Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΥΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΥΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

01 Απριλίου 2023

Δ΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

«Χαῖρε, πιστούς Κυρίῳ ἁρμόζουσα»

(Χαίρε, Παναγία, που ενώνεις τους πιστούς με τον Κύριο).

Ο υμνογράφος αναφερόμενος δοξολογικά προς την Υπεραγία Θεοτόκο τονίζει το κατεξοχήν έργο της: τη σύνδεση των πιστών με τον Υιό και Θεό της, Κύριο Ιησού Χριστό. Διότι τι άλλο επιτελεί η Θεοτόκος και κατέχει την ύψιστη θέση στο σώμα του Χριστού παρά τη διαρκή παραπομπή των μελών του σώματος στην ίδια την κεφαλή τους; Ο Κύριος είναι η κεφαλή της Εκκλησίας και όλοι οι πιστοί που βαπτίστηκαν και χρίστηκαν στο όνομά Του αποτελούν τα μέλη Του, που σημαίνει ότι αφενός η σχέση μας ως πιστών με τον Χριστό είναι η ανώτερη που μπορεί να υπάρξει: η σχέση ταύτισης – «ἡμεῖς ἐν Αὐτῷ καί Αὐτός ἐν ἡμῖν», κατά το πρότυπο της σχέσεως Εκείνου με τον Θεό Πατέρα -,  αφετέρου η ταυτοτική αυτή σχέση δεν κατανοείται εκτός της Παναγίας Μητέρας του Κυρίου. Κι είναι ευνόητο: ο Υιός και Λόγος του Θεού, ευδοκούντος του Θεού Πατρός και συνεργούντος του Αγίου Πνεύματος, διότι μία και κοινή η ενέργεια της Αγίας Τριάδος, γίνεται άνθρωπος διά της Θεοτόκου Μαρίας. Την ανθρώπινη φύση ο Θεός την προσέλαβε από το πιο αγιασμένο πλάσμα Του, τη μικρή κόρη της Ναζαρέτ, έτσι ώστε διά παντός ο Κύριος να φέρει και την ανθρωπότητά Του μαζί με τη Θεότητά Του, «διπλοῦς τήν φύσιν ἀλλ’ οὐ τήν ὑπόστασιν». Λοιπόν, η εν Χριστώ σωτηρία του ανθρώπου που κατανοείται ως εύρεση και πάλι του Θεού μας: «ὁ ἑωρακώς ἐμέ ἑώρακε τον Πατέρα», πραγματοποιείται πια μέσα στο σώμα του Χριστού, «ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου» «σύν πᾶσι τοῖς ἁγίοις».

Από την άποψη αυτή είναι ευνόητο ότι η Παναγία Μητέρα «εξαφανίζεται» ως μεμονωμένο πρόσωπο, ή καλύτερα τότε βρίσκει την απόλυτη και οριστική θέση της, (αναδυόμενη στο έπακρο ως η Πρώτη και Μοναδική του Σώματος του Υιού και Θεού της και φανερώνοντας συνεπώς μέσα σε απόλυτο φως την παρουσία Εκείνου), μόνο ως Δεομένη και Οδηγήτρια - πλησιάζουμε την Υπεραγία και Πάναγνη και βρισκόμαστε αυτομάτως ενώπιον Κυρίου και Θεού μας. Και το ίδιο βεβαίως επιτελούν όλοι οι άγιοι: στο πρόσωπό τους τον Χριστό συναντάμε και μάλιστα με δραστικό τρόπο˙ μας ενισχύουν δεόμενοι για εμάς να ενωνόμαστε με τον Κύριο. Διότι «Αὐτός ἐστιν ὁ Σωτήρ τοῦ Σώματος» και «οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενί ἡ σωτηρία».

Είμαστε όμως «συνεργοί Θεοῦ». Απαιτείται και η δική μας θέληση προκειμένου η ενσάρκωσή Του να τελειώνεται και σε εμάς. Και δεν εννοούμε μόνο το άγιο βάπτισμα, αλλά και αυτό που συνιστά την διαρκή ενεργοποίηση του βαπτίσματος, την πνευματική μας ζωή. Πότε αρχίζει να ενεργοποιείται και να ζωντανεύει η χάρη του βαπτίσματός μας, διά του οποίου γίναμε μέλη Χριστού; Όταν αρχίζουμε την πνευματική ζωή, όταν δηλαδή αρχίζουμε και αγωνιζόμαστε για τη μεταμόρφωση των ψεκτών παθών μας ώστε να γίνουν αυτά ένθεα πάθη, αγάπη και αληθινή ταπείνωση. Χωρίς την κινητοποίηση αυτή η χάρη της ενσωμάτωσης στον Κύριο και την Εκκλησία παραμένει κενό γράμμα. Και ο μοναδικός τρόπος που επιτελείται η άγια αυτή μεταμόρφωση είναι η τήρηση των αγίων εντολών του Χριστού. Πιστός που εντάχτηκε με άλλα λόγια στην Εκκλησία τηρεί ό,τι ο Κύριος μας έδωσε ως κατεύθυνση ζωής διά των εντολών Του: το «ἀκολουθεῖν Ἐκείνῳ», με αποτέλεσμα να γίνεται ένα κατοικητήριο του Θεού, ένας ζωντανός ναός του αγίου Πνεύματος, ένας άλλος Χριστός μέσα στον κόσμο.

Κι έτσι προβάλλεται και πάλι το πάντιμο πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου. Διότι η Θεοτόκος όχι μόνο έγινε «ἡ γέφυρα δι’ ἧς κατέβη ὁ Θεός» στον κόσμο, αλλά και μας υποδεικνύει στους αιώνες τους άπαντες ότι ο μόνος τρόπος αποδοχής Του και ενώσεως με Αυτόν είναι η απόλυτη και άκρα υπακοή σε ό,τι Εκείνος μας υποδεικνύει. «Ὅ,τι ἄν λέγῃ ὑμῖν ποιήσατε» είναι η διαρκής προτροπή της, βασισμένη στο ίδιο το προσωπικό της βίωμα: «Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά Σου». Και ποιο το αποτέλεσμα στην ίδια της υπακοής αυτής που μπορεί και βιώνει εξίσου και κάθε πιστός; Η σάρκωση του Θεού μέσα στην ύπαρξή της. Το ναι της Παναγίας αποτέλεσε τη συνέχεια του δημιουργικού Λόγου του Θεού, ο Οποίος «είπε και εγενήθησαν» τα πάντα στον κόσμο. Το ίδιο και σ’ Εκείνην: ο λόγος της ως ένα είδος παντοδύναμης ενέργειας δημιουργεί τον «χώρο» για να σκηνώσει και σ’ αυτήν με μοναδικό τρόπο ο Υιός και Λόγος του Θεού.

Η Παναγία μάς ένωσε και μας ενώνει με τον Κύριο: και μοναδικά μέσα από τη σάρκα της, αλλά και μοναδικά μέσα από το παράδειγμά της. Και καθορίζει έτσι και τη δική μας στάση: να σαρκώνουμε αδιάκοπα όσο ζούμε τον Κύριο με την υπακοή μας στο άγιο θέλημά Του˙ να υποδεικνύουμε λόγω και έργω τον Κύριο ως Σωτήρα του κόσμου, βοηθώντας έτσι την άρμοση των ανθρώπων με Εκείνον.

24 Μαρτίου 2023

Δ΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

«Χαῖρε, ὡς βροντή τούς ἐχθρούς καταπλήσσουσα»

(Χαῖρε, Παναγία, πού σάν βροντή χτυπᾶς καί φοβίζεις τούς ἐχθρούς)

Ὁ παραπάνω στίχος ἀπό τούς Δ΄ Χαιρετισμούς προκαλεῖ διπλά συναισθήματα: ἱκανοποίηση σ’ ἐκείνους τούς πιστούς πού θρησκειοποιοῦν τή χριστιανική πίστη – ζητοῦν «ἐκδίκηση» ἀπό τόν Θεό καί τούς ἁγίους γιά τούς θεωρούμενους «ἐχθρούς» τους (σάν τούς μαθητές τοῦ Κυρίου πού Τοῦ ζήτησαν νά ρίξει φωτιά στούς Σαμαρεῖτες ὅταν Τοῦ εἶπαν νά φύγει ἀπό τά ὅριά τους)· ἀπορία κι ἴσως ἀντίδραση σ’ ἐκείνους πού ἀρνοῦνται κάθε ἔκφραση ὀργῆς καί «ἐκδίκησης» ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἁγίων ἀπέναντι ἀκόμη καί στούς «ἐχθρούς» Του, γιατί ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη. Εἶναι ἔτσι; Πῶς πρέπει να κατανοήσουμε τόν στίχο;

1. Καταρχάς ὁ χαιρετισμός μᾶς τονίζει τή δύναμη πού ἔχει ἡ Παναγία μας· δύναμη βεβαίως ὄχι ἐξ ἑαυτῆς, ἀλλά ἀπό τή σχέση της μέ τόν Υἱό καί Θεό της. Ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι κάθε τι πού ἔχει ἡ Παναγία, ἡ ὅποια χάρη, σοφία καί δύναμή της, ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι ἔχοντας «κολλήσει» ἐλεύθερα στό θέλημα τοῦ Κυρίου, ἔγινε ἡ μεγαλύτερη δίοδος προκειμένου νά διέρχεται δι’ αὐτῆς ἡ παντοδύναμη ἐνέργεια Ἐκείνου, μέ ἀπόλυτη δίοδο τήν ὥρα τῆς σάρκωσής Του στήν ἁγιασμένη γαστέρα της. Ἄν ὁ ἴδιος ὁ προφητικός πνευματοφόρος λόγος βεβαιώνει ὅτι «ἐκολλήθη ἡ ψυχή μου ἐπί τόν Κύριον, ἐμοῦ δέ ἀντελάβετο ἡ δεξιά Σου», δηλαδή  κόλλησε ἡ ψυχή μου στόν Κύριο, γι’ αὐτό καί ἡ δύναμή Του ἦλθε σέ βοήθειά μου· ἄν ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἐκφράζοντας τήν ἐμπειρία ὅλων τῶν ἁγίων ἀποστόλων, λέει ὅτι «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ» (εἶμαι πανίσχυρος λόγω τοῦ Χριστοῦ πού μέ δυναμώνει)· πόσο περισσότερο τοῦτο ἰσχύει γιά τήν Παναγία Μητέρα, ἡ ὁποία ἀνθρωπίνως ὑπῆρξε ὅ,τι ἐξαίρετο καί ἐξαίσιο παρουσίασε, παρουσιάζει καί θά παρουσιάσει ποτέ ἡ ἀνθρωπότητα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ - «ἡ ἐκλελεγμένη πασῶν τῶν γενεῶν»! Στό πρόσωπο λοιπόν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ψαύουμε κυριολεκτικά τήν παρουσία τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ μας, διότι ἀκριβῶς εἶναι «ὁ Κύριος μετ’ αὐτῆς», γι’ αὐτό καί «πολύ ἰσχύει δέησις Μητρός πρός εὐμένειαν Δεσπότου».

2. Ἡ παντοδυναμία της ὅμως αὐτή, ὡς χάρη πού ἐκχωρεῖται ἀπό τόν Κύριο καί Θεό της, λειτουργεῖ κατ’ ἀντίστοιχο τρόπο πρός Ἐκείνου τήν παντοδυναμία. Δηλαδή ὡς δύναμη ἀγάπης καί ἐλέους, ὡς δύναμη συγχώρησης, πού «αἴρει» τήν ἁμαρτία τῶν ἀνθρώπων προκειμένου νά τούς δώσει τή δική Του δικαιοσύνη. Αὐτό δέν βλέπουμε σέ ὅλη τήν ἱστορία τῆς θείας οἰκονομίας, τήν ἰστορία δηλαδή τοῦ σχεδίου τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου; Τί ἔκανε ὁ Θεός ἀπέναντι στόν ἐπαναστατημένο ἄνθρωπο γιά νά τόν σώσει; Δέν ἔστειλε κεραυνούς ἐκδίκησης, δέν ἐξέφρασε τήν ὀργή Του γιά νά δηλώσει τό ποιός ἔχει τό πάνω χέρι καί ἔτσι νά ὑποτάξει τό πλάσμα Του – θά ἦταν βλασφημία μία τέτοια «ὑποταγή» τοῦ ἀνθρώπου ἀπό ἕναν Θεό πού ἀναζητεῖ καί ἐκζητεῖ πάντοτε τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή τήν ἐλεύθερη ἀποδοχή καί ἀγάπη του. «Υἱέ μου, δός μοι σήν καρδίαν» εἶναι τό αἴτημα τοῦ Πατέρα πρός τό ἀγριεμένο παιδί Του. Γι’ αὐτό καί ἡ παντοδυναμία Του κινεῖται μέ τόν πιό ἀπρόσμενο τρόπο πού «λιώνει» κάθε καλοπροαίρετη καρδιά: «κλίνει οὐρανούς» καί γίνεται ἄνθρωπος, ἀναλαμβάνοντας Αὐτός ὅ,τι πιά δέν μποροῦσε νά κάνει ὁ τραυματισμένος καί ἡμιθανής ἄνθρωπος. Ἡ παντοδυναμία Του φανερώνεται μέσα στήν ἀπόλυτη ἀγάπη Του – γι’ αὐτό καί πολλές φορές ἔχει τονιστεῖ ὅτι ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου: ἡ θεωρούμενη ἀπόλυτη «ἀδυναμία» Του, συνιστᾶ «τήν νίκην, τήν νικήσασαν τόν κόσμον».   

3. Καί ποιά ἡ ἔννοια τότε τῆς φράσης τῆς Γραφῆς περί τῆς ὀργῆς τοῦ Θεοῦ καί περί τῆς ἔκφρασης τῆς δικαιοσύνης Του πέραν τῆς ἀγάπης Του; Ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἑρμηνεύεται συνήθως ἀπό τούς ἁγίους μας - ἄς θυμηθοῦμε ὄχι τίς πολλές ἐπ’ αὐτοῦ ἐκφράσεις τῶν παλαιοτέρων Πατέρων μας, ἀλλά τοῦ συγχρόνου μας ἀγαπημένου ἁγίου Πορφυρίου τοῦ καυσοκαλυβίτου, ὁ ὁποῖος τόνιζε μέ ἔμφαση γιά τόν Κύριο ὅτι δέν κρατάει στά χέρια Του κεραυνούς, δέν λειτουργεῖ μέ τόν φόβο, γιατί ἀκριβῶς μᾶς ἀγαπάει μέ τήν ἀνώτερη δυνατή ἀγάπη πού μπορεῖ κανείς νά φανταστεῖ κι ἀκόμη περισσότερο – (ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ λοιπόν) συνιστᾶ τή βίωση τῆς ἀγάπης Του ἀπό ἐκείνους πού δυστυχῶς ἀρνοῦνται τήν παροχή καί τήν ἐνέργειά Της. Ὁ Θεός δηλαδή παρέχει τήν ἀγάπη Του, ἀλλά μεταποιεῖται αὐτή ἀνάλογα μέ τό περιεχόμενο τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ καλοπροαίρετος πού Τήν δέχεται ζεῖ ἤδη ἀπό τώρα στόν κόσμο τοῦτο τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ ὡς Παράδεισο, ὁ κακοπροαίρετος πού Τήν ἀρνεῖται τήν βιώνει ὡς ὀργή Του. Ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ λοιπόν εἶναι ἡ μεταποιημένη ἀπό τή διαστροφή τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου ἀγάπη τοῦ Πατέρα (κάτι παρόμοιο δέν θά ἰσχύσει καί στήν κρίση τοῦ Θεοῦ;).

Ἀλλά καί ὡς ὀργή τοῦ Θεοῦ (ἀναλύοντας τό ἴδιο στήν πραγματικότητα σκεπτικό) μποροῦμε νά χαρακτηρίσουμε 1) ἐκεῖνες τίς ἐνέργειές Του πού λειτουργοῦν μ’ ἕναν πιό ἔντονο καί «προκλητικό» θά λέγαμε τρόπο στόν ἀπομακρυσμένο ἀπό Αὐτόν ἄνθρωπο (ἐπιτρέποντας μία δοκιμασία, ἕνα ἀτύχημα, μία ἀρρώστια κλπ.), προκειμένου νά τόν συνετίσει, νά τόν κάνει νά ἔλθει εἰς ἑαυτόν καί  νά μετανοήσει, συνεπῶς λειτουργοῦν ὡς «παιδαγωγία» Του μέσα στό πλαίσιο τῆς φιλανθρωπίας Του· καί 2) ἀκόμη καί τήν (προσωρινή) ἄρση τῆς χάριτός Του, ἀφήνοντας τόν ἄνθρωπο στίς δικές του ἐπιλογές ζωῆς, οἱ ὁποῖες χαρακτηρίζονται ἀπό τήν ἁμαρτία καί τόν ἐγωισμό του καί τόν ὁδηγοῦν ἤδη ἀπό τώρα σέ μία αἴσθηση κόλασης. Εἶναι εὐνόητο ὅτι τά παραπάνω σημαίνουν πώς ἡ ἔννοια τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ λειτουργεῖ ἐντελῶς ἀνάποδα ἀπό τή συνήθη ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων λειτουργία, διότι ἔχει ὡς περιεχόμενό της καί πάλι τήν ἀγάπη - ἀγάπη καί δικαιοσύνη στόν Θεό ταυτίζονται.    

4. Λοιπόν, γιά νά ἐπανέλθουμε στήν Παναγία μας, ὅταν χαιρετίζεται ἡ μεγάλη Μάνα τῶν ἀνθρώπων ὡς ἐκείνη πού σάν βροντή χτυπάει καί φοβίζει τούς ἐχθρούς, πρέπει νά ἐννοήσουμε ὅτι ἐκφοβίζει πρῶτα ἀπό ὅλα βεβαίως τούς ἐχθρούς τοῦ ἀνθρωπίνου γένους κι ὅλου τοῦ κόσμου ἐκπεπτωκότας ἀγγέλους, τούς δαίμονες, ὥστε νά μήν πειράζουν καί ταλαιπωροῦν τούς ἀνθρώπους, ἀλλά καί ἐκφοβίζει μέσα στό πλαίσιο τῆς ἀγάπης της καί ὅλους ἐκείνους πού τοποθετοῦνται ἀπέναντι στόν Θεό, ἀπέναντι στούς ἁγίους, ἀπέναντι στήν Ἐκκλησία, προκειμένου νά τούς ὁδηγήσει σέ συναίσθηση τῆς ἐπιλογῆς τῆς κόλασής τους, φανερώνοντας ταυτόχρονα ὅτι διαφυλάσσει τούς πιστούς καί ὅτι ἡ ἴδια εἶναι Ἐκείνη (μέ πρῶτον βέβαιο τόν Υἱό καί Θεό της) πού θά βροῦν μπροστά τους σέ ὅποια ἐχθρική  τους κατ’ αὐτῶν ἐνέργεια.  Μέ ἄλλα λόγια τό «ἀγριωπό» μερικές φορές βλέμμα της εἶναι τό βλέμμα τῆς Μάνας πού ἡ καρδιά της σπαράζει καθώς βλέπει τό σπλάχνο της νά ὁδεύει πρός τήν καταστροφή του. Ἡ «βροντή» της εἶναι ἡ ἀγωνιῶσα κραυγή της πού θέλει μέ τήν ἔντασή της νά μᾶς προφυλάξει ἀπό τούς πνευματικούς κινδύνους πού διατρέχουμε, ἀλλά καί νά κάνει πέρα, ὅπως εἴπαμε, τούς ἐχθρούς δαίμονες.

Τήν Παναγία μας, (ἑπομένως τόν Κύριο καί Θεό μας μέ τόν τρόπο πού ἐξηγήσαμε καί παραπάνω), δέν τήν ἀφήνουμε ποτέ. Κρατιόμαστε μέσα στήν ἀγκαλιά της, «κολλᾶμε» στό ἅγιο ὄνομά της, γιατί ἔτσι ξέρουμε ὅτι βρισκόμαστε σάν τό πλοῖο μέσα στό λιμάνι. Ἡ ὅποια «βροντή» της τότε ἀκούγεται στά αὐτιά μας ὡς νανούρισμα καί γλυκό τραγούδι της.

10 Μαρτίου 2023

Β΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

«Χαίρε, ότι τα ουράνια συναγάλλεται τη γη· χαίρε, ότι τα επίγεια συγχορεύει ουρανοίς».

Η ενότητα του ουρανού και της γης, των αγγέλων δηλαδή και των ανθρώπων, αποτελεί την πρόκληση της χαράς για την Υπεραγία Θεοτόκο. Χαίρεται η Παναγία μας, γιατί βλέπει ότι οι άγιοι άγγελοι μαζί με τους πιστούς ανθρώπους έγιναν πια ένα με τον Θεό που ήλθε στον κόσμο δι’ αυτής, που θα πει ότι ο Χριστός είναι πια το σημείο της κοινής αναφοράς αγγέλων και ανθρώπων, εκεί που όλος ο κόσμος, πνευματικός και υλικός, βρίσκει τον εαυτό του και την ταυτότητά του. Πλησιάζουν οι άνθρωποι τον Χριστό και αγκαλιάζουν τους αγγέλους. Προσεγγίζουν οι άγγελοι τον Χριστό και βρίσκονται να αναπνέουν μαζί με τους ανθρώπους. Μία η αγαλλίαση, μία η χοροστασία γι’ αγγέλους και ανθρώπους λοιπόν.

Άγγελοι υπουργούν το μυστήριο της σωτηρίας των ανθρώπων με τον ευαγγελισμό της Θεοτόκου: «ιδού ευαγγελίζομαι υμίν χαράν μεγάλην: ετέχθη υμίν σήμερον Σωτήρ».

«Ο Ουρανός και η γη ηνώθησαν τεχθέντος του Χριστού», ακούμε στην μεγαλειώδη υμνολογία των Χριστουγέννων.

Το ίδιο με τον Σταυρό του Κυρίου: «Διά του Σταυρού σου, Χριστέ, μία ποίμνη γέγονεν αγγέλων και  ανθρώπων και μία Εκκλησία. Ουρανός και η γη αγάλλονται, Κύριε δόξα Σοι».

Και βεβαίως με την Ανάστασή Του: «Άγγελοι και άνθρωποι, Σωτήρ, την σην υμνούσιν τριήμερον εξανάστασιν».

Παντού και πάντα, σε όλο το έργο της θείας οικονομίας η ενότητα αυτή. Λόγω του Χριστού, λόγω της Παναγίας Μητέρας Του.

Εκτός από τον Πονηρό διάβολο: αυτός παραμένει εσαεί ξένος και μακριά από την οποιαδήποτε ενέργεια σύνδεσης και ένωσης. Μονίμως και διαπαντός στην ορφάνια και την κόλασή του.

Κι εκτός από εκείνους που επηρεάζονται από αυτόν: τους ανθρώπους που αρνήθηκαν και αρνούνται να δεχτούν τον ερχομό του ενανθρωπήσαντος Θεού και της συνέχειάς Του μέσα από το ζωντανό σώμα Του, την Εκκλησία. Κι αυτό γιατί; Διότι δεν θέλουν να μετανοήσουν. Δεν θέλουν να ανοίξουν τα μάτια τους προκειμένου να δουν ότι η αγάπη και συνεπώς η ενότητα είναι η αλήθεια και η πραγματικότητα που συνέχει και διακρατεί τον κόσμο.

Όπου Χριστός, εκεί και Παναγία. Κι όπου Παναγία, εκεί και Χριστός. Δηλαδή η ενότητα των πάντων, ο ουρανός στη γη, και η γη στον ουρανό. Με τον Χριστό συνεπώς δεν υπάρχει χωρισμός. Χωρισμός υφίσταται εκεί που έχει φυγαδευτεί η αγάπη, και η έχθρα και το μίσος βασιλεύουν στις καρδιές των ανθρώπων.

Χαιρετισμοί: η πρόκληση για να νιώσουμε την ενότητά μας με τον Χριστό, την Παναγία μας, τους αγίους αγγέλους, κυρίως με τον κάθε συνάνθρωπό μας, όποιος κι αν είναι αυτός.

Χαιρετισμοί και χωρισμοί κοιτάνε σε αντίθετη κατεύθυνση.  Ψέλνουν… διαφορετικό Κύριο!

04 Μαρτίου 2023

Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΟΥ ΠΑΘΟΥΣ!

 

Α΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

Ενόψει των θλιβερών και τραγικών γεγονότων από το σιδηροδρομικό δυστύχημα της 28ης Φεβρουαρίου δεν θα προβάλουμε το δοξολογικό στοιχείο της ακολουθίας των Χαιρετισμών. Οι Χαιρετισμοί μπορεί να μας τοποθετούν πράγματι ενώπιον της Υπεραγίας Θεοτόκου με τρόπο τέτοιο ώστε να φωτίζεται όλη η πίστη μας – κριτήριο ορθοδοξίας θεωρείται η στάση ενός ανθρώπου απέναντι στη Μητέρα του Κυρίου – όμως τα τραγικά γεγονότα μας υπερβαίνουν και μας ωθούν να σταθούμε περισσότερο σ’ ένα ξεχωριστό κεφάλαιο που τονίζουν οι ύμνοι της Εκκλησίας μας για τη Θεοτόκο. Και το κεφάλαιο αυτό είναι η θέση της κάτω από τον Σταυρό του Υιού και Θεού της.

Και μία μικρή περιδιάβαση στους εκκλησιαστικούς ύμνους της Τετάρτης και της Παρασκευής, ιδίως στα Θεοτοκία, αποκαλύπτει ότι η Παναγία μας ενώ τίθεται υπεράνω των Χερουβείμ και των Σεραφείμ ως κυοφορήσασα τον Υιό και Λόγο του Θεού ως άνθρωπο, ενώ ακριβώς γι’ αυτό έχει τη μεγαλύτερη παρρησία που μπορεί άνθρωπος να έχει ενώπιον του Τριαδικού Θεού – «πολύ ισχύει δέησις Μητρός προς ευμένειαν Δεσπότου» - δεν παύει από την άλλη να είναι άνθρωπος με την πιο «σάρκινη» καρδιά, μάλλον επειδή έχει αυτήν τη «σάρκινη» καρδιά κατέχει την πρώτη θέση μέσα στο σώμα του Κυρίου και Θεού της. Αδιάκοπα ο φωτισμένος από το Πνεύμα του Θεού εκκλησιαστικός ποιητής σημειώνει ότι ναι μεν η Παναγία Μητέρα χαίρεται γιατί της αποκαλύπτεται ο σωτηριώδης χαρακτήρας του Πάθους του Υιού της για όλον τον κόσμο, αλλά πάσχει και οδύρεται ως Μάνα για ό,τι υφίσταται το «σπλάχνο» της, ο αγαπημένος και μονάκριβος γιος της. «Ο μεν κόσμος αγάλλεται δεχόμενος την λύτρωσιν, τα δε σπλάγχνα μου φλέγονται ορώσης σου την σταύρωσιν, ην υπέρ πάντων υπομένεις, ο Υιός και Θεός μου». «Σφαγήν σου την άδικον, Χριστέ, η Παρθένος βλέπουσα οδυρομένη εβόα σοι: τέκνον γλυκύτατον, πώς αδίκως πάσχεις, πώς τω ξύλω κρέμασαι; Ο πάσαν γην κρεμάσας τοις ύδασιν μη λίπης μόνην με».

Κι ακόμη: υπάρχουν ύμνοι ιδίως της Μεγάλης Παρασκευής που η οδύνη της Μάνας Παναγίας φτάνει στο απώγειό της: θέλει να ξεριζώσει τα μαλλιά της, θέλει να γδάρει το πρόσωπό της από τον ψυχικό πόνο που νιώθει, δεν βρίσκει πουθενά ανάπαυση ανθρώπινη. Ό,τι ο γέρων Συμεών ο θεοδόχος κατά τον σαραντισμό της στον Ναό του Σολομώντα της είχε προφητέψει, ότι ρομφαία δίστομη θα της διαπεράσει την καρδιά, αυτό πράγματι και υφίσταται με τον Σταυρικό θάνατο του Κυρίου της.

Γιατί μνημονεύουμε την Παναγία του Πάθους; Διότι αυτό που ζούμε στην πατρίδα μας, όπως και άλλοι εκτός, είναι μία Μεγάλη Παρασκευή. Ξεκίνησε η Σαρακοστή και βρεθήκαμε διαμιάς στον Γολγοθά. Γιατί το δυστύχημα με τα τόσα πολλά θύματα που έφυγαν από τη ζωή, με τους τόσους συνανθρώπους μας που χαροπαλεύουν, με τις τόσες οικογένειες που πάσχουν με ό,τι συνέβη και πάνε να χάσουν το μυαλό τους, συνιστούν έναν Γολγοθά. Βλέπουμε με τα μάτια της πίστεως τον ίδιο τον Χριστό να πάσχει, να προεκτείνεται το πάθος Του μέσα από τα παιδιά Του τα πονεμένα αυτά, να σταλάζει αίμα η καρδιά Του. Και ξέρουμε γι’ αυτό ότι και η Παναγία Μητέρα παρευρίσκεται συμπάσχουσα και ικετεύουσα και δεομένη. Όπως τότε κάτω από τον Σταυρό, έτσι και τώρα, όπως και κάθε φορά βεβαίως που πάσχουν τα αγαπημένα της παιδιά: είναι εκεί, αοράτως παρούσα, πανταχού παρούσα μέσα στον πανταχού παρόντα και τα πάντα πληρούντα Κύριο και Θεό της. Και κλαίει και οδυνάται και ενισχύει και παρηγορεί. Κι είναι εκείνη, πέρα από τον ίδιο τον Θεό, που είναι ό,τι περισσότερο αναγκαίο υπάρχει, δίνοντας ώθηση σε κάθε ανθρώπινη βοήθεια πια χρειάζεται, δίνοντας φωτισμό σε κάθε άνθρωπο που σπεύδει να συμπαρασταθεί στον πόνο και την οδύνη.

Κι από την άποψη αυτή οι Χαιρετισμοί που κάθε φορά προβάλλουν το πάντιμο και λατρευτό πρόσωπό της έρχονται την πιο κατάλληλη στιγμή. Γιατί η Παναγία είναι το «Πρώτων Βοηθειών». Γιατί φανερώνει ότι ποτέ δεν είμαστε μόνοι μας στη ζωή αυτή, είτε στις ευτυχίες είτε στις δυστυχίες. Και πώς να είμαστε μόνοι, βεβαίως, όταν υπόθεση του κόσμου όλου είναι ο ίδιος ο Θεός μας, ο Οποίος είναι η πηγή της ζωής και τίποτε δεν γίνεται αν Εκείνος δεν το επιτρέψει, κατ’ ευδοκίαν ή κατά παραχώρησιν; Και μην σπεύσει κανείς να εγείρει την ένσταση, «γιατί τότε ως Παρών δεν σταμάτησε τα επερχόμενα δεινά;», διότι τότε θα αρνούμασταν την ελευθερία που μας δώρισε να αυτοκαθοριζόμαστε, θα βλασφημούσαμε στην ουσία την ίδια τη Σταυρική Του θυσία!

Οπότε κατανοούμε έτσι και το παραδειγματικό στοιχείο της στάσεως της Παναγίας: κάτω από τον Σταυρό οδυνάται και φλέγεται, αλλά χωρίς να χάνει την ελπίδα και την πίστη της – γνωρίζει ότι η αγάπη του Υιού και Θεού της έχει ένα σχέδιο που μπορεί να της διαφεύγει, αλλά υφίσταται. Και στη στάση αυτή ωθεί και εμάς: η οδύνη μάς διακατέχει πράγματι, φλεγόμαστε, δεν μπορούμε να ησυχάσουμε, θυμώνουμε, εξοργιζόμαστε ίσως με ό,τι συνέβη, απαιτούμε την απόδοση της δικαιοσύνης. Μα, ξέρουμε ότι πέρα από αυτά τα ανθρώπινα: όλα περικλείονται μέσα στην ακατανόητη πολλές φορές για τα δεδομένα μας αγάπη Του προς τον κόσμο. Και γι’ αυτό δεν απελπιζόμαστε, δεν τα «σπάμε», δεν διαγράφουμε τα πάντα. Γιατί η αγάπη Του είναι αυτή που τελικώς θα νικήσει, αποκαλύπτοντάς μας όλο το βάθος της πραγματικότητας που τώρα δεν βλέπουμε. Κλαίμε και περιμένουμε. Αλλά και θυμόμαστε: «είτε ζωντανοί είτε κεκοιμημένοι ανήκουμε στον Κύριο». «Πάντες γαρ Αυτώ ζώσι», όλοι είναι ζωντανοί γι’ Αυτόν!     

25 Μαρτίου 2022

Γ΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

«Χαῖρε Κριτοῦ δικαίου δυσώπησις»

(Χαῖρε, Ἐσύ πού παρακαλᾶς ἐπίμονα γιά μᾶς τόν δίκαιο Κριτή)

Ὑπόβαθρο τοῦ χαιρετισμοῦ εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού δέν κατονομάζεται, ὁ ὁποῖος ἀπ’ ὅ,τι φαίνεται βρίσκεται σέ κατάσταση ἁμαρτωλότητας καί γι’ αὐτό ἀδυνατεῖ ἤ διστάζει νά ἀπευθυνθεῖ πρός τόν Οὐράνιο Πατέρα καί τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ ἀναφορά στόν δίκαιο Κριτή, ἀλλά καί ἡ στάση τῆς Παναγίας ὡς Ἐκείνης πού στέκεται ἀδιάκοπα δεητικά ἀπέναντι στόν Υἱό Της, ἐπιβεβαιώνουν τήν ἀλήθεια αὐτή.

1. Κι εἶναι γεγονός: ἡ καθημερινότητα καί ἡ ἀμεσότητα τῆς ζωῆς μᾶς κάνουν τούς χριστιανούς νά βρισκόμαστε πόρρω μακριά τίς περισσότερες φορές ἀπό ἐκεῖ πού ὑποσχεθήκαμε νά εἴμαστε μέ τό ἅγιο βάπτισμά μας. Τί ὑποσχεθήκαμε; Νά εἴμαστε στόν κόσμο τοῦτο ὡς ἕνας ἄλλος Χριστός, δηλαδή νά ζοῦμε τή ζωή Ἐκείνου, μέ ἀπόλυτη ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, μέ ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπό μας, ἀκόμη καί τόν ἐχθρό μας, μέ ἐπίγνωση τῶν κτιστῶν ὁρίων μας, συνεπῶς μέ τήν πρέπουσα ταπείνωση. Καί τό ὑποσχεθήκαμε, γιατί πήραμε τίς δυνάμεις τοῦ Χριστοῦ γιά νά ζοῦμε σάν κι Ἐκεῖνον. Ἄν ὁ Κύριος μᾶς ζητοῦσε τήν ὑπέρ φύσιν ζωή Του νά τήν ἔχουμε κι ἐμεῖς στήν κατάσταση τῆς πτώσεως, ἀσφαλῶς θά ζητοῦσε κάτι ἐντελῶς ἐξωπραγματικό γιά μᾶς, θά ἀποδεικνυόταν δέ καί ὡς ὁ μεγαλύτερης δυνάστης τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Ὁποῖος θέλει νά παίξει ἁπλῶς μέ τό πλάσμα Του. Ἀλλ’ ἄπαγε τῆς βλασφημίας! Ὁ Κύριος μᾶς ἔδωσε τή μεγαλύτερη δωρεά πού μπορεῖ νά ὑπάρξει στόν κόσμο: νά Τόν ἔχουμε ὡς ἔνδυμά μας, νά εἴμαστε ὀργανικά ἑνωμένοι μαζί Του ὡς μέλη Του, νά εἴμαστε τά κλήματα στό δικό Του ἀμπέλι, συνεπῶς Ἐκεῖνος νά ἐπιτελεῖ τά τῆς ζωῆς Του μέσω ἡμῶν, ἁπλῶς μέ τή συγκατάθεσή μας.

2. Δέν γίνεται ὅμως αὐτό, δυστυχῶς. Ὅπως εἴπαμε, καθημερινῶς φανερώνουμε ἕνα πρόσωπο ἐντελῶς διαφορετικό ἀπό αὐτό πού θά ἔπρεπε, ὄχι πάντως τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, γιατί ἑλκυόμαστε καί παρασυρόμαστε ἀπό τά πάθη καί τίς ἁμαρτωλές ὀρέξεις μας, συνεπῶς στίς στιγμές πού ἔχουμε ἐπίγνωση τῆς τραγικότητάς μας αὐτῆς - τότε πού λειτουργεῖ λίγο ἡ συνείδησή μας – δέν ἔχουμε μάτια γιά νά τά ὑψώσουμε στόν Κύριο καί Θεό μας. Κι αὐτό συμβαίνει, γιατί κατανοοῦμε καί νιώθουμε ὅτι ὁ Κύριος, ὁ γεμᾶτος ἀγάπη καί συγκατάβαση πρός ἐμᾶς, ὁ Πατέρας, ὁ φίλος, ὁ ἀδελφός, Αὐτός πού ἔγινε καί γίνεται τά πάντα γιά ἐμᾶς, εἶναι ταυτοχρόνως καί ὁ δίκαιος Κριτής. Εἶναι ὁ Κριτής γιατί ἀναγνωρίζουμε ὅτι δέν θέλει τήν ἁμαρτία καί ὅτι ἡ ἁμαρτία δέν μπορεῖ νά συνυπάρξει μέ τή δική Του πραγματικότητα. «Ὅς ἄν θέλῃ φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, (τοῦ κόσμου ἐννοεῖται τῆς ἁμαρτίας), ἐχθρός τοῦ Θεοῦ καθίσταται». Ἁμαρτία καί θέλημα τοῦ Θεοῦ βρίσκονται, ὡς γνωστόν, σέ διαμετρικά ἀντίθετες κατευθύνσεις. Ὁπότε, ἡ μόνη λύση γιά ἐμᾶς πού δέν θέλουμε νά διαγράψουμε τόν Θεό ἀπό τή ζωή μας, πού συναισθανόμαστε ὅτι τελικῶς Αὐτός εἶναι τό θεμέλιο καί τό νόημα τῆς ζωῆς μας, εἶναι νά στραφοῦμε σ’ Ἐκείνην πού εἶναι πιό κοντά μας, γιατί εἶναι ἡ Μάνα μας, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ἡ ὁποία παραθεωρεῖ συχνά τίς ἀδυναμίες μας καί παρακαλεῖ γιά χάρη μας τόν δίκαιο Κριτή, τόν Κύριο καί Υἱό Της.

Ἄς θυμηθοῦμε γι’ ἀκόμη μία φορά τό περιστατικό μέ τήν Παναγία τήν Παραμυθία, ἡ ὁποία ἐπεμβαίνει παρ’ ὅλη τήν κακή διαγωγή τῶν μοναχῶν, στόν Υἱό Της καί Τόν παρακαλεῖ νά τούς σώσει. Καί πράγματι τούς σώζει, γιατί κάμπτεται ὁ Κύριος ἀπό τίς παρακλήσεις Της. Ἄς θυμηθοῦμε ἀκόμη ἕνα παρόμοιο περιστατικό πού καταγράφεται στά θαύματα τῆς Θεοτόκου, ὅπου καί πάλι ἡ Ἴδια παρεμβαίνει γιά τά «γουρουνάκια» της, ὅπως ἔλεγε, γιά δυό  καλογέρους δηλαδή πού ἦσαν μέθυσοι καί εἶχε ἀποφασιστεῖ να τούς ἐκδιώξουν ἀπό τό μοναστήρι τους! Ἡ ἐπέμβασή Της, καταλυτική, τούς σώζει ἀπό τόν θάνατο καί ὁδηγοῦνται αὐτοί σέ μετάνοια!

3. Ἀλλά τό κρίσιμο σημεῖο στόν Χαιρετισμό, πού ἀποκαλύπτει τό μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ μας καί τῆς Παναγίας μας, βρίσκεται στίς λέξεις «δίκαιος» καί «δυσώπησις». Γιατί ὁ Κύριος εἶναι μέν ὁ Κριτής, ἀλλ’ εἶναι ὁ δίκαιος Κριτής. Πού σημαίνει ὁ Κριτής ὁ γεμᾶτος ἀγάπη. Μᾶς τό ξεκαθάρισε ὁ Ἴδιος. «Ἡ κρίσις ἡ ἐμή δικαία ἐστί, εἶπε, ὅτι οὐ ζητῶ τό θέλημα τό ἐμόν ἀλλά τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με Πατρός». Ἀγάπη ὁ Θεός, ἀγάπη καί τό θέλημά Του, συνεπῶς ἡ κρίση τοῦ Χριστοῦ ἔχει ὡς περιεχόμενο τήν Ἀγάπη Του. Δέν μιλᾶμε συνεπῶς γιά μία δικαιοσύνη κατά τά ἀνθρώπινα μέτρα – θά μᾶς εἶχε «τσακίσει» ὁ Θεός ἔτσι. Ἀλλά γιά τή δικαιοσύνη πού ταυτίζεται μέ τήν ἀγάπη Του, συνεπῶς ἡ ἀδυναμία μας νά στραφοῦμε σ’ Αὐτόν, λόγω φόβου τῆς δικαιοσύνης Του, εἶναι δείγμα τῆς ἀπιστίας μας οὐσιαστικά στόν Ἴδιο. Ἀλλά ὁ Κύριος δέν ἐπηρεάζεται ἀπό αὐτό: συγκαταβαίνει καί ἀποδέχεται τούς στεναγμούς μας, γιατί στρεφόμαστε πρός τήν Παναγία Μητέρα Του. Κι αὐτό εἶναι μία ἰδιαίτερη χαρά Του. Γιατί τελικῶς στροφή πρός τήν Παναγία σημαίνει στροφή πρός τόν Ἴδιο.

Καί ἡ λέξη «δυσώπησις». Τί μεγαλεῖο γιά τήν Παναγία μας, ἀλλά καί γιά ἐμᾶς τούς ἴδιους! Τήν παρακαλοῦμε, κι Ἐκείνη ἀρχίζει τίς δεήσεις Της γιά χάρη μας. Καί ξέρει ὅτι «πολύ ἰσχύει δέησις Μητρός πρός εὐμένειαν Δεσπότου». Γιατί δέν παρακαλεῖ ἰσχνά καί ἄνευρα. Παρακαλεῖ μέ τήν ἔνταση τῆς ἀγάπης Της, παρακαλεῖ ἐπίμονα, μέχρις ὅτου νά κάμψει τήν πιθανή «ἄρνηση» τοῦ Υἱοῦ Της ὡς Κριτῆ! Αὐτό ἄλλωστε δέν σημαίνει ἡ λέξη «δυσωπῶ;»  Παρακαλῶ ἐπίμονα.

Ὁ χαιρετισμός σήμερα μᾶς τό ὑπενθυμίζει: ἔχουμε Κριτή, στόν Ὁποῖο θά λογοδοτήσουμε, ἀλλά δίκαιο, γεμᾶτο ἀγάπη· κι ἔχουμε τήν Παναγία μας, τή Μάνα μας, ἡ ὁποία πάντοτε ἐνδιαφέρεται γιά ἐμᾶς καί κραυγάζει ὑπέρ ἡμῶν. Ὁ χαιρετισμός καί ἡ δοξολογία μας, συνοδευόμενα ἀπό τά δάκρυά μας, εἶναι δεδομένα!

18 Μαρτίου 2022

Β΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

«Χαῖρε δι’ ἧς ἐνεδύθημεν δόξαν»

(Χαῖρε, Παναγία, διά τῆς ὁποίας ντυθήκαμε τή δόξα τοῦ Θεοῦ).

 δεύτερη στάση τῶν Χαιρετισμῶν ἀναφέρεται, ὡς γνωστόν, στή Γέννηση τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Ἀπό τό γεγονός αὐτό ἀρύεται κυρίως ὁ ποιητής τήν ἔμπνευσή του γιά νά φωτίσει κατά τρόπο δοξολογικό τό πάνσεμνο πρόσωπο τῆς Παναγίας καί δι’ αὐτῆς νά μᾶς καθοδηγήσει στήν ἐμβάθυνση τοῦ σωτηριώδους ἔργου τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ της. Ὁ ὑπόψιν χαιρετισμός προβάλλει μέ ἄμεσο τρόπο τό τί ἔφερε γιά τούς πιστούς ἀνθρώπους ὁ ἐρχομός τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ μας: διά τῆς Παναγίας ντυθήκαμε τή δόξα τοῦ Θεοῦ.

1.  Παναγία ἐκ Πνεύματος ἁγίου καί μέ τή δική της ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ («ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά Σου») σαρκώνει μέσα της καί γεννᾶ στή συνέχεια τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς ἁγίας Τριάδος ὡς ἄνθρωπο. Πρόκειται γιά τό μέγα μυστήριο τῆς πίστεώς μας πού ἀποτελεῖ καί τό βάθρο στό ὁποῖο στηρίζεται πιά ἡ Ἐκκλησία, ὅπως τό ἐξαγγέλλει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «ὁμολογουμένως μέγα ἐστί τό τῆς εὐσεβείας μυστήριον: Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί». Κι αὐτός ὁ ἐρχομός Του στόν κόσμο ἀποκαλύπτει μέ τόν πιό παράδοξο τρόπο τή δόξα τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὁ Χριστός εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐπίσης μᾶς τό λέει ὁ ἴδιος ἀπόστολος: «Ὁ Θεός… ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρός φωτισμόν τῆς γνώσεως τῆς δόξης Αὐτοῦ ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Β΄ Κορ. 6, 6) (Ὁ Θεός ἔλαμψε μέσα στίς καρδιές μας καί μᾶς φώτισε νά γνωρίσουμε τή δόξα Του στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ) – κοιτᾶμε τόν Χριστό καί βλέπουμε δοξαστικά τόν Θεό Πατέρα, ὅπως καί γιά νά δοῦμε τόν Χριστό ὅπως πράγματι εἶναι: Θεός καί ἄνθρωπος, χρειάζεται νά μᾶς φωτίσει ὁ Πατέρας Θεός.  

2. Ἀπό τήν ἄποψη αὐτή ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύπτεται καί κατανοεῖται ὄχι μέ τόν τρόπο τοῦ πεσμένου στήν ἁμαρτία ἀνθρώπου, δηλαδή μέ τόν ἠχηρό τρόπο πού συνήθως αὐτός κινεῖται: κενόδοξα καί ἀλαζονικά λόγω τῆς κενότητας καί τοῦ ἀνούσιου τῆς ζωῆς του, ἀλλά μέ τόν τρόπο πού εἴδαμε νά ἔρχεται καί νά δρᾶ ὁ Χριστός: ἀπείρως ταπεινά καί σεμνά, καλύπτοντας καί τά πιό κραυγαλέα καί θαυμαστά σημεῖα Του μέ τόν μανδύα τῆς σιωπῆς καί τῆς διακριτικῆς φυγῆς Του. Κι ἀκόμη περισσότερο: ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ φανερώνεται ἀδιάκοπα μέσα στούς πολυποίκιλους πειρασμούς τῆς ἐπί γῆς πορείας τοῦ Χριστοῦ, προερχομένους εἴτε ἀπό τόν Πονηρό διάβολο εἴτε ἀπό τά πειθήνια ὄργανά του, μέ ἀποκορύφωση τή Σταυρική Του θυσία - στόν Σταυρό ἐπάνω ὁ Κύριος φτάνει στό ἀπώγειο πράγματι τῆς δόξας Του (ὡς Βασιλεύς τῆς δόξης): ἐκεῖ συντρίβει καί καταργεῖ τήν ἁμαρτία καί τόν διάβολο, γιά νά ἔρθει ἔπειτα ἡ ὥρα τῆς Ἀνάστασης καί τῆς ἐν δόξῃ Ἀνάληψής Του. Ἔτσι στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἀνατρέπονται ὅλα τά δεδομένα καί οἱ σταθερές τῆς πρό Χριστοῦ ἀνθρωπότητας: τό κοσμικό καί ἁμαρτωλό ὑπερήφανο φρόνημα μέ ὅλες τίς ἐμπαθεῖς συνέπειές του, καί  κηρύσσεται ἡ ἀληθινή δόξα τοῦ Θεοῦ πού ἔχει ὡς γνωρίσματα τή θυσιαστική ἀγάπη καί τήν ὑπέρλογη ταπείνωση.

3. Ὅ,τι ὅμως ἔφερε ὁ Κύριος ὡς ζωή καί παρουσία Του αὐτό ἀναφέρεται καί ἀντανακλᾶ καί στούς πιστούς ὅλων τῶν αἰώνων, τά μέλη τοῦ ἁγίου Σώματός Του, τῆς Ἐκκλησίας. Γιατί; Διότι ἡ Παναγία μας γέννησε Αὐτόν πού μέσα στήν ἀνθρώπινη φύση Του περιέκλεισε ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ὁ Χριστός δέν εἶχε ξεχωριστή ἀνθρώπινη ὑπόσταση-προσωπικότητα· προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση (σῶμα καί ψυχή), τήν ὁποία ἕνωσε μέ τή θεϊκή Του φύση στή μία θεϊκή (ὑπόσταση)-προσωπικότητά Του («διπλοῦς τήν φύσιν ἀλλ’ οὐ τήν ὑπόστασιν»). Κι αυτό σημαίνει πώς κάθε ἄνθρωπος πού ἔρχεται στόν κόσμο, δυνάμει ὅσο εἶναι ἀβάπτιστος, ἐνεργείᾳ ἄν πιστέψει καί βαπτιστεῖ, ντύνεται τόν Χριστό. Ὁ Χριστός δηλαδή δέν ἀποτελεῖ γιά τόν πιστό Ἐκεῖνον πού ἁπλῶς βρίσκεται δίπλα του ἤ στό πλάϊ του καί κοντά του· βρίσκεται Ὅλος μέσα στήν ψυχοσωματική ὕπαρξή του, ὅπως κι ὁ πιστός βρίσκεται μέσα σ’ Ἐκεῖνον. «Ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε», μᾶς λέει ὁ ἀπόστολος, γιά νά μᾶς τονίσει ὅτι ὁ πιστός τελικῶς εἶναι ἕνας ἄλλος Χριστός μέσα στόν κόσμο, ἕνα «μίμημα Ἐκείνου», ὄχι ὅμως μέ κάποιο ἐξωτερικό τρόπο, ἀλλά μ’ ἕναν τρόπο πού φανερώνει τή μυστική δική Του παρουσία στόν ἄνθρωπο ἐν Πνεύματι ἁγίῳ. «Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός».  Ἡ ἀλήθεια αὐτή δέν συνιστᾶ καί τήν προϋπόθεση προκειμένου νά κοινωνεῖ ὁ πιστός ἐν Ἐκκλησίᾳ «σῶμα καί αἷμα Χριστοῦ», ἀνανεώνοντας καί ἐπιτείνοντας κάθε φορά τή βαθειά καί σωτήρια αὐτή πραγματικότητα, ὥστε νά «μένῃ ἐν Αὐτῷ καί Αὐτός ἐν αὐτῷ»;

4. Δέν ἀρκεῖ ὅμως τό ἅγιο βάπτισμα καί ἡ θεία Κοινωνία γιά νά εἶναι ὁ χριστιανός πράγματι ἕνας ἄλλος Χριστός μέσα στόν κόσμο. Ἐκεῖνο πού ἀποτελεῖ τό ἀποδεικτικό στοιχεῖο τῆς ὑπέρλογης καί μυστηριακῆς αὐτῆς πραγματικότητας εἶναι τό δυναμικό στοιχεῖο τῆς δόξας τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως δηλαδή ὁ Χριστός ἦταν καί εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ στόν βαθμό πού θυσιάστηκε ἀπό ἀγάπη γιά τόν κόσμο καί ἔζησε τήν ἀπόλυτη ταπείνωση, κατά τόν ἴδιο τρόπο ὁ χριστιανός: εἶναι χριστιανός καί φανερώνει τόν Χριστό, ὅταν εἶναι ντυμένος τή δόξα Ἐκείνου· ὅταν δηλαδή ζεῖ θυσιαστικά τή ζωή του κι ὅταν ἀγωνίζεται νά ζεῖ τήν ἁγία ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ. Μέ ἄλλα λόγια, χριστιανός πού εἶναι μέν βαπτισμένος καί κοινωνεῖ τῶν ἀχράντων μυστηρίων, ἀλλά ἡ καθημερινότητά του δέν συνάδει μέ ὅ,τι ἔκανε ὁ Χριστός: συνεπῶς ζεῖ ἐκκοσμικευμένα ὅπως ὁ πολύς κόσμος ὁ ζῶν ἐν ἀμετανοησίᾳ, αὐτός δέν εἶναι χριστιανός καί «δουλεύει» δυστυχῶς στόν ἀντίχριστο. Διότι «ὁ μή ὤν μετ’ ἐμοῦ», λέει ὁ Κύριος, «κατ’ ἐμοῦ ἐστι». Ἡ ζωή μας ἀποκαλύπτει τή χριστιανικότητά μας καί ὄχι ὁ τύπος τῶν μυστηριακῶν τελετῶν (ἐντελῶς ἀπαραίτητος ἀσφαλῶς γιά νά λειτουργεῖ ἡ γνήσια χριστιανοσύνη μας).

 παραπάνω χαιρετισμός τῆς Β΄ στάσης τῶν Χαιρετισμῶν μᾶς ὑπενθυμίζει τή μέγιστη δωρεά πού μᾶς χάρισε ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία μας: ντυθήκαμε τόν Χριστό διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος. Ἐκεῖνος εἶναι πιά τό ἔνδυμά μας καί τό ἔνδυμά μας αὐτό τό κατάστικτο ἀπό τό αἷμα τῆς ἀγάπης καί τῆς ταπείνωσής Του χαρακτηρίζει καί ἐμᾶς. Ὅσο ἀκολουθοῦμε καθημερινά καί ἀδιάκοπα τήν ἀγάπη καί τήν ταπείνωσή Του βρισκόμαστε «ἐπί τά ἴχνη Του», μᾶλλον Τόν ἀφήνουμε νά δρᾶ μέσα ἀπό ἐμᾶς. Αὐτό συνιστᾶ καί τή δική μας δόξα στόν κόσμο τοῦτο, αὐτό θά μᾶς δοξάσει στό ἔπακρο ὅταν φύγουμε ἐν πίστει ἀπό τόν κόσμο τοῦτο. Μέ τό δεδομένο ἀσφαλῶς ὅτι ἡ ὅλη πορεία μας γίνεται «ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου». Διότι «δι’ αὐτῆς ἐνεδύθημεν» τή δόξα τοῦ Υἱοῦ της.  

16 Απριλίου 2021

ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΚΑΘΙΣΤΟ ΥΜΝΟ

«Ρόδον τό ἀμάραντον, χαῖρε ἡ μόνη βλαστήσασα· τό μῆλον τό εὔοσμον, χαῖρε ἡ τέξασα· τό ὀσφράδιον τοῦ μόνου Βασιλέως· χαῖρε Ἀπειρόγαμε, Κόσμου διάσωσμα» (ὠδή α΄, ἦχος δ΄).

(Χαῖρε (Παναγία), πού εἶσαι ἡ μόνη πού βλάστησε τό ἀμαράντινο ρόδο· χαῖρε Σύ πού γέννησες τό εὐωδιαστό μῆλο· εἶσαι τό ἄρωμα τοῦ μόνου Βασιλιᾶ· χαῖρε Σύ πού εἶσαι ἡ Παρθένος Κόρη καί ἡ σωτηρία τοῦ Κόσμου).

1. Ρόδο τό ἀμάραντο συνηθίζουμε νά χαρακτηρίζουμε τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Κατά τόν ἅγιο ὑμνογράφο ὅμως, τόν ἅγιο Ἰωσήφ, ὁ Κύριος εἶναι πρῶτα ἀπό ὅλα τό ρόδο αὐτό – Αὐτόν ὡς ρόδο βλάστησε ἡ Παναγία Μητέρα Του. Ἀκριβῶς ὅμως γι’ αὐτό, παρόμοιο ρόδο εἶναι κι αὐτή πού ὑπῆρξε ἡ κατ’ ἄνθρωπον γεννήτριά Του. Μέ τό ἴδιο σκεπτικό ἡ Παναγία εἶναι καί τό εὐωδιαστό τῆς ἀνθρωπότητας μῆλο. Γιά νά δηλώσει ἔτσι ὁ ποιητής ἀφενός τήν ταυτότητα σχέσεως Χριστοῦ καί Παναγίας – Χριστός καί Παναγία συνορῶνται πάντοτε – καί ἀφετέρου ὅτι ἀκριβῶς γιά τόν λόγο αὐτόν ἡ Παναγία ἀποτελεῖ τήν εὐωδιά τοῦ Χριστοῦ, «τό ὀφράδιον τοῦ μόνου Βασιλέως»: πλησιάζοντας τήν Παναγία, προσερχόμενοι ἐν προσευχῇ καί ταπεινώσει πρός Αὐτήν, τόν Χριστό «μυρίζουμε».

2. Κι αὐτή ἡ ὀσμή εἶναι τό ἄρωμα τοῦ μύρου τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Χριστός δέν ἦταν Αὐτός πού χρίστηκε ἐξαρχῆς τῆς δημόσιας δράσης Του ἀπό τό «ἐν εἴδει περιστερᾶς» ἅγιον Πνεῦμα τήν ὥρα τῆς βάπτισής Του στόν Ἰορδάνη ποταμό; Συνεπῶς τό πνευματικό αὐτό μύρο σκορποῦσε μέ κάθε κίνησή Του καί κάθε λόγο Του, τό πνευματικό αὐτό μύρο σκορπᾶ καί προσφέρει καί ἡ Παναγία μας.  Καί τοῦτο ἐπιβεβαιώνεται κατά πρωθύστερο τρόπο καί ἀπό τό γεγονός τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ὅταν «Πνεῦμα Ἅγιον ἐπέρχεται ἐπ’ Αὐτήν», γιά νά σαρκώσει στήν παναγία μήτρα Της τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ ὡς ἄνθρωπο.

3. Τό ἴδιο κατ’ ἐπέκταση μυρίζουν καί οἱ ἄνθρωποι. Μέ μία διπλή ὅμως ἐνέργεια: οἱ πιστοί καί βαπτισμένοι ἐν Χριστῶ, οἱ μυρωμένοι δικοί Του, μυρίζουν πράγματι Ἅγιον Πνεῦμα - πλησιάζεις ἕναν ἅγιο καί «ὀσφραίνεσαι» τή χάρη τοῦ Θεοῦ· σέ ἀνεβάζει στό ἐπίπεδο τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἄπιστοι καί ἀβάπτιστοι ὅμως – καί μέσα σ’ αὐτούς δυστυχῶς καί οἱ βαπτισμένοι πού ἔχουν ἀποπτύσει τό βάπτισμά τους λόγω τῆς ἀπιστίας τους – «μυρίζουν» ἀλλά μέ τή μυρωδιά τῆς ἁμαρτίας, τή βρωμιά τῶν παθῶν. Εἶναι μία πραγματικότητα πού ἐπανειλημμένως ἀναφέρεται στή ζωή τῶν ἁγίων. Ὅταν συναντοῦσαν οἱ ἅγιοι ἀνθρώπους ἀγωνιστές στήν ἀρετή καί στήν πίστη, τούς ὀσφραίνονταν ὡς πνευματικό μύρο, ὅπως καί ἀντιστρόφως, ὅταν ἔρχονταν σέ συνάφεια μέ ἀνθρώπους ἀπίστους, πονηρούς καί ἀμετανοήτους, ὀσφραίνονταν τή «βρωμιά» τους, ἡ ὁποία ἀποτύπωνε τή βρωμερή «μπόχα» τοῦ Πονηροῦ διαβόλου.

Νά θυμηθοῦμε μεταξύ πλήθους ἄλλων παραδειγμάτων αὐτό πού εἶχε πεῖ κάποτε ὁ ὅσιος Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης: «Ἦλθε, παιδιά μου, κάποιος πού εἶχε μπλέξει μέ ἀνατολικές θρησκεῖες, ἐνῶ ἦταν βαπτισμένος χριστιανός. Καί βρώμαγε μέ μία βρῶμα πού δέν μποροῦσα νά ἀντέξω. Εἶπα σ’ ἕναν ὑποτακτικό μου νά τόν κεράσει καί νά τόν στείλει στήν εὐχή τοῦ Θεοῦ». Ἐδῶ δέν στηρίζεται καί τό γεγονός τῆς μυροβολίας καί τῆς εὐωδίας τῶν λειψάνων τῶν διαφόρων ἁγίων μας; Αὐτό πού ζοῦσαν ὅσο βρίσκονταν στή ζωή αὐτή: τή θερμή ἐν ἀγάπῃ παρουσία τοῦ Θεοῦ, αὐτό ματαβιβάστηκε καί στά ἅγια λείψανά τους.

Ἡ Παναγία μας ἀποτελεῖ τή μόνιμη καί ἀδιάκοπη εὐωδία τοῦ Κυρίου. Μέσα στήν ἀμορφία τῆς σημερινῆς ἐποχῆς, ὅπου ὄζει κυριολεκτικά ἀπό τά πολλά καί ποικίλα πάθη μας, ἄς τήν πλησιάζουμε καί ἄς τήν ἐπικαλούμαστε. Θά «εἰσπράττουμε» τήν ἐξαίσια ὀσμή Της, ὀσμή τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ μας, πού σημαίνει ὅτι κατά κάποιον τρόπο θά ἀρχίζουμε νά εὐωδιάζουμε κι ἐμεῖς. Γιατί δέν γίνεται νά μπεῖς σ’ ἕνα ἀρωματοπωλεῖο καί βγαίνοντας νά μή φέρεις, ἔστω καί γιά λίγο, τήν ἀτμόσφαιρα τῆς εὐωδίας.

09 Απριλίου 2021

Δ΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

«Χαῖρε, χρωτός τοῦ ἐμοῦ θεραπεία· χαῖρε, ψυχῆς τῆς ἐμῆς σωτηρία»

(Χαίρε Παναγία, που είσαι η θεραπεία του σώματός μου και η σωτηρία της ψυχής μου).

Σε κάθε πρόβλημα αρρώστιας και πόνου, το πρώτο όνομα που έρχεται στα χείλη των πιστών, κι ίσως και πιο μπροστά και από τον ίδιο τον Κύριο Ιησού Χριστό, είναι της Παναγίας. «Παναγία μου, βοήθα με», κραυγάζουν όλοι, μυστικά, νοερά, φωναχτά – ακόμη κι οι θεωρούμενοι «άθεοι» -  νιώθοντας ότι Αυτή είναι η πρώτη καταφυγή τους, Εκείνη που θα σκύψει να αφουγκραστεί το πρόβλημά τους και θα δώσει απάντηση στον όποιο πόνο και την όποια δοκιμασία τους. Και μην πει κανείς ότι αυτό δεν είναι σωστό γιατί προηγείται ο Κύριος,  διότι ο Κύριος αφενός χαίρεται όταν αναφέρονται οι άνθρωποι στην Παναγία Μητέρα Του – η Παναγία αποτελεί  τη μεγαλύτερη χαρά Του ως συνισταμένη όλων των χαρίτων και όλης της ομορφιάς του κόσμου! – αφετέρου η όποια, παρακλητική ή δοξολογική, αναφορά σ’ Εκείνην στην πραγματικότητα είναι αναφορά στον Ίδιο: η Παναγία μας παίρνει τις προσευχές και τις επικλήσεις μας για να τις καταθέσει ενώπιον του Υιού και Θεού Της.

Και πράγματι: όλη η ιστορία της χριστιανικής πίστεως έχει καταγράψει άπειρο αριθμό θαυμάτων από τις φιλεύσπλαχνες επεμβάσεις της για τη θεραπεία όλων των σωματικών ασθενειών που έχουν αναφανεί στο ανθρώπινο γένος, κάθε φορά βεβαίως που υπάρχει η απαραίτητη προς τούτο προϋπόθεση: η πίστη προς τον Κύριο και την Ίδια. Ο λαός μας το γνωρίζει πολύ καλά: «Πολύ ισχύει δέησις Μητρός προς ευμένειαν Δεσπότου». Κι ίσως για τους περισσοτέρους ισχύει αυτό που συνέβαινε και με τον όσιο Γέροντα Παΐσιο, ο οποίος συνήθιζε να λέγει ότι στο κάθε πρόβλημά του στρεφόταν πρώτα στην Παναγία, γιατί «ντρεπόταν» να στραφεί σ’ Εκείνον που είναι ο άπειρος και παντοδύναμος Θεός. «Την Παναγία την κρατάω από το φουστάνι διαρκώς» ήταν ένας συγκινητικός και χαριτωμένος λόγος του.

Όμως η Εκκλησία μας επισημαίνει το αυτονόητο: μαζί με τις δεήσεις στην Παναγία για τη θεραπεία των σωματικών μας ασθενειών πρέπει να καταφεύγουμε σ’ Εκείνην και για την ίαση των ψυχικών πνευματικών μας ασθενειών, την ίαση δηλαδή από τα πάθη μας. Γιατί ο άνθρωπος δεν είναι μόνο σώμα. Είναι και ψυχή, η οποία όταν πάσχει  λόγω των παθών της οδηγεί σε ό,τι χειρότερο υπάρχει: τον χωρισμό από τον αιώνιο Θεό. Οπότε μια θεραπεία σωματική χωρίς την ψυχική ίαση τι νόημα θα είχε; Να είναι ίσως κάποιος υγιής για να μπορεί να συνεχίζει μάλλον τις αμαρτίες του!

Την Παναγία πρέπει να Την επικαλούμαστε πάντοτε: πρώτα όμως για τη σωτηρία της ψυχής μας – ό,τι μας διδάσκει η Εκκλησία μας με το «Ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου, Σώτερ, σώσον ημάς» - κι έπειτα, αν είναι προς το συμφέρον μας, και για τη θεραπεία του σώματός μας. Μη ξεχνάμε: ο Χριστός και η Παναγία μάς θέλουν ολόκληρους κοντά Τους, δηλαδή και με την ψυχή και με το σώμα μας. Για να μη συμβαίνει αυτό που και ο όσιος Γέροντας Πορφύριος είχε παρατηρήσει σε κάποια κυρία, που προσευχόταν μόνο για τη θεραπεία οφθαλμικής της πάθησης: «Δεν μου δόθηκες πνευματικά ολόκληρη. Προσευχόσουν μόνο για τη σωματική σου θεραπεία, κι όχι και της ψυχής σου»!  

02 Απριλίου 2021

Γ΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

«Χαῖρε, στοργή πάντα πόθον νικῶσα»

(Χαῖρε, Σύ Παναγία, πού εἶσαι η σφοδρή αγάπη κι ὁ ἔρωτας που νικάει κάθε άλλον πόθο).

Οἱ τρίτοι χαιρετισμοί βρίσκουν τήν πατρίδα μας ἀλλά καί τήν παγκόσμια κοινότητα σέ μία πρωτόγνωρη κατάσταση: τήν πανδημία τοῦ κορονοϊοῦ, ἡ ὁποία μᾶς καθιστᾶ  σ’ ἕναν βαθμό ἔγκλειστους καί μᾶς δίνει βεβαίως τήν εὐκαιρία, πέραν τῶν ἄλλων ἀρνητικῶν στοιχείων πού φέρνει, νά ἀναμετρηθοῦμε μέ τίς πνευματικές ἀντιστάσεις μας, νά ὑποστοῦμε ἕνα «crash test» τῆς συνύπαρξής μας στήν οἰκογένεια, νά σταθοῦμε ἐνώπιοι ἐνωπίῳ μέ τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας καί τήν ἐνδεχομένη «μοναξιά» μας. Εὐλογία ἤ κατάρα; Ὁ χρόνος θά δείξει. Σημασία πάντως ἔχει τό γεγονός ὅτι ἡ σχέση μας μέ τόν Θεό καί τούς ἁγίους μας δέν ὑφίσταται κανέναν ἀποκλεισμό - ὁ Θεός τήν καρδιά μας ἔτσι κι ἀλλιῶς ἐπιζητεῖ καί ἐκεῖ εἶναι στραμμένο ἀδιάκοπα τό παντοδύναμο πλῆρες ἀγάπης βλέμμα Του. «Ἄνθρωπος εἰς πρόσωπον, Θεός εἰς καρδίαν βλέπει». Κι ἴσως εἶναι εὐκαιρία νά νιώσουμε ἐξ ἀνάγκης καί ὄχι κατ’ ἐπιλογήν τόν ἐγκλεισμό πολλῶν ἁγίων μας, οἱ ὁποῖοι στό «ταμεῖον» τοῦ στενοῦ χώρου πού ζοῦσαν ἀλλά καί τῆς καρδιᾶς τους μποροῦσαν νά βιώνουν πανίερες στιγμές θεοκοινωνίας. Μήπως καί ὁ Κύριος γιά τόν λόγο αὐτόν ἐπέτρεψε τήν πανδημία αὐτή;

Οἱ χαιρετισμοί τῆς Παναγίας μας, καί ἐν προκειμένῳ ὁ συγκεκριμένος πού ἐπιλέξαμε, συνιστοῦν ἀπό τήν πλευρά τους τήν ἀπάντηση καί στή δύσκολη περίοδο πού διερχόμαστε. Πῶς;

1. Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, γιά τόν ποιητή (συνεπῶς καί γιά ὅλους τούς πιστούς, στόμα τῶν ὁποίων εἶναι ἐκεῖνος), δέν εἶναι ἁπλῶς μία ὑπέρ τούς ἄλλους ἁγίους Ἁγία, ἡ ὁποία κάθεται ἐπί τοῦ θρόνου της καί ρίχνει ἀφ’ ὑψηλοῦ τό βλέμμα της στήν ἀνθρωπότητα καί δή στούς πιστούς. Μία τέτοια θέασή της μπορεῖ νά φαίνεται ὅτι περιέχει στοιχεῖα ἀληθείας, μά ἀπέχει πόρρω τῆς πραγματικότητάς της. Διότι ἡ Παναγία μας, ἄν ἔχει τέτοια σπουδαία θέση, τή σπουδαιότερη ἀνθρώπινα, μέσα στήν Ἐκκλησία, εἶναι διότι φανερώνει τή ζωή καί τό ἦθος τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ της. Τό μεγαλεῖο της ἦταν ὅτι ἐλεύθερα ὑποτάχθηκε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἔγινε ἡ πιό κρυστάλλινη καί διαυγής δίοδος, κυριολεκτικά ἡ «μόνη πύλη», προκειμένου νά περάσει δι’ αὐτῆς ὄχι κάτι ἀπό τόν Θεό, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Θεός ὡς ἄνθρωπος μέσα στόν κόσμο. Κι αὐτό σημαίνει ὅτι ὅπως ὁ Θεός μας «ἔκλινεν οὐρανούς καί κατέβη», διότι μᾶς ἀγάπησε μέ τή μεγαλύτερη ἀγάπη καί τόν μεγαλύτερο ἔρωτα (:«οὕτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν», καί: «ὄντων ἡμῶν ἁμαρτωλῶν Χριστός ὑπέρ ἡμῶν ἀπέθανεν»), ἔτσι καί ἡ Παναγία μας, συντονισμένη μέ τή σφοδρή ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο, κινεῖται στόν ἴδιο  μέ Ἐκεῖνον ρυθμό: στέκεται θυσιαστικά, πλήρης ἀγάπης καί ἔρωτος, ἀπέναντι στόν κάθε ἄνθρωπο, ἰδίως δέ τόν πιστό πού ἀφήνει χῶρο στήν ψυχή καί τήν καρδιά του γιά νά βρεῖ «τόπον καταπαύσεως» ἡ ἀπόλυτη καί μοναδική αὐτή ἀγάπη. Τά ἄπειρα καταγεγραμμένα ἤ μή θαύματα τῆς Παναγίας μας ἀνά τούς αἰῶνες πιστοποιοῦν τήν πραγματικότητα αὐτή.

2. Μπροστά λοιπόν σ’ αὐτήν τή στάση της πού φανερώνει τή στάση τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ μας, (νά εἶναι δηλαδή ἡ Μάνα πού τό μόνο πού ἐπιζητεῖ γιά τά παιδιά της εἶναι νά τά ἔχει στή θερμή ἀγκαλιά της), ὁ πιστός διά στόματος τοῦ ἁγίου ὑμνογράφου κινεῖται ἐξίσου θερμά καί μέ σφοδρή ἀγάπη: κινεῖται σάν τό παιδί πού πέφτει στήν ἀνοικτή ἀγκάλη τῆς Μάνας του καί τήν καταφιλεῖ δεχόμενη τούς δικούς της ἀσπασμούς καί τά δικά της φιλιά. Πόσο θυμᾶται κανείς ἐδῶ τούς ἁγίους μας, ὄχι μόνο τούς παλαιοτέρους, μά καί τούς νεωτέρους μας, σάν γιά παράδειγμα τόν ἅγιο Νεκτάριο ἤ σάν τόν ἅγιο Γέροντα Παΐσιο! Ὁ ἅγιος Νεκτάριος μπρός στήν Παναγία τή Συλημβριανή πού εἶχε στό κελλί του, τῆς μιλοῦσε τόσο θερμά καί τήν προσκυνοῦσε καί φιλοῦσε τήν εἰκόνα της τόσο πολύ, πού δημιούργησε βαθούλωμα ὁ ἔνδακρυς ἀσπασμός του. Κι ὁ ἅγιος Παΐσιος, κατά τήν ὁμολογία τοῦ Ἴδιου, πάντοτε ἀναφερόταν στήν Παναγία – «τήν κρατάω διαρκῶς ἀπό τό φουστάνι» συνήθιζε νά λέει – κι ὑπῆρχαν φορές, πάμπολλες πρέπει νά ὑποθέσουμε, πού ἀγκάλιαζε τήν ἁγία εἰκόνα της καί τήν καταφιλοῦσε «γιά νά βυζάξει λίγο τή χάρη της».

3. Ἔτσι ἡ Παναγία μας, κατά τόν ὑμνογράφο, εἶναι κατ’ ἀντανάκλαση τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ της, τό ἐρώμενο ἀπό τούς πιστούς πρόσωπο, γιατί εἶναι ἡ κατεξοχήν ἐρῶσα τούς ἀνθρώπους. Ἀγαπάει μέ ἄλλα λόγια κι ἐπειδή ἀγαπάει ἀγαπιέται. Γιατί πῶς θά μπορούσαμε ἐμεῖς οἱ ἀδύνατοι καί πεσμένοι στήν ἁμαρτία ἄνθρωποι νά ἀγαπήσουμε τόν Θεό καί ὅ,τι εἶναι τοῦ Θεοῦ, πρωτίστως τήν Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου, ἄν δέν μᾶς ἔδινε ὁ Ἴδιος χέρι βοηθείας; Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι μποροῦμε νά ἀγαπᾶμε τόν Θεό, γιατί Ἐκεῖνος πρῶτος ἀγάπησε ἐμᾶς. Ἐκεῖνος εἶχε καί ἔχει πάντοτε τήν πρωτοβουλία, Ἐκεῖνος στήνει τή σκάλα καί κατέρχεται, προκειμένου νά ἀνέβουμε κι ἐμεῖς. Ὅπως τό διατυπώνει καί ὁ μέγας Ἰωάννης ὁ Θεολόγος: «Ἡμεῖς ἀγαπῶμεν ὅτι Αὐτός πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς». Τό τραγικό γιά ἐμᾶς εἶναι ὅτι ἐνῶ ὁ Θεός μᾶς ἀγαπάει χωρίς ἐκπτώσεις καί χωρίς διακοπές, (εἶναι «ὁ μόνος πιστός»), ἐμεῖς συνεχῶς ἀπιστοῦμε καί ταλαντευόμαστε, ἐμεῖς πότε λίγο καταλαβαίνουμε καί θέλουμε νά ἀνταποκριθοῦμε καί πότε κλεινόμαστε στόν ἑαυτό μας καί στά πάθη μας, ἀφήνοντας ἔξω ἀπό ἐμᾶς τήν ἀγάπη Του αὐτή, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ καί τή λύση καί τή διέξοδο σέ ὅλα τά προβλήματά μας - ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι κυριολεκτικά ὁ Παράδεισός μας.  

4. Καί τί μᾶς λέει περαιτέρω καί ἐντελῶς παρηγορητικά ὁ ἅγιος ποιητής, κατά τόν χαιρετισμό; Ὅτι μόλις ἀρχίζουμε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ νά νιώθουμε λίγο τή θερμή ἀγάπη τῆς Παναγίας ἀπέναντί μας, συνεπῶς τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μας, τότε ἀρχίζουμε νά ἀπεμπλεκόμαστε καί ἀπό ὅ,τι ἐμπαθές μᾶς δένει μέ τόν κόσμο τοῦτο. Νά «ξεκολλᾶμε» δηλαδή καί ἀπό τόν πόθο τῶν σαρκικῶν μας ἐπιθυμιῶν καί ἀπό τόν πόθο γιά ν’ ἀποκτοῦμε διαρκῶς καί περισσότερα ὑλικά ἀγαθά καί ἀπό τόν πόθο γιά νά φαινόμαστε καί νά ἐπιζητοῦμε τόν ἀνθρώπινο ἔπαινο σέ ὅλα τά ἔργα μας. Μέ ἄλλα λόγια μόνο μία σφοδρή καθαρή ἀγάπη, σάν αὐτήν πρός τή Μάνα μας Παναγία, μπορεῖ νά μᾶς γλιτώσει ἀπό τίς ἐμπαθεῖς ἀγάπες καί προσκολλήσεις μας. Κι αὐτό γιατί; Διότι οἱ ἐμπαθεῖς ἀγάπες καί οἱ ὅποιοι ἁμαρτωλοί πόθοι μας ὁδηγοῦν πάντοτε μέ μαθηματική ἀκρίβεια σέ μία ἀπ’ αὐτήν τή ζωή κόλαση, μέ τά στοιχεῖα τῆς θλίψης καί τῆς μελαγχολίας καί τοῦ ἄγχους καί τῆς ἀνοησίας τῆς ζωῆς πού περικλείει. Εἶναι ἡ τραγική ὁμολογία πού κάνουμε ὅλοι μας, ὅταν φτάσουμε στό σημεῖο τόν πρῶτο λόγο στή ζωή μας νά τόν ἔχει ἡ ἁμαρτία καί ὄχι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, νά τόν ἔχει δηλαδή ἡ κλίση τῆς καρδιᾶς μας σέ ὅ,τι δέν εἶναι Θεός καί Χριστός. Ἐν ἀντιθέσει πρός τήν ἄλλη περίπτωση: πόσο καλά αἰσθανόμαστε, πόση χάρη Θεοῦ καί «Παράδεισο» ζοῦμε, ὅταν ἡ κλίση τῆς καρδιᾶς μας εἶναι πρός τόν Χριστό καί πρός τούς ἁγίους μας, κυρίως δέ πρός τήν Παναγία μας!

Αὐτόν τόν Παράδεισο τόν ἤδη βιούμενο ἀπό τή ζωή αὐτή μᾶς προβάλλει ὁ χαιρετισμός. Γιατί μᾶς ὑπενθυμίζει τόν Παράδεισο τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης πού τόν ψαύουμε ἀνάγλυφα στό πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Κι αὐτό συνιστᾶ, ὅπως εἴπαμε, καί τή λύση καί τή θεραπεία καί στό πρόβλημα πού ζοῦμε μέ τήν πανδημία τῶν ἡμερῶν μας. Ναί, τό πρόβλημα εἶναι ὑπαρκτό, δυσκολευόμαστε ἀπό τίς συνέπειές του, μά πέρα ἀπό αὐτό, (διότι μπορεῖ νά τό προσδιορίσει καί νά τό ἀντιμετωπίσει), εἶναι ἡ ἀγάπη τῆς Μάνας μας καί ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ Πατέρα μας, φίλου μας, ρίζας μας, νυμφίου τῆς ψυχῆς μας. Ἡ στοργή τους αὐτή ὄντως νικάει κάθε τι ἄλλο μέσα στόν κόσμο.

 

26 Μαρτίου 2021

Β΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

 

«…καί ὡς λύχνον κρατοῦντες αὐτόν, δι’ αὐτοῦ ἠρεύνων κραταιόν Ἄνακτα…»

(…καί κρατώντας τό θεοδρόμο ἀστέρι οἱ ἐκ Περσίδος Μάγοι σάν λυχνάρι, μέσω αὐτοῦ ζητοῦσαν νά μάθουν γιά τόν ἰσχυρό Βασιλιά, τόν Μεσσία τοῦ κόσμου…).

Ὁ ἐκκλησιαστικός ποιητής τοῦ Ἀκαθίστου χρησιμοποιεῖ μία πολύ ὡραία εἰκόνα προκειμένου νά περιγράψει τήν καθοδήγηση τῶν Μάγων ἀπό τό ἀστέρι τῆς Βηθλεέμ, ὥστε νά προσκυνήσουν αὐτοί τόν νεογέννητο Βασιλιά τοῦ κόσμου, τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Πῆραν τό ἀστέρι σάν λυχνάρι στόν δρόμο τους, λέει, καί ἔτσι μέ τό φῶς ἐκείνου ἔφθασαν τόν ἄφθαστο ἐν σαρκί Θεό.

1. Εἶναι περιττό νά ὑπενθυμίσουμε ὅτι τό ἀστέρι τῆς Βηθλεέμ, τό ὁποῖο προκάλεσε ἀλλά καί προκαλεῖ μέχρι σήμερα ποικίλες ἀφορμές ἔρευνας καί ἐνασχόλησης ἀπό τούς ἀστρονόμους, εἶναι ἕνα φαινόμενο τό ὁποῖο ὑπέρκειται, κατά τούς ἁγίους Πατέρες μας, τῆς ἁπλῆς φυσικῆς πραγματικότητας. Χωρίς νά θέλουμε νά ὑποβαθμίσουμε τήν ὅποια φυσική καί ὑλική διάστασή του – καί ἡ ὕλη καί ἡ φύση, τοῦ Θεοῦ εἶναι, συνεπῶς καί μέσα ἀπό αὐτή σ’ Ἐκεῖνον ἀναγόμαστε καί Ἐκεῖνον δοξολογοῦμε – εἶναι προτιμότερο νά ἀκολουθήσουμε αὐτό πού κατεξοχήν ὁ ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος ἑρμηνεύει· ὅτι πρόκειται γιά φωτεινό ἄγγελο Κυρίου, ὁ ὁποῖος στάλθηκε ἀκριβῶς γιά νά καθοδηγήσει τούς ἐκ Περσίας ἀναζητητές τῆς ἀλήθειας. «Τό ἀστέρι τῶν μάγων δέν ἦταν ἀπ᾿ αὐτά πού βλέπουμε στό στερέωμα τοῦ οὐρανοῦ τίς νυχτερινές ὧρες. Ἦταν κάποια λογική κι ἀόρατη δύναμη, ἕνας άγγελος, πού πῆρε τό σχῆμα τοῦ ἄστρου».

2. Κι αὐτή ἡ ἀναζήτηση τῆς ἀλήθειας, ἡ «ἔρευνά» της, κατά τόν χαρακτηρισμό τοῦ ποιητῆ, ἀποτελεῖ τήν κατεξοχήν προϋπόθεση γιά νά ὑπάρξει ἡ προσφορά τοῦ φωτός τοῦ Θεοῦ. Θέλουμε νά ποῦμε ὅτι ὁ Κύριος στέλνει τό φῶς τοῦ ἀγγέλου Του, γιατί ἔβλεπε ὡς παντογνώστης τό τί διαδραματιζόταν στήν καρδιά τῶν μάγων τῆς Ἀνατολῆς: μέσα στό σκοτάδι τῆς ἀγνωσίας τοῦ Θεοῦ ἀναζητοῦσαν τήν ἀλήθεια, ἐρευνοῦσαν γιά τό βάθος καί τήν αἰτία τῶν πραγμάτων. Καί συνέβη λοιπόν σ’ αὐτούς ὅ,τι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἀξιωματικά μᾶς ἐπισημαίνει: «πᾶς ὁ ὤν ἐκ τῆς ἀληθείας ἀκούει μου τῆς φωνῆς». Ἀκούει τή φωνή μου, συνεπῶς προσανατολίζεται πρός Ἐμένα, μόνον ἐκεῖνος πού ἀγαπάει τήν ἀλήθεια, πού ἔχει στρέψει δηλαδή τή ροπή τῆς ψυχῆς του σ’ ἐκεῖνα πού εἶναι πέρα ἀπό τά ἐπίγεια, ἔστω κι ἄν δέν γνωρίζει ἀκόμη τήν ἀλήθεια τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε κατά τόν πόθο τοῦ ἀνθρώπου ἀνταποκρίνεται καί ὁ Θεός. Τά βαθιά αἰτήματα τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου βρίσκουν πάντοτε ἀνταπόκριση ἀπό τόν πανάγαθο Κύριο, ὁ Ὁποῖος ἐκεῖ ἔχει στραμμένο πρωτίστως τό βλέμμα Του κι αὐτό διακαῶς ἐπιζητεῖ: τήν καρδιά τοῦ κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν Ἐκείνου δημιουργήματός Του. «Υἱέ μου, δός μοι σήν καρδίαν».

3.  Τό παράδειγμα τῶν τριῶν Μάγων καθοδηγεῖ μέ τή σειρά του καί μᾶς. Ὅπως ἐκεῖνοι «ἅρπαξαν» τό λυχνάρι τοῦ φωτός τοῦ Οὐρανοῦ, γιατί μ’ αὐτό ἔβλεπαν ὅτι θά φτάσουν σέ ὅ,τι ἀνώτερο ὑπάρχει: τήν εὕρεση τοῦ ἀφθάστου Θεοῦ, ἔτσι κι ἐμεῖς, ἀλλά σέ ἀπείρως καλύτερη θέση ἀπό ἐκείνους εὑρισκόμενοι: χρειάζεται νά «ἁρπάζουμε» αὐτό τό φῶς, γιά νά καθοδηγούμαστε στό σκύψιμο καί στήν κατάδυση μέσα στό βάθος τῆς καρδιᾶς μας· γιατί ἐκεῖ εἶναι ἐγκατεστημένος ὁ Κύριος ἀπό τήν ὥρα πού βαπτιστήκαμε καί γινήκαμε μέλη τοῦ σώματός Του. Κατά τόν ἀψευδή λόγο Του «ἰδού ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ - ὁ ἴδιος δηλαδή - ἐντός ὑμῶν ἐστι». Ἡ φάτνη Του εἶναι ἡ φάτνη τῆς καρδιᾶς μας, ἡ ὁποία ὅμως παραχώνεται καί χάνεται ἀπό τόν ὁρίζοντά μας λόγω τῶν συνεχῶν ἁμαρτιῶν μας καί τῆς πνευματικῆς ἀμέλειάς μας. Ἐνῶ θά ἔπρεπε νά ζοῦμε μέσα στό ἄπλετο φῶς Του, ἐμεῖς συχνά ἐπιλέγουμε τό σκοτάδι τῶν παθῶν μας καί γι’ αὐτό χρειαζόμαστε ἄλλο καθοδηγητικό φῶς.

4. Κι αὐτό τό φῶς γιά μᾶς, λυχνάρι πράγματι στά χέρια μας, εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, εἴτε ὡς Ἁγία Γραφή εἴτε ὡς Πατερική Παράδοση εἴτε ὡς ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὅσο ἀκροώμαστε καί μελετοῦμε τόν λόγο αὐτόν, τόσο κι αὐτός θά μᾶς ὁδηγεῖ στόν ἄφθαστο Θεό, τόσο δηλαδή θά συναντοῦμε τόν ἴδιο τόν Κύριο στό βάθος τῆς καρδιᾶς μας, ἐπιβεβαιώνοντας ἐμπειρικά ὅτι εἴμαστε ἀληθινά καί ζωντανά μέλη Του, εἰκόνες Του πού Τόν φανερώνουν μέσα στόν κόσμο. Ἀρκεῖ νά συντρέχει καί σ’ ἐμᾶς ἡ ἴδια μέ τούς τρεῖς Μάγους προϋπόθεση: ἡ δίψα γιά τήν ἀλήθεια καί τό φῶς τοῦ Χριστοῦ· ὁ πόθος γιά συνάντηση μαζί Του. Ἀποδεικτικό στοιχεῖο ὅτι εἴμαστε στή σωστή κατεύθυνση καί ὅτι ὄντως συναντοῦμε τόν Χριστό εἶναι αὐτό πού καί πάλι ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος ὑμνογράφος ἀπό τούς Μάγους τῆς Ἀνατολῆς: ἡ χαρά πού ἔνιωσαν αὐτοί ὅταν Τόν ἔφθασαν καί ἡ ὁποία τούς ὁδήγησε σέ δοξολογία ἀφενός τοῦ ἁγίου Ὀνόματος τοῦ Θεοῦ, σέ δοξολογική κραυγή πρός τή Μητέρα τοῦ Κυρίου («βοῆσαι τῇ Εὐλογημένῃ, Χαῖρε») ἀφετέρου. 

Ξέρουμε πιά ὅτι τήν ὥρα πού προσκυνοῦμε τόν Κύριο ἔχουμε ἀγκαλιάσει τήν ἁγία Μητέρα Του, μᾶλλον καί οἱ δύο μᾶς κρατοῦν στοργικά μέσα στήν πλήρη ἀγάπης δική Τους ἀγκαλιά!

19 Μαρτίου 2021

Α΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

«Ἄγγελος πρωτοστάτης οὐρανόθεν ἐπέμφθη εἰπεῖν τῇ Θεοτόκῳ τό Χαῖρε».

Είναι γνωστό σε όλους ότι το ιστορικό υπόβαθρο του Ακαθίστου Ύμνου βρίσκεται στις αρχές του 7ου αι., όταν η Κωνσταντινούπολη σώθηκε με την επέμβαση της Θεοτόκου από τις επιθέσεις των Αβάρων. Το θεολογικό υπόβαθρο όμως και μάλιστα της πρώτης στάσης των Χαιρετισμών βρίσκεται στον Ευαγγελισμό της Παναγίας: την κλήση της από τον αρχάγγελο Γαβριήλ να γίνει η μητέρα του Θεού ως ανθρώπου. Και τον Ευαγγελισμό τονίζουν όλοι οι οίκοι της πρώτης στάσης. Ο πρώτος μάλιστα οίκος δείχνει πολύ καθαρά το νόημα των Χαιρετισμών: Άγγελος πρωτοστάτης, δηλαδή ο αρχάγγελος Γαβριήλ, στάλθηκε από τον Ουρανό, από τον Τριαδικό Θεό, να πει στη Θεοτόκο το Χαίρε. Η φράση αυτή αποτελεί το κλειδί θα λέγαμε για την κατανόηση όλων των Χαιρετισμών, όπως και μας διαμορφώνει συγκεκριμένη συμπεριφορά απέναντι στον Θεό μας.

1. Το Χαίρε προς την Θεοτόκο δεν το εφεύρε ανθρώπινος νους. Μπορεί τους Χαιρετισμούς να τους έγραψε ανθρώπινο χέρι (δεν έχει σημασία αν ήταν του Πατριάρχη Σεργίου, του ποιητή Γεωργίου ή άλλου), αλλά εκείνος που τους δίδαξε ήταν άγγελος Κυρίου: ο Γαβριήλ απευθύνεται στην Παναγία κατά τον Ευαγγελισμό της με τα γνωστά λόγια: «Χαῖρε Κεχαριτωμένη ὁ Κύριος μετά Σοῦ».

2. Κι είναι χαρακτηριστικό ότι ο Γαβριήλ δεν ήταν απλός άγγελος.  «Πρωτοστάτης» άγγελος, αρχάγγελος, στάλθηκε προκειμένου να μεταφέρει το μήνυμα στη Θεοτόκο, πράγμα που σημαίνει ότι λόγω της σπουδαιότητος του μηνύματος: του ερχομού του ίδιου του Θεού στον κόσμο,  έχουμε και σπουδαίο αγγελιοφόρο. Όπως συμβαίνει και με τα ανθρώπινα: όταν έχουμε σπουδαία και σημαντικά γεγονότα όχι απλός εκπρόσωπος του κράτους, αλλά ο ίδιος ο υπουργός ή ο πρωθυπουργός ή και ο Πρόεδρος ακόμη απευθύνεται με μήνυμα στον λαό, έτσι και εδώ. Η σπουδαιότητα λοιπόν του μηνύματος εξηγεί και την παρουσία του Πρωτοστάτη αγγέλου.

3. Μα τελικώς ούτε κι ο αρχάγγελος είναι ο «εφευρέτης» των Χαιρετισμών της Παναγίας. Γιατί δεν ήλθε από μόνος του ο Γαβριήλ. «Οὐρανόθεν ἐπέμφθη», που σημαίνει ότι ο ίδιος ο Θεός μας τον έστειλε να χαιρετίσει την Παναγία, συνεπώς ο χαιρετισμός σ’ Αυτήν είναι η στάση του Θεού έναντι της κόρης της Ναζαρέτ. Έτσι οι Χαιρετισμοί δεν είναι απλώς η έκφραση της αγάπης μας, ημών των πιστών, απέναντι στη Μάνα του Θεού μας, αλλά η συμμετοχή και η συστράτευσή μας στην κίνηση και την ενέργεια του Θεού και των Αγγέλων έναντι Αυτής. Με τους Χαιρετισμούς δηλαδή φανερώνουμε όχι μόνο ότι τιμούμε την Παναγία, αλλά και ότι πιστεύουμε στον Τριαδικό Θεό μας. Άνθρωπος που αρνείται το Χαίρε στην Παναγία γίνεται τελικώς θεομάχος.

4. Τι είλκυσε τον Θεό σε μία τέτοια στάση έναντι μίας μικρής κόρης; Ασφαλώς η πίστη της κι η υπακοή της σ’ Εκείνον, η αγνότητα της ζωής της, η μεγάλη της ταπείνωση. Όλη η ζωή της Παναγίας συνιστά ένα  ν α ι  στο θέλημα του Θεού. «Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα Σου». Ο ίδιος ο λόγος του Θεού ήδη από την Παλαιά Διαθήκη δεν αποκαλύπτει ότι ο Θεός επιβλέπει πάντοτε προς τον αγνό και υπάκουο στο θέλημά Του άνθρωπο; «Πρός τίνα ἐπιβλέψω ἀλλ’ ἤ ἐπί τόν ταπεινόν καί ἡσύχιον, καί ἀκούοντά μου τούς λόγους καί τρέμοντα αὐτούς;» Όπου λοιπόν υπάρχει άνθρωπος που βρίσκεται σε ετοιμότητα αποδοχής του θελήματος του Θεού εν ταπεινώσει, βλέπει τον Θεό να τον σκέπει και να του προσφέρει πλούσια τη χάρη Του, κι ακόμη ο Παντοδύναμος να υπηρετεί και να χαιρετίζει το πλάσμα Του! Γιατί ο άνθρωπος αυτός Του προκαλεί την πιο μεγάλη χαρά.  Και τέτοιος άνθρωπος κατά μοναδικό τρόπο υπήρξε η πάναγνη κόρη της Ναζαρέτ, η ζωή της οποίας ήταν μία αδιάκοπη χαρά και ευαρέσκεια σ’ Εκείνον.

Χαιρετίζουμε λοιπόν την Παναγία μας με την αγαπημένη ακολουθία των Χαιρετισμών, ομολογώντας ταυτόχρονα και την πίστη μας στην Αγία Τριάδα.  Αλλά κατανοούμε ότι δεν φτάνει μόνο η δοξολογική διάθεσή μας απέναντί της κι απέναντι στον Θεό μας. Το σημαντικότερο είναι η ευθύνη που μας προκαλεί η ζωή της. Γιατί είμαστε κλημένοι κι εμείς να ζούμε με αντίστοιχο προς τον δικό της τρόπο ζωής, που θα πει να ζούμε με τέτοια καθαρότητα, πίστη και υπακοή στον Θεό, ώστε ανά πάσα στιγμή η παρουσία μας να αποτελεί πρόκληση χαράς για Εκείνον. Αλλά να χαίρεται ο Θεός για εμάς τι άλλο θα σημαίνει κατά το πρότυπο της Παναγίας μας από τη χάρη του «μορφωθῆναι Χριστόν (καί) ἐν ἡμῖν;» (να πάρει μορφή μέσα και σε εμάς ο Χριστός).