19 Ιουλίου 2023

Η ΟΣΙΑ ΜΑΚΡΙΝΑ, ΑΔΕΛΦΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

«Η οσία Μακρίνα, η οποία κοσμείτο από το κάλλος του σώματος και τους σεμνούς τρόπους, επρόκειτο να παντρευτεί κάποιον εξίσου σεμνό και ωραίο άνδρα. Όταν ακόμη ήταν μνηστευμένη, έφυγε από τη ζωή ο υποψήφιος άνδρας της, κι αυτή, ενώ πολλοί άλλοι τη ζητούσαν σε γάμο, απεφάσισε να ζήσει ως χήρα, χωρίς να έχει αποκτήσει πείρα και των ωραίων στιγμών του γάμου. Χωρίστηκε λοιπόν από κάθε κοσμική σχέση, ζούσε μαζί με τη μητέρα της, την αγία Εμμέλεια, αφιερωμένη στις θείες αρετές και ασχολουμένη σαν δεύτερη μητέρα, μια που ήταν και η πρώτη στην ηλικία, με την ανατροφή των μετά από αυτήν αδελφών της, εννέα τον αριθμό. Αφού έζησε με οσιακό τρόπο και με πνευματικές ασκήσεις, έφτασε στο τέλος της και εξεδήμησε προς τον Κύριον».

     Ο υμνογράφος της ακολουθίας της, ακολουθώντας πολλούς εκκλησιαστικούς άνδρες που την εγκωμίασαν για την αγιασμένη ζωή της, χρησιμοποιεί πράγματι και αυτός πολλούς επαίνους για την αγία. Ιδιαιτέρως στέκεται κανείς με προσοχή σ’ έναν ύμνο από την τρίτη ωδή του κανόνα της, ο οποίος σε λίγες γραμμές μάς δείχνει το πώς έφτασε η οσία σε μεγάλο πνευματικό ύψος, αλλά αποκαλύπτει ταυτόχρονα, με συνεσκιασμένο βεβαίως τρόπο, τη σοφία και το παιδαγωγικό ήθος της μητέρας της Εμμέλειας. «Αγιωσύνης, απαλών εξ ονύχων, επόθησας, οφθαλμοίς τε μητρικοίς τετηρημένη, διέμεινας, Μακρίνα, πανάφθορος και παναμώμητος» (Πόθησες από μικρό παιδάκι την αγιωσύνη, και αφού σε πρόσεξαν οι μητρικοί οφθαλμοί, διατηρήθηκες πανάφθορη και πάναγνη, Μακρίνα). Ο υμνογράφος χρησιμοποιεί, όπως είπαμε, πολλούς επαίνους, κάτι που φαίνεται και στον παραπάνω ύμνο. Όχι απλώς η οσία υπήρξε άφθορη και αγνή, αλλά παν-άφθορη και παν-αμώμητη. Δηλαδή ο υμνογράφος φθάνει σε σημείο υπερβολής, αφού μόνον για την Παναγία, τη μητέρα του Κυρίου μας, λέγονται τέτοιες εκφράσεις. Ο υμνογράφος προφανώς λαμβάνει υπόψη του όχι μόνο την αγιασμένη ζωή της, αλλά και το γεγονός ότι υπήρξε κόρη μίας αγίας γυναίκας, της αγίας Εμμέλειας, εγγονή μίας εξίσου αγίας, της αγίας Μακρίνας, της γιαγιάς, μαθήτριας του αγίου Γρηγορίου του Νεοκαισαρείας του θαυματουργού, και αδελφή μεγάλων αγίων και Πατέρων της Εκκλησίας, όπως του Μ. Βασιλείου και του αγ. Γρηγορίου Νύσσης. Ποιος δεν θα σκεφτόταν ότι ευρισκομένη η αγία σε ένα τέτοιο περιβάλλον, με τέτοια μεγάλα αναστήματα – για τα οποία μάλιστα, όσον αφορά στα αδέλφια της, συνέβαλε και η ίδια αποφασιστικά στην ανατροφή τους – δεν θα βοηθείτο και η ίδια στον περαιτέρω αγιασμό της;

     Ο ύμνος όμως μας καθοδηγεί στην κατανόηση της πνευματικής της ανέλιξης: (1) Η οσία έφτασε σε τέτοιο ύψος αγιότητας και αγνότητας, λόγω καταρχάς του πόθου της για την αγιωσύνη, και μάλιστα «εξ απαλών ονύχων». Από μικρό παιδί ο νους και η καρδιά της ήταν στραμμένα προς τον Θεό. Η μητέρα της φρόντισε ιδιαιτέρως γι’ αυτό, ήδη από την εγκυμοσύνη της. Σαν να έριξε την πρωτοκόρη της, ευρισκομένη ακόμη σε εμβρυϊκή κατάσταση, στα χέρια του Χριστού. Κι είναι τούτο μία εικόνα που μας δείχνει ο υμνογράφος: «επ’ αυτώ (τω Χριστώ) γαρ από γαστρός, επερρίφης άμωμε». Με την αγία Μακρίνα φαίνεται πολύ καθαρά το πόση σημασία έχει η εκ νεότητος στροφή προς τον Θεό και πόσο ρόλο παίζει η μητέρα στη δημιουργία ενός «περιβάλλοντος», πριν ακόμη έλθει στον κόσμο το παιδί της. Ό,τι έλεγε και ο όσιος μέγας Πορφύριος, ο οποίος τόνιζε ιδιαιτέρως το ρόλο ακριβώς της μητέρας, που την καλούσε να προσεύχεται, να είναι ήρεμη, να μελετά τον λόγο του Θεού, ήδη από την εγκυμοσύνη της, προς χάρη ακριβώς του εμβρύου παιδιού της. «Το νιώθουν τα παιδάκια», έλεγε. «Τα ασφαλίζετε έτσι με τη χάρη του Θεού».

     (2) Εκείνο όμως που είναι εξίσου ή και περισσότερο από το παραπάνω σημαντικό, είναι η φράση του υμνογράφου «οφθαλμοίς τε μητρικοίς τετηρημένη». Η οσία Μακρίνα βεβαίως πόθησε, και για τους λόγους που είπαμε, την αγιωσύνη, τον ίδιο δηλαδή τον Χριστό ως νυμφίο της ψυχής της, αλλά και η μητέρα της Εμμέλεια, δεν έπαυσε να τη φροντίζει και να την παρακολουθεί διακριτικά και με αγάπη. Η επισήμανση του υμνογράφου είναι σαφής: η μητέρα δεν αφέθηκε στη χάρη μόνο του Θεού ή και στην καλή «πάστα» του παιδιού της. Προφανώς γνωρίζοντας την ανθρώπινη φύση και ξέροντας τους κινδύνους που υπάρχουν στην ανάπτυξη ενός παιδιού, λόγω και της πονηρίας του «αρχεκάκου διαβόλου» - άλλωστε «επί τα πονηρά έγκειται η διάνοια του ανθρώπου επιμελώς» κατά τη Γραφή – είχε την έγνοια της κόρης της. Την παρακολουθούσε, όχι όμως με τρόπο αδιάκριτο και παρεμβατικό, ώστε να δημιουργήσει αντίδραση και γογγυσμό στο παιδί της, αλλα με διάκριση και με αγάπη. Πώς το λέει ο υμνογράφος; «μητρικοίς οφθαλμοίς», δηλαδή με μάτια γεμάτα από αγάπη, όπως είναι τα μάτια μίας στοργικής μητέρας. Υποκλινόμαστε στο σημείο αυτό όχι στην οσία Μακρίνα, αλλά στη αγία Εμμέλεια, και καταλαβαίνουμε έτσι πολύ καλά, το πώς μία οικογένεια έφτασε στο σημείο να αναδείξει όχι ένα ή δύο, αλλά πολλούς αγίους. Διότι ακριβώς είχε και μία τέτοια μάνα!

17 Ιουλίου 2023

Η ΑΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΜΑΡΙΝΑ

«Η αγία Μαρίνα καταγόταν από κάποια κώμη της Πισιδίας, στα μέρη της Αντιόχειας. ΄Ηταν μονογενής θυγατέρα του Αιδεσίου, ενός ιερέα των ειδώλων, ο οποίος, όταν πέθανε η γυναίκα του, παρέδωσε την κόρη του, ηλικίας τότε δώδεκα ετών, σε μία γυναίκα να την μεγαλώσει. Η Μαρίνα είχε διδαχτεί στην κώμη που ζούσε τη χριστιανική πίστη, και γι’ αυτό παρακαλούσε τον Θεό να αξιωθεί να γίνει χριστιανή, κάτι που πραγματοποιήθηκε, και μάλιστα σε σημείο που δεκαπέντε ετών ποθούσε να δώσει και τη ζωή της για τον Χριστό. Ο ηγεμόνας λοιπόν Ολύμβριος, που έμαθε για την πίστη της, έστειλε να τη συλλάβουν και την έβαλε στη φυλακή. Μετά από κάποιες ημέρες διέταξε να την βγάλουν και να την οδηγήσουν ενώπιον του βήματός του, ενώ όταν την είδε, έμεινε έκπληκτος από την ωραιότητά της. Ρώτησε λοιπόν το όνομά της και την καταγωγή της και η αγία «Μαρίνα, είπε, λέγομαι, γέννημα και θρέμμα της Πισιδίας και είμαι χριστιανή». Επειδή δεν δέχτηκε να αρνηθεί τον Χριστό, διέταξε ο ηγεμόνας να την ξαπλώσουν και να την δείρουν σκληρά με ραβδιά, τόσο που το αίμα της κοκκίνησε το χώμα. ΄Επειτα πρόσταξε να την ανασηκώσουν και να ξύσουν για πολύ το σώμα της, οπότε μετά οδηγήθηκε και πάλι στη φυλακή. Εκεί έγινε μεγάλος σεισμός, που τραντάχτηκε πολύ η φυλακή, και να, από κάπου φάνηκε ένας δράκοντας, με μεγάλο ήχο στο σύρσιμό του, που φαινόταν ότι θέλει να ρίξει φωτιά γύρω από τη μάρτυρα. Εκείνη φοβήθηκε πολύ κι έγινε έντρομη, γι’ αυτό παρακαλούσε τον Θεό να την βοηθήσει, με αποτέλεσμα το φοβερότατο εκείνο ερπετό να φαίνεται με τη μορφή ενός μαύρου σκυλιού. Η αγία τότε το άρπαξε από τις τρίχες κι αφού πήρε μια πέτρα, το κτύπησε στο κεφάλι και στην πλάτη, μέχρις ότου ψόφησε. Μετά από αυτό, οδηγείται σε νέα εξέταση, όπου την έβαλαν να καεί σε λαμπάδες φωτιάς κι έπειτα να ριχτεί σε σκεύος γεμάτο από νερό, που κάλυπτε το κεφάλι της. Διαφυλάχτηκε όμως αβλαβής από όλα αυτά, γεγονός που οδήγησε πολλούς στην πίστη του Χριστού, οι οποίοι δέχτηκαν τον δι’ αποτομής της κεφαλής τους θάνατο. Τότε οργίστηκε πολύ ο ηγεμόνας, ο οποίος διέταξε με ξίφος να κόψουν την τιμία κεφαλή της».

       Το ιδιάζον στο μαρτύριο της αγίας Μαρίνας είναι το γεγονός ότι, ενώ σε όλα τα βασανιστήρια που πέρασε, φάνηκε γενναία και ατρόμητη, δείλιασε και μάλιστα φοβήθηκε πολύ, μέχρι σημείο τρόμου, όταν απειλήθηκε από τον δράκοντα, το τεράστιο ερπετό. Η αγία επομένως βρέθηκε αντιμέτωπη με μία αδυναμία της, σαν να μειώθηκε εκείνη τη στιγμή του μεγάλου φόβου της η πίστη της στην πρόνοια και την παντοδυναμία του Θεού, που σημαίνει ότι το συναξάρι της μας αποκαλύπτει μία ώρα οδυνηρού πειρασμού της. Δεν πρέπει να δούμε το γεγονός ανεξάρτητα από το σχέδιο του Θεού γι’ αυτήν – υπάρχει άλλωστε κάτι στη ζωή μας, έξω από την πρόνοια Εκείνου, αφού κατά τον Κύριο «και αι τρίχες της κεφαλής ημών ηριθμημέναί εισι»; - σχέδιο που επιτρέπει στον διάβολο να την πειράξει. Διότι προφανώς ο δράκων αυτός δεν σύρθηκε εκεί τυχαία. Πρέπει να εννοήσουμε ότι πίσω από την απειλητική παρουσία του βρισκόταν ο ίδιος ο πονηρός, κι αυτό κατά παραχώρηση ασφαλώς του Θεού, ο Οποίος μέσα από τους πειρασμούς οδηγεί τους αγίους σε ανώτερο πνευματικό επίπεδο και φανερώνει την αγιότητά τους. Κι είναι τούτο – η παρουσία του πονηρού που προκαλεί φόβο – κάτι που επιβεβαιώνεται διαρκώς από τους Πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι σημειώνουν ότι πίσω από κάθε φόβο και ταραχή, είναι ο διάβολος. «Ει τι βλέπεις, ει τι ακούεις, ει τι λογίζη, καν μικρόν ταραχθής, των δαιμόνων εστί τούτο» (Βίβλος Βαρσανουφίου και Ιωάννου).

       Αυτή είναι η τακτική του διαβόλου: να προκαλεί φόβο, γιατί στην κατάσταση αυτή είναι πιο εύκολο ο άνθρωπος, με μειωμένη ψυχική δύναμη, να υποταχθεί στα άνομα και σκοτεινά σχέδιά του. Αλλά με την αγία βλέπουμε και την ορθή και ενδεδειγμένη για την πειρασμική αυτή στιγμή αντίδραση: η έντονη προσευχή στον Θεό. Στο πρόσωπο της αγίας, μαθαίνουμε ν’ αντιμετωπίζουμε τους πειρασμούς και τις δύσκολες ώρες της πνευματικής ζωής: να «βλέπουμε» την παρουσία του Θεού, να θεωρούμε τα «φόβητρά» μας κάτω από την παντοδύναμη και πανάγαθη σκέπη Του. Όπως σε ανάλογη περίπτωση έκανε και ο άγιος ψαλμωδός: «προορώμην τον Κύριον ενώπιόν μου διαπαντός, ότι εκ δεξιών μού εστιν, ίνα μη σαλευθώ». Όπως, ακόμη περισσότερο, έκανε ο ίδιος ο Κύριος, που τη στιγμή της «δειλίας» Του, ενόψει του Γολγοθά, «γενόμενος εν αγωνία, εκτενέστερον προσηύχετο». Και τι γίνεται τότε; Ό,τι συνέβη και στην αγία Μαρίνα: «ο φοβερώτατος δράκων διεδείκνυτο ως κυνός μέλανος μορφήν». Ο φοβερός δράκων, το τεράστιο ερπετό, φάνηκε με τη μορφή ενός (μικρού) μαύρου σκυλιού – δείγμα και τούτο της δαιμονικής παρουσίας - επομένως φάνηκε έτσι, που ήταν πολύ εύκολο ν’ αντιμετωπιστεί και μάλιστα δραστικά.

       Πολλοί φόβοι και μάλιστα πολλές φοβίες, παράλογοι και επιτεταμένοι δηλαδή φόβοι, αναπτύσσονται στη ζωή μας, οι οποίοι μας ταλαιπωρούν και πάνε να διαλύσουν συχνά τον ιστό της ψυχοσωματικής μας υπόστασης. Πίσω από κάθε φόβο και φοβία, έχουν επισημάνει οι ασχολούμενοι με τον άνθρωπο και τον ψυχισμό του, υφίσταται κρυμμένος ο φόβος του θανάτου. Οι χριστιανοί όμως γνωρίζουμε ότι δεν παύει σ’ αυτές τις περιπτώσεις να δρα και το πονηρό στοιχείο, που χαρά του έχει ακριβώς την υποταγή και την καταστροφή του ανθρώπου. Μα τη λύση μάς τη δίνουν οι άγιοί μας, με την πείρα τους στην πνευματική ζωή: η αναφορά στον Θεό, η θεώρηση του εαυτού μας μέσα στην ιερή παρουσία Του. Κάθε τι που φαντάζει τεράστιο και αξεπέραστο ενώπιόν μας, και γι’ αυτό προκαλεί φόβο και τρόμο, γίνεται, εν Θεώ κοιταγμένο, μικρό και «κάτω» από εμάς, άρα αντιμετωπίσιμο. Το παράδειγμα της αγίας Μαρίνας με τον δράκοντα είναι εξαιρετικά ενδεικτικό, άρα θα πρέπει να μη φεύγει εύκολα από τη σκέψη μας.

15 Ιουλίου 2023

ΤΑ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΤΑ ΠΑΡΑΤΗΡΟΥΜΕ

«Και τώρα ακόμα υπάρχουν όχι λίγοι ασκητές, που τους απέκρυψε ο Κύριος, και γι’ αυτό δεν κάνουν φανερά θαύματα, αλλά στις ψυχές τους συμβαίνουν καθημερινά θαυμάσια μεγάλα, που μένουν απαρατήρητα για τους πολλούς. Να ένα θαύμα: Όταν η ψυχή ρέπει προς την υπερηφάνεια, τότε πέφτει στο σκοτάδι και στην ακηδία∙ όταν όμως ταπεινωθεί, τότε έρχεται χαρά και κατάνυξη και φως» (Οσίου Σωφρονίου, Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας, 1988). 

Οι περισσότεροι χριστιανοί, όταν ακούνε ή διαβάζουν για κάποιον  εν ζωή άγιο που κάνει θαύματα, κυρίως ιάσεως ασθενειών, ψυχικών και σωματικών, αποδύονται σε κάθε κόπο προκειμένου να τον επισκεφτούν ει δυνατόν, να πάρουν την ευχή του, να του πουν το πρόβλημά τους, να θεραπευτούν για να αποκατασταθεί η υγεία τους. Κι είναι βαθιά ανθρώπινο τούτο, γιατί κανείς δεν θέλει να οδυνάται και να ταλαιπωρείται σ’ έναν κόσμο που έτσι κι αλλιώς αυτό που κυρίως «προσφέρει» είναι ο πόνος και η δυσκολία, λόγω της πτώσεως του ανθρώπου στην αμαρτία. Κι αυτή η σπουδή προς αναζήτηση του αγίου γίνεται και όταν βεβαίως ο άγιος έχει απέλθει από τον κόσμο τούτο, αλλά υπάρχει το σκήνωμά του, υπάρχει η θαυματουργή ίσως εικόνα του, υπάρχει ο τάφος του, υπάρχουν διάφορα αντικείμενά του που κι αυτά έχουν αγιαστεί από το άγγιγμά του. Απλώς χρειάζεται να βρίσκεται σε επιφυλακή ο κάθε πονεμένος άνθρωπος, ώστε η καταφυγή του στον άγιο να βρίσκει όντως τα χαρακτηριστικά της αγιότητας, όπως η Εκκλησία μας τα περιγράφει απαρχής της ιδρύσεώς της από τον Κύριο Ιησού Χριστό και μετέπειτα. Διότι δεν παύει να εργάζεται στον κόσμο και ο Πονηρός διάβολος, ο οποίος συχνά «μετασχηματίζεται εις άγγελον φωτός» κατά τον απόστολο Παύλο, προκειμένου να πλανά τους ανθρώπους. Σημασία πάντως έχει το γεγονός ότι οι πολλοί αναζητούν τον θαυματουργό άγιο, γιατί καταλαβαίνουν, και σωστά, ότι εκεί υπάρχει μία ξεχωριστή παρουσία της χάρης του Θεού – ο Θεός είναι εκείνος που αναδεικνύει τους αγίους Του και τους δίνει τα χαρίσματά Του για να τα αντιπροσφέρουν στους συνανθρώπους τους: «δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δότε». Μη ξεχνάμε ότι ο Κύριος δρα στον κόσμο μέσω συνήθως των ανθρώπων Του, όπως άλλωστε το έδειξε και με την ενανθρώπησή Του: έγινε άνθρωπος για να σώσει τον άνθρωπο.

Ο άγιος Σιλουανός επισημαίνει όμως και μία άλλη διάσταση του θαύματος που ενώ υφίσταται και μάλιστα καθημερινά, μένει απαρατήρητη, καθώς γράφει, στους πολλούς. Είναι όχι τα εξώφθαλμα των γνωστών αγίων θαύματα, αλλά εκείνα «τα καθημερινά θαυμάσια που συμβαίνουν στις ψυχές αφανών αγίων», τα οποία από ό,τι αφήνει να κατανοήσουμε ο όσιος δεν είναι μικρότερα και αποτελεσματικότερα από ό,τι τα θεωρούμενα μεγάλα. Κι είναι η συμβολή του μεγάλου Σιλουανού εν προκειμένω, γιατί με τη χάρη που του έδωσε ο Θεός μάς καθοδηγεί ώστε να ανοίξουν και τα δικά μας μάτια στην κρυμμένη πραγματικότητα, η οποία συνιστά την αληθινή και βαθιά πραγματικότητα του κόσμου μας. Αυτό δεν λέει και ο απόστολος Παύλος, όταν μας προτρέπει να μην επικεντρώνουμε την προσοχή μας σε ό,τι φαίνεται με τις σωματικές αισθήσεις, στα «βλεπόμενα», αλλά στα «μη βλεπόμενα», στο βάθος του κόσμου μας που είναι η ενέργεια της χάρης του Θεού που διακρατεί τα σύμπαντα και είναι αιώνια. «Ου σκοπούμεν τα βλεπόμενα αλλά τα μη βλεπόμενα. Τα γαρ βλεπόμενα πρόσκαιρα, τα δε μη βλεπόμενα αιώνια». Κι αυτό βεβαίως γιατί μας δίνει ο Θεός τη χάρη να «περιπατούμε διά πίστεως» και όχι μόνο με τις αισθήσεις. Η πίστη είναι εκείνη που αποτελεί το όμμα της ψυχής για να συλλαμβάνουμε τις υπεραισθητές πραγματικότητες, που είναι πολλαπλασίως πιο πραγματικές από τις αισθητές. Στον άπιστο διαφεύγει το βάθος αυτό, γιατί λειτουργεί ως τυφλός. Και είναι τυφλός, γιατί τα μάτια του ή είναι κατεστραμμένα από την πονηρία του ή είναι καλυμμένα από την αχλύ ακόμα των παθών του.

Ποια είναι αυτά τα θαυμάσια, τα καθημερινά και μεγάλα που ζουν οι αφανείς άγιοι, γιατί ο Θεός δεν θέλει να τους αποκαλύψει; Ο όσιος Σιλουανός γίνεται ο παρήγορος καθοδηγητής μας: είναι όλα εκείνα που έχουν τον χαρακτήρα πράγματι του θαύματος και που τα ζει κάθε γνήσιος πιστός του Κυρίου που αγωνίζεται να θέσει τον εαυτό του πάνω στις άγιες εντολές Του. Ρέπει κάποιος στην υπερηφάνεια; σημειώνει∙ μόλις καταλάβει την εκτροπή από την οδό Κυρίου από τα αρνητικά συμπτώματα που τον καταλαμβάνουν: «σκοτάδι, ακηδία», και αρχίζει την προσπάθεια για ταπείνωση, εκεί «έρχεται χαρά και κατάνυξη και φως», εκεί δηλαδή έρχονται τα σημάδια της παρουσίας του Θεού. Και τι άλλο θεωρείται θαύμα για την πίστη μας, παρά μία αισθητή στον άνθρωπο φανέρωση της χάρης Του; Οπότε, κατά τον όσιό μας, όχι μόνο οι διάφοροι ασκητές, οι αφανείς άγιοι, αλλά και κάθε χριστιανός μέσα στον κόσμο, εφόσον έχει ενώπιόν του τις εντολές του Θεού και ζητεί από τον Κύριο δύναμη για να τις επιτελεί, κι εκείνος βρίσκεται μέσα στην παρουσία του θαύματος. Δεν αναζητεί σε άλλους τα θαύματα∙ ο ίδιος τα ζει στη δική του περιοχή, τη δική του ύπαρξη, το σώμα και την ψυχή του. Από την άποψη αυτή γίνεται κι αυτός ένας άμεσος θεατής, με την έννοια της προσωπικής εμπειρίας, του ίδιου του Θεού του, ο Οποίος δεν έχει μεγαλύτερη χαρά από το «μοιράζει» τον Εαυτό Του και να βρίσκει κατοικητήριά Του εκείνους που Τον θέλουν στη ζωή τους.

Δεν είναι μόνο ο όσιος Σιλουανός τελικώς που τονίζει την αλήθεια αυτή. Όλοι οι άγιοι Πατέρες μας μιλούν για τη δύναμη της πίστεως στον άνθρωπο, όταν αυτή τίθεται σε ενέργεια από την καλοπροαίρετη βούλησή του. Ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος για παράδειγμα, θεωρεί ότι ο άνθρωπος σε οποιαδήποτε κατάσταση κι αν βρίσκεται, ακόμη και την πιο σκοτεινή, εφόσον «ξυπνήσει» και θελήσει να προσαρμόσει τη ζωή του σ’ αυτά που ο Κύριος επιτάσσει, θα δει στον εαυτό του το θαύμα της αναστάσεως που το χαρακτηρίζει «ανάσταση εκ νεκρών». Κι ασφαλώς πρόκειται στην ουσία για ό,τι ο Κύριος στην παραβολή του ασώτου αποκάλυψε: «ο υιός μου αυτός ήταν χαμένος και βρέθηκε, ήταν νεκρός και ξανάζησε». Γιατί ακριβώς βρήκε τον δρόμο της επιστροφής προς τον Θεό, δηλαδή μετανόησε. Η μετάνοια έτσι είναι το μεγαλύτερο θαύμα που μπορεί να βιωθεί στον κόσμο από τον κάθε άνθρωπο.   

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΚΗΡΥΚΟΣ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΤΤΑ

«῾Η ἁγία ᾽Ιουλίττα ἔζησε ἐπί τῆς βασιλείας τοῦ Διοκλητιανοῦ καί καταγόταν ἀπό τό ᾽Ικόνιο. Λόγω τοῦ διωγμοῦ κατά τῶν χριστιανῶν πού εἶχε ξεσπάσει ἐκεῖ, πῆγε στήν Σελεύκεια μαζί μέ τόν τριετή υἱό της ἀοίδιμο Κήρυκο. ᾽Επειδή ὅμως τά ἴδια ἐπικρατοῦσαν κι ἐκεῖ, ἦλθε στήν Ταρσό τῆς Κιλικίας, στήν ὁποία ὁ ἡγεμόνας ᾽Αλέξανδρος, ὠμός καί θηριώδης στούς τρόπους, τιμωροῦσε καί βασάνιζε ὅσους ἐπικαλοῦνταν τόν Χριστό. Συνελήφθη καί ἡ ᾽Ιουλίττα καί ἄρχισαν τά βασανιστήριά της. ᾽Απέσπασαν βίαια ἀπό τήν ἀγκαλιά της τό παιδί κι ὁ ἡγεμόνας προσπάθησε μέ γλυκόλογα νά τό τραβήξει κοντά του. Δέν μπόρεσε ὅμως, γιατί τό παιδί εἶχε στηλώσει τά μάτια πρός μόνη τήν μητέρα του, ἐνῶ ἐπικαλεῖτο μέ ψιθυριστή φωνή τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Στό τέλος, ὅπως ἦταν ἔδωσε μία κλωτσιά στήν κοιλιά τοῦ ἡγεμόνα, μέ ἀποτέλεσμα νά ὀργισθεῖ αὐτός καί νά τό ρίξει κάτω ἀπό τά σκαλάκια τοῦ βήματος πού καθόταν. ᾽Από τήν πρόσκρουση στά σκαλάκια συντρίφτηκε τό κρανίο του κι ἄφησε ἐκεῖ τήν μακάρια ψυχή του. ῾Η δέ ἁγία ᾽Ιουλίττα, ἀφοῦ ὑπέστη πολλά βασανιστήρια χωρίς νά πειστεῖ νά ἀρνηθεῖ τόν Χριστό, ἀποτμήθηκε τήν κεφαλή της κι ἔλαβε τό στεφάνι τῆς ἀθλήσεως». 

Εἶναι λογικό ὁ ᾽Ιωσήφ ὁ ὑμνογράφος νά ἐπικεντρώνει τήν προσοχή του σέ δύο κυρίως σημεῖα ἀπό τό μαρτύριο τῶν ἁγίων Κηρύκου καί ᾽Ιουλίττης: πρῶτον στήν νηπιακή ἡλικία τοῦ Κηρύκου, δεύτερον στό ψυχικό μαρτύριο πού ὑπέστη ἡ ᾽Ιουλίττα, πέρα ἀπό τό σωματικό ἔπειτα, βλέποντας μπροστά στά μάτια της τόν θάνατο τοῦ υἱοῦ της. Πλεῖστα ὅσα τροπάρια πράγματι ἀναφέρονται στόν μικρό  Κήρυκο, τόν ὁποῖο ὅμως προβάλλει ὁ ὑμνογράφος νήπιο μέν στήν ἡλικία, πολιό ὅμως καί μέ τέλειο φρόνημα κατά τήν ψυχή. Πρόκειται ἀσφαλῶς γιά παραδοξότητα, κυριολεκτικά γιά θαῦμα, τό ὁποῖο ἐπισημαίνει ὁ ᾽Ιωσήφ. «᾽Εμπρός, δεῖτε ὅλοι παράξενο καί παράδοξο θέαμα: Ποιός ἔχει δεῖ τριετές νήπιο νά ντροπιάζει τύραννο; Πρόκειται γιά θαῦμα» (Δοξαστικό στιχηρῶν ἑσπερινοῦ). «Μέ σῶμα νηπίου ἀλλά μέ τελειότατο φρόνημα, μάρτυς, νίκησες τόν ἀρχέκακο διάβολο» (ὠδή δ´). «῾Υπῆρξες, κατά πολύ θαυμαστό τρόπο, ἀθλοφόρε Κήρυκε, ἀτελής κατά τό σῶμα, τέλειος ὅμως στήν φρόνηση» (ἐξαποστειλάριο ὄρθρου).

Κι αἰτία γιά τήν παραδοξότητα αὐτή δέν ἦταν μία ἰδιοτροπία τῆς φύσεως, ἀλλά ἡ ἴδια ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. ῾Ο Κήρυκος ἀπό τά σπάργανα ἀκόμη ἦταν γεμάτος ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτή ἡ χάρη τόν ἔκανε νά ἔχει φρόνημα μεγάλου καί σεβασμίου ἀνθρώπου. «Σύ πού ἤσουν γεμάτος ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἤδη ἀπό τά σπάργανά σου, καί εἶχες φρόνημα μεγάλου καί σεβαστοῦ ἀνθρώπου» (αἶνοι). Θυμίζει ἔτσι ἡ περίπτωση τοῦ Κηρύκου τήν πρώτη ἀπό ὅλους τούς ἁγίους, τήν ῾Υπεραγία Θεοτόκο, ἡ ὁποία κατεξοχήν αὐτή ἤδη ἐκ κοιλίας μητρός ἦταν γεμάτη ἀπό Πνεῦμα Θεοῦ, ἐνῶ τριετίζουσα, καθώς εἰσῆλθε στά ῞Αγια τῶν ῾Αγίων τοῦ Ναοῦ, ὑπῆρξε «νηπιάζουσα σαρκί καί τελείᾳ τῇ ψυχῇ». «Ἡ τριετίζουσα τῷ σώματι καί πολυετής ἐν τῷ πνεύματι» κατά τήν ἀντίστοιχη φράση τῆς ἑορτῆς τῶν Εἰσοδίων της. Κι αὐτό σημαίνει ὅτι «ὅπου βούλεται Θεός νικᾶται φύσεως τάξις». Αὐτό δηλαδή πού ἡ λογική μας ἀρνεῖται νά παραδεχτεῖ, γίνεται ἀποδεκτό καί ῾λογικό᾽, ὅταν ληφθεῖ ὑπ’ ὄψιν ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ. Μέ τόν ἅγιο Κήρυκο λοιπόν βρισκόμαστε ἐξαρχῆς σέ ὑπέρ φύσιν καί χαρισματικές καταστάσεις, οἱ ὁποῖες ἐξέβαλαν καί στό ὑπέρ φύσιν μαρτύριό του ὑπέρ τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ.

Κι εἶναι πολύ θεολογική ἡ ἀποτίμηση τήν ὁποία κάνει ἐν προκειμένω ὁ ἅγιος ποιητής: τό νήπιο Κήρυκος λόγω τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ εἶχε φρόνημα τελείου καί πολιοῦ ἀνθρώπου. ῾Ο ὥριμος κατά τήν ἡλικία τύραννος, ὁ ἔξυπνος καί δυνατός κατά κόσμον, ἀποδείχτηκε ἐντελῶς «νηπιόφρων», λόγω ἀκριβῶς τῆς ὑποταγῆς του στόν Πονηρό. ῾Η νίκη λοιπόν ἦταν δεδομένη: νίκησε τό νήπιο καί ντροπιάστηκε ὁ ὥριμος καί μεγάλος καί δυνατός. «Τόν σάν νήπιο τύραννο ντρόπιασες μέ ἀνδρεία ψυχῆς, καθώς ἤσουν μέ τέλειο φρόνημα ἀλλά μέ ἀτελές σῶμα, μάρτυς Κήρυκε» (στιχηρό ἑσπερινοῦ). Κι εἶναι ἡ παραπάνω ἀλήθεια κάτι πού ἐπιβεβαιώνεται διαρκῶς καί διαχρονικῶς: ὅπου ὑπάρχουν ἄνθρωποι, ἔστω μικροί στήν ἡλικία, ἔστω ἀδύνατοι ἐξωτερικά, ἀλλά μέ φρόνημα γενναῖο λόγω τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ βλέπουμε κυριολεκτικῶς θαύματα: νά ἀντιμετωπίζουν μεγάλους καί τρανούς, νά ἀντιμετωπίζουν καταστάσεις πού φαντάζουν θεόρατες, κι ὅμως νά νικοῦν. ῾Η ψυχή τελικῶς φαίνεται νά εἶναι αὐτή πού παίζει τόν πρῶτο ρόλο στόν κόσμο τοῦτο τόν ἀπατεώνα. Γι᾽ αὐτό καί δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὅσοι θέλουν νά ὑποτάξουν τούς ἀνθρώπους, ὁ διάβολος πρῶτα καί τά ὄργανά του, τήν ψυχή μας πρῶτα θέλουν νά κάμψουν. Τόν φόβο νά ἐνσπείρουν. Νά ῾μικρύνουν᾽ τό φρόνημα μας. Γιατί ἔτσι ἡ πλήρης ὑποταγή ἔπειτα εἶναι εὔκολη.

᾽Αλλ᾽ ὁ ἅγιος ᾽Ιωσήφ, εἴπαμε, προχωρεῖ καί στή ρίζα τοῦ εὐκλεοῦς φυτοῦ, «τό ἀμπέλι πού ἀνεβλάστησε ἀπό τά σπλάχνα της τόν  βότρυ Κήρυκο» (στιχηρό ἑσπερινοῦ, ὠδή δ´). Τήν μητέρα ἀγία ᾽Ιουλίττα. Καί θαυμάζει καί ἀπορεῖ βεβαίως γιά τό ἀνδρικό φρόνημα πού βρέθηκε σέ γυναικεία φύση, ἀλλά πολλαπλασίως θαυμάζει γιά τό πῶς ἄντεξε ἡ μάνα τό διπλό τελικά μαρτύριο: νά βλέπει πρῶτα τό σπλάχνο της νά ὑφίσταται τό μαρτύριο, νά ἀκολουθεῖ στή συνέχεια ἡ ἴδια μέ δύναμη καί γενναιότητα. ῾Επόμενο λοιπόν νά ῾βλέπει᾽ καί τό διπλό στεφάνι πού τῆς δίνει καί ὁ Κύριος. «᾽Αντιμετώπισες τά κτυπήματα καί ὑπέμεινες τά ποικίλα βασανιστήρια μέ ἀνδρικό τρόπο, ἀξιοθαύμαστη. Βλέποντας δέ τήν τελείωση τοῦ υἱοῦ σου πέρασες διπλό τό μαρτύριο, ᾽Ιουλίττα. Γι᾽ αὐτό σοῦ δίνει καί διπλούς τούς στεφάνους ὁ ἀθλοθέτης Κύριος» (στιχηρό ἑσπερινοῦ).

Εὐλόγως λοιπόν ὁ ὑμνογράφος ἐπιλέγει: «Μέ τίς παρακλήσεις αὐτῶν, Κύριε, σῶσε κι ἐμᾶς πού σεβόμαστε τήν ἱερά τους μνήμη» (ὠδή θ´).

14 Ιουλίου 2023

«ΛΕΓΕ ΣΥΝΕΧΩΣ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΣΟΥ»

«Λέγε συνεχώς μέσα στην καρδιά σου: «Ο Χριστός είναι Αγάπη». Έτσι, θα αγαπάς όλους τους ανθρώπους, θυσιάζοντας χάριν αυτής της Αγάπης, ό,τι έχεις ακριβό, ακόμη και την ίδια σου τη ζωή» (Αγίου Ιωάννου της Κροστάνδης, Η εν Χριστώ ζωή μου, Ιεροί λογισμοί μιας οσίας ψυχής, εκδ. Παπαδημητρίου).

Τρεις είναι οι κύριες προϋποθέσεις στις οποίες στηρίζεται στον παραπάνω λόγο του ο μέγας Ρώσος άγιος της νεώτερης εποχής Ιωάννης της Κροστάνδης (1829-1908).

Πρώτη, ότι ο Χριστός είναι ο Θεός, ο Οποίος είναι Αγάπη, όπως μοναδικά το σημειώνει ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος: «Ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί» (Α΄Ιω. 4, 8). Αγάπη ο Θεός, Αγάπη ο Χριστός ως το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, συνεπώς κάθε λόγος Του, κάθε ενέργειά Του την αγάπη Του αυτή αποτυπώνει.

Δεύτερη, ότι ο άνθρωπος είναι κλημένος κι αυτός να αγαπά κατά το πρότυπο του Δημιουργού Του Χριστού, διότι τον δημιούργησε «κατ’ εἰκόνα καί  καθ’ ὁμοίωσιν» Εκείνου. Ό,τι είναι ο Χριστός, ο ενανθρωπήσας Θεός, τέτοιος πρέπει να γίνει και ο άνθρωπος που θα πιστέψει στον Χριστό, αν θέλει να έχει κοινωνία μαζί Του. «Μείνατε ἐν τῇ ἀγάπη τῇ ἐμῇ. Ἐάν τάς ἐντολάς μου τηρήσητε, μενεῖτε ἐν τῇ ἀγάπη μου» είπε. Αλλά για να γίνει αυτό απαιτείται ο άνθρωπος να ξεπεράσει τον εγκλωβισμό του στην αμαρτία που τον απομονώνει και από τον Θεό και από τον συνάνθρωπό του και από τον εαυτό του και να ενσωματωθεί σ’ Εκείνον δια του εκκλησιασμού του μέσω του αγίου βαπτίσματος, ο Οποίος ακριβώς ήλθε στον κόσμο «ἵνα τά τέκνα τοῦ Θεοῦ τά διεσκορπισμένα συναγάγῃ εἰς ἕν». Τι άλλο στην πραγματικότητα είναι κάθε εν επιγνώσει χριστιανός παρά ένας άλλος Χριστός ως Εκείνου προέκταση; «Ἐγώ είμι ἡ ἄμπελος ὑμεῖς τά κλήματα» απεκάλυψαν τα αψευδή χείλη Του. «Χριστιανός ἐστι μίμημα Χριστοῦ κατά τό δυνατόν ἀνθρώπῳ» (άγιος Ιωάννης Κλίμακος). Οπότε, δεν υπάρχει τίποτε σημαντικότερο για τον πιστό χριστιανό από το να αποδύεται καθημερινά στον αγώνα να μένει στις εντολές του Χριστού, δηλαδή στην εντολή της αγάπης, κατά το «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» – αυτός είναι ο βασικός σκοπός του καιρού που του παραχωρεί ο Κύριος στον κόσμο τούτο.

Αλλά υπάρχει και η τρίτη προϋπόθεση που θίγει ο άγιος της Κροστάνδης, η οποία αποκαλύπτει το πόσο καλή γνώση του πεσμένου στην αμαρτία ανθρώπου, δηλαδή του κάθε ανθρώπου, είχε. «Λέγε συνεχώς μέσα στην καρδιά σου» προτρέπει. Γνωρίζει ο άγιος Ιωάννης ότι μπορεί ο πιστός να έχει βαπτιστεί, να έχει χριστεί με το άγιο μύρο της πίστεως, να εκκλησιάζεται και να μετέχει στα άχραντα μυστήρια, όμως δεν παύει ευρισκόμενος στον κόσμο τούτο τον απατεώνα με τις πολυποίκιλες παγίδες των παθών του και του Πονηρού διαβόλου να έλκεται στο κακό. Σαν τον απόστολο Παύλο ομολογεί ο κάθε χριστιανός ότι «ευχαριστιέμαι με τον νόμο του Θεού, όμως βλέπω έναν άλλο νόμο μέσα μου, τον νόμο της αμαρτίας, που με τραβάει μακριά από το θέλημα του Θεού». Οπότε τι χρειάζεται επιπλέον να κάνει ο πιστός; Διαρκώς να βρίσκεται σε κατάσταση νήψεως, εγρηγόρσεως, ετοιμότητας για τήρηση του αγίου θελήματος του Θεού. Η επανάληψη των λόγων της αγίας Γραφής, των λόγων του Χριστού - που σημαίνει ότι ο πιστός μελετάει τους λόγους αυτούς και ει δυνατόν τους αποστηθίζει για να τους έχει ανά πάσα στιγμή πρόχειρους στον νου και την καρδιά του – τον κρατάει εκεί που πρέπει: στο σημείο συντονισμού του με τον ίδιο τον Κύριο. Γι’ αυτό και ο πιστός βρίσκεται αδιάκοπα σε μία εσωτερική ένταση – μπορεί κάποιο πάθος του να τον σύρει εκτός νόμου Θεού, εκείνος όμως «βιάζει» τον εαυτό του να μην παρασυρθεί. Αν παρασυρθεί χάνει τον Θεό του, μπαίνει κυριολεκτικά στον χώρο μιας «κινούμενης άμμου», εμπλέκεται δηλαδή στην ταραχή του παρερχόμενου αυτού εδώ κόσμου.

Να επαναλαμβάνουμε διαρκώς μέσα μας το όνομα του Χριστού, την Αγάπη Του, την κεντρική εντολή Του «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους», είναι ό,τι κρισιμότερο για την πνευματική μας ζωή. Κι ιδίως στις δύσκολες στιγμές μας όπου υπάρχει κάποια έξαψη παθών: σε μία εχθρική ενέργεια ενός συνανθρώπου μας, σε έναν υβριστικό λόγο του, σε μία αντίδραση απρόσμενη από τον/τη σύντροφό μας ή από τα παιδιά μας, εκεί να επιμένουμε με την αγία επανάληψη των ευαγγελικών λόγων για να μένουμε μαζί με τον Χριστό κι Εκείνος μαζί μας. Όπως κάνουμε σε μία ανηφόρα όταν οδηγούμε, που πατάμε περισσότερο γκάζι, το ίδιο και στις ανηφοριές του βίου μας: να τροφοδοτούμε τη βούλησή μας πατώντας περισσότερο «γκάζι», ανακυκλώνοντας τα παντοδύναμα λόγια του Θεού μας. Ο μεγάλος άγιος της Κροστάνδης μας το υπενθυμίζει.  

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΕΚ ΤΩΝ ΕΒΔΟΜΗΚΟΝΤΑ ΑΚΥΛΑΣ

«Ο άγιος Ακύλας εγκωμιάζεται ιδιαιτέρως από τον ευαγγελιστή Λουκά, στο δεύτερο βιβλίο του, των Πράξεων των Αποστόλων. Διότι υπήρξε μαθητής και ξεναγός του αποστόλου των Εθνών, του ιερού Παύλου, και μυήθηκε στα της πίστεως του Χριστού από εκείνον. Γι’  αυτό και απέπτυσε την πλάνη τη δαιμονική, έγινε ιερέας και μάρτυρας των Παθών του Κυρίου, και έλαβε από τον Κύριο το στεφάνι της σωτηρίας».

Η ακολουθία της ημέρας τονίζει με έμφαση το φωτοειδές της καρδιάς του αγίου Ακύλα. Έγινε όλος «δοχείον του Πνεύματος, καταστραπτόμενος ταις αυτού φωταυγίαις». Κι εκείνος που κατεξοχήν συνήργησε σ’ αυτό ήταν ο απόστολος Παύλος, διότι με τα λόγια εκείνου καταυγάσθηκε η ψυχή του από το φως της θεογνωσίας κι έγινε σαν τον ήλιο. ΄Εμπλεος λοιπόν αγίου Πνεύματος, σαν φωτεινή ακτίνα φώτισε στη συνέχεια και αυτός «την σύμπασαν κτίσιν».

Η λήψη του αγίου Πνεύματος από τον άγιο Ακύλα – όπως συμβαίνει άλλωστε και με όλους τους αγίους – δεν υπήρξε χωρίς προϋποθέσεις και χωρίς προσωπική μετοχή. Είναι βασικό στοιχείο της χριστιανικής πίστεως ότι βεβαίως ο Θεός προσφέρει το Πνεύμα Του στον άνθρωπο, και μάλιστα αφειδώλευτα – «ουκ εκ μέτρου δίδωσιν ο Θεός το Πνεύμα» - αλλ’  όταν και ο άνθρωπος θελήσει  να συνεργήσει στην προσφορά αυτή. Η συνέργεια του ανθρώπου φανερώνεται από τη θετική κλίση της καρδιάς του προς την προσφερομένη αγάπη του Δημιουργού, δηλαδή από την ένταξή του στο χώρο της Εκκλησίας και από τον πνευματικό αγώνα που αναλαμβάνει. Ο πνευματικός αγώνας συνίσταται στην προσπάθεια πια του ανθρώπου, με τη χάρη του Θεού, να διακρατείται πάνω στις εντολές του Κυρίου, στο νόμο του Κυρίου. Διότι δεν υπάρχει τίποτε ανώτερο από τον νόμο αυτό, αφού ο Ίδιος ο Κύριος βεβαίωσε ότι αποκαλύπτεται στην καρδιά του ανθρώπου, κυρίως μέσα από αυτόν. Συνεπώς, ο άνθρωπος γίνεται πνευματικός, μένει μέσα στο Πνεύμα του Θεού, στο βαθμό που τηρεί στη ζωή του ό,τι ο Κύριος έχει δώσει ως νόμο Του.

Ο προσανατολισμός και η εγκατοίκηση πια του πιστού στις εντολές του Χριστού είναι ευνόητο ότι κάνουν τον πιστό να αποκτά ένα είδος παντοδυναμίας. Όπως το βεβαίωσε ο απόστολος Παύλος για τον εαυτό του, «πάντα ισχύω εν τω ενδυναμούντι με Χριστώ», έτσι και ο πιστός: ζώντας τον Χριστό μέσω των εντολών Του γεύεται αισθητά, στην ψυχή και στο σώμα, τη δύναμη Εκείνου. Κι αυτή είναι η απάντηση της Εκκλησίας και σε όλα αυτά που συνιστούν τα λεγόμενα ψυχολογικά προβλήματα. Πέραν των περιπτώσεων εκείνων, που ο άνθρωπος πράγματι χρήζει ανθρώπινης ψυχολογικής και ψυχιατρικής παρακολούθησης λόγω υπερβολικά ευαίσθητου ψυχισμού, τα περισσότερα ψυχικού τύπου προβλήματα είναι απόρροια χαλαρής πνευματικής ζωής. Κι αυτό σημαίνει ότι, όταν ο άνθρωπος θωρακιστεί κι οχυρωθεί με τις εντολές του Χριστού, δηλαδή όταν οι σκέψεις και οι επιθυμίες και τα συναισθήματά του βρίσκονται εν τω Θεώ, τότε πράγματι θα δει να απεμπλέκεται από ό,τι αρνητικό έρχεται να του αμαυρώσει τη ζωή. Την πνευματική αυτή πραγματικότητα μάς την προβάλλει και η υμνολογία του αγίου Ακύλα σήμερα, που μεταξύ των άλλων στο υπ’ όψιν θέμα, σημειώνει: «Νόμοις Χριστού οχυρωθείς την διάνοιαν, το των ανόμων φρύαγμα όλον κατέβαλες…». Οχυρώθηκες κατά τη διάνοια με τους νόμους του Χριστού, και νίκησες όλους τους επαναστατημένους ανόμους.

13 Ιουλίου 2023

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΚΟΠΕΣ

Αν οι διακοπές κατανοούνται συνήθως ως ευκαιρία χαλάρωσης σωματικής και ψυχικής δεν πρέπει να γίνεται το ίδιο και από πλευράς πνευματικής. Διότι η πνευματική χαλάρωση αποτελεί στην πραγματικότητα οπισθοχώρηση και πτώση του ανθρώπου, κατά το «ο μη ων μετ’  εμού κατ’ εμού εστι» του Κυρίου (Ματθ. 12,30) – ο πιστός χριστιανός καλείται να σχετίζεται με τον Θεό αδιάκοπα ευρισκόμενος πάνω στην οδό τηρήσεως των αγίων Του εντολών, προκειμένου να μη γίνεται έρμαιο του πονηρού διαβόλου, ο οποίος «ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη» (Α΄Πέτρ. 5,8).

Μη λησμονούμε ότι ο Θεός δεν θα μας κρίνει γιατί χαλαρώνουμε τη σχέση μας μαζί Του, αλλά γιατί χαλαρώνοντας τη σχέση μας αυτή γινόμαστε έρμαια στα χέρια του διαβόλου. Η επιμονή στη σχέση με τον Θεό και τη μνήμη του ονόματός Του, η προτεραιότητα του λόγου Του στη ζωή μας γίνονται για να είμαστε εμείς θωρακισμένοι και δυνατοί, ώστε να ζούμε τη ζωή μας φυσιολογικά, δηλαδή με τον τρόπο που μας δημιούργησε ο Θεός ως κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Αυτού πλάσματά Του.

Έτσι οι διακοπές για τον χριστιανό (πρέπει να) λειτουργούν όχι ως «ξεσάλωμα» πνευματικό, όπως συχνά γίνεται, αλλά ως ευκαιρία πνευματικής ενδυνάμωσης αυτού και της οικογένειάς του, αφού παρέχεται ο χρόνος που συνήθως δεν υφίσταται τον χειμώνα. Τι μπορεί λοιπόν να προτείνει κανείς συγκεκριμένα, με το δεδομένο βεβαίως ότι οι διακοπές είναι πια συνήθως ολιγοήμερες, ενώ πραγματοποιούνται από κοινού όταν τα παιδιά είναι κυρίως μικρά και εξαρτώνται αποκλειστικά από τους γονείς τους;

(1) Η υποχρέωση της Κυριακάτικης λειτουργίας μπορεί να γίνει πνευματική απόλαυση στις διακοπές. Η οικογένεια, χωρίς το βάρος της εργασίας και το άγχος του χρόνου, μπορεί, ιδίως στην επαρχία, να εκκλησιαστεί με άνεση, να γνωριστεί με άλλους ανθρώπους, να κάνει τη φύση, κοντά στην οποία συνήθως υπάρχει ο ναός, συμμέτοχό της στη δοξολογία του ονόματος του Θεού.

 (2) Η αξιοποίηση της ύπαρξης μοναστηριών και προσκυνημάτων της επαρχίας. Στις περισσότερες περιοχές της πατρίδας μας, ηπειρωτικές και νησιωτικές, υπάρχουν πανέμορφα προσκυνήματα και μοναστήρια. Ένας απογευματικός εσπερινός, μία συνομιλία με έναν Γέροντα ή μία Γερόντισσα σ’ ένα μοναστήρι, ο ίδιος ο χώρος του μοναστηριού με τις εικόνες και τα λείψανα που έχει, πυροδοτούν λανθάνοντες πνευματικούς σπόρους που μπορεί να καρποφορήσουν σε ώρες που δεν περιμένει κανείς.

 (3) Η συμμετοχή σε μικρά πανηγύρια που γίνονται στην επαρχία. Δεν είναι λίγες οι περιοχές της επαρχίας, στις οποίες οι γιορτές διαφόρων αγίων ή της Παναγίας μας πραγματοποιούνται με έναν πολύ όμορφο και γραφικό τρόπο που συνδυάζουν το πνευματικό με το ψυχαγωγικό στοιχείο.

 (4) Δεν μπορεί κανείς να μην αναφέρει το πιο άμεσο πνευματικό ερέθισμα των διακοπών, το διάβασμα ψυχωφελών βιβλίων που στις ημέρες μας κυκλοφορούν πλούσια. Η έλλειψη χρόνου για διάβασμα κατά τον χειμώνα υπερβαίνεται στην άνεση των διακοπών. Κι όταν μάλιστα το βιβλίο δεν είναι απλώς για να περνά κανείς την ώρα του, αλλά και να τρέφει πνευματικά, γίνεται αξία ανυπέρβλητη.

 (5) Υπάρχει τέλος και μία ξεχωριστή παράμετρος: η ίδια η συνύπαρξη επί το αυτό όλης της οικογένειας. Και μόνο το γεγονός ότι μπορεί η οικογένεια να βρεθεί μαζί στο μεσημεριανό ή και στο βραδινό τραπέζι, να καθήσουν μαζί για πρωινό, να κολυμβήσουν μαζί, ενέχει μία πνευματική διάσταση, έστω και ανεπίγνωστη. Διότι η συνεχής αυτή συνύπαρξη πυροδοτεί, αν υπάρχει βεβαίως καλή διάθεση και συντρέχουν κάποιες χριστιανικές προϋποθέσεις, τις εσωτερικές αντοχές του ατόμου, ώστε να καλλιεργούνται η υπομονή, η αγάπη, η υποχωρητικότητα. Οπότε, ναι, οι διακοπές γίνονται μοναδική ευκαιρία για την οικογένεια να μετρήσει και το πνευματικό επίπεδο στο οποίο βρίσκεται.