«Η αγία Ακυλίνα έζησε κατά τους χρόνους του βασιλιά
Διοκλητιανού και καταγόταν από τη Βύβλο, πόλη της Παλαιστίνης. Ήταν κόρη
ένδοξου άνδρα που ονομαζόταν Ευτόλμιος, ενώ βαπτίστηκε χριστιανή από τον
επίσκοπο Ευθάλιο. Από δεκαπέντε ετών καθοδηγούσε τις φίλες και συνομήλικές της
κοπέλες προς την πίστη του Χριστού και τις δίδασκε να απέχουν από τα είδωλα. Γι᾽
αυτό και κατηγορήθηκε στον ανθύπατο Ουλοσιανό από κάποιο Νικόδημο. Οδηγήθηκε σε
εξέταση και εκεί ομολόγησε το όνομα του Χριστού. Τότε δόθηκε εντολή να την
κτυπήσουν, ενώ τρύπησαν τις ακοές της με σιδερένιες πυρωμένες σούβλες τόσο
πολύ, ώστε και να τρέχουν αίματα από τα ρουθούνια της και να πυρωθεί εσωτερικά
όλο το κεφάλι της. Έπειτα αποφάσισαν να την κτυπήσουν με ξίφος, οπότε της
έκοψαν το κεφάλι και έτσι εκδήμησε προς τον Κύριο. Τελείται δε η σύναξή της στο
αγιότατο Μαρτυρείο της, που βρίσκεται στην περιοχή του Φιλοξένου».
Κάθε φορά που η Εκκλησία μας εορτάζει τη μνήμη μιας
μικρής κοπέλας μάρτυρος, θαυμάζει κανείς και απορεί πώς είναι δυνατό ένα μικρό
κορίτσι να αντέξει τόσα βασανιστήρια χωρίς να δειλιάσει και να υποταχτεί στον
αντίπαλο. Αυτήν την απορία είναι γνωστό ότι την είχε και ο όσιος Παΐσιος ο
αγιορείτης, όταν το 1987 του εμφανίστηκε η αγία μεγαλομάρτυς Ευφημία, για να
πάρει ως απάντηση στην απορία και τον θαυμασμό του ότι αφενός τούτο είναι
κατορθωτό με τη χάρη του Θεού, αφετέρου με την αγάπη που καίει στην καρδιά του
πιστού για τον ίδιο τον Χριστό. Είναι χαρακτηριστικά μάλιστα τα λόγια της
αγίας: «Αν ήξερα τι ο Θεός μου επεφύλασσε, θα έλεγα ποτέ να μην τελείωναν τα
βασανιστήριά μου». Η απάντηση της αγίας βεβαίως δεν ήταν τίποτε άλλο παρά
παραλλαγή των λόγων του αποστόλου Παύλου «ουκ άξια τα παθήματα του νυν καιρού
προς την μέλλουσαν εις ημάς αποκαλυφθήναι δόξαν», δεν ισοφαρίζονται τα παθήματα
της παρούσης ζωής προς τη δόξα που πρόκειται να μας αποκαλυφθεί μελλοντικά.
Ό,τι περνάμε εδώ σαν βάσανα και δοκιμασίες, και μάλιστα για το όνομα και την
αγάπη του Χριστού, και κάνουμε υπομονή χωρίς να βλασφημούμε και να γογγύζουμε,
αυτά τα βάσανα μάς ετοιμάζουν «αιώνιον βάρος δόξης».
Ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος επανειλημμένως τονίζει αυτήν
την πραγματικότητα. Βλέπει δηλαδή ότι θεμέλιο και αιτία της υπομονής της αγίας
στα μαρτύρια που υπέστη και με τα οποία νικήθηκε ο εχθρός διάβολος και τα
όργανά του, ήταν ο βαθύς έρωτάς της για τον Κύριο. «Πληγώθηκες από τον θεϊκό
έρωτα αληθινά, πάνσεμνε. Γι᾽ αυτό και υπέμεινες με δύναμη τις πληγές και τους
μεγάλους πόνους» (ωδή γ´). Προχωρεί μάλιστα τη σκέψη του, λέγοντας ότι η μικρή
Ακυλίνα θεωρούσε τα παθήματά της εξεικονισμό των παθημάτων του Χριστού και
προίκα που πρόσφερε στον νυμφίο της. Με άλλα λόγια τα θεωρούμενα αρνητικά: τα
μαρτύρια του σώματος, τα μεταποιούσε με την πίστη και τον χαριτωμένο λογισμό
της σε θετικά: μετοχή στο Πάθος του Χριστού και προσφορά στον αγαπημένο της. «Κυριαρχημένη,
πανεύφημε, από τον έρωτα του Δημιουργού σου, εξεικόνισες στο σώμα σου τα
παθήματα Εκείνου» (στιχηρό εσπερινού). «Πρόσφερες ως προίκα στον Νυμφίο σου,
πάνσεμνε, τα κτυπήματα των μελών του σώματός σου» (στιχηρό εσπερινού).
Το μαρτύριο της αγίας, για τον άγιο υμνογράφο, ήταν
βεβαίως συνέχεια και προαγωγή της θεοφιλούς ζωής της. Η αγία αγωνίστηκε στο
μικρό διάστημα που έζησε πάνω στη γη να κρατήσει την καθαρότητα της ψυχής της,
δηλαδή την ομορφιά από τη χάρη του αγίου Πνεύματος που έλαβε κατά το άγιο βάπτισμά της – τότε είναι ωραίος ο
άνθρωπος, όταν έχει στην ύπαρξή του τη χάρη του Θεού – την οποία ομορφιά αύξησε
πολλαπλασίως με τη θυσία της ίδιας της ζωής της. «Απέκτησες τη χάρη του αγίου
Πνεύματος, καθώς κράτησες την ψυχή σου καθαρή, ένδοξε, και έγινες ωραιότατη με
τα στίγματα του σώματός σου» (ωδή α´). Κι αλλού ο άγιος Ιωσήφ θα επισημάνει ότι
το μαρτύριο της αγίας ήταν το διάδημα στην όλη λάμψη των αρετών που την
διακατείχε, με αποτέλεσμα να γίνει νύμφη του Κυρίου αμίαντη και άφθορη.
«Φλέχτηκες από το θείο φως των αρετών και κοσμήθηκες, σεμνή, ένδοξα από το
διάδημα των αθλητών, οπότε ωραία κατά το κάλλος που δίνει η πίστη, έγινες νύμφη
αμίαντη και άφθορη πράγματι του παντοκράτορα Κυρίου» (κάθισμα όρθρου).
Ο άγιος Ιωσήφ βεβαίως δεν παύει να τονίζει παράλληλα με
την προαγωγή της αγίας ως νύμφης Χριστού και τη νίκη που κατήγαγε απέναντι στον
διάβολο και τα όργανά του. Μπορεί η ίδια να ήταν ένα κορίτσι με ασθενικό σώμα,
αλλά το γενναίο φρόνημά της λόγω της θερμής αγάπης της προς τον Χριστό και της
ενίσχυσης της χάρης Εκείνου, την έκανε να είναι σαν μέγας και κυρίαρχος
στρατηλάτης. Έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε στρατηλάτες πνευματικούς τους νέους
άνδρες, σαν τον άγιο Δημήτριο, τον άγιο Γεώργιο, τους αγίους Θεοδώρους. Τους
εξεικονίζουμε μάλιστα πάνω σε άλογα να τρυπάνε τον νικημένο δράκοντα, τον
διάβολο. Μα εξίσου η υμνολογία της Εκκλησίας μας προβάλλει και τις νέες κοπέλες
μάρτυρες, σαν την αγία Ακυλίνα. Θα μπορούσαμε και αυτήν να την εξεικονίσουμε
πάνω σε άλογο, τη γενναία ψυχή της δηλαδή και τη χάρη του Θεού, να καταβάλει τον υπερήφανο δράκοντα. «Τον υπερήφανο δράκοντα εσύ,
παρόλη την ασθενική σου σάρκα, τον κατέβαλες, καθώς αρίστευσες λαμπρότατα και
αφάνισες το θράσος των τυράννων» (ωδή δ´). Είναι αλήθεια: η πίστη και η βαθειά
αγάπη προς τον Χριστό μεταποιεί και τον πιο αδύναμο άνθρωπο κυριολεκτικά σε
λιοντάρι. Αρκεί να κρατάει το σώμα του καθαρό από σαρκικές αμαρτίες και την
καρδιά του ενωμένη με τον Χριστό. Σαν την αγία Ακυλίνα: «Έχοντας το σώμα σου
καθαρό από αμαρτίες και την καρδιά σου ενωμένη με τον Κύριο, παραστάθηκες
ενώπιον δικαστικών βημάτων, ελέγχοντας, θεόφρον αγνή, τον ανόητο τύραννο» (ωδή
ζ´).