22 Σεπτεμβρίου 2022

ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ: "ΣΜΥΡΝΕΪΚΟ ΜΙΝΟΡΕ" ΜΕ ΤΗ ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΑΝΤΕΛΗ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ

 

Αφιερωματική Συναυλία «Σμυρνέϊκο Μινόρε» 

με την Γλυκερία και τον Παντελή Θαλασσινό.

Με αφορμή τη συμπλήρωση 100 ετών από την Μικρασιατική Καταστροφή, η Ι. Μητρόπολη Πειραιώς, τη Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2022 στις 20:00 στο Βεάκειο Θέατρο Πειραιώς, θα αφιερώσει την φιλανθρωπική της συναυλία, η οποία αποτελεί πλέον θεσμό για την τοπική μας Εκκλησία, στα τραγικά γεγονότα του 1922 και στον ξεριζωμό των Ελλήνων από τις πατρογονικές τους εστίες.

Για το σκοπό αυτό θα συμμετάσχουν οι γνωστοί καλλιτέχνες Γλυκερία, Παντελής Θαλασσινός και Δημήτρης Κοντογιάννης, οι οποίοι θα ενώσουν τις φωνές τους με σκοπό αφενός την ενίσχυση του πολύπλευρου φιλανθρωπικού έργου της τοπικής μας Εκκλησίας κατά της φτώχειας, αφετέρου την διατήρηση της ιστορικής μας μνήμης μιας και η πόλη του Πειραιά υπήρξε το πρώτο λιμάνι των κατατρεγμένων και διασωθέντων Ελλήνων.

Στην εκδήλωση, η οποία έχει ως γενικό τίτλο «Σμυρνέϊκο Μινόρε» και θα παρουσιάσουν η Ανδριάνα Ζαρακέλη, η Μπάγια Αντωνοπούλου και ο Δημήτρης Αλφιέρης, θα συμμετάσχει και η μαθητική χορωδία των Εκπαιδευτηρίων της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς. Αφήγηση κειμένων από την ηθοποιό Δήμητρα Χατούπη, ενώ την καλλιτεχνική επιμέλεια έχει ο Στέλιος Φωτιάδης.

Η όλη προσπάθεια πραγματοποιείται με την συνεργασία της Περιφέρειας Αττικής και την υποστήριξη του Δήμου Πειραιά και του ΕΒΕΠ.

Διάθεση προσκλήσεων γίνεται από τους Ιερούς Ναούς και το Βιβλιοπωλείο της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό «Πειραϊκή Εκκλησία» και ηλεκτρονικά από to ticketservices.gr

Περισσότερες πληροφορίες: 2104118646 και 2104122625

ΓΙΑ ΤΙ ΠΡΑΓΜΑ ΘΑ ΚΡΙΘΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ!

«Δεν θα κατηγορηθούμε, αγαπητοί μου, δεν θα κατηγορηθούμε την ώρα του θανάτου μας, διότι δεν θαυματουργήσαμε ή διότι δεν θεολογήσαμε ή διότι δεν γίναμε θεωρητικοί. Οπωσδήποτε όμως θα δώσουμε λόγο στον Θεό, διότι δεν πενθήσαμε συνεχώς» (Άγ. Ιωάννης Κλίμακος λόγ. ζ΄ 73).

Η ώρα του θανάτου λειτουργεί ως όριο κρίσεως: ενόψει της ώρας αυτής κατανοούμε την αλήθεια από το ψέμα της ζωής. Δεν λέει τυχαία η Γραφή ότι αν θυμόμαστε το τέλος μας, δύσκολα θα αμαρτήσουμε. «Μιμνήσκου τα έσχατά σου, και ου μη αμάρτης εις τον αιώνα». Κι αυτό γιατί η καθημερινότητα μάς «ρουφάει» στα γρανάζια της και μας σπρώχνει αποκοιμισμένους στη βολή συνήθως του κόσμου τούτου,  «του απατεώνος». Η μνήμη του θανάτου λειτουργεί έτσι ως φάρος: προφυλάσσει από τους σκοπέλους και τα ναυάγια. Μας ανοίγει τα μάτια για τα τίμια και τα ουσιώδη. Κανείς άγιος δεν άγιασε, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του καθημερινά την πραγματικότητα αυτή.

Και ποια είναι η αλήθεια που μας φέρνει ενώπιόν μας; Ποιο το ουσιώδες της ζωής; Ό,τι προτρέπει ο Κύριος για το μεσοδιάστημα που ζούμε μεταξύ του ήδη της παρουσίας Του και του όχι ακόμη της Δευτέρας παρουσίας Του: τη μετάνοια. Το πένθος δηλαδή που επιδεικνύουμε για τις αμαρτίες μας, για τις αμέλειές μας, για τις πτώσεις μας, για το έλλειμμα μ’ ένα λόγο της αγάπης μας˙  προς τον Θεό και προς τον συνάνθρωπο. Ποιος μπορεί να είναι βέβαιος για το «ύψος» της πνευματικής του ζωής; Αν ο απόστολος Παύλος, ο μέγιστος των αποστόλων, θέτει ερωτηματικό για τη ζωή του – δεν βλέπω, σημειώνει, να με ενοχλεί η συνείδησή μου για κάτι, όμως δεν δικαιώνομαι από αυτό: ο κριτής είναι ο Κύριος! – ποιος λοιπόν είναι εκείνος που θα νιώθει «ασφαλής» για την «αγιότητά» του; Να μετανοούμε λοιπόν αδιάκοπα όσο ζούμε είναι ο δρόμος της πνευματικής ζωής.

Αλλά αυτό συνιστά τελικώς και την αγιότητα! Η διαρκής αμφισβήτησή της για μας τους ίδιους. Κι ας δούμε πόσο φιλάνθρωπος είναι ο Κύριος, διά στόματος του οσίου Του. Δεν θα κατηγορηθούμε, λέει, γιατί δεν θαυματουργήσαμε ούτε γιατί δεν θεολογήσαμε κι ούτε γιατί δεν φτάσαμε στα υψηλά επίπεδα της χριστιανικής ζωής: αυτά είναι χαρίσματα που δίνει ο ίδιος ο Θεός σε εκείνους που κρίνει ότι μπορούν να βοηθήσουν τον συνάνθρωπό τους – το όποιο χάρισμα, μη ξεχνάμε, είναι εκ Θεού όταν προσφέρεται ως διακονία του πλησίον. Θα κατηγορηθούμε μόνο γιατί δεν μετανοήσαμε και δεν κλάψαμε για τις αμαρτίες μας. «Γέροντα, κέρδισες τον παράδεισο με τους αγώνες σου», είπαν οι υποτακτικοί στον όσιο Γέροντά τους, στο τέλος της ζωής του. «Πιστέψτε με ότι δεν έχω βάλει ακόμη αρχή μετανοίας», απάντησε ο όσιος. Κι η ψυχή του φτερούγισε και πήγε στα χέρια του Δημιουργού του.

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΦΩΚΑΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

«Ο άγιος Φωκάς ήταν γιος του Παμφίλου και της Μαρίας και ζούσε στην πόλη της Σινώπης. Από πολύ μικρός στην ηλικία με τη χάρη του αγίου Πνεύματος επιτελούσε παράδοξα θαύματα, και συνέχισε να θαυματουργεί μέχρι το τέλος της ζωής του. Γι’  αυτό και ο Θεός του φανέρωσε το τέλος του διά του μαρτυρίου ως εξής: Κάθισε ένα περιστέρι στο κεφάλι του και του έβαλε ένα στεφάνι, οπότε με ανθρώπινη φωνή το περιστέρι τού είπε, «Σου δόθηκε ποτήριο και πρέπει να το πιεις». Αυτό το ποτήριο του μαρτυρίου πράγματι αξιώθηκε να το πιει επί Τραϊανού αυτοκράτορα, τελειώνοντας τη ζωή του με ξίφος και φωτιά. Πολλά θαύματα βεβαίως και μετά την εκδημία του προς τον Κύριο έγιναν από αυτόν».

Είμαστε ευγνώμονες στον Κύριο που φωτίζει τους αγίους υμνογράφους του, προκειμένου αυτοί να μας καθοδηγούν στη δοξολογία του αγίου ονόματός Του μέσω των αγίων. «Θαυμαστός ο Θεός εν τοις αγίοις Αυτού». Οι υμνογράφοι δηλαδή, προπορευόμενοι ημών των πιστών, μας δίνουν τη δυνατότητα να υπερβαίνουμε την καθημερινότητα των παθών και της ταραχής που προκαλούν αυτά, διότι μας ανοίγουν τα μάτια να βλέπουμε το βάθος της πραγματικότητας, και ως προς τη θριαμβεύουσα και ως προς τη στρατευόμενη Εκκλησία. Κι αυτό θα πει ότι εκείνος ο πιστός που εντρυφά έστω και για λίγο στις ακολουθίες της Εκκλησίας, ιδίως του εσπερινού και του όρθρου, ζει μία διαφορετική ατμόσφαιρα από εκείνην της τραγικότητας της εδώ ζωής, όχι με την έννοια της φυγής από τη ζωή – τούτο δεν συνάδει με τη χριστιανική πίστη και τον ρεαλισμό της: θα ήταν μία άρνηση της ενσάρκωσης του Θεού μας -  αλλά με την έννοια ότι ανάγεται σε επίπεδο τέτοιο, ώστε να την βλέπει με διαφορετικό βλέμμα: κάτω από την οπτική της αιώνιας ζωής. Αν δεν συμβαίνει αυτό, τότε ο οιοσδήποτε άνθρωπος, ακόμη κι ο θεωρούμενος πιστός, εγκλωβίζεται στον κόσμο τούτο και εισέρχεται στην περιδίνιση των παθών, όπως είπαμε, και των ενεργειών του αρχεκάκου διαβόλου.

Εν προκειμένω: οι ύμνοι της Εκκλησίας μας και σήμερα, μας οδηγούν σε ένα καταρχάς μεγαλοπρεπές θέαμα του τι συμβαίνει στην Εκκλησία των πρωτοτόκων αδελφών, στη θριαμβεύουσα Εκκλησία, εξ αφορμής του αγίου ιερομάρτυρα Φωκά: «Μάρτυς Φωκά, λέει ο υμνογράφος, οι χορείες των αγίων ιεραρχών, οι συνάξεις των Μαρτύρων, η συνάθροιση των ιερών Αποστόλων, τα πνεύματα ολων των Δικαίων, σε έχουν ανάμεσά τους και χαίρουν και αγάλλουν με την παρουσία σου». Εξαίσια εικόνα που φανερώνει την αγάπη και τη χαρά που ζουν οι άγιοί μας στον Παράδεισο, κι εννοείται μέσα στην ευλογημένη παρουσία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αλλά ο υμνογράφος ρίχνει το εμπνευσμένο από τον Θεό βλέμμα του και στο τι συμβαίνει και στη γη: Ο άγιος Φωκάς βρίσκεται ανάμεσα στους πιστούς ως λαμπρός και φωτοφόρος νοητός ήλιος, που καταλάμπει τα πλήθη των πιστών, γινόμενος γι’ αυτούς βοήθεια στις ανάγκες τους, πλούτος σε όλους τους πτωχούς, πηγή αγαθών νοερών, κυριολεκτικά λιμάνι σε όλους που παλεύουν μέσα στα κύματα της θάλασσας των παθών. «Ως θεαυγή και φωτοφόρον ήλιον σε νοητόν τη Εκκλησία έθετο ο Δεσπότης, καταλάμποντα πιστών τα πλήθη, Μάρτυς ένδοξε». «Απορούντων πέλεις αντίληψις και πλούτος πάσι πτωχεύουσι και πηγή αγαθών δωρεών». «Λιμήν γαληνότατος πάσι γεγονώς θαλαττεύουσιν».

Ποια η αιτία της τόσο υψηλής θέσης του αγίου ιερομάρτυρα Φωκά; Τίποτε άλλο από αυτό που βλέπουμε σε όλους τους αγίους: τη θερμή αγάπη προς τον Θεό, το γεγονός δηλαδή ότι «είχε στηρίξει τις βάσεις της ψυχής του στην πέτρα που λέγεται Χριστός», το γεγονός άρα ότι κατεκόσμησε την ψυχή του αυτή με όλες τις αρετές. Με άλλα λόγια ο άγιος Φωκάς τιμάται από αγγέλους, αγίους, πιστούς στον κόσμο, γιατί και αυτός έγινε μία φανέρωση του Κυρίου μας, απλώνοντας την ευεργεσία Εκείνου σε όλους τους ανθρώπους και σε όλη την κτίση. Δεν έχουμε παρά να τον επικαλούμαστε και εμείς. Ό,τι και να συμβαίνει στον κόσμο μας, ό,τι βέλη του πονηρού και αν ρίχνονται για να μας ταράξουν και να μας αποπροσανατολίσουν, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Θεός μας και οι άγιοί Του είναι υπεράνω όλων αυτών. Λίγο να μεταθέσουμε το κέντρο βάρους της ζωής μας στο άγιο θέλημα του Κυρίου, θα δούμε τη δύναμή Του να ενεργοποιείται κατά τρόπο θαυμαστό και να μας λυτρώνει από τα δεινά. Αλλά είπαμε: η Εκκλησία μας έχει τον πλούτο των θείων δωρεών, αλλά εμείς μάλλον δεν έχουμε την προϋπόθεση αποκτήσεώς τους: την πίστη που χρειάζεται. Ο Θεός να μας ελεεί.

21 Σεπτεμβρίου 2022

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΟΔΡΑΤΟΣ Ο ΕΝ ΜΑΓΝΗΣΙΑ

«Αθλητικών Κοδράτε σων κηρυγμάτων,
Εν ουρανοίς βραβεία πολλά λαμβάνεις.

Εικάδι δε πρώτη Κοδράτος στέφος εύρατο άθλοις».

(Λαμβάνεις πολλά βραβεία στους ουρανούς, Κοδράτε, για τα κηρύγματά σου για την πνευματική άθληση. Ο Κοδράτος βρήκε στεφάνι για τους άθλους του την εικοστή πρώτη Σεπτεμβρίου).

«Ο άγιος Κοδράτος ήταν άνδρας σοφός και πολυμαθής. Υπήρξε και αυτός ένας από τους μαθητές του Χριστού, (από τους εβδομήντα αποστόλους Του), και αφού πλούτισε από την πυρίπνοη χάρη του αγίου Πνεύματος, χειροτονήθηκε επίσκοπος των Αθηναίων. Μετέστρεψε στην αληθινή πίστη του Χριστού πολλούς ειδωλολάτρες, ενώ τους θεωρουμένους σοφούς από τους Έλληνες, που υπερηφανεύονταν πολύ για τη σοφία τους, τους αποστόμωσε και τους ντρόπιασε με τη χάρη του Θεού και με τη δύναμη των λόγων του. Γι’ αυτό και τιμωρήθηκε από τους διώκτες των Χριστιανών με πέτρες, με φωτιά και με πολλά άλλα βασανιστήρια, ενώ διώχτηκε από την επαρχία και το ποίμνιό του. Απήλθε στην πόλη Μαγνησία, οπότε και εκεί έδιωξε με τις διδασκαλίες του το σκοτάδι της πλάνης. Και ύστερα κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Αδριανού του καλουμένου Αιλίου, το έτος 117, λαμβάνει το στεφάνι του μαρτυρίου. Το άγιο λείψανό του βρίσκεται στη Μαγνησία της Μ. Ασίας και θεραπεύει ως από πηγή κάθε ασθένεια σε όλους εκείνους που το πλησιάζουν με πίστη Χριστού». 

Ο άγιος υμνογράφος Ιωσήφ μας στρέφει την προσοχή σε τρία πράγματα από τη μεγαλειώδη ζωή του αγίου αποστόλου Κοδράτου: τη δύναμη της διδασκαλίας του, τα θαύματά του και όσο ζούσε αλλά και μετά το μαρτυρικό τέλος του, την ψυχική καθαρότητά του. Κι είναι ευνόητο ότι και τα τρία αυτά  συνδέονται αμεσότατα μεταξύ τους, αφού η ψυχική καθαρότητα αποτελεί την προϋπόθεση της παρουσίας του Χριστού στην ύπαρξη ενός πιστού – «μακάριοι οι καθαροί στην καρδιά γιατί αυτοί θα δουν τον Θεό» είπε ο Ίδιος - ώστε φωτισμένος από την παρουσία αυτή να κηρύσσει με δύναμη το ευαγγέλιο Εκείνου και να επιτελεί θαύματα ζων και κεκοιμημένος εξακτινώνοντας την παντοδύναμη ενέργεια του Τριαδικού Θεού. Κάνει εντύπωση μάλιστα το πόσο ο άγιος Ιωσήφ, «θαμπωμένος» από τη φωτεινή προσωπικότητα του αποστόλου, τονίζει τη λάμψη του φωτός του Χριστού στην αγιασμένη ύπαρξη του αποστόλου Του. Όχι μία και δύο, αλλά πάμπολλες φορές, στον εσπερινό και στον όρθρο, αυτήν την πραγματικότητα σημειώνει, σαν να είναι ο απόστολος μία πράγματι φωτεινή στήλη που ξεκινά από τη γη για να φτάσει τον ουρανό, αλλά και το αντίστροφο: ευρισκόμενος ολοφώτεινος στον ουρανό γίνεται το όργανο του Χριστού για να λάμψει με τις προσευχές του το σκοτάδι των περιλειπομένων στη γη ανθρώπων.  

«Έγινες ολοφώτεινος από τις λάμψεις των ουράνιων χαρίτων» αναφέρει για παράδειγμα ήδη στην αρχή του εσπερινού, «και αναδείχθηκες στον κόσμο, Κοδράτε,  ένας ήλιος που προσφέρει σε όλους χαρμόσυνες ακτίνες του ενθέου κηρύγματος». «Με τις ένθες διδαχές σου φώτισες πολλούς. Γιατί αναδείχτηκες διάκονος του Φωτός Χριστού που φώτισε τα πέρατα, ιεράρχα Κοδράτε, με τις θείες λάμψεις Του» (ωδή γ΄). «Φωταγωγώντας τους σκοτισμένους από την πλάνη με τις λαμπάδες των λόγων σου, έκαψες κάθε σαν φρύγανο απάτη» (ωδή δ΄). Και η αιτία της φωτεινής παρουσίας του; Το γεγονός ότι έγινε κατοικητήριο του ίδιου του Θεού. «Ο καθαρότατος Θεός βρήκε την καθαρή σου ψυχή σκήνωμα της δόξας Του, οπότε μέσα από σένα καθαρίζει τις ψυχές που βρομίστηκαν από τα φοβερά παραπτώματα» (ωδή δ΄).

Τι ήταν εκείνο που έκανε ο άγιος Κοδράτος ώστε επέβλεψε τόσο πολύ επ’ αυτού ο άγιος Τριαδικός Θεός; Ή αλλιώς: τι έκανε ο απόστολος ώστε να διατηρεί την ψυχή του καθαρή; Ο άγιος υμνογράφος επανειλημμένως μας το λέει: «Βάδισες, ένδοξε απόστολε, τον ίσιο δρόμο των εντολών του Χριστού, γι’ αυτό και έσωσες τους πλανεμένους ανθρώπους από τους δυσχερείς δρόμους της ασέβειας και της απιστίας. Οπότε οι πιστοί σε δοξάζουμε ως απλανή άνθρωπο και οδηγό και μεσίτη της συμφιλιώσεώς μας με τον Θεό» (στιχ. εσπ.). Ο ερμηνευτικός για τον άγιο Κοδράτο λόγος του υμνογράφου αγίου Ιωσήφ είναι σαφέστατος και στοιχημένος απολύτως στην παράδοση του Κυρίου, των Αποστόλων, των Πατέρων της Εκκλησίας: κανείς δεν μπορεί να βρει τον Θεό έξω από την πορεία των εντολών Του. Με τη βοήθεια του Ίδιου ο πιστός θέτει τον εαυτό του, έστω και διά της βίας, εκεί που του υποδεικνύει το θέλημα του Θεού, με αποτέλεσμα να συντονίζεται με Εκείνον, αφού ο Θεός «μέσα στις εντολές Του κρύβεται». Έχοντας Θεό στην ύπαρξή του, σκήνωμα κυριολεκτικά του Παντοδύναμου, αφενός ο ίδιος ζει τη σωτηρία του, αφετέρου προσφέρει στον κόσμο τη σωτηρία αυτή που ζει, δηλαδή τον Ιησού Χριστό.

Η ΑΠΟΔΟΣΙΣ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

Η 21 Σεπτεμβρίου αποδίδει, επαναφέρει δηλαδή και ολοκληρώνει, την εορτή της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού -  κάθε μεγάλη εορτή, Δεσποτική και Θεομητορική, της Εκκλησίας μας δεν κρατάει μία μόνο ημέρα, αλλά αρκετές, ώστε να τυπωθεί η σημασία της στην καρδιά και τον νου των πιστών, γιατί αυτό οδηγεί στη σωτηρία τους, τη ζωντανή σχέση τους με τον Χριστό. Κι αξίζει εδώ παρενθετικά να σημειώσουμε και πάλι τη βαθειά γνώση του ανθρώπου από την Εκκλησία: ο άνθρωπος λόγω της αμαρτητικής ροπής του χρειάζεται μεγάλη υπομονή και επιμονή σ’  αυτό που είναι ο αληθινός προορισμός του: το να ακολουθεί τον Κύριο, να στρέφει δηλαδή με τη δύναμη Εκείνου αδιάκοπα τη βούλησή του προς το φως Του. Αυτή είναι η τραγωδία μας: να αφηνόμαστε στην ευκολία του «ρουφήγματος» του σκότους που θα πει της κόλασής μας και να δυσκολευόμαστε στο να βλέπουμε την Ανατολή του φωτός Του, που είναι και η Ανατολή και η άνοιξη της δικής μας ζωής!

Στην απόδοση λοιπόν της εορτής ένα τροπάριο από την τρίτη ωδή του κανόνος μάς υπενθυμίζει τη σημασία, μεταξύ πολλών άλλων βεβαίως, του Σταυρού του Κυρίου. «Πλευρᾶς ἀχράντου λόγχῃ τρωθείσης, ὕδωρ σύν αἵματι ἐξεβλήθη, ἐγκαινίζον διαθήκην καί ρυπτικόν ἁμαρτίας˙ τῶν πιστῶν γάρ Σταυρός καύχημα, καί Βασιλέων κράτος καί στερέωμα». Δηλαδή: «Τρώθηκε, πληγώθηκε με λόγχη η άχραντη πλευρά του Σωτήρος Χριστού πάνω στον Σταυρό, και βγήκε ύδωρ μαζί με αίμα, εκείνα που έφερναν την πραγματικότητα της νέας διαθήκης μεταξύ Θεού και ανθρώπου, τη Θεία Ευχαριστία και το θείο βάπτισμα που σβήνει τις αμαρτίες. Γι’ αυτό ο Σταυρός είναι το καύχημα των πιστών και η δύναμη και το στερέωμα των Βασιλέων».

Ο άγιος Κοσμάς, ο μεγάλος υμνογράφος της Εκκλησίας, δίνει τη θεολογική εξήγηση της λογχισμένης πλευράς του Εσταυρωμένου Κυρίου: το αίμα και το ύδωρ που εξήλθαν από αυτήν ήταν εκείνα που ίδρυαν τα μυστήρια της Θείας Ευχαριστίας και του αγίου βαπτίσματος – με ό,τι ο άνθρωπος σώζεται: με το βάπτισμα εντάσσεται στο σώμα του Χριστού και γίνεται μέλος Του˙ με το αίμα Του που ενεργοποιεί αυτό που συνέβη στον Μυστικό Δείπνο τρέφεται και αυξάνει, ώστε να φθάσει στο μέτρο Εκείνου, «εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» που λέει ο απόστολος Παύλος. Χωρίς ένταξη στην Εκκλησία και μετοχή εν μετανοία στα μυστήρια αυτής, στα οποία φανερώνεται η ζωή Εκείνου, ο άνθρωπος δεν σώζεται, δεν μπορεί να δει Θεού πρόσωπο. «Ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται»˙ και «ἐάν μή φάγητε τό σῶμα τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί πίητε αὐτοῦ τό αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωήν ἐν ἑαυτοῖς».

Και τι προσθέτει ο άγιος Κοσμάς; Ο πιστός που είναι μέλος πια Χριστού και Τον ζει στην ύπαρξή του κοινωνώντας Τον στη Θεία Ευχαριστία, τον Σταυρό έχει μοναδικό καύχημα της ζωής του. Δεν είναι βεβαίως τυχαία η αναφορά του υμνογράφου. Παραπέμπει ευθέως στον απόστολο Παύλο και πάλι, ο οποίος διεκήρυσσε: «ἐμοί μή γένοιτο καυχᾶσθαι, εἰ μή ἐν τῷ Σταυρῷ τοῦ Κυρίου, δι’ οὗ ἐμοί κόσμος ἐσταύρωται, κἀγώ τῷ κόσμῳ». Δηλαδή «ποτέ να μη μου συμβεί να καυχηθώ για οτιδήποτε άλλο, πέρα από τον Σταυρό του Κυρίου, διά του Οποίου για μένα ο αμαρτωλός κόσμος έχει νεκρωθεί κι εγώ έχω νεκρωθεί γι’ αυτόν». Σταυρός δηλαδή σημαίνει βεβαίως ένταξη στην Εκκλησία και μετοχή στα μυστήριά της, αλλά με το δεδομένο που συνιστά το διαρκές αγώνισμα του πιστού, ότι αδιάκοπα αγωνίζεται να ζει στην καθημερινότητά του τον Σταυρό ως αποχή από κάθε αμαρτία. Ο χριστιανός είναι κι αυτός εσταυρωμένος μαζί με τον Κύριο, δείχνοντας τα νώτα του σε κάθε τι αμαρτωλό και έχοντας ανοικτή την αγκαλιά του σε κάθε συνάνθρωπο, κοντινό ή μακρινό του. Το ίδιο πρέπει βεβαίως να συμβαίνει και με κάθε άρχοντα, συμπληρώνει ο άγιος υμνογράφος, που λίγο πιστεύει στον Κύριο. Ας φανταστούμε τους άρχοντές μας, όλων των ειδών και των αποχρώσεων, να έχουν τον Σταυρό ως ισχύ και στερέωμά τους: θα ήταν παντοδύναμοι εν Κυρίω, άλλοι Κωνσταντίνοι και Ιουστινιανοί.

20 Σεπτεμβρίου 2022

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΜΕΤΑ ΤΗΣ ΣΥΝΟΔΙΑΣ ΑΥΤΟΥ

 

«Ο άγιος μεγαλομάρτυς Ευστάθιος ήταν στρατηλάτης στην πόλη των Ρωμαίων, επί Τραϊανού βασιλέως. Ονομαζόταν Πλακίδας και η γυναίκα του Τατιανή, ήταν πολύ πλούσιος και μολονότι ειδωλολάτρης, με μεγάλη χαρά έδινε ελεημοσύνες στους πτωχούς. Κάποια φορά που είχε βγει στο κυνήγι, του φανερώθηκε μία έλαφος, την οποία άρχισε να καταδιώκει. Την ώρα που επρόκειτο να τη φτάσει, βλέπει στα κέρατά της τον τίμιο σταυρό του Χριστού, ενώ από τα κέρατα ήλθε φωνή που έλεγε: «Ω, Πλακίδα, γιατί με καταδιώκεις; Εγώ είμαι ο Χριστός». Μετά το συγκλονιστικό αυτό γεγονός, πίστεψε στον Χριστό και βαπτίστηκε, οπότε και άρχισε ο πόλεμος εναντίον του από τον ανθρωποκτόνο διάβολο: έχασε τον πλούτο του, είδε τη γυναίκα του αιχμάλωτη, τα παιδιά του αρπάχτηκαν από θηρία και ο ίδιος βρέθηκε σε μεγάλη φτώχεια. Ο Θεός επέτρεψε όμως να βρει και πάλι τη γυναίκα και τα παιδιά του, όπως και να τον αναζητήσει ο βασιλιάς, ο οποίος τον έβαλε  στο προηγούμενο αξίωμά του. Ύστερα από όλα αυτά, ήλθε η ώρα του μαρτυρίου. Διότι αναγκάστηκε να θυσιάσει στα είδωλα, κάτι βεβαίως που αρνήθηκε αμέσως, γι’ αυτό και ρίχτηκε μέσα σε χάλκινο  πυρακτωμένο από φωτιά βόδι, μαρτύριο με το οποίο και τελειώθηκε».

 

Η Εκκλησία μας παραλληλίζει καταρχάς τον άγιο Ευστάθιο με τον απόστολο Παύλο: όπως ο Παύλος δέχτηκε κλήση από τον Χριστό, που του παρουσιάστηκε εν οράματι την ώρα που καταδίωκε τους χριστιανούς, και τον κάλεσε να γίνει χριστιανός, κατά τον ίδιο σχεδόν τρόπο και ο Ευστάθιος δέχτηκε κλήση από Εκείνον, μέσω όμως της ελάφου που καταδίωκε, ο Οποίος τον κάλεσε εξίσου να Τον ακολουθήσει. Ο υμνογράφος πολλές φορές κάνει τη σύνδεση αυτή. «Η κλήση σου, πανάριστε, δεν έγινε από ανθρώπους, αλλά ο Χριστός από τον ουρανό σε εκάλεσε, όπως παλαιότερα τον Παύλο». Θυμίζει βεβαίως ακόμη ο συγκεκριμένος τρόπος της κλήσεως και τον άγιο Κωνσταντίνο. Κι εκείνος κλήθηκε να στραφεί προς τον χριστιανισμό μέσω του οράματος του σταυρού που ο Θεός του έδωσε, και μάλιστα με την επιγραφή: «Τούτω νίκα». Δεν πρόκειται για «σκανδαλώδη» εύνοια, θα λέγαμε, του Θεού προς κάποιους ανθρώπους. Διότι μπορεί μεν ο Θεός να μην καλεί όλους τους ανθρώπους με παρόμοιο άμεσο και συγκλονιστικό τρόπο, όμως πράγματι Εκείνος καλεί όλους μέσα στα πλαίσια της άπειρης αγάπης Του για να στραφούν προς Αυτόν. Ο ίδιος ο Κύριος το βεβαίωσε: «Ουδείς δύναται ελθείν προς με, είπε, εάν μη ο Πατήρ μου ο πέμψας με, ελκύση Αυτόν». Ώστε κανείς δεν γίνεται χριστιανός από μόνος του. Διαφέρει μόνο ο τρόπος με τον οποίο καλείται κάποιος από τον Θεό. Ο Θεός δεν είναι «προσωπολήπτης».

Ο εκκλησιαστικός υμνογράφος όμως δεν παραλληλίζει τον άγιο Ευστάθιο μόνο με τον απόστολο Παύλο. Έκθαμβος μπροστά σ’  αυτά που πέρασε ο άγιος -  απώλεια της συζύγου και των παιδιών του,  απώλεια της περιουσίας του και των αξιωμάτων του – φέρνει στη μνήμη του το παράλληλο από την Παλαιά Διαθήκη, τη ζωή του πολύαθλου Ιώβ. «Συ, οία περ Ιώβ, ανεφάνης Ευστάθιε». Αναφάνηκες, Ευστάθιε, σαν τον Ιώβ. Τον ονοματίζει λοιπόν νέο και δεύτερο Ιώβ – «ο δεύτερος Ιώβ Ευστάθιος» - γιατί  και εκείνος σαν τον πρώτο Ιώβ, σε ό,τι υφίστατο έλεγε εν πίστει: «Ο Κύριος έδωκεν, ο Κύριος αφείλετο. Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον». Να υφίστασαι τέτοια βάσανα και να δοξολογείς τον Θεό αποτελεί το όριο της αληθινής πίστεως και της αληθινής υπομονής. Σημαίνει ότι έχεις «ακουμπήσει» όλη την ύπαρξή σου και τη ζωή σου στα χέρια του Θεού. Ο υμνογράφος προχωράει ακόμη περισσότερο σε μία θεωρούμενη υπερβολή: Θεωρεί τον άγιο Ευστάθιο και μεγαλύτερο του Ιώβ: «…υπερβάς αληθώς τον Ιώβ, τη αρετή, συν τη συζύγω και τοις τέκνοις». Και δεν έχει άδικο. Διότι ο Ιώβ, πρόσωπο της Παλαιάς Διαθήκης, σε κάποια στιγμή «λυγίζει» και τα «βάζει» με τον Θεό, αδυνατώντας να κατανοήσει αυτά που υφίσταται. Κι έχει από την άλλη τη γυναίκα του που τον ωθεί σε βλασφημία. Με τον άγιο Ευστάθιο τούτο δεν υπάρχει: υπομένει καρτερικά μέχρι τέλους χωρίς να ταλαντεύεται διόλου κατά  την πίστη του – «στήλην καρτερίας» τον χαρακτηρίζει ο υμνογράφος και «ακράδαντον εν πειρασμοίς» - έχοντας συνάθλους μαζί του την αγία γυναίκα του Θεοπίστη και τα άγια τέκνα του, μάρτυρες όλοι αυτοί του Χριστού.

Εκείνο που αποκορυφώνει την αρετή και την υπομονή του αγίου Ευσταθίου, αλλά εμβάλλει εμάς πια σε «πειρασμό», είναι η απάντηση του Κυρίου στα βάσανα που είχε περάσει ο άγιός του: «όθεν επί τέλει των αγώνων ως νίκης βραβείον παρέσχε σοι, την του αίματος πρόσχυσιν»! Γι’  αυτό, σημειώνει ο υμνογράφος, μετά δηλαδή τα όσα τράβηξες στη ζωή σου Ευστάθιε, σαν τελικό στάδιο των αγώνων, σου έδωσε ο Κύριος σαν βραβείο νίκης, να χύσεις το αίμα σου γι’ Αυτόν! Αποτελεί «πειρασμό» για εμάς, είπαμε, αυτό που λέει ο υμνογράφος, παρακολουθώντας τη ζωή του αγίου: Να περνάς τόσα βάσανα, να τα υπομένεις, και να δέχεσαι ως βραβείο για όλα αυτά και το μαρτύριο του αίματος! Αν αυτό δεν συνιστά παραδοξότητα για την ανθρώπινη λογική, τότε δεν ξέρουμε πώς αλλιώς να το χαρακτηρίσουμε. Αλλά παραδοξότητα για την ανθρώπινη λογική. Διότι μέσα στο πλαίσιο της λογικής του Θεού τα πράγματα χαρακτηρίζονται αλλιώς: ο Θεός συνήθως έτσι αμείβει τους γνήσιους δούλους Του. Με το να τους παρέχει τη χάρη του μαρτυρίου. Δηλαδή να τους οδηγεί σε μία επακριβή ακολουθία των ιχνών Εκείνου. Διότι και ο Χριστός μας έτσι «αμείφτηκε» από τον Θεό Πατέρα Του: να ανέβει στον Σταυρό! Και βεβαίως αυτό συνιστά και την ανάσταση των ανθρώπων. Ο μέγας Ευστάθιος είχε τη χάρη να ζήσει ακριβώς σαν τον Χριστό, με τη χάρη βεβαίως Εκείνου. Και απολαμβάνει την παρουσία του Χριστού, μαζί με τους οικείους του, πλούσια στη βασιλεία του Θεού.

Η «μεθοδολογία» αυτή του Θεού, την οποία επισημαίνουμε στον Χριστό και τους αγίους Του, ήταν κάτι που είχε αναγγελθεί και από την Παλαιά Διαθήκη. Ήδη ο προφήτης Ησαΐας αναφερόμενος στον Μεσσία και «βλέποντας» την κόπωση και την εξάντλησή Του από τις αμαρτίες των ανθρώπων, βάζει τον Θεό να «απαντά» στο δίκαιο παράπονό Του ότι κουράστηκε,  με την ανάθεση καινούργιας αποστολής, που θα Τον φέρει στο Πάθος. Δεν ξέρουμε πια τι να πούμε. Μπροστά στα μυστήρια των βουλών του Θεού, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να κλίνουμε το γόνυ της καρδιάς και του σώματος και εν πίστει να αποδεχτούμε την ακατανόητη πολλές φορές για εμάς μέθοδο ενεργείας του Θεού μας. Κατανοούμε όμως απολύτως την αγάπη Του.

ΜΝΗΜΗ ΜΙΚΡΑΣΙΑΣ (100 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΣΜΥΡΝΗΣ) ΣΤΟΝ Ι. ΝΑΟ ΑΓ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΚΑΛΛΙΠΟΛΕΩΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

ΑΓΙΟΣ ΕΘΝΟ-ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΣΜΥΡΝΗΣ:  Ένα αφιέρωμα

(Του ενορίτη μας κ. Ορέστη Κλεισιούνη, ναυάρχου ε.α.)

Σεβαστοί Πατέρες,

Αγαπητοί Ενορίτες, Κυρίες και Κύριοι,

   Στην φετινή εκδήλωση μνήμης θα ήθελα να μου επιτρέψετε να σας υπενθυμίσω ορισμένα γεγονότα, που επέλεξα από το βίο του Αγίου Εθνο-Ιερομάρτυρα Χρυσοστόμου Επισκόπου Σμύρνης, προκειμένου να αποδώσουμε το οφειλόμενο χρέος προς αυτόν. Όμως θα ήθελα και  την επιείκειά σας για την προφορά μου ζητώντας εκ των προτέρων συγγνώμη.

   O σκοπός της παρούσας συγκέντρωσής μας αποδίδεται εξαίρετα με ένα ποίημα των απανταχού Τριλιανών που, για το χρέος, αναφέρει: Για να θυμάται όσο ζει και αυτός και οι απόγονοί του τις ρίζες της καταγωγής τα πάθη της φυλής του.

   Να λοιπόν η καταγωγή του Αγίου. Η Τρίλια, κωμόπολη της Προύσας. Μία ελληνικότατη και ωραιότατη κωμόπολη της Προποντίδας με φιλοπρόοδους, εργατικούς και φιλόμουσους κατοίκους με ασχολία την καλλιέργεια της γης, ιδιαίτερα την ελαιοπαραγωγή αλλά και την αλιεία. Εδώ λοιπόν, τον χειμώνα του 1867  (6 η 8 Ιανουαρίου 1867), γεννιέται το δεύτερο παιδί του  Δημογέροντα Νικολάου Καλαφάτη και της Καλλιόπης το γένος Λεμονίδου. Ο Νικόλαος Καλαφάτης, ευσεβής και καλός χριστιανός, έψελνε τακτικά στην εκκλησία της κωμόπολής του και  ονειρευόταν να δει ένα από τα παιδιά του κληρικό και μάλιστα Δεσπότη. Από εκεί, ένα πρωινό, δύο ημέρες πριν τη βάφτιση του μικρού Χρυσόστομου, πέρασε ο Μητροπολίτης Προύσας Νικόδημος και ευλόγησε το παιδί, ενώ οι παρευρισκόμενοι ευχόντουσαν στη μητέρα του και Δεσπότης. Η μητέρα του, εν πνεύματι και αληθεία  Χριστιανή, τον τάζει στην εκκλησία μπροστά στο εικόνισμα της Παναγίας της Παντοβασσίλισας. Έτσι ξεκινάει η πορεία ενός μάρτυρα Ιεράρχη.

   Στο επτατάξιο σχολείο διακρίνεται ο Χρυσόστομος για την ευγένεια του χαρακτήρα του και την πνευματική του υπεροχή, ενώ   δείχνει έφεση  στην εκκλησιαστική ιστορία. Με τη βοήθεια του Θεού και τις δαπάνες της οικογενείας του θα σταλεί το 1884 στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης όπου θα αποφοιτήσει αριστούχος το 1891. Από τότε και μέχρι να εκλεγεί Μητροπολίτης υπηρετεί ως αρχιδιάκονος της Μητρόπολης Μυτιλήνης και αργότερα της Εφέσου, ενώ από το 1897 χειροτονείται από τον ίδιο τον Πατριάρχη ως πρεσβύτερος για να ακολουθήσει σύντομα η χειροθεσία του ως Μεγάλος Πρωτοσύγκελος του Οικουμενικού Θρόνου το 1898.

   Μία άγνωστη πτυχή της ζωής του αποτελεί και η συμβολή του για την αποκατάσταση της αλήθειας στο ζήτημα του δήθεν τάφου της Παναγίας στην Έφεσο, που προέκυψε το 1894. Συνέβαλε σπουδαία ανατρέποντας με ακαταμάχητα επιχειρήματα τους ισχυρισμούς των Καθολικών. Ας έχουμε υπόψη μας πως και σήμερα ακόμη διατηρείται ένας χώρος που δείχνουν οι Καθολικοί ως τάφο της Παναγίας με πλήρη διαστρέβλωση της αλήθειας.

   Ο Άγιος, την Μ. Παρασκευή του 1902, εκφωνεί   ένα μνημειώδη λόγο για τη ζωή και τον θάνατο. Είπε ότι η ζωή και ο θάνατος είναι δύο ισοδύναμες και ισότιμες εκφράσεις, αφού η ζωή οδηγεί στον θάνατο και ο θάνατος ανοίγει τις πύλες της ζωής. Η σταύρωση του Κυρίου μία και μόνη κατεύθυνση έχει, τη συμφιλίωση του ανθρώπου προς τον θάνατο. Εκεί ουσιαστικά, με τα συγχαρητήρια του παριστάμενου Πατριάρχη, διαπιστεύεται να καταλάβει  μία εξέχουσα θέση στην Εκκλησία.

   Τον Μάϊο του 1902 εκλέγεται Μητροπολίτης Δράμας. Η  επιθυμία των γονέων του εισακούστηκε από το Θεό και ο Χρυσόστομος σε ηλικία 35 ετών γίνεται Δεσπότης μίας Μητρόπολης στην καρδιά του Μακεδονικού Αγώνα, αλλά και στην κορύφωσή του. Το 1904 σκοτώθηκε ο Παύλος Μελάς. Αποτελεί μνημείο γενναιότητας η μάλλον προφητική απάντηση την οποία έδωσε, κατά την χειροτονία του, προς την προσφώνηση  του αειμνήστου Πατριάρχου Ιωακείμ του Γ΄.

«Εν όλη τη καρδία μου και εν όλη τη διάνοια μου θα υπηρετήσω την Εκκλησία και το Γένος. Και η μίτρα μου, την οποία  οι άγιες χείρες σου εναπέθεσαν στην κεφαλή μου, εάν πέπρωται να  απωλέσει ποτέ την λαμπηδόνα των λίθων της, θα μεταβληθεί σε ακάνθινο στεφάνι μάρτυρος Ιεράρχου».

 Συγκλονιστική στιγμή στην πορεία της ζωής του, χαρακτηριστική του μεγέθους της προσωπικότητάς του. Στη Μητρόπολη Δράμας εκτελεί πλουσιότατο έργο και κτίζει  ναούς,  γηροκομεία και άλλα κοινωφελή καθιδρύματα, ενώ η εθνική  του δράση  οδήγησε στην ανάκλησή του στην Κωνσταντινούπολη και την τελική μετάθεσή του από την Μητρόπολη τον Ιούνιο του 1909.

   Το 1910 εκλέγεται  Μητροπολίτης Σμύρνης από την οποία απομακρύνθηκε και πάλι δύο φορές για εθνικούς πάντοτε λόγους. Η Σμύρνη εκείνη την περίοδο, προ των Βαλκανικών Πολέμων αλλά και του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ανθούσε σε όλους τους τομείς της ζωής της πόλης με ισχυρότατη ελληνική παρουσία. Η αποβίβασή του στη Σμύρνη, για την ανάληψη των καθηκόντων του, ήταν περιπετειώδης, με παραλίγο ναυάγιο του πλοίου που επέβαινε. Ο Άγιος με θαυμαστή ψυχραιμία ενθαρρύνει το πλήρωμα και τους επιβαίνοντες. Σε επιστολή του προς τον Πατριάρχη αναφέρει ότι περάσαμε τη νύκτα αγωνιώντες και αναμένοντες τον θάνατο. Εκεί προσκάλεσε όλους τους χριστιανούς σε δέηση προς τον Θεό και διάβασε μεγαλόφωνα τα κεφάλαια του Ευαγγελίου που περιέχουν την Δεσποτική προσευχή και αποτελούν περικοπές της Μεγάλης Πέμπτης. Το θαύμα ήταν προφανές και το πλήρωμα παρατάχθηκε τιμητικά, κατά την αποβίβασή του, εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη του.

   Ένα χρόνο μετά την τοποθέτησή του στην Μητρόπολη Σμύρνης δολοφονείται ο μικρασιάτικης καταγωγής Μητροπολίτης Γρεβενών Αιμιλιανός από κομιτατζήδες. Στις  2 Οκτωβρίου του 1911 κατάχλομος και ταραγμένος ο Άγιος ανεβαίνει στο άμβωνα της Αγίας Φωτεινής και λέει, μεταξύ άλλων: «όταν Αρχιερείς καίγονται ως λαμπάδες ενώπιον της πατρίδας ο μαρτυρικός τους θάνατος γίνεται υπόθεση ζωής και δόξας αλλά και  θεμέλιο αγιοτέρου βίου. Το μνημόσυνό τους δεν εναρμονίζεται με δάκρυα και θλίψη, αλλά με υπερηφάνεια και αγαλλίαση». Και κλείνει λέγοντας: «Σε εμάς χαρίσθηκε όχι μόνο το να πιστεύουμε ορθώς στον Χριστό αλλά και το υπέρ Αυτού αγογγύστως πάσχειν, γενναίως μαρτυρείν και ενδόξως θνήσκειν».

   Η προσφορά του ποιμενάρχη στην Μητρόπολη Σμύρνης ήταν διαρκής και πολυσχιδής, ενώ δινόταν απλόχερα προς όλους τους κατοίκους. Ενδιαφέρθηκε για το πανεπιστήμιο Σμύρνης,   υποστήριξε εγκάρδια τη λειτουργία της μουσικής σχολής  και έσωσε τον Πανιώνιο Γυμναστικό Σύλλογο που είχε περιέλθει σε δυσχερέστατη θέση. Το 1919 η συνθήκη των Σεβρών θα αλλάξει το καθεστώς της Σμύρνης και θα αρχίσει ο Γολγοθάς του Ιεράρχη που θα καταλήξει το 1922. Στο διάστημα αυτό θα  αντιμετωπίσει με ειλικρίνεια και υψηλό αίσθημα ευθύνης  τον ύπατο αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη. Προ του τέλους του θα απευθύνει  έκκληση στον Ελευθέριο  Βενιζέλο για το ποίμνιο του, ενώ θα σημειώσει όταν το γράμμα θα διαβασθεί ίσως να βρίσκεται στο μαρτύριο του. Ακόμη και όταν θα του προσφερθεί βοήθεια στο Γαλλικό προξενείο για να αποχωρήσει σώος, θα κοιτάξει την εικόνα του μαρτυρίου του Αγίου Πολυκάρπου, πολιούχου της Σμύρνης, και θα πει: «έχω την αίσθηση για ανάλογο φρικτό μαρτύριο». Μετά   όταν θα κληθεί να  προσαχθεί στο Τούρκο Στρατιωτικό Διοικητή Νουρεντίν θα ανοίξει το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο και θα διαβάσει το κεφάλαιο της προσαγωγής του Ιησού στον Πιλάτο. Το Ευαγγέλιο βρέθηκε ανοιχτό και στο περιθώριο μια ιδιόχειρη σημείωση του Χρυσοστόμου: «Συγχωρώ όλους και ζητώ  την συγχώρηση όλων», ενώ θα θυμηθεί τα λόγια , που σαν υπόσχεση είχε δώσει στον Πατριάρχη όταν τον μετέθεταν στη Δράμα: «Ζητώ σταυρόν, μεγάλον σταυρὸν επὶ του οποίου να δοκιμάσω την ευχαρίστησιν καθηλούμενος, και μη έχων έτερόν τι να δώσω προς σωτηρίαν της ημετέρας πατρίδος να δώσω το αίμα μου». Μετά την προσαγωγή του παραδόθηκε στα πλήθη με τη γνωστή κατάληξη. Η εικόνα της κατακρεούργησης είναι τρομερή. Το παλαιό ημερολόγιο έγραφε  27 Αυγούστου του 1922, ημέρα Σάββατο. Πέθανε σαν αληθινός μάρτυρας. Το τελευταίο του βήμα σταθερό και τα μάτια του αστραφτερά, αγέρωχος με πίστη ακλόνητη. Ο Ιεράρχης που αντιμετώπισε τη ζωή ως ατέλειωτο αγώνα με τέρμα το μαρτύριο, τη θυσία.

   Με την μικρή παράθεση των γεγονότων αποτίουμε φόρο τιμής στον μέγιστο Ιεράρχη κλίνοντας ευλαβικά  το γόνυ. Στεκόμαστε και  αντικρίζουμε την προτομή του, κάθε φορά που προσερχόμαστε στον Ιερό Ναό της Αγίας  Παρασκευής, χάριν της πρωτοβουλίας του αειμνήστου Μικρασιάτη ενορίτη μας  Βασιλείου Τζαννή, διδασκόμενοι διαρκώς πως ο δρόμος του μαρτυρίου οδηγεί στην αιώνιο ζωή.

   Ο ποιητής νοσταλγεί και γράφει: «Υπάρχουν κάποια απόρθητα στη Μικρασία κάστρα, θεμέλιο τους τα Τάρταρα κι Ακρόπολη τους τα Άστρα, αυτά  δικά σου δε μπορείς εχτρέ τους να τα κάμεις, τα  υπερασπίζουν άτρωτες Ασώματες Δυνάμεις, κι απ’ τις επάλξεις τους φωνή κραυγάζει στεντορεία: Δικά σας αν τα χώματα, δική μας η Ιστορία».

   Σας ευχαριστώ πολύ.

 

(Σύντομη ομιλία επί τη μνήμη των αναιρεθέντων υπό των Τούρκων Μικρασιατών πατέρων και αδελφών κατά την καταστροφή του 1922, στις 22 Σεπτεμβρίου 2019).