02 Ιανουαρίου 2022

ΕΝΟΨΕΙ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ

«Ἰωάννη Βαπτιστά, ὁ ἐν μήτρᾳ γνωρίσας με τόν ἀμνόν, ἐν ποταμῷ μοι διακόνησον, μετ’ Ἀγγέλων μοι λειτούργησον· ἐκτείνας ἅψαι τῇ παλάμῃ, τῆς κορυφῆς μου τῆς ἀχράντου· καί ὅταν ἴδῃς τά ὄρη τρέμοντα, καί τόν Ἰορδάνην ἐπαναστραφέντα, σύν τούτοις βόησον·  Ὁ σαρκωθείς ἐκ Παρθένου, εἰς ἡμῶν σωτηρίαν, Κύριε δόξα σοι».

(Βαπτιστά Ιωάννη, σύ πού βρισκόμενος στή μήτρα τῆς μάνας σου μέ ἀναγνώρισες ὡς τόν ἀμνόν τοῦ Θεοῦ, διακόνησέ με στόν ποταμό Ἰορδάνη, λειτούργησε γιά μένα μαζί μέ τούς ἀγγέλους. Ἅπλωσε κι ἀκούμπησε μέ τήν παλάμη σου τήν ἄχραντή μου κεφαλή. Κι ὅταν δεῖς τά ὄρη νά τρέμουν καί τόν Ἰορδάνη νά γυρίζει πρός τά πίσω, φώναξε δυνατά μαζί μ’ αὐτά· Κύριε, Σύ πού σαρκώθηκες ἀπό τήν Παρθένο γιά τή σωτηρία μας, δόξα σ’ Ἐσένα).

Δέν προλάβαμε νά ἀποσώσουμε τίς δοξολογικές καί ἱκετευτικές κραυγές μας γιά τό ὑπερφυές Μυστήριο τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου μας, ἦλθε ἡ ἅγια Περιτομή Του, κι ἀμέσως ἡ μέ σπουδή ἐξαγγελία τῆς ἄλλης Δεσποτικῆς Ἑορτῆς, τῆς Βαπτίσεώς Του, τῶν Θεοφανείων ἤ τῶν Φώτων. Κι ἴσως νά μήν μπορεῖ νά γίνει διαφορετικά, ἀφοῦ Χριστούγεννα καί Βάπτιση ἦταν ἀπαρχῆς συνδεδεμένα στήν Ἀνατολή, ὡς ἡ μία ἑορτή τῶν ἁγίων Ἐπιφανείων τοῦ Κυρίου. Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ διάκριση Χριστουγέννων καί Βαπτίσεως ἔγινε ἀπό τήν ἐποχή τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ὁ ὁποῖος δέχτηκε τόν ξεχωριστό ἑορτασμό τόν προερχόμενο ἀπό τή Δύση κι ἔκτοτε καθιερώθηκε ἔτσι νά ἑορτάζουμε μέχρι σήμερα ὅ,τι ἀπό πρίν ἦταν ἑνιαῖο.

Τό παραπάνω τροπάριο σέ ἦχο πλάγιο τοῦ τετάρτου ἀποτελεῖ δοξαστικό τῶν ἀποστίχων τοῦ ὄρθρου ἀπό τίς προεόρτιες ἡμέρες τῶν Φώτων καί εἶναι σύνθεση τοῦ γνωστοῦ ὑμνογράφου μοναχοῦ Ἀνατολίου τοῦ Στουδίτου (8ος αἰ.). Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, κατά τήν ἔμπνευση τοῦ ὑμνογράφου, ἀπευθύνεται μέ τρόπο στοργικά ἐπιτακτικό στόν δοῦλο Του Ἰωάννη τόν Βαπτιστή, ἀφενός νά τοῦ ὑπενθυμίσει ὅτι ἦταν ἐκεῖνος, ὁ Ἰωάννης, πού ἐν χάριτι Τόν ἀνεγνώρισε γιά τό σωτήριο ἔργο Του ἤδη ἐκ κοιλίας μητρός του, καί ἀφετέρου νά μή φέρει ὁποιαδήποτε ἀντίρρηση γι’ αὐτό πού ἡ λογική του ἀρνεῖται νά δεχθεῖ: τή Βάπτισή Του, γιατί πρόκειται γιά διακονία καί λειτουργία πρός τόν Θεό. Τόν καλεῖ νά ξεπεράσει τούς φόβους του καί νά ἁπλώσει καί νά πιάσει τήν ἄχραντη κεφαλή Του, ἀναγγέλλοντάς του ταυτόχρονα ὅτι τό ἔργο του αὐτό ἐντάσσεται μέσα στή βουλή τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου, ὅτι συμμετέχει συγκλονισμένη καί ἡ ἄλογη φύση γιά ὅσα διαδραματίζονται κι ὅτι μαζί μέ τή φύση ἡ μόνη στάση ἔναντι τῆς βουλῆς τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ δοξολογία Του.  Τά πάντα ἔχουν ὑπόβαθρο ἱστορικό, ἀλλά τό βάρος πέφτει στήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ καί στό κρυμμένο μυστήριο.    

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΣΙΛΒΕΣΤΡΟΣ ΠΑΠΑΣ ΡΩΜΗΣ

«Ο άγιος Σίλβεστρος χειροτονείται λόγω της μεγάλης του αρετής επίσκοπος της πρεσβυτέρας Ρώμης, διαδεχόμενος τον προηγούμενο επίσκοπο Μιλτιάδη που απέθανε. Έκανε πολλά θαύματα και ήταν αυτός που χειραγώγησε στην πίστη του Χριστού τον μέγα βασιλιά Κωνσταντίνο, του οποίου καθάρισε διά του αγίου Βαπτίσματος τα πάθη της ψυχής και του σώματός του, και απέδειξε ότι ο Χριστός είναι Αυτός που προφητεύτηκε από την Παλαιά Διαθήκη, όπως και έδωσε ζωή σε έναν ταύρο, τον οποίο φόνευσε με μάγια ένας Εβραίος και δεν μπόρεσε βεβαίως να τον ξαναφέρει πίσω στη ζωή. Ο άγιος έγινε αίτιος της σωτηρίας πολλών ανθρώπων και εξεδήμησε προς τον Κύριο σε βαθύ γήρας».

Ο άγιος Σίλβεστρος μολονότι ανήκει στους Πατέρες της Δυτικής Εκκλησίας, τιμάται  από την οικουμενική Ορθοδοξία. Διότι έζησε σε εποχή που ήταν ενωμένη η Δύση με την Ανατολή, δηλαδή σε εποχή που το σχίσμα της Δυτικής Εκκλησίας δεν την είχε ακόμη απομακρύνει από την αλήθεια της πίστεως. Κι όχι μόνον τούτο: αποτελούσε στην εποχή του, αλλά και διαχρονικά, Πατέρα και Διδάσκαλο της ορθοδοξίας, τόσο που υπερμάχησε υπέρ αυτής αγωνιζόμενος κατά των παρεκκλίσεων των αιρέσεων: φανέρωσε με δύναμη τη μία φύση του Τριαδικού Θεού, αλλά σε τρεις υποστάσεις, Μονάδα στην Τριάδα και Τριάδα στη Μονάδα. Πατέρας, Υιός και Άγιον Πνεύμα, μία όμως θεότητα. Οι ύμνοι της Εκκλησίας μας τονίζουν με έμφαση τον υπέρ της αληθούς πίστεως αγώνα του, όπως και την προσπάθειά του να δείξει ότι η αίρεση, η διαστρέβλωση της πίστεως, συνιστά σκότος, που απομακρύνει τον άνθρωπο από τον ίδιο τον Θεό. «Πάτερ Ιεράρχα Σίλβεστρε, με το ιερό φως της ιερωσύνης σου φώτισες τους πιστούς με φωτοβόλα διδάγματα να σέβονται την τρισυπόστατη ουσία της Θεότητος, ως Μονάδα κατά τη φύση Της. Και γι’ αυτό έδιωξες μακριά το σκοτάδι των αιρέσεων».

Η επισήμανση του ιερού υμνογράφου περί της αιρέσεως ως σκότους δεν πρέπει να διαλάθει εύκολα της προσοχής μας. Ο υμνογράφος τονίζει αυτό που σήμερα πολλοί άνθρωποι, ακόμη δυστυχώς και πιστοί «χριστιανοί», το υποβαθμίζουν. Δηλαδή ότι τα δόγματα της πίστεως δεν είναι απλώς κάποιες θεωρητικές προτάσεις, οι οποίες έχουν σημασία μόνον για κάποιους θεολόγους και παπάδες. Τα δόγματα συνιστούν τη φανέρωση της αληθινής εικόνας του Τριαδικού Θεού και του Ιησού Χριστού ως του ενανθρωπήσαντος Θεού, που σημαίνει ότι υποβάθμιση ή παρέκκλιση από αυτά οδηγεί αυτομάτως σε οντολογική αλλοίωση του ίδιου του ανθρώπου και απώλεια της ίδιας της σωτηρίας του ως πραγματικής σχέσεως με τον Θεό. Με άλλα λόγια το δόγμα καθορίζει το ήθος και τη ζωή του ανθρώπου, γι’ αυτό και η Εκκλησία μας πάντοτε αγωνίστηκε «έως θανάτου» υπέρ της αληθείας της πίστεώς της. Τέτοιος πατέρας και διδάσκαλος λοιπόν της πίστεως ήταν και ο άγιος Σίλβεστρος κι αυτό προβάλλει εν πρώτοις ο άγιος υμνογράφος του.

Ο ίδιος βεβαίως, ο άγιος Ιωσήφ, δεν μένει μόνον στην προβολή του αγίου Σιλβέστρου ως διαπρυσίου διδασκάλου της ορθοδοξίας και αντιαιρετικού αγωνιστή. Επικεντρώνει την προσοχή του και στις προϋποθέσεις του αγίου, προκειμένου να έχει τον θείο αυτόν φωτισμό: ο άγιος Σίλβεστρος, μολονότι επίσκοπος και μάλιστα της έχουσας τότε τα πρεσβεία τιμής πρεσβυτέρας Ρώμης, ή μάλλον ακριβώς λόγω της θέσεώς του αυτής, υπήρξε μέγας ασκητικός άνδρας, που αγωνιζόταν για τον προσωπικό του αγιασμό διά της τηρήσεως των ευαγγελικών εντολών και συνεπώς της υπερβάσεως των ψεκτών αμαρτωλών παθών. «Κυριάρχησες με υψηλό φρόνημα πάνω στα πάθη σου, σοφέ Σίλβεστρε, και υπέταξες το σαρκικό αμαρτωλό φρόνημα  με τους ασκητικούς τρόπους ζωής στον άγιον Πνεύμα. Έγινες λοιπόν θείο κατοικητήριο της Τριάδος, γι’ αυτό και ψάλλοντας ταπείνωσες με ένδοξο τρόπο τα πνεύματα της πονηρίας». Ο υμνογράφος εξαγγέλλει το αυτονόητο: κανείς δεν μπορεί να είναι αληθινός διδάσκαλος της Εκκλησίας και μάλιστα κληρικός, αν δεν ακολουθεί ασκητική διαγωγή με τήρηση των εντολών του Κυρίου. Διαφορετικά, συνιστά κίβδηλο διδάσκαλο, που και την όποια θεωρητική κατάρτισή του στα θέματα της πίστεως θα την χάσει σύντομα. Ο φωτισμός του νου δηλαδή συνυπάρχει όχι μόνον με τη μελέτη των κειμένων της Εκκλησίας μας, αλλά και με τον ασκητικό τρόπο της ζωής.

01 Ιανουαρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ

«Ἑτοιμάσατε τήν ὁδόν Κυρίου» (Μάρκ. 1, 3)

Γιά τό λιοντάρι τῆς ἐρήμου, ὅπως ἔχει χαρακτηρισθῆ, τόν ἅγιο ᾽Ιωάννη τόν Πρόδρομο, κάνει λόγο σήμερα τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. ᾽Αποτελεῖ αὐτός τήν ἀρχή τοῦ εὐαγγελίου τοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ. Διότι ὁ ᾽Ιωάννης ἐστάλη ἀπό τόν Θεό νά προετοιμάσει τόν δρόμο τοῦ Μεσσία: «ἰδού ἐγώ ἀποστέλλω τόν ἄγγελόν μου πρό προσώπου σου». Καί τόν προετοίμασε καί μέ τό κήρυγμα τῆς μετανοίας καί μέ τό βάπτισμα τῆς μετανοίας. Κι ἦταν ὅλη ἡ ζωή του ἀντίστοιχη πρός τήν ἀποστολή του: ντυμένος μέ τρίχες καμήλου καί τρεφόμενος μέ ἀκρίδες καί μέλι ἄγριο. ῾Η κραυγή λοιπόν τοῦ ἀγίου ᾽Ιωάννη ἦταν «ἑτοιμάσατε τήν ὁδόν Κυρίου».

1. Ποιά ἡ ὁδός Κυρίου; Δέν εἶναι ἀσφαλῶς κάποια ἐπίγεια ὁδός οὔτε ὅμως καί οἱ δρόμοι ὡς τρόποι ζωῆς πού καθορίζουν οἱ διάφορες θρησκεῖες ἤ τά διάφορα φιλοσοφικά καί κοινωνικά ρεύματα. ῞Ολα αὐτά εἶναι ἀνθρώπινα κατασκευάσματα, πού σημαίνει ὅτι ἐμπεριέχουν τό στοιχεῖο τῆς πλάνης ὅπως κάθε τι ἀνθρώπινο. ῾Οδός Κυρίου εἶναι ὁ τρόπος ζωῆς πού ὑποδεικνύει ὁ ἴδιος ὁ Τριαδικός Θεός στόν ἄνθρωπο προκειμένου νά τόν ἀκολουθήσει καί νά ζήσει. Εἶναι ἀκριβῶς ὁ δρόμος ζωῆς πού ἐξήγγελλαν οἱ προφῆτες καί ἔφερε ὁ ἐνσαρκωθείς Θεός, ὁ ᾽Ιησοῦς Χριστός. Κι ἀκόμη πιό καθαρά: ὁδός Κυρίου εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, ὅπως τό βεβαίωσε τό ἀψευδές στόμα Του: «᾽Εγώ εἰμι ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή». ῎Ετσι ὄ,τι εἶπε καί ἔζησε ὁ Κύριος συνιστᾶ τόν δρόμο πού μᾶς φέρνει ἄμεσα σέ σχέση μέ τόν Θεό.

2. ῾Ο Κύριος ὅμως ἦλθε ὄχι ἁπλῶς νά μᾶς ὑποδείξει τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, ἀλλά νά μᾶς ἐνσωματώσει στόν ἑαυτό Του καί ἑπομένως γενόμενοι ἕνα μ᾽ ᾽Εκεῖνον νά εἴμαστε κι ἐμεῖς ὁδός Κυρίου. Μέ ἄλλα λόγια ὁ κάθε χριστιανός (πρέπει νά) εἶναι  μία φανέρωση τοῦ Χριστοῦ, ὁπότε στό πρόσωπό του πρέπει νά βλέπει ὁ κόσμος Αὐτόν τόν ῎Ιδιο. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὁμολογοῦσε τή χάρη αὐτή: «Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός», ἐνῶ ἤδη ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη εἶχε προφητευθῆ ἡ ὑπερφυής αὐτή πραγματικότητα: «᾽Ενοικήσω ἐν αὐτοῖς καί ἐμπεριπατήσω καί ἔσομαι αὐτῶν Θεός καί αὐτοί ἔσονταί μοι λαός».

3. Αὐτή ὅμως ἡ ἀσύλληπτη γιά τόν ἀνθρώπινο νοῦ πραγματικότητα, τήν ὁποία φέρνει στόν πιστό ὁ Χριστός, ἀπαιτεῖ καί τήν ἀνταπόκριση τοῦ ἀνθρώπου. Δέν ἀρκεῖ μόνον ἡ προσφορά τοῦ Θεοῦ. Χρειάζεται καί ἡ ἑτοιμότητα τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή ἡ διάθεσή του νά δεῖ καί νά ἀποδεχθεῖ τήν προσφορά αὐτή. «῾Ετοιμάσατε τήν ὁδόν Κυρίου». Μία ἑτοιμότητα πού δέν ἔχει διακοπές ἤ διαλείμματα, δεδομένου ὅτι ἡ ὁδός Κυρίου εἶναι μονίμως ἀνοικτή πρός τόν ἄνθρωπο καί ἡ προσφορά Του σ᾽ αὐτόν ἀδιάκοπη. Χριστιανός ἔτσι σημαίνει νήφων καί ἐγρηγορώς ἄνθρωπος, πού ἔχει τά μάτια του ἀνοικτά γιά νά βλέπει τήν παρουσία τοῦ Κυρίου στόν ἑαυτό του, στό πρόσωπο τοῦ κάθε συνανθρώπου του, στήν κάθε εὐκαιρία τοῦ χρόνου, εὐχάριστη ἤ πολλῷ μᾶλλον θεωρούμενη δυσάρεστη. «Γίνεσθε ἕτοιμοι, ὅτι ᾗ ὥρᾳ οὐ δοκεῖτε, ὁ Κύριος ἔρχεται».

4. ῾Ο προφήτης βεβαίως δέν τρέφει αὐταπάτες. ῾Η κλήση τοῦ ἀγγέλου τοῦ Θεοῦ ᾽Ιωάννου γιά ἑτοιμασία τοῦ ἀνθρώπου πρός ἀποδοχή τοῦ Μεσσία θά βρίσκει συνήθως κλειστά ὦτα. «Φωνή βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ», σημειώνει.  Κι αὐτό γιατί οἱ πολλοί δέν θέλουν νά ἀκούσουν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Φορτωμένες οἱ καρδιές τους ἀπό τά ψεκτά πάθη καί ἀπό ὅ,τι γοητευτικό προσφέρει ὁ κόσμος μέσω τῶν αἰσθήσεων, φανερώνουν τήν ἐρημία πού κυριαρχεῖ μέσα τους γιά δίψα τῆς ἀλήθειας καί τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ. Η ξηρασία τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ καί ἡ λιμοκτονία τοῦ σωτήριου λόγου Του εἶναι τά γνωρίσματα τῆς ζωῆς τους. Παρ᾽ ὅλα αὐτά ὅμως ὁ προφήτης, συνεπῶς καί ἡ ᾽Εκκλησία πού συνεχίζει τήν προφητική παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ἐξακολουθοῦν καί κηρύσσουν: «῾Ετοιμάσατε τήν ὁδόν Κυρίου». Γιατί ναί μέν ὑφίσταται ἡ ἐρημία, ἀλλ᾽ ὡς νησίδες ὑπάρχουν καί κάποιες ὀάσεις, ἄνθρωποι δηλαδή καλοπροαίρετοι πού ἀναζητοῦν τόν Θεό στή ζωή τους.

῎Ας φοβηθοῦμε τήν ἐρημία καί τήν ξηρασία τῆς καρδιᾶς. ῎Ας συνειδητοποιήσουμε τό μεγαλεῖο τῆς κλήσεώς μας καί ἄς θελήσουμε τή σωτηρία μας. Δηλαδή ἄς ἀφήσουμε τόν Χριστό νά περιπατήσει μέσα μας, ἐπιλέγοντας τόν μόνο δρόμο πού Τοῦ ταιριάζει: τή μετάνοια.

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΠΡΟ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Μάρκ. 1, 1-8)

1 Ἀρχὴ τοῦ εὐαγγελίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. 2 Ὡς γέγραπται ἐν τοῖς προφήταις, ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἄγγελόν μου πρὸ προσώπου σου, ὃς κατασκευάσει τὴν ὁδόν σου ἔμπροσθέν σου· 3 φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, Ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ, 4 ἐγένετο Ἰωάννης βαπτίζων ἐν τῇ ἐρήμῳ καὶ κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν. 5 καὶ ἐξεπορεύετο πρὸς αὐτὸν πᾶσα ἡ Ἰουδαία χώρα καὶ οἱ Ἱεροσολυμῖται, καὶ ἐβαπτίζοντο πάντες ἐν τῷ Ἰορδάνῃ ποταμῷ ὑπ’ αὐτοῦ ἐξομολογούμενοι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν. 6 ἦν δὲ ὁ Ἰωάννης ἐνδεδυμένος τρίχας καμήλου καὶ ζώνην δερματίνην περὶ τὴν ὀσφὺν αὐτοῦ, καὶ ἐσθίων ἀκρίδας καὶ μέλι ἄγριον. 7 καὶ ἐκήρυσσε λέγων· Ἔρχεται ὁ ἰσχυρότερός μου ὀπίσω μου, οὗ οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς κύψας λῦσαι τὸν ἱμάντα τῶν ὑποδημάτων αὐτοῦ. 8 ἐγὼ μὲν ἐβάπτισα ὑμᾶς ἐν ὕδατι, αὐτὸς δὲ βαπτίσει ὑμᾶς ἐν Πνεύματι ἁγίῳ.

Νεοελληνική Απόδοση

Αυτή είναι η αρχή του χαρμόσυνου μηνύματος για τον Ιησού Χριστό, τον Υιό του Θεού. Στα βιβλία των προφητών είναι γραμμένο: Στέλνω τον αγγελιοφόρο μου πρίν απο σένα, για να προετοιμάσει τον δρόμο σου! Μια φωνή βροντοφωνάζει στην έρημο: ετοιμάστε τον δρόμο για τον Κύριο, ισιώστε τα μονοπάτια να περάσει. Σύμφωνα μ’ αυτά, παρουσιάστηκε ο Ιωάννης, ο οποίος βάφτιζε στην έρημο και κήρυττε να μετανοήσουν οι άνθρωποι και να βαφτιστούν, για να συγχωρηθούν οι αμαρτίες τους. Πήγαιναν σ’ αυτόν όλοι οι κάτοικοι της Ιουδαίας και οι Ιεροσολυμίτες, κι όλους τους βάφτιζε στον ποταμό Ιορδάνη, καθώς ομολογούσαν τις αμαρτίες τους. Ο Ιωάννης φορούσε ρούχο απο τρίχες καμήλας και δερμάτινη ζώνη στη μέση του, έτρωγε ακρίδες, και μέλι απο αγριομέλισσες. Στο κήρυγμα του τόνιζε:«Έρχεται ύστερα απο μένα αυτός που είναι πιο ισχυρός και που εγώ δεν είμαι άξιος να σκύψω και να λύσω το λουρί απο τα υποδήματα του. Εγω σας βάφτισα με νερό, εκείνος όμως θα σας βαφτίσει με Άγιο Πνεύμα».

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Β΄ Τιμ. 4, 5-8)

Τέκνον Τιμόθεε, νῆφε ἐν πᾶσι, κακοπάθησον, ἔργον ποίησον εὐαγγελιστοῦ, τήν διακονίαν σου πληροφόρησον. Ἐγώ γάρ ἤδη σπένδομαι, καί ὁ καιρός τῆς ἐμῆς ἀναλύσεως ἐφέστηκε. Τόν ἀγῶνα τόν καλόν ἠγώνισμαι, τόν δρόμον τετέλεκα, τήν πίστιν τετήρηκα· λοιπόν ἀπόκειταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος, ὅν ἀποδώσει μοι ὁ κύριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, ὁ δίκαιος κριτής, οὐ μόνον δέ ἐμοί, ἀλλά καί πᾶσι τοῖς ἠγαπηκόσι τήν ἐπιφάνειαν αὐτοῦ.

Νεοελληνική απόδοση

Παιδί μου, Τιμόθεε, να είσαι άγρυπνος για να τα’ αντιμετωπίσεις όλα. Να κακοπαθήσεις, να εργαστείς για τη διάδοση του Ευαγγελίου, να εκπληρώσεις το καθήκον σου στην υπηρεσία του Θεού. Εγώ πια ήρθε η ώρα να χύσω το αίμα μου σπονδή στο Θεό, έφτασε ο καιρός να φύγω από τον κόσμο. Αγωνίστηκα τον ωραίο αγώνα, έτρεξα το δρόμο ως το τέλος, φύλαξα την πίστη. Τώρα πια με περιμένει το στεφάνι της δικαιοσύνης, που μ’ αυτό θα με ανταμείψει ο Κύριος εκείνη την ημέρα ο δίκαιος κριτής. Κι όχι μόνο εμένα, αλλά κι όλους εκείνους που περιμένουν με αγάπη τον ερχομό του.

ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΤΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ

 


ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ

ΕΠΙ ΤΗι ΠΡΩΤΗι ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΤΟΥΣ 2022

ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΑΣ κ. Σ Ε Ρ Α Φ Ε Ι Μ

ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΙΕΡΟΝ ΚΛΗΡΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΠΛΗΡΩΜΑ

ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ

Τέκνα μου ἀγαπητά καί περιπόθητα,

Τὰ πρῶτα μας βήματα διανύουμε σὲ τοῦτο τὸ νέο ἕτος κι ἡ ψυχή μας λαχταρᾶ νὰ γιορτάσει καὶ νὰ χαρεῖ. Ὅμως εἶναι ἀλήθεια πὼς ἀρκετὰ εἶναι ἐκεῖνα ποὺ μᾶς δυσκολεύουν νὰ ἀφεθοῦμε στὸν εὐφρόσυνο χαρακτήρα τῶν μεγάλων ἑορτῶν τοῦ Ἁγίου Δωδεκαημέρου. Τὰ ὅσα ἔχουμε ζήσει τὰ τελευταία δύο χρόνια ἐξαιτίας τῆς πανδημίας καὶ ὅλων ἐκείνων ποὺ τὴ συνόδευσαν, μὰ κι αὐτὰ ποὺ ἔχουμε μπροστά μας, γεννοῦν δίκαια προβληματισμό καὶ ἀγωνία. Ὁ νοῦς μας κινεῖται ἀδιάκοπα, ἄλλοτε πρὸς τὸ παρελθὸν κι ἄλλοτε πρὸς τὸ μέλλον. Ἐπιστρέφουμε στὶς πληγές μας καὶ στὰ παθήματά μας, σ’ ἐκεῖνα ποὺ πέρασαν· καὶ ἔπειτα, συναντιόμαστε μὲ τοὺς φόβους μας καὶ τὶς ἀνησυχίες μας, μ’ ἐκεῖνα ποὺ ἐνδέχεται νὰ ʾρθουν.

Καὶ εἶναι ἀλήθεια πὼς πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς στρεφόμαστε πρὸς τὸ παρελθὸν ἀναπολώντας τὰ ὄμορφα χρόνια ποὺ πέρασαν. Μιλοῦμε γιὰ καλὲς ἐποχὲς, ποὺ ἡ ζωὴ ἦταν ἀλλιῶς. Ἐξωραΐζουμε τὰ περασμένα, ἐξιδανικεύοντας τὰ ὅσα ἔχουμε ζήσει. Μὰ ἡ προσέγγιση αὐτὴ σὲ πολλὰ ὑστερεῖ. Γιατὶ εἶναι βέβαιο πὼς καὶ παλαιὰ ὑπῆρχαν μεγάλα προβλήματα στὴν ἀνθρωπότητα. Πολέμους καὶ ἀσθένειες, καταστροφὲς καὶ ἀτυχήματα, πάθη καὶ κακίες συναντᾶ κανεὶς σὲ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρώπινη ἱστορία. Κι ἄν ἐμεῖς δὲ δοκιμαστήκαμε μὲ κάποια μεγάλη συμφορά, ὀφείλουμε νὰ παραδεχθοῦμε πὼς στὸ παρελθὸν ἀποτύχαμε νὰ προετοιμάσουμε τοὺς ἑαυτούς μας γιὰ ὅσα ἡ ζωὴ μᾶς ἐπεφύλασσε. Ἄν σήμερα δὲν στεκόμαστε στὸ ὕψος τῶν περιστάσεων, αὐτὸ ὀφείλεται στὸν τρόπο ποὺ πολιτευτήκαμε στὰ παρελθόντα ἔτη.

Φυσικὰ ὑπάρχουν κι ἐκεῖνοι ποὺ μιλοῦν γιὰ τὸ παρελθὸν μὲ ἀρνητισμὸ καὶ ἀπαξίωση. Τὰ ἄτομα αὐτὰ μὲ εὐκολία ἀποδομοῦν στὸ ὄνομα τῆς προόδου ὁ,τιδήποτε σχετίζεται μὲ τὰ περασμένα. Κι εἶναι ἐντυπωσιακὸ πὼς αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι ἐνῶ αὐτοπροσδιορίζονται ὡς σύχρονοι καὶ σημερινοί, παρὰ ταῦτα ἀσχολούνται σχεδὸν ἐμμονικὰ μὲ τὸ παρελθόν, κατηγορώντας καὶ καταγγέλοντας κάθε παραδοσιακὴ μορφὴ καὶ ἔκφραση τῆς ζωῆς. Αὐτή τους ἡ στάση δημιουργεῖ ἕνα τεράστιο χάσμα καὶ μιὰ μεγάλη ὀξύτητα μεταξύ παρελθόντος καὶ παρόντος. Ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς ἰδεολογικῆς διάστασης εἶναι νὰ καλλιεργεῖται μιὰ αἴσθηση ἀσυνέχειας τῆς ζωῆς, ποὺ φέρει τὴ θλίψη μιᾶς ὀρφάνιας.

Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὑπάρχουν κι ἐκεῖνοι ποὺ ἐξετάζουν ἐπισταμένα τὸ μέλλον. Ἡ ἐπιστημονική μας κατάρτιση καὶ ὁ τεχνολογικός μας πολιτισμὸς μᾶς παρέχει πολλὰ ἐργαλεῖα πρὸς τούτη τὴ διερεύνηση. Στατιστικὰ μοντέλα, μέθοδοι ἀνάλυσης δεδομένων, ὑπολογιστὲς μὲ τεράστιες δυνατότητες προσπαθοῦν ν’ ἀπαντήσουν στὸ ποῦ ὁδηγεῖται ἡ ἀνθρωπότητα, ὁ πλανήτης, ἡ οἰκουμένη. Κι ἐνῶ ὅλα αὐτὰ ἔχουν τὴ σημασία τους καὶ πολλὰ μποροῦν νὰ προσφέρουν στὸν ἄνθρωπο, εἶναι φανερὸ πὼς συχνὰ ἀστοχοῦν, πὼς πολλές φορὲς δὲν εἶναι ἱκανὰ νὰ κατανοήσουν τὴν πολυπλοκότητα τοῦ μυστηρίου τῆς ὕπαρξης. Τοῦτο πιστεύουμε πὼς ὀφείλεται στὴν ἔλλειψη ταπεινοῦ φρονήματος, ἐκείνου ποὺ θὰ μᾶς ἐπέτρεπε νὰ ἔχουμε μιὰ πιὸ καθαρὴ ματιὰ πρὸς τὴ ζωή, ἀπαλλαγμένη ἀπὸ τὴν ἔπαρση καὶ τὴν ἀλαζονεία.

Τὸ μέλλον ἀποτελεῖ τὸ ἀντικείμενο ἐνασχόλησης καὶ κάποιων θρησκευτικῶν ἀτόμων. Ἐκεῖνοι ἔχοντας μεγάλη ἐμπιστοσύνη στὸν ἑαυτό τους, πιστεύοντας ἀκράδαντα στὴν μεγάλη τους ἀρετή, ἀποφαίνονται γιὰ τὰ ὅσα πρόκειται νὰ συμβοῦν. Μιλοῦν μὲ βεβαιότητα καὶ σιγουριὰ γιὰ πράγματα ποὺ καθόλου δὲν ξέρουν καὶ ἀποδίδουν στὸν ἑαυτό τους χαρίσματα ποὺ ὁ Θεὸς δὲν τοὺς ἔχει δώσει. Ζοῦν στὴν πλάνη καὶ δυστυχῶς παίρνουν καὶ ἄλλους στὸ λαιμό τους. Σπέρνουν τὸ φόβο, διχάζουν, σκοτίζουν μετέχοντας στὴ μερίδα τῶν ψευδοπροφητῶν γιὰ τοὺς ὁποίους ὁ Χριστὸς μᾶς εἶχε προειδοποιήσει πὼς θὰ ʾρθοῦν.

Ἡ Ἐκκλησία ὅμως ἔρχεται νὰ μᾶς προσκαλέσει σ’ ἕναν ἄλλον τρόπο προσέγγισης τοῦ χρόνου. Ἕναν τρόπο ποὺ δὲν ἀπολυτοποιεῖ οὔτε τὸ παρελθὸν οὔτε τὸ μέλλον. Ἕναν τρόπο ποὺ δὲν μερίζει τὴ ζωή, ἀλλὰ συνθέτει καὶ ἑνώνει καὶ ἀναδημιουργεῖ τὸ κόσμο. Καὶ τοῦτος ὁ τρόπος γίνεται φανερὸς μέσα στὴ λειτουργική Της ζωή.

 Κάθε φορὰ ποὺ ἄρχεται ἡ θεία Λειτουργία καλούμαστε νὰ ζήσουμε στὸ τώρα τὰ ὅσα ἔγιναν καὶ ἐκεῖνα ποὺ πρόκεται νὰ γίνουν.

Μέσα στὴ Λειτουργία ζοῦμε τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, τὴν ἐνσάρκωση καὶ τὴ γέννηση, τὴ διδαχὴ καὶ τὴ θαυματουργία, τὸ πάθος καὶ τὴν ἀνάσταση. Τοῦτα τὰ ἱστορικὰ γεγονότα ποὺ ἐξελίχθηκαν στὸ παρελθὸν γίνονται πράξεις τοῦ παρόντος χρόνου, γίνονται τώρα, καὶ ἐμεῖς μετέχουμε σὲ αὐτὰ ὡς μάρτυρες αὐτόπτες καὶ αὐτήκοοι.  

Καὶ τὴν ἴδια στιγμή ἡ θεία Λειτουργία μᾶς ὁδηγεῖ στὴ Βασιλεία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, στὰ ἔσχατα, ἐκεῖ ποὺ ὁ χρόνος πληρώνεται καὶ ἐκπληρώνεται. Ὁ ἄνθρωπος ζεῖ τὸν Παράδεισο τὴν ὥρα τῆς λατρείας, ζεῖ τὴν Κοινωνία τοῦ Χριστοῦ, βλέπει Θεοῦ πρόσωπο καὶ ἀξιώνεται νὰ θεωθεῖ κι ἐκεῖνος κατὰ χάριν στὸ μέτρο τῆς δεκτικότητάς του.  

Στὴν Θεία Λειτουργία τῶν Ὀρθοδόξων τὰ πάντα γίνονται ἕνα «νῦν καὶ ἀεὶ», ἕνα τώρα ποὺ ἔχει τὴν προοπτικὴ τῆς αἰωνιότητας. Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ νὰ ζήσουμε τὸ νέο ἕτος. Εἶναι ὁ χρόνος τῆς σωτηρίας μας, ὁ καιρὸς νὰ παλαίψουμε καὶ νὰ ἀγωνιστοῦμε γιὰ νὰ τιμήσουμε τὸ παρελθὸν καὶ γιὰ νὰ οἰκοδομήσουμε τὸ μέλλον. Τί κι ἂν οἱ δυσκολίες εἶναι πολλὲς; Τί κι ἂν ὁ θάνατος ἔχει σκορπίσει τὴ σκιά του παντοῦ; Ἡ Ζωὴ ἔχει τὴ δύναμη νὰ ὑπερνικήσει τὶς δυσκολίες. Ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ σήμανε τὴν ἀπαρχὴ τῆς νίκης ἐπὶ τοῦ θανάτου.

Ἡ νέα χρονιά, τὸ 2022, εἶναι ὁ κατάλληλος καιρὸς γιὰ νὰ ζήσουμε, νὰ παλέψουμε καὶ νὰ νικήσουμε τὶς δυσκολίες: τὸν φόβο καὶ τὴν ἀσθένεια, τὸ ψέμα καὶ τὴ διχόνοια, τὰ πάθη μας καὶ τὰ παθήματά μας. Ἄς σταματήσουμε νὰ στρέφουμε τὸ νοῦ μας μὲ ἀπελπισία στὸ παρελθόν· ἂς παύσουμε νὰ εἰκάζουμε γιὰ ἐκεῖνα ποὺ τὸ μέλλον θὰ φέρει. Τὸ τώρα εἶναι τὸ πολύτιμο δῶρο τοῦ Θεοῦ σὲ μᾶς. Ἂς ζήσουμε μὲ ἀξιοπρέπεια καὶ εὐθύνη, μὲ τιμὴ καὶ δικαιοσύνη, μὲ πίστη καὶ ἀγάπη.  

Εὐχόμαστε ὁ Τριαδικὸς Θεὸς νὰ εὐλογεῖ ὅλους Σας, νὰ δωρίζει ὑγεία καὶ πρόοδο καὶ προκοπὴ στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶμα, καὶ νὰ μᾶς ἀξιώνει νὰ ἑορτάζουμε μὲ εὐφροσύνη τὰ μεγαλεῖα Του.

Εὐλογημένο, ὑγιεινό καί εἰρηνικό τό νέο ἔτος!

Μετά πατρικῶν εὐχῶν

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ

+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

Π Ρ Ω Τ Ο Χ Ρ Ο Ν Ι Α!

«ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ!»

«Και γι’ αυτό πρώτα απ’ όλα χρειάζεται το “γνώθι σαυτόν”. Δηλαδή να γνωρίσεις τον εαυτό σου, ποιος είσαι. Ποιος είσαι στ’ αλήθεια, όχι ποιός νομίζεις εσύ ότι είσαι. Με τη γνώση αυτή γίνεσαι ο σοφότερος των ανθρώπων. Με τέτοια επίγνωση έρχεσαι σε ταπείνωση και παίρνεις χάρη από τον Κύριο. Διαφορετικά αν δεν αποκτήσεις αυτογνωσία, αλλ’ υπολογίζεις μόνο τον κόπο σου, γνώριζε ότι πάντοτε θα βρίσκεσαι μακριά από το δρόμο» (όσιος Ιωσήφ ο ησυχαστής).

Η αυτογνωσία, ως όραμα και ευχή για το νέος έτος 2022 και για κάθε ξεκίνημα του ανθρώπου,  κατανοείται διαφορετικά στην αρχαιοελληνική (και κάθε εξωχριστιανική) από τη χριστιανική παράδοση: στη μία η κίνηση είναι του ανθρώπου που στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις – δεν υπάρχει καμία αποδοχή αμαρτίας και αδυναμίας! Στην άλλη η κίνηση είναι πάλι του ανθρώπου αλλά που ανταποκρίνεται στην πρωτοβουλία του Θεού να έλθει στον κόσμο προς σωτηρία του ανθρώπου – υπάρχει η πλήρης αποδοχή της αδυναμίας, η οποία όμως μεταποιείται σε παντοδυναμία από τη χάρη του Θεού! Δεν είναι τυχαίο ότι ο πρώτος μακαρισμός του Κυρίου σχετίζεται με την αλήθεια αυτή: «μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών εστιν η βασιλεία των Ουρανών», μακάριοι όσοι αναγνωρίζουν την πνευματική τους φτώχεια, γιατί σ’ αυτούς ανήκει η Βασιλεία των Ουρανών. Κι έτσι η χριστιανική κατανόηση της αυτογνωσίας συνδέεται με το ουσιαστικότερο στοιχείο της θείας Αποκαλύψεως: ότι ο Θεός είναι «ο Ων», η πηγή του Είναι και κάθε είναι και ύπαρξης, γι’ αυτό και συνυπάρχει με την ταπείνωση – πώς να καυχηθεί εκείνος που βλέπει ότι η ύπαρξή του είναι δωρεά του Θεού και οτιδήποτε στον κόσμο εξαρτάται από τις ενέργειες Εκείνου;

Έτσι ο μεν χριστιανός με το «γνώθι σαυτόν» γνωρίζει την πραγματικότητα του εαυτού του καθώς τοποθετείται ενώπιον του Θεού: η αυτογνωσία είναι καρπός της θεογνωσίας του, ενώ ο μη χριστιανός, όπως ο αρχαίος Έλληνας, (αλλά και ο χριστιανός που έχει χάσει την πίστη του), ενώ κατανοεί ότι υπάρχουν προβλήματα στον αυτοπροσδιορισμό του, γνωρίζει αποσπάσματα του εαυτού του, που σημαίνει έχει αλλοιωμένη επίγνωση του είναι του – βλέπει πρωτίστως τα πάθη του! Κι εδώ ακριβώς διευκρινίζεται ο λόγος του αγίου Ιωσήφ: «να γνωρίσεις ποιος είσαι στ’ αλήθεια κι όχι αυτός που νομίζεις ότι είσαι»! Πραγματικά, όσο δεν έχουμε την ορθή πίστη του Θεού, τόσο δεν έχουμε και ορθή θεώρηση του εαυτού μας – όποιος δεν ζει κατά Θεόν «πουθενά δεν βλέπει τον Θεό και τη δύναμή Του. Παντού βλέπει σάρκα και ύλη», κατά την έκφραση του αγίου Ιωάννη της Κροστάνδης. «Βρισκόμαστε πάντοτε μακριά από τον δρόμο» δηλαδή, μακριά από τον Χριστό και την αλήθεια, οπότε η αυτογνωσία μας στην περίπτωση αυτή δεν υφίσταται παρά μόνο στα φτερά της φαντασίας μας! 

Μακάρι ο καινούργιος χρόνος να μας βρίσκει καθημερινά στην ετοιμότητα θέας του Θεού μας, ώστε μέσα στο φως Εκείνου να βλέπουμε καθαρά και τον εαυτό μας και να «μετράμε» έτσι και τον βαθμό της σοφίας μας στον κόσμο τούτο. Αλλά τούτο απαιτεί ως γνωστόν την προσπάθεια να κρατάμε καθαρή την καρδιά μας από οτιδήποτε πονηρό και κακό, που θα πει να βρισκόμαστε αδιάκοπα στον δρόμο της μετανοίας.

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, Ο ΜΕΓΑΣ

«Ο άγιος Βασίλειος άκμασε στους χρόνους του βασιλιά Ουάλεντα. Ενώπιόν του ομολόγησε με θάρρος την υγιά ορθόδοξη πίστη και εναντιώθηκε στην κακοδοξία του Αρείου, την οποία αποδέχτηκε ο βασιλιάς σαν φωτιά που λυμαίνεται την Εκκλησία. Ο πατέρας του καταγόταν από τον Πόντο, ενώ η μητέρα του από την Καππαδοκία. Στους λόγους υπερέβαλε τους πάντες, όχι μόνον τους ρήτορες της εποχής του, αλλά και τους παλαιούς. Διότι αφού σπούδασε την κάθε επιστήμη, έφτασε στο ανώτερο σημείο καθεμιάς από αυτές. Αλλά όχι λιγότερο άσκησε την πρακτική φιλοσοφία και μέσω αυτής ανέβηκε στη θεωρία των όντων, οπότε και ανήλθε στον αρχιερατικό θρόνο. Ως αρχιερέας αγωνίστηκε πολύ υπέρ της ορθοδόξου πίστεως και κατέπληξε τον έπαρχο με το σταθερό και ανυποχώρητο φρόνημά του. Συνέθεσε και λόγους, με τους οποίους εξαφάνισε τα συστήματα των ετεροδόξων, δίδαξε το ορθό ήθος και με σαφήνεια φανέρωσε τη γνώση των όντων. Κι αφού καθοδήγησε το ποίμνιο του Χριστού με κάθε αρετή, εκδήμησε προς τον Κύριο. Ήταν δε κατά τον τύπο του σώματος ψηλός, ξηρός και λιπόσαρκος, μελαχρινός, με ωχρότητα στο πρόσωπο, με μακριά μύτη, κάνοντας κύκλο τα φρύδια του, με σύσπαση αυστηρή αλλά που μοιάζει φροντιστικός, με μέτωπο που ρυτιδώνεται από ακτινοβολίες, επιμήκης στις παρειές, κοίλος στους κροτάφους, χωρίς πολλά μαλλιά, με μεγάλη όμως γενειάδα, μεσήλικας. Ήταν υιός του Βασιλείου και της Εμμέλειας. Τελείται δε η σύναξή του στην αγιότατη μεγάλη Εκκλησία».

Ο μέγας Ιωάννης Δαμασκηνός, ο βαθύς θεολόγος και ιδιοφυής υμνογράφος της Εκκλησίας μας, είναι ο συνθέτης του κανόνα του αγίου Βασιλείου του μεγάλου. Ένας μεγάλος που έγραψε για έναν πολύ μεγάλο, μπροστά στον οποίο όμως ο ίδιος νιώθει μικρός, γι’ αυτό και θεωρεί ότι μόνον ένας με τη φωνή του αγίου Βασιλείου μπορεί να είναι ικανός να εγκωμιάσει τη μεγαλοσύνη του. «Έπρεπε η δική σου φωνή να είναι παρούσα, Βασίλειε, σ’ αυτούς που θέλουν να επιχειρήσουν τον εγκωμιασμό σου». Παρ’  όλα αυτά το επιχειρεί, ζητώντας τη συγνώμη του και τη χάρη του.

Δεν ξεχνά βεβαίως ο άγιος Δαμασκηνός ότι η εορτή του αγίου συμπίπτει με την Δεσποτική εορτή της Περιτομής του Κυρίου Ιησού Χριστού. Γι’ αυτό και διπλά πανηγυρίζει, κατ’ αυτόν, η Εκκλησία μας: «Διπλή εορτή εορτάζει η Εκκλησία σήμερα. Την Περιτομή, διότι ο Δεσπότης Χριστός φάνηκε στη γη ως βρέφος, και την εορτή της μνήμης του δούλου του Χριστού Βασιλείου, του σοφού και τρισμακάριστου». Και προβαίνει σε μία υπερβολή: προκειμένου να τονίσει το ύψος της αγιότητας του Βασιλείου, σημειώνει ότι η Εκκλησία έχει ως στολισμό τη μνήμη του αγίου, όπως έχει στολισμό τη Γέννηση του Κυρίου. «Όπως στολίζεται η Νύμφη Εκκλησία με τον τόκο του Χριστού, έτσι και με τη μνήμη σου, Παμμακάριστε». Η υπερβολή όμως μειώνεται και γίνεται αποδεκτή, αν σκεφτεί κανείς ότι η όποια τιμή ενός αγίου στην πραγματικότητα αποτελεί τιμή και δόξα του ίδιου του Κυρίου. Διότι ο Θεός εξυμνείται με τους αγίους, αφού Εκείνος τους έδωσε τη χάρη του αγιασμού τους. «Θαυμαστός ο Θεός εν τοις αγίοις Αυτού».

Ο υμνογράφος μας, βαθύς γνώστης της ζωής και του έργου του Μεγάλου Βασιλείου, προσπαθεί να τον προβάλει στο πλήρωμα των πιστών, σε όλες σχεδόν τις διαστάσεις της πολυποίκιλης προσωπικότητας και του πολυσχιδούς έργου του. Κατεξοχήν βεβαίως επιμένει στον αγώνα του υπέρ της ορθοδόξου πίστεως και κατά των αιρετικών. Ο Βασίλειος για τον άγιο Ιωάννη, αλλά και για τους λοιπούς υμνογράφους που έγραψαν γι’ αυτόν, είναι «αυτός που ανάβλυσε στην Εκκλησία τα διδάγματα της ορθοδοξίας», «των δογμάτων θησαυρός ο ανέκλειπτος», «ο των πιστών τας καρδίας ενθέως ευφραίνων», όπως αντιστοίχως βεβαίως είναι εκείνος που στηλίτευσε τους αιρετικούς και κονιορτοποίησε όλα τα επιχειρήματά τους: «των απίστων τα δόγματα αξίως εβύθισε» και «φάνηκες σαν κοφτερός πέλεκυς για τους αντίθεους και σαν φωτιά που κατατρώγει την απάτη, πάτερ Βασίλειε».

Η σαν άστρο φωτεινό παρουσία του αγίου Βασιλείου στην Εκκλησία, με την οποία φώτισε αυτήν στον δρόμο της ορθοδοξίας, στηρίχτηκε κατά τον άγιο Δαμασκηνό πρωτίστως σε δύο παράγοντες: πρώτον, στον καθαρό και αγνό τρόπο της ζωής του, με τον οποίο έκανε τον Χριστό ένοικο της ψυχής του. Ενοικώντας δηλαδή ο Χριστός στην ψυχή του, που είναι η πηγή της ζωής, έκανε τον Βασίλειο να αναβλύσει ποταμούς δογμάτων ευσεβών για όλη την οικουμένη. «Αφού έβαλες τον Χριστό ως ένοικο στην ψυχή σου, με τον καθαρό τρόπο ζωής σου, Αυτόν που είναι η πηγή της ζωής, ανέβλυσες, ιεροοφάντα Βασίλειε, ποταμούς ευσεβών δογμάτων στην οικουμένη». Κι ο καθαρός τρόπος ζωής του έγκειτο στον αγώνα να αποκτήσει τις αρετές όλων των αγίων: «Μάζεψες τις αρετές όλων των αγίων, πατέρα μας Βασίλειε». Δεύτερον, στην τεράστια παιδεία του, την κοσμική και την εκκλησιαστική, καρπό των πολυετών σπουδών του και της μεγαλοφυούς διανοίας του, όπως βεβαίως και της εφέσεώς του προς τον Θεό.  «Μελέτησες καλά τη φύση των όντων και εξέτασες το άστατο όλων των δημιουργημάτων», σημειώνει ο άγιος Δαμασκηνός. Και: «Έγινες πλήρης από όλη την παιδεία, όχι μόνο την κάτω και γήινη, αλλά πολύ περισσότερο την ανώτερη, γι’ αυτό και φάνηκες στον κόσμο ως φως, Βασίλειε».

Ο άγιος υμνογράφος βεβαίως είναι ευνόητο ότι δεν μπορεί να μην αναφέρει και εκείνο το έργο, πέραν της διδασκαλίας του αγίου και του προσωπικού του αγιασμού, με το οποίο σφράγισε την εποχή του ο άγιος και έμεινε χρυσό παράδειγμα ανά τους αιώνες: την ελεήμονα προσφορά του στον συνάνθρωπο, ιδίως με τη λεγόμενη «Βασιλειάδα». Η φιλανθρωπική δράση του αγίου Βασιλείου όντως έχει μείνει παροιμιώδης. Θεωρείται κυριολεκτικά «κανών», τύπος, προς τον οποίο στρέφουν τα βλέμματα όλοι οι πιστοί στους μετέπειτα αιώνες μέχρι σήμερα, για να κατανοούν τι σημαίνει αγιότητα βίου συνδυασμένη με οξυδέρκεια και άνοιγμα καρδιάς. Κατά τον άγιο Δαμασκηνό «Αναδείχτηκες, Βασίλειε, πατέρας των ορφανών και των χηρών υπερασπιστής, και ο πλούτος για τους πτωχούς, η παρηγοριά για τους ασθενείς και ο κυβερνήτης των πλουσίων, το στήριγμα των γηρατειών, η παιδαγωγία της νεότητας και ο κανόνας της αρετής των μοναχών».

Κι αν σ’ αυτά προσθέσουμε και το μαρτυρικό φρόνημα του αγίου, το οποίο κατεξοχήν φάνηκε με τη σθεναρή στάση του απέναντι στον αλαζόνα έπαρχο του αυτοκράτορα, τον Μόδεστο, ο οποίος προκειμένου να τον μεταπείσει από την αλήθεια της ορθοδοξίας, τον απείλησε με δήμευση της περιουσίας, με εξορία και με αυτόν ακόμη τον θάνατο, καταλαβαίνουμε ότι μιλώντας για τον άγιο Βασίλειο μιλάμε για άγιο που και ο χαρακτηρισμός του μεγάλου είναι ελλιπής. Και μπορεί να μην υπήρξε μάρτυρας με τη συνήθη έννοια του όρου, υπήρξε όμως μάρτυρας στη συνείδηση και στο φρόνημα, έτοιμος να δώσει και τη ζωή του για χάρη της αληθούς πίστεως. Ιδού πώς εγκωμιάζει ο άγιος Δαμασκηνός το μαρτυρικό αυτό φρόνημά του: «Υπέρμαχε της Τριάδος Βασίλειε, στάθηκες μπροστά σε δικαστικό θρόνο, κινδυνεύοντας για την πίστη. Γιατί δείχνοντας την αντίθεσή σου με γενναίο φρόνημα, ντρόπιασες τον θυμό του επάρχου, ο οποίος υπερηφανευόταν για την εξουσία της ασέβειάς του. Και ενώ απειλούσε να σου βγάλει τα σπλάχνα, εσύ προτίμησες με προθυμία να το κάνει. Και αφού έγινες μάρτυρας ως την προαίρεσή σου, πήρες το στεφάνι της νίκης από τον Χριστό».

Είθε «μιμούμενοι αυτού την πίστιν, την ζέσιν, την ταπείνωσιν» να γίνουμε κι εμείς οίκος Χριστού και κάτοικοι του Παραδείσου.