει διαβρώσει τον άνθρωπο και έχει αλλοιώσει όλες τις σχέσεις του, (και ως προς τον ίδιο του τον εαυτό), αλλά και τις σχέσεις του προς την υπόλοιπη δημιουργία. Για να προχωρήσουν στην ψαύση της κεντρικής αιτίας: όλες οι σχέσεις χάλασαν, τα δύο φύλα εναντιώθηκαν μεταξύ τους, γιατί χάλασε η πιο κεντρική και θεμελιακή σχέση, από την οποία πηγάζει η ίδια η ύπαρξη: η σχέση με τον Θεό.

Όλα τα παραπάνω, όλες οι ασχήμιες για τις οποίες κανείς εχέφρων  άνθρωπος δεν μπορεί όχι να καυχηθεί αλλά ούτε και κατά διάνοια να αποδεχτεί, οφείλονται στην επανάσταση του ανθρώπου κατά του Δημιουργού και Πατέρα του. «Διά της αμαρτίας ο θάνατος»[4] σημειώνει η Γραφή, θεωρώντας ότι θάνατος δεν είναι μόνο η βιολογική φθορά του ανθρώπου, αλλά πρωτίστως η απώλεια της σχέσης με τον Θεό Ζωή, που φέρνει την απώλεια της ορθής σχέσης και με τον συνάνθρωπο, και μάλιστα τον πρώτο συνάνθρωπο: τη γυναίκα για τον άνδρα και τον άνδρα για τη γυναίκα. Ο ένας άνθρωπος («εποίησεν άνθρωπον ο Θεός, άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς»[5]) που κομματιάστηκε.

Κι ακριβώς. «Δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ άνδρα και γυναίκας», εξαγγέλλει με κάθε τρόπο η Γραφή, αφότου ήρθε στον κόσμο ο ενανθρωπήσας Θεός, ο Ιησούς Χριστός. Γιατί; Διότι «όλοι είστε ένα μπροστά στον Χριστό ενωμένοι μαζί Του»[6]. Ο Χριστός ήλθε και στην σε δύο φύσεις μία θεϊκή Του υπόσταση[7] αποκατέστησε τον άνθρωπο στην ενότητά του: άνδρες και γυναίκες και κάθε θεωρούμενη διαφορά δεν κατανοούνται πια κατά ατομικό τρόπο. Οπότε το μεγαλείο του ανθρώπου δεν έγκειται  στην ανδρική ή τη γυναικεία φύση του, αλλά στο κατά πόσον η θέλησή του λειτουργεί για την ενότητα, κλίνει δηλαδή εν αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Η αγάπη κι η ενότητα είναι το προέχον[8], αυτή συνιστά την αγιότητα εν Χριστώ, γι’ αυτό και στη χριστιανική πίστη ο σπουδαιότερος άνθρωπος, ο μεγαλειωδέστερος και στο απώγειό του ευρισκόμενος είναι η Παναγία Θεοτόκος – η εικόνα της απόλυτης  αγάπης ως Μάνας αγκαλιάς[9].

 Μία γυναίκα δηλαδή είναι ό,τι σημαντικότερο και ανώτερο υπάρχει στο ανθρώπινο γένος, γι’ αυτό και στο πρόσωπο Εκείνης, της Μοναδικής, βλέπουμε την πληρέστερη καταξίωση και της συγκεκριμένης ημέρας. Όσο στην Εκκλησία μας ακούγεται ο παιάνας γι’ Αυτήν «Άξιόν εστιν ως αληθώς μακαρίζειν σε την Θεοτόκον...», τόσο θα ξέρουμε τι τελικά γιορτάζουμε και προς τα πού ως πολικό αστέρα πρέπει να προσβλέπουμε όλοι, κατεξοχήν δε η γυναίκα. Ένα τέτοιο όραμα είναι ευνόητο ότι πλαταίνει τον άνδρα, πλαταίνει ιδίως τη γυναίκα, οδηγώντας και τους δύο αφενός στην πραγματική έννοια της ισότητας ως εν Χριστώ ενότητάς  τους, αφετέρου στη φανέρωση στον κόσμο τούτο των ιδιαιτέρων χαρισμάτων τους που καθορίζει αλληλοσυμπληρωματικά το φύλο τους.                              


[1] «Παρ’ όλες τις ραγδαίες και πολλές φορές δραµατικές εξελίξεις σε όλους σχεδόν τους τοµείς της ιδιωτικής και δηµόσιας ζωής των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών, µία τουλάχιστον κοινωνική σχέση παραµένει αναλλοίωτη στο κατώφλι του 21ου αιώνα: η σχέση ανισότητας ανάµεσα στα δύο φύλα... Ουσιαστικά, το γυναικείο κίνηµα οργανώθηκε µετά το 2ο παγκόσµιο πόλεµο και την Παγκόσµια ∆ιακήρυξη των ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου, οπότε και µια σειρά από διεθνείς συµβάσεις και πολιτικές του Οργανισµού Ηνωµένων Εθνών ανάγκασαν µεγάλους οργανισµούς και κυβερνήσεις κρατών να προωθήσουν την ισότιµη συµµετοχή και αντιµετώπιση της γυναίκας στους περισσότερους τοµείς. Συγκεκριµένα, το 1952 ψηφίστηκε η διεθνής σύµβαση του Ο.Η.Ε. για τα ίσα πολιτικά δικαιώµατα των γυναικών και την ίση πρόσβαση σε όλα τα δηµόσια λειτουργήµατα, µε την οποία αναγκάστηκε να συµµορφωθεί και η χώρα µας (Γιωτοπούλου-Μαραγκοπούλου, 1998). Ωστόσο, οι νοµοθετικές µεταρρυθµίσεις προς όφελος των γυναικών δεν άλλαξαν σηµαντικά την κοινωνική θέση της γυναίκας» (Χριστίνα Αθανασιάδου, Νέες γυναίκες µε πανεπιστηµιακή µόρφωση και η συµφιλίωση της ιδιωτικής και της δηµόσιας σφαίρας στο σχεδιασµό της ενήλικης ζωής, Διδ. Διατρ., Τµήµα Ψυχολογίας Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη, 2002).

[2] Ματθ. 19, 8: «ἀπ’ ἀρχῆς δέ οὐ γέγονεν οὕτω».

[3] «Για ποιο λόγο δηλαδή τιμωρούν τη γυναίκα, ενώ συγχωρούν τον άντρα; Ενώ όταν η γυναίκα προσβάλλει το κρεβάτι του άντρα της διαπράττει μοιχεία και από το νόμο τιμωρείται γι’ αυτό βαριά, γιατί δεν τιμωρείται και ο άντρας όταν πηγαίνει με άλλες γυναίκες; Αυτήν την νομοθεσία δεν την αποδέχομαι και καταδικάζω αυτή την κατάσταση. “Άνδρες οι νομοθετούντες και κατά των γυναικών η νομοθεσία”» (Λόγος λζ΄).

[4] Ρωμ. 5, 12.

[5] Γεν. 1, 27.

[6] Πρβλ. Γαλ. 3, 23: «Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ».

[7] «Εἷς ἐστιν Υἱός, διπλοῦς τήν φύσιν ἀλλ’ οὐ τήν ὑπόστασιν» (δογμ. Θεοτοκίο εσπ. Κυρ. πλ. δ΄).  

[8] Βλ. Α΄Κορ. 13.

[9] «Ὦ πανύμνητε Μῆτερ, ἡ τεκοῦσα τῶν πάντων ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον» (Δ΄στάση Χαιρετισμών Θεοτόκου).

20 Φεβρουαρίου 2024

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

 

Η συγκεκριμένη ημέρα, που καθιερώθηκε από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ το 2007, αποτελεί μία ευλογημένη πρόκληση για να υπάρξει παγκοσμίως ευαισθητοποίηση  σε θέματα αδικίας όπου κι αν παρουσιάζονται, όπως «η φτώχεια, η ανεργία και ο κοινωνικός αποκλεισμός, μέσα σε μία ανοιχτή και παγκοσμιοποιημένη κοινωνία», που σημαίνει ότι ο ΟΗΕ ξεκινά με το δεδομένο ότι όχι μόνο στο παρελθόν αλλά και στις ημέρες μας, και κοινωνική αρμονία δεν υφίσταται, αλλά και ισότητα μεταξύ των πολιτών ενός κράτους πολύ συχνά δεν υπάρχει.

Βεβαίως, το θετικό για τον Παγκόσμιο αυτόν Οργανισμό είναι ότι έχει κατανοήσει  πως τα θέματα της κοινωνικής δικαιοσύνης δεν επιλύονται, αν επιλύονται, με ευχολόγια και φιλοσοφικές τοποθετήσεις, αλλά με «διεθνείς δράσεις», (όπως σημειώνεται στο επεξηγηματικό για την καθιέρωση της ημέρας σχόλιο), οι οποίες όμως καθίστανται συχνότατα αναποτελεσματικές λόγω της αντιδράσεως σ’ αυτές είτε αντιλαϊκών ηγεσιών είτε οργανωμένων συμφερόντων μίας χώρας.

Παρ’ όλα αυτά, η επιμονή στην προβολή του αιτήματος για κοινωνική δικαιοσύνη δεν είναι χωρίς νόημα. Πάντοτε πρέπει να προσβλέπουμε στην καλή διάθεση του ανθρώπου, στην ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης, στην πίστη τελικά στη δύναμη των λαών, που όταν «ξυπνούν» μπορούν να επιβάλουν αυτό που θεωρούν δίκαιο για τους πολλούς – οι διάφορες στην ιστορία «κοινωνικές κατακτήσεις» όντως επιβεβαιώνουν την αλήθεια αυτή. Κι αυτό γιατί, όσο κι αν έχει η κακία διαστρεβλώσει τον άνθρωπο, δεν τον έχει κάνει να χάσει μέσα του την έστω ως νοσταλγία και πόθο έννοια της αξιοκρατίας και του ανθρωπισμού. Η αξιοκρατία και ο ανθρωπισμός δεν είναι τα βασικά στηρίγματα του αγαθού που ονομάζεται κοινωνική δικαιοσύνη; Κι αυτά τα νοσταλγεί ή τα ποθεί, όπως είπαμε, κάθε άνθρωπος και κάθε λαός όπου κι αν ζει.

Έτσι η κοινωνική δικαιοσύνη μπορεί να μην υφίσταται ή να υφίσταται λειψά και περιορισμένα σε έναν λαό και σ’ ένα κράτος, δεν παύει όμως πράγματι να υπάρχει και να λειτουργεί στις καρδιές των ανθρώπων, οι οποίες προσδοκούν πότε θα υπάρξουν οι συγκυρίες ώστε να πάρει σάρκα και οστά. Κι εκεί παίζεται το παιχνίδι των διαφόρων κοινωνικο-οικονομικών συστημάτων και των πολιτικών θεωριών: πόσο δηλαδή διαμορφώνουν τις συνθήκες για να λειτουργήσει η κοινωνική δικαιοσύνη, κάτι που σημαίνει ότι ο βαθμός λειτουργίας της δικαιοσύνης αυτής φανερώνει και την αξία ή όχι των πολιτικών και κοινωνικών συστημάτων και θεωριών.

Θα θέλαμε όμως να δούμε την κοινωνική δικαιοσύνη και από μία άλλη πλευρά, πιο βαθειά και αποτελεσματική πιστεύουμε, αυτήν της χριστιανικής πίστεως όταν είναι συνεπής. Διότι τι άλλο βλέπουμε στους  γνήσιους χριστιανούς, τους αγίους δηλαδή, παρά να ζουν τη δικαιοσύνη του Θεού, η οποία υπερβαίνει κάθε έννοια της ανθρώπινης διάστασής της; Ποιο το χαρακτηριστικό της θείας δικαιοσύνης; Η υπέρμετρη και χωρίς όρια αγάπη προς τον άνθρωπο, κατά το πρότυπο του Ιησού Χριστού, ο Οποίος επάνω στον Σταυρό «σηκώνει την αμαρτία όλου του κόσμου», αγκαλιάζει όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους, είτε πιστούς είτε απίστους, είτε της εποχής Του είτε και κάθε άλλης εποχής πριν ή και μετά από Αυτόν, προσφέροντάς τους τη δικαίωση ως δι’ Αυτού σχέση με τον ζωντανό Θεό. Και πώς εξέλαβαν ακριβώς οι πιστοί την υπερφυή αυτή αγάπη του Χριστού; Ως δεδομένο και της δικιάς τους ζωής, προκειμένου να παραμένουν ενωμένοι μαζί Του, συνεπώς να αγκαλιάζουν εν αγάπη κάθε άνθρωπο, να βλέπουν την ατίμητη αξία του ως εικόνας Θεού, να τον συγχωρούν ό,τι κι αν έχει κάνει, να του προσφέρουν οτιδήποτε χρειάζεται ώστε αυτός να ζει, έστω και με δική τους θυσία.

 Ποια έννοια κοινωνικής δικαιοσύνης μπορεί να παραβληθεί μ’ αυτήν; Και να, το άμεσο χειροπιαστό αποτέλεσμα:  η πρώτη χριστιανική κοινότητα των Ιεροσολύμων, όπου τα πάντα στους πιστούς ήταν κοινά. Δεν υπήρχε δικό μου και δικό σου – ο καθένας έδινε ανάλογα με τις δυνατότητές του και έπαιρνε ανάλογα με τις ανάγκες του. Κι επίσης το παρόμοιο αποτέλεσμα που βλέπουμε στη ζωή όλων των αγίων: και των απλών, οι οποίοι αναλαμβάνουν τον αγώνα της κοινωνικής δικαιοσύνης με τρόπο εσωτερικό – μέσω της προσευχής τους για τους άλλους και της αναλήψεως της ευθύνης τους ενώπιον του Θεού -  και των εχόντων τη δύναμη για μεγαλύτερη προσφορά. Σαν τον άγιο Βασίλειο για παράδειγμα: οργανώνει πράγματα για όλους τους ανθρώπους προκειμένου να ξεπεραστεί η όποια αδικία και ανισότητα ζούσαν, που θα απαιτούσε έναν ολόκληρο μηχανισμό ενός κοινωνικού κράτους! Κι ακόμη σαν την αγία Φιλοθέη: μία καλόγρια που στην πιο δύσκολη εποχή, την εποχή της Τουρκοκρατίας που το κεφάλι του καθενός χανόταν ανά πάσα στιγμή, είχε τέτοια κοινωνική προσφορά, ώστε το όνομά της ταυτίστηκε με την έννοια του θείου ελέους!

Κοινωνική δικαιοσύνη: το αδιάκοπα ζητούμενο ανθρωπίνως, οικονομικά, πολιτικά, κοινωνικά, για κάθε λαό. Χριστιανικά: το διαρκώς πραγματοποιούμενο, όπου όμως υπάρχουν άγιοι.

15 Φεβρουαρίου 2024

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΚΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ

Και η ίδια η λέξη προκαλεί σε πολλούς πανικό και απόγνωση. Δεν είναι τυχαίο ότι κάποιοι δεν θέλουν να αναφέρουν ούτε καν το όνομά του˙ επιλέγουν άλλα ονόματα πιο… ήπια, πιο… χαλαρά – ίσως για να «ξορκίσουν» το κακό! Σαν την τρικυμιώδη θάλασσα του «Ειρηνικού» ωκεανού, σαν τον «εύξεινο» αφιλόξενο Πόντο! Κατ’ ευφημισμό! Κι αυτό γιατί; Διότι η συγκεκριμένη αρρώστια είναι συνδεδεμένη άμεσα με τον θάνατο – καρκίνος ίσον αργός και βασανιστικός θάνατος για τους περισσοτέρους! Είναι όμως έτσι; Παλαιότερα ίσως. Τώρα όμως με τόση πρόοδο στην ιατρική γνώση και τεχνολογία όχι. Όχι τόσο τουλάχιστον. Διότι υπάρχουν πολλοί τύποι του καρκίνου που αντιμετωπίζονται οριστικά και εντελώς, έστω και μέσα από διαδικασία συχνά οδυνηρή. Και βεβαίως δεν θέλουμε να μιλήσουμε για την πνευματική διάσταση της αρρώστιας αυτής, όπως την εξέφρασε ο σύγχρονος άγιος μέγας Πορφύριος, ο οποίος και εκείνος είχε γνωρίσει πάνω στο σώμα του τι σημαίνει καρκίνος – ως εκπλήρωση ίσως της νεανικής βαθιάς επιθυμίας του ο Θεός να επιτρέψει και γι’  αυτόν την «ευλογία» αυτή! «Με τον καρκίνο έχει γεμίσει ο Παράδεισος» είχε πει, για να δηλώσει ότι ναι μεν μπορεί να μην υπάρχουν πολλά περιθώρια ίασης του ασθενούς (τότε που το έλεγε ξαναλέμε δεν είχε προχωρήσει τόσο η επιστήμη στον τομέα της θεραπευτικής αντιμετώπισής του), όμως αφήνει χρόνο για μετάνοια. Και ποια ισχυρότερη πρόκληση μετανοίας από εκείνον που γνωρίζει ότι επίκειται μετά από λίγο η αναχώρησή του από τον κόσμο αυτό;

Η ημέρα όμως σήμερα είναι αφιερωμένη όχι γενικά στον πάσχοντα από  καρκίνο, αλλά στην εμφάνισή του σε παιδιά. Κι αυτό από μόνο του αναμοχλεύει τα έγκατα της ψυχής κάθε φυσιολογικού ανθρώπου. Γιατί το παιδί είναι πράγματι ό,τι ιερότερο και ωραιότερο υφίσταται πάνω στη γη μας. Ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός δεν μας το έδειξε με τον πιο εμφανή τρόπο; Αγκάλιαζε τα παιδιά, τα ήθελε κοντά Του, τα ευλογούσε. Κι όταν κι οι μαθητές Του κάποια στιγμή πήγαν να τα εμποδίσουν να Τον πλησιάσουν, «αγρίεψε» και εξανέστη: «Αφήστε τα παιδιά να έρθουν κοντά μου» είπε. «Γιατί σ’ αυτά ανήκει η Βασιλεία των Ουρανών». Και: «οι άγγελοι των παιδιών έχουν τη μεγαλύτερη παρρησία ενώπιον του Θεού»! Να η αποκάλυψη του Κυρίου: Μας άνοιξε τα μάτια για να μας πει ποιοι είναι οι κάτοικοι του Παραδείσου. Είναι τα παιδιά. Κι όχι μόνο τα ευρισκόμενα στην ηλικία αυτή, αλλά και οι μετέπειτα κάθε ηλικίας ως προς τον τρόπο της ζωής, εσωτερικά και καρδιακά. «Εάν δεν στραφείτε και δεν γίνετε σαν τα παιδιά, απονήρευτοι δηλαδή και αθώοι, δεν πρόκειται να εισέλθετε στη Βασιλεία του Θεού». Γι’ αυτό και ο μεγάλος απόστολος Παύλος τόνιζε και εξήγγελλε και προέτρεπε: «Να γίνεστε σαν τα νήπια. Όχι ασφαλώς από ηλικίας, τούτο δεν γίνεται, αλλά από πλευράς κακίας. Στο μυαλό σας όμως να γίνεστε τέλειοι».

Κι έρχεται λοιπόν πάνω στα λουλούδια αυτά που θάλλουν μία απαρχή μαρασμού. Κι έρχεται στον ήλιο μία κηλίδα. Κι έρχεται στη χαρά της χάρης τους η σκιά του πόνου. Και θέλεις να κλάψεις και να κραυγάσεις – ένα «γιατί;» πάει αυθόρμητα να βγει από την καρδιά σου. Μα, κοντοστέκεσαι. Γιατί ξέρεις, ως χριστιανός, ότι πίσω από κάθε «γιατί;» κρύβεται, για να θυμηθούμε την αγία γερόντισσα Γαβριηλία (Παπαγιάννη), το «εγώ» του ανθρώπου. Και το μόνο που παλεύεις να κάνεις είναι να κλίνεις το γόνυ στο άγνωστο και απροσπέλαστο στην ανθρώπινη σκέψη θέλημα του Θεού. Δεν ξέρουμε το άγιο σχέδιό Του για τα μπουμπούκια αυτά της ζωής. Το μόνο που με ασφάλεια γνωρίζουμε είναι ότι βρίσκονται μέσα στην άπειρη αγάπη Του και μέσα στη δική Του χαρά. Ταπεινά λοιπόν και με επίγνωση των μικρών ορίων μας τι κάνουμε; Αφενός κινητοποιούμαστε με όλες τις δυνάμεις μας για την από πλευράς ανθρώπινης αντιμετώπιση της κηλίδας πάνω στον ήλιο – υποκλινόμαστε στα χέρια του Θεού και των αγίων που βρίσκουν δίοδο και έκφραση μέσα από τα χέρια των ιατρών μας – αφετέρου προκαλούμαστε για έμπονη και καρδιακή προσευχή ώστε να «πιέσουμε» τον Θεό μας και να Τον «νικήσουμε» για την ίαση των αγγελικών αυτών πλασμάτων.

Όπως κι αν είναι όμως τα πράγματα, ο παιδικός καρκίνος μας φέρνει στον νου τα μαρτυρικά παιδιά της Βηθλεέμ. Γιατί αυτά θεωρούνται ως οι πρώτοι μάρτυρες του Κυρίου, που θα πει οι πρώτοι ένδοξοι κάτοικοι του Παραδείσου. Παιδάκια με καρκίνο: αγγελούδια που πάσχουν˙ αγγελούδια που πέφτει επάνω τους όλο το φως του Ουρανού και κάθε ίνα της σάρκινης καρδιάς μας!

30 Δεκεμβρίου 2023

ΕΝΟΨΕΙ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ

 

Ὁ Θεός μᾶς ἀξιώνει νά εἰσερχόμαστε κάθε φορά στόν νέο χρόνο – «ὁ καταξιώσας ἡμᾶς ἐν τῆ ἀφάτῳ Σου φιλανθρωπίᾳ εἰς νέον ἐνιαυτόν εἰσελθεῖν», κατά τήν εὐχή τῆς Ἐκκλησίας μας πού θά ἀκούσουμε σέ λίγες ὧρες. Ὁ χρόνος Τοῦ ἀνήκει ὡς δημιουργία Του, τόν δίνει ὡς δωρεά Του, συνεπῶς θεωρεῖται ὡς ἡ εὐκαιρία καί ἡ εὐλογία Του στόν ἄνθρωπο γιά νά τόν ἀξιοποιήσει. Ὅπως συμβαίνει καί μέ ὅλα τά δημιουργήματα, πού ὁ Θεός τά προσέφερε στόν ἄνθρωπο πρός ἀξιοποίησή τους – «ἐργάζεσθαι καί φυλάσσειν αὐτά» λέει ἡ Γραφή - κατά τόν ἴδιο τρόπο καί μέ τόν χρόνο. Δέν εἶναι ὁ χρόνος ἕνα πράγμα πού ὑφίσταται ἀπό μόνο του, δέν λειτουργεῖ κατά μαγικό τρόπο ὡς ἕνα εἶδος κύκλου (κυκλική ἔννοια τοῦ χρόνου: ὅλα ἔρχονται καί ἐπανέρχονται τά ἴδια), ὅπως νόμιζαν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες λόγω τῆς πίστης τους στήν αἰωνιότητα τοῦ κόσμου, ἀλλά εἶναι ἡ προσφορά τοῦ Θεοῦ γιά νά τόν γεμίζει ὁ ἄνθρωπος μέ αὐτό πού ἀρέσει στόν Θεό καί πού θά ἔπρεπε νά ἀρέσει καί σ’ ἐκεῖνον, ὥστε νά γίνεται αὐτό καί ἡ χαρά τοῦ ἀνθρώπου. Γιατί μόνον ὅταν ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται στήν πορεία τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ ζεῖ τή φυσιολογία του καί ἄρα τή χαρά καί τό νόημα τῆς ζωῆς του. Βγάλε τόν Θεό ἀπό τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου, ὅλα χάνουν τό νόημά τους καί στεροῦνται ἀπό ὁποιαδήποτε χαρά. Ἡ θλίψη γίνεται ἐκεῖνο πού τήν σφραγίζει. «Θλίψη καί στενοχώρια σέ κάθε ἄνθρωπο πού κάνει τό κακό» (ἀπ. Παῦλος). Μέσα λοιπόν στήν ἄφατη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐπιτρέπει Ἐκεῖνος νά εἰσέλθει ὁ ἄνθρωπος στόν καινούργιο χρόνο, ὥστε νά βρίσκεται συντονισμένος μέ τόν δωρεοδότη Του, νά ζεῖ δηλαδή μέ ἀγάπη.

20 Νοεμβρίου 2023

Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ

Η 20ή Νοεμβρίου έχει καθιερωθεί από τη Διεθνή Κοινότητα ως Παγκόσμια Ημέρα για τα Δικαιώματα του Παιδιού. Αφορμή στάθηκε η επέτειος υιοθέτησης από τη Γενική Συνέλευση του Ο.Η.Ε., το 1989, της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού,  μίας Σύμβασης που, όπως έχει γραφεί, «αποτελεί το πλέον αποδεκτό κείμενο για τα ανθρώπινα δικαιώματα παγκοσμίως. Την έχουν επικυρώσει όλα τα κράτη του κόσμου, εκτός των ΗΠΑ και της Σομαλίας (η Ελλάδα την επικύρωσε στις 2 Δεκεμβρίου 1992 με τον νόμο 2101), και τα 54 άρθρα της καλύπτουν όλα τα δικαιώματα των παιδιών που χωρίζονται σε 4 τομείς: Δικαιώματα Επιβίωσης, Ανάπτυξης, Προστασίας και Δικαιώματα Συμμετοχής».

Δεν είναι αυτονόητο όμως κάτι τέτοιο; Χρειάζεται συγκεκριμένη ημέρα για να τονιστεί ότι χωρίς τη διασφάλιση των αναγκαίων συνθηκών επιβίωσης και ανάπτυξης και προστασίας των παιδιών ο κόσμος δεν μπορεί να υπάρχει; Ένας κόσμος χωρίς παιδιά είναι ένας κόσμος χωρίς ελπίδα – γερνάει και πεθαίνει. Τα παιδιά αποτελούν το ναι της συνέχειας της ζωής, οπότε οι πάντες θα έπρεπε να αγωνίζονται γι’ αυτά.

Αλλά βεβαίως τούτο θα ήταν αυτονόητο σ’ έναν κόσμο σώφρονα και ισορροπημένο, που βλέπει καθαρά τη ζωή και τις ανάγκες της. Συμβαίνει κάτι τέτοιο; Ασφαλώς και όχι. Κατά γενική ομολογία, ζούμε σ’ έναν κόσμο που η ανισορροπία και η παραφροσύνη συνιστούν σχεδόν την «κανονικότητα», με προτεραιότητά του την ηδονική απόλαυση της ζωής, το κυνηγητό του χρήματος ως θεότητας, την επιδίωξη της δόξας, την κυριαρχία επί των άλλων – πράγματα που δεν «αντέχουν» την παρουσία των παιδιών και της αθωότητας που κατά τεκμήριο εκφράζουν.

Και ποια η αιτία για την «κόλαση» αυτή; Η σχεδόν απόλυτη κυριαρχία της αμαρτίας ως εγωισμού των ανθρώπων. Πώς είναι δυνατόν σ’ έναν εγωιστή άνθρωπο που έχει «κολλήσει» στη σαρκολατρεία και την υπερηφάνεια του να δει κάτι πέρα από τον εαυτό του; «Φάγωμεν και πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν» είναι το «μότο» που τον καθορίζει, και ό,τι μπαίνει εμπόδιο στην «αρχή» του αυτές πρέπει να εξολοθρευτεί – πολύ περισσότερο το παιδί που είναι αδύναμο και ανίσχυρο.

Το τραγικότερο εν προκειμένω δεν είναι αυτό. Το τραγικότερο είναι ότι μία τέτοια κατάσταση μεταγγίζεται και στα παιδιά – τα παιδιά αντιγράφουν τον κόσμο των μεγάλων – οπότε η εξολόθρευση των παιδιών, αν δεν γίνεται με φυσικό, γίνεται με ψυχολογικό, κοινωνικό και «παιδαγωγικό» τρόπο! Και το βλέπουμε σχεδόν πια καθημερινά: παιδιά που από τα «γεννοφάσκια» τους θα λέγαμε, θεωρούν δεδομένο να προβαίνουν σε εγκληματικές ενέργειες κατά των πιο αδύναμων, είτε συνομηλίκων τους είτε μεγαλυτέρων. Η συγκρότηση συμμοριών από παιδιά και εφήβους, η άσκηση bulling από αυτά, η καταστροφική δράση ως «νοηματοδότηση» ζωής αποτελούν πια καθημερινή ειδησεογραφία. Γιατί τα παιδιά, αυτά έμαθαν και μαθαίνουν από τον κόσμο των μεγάλων. Των μεγάλων που το περπάτημά τους στον κόσμο συνθλίβει διαρκώς τα λουλούδια και τα άνθη, τα παιδιά! 

Η καθιέρωση της ημέρας αυτής από τον Ο.Η.Ε. πρέπει να ήταν αντίδραση πανικού και τρόμου. Μπροστά σ’ ένα μέλλον που φάνταζε (και φαντάζει) ζοφερό χωρίς κανένα χρώμα αγάπης και τρυφερότητας. Η Ημέρα κραυγάζει «να σώσουμε ό,τι σώζεται για χάρη των παιδιών μας». Ποιος όμως τελικά θα ακούσει; Αλλά και αυτή η κραυγή ήταν και είναι ελλιπής. Γιατί ναι μεν μπορεί κάποιους να κινητοποίησε για τη διασφάλιση των αναγκαίων της ζωής των παιδιών, αλλά άφησε απέξω και εντελώς ανυπεράσπιστα τα πιο αθώα θύματα του ανισόρροπου κόσμου μας: τα παιδιά που χάνονται από τις μαζικές εκτρώσεις. Πού η ευαισθησία γι’ αυτά; Δεν είναι εν δυνάμει άνθρωποι τα έμβρυα; Ποιος μπορεί να έχει δει τις αντιδράσεις ενός εμβρύου μπροστά στις μηχανές εξολόθρευσης και να μη συγκλονίστηκε; Γιατί το να κόβεται ένα βλαστάρι σηματοδοτεί πια έγκλημα, ενώ για το μικρότερο βλαστάρι δεν υπάρχει καμία ή μηδαμινή  διασφάλιση;

Κι εννοείται πως η μεγαλύτερη και αποτελεσματικότερη διασφάλιση των παιδιών υπάρχει σ’ Εκείνον που φώναξε: «Αφήστε τα παιδιά να έλθουν σ’ Εμένα. Γιατί γι’ αυτά είναι η Βασιλεία του Θεού». Σ’ Εκείνον που απεκάλυψε πως τα παιδιά αποτελούν λόγω της καθαρότητας της καρδιάς τους, αν τα αφήσουμε ορθά να αναπτυχθούν, το όριο για όλους τους μεγάλους: «Αν δεν στραφείτε και δεν γίνετε σαν παιδιά, δεν πρόκειται ποτέ να μπείτε στη Βασιλεία του Θεού». Η μεγαλύτερη προσφορά στο μέλλον της ανθρωπότητας είναι να βοηθήσουμε τα παιδιά να αγκαλιάσουν τον Χριστό. Να τα βοηθήσουμε να Τον βρουν όμως όχι τόσο με τα λόγια μας, όσο με το παράδειγμά μας. Αυτό θα συνιστούσε ίσως  και τη μεγαλύτερη ευεργεσία και για εμάς τους ίδιους.

28 Οκτωβρίου 2023

28η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ: ΕΘΝΙΚΟ ΟΡΟΣΗΜΟ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΔΕΙΚΤΗΣ ΠΟΡΕΙΑΣ

 

Δεν έχουμε σκοπό να πούμε όσα αποτελούν το περιεχόμενο ενός πανηγυρικού της ημέρας – αυτό είναι δουλειά άλλων! Μα δεν μπορούμε να μην πούμε κι εμείς ένα ταπεινό ευχαριστώ στους πατέρες και τους παππούδες μας, που στη δεδομένη στιγμή «ηλεκτρίστηκαν» από την αγάπη τους προς την πατρίδα και προσήλθαν, σε μεγάλο βαθμό εθελοντικά, να καταθέσουν τον εαυτό τους στην υπηρεσία και τη διαφύλαξή της. Οι άμεσες μαρτυρίες που έχουμε και τα ντοκουμέντα της εποχής εκείνης δείχνουν ότι αυτό που συνέβη τό ’40 δεν εξηγείται με την απλή λογική. Υπήρξε ένας πανεθνικός συναγερμός κατά της φασιστικής επίθεσης των Ιταλών πρώτα και των Γεμανών έπειτα, που προϋπέθετε σε μεγάλο βαθμό την υπέρβαση του φόβου του θανάτου. Κι αυτό γιατί τα αριθμητικά στοιχεία σε έμψυχο και άψυχο υλικό έκλιναν καθ’ υπερβολήν υπέρ των επιτεθεμένων φασιστών. Όλοι με άλλα λόγια οι Έλληνες ήξεραν ότι οι Ιταλοί σαφώς υπερτερούν σε όπλα και σε στρατιώτες. Η λογική έλεγε ότι η ήττα ήταν δεδομένη. Μα ο ψυχικός δυναμισμός των Ελλήνων ήταν τέτοιος, που τα αριθμητικά και λογικά δεδομένα τα παραθεώρησαν. Ο αγώνας ήταν για την Πατρίδα, που σημαίνει ότι ήταν αγώνας για τα ιερά και τα όσια του Έθνους. Επέλεξαν λοιπόν να μαρτυρήσουν για να παραμείνουν αυτό που ήταν: Έλληνες ελεύθεροι, παρά να υποταγούν και να χάσουν την αυτοσυνειδησία τους και την αξιοπρέπειά τους. Και τα κατάφεραν. Γι’  αυτό και δεν είναι υπερβολικός ο χαρακτηρισμός που από τότε τους συνοδεύει και τον οποίο έδωσαν φίλοι και εχθροί: είναι ήρωες!

Κοινοί άνθρωποι σαν όλους ήταν οι μαχητές του ’40 μέχρι την εποχή που ξέσπασε ο πόλεμος, κι ίσως, για όσους επέζησαν, και μετά από αυτόν. Με τους ίδιους φόβους, τις ίδιες αγωνίες και τις ανασφάλειες που έχει κάθε απλός άνθρωπος. Φαίνεται όμως πως το αδύναμο σωματικά και ψυχικά αυτό πλάσμα, σε κρίσιμες ώρες που διακυβεύονται τα ιδεώδη και τα οράματά του, μεταμορφώνεται και γίνεται γίγαντας. Σπάει τα στεγανά των ατομικών του ορίων κι αφήνει να διαφανούν οι άπειρες δυνατότητες  με τις οποίες τον έχει προικίσει ο Δημιουργός. Θεολογικά, θα επισημαίναμε ότι έχουμε εδώ μερική εφαρμογή του θεόπνευστου λόγου του Ευαγγελιστή της αγάπης, που λέει ότι «η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβον» (Α΄ Ιωάν. 4, 18). Ο φόβος που έχει κάθε άνθρωπος, όταν βλέπει ότι κινδυνεύει η ατομική του ύπαρξη, ξεπερνιέται με μία τέλεια αγάπη. Εν προκειμένω οι αγωνιστές του ’40 παθιάστηκαν από την αγάπη προς την Πατρίδα, αγάπη που τους έκανε να υπερβούν τα όριά τους και να αναδειχτούν σε ήρωες, σε οικουμενικά δηλαδή πρότυπα.

Κι από την άποψη αυτή, εκτός από το να τους ευχαριστούμε, καλούμαστε να τους μιμηθούμε. Γιατί κι εμείς σήμερα ζούμε σε κρίσιμες εποχές. Οι κίνδυνοι για την ασφάλεια της πατρίδας μας, αλλά και για την ψυχική και πνευματική αρτιότητά μας είναι δεδομένοι και υπαρκτοί. Και δεν μιλάμε μόνο για τους άσπονδους φίλους μας: τους απειλητικούς γείτονες της χώρας μας, αλλά και για άλλους κινδύνους, πιο απειλητικούς ίσως γιατί είναι περισσότερο ύπουλοι. Η παρείσφρυση για παράδειγμα στη χώρα μας πάμπολλων αιρέσεων χριστιανικών και μη που σκοπεύουν στην αλλοίωση της πνευματικής φυσιογνωμίας της δεν συνιστά έναν τέτοιο κίνδυνο; Το πνεύμα της εκκοσμίκευσης ως έκπτωσης από τη γνησιότητα της ορθόδοξης πίστης και προσκόλλησης στα του κοσμικού φρονήματος δεν αποκοιμίζει σταδιακά και τους χριστιανούς Έλληνες, προκαλώντας την αναισθητοποίηση κάθε ψυχικής και πνευματικής αντίστασής τους; Κι ακόμη: η κυριαρχία σχεδόν πια των χαρακτηριστικών της μετανεωτερικής λεγόμενης εποχής, όπου ο άνθρωπος δεν κατανοείται ως εικόνα Θεού αλλ’  ούτε καν και ως «ζωντανός» άνθρωπος με την υποταγή του στην «άϋλη»  εκδοχή του μέσω του διαδικτύου, δεν αποτελεί κι αυτή ίσως τον σοβαρότερο από όλους τους κινδύνους;

Λοιπόν, οι κίνδυνοι αφανισμού μας ως Έθνους με την ελληνορθόδοξη ιδιαιτερότητά μας είναι παραπάνω από υπαρκτοί, για να μην πούμε ότι είμαστε σε φάση μη αναστρέψιμη. Κι είναι σημαντική η ευκαιρία που μας προσφέρει και πάλι η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου, γιατί όπως τότε οι αγωνιστές του ’40 συνειδητοποίησαν τον κίνδυνο και υψώθηκαν στα όρια της ελληνικής ηρωικής ψυχής για να διαφυλάξουν τον εαυτό τους και την πατρίδα τους, έτσι κι εμείς. Υπό τη Σκέπη της Παναγίας Μητέρας μας να αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων και να «διαβάσουμε» σωστά τα μηνύματα των καιρών. Και να στραφούμε στον «μόνον δυνάμενον σώζειν», τον Κύριο Ιησού Χριστό, προκειμένου και να μας φωτίσει αλλά και να ενισχύσει την αδύναμη βούλησή μας ώστε να βαδίζουμε τον δρόμο τον δικό Του και των αγίων Του. Οι έστω και λίγοι σήμερα που θα βρεθούν στο χαρισματικό αυτό σημείο ίσως δημιουργήσουν κατά ένα μυστικό τρόπο αυτήν τη φορά ένα νέο «έπος»! Το «έπος της μετάνοιας» που θα υψώσει αναχώματα εναντίον κάθε δύναμης φθοράς. Μη ξεχνάμε τον λόγο του Κυρίου: η μετάνοια φέρνει στον κόσμο την ίδια τη Βασιλεία του Θεού!

23 Οκτωβρίου 2023

ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΩΝ ΕΓΚΑΙΝΙΩΝ ΕΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥ ΝΑΟΥ

 Σύντομη ομιλία (19 Οκτ. 2023) π. Γ. Δ. επί τη εικοσαετία (2003) εγκαινίων του Ι. Ν. Κοιμήσεως της Θεοτόκου Αλίμου (Θεομήτορος).

Ο καθένας μας γνωρίζει πολύ καλά πως η τελετή των εγκαινίων στην εποχή μας συνιστά μία συνηθισμένη υπόθεση για όλους που θέλουν να ξεκινήσουν κάτι καινούργιο. Είτε πιστός χριστιανός είναι κάποιος είτε όχι θεωρεί δεδομένο ότι το ξεκίνημα μίας όποιας δραστηριότητάς του θα πρέπει να γίνει με έναν εόρτιο τρόπο: να κληθούν φίλοι και γνωστοί, να προσφερθούν κεράσματα, να ακουστούν ευχές, να δοθεί δηλαδή η πρώτη εκκίνηση για να ξεκινήσει όπως λέμε η μηχανή. Ακόμη και στην περίπτωση που κάποιος δεν καλεί ιερέα ώστε να διαβαστούν οι προβλεπόμενες για την περίπτωση εκκλησιαστικές ευχές, ακόμη και τότε η δύναμη των  (κοσμικών) ευχών και των καλών λόγων αποτελεί κάτι σημαντικό: έστω και ανεπίγνωστα ο καλός λόγος περικλείει μία δυναμική που μπορεί να ωθήσει σ’ έναν δρόμο που θεωρείται ότι είναι καλός. «Ο καλός λόγος και τον κακό τον κάνει καλό» λέει όχι άδικα η παροιμία, όπως βεβαίως συμβαίνει και το αντίθετο.

Κι αν αυτό ισχύει σε κοσμικό επίπεδο, πολύ περισσότερο ισχύει σ’ εκείνον που θέλει να εντάξει την όλη ενεργητικότητα και τη δραστηριοποίησή του μέσα σε εκκλησιαστικό πλαίσιο: να υπάρξει η επίκληση της ενέργειας του Θεού διά της χάριτος της ιερωσύνης, ώστε αυτό που θα λειτουργήσει να λειτουργήσει τελικώς προς δόξαν Θεού. Τη χάρη του Θεού δεν επικαλούμαστε πάντοτε στην Εκκλησία μας και για όλες τις διαστάσεις του κοινωνικού και προσωπικού βίου μας; Όταν ο απόστολος Παύλος με δύναμη και σαφήνεια μας λέει ότι «είτε εσθίετε είτε πίνετε είτε τι άλλο ποιείτε πάντα εις δόξαν Θεού ποιείτε», τι άλλο θέλει να μας επισημάνει παρά το γεγονός ότι η ζωή μας ενταγμένη μέσα στον Χριστό, σε κάθε διάστασή της, τελικώς σ’ Εκείνον πρέπει να κατατείνει για να υπάρχει ευλογία και να υφίσταται αληθινό νόημα!

Με άλλα λόγια η βάση των όποιων ευχών, ακόμη και για την παραμικρότερη είπαμε διάσταση της ζωής μας, ακόμη και την αγορά και την κίνηση του αυτοκινήτου μας, βρίσκεται στην απόλυτη πεποίθηση του πιστού ότι «εξ Αυτού, του Χριστού, και δι’ Αυτού και εις Αυτόν τα πάντα έκτισται», όλα προέρχονται από τον Χριστό, υφίστανται και διακρατούνται από Εκείνον, κατατείνουν ως προς το απόλυτο τέλος τους  που είναι Εκείνος. Διότι είναι ο σαρκωμένος Θεός μας που ήλθε στον πεσμένο στην αμαρτία (λόγω της κακής χρήσεως της ελευθερίας του ανθρώπου) κόσμο, ώστε να του δώσει τη δυνατότητα και πάλι να γίνει καινούργιος, να αποκαταστήσει τη σχέση του με τον Θεό, ενούμενος μ’ Αυτόν που «καινά ποιεί πάντα»! Ποιος άλλος θα μπορούσε να διαγράψει και να καταργήσει την αμαρτία που περικλείει τον θάνατο, να καταπατήσει τον διάβολο που διαρκώς προκαλεί στην αμαρτία, παρά μόνον Εκείνος που «αμαρτίαν ουκ εποίησεν ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι Αυτού»;   Ο οποιοσδήποτε άλλος ή οτιδήποτε άλλο ό,τι κι αν έκανε απλώς θα ανακύκλωνε την παλαιότητα και τη φθαρτότητα των υλικών ενός κόσμου που σφαδάζει μέσα στην ανακύκλωση και την περιδίνηση των παθών του. Κι αυτό τι σημαίνει; Ότι τελικώς τίποτε στον κόσμο δεν υφίσταται ως καινούργιο, τίποτε δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως νέο που να έχει ελπίδα και προοπτική, παρά μόνον αυτό που τελεί σε σχέση και κοινωνία με τον Ιησού Χριστό. Διότι Αυτός είναι η πηγή της ζωής, το μόνον αενάως καινούργιο, αυτό που μεταγγίζει την ίδια την αιώνια ζωή. Μας το είπε απερίφραστα ο Ίδιος και όχι μόνον μία φορά: «Όποιος θέλει να πιει από το νερό που έχω θα του δώσω, θα δει ότι θα ξεδιψάσει και θα γίνει κι αυτός μία δεύτερη πηγή που θα αναβλύζει την αιώνια ζωή».

Τι θέλησε ο απόστολος Παύλος ερχόμενος στην Αθήνα να πει στους Αθηναίους που αναζητούσαν οτιδήποτε καινούργιο μπορούσε να « κτυπήσει»  την ακοή τους, προφανώς αναζητώντας αδιάκοπα εκείνο που δεν μπορούσαν να βρουν και που θα γέμιζε την καρδιά τους; «Τον άγνωστο Θεό», που κατέστη όμως φανερός, γιατί ήλθε στον κόσμο ως άνθρωπος και που μάρτυράς Του ήταν μεταξύ άλλων και ο απόστολος Παύλος. Ο Ιησούς Χριστός, «ο Ων», η πηγή της ζωής και της κάθε ύπαρξης και του κάθε είναι, όπως ήδη έντρομος και σαστισμένος άκουσε στους πρόποδες του Σινά ο Πατριάρχης Μωυσής. Εκεί στο περιστατικό της καιομένης αλλά μη κατακαιομένης βάτου βρέθηκε ο Μωυσής ενώπιος Ενωπίω Θεώ, που τον καλούσε να αναλάβει την ευθύνη της απελευθέρωσης του λαού του Ισραήλ. Και στο ερώτημα «ποιο είναι το όνομά Σου;» ακροάται εν Πνεύματι αυτό που θα σφράγιζε έπειτα όλες τις ανθρώπινες συνειδήσεις με αποκορύφωση τον ερχομό του Ίδιου του Θεού ως ανθρώπου: «Εγώ ειμι ο Ων», ο παντοδύναμος Θεός, που δεν είναι μία απρόσωπη ουσία, μία ανώτερη απλώς δύναμη, αλλά ο προσωπικός Θεός, «Ο εγώ ειμι», ο Γιαχβέ, αυτό που θα αποτελούσε τη μεγαλύτερη πρόκληση για τους Ιουδαίους και για όλους τους λαούς, όταν θα το άκουγαν και από το στόμα του ίδιου του Κυρίου: «Αν δεν πιστέψετε ότι εγώ είμαι (ο Ων) θα πεθάνετε μέσα στις αμαρτίες σας» - αυτό δεν βλέπουμε σε κάθε εικόνα του Ιησού Χριστού μέσα στο φωτοστέφανό Του; «Ο Ων». Λοιπόν, αυτό υπήρξε και είναι το κήρυγμα των Αποστόλων και της Εκκλησίας κι αυτό μαρτυρεί και εξαγγέλλει και ο απόστολος Παύλος στους Αθηναίους: Ήρθα να σας πω ότι ο άγνωστος για εσάς Θεός φανερώθηκε, είναι ο Χριστός που μπορεί οι άνθρωποι να Τον σταύρωσαν παρ’ όλες τις ευεργεσίες που τους έδωσε, αλλά αναστήθηκε καταπατώντας τον θάνατο, αφού «Αυτός είναι που δίνει σε όλους ζωή και πνοή και τα πάντα».

Κι ήρθε λοιπόν και ίδρυσε την Εκκλησία, το ζωντανό σώμα Του, τον αληθινό Ναό του Θεού, μέσα στον Οποίο και μόνο ο άνθρωπος ανανεώνεται, ξεκαινουργώνεται, μπορεί να αναπνέει αποτινάζοντας τη βαριά σκόνη της αμαρτίας και θεραπευόμενος από κάθε βαθιά ουλή από τις πληγές και τα κτυπήματα της κακίας. «Ιδού καινά ποιώ πάντα», να, όλα τα κάνω καινούργια. Γι’ αυτό είπαμε και παραπάνω εκτός Χριστού κάθε καινούργιο δεν είναι καινούργιο, κάθε θεωρούμενο νέο δεν είναι νέο, αλλά βουτηγμένο στη διάλυση της φθοράς. Και πώς το ξέρουμε ότι ο Ναός είναι το σώμα Του, δηλαδή όλοι οι πιστοί που πιστεύουν και ανταποκρίνονται στην κλήση Του; Μας το αποκάλυψε ο ίδιος ο λόγος του Θεού διά στόματος Ιωάννου του Θεολόγου στο ευαγγέλιό Του. Στην πρόκληση του Κυρίου απέναντι στους Ιουδαίους ότι «γκρεμίστε τον Ναό που οικοδομείτε, (τον παλαιό ναό του Σολομώντα και που τον έχτιζαν με τον Ηρώδη τον μεγάλο), «και σε τρεις ημέρες θα τον ξαναφτιάξω», εκείνοι αντιδρώντας στη λογική πρόκληση, αφού δεκαετίες τον έφτιαχναν και δεν τον είχαν τελειώσει, τον ειρωνεύτηκαν και τον χλεύασαν. Αλλά «Εκείνος μιλούσε για το Σώμα Του», λέει ο Ιωάννης, που μετά την τριήμερο Σταύρωση θα ανασταινόταν.

Στη φθορά λοιπόν των παλαιών ναών της ειδωλολατρίας, όπου θεραπευόταν και λατρευόταν το «τίποτε ή τα δαιμόνια» κατά τη Γραφή, στον Ναό των Ιουδαίων είτε ως Σκηνή που ο Θεός είπε στον Αβραάμ να κατασκευάσει και στον Μωυσή που κατασκεύασε είτε ως κτίσμα μεγάλο που ευλογήθηκε ο Σολομών να πήξει -  προτυπώσεις και προεικονίσεις αυτά, δηλαδή προφητείες χωρίς λόγια, μέσα στο πλαίσιο της Π. Διαθήκης  για τον αληθινό Ναό που θα οικοδομούσε ο ίδιος ο Θεός - σε όλους λοιπόν αυτούς τους ναούς, μέσα στον Ιουδαϊσμό ή εκτός αυτού, αντιπαραβάλλεται ο αληθινός όπως είπαμε Ναός, το σώμα του Χριστού, η Εκκλησία Του, πάει να πει όλοι μας που θελήσαμε τον Χριστό στη ζωή μας. Γιατί ο καθένας από εμάς συνιστά ναό του Θεού που μέσα του κατοικεί το Πνεύμα του Θεού. Δεν έχουμε ακούσει τον μεγαλειώδη λόγο του αποστόλου Παύλου που εξαγγέλλει με στεντόρεια φωνή: «Μα δεν γνωρίζετε ότι το σώμα σας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος που κατοικεί μέσα σας και δεν ανήκετε στον εαυτό σας; Δοξάστε λοιπόν τον Θεό μέ το σώμα σας και το πνεύμα σας, τα οποία και τα δύο ανήκουν στον Θεό».

Οπότε, η Εκκλησία με κεφαλή τον Χριστό είναι ο καινούργιος ναός, δηλαδή ο Θεός μαζί μας, ανεξάρτητα από δεσμεύσεις αποκλειστικών τόπων, γι’ αυτό και όπου γης, αρκεί να υπάρχουν χριστιανοί με τη δομή που καθόρισαν ο Χριστός και οι Απόστολοι, έχουμε ναούς. Υπάρχει Απόστολος ή ο διάδοχός τους Επίσκοπος, συνεπώς και ιερείς και πιστοί που θέλουν να προσφέρουν αναιμάκτους πια θυσίες, ιδίως το κέντρο όλων τη Θεία Ευχαριστία; Τότε, ναι, εκεί έχουμε ζωντανό ναό του Θεού, έχουμε τον Ουρανό επί γης, έχουμε τον συγχρωτισμό των Αγγέλων του Θεού με τους πιστούς ανθρώπους, έχουμε δοξολογίες που ευφραίνεται ο Θεός και χαίρει ο κόσμος όλος! «Όπου φανεί ο Επίσκοπος εκεί έχουμε και Εκκλησία» θα πει θεόπνευστα ο μέγας Αποστολικός Πατέρας άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος. Αυτά είναι τα καινούργια, που έκαναν πέρα τα παλαιά. Υπάρχει μόνο πια ο Χριστός που ανακαινίζει τα σύμπαντα και το όποιο φθαρμένο υλικό μέσα στο πυρ της θεότητάς Του το κάνει και πάλι καινούργιο!

Διαβλέπουμε την απορία! Και ποια η θέση του δικού μας κτιστού ναού; Γιατί κάνουμε εγκαίνια κατασκευάσματος και κτίσματος; Τι νόημα έχει η εδώ συνάθροισή μας για παράδειγμα γύρω και μέσα από ένα κτίσμα, επί τη εικοσαετία των εγκαινίων του; Η υμνολογία της Εκκλησίας μας σημειώνει επ’ αυτού κάτι πολύ σημαντικό (ωδή γ΄ 13ης Σεπτ.): «Σήμερα, αγαθέ Κύριε, ημέρα των εγκαινίων, ανέδειξες τη χειροποίητη αυτή σκηνή, τον κτιστό ναό Σου δηλαδή, κατοικητήριο της υπέρ νουν δόξας Σου “οικονομικώς”». Τι λέει ο άγιος υμνογράφος ως στόμα της Εκκλησίας; Το κτίσμα συνιστά τον επίγειο χώρο που φανερώνεται η δόξα του Θεού στο πρόσωπο του Χριστού, εκεί δηλαδή πράγματι μπορούμε να Τον λατρεύσουμε και να Τον δοξολογήσουμε και να γίνουμε μέτοχοί Του κοινωνώντας Τον, γιατί ως άνθρωποι που έχουμε και σώμα κάπου πρέπει να σταθούμε - κατ’ οικονομίαν της ψυχοσωματικής μας οντότητας είναι το αυτονόητο που μπορούμε να κάνουμε. Προς εξυπηρέτηση λοιπόν του αληθινού Ναού που είναι η Εκκλησία του Χριστού κτίζουμε ναούς, για χάρη ημών των πιστών έχουμε συγκεκριμένους χώρους. Ενώ δηλαδή οπουδήποτε μπορεί να λατρευτεί ο Θεός, οπουδήποτε μπορεί να στηθεί θυσιαστήριο, εκεί που θα στηθεί εκεί θα έχουμε πια ένα σημείο αναφοράς. Χωρίς τη σύνδεση αυτή: κτιστού ναού και ζωντανού ναού της Εκκλησίας ως σώματος Χριστού χάνεται το νόημα. Ο ίδιος ο Κύριος το έθεσε σε γενικό πλαίσιο: «Το Σάββατον διά τον άνθρωπον εγένετο, ουχ ο άνθρωπος δια το Σάββατον». Ας ακούσουμε και πάλι τον άγιο υμνογράφο: «Τα πάντα τα φώτισε ο Χριστός με την παρουσία Του. Ανακαίνισε τον κόσμο με τον θείο Του Πνεύμα. Οι ψυχές πια γίνονται καινούργιες. Πώς; Διότι φτιάχτηκε οίκος τώρα προς δόξαν Κυρίου, όπου εκεί Χριστός ο Θεός μας ανανεώνει τις καρδιές των πιστών για να υπάρχει η σωτηρία τους» (κάθισμα όρθρου).

Το συμπέρασμα είναι προφανές: τα εγκαίνια ενός Ναού παραπέμπουν μονίμως και άμεσα στον εγκαινισμό των ψυχών των ανθρώπων. Ένας Ουρανός πήγνυται επί γης, ένας άλλος Παράδεισος που του δίνει τη δυνατότητα να τρέφεται από το ξύλο της ζωής, τον Κύριο. Γι’ αυτό και δεν παύει και πάλι η Εκκλησία μας να μας υπενθυμίζει: «Επιτελώντας τη μνήμη των εγκαινίων, Κύριε, δοξάζουμε Εσένα τον δοτήρα του αγιασμού, παρακαλώντας να αγιασθούν και τα αισθητήρια των ψυχών μας» (δοξ. Εσπ.). Στον ναό πηγαίνουμε όχι ασφαλώς για να βρεθούμε απλώς σε μία κοινωνική εκδήλωση, όχι για να επιδείξουμε ίσως την οικονομική ή όποια άλλη επιφάνειά μας, όχι πολύ περισσότερο για να κουτσομπολέψουμε ή να κατακρίνουμε: πράγματα που επισύρουν την οργή του Θεού γιατί αυξάνουν την αμαρτία μας αντί να την εξαλείφουν, αλλά για να δοξολογήσουμε τον Κύριο και να πάρουμε τη χάρη Του ώστε να γινόμαστε άγιοι, με ανοικτές τις πνευματικές μας αισθήσεις. Κι ακόμη πιο έντονα ακούμε τον άγιο: «Στρέψου μέσα στον εαυτό σου, άνθρωπε. Γίνε καινούργιος άνθρωπος της πίστης κι όχι παλαιός της αμαρτίας, κι έτσι γιόρταζε τα εγκαίνια της ψυχής. Όσο υπάρχει καιρός, ας ανανεώνεται ο βίος σου και κάθε διάσταση της ζωής σου. Τα αρχαία περάσανε, όλα πια γίνανε καινούργια. Αυτό φέρε ως καρπό για την εορτή: να αλλοιώνεσαι την καλή αλλοίωση, να γίνεσαι δηλαδή όσο πιο πολύ άγιος. Έτσι γίνεται καινούργιος ο άνθρωπος, έτσι τιμάται και η ημέρα των Εγκαινίων ενός ναού» (δοξ. Αίνων).

Σ’ αυτήν την προοπτική ευρισκόμενοι, μέσα σε κλίμα μετανοίας αλλά και χαράς πνευματικής, έχοντας τα μάτια μας ανοιχτά στη χάρη του Θεού, μπορούμε να χαρούμε κι εμείς το αποψινό και κάθε παρόμοιο γεγονός. Σαν να συντονιζόμαστε με τον προφητάνακτα Δαυίδ που έκθαμβος ομολογούσε: «Ως αγαπητά τα σκηνώματά σου, Κύριε»˙ έτσι κι εμείς μαρτυρούμε: «Τα σκηνώματα του Κυρίου είναι αγαπημένα γι’ αυτούς που ποθούν να δουν καθαρά και ξάστερα τη δόξα του προσώπου Του και που με μια καρδιά και φωνή κραυγάζουν: Δόξα στη δύναμή Σου,Κύριε» (ωδή δ΄).

10 Οκτωβρίου 2023

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ

Η 10η Οκτωβρίου κάθε χρόνο θεωρείται ημέρα αφιερωμένη παγκοσμίως στην ψυχική υγεία. Καθιερώθηκε  το 1994 από την Παγκόσμια Ομοσπονδία Ψυχικής Υγείας και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, προκειμένου να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη στα θέματα των ψυχικών νοσημάτων. Κι αυτό γιατί τα ψυχικά νοσήματα βαίνουν διαρκώς αυξανόμενα, σε βαθμό που οι ειδικοί μιλάνε για παγκόσμια «επιδημία» ψυχικών διαταραχών, όπως για παράδειγμα είναι αυτές που σχετίζονται με την κατάθλιψη ή την κατανάλωση αλκοόλ. Και στη χώρα μας τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Υπάρχουν στατιστικά στοιχεία που δείχνουν ότι ένα 10 με 12% του συνόλου του πληθυσμού όλων των ηλικιών πάσχει από ψυχικές ασθένειες, ενώ όσον αφορά στους εφήβους, υπάρχει η εκφρασμένη δήλωσή τους (2 στους 5) ότι δεν είναι ικανοποιημένοι από τη ζωή τους και δεν νιώθουν γενικώς «καλά».

Το ερώτημα που τίθεται βεβαίως είναι τι εννοούμε όταν μιλάμε για ψυχική υγεία. Κι απάντηση, παραδόξως, γενικώς αποδεκτή δεν υπάρχει. Και δεν υπάρχει, διότι η ψυχική υγεία είναι θέμα ορισμού του ανθρώπου,  του σκοπού και του νοήματος της ζωής του. Αν δηλαδή δεν γνωρίζουμε το ποιος είναι ο άνθρωπος, γιατί υπάρχει στον κόσμο, ποιος ο προορισμός του, πώς πρέπει να ζει και να αντιμετωπίζει τα προβλήματα της ζωής, είναι αδύνατο να μιλάμε για την όποια κατάσταση της ψυχικής του υγείας. Και ως προς τη σωματική του υγεία τα πράγματα σε μεγάλο βαθμό είναι μετρήσιμα: υπάρχουν κάποια σταθερά σημεία αναφοράς, βάσει των οποίων κρίνεται η παθολογία ή η φυσιολογία του. Για την ψυχική του υγεία όμως; Υπάρχουν σταθερά σημεία; Το «αδιέξοδο» φαίνεται από το ότι οι ειδικοί  αποφεύγουν τον ορισμό των χαρακτηριστικών, πέραν γενικοτήτων, της θεωρούμενης ψυχικής υγείας, επικεντρώνοντας την προσοχή τους σε ό,τι ονομάζουν ψυχική ευημερία ή απουσία ψυχικής ασθένειας. «Είναι η ψυχολογική κατάσταση κάποιου που λειτουργεί σε ικανοποιητικό επίπεδο συναισθηματικής και συμπεριφοριστικής προσαρμογής» σημειώνουν. Ή, όπως λέει ο Π.Ο.Υ. «ψυχική υγεία είναι η κατάσταση ευεξίας όπου το κάθε άτομο αντιμετωπίζει με επιτυχία τα προβλήματα της ζωής, μπορεί να εργαστεί παραγωγικά και να συμμετέχει ενεργά στο κοινωνικό του περιβάλλον και όχι απλά η απουσία ενός προβλήματος ή μιας διαταραχής». Ορισμοί που δεν άπτονται της ουσίας του θέματος, αλλά περιγράφουν κάποιες καταστάσεις, κυρίως κοινωνιολογικά κι ίσως ψυχολογικά.

Δεν αρνούμαστε τίποτε από τα παραπάνω. Οι προσπάθειες ψυχολόγων και ιατρών για την οριοθέτηση  μίας όσο το δυνατόν αποδεκτής και φυσιολογικής κοινωνικής συμπεριφοράς για κάθε άνθρωπο είναι αξιέπαινες και πρέπει να ενισχύονται – το κοινωνιολογικό κριτήριο είναι από μόνο του ισχυρότατο στοιχείο. Αλλά δεν είναι επαρκές. Διότι ο άνθρωπος συνιστά μέγα μυστήριο. Κι εδώ ακριβώς έχουν λόγο οι διάφορες πνευματικές παραδόσεις του κάθε τόπου, κατεξοχήν δε για τους χριστιανούς η χριστιανική παράδοσή τους.

Λοιπόν, για τη δική μας χριστιανική παράδοση, ο άνθρωπος είναι ψυχικά υγιής στον βαθμό που είναι και πνευματικά υγιής. Κι είναι πνευματικά υγιής, όταν παραμένει μέσα στο πλαίσιο της κατ’ εικόνα και καθ’  ομοίωσιν Θεού δημιουργίας του. Με αναγωγή στο αρχικό ζεύγος: Όσο ο άνθρωπος προσέβλεπε στον Δημιουργό του και υπήκουε στο άγιο θέλημά Του, τόσο και οι δυνάμεις του, σωματικές, ψυχικές και πνευματικές, βρίσκονταν σε ανοδική και αυξητική πορεία. Δυστυχώς, αυτό χάθηκε λόγω της πτώσεως του ανθρώπου στην αμαρτία – της επιλογής του δικού του θελήματος αντί του Δημιουργού του – οπότε και η υγεία του αλλοιώθηκε: η φθορά και η αρρώστια και ο θάνατος μπήκαν ως καθεστώς στη ζωή του. Κι ήρθε βεβαίως ο Υιός και Λόγος του Θεού ως άνθρωπος στον κόσμο, προκειμένου να άρει την αμαρτία και τη  φθορά και να αποκαταστήσει τον άνθρωπο, όμως η αποκατάσταση αυτή που όντως πραγματοποιήθηκε κυρίως με τη Σταυρική θυσία του Κυρίου έγινε δύσκολο αγώνισμα για τον άνθρωπο, περνώντας μέσα από τη διαδικασία της πίστεως, της εντάξεώς του στην Εκκλησία, της ασκήσεώς του πάνω στις εντολές του Χριστού. Κι αυτό θα πει ότι αφενός ο Χριστός ως και τέλειος άνθρωπος πέρα από Θεός συνιστά το όριο του κατεξοχήν υγιούς ανθρώπου – σ’  Εκείνον βλέπουμε τι σημαίνει ψυχική και πνευματική υγεία σε επίπεδο τελειότητας – αφετέρου η ψυχική υγεία (η σωματική μετά Χριστόν στον κόσμο τούτο δεν είναι υποχρεωτικά απαραίτητη)  υπάρχει και αναπτύσσεται στον πιστό, όταν αγωνίζεται την οδό της  αγιότητας. Ανθρωπίνως με άλλα λόγια η κατεξοχήν ψυχικά υγιής ήταν η Παναγία κι ακολουθούν όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας. Ο όσιος Σιλουανός του Άθω βεβαιώνει: «Πώς να καταλάβεις αν η ψυχή είναι υγιής ή ασθενής; Η ασθενής ψυχή είναι υπεροπτική, ενώ η υγιής ψυχή αγαπά την ταπείνωση, όπως τη δίδαξε το Άγιον Πνεύμα».

18 Ιουνίου 2023

Η ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ

Η εορτή μπορεί να καθιερώθηκε (απ’ τις αρχές του 20ού αι.)  εξαφορμής συγκεκριμένου γεγονότος στις Η.Π.Α., επεκτάθηκε όμως σύντομα και σε πολλά άλλα έθνη, γιατί ακριβώς δίνει την ευκαιρία να προβληθεί το πρόσωπο που μαζί με τη μητέρα αποτελεί τον στυλοβάτη της οικογένειας, ο πατέρας. Δεν έχει εκκλησιαστικό χαρακτήρα η εορτή, αλλά θα μπορούσε να αποκτήσει, αν νοηματοδοτείτο από τη «φιγούρα» του Θεού Πατέρα.

Εννοούμε ότι μπορεί η καθιέρωση της εορτής να έχει τον ευγενικό σκοπό του τονισμού του ρόλου του πατέρα μέσα στην οικογένεια (βιολογικά, ψυχολογικά, πνευματικά, κοινωνικά) – πόσα παιδιά «τραυματίζονται» ψυχικά, και μερικές φορές ανεπανόρθωτα, γιατί τους λείπει η παρουσία του πατέρα -όμως αν δεν υπάρξει η οπτική του Χριστού  («Πάτερ ημών» μας είπε να λέμε για τον Θεό), η πατρότητα θα εμφανίζεται συρρικνωμένη κι ίσως αλλοιωμένη από τη φυσική μόνο διάστασή της.

Ο Θεός είναι Πατέρας, εξαγγέλλει η Αγία Γραφή. Και τα ιδιώματά Του αντανακλούν και στον άνθρωπο, τον «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» Εκείνου δημιουργημένο. Κι είναι Πατέρας όχι μόνο ως Δημιουργός αλλά πρωτίστως ως πλήρης αγάπης και στοργής προς τα δημιουργήματά Του. «Ο Θεός αγάπη εστί». Η αγάπη Του δεν κατανοείται κατά τα ανθρώπινα πρότυπα, με διακυμάνσεις και  διακοπές, αλλά κατά  τον τρόπο της αποκαλύψεώς Του: την αιωνιότητα της ανιδιοτελούς θυσίας. Ο Θεός μας δηλαδή όπως εξήγησε ο Χριστός δεν μπορεί να μην αγαπά, η αγάπη Του αποτελεί οφειλή στα πλάσματά Του, με αποκορύφωμα τον απόλυτο σεβασμό της ελευθερίας τους. Αγαπώ έτσι σημαίνει σέβομαι τον άλλο, δεν τον εκβιάζω, δεν τον καταπιέζω, έστω κι αν έχω μία τέτοια δυνατότητα. «Δεν σας ονομάζω δούλους, αλλά φίλους» είπε ο Κύριος.

Η παραπάνω αλήθεια οδηγεί σε δύο ακόμη σημεία. Πρώτον, στην εικόνα του (Θεού) Πατέρα της παραβολής του ασώτου. Τι κάνει ο Πατέρας; Γνωρίζοντας την εξέλιξη των πραγμάτων – την απώλεια και τη νέκρωση του υιού του μακριά από τον Ίδιο - εντούτοις τον αφήνει ελεύθερο χωρίς κανένα ίχνος καταπίεσης. Κι η αγάπη αυτή τελικώς κάνει θαύματα: προκαλεί τον άσωτο σε μετάνοια. Γιατί μαθαίνει πως μπορεί να γυρίσει στον Πατέρα που τον αγαπά έστω και με τις κακές επιλογές του, που δεν σταματά να τον περιμένει, που δεν τον ελέγχει καθόλου όταν παίρνει τον δρόμο της επιστροφής – βλέπει τα βάσανα του παιδιού του και όχι τον επαναστατημένο χαρακτήρα του! Και δεύτερον, στην αποστολή, από τον Πατέρα, του Υιού Του ως ανθρώπου στον κόσμο, προκειμένου να άρει την αμαρτία του κόσμου και να ενώσει τον κόσμο με Εκείνον. Η αγάπη δηλαδή του Πατέρα έχει θυσιαστικό χαρακτήρα: θυσιάζει ό,τι πολυτιμότερο έχει, τον ίδιο τον Υιό Του δηλαδή τον Εαυτό Του, για να σωθεί ο άνθρωπος και ο κόσμος. Που θα πει ότι η αληθινή αγάπη σηκώνει το βάρος του άλλου για να νιώσει καλά αυτός, κομματιάζεται για να τραφεί ο άλλος – ό,τι έκανε και κάνει ο Πατέρας Χριστός.

Η πατρική εικόνα του Θεού αντανακλά είπαμε και στον άνθρωπο. Ο αληθινός πατέρας αγαπά χωρίς να περιμένει ανταπόδοση, θυσιάζεται προσδοκώντας μόνο το καλό και την προκοπή του αγαπημένου του παιδιού, σέβεται την ελευθερία του, ξέροντας ότι συχνά θα εισπράξει  την (οριστική ίσως) αντίδραση και την απόρριψή του. Ο άνθρωπος πατέρας αγωνίζεται να φανερώνει στην καθημερινότητά του την εικόνα του Θεού Πατέρα. Οπότε στην οικογένειά του δημιουργεί συνθήκες πνευματικής και ψυχολογικής ισορροπίας∙ κι ακόμη περισσότερο: ένας τέτοιος πατέρας προσφέρεται ως ευλογία και για το (ευρύτερο κοινωνικό) περιβάλλον του,  συνεπώς γίνεται πατέρας και μια αγκαλιά για όλους! Γιατί όλος ο κόσμος μία οικογένεια είμαστε. Με μόνη προϋπόθεση ότι για να υπάρξει ο πατέρας αυτός απαιτείται ο νόμιμος πνευματικός αγώνας για γνήσιο χριστιανισμό.

Πόσο παρήγορο θα ήταν να είχε τέτοιο περιεχόμενο η εορτή του πατέρα!   

13 Μαΐου 2023

ΜΑΝΑ, ΜΑΝΑ ΠΑΝΑΓΙΑ, ΜΑΝΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

 

Μπορεί εκκλησιαστικά η εορτή της μητέρας να παραπέμπει στην Υπαπαντή του Κυρίου, όμως και η πρόκληση της δεύτερης Κυριακής του Μαῒου από πλευράς κοσμικής δεν πρέπει να παραθεωρηθεί – δίνει το έναυσμα για να μιλήσει κανείς και πάλι για ένα από τα ιερότερα πρόσωπα που υπάρχουν στον κόσμο. Άλλωστε πρόκειται για μία συνήθη τακτική της Εκκλησίας, κατά την οποία ένα κοσμικό γεγονός προσλαμβάνει από τη θεολογία αυτής ένα βάθος που διαφορετικά ποτέ δεν θα μπορούσε να υποψιαστεί κανείς. Λοιπόν, η συγκεκριμένη ημέρα προβάλλει τη ΜΑΝΑ, το πρόσωπο στο οποίο οι πάντες, ανεξάρτητα από καταγωγή, φύλο, μόρφωση, κοινωνική θέση, ηλικία, υποκλίνονται – «Μάνα κράζει το παιδάκι, μάνα ο νιος και μάνα ο γέρος, μάνα ακούς σε κάθε μέρος, α! τι όνομα γλυκό!» όπως λέει και ο ποιητής. Και πράγματι: χιλιάδες ποιήματα, τραγούδια, λογοτεχνικά έργα, πίνακες ζωγραφικής, γλυπτά, σε όλον τον κόσμο, έχουν ως θέμα τους το μοναδικό αυτό πρόσωπο, μπροστά στο οποίο στέκεται κανείς με δέος και απέραντο σεβασμό. Γιατί; Διότι προφανώς κανένας δεν βρίσκεται πιο κοντά από τη Μάνα σ’ αυτό που αναδεικνύει το μυστήριο της ζωής!

Αλλ’ ακριβώς εδώ έχει λόγο η θεολογική ματιά της Εκκλησίας. Γιατί εκεί που ιερουργείται η ίδια η ζωή, στη μήτρα δηλαδή της γυναίκας, όπου συλλαμβάνεται μία νέα ύπαρξη για να αναπτυχθεί και να φτάσει στο σημείο να έλθει στον κόσμο ως καινούργιος άνθρωπος, εκεί υπάρχει η παρουσία της ενέργειας του Θεού μας. Πώς μπορεί να πιστέψει κανείς, αν θέλει να είναι έστω και επ’ ελάχιστον χριστιανός, ότι υφίσταται η ζωή ανεξάρτητα από Αυτόν που είναι η πηγής της; Ο Θεός είναι «ο Ων», το ίδιο το Είναι ως Εγώ πρόσωπο, γι’  αυτό και ο χορηγός του κάθε είναι. Η Γραφή με έναν λιτό αλλά και πολύ σαφή τρόπο το αποκαλύπτει: «Ο Θεός είναι Εκείνος που ανοίγει τη μήτρα της γυναίκας», που σημαίνει ότι βεβαίως κατά το θέλημα του Θεού έχουμε τη συνεύρεση του άντρα και της γυναίκας, μα χωρίς τη θεϊκή θέληση και ενέργεια, τα πράγματα θα παρέμεναν στέρφα. (Μόνο στην περίπτωση του ενανθρωπήσαντος Θεού μας έχουμε κάτι διαφορετικό: τη σύλληψή Του «εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου», αλλά εκεί μιλάμε για μία απόλυτη εξαίρεση που συνιστά το μεγαλύτερο μυστήριο που παρουσιάστηκε στη γη∙ ο Θεός να φανερωθεί στον κόσμο ως άνθρωπος). Κάθε παιδί, από την άποψη αυτή, είναι το «ναι» του Θεού για τη συνέχεια της ανθρώπινης ζωής, είναι η επιβεβαίωσή Του ότι θέλει ο Ίδιος να «επαναλαμβάνεται», αφού κάθε άνθρωπος συνιστά μία εικόνα του Χριστού που έχει προοπτική να ομοιωθεί με Αυτόν. Ο ίδιος ο Κύριος χαρακτήρισε τον ερχομό κάθε ανθρώπου στον κόσμο ως κατεξοχήν χαρμόσυνο γεγονός -  «διά την χαράν ότι εγεννήθη άνθρωπος εν τω κόσμω» είπε. Και δικαίως: ως εικόνα Χριστού αποτελεί στην προοπτική του ένα μέλος της Βασιλείας Του, ένα μέλος δηλαδή του ίδιου του Σώματός Του, μία αύξηση και επέκταση της δικής Του χαράς. Όλα αυτά όμως δεν προβάλλουν και το μεγαλείο εκείνης μέσω της οποίας ιερουργείται όπως είπαμε η ζωή, της Μάνας!

Αλλά δεν μπορεί κανείς μιλώντας για τη Μάνα στη φυσική της διάσταση να μην κάνει λόγο και για τη Μεγάλη Μάνα, την ίδια την Παναγιά μας – Αυτή θεωρείται ο κατεξοχήν τύπος της Μητέρας. Κι όχι μόνο γιατί υπήρξε η Μάνα του Θεού ως ανθρώπου, πράγματι εντελώς Μοναδική σε όλους τους αιώνες, αλλά γιατί είναι η Μάνα και όλων των ανθρώπων: ενεργεία των χριστιανών γιατί αποτελούν μέλη του Υιού και Θεού της, του Ιησού Χριστού, δυνάμει και όλων των υπολοίπων, γιατί και αυτοί μπορούν να αποδεχτούν την κλήση Εκείνου και να μετάσχουν του μυστικού σώματός Του. Δεν είναι μία ευσεβής υπόθεση τούτο, αλλά ακριβής ομολογία του αποκαλυπτικού λόγου του Κυρίου πάνω στον Σταυρό. «Ιδού ο υιός σου» λέγει στη μητέρα Του δείχνοντας τον Ιωάννη∙ «ιδού η μήτηρ σου» λέγει στον μαθητή του Ιωάννη δείχνοντας τη Μάνα Του! Έκτοτε, πράγματι η Παναγία έγινε η Μάνα όλων μας, κυριολεκτικά «η πανύμνητη Μητέρα» μας, όπως το εξαγγέλλουμε με τον πανηγυρικότερο τρόπο στην ακολουθία των Χαιρετισμών της: «Ω, πανύμνητε Μήτερ, η τεκούσα των πάντων αγίων αγιώτατον Λόγον»!

Και μαζί βεβαίως με την Παναγία ως Μητέρα του Κυρίου και δική μας Μητέρα  είναι ευνόητο ότι η εορτή της Μητέρας μάς θέτει ενώπιον και της ίδιας της Εκκλησίας. Γιατί και η Εκκλησία τι άλλο μπορεί να θεωρηθεί παρά ως η Μάνα που γεννά τα παιδιά της στην αιώνια ζωή; Αυτό δεν είπε ο Κύριος; «Εάν κανείς δεν γεννηθεί εξ ύδατος και Πνεύματος δεν μπορεί να εισέλθει στη Βασιλεία του Θεού». Και μιλάμε για την πνευματική γέννηση του ανθρώπου, όταν εξέρχεται στη νέα του ζωή ως μέλος Χριστού από την «κοιλιά» της Εκκλησίας, την αγία κολυμβήθρα. Κι ακόμη περισσότερο: όταν εν Πνεύματι εκείνη δίνει τη δυνατότητα για διαρκή αναγέννησή του μέσα από την ανανέωση του βαπτίσματος με το μυστήριο της μετανοίας. Μία διαρκής κολυμβήθρα του Σιλωάμ είναι η Εκκλησία που αδιάκοπα μάς αρπάζει από την κατάντια και τη νέκρα της αμαρτίας και τον πονηρό διάβολο για να μας θέτει εσαεί νέους και ζωντανούς μπροστά στον Θεό. Γι’ αυτό και είναι τόσο αληθινός και παρηγορητικός ο πατερικός λόγος που εξαγγέλλει: «Δεν μπορείς να έχεις τον Θεό Πατέρα, αν δεν έχεις την Εκκλησία Μητέρα». Και δικαίως: χωρίς την αναγεννητική αύρα του Πνεύματος του Θεού που είναι η ψυχή της Εκκλησίας, πώς μπορεί κανείς να διανοίξει τα μάτια του και να δει τον Θεό ως Πατέρα και να κραυγάσει με την καρδιά του «αββά, ο Πατήρ»;