14 Αυγούστου 2023

ΣΤΗΝ ΚΥΡΑ ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ!

 

Άνθη του Αιγαίου μυροβολούν δοξαστικά

στου ξωμονάστηρου τη θύρα, λες

και αντιφωνούν ροδόπνοα λιβανωτά

που καίνε αντικρύ στης Παναγιάς το βλέμμα.

 

Είναι τα μύρα της καρδιάς από τον θρήνο

- μπορεί και τη χαρά - των Παρακλήσεων

τ’ Αυγούστου που μάσει η Μάνα η Κυρά

προς ευφροσύνη Της τις έρημες τις μέρες.

(Στέφανος Δορμπαράκης, 13-8-2022)

29 Ιουλίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ Η´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ)

«Μεμέρισται ὁ Χριστός; Μή Παῦλος ἐσταυρώθη ὑπέρ ὑμῶν; ῎Η εἰς τό ὄνομα Παύλου ἐβαπτίσθητε;» (Α´ Κορ. 1, 13)

 Ὁ ἀπόστολος τῆς ἡμέρας ἀποτελεῖ τήν πιό ἔντονη κραυγή τοῦ ἀποστόλου Παύλου γιά τήν ὁμοφροσύνη καί τήν ἑνότητα τῶν χριστιανῶν, καθώς ἀπευθύνεται μάλιστα στούς πιστούς τῆς Κορίνθου, στήν ᾽Εκκλησία τῶν ὁποίων εἶχαν παρουσιασθεῖ σημάδια διάσπασης καί σχίσματος. Εἶχαν ὁμαδοποιηθεῖ κατά κάποιον τρόπο οἱ ἐκεῖ πιστοί προβάλλοντας ἡ κάθε ὁμάδα εἴτε τόν Πέτρο εἴτε τόν Παῦλο εἴτε τόν ᾽Απολλώ, σπουδαίους ἀποστόλους ὄντως καί μεγάλες προσωπικότητες, χωρίς νά κατανοοῦν ὅμως ὅτι ἡ ὑπέρ τό δέον προβολή κάποιου, ἔστω καί ἀποστόλου καί μαθητῆ τοῦ Χριστοῦ, στήν πραγματικότητα ἀκυρώνει τήν πίστη στόν ἴδιο τόν Κύριο, τόν Σωτήρα τοῦ κόσμου. Γι᾽ αὐτό καί ἡ ἀντίδρασή του εἶναι ἔντονη: «Διαμοιράστηκε ὁ Χριστός; Μήπως ὁ Παῦλος σταυρώθηκε γιά χάρη σας; ῎Η στό ὄνομα τοῦ Παύλου βαπτισθήκατε;» ῾Ο μερισμός καί τό σχίσμα γιά τόν ἀπόστολο ἦταν ὅ,τι χειρότερο μποροῦσε νά τούς συμβεῖ. Διαγραφόταν ἡ ἴδια ἡ σωτηρία πού ἔφερε ὁ Χριστός.

 1. Καί βεβαίως θά μποροῦσε κανείς νά πεῖ ὅτι ἴσως ἡ ἀντίδρασή τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἦταν ὑπερβολική, δεδομένου ὅτι οἱ πιστοί δέν ἔφευγαν ἀπό τήν ᾽Εκκλησία καί τήν πίστη. Στούς ἀποστόλους ῾ἐκολλῶντο᾽, στούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ, σ᾽ ἐκείνους δηλαδή πού κήρυσσαν τό Εὐαγγέλιο καί ἔδειχναν διαρκῶς πρός τόν Χριστό. Δέν ἦταν σημάδι χριστιανικῆς πίστεως ἡ συγκεκριμένη ἀναφορά τους σ᾽ αὐτούς; ῾Ο ἴδιος ὁ ἀπόστολος ᾽Ιωάννης δέν γράφει ἤδη στήν ἀρχή τῆς Α´ Καθολικῆς ἐπιστολῆς του ὅτι προϋπόθεση τῆς κοινωνίας μέ τόν Χριστό εἶναι ἡ κοινωνία μέ τούς ἀποστόλους; ῾῞Ινα καί ὑμεῖς κοινωνίαν ἔχητε μεθ᾽ ἡμῶν˙ καί ἡ κοινωνία δέ ἡ ἡμετέρα μετά τοῦ πατρός καί μετά τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ᾽. Ἡ ᾽Εκκλησία μας ἀργότερα ὁριοθετώντας τήν πίστη της μέ τό Σύμβολο τῆς πίστεως δέν λέει ὅτι ἡ πίστη αὐτή γιά νά εἶναι ἀληθινή πρέπει ἐκτός ἀπό μία, ἁγία καί καθολική νά εἶναι καί ἀποστολική; Πῶς λοιπόν μέ τόσο ἀπόλυτο τρόπο ὁ ἅγιος Παῦλος καταδικάζει καί δαιμονοποιεῖ τήν προσκόλληση σέ κάποιον ἀπόστολο, ἀκόμη καί τόν ἴδιο;

2. Προφανῶς ὁ ἀπόστολος εἶχε δίκιο. Διότι ἀπό ὅ,τι περιγράφει ἡ κατάσταση στήν Κόρινθο δέν βρισκόταν μέσα στό πλαίσιο τῆς ὀρθῆς ἀποστολικότητας. Οἱ πιστοί δέν ἦταν προσκολλημένοι στούς ἀποστόλους, ὥστε νά εἶναι προσανατολισμένοι στόν Κύριο ᾽Ιησοῦ Χριστό γιά ἕνωση μαζί Του, ἀλλά ἔπαιρναν ὡς ἀφορμή τήν προσκόλλησή τους αὐτή γιά νά προβάλουν τόν ἐγωϊσμό τους καί τήν κυριαρχία τους ἐπί τῶν ἄλλων. Τά πάθη τους ἔβγαζαν καί τήν ἀντιπαλότητα ἀπέναντι στούς συνανθρώπους τους ἀποκάλυπταν, ὑπό τό πρόσχημα ὅμως τῆς θρησκευτικῆς ἀναφορᾶς τους. Αὐτό πού ὁ Κύριος ἦλθε νά καταργήσει: τόν ἐγωϊσμό ὡς πυρήνα τῆς ἁμαρτίας, αὐτό ἔβρισκε ἄλλους δρόμους γιά νά ξεγελᾶ τούς ἀνθρώπους καλυπτόμενο κάτω ἀπό τήν μάσκα τῆς ῾θρησκευτικῆς᾽ πίστεως. ῾Η μορφή δηλαδή τῆς εὐσέβειας: ῾εἶμαι τοῦ Παύλου ἤ τοῦ Πέτρου᾽,  ἔριχνε κυριολεκτικά στάχτη στά μάτια γιά νά ἐξαφανίζεται ἡ ὅποια οὐσία τῆς ἀληθινῆς εὐσέβειας, ἡ ζωντανή σχέση μέ τόν Χριστό. ῞Ο,τι ὁ ἀπόστολος θά γράψει κάπου ἀλλοῦ γιά «τούς ἔχοντας τήν μόρφωσιν τῆς εὐσεβείας, ἀλλά ἠρνημένους τήν δύναμιν αὐτῆς», φαινόταν ἀνάγλυφο στούς πιστούς τῆς Κορίνθου. Κι αὐτή εἶναι ἡ μεγαλύτερη τραγικότητα: νά δηλώνεις χριστιανός, νά νομίζεις ὅτι εἶσαι πιστός ᾽Εκείνου καί νά εἶσαι ἕρμαιο τῶν παθῶν σου καί ὑποχείριο τοῦ διαβόλου. Γιατί ἀσφαλῶς μόνον ὡς παγίδα τοῦ παμπόνηρου διαβόλου μπορεῖ κανείς νά θεωρήσει τήν παραπάνω πραγματικότητα. ῾Ο ἴδιος ὁ Κύριος εἶχε περιγράψει κάτι ἀνάλογο: θά σκοτώνουν τούς μαθητές Του, πιστεύοντας ὅτι προσφέρουν λατρεία στόν Θεό. «Καί πᾶς ὁ ἀποκτείνας ὑμᾶς δόξῃ λατρείαν προσφέρειν τῷ Θεῷ».

3. Δυστυχῶς ἡ τραγικότητα τοῦ μερισμοῦ καί τοῦ σχίσματος τῶν πιστῶν τῆς Κορίνθου δέν σταμάτησε μόνο σ᾽ αὐτούς μέ τήν ἐπέμβαση τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Συνεχίστηκε καί στά μετέπειτα χρόνια καί συνεχίζεται μέχρι καί σήμερα, ὅπου ὑπάρχουν πιστοί καί ᾽Εκκλησίες. ῾Η διάσπαση ὡς ἔκφραση ἐγωϊσμοῦ ὑπάρχει ὡς μόνιμος πειρασμός σέ κάθε ἐποχή κι εἶναι δύσκολο νά διαπιστωθεῖ ἀμέσως, γιατί ἀκριβῶς παίρνει μορφή «ἐκκλησιαστική». Κι αὐτό σημαίνει ὅτι χρειάζεται διαρκής ἐπαγρύπνηση γιά τήν ἀποφυγή τέτοιων ὕπουλων χτυπημάτων τῆς ἑνότητας τῆς ᾽Εκκλησίας. Φαινόμενα κατά τά ὁποῖα ὁμάδες πιστῶν ῾γκετοποιοῦνται᾽ μέ κέντρο καί ἀναφορά ἕναν Γέροντα, ἕναν κληρικό, ἕνα μοναστήρι ἴσως, μπορεῖ νά μήν εἶναι τόσο ἀθῶα ὅσο φαίνονται. Κι ἀπαιτεῖται ἰδιαίτερη εὐαισθητοποίηση καί ἀπό πλευρᾶς τῶν ῾κέντρων᾽ αὐτῶν, ὥστε νά μήν ἀφήνουν νά γίνονται ἀντικείμενα λατρείας. Γιατί ἡ πίστη μας καί ἡ σωτηρία μας βρίσκεται σέ ἕνα καί μοναδικό πρόσωπο: τόν Κύριο ᾽Ιησοῦ Χριστό. «Αὐτός ἐστιν ὁ ἀληθινός Θεός καί ὁ Σωτήρ τοῦ κόσμου», Αὐτός εἶναι τό νόημα καί ἡ βάση τοῦ παντός, δεδομένου ὅτι μέ τήν Σταυρική Του θυσία καταργήθηκε τό κεντρικό πρόβλημα τοῦ ἀνθρώπου: ἡ ἁμαρτία καί ὁ θάνατος πού εἶναι τό ἀποτέλεσμά της. Χωρίς τόν Χριστό τί νά τόν κάνεις τόν ἀπόστολο, τί νά τόν κάνεις τόν Γέροντα, τί νά τόν κάνεις τόν ὅποιο κληρικό; ᾽Ακόμη κι ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου, ὅπως κι ὅλοι οἱ ἅγιοι, τί νόημα θά εἶχαν χωρίς ᾽Εκεῖνον; ῎Αν ὁ ὁποιοσδήποτε ἔχει κάποια ἀξία στόν κόσμο αὐτόν, εἶναι λόγω τῆς σχέσης Του μέ τόν Κύριο. «Χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν», ὅπως μᾶς ἀποκάλυψε ὁ ῎Ιδιος.

4. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος καταθέτει μέ ἀπόλυτο τρόπο τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καί τῆς ᾽Εκκλησίας: «Μή Παῦλος ἐσταυρώθη ὑπέρ ὑμῶν; ῎Η εἰς τό ὄνομα Παύλου ἐβαπτίσθητε;» Ὁ Χριστός μᾶς σώζει, γιατί σ᾽  Αὐτόν καί μόνο βρίσκουμε τήν  ἑνότητά μας. ῾Ο Χριστός εἶναι ἡ κεφαλή τοῦ σώματος καί ὅλοι οἱ ἄλλοι εἴμαστε μέλη αὐτοῦ τοῦ σώματος. Κάθε ἄλλη θεώρηση τῆς ᾽Εκκλησίας λειτουργεῖ ἀποπροσανατολιστικά, δηλαδή λειτουργεῖ δαιμονικά καί εἰς βάρος τοῦ ἀνθρώπου. ῎Ετσι λειτουργεῖ τό σχίμα, ἔτσι λειτουργεῖ πολλῷ μᾶλλον ἡ αἵρεση, γι᾽ αὐτό καί δέν ὑπάρχουν χειρότερες καταστάσεις ὅπως εἴπαμε ἀπό αὐτές. Κι ἐκεῖ πού ὁ ἀπόστολος μᾶς δίνει διαχρονικά τήν ὀρθή ἱεράρχηση τῶν πραγμάτων, ἡ ὁποία γινόμενη ἀποδεκτή κυριολεκτικά σώζει τόν ἄνθρωπο κάνοντάς τον νά ῾περιπολεῖ ὡς Θεός ἐν τῷ κόσμῳ᾽ μέ τίς δυνάμεις τοῦ ῎Ιδιου τοῦ Θεοῦ, εἶναι στό τέλος τοῦ τρίτου κεφαλαίου τῆς ἴδιας ἐπιστολῆς του στούς Κορινθίους. Στό ὀξύ πρόβλημα τῶν σχισματικῶν καταστάσεων τῆς Κορίνθου καταλήγει: «Τά πάντα (εἴτε Παῦλος εἴτε Κηφᾶς εἴτε ᾽Απολλώς) ὑμῶν ἐστι, ὑμεῖς δέ Χριστοῦ, Χριστός δέ Θεοῦ». ῞Ολα σ᾽ αὐτήν τήν ζωή, ἄνθρωποι καί πράγματα, σᾶς ἀνήκουν, εἶναι κάτω ἀπό ἐσᾶς, γιατί ἐσεῖς τελικά ἀνήκετε μόνο στόν Χριστό, ὅπως κι Αὐτός ἀνήκει στόν Θεό.

 Μπορεῖ ὁ ἀπόστολος νά μή θέλει νά δεχτεῖ ὅτι κύριο ἔργο του εἶναι νά βαπτίζει τούς ἀνθρώπους, γιατί εἶχε κληθεῖ πρώτιστα πρός εὐαγγελισμό αὐτῶν, ὅμως αὐτά πού κηρύσσει καταλήγουν στό βάπτισμα καί τό τί ὁ ἄνθρωπος γίνεται μέ αὐτό: μέλος Χριστοῦ, φανέρωση ᾽Εκείνου στόν κόσμο. «῞Οσοι γάρ εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε». ῾Η συνειδητοποίηση ὅτι ὡς χριστιανοί εἴμαστε ἕνα πιά μέ τόν Χριστό, γεγονός πού ἐνεργοποιεῖται καί αὐξάνει στόν βαθμό πού ζεῖ κανείς τήν ἐκκλησιαστική ζωή, εἶναι καί ἡ μόνη λύση στό κάθε σχίσμα πού πάει νά ἀναφανεῖ καί πού ὁδηγεῖ τελικῶς στήν αἵρεση καί τήν καταστροφή. 

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Η΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Ματθ. 14, 14-22)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἶδεν ὁ Ἰησοῦς πολὺν ὄχλον, καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπ ̓ αὐτοῖς καὶ ἐθεράπευσε τοὺς ἀρρώστους αὐτῶν. Ὀψίας δὲ γενομένης προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· ἔρημός ἐστιν ὁ τόπος καὶ ἡ ὥρα ἤδη παρῆλθεν· ἀπόλυσον τοὺς ὄχλους, ἵνα ἀπελθόντες εἰς τὰς κώμας ἀγοράσωσιν ἑαυτοῖς βρώματα. Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· οὐ χρείαν ἔχουσιν ἀπελθεῖν· δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν. Οἱ δὲ λέγουσιν αὐτῷ· οὐκ ἔχομεν ὧδε εἰ μὴ πέντε ἄρτους καὶ δύο ἰχθύας. Ὁ δὲ εἶπε· φέρετέ μοι αὐτοὺς ὧδε. Καὶ κελεύσας τοὺς ὄχλους ἀνακλιθῆναι ἐπὶ τοὺς χόρτους, λαβὼν τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας, ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησε, καὶ κλάσας ἔδωκε τοῖς μαθηταῖς τοὺς ἄρτους, οἱ δὲ μαθηταὶ τοῖς ὄχλοις. Καὶ ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν, καὶ ἦραν τὸ περισσεῦον τῶν κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις. Οἱ δὲ ἐσθίοντες ἦσαν ἄνδρες ὡσεὶ πεντακισχίλιοι χωρὶς γυναικῶν καὶ παιδίων. Καὶ εὐθέως ἠνάγκασεν ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Τόν καιρό ἐκεῖνο, εἶδε ὁ Ἰησοῦς πολύν κόσμο καί τούς σπλαχνίστηκε, καί γιάτρεψε τούς ἀρρώστους των. Ὅταν ἔπεσε τό δειλινό, τόν πλησίασαν οἱ μαθητές του καί τοῦ εἶπαν: «Ὁ τόπος εἶναι ἐρημικός, καί ἡ ὥρα πιά περασμένη. Διῶξε τόν κόσμο νά πᾶνε στά χωριά γιά ν' ἀγοράσουν φαγητά νά φᾶνε». Ὁ Ἰησοῦς ὅμως τούς εἶπε: «Δέν ὑπάρχει λόγος νά φύγουν, δῶστε τους ἐσεῖς νά φᾶνε». «Δέν ἔχουμε ἐδῶ παρά πέντε ψωμιά καί δύο ψάρια», τοῦ ἀπαντοῦν. «Φέρτε μού τα ἐδῶ», τούς λέει. Κι ἀφοῦ πρόσταξε τόν κόσμο νά καθίσει γιά φαγητό πάνω στό χορτάρι, πῆρε τά πέντε ψωμιά καί τά δύο ψάρια, ἔστρεψε τό βλέμμα του στόν οὐρανό, τά εὐλόγησε, ἔκοψε τά ψωμιά σέ κομμάτια καί τά ἔδωσε στούς μαθητές, καί οἱ μαθητές στό πλῆθος. Ἔφαγαν ὅλοι καί χόρτασαν. Καί μάζεψαν τά περισσεύματα ἀπό τά κομμάτια, δώδεκα κοφίνια γεμᾶτα. Αὐτοί πού ἔφαγαν ἦταν περίπου πέντε χιλιάδες ἄντρες, χωρίς τίς γυναῖκες καί τά παιδιά. Ἀμέσως ὕστερα ὁ Ἰησοῦς ὑποχρέωσε τούς μαθητές του νά μποῦν στό καΐκι καί νά πᾶνε νά τόν περιμένουν στήν ἀπέναντι ὄχθη, ὡσότου αὐτός διαλύσει τά πλήθη.

 


ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Α΄Κορ. 1, 10-17)

Ἀδελφοί, παρακαλῶ ὑμᾶς διά τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα τὸ αὐτὸ λέγητε πάντες, καὶ μὴ ᾖ ἐν ὑμῖν σχίσματα, ἦτε δὲ κατηρτισμένοι ἐν τῷ αὐτῷ νοῒ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ. Ἐδηλώθη γάρ μοι περὶ ὑμῶν, ἀδελφοί μου, ὑπὸ τῶν Χλόης ὅτι ἔριδες ἐν ὑμῖν εἰσι. Λέγω δὲ τοῦτο, ὅτι ἕκαστος ὑμῶν λέγει· ἐγὼ μέν εἰμι Παύλου, ἐγὼ δὲ Ἀπολλώ, ἐγὼ δὲ Κηφᾶ, ἐγὼ δὲ Χριστοῦ. Μεμέρισται ὁ Χριστός; μὴ Παῦλος ἐσταυρώθη ὑπὲρ ὑμῶν; ἢ εἰς τὸ ὄνομα Παύλου ἐβαπτίσθητε; Εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ ὅτι οὐδένα ὑμῶν ἐβάπτισα εἰ μὴ Κρίσπον καὶ Γάϊον, ἵνα μή τις εἴπῃ ὅτι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα ἐβάπτισα. Ἐβάπτισα δὲ καὶ τὸν Στεφανᾶ οἶκον· λοιπὸν οὐκ οἶδα εἴ τινα ἄλλον ἐβάπτισα. Οὐ γὰρ ἀπέστειλέ με Χριστὸς βαπτίζειν, ἀλλ ̓ εὐαγγελίζεσθαι, οὐκ ἐν σοφίᾳ λόγου, ἵνα μὴ κενωθῇ ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἀδερφοί, σᾶς ζητῶ, στό ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, νά εἶστε ὅλοι σύμφωνοι μεταξύ σας καί νά μήν ὑπάρχουν ἀνάμεσά σας διαιρέσεις, ἀλλά νά εἶστε ἑνωμένοι, μέ μία σκέψη καί μέ ἕνα φρόνημα. Αὐτό τό γράφω, ἀδερφοί μου, γιατί μέ πληροφόρησαν γιά σᾶς ἄνθρωποι τῆς Χλόης ὅτι ἔρχεστε σέ προστριβές μεταξύ σας. Θέλω νά πῶ ὅτι ὁ καθένας σας λέει κάτι διαφορετικό. Ὁ ἕνας λέει: «Ἐγώ εἶμαι τοῦ Παύλου», ὁ ἄλλος: «Ἐγώ εἶμαι τοῦ Ἀπολλώ», ἕνας ἄλλος: «Ἐγώ εἶμαι τοῦ Κηφᾶ» καί κάποιος ἄλλος: «Ἐγώ εἶμαι τοῦ Χριστοῦ». Διαμοιράστηκε, λοιπόν, ὁ Χριστός; Μήπως εἶναι ὁ Παῦλος πού πέθανε πάνω στό σταυρό γιά νά σᾶς σώσει; Ἤ μήπως στό ὄνομα τοῦ Παύλου ἔχετε βαφτιστεῖ; Εὐχαριστῶ τό Θεό πού δέ βάφτισα κανένα σας ἐκτός ἀπό τόν Κρίσπο καί τό Γάιο. Ἔτσι δέν μπορεῖ νά πεῖ κανείς πώς τόν βάφτισα στό δικό μου ὄνομα. Ναί, βέβαια, βάφτισα καί τήν οἰκογένεια τοῦ Στεφανᾶ. Ἐκτός ἀπ' αὐτούς, ὅμως, δέ θυμᾶμαι νά βάφτισα κανέναν ἄλλο. Ἡ ἀποστολή πού μοῦ ὅρισε ὁ Χριστός δέν ἦταν νά βαφτίζω, ἀλλά νά κηρύττω τό εὐαγγέλιο, χωρίς σοφά καί περίτεχνα λόγια, ὥστε ὁ θάνατος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στό σταυρό νά μή χάσει τό περιεχόμενό του.

ΕΝΑΣ ΤΡΟΠΟΣ ΑΠΟΚΤΗΣΕΩΣ ΧΑΡΙΣΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ!

Ο όσιος Γέρων Πορφύριος, νεαρό παλληκάρι δεκαεπτά ετών, έγινε χωρίς να το θέλει μέτοχος ενός συγκλονιστικού γεγονότος: είδε με αίσθηση ψυχής τη βαθειά προσευχή ενός αγιασμένου ασκητή, Δημά στο όνομα, ο οποίος αξημέρωτα ακόμη και πριν ξεκινήσει η ακολουθία στο Κυριακό της Σκήτης, είχε πάει, μόνος καθώς νόμιζε, ακριβώς για να προσευχηθεί. Η προσευχή του Δημά, κατανυκτική και δακρυρροούσα, συνοδευόμενη και με μεγάλες μετάνοιες, αποτέλεσε για τον νεαρό καλόγερο συγκλονιστική εμπειρία, καθώς του δόθηκε η χάρη να δει τι σημαίνει αληθινή προσευχή, τι σημαίνει ένωση με τον Θεό. Δεν τόλμησε να κουνηθεί από τη σκιασμένη θέση του – θεώρησε ότι κάτι τέτοιο θα ήταν βλασφημία! Κι ήταν το ιερό τούτο γεγονός η ευλογημένη στιγμή ν’ αποκτήσει κι αυτός, από τη μικρή αυτή ηλικία, το χάρισμα της διόρασης και προόρασης του άγνωστου κατά τα άλλα σπουδαίου αυτού ασκητή. Η ευλαβική στάση του μπροστά στην ψυχή που προσευχόταν έγινε η δίοδος για να ρεύσει και σ’ αυτόν η ίδια χάρη προσευχής του Δημά και των χαρισμάτων που την συνόδευαν.

Το παράδειγμα είναι πράγματι μοναδικό. Δείχνει ότι όταν συντρέχουν και οι δικές μας προϋποθέσεις: η καλή μας η διάθεση, η αποφασιστική στροφή της βούλησής μας προς το θέλημα του Θεού, μπορεί να επιτρέψει ο Θεός να γίνουμε κι εμείς μέτοχοι των χαρισμάτων των συνανθρώπων μας, ιδίως των προχωρημένων και «τελείων» χριστιανών. Κι αυτό θα πει: όπου βλέπουμε αρετή και χάρισμα του συνανθρώπου να στεκόμαστε με ευλάβεια απέναντί τους όπως θα στεκόμασταν ενώπιον του ίδιου του Χριστού – Εκείνος άλλωστε τα χορηγεί! Η στάση μας αυτή συνιστά την απόδειξη ότι λειτουργεί η χριστιανική μας συνείδηση, δηλαδή βρισκόμαστε σ’ εκείνην την ετοιμότητα που η ώρα του Θεού μπορεί να σημάνει εξαιρετικά και για εμάς. Ίσως θα πρέπει εδώ να θυμηθούμε τον λόγο του ίδιου του Κυρίου: «όσοι δέχονται προφήτη στο όνομα του προφήτη, δηλαδή «βλέπουν» το δοσμένο από τον Θεό χάρισμα, παίρνουν κι αυτοί μισθό προφήτη»!

Δυστυχώς τούτο λειτουργεί και αντίστροφα: η αποδοχή και η «χαρά» της πονηρίας κάποιου, η καρδιακή συμμετοχή μας σε αισθήματα και ενέργειες αντίθετα προς το θέλημα του Θεού, μπορεί να γίνουν η θύρα για την είσοδο στην καρδιά μας των δαιμονίων που υποκρύπτονται πίσω από αυτά. Θέλει πολλή προσοχή πού κλίνουμε τη φορά της καρδιάς μας! Γινόμαστε ό,τι ετοιμάζουμε για τον εαυτό μας!

ΛΟΥΣΜΕΝΟΣ ΣΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΚΑΘΑΡΙΣΕ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ!

 

«Λελουμένος ἐν ταῖς ροαῖς τῶν σῶν αἱμάτων, παμμάκαρ, ὤφθης καθαρώτατος τῷ πνεύματι, καί εἰς λῆξιν ἔφθασας τῶν Ἀσωμάτων, μάρτυς Καλλίνικε» (ωδή α΄).

(Λουσμένος στις ροές των αιμάτων σου, παμμακάριστε μάρτυς Καλλίνικε, φάνηκες εντελώς καθαρός ως προς το πνεύμα, κι έφτασες τα μέτρα των αγγέλων). 

Ο μεγαλομάρτυς άγιος Καλλίνικος τιμάται από την Εκκλησία μας, όπως και οι άλλοι άγιοι μάρτυρες, λόγω της μεγάλης του αγάπης προς τον Κύριο που την απέδειξε με το μαρτύριο του αίματός του. Η εντολή του Πνεύματος του Θεού  «γίνου πιστός ἄχρι θανάτου» βρήκε άμεση ανταπόκριση από τον άγιο, κι αυτό κατά τον εκκλησιαστικό ποιητή ήταν το γεγονός που του καθάρισε εντελώς την ψυχή. Κι είναι ιδιαιτέρως σημαντική η παρατήρηση του υμνογράφου, διότι μας αποκαλύπτει ότι η μετάνοια, η οποία καθαρίζει την ψυχή του ανθρώπου, δεν συνιστά απλώς μία μεταμέλεια επιφανειακού τύπου, αλλά γεγονός «αιματηρό» για τον άνθρωπο, που θα πει γεγονός που ανατρέπει ολόκληρη την αμαρτωλή πρώην ζωή του, θέτοντάς την στην πορεία της σταυρικής ακολουθίας του Κυρίου. Μετάνοια με άλλα λόγια σημαίνει αλλαγή πλεύσης ζωής, απεξάρτηση από κάθε εμπαθές και πονηρό και πορεία στην οδό του Κυρίου.

Βεβαίως, αυτό που τονίζει ο άγιος υμνογράφος στηρίζεται στο γεγονός της Σταυρικής θυσίας του Κυρίου. Αν σωθήκαμε, δηλαδή αν ξαναβρήκαμε εν Χριστώ τον Θεό μας, είναι γιατί ο Δημιουργός μας ήρθε στον κόσμο, σταυρώθηκε για εμάς, ξέπλυνε με το αίμα Του τις αμαρτίες μας. «Το αίμα του Χριστού καθαρίζει τη συνείδησή μας», κατά τον λόγο του αποστόλου - χωρίς το Πνεύμα του Θεού ο άνθρωπος παραμένει πάντοτε βρόμικος στην ψυχή και στο πνεύμα του. Η προσφορά όμως του Χριστού είναι δεδομένη για όλους και στο διηνεκές. Τι χρειάζεται για να ενεργοποιηθεί στον άνθρωπο; Η ένταξή του στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, δια του αγίου βαπτίσματος, η συμμετοχή του στα άγια μυστήρια της Θείας Ευχαριστίας – εκεί που πράγματι ο άνθρωπος λούζεται από το αίμα του Χριστού τρώγοντας το σώμα Του και πίνοντας το αίμα Του – κυρίως όμως η βούληση του ανθρώπου να ακολουθήσει εν μετανοία, όπως είπαμε, τον Χριστό. Γιατί μία πίστη χωρίς την «αιματηρή» μετάνοια δεν έχει καμία σημασία, μάλλον αυξάνει την αμαρτία του ανθρώπου.

Και πρέπει ίσως να διευκρινίσουμε τη λέξη «αιματηρή». Αναφέρεται και σε ό,τι λέει ο υμνογράφος για τον άγιο Καλλίνικο: «λουσμένος στο αίμα του καθαρίστηκε εντελώς κατά το πνεύμα του», αλλά και στον αγώνα του κάθε πιστού να μένει σταθερός και προσκολλημένος πάνω στις άγιες εντολές του Κυρίου. Η τήρηση των αγίων εντολών του Κυρίου πράγματι συνιστά αγώνισμα κι αυτό «αιματηρό». «Δώσε αίμα και λάβε Πνεύμα» προτρέπουν οι άγιοι δάσκαλοι της πίστεώς μας, κάτι που και πάλι το είδαμε στον βίο του αγίου Καλλινίκου. Δεν συγκλονίζει η αγάπη του προς τους θεωρουμένους εχθρούς του, τους στρατιώτες που τον βασάνιζαν και τελικώς τον έριξαν στη φωτιά, όταν παρακάλεσε τον Κύριο να γίνει ίλεως απέναντί τους και να τους δώσει νερό να ξεδιψάσουν τη δίψα τους; Θέλουμε να πούμε ότι η αγάπη και προς τον εχθρό, δείγμα της τελειότητας του πιστού, είναι ένας σταυρός για τον πιστό – μετέχει της αγάπης του ίδιου του Κυρίου πάνω στον Σταυρό Του – και αυτό επιτελούμενο φέρνει την απόλυτη κάθαρση της ψυχής του.

Ο Κύριος μακάρισε αυτούς που είναι καθαροί στην καρδιά, γιατί αυτοί θα δουν τον Θεό. Ο Κύριος ήταν απόλυτα σαφής απέναντί μας: τον Θεό μπορούμε να Τον δούμε, η καρδιά μας είναι το πρόβλημα. Βρόμικη καρδιά βλέπει μόνο τα πάθη της και τον Πονηρό, καθαρή καρδιά φέρνει την παρουσία του Θεού. Και η καρδιά και η ψυχή καθαρίζει με την τήρηση των εντολών Του, η οποία οδηγεί, όταν πολλαπλασιαστεί η χάρη Του, και στο σωματικό μαρτύριο του αίματος.  

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ

«Ο άγιος Καλλίνικος καταγόταν από την Κιλικία. Ήταν εξαιρετικά αγαθός άνθρωπος, κι αυτό γιατί οικοδόμησε τον εαυτό του με τον φόβο του Θεού. Έγινε για πολλούς δάσκαλος σωτηρίας και νουθετούσε ιδίως τους ειδωλολάτρες να απομακρυνθούν από τα μάταια και να αποκτήσουν επίγνωση του αληθινού Θεού, του Δημιουργού όλων. Γι’ αυτό συνελήφθη κι οδηγήθηκε στον ηγεμόνα Σακερδώνα. Υποβάλλεται λοιπόν από αυτόν σε όλα τα είδη των βασανιστηρίων, κι αφού του φόρεσαν στα πόδια σιδερένιες κρηπίδες που είχαν όρθια καρφιά, διατάσσεται να τρέξει μέχρι την πόλη της Γάγγρας, που απείχε ογδόντα στάδια. Αφού κάλυψε λοιπόν τα εξήντα, επειδή οι στρατιώτες που τον οδηγούσαν δίψασαν πολύ, δεν μπορούσε εξαιτίας τους να προχωρήσει άλλο. Γι’ αυτό προσευχήθηκε και από ξερό βράχο έβγαλε νερό, το οποίο ακόμη και τώρα χρησιμοποιείται ως πηγή. Όταν έφτασε στη Γάγγρα, τον έβαλαν μέσα σε καμίνι φωτιάς, όπου και παρέδωσε στον Θεό το πνεύμα του. Τελείται δε η σύναξή του πλησίον της Γέφυρας του Ιουστινιανού και πλησίον του Πετρίου».

 

       Στον άγιο μάρτυρα Καλλίνικο βλέπουμε το κύριο στοιχείο της αγιότητας: την υπέρβαση του φόβου του θανάτου, όπως το επισημαίνει ο υμνογράφος του, ήδη από το πρώτο στιχηρό του εσπερινού της εορτής του: «μάρτυς θεόφρον Καλλίνικε, υπέρ το ζην το θανείν, ευσεβώς προελόμενος, του Χριστού τον θάνατον αληθώς εξεικόνισας» (Μάρτυς θεόφρον Καλλίνικε, αφού προτίμησες λόγω της ευσέβειάς σου τον θάνατο παραπάνω από τη ζωή, εξεικόνισες αληθινά τον θάνατο του Χριστού). Η επιλογή του θανάτου παραπάνω από τη ζωή δεν οφειλόταν βεβαίως σε λόγους ψυχολογικούς, σε μία βαθειά κατάθλιψη πιθανόν, ούτε και σε κάποια φιλοσοφική θεωρία. Οφειλόταν στη μεγάλη αγάπη που είχε ο μάρτυρας για τον Χριστό – αυτό δηλώνει άλλωστε το επίρρημα «ευσεβώς» - η οποία τον έκανε να προτιμά πάντοτε Εκείνον από οτιδήποτε άλλο, έστω και την ίδια τη ζωή του. "Πληγωμένος ο μάρτυρας από την αγάπη του Χριστού φώναζε δυνατά υπομένοντας τα βασανιστήρια: Θα τρέχω κει που είναι η μυρωδιά των μύρων Σου, ακολουθώντας το Πάθος Σου με την αιματηρή μου άθληση" («Τη του Χριστού αγάπη τετρωμένος ο μάρτυς ανέκραζεν, εν τοις αγώσι εγκαρτερών: Εις οσμήν δραμούμαι μύρων, ακολουθών των πάθει Σου, τη αθλήσει τη δι’ αίματος»). Στην πραγματικότητα δεν έκανε τίποτε άλλο, από το να προσπαθεί να παραμένει συνεπής στον λόγο του Χριστού, ο Οποίος προτρέπει και λέγει: «ο φιλών πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή τέκνα ή αγρούς, έτι δε και την εαυτού ψυχήν, υπέρ εμέ ουκ έστι μου άξιος». Δεν υπάρχει δηλαδή μεγαλύτερη αγάπη, από την αγάπη προς τον Χριστό, κι αυτό θέλησε να ζήσει με τρόπο συνεπή ο άγιος Καλλίνικος, όπως βεβαίως και όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας μας.

       Την επιλογή ακόμη και του θανάτου, προκειμένου ο πιστός να μείνει σταθερός στην αγάπη του Χριστού, την βλέπουμε ως το κατεξοχήν στοιχείο αγιότητας και στον απόστολο Παύλο, ο οποίος, πληγωμένος κι αυτός από την ίδια αγάπη, έλεγε: «Έχω την επιθυμίαν εις το αναλύσαι και συν Χριστώ είναι». Επιθυμώ να πεθάνω και να είμαι μαζί με τον Χριστό. Να πεθάνει όχι γιατί βαρέθηκε τη ζωή, αλλά για να είναι πιο γρήγορα σε βαθύτερη σχέση με τον Χριστό. Κι αλλού: «Τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; Πέπεισμαι ότι ούτε θάνατος ούτε ύψωμα ούτε βάθος ούτε κτίσις ετέρα δυνήσεται ημάς χωρίσαι από της αγάπης του Θεού, της εν Χριστώ Ιησού». Τα δυνατά αυτά συναισθήματα που συνέπαιρναν τον απόστολο Παύλο, ήταν εκείνα που βλέπουμε να διακατέχουν και τον άγιο Καλλίνικο. Κι είναι το στοιχείο τούτο, όπως είπαμε, το στοιχείο που αποκαλύπτει την αληθινή αγιότητα, όπως μας το λέει ωραία και ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος: «Ο άγιος επιθυμεί καθ’ ημέραν τον θάνατον». Για τους λόγους βεβαίως που εξηγήσαμε.

       Εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι μία τέτοια αγάπη, η οποία αποκαλύπτει τα αληθινά όρια της πίστης στον Χριστό, προϋποθέτει τη μετάθεση του κέντρου βάρους του πιστού από τη ζωή αυτή, με όλα τα θέλγητρα και τους πειρασμούς της, στον ίδιο τον Χριστό. Αν κανείς, με άλλα λόγια, δεν έχει πιστέψει με όλη του την ύπαρξη ότι η αληθινή ζωή βρίσκεται στον Χριστό, την πηγή της ζωής, και όχι στα περιορισμένα όρια αυτού του κόσμου, ο οποίος «παράγει και παρέρχεται» ως φθαρτός, δεν μπορεί να πει ότι είναι πραγματικά χριστιανός. Και δεν πρέπει να σπεύσει κανείς να πει ότι αυτό είναι για τους λίγους και τους εξαίρετους, γιατί αυτή η σχέση με τον Χριστό δόθηκε σε όλους τους πιστούς ως δωρεά στο άγιο βάπτισμα, που απλώς καλούμαστε διαρκώς να επιβεβαιώνουμε στην καθημερινή μας ζωή. Μη ξεχνάμε ότι δια του βαπτίσματος γινήκαμε μέλη Χριστού και συνεπώς Εκείνος είναι η ρίζα μας και το σπίτι μας.