«Αυτός ο απόστολος του Κυρίου, αφού διέτρεξε σαν να είχε
φτερά όλη την οικουμένη, ξερίζωσε εκ βάθρων κάθε πλάνη με το κήρυγμά του γιά
τον Χριστό, έχοντας ακόλουθό του και την υπερθαύμαστη Ιουνία, η οποία είχε
νεκρωθεί ήδη για τον κόσμο και ζούσε μόνο για τον Χριστό. Αποτέλεσμα της δράσης
τους αυτής ήταν να ελκύσουν στη γνώση του Θεού πολλούς ανθρώπους, προκαλώντας
έτσι την καταστροφή των ειδωλολατρικών ναών. Όπου πήγαν
οικοδόμησαν θείες εκκλησίες, αποδίωξαν από τους ανθρώπους ακάθαρτα
πνεύματα και θεράπευσαν ανίατα πάθη. Στο τέλος, ως άνθρωποι, έφυγαν από τη ζωή
αυτή. Αυτούς τους αποστόλους τους θυμάται ο απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους
επιστολή του. ῾Χαιρετήστε – λέγει – τον Ανδρόνικο και την Ιουνία τους συγγενείς
μου, οι οποίοι και πριν από εμένα έγιναν χριστιανοί’».
Η συγγένεια του αποστόλου
Παύλου προς τους σήμερα εορταζομένους αποστόλους Ανδρόνικο και Ιουνία, όπως και
η πριν από αυτόν ένταξή τους στην Εκκλησία ως μέλη Χριστού, είναι από τα σημεία
που θίγει έντονα ο άγιος υμνογράφος Ιωσήφ, διότι τα βλέπει να προβάλλονται από
τον ίδιο τον Παύλο ως αποδεικτικά της σπουδαίας θέσης αυτών στην Εκκλησία. Ο
απόστολος Παύλος δηλαδή μνημονεύοντας ιδιαιτέρως τους αγίους Ανδρόνικο και
Ιουνία στην προς Ρωμαίους επιστολή δείχνει ότι πρόκειται περί αποστόλων που
κατέχουν επίσημη θέση στην Εκκλησία. «Σας επισήμους πράγματι μεταξύ των
Αποστόλων ο μακάριος Παύλος σας ανακηρύττει στην Εκκλησία, μακάριοι» (ωδή ε´).
«Σε τιμάμε τώρα, μαζί με τον Παύλο, εμείς που μαζευτήκαμε με πίστη, Ανδρόνικε,
ως συγγενή του Παύλου, που έγινες μαθητής του Χριστού και πριν από αυτόν» (ωδή
ε´). Κι είναι ευνόητο: αν ένας μέγας άγιος και μέγας απόστολος σαν τον απόστολο
Παύλο εκθειάζει κάποιους, σημαίνει ότι αυτοί οι κάποιοι δεν είναι τυχαία
πρόσωπα. Μόνον ένας άγιος με οξυμμένα τα πνευματικά κριτήριά του μπορεί να
βλέπει την πνευματική κατάσταση των άλλων, όπως εν προκειμένω ο Παύλος για τους
Ανδρόνικο και Ιουνία. Ο ίδιος ο απόστολος Παύλος το έχει πει: «ο πνευματικός
πάντα ανακρίνει, αυτός δε υπ᾽ ουδενός ανακρίνεται». Ο πνευματικός άνθρωπος,
αυτός δηλαδή που έχει το Πνεύμα του Θεού, μπορεί να διακρίνει και να ελέγχει τα
πάντα, ο ίδιος όμως δεν μπορεί να ελεγχθεί από οποιονδήποτε μη πνευματικό. Αυτό
λοιπόν τονίζει και ο άγιος Ιωσήφ: «Ο θείος απόστολος Παύλος, εκθειάζοντάς σας
λαμπρότατα με θεϊκούς επαίνους, προβάλλει στους πιστούς τη γενναιότητά σας,
λέγοντας ότι αποδειχτήκατε μαθητές του Θεού Λόγου πριν από αυτόν και συγγενείς
του ίδιου» (στιχηρό εσπερινού).
Η σεβαστική αυτή στάση του
αποστόλου Παύλου προς τους συγγενείς του αγίους Ανδρόνικο και Ιουνία, στάση που
προεκτείνεται και σε όλο το πλήρωμα πια των πιστών, προφανώς
οφείλεται αφενός στο γεγονός ότι οι άγιοι αυτοί απόστολοι υπήρξαν πράγματι
άγιοι ως «του Λόγου υπήκοοι» (στιχηρό εσπερινού), αφού «όλες τις
κινήσεις του νου τους τις κατεύθυναν με χαρά στην εφαρμογή των θελημάτων του
Θεού» (ωδή α´) – αυτός είναι ο άγιος: ο πιστός που ολόκληρο τον εαυτό του τον
αναφέρει στον Θεό και στην τήρηση του αγίου θελήματός Του - αφετέρου στο γεγονός
ότι ο Ανδρόνικος, αλλά και η Ιουνία ασφαλώς «αξιώθηκε να δει, με τον αγώνα του
να νεκρώσει τα αμαρτωλά φρονήματά του, τη ζωή των ζώντων, δηλαδή τον Χριστό τον
Θεό μας ως άνθρωπο επί της γης» (ωδή γ´), όπως και υπήρξαν μέτοχοι της φωτιάς
του αγίου Πνεύματος που έπνευσε και σ᾽ αυτούς κατά την Πεντηκοστή, φωτιά που
περιέφεραν έπειτα στην άσκηση της ιεραποστολικής διακονίας τους. «Έγινες
πυρίπνοος του θείου Πνεύματος με την καθαρή διάνοιά σου, απόστολε, περιφέροντας
τη θέρμη της φωτιάς αυτής και φλέγοντας το αγκάθι της πλάνης» (ωδή γ´).
Οι εκτιμήσεις του αγίου Ιωσήφ ότι οι άγιοι «νέκρωσαν τα αμαρτωλά φρονήματά τους για να δουν τον Χριστό» και ότι «περιέφεραν τη θέρμη της φλόγας του Παρακλήτου» έχουν ιδιαίτερη σημασία και για τη δική μας ζωή. Κανείς δηλαδή δεν μπορεί να δει τον Χριστό, όχι βεβαίως «σαρκοφόρον επί γης», αλλά εν Πνεύματι αισθητά στην καρδιά του, αν δεν κάνει έναν αγώνα, ασφαλώς με τη χάρη του Χριστού και μέσα στην Εκκλησία, για νέκρωση του αμαρτωλού φρονήματός του, διότι «ουδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν», όπως και κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι πράγματι έλαβε αυτόν τον Χριστό μέσα του, αν δεν βρίσκεται σε θερμότητα η καρδιά του, ως προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Παγωμένη καρδιά, δηλαδή καρδιά που δεν έχει αγάπη, συνεπώς θέρμη αγίου Πνεύματος, έστω κι αν υπάρχει ομολογία πίστεως, δεν έχει και Χριστό. Ο Χριστός βρίσκεται πάντοτε και μόνον εκεί που περιφέρεται η θέρμη της φλόγας του Πνεύματος του Θεού, η ζωντανή αγάπη.