27 Ιουλίου 2022

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΚΑΙ ΙΑΜΑΤΙΚΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ

 


 «Ο άγιος Παντελεήμων έζησε επί της βασιλείας του Μαξιμιανού και καταγόταν από την πόλη Νικομήδεια. Ο πατέρας του Ευστόργιος ήταν ειδωλολάτρης κι ύστερα έγινε Χριστιανός με τις νουθεσίες του υιού του, ενώ η μητέρα του Ευβούλη προερχόταν από χριστιανική οικογένεια. Σπούδασε την ιατρική επιστήμη κοντά σ’  ένα σπουδαίο και δοξασμένο ιατρό, τον Ευφρόσυνο, αλλά την κατά Χριστόν ιατρική τέχνη και πίστη την έμαθε από τον πρεσβύτερο Ερμόλαο, με την οποία (πίστη), αφού επικαλέστηκε τον Χριστό, ανάστησε ένα παιδί, που πέθανε στο δρόμο από δάγκωμα μίας έχιδνας. Βαπτίζεται λοιπόν από τον πρεσβύτερο Ερμόλαο και χειραγωγείται από αυτόν προς τη χριστιανική πίστη. Το μαρτύριό του έγινε ως εξής: Κάποιος τυφλός, που προσήλθε σ’ αυτόν, ιατρεύτηκε από τον άγιο. Όταν ρωτήθηκε λοιπόν ο πρώην τυφλός από τον βασιλιά «Ποιος σε γιάτρεψε;», «ο Παντολέων», είπε (γιατί αυτό ήταν το προηγούμενο όνομά του), «καθώς επικαλέστηκε τον Χριστό, στον Οποίο και εγώ πιστεύω». Αμέσως ο βασιλιάς τού έκοψε το κεφάλι, ενώ ο Παντολέων προσήχθη σ’ αυτόν. Ο Μαξιμιανός, επειδή ο άγιος δεν κάμφθηκε καθόλου ούτε με τις υποσχέσεις ούτε με τις απειλές, για ν’  αρνηθεί την πίστη του Χριστού, διέταξε να κτυπηθεί φοβερά και να φλεχθεί με λαμπάδες. Του εμφανίστηκε όμως ο Χριστός, με το σχήμα του πρεσβυτέρου Ερμολάου, που του έδωσε θάρρος, και φάνηκε ότι ήταν μαζί του και στον βρασμένο μόλυβδο και στη θάλασσα που τον έριξαν. Αφού έμεινε αβλαβής από όλα, ρίχνεται στα θηρία, αλλά κι από αυτά, σαν άλλος Δανιήλ, παραμένει αλώβητος, οπότε τον δένουν σε τροχό γεμάτο μαχαίρια, που τον άφησαν να πέσει στο έδαφος από ψηλά. Τέλος, στην τελευταία απόφαση να τον θανατώσουν διά ξίφους, προσευχήθηκε κι ακούστηκε φωνή από τον ουρανό να τον καλεί Παντελεήμονα. Μόλις τελείωσε την προσευχή κι ενώ επρόκειτο να του κόψουν το κεφάλι, την ώρα που ο δήμιος άπλωσε το χέρι, γύρισε πίσω το σίδερο κι έλιωσε σαν κερί, θαύμα που έκανε τους στρατιώτες να πιστέψουν στον Χριστό. Τότε ο άγιος μάρτυρας πρότεινε μόνος του τον αυχένα και έτσι κόπηκε το κεφάλι του. Λέγεται δε ότι χύθηκε γάλα αντί αίμα, και η ελιά στην οποία είχε προσδεθεί, αμέσως διαμιάς καρποφόρησε».

 

Αν, κατά τον άγιο Ιάκωβο, «η κρίσις ανίλεώς εστιν τοις μη ποιήσασιν έλεος», δηλαδή η κρίση του Θεού θα είναι χωρίς έλεος γι’  αυτούς που δεν έδειξαν στη ζωή τους έλεος για τους άλλους, τι πρέπει αντιστρόφως να πούμε για τον άγιο Παντελεήμονα, ο οποίος όχι απλώς είχε και έδειξε έλεος και αγάπη στους συνανθρώπους του, αλλά είχε και έδειξε το μεγαλύτερο έλεος που μπορεί να βρεθεί σε άνθρωπο, και ενόσω ζούσε και μετά το μαρτυρικό του τέλος; Μία πραγματικότητα, που δεν την διαπιστώσαμε μόνοι μας οι άνθρωποι, αλλά την απεκάλυψε και ο ίδιος ο Θεός, ο Οποίος ακριβώς του έδωσε κι αυτήν την προσωνυμία. Κι αυτό σημαίνει ότι ο άγιος έφτασε πράγματι σε επίπεδα θεϊκά, αφού μόνον ο Θεός μπορεί κατ’  ουσίαν να χαρακτηριστεί ως καθ’  υπερβολήν και υπερθετικά Παντελεήμων, γεγονός που μας δίνει το δικαίωμα να λέμε ότι ο άγιος έγινε δίοδος των χαρίτων του Θεού στον κόσμο, φανέρωση της βασιλείας της αγάπης Του σε αυτόν. Και βεβαίως εννοούμε ότι το έλεος του αγίου – προέκταση κατ’ αλήθεια του ελέους του Θεού – εκτεινόταν και συνεχίζεται βεβαίως να εκτείνεται μέχρι σήμερα και στα σώματα, αλλά και στις ψυχές των ανθρώπων.

Δεν είναι τυχαίο που ο Κύριος τον χαρίτωσε μ’  αυτόν τον τρόπο. Ο Θεός, γνωρίζουμε, δίνει πλούσια το έλεός Του σ’ εκείνους που η καρδιά τους έχει και κάποια «φυσική» κλίση συμπαθείας προς τους συνανθρώπους τους. Ο άγιος από μικρός έδειξε την με αγάπη στροφή του προς τους άλλους, όταν θέλησε να σπουδάσει μία επιστήμη, που είναι ακριβώς κοντά στον άνθρωπο, μάλλον η πιο κοντινή σ’  αυτόν, διότι στέκεται δίπλα στον πόνο του: την ιατρική. Κανείς δεν σπουδάζει ιατρική – και μιλάμε με αληθινή έφεση ψυχής κι όχι επαγγελματικά – αν η καρδιά του δεν «κτυπάει», έστω και λίγο, συντονισμένα με τους κτύπους της καρδιάς των ανθρώπων. Πολλαπλασίως ο Θεός προσφέρει το έλεός Του σ’ εκείνους που επέλεξαν και αγωνίστηκαν στη ζωή τους να σταθούν στην κύρια εντολή Του, την αγάπη. Ο άγιος Παντελεήμων, λοιπόν, και από φυσικού του και με τη θέλησή του είδε να πολλαπλασιάζεται το έλεος του Θεού σ’ αυτόν, έλεος που τελικός αποδέκτης  του είμαστε εμείς οι άνθρωποι σ’  όλες τις εποχές.

Αυτήν τη φυσική, αλλά και χαρισματική ταυτόχρονα ανέλιξη του πνεύματός του μάς την προβάλλει με ωραιότατες εικόνες και χαρακτηρισμούς ο ποιητής της Εκκλησίας μας. Ο άγιος, εν πρώτοις, πέραν από πρώτο των αναργύρων αγίων της Εκκλησίας,   συνιστά, κατ’ αυτόν, έναν «παιδαριογέροντα», ένα γέροντα δηλαδή στη σύνεση, αλλά από την παιδική του ήδη ηλικία. «Ἀνατείλας οἷα περ ἀστήρ, φέρων ἐν νεότητι, πρεσβυτικὴν καὶ θεόφρονα σύνεσιν». Διότι από παιδάκι φανέρωσε τη στροφή του προς τον Θεό, όταν του δόθηκαν πολλές αφορμές ν’  ακολουθήσει άλλη πορεία από τη χριστιανική, με τις προτροπές του ειδωλολάτρη πατέρα του. Εκείνος όμως, σαν νέος Ηρακλής, στο κρίσιμο σταυροδρόμι της νεότητας, επιλέγει τον δρόμο που ακολουθεί η ευσεβέστατη μητέρα του και γίνεται χριστιανός. «Μεγαλέμπορον» τον χαρακτηρίζει εν προκειμένω ο υμνογράφος, διότι αντάλλαξε προσφυώς τα εύκολα πάθη της νεότητας και τον ολισθηρό δρόμο, στον οποίο αυτά οδηγούν, με τον Κύριο Ιησού Χριστό. Από την άλλη, ο υμνογράφος επισημαίνει κι ένα βασικότατο στοιχείο της πνευματικής ζωής: τη χειραγωγία του από πνευματικό πατέρα. Ο άγιος Παντελεήμων ναι μεν «πειράστηκε» με ό,τι πρόβαλλε σ’  αυτόν ως πρότυπο ζωής ο πατέρας του, αλλά ευλογήθηκε από τον Θεό με τη χαρισματική μορφή πρώτα της μητέρας του, κυρίως όμως με την διακριτική καθοδήγηση του ιερέα Ερμολάου. Ο Ερμόλαος ήταν ο πνευματικός του, ο γέροντάς του, που διαρκώς τον ενίσχυε και τον προσανατόλιζε στον ουρανό. Και η επιβεβαίωση της χάρης αυτής του Θεού στον άγιο έρχεται με τον παραδοξότερο τρόπο, άνωθεν: ο ίδιος ο Χριστός τον ενισχύει στα μαρτύριά του, αλλά με τη μορφή του αγίου Ερμολάου. Αγαθή διάθεση ψυχής, γνωμικό θέλημα στραμμένο προς τον Θεό, πνευματική χειραγωγία από πνευματικό: τα στοιχεία που κινητοποιούν τη χάρη του Θεού, για να γίνει κανείς άγιος, έστω και σ’ ένα βαθμό, σαν τον άγιο Παντελεήμονα.  

Η «ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΗ» ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ

 


«Νυττόμενος τοῦ Δεσπότου τῷ πόθῳ διέσπειρας τόν πλοῦτον τοῖς πένησι, σαυτόν γυμνάζων πρός ἄθλησιν, ἥνπερ καί διήνυσας, τάς δι’ αἰῶνος ἐλπίδας προορώμενος» (ωδή δ΄).

(Σε κεντούσε ο πόθος του Δεσπότου Χριστού, γι’ αυτό και μοίρασες τον πλούτο στους φτωχούς. Έτσι γύμναζες τον εαυτό σου για την άθληση, την οποία και διάνυσες, έχοντας ενώπιόν σου ως όραμα τις αιώνιες ελπίδες).

 

Η ελεήμων καρδία του αγίου Παντελεήμονα, παρόμοια χάριτι Θεού με το έλεος Εκείνου, τον έκανε να μοιράζει κάθε πλούτο που είχε στον κόσμο τούτο στους πένητες. Και μιλάμε για πλούτο όχι μόνο υλικό, αλλά κυρίως των δεξιοτήτων που απέκτησε, όπως της ιατρικής τέχνης, αλλά και πνευματικό, όπως το ιαματικό χάρισμα που του έδωσε ο Κύριος. Κι αυτό θα πει ότι ο άγιος γενόμενος δίοδος του ελέους του Θεού πρόσφερε όλο τον εαυτό του σε κάθε άνθρωπο που ήταν αναγκεμένος, αλλά εξίσου και σε κάθε κτίσμα του Θεού, όπως τα ζώα – «πάντας θεραπεύων, πάντων ἰατρεύων τά νοσήματα» (ωδή α΄). Κι όλα αυτά βεβαίως κατά τον τρόπο του Θεού: «ἀναργύρως», δηλαδή αφιλοκερδώς, τόσο που ο άγιος υμνογράφος «αναγκάζεται» να τον χαρακτηρίσει «τό ἱερόν ἀγλάϊσμα τῶν σεπτῶν Ἀναργύρων», το κόσμημα της ομάδας των αγίων Αναργύρων.

Ποια η κινητήρια δύναμη της αδιάκοπης αυτής προσφοράς του ή με άλλα λόγια τι ήταν εκείνο που γέμιζε από αγάπη τη μεγάλη καρδιά του; Ο πόθος του Δεσπότου Χριστού, σημειώνει εμφατικά ο άγιος υμνογράφος. Διότι πράγματι μόνον ένας κυνηγός της αγάπης του Θεού μπορεί να ζει και την αγάπη Εκείνου – όσο κανείς αναζητεί τον Θεό τόσο και γεμίζει από την ελεήμονα παρουσία Του. Γι’ αυτό και όχι μόνον δεν αδειάζει η αγάπη αυτή, αλλά προσφερομένη γεμίζει και περισσότερο, φτάνοντας στο σημείο της πιο μεγάλης χάρης: της προσφοράς και της ίδιας της ζωής προς χάρη του Κυρίου και Δημιουργού. Ο άγιος ποιητής Θεοφάνης είναι σαφής: η εν αγάπη προσφορά του αγίου Παντελεήμονος προς τον κόσμο ήταν και η «γυμνασία» του, το γύμνασμά του, προς την άθληση του μαρτυρίου, προσβλέποντας πάντοτε προς τον Χριστό και την αιώνια Βασιλεία Του.

Η σκέψη του αγίου κινείται απολύτως αγιογραφικά και πατερικά: ο πιστός που τα μάτια του είναι στραμμένα προς τον Χριστό, πορεύεται διαρκώς πάνω στο άγιο θέλημά Του, δηλαδή τη σταυρική αγάπη, κάτι που τον καθιστά έτοιμο ανά πάσα στιγμή να δώσει και τη ζωή του για την πίστη του αυτή. Ο υμνογράφος μας, διαβάζοντας τη ζωή του αγίου Παντελεήμονος, βλέπει ό,τι έκανε και τον απόστολο Παύλο να ομολογεί: «μας χαρίστηκε από τον Θεό όχι μόνο να πιστεύουμε στον Χριστό, αλλά και να πάσχουμε γι’ Αυτόν» - η χάρη του μαρτυρίου δίνεται ως δωρεά από τον Θεό σ’ εκείνον που πιστεύει αληθινά, σ’ εκείνον δηλαδή που ενεργοποιεί την πίστη του με την αγάπη και την ελεήμονα διάθεσή του. Οπότε τα πράγματα είναι σαφή: δεν μπορείς να γίνεις μάρτυρας Χριστού, αν προηγουμένως δεν έχεις φτάσει στο σημείο τη ζωή σου να την κομματιάζεις, κατά το ήθος του Χριστού μας στη Θεία Ευχαριστία, προς χάριν όλων.  

25 Ιουλίου 2022

«ΛΕΓΕ ΣΥΝΕΧΩΣ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΣΟΥ…»

«Λέγε συνεχώς μέσα στην καρδιά σου: «Ο Χριστός είναι Αγάπη». Έτσι, θα αγαπάς όλους τους ανθρώπους, θυσιάζοντας χάριν αυτής της Αγάπης, ό,τι έχεις ακριβό, ακόμη και την ίδια σου τη ζωή» (Αγίου Ιωάννου της Κροστάνδης, Η εν Χριστώ ζωή μου, Ιεροί λογισμοί μιας οσίας ψυχής, εκδ. Παπαδημητρίου).

Τρεις είναι οι κύριες προϋποθέσεις στις οποίες στηρίζεται στον παραπάνω λόγο του ο μέγας Ρώσος άγιος της νεώτερης εποχής Ιωάννης της Κροστάνδης (1829-1908).

Πρώτη, ότι ο Χριστός είναι ο Θεός, ο Οποίος είναι Αγάπη, όπως μοναδικά το σημειώνει ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος: «Ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί» (Α΄Ιω. 4, 8). Αγάπη ο Θεός, Αγάπη ο Χριστός ως το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, συνεπώς κάθε λόγος Του, κάθε ενέργειά Του την αγάπη Του αυτή αποτυπώνει.

Δεύτερη, ότι ο άνθρωπος είναι κλημένος κι αυτός να αγαπά κατά το πρότυπο του Δημιουργού Του Χριστού, διότι τον δημιούργησε «κατ’ εἰκόνα καί  καθ’ ὁμοίωσιν» Εκείνου. Ό,τι είναι ο Χριστός, ο ενανθρωπήσας Θεός, τέτοιος πρέπει να γίνει και ο άνθρωπος που θα πιστέψει στον Χριστό, αν θέλει να έχει κοινωνία μαζί Του. «Μείνατε ἐν τῇ ἀγάπη τῇ ἐμῇ. Ἐάν τάς ἐντομάς μου τηρήσητε, μενεῖτε ἐν τῇ ἀγάπη μου» είπε. Αλλά για να γίνει αυτό απαιτείται ο άνθρωπος να ξεπεράσει τον εγκλωβισμό του στην αμαρτία που τον απομονώνει και από τον Θεό και από τον συνάνθρωπό του και από τον εαυτό του και να ενσωματωθεί σ’ Εκείνον δια του εκκλησιασμού του μέσω του αγίου βαπτίσματος, ο Οποίος ακριβώς ήλθε στον κόσμο «ἵνα τά τέκνα τοῦ Θεοῦ τά διεσκορπισμένα συναγάγῃ εἰς ἕν». Τι άλλο στην πραγματικότητα είναι κάθε εν επιγνώσει χριστιανός παρά ένας άλλος Χριστός ως Εκείνου προέκταση; «Ἐγώ είμι ἡ ἄμπελος ὑμεῖς τά κλήματα» απεκάλυψαν τα αψευδή χείλη Του. «Χριστιανός ἐστι μίμημα Χριστοῦ κατά τό δυνατόν ἀνθρώπῳ» (άγιος Ιωάννης Κλίμακος). Οπότε, δεν υπάρχει τίποτε σημαντικότερο για τον πιστό χριστιανό από το να αποδύεται καθημερινά στον αγώνα να μένει στις εντολές του Χριστού, δηλαδή στην εντολή της αγάπης, κατά το «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» – αυτός είναι ο βασικός σκοπός του καιρού που του παραχωρεί ο Κύριος στον κόσμο τούτο.

Αλλά υπάρχει και η τρίτη προϋπόθεση που θίγει ο άγιος της Κροστάνδης, η οποία αποκαλύπτει το πόσο καλή γνώση του πεσμένου στην αμαρτία ανθρώπου, δηλαδή του κάθε ανθρώπου, είχε. «Λέγε συνεχώς μέσα στην καρδιά σου» προτρέπει. Γνωρίζει ο άγιος Ιωάννης ότι μπορεί ο πιστός να έχει βαπτιστεί, να έχει χριστεί με το άγιο μύρο της πίστεως, να εκκλησιάζεται και να μετέχει στα άχραντα μυστήρια, όμως δεν παύει ευρισκόμενος στον κόσμο τούτο τον απατεώνα με τις πολυποίκιλες παγίδες των παθών του και του Πονηρού διαβόλου να έλκεται στο κακό. Σαν τον απόστολο Παύλο ομολογεί ο κάθε χριστιανός ότι «ευχαριστιέμαι με τον νόμο του Θεού, όμως βλέπω έναν άλλο νόμο μέσα μου, τον νόμο της αμαρτίας, που με τραβάει μακριά από το θέλημα του Θεού». Οπότε τι χρειάζεται επιπλέον να κάνει ο πιστός; Διαρκώς να βρίσκεται σε κατάσταση νήψεως, εγρηγόρσεως, ετοιμότητας για τήρηση του αγίου θελήματος του Θεού. Η επανάληψη των λόγων της αγίας Γραφής, των λόγων του Χριστού - που σημαίνει ότι ο πιστός μελετάει τους λόγους αυτούς και ει δυνατόν τους αποστηθίζει για να τους έχει ανά πάσα στιγμή πρόχειρους στον νου και την καρδιά του – τον κρατάει εκεί που πρέπει: στο σημείο συντονισμού του με τον ίδιο τον Κύριο. Γι’ αυτό και ο πιστός βρίσκεται αδιάκοπα σε μία εσωτερική ένταση – μπορεί κάποιο πάθος του να τον σύρει εκτός νόμου Θεού, εκείνος όμως «βιάζει» τον εαυτό του να μην παρασυρθεί. Αν παρασυρθεί χάνει τον Θεό του, μπαίνει κυριολεκτικά στον χώρο μιας «κινούμενης άμμου», εμπλέκεται δηλαδή στην ταραχή του παρερχόμενου αυτού εδώ κόσμου.

Να επαναλαμβάνουμε διαρκώς μέσα μας το όνομα του Χριστού, την Αγάπη Του, την κεντρική εντολή Του «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους», είναι ό,τι κρισιμότερο για την πνευματική μας ζωή. Κι ιδίως στις δύσκολες στιγμές μας όπου υπάρχει κάποια έξαψη παθών: σε μία εχθρική ενέργεια ενός συνανθρώπου μας, σε έναν υβριστικό λόγο του, σε μία αντίδραση απρόσμενη από τον/τη σύντροφό μας ή από τα παιδιά μας, εκεί να επιμένουμε με την αγία επανάληψη των ευαγγελικών λόγων για να μένουμε μαζί με τον Χριστό κι Εκείνος μαζί μας. Όπως κάνουμε σε μία ανηφόρα όταν οδηγούμε, που πατάμε περισσότερο γκάζι, το ίδιο και στις ανηφοριές του βίου μας: να τροφοδοτούμε τη βούλησή μας πατώντας περισσότερο «γκάζι», ανακυκλώνοντας τα παντοδύναμα λόγια του Θεού μας. Ο μεγάλος άγιος της Κροστάνδης μας το υπενθυμίζει.  

Η ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΗΣ

«Η Αγία Άννα, η γιαγιά κατά σάρκα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ήταν από τη φυλή του Λευί, κόρη του ιερέα Ματθάν και της γυναίκας του Μαρίας. Ο Ματθάν ιεράτευε επί της βασιλείας Κλεοπάτρας και Σαπώρου ή Σαβωρίου, βασιλιά των Περσών, και της βασιλείας Ηρώδου του Αντιπάτρου. Ο Ματθάν είχε τρεις κόρες, τη Μαρία, τη Σοβή και την Άννα. Παντρεύτηκε η πρώτη στη Βηθλεέμ και γέννησε τη Σαλώμη, τη μαία. Παντρεύτηκε η δεύτερη, κι αυτή στη Βηθλεέμ, και γέννησε την Ελισάβετ (τη μητέρα του Ιωάννη του Προδρόμου). Παντρεύτηκε δε και η Τρίτη, η Άννα, στη γη της Γαλιλαίας, και γέννησε Μαρία τη Θεοτόκο, που σημαίνει ότι η Σαλώμη, η Ελισάβετ και η αγία Μαρία η Θεοτόκος, ήσαν κόρες τριών αδελφών και μεταξύ τους πρωτεξαδέλφες. Αυτή λοιπόν η Άννα, αφού γέννησε τη σωτηρία όλου του κόσμου, την Παναγία, και την απογαλάκτισε, την ανάθεσε στον Ναό, ως άμωμο δώρο στον παντοκράτορα Θεό, και έζησε το υπόλοιπο της ζωής της, μέχρις ότου εξεδήμησε εν ειρήνη προς τον Κύριο, με νηστείες και ευεργεσίες προς αυτούς που είχαν ανάγκη. Τελείται δε η αυτής Σύναξις εν τω Δευτέρω».

Όλη η ακολουθία της ημέρας, εσπερινού και όρθρου, υπέρλαμπρη και φωτοφόρος, είναι γεμάτη από ωραιότατα εγκώμια προς την Αγία Άννα, στα οποία καλείται να μετάσχει «εν κυμβάλοις ψαλμικοίς», κατά το δοξαστικό των αποστίχων του εσπερινού, «πάσα η κτίσις». «Μετ’  εγκωμίων εκτελείται η ένδοξος μνήμη σου…Άννα θεόκλητε». Ο εγκωμιασμός όμως δεν είναι μόνον για την αγία Άννα. Μετέχει σ’ αυτόν και ο σύζυγός της, ο δίκαιος Ιωακείμ, γιατί αυτός είναι, κατά κάποιο τρόπο, ο ήλιος, που ενώθηκε με τη σελήνη, την αγία Άννα, για να προέλθει η ακτίνα της Παρθενίας, η Παναγία Μαριάμ, η κόρη τους. «Ήλιος ώσπερ τη σελήνη τη Άννη ενούμενος, ο κλεινός Ιωακείμ, της παρθενίας ακτίνα γεννά». «Ω, μακαρία δυάς, υμείς πάντων γεννητόρων υπερήρθητε…» Μακάρια δυάδα, που ξεπεράσατε όλους τους γονείς. Αιτία βεβαίως για τον πλούτο των εγκωμίων  είναι αυτό που ο καθένας κατανοεί: από τον Ιωακείμ και την Άννα, γεννήθηκε η Παναγία, η οποία έφερε στον κόσμο, μέσα στο βάθος του σχεδίου του Θεού για τη σωτηρία αυτού, τον ίδιο τον Θεό εν σαρκί, τον Κύριο Ιησού Χριστό. «Δια της Παναγίας, της Θεότητος αυγή επέλαμψε». Με την Παναγία έλαμψε στον κόσμο το φως της Θεότητος. Και βεβαίως έτσι τιμώνται ο παππούς και η γιαγιά κατά σάρκα του Κυρίου μας. «Μνήμην τελούντες Δικαίων, των Προπατόρων Χριστού…».

Η αιτιολόγηση αυτή της φωτοφόρου εορτής της Κοιμήσεως της αγίας Άννης δεν συνιστά μία απλή αναφορά της όλης εορτής. Αποτελεί το κέντρο, την αδιάκοπα ανακυκλούμενη έννοια, τόσο που θα έλεγε κανείς ότι όλη η ακολουθία δεν κάνει τίποτε άλλο, από το να προβάλλει τον ερχομό του Χριστού διά της Παναγίας Μητέρας Του, και αυτό να το παρουσιάζει με διαφορετικές λέξεις και πολλαπλά λογοτεχνικά σχήματα, με εικόνες και  με προτυπώσεις ακόμη από την Παλαιά Διαθήκη. Σαν να έχουμε το πολυτιμότερο διαμάντι στον κόσμο, και να το προβάλλουμε με όλων των ειδών τα φώτα και τους χρωματισμούς. «Οι εξ ακάρπων λαγόνων, ράβδον αγίαν την Θεοτόκον βλαστήσαντες, εξ ης η σωτηρία τω κόσμω ανέτειλε, Χριστός ο Θεός». «Της μητρός του Δεσπότου και Ποιητού, μήτηρ γέγονας Άννα πανευκλεής…»  Έτσι η κοίμηση της αγίας Άννης, και μαζί με αυτήν του αγίου Ιωακείμ, λειτουργεί παραπεμπτικά και αναγωγικά: δι’  αυτών  τιμάται και εγκωμιάζεται ο Κύριος Ιησούς Χριστός. «Μνήμην Δικαίων τελούντες, σε ανυμνούμεν, Χριστέ». Κι είναι φυσικό: αν ένας άνθρωπος έχει κάποια αξία είναι γιατί ο ίδιος ο Θεός τον έχει χαριτώσει και τον έχει υπερυψώσει. Κι αν αυτό ισχύει για όλους τους αγίους, πόσο μάλλον για τους κατά σάρκα προπάτορές Του, τον παππού Του και τη γιαγιά Του;

Η τιμή ασφαλώς για την αγία Άννα και τον άγιο Ιωακείμ δεν είναι μία εύνοια του Θεού χωρίς λόγο. Για να χαριτωθούν με αυτόν τον τρόπο – να γεννήσουν το καλύτερο άνθος της ανθρωπότητας, την Παναγία Θεοτόκο – συνήργησαν και οι ίδιοι, με την αγιασμένη ζωή τους, γεγονός που προβάλλει εξίσου πολλαπλώς η ακολουθία της ημέρας. «…Η νοητή χελιδών (η Αννα)…αμέμπτως εν σωφροσύνη βιωσαμένη καλώς». Με σωφροσύνη και με άμεμπτο τρόπο έζησε η αγία Άννα. «Τας νόμου εντολάς, θεαρέστως τηρούσα, μητέρας Ισραήλ, υπερήρας απάσας…αγιόλεκτε Άννα, προμήτορ Κυρίου». Τήρησες τις εντολές του νόμου του Θεού, με θεάρεστο τρόπο, αγιόλεκτε Άννα, και ξεπέρασες όλες τις μητέρες του Ισραήλ. Με την προϋπόθεση αυτή, να τηρεί δηλαδή πάντοτε το θέλημα του Θεού, αναδείχτηκε η Άννα σ’ αυτό το υψηλό σημείο, να γίνει Μητέρα της Μητέρας του Θεού, γι’  αυτό και οι ύμνοι στη συνέχεια δεν παύουν να μιλούν για το τελικό αποτέλεσμα: να μετατεθεί στους κόλπους του Θεού και να είναι συνόμιλος των αγγέλων. Ο Χριστός «σε  μεταθέμενος προς τα επουράνια, μετά δόξης, Άννα ένδοξε». «Σήμερον εκ της προσκαίρου μεταστάσα ζωής, εν τοις επουρανίοις μετά χαράς την πορείαν ποιουμένη αγάλλεται». Το ένδοξο τέλος της αγίας Άννης, τηρουμένων των αναλογιών, περιμένει βεβαίως και εμάς, εφόσον αγωνιζόμαστε στη ζωή αυτή να τηρούμε τις άγιες εντολές του Χριστού. Ο Θεός μας, μη ξεχνάμε, δεν είναι προσωπολήπτης.  

24 Ιουλίου 2022

Η ΑΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΧΡΙΣΤΙΝΑ

 

«Η Χριστίνα ήταν κόρη ειδωλολάτρη Τύριου στρατηλάτη ονόματι Ουρβανού. Αυτός έβαλε την κόρη του σε πύργο, τη διέταξε να ζει εκεί και να θυσιάζει  στους δικούς του ειδωλολατρικούς θεούς, κατασκευασμένους από χρυσάφι, ασήμι και άλλα υλικά. Η Χριστίνα όμως τα κομμάτιασε και κάθε πολύτιμο  υλικό το έδωσε στους φτωχούς. Έτσι ο πατέρας της άρχισε τις τιμωρίες και την έβαλε σε φυλακή χωρίς τροφή. Η αγία όμως τρεφόταν από αγγέλους που την θεράπευσαν και από τις πληγές της. Έπειτα ρίχνεται στη θάλασσα, όπου δέχεται το θείο βάπτισμα από τον ίδιο τον Κύριο, και οδηγείται στην ξηρά από θείο άγγελο. Όταν μαθεύτηκε ότι ζει, κλείνεται πάλι στη φυλακή, κατ’ εντολή του πατέρα της, ο οποίος το ίδιο βράδυ πέθανε με άσχημο τρόπο. Στη θέση του πατέρα της έρχεται ο στρατηγός Δίων που αυξάνει τις τιμωρίες της γιατί η αγία συνέχιζε να κηρύττει τον Χριστό, ο Οποίος δι’ αυτής επιτελούσε θαύματα με αποτέλεσμα τη μεταστροφή στην πίστη τριών χιλιάδων στρατιωτών. Μετά τον Δίωνα, ανέλαβε την εξουσία κάποιος Ιουλιανός που ρίχνει την αγία σε κάμινο πυρός, κι αφού εκείνη έμεινε άφλεκτος, την καταδικάζει να ριχτεί σε δηλητηριώδη φίδια και διατάζει έπειτα να της κόψουν τους μαστούς, από τους οποίους χύθηκε αντί αίμα γάλα. Έπειτα της κόψανε τη γλώσσα, και τέλος, αφού κτυπήθηκε από στρατιώτες με πέτρες, παρέδωσε το πνεύμα στον Θεό».

 

Θα σχολιάσουμε τρία σημεία από το συναξάρι.

(1) Οι γονείς όπου γης είναι συνήθως έτοιμοι και τη ζωή τους να δώσουν για χάρη των παιδιών τους – τα θεωρούν κομμάτι και προέκταση του εαυτού τους. Στην περίπτωση όμως της αγίας αυτό καταλύεται. Ο  πατέρας της, όπως και στην περίπτωση και άλλων αγίων σαν της αγίας Βαρβάρας, γίνεται ο δήμιός της λόγω του φανατισμού και της υποδούλωσής του στους δαίμονες, που τον κάνουν να θέλει την κόρη του να είναι υποχείριό του. Εντελώς αντίθετη τοποθέτηση από τη χριστιανική, η οποία προσανατολίζει τον άνθρωπο στην απόλυτη αγάπη προς τον Θεό, μέσω όμως της απόλυτης αγάπης προς τον συνάνθρωπο και του σεβασμού της ελευθερίας του. Ο άγιος υμνογράφος Ιωσήφ επισημαίνει εν προκειμένω: «Επειδή δεν μπορούσε να υποφέρει τον πόθο σου για τον Χριστό ο δειλός και αθεώτατος πατέρας σου, Χριστίνα, σε απειλούσε με τις τιμωρίες των βασάνων» (ωδή δ΄).

(2) Η αγία διώχθηκε για την πίστη της στον Χριστό, όταν ακόμη δεν είχε βαπτισθεί -  δεν ήταν πλήρως ακόμη χριστιανή. Η χάρη του Θεού όμως ενεργούσε σ’ αυτήν, έστω και με εξωτερικό τρόπο. Διότι το βάπτισμα συνδέει (τον καλοπροαίρετο και ενεργούμενο εξωτερικά από τη χάρη του Θεού άνθρωπο) ουσιαστικά με τον Χριστό, τον κάνει μέλος Του και συνεπώς ο Χριστός δρα μέσα από το κέντρο της καρδιάς του, όπου πριν δρούσε το πονηρό. Σε τέτοιον άνθρωπο όμως, σαν τη Χριστίνα, ο Θεός βρίσκει τρόπους να συνδεθεί μαζί Του, πέραν των «κανονικών και νομίμων». Τι κάνει; Στη θάλασσα ευρισκόμενη η αγία, από την κακία των διωκτών της, έχει τον ίδιο τον Δημιουργό και Σωτήρα Χριστό να τελεί το άγιο βάπτισμα και να την κάνει μέλος Του. «Το Πνεύμα όπου θέλει πνει», ενώ θαυμάζει κανείς την «υπακοή» και του ίδιου του Χριστού σε ό,τι ως Θεός έχει νομοθετήσει. «Ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται». Και ποιος ο λόγος μίας τέτοιας «παραδοξότητας»; Η αγάπη της αγίας για τον Χριστό, τέτοια που την έκανε να «διαβάζει» την παρουσία Του μέσα από όλα τα κτίσματά Του. «Τα όμματα και τη διάνοια, ένδοξη μάρτυς, τα έστρεψες ολοκληρωτικά προς τον Ουρανό κι έτσι γνώρισες μέσα από τα κτίσματα τον Δημιουργό σου» (ωδή γ΄). Την αγάπη της αγίας  για τον Κύριο υμνολογεί ποικιλοτρόπως ο άγιος υμνογράφος. Χαρακτηριστικό δείγμα της: «Κόλλησα πίσω Σου από πόθο, γιατί πληγώθηκα από την αγάπη Σου. Ανάδειξέ με νικήτρια, κραύγαζες δυνατά, μάρτυς, καθώς έπασχες» (ωδή δ΄). Και: «Φλέγομαι από τον πόθο Σου, παμβασιλέα, και σφαγιάζομαι χάριν της αγάπης Σου» (ωδή ς΄).

(3) Στο μαρτύριο της εκτομής των μαστών της, διαπιστώνεται το παράδοξο: αντί αίματος εκχέεται γάλα. Πέραν από τη θαυμαστή ενέργεια του Θεού μπορούμε να επιχειρήσουμε και μία εξήγηση: αφενός το γάλα από μία παρθένο να αποτελεί σύμβολο της διδασκαλίας που ασκούσε η αγία στους ειδωλολάτρες, κατά το «γάλα υμάς επότισα» που έλεγε στους αρχαρίους στην πίστη ο απόστολος Παύλος, αφετέρου να φανερώνει την κυοφορία, μέσα της, της χάριτος του Θεού, που καθιστά κι αυτήν μία μικρή «Παναγία», κατά τον Κύριο που είπε ότι αυτοί που τηρούν το θέλημα του Πατέρα Του «μήτηρ και αδελφός και αδελφή Του εισίν». «Επειδή θέλχθηκε από την παρθενική ωραιότητά σου ο Βασιλεύς της δόξης Χριστός, σε ένωσε με τον εαυτό Του ως αγνή νύμφη, με συνάφεια καθαρή» (Δοξαστικό αίνων).