«Ζωῆς Ἀμμωνᾶς νῆμα πληρώσας ἅπαν, ζωήν ἐφεῦρεν, οὔποτε
πληρουμένην» (στίχος συναξαρίου)
(Ο Αμμωνάς αφού ολοκλήρωσε όλο το νήμα της επίγειας ζωής
του, βρήκε τη ζωή που ποτέ δεν τελειώνει).
Δεν έχουμε πολλά ιστορικά στοιχεία για τον μεγάλο αυτόν
όσιο του Γεροντικού. Το μόνο βέβαιο, βάσει των σωζομένων γι’ αυτόν λογίων και
περιστατικών των Αποφθεγμάτων Γερόντων, έντεκα τον αριθμό, (αναφέρονται και
άλλα πνευματικά κείμενά του και επιστολές, εκτός όμως του βιβλίου των
Αποφθεγμάτων), είναι ότι έζησε την εποχή του αγίου μεγάλου Αντωνίου (251-356),
υπήρξε μαθητής του κι ίσως διάδοχός του στη μοναχική σκήτη, έγινε δε επίσκοπος
παρουσιάζοντας μία ζωή ελεύθερη κάθε εμπαθείας και κακίας.
Ένα μικρό περιστατικό (κεφ. 4) από τα γραφόμενα του
Γεροντικού αποκαλύπτει το πνευματικό μεγαλείο του.
«Διηγήθηκε κάποιος από τους πατέρες ότι υπήρχε ένας
γέρων φιλόπονος στα Κελλία που φορούσε ψαθί. Και πήγε να επισκεφτεί τον αββά
Αμμωνά. Ο Γέρων Αμμωνάς τον είδε να φοράει το ψαθί και του λέει: «Το ψαθί σε
τίποτε δεν σε ωφελεί». Τον ρώτησε τότε ο γέροντας αυτός: «τρεις λογισμοί με
ενοχλούν∙ ή να γυρίζω στις ερήμους ή να πάω σε ξένη χώρα όπου κανείς δεν με γνωρίζει ή να κλειστώ σε κελί και να μη συναντώ
κανέναν, τρώγοντας κάθε δύο ημέρες». Του λέγει ο αββάς Αμμωνάς: «Τίποτε από τα
τρία δεν σε συμφέρει να κάνεις, αλλά μάλλον να κάθεσαι στο κελί σου και να τρως
λίγο κάθε ημέρα, και να έχεις πάντοτε στην καρδιά σου τον λόγο του τελώνη, και
τότε μπορείς να σωθείς».
Ως γνήσιος παιδαγωγός ο αββάς Αμμωνάς και με γνώση της
βαθειάς πνευματικής ζωής δεν μένει μόνο στην αποτροπή και την άρνηση
συμβουλεύοντας τον καλόγερο που ήλθε να
τον συμβουλευτεί. Δίνει τη διέξοδο και ανοίγει τα μάτια στον αγωνιστή, αλλά
«αδιάκριτο» αυτόν ασκητή. «Συνέχισε την
άσκηση που κάνεις – είναι σαν να του λέει - μ’ έναν μετριοπαθή τρόπο: μένε στο
κελί σου, (γιατί το κελί είναι αυτό που ισορροπεί πάντοτε, λένε οι άγιοι, τον
μοναχό), τρώγε λίγο κάθε ημέρα, (γιατί ο άνθρωπος έχει και σώμα που τρέφει να
του προσφέρει αυτό που είναι αναγκαίο), κυρίως όμως να αγωνίζεσαι στον δρόμο
της ταπείνωσης, (γιατί δεν υπάρχει περίπτωση σωτηρίας του ανθρώπου έξω από
αυτήν).
Και στην τελευταία συμβουλή του οσίου Αμμωνά βρίσκεται το
σημαντικότερο εξ όλων. Διότι σωτηρία σημαίνει ζωντανή σχέση με τον Θεό εν
Χριστώ, που σημαίνει ότι ο πιστός πρέπει να αγωνίζεται, χάριτι Θεού πάντοτε άρα
με εκκλησιαστικό τρόπο, να βρίσκεται στο ρεύμα ζωής του Χριστού, στο ποτάμι που
ξεκινά από Εκείνον για να πάρει στο διάβα του και κάθε έναν που θα θελήσει να
είναι μαζί Του. Κι αυτό το ρεύμα του Χριστού έχει το χαρακτηριστικό της αγάπης
βεβαίως, αλλά της θεμελιωμένης στο φρόνημά Του που είναι το φρόνημα της
ταπείνωσης - ό,τι αποτελεί «σημείο»
ορθής πορείας που μαγνητίζει τον Θεό στην ύπαρξη του ανθρώπου. Της αγίας
ταπείνωσης, κατά τον άγιο Πορφύριο. Η τέλεια μορφή της διαφεύγει από εμάς τους
ανθρώπους, γιατί μιλάμε για το μυστήριο του Ίδιου του Τριαδικού Θεού, όμως
εκείνο που απαιτείται από εμάς είναι να στρεφόμαστε πάντοτε εκεί που υπάρχει η
αγία οσμή της και σταδιακά νά την προσεγγίζουμε.
Προφανώς, ο γέρων ασκητής με τη ζέουσα διάθεση της σχέσης του με τον Θεό άκουσε τον όσιο αββά Αμμωνά. Έκανε υπακοή και σώθηκε, γενόμενος κι αυτός ένας από τους πολλούς αφανείς οσίους της ερήμου. Και πώς ξέρουμε την εξέλιξη αυτή, για την οποία δεν λέει τίποτε το ασκητικό κείμενο; Μα πήγε να ρωτήσει τον όσιο αββά. Δηλαδή έμπρακτα έδειξε ότι έχει ένα ποσοστό ταπείνωσης, γιατί κανείς χωρίς ταπείνωση δεν ρωτάει τους πρεσβυτέρους και τους άλλους πνευματικούς και πιο έμπειρους. Και δεν ρωτάει, γιατί εκείνος «όλα τα ξέρει» και δεν έχει επομένως ανάγκη από καθοδήγηση. Ο καλός όμως γέροντας με το ψαθί είχε ταπεινή καρδιά. Κι ο μέγιστος Αμμωνάς τού έδωσε την κατεύθυνση της πνευματικότερης οδού της χριστιανική πίστεως: την τελωνική κραυγή «ὁ Θεός ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» ή αλλιώς «τό ἔχειν ἑαυτόν ὑποκάτω πάσης τῆς κτίσεως». Της οδού που οδηγεί τον άνθρωπο με κάθετο τρόπο στα ύψη του Ουρανού.