«Αυτός ο μακάριος καταγόταν από την Ανατολή και
καταύγασε τη Δύση σαν πολύφωτος αστέρας. Διότι αφού υπέταξε τα πάθη της σάρκας
από την παιδική του ηλικία με την εγκράτεια και την αγνότητα, φάνηκε ως
ένσαρκος άγγελος. Έφτιαξε καλύβα σε μία αμυγδαλιά και εύφρανε τους πάντες με
τους λόγους του, ενώ ο ίδιος έδωσε φτερά στον νου του φτάνοντας σε ένθεο ύψος.
Γι᾽ αυτό και ο Θεός τού έδωσε πλούσια τη χάρη της θαυματουργίας και φάνηκε
φωτεινότατος στύλος καταφωτίζοντας όλους με τα θαύματά του. Παγώνοντας τον
χειμώνα και φλεγόμενος το καλοκαίρι έφτασε γρήγορα στην απάθεια. Κι αφού
κατάφλεξε τις ηδονές της σάρκας, πήρε με τα χέρια του αναμμένους άνθρακες κι
αφού στάθηκε κατά πρόσωπο του βασιλιά τον θυμιάτισε χωρίς να καεί καθόλου. Έτσι
αφού κατέπληξε κάθε ανθρώπινη φύση με τη ζωή του και τα θαύματά του, μετατέθηκε
προς τον Κύριο, τον Οποίο από βρέφος αγάπησε με μεγάλο πόθο».
Ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος δεν μπορεί να αντισταθεί στην
πρόκληση που του δίνει το όνομα του οσίου Δαυίδ. Ο όσιος τον παραπέμπει στον
προφητάνακτα Δαυίδ, από τον οποίο βρίσκει αντιστοιχίες ζωής με εκείνον: ο νέος Δαυίδ πάλεψε με τα πάθη του που ήταν
σαν τον Γολιάθ του πρώτου Δαυίδ, και τα νίκησε. Ο νέος Δαυίδ εξεικονίζει τον
παλαιό Δαυίδ, γιατί έγινε κι αυτός σαν εκείνον ευθύς, ταπεινός, πράος (στίχοι
συναξαρίου, ωδή η΄). Η σύγκριση που κάνει ο άγιος υμνογράφος λοιπόν μεταξύ των
δύο Δαυίδ γίνεται ακριβώς γι᾽ αυτόν τόν σκοπό: να προβάλει τον όσιο ως τέτοιο
πνευματικό αγωνιστή που έφτασε σε ύψη κατά Χριστόν απάθειας και έγινε
κατοικητήριο του αγίου Πνεύματος (ωδή α´). «Γνωρίστηκες ως οίκος του θείου
Πνεύματος, όσιε Δαυίδ» (ωδή ς´).
Από την άποψη αυτή ο όσιος Δαυίδ, ως ῾έμπλεως συνέσεως
και χάριτος᾽ (ωδή δ´), έγινε έκτοτε μία άλλη παρουσία του Θεού στον κόσμο
που βοηθά αυτόν να ξεφεύγει από τη δαιμονική κακία. Με άλλα λόγια ο άγιος
υμνογράφος υπενθυμίζει για μία ακόμη φορά ότι οι άγιοι, αγιάζοντας τον εαυτό τους,
δηλαδή γινόμενοι δίοδος ώστε να φανερώνεται η ενέργεια του Θεού, αποτελούν τους
μεγαλύτερους ευεργέτες του κόσμου. Ο αγιασμός αυτών συντελεί και στον αγιασμό
των υπολοίπων ανθρώπων, η δική τους πνευματική άνοδος δίνει ώθηση και στην
αναγωγή των υπολοίπων ημών. Ο υμνογράφος μάς καθοδηγεί επ᾽ αυτού. «Ο βίος σου,
όσιε, αφού αναδείχτηκε ένδοξος από τη βία που άσκησες πάνω στην ανθρώπινη φύση
σου, λύτρωσε τους ανθρώπους, με τη συνέργεια του Πνεύματος, από τη βιαιότατη
κακία» (ωδή δ´).
Πόση παρηγοριά από αυτό, αλλά και πόση ευθύνη!
Κατανυσσόμαστε από την αγάπη του Θεού και των αγίων απέναντι σε εμάς τους
απλούς και αμαρτωλούς – ο αγώνας των αγίων γίνεται και για εμάς – αλλά και
προκαλούμαστε να νιώσουμε την ευθύνη που έχουμε απέναντι και στους υπολοίπους
συνανθρώπους μας – ο καθένας μας είναι υπεύθυνος και για τους άλλους. Στο ίδιο
μήκος κύματος κινείται και η επισήμανση του αγίου Ιωσήφ: ο όσιος κοίμισε με τον
αγώνα του τα πάθη του σώματος, ο ίδιος έτσι κοιμήθηκε ειρηνικά, και με την
κοίμησή του αυτή έγινε ο άγρυπνος φύλακάς μας. «Κοίμισες τις ηδονές του
σώματος, όσιε Πάτερ, με τις άγρυπνες προσευχές σου και τα αγωνίσματα, γι᾽ αυτό
και αφού ύπνωσες κοιμήθηκες ειρηνικά πράγματι. Λοιπόν έτσι σε αποκτήσαμε
άγρυπνο φύλακά μας, εμείς που σε τιμάμε με πόθο» (ωδή γ´).
Ο άγιος Ιωσήφ αξιοποιεί στο έπακρο και την επιλογή του
οσίου Δαυίδ να ζήσει σε καλύβα πάνω σε μία αμυγδαλιά. Κατά τον υμνογράφο ο
όσιος, πρώτον, έγινε σαν καλλικέλαδο πουλί, που ζει κι αυτό πάνω στα
δέντρα, οπότε από εκεί έλαβε χρυσά φτερά για να ανεβεί στην απάθεια και την
τελειότητα και να κατασκηνώσει τελικά στο ύψος του ουρανού (στιχηρό εσπερινού
κ.α.) Και: «ευρισκόμενος στο δέντρο έγινες σαν τον αετό από πλευράς
πνευματικής: απέκτησες δυνατά φτερά για να πετάξεις στα ουράνια» (ωδή θ´). Δεύτερον, ζώντας πάνω σε ξύλο δέντρου έκανε
υπομονή, γιατί είχε διαρκώς τα όμματα της ψυχής του προς τον εν
ξύλω σταυρωθέντα Κύριο. «Έχοντας τα όμματά σου και τα νοήματα διαρκώς προς τον
αναρτηθέντα στο ξύλο, έμεινες καρτερικά πάνω στο φυτό, πάτερ» (ωδή ε´). Τρίτον,
σαν κλαδί κι αυτός του δέντρου έπρεπε να ποτιστεί, για να παραμείνει εκεί. Και
το πότισμά του ήταν τα ποτάμια των δακρύων του (ωδή ζ´).
Η μνήμη του οσίου Δαυίδ αγιάζει και εμάς που τον τιμούμε. Έζησε άγια και καθώς συναγάλλεται τώρα μαζί με τους άλλους αγίους πρεσβεύει διαρκώς υπέρ ημών. «Η αγία μνήμη σου αγιάζει σήμερα εμάς που την τελούμε με πίστη, όσιε Δαυίδ. Διότι έζησες τη ζωή σου, άγιε, με αγιότητα και μετά την κοίμησή σου συναγάλλεσαι πάντοτε με τους αγίους» (ωδή θ´).