«Ο άγιος Πέτρος
ήταν από την πόλη της Λαμψάκου. Όταν οδηγήθηκε στον άρχοντα της πόλης των
Ευριδινών, τον Δάκνο, και προστάχθηκε από αυτόν να θυσιάσει στην Αφροδίτη, όχι
μόνο βεβαίως δεν πείστηκε, αλλά ομολόγησε τον Χριστό ως Θεό, οπότε του
σύντριψαν όλο το σώμα με διάφορα όργανα βασανιστηρίου κι έτσι παρέδωσε το
πνεύμα του. Ο Παύλος και ο Ανδρέας που κατάγονταν από τη Μεσοποταμία, ήταν στρατιώτες
υπό τον άρχοντα Δάκνο, και κατέλαβαν την Αθήνα. Συνελήφθησαν μεταξύ άλλων και ο
Διονύσιος και η Χριστίνα και τους έριξαν στη φυλακή. Τη Χριστίνα όμως που ήταν
όμορφη και παρθένος κόρη, ευρισκόμενη μάλιστα σε ηλικία γάμου, την πίεζαν ο
Παύλος και ο Ανδρέας να συνευρεθεί μαζί τους, χωρίς ασφαλώς να καταφέρουν
τίποτε. Κι όχι μόνο δεν κατάφεραν να την πείσουν, έστω και διά της βίας, αλλά
αντίθετα εκείνοι μετανόησαν για τη ζωή τους από τις παραινέσεις της Χριστίνας
και έτσι πίστεψαν στον Χριστό. Οπότε, αυτοί μεν μαζί με τον Διονύσιο
λιθοβολήθηκαν μέχρι θανάτου, της δε αγίας Χριστίνας που έπεσε πάνω τους της έκοψαν
το κεφάλι».
Ακούγεται παράδοξο και ακατανόητο! Μία παρθένος κόρη, η
Χριστίνα, πανέμορφη και ριγμένη στη φυλακή, όχι μόνο να ανθίσταται στις ερωτικές
διαθέσεις των εξουσιαστών της - αν υπέκυπτε θα κέρδιζε την ελευθερία της ή θα
καλυτέρευε σε μεγάλο βαθμό τη ζωή της – αλλά να κατορθώνει να τους πείσει να
γίνουν ακόλουθοι του Κυρίου, να προσχωρήσουν αυτοί δηλαδή στην πίστη της, σε
βαθμό τέτοιο ώστε να δώσουν τελικώς και την ίδια τη ζωή τους με τρόπο
μαρτυρικό! Πώς συνέβη το απίστευτο αυτό; Μία απάντηση επιχειρεί ο άγιος
υμνογράφος Ιωσήφ: «Μάρτυς Χριστίνα, αυτοί που σαν τρελοί ποθούσαν το σώμα σου,
δέχτηκαν τον έρωτα για τον Θεό με τον γεμάτο χάρη και γλυκύτητα λόγο σου, γι’
αυτό και αθλήθηκαν στη συνέχεια με μεγάλη δύναμη» (ωδή ε΄). Να λοιπόν η
απάντηση στο «μυστήριο»: η Χριστίνα, γεμάτη χάρη και δύναμη Χριστού, πλήρης
έρωτος προς τον Κύριο, εκφράζει με τον λόγο της τη χαρισματική κατάσταση που
ζούσε, με αποτέλεσμα η χάρη αυτή να μιλήσει και στην καρδιά των στρατιωτών,
ώστε η ερωτική γήινη διάθεσή τους να μεταποιηθεί σε ερωτική υπέρ φύσιν προς τον
Θεό διάθεση!
Τι υπόκειται ως προϋπόθεση εδώ; Όχι μόνο η έμπρακτη πίστη
στον Χριστό της Χριστίνας που την έκανε να βρίσκεται στον κόσμο ως άλλος Χριστός,
αλλά προφανώς και η καλή διάθεση που πρέπει να υπήρχε στο βάθος της καρδιάς των
δύο στρατιωτών. Μπορεί δηλαδή οι στρατιώτες να φαίνονταν ως μανιακοί από το
ερωτικό πάθος, όμως πρέπει να υπήρχαν καλά στοιχεία στην ψυχή τους, τέτοια που
όταν ήλθαν πρόσωπο προς πρόσωπο με τον Κύριο μέσω της Χριστίνας, αυτά να
κυριαρχήσουν και να υποσκελίσουν και το σκληρότατο πάθος της λαγνείας τους! Που
σημαίνει: όπου υπάρχει γνήσιος χριστιανός, εκεί λειτουργεί ένα ιεραποστολικό
στοιχείο που έστω κι ανεπίγνωστα αγγίζει κάθε καλοπροαίρετο άνθρωπο. «Ο ων εκ της
αληθείας ακούει μου της φωνής» είπε αξιωματικά ο Κύριος, δηλαδή όταν αγαπά
κανείς την αλήθεια, αυτός και ακούει τη φωνή του Χριστού, έστω κι αν φαίνεται
ότι τα πάθη του έχουν τον πρώτο λόγο στη ζωή του. Δεν το είδαμε και στον
απόστολο Ματθαίο, που από τελώνης έγινε άγιος και ευαγγελιστής; Δεν το είδαμε
και στον απόστολο Παύλο, που την ώρα που διώκει τους χριστιανούς δέχεται την
κλήση από τον Κύριο; Και δεν είναι οι μοναδικές αναφορές.
Κι υπάρχουν μεταξύ των πολλών άλλων και δύο ακόμη
στοιχεία που επισημαίνει ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος, προκειμένου να εξηγήσει το
ανεξήγητο και της μεταστροφής των ειδωλολατρών αλλά και της εν χαρά επιμονής των
πιστών ακολούθων του Κυρίου. Πρώτον: η ανθρώπινη αδυναμία των αιχμαλωτισμένων
για τον Χριστό μαρτύρων μεταστρεφόταν σε δύναμη, και μάλιστα τεράστια, και μόνο
από το γεγονός της εν πίστει στροφής τους προς τον Κύριο. Που θα πει ότι όταν ο
πιστός στην όποια δύσκολη κατάστασή του απεμπλέκεται από το πρόβλημα και τη
δυσκολία μετατοπίζοντας την προσοχή του στον Χριστό, εκεί βλέπει και τη δύναμη
Εκείνου να τον συνέχει και να τον συνεπαίρνει. «Πέτρε», σημειώνει ο Ιωσήφ, «ενδυναμούμενος
από τη στροφή σου προς τον Θεό, αναδείχτηκες νικητής, ενώ συντριβόσουν και
χτυπιόσουν ανελέητα από τα όργανα των βασανιστηρίων» (ωδή γ΄). Και δεύτερον: «Επειδή,
Πέτρε μακάριε, έστησες πάνω στην πέτρα της πίστεως τα πόδια της ψυχής σου, γι’
αυτό και δεν παρεκτράπηκες από την εχθρότητα των αθέων» (ωδή γ΄).
Ο υμνογράφος, μεγάλος άγιος της Εκκλησίας, προβάλλει ένα από τα πιο γνωστά «μυστικά» της πνευματικής κατά Χριστόν ζωής: η λύση σε κάθε πρόβλημα, σε κάθε δοκιμασία και πειρασμό, έρχεται από τον Κύριο ευθύς ως στρέψουμε την προσοχή μας σ’ Εκείνον και επιμείνουμε σ’ Αυτόν. «Νίκα εν τω αγαθώ το κακόν» θα πει ο απόστολος Παύλος, διερμηνεύοντας το ψαλμικό: «Οι οφθαλμοί μου διά παντός προς τον Κύριον, ότι Αυτός εκσπάσει εκ παγίδος τους πόδας μου», και «Προωρώμην τον Κύριον ενώπιόν μου διά παντός, ότι εκ δεξιών μού εστιν, ίνα μη σαλευθώ». Δεν έλεγε λοιπόν τυχαία και ο άγιος Πορφύριος ότι εκεί, στις ακολουθίες της Εκκλησίας, έμαθε αυτά τα μυστικά της πνευματικής ζωής. Γιατί στην πραγματικότητα εκφράζουν μέσα από τη ζωή των αγίων μαρτύρων το ίδιο το Ευαγγέλιο του Κυρίου.