11 Μαρτίου 2022

Η ΕΞΩΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΔΕΜ

ΚΑΘΑΡΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

«Τό τῆς Νηστείας διάγγελμα, περιχαρῶς ὑποδεξώμεθα· εἰ γάρ ταύτην ὁ Προπάτωρ διεφυλάξατο, τήν τῆς Ἐδέμ ἔκπτωσιν οὐκ ἄν ὑπέστημεν· ὡραῖος ἦν εἰς ὅρασιν, καί καλός εἰς βρῶσιν, ὁ ἐμέ θανατώσας καρπός· μή συναρπασθῶμεν τοῖς βλεφάροις, μηδέ γλυκανθήτω ἡμῶν ὁ φάρυγξ, τοῖς τιμωμένοις βρώμασι μετά τήν μετάληψιν ἀτιμαζομένοις. Φύγωμεν τήν ἀκρασίαν, καί τοῖς μετά κόρου πάθεσι, μή ὑποβληθῶμεν· ἐνσημανθῶμεν τῷ Αἵματι, τοῦ ὑπέρ ἡμῶν ἀχθέντος εἰς θάνατον ἑκουσίως, καί οὐ μή θίγῃ ἡμῶν ὁ ὁλοθρευτής· καί φάγοιμεν Πάσχα, Χριστοῦ ἱερώτατον εἰς σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἡμῶν» (Ἀπόστιχα Αἴνων, Ἰδιόμελον, ἦχος πλ. δ΄).

(Ἄς ὑποδεχθοῦμε μέ χαρά τήν ἐξαγγελία τῆς Νηστείας. Γιατί ἄν  εἶχε διαφυλάξει αὐτήν ὁ Προπάτοράς μας Ἀδάμ, δέν θά εἴχαμε ὑποστεῖ τήν ἔξωση ἀπό τήν Ἐδέμ. Ἦταν ὡραῖος στήν ὅραση καί καλός γιά φάγωμα ὁ καρπός πού μέ θανάτωσε. Μήν ἀπατηθοῦμε λοιπόν ἀπό τά μάτια μας κι οὔτε νά εὐχαριστηθεῖ ἡδονικά ὁ φάρυγγάς μας ἀπό τά νόστιμα φαγητά πού μετά τή λήψη τους γίνονται ἀποβλητέα. Ἄς ἀποφύγουμε τήν ἔλλειψη τῆς ἐγκράτειας κι ἔτσι ἄς μή ὑποταχτοῦμε στά πάθη πού ἀκολουθοῦν τόν χορτασμό. Ἄς σφραγιστοῦμε ἀπό τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ πού ὁδηγήθηκε ἑκούσια στόν θάνατο γιά χάρη μας, καί δέν πρόκειται νά μᾶς θίξει ὁ ἐξολοθρευτής διάβολος. Κι ἄς εὐχηθοῦμε νά φᾶμε τό ἱερότατο Πάσχα τοῦ Χριστοῦ, γιά τή σωτηρία τῶν ψυχῶν μας).

Ἔχοντας ὡς τύπο καί προεικόνιση τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ὁ ἱερός ὑμνογράφος τά γεγονότα τῆς Ἐξόδου τῶν Ἰσραηλιτῶν ἀπό τή δουλεία τῆς Αἰγύπτου, (ὅπου ἀφενός τό αἷμα τοῦ σφαγμένου ἀρνιοῦ, μέ τό ὁποῖο, κατ’ ἐντολή τοῦ Θεοῦ, ἄλειψαν οἱ ὑπόδουλοι Ἑβραῖοι τούς παραστάτες τῶν θυρῶν τους, τούς γλίτωσε ἀπό τόν ἐξολοθρευτή ἄγγελο, κι ἀφετέρου ἡ τροφή τους τήν ἡμέρα τῆς Ἐξόδου τους: ἀρνί, πικρά χόρτα καί ἄζυμο ἄρτο – σύμβολα αὐτά εἰς ἀνάμνηση τῆς δουλείας τους – τούς δυνάμωσε γιά τήν πορεία τῆς ἐλευθερίας τους μέσω καί τῆς διάβασης τῆς Ἐρυθρᾶς θάλασσας), εὔχεται νά φτάσουμε καί οἱ πιστοί στό δικό μας χριστιανικό πιά Πάσχα, τό ὁποῖο προϋποθέτει τή συσταύρωσή μας μέ τόν Κύριο καί τήν κοινωνία τοῦ σώματος καί τοῦ αἵματός Του. Ἡ σφραγίδα μας μάλιστα ἀπό τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι κατά τόν ὑμνογράφο μας ἐκεῖνο πού μᾶς κάνει νά ὑπερβαίνουμε τίς ὅποιες ἐπιρροές τοῦ ἀνθρωποκτόνου Πονηροῦ. Προκειμένου ὅμως νά ζήσουμε τό σωτήριο καί ἱερότατο Πάσχα οἱ πιστοί χριστιανοί – τή δική μας διάβαση διά τοῦ Χριστοῦ στή Βασιλεία Του -, ὑπενθυμίζει ὁ ποιητής τήν ἀναγκαιότητα καί πάλι τῆς νηστείας. Καί τό συντριπτικό ἐπιχείρημα πού φέρνει εἶναι ὅ,τι συνέβη μέ τούς Προπάτορές μας, οἱ ὁποῖοι καταστρατηγώντας τήν ἐντολή τῆς Νηστείας, μή ὑπακούοντας δηλαδή στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ νά μή φᾶνε ἀπό τό συγκεκριμένο δέντρο πού τούς εἶχε ὑποδείξει, ἐξώσθησαν ἀπό τόν Παράδεισο καί ὁδηγήθηκαν σέ ὅλα ἐκεῖνα πού ἀποτέλεσαν πιά πάθη ἀτιμίας – κάτι πού ἔκτοτε διαιωνίζεται σέ κάθε ἄνθρωπο πού ἐπιλέγει στή ζωή του τόν δρόμο τῆς ἀκρασίας.

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ

«Αὐτός ὁ μέγιστος φωστήρας τῆς ᾽Εκκλησίας γεννήθηκε στήν τοποθεσία τῆς Φοινίκης πού καλεῖται Λιβανοστέφανος, στήν πόλη τῆς Δαμασκοῦ, ἀπό εὐσεβεῖς καί σώφρονες γονεῖς, πατέρα μέν τόν Πλινθᾶ, μητέρα δέ τή Μυρώ. Συνδυάζοντας τήν φυσική εὐφυΐα μέ τήν ἐπιμέλειά του ἀπέκτησε τήν δύναμη ὅλων τῶν ἐπιστημῶν. ᾽Ενῶ κατοικοῦσε ἀκόμη στήν Δαμασκό, ἐξασκοῦσε κάθε ἀρετή πού ἀκολουθεῖται στίς ἐρήμους ἀπό τούς ἀσκητές. ῎Επειτα πηγαίνει στήν Μονή τοῦ Μεγάλου Θεοδοσίου τοῦ Κοινοβιάρχου, ὅπου ἐκεῖ σχολάζοντας στήν προσευχή καί ἀφιερωμένος στόν Θεό κατοχύρωσε μέ τή μελέτη τῶν θείων Γραφῶν τήν καρδιά καί τόν νοῦ του, ὁπότε αἰχμαλώτισε κάθε νόημα στήν ὑπακοή τοῦ Χριστοῦ. ῎Επειτα ἐπειδή ἐπιθυμοῦσε νά ἀποκτήσει περισσότερη παιδεία καί φιλοσοφία, πηγαίνει στήν ᾽Αλεξάνδρεια, στήν ὁποία βρῆκε ἕναν ἀξιόλογο ἄνδρα γεμάτο ἀπό κάθε σοφία καί σύνεση. ῎Εμεινε μαζί μέ αὐτόν, κάνοντας τήν ἴδια ζωή καί ἔχοντας τήν ἴδια γνώμη, παίρνοντας αὐτά πού εἶχε ἐκεῖνος νά τοῦ δώσει ὡς μαθήματα  καί δίνοντας ὁ ἴδιος σ᾽ αὐτόν τά δικά του. ᾽Εκεῖ εὑρισκόμενος ἔπαθε ἐπίχυση τῶν ὀφθαλμῶν του (καταρράκτη) καί θεραπεύτηκε ἀπό τούς ἁγίους ᾽Αναργύρους Κύρο καί ᾽Ιωάννη, ὁπότε τοῦ ζήτησαν ὡς μισθό γιά τήν θεραπεία  νά καταγράψει τά θαύματα πού καθημερινά τελοῦνταν ἀπό αὐτούς ἐκεῖ, κάτι πού τό ἔκανε.

῎Επειτα λόγω τῆς μεγάλης του ἀρετῆς χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος ῾Ιεροσολύμων. Κι ὅταν ἡ ῾Αγία Πόλη ῾Ιερουσαλήμ ἁλώθηκε ἀπό τούς ἀλιτήριους Πέρσες, πῆγε στήν ᾽Αλεξάνδρεια πρός τόν μέγα ᾽Ιωάννη τόν ἐλεήμονα, τόν ποιμένα  τοῦ ἀποστολικοῦ ἐκείνου θρόνου. ῞Οταν ὁ ἅγιος αὐτός ἔφυγε μακαρίως ἀπό τήν ζωή αὐτή, ὁ Σωφρόνιος, ἀφοῦ θρήνησε καί ὁ ἴδιος τήν μακαριότητά του, ἔγραψε ἐγκωμιαστικό λόγο γι᾽ αὐτόν ἐπαινώντας τόν ἄπειρο θησαυρό τῆς ἐλεημοσύνης του καί τήν ἐνάρετη ζωή του.

 Ὅταν ἐπέστρεψε πάλι πρός τήν ῾Αγία Πόλη, δέν μπορεῖ νά πεῖ κανείς μέ πόση φροντίδα καί κόπο ποίμανε τήν ᾽Εκκλησία πού τοῦ ἔλαχε. Διότι δέν ἔδωσε καθόλου ὕπνο στούς ὀφθαλμούς του οὔτε νυσταγμό στά βλέφαρά του. Κι ἡ πάλη του δέν ἦταν μόνο κατά τῶν δαιμόνων, ἀλλά καί κατά τῶν αἱρετικῶν, τούς ὁποίους μέ ἀποδείξεις ἀπό τίς ῞Αγιες Γραφές καί μέ τίς Παραδόσεις ἀπό τούς Πατέρες τούς ἀνέτρεπε καί μέ τίς διδασκαλίες του τούς ἐξαφάνιζε. Καί ἄλλα πολλά ἄξια συγγράμματα λόγου καί μνήμης ἄφησε στήν ᾽Εκκλησία, τά ὁποῖα διδάσκουν τούς πιστούς νά ζοῦν ὀρθά καί νά πολιτεύονται κατά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, μεταξύ τῶν ὁποίων ἕνα εἶναι καί τό ὑπερθαύμαστο διήγημα τῆς ἰσάγγελης ἀνάμεσα στίς γυναῖκες Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, ἡ ὁποία ἀγωνίστηκε στήν ἔρημο ὑπέρ τήν ἀνθρώπινη φύση. ᾽Αφοῦ ἔζησε λοιπόν ὁ ἅγιος Σωφρόνιος ἔτσι καλῶς καί θεοφιλῶς καί δίδαξε καί ἄλλους καί χρημάτισε στόμα Χριστοῦ καί κατηύθυνε τό ποίμνιο πού τοῦ δόθηκε μέ ὅσιο τρόπο, μέσα σέ τρία χρόνια μεταστάθηκε ἐν εἰρήνῃ πρός τόν Θεό».

῾Ο ἅγιος ὑμνογράφος Θεοφάνης θέλοντας νά δώσει τό στίγμα τοῦ σημερινοῦ μεγάλου ἁγίου Σωφρονίου, ὅτι δηλαδή ἀγωνίστηκε νά τηρήσει ἐπακριβῶς τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στήν ζωή του, αὐτό πού λέμε ῾μέχρι κεραίας᾽, ὁπότε κατά φυσικό τρόπο δοξάζεται τώρα στούς  οὐρανούς, σημειώνει στόν στίχο τοῦ συναξαρίου του: «ὁ Σωφρόνιος ἔτρεχε νά τηρήσει καί τό παραμικρό ἀπό τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, γι᾽ αὐτό καί τό τρόπαιό του εἶναι στούς οὐρανούς». Πράγματι, ἐπανειλημμένως ὁ ὑμνογράφος του τονίζει ὅτι ἡ στροφή του πρός τόν Θεό δέν ἦταν περιστασιακή οὔτε καί μερική, ἀλλά ὁλοκληρωτική, γιατί ὁ Θεός ἦταν ἡ μοναδική του ἀγάπη, ὁπότε μέσα στό φῶς ᾽Εκείνου ζοῦσε τή θεωρία Του. «Μέ ὁλοκληρωτικό τρόπο πόθησες τόν μόνο ἀγαθό Θεό, ἀφοῦ φλογίστηκες ἀπό τό νοητό φέγγος, καί ἀγάπησες τήν πηγή τῆς ἀφθαρσίας, πάνσοφε, καθώς βρισκόσουν σέ ἀνάταση πρός αὐτήν». Κι αὐτό σημαίνει ὅτι ἄν θέλουμε νά νιώσουμε τίς ὀμορφιές πού δίνει ὁ Θεός ἤδη ἀπό τήν ζωή αὐτή, θά πρέπει νά ἀποφασίσουμε ὁριστικά ὅτι ὁ Θεός συνιστᾶ τό κέντρο τῆς ζωῆς μας. ῾Ο λόγος τοῦ Θεοῦ ἤδη ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη ἀποκαλύπτει ὅτι ἡ φυσιολογία μας ὡς ἀνθρώπων ἔγκειται στήν ὁλική ἀγάπη μας πρός τόν Θεό, συνεπῶς καί στήν εἰκόνα Αὐτοῦ τόν ἄνθρωπο, γιατί γι᾽ Αὐτόν δημιουργηθήκαμε καί μόνον μέ Αὐτόν συνεπῶς βρίσκουμε τήν ἰσορροπία τῆς ζωῆς μας. Μέ τόν τρόπο αὐτό μάλιστα γινόμαστε ὅ,τι μᾶς δόθηκε διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, νά εἴμαστε δηλαδή μέλη Χριστοῦ καί κατοικητήριά Του, κάτι πού τό μᾶς τό ἐπισημαίνει καί πάλι ὁ ἅγιος Θεοφάνης μέ τήν χαριτωμένη γραφίδα του: «῎Εγινες ζωντανός καί ἔμψυχος ναός τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ νεκρώθηκες ὡς πρός ὅλα τά ἁμαρτωλά τῆς γῆς».

῾Ο ἅγιος Θεοφάνης βεβαίως ὡς ἐμπνευσμένος ὑμνογράφος δέν μπορεῖ νά μήν ἀξιοποιήσει γιά νά προβάλει τήν ἀρετή καί τό ἔργο τοῦ ἁγίου Σωφρονίου τήν εὐκαιρία πού τοῦ δίνει τό ἴδιο τό ὄνομά του. Θεωρεῖ ὅτι ἐκ Θεοῦ ὀνομάστηκε Σωφρόνιος, προκειμένου νά ἐπιβεβαιώσει τή σωφροσύνη μέ τή ζωή του, νά ὁδηγηθεῖ δι᾽ αὐτῆς καί στίς παρεμφερεῖς ἀρετές, δηλαδή τή φρόνηση, τή δικαιοσύνη καί τήν ἀνδρεία (γενικές ἀρετές πού ναί μέν εἶναι δανεισμένες ἀπό τήν Πλατωνική φιλοσοφία, ἀλλά μέ χριστιανικό πιά περιεχόμενο), νά διδάξει δι᾽ αὐτῆς τήν ὀρθή θεολογία τῆς ᾽Εκκλησίας, σέ ἐποχή μάλιστα πού οἱ αἱρετικοί μονοθελῆτες ἀμφισβητοῦσαν τήν ἀληθινή εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ὡς τελείου Θεοῦ καί τελείου ἀνθρώπου, ἀφοῦ δέν δέχονταν τήν διπλή θέλησή Του, φανερώνοντας συνεπῶς τήν ἔκπτωσή τους στόν καταδικασμένο ἀπό τήν ᾽Εκκλησία μας μονοφυσιτισμό.  Μέ ἄλλα λόγια ὁ ἅγιος Σωφρόνιος ἀποδείχτηκε σώφρων σέ ὅλες τίς διαστάσεις τῆς ζωῆς του καί συνεπῶς ἐνεργούμενος ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, γι᾽ αὐτό καί ὁ λόγος του ἀφενός ἦταν σάν τό ρεῦμα τοῦ ποταμοῦ πού παρασύρει τίς διάφορες ἀκαθαρσίες, ἀφετέρου σάν τό μέλι πού καταγλυκαίνει τίς καρδιές τῶν πιστῶν. «Πλούσια ἐκχύθηκε ἡ χάρη τοῦ παναγίου Πνεύματος, θεόφρον, στά χείλη σου. Γι᾽ αὐτό καί τά λόγια σου εἶναι σάν τά ρεύματα τοῦ ποταμοῦ» (ωδή ς΄). Κι ἀλλοῦ: «Σάν φοίνικας στόν οἶκο τοῦ Κυρίου ἄνθησες μέ τήν εὐκαρπία τῶν λόγων σου, καταγλυκαίνοντας καί μέ τόν καθαρό βίο σου τίς καρδιές αὐτῶν πού σέ τιμοῦν μέ πίστη, ἱεράρχα» (ωδή ς΄).

Δέν θά θέλαμε μέσα στό πλῆθος τῶν ἀφορμῶν πού παρέχει ἡ ἀκολουθία τοῦ ἁγίου νά μή μνημονεύσουμε μία ὡραία ἔμπνευση τοῦ ἁγίου Θεοφάνη, πού τοῦ δίνει τό γεγονός ὅτι ὁ ἅγιος ὑπῆξε ἀρχιεπίσκοπος τῆς ἱερῆς πόλης τῶν ῾Ιεροσολύμων. Κατά τόν ὑμνογράφο ὁ ἅγιος Σωφρόνιος ἔχοντας πάντοτε ἐνώπιόν του τόν τάφο τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, συνεπῶς εὑρισκόμενος ἐνώπιον μίας διαρκοῦς προκλήσεως πόθου καί ἀγάπης του πρός Αὐτόν καί ἱεροῦ στοχασμοῦ τῆς ἀναστάσεώς Του σημειώνει ὅτι ἀπό τή θεωρία του αὐτή ἄντλησε τή θεολογία του καί τή μετέδωσε ὡς ἔλλαμψη καί στούς πιστούς. Θυμίζει ἡ διαπίστωσή του αὐτή ἐκεῖνο πού σημειώνει ἐπίσης ὁ ἅγιος ὑμνογράφος γιά τόν ἅγιο ᾽Ιωάννη τόν Θεολόγο, ὅτι δηλαδή πηγή τῆς θεολογίας του ὑπῆρξε τό στῆθος τοῦ ᾽Ιησοῦ, ὅταν στόν Μυστικό Δεῖπνο ἀνέπεσε σ᾽ αὐτό. «Θεωρώντας  μέ διαρκή πόθο τήν σεπτή ἀνάσταση τοῦ Κυρίου καί τόν τάφο Του πού εἶναι ζωή, ἄντλησες τίς μυστικές καί κρυφές θεωρίες τῆς ἔλλαμψης καί τίς μετέδωσες, ἱεράρχη, στούς πιστούς» (ωδή ε΄).

Μαζί μέ τόν ὑμνογράφο κραυγάζουμε καί ἐμεῖς: ἀλήθεια, «ἔλαμψεν ἐν κόσμῳ ἡ ἐν σοί σωφροσύνη, Πάτερ».

10 Μαρτίου 2022

ΓΙΑ ΟΛΟ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ!

«Ἀσφαλῶς, χωρίς τόν Χριστό, χωρίς τό Πνεῦμα τό Ἄγιο, δέν μποροῦμε νά δοῦμε τήν ἁμαρτία μας. Στήν πραγματικότητα ὀφείλουμε νά διαβάζουμε κατά τή διάρκεια ὅλου τοῦ ἔτους τήν προσευχή τοῦ ὁσίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου: “Πνεῦμα δέ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καί ἀγάπης (μετανοίας, κατανύξεως, ὑπακοῆς) χάρισαί μοι... Δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τά ἐμά πταίσματα”» (Όσιος Σωφρόνιος Αθωνίτης (του Έσσεξ), Οἰκοδομώντας τόν Ναό τοῦ Θεοῦ, τόμ. Β΄, σελ. 68).

Στην αυτογνωσία που συνιστά το αδιάκοπα ζητούμενο από τον άνθρωπο επικεντρώνει την προσοχή μας ο μεγάλος Γέροντας όσιος Σωφρόνιος ο Αθωνίτης. Μ’ αυτήν δεν παλεύει σύμπασα η προβληματιζόμενη ανθρωπότητα σε όλους τους αιώνες; Τι είναι ο άνθρωπος! Για να δηλωθεί ότι δεν είμαστε όντα που απλώς βρεθήκαμε σε έναν κόσμο ακατανόητο και εν πολλοίς και αυτόν άγνωστο, αλλά όντα που διαρκώς ψάχνουμε την ταυτότητά μας, τις ρίζες μας, τον σκοπό μας, μ’ έναν λόγο το νόημα της υπάρξεώς μας. Και ποιο το αποτέλεσμα της αναζητήσεως αυτής; Χάος στην κυριολεξία. Ανάλογα με τις προϋποθέσεις της κάθε θρησκείας, της κάθε φιλοσοφίας, της κάθε ιδεολογίας έχουμε και τον αντίστοιχο «ορισμό» περί ανθρώπου. Και δικαιολογημένα: για τη χριστιανική πίστη μας η αμαρτία στην οποία περιέπεσε ο άνθρωπος μετά την εκ Θεού πλάση του σκοτείνιασε τον νου και τις δυνάμεις του, οπότε έκτοτε βρίσκεται στην αναζήτηση του φωτός μέσα στο σκοτάδι!

Μα η πίστη αυτή από την άλλη μάς ανοίγει το παράθυρο της θέας όχι μόνο της δικής μας, των ανθρώπων, πραγματικότητας αλλά και του ίδιου του Θεού μας. Τι είμαστε οι άνθρωποι; Πλάσματα του Θεού, δημιουργημένα «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Εκείνου»! «Ποιήσωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημετέραν  και καθ’ ομοίωσιν». Και πιο συγκεκριμένα: «Έλαβε χώμα από τη γη ο Θεός και έπλασε τον Αδάμ και φύσηξε στο πρόσωπό του πνοή ζωής και έγινε ο άνθρωπος ζωντανή ύπαρξη». Υλικό και πνευματικό ον λοιπόν ο άνθρωπος, με σώμα και ψυχή που ζωοποιούνται από το Πνεύμα του Θεού. Γι’ αυτό και ενώ πατάει γη ο άνθρωπος διαρκώς στρέφεται νοσταλγικά προς τα Ουράνια. Χωρίς Θεό δεν μπορεί να ζήσει. Χωρίς Θεό το μόνο που «κερδίζει» είναι ο θάνατος. Κι αυτόν πράγματι κέρδισε μετά την ανυπακοή του προς τον Δημιουργό του. «Διά της αμαρτίας ο θάνατος».  

Μα ήλθε ο Δημιουργός του στη γη και έγινε άνθρωπος στο πρόσωπο του Χριστού. Και πήρε τον άνθρωπο και τον ενσωμάτωσε στον εαυτό Του, καθαρίζοντάς τον και ανοίγοντάς του και πάλι την κλεισμένη λόγω της αμαρτίας μεγαλειώδη προοπτική του: τη θέωσή του. Ο άνθρωπος μετά τον Χριστό μπορεί να δει και πάλι ποιος είναι, να έχει ταυτότητα, να έχει νόημα στη ζωή του! Και τι καταλαβαίνει λοιπόν ο εν Χριστώ αυτός άνθρωπος; Ότι αποτελεί «μίμημα Χριστού». Και χωρίς Αυτόν περιπίπτει και πάλι στο σκοτάδι και στη νέκρωση. Ό,τι μπορεί να κάνει, να πει και να σκεφτεί, για να είναι μέσα στη φυσιολογία του πια πρέπει να είναι εν Χριστώ, καρπός της ένωσής του με Εκείνον. Το απεκάλυψε ο Ίδιος ο ενσαρκωθείς Δημιουργός: «Χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε». Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε δηλαδή χωρίς Χριστό είναι οι αμαρτίες μας. Ακόμη και ό,τι θεωρείται σπουδαίο και σοφό και ρωμαλέο για τον κόσμο και τον άνθρωπο: κάθε κατάκτηση επιστημονική και τεχνολογική και κάθε φύσεως, χωρίς Εκείνον «όζει» αλαζονείας και υπερηφάνειας, που το επόμενο βήμα του είναι η με πάταγο πτώση. Τα όπλα και οι βόμβες και οι αστρονομικές κατακτήσεις δεν το επιβεβαιώνουν καθημερινά; «Κατορθώματα» του ανθρώπου που στοχεύουν στην κυριαρχία των ισχυρών και την ταλαιπωρία και την εξουδένωση των αδυνάμων. Ο σοφός λόγος της αρχαιότητας πράγματι επισημαίνει την αλήθεια αυτή: «Κάθε επιστήμη και γνώση χωρισμένη από την αρετή δεν είναι σοφία αλλά πονηρία και πανουργία».

Γιατί τα θυμόμαστε αυτά; Διότι δίνει την αφορμή ο άγιος Σωφρόνιος με τη σοφή εμπνευσμένη από τον Θεό παρατήρησή του: «χωρίς τον Χριστό και το άγιον Πνεύμα δεν μπορούμε να δούμε την αμαρτία μας». Όχι να δούμε κάτι πολύ βαθύ και μακρινό μας, αλλά τη «χειροπιαστή» αμαρτία μας. Γιατί όλοι μας, όποιοι κι αν είμαστε και όπου κι αν ζούμε, αμαρτάνουμε καθημερινώς και αδιαλείπτως. «Πολλά πταίομεν άπαντες». Κι «ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω». Δεν σκεπτόμαστε πονηρά; Δεν λέμε πράγματα ανούσια και προσβλητικά; Δεν συμπεριφερόμαστε συχνά άδικα και προκλητικά χωρίς την πρέπουσα αγάπη; Κι όμως κι αυτά μας… διαφεύγουν! Και μας διαφεύγουν όχι γιατί πράγματι δεν τα καταλαβαίνουμε, αλλά γιατί δεν μπορούμε να τα εντάξουμε μέσα στο ορθό πλαίσιο: της σχέσεως με τον Θεό μας. Προκαλούμε και πληγώνουμε για παράδειγμα τον συνάνθρωπό μας, και δεν βλέπουμε ότι έτσι καθορίζουμε οι ίδιοι τη σχέση μας με τον Θεό μας. «Αμαρτάνοντες εις τον αδελφόν εις Χριστόν αμαρτάνετε». Λοιπόν και στο πιο εξώφθαλμο και προφανές αποδεικνυόμαστε ολότελα τυφλοί!

Ο Χριστός με το άγιον Πνεύμα Του φωτίζει τη συνείδησή μας για να δούμε σωστά τον εαυτό μας, να δούμε τα λάθη μας, να τα αξιολογήσουμε ως αμαρτίες, να μπορούμε να μετανοήσουμε, να πάρουμε τον δρόμο της επιστροφής προς τον Θεό και της αποκαταστάσεώς μας. Μπροστά στον Θεό με τη χάρη Του ανοίγουν τα μάτια μας. Σαν την ακτίνα του φωτός στο σκοτεινό δωμάτιο που αποκαλύπτει το τι υπάρχει σ’ αυτό με τις ακαθαρσίες του, που έλεγε και ο άγιος Πορφύριος. Ζούμε, μπορούμε να ζήσουμε σ’ έναν βαθμό ό,τι υπήρξε συγκλονιστική εμπειρία του προφήτη Ησαΐα, όταν εν χάριτι βρέθηκε ενώπιον της μεγαλειότητας του Θεού. Και τότε ένιωσε πόσο μικρός και αμαρτωλός ήταν! Κι αυτό υποδεικνύει και ο άγιος Σωφρόνιος, μνημονεύοντας και επιβεβαιώνοντας τον λόγο του με την αναφορά και στον άγιο της Σαρακοστής, Εφραίμ τον Σύρο: «Δώρησαί μοι του οράν τα εμά πταίσματα και μη κατακρίνειν τον αδελφόν μου», δώσε μου ως δωρεά, Κύριε, να βλέπω τα πταίσματά μου και να μη κατακρίνω για τον λόγο αυτόν τον αδελφό μου.

Για να γίνει όμως αυτό, να μπορούμε να βρισκόμαστε στο χαρισματικό αυτό επίπεδο ορθής οράσεως του εαυτού μας, απαιτείται να βρισκόμαστε πάντοτε στην ένταση του πνευματικού αγώνα, δηλαδή του αγώνα απομακρύνσεώς μας από κάθε τι κακό και πονηρό και στροφής και προσανατολισμού μας σε κάθε τι αγαθό και ενάρετο – ό,τι επίσης προβάλλει με την προσευχή ο άγιος Εφραίμ: «πνεύμα αργίας, περιεργείας, φιλαρχίας και αργολογίας μη μου δίνεις. Χάρισέ μου όμως πνεύμα σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης». Έχουμε την εντύπωση ότι κάθε εχέφρων πιστός άνθρωπος θα προσυπέγραφε αμέσως την πρόταση του αγίου Σωφρονίου. Η προσευχή του αγίου Εφραίμ πρέπει να είναι ενταγμένη μέσα στις καθημερινές προσευχές μας, όλου του χρόνου και όχι μόνο στην ευλογημένη περίοδο της Σαρακοστής.

ΝΑ ΖΗΛΕΨΟΥΜΕ ΤΟΝ ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ!

ΚΑΘΑΡΑ ΠΕΜΠΤΗ

«Ἀρετῶν Ἠλιού, προσεπιβάς ἅρματι θείῳ, τῇ νηστείᾳ λαμπρυνθείς ἀνεφέρετο, ἐπί τό ὕψος τό οὐράνιον. Τοῦτον ζήλωσον, ταπεινή ψυχή μου καί νήστευσον, πάσης κακίας, καί φθόνου ἔριδος, καί τρυφῆς ἀπορρεούσης καί ἐνηδόνου· ὅπως ὀδύνην χαλεπήν ἐκφύγῃς διαιωνίζουσαν τῆς γεέννης ἐκβοῶσα τῷ Χριστῷ· Κύριε δόξα σοι» (Στιχηρόν ἰδιόμελον ἑσπερινοῦ, ἦχος β΄).

(Ὁ προφήτης Ἠλίας, ἀφοῦ ἀνέβηκε στό θεῖο ἅρμα τῶν ἀρετῶν κι ἔλαμψε ἀπό τή νηστεία, ὁδηγεῖτο στό ὕψος τοῦ οὐρανοῦ. Αὐτόν ζήλεψε, ταπεινή ψυχή μου, καί νήστεψε ἀπό κάθε κακία, κι ἀπό φθόνο καί ἔριδα, κι ἀπ’ τήν ἐνήδονη μαλθακότητα πού σέ κάνει νά χάνεις τόν ἑαυτό σου. Μέ τόν τρόπο αὐτόν, φωνάζοντας στόν Χριστό: Κύριε, δόξα Σοι, θά ἀποφύγεις τήν αἰώνια τραγική ὀδύνη τῆς κόλασης).

Ὁ ἅγιος ὑμνογράφος γιά μία ἀκόμη φορά μέ τρόπο ἤρεμο καί ταπεινό προτρέπει τόν ἑαυτό του – τύπο τοῦ κάθε πιστοῦ χριστιανοῦ - νά στραφεῖ «ζηλωτικά» στή φοβερά μεγάλη προσωπικότητα τοῦ προφήτη Ἠλία, ὁ ὁποῖος ναί μέν ἀνήκει στήν Παλαιά Διαθήκη, ἀλλά ἐπαινεῖται ἐπανειλημμένως καί στήν Καινή ἀπό τόν Κύριο, τοῦ Ὁποίου θά προαναγγείλει τή Δευτέρα Παρουσία μέ μία δική του τότε ξεχωριστή ἀποστολή. Καί γιατί νά ζηλέψει τόν συγκεκριμένο προφήτη; Διότι ἦταν αὐτός πού ἀνέβηκε στά οὐράνια, ἀφοῦ ἀγωνίστηκε ν’ ἀποκτήσει τίς θεῖες ἀρετές καί νά ζήσει μέ τό φῶς τῆς νηστείας. Μέ ἄλλα λόγια ὁ ὑμνογράφος θεωρεῖ ὡς παράδειγμα τόν προφήτη, γιατί δείχνει πολύ ἄμεσα τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στόν οὐρανό· τίς θεϊκές ἀρετές καί τή νηστεία. Χωρίς νά χρονοτριβεῖ ὅμως τονίζει τήν ἀληθινή ἔννοια τῆς νηστείας: εἶναι αὐτή πού περικόπτει τήν κακία, τόν φθόνο, τήν ἔχθρα, τή φιλόσαρκη στάση ζωῆς πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά χάνει κυριολεκτικά τόν ἑαυτό του καί τήν πίστη του. Ὁπότε ἡ ἀκολουθία τοῦ προφήτη ἀπομακρύνει τόν ἄνθρωπο καί ἀπό τήν ὀδύνη τῆς κόλασης, ἐνῶ τοῦ δημιουργεῖ δοξολογική διάθεση ἀπέναντι στόν Κύριο.

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΚΟΔΡΑΤΟΣ Ο ΕΝ ΚΟΡΙΝΘΩ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝ ΑΥΤΩ

«Οι άγιοι αυτοί ήταν από την Κόρινθο, κατά τους καιρούς των βασιλέων Δεκίου και  Ουαλεριανού, όταν ηγεμόνευε στην Ελλάδα ο Ιάσων. Ο άγιος Κοδράτος εγκαταλείφτηκε εντελώς νήπιο, όταν πέθανε η μητέρα του, και τρεφόταν κατά θαυμαστό τρόπο από νέφος που ερχόταν πάνω σ’ αυτόν και του χορηγούσε την τροφή. Όταν έφτασε σε νεανική ηλικία, συνδέθηκε με τους αγίους  Άνεκτο, Παύλο, Διονύσιο, Κυπριανό και Κρήσκη, οι οποίοι κατάγονταν από διαφορετικά μέρη ο καθένας, μαζί με τους οποίους συνελήφθη για την ομολογία τους στην πίστη του Χριστού, και αφού κτυπήθηκε πολύ σκληρά, έπειτα του έκοψαν το κεφάλι, όπως συνέβη και με τους άλλους».

Έξι καντήλια που τροφοδοτούνται από το μυστικό λάδι της χάρης του Θεού, είναι οι έξι αυτοί μάρτυρες που εορτάζουμε σήμερα, κατά τον άγιο Ιωσήφ τον υμνογράφο. Και με το φως τους μείωσαν τη νύκτα της ειδωλολατρίας κατά την εποχή τους, ενώ φώτισαν τους πιστούς της Εκκλησίας (ωδή δ΄). Η φωτιστική αυτή χάρη του Θεού που  έλαμψε στους αγίους, οφείλεται, κατά τον άγιο υμνογράφο, αφενός στις αρετές τους, αφετέρου στο μαρτύριό τους. Πρώτα ετοιμάστηκαν με τον πνευματικό τους αγώνα κι έπειτα λαμπρύνθηκαν από τους αθλητικούς αγώνες του μαρτυρίου. Διότι είναι γνωστό: μπορεί εκτάκτως να υπάρχει το μαρτύριο του αίματος για ορισμένους, ο κανόνας όμως είναι να έχει ετοιμαστεί ο πιστός γι’ αυτό, ώστε να μπορέσει με τη χάρη του Θεού να αντέξει μέχρι το τέλος. Εδώ βλέπουμε τη θέση των αλειπτών της Εκκλησίας μας, των πνευματικών προπονητών δηλαδή, που ετοίμαζαν τους υποψηφίους μάρτυρες για το μαρτύριο, ιδίως την εποχή της Τουρκοκρατίας. «Γεμάτος ομορφιά από το φως των αρετών σου, έφτασες στο τέλος και στη λαμπρότητα των μαρτύρων, πάνσοφε Κοδράτε» (ωδή η΄). Και: «Νίκησες τις επαναστάσεις των παθών πρώτα με την άσκησή σου, Κοδράτε μάρτυς, κι έπειτα υπέταξες τη δύναμη των ασεβών με τη στέρεα άθλησή σου» (ωδή ε΄).

Με τον άγιο Κοδράτο και τους άλλους πέντε που συνήθλησαν μαζί του, έχουμε το αξιοθαύμαστο γεγονός της πρωτοπορίας της νεότητας για στροφή προς τον Θεό και αγιασμό. Δεν είναι σύνηθες, ιδίως στην εποχή μας, οι νέοι να μας καθοδηγούν προς το αγαθό, δηλαδή προς το θέλημα του Θεού και τη Βασιλεία Του. Χωρίς να αρνείται κανείς ότι υπάρχει και τέτοιο τμήμα στη νεότητα, ένα μεγάλο μέρος της δυστυχώς είναι στραμμένο στις επίγειες ηδονές και τις απολαύσεις του βίου τούτου. Νιώθουν οι νέοι δυνατοί και υγιείς και θεωρούν ότι ο κόσμος είναι στα πόδια τους για να τον κατακτήσουν. Ακόμη και στην περίοδο τώρα της μεγάλης κρίσεως και της παντοειδούς δυσπραγίας, τα πράγματα δεν φαίνονται να κυλούν διαφορετικά. Από την άποψη αυτή «τα εξάριθμα αυτά αστέρια της Εκκλησίας» (βλ. ωδή ς΄) αποκτούν μεγάλη επικαιρότητα. Διότι ακριβώς συνέστησαν «νεανικό στρατό της παράταξης του Κυρίου». Έδειξαν λόγω και έργω ότι η προτεραιότητα στη ζωή, ακόμη και εκ νεότητος, είναι ο άγιος Θεός και η παραμονή μαζί Του, έστω και με θυσία της ζωής. Άλλωστε η χριστιανική πίστη είναι για τους νέους, για εκείνους δηλαδή που έχουν νεανικό φρόνημα και η καρδιά τους «το λέει».  Γίνονται λοιπόν πρότυπα για τους νέους κάθε εποχής. Ο άγιος Ιωσήφ το σημειώνει: «Καλλίνικε μάρτυς Κοδράτε, μαζεύοντας στρατό που όλοι στον αριθμό είναι νέοι, σαν παράταξη του Θεού, κυριάρχησες με άριστο τρόπο απέναντι στους αντίθεους, σαν άριστος στρατηγός των συμμαρτύρων σου» (στιχηρό εσπερινού).

Και βεβαίως ο άγιος Ιωσήφ δεν χάνει την ευκαιρία να σημειώσει ότι η πόλη της Κορίνθου, λόγω της καταγωγής από εκεί του αγίου Κοδράτου, αλλά και της κατοχής των τιμίων λειψάνων των αγίων, έχει αυτούς ως ασπίδα και τείχη να την προστατεύουν, ενώ ο ναός τους είναι ένα άμισθο ιατρείο, στο οποίο καθένας που προστρέχει με πίστη βρίσκει τη γιατρειά του. Πράγματι, ο υμνογράφος μας τονίζει αυτό που ισχύει από πλευράς πνευματικής: τα λείψανα των αγίων και οι ναοί σε μια περιοχή, συνιστούν την ασφάλεια των πιστών και το πνευματικό νοσοκομείο τους. Μπορεί οι ολιγόπιστοι ή οι άπιστοι να μην το καταλαβαίνουν, το καταλαβαίνουν όμως καλά οι ίδιοι οι πιστοί, κι ακόμη καλύτερα ο αρχέκακος διάβολος. «Έχει η Κόρινθος ως βασικά τείχη τα τίμια λείψανα των αγίων, και ως άμισθο ιατρείο τον ναό. Εκεί καθένας που προστρέχει με πίστη, απαλλάσσεται από τους πόνους και τα πάθη του» (ωδή η΄).

09 Μαρτίου 2022

Η ΕΛΞΗ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ

ΚΑΘΑΡΑ ΤΕΤΑΡΤΗ

«Συνήθειαν λαβοῦσα ἡ ἁμαρτία ἕλκει με, εἰς παντελῆ ἀπώλειαν˙ ἀλλά σύ με ἐκ ταύτης λύτρωσαι τῷ Σταυρῷ σου, Οἰκτίρμον πολυέλεε» (ωδή γ΄ Τριωδίου).

(Πήρε ως αφορμή τη συνήθειά μου να αμαρτάνω η αμαρτία και γι’ αυτό με τραβάει σε ολοκληρωτική απώλεια. Αλλά Εσύ, Πολυέλεε Οικτίρμονα Κύριε, λύτρωσέ με από αυτήν με τον Σταυρό σου).

Τη δύναμη του Σταυρού του Κυρίου επικαλείται ο άγιος υμνογράφος, προκειμένου να τον λυτρώσει από την αμαρτία που τον έχει καθηλώσει και αδυνατεί να την ξεπεράσει. Και η αδυναμία του δεν έγκειται στο γεγονός ότι δεν επαρκούν οι δυνάμεις του – ο υμνογράφος γνωρίζει καλά ότι ο Κύριος διά του αγίου βαπτίσματος μάς ενσωμάτωσε στον εαυτό Του και μας μετάγγισε την παντοδυναμία Του, συνεπώς ο πιστός «πάντα ισχύει εν τω ενδυναμούντι αυτόν Χριστώ» – αλλά στο γεγονός ότι η θέλησή του προσκλίνει ενηδόνως περισσότερο στα πάθη του παρά στην αγάπη του Κυρίου του. «Την αμαρτία μου αγαπώ περισσότερο», είναι σαν να κραυγάζει με δραματικό τρόπο ο ποιητής, κι απόδειξη η αδιάκοπη επανάληψή της. Η επανάληψη αυτή ασφαλώς καθιστά την αμαρτία στη ζωή του ανθρώπου άτρωτη και ανίκητη, γιατί τον έλκει με το άρμα της συνήθειας. Ποιος είναι εκείνος που όταν συνηθίσει κάτι μπορεί εύκολα έπειτα να απαλλαγεί από αυτό; Όπως σ’ αυτές τις περιπτώσεις η ίδια η ανθρώπινη σοφία επισημαίνει «η συνήθεια γίνεται δεύτερη φύση στον άνθρωπο» ή για να το πούμε με τον τρόπο του αγίου της Σαρακοστής μεγάλου Εφραίμ του Σύρου: «μη συνηθίζεις να ηττάσαι στον πνευματικό πόλεμο, γιατί η συνήθεια είναι δεύτερη φύση».

Ο ποιητής λοιπόν με επίγνωση, με διάθεση μετανοίας εξομολογείται τη χαλαρότητα στην πνευματική του ζωή, η οποία όμως τον οδηγεί σε φόβο και τρόμο! Γιατί βλέπει μπροστά του το αποτέλεσμά της: την απώλειά του ως αιώνια αποκοπή του από τον Θεό! – ό,τι έχει αποκαλύψει ο Κύριος: «Πλατεία η οδός η απάγουσα εις την απώλειαν και πολλοί εισιν οι ευρίσκοντες αυτήν». Και τι κάνει; Προβαίνει στη μόνη σωτήρια κίνηση: τη στροφή προς τον Εσταυρωμένο Κύριο και την κατάθεση σ’ Αυτόν της αδυναμίας του. «Λύτρωσέ με, Κύριε λόγω της αγάπης Σου!» Είναι η κίνηση που διαφοροποιεί τον πιστό από τον άπιστο άνθρωπο. Και οι δύο αμαρτάνουν. Και οι δύο έλκονται πράγματι από τη δύναμη της συνήθειας. Αλλά ο μεν άπιστος έχοντας διαγράψει τον Χριστό από τη ζωή του μένει μόνος με τον εαυτό του, δηλαδή μόνος με την αδυναμία του και τον Πονηρό που τον δουλεύει χωρίς ο ίδιος να το αντιλαμβάνεται. Ο πιστός όμως, έστω και με λιγοστή πίστη, ξέρει τον δρόμο: κραυγάζει προς «τον μόνον δυνάμενον σώζειν», σαν τον απόστολο Πέτρο όταν βούλιαζε στα κύματα της θάλασσας: «Κύριε, σώσον με»! Και πράγματι. Το κοίταγμα προς τον Εσταυρωμένο Χριστό είναι όραση λυτρωτική. Γιατί πάνω στον Σταυρό ο Κύριος «ήρε την αμαρτίαν του κόσμου», συνεπώς και την όποια αδυναμία και πονηρία μας. Και η στάση Του έτσι προς το αδύναμο πλάσμα Του είναι απείρως θερμότερη και από τη στάση της καρδιάς της μάνας προς το πληγωμένο παιδάκι της: η με σφοδρό πόθο συγκίνησή Του και η στοργική αγκαλιά Του.

Η εμπειρία των αγίων της Εκκλησίας μας συμπληρώνει: όσο κάνουμε κι εμείς την κίνηση αυτή, να στρεφόμαστε πάντοτε προς τον Κύριο, ιδίως τις ώρες της πλήρους αδυναμίας μας, τόσο θα επιβεβαιώνουμε τη σωτήρια αγάπη Του και σε μας, κι ακόμη: τόσο θα συνηθίζουμε την πρόσωπο προς πρόσωπο κοινωνία μας μαζί Του, που σημαίνει ότι θα έχουμε βρει τη μοναδική οδό διαγραφής της καταστρεπτικής συνήθειας της αμαρτίας. Γιατί η έλξη προς τον Χριστό είναι η μεγαλύτερη που υπάρχει στον κόσμο.  

ΝΑ ΝΗΣΤΕΥΣΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΛΟΓΙΣΜΟΥΣ

ΚΑΘΑΡΑ ΤΕΤΑΡΤΗ

«Νηστείᾳ τῶν λογισμῶν τά πάθη δεῦτε δουλώσωμεν, πνευματικαῖς ἑαυτούς πτέρυξι περιστείλαντες· ἵνα τήν τοῦ ἐχθροῦ κινουμένην ζάλην, κοῦφοι περάσαντες, ἄξιοι γενώμεθα, τῆς τοῦ Σταυροῦ προσκυνήσεως, τοῦ ὑπέρ τοῦ κόσμου σφαγέντος ἑκουσίως, Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, καί πνευματικῶς ἑορτάσωμεν, τήν ἐκ νεκρῶν τοῦ Σωτῆρος Ἀνάστασιν· ἐπ’ ὄρους ἀρθέντες, Μαθηταῖς συνδοξάσωμεν, τόν ἐξουσίαν λαβόντα πᾶσαν, Υἱόν ἐκ Πατρός, ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ, τόν φιλάνθρωπον» (Ἀπόστιχα Αἴνων, Ἰδιόμελον, ἦχος πλ. δ΄).

(Νηστεύοντας ἀπό τούς λογισμούς, ἐμπρός ἄς ὑποδουλώσουμε τά πάθη, συγκρατώντας τούς ἑαυτούς μας μέ πνευματικά φτερά· μέ σκοπό, ἀφοῦ περάσουμε εὔκολα κι ἀνάλαφρα τή ζάλη πού προκαλεῖ ἐναντίον μας ὁ ἐχθρός διάβολος, νά γίνουμε ἄξιοι νά προσκυνήσουμε τόν Σταυρό τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος σφαγιάστηκε μέ τή θέλησή Του χάριν τοῦ κόσμου, κι ἔτσι νά ἑορτάσουμε πνευματικά τήν ἐκ νεκρῶν Ἀνάσταση τοῦ Σωτῆρα Χριστοῦ. Ὁπότε, πάνω στό ὄρος τῶν Ἐλαιῶν κι ἐμεῖς, (ἐκεῖ ἀπ’ ὅπου ἀναλήφθηκε ὁ Κύριος), νά δοξάσουμε μαζί μέ τούς Μαθητές Τόν φιλάνθρωπο Υἱό τοῦ Θεοῦ, πού ἔλαβε κάθε ἐξουσία ἀπό τόν Πατέρα μέ τή δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος).

Ὁ ἅγιος ὑμνογράφος εἶναι σαφέστατος: ὁ σκοπός τῆς περιόδου αὐτῆς εἶναι νά φθάσουμε νά προσκυνήσουμε τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου πού ἀποκαλύπτει τήν ἄπειρη ἀγάπη Του γιά τόν κόσμο, συνεπῶς νά ἑορτάσουμε πνευματικά καί τήν Ἀνάστασή Του, ἀφοῦ Σταυρός καί Ἀνάσταση συνθεωροῦνται πάντοτε στήν πίστη μας. Μέ τόν τρόπο αὐτόν, μᾶς λέει, ἀληθινοί προσκυνητές τοῦ Πάθους καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, θά βρεθοῦμε κι ἐμεῖς νά Τόν δοξολογοῦμε μαζί μέ τούς ἀποστόλους καί κατά τήν ἀνάληψή Του, ἐννοώντας προφανῶς καί τή λήψη τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς καί ἐφεξῆς. Καί πάλι ὅμως, ὅπως συμβαίνει καί σέ ὅλους τούς ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας, μᾶς ὑπενθυμίζει ὁ ὑμνογράφος ὅτι γιά τήν προοπτική αὐτή ὑπάρχουν προϋποθέσεις: ἡ καλλιέργεια τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἡ ὁποία δίνει τά φτερά προκειμένου ὁ πιστός νά ἐλέγχει τόν ἑαυτό του καί νά ὑποτάσσει τά πάθη του, συνεπῶς καί νά ὑπερβαίνει κάθε ἐπιρροή τοῦ Πονηροῦ διαβόλου. Κύριο στοιχεῖο τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ἴσως καί τό καθοριστικότερο, εἶναι ὁ ἔλεγχος τῶν λογισμῶν. Ἡ ποιότητα τῶν λογισμῶν μας φανερώνει τήν παρουσία ἤ ὄχι τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ στήν ὕπαρξή μας, γι’ αὐτό καί ὅλοι οἱ Πατέρες μας συμφωνοῦν πώς ἐκεῖ κατεξοχήν στοχεύει ἡ ὅποια νηστεία καί ἡ ὅποια ἄσκηση ἐπιτελοῦμε. Ἔλεγχος δέ τῶν λογισμῶν σημαίνει ὅτι ἀποκλείουμε κάθε πονηρή σκέψη ἤ εἰκόνα στόν νοῦ μας, διά τῆς ἀποφασιστικῆς καί ὁρμητικῆς ἐν ἀγάπῃ στροφῆς στούς καλούς καί ἀγαθούς λογισμούς, πού σημαίνει ἀγκίστρωμα σέ ὅ,τι ὁ Κύριος μᾶς ἄφησε ὡς ἐντολή.