Ιστορικά Στοιχεία Ιερού Ναού:
Ο ναός της Αγίας Παρασκευής Νέας Καλλιπόλεως Πειραιώς δε βρίσκει
τις ρίζες του σε κάποια περιοχή της ευρύτερης χερσονήσου της Καλλιπόλεως της
ανατολικής Θράκης – όπως εύλογα πολλοί υποθέτουν – αλλά στην νοτιοανατολική
πλευρά της θάλασσας της Προποντίδας, στην περιοχή της Βιθυνίας και συγκεκριμένα
στην πιο σημαντική κωμόπολη από εκείνες οι οποίες την απάρτιζαν, στο
επονομαζόμενο Κατιρλί.
Μέχρι σήμερα μπορεί κανείς να συναντήσει τον ερειπωμένο ναό της Αγίας
Παρασκευής στο Κατιρλί, μια περιοχή η οποία τον περασμένο αιώνα είχε να
προβάλει σημαντική ακμή στην εκπαίδευση, στα γράμματα και τον πολιτισμό με
σπουδαίες προσωπικότητες.
Περισσότερα από 80 χρόνια έχουν περάσει από τότε που αντήχησαν για τελευταία
φορά οι καμπάνες του ιερού ναού της οσιομάρτυρος Παρασκευή της Ρωμαίας στη
Βιθυνία καθώς στις 21 Ιουνίου 1921 ο πατήρ Μιχαήλ Καρακάσης – Καραγιώργης, ο
τελευταίος ιερέας του χωριού αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον τόπο όπου μέχρι
τότε ήταν η πατρίδα του. Αναχώρησε παίρνοντας μαζί του την οικογένειά του,
πολλούς συγχωριανούς και πλήθος κειμηλίων με προορισμό μια νέα πατρίδα. Αφού
διέμειναν για λίγο στην Κίο, έφτασαν μέσα στους επόμενους μήνες στην Πειραϊκή
χερσόνησο όπου συνάντησαν πρόσφυγες ξεριζωμένους από περιοχές όπως το Μυριόφυτο
της Καππαδοκίας, την Ανακού, τη Σινασό, την Κάρπαθο, την Κάσο και τη Χίο.
Η κατασκευή του ναού ξεκίνησε το 1924 και αρχικά είχε τη μορφή ξύλινης
παράγκας. Το 1927 άρχισε να χτίζεται περιμετρικά της παράγκας ο σημερινός ναός
από λαξευμένη πέτρα. Μετά από αίτηση στην τουρκική πρεσβεία ήρθαν στην Νέα
Καλλίπολη σκεύη και ξυλόγλυπτα προσκυνητάρια καθώς και ό,τι άλλο ήταν
απαραίτητο για τη λειτουργία ενός νεοαναγειρόμενου ναού από το κέντρο
αποκατάστασης προσφύγων. Τα εγκαίνια του ναού τελέστηκαν στις 13 Οκτωβρίου του
1940, δεκαπέντε ημέρες προ της κηρύξεως του Ελληνοϊταλικού πολέμου, από τον
τότε επίσκοπο Ταλαντίου και μετέπειτα Μητροπολίτη Εδέσσης και κατόπιν
Θεσσαλονίκης Παντελεήμονα Παπαγεωργίου.
Μέσα στην ιστορία του ο ναός εξελίχθηκε σε ιδιαίτερα κατανυκτικό τόπο σύναξης
των πιστών και τέλεσης των ιερών μυστηρίων και Ακολουθιών. Είναι αξιοσημείωτο
το γεγονός ότι δεν υπήρξε ημέρα μέχρι και σήμερα που να μην τελέστηκε εσπερινός
και όρθρος στην εκκλησία. Στα χρόνια που πέρασαν διακόνησαν στο ναό
αξιοσέβαστοι ιερείς, καλλικέλαδοι ιεροψάλτες και επίτροποι με απαράμιλλη
φροντίδα.
Ξεχωριστή μνεία γίνεται στον από Κιτίου αρχιεπίσκοπο Κύπρου Μακάριο Γ΄, ο
οποίος υπηρέτησε τον ναό της Αγίας Παρασκευής ως αρχιμανδρίτης και
προϊστάμενος. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1949 παρευρέθη και τέλεσε στο μνημόσυνο των κτητόρων
και το 1952 λειτούργησε ως Αρχιεπίσκοπος Κύπρου.
Αναφορικά με την αρχιτεκτονική, ο ναός κατατάσσεται στον τύπο του ημισύνθετου
τετρακιονίου και το σχέδιο στη σχολή της Ελλάδος. Εξωτερικά ο ναός κοσμείται
από ψηφιδωτές παραστάσεις και μωσαϊκά, ενώ εσωτερικά αξιοσημείωτη είναι
ιστόρηση του αγιογράφου Παναγιώτη Μπάτα. Ο ιερός επιτάφιος του 1831, τα
ξυλόγλυπτα από το Μυριόφυτο της Καππαδοκίας, τα ιερά σκεύη, τα άμφια, οι
εικόνες από διάφορες περιοχές της Μικρασίας και κυρίως το τεμάχιο του ιερού
λεψάνου της Αγίας Παρασκευής, είναι μερικά από τα αξιόλογα κειμήλια που
φυλάσσονται στο ναό.
Στην ενορία 1) λειτουργούν τα παρεκκλήσια των Αγίου Στυλιανού (δεξιό κλίτος) και Αγίου Αντωνίου (πνευματικό κέντρο) και 2) ανήκει το ιερό προσκύνημα του Αγίου Σώζοντος (Πειραϊκή). Η προτομή του
Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης κοσμεί τον περίβολο του ναού, ενώ πρόσφατα, στον υπόγειο χώρο του Ναού, δημιουργήθηκε Αρχονταρίκι και Παρεκκλήσιο που τιμάται επ΄ ονόματι του Τιμίου Προδρόμου και των Οσίων Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου, Παϊσίου του Αγιορείτου και Ιακώβου του εν Ευβοία.
Το φιλανθρωπικό, ιεραποστολικό και κατηχητικό έργο της ενορίας συνεχίζεται
μέχρι σήμερα.
Τον Ιούνιο του 2008 η ενορία εξέδωσε ένα σύγγραμμα με τίτλο «Η ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
ΝΕΑΣ ΚΑΛΛΙΠΟΛΕΩΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ, Οδοιπορικό στις αλησμόνητες πατρίδες», το οποίο
αφορά στην Ιστορία του Ναού, την μετακίνηση και εγκατάσταση των προσφύγων στην
πειραϊκή χερσόνησο και τα κειμήλια.
Η μνήμη της αγίας Παρασκευής τιμάται πανηγυρικά στις 26 Ιουλίου
(ημέρα μνήμης) και στις 14 Οκτωβρίου (ανάμνηση του εν Χίω θαύματος).