Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΕ ΦΟΝΤΟ ΤΟ ΠΕΤΡΑΧΗΛΙ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΕ ΦΟΝΤΟ ΤΟ ΠΕΤΡΑΧΗΛΙ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

10 Σεπτεμβρίου 2025

Η… ΑΜΑΡΤΙΑ ΤΗΣ ΝΕΑΡΗΣ

Μπήκε στο εξομολογητάρι με μεγάλη συστολή, σχεδόν με φόβο. Νεαρό κορίτσι ήταν,  γύρω στα δεκατρία υπολόγισε ο ιερέας – δεκατεσσάρων έμαθε αργότερα, Β΄ Γυμνασίου πήγαινε -, που θέλησε να εξομολογηθεί τις αμαρτίες της, όχι γιατί την ανάγκασε κάποιος από την οικογένειά της, κάτι συνηθισμένο στην ηλικία αυτή που «σπρώχνονται» από τους  «εκκλησιαστικούς» γονείς ιδίως από τη μητέρα, αλλά γιατί αισθάνθηκε η ίδια ότι ήθελε να «καθαριστεί», όπως είπε, από το βάρος των ανομημάτων της. Ο παπάς την καλοδέχτηκε, της είπε να καθίσει δίπλα από το μικρό τραπέζι που βρισκόταν ο Εσταυρωμένος και που έκαιγε ένα καντήλι ενώπιόν Του, με τις γλυκές ακτίνες του να απαλαίνουν τον χώρο, ένιωσε αμέσως την αναταραχή που επικρατούσε στην ψυχή της μικρής κοπέλας και προσπάθησε πρώτα από όλα να την… ηρεμήσει.  

Τη ρώτησε πώς την λένε, «Μαρία» απάντησε, τι τάξη πηγαίνει, ποια εν γένει τα ενδιαφέροντά της, αν της αρέσει η μουσική, τι τελικά την έκανε να βρει τον δρόμο να έλθει να εξομολογηθεί. Εκεί που η Μαρία φάνηκε να αναθαρρεί και σήκωσε λίγο τα μάτια της ήταν όταν ο ιερέας της είπε ότι έχει κι αυτός εγγόνια και μάλιστα μία εγγόνα του έχει την ίδια ηλικία μ’ εκείνην. Ηρέμησε η Μαρία, γαλήνεψαν λίγο τα μάτια της, άρχισε δειλά στην αρχή, πιο θαρρετά αργότερα να εξομολογείται αυτά που θεωρούσε αμαρτήματα και παραστρατήματα στη σύντομη μέχρι τότε ζωή της. Απλά πράγματα, συνηθισμένα, που σε άλλη περίπτωση κάποιος ενδεχομένως και να… γελούσε, γιατί ήταν από εκείνα που δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην τα έχει κάνει και να μη συνεχίζει μάλιστα να τα κάνει. Σ’ ένα μικρό παιδί όμως, που έχει μπει στη δύσκολη φάση της εφηβείας, τα πράγματα… διαστέλλονται: και τα μικρά γίνονται συχνά μεγάλα, οι ενοχές δημιουργούν αναταραχές που τραντάζουν τη συνείδησή του˙ κάποιες φορές η γη χάνεται κάτω από τα πόδια του.

«Αυτά, Μαρία μου;» είπε κάποια στιγμή ο ιερέας, όταν είδε τη Μαρία να σταματάει.

«Αυτά, πάτερ!» ψιθύρισε με φωνή που ίσα ακουγόταν το κορίτσι.

Με ήρεμο τρόπο, με μεγάλη στοργή και σεβασμό προς την ατίμητη ψυχή του κοριτσιού ο ιερέας προσπάθησε να της δώσει με εύληπτο τρόπο το πλαίσιο της πνευματικής ζωής μέσα στο οποίο κινείται η Εκκλησία μας. Της εξήγησε ότι ο Χριστός μας, ο Θεός που έγινε από άπειρη αγάπη προς το πλάσμα Του άνθρωπος, ήλθε στον κόσμο για να σηκώσει τις αμαρτίες μας, να μας δώσει να κατανοήσουμε ότι μετά τον ερχομό Του δεν υπάρχουν πια αμαρτίες που δεν συγχωρούνται, ότι ήδη όλες οι αμαρτίες του κόσμου είναι σβησμένες και διαγραμμένες˙ το μόνο που απαιτείται είναι ο άνθρωπος να θελήσει τον Χριστό στη ζωή του, που θα πει να Τον πιστέψει και να αποφασίσει να περπατάει στον κόσμο αυτόν σαν κι Εκείνον!

«Στο χέρι μας είναι, Μαρία μου, να γίνουμε κι εμείς Χριστός» κατέληξε ο ιερέας. «Γιατί έχει «εγκατασταθεί» Εκείνος μέσα στην ύπαρξή μας, αφότου βαπτιστήκαμε, και το μόνο που χρειάζεται είναι να Τον αφήσουμε να δράσει εκεί».

Την είδε να χαμηλώνει τα μάτια της σαν κάτι να την πιέζει. «Υπάρχει κάτι ακόμη, Μαρία μου, που θέλεις να πεις; Βλέπω ότι κάτι σε στενοχωρεί. Κάτι σε βασανίζει. Μην αφήνεις την ευκαιρία τώρα που ήλθες να εξομολογηθείς. Άνοιξε την ψυχή σου στον Χριστό. Γιατί σ’ Εκείνον εξομολογείσαι, Μαρία μου. Εγώ απλώς είμαι μάρτυρας της δικής σου μετάνοιας, όπως ο Ίδιος μας υπέδειξε. Ο Χριστός όμως είναι ο Θεός μας, σ’ Εκείνον αμαρτάνουμε και σ’ Εκείνον μετανοούμε, Εκείνος είναι η Ζωή μας, χωρίς τον Οποίο δεν μπορούμε ούτε να αναπνεύσουμε».

Ακολούθησαν κάποιες στιγμές σιωπής. Η Μαρία μόνο ανάπνεε και μάλιστα λίγο… βαριά.

«Είναι και κάτι ακόμη, πάτερ!» ακούστηκε να λέει μετά από λίγο. Ο ιερέας δεν μίλησε. Της έδωσε χρόνο να ανοίξει μόνη της την καρδιά της. «Είναι… κάτι που με ταλαιπωρεί και γι’ αυτό δεν αισθάνομαι καλά!»

Πάλι δεν μίλησε ο ιερέας. Προσευχόταν ο Εσταυρωμένος Κύριος να δώσει δύναμη στο αγαπημένο Του παιδί να απελευθερωθεί. Και στο τέλος πράγματι η Μαρία το… τόλμησε! Είπε αυτό που την βάραινε έστω και ψελλίζοντάς το! Και κατάλαβε ο ιερέας όταν το άκουσε πόσο τα παιδιά επηρεάζονται από τους συμμαθητές τους, πόσο αλλοιωμένα πολλές φορές βλέπουν τα πράγματα, πόσο ο κόσμος μας έχει αναποδογυρίσει τις αξίες του, με αποτέλεσμα τα νέα παιδιά να υφίστανται τις συνέπειες! Γιατί η… βαριά αμαρτία της Μαρίας θα έπρεπε να είναι το καύχημά της, η νίκη της πάνω στον κοσμοκράτορα του αιώνος τούτου του απατεώνος.

«Πάτερ», εξομολογήθηκε με δυσκολία η Μαρία, «άλλες συμμαθήτριές μου έχουν σχέσεις με αγόρια… κι εγώ…δεν έχω!» Η έλλειψη σχέσεως της μικρής Μαρίας με τα αγόρια ήταν αυτό που της… βάραινε τη συνείδηση.

Ανάπνευσε ο ιερέας. Συγκινήθηκε. Κάποια δάκρυα βρήκαν δίοδο να κρυφτούν μέσα στα γένια Του. Τα κλεισμένα μάτια του Εσταυρωμένου φάνηκαν να ανοίγουν και να φωτίζουν τις ψυχές και των δύο.

 «Μαρία μου, αγαπητό μου παιδί» είπε σιγανά. «Αυτό δεν είναι αμαρτία. Αυτό είναι το μεγαλείο του Θεού στην ψυχή και στο σώμα σου. Θα έρθει η ώρα, όταν φτάσεις στην κατάλληλη ηλικία που θα γίνει και αυτό με την ευλογία του Θεού. Τώρα όμως διαφύλαξε την ψυχική σου καθαρότητα. Μη θελήσεις να μπεις στον χώρο αυτό των συμμαθητριών σου, που μπορεί και να μην υφίσταται κιόλας, γιατί συχνά τα παιδιά πλάθουν φανταστικές ιστορίες για να κάνουν εντύπωση. Ο Χριστός μας χαίρεται με αυτό που εσύ θεωρείς αμαρτία. Τον Χριστό πάντοτε να έχεις μπροστά στα μάτια σου και Αυτός να καθοδηγεί στις σκέψεις και τις αποφάσεις σου».

Της είπε και μερικά ακόμη που την παρηγόρησαν και την ενίσχυσαν, τέλος της διάβασε τη συγχωρητική ευχή και έστειλε στο καλό τη Μαρία, τη μικρή κοπέλα, που φάνηκε να «πετάει» από τη χαρά της. Απόμεινε ο παπάς να την κοιτάει να φεύγει, συλλογισμένος με ό,τι φαίνεται να περνούν τα νέα παιδιά. Έστρεψε και πάλι το βλέμμα του στον Εσταυρωμένο. « Κύριε ελέησέ μας, και κυρίως τη νεολαία Σου». Το ιλαρό φως του καντηλιού παρηγόρησε την καρδιά του. Γιατί ήταν το παντοδύναμο φως του Χριστού.

09 Σεπτεμβρίου 2025

ΜΙΑ ΠΕΡΙΕΡΓΗ… ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ!

 «Ζώη μου, πέρασε μέσα» είπε ο ιερέας καθώς αντίκρισε τον νέο άντρα να στέκει στη θύρα του γραφείου του ναού. «Τι κάνεις; Τι κάνει η οικογένεια; Το μικρούλι σου;» 

Ο Ζώης με σεβασμό φίλησε το χέρι του ιερέα και κάθισε στην καρέκλα που του υπέδειξε ο ιερέας. «Καλά είμαστε όλοι μας, δόξα τω Θεώ, πάτερ. Δηλαδή, σχεδόν καλά σε σχέση με την… υπόλοιπη οικογένεια!» - άφησε να αιωρηθεί κάποιο σκοτεινό σύννεφο. 

«Δηλαδή; Μήπως να πάμε στο εξομολογητάρι;» 

«Δεν νομίζω, πάτερ, αν και εσείς θα κρίνετε από αυτά που πολύ σύντομα θα σας πω. Έχετε μερικά λεπτά;» 

«Βεβαίως, Ζώη μου. Για σένα, όπως ξέρεις, η θύρα και ο χρόνος είναι πάντοτε… ανοικτά!» χαμογέλασε ανοιχτόκαρδα ο ιερέας.

Πράγματι, για τον ιερέα ο νεαρός άντρας, περίπου τριάντα ετών, ήταν υπόδειγμα νέου που αγωνίζεται στην πνευματική ζωή και υπόδειγμα, από ό,τι αποδείχτηκε, και οικογενειάρχη. Ο ίδιος τέλεσε το μυστήριο του γάμου του με τη σεμνή κοπέλα που του γνώρισε και… πέταξε από τη χαρά του που θα μπορούσε να ιερουργήσει το μυστήριο με ανθρώπους που έχουν πλήρη επίγνωση και συναίσθηση του τι κάνουν! Γιατί κατά τα άλλα, δυστυχώς στην πλειοψηφία, τα πράγματα κινούνταν περισσότερο σ’ ένα απλό κοινωνικό επίπεδο, που φανέρωνε ότι οι προσερχόμενοι σε γάμου κοινωνία ακύρωναν με τη στάση τους, με τα χαμόγελα μονίμως στην κάμερα που τους έπαιρνε, με το ενδιαφέρον στραμμένο πρώτιστα στον κοσμικό περίγυρο, την ιερότητα των διαδραματιζομένων. Παρόντες μεν σωματικά, μα εντελώς απόντες ψυχικά και πνευματικά! Ο Θεός να μας συγχωρήσει γι’ αυτό όλους μας, κληρικούς και λαϊκούς.

«Λοιπόν, πατέρα μου» είπε ο Ζώης – και φαινόταν να πιέζεται για να περιγράψει τη… σκοτεινιά του – «όπως σας είπα με τη γυναίκα μου πηγαίνουμε θα έλεγα θαυμάσια. Μας κουράζει λίγο η μικρούλα μας, αλλά αυτό είναι αναμενόμενο κι αρχίζουμε και να το χαιρόμαστε. Μετέχουμε μαζί της στο θαύμα της ζωής και κάθε μέρα μαζί της μας αποκαλύπτει και μία νέα πτυχή ενός εν εξελίξει ανθρώπου, που για εμάς που το πιστεύουμε έχει αιώνια προοπτική». 

«Με τη δουλειά σου, Ζώη, έχεις πρόβλημα; Στην εταιρεία που εργάζεσαι;» είπε με μεγάλο ενδιαφέρον ο παπάς.

 «Όχι, πάτερ. Κι εκεί με υπομονή προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε τον όποιο πειρασμό».

 «Τότε;» 

«Με την ευρύτερη οικογένεια, πάτερ. Μάλλον, με ένα μέλος της ευρύτερης οικογένειας, που ενώ το αγαπούμε πολύ εκείνο, και μάλλον εν αγνοία του, δημιουργεί τα προσκόμματα».

 «Να γίνεις λίγο περισσότερο σαφής;»

 «Βεβαίως. Όπως το ξέρετε, πήραμε, με δυσκολία είναι αλήθεια, ένα μικρό μεταχειρισμένο αυτοκίνητο που μας διευκολύνει ως οικογένεια αφάνταστα. Ειδικά στη δουλειά μου, εκεί που χρειαζόταν να πάρω τρεις συγκοινωνίες: δύο λεωφορεία και μετρό, βρίσκομαι σε είκοσι με εικοσιπέντε λεπτά. Μεγάλη ευλογία, μεγάλη ευλογία! Το πρόβλημα άρχισε τον τελευταίο καιρό που ένας συγγενής που ζει πολύ κοντά στο σπίτι μας μου το ζήτησε σε πρώτη φάση για να πάει σε μία επείγουσα εργασία του, όπως μου δήλωσε. Τον εξυπηρέτησα, μιας και δεν το χρειαζόμουν για το μικρό διάστημα που θα το είχε. Όταν γύρισε όμως, είδα πως σε δύο σημεία το είχε τρακάρει, σε κάποια σημεία δε ήταν γρατσουνισμένο. Στην ερώτησή μου τι έγινε, με δισταγμό είναι αλήθεια απάντησε πως κι εκείνος δεν γνωρίζει, γιατί το πάρκαρε κάπου και όταν γύρισε το βρήκε στη συγκεκριμένη κατάσταση».

«Ασφαλώς, θα είπε πως θα καλύψει τη ζημιά» συμπλήρωσε ο ιερέας. 

«Όχι, πάτερ, γιατί είναι νέο παιδί, δεν εργάζεται, κάποιες μικροδουλειές κάνει, οπότε ούτε καν έθεσε το θέμα». 

«Κι εσύ; Δεν του είπες τίποτε;»

 «Τον λυπήθηκα και είπα να το ξεπεράσω. Γιατί πράγματι μου είναι πολύ αγαπητός». 

«Και λοιπόν; Αυτό είναι το πρόβλημα;» 

«Όχι, πάτερ. Δυστυχώς μιας που έγινε η αρχή, ο εν λόγω είπε να συνεχίσει, αλλά με… διαφορετικό τρόπο αυτήν τη φορά!»

 «Δηλαδή;» κοίταξε απορημένος ο ιερέας.

 «Ξεκινώντας μία από τις τελευταίες ημέρες για την εργασία μου λίγο αργότερα από τη συνηθισμένη πρωινή ώρα – γιατί έχουμε κάποιες φορές μετακινούμενο ωράριο στην εταιρεία – πήγα να πάρω το αυτοκίνητο και δεν το βρήκα στη θέση του». 

«Τι εννοείς δεν το βρήκες στη θέση του;» μισόκλεισε τα μάτια ο ιερέας. «Στο έκλεψαν; Το είχες βάλεις σε θέση που δεν επιτρεπόταν και στο πήρε ο γερανός;»

 «Όχι, όχι, πάτερ. Τίποτε από αυτά. Ο ίδιος ο συγκεκριμένος συγγενής, εκμεταλλευόμενος προφανώς την απουσία μας για κάποια ψώνια που πήγαμε να κάνουμε με τη γυναίκα μου, άνοιξε το σπίτι μας – πίεσε την πεθερά μου που έχει δεύτερα κλειδιά να του ανοίξει – και ψάχνοντας όλο το σπίτι και όλα τα συρτάρια βρήκε τα κλειδιά του αυτοκινήτου, τα πήρε και πήγε σε κάποια δική του εργασία!»

Ο παπάς έμεινε εμβρόντητος. Ζώντας το πρόβλημα άρχισε όπως λέμε να… «φορτώνει». Κοκκίνισε λίγο και ξεροκατάπιε για να μπορέσει να μιλήσει. «Και τελικά τι έγινε;» 

«Τι να γίνει, πατέρα μου; Πήρα τη συγκοινωνία, όπως παλιά, καθυστέρησα μάλιστα, προσπάθησα όσο γινόταν να δικαιολογηθώ. Τέλος πάντων, το θέμα δεν είναι η δουλειά μου! Ήρθα να με συμβουλέψετε πώς πια να συμπεριφερθώ από δω και πέρα. Γιατί είναι αλήθεια με τη γυναίκα μου έχουμε πολύ θυμώσει και στενοχωρηθεί. Απαρχής βεβαίως έχουμε βάλει κάποια όρια στο σπιτικό μας για όλους όσοι είναι οι λεγόμενοι… τρίτοι, μα σκεφτόμαστε να γίνουμε πιο αυστηροί πάνω σ’ αυτό. Και μάλιστα στον συγκεκριμένο νεαρό συγγενή, ο οποίος από τη μια μας είναι ιδιαιτέρως συμπαθής, από την άλλη όμως δημιουργεί τα προβλήματα. Και να ξαναπώ, πάτερ, ότι αυτό που κάνει το κάνει χωρίς συναίσθηση. Γι’ αυτό θυμώνουμε αφενός, τον δικαιολογούμε αφετέρου». 

«Καθυστερημένος είναι, Ζώη μου;» θέλησε να διασκεδάσει λίγο την ταραχή του ο ιερέας. «Γιατί μόνο ένας καθυστερημένος δεν θα είχε επίγνωση των ενεργειών του αυτών». 

«Καθυστερημένος δεν είναι, πατέρα μου, το αντίθετο μάλιστα, αλλά μάλλον θεωρεί πως ό,τι είναι της ευρύτερης οικογένειας του ανήκει και αυτουνού… «δικαιωματικά»!»

«Ζώη μου, τα πράγματα δεν είναι τόσο τραγικά» είπε ο παπάς, αφού άφησε κάποιες στιγμές να περάσουν με σιωπή. «Τη λύση την έχετε βρει, άλλωστε ήμουνα βέβαιος γι’ αυτό, και δεν είναι άλλη ακριβώς από ό,τι σκεφτήκατε με την καλή γυναίκα σου. Βάλτε όρια. Πιο αυστηρά. Δείξτε ότι κανείς δεν μπορεί να υπεισέρχεται, όσο κοντινός κι αν είναι, στα ενδότερα της δικής σας οικογένειας. Εσείς είστε οι υπεύθυνοι. Ο συγκεκριμένος που δρα «ανεπίγνωστα» όπως είπες, θέλει λίγο απομόνωση. Αν δεν μπορείς να του μιλήσεις, γιατί τις περισσότερες φορές οι συνεξηγήσεις, καθώς έλεγε ο άγιος Παΐσιος, βοηθούν στην υπέρβαση των παρεξηγήσεων, δείξε με τη στάση σου ότι είσαι ενοχλημένος. Κρύψτε τα κλειδιά, μάλλον μην τα δίνετε σε κανέναν, έστω για κάποιο διάστημα. Θα είναι ένα μήνυμα προς όλους. Και εφόσον τα πράγματα τα βλέπετε, κι εσύ και η γυναίκα σου, πνευματικά, κάντε προσευχή ο Χριστός να σας δίνει υπομονή, αγάπη και ταπείνωση. Είναι από τους ανθρώπινους πειρασμούς, που σημειώνει ο απόστολος Παύλος. Και ο νεαρός αυτός μεγαλώνοντας θα καταλάβει τις… υπερβάσεις του. Μην αφήνετε όμως να διαιωνίζεται η κατάσταση, σαν να μη συμβαίνει τίποτε. Γιατί «πάλιν και πολλάκις» που λέμε και εκκλησιαστικά θα επαναληφθεί. Ο λαός μας το λέει με τον τρόπο του: «Δώσε θάρρος στον χωριάτη…»

«Ευχαριστώ, πάτερ» είπε ο Ζώης και σηκώθηκε. «Την ευχή σας και μη μας ξεχνάτε στις προσευχές σας. Τα σεβάσματα και από τη γυναίκα μου».

Ο ιερέας τον αγκάλιασε, τον ευλόγησε, τον αποχαιρέτισε. Κάθισε συλλογισμένος και προβληματισμένος έπειτα στο γραφείο του. «Πόσο προσεκτικοί πρέπει να είμαστε με τους άλλους» σιγοψιθύρισε. «Και πιο πολύ ίσως με τους δικούς μας. Μια στραβοτιμωνιά και έρχονται τα πάνω κάτω». 

Δεν πρόλαβε να συνεχίσει τις σκέψεις του. Η πόρτα κτύπησε και δειλά εμφανίστηκε μία κοπέλα που από το πρόσωπό της φαινόταν ταραγμένη. «Πάτερ, μήπως είστε εύκαιρος για εξομολόγηση;» «Έρχομαι αμέσως» είπε ο ιερέας και σηκώθηκε. «Χριστέ μου, φώτισέ με» ψιθύρισε. 

29 Ιουλίου 2025

ΤΙ ΩΡΑΙΑ ΠΟΥ ΤΑ ΛΕΤΕ!

Θυμίζει η φράση αυτό που συχνά έχουν δεχτεί ως «έπαινο» αρκετοί κήρυκες του λόγου του Θεού. Μετά τη Θεία Λειτουργία να σπεύδουν κάποιοι χριστιανοί να επικροτούν το κήρυγμα με την παραπάνω φράση: «Τι ωραία που τα λέτε!»ˑ ή ακόμη πιο «επαινετικά»: «τι καλά που  τ ο υ ς  τα είπατε!!!» Κι είναι βεβαίως το στοιχείο που κάνει τον κήρυκα του λόγου του Θεού να κατανοεί αυτό που ο Κύριος και οι απόστολοι έχουν πει: εσύ να σπέρνεις τον λόγο του Θεού αλλά να μη προσβλέπεις στα αποτελέσματα. Το αποτέλεσμα είναι θέμα της χάρης του Θεού – Εκείνος που βλέπει τις καρδιές των ανθρώπων γνωρίζει πώς και πότε θα ενεργοποιηθεί ο σπόρος του Ευαγγελίου. Διότι τέτοιες αντιδράσεις, όπως οι παραπάνω, των αποδεκτών του κηρύγματος φανερώνουν ότι πολλοί «χαμπάρι» δεν παίρνουν με ό,τι άκουσαν  παραμένοντας «αδιάβροχοι» από τη δωρεά της χάρης του λόγου.

Όμως με την παραπάνω φράση έχουμε υπ’ όψιν κάτι διαφορετικό ή κάτι τέλος πάντων παρεμφερές, όπως μας το εκμυστηρεύτηκε προ καιρού αδελφός κληρικός εν Χριστώ. Δέχτηκε την εξομολόγηση μίας κυρίας από άλλην ενορία, παντρεμένης και με παιδιά καθώς πληροφορήθηκε, η οποία κατά καιρούς εκκλησιαζόταν και στη δική του ενορία. Έδειχνε μεγάλο ενδιαφέρον και προσήλωση ιδίως στο κήρυγμά του, ώσπου κάποια φορά ήρθε η ώρα να ζητήσει και την εξομολόγηση, κάτι που όπως είπαμε δέχτηκε ο ιερέας. Η κυρία φαινόταν πολύ συνεσταλμένη, κόμπιαζε υπερβολικά, αργούσε να μιλήσει. Ο ιερέας με σεμνό και συνετό τρόπο της μίλησε για το μυστήριο, για την αγάπη του Χριστού, ο Οποίος ήρε την αμαρτία σύμπαντος του κόσμου, ότι δεν υπάρχει γι’ αυτό αμαρτία ασυγχώρητη, ότι το μεγαλείο του ανθρώπου είναι ότι παίρνει την απόφαση να φανερώσει τα τραύματα της ψυχής του όχι σ’ εκείνον, έναν άνθρωπο, αλλά στον ίδιο τον Χριστό που παρευρίσκεται αοράτως και προσδοκά ακριβώς τη μετάνοια του ανθρώπου.

Η κυρία έδειχνε να τον ακούει με συναίσθηση, ώσπου βρήκε το θάρρος και ψέλλισε αυτό που την «μπλόκαρε» όλη την ώρα. «Πάτερ, είμαι ερωτευμένη με σας». Δεν φάνηκε να ξαφνιάζεται ο ιερέας – δεν θέλησε να φανεί ότι προσβάλλει την κυρία με κάποια αποτομία. Κούνησε λίγο το κεφάλι συγκαταβατικά και μετά από λίγο με πολύ ήρεμο τρόπο σχολίασε. «Καταλαβαίνω, κ. Ηλέκτρα» – είχε μάθει το όνομά της. «Και δεν πρέπει να σας ανησυχεί ιδιαιτέρως αυτό, γιατί συμβαίνει κάποιες φορές με εμάς τους κληρικούς. Είναι η θέση μας, που μας θέτουν πολλοί πιστοί, κυρίως γυναίκες, σαν σε κάδρο στη συνείδησή τους, είναι η πνευματική ίσως εξουσία που μας έχει δώσει ο Χριστός και η Εκκλησία και που τις κάνουν να μπερδεύουν τα συναισθήματά τους και να νομίζουν πως είναι ακόμη και «ερωτευμένες» με τον παπά. Δεν ισχύει αυτό, κ. Ηλέκτρα. Απλώς χρειάζεστε μία μικρή βοήθεια για να το ξεδιαλύνετε».

Η κυρία άκουγε με κατεβασμένο το κεφάλι και φαινόταν να στοχάζεται τα λόγια του ιερέα. «Όμως σας σκέφτομαι συνέχεια» συνέχισε μετά από λίγο. «Σας αγαπώ». «Ακούστε, κ. Ηλέκτρα» - κι ο ιερέας προσανατόλισε με πόνο το βλέμμα του στην εικόνα του Χριστού που είχε ενώπιόν Του. «Όλα είναι θέμα λογισμών. Το μυστικό της πνευματικής ζωής είναι να μπορούμε με τη χάρη του Θεού να ελέγχουμε τους λογισμούς μας, τις σκέψεις μας και τα ενεργήματα της καρδιάς μας. Μην αφεθείτε σε ό,τι απλώς έρχεται στον νου σας. Στραφείτε σ’ αυτό που είναι το θέλημα του Θεού, που θα πει για την περίπτωσή σας, περίπτωση δηλαδή κάθε γυναίκας ιδίως παντρεμένης, στραφείτε προς τον άνδρα σας και τα παιδιά σας. Ο άνδρας σας είναι κατά τον λόγο του Κυρίου ένα μαζί σας. “Δεν είναι δύο αλλά ένας άνθρωπος”, σημείωσε ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός για το παντρεμένο ζευγάρι, οπότε για σας τα πράγματα είναι μονόδρομος: τον άνδρα σας να έχετε πάντοτε κατενώπιόν σας, κ. Ηλέκτρα, κι αυτό είναι εκείνο που ευλογεί ο Θεός. Αν δεν κάνετε διαρκώς και καθημερινώς τούτο φεύγετε από τη χάρη του Θεού».

Ο ιερέας προσευχόταν να φωτίσει ο Κύριος την Ηλέκτρα, να μη γίνει η δική του «εικόνα» - «εικόνα» πλασματική - πρόσκομμα και εμπόδιο για τη σχέση της με τον Θεό και την Εκκλησία. Η γυναίκα φαινόταν ωστόσο πολύ κουμπωμένη και πιεσμένη. Ο Πονηρός μάλλον είχε βρει πατήματα στην καρδιά της και της έπαιζε φοβερό και τρομερό παιχνίδι – την αποπροσανατόλιζε με κίνδυνο όχι μόνο η ίδια να μην αισθάνεται καλά αλλά και να δημιουργεί ταραχή σε όλη την οικογένειά της. «Κυρία Ηλέκτρα», θέλησε να συνεχίσει ο ιερέας βλέποντας τη δύσκολη κατάσταση, «θα πρέπει να μην ξανάρθετε σε μένα. Το καλύτερο θα ήταν να βρείτε έναν άλλον ιερέα, από την ενορία σας ή οπουδήποτε αλλού, όχι πάντως εδώ, γιατί φαίνεται ότι αυτό δεν σας βοηθάει. Κι ίσως αν δεν βρείτε άκρη, να απευθυνθείτε και σε κάποιον ψυχολόγο ή σύμβουλο γάμου, γιατί έτσι θα γίνει αφορμή αυτό το μπλεγμένο συναίσθημά σας να σας οδηγήσει στη φανέρωση αθέατων πλευρών της ψυχής σας. Πάντως καταλαβαίνετε ότι τα πράγματα δεν λειτουργούν με τον ορθό τρόπο, δηλαδή με τον τρόπο του Θεού. Και το ζητούμενο πάντοτε είναι πώς καθημερινά και αδιάλειπτα να βρισκόμαστε εκεί που είμαστε συντονισμένοι με τον Κύριο, εκεί δηλαδή που αρχίζουμε και νιώθουμε αυτό που μας έδωσε ο Κύριος ως τη μεγαλύτερη δωρεά: να είμαστε μέλη Του, κομμάτι δικό Του, μία δική Του φανέρωση μέσα στον κόσμο».

Ακολούθησε σιωπή κάποιων στιγμών ή λεπτών. Ο παπάς προσευχόταν, η κυρία δεν μιλούσε κοιτώντας πάντοτε προς τα κάτω, το έδαφος. Ξαφνικά, σήκωσε και πάλι το κεφάλι της και στρεφόμενη προς τον παπά είπε: «Εγώ πάντως είμαι ερωτευμένη μαζί σας!» Ο παπάς σκέφτηκε πως ίσως πρέπει να γίνει ακόμη πιο «καθαρός» απέναντι στην ταλαίπωρη γυναίκα. Με τρόπο κοφτό, χωρίς περιστροφές, απάντησε: «κ. Ηλέκτρα! Αυτό που σας συμβαίνει είναι εκ του Πονηρού! Καταλαβαίνετε; Είναι δαιμονικό αυτό που λέτε και επαναλαμβάνετε! Δεν το θέλει ο Θεός! Μη γίνεστε παιχνίδι στα χέρια του Διαβόλου! Ζητείστε από τον Θεό τη βοήθειά Του. Μη χάσετε την ψυχή σας!»

Η απάντηση της κυρίας μετά από λίγο ήταν απρόσμενη για τον ιερέα και σήμανε τη λήξη της εξομολόγησης. Χωρίς από ό,τι φάνηκε επίγνωση, με χαριτωμένο τρόπο αυτήν τη φορά και στρεφόμενη πάλι προς αυτόν είπε: «Τι ωραία που τα λέτε!»

Ο ιερέας σηκώθηκε, έβγαλε το πετραχήλι του, χαιρέτισε την κυρία. «Στο καλό να πάτε, κ. Ηλέκτρα. Νομίζω δεν έχουμε κάτι άλλο να πούμε. Κάντε παρακαλώ αυτό που σας πρότεινα κι εύχομαι ο Κύριος να σας ευλογεί. Και σας και την οικογένειά σας!»