«Η Αγία Υπομονή ήταν η βασίλισσα του
Βυζαντίου Αυγούστα Ελένη – Δραγάση Παλαιολόγου. Ήταν κόρη του αυτοκράτορα των Σλάβων Κωνσταντίνου
Δραγάση. Έγινε αυτοκράτειρα του Βυζαντίου ως σύζυγος του Εμμανουήλ Β’ του
Παλαιολόγου. Είχε 6 παιδιά και ως αυτοκράτειρα, κατά τον φιλόσοφο Γεώργιο
Πλήθων Γεμιστό, διακρινόταν για τη σωφροσύνη της και την δικαιοσύνη της. Ήταν η
μητέρα του τελευταίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου, Κωνσταντίνου Παλαιολόγου. Ο
αυτοκράτορας σύζυγός της έγινε αργότερα μοναχός με το όνομα Ματθαίος και μετά
το θάνατό του έγινε και η ίδια μοναχή στο μοναστήρι της Κυρά - Μάρθας.
Ήταν μια μοναχή σαν όλες τις άλλες και, ακόμη και αν ήταν αυτοκράτειρα, έκανε
όλα τα διακονήματα στο μοναστήρι.
Η Αγία Υπομονή βοήθησε να ιδρυθεί ένας οίκος ευγηρίας, με
το όνομα ‘Η ελπίδα των απελπισμένων’, στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη (του
τιμίου Προδρόμου) της Πέτρας όπου φυλασσόταν το σκήνωμά του Αγίου Παταπίου.
Η πολιορκία της Κωνσταντινούπολης συνέβη κατά τη στιγμή
που εκείνη και ο σύζυγός της είχαν εξοριστεί (1390 – 1392). Η Αγία Υπομονή
πέθανε στις 13 Μαρτίου του 1450, 3 χρόνια πριν η Κωνσταντινούπολη, πρωτεύουσα
του Βυζαντίου, πέσει στα χέρια των Οθωμανών Τούρκων, έπειτα από μακρά
πολιορκία. Στην πτώση της Κωνσταντινούπολης ο αυτοκράτορας υιός της,
Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, πέθανε στη μάχη. Η Αγία Υπομονή ετάφη στη μονή του
Παντοκράτορα στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί ετάφησαν ο αυτοκράτορας σύζυγός της
και 3 από τα παιδιά τους (εκ των οποίων τα 2 ήταν μοναχοί).
Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς
το 1453, ο Αγγελής Νοταράς, συγγενής του αυτοκράτορα (ανιψιός της Αγίας
Υπομονής) μετέφερε στο βουνό Γεράνεια στη Νότια Ελλάδα (κοντά στην Αθήνα) και
έκρυψε το λείψανο του Αγίου Παταπίου σε μια σπηλιά, κοντά στην
πόλη Θέρμαι (το σημερινό Λουτράκι) που ήταν ήδη ασκητήριο μοναχών από
τον 11ο αιώνα μ.Χ. Στο σπήλαιο αυτό βρέθηκε Βυζαντινή αγιογραφία της Αγίας
Υπομονής και η αγία κάρα της. Στο σπήλαιο αυτό χτίστηκε το 1952 από τον γέροντα
Νεκτάριο Μαρμαρινό το μοναστήρι του Αγίου Παταπίου, όπου και φυλάσσεται η σεπτή
κάρα της Αγίας Υπομονής» (Πηγή: Βικιπαίδεια)
Είναι
αξιοθαύμαστη η περίπτωση της πριγκιποπούλας, μετέπειτα αυτοκράτειρας
κι ύστερα μητέρας αυτοκράτορα, που έγινε μοναχή, της Ελένης Δραγάση και
μετέπειτα Υπομονής. Διότι ασφαλώς δεν είναι εύκολο να αφήσει κανείς τις τιμές
και τις δόξες, έστω και σε περίοδο παρακμής, για να εγκλειστεί σε μοναστήρι,
ζώντας ως «κοινός» θνητός, με επιτέλεση και των πιο δύσκολων και «χαμηλών»
διακονημάτων. Αυτό δείχνει μία ιδιαίτερη ταπείνωση, που αποτελεί την προϋπόθεση
για να δεχτεί κανείς πλούσια τη χάρη του Θεού. Το ακόμη θαυμαστότερο
όμως είναι ότι όχι μόνον έγινε μοναχή, αλλά έφτασε και σε μέτρα
αγιότητας τέτοια που η Εκκλησία μας τα διαπίστωσε, ώστε να διακηρύξει
και την οσιότητά της. Τα θαύματα για παράδειγμα που έχουν καταγραφεί
από τις επεμβάσεις της, παλαιότερα και νεώτερα, είναι πολλά, σαν την περίπτωση
εκείνου του οδηγού ταξί, που σαν σήμερα πριν λίγα μόλις χρόνια, μεταφέροντας
στο Λουτράκι από την Αθήνα μία απλή καλόγρια και αποκαλύπτοντας το πρόβλημά του
– καρκίνο στο δέρμα – δέχτηκε την ευλογία της που λειτούργησε άμεσα ως θεραπεία
από το νόσημά του. Κι όταν μετά από μία μικρή στάση την αναζήτησε, αυτή είχε
εξαφανιστεί, δεν την είχε δει κανείς, όπου ρώτησε εκεί γύρω που σταμάτησε, την
αναγνώρισε δε λίγο αργότερα στο ιατρείο που προσήλθε, γιατί ο ιατρός είχε
αναρτημένη την αγία εικόνα της.
Το
παράδοξο όμως της ζωής της: από αυτοκράτειρα να γίνει απλή και ταπεινή καλόγρια
και μάλιστα να αγιάσει, αίρεται και κατανοείται, όταν δει κανείς την όλη πορεία
της απαρχής. Η Ελένη οσία Υπομονή ζούσε με αίσθηση της παρουσίας του Θεού, με
φροντίδα επιτέλεσης των αγίων εντολών Του, με ταπείνωση και κυρίως με αγάπη
προς τους συνανθρώπους της, θα έλεγε κανείς, από γεννησιμιού της. Είτε στα
ανάκτορα είτε στο μοναστήρι, είτε μικρή κοπέλα είτε σύζυγος αυτοκράτορα, την
ίδια ζωή στην ουσία ζούσε, κάτι που περίτρανα αποδεικνύει ότι ο καλοπροαίρετος
άνθρωπος, ο άνθρωπος που αγαπά αληθινά τον Χριστό δεν επηρεάζεται από τις εξωτερικές
συνθήκες της ζωής, αλλά από αυτό που έχει θέσει ως στέρεο στόχο της ζωής του.
Με άλλα λόγια η οσία Υπομονή είναι μία επιπλέον περίπτωση πραγματικού αγίου
ανθρώπου, που μπορούσε να λέει ό,τι και ο απόστολος Παύλος: «ηγούμαι πάντα
σκύβαλα είναι, ίνα Χριστόν κερδήσω», όλα τα θεωρώ σκουπίδια, προκειμένου να
είμαι με τον Χριστό. Κι ίσως εκείνο που μας κάνει να μένουμε περισσότερο
έκθαμβοι στην περίπτωσή της είναι το γεγονός ότι ζούσε οσίως και σωφρόνως κι
όσο ακόμη ήταν στις μεγάλες θέσεις και δεν είχε κλειστεί στο μοναστήρι. Σαν να
μην την ακουμπούσε τίποτε επίγειο, σαν να ήταν ένα είδος περιστεριού που περιΐπτατο
υπεράνω της συγχύσεως του κόσμου τούτου. Και πράγματι μεταξύ των άλλων έτσι την
αντιμετωπίζει ο υμνογράφος της. Μας
καλεί «να την εγκωμιάσουμε, αυτήν που ήταν ένδοξη βασίλισσα, γιατί σαν
περιστέρι ευλαβικό πέταξε πάνω από τον κόσμο της σύγχυσης προς τις σκηνές του
ουρανού κι έζησε με αληθινή αγάπη, με άσκηση, με ταπείνωση» (απολυτίκιο της
οσίας).
Έχει
τονιστεί πολλές φορές ότι τη χάρη ενός αγίου και γενικώς ενός ανθρώπου απλού
την βλέπουμε φανερά από το τι μας προκαλεί στην προσέγγισή του. Ένας άγιος
πάντοτε μας ανεβάζει πνευματικά, μας κάνει να βλέπουμε τον αληθινό σκοπό της
ζωής, μας δίνει ώθηση να αποκαλυφθεί ο καλύτερος εαυτός μας. Με τον άγιο δηλαδή
βγαίνει το γέλιο της ψυχής μας, γινόμαστε όντως άνθρωποι. Αυτό με ένα λόγο που
έχει ο άγιος, τη χάρη του Θεού, αυτό και μεταγγίζει. Πώς το λέει ο ίδιος ο
Κύριος; «Το δένδρον εκ του καρπού γινώσκεται». Αυτό ακριβώς συνέβαινε και με
την οσία Υπομονή. Η προσέγγισή της από κάθε άνθρωπο οδηγούσε στην εν Θεώ αύξηση
του ανθρώπου, στη φανέρωση του χαρισματικού εαυτού του. Και δεν είναι λόγια που
τα λέμε εμείς σήμερα εγκωμιαστικά. Είναι η εμπειρία της εποχής, καταγεγραμμένη
από ανθρώπους που την ήξεραν και μάλιστα αγίους. Ας ακούσουμε για παράδειγμα τι
λέει ο πρώτος Οικουμενικός Πατριάρχης μετά την άλωση της Πόλης, Γεννάδιος ο
Σχολάριος, σε συγκεκριμένο λόγο του «Επί τη κοιμήσει της μητρός του Βασιλέως
Κωνσταντίνου ΙΑ΄ αγίας Υπομονής» :
«Την
μακαρίαν εκείνην Βασίλισσαν όταν την επεσκέπτετο κάποιος σοφός, έφευγεν
κατάπληκτος από την ιδικήν της σοφίαν. Όταν την συναντούσε κάποιος ασκητής,
αποχωρούσε, μετά την συνάντηση, ντροπιασμένος δια την πτωχείαν της ιδικής του
αρετής, συγκρινομένης προς την αρετήν εκείνης. Όταν την συναντούσε κάποιος
συνετός, προσέθετεν εις την ιδικήν του περισσοτέραν σύνεσιν. Όταν την
συναντούσε κάποιος νομοθέτης, εγινόταν προσεκτικώτερος. Όταν συνομιλούσε μαζί
της κάποιος δικαστής, διεπίστωνε ότι έχει ενώπιόν του έμπρακτον Κανόνα Δικαίου.
Όταν κάποιος θαρραλέος (τη συναντούσε), ένοιωθε νικημένος, αισθανόμενος
έκπληξιν από την υπομονήν, την σύνεσιν και την ισχυρότητα του χαρακτήρος της.
Όταν την επλησίαζε κάποιος φιλάνθρωπος, αποκτούσε εντονώτερο το αίσθημα της
φιλανθρωπίας. Όταν την συναντούσε κάποιος φίλος των διασκεδάσεων, αποκτούσε
σύνεσιν, και, γνωρίζοντας την ταπείνωσιν εις το πρόσωπόν της, μετανοούσε. Όταν
την εγνώριζε κάποιος ζηλωτής της ευσεβείας, αποκτούσε μεγαλύτερον ζήλον. Κάθε
πονεμένος με τη συνάντηση μαζί της, καταλάγιαζε τον πόνο του. Κάθε αλαζόνας
αυτοτιμωρούσε την υπερβολικήν του φιλαυτίαν. Και γενικά κανένας δεν υπήρξε, που
να ήλθεν εις επικοινωνίαν μαζί της και να μην έγινε καλύτερος».
Κι
ακόμη: «Ο σύγχρονός της διάκονος Ιωάννης Ευγενικός, αδελφός του Μάρκου του
Ευγενικού, αρχιεπισκόπου Εφέσου, στον Παραμυθητικό του Λόγο προς τον
Κωνσταντίνο Παλαιολόγο επί τη κοιμήσει της Μητρός του αγίας Υπομονής
συνοψίζει: “Ως προς δε την αοίδιμον εκείνην Δέσποιναν Μητέρα σου, τα
πάντα εν όσω ζούσε, ήσαν εξαίρετα, η πίστις, τα έργα, το γένος, ο τρόπος, ο
βίος, ο λόγος και όλα μαζί ήσαν σεμνά και επάξια της θείας τιμής και, όπως
έζησε μέτοχος της θείας Προνοίας, έτσι και ετελεύτησεν”. Η «Αγία Δέσποινα»,
όπως την ονομάζει ο Γεώργιος Φραντζής, συνέδεσε την έννοια του μοναχικού της
ονόματος (Υπομονή) με τον τρόπον αντιμετωπίσεως και των ευτυχών στιγμών και των
απείρων δυσκολιών της όλης ζωής της. Υπομονή κατά βίον, πράξιν και μοναχικό
όνομα. “Τη υπομονή αυτής εκτήσατο την ψυχήν αυτής”» (Ι. Μητρόπολις
Μονεμβασίας και Σπάρτης).
Το μόνο που ίσως αυθόρμητα έρχεται και σε εμάς να κάνουμε μπροστά στην οσία
Υπομονή είναι να τη μεγαλύνουμε όπως και η Εκκλησία μας: «Είθε να χαίρεις,
Υπομονή, συ που αναδείχτηκες πρότυπο υπομονής, στήλη της σωφροσύνης, στέρεο
τείχος των αρετών και ταμείο της αγάπης, συ που είσαι η ένδοξη κορυφή των
ένθεων βασιλισσών».