«Ο
άγιος Βασίλειος άκμασε στους χρόνους του βασιλιά Ουάλεντα. Ενώπιόν του
ομολόγησε με θάρρος την υγιά ορθόδοξη πίστη και εναντιώθηκε στην κακοδοξία του
Αρείου, την οποία αποδέχτηκε ο βασιλιάς σαν φωτιά που λυμαίνεται την Εκκλησία.
Ο πατέρας του καταγόταν από τον Πόντο, ενώ η μητέρα του από την Καππαδοκία.
Στους λόγους υπερέβαλε τους πάντες, όχι μόνον τους ρήτορες της εποχής του, αλλά
και τους παλαιούς. Διότι αφού σπούδασε την κάθε επιστήμη, έφτασε στο ανώτερο
σημείο καθεμιάς από αυτές. Αλλά όχι λιγότερο άσκησε την πρακτική φιλοσοφία και
μέσω αυτής ανέβηκε στη θεωρία των όντων, οπότε και ανήλθε στον αρχιερατικό
θρόνο. Ως αρχιερέας αγωνίστηκε πολύ υπέρ της ορθοδόξου πίστεως και κατέπληξε
τον έπαρχο με το σταθερό και ανυποχώρητο φρόνημά του. Συνέθεσε και λόγους, με
τους οποίους εξαφάνισε τα συστήματα των ετεροδόξων, δίδαξε το ορθό ήθος και με
σαφήνεια φανέρωσε τη γνώση των όντων. Κι αφού καθοδήγησε το ποίμνιο του Χριστού
με κάθε αρετή, εκδήμησε προς τον Κύριο. Ήταν δε κατά τον τύπο του σώματος
ψηλός, ξηρός και λιπόσαρκος, μελαχρινός, με ωχρότητα στο πρόσωπο, με μακριά
μύτη, κάνοντας κύκλο τα φρύδια του, με σύσπαση αυστηρή αλλά που μοιάζει
φροντιστικός, με μέτωπο που ρυτιδώνεται από ακτινοβολίες, επιμήκης στις
παρειές, κοίλος στους κροτάφους, χωρίς πολλά μαλλιά, με μεγάλη όμως γενειάδα,
μεσήλικας. Ήταν υιός του Βασιλείου και της Εμμέλειας. Τελείται δε η σύναξή του
στην αγιότατη μεγάλη Εκκλησία».
Ο μέγας Ιωάννης
Δαμασκηνός, ο βαθύς θεολόγος και ιδιοφυής υμνογράφος της Εκκλησίας μας, είναι ο
συνθέτης του κανόνα του αγίου Βασιλείου του μεγάλου. Ένας μεγάλος που έγραψε
για έναν πολύ μεγάλο, μπροστά στον οποίο όμως ο ίδιος νιώθει μικρός, γι’ αυτό
και θεωρεί ότι μόνον ένας με τη φωνή του αγίου Βασιλείου μπορεί να είναι ικανός
να εγκωμιάσει τη μεγαλοσύνη του. «Έπρεπε η δική σου φωνή να είναι
παρούσα, Βασίλειε, σ’ αυτούς που θέλουν να επιχειρήσουν τον εγκωμιασμό σου».
Παρ’ όλα αυτά το επιχειρεί, ζητώντας τη συγνώμη του και τη χάρη του.
Δεν ξεχνά βεβαίως ο
άγιος Δαμασκηνός ότι η εορτή του αγίου συμπίπτει με την Δεσποτική εορτή της
Περιτομής του Κυρίου Ιησού Χριστού. Γι’ αυτό και διπλά πανηγυρίζει, κατ’ αυτόν,
η Εκκλησία μας: «Διπλή εορτή εορτάζει η Εκκλησία σήμερα. Την Περιτομή, διότι ο
Δεσπότης Χριστός φάνηκε στη γη ως βρέφος, και την εορτή της μνήμης του δούλου
του Χριστού Βασιλείου, του σοφού και τρισμακάριστου». Και προβαίνει σε μία
υπερβολή: προκειμένου να τονίσει το ύψος της αγιότητας του Βασιλείου, σημειώνει
ότι η Εκκλησία έχει ως στολισμό τη μνήμη του αγίου, όπως έχει στολισμό τη
Γέννηση του Κυρίου. «Όπως στολίζεται η Νύμφη Εκκλησία με τον τόκο του Χριστού,
έτσι και με τη μνήμη σου, Παμμακάριστε». Η υπερβολή όμως μειώνεται και γίνεται
αποδεκτή, αν σκεφτεί κανείς ότι η όποια τιμή ενός αγίου στην πραγματικότητα αποτελεί
τιμή και δόξα του ίδιου του Κυρίου. Διότι ο Θεός εξυμνείται με τους αγίους,
αφού Εκείνος τους έδωσε τη χάρη του αγιασμού τους. «Θαυμαστός ο Θεός εν τοις
αγίοις Αυτού».
Ο υμνογράφος μας, βαθύς
γνώστης της ζωής και του έργου του Μεγάλου Βασιλείου, προσπαθεί να τον προβάλει
στο πλήρωμα των πιστών, σε όλες σχεδόν τις διαστάσεις της πολυποίκιλης
προσωπικότητας και του πολυσχιδούς έργου του. Κατεξοχήν βεβαίως επιμένει στον
αγώνα του υπέρ της ορθοδόξου πίστεως και κατά των αιρετικών. Ο Βασίλειος για
τον άγιο Ιωάννη, αλλά και για τους λοιπούς υμνογράφους που έγραψαν γι’ αυτόν,
είναι «αυτός που ανάβλυσε στην Εκκλησία τα διδάγματα της ορθοδοξίας»,
«των δογμάτων θησαυρός ο ανέκλειπτος», «ο των πιστών τας καρδίας
ενθέως ευφραίνων», όπως αντιστοίχως βεβαίως είναι εκείνος που στηλίτευσε
τους αιρετικούς και κονιορτοποίησε όλα τα επιχειρήματά τους: «των απίστων τα
δόγματα αξίως εβύθισε» και «φάνηκες σαν κοφτερός πέλεκυς για τους
αντίθεους και σαν φωτιά που κατατρώγει την απάτη, πάτερ Βασίλειε».
Η σαν άστρο φωτεινό
παρουσία του αγίου Βασιλείου στην Εκκλησία, με την οποία φώτισε αυτήν στον
δρόμο της ορθοδοξίας, στηρίχτηκε κατά τον άγιο Δαμασκηνό πρωτίστως σε δύο
παράγοντες: πρώτον, στον καθαρό και αγνό τρόπο της ζωής του, με τον
οποίο έκανε τον Χριστό ένοικο της ψυχής του. Ενοικώντας δηλαδή ο Χριστός στην
ψυχή του, που είναι η πηγή της ζωής, έκανε τον Βασίλειο να αναβλύσει ποταμούς
δογμάτων ευσεβών για όλη την οικουμένη. «Αφού έβαλες τον Χριστό ως ένοικο στην
ψυχή σου, με τον καθαρό τρόπο ζωής σου, Αυτόν που είναι η πηγή της ζωής,
ανέβλυσες, ιεροοφάντα Βασίλειε, ποταμούς ευσεβών δογμάτων στην οικουμένη». Κι ο
καθαρός τρόπος ζωής του έγκειτο στον αγώνα να αποκτήσει τις αρετές όλων των
αγίων: «Μάζεψες τις αρετές όλων των αγίων, πατέρα μας Βασίλειε». Δεύτερον,
στην τεράστια παιδεία του, την κοσμική και την εκκλησιαστική, καρπό των
πολυετών σπουδών του και της μεγαλοφυούς διανοίας του, όπως βεβαίως και της
εφέσεώς του προς τον Θεό. «Μελέτησες καλά τη φύση των όντων και
εξέτασες το άστατο όλων των δημιουργημάτων», σημειώνει ο άγιος Δαμασκηνός. Και:
«Έγινες πλήρης από όλη την παιδεία, όχι μόνο την κάτω και γήινη, αλλά πολύ
περισσότερο την ανώτερη, γι’ αυτό και φάνηκες στον κόσμο ως φως, Βασίλειε».
Ο άγιος υμνογράφος
βεβαίως είναι ευνόητο ότι δεν μπορεί να μην αναφέρει και εκείνο το έργο, πέραν
της διδασκαλίας του αγίου και του προσωπικού του αγιασμού, με το οποίο σφράγισε
την εποχή του ο άγιος και έμεινε χρυσό παράδειγμα ανά τους αιώνες: την ελεήμονα
προσφορά του στον συνάνθρωπο, ιδίως με τη λεγόμενη «Βασιλειάδα». Η φιλανθρωπική
δράση του αγίου Βασιλείου όντως έχει μείνει παροιμιώδης. Θεωρείται κυριολεκτικά
«κανών», τύπος, προς τον οποίο στρέφουν τα βλέμματα όλοι οι πιστοί στους
μετέπειτα αιώνες μέχρι σήμερα, για να κατανοούν τι σημαίνει αγιότητα βίου
συνδυασμένη με οξυδέρκεια και άνοιγμα καρδιάς. Κατά τον άγιο Δαμασκηνό «Αναδείχτηκες,
Βασίλειε, πατέρας των ορφανών και των χηρών υπερασπιστής, και ο πλούτος για
τους πτωχούς, η παρηγοριά για τους ασθενείς και ο κυβερνήτης των πλουσίων, το
στήριγμα των γηρατειών, η παιδαγωγία της νεότητας και ο κανόνας της αρετής των
μοναχών».
Κι αν σ’ αυτά
προσθέσουμε και το μαρτυρικό φρόνημα του αγίου, το οποίο κατεξοχήν φάνηκε με τη
σθεναρή στάση του απέναντι στον αλαζόνα έπαρχο του αυτοκράτορα, τον Μόδεστο, ο
οποίος προκειμένου να τον μεταπείσει από την αλήθεια της ορθοδοξίας, τον
απείλησε με δήμευση της περιουσίας, με εξορία και με αυτόν ακόμη τον θάνατο,
καταλαβαίνουμε ότι μιλώντας για τον άγιο Βασίλειο μιλάμε για άγιο που και ο
χαρακτηρισμός του μεγάλου είναι ελλιπής. Και μπορεί να μην υπήρξε μάρτυρας με
τη συνήθη έννοια του όρου, υπήρξε όμως μάρτυρας στη συνείδηση και στο φρόνημα,
έτοιμος να δώσει και τη ζωή του για χάρη της αληθούς πίστεως. Ιδού πώς
εγκωμιάζει ο άγιος Δαμασκηνός το μαρτυρικό αυτό φρόνημά του: «Υπέρμαχε της
Τριάδος Βασίλειε, στάθηκες μπροστά σε δικαστικό θρόνο, κινδυνεύοντας για την
πίστη. Γιατί δείχνοντας την αντίθεσή σου με γενναίο φρόνημα, ντρόπιασες τον
θυμό του επάρχου, ο οποίος υπερηφανευόταν για την εξουσία της ασέβειάς του. Και
ενώ απειλούσε να σου βγάλει τα σπλάχνα, εσύ προτίμησες με προθυμία να το κάνει.
Και αφού έγινες μάρτυρας ως την προαίρεσή σου, πήρες το στεφάνι της νίκης από
τον Χριστό».
Είθε «μιμούμενοι αυτού την πίστιν, την ζέσιν, την ταπείνωσιν» να γίνουμε κι εμείς οίκος Χριστού και κάτοικοι του Παραδείσου.