28 Νοεμβρίου 2022

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΣΤΕΦΑΝΟΣ Ο ΝΕΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ

«Ο όσιος Στέφανος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 715 μ.Χ., από γονείς ευσεβείς, τον Ιωάννη και την Άννα. Ασκήθηκε από τη νεότητά του στη μονή του αγίου Αυξεντίου, που ήταν στη Βιθυνία. Η μονή βρισκόταν σε υψηλό τόπο, που ονομαζόταν Βουνό του αγίου Αυξεντίου. Έγινε ηγούμενος των μοναχών εκεί. Η φήμη των πνευματικών του αγώνων ακούστηκε παντού και η ευωδία των αρετών του οδήγησε πολλούς σ’  αυτόν. Απέθανε με μαρτυρικό θάνατο λόγω της προσκύνησης των αγίων εικόνων, επί Κωνσταντίνου του καλουμένου Κοπρωνύμου. Προ του μαρτυρικού τέλους του, ο Κοπρώνυμος τον κατεδίκασε επί ένδεκα μήνες σε δεσμά και φυλακές. Έπειτα διέταξε και τον έσυραν κατά γης και τον λιθοβόλησαν σαν τον πρωτομάρτυρα Στέφανο, εξ ου και επονομάστηκε νέος Στέφανος. Τον κτύπησαν στη συνέχεια με ξύλο στα μηνίγγια και αφού του συνέτριψαν το κεφάλι, άφησε το πνεύμα του το 767».

Ο όσιος Στέφανος οδηγήθηκε στο μαρτύριο λόγω της επιμονής του στην ορθόδοξη πίστη, που την εποχή εκείνη (8ος μ.Χ. αιώνας) αποδεικνυόταν με την αποδοχή των εικόνων («μαρτύρησε γιατί σεβόταν την εικόνα του Χριστού και όλων των αγίων»). Ήταν από εκείνους που κατεξοχήν με την πράξη της ζωής του συνέβαλε στη στερέωση του ορθοδόξου φρονήματος – μη ξεχνάμε ότι η εικονομαχία ήταν στην πραγματικότητα χριστολογική αίρεση, δηλαδή αμφισβητούσε την αληθινή εικόνα του Χριστού ως Θεού και ανθρώπου – γι’  αυτό και είχε και ο ίδιος εικόνες: του Κυρίου, της Παναγίας, των άλλων αγίων, τις οποίες, όπως είπαμε, σεβόταν, ασπαζόταν, προσκυνούσε, απονέμοντας βεβαίως τιμητική προσκύνηση σ’ αυτές. Ένας ύμνος μάλιστα του υμνογράφου μας αποδίδει «ζωγραφικά» τη στάση του οσίου απέναντι στις εικόνες. Ο όσιος γονατιστός προφανώς μπροστά στην εικόνα της Παναγίας Μητέρας του Κυρίου μας, τον Οποίο βαστάζει στην αγκαλιά της, κατασπάζεται ένδακρυς Εκείνη και τον Υιό Της, προσευχόμενος να δώσουν λύση στο πρόβλημα που ταλάνιζε την Εκκλησία και νιώθοντας αισθητά τη χάρη του αγίου Πνεύματος, η οποία τον ενδυνάμωνε να βδελυχθεί το δυσσεβές δόγμα του δυσσεβούς βασιλιά, συνεπώς και να δώσει και την ίδια τη ζωή υπέρ της αληθούς πίστεως. «Επειδή ασπαζόσουν τη σεπτή εικόνα του Χριστού και της Παναγίας Μητέρας Του, μακάριε, βδελύχθηκες το δυσσεβές δόγμα του δυσσεβή βασιλιά, με τη δύναμη του Θείου Πνεύματος».

Η περιγραφή του υμνογράφου εν προκειμένω γίνεται σημείο προσανατολισμού. Στο κάθε πρόβλημα, δικό μας ή των άλλων, η προσευχητική στάση μας μπροστά στην εικόνα του Κυρίου και της Παναγίας μας είναι το κατεξοχήν όπλο μας. Η προσευχή αυτή, ενδυναμούμενη και από την προσπάθεια εφαρμογής των εντολών του Κυρίου μας, μας οδηγεί στη διέξοδο των προβλημάτων μας. Κι η σπουδαιότερη διέξοδος τις περισσότερες φορές είναι η από τον Κύριο προσφορά της χάρης της υπομονής, ώστε να αντέχουμε τα προβλήματα.

Η ΑΡΜΟΜΕΛΟΤΟΜΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ ΤΟΥ ΠΕΡΣΟΥ (27 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ)

«Πιστῶς ἀθροισθέντες σήμερον, φιλοθεάμονες, ἀθρήσατε πάλην, ξένην καί διαλάττουσαν, Ἰακώβου τοῦ ἐκ Περσίδος ἡμῖν ἀστράψαντος, δίκην ἀστέρος τοῦ τοῖς Μάγοις φανέντος καί πρός τήν ἀληθῆ ἐπίγνωσιν καθοδηγήσαντος. Οὗτος γάρ ὁ γεννάδας, ἐν τῷ πίπτειν τούς πολεμίους ἀνέτρεπε, καί ἐν τῷ ἁρμομελοτομεῖσθαι τούς τυράννους ἐξενεύρου, τῇ ἄνωθεν προμηθείᾳ νευρούμενος καί βοῶν˙ Εἰ καί τά μέλη μου αἰσθητά ὄντα τέμνετε, ἀλλ’ ἔχω Χριστόν, νοητῶς μοι τά πάντα γινόμενον. Ὅθεν προβλέπων τήν μέλλουσαν ζωήν, διά τοῦ τοῖς πᾶσι προκειμένου θανάτου, πρός ἐκείνην ἔσπευσε περᾶσαι˙ εἰς ἥν καί αὐλιζόμενος, αἰτεῖται ἡμῖν παρά τοῦ στεφοδότου Θεοῦ ἱλασμόν, φωτισμόν, καί τό μέγα ἔλεος, τοῖς ἐκτελοῦσι τήν μνήμην αὐτοῦ» (Δοξαστικό αποστίχων όρθρου, πλ. δ΄).

«Φιλοθεάμονες, καθώς μαζευτήκατε σήμερα με πίστη, ας παρατηρήσετε με προσοχή παράξενη και διαφορετική πάλη, του Ιακώβου που άστραψε από την Περσία σαν το αστέρι που φάνηκε στους Μάγους τότε που γεννήθηκε ο Χριστός και τους καθοδήγησε προς την αληθινή επίγνωση. Κι αυτό γιατί αυτός ο γενναίος την ώρα που έπεφτε νικούσε τους εχθρούς, και την ώρα που τον έκοβαν κομματάκια εξόργιζε τους τυράννους, ενδυναμούμενος από τη βοήθεια του Θεού και φωνάζοντας δυνατά: Κι αν τα μέλη μου που είναι αισθητά τα κόβετε, όμως έχω τον Χριστό που γίνεται για μένα τα πάντα. Γι’ αυτόν τον λόγο βλέποντας ενώπιόν του τη μέλλουσα ζωή έσπευσε να περάσει προς αυτήν μέσω του θανάτου που είναι μπροστά σε όλους. Στη ζωή αυτή τώρα ευρισκόμενος ζητάει για χάρη μας από τον Θεό να μας δώσει συγχώρηση, φωτισμό και το μέγα Του έλεος, σε όλους εμάς που επιτελούμε τη μνήμη του».

 

Σαν σκηνοθέτης ο γνωστός υμνογράφος της Εκκλησίας Γεώργιος ο Σικελιώτης, (που έζησε περί τα τέλη του όγδοου αιώνα και μας άφησε πολλούς ύμνους), προβάλλει στο δοξαστικό των αποστίχων του όρθρου της εορτής του μεγαλομάρτυρα Ιακώβου του Πέρσου σε ήχο πλ. δ΄ - τον ήχο που δίνει έκταση και ευρύτητα στις ζωηρές φωνές των ασμάτων και χαρακτηρίζεται κορωνίδα και τέλος όλων των ήχων – το μαρτυρικό τέλος του αγίου. Προσκαλεσμένοι στο «θέαμα» αυτό όλοι οι πιστοί της Εκκλησίας για να δούμε τα παράδοξα του αγώνα και της πάλης του – μίας άνισης πάλης μεταξύ αυτού που βρίσκεται παντελώς άοπλος μόνο με το σώμα του και των πάνοπλων εχθρών του, των δημίων του βασιλιά της Περσίας. Και ποια τα παράδοξα; Μα το γεγονός ότι ο αδύναμος γίνεται ο ισχυρός, αυτός που πέφτει από τα κτυπήματα νικάει τους εχθρούς, αυτός που κομματιάζεται αποκτά πελώριες διαστάσεις «καταπίνοντας» τους αντιπάλους. Πώς; Με τη βοήθεια του παντοδύναμου και παντοκράτορα Κυρίου, ο Οποίος γίνεται τα πάντα για τον αγαπημένο του φίλο: όσα χάνει τα αναπληρώνει αμέσως. Γιατί; Διότι πάσχει κι Εκείνος μαζί του, αφού ο μάρτυρας αποτελεί μέλος Του. Αυτό είναι και το μυστήριο του κάθε μαρτυρίου που αδυνατεί βεβαίως ελλείψει «οφθαλμών» να το δει ο άπιστος άνθρωπος: ο μάρτυρας ποτέ δεν είναι μόνο αυτό που «φαίνεται» από τις σωματικές αισθήσεις – ένα κορμί που κείται αδύναμο. Είναι ολόκληρος όταν κανείς τον «δει» με τα μάτια της πίστεως μαζί με τον Χριστό – ό,τι συνιστά την αυτοσυνειδησία του κάθε χριστιανού. «Μέλος Χριστού» ακριβώς, «κλήμα στο αμπέλι του Χριστού», «πέτρα οικοδομημένη στο θεμέλιο του Χριστού», Χριστός δηλαδή κι αυτός «εν ετέρα μορφή». Και παρακολουθούμε λοιπόν οι πιστοί το «βάθος» των πραγμάτων και μετέχουμε εν χάριτι και στην κοινωνία των παθημάτων Χριστού από τον μάρτυρα αλλά και στον δοξασμό του: το πέρασμά του στη Βασιλεία του Θεού, εκεί που χαίρει και αγάλλεται, αρχίζοντας ταυτόχρονα όμως και το μεγαλύτερο πια «διακόνημά» του: την προσευχή του για χάρη μας, εμάς που βρισκόμαστε ακόμα στον κόσμο τούτο και ταλαιπωρούμαστε από τα πάθη μας και τον πεσμένο στην αμαρτία κόσμο μας. 

24 Νοεμβρίου 2022

ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ... ΠΟΙΟΤΗΤΑ!


«Εμείς σαν ατελείς, εκτός από την ποιότητα, έχουμε ανάγκη και από την ποσότητα της προσευχής. Το δεύτερο άλλωστε είναι πρόξενο του πρώτου. «Ο Θεός – λέγει η Γραφή – δίνει προσευχή καθαρή σ’ εκείνον που προσεύχεται, έστω και ρυπαρά, αλλά χωρίς να υπολογίζει κόπο και πόνο (πρβλ. Α΄ Βασ. β΄9)» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. κη΄ 23).

Δεν αναιρεί τον εαυτό του ο όσιος. Γιατί ο ίδιος λέει κάπου αλλού «μη ζητάς να λες πολλά στην προσευχή σου, για να μη διασκορπισθεί ο νους σου, αναζητώντας λόγια…. Η πολυλογία στην προσευχή πολλές φορές δημιούργησε στον νου φαντασίες και διάχυση, ενώ αντιθέτως η μονολογία συγκεντρώνει τον νου». Και δεν τον αναιρεί, γιατί κάνει τη διάκριση μεταξύ των αρχαρίων, όλων ημών δηλαδή που είμαστε στις απαρχές της πνευματικής ζωής, και των προχωρημένων και τελείων. Για τους τελείους, για εκείνους που πράγματι έχουν αφιερώσει πλήρως και ολοκληρωτικώς τον εαυτό τους στον Θεό, τα πολλά λόγια… βλάπτουν: τους φέρνουν φαντασίες και διάχυση· εκείνο που έχουν ανάγκη είναι η μονολόγιστη κυρίως ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», γιατί έχουν ουσιαστικά ανακραθεί με τον Θεό, έχουν γίνει ένα μαζί Του, συνεπώς ολόκληρη η ζωή τους είναι μία προσευχή. Δηλαδή έχουν φτάσει στο σημείο να μη λένε προσευχές, αλλά να έχουν γίνει οι ίδιοι προσευχή – και η αναπνοή τους και το βλέμμα τους και η στάση τους όλη φανερώνουν Ουρανό.

Για εμάς όμως τους αρχαρίους και ατελείς ισχύουν άλλα μέτρα και άλλα σταθμά. Είμαστε προσανατολισμένοι προς την κορυφή, αλλά βλέπουμε ότι πατάμε ακόμη πολλή… γη κι έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας! Σαν την καλόγρια εκείνη που μνημόνευε ο άγιος Εφραίμ Κατουνακιώτης, η οποία σαν σε όραμα έβλεπε μεν τους αγίους στην κορυφή ενός βουνού, αλλά όταν θέλησε να τους φτάσει, πιστεύοντας ότι είναι σχεδόν δίπλα της, είδε ότι ο δρόμος της είναι μέσα σε αγκάθια και τριβόλια! Κι έπρεπε να «φτύσει αίμα» κατά τη λαϊκή έκφραση, για να μπορέσει λίγο να προχωρήσει και να ανέβει. Λοιπόν, λέει ο όσιος ότι για εμάς είναι απαραίτητη και η ποσότητα: να επιμένουμε σε πολλές προσευχές και να κοπιάζουμε σ’ αυτές, ξέροντας ότι πολύ συχνά το μυαλό μας θα ξεφύγει. Κι όταν θα έχουμε προχωρήσει με τον τρόπο αυτόν, τότε θα δούμε ότι η ποιότητα θα γίνει και η δική μας αναζήτηση: τα πέντε λόγια που λέει και ο απόστολος (Α΄ Κορ. 14, 19), που θα’ ναι όμως ικανά να ανάψουν το πυρ του Θεού στην ψυχή μας.

Είναι λοιπόν μονόδρομος η ορθή ένταξή μας στην εκκλησιαστική ζωή. Το να προσευχόμαστε κατά τον τρόπο της Εκκλησίας σημαίνει ότι προσευχόμαστε με εκείνην την ποσότητα που μας εκβάλλει στην ποιότητα!