Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΠΕΤΕΙΑΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΠΕΤΕΙΑΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

08 Μαρτίου 2023

8 ΜΑΡΤΙΟΥ: Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ

Όταν και μέχρι τα νεώτερα χρόνια υπήρχε προβληματισμός σε κάποιες κοινωνίες αν η γυναίκα εντάσσεται στο ανθρώπινο είδος∙ όταν και μέχρι τα μέσα του εικοστού αιώνα η γυναίκα δεν είχε δικαίωμα να ψηφίζει, γιατί ο «χώρος»  της ήταν μόνο το σπιτικό και η οικογένειά της∙ όταν ακόμη και σήμερα η επαγγελματική και κοινωνική καταξίωση της γυναίκας για ορισμένους θεωρείται «σκάνδαλο»∙ όταν μ’ ένα λόγο η σύγκριση της γυναίκας προς τον άνδρα σε οικουμενική σχεδόν κλίμακα και διαχρονικά, από πλευράς κοινωνιολογικής, πολιτικής, οικονομικής, αποβαίνει μονίμως εις βάρος της γυναίκας, τότε, ναι! Μιλάμε για μία προβληματική κοινωνία, της οποίας το διαστροφικό στοιχείο την έχει διαποτίσει τόσο, ώστε να μην μπορούμε να βρούμε κανένα ελαφρυντικό και δικαιολογητικό στοιχείο υπέρ αυτής[1].

Και γιατί έπειτα να παραξενευόμαστε που μόλις τα τελευταία χρόνια διεθνώς, ελάχιστο καιρό στα καθ’ ημάς, ήρθαν και έρχονται στο φως περιπτώσεις που δείχνουν αυτήν τη μειονεκτική θέση της γυναίκας, η οποία δέχεται προσβολές όλων των ειδών με αδυναμία αντίδρασής της και ευρέσεως του δίκιου της; Πρέπει να επιστρατεύσει όντως όλα τα αποθέματα της ψυχικής της δύναμης, να βρει στηρίγματα που ενώ υπάρχουν δύσκολα επισημαίνονται, προκειμένου να βγάλει την καταπιεσμένη φωνή της κι απελπισμένα να κραυγάσει: «Φτάνει! Μέχρις εδώ και μη παρέκει!»

Το πρόβλημα βεβαίως είχε επισημανθεί ήδη απαρχής του χριστιανισμού – ο ίδιος ο Χριστός υπήρξε καταπέλτης στην υποβάθμιση της γυναίκας, τονίζοντας ότι ο Θεός δεν δημιούργησε έτσι τα πράγματα[2]! Αλλά και μετέπειτα, παρόλη την επίδραση του χριστιανισμού, δεν υπήρξε μία γενικευμένη και νομοθετημένη λύση του – οι  εξαιρέσεις πάντοτε υπάρχουν. Ο μέγας Πατέρας και Διδάσκαλος της Εκκλησίας άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος για παράδειγμα, και όχι μόνον  αυτός, διαπιστώνοντας στην εποχή του (4ος αι.) την υποβαθμισμένη θέση της γυναίκας που και νομικά εθεωρείτο κατώτερη από τον άνδρα, αυτήν την απάντηση έδινε στο γιατί συμβαίνει η συγκεκριμένη αμαρτία. «Άνδρες οι νομοθετούντες» έλεγε, δηλαδή αφού εκείνοι που νομοθετούν είναι άνδρες, προς το συμφέρον τους όλα τα ρυθμίζουν[3]. 

Και βεβαίως ο άγιοι Πατέρες μας, κινούμενοι ευαγγελικά και αποστολικά, προχωρούν βαθύτερα, εκεί που λειτουργεί η ανθρώπινη φύση με όλη τη σκοτεινιά της. Η υποβάθμιση της γυναίκας υπάρχει, σημειώνουν, γιατί η αμαρτία έχει διαβρώσει τον άνθρωπο και έχει αλλοιώσει όλες τις σχέσεις του, (και ως προς τον ίδιο του τον εαυτό), αλλά και τις σχέσεις του προς την υπόλοιπη δημιουργία. Για να προχωρήσουν στην ψαύση της κεντρικής αιτίας: όλες οι σχέσεις χάλασαν, τα δύο φύλα εναντιώθηκαν μεταξύ τους, γιατί χάλασε η πιο κεντρική και θεμελιακή σχέση, από την οποία πηγάζει η ίδια η ύπαρξη: η σχέση με τον Θεό.

Όλα τα παραπάνω, όλες οι ασχήμιες για τις οποίες κανείς εχέφρων  άνθρωπος δεν μπορεί όχι να καυχηθεί αλλά ούτε και κατά διάνοια να αποδεχτεί, οφείλονται στην επανάσταση του ανθρώπου κατά του Δημιουργού και Πατέρα του. «Διά της αμαρτίας ο θάνατος»[4] σημειώνει η Γραφή, θεωρώντας ότι θάνατος δεν είναι μόνο η βιολογική φθορά του ανθρώπου, αλλά πρωτίστως η απώλεια της σχέσης με τον Θεό Ζωή, που φέρνει την απώλεια της ορθής σχέσης και με τον συνάνθρωπο, και μάλιστα τον πρώτο συνάνθρωπο: τη γυναίκα για τον άνδρα και τον άνδρα για τη γυναίκα. Ο ένας άνθρωπος («εποίησεν άνθρωπον ο Θεός, άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς»[5]) που κομματιάστηκε.

Κι ακριβώς. «Δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ άνδρα και γυναίκας», εξαγγέλλει με κάθε τρόπο η Γραφή, αφότου ήρθε στον κόσμο ο ενανθρωπήσας Θεός, ο Ιησούς Χριστός. Γιατί; Διότι «όλοι είστε ένα μπροστά στον Χριστό ενωμένοι μαζί Του»[6]. Ο Χριστός ήλθε και στην σε δύο φύσεις μία θεϊκή Του υπόσταση[7] αποκατέστησε τον άνθρωπο στην ενότητά του: άνδρες και γυναίκες και κάθε θεωρούμενη διαφορά δεν κατανοούνται πια κατά ατομικό τρόπο. Οπότε το μεγαλείο του ανθρώπου δεν έγκειται  στην ανδρική ή τη γυναικεία φύση του, αλλά στο κατά πόσον η θέλησή του λειτουργεί για την ενότητα, κλίνει δηλαδή εν αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Η αγάπη κι η ενότητα είναι το προέχον[8], αυτή συνιστά την αγιότητα εν Χριστώ, γι’ αυτό και στη χριστιανική πίστη ο σπουδαιότερος άνθρωπος, ο μεγαλειωδέστερος και στο απώγειό του ευρισκόμενος είναι η Παναγία Θεοτόκος – η εικόνα της απόλυτης  αγάπης ως Μάνας αγκαλιάς[9].

 Μία γυναίκα δηλαδή είναι ό,τι σημαντικότερο και ανώτερο υπάρχει στο ανθρώπινο γένος, γι’ αυτό και στο πρόσωπο Εκείνης, της Μοναδικής, βλέπουμε την πληρέστερη καταξίωση και της συγκεκριμένης ημέρας. Όσο στην Εκκλησία μας ακούγεται ο παιάνας γι’ Αυτήν «Άξιόν εστιν ως αληθώς μακαρίζειν σε την Θεοτόκον...», τόσο θα ξέρουμε τι τελικά γιορτάζουμε και προς τα πού ως πολικό αστέρα πρέπει να προσβλέπουμε όλοι, κατεξοχήν δε η γυναίκα. Ένα τέτοιο όραμα είναι ευνόητο ότι πλαταίνει τον άνδρα, πλαταίνει ιδίως τη γυναίκα, οδηγώντας και τους δύο αφενός στην πραγματική έννοια της ισότητας ως εν Χριστώ ενότητάς  τους, αφετέρου στη φανέρωση στον κόσμο τούτο των ιδιαιτέρων χαρισμάτων τους που καθορίζει αλληλοσυμπληρωματικά το φύλο τους.

 

                                 


[1] «Παρ’ όλες τις ραγδαίες και πολλές φορές δραµατικές εξελίξεις σε όλους σχεδόν τους τοµείς της ιδιωτικής και δηµόσιας ζωής των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών, µία τουλάχιστον κοινωνική σχέση παραµένει αναλλοίωτη στο κατώφλι του 21ου αιώνα: η σχέση ανισότητας ανάµεσα στα δύο φύλα... Ουσιαστικά, το γυναικείο κίνηµα οργανώθηκε µετά το 2ο παγκόσµιο πόλεµο και την Παγκόσµια ∆ιακήρυξη των ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου, οπότε και µια σειρά από διεθνείς συµβάσεις και πολιτικές του Οργανισµού Ηνωµένων Εθνών ανάγκασαν µεγάλους οργανισµούς και κυβερνήσεις κρατών να προωθήσουν την ισότιµη συµµετοχή και αντιµετώπιση της γυναίκας στους περισσότερους τοµείς. Συγκεκριµένα, το 1952 ψηφίστηκε η διεθνής σύµβαση του Ο.Η.Ε. για τα ίσα πολιτικά δικαιώµατα των γυναικών και την ίση πρόσβαση σε όλα τα δηµόσια λειτουργήµατα, µε την οποία αναγκάστηκε να συµµορφωθεί και η χώρα µας (Γιωτοπούλου-Μαραγκοπούλου, 1998). Ωστόσο, οι νοµοθετικές µεταρρυθµίσεις προς όφελος των γυναικών δεν άλλαξαν σηµαντικά την κοινωνική θέση της γυναίκας» (Χριστίνα Αθανασιάδου, Νέες γυναίκες µε πανεπιστηµιακή µόρφωση και η συµφιλίωση της ιδιωτικής και της δηµόσιας σφαίρας στο σχεδιασµό της ενήλικης ζωής, Διδ. Διατρ., Τµήµα Ψυχολογίας Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη, 2002).

[2] Ματθ. 19, 8: «ἀπ’ ἀρχῆς δέ οὐ γέγονεν οὕτω».

[3] «Για ποιο λόγο δηλαδή τιμωρούν τη γυναίκα, ενώ συγχωρούν τον άντρα; Ενώ όταν η γυναίκα προσβάλλει το κρεβάτι του άντρα της διαπράττει μοιχεία και από το νόμο τιμωρείται γι’ αυτό βαριά, γιατί δεν τιμωρείται και ο άντρας όταν πηγαίνει με άλλες γυναίκες; Αυτήν την νομοθεσία δεν την αποδέχομαι και καταδικάζω αυτή την κατάσταση. “Άνδρες οι νομοθετούντες και κατά των γυναικών η νομοθεσία”» (Λόγος λζ΄).

[4] Ρωμ. 5, 12.

[5] Γεν. 1, 27.

[6] Πρβλ. Γαλ. 3, 23: «Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ».

[7] «Εἷς ἐστιν Υἱός, διπλοῦς τήν φύσιν ἀλλ’ οὐ τήν ὑπόστασιν» (δογμ. Θεοτοκίο εσπ. Κυρ. πλ. δ΄).  

[8] Βλ. Α΄Κορ. 13.

[9] «Ὦ πανύμνητε Μῆτερ, ἡ τεκοῦσα τῶν πάντων ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον» (Δ΄στάση Χαιρετισμών Θεοτόκου).

20 Φεβρουαρίου 2023

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (20 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ)

 

Η συγκεκριμένη ημέρα, που καθιερώθηκε από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ το 2007, αποτελεί μία ευλογημένη πρόκληση για να υπάρξει παγκοσμίως ευαισθητοποίηση  σε θέματα αδικίας όπου κι αν παρουσιάζονται, όπως «η φτώχεια, η ανεργία και ο κοινωνικός αποκλεισμός, μέσα σε μία ανοιχτή και παγκοσμιοποιημένη κοινωνία», που σημαίνει ότι ο ΟΗΕ ξεκινά με το δεδομένο ότι όχι μόνο στο παρελθόν αλλά και στις ημέρες μας, και κοινωνική αρμονία δεν υφίσταται, αλλά και ισότητα μεταξύ των πολιτών ενός κράτους πολύ συχνά δεν υπάρχει.

Βεβαίως, το θετικό για τον Παγκόσμιο αυτόν Οργανισμό είναι ότι έχει κατανοήσει  πως τα θέματα της κοινωνικής δικαιοσύνης δεν επιλύονται, αν επιλύονται, με ευχολόγια και φιλοσοφικές τοποθετήσεις, αλλά με «διεθνείς δράσεις», (όπως σημειώνεται στο επεξηγηματικό για την καθιέρωση της ημέρας σχόλιο), οι οποίες όμως καθίστανται συχνότατα αναποτελεσματικές λόγω της αντιδράσεως σ’ αυτές είτε αντιλαϊκών ηγεσιών είτε οργανωμένων συμφερόντων μίας χώρας.

Παρ’ όλα αυτά, η επιμονή στην προβολή του αιτήματος για κοινωνική δικαιοσύνη δεν είναι χωρίς νόημα. Πάντοτε πρέπει να προσβλέπουμε στην καλή διάθεση του ανθρώπου, στην ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης, στην πίστη τελικά στη δύναμη των λαών, που όταν «ξυπνούν» μπορούν να επιβάλουν αυτό που θεωρούν δίκαιο για τους πολλούς – οι διάφορες στην ιστορία «κοινωνικές κατακτήσεις» όντως επιβεβαιώνουν την αλήθεια αυτή. Κι αυτό γιατί, όσο κι αν έχει η κακία διαστρεβλώσει τον άνθρωπο, δεν τον έχει κάνει να χάσει μέσα του την έστω ως νοσταλγία και πόθο έννοια της αξιοκρατίας και του ανθρωπισμού. Η αξιοκρατία και ο ανθρωπισμός δεν είναι τα βασικά στηρίγματα του αγαθού που ονομάζεται κοινωνική δικαιοσύνη; Κι αυτά τα νοσταλγεί ή τα ποθεί, όπως είπαμε, κάθε άνθρωπος και κάθε λαός όπου κι αν ζει.

Έτσι η κοινωνική δικαιοσύνη μπορεί να μην υφίσταται ή να υφίσταται λειψά και περιορισμένα σε έναν λαό και σ’ ένα κράτος, δεν παύει όμως πράγματι να υπάρχει και να λειτουργεί στις καρδιές των ανθρώπων, οι οποίες προσδοκούν πότε θα υπάρξουν οι συγκυρίες ώστε να πάρει σάρκα και οστά. Κι εκεί παίζεται το παιχνίδι των διαφόρων κοινωνικο-οικονομικών συστημάτων και των πολιτικών θεωριών: πόσο δηλαδή διαμορφώνουν τις συνθήκες για να λειτουργήσει η κοινωνική δικαιοσύνη, κάτι που σημαίνει ότι ο βαθμός λειτουργίας της δικαιοσύνης αυτής φανερώνει και την αξία ή όχι των πολιτικών και κοινωνικών συστημάτων και θεωριών.

Θα θέλαμε όμως να δούμε την κοινωνική δικαιοσύνη και από μία άλλη πλευρά, πιο βαθειά και αποτελεσματική πιστεύουμε, αυτήν της χριστιανικής πίστεως όταν είναι συνεπής. Διότι τι άλλο βλέπουμε στους  γνήσιους χριστιανούς, τους αγίους δηλαδή, παρά να ζουν τη δικαιοσύνη του Θεού, η οποία υπερβαίνει κάθε έννοια της ανθρώπινης διάστασής της; Ποιο το χαρακτηριστικό της θείας δικαιοσύνης; Η υπέρμετρη και χωρίς όρια αγάπη προς τον άνθρωπο, κατά το πρότυπο του Ιησού Χριστού, ο Οποίος επάνω στον Σταυρό «σηκώνει την αμαρτία όλου του κόσμου», αγκαλιάζει όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους, είτε πιστούς είτε απίστους, είτε της εποχής Του είτε και κάθε άλλης εποχής πριν ή και μετά από Αυτόν, προσφέροντάς τους τη δικαίωση ως δι’ Αυτού σχέση με τον ζωντανό Θεό. Και πώς εξέλαβαν ακριβώς οι πιστοί την υπερφυή αυτή αγάπη του Χριστού; Ως δεδομένο και της δικιάς τους ζωής, προκειμένου να παραμένουν ενωμένοι μαζί Του, συνεπώς να αγκαλιάζουν εν αγάπη κάθε άνθρωπο, να βλέπουν την ατίμητη αξία του ως εικόνας Θεού, να τον συγχωρούν ό,τι κι αν έχει κάνει, να του προσφέρουν οτιδήποτε χρειάζεται ώστε αυτός να ζει, έστω και με δική τους θυσία.

 Ποια έννοια κοινωνικής δικαιοσύνης μπορεί να παραβληθεί μ’ αυτήν; Και να, το άμεσο χειροπιαστό αποτέλεσμα:  η πρώτη χριστιανική κοινότητα των Ιεροσολύμων, όπου τα πάντα στους πιστούς ήταν κοινά. Δεν υπήρχε δικό μου και δικό σου – ο καθένας έδινε ανάλογα με τις δυνατότητές του και έπαιρνε ανάλογα με τις ανάγκες του. Κι επίσης το παρόμοιο αποτέλεσμα που βλέπουμε στη ζωή όλων των αγίων: και των απλών, οι οποίοι αναλαμβάνουν τον αγώνα της κοινωνικής δικαιοσύνης με τρόπο εσωτερικό – μέσω της προσευχής τους για τους άλλους και της αναλήψεως της ευθύνης τους ενώπιον του Θεού -  και των εχόντων τη δύναμη για μεγαλύτερη προσφορά. Σαν τον άγιο Βασίλειο για παράδειγμα: οργανώνει πράγματα για όλους τους ανθρώπους προκειμένου να ξεπεραστεί η όποια αδικία και ανισότητα ζούσαν, που θα απαιτούσε έναν ολόκληρο μηχανισμό ενός κοινωνικού κράτους! Κι ακόμη σαν την αγία Φιλοθέη: μία καλόγρια που στην πιο δύσκολη εποχή, την εποχή της Τουρκοκρατίας που το κεφάλι του καθενός χανόταν ανά πάσα στιγμή, είχε τέτοια κοινωνική προσφορά, ώστε το όνομά της ταυτίστηκε με την έννοια του θείου ελέους!

Κοινωνική δικαιοσύνη: το αδιάκοπα ζητούμενο ανθρωπίνως, οικονομικά, πολιτικά, κοινωνικά, για κάθε λαό. Χριστιανικά: το διαρκώς πραγματοποιούμενο, όπου όμως υπάρχουν άγιοι.

16 Φεβρουαρίου 2023

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΚΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ (15 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ)

Και η ίδια η λέξη προκαλεί σε πολλούς πανικό και απόγνωση. Δεν είναι τυχαίο ότι κάποιοι δεν θέλουν να αναφέρουν ούτε καν το όνομά του˙ επιλέγουν άλλα ονόματα πιο… ήπια, πιο… χαλαρά – ίσως για να «ξορκίσουν» το κακό! Σαν την τρικυμιώδη θάλασσα του «Ειρηνικού» ωκεανού, σαν τον «εύξεινο» αφιλόξενο Πόντο! Κατ’ ευφημισμό! Κι αυτό γιατί; Διότι η συγκεκριμένη αρρώστια είναι συνδεδεμένη άμεσα με τον θάνατο – καρκίνος ίσον αργός και βασανιστικός θάνατος για τους περισσοτέρους! Είναι όμως έτσι; Παλαιότερα ίσως. Τώρα όμως με τόση πρόοδο στην ιατρική γνώση και τεχνολογία όχι. Όχι τόσο τουλάχιστον. Διότι υπάρχουν πολλοί τύποι του καρκίνου που αντιμετωπίζονται οριστικά και εντελώς, έστω και μέσα από διαδικασία συχνά οδυνηρή. Και βεβαίως δεν θέλουμε να μιλήσουμε για την πνευματική διάσταση της αρρώστιας αυτής, όπως την εξέφρασε ο σύγχρονος άγιος μέγας Πορφύριος, ο οποίος και εκείνος είχε γνωρίσει πάνω στο σώμα του τι σημαίνει καρκίνος – ως εκπλήρωση ίσως της νεανικής βαθιάς επιθυμίας του ο Θεός να επιτρέψει και γι’  αυτόν την «ευλογία» αυτή! «Με τον καρκίνο έχει γεμίσει ο Παράδεισος» είχε πει, για να δηλώσει ότι ναι μεν μπορεί να μην υπάρχουν πολλά περιθώρια ίασης του ασθενούς (τότε που το έλεγε ξαναλέμε δεν είχε προχωρήσει τόσο η επιστήμη στον τομέα της θεραπευτικής αντιμετώπισής του), όμως αφήνει χρόνο για μετάνοια. Και ποια ισχυρότερη πρόκληση μετανοίας από εκείνον που γνωρίζει ότι επίκειται μετά από λίγο η αναχώρησή του από τον κόσμο αυτό;

Η ημέρα όμως σήμερα είναι αφιερωμένη όχι γενικά στον πάσχοντα από  καρκίνο, αλλά στην εμφάνισή του σε παιδιά. Κι αυτό από μόνο του αναμοχλεύει τα έγκατα της ψυχής κάθε φυσιολογικού ανθρώπου. Γιατί το παιδί είναι πράγματι ό,τι ιερότερο και ωραιότερο υφίσταται πάνω στη γη μας. Ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός δεν μας το έδειξε με τον πιο εμφανή τρόπο; Αγκάλιαζε τα παιδιά, τα ήθελε κοντά Του, τα ευλογούσε. Κι όταν κι οι μαθητές Του κάποια στιγμή πήγαν να τα εμποδίσουν να Τον πλησιάσουν, «αγρίεψε» και εξανέστη: «Αφήστε τα παιδιά να έρθουν κοντά μου» είπε. «Γιατί σ’ αυτά ανήκει η Βασιλεία των Ουρανών». Και: «οι άγγελοι των παιδιών έχουν τη μεγαλύτερη παρρησία ενώπιον του Θεού»! Να η αποκάλυψη του Κυρίου: Μας άνοιξε τα μάτια για να μας πει ποιοι είναι οι κάτοικοι του Παραδείσου. Είναι τα παιδιά. Κι όχι μόνο τα ευρισκόμενα στην ηλικία αυτή, αλλά και οι μετέπειτα κάθε ηλικίας ως προς τον τρόπο της ζωής, εσωτερικά και καρδιακά. «Εάν δεν στραφείτε και δεν γίνετε σαν τα παιδιά, απονήρευτοι δηλαδή και αθώοι, δεν πρόκειται να εισέλθετε στη Βασιλεία του Θεού». Γι’ αυτό και ο μεγάλος απόστολος Παύλος τόνιζε και εξήγγελλε και προέτρεπε: «Να γίνεστε σαν τα νήπια. Όχι ασφαλώς από ηλικίας, τούτο δεν γίνεται, αλλά από πλευράς κακίας. Στο μυαλό σας όμως να γίνεστε τέλειοι».

Κι έρχεται λοιπόν πάνω στα λουλούδια αυτά που θάλλουν μία απαρχή μαρασμού. Κι έρχεται στον ήλιο μία κηλίδα. Κι έρχεται στη χαρά της χάρης τους η σκιά του πόνου. Και θέλεις να κλάψεις και να κραυγάσεις – ένα «γιατί;» πάει αυθόρμητα να βγει από την καρδιά σου. Μα, κοντοστέκεσαι. Γιατί ξέρεις, ως χριστιανός, ότι πίσω από κάθε «γιατί;» κρύβεται, για να θυμηθούμε την αγία γερόντισσα Γαβριηλία (Παπαγιάννη), το «εγώ» του ανθρώπου. Και το μόνο που παλεύεις να κάνεις είναι να κλίνεις το γόνυ στο άγνωστο και απροσπέλαστο στην ανθρώπινη σκέψη θέλημα του Θεού. Δεν ξέρουμε το άγιο σχέδιό Του για τα μπουμπούκια αυτά της ζωής. Το μόνο που με ασφάλεια γνωρίζουμε είναι ότι βρίσκονται μέσα στην άπειρη αγάπη Του και μέσα στη δική Του χαρά. Ταπεινά λοιπόν και με επίγνωση των μικρών ορίων μας τι κάνουμε; Αφενός κινητοποιούμαστε με όλες τις δυνάμεις μας για την από πλευράς ανθρώπινης αντιμετώπιση της κηλίδας πάνω στον ήλιο – υποκλινόμαστε στα χέρια του Θεού και των αγίων που βρίσκουν δίοδο και έκφραση μέσα από τα χέρια των ιατρών μας – αφετέρου προκαλούμαστε για έμπονη και καρδιακή προσευχή ώστε να «πιέσουμε» τον Θεό μας και να Τον «νικήσουμε» για την ίαση των αγγελικών αυτών πλασμάτων.

Όπως κι αν είναι όμως τα πράγματα, ο παιδικός καρκίνος μας φέρνει στον νου τα μαρτυρικά παιδιά της Βηθλεέμ. Γιατί αυτά θεωρούνται ως οι πρώτοι μάρτυρες του Κυρίου, που θα πει οι πρώτοι ένδοξοι κάτοικοι του Παραδείσου. Παιδάκια με καρκίνο: αγγελούδια που πάσχουν˙ αγγελούδια που πέφτει επάνω τους όλο το φως του Ουρανού και κάθε ίνα της σάρκινης καρδιάς μας!

22 Νοεμβρίου 2022

ΜΕ ΤΟΝ ΟΣΙΟ ΙΑΚΩΒΟ ΤΟΝ ΕΝ ΕΥΒΟΙΑ

Ο νέος ιερέας διάβηκε την κεντρική θύρα του μοναστηριού και προχώρησε προς το εσωτερικό της αυλής. Συνόδευε έναν σεβαστό καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο οποίος διατηρούσε ιδιαίτερες σχέσεις με τον άγιο Γέροντα της Μονής. Σεβόταν εξαιρετικά  ο καθηγητής τον Γέροντα κι εκείνος με τη σειρά του ανταπέδιδε τον δικό του σεβασμό, λέγοντας πάντοτε ότι αισθάνεται ανάξιος να έρχονται να τον χαιρετούν, να τον προσκυνούν άνθρωποι ξεχωριστής μόρφωσης, με μεγάλες θέσεις στην κοινωνία, ενώ ο ίδιος είναι ένα «μουρλόπραμα». Ο άγιος Γέροντας της μονής του οσίου Δαβίδ Ευβοίας, ο πατήρ Ιάκωβος Τσαλίκης! Αυτός που και Πατριάρχες και Αρχιεπίσκοποι και Επίσκοποι και ένα σωρό άλλοι κληρικοί, μαζί με τον απλό κόσμο, έπιναν νερό στο όνομά του. Κι όσο τον προσήγγιζαν και τον τιμούσαν, τόσο και αυτός ήθελε να φεύγει, να μην αυξάνει τις αμαρτίες του, να μη σωρεύει οργή κατά την ημέρα της κρίσεως. Γιατί, αν τώρα με τιμούν – τόνιζε - ο Χριστός μας θα μου πει την ημέρα της κρίσεως:  «εσύ απέλαβες τον μισθόν σου».

Ο νέος κληρικός αισθανόταν κατανυγμένος. Είχε προετοιμαστεί για το προσκύνημα στον αγιασμένο τόπο -  είχε προηγηθεί μάλιστα και το άλλο μεγάλο προσκύνημα, στον όσιο Ιωάννη τον Ρώσο, στο Προκόπι Ευβοίας. Και τώρα βρισκόταν εκεί που άγιασε η μεγάλη μορφή του αγίου Δαβίδ του Γέροντος, εκεί που αγιάζει ο σπουδαίος Γέροντας π. Ιάκωβος, εκεί που προκαλούνται σε μετάνοια και αγιασμό χιλιάδες άνθρωποι προσκυνητές από όλα τα πέρατα της οικουμένης. Γιατί ο Γέροντας εδώ και χρόνια, χωρίς να το επιδιώκει καθόλου, είχε γίνει γνωστός στον πολύ κόσμο. Τον έκαναν γνωστό η αγιότητά του και τα θαυμαστά έργα που επιτελούσε δι᾽ αυτού ο Κύριος και ο όσιος Δαβίδ. Όσοι τον είχαν γνωρίσει είχαν και κάτι να διηγηθούν για τη λύση ενός προβλήματός τους, για την υπέρβαση ενός αδιεξόδου στο οποίο είχαν βρεθεί, για το στήριγμά τους στην πίστη και μόνο από τη θέα του ταπεινού προσώπου του.

Θυμόταν ο προσκυνητής παπάς την εντύπωση των νέων παιδιών, που είχαν επισκεφτεί το Μοναστήρι από μια κοντινή Κατασκήνωση που βρίσκονταν: μόλις εμφανίστηκε ο π. Ιάκωβος τα παιδιά σαν να μαγνητίστηκαν. Στράφηκαν όλα προς αυτόν και άρχισαν να φωνάζουν σε κατάσταση σχεδόν έκστασης:  «ο άγιος, ο άγιος!» Κι εκείνος, ενώ πήγε να κρυφτεί στην αρχή, δεν κατόρθωσε να ξεπεράσει την αγάπη του προς τα παιδιά. Τα πλησίασε, τα ευλόγησε, «χάθηκε» ανάμεσά τους… Ένα παιδί κι αυτός ανάμεσα στα άλλα… Συνέβη εκείνο που συνέβαινε με τον όσιο Σεραφείμ τον Σάρωφ:  απέφευγε τους ανθρώπους, για να μην τον τιμούν. Αλλά δεν μπορούσε να αντισταθεί στην παρουσία των παιδιών. Και το ξέρανε οι μεγάλοι και έπαιρναν παιδιά μαζί τους, τα οποία έβαζαν να τον φωνάζουν, «παγιδεύοντάς» τον με τον τρόπο αυτό…

Ο Γέροντας, ειδοποιημένος από τους καλογέρους του ότι είχε έλθει ο καθηγητής της Θεολογίας, ο σεβαστός του καθηγητής, εμφανίστηκε στην αυλή, μπροστά από το Κυριακό της Μονής. Και μόλις εμφανίστηκε τι έκανε και συγκλόνισε τον κληρικό;  Πριν προλάβει ο κληρικός να προβεί σε οποιαδήποτε κίνηση, μάλλον την ώρα που ήταν έτοιμος να σκύψει και να φιλήσει το αγιασμένο χέρι, ο Γέροντας με ταχύτητα νεανική έσκυψε πρώτος και προσκύνησε τον παπά. Του άρπαξε το χέρι και το ᾽φερε στα άγια χείλη του. Και για να δικαιολογηθεί, μάλλον για να μην αισθανθεί άβολα ο κληρικός, του είπε:  «Παπάς δεν είστε;»

Θα μπορούσε ο τριανταπεντάρης ιερέας, ο οποίος αριθμούσε στην ιερωσύνη περίπου τρία χρόνια, να τραβήξει το χέρι του από σεβασμό στον Γέροντα. Να μην αφήσει τον ηγούμενο, τον φημισμένο, τον άγιο, να ασπαστεί το δικό του. Μα δεν το έκανε. Με επίγνωση. Γιατί αστραπιαία του ήλθε στο μυαλό ένα παρόμοιο περιστατικό από το Γεροντικό με τον άγιο Πατέρα και Οικουμενικό Δάσκαλο της Εκκλησίας Μέγα Βασίλειο. Βρέθηκε, λέει η ιστορία, σε ένα Μοναστήρι από αυτά που ήταν στη δικαιοδοσία του, της αρχιεπισκοπής της Καισαρείας. Και ζήτησε από τον ηγούμενο να του στείλει, προκειμένου να τον διακονήσει όσο θα έμενε εκεί, έναν καλόγερο με ταπεινό φρόνημα.  Θέλησε να τον δοκιμάσει ο μέγας άγιος. Και τι έκανε;  Αφού τον έβαλε να του χύσει νερό από την κανάτα για να πλυθεί, με πολύ φυσικό τρόπο την πήρε έπειτα ο ίδιος και είπε στον καλόγερο να του ρίξει κι αυτός νερό για να πλυθεί. Κι ο καλόγερος, χωρίς ψευτοταπεινώσεις και ταπεινολογίες, με σιωπή, άπλωσε τα χέρια του και δέχθηκε τη διακονία απέναντί του του αρχιεπισκόπου Καισαρείας, του φωστήρα της Οικουμένης, Μεγάλου Βασιλείου. Τόσο εντυπωσιάστηκε ο άγιος, ώστε την επομένη είπε στον ηγούμενο ότι θα τον χειροτονήσει διάκονό του και θα τον πάρει μαζί του.

Η εικόνα αυτή που ήλθε στο μυαλό του ιερέα συνοδεύτηκε και με έναν λογισμό:  ο Γέροντας είναι ένας άγιος άνθρωπος. Έκρινε ότι έτσι έπρεπε να φερθεί απέναντί μου:  να μου φιλήσει πρώτος το χέρι. Προφανώς το έκανε σε όλους τους κληρικούς, ανεξαρτήτως βαθμού και ηλικίας. Λοιπόν, γιατί να μην υπακούσω στην κρίση του και στην ταπείνωση της πράξης του; Το χέρι του λοιπόν δεν το… τράβηξε. Τα άγια χείλη του π. Ιακώβου ακούμπησαν με ευλάβεια σ᾽ αυτό, κι ένιωσε ο ιερέας σαν να το ασπάστηκαν χιλιάδες άγγελοι του ουρανού.

Με περισσή κατάνυξη, αλλά… δεύτερος, φίλησε κι αυτός με άπειρο σεβασμό το τίμιο μέλος του Χριστού, κι άκουσε την ουράνια φωνή του Γέροντα να τον προσφωνεί με το όνομά του και να του λέει γεμάτος χαρά:  «Ελάτε ένα Σάββατο να μας λειτουργήσετε, σας παρακαλώ». Τον έπιασε ο Γέροντας έπειτα απαλά από το μπράτσο. «Πάτερ», είπε, «πόσοι άλλοι ιερείς είναι στον ναό που υπηρετείτε;» «Πέντε, Γέροντα», απάντησε ο παπάς με συστολή. «Υπομονή, παιδί μου, υπομονή».

Δεν του είπε κάτι άλλο. Οδήγησε τον καθηγητή, τον ιερέα και μια μικρή συνοδεία που είχανε μέσα στο Κυριακό να προσκυνήσουν. Έφεραν  και την αγία κάρα του οσίου Δαβίδ. Προσκύνησαν με συναίσθηση όλοι τους, ενώ ο Γέρων ηγούμενος εξηγούσε το πόσο θαυματουργός είναι ο άγιος και πόσο κοντά τους βρίσκεται. Κι όχι μόνο στους μοναχούς του μοναστηριού, αλλά και σε καθένα που εν πίστει θα τον επικαλεστεί.

Σε λίγη ώρα παρακάθισαν για γεύμα στην Τράπεζα. Ο Γέροντας, ο παπάς, ο καθηγητής, ένας νεαρός θεολόγος από τη συνοδεία του καθηγητή, κάποιοι άλλοι ακόμη προσκυνητές. Ο Γέροντας έκανε τάχα πως έτρωγε. Στην πραγματικότητα «ανακάτευε» το φαγητό, βάζοντας ελάχιστες μπουκιές στο στόμα του. Και μιλούσε, κι εξηγούσε κι αποκάλυπτε τα θαυμάσια του Θεού και του οσίου της Μονής. Με τον δικό του μοναδικό και σεμνό τρόπο. Σε καταιγιστικό ρυθμό. Και με τη βροντώδη φωνή του, που έκανε να σείεται και η πιο κρυμμένη χορδή της καρδιάς του όποιου μακάριου ακροατή του…

Και τι δεν έλεγε;  Αλλά με επίκεντρο πάντοτε την αγάπη του Θεού και των αγίων Του. Στην αγάπη αυτή εστίαζε ο μακαριστός Γέρων, η οποία τον έκανε να δακρυρροεί και να προσπαθεί απεγνωσμένα να κρύψει τα δάκρυά του… Κι εκεί που έλεγε και τα χείλη του έσταζαν το μέλι της ορθόδοξης πίστης, διέκοπτε, για να στραφεί, όχι μια, αλλά δυο και τρεις φορές,  στον νεαρό θεολόγο της συντροφιάς. «Ποιος είναι ο νεαρός;» ρωτούσε τον καθηγητή, κι ένιωθες τη ματιά του να αστράφτει  από χαρά όταν άκουγε την απάντηση:  «Είναι γνωστός μου, συγγενής μου, καθηγητής θεολόγος».  «Πολύ καθαρή καρδιά», σαν να μονολογούσε ο Γέροντας. Για να συνεχίσει τις ουράνιες διηγήσεις του, και να επανέλθει και πάλι στον θεολόγο. Στο τέλος είπε:  «Δεν ξέρω πώς τον βλέπετε εσείς, εγώ τον βλέπω διαφορετικά!» Μυστήριο ο λόγος που εκείνη τη στιγμή δεν μπορούσε κανείς να αποκρυπτογραφήσει. Μόνο μετά από κάποια χρόνια το κατάλαβαν οι μέτοχοι τότε της πνευματικής αλλά και υλικής εκείνης πανδαισίας. Ο νεαρός θεολόγος εισήλθε στον κλήρο. Έγινε ιερέας, κι αυτό ήταν εκείνο που «έβλεπε» διορατικά ο αγιασμένος Γέρων:  «εγώ τον βλέπω διαφορετικά…!»

Μετά το γεύμα ο ιερέας έκανε ένα γύρο την αυλή του μοναστηριού. Ρουφούσε την όλη ατμόσφαιρα. Τα μάτια του αναπαύονταν εκεί που και οι πέτρες ανέβλυζαν το μύρο του ουρανού. Στ᾽ αυτιά του ηχούσαν ακόμη τα λόγια του Γέροντα. Θαρρούσε πως από κάποια γωνιά θα ξεπροβάλλει και ο όσιος Δαβίδ.

«Πάτερ, πάτερ», μια φωνή τον επανέφερε στην πραγματικότητα! «Πάτερ, εδώ». Πλησίασε. Ένας μεσήλικας με πυτζάμες και με πατερίτσες ήταν στο κιόσκι της αυλής  και τον φώναζε.

«Χαίρετε», είπε ο παπάς και χαμογέλασε στον άνθρωπο. Είδε ότι δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια του. «Μπορώ να σας βοηθήσω σε κάτι;» είπε λίγο αναστατωμένος, βλέποντας τον δακρυσμένο άνθρωπο. «Σας συμβαίνει τίποτε;»  

«Πάτερ, ο Θεός μού έκανε μέσα από τον άγιο Γέροντα και τον όσιο Δαβίδ ένα μεγάλο θαύμα. Τα δάκρυά μου είναι δάκρυα χαράς και αγαλλίασης».

Ο ιερέας πλησίασε περισσότερο. «Τι έγινε;» ρώτησε κι η προσοχή του εντάθηκε για να ακούσει το θαύμα.

 «Βλέπετε, πάτερ, το πόδι μου; Είναι κομμένο, γι᾽ αυτό και είμαι με τις πατερίτσες. Ένα ατύχημα δυστυχώς στη δουλειά μου, με έφερε σ᾽ αυτήν την κατάσταση. Το πρόβλημα όμως δεν είναι τόσο αυτό. Το πρόβλημα είναι ότι η πληγή δεν έκλεινε. Παρ᾽ όλα τα φάρμακα που έπαιρνα και τις ιατρικές φροντίδες, παρέμενε ανοικτή. Ο γιατρός στο νοσοκομείο που πήγαινα μου είπε ότι δεν θα αποφύγω την εγχείρηση, αλλά και πάλι με αμφίβολα αποτελέσματα. Απογοητεύτηκα. Όχι μόνο δεν είχα ολόκληρο το πόδι μου, αλλά επιπλέον είχα και την πυορροούσα πληγή. Μου είπαν για τον όσιο Δαβίδ και τον άγιο Γέροντα Ιάκωβο. Τους  θεώρησα ως την τελευταία ελπίδα μου. Ήλθα στον Γέροντα, του είπα το πρόβλημα, μου έδωσε θάρρος, με σταύρωσε με την κάρα του οσίου Δαβίδ. Πήγα την προγραμματισμένη ημέρα για την εγχείρηση. Καθώς με ετοιμάσανε κι ήλθε ο γιατρός για να επιχειρήσει το κλείσιμο της πληγής, τον είδα να ασπρίζει. Ταραγμένος με ρώτησε, πού πήγα και έκανα την επέμβαση, και γιατί τότε ήλθα και σ᾽ αυτόν. «Μα τι λέτε, γιατρέ;» του απάντησα. «Τώρα ήλθα στο νοσοκομείο, χωρίς να έχω πάει πουθενά αλλού».

 »Πάτερ, τα λόγια του τα θυμάμαι ακριβώς όπως μου τα είπε: «Εδώ  έχει γίνει εγχείρηση, και μάλιστα με τέλειο τρόπο. Ούτε ο Κούλεϊ στην Αμερική δεν θα έκανε τόσο τέλεια τομή! Το πόδι είναι… εγχειρισμένο. Δεν χρειάζεται απολύτως τίποτε άλλο».

…Εγώ έπεσα από τα σύννεφα. Δεν μπορούσα να καταλάβω. Ή μάλλον άρχισα κάτι να υποψιάζομαι. «Γιατρέ», του είπα επιφυλακτικά. «Πριν έλθω εδώ, είχα πάει σ᾽ ένα μοναστήρι και μου σταύρωσε το πόδι ένας άγιος Γέροντας, εκεί στην Εύβοια. Στο μοναστήρι του οσίου Δαβίδ». Ο γιατρός άκουγε εκστατικός. «Επιστημονικά δεν μπορώ να  εξηγήσω αυτό που βλέπω», μουρμούρισε. «Την πληγή την θυμάμαι, έχουμε άλλωστε και τα ιατρικά αποδεικτικά, και λογικά δεν μπορεί να συμβεί ό,τι συνέβη».

«Προφανώς, πάτερ», κατέληξε ο μεσήλικας με τις πατερίτσες και το κομμένο πόδι, «ο γιατρός κάτι θα πίστευε σε Θεό, γιατί με τον συγκλονισμό ακόμη στα μάτια του, πρόσθεσε: - Το μόνο που πρέπει λοιπόν να κάνεις είναι να πας στο μοναστήρι αυτό και πάλι, και να ανάψεις ένα κερί σαν το μπόι σου. Γιατί μάλλον βρισκόμαστε μπροστά σ᾽ ένα θαύμα». Κι έτσι, πάτερ, βρέθηκα εδώ. Πήρα ταξί μαζί με τη γυναίκα μου κι ήρθαμε να ευχαριστήσουμε από την καρδιά μας τον όσιο και τον άγιο Γέροντα».

Ο ιερέας δεν μιλούσε. «Ο Θεός σάς ευλόγησε πράγματι», βρήκε μόνο να πει, «μέσα από τον όσιό του Δαβίδ, αλλά και μέσα όντως από τον άγιο ηγούμενο. Γιατί για να ενεργήσει μ᾽ έναν τέτοιο άμεσο τρόπο ο όσιος, έπρεπε κάποιος με μεγάλη παρρησία προς αυτόν και τον Θεό να τον παρακινήσει. Κι αυτός είναι ο καλός υπηρέτης του, ο π. Ιάκωβος. Ευλογημένο το όνομα του Κυρίου».

Ο ιερέας χαιρέτισε και απομακρύνθηκε. Ο Γέρων Ιάκωβος ήταν και πάλι έξω με τον καθηγητή και τη λοιπή συνοδεία του. Συζητούσαν και τα πρόσωπα όλων έλαμπαν. Ο ιερέας πλησίασε. Ο άγιος Γέροντας τον είδε να πλησιάζει και να κρατάει μάλιστα στα χέρια του μία φωτογραφική μηχανή. «Γέροντα», είπε με μεγάλη συστολή ο ιερέας, «μπορούμε να βγάλουμε κάποια φωτογραφία εδώ μαζί σας;» Δέχτηκε. Οι φωτογραφίες βγήκαν. Μαζί με τους άλλους, μαζί και με τον ίδιο τον ιερέα. Αλλά, η αγάπη του π. Ιακώβου ήταν ανεξάντλητη. Βλέποντας ότι η φωτογράφιση μαζί του προκαλεί χαρά σε όλους, πήρε τον ιερέα από το χέρι και τον προέτρεψε να βγάλει κι άλλες φωτογραφίες:  στο ένα σημείο της αυλής, στο άλλο πιο κάτω, ακόμη πιο πέρα… «Γέροντα, φτάνει, δεν πειράζει. Βγάλαμε πια αρκετές. Σας ευχαριστούμε πολύ», είπε και πάλι ο κληρικός, ξέροντας ότι ο άγιος ηγούμενος κινείται στον θυσιαστικό ρυθμό αγάπης του Κυρίου Ιησού.

Βάλανε όλοι μετάνοια, ασπάστηκαν τη δεξιά του Γέροντα, δέχτηκαν τους ασπασμούς του καθώς τους ξεπροβόδιζε, έφυγαν.

Μπήκαν στο αυτοκίνητο και γύρισαν «πετώντας». Η αίσθηση της συνάντησης και της επικοινωνίας μ᾽ έναν σύγχρονο άγιο τούς συνείχε και τους έκανε να μη θέλουν να πούνε πολλά κατά την επιστροφή. Η εικόνα του αγίου Γέροντα γέμιζε τον νου και την καρδιά τους. Το προσκύνημα χαράχθηκε βαθιά μέσα τους.

Ένα μόνο δεν μπόρεσαν τότε να δουν και να καταλάβουν:  ότι ο άγιος ηγούμενος θα κρατούσε κι αυτός τη συγκεκριμένη συντροφιά στη μνήμη και την καρδιά του. Και δεν θα έπαυε να τους μνημονεύει και να τους «παρακολουθεί» με τους νοερούς οφθαλμούς του, ερχόμενος αρωγός τους κάθε φορά που θα είχαν κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα να αντιμετωπίσουν στη ζωή τους…

20 Νοεμβρίου 2022

Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ

Η 20ή Νοεμβρίου έχει καθιερωθεί από τη Διεθνή Κοινότητα ως Παγκόσμια Ημέρα για τα Δικαιώματα του Παιδιού. Αφορμή στάθηκε η επέτειος υιοθέτησης από τη Γενική Συνέλευση του Ο.Η.Ε., το 1989, της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού,  μίας Σύμβασης που, όπως έχει γραφεί, «αποτελεί το πλέον αποδεκτό κείμενο για τα ανθρώπινα δικαιώματα παγκοσμίως. Την έχουν επικυρώσει όλα τα κράτη του κόσμου, εκτός των ΗΠΑ και της Σομαλίας (η Ελλάδα την επικύρωσε στις 2 Δεκεμβρίου 1992 με τον νόμο 2101), και τα 54 άρθρα της καλύπτουν όλα τα δικαιώματα των παιδιών που χωρίζονται σε 4 τομείς: Δικαιώματα Επιβίωσης, Ανάπτυξης, Προστασίας και Δικαιώματα Συμμετοχής».

Δεν είναι αυτονόητο όμως κάτι τέτοιο; Χρειάζεται συγκεκριμένη ημέρα για να τονιστεί ότι χωρίς τη διασφάλιση των αναγκαίων συνθηκών επιβίωσης και ανάπτυξης και προστασίας των παιδιών ο κόσμος δεν μπορεί να υπάρχει; Ένας κόσμος χωρίς παιδιά είναι ένας κόσμος χωρίς ελπίδα – γερνάει και πεθαίνει. Τα παιδιά αποτελούν το ναι της συνέχειας της ζωής, οπότε οι πάντες θα έπρεπε να αγωνίζονται γι’ αυτά.

Αλλά βεβαίως τούτο θα ήταν αυτονόητο σ’ έναν κόσμο σώφρονα και ισορροπημένο, που βλέπει καθαρά τη ζωή και τις ανάγκες της. Συμβαίνει κάτι τέτοιο; Ασφαλώς και όχι. Κατά γενική ομολογία, ζούμε σ’ έναν κόσμο που η ανισορροπία και η παραφροσύνη συνιστούν σχεδόν την «κανονικότητα», με προτεραιότητά του την ηδονική απόλαυση της ζωής, το κυνηγητό του χρήματος ως θεότητας, την επιδίωξη της δόξας, την κυριαρχία επί των άλλων – πράγματα που δεν «αντέχουν» την παρουσία των παιδιών και της αθωότητας που κατά τεκμήριο εκφράζουν.

Και ποια η αιτία για την «κόλαση» αυτή; Η σχεδόν απόλυτη κυριαρχία της αμαρτίας ως εγωισμού των ανθρώπων. Πώς είναι δυνατόν σ’ έναν εγωιστή άνθρωπο που έχει «κολλήσει» στη σαρκολατρεία και την υπερηφάνεια του να δει κάτι πέρα από τον εαυτό του; «Φάγωμεν και πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν» είναι το «μότο» που τον καθορίζει, και ό,τι μπαίνει εμπόδιο στην «αρχή» του αυτές πρέπει να εξολοθρευτεί – πολύ περισσότερο το παιδί που είναι αδύναμο και ανίσχυρο.

Το τραγικότερο εν προκειμένω δεν είναι αυτό. Το τραγικότερο είναι ότι μία τέτοια κατάσταση μεταγγίζεται και στα παιδιά – τα παιδιά αντιγράφουν τον κόσμο των μεγάλων – οπότε η εξολόθρευση των παιδιών, αν δεν γίνεται με φυσικό, γίνεται με ψυχολογικό, κοινωνικό και «παιδαγωγικό» τρόπο! Και το βλέπουμε σχεδόν πια καθημερινά: παιδιά που από τα «γεννοφάσκια» τους θα λέγαμε, θεωρούν δεδομένο να προβαίνουν σε εγκληματικές ενέργειες κατά των πιο αδύναμων, είτε συνομηλίκων τους είτε μεγαλυτέρων. Η συγκρότηση συμμοριών από παιδιά και εφήβους, η άσκηση bulling από αυτά, η καταστροφική δράση ως «νοηματοδότηση» ζωής αποτελούν πια καθημερινή ειδησεογραφία. Γιατί τα παιδιά, αυτά έμαθαν και μαθαίνουν από τον κόσμο των μεγάλων. Των μεγάλων που το περπάτημά τους στον κόσμο συνθλίβει διαρκώς τα λουλούδια και τα άνθη, τα παιδιά! 

Η καθιέρωση της ημέρας αυτής από τον Ο.Η.Ε. πρέπει να ήταν αντίδραση πανικού και τρόμου. Μπροστά σ’ ένα μέλλον που φάνταζε (και φαντάζει) ζοφερό χωρίς κανένα χρώμα αγάπης και τρυφερότητας. Η Ημέρα κραυγάζει «να σώσουμε ό,τι σώζεται για χάρη των παιδιών μας». Ποιος όμως τελικά θα ακούσει; Αλλά και αυτή η κραυγή ήταν και είναι ελλιπής. Γιατί ναι μεν μπορεί κάποιους να κινητοποίησε για τη διασφάλιση των αναγκαίων της ζωής των παιδιών, αλλά άφησε απέξω και εντελώς ανυπεράσπιστα τα πιο αθώα θύματα του ανισόρροπου κόσμου μας: τα παιδιά που χάνονται από τις μαζικές εκτρώσεις. Πού η ευαισθησία γι’ αυτά; Δεν είναι εν δυνάμει άνθρωποι τα έμβρυα; Ποιος μπορεί να έχει δει τις αντιδράσεις ενός εμβρύου μπροστά στις μηχανές εξολόθρευσης και να μη συγκλονίστηκε; Γιατί το να κόβεται ένα βλαστάρι σηματοδοτεί πια έγκλημα, ενώ για το μικρότερο βλαστάρι δεν υπάρχει καμία ή μηδαμινή  διασφάλιση;

Κι εννοείται πως η μεγαλύτερη και αποτελεσματικότερη διασφάλιση των παιδιών υπάρχει σ’ Εκείνον που φώναξε: «Αφήστε τα παιδιά να έλθουν σ’ Εμένα. Γιατί γι’ αυτά είναι η Βασιλεία του Θεού». Σ’ Εκείνον που απεκάλυψε πως τα παιδιά αποτελούν λόγω της καθαρότητας της καρδιάς τους, αν τα αφήσουμε ορθά να αναπτυχθούν, το όριο για όλους τους μεγάλους: «Αν δεν στραφείτε και δεν γίνετε σαν παιδιά, δεν πρόκειται ποτέ να μπείτε στη Βασιλεία του Θεού». Η μεγαλύτερη προσφορά στο μέλλον της ανθρωπότητας είναι να βοηθήσουμε τα παιδιά να αγκαλιάσουν τον Χριστό. Να τα βοηθήσουμε να Τον βρουν όμως όχι τόσο με τα λόγια μας, όσο με το παράδειγμά μας. Αυτό θα συνιστούσε ίσως  και τη μεγαλύτερη ευεργεσία και για εμάς τους ίδιους.