21 Σεπτεμβρίου 2024

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Α΄ ΛΟΥΚΑ

 

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Λουκ. 5, 1-11)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἑστὼς ὁ Ἰησοῦς παρὰ τὴν λίμνην Γεννησαρέτ, εἶδε δύο πλοῖα ἑστῶτα παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁλιεῖς ἀποβάντες ἀπ᾿ αὐτῶν ἀπέπλυναν τὰ δίκτυα. Ἐμβὰς δὲ εἰς ἓν τῶν πλοίων, ὃ ἦν τοῦ Σίμωνος, ἠρώτησεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαναγαγεῖν ὀλίγον· καὶ καθίσας ἐδίδασκεν ἐκ τοῦ πλοίου τοὺς ὄχλους. Ὡς δὲ ἐπαύσατο λαλῶν, εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα· ἐπανάγαγε εἰς τὸ βάθος καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα ὑμῶν εἰς ἄγραν. Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Σίμων εἶπεν αὐτῷ· ἐπιστάτα, δι᾿ ὅλης τῆς νυκτὸς κοπιάσαντες οὐδὲν ἐλάβομεν· ἐπὶ δὲ τῷ ρήματί σου χαλάσω τὸ δίκτυον. Καὶ τοῦτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλῆθος ἰχθύων πολύ· διερρήγνυτο δὲ τὸ δίκτυον αὐτῶν. Καὶ κατένευσαν τοῖς μετόχοις τοῖς ἐν τῷ ἑτέρῳ πλοίῳ τοῦ ἐλθόντας συλλαβέσθαι αὐτοῖς· καὶ ἦλθον καὶ ἔπλησαν ἀμφότερα τὰ πλοῖα, ὥστε βυθίζεσθαι αὐτά. Ἰδὼν δὲ Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοῖς γόνασιν Ἰησοῦ λέγων· ἔξελθε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε· θάμβος γὰρ περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ ἐπὶ τῇ ἄγρᾳ τῶν ἰχθύων ᾗ συνέλαβον, ὁμοίως δὲ καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι. Καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ὁ Ἰησοῦς· μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν. Καὶ καταγαγόντες τὰ πλοῖα ἐπὶ τὴν γῆν, ἀφέντες ἅπαντα ἠκολούθησαν αὐτῷ.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἐκεῖνο τόν καιρό, καθώς στεκόταν ὁ Ἰησοῦς στήν ὄχθη τῆς λίμνης Γεννησαρέτ, εἶδε δύο ψαροκάικα στήν ἄκρη τῆς λίμνης. Οἱ ψαράδες εἶχαν κατεβεῖ ἀπ’ αὐτά καί ἐπλεναν τά δίχτυα. Ἐκεῖνος ἀνέβηκε σ’ ἕνα ἀπό τά ψαροκάικα, σ’ αὐτό πού ἦταν τοῦ Σίμωνα, καί τόν παρακάλεσε νά τραβηχτεῖ λίγο ἀπό τήν ξηρά. Κάθισε στό ψαροκάικο καί ἀπ’ αὐτό δίδασκε τά πλήθη. Ὅταν τελείωσε τήν ὁμιλία του, εἶπε στό Σίμωνα: «Πήγαινε στά βαθιά καί ρίξτε τά δίχτυά σας γιά ψάρεμα». Ὁ Σίμων τοῦ ἀποκρίθηκε: «Διδάσκαλε, ὅλη τή νύχτα παιδευόμασταν καί δέν πιάσαμε τίποτε· ἐπειδή ὅμως τό λές ἐσύ, θά ρίξω τό δίχτυ». Τό ἔριξαν κι ἐπίασαν πάρα πολλά ψάρια, τόσα πού τό δίχτυ τους ἄρχισε νά σκίζεται. Μέ νεύματα εἰδοποίησαν τούς συνεταίρους τους, πού ἦταν στό ἄλλο πλοῖο νά ἔρθουν νά τούς βοηθήσουν. Ἐκεῖνοι ἦρθαν καί γέμισαν καί τά δύο ψαροκάικα σέ σημεῖο πού νά κινδυνεύουν νά βυθιστοῦν. Ὅταν ὁ Σίμων Πέτρος εἶδε τί ἔγινε, ἔπεσε στά γόνατα τοῦ Ἰησοῦ καί τοῦ εἶπε: «Βγές ἀπό τό καΐκι μου, Κύριε, γιατί εἶμαι ἄνθρωπος ἁμαρτωλός». Αὐτά τά εἶπε γιατί εἶχε κυριευτεῖ ἀπό δέος, αὐτός καί ὅλοι ὅσοι ἦταν μαζί του, γιά τά πολλά ψάρια πού εἶχαν πιάσει. Τό ἴδιο συνέβη καί μέ τά παιδιά τοῦ Ζεβεδαίου, τόν Ἰάκωβο καί τόν Ἰωάννη, πού ἦταν συνεργάτες τοῦ Σίμωνα. Ὁ Ἰησοῦς τότε εἶπε στό Σίμωνα: «Μή φοβᾶσαι, ἀπό τώρα θά ψαρεύεις ἀνθρώπους». Ὕστερα, ἀφοῦ τράβηξαν τά ψαροκάικα στή στεριά, ἄφησαν τά πάντα καί τόν ἀκολούθησαν.

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Α΄ Κορ. ιστ΄ 13-24)

Ἀδελφοί, γρηγορεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε. Πάντα ὑμῶν ἐν ἀγάπῃ γινέσθω. Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί· οἴδατε τὴν οἰκίαν Στεφανᾶ, ὅτι ἐστὶν ἀπαρχὴ τῆς Ἀχαΐας καὶ εἰς διακονίαν τοῖς ἁγίοις ἔταξαν ἑαυτούς· ἵνα καὶ ὑμεῖς ὑποτάσσησθε τοῖς τοιούτοις καὶ παντὶ τῷ συνεργοῦντι καὶ κοπιῶντι. Χαίρω δὲ ἐπὶ τῇ παρουσίᾳ Στεφανᾶ καὶ Φορτουνάτου καὶ Ἀχαϊκοῦ, ὅτι τὸ ὑμῶν ὑστέρημα οὗτοι ἀνεπλήρωσαν· ἀνέπαυσαν γὰρ τὸ ἐμὸν πνεῦμα καὶ τὸ ὑμῶν. Ἐπιγινώσκετε οὖν τοὺς τοιούτους. Ἀσπάζονται ὑμᾶς αἱ ἐκκλησίαι τῆς Ἀσίας. Ἀσπάζονται ὑμᾶς ἐν Κυρίῳ πολλὰ Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα σὺν τῇ κατ' οἶκον αὐτῶν ἐκκλησίᾳ. Ἀσπάζονται ὑμᾶς οἱ ἀδελφοὶ πάντες. Ἀσπάσασθε ἀλλήλους ἐν φιλήματι ἁγίῳ. Ὁ ἀσπασμὸς τῇ ἐμῇ χειρὶ Παύλου. Εἴ τις οὐ φιλεῖ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ἤτω ἀνάθεμα. Μαρὰν ἀθᾶ. Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ μεθ' ὑμῶν. Ἡ ἀγάπη μου μετὰ πάντων ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ἀμήν.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Αδελφοί, ἀγρυπνεῖτε! Μένετε στέρεοι στήν πίστη! Νά εἶστε γενναῖοι καί δυνατοί! Ὅλες τίς πράξεις σας νά τίς ἐμπνέει ἡ ἀγάπη. Ἔχω νά σᾶς ζητήσω κάτι, ἀδερφοί: Γνωρίζετε τήν οἰκογένεια τοῦ Στεφανά, πού τά μέλη της ὑπῆρξαν ὁ πρῶτος καρπός τοῦ κηρύγματος στήν Ἀχαΐα, κι ἀφιέρωσαν τόν ἑαυτό τους στήν ὑπηρεσία τῶν πιστῶν. Γι΄ αὐτό κι ἐσεῖς πρέπει νά ἀκοῦτε τέτοιους ἀνθρώπους καθώς καί ὅποιον ἐργάζεται καί κοπιάζει μαζί τους. Εἶμαι πολύ χαρούμενος ἀπό τήν παρουσία κοντά μου τοῦ Στεφανά, τοῦ Φουρτουνάτου καί τοῦ Ἀχαϊκοῦ, γιατί αὐτοί ἀναπληρώνουν τό κενό τῆς ἀπουσίας σας. Μοῦ ξεκούρασαν τήν ψυχή, ὅπως καί τή δική σας. Σέ τέτοιους ἀνθρώπους ὀφείλετε ἀναγνώριση. Σᾶς στέλνουν χαιρετισμούς οἱ ἐκκλησίες τῆς Ἀσίας. Πολλούς χριστιανικούς χαιρετισμούς σᾶς στέλνουν ὁ Ἀκύλας καί ἡ Πρίσκιλλα καί ὅλη ἡ ἐκκλησία πού συναθροίζεται σπίτι τους. Σᾶς στέλνουν χαιρετισμούς ὅλοι οἱ ἀδερφοί. Χαιρετῆστε ὁ ἕνας τόν ἄλλο μέ ἀδερφικό φίλημα. Ὁ χαιρετισμός αὐτός γράφεται ἀπό μένα τόν Παῦλο μέ τό ἴδιό μου τό χέρι. Ὅποιος δέν ἀγαπάει τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό ἄς εἶναι χωρισμένος ἀπό τό σῶμα τῆς ἐκκλησίας. Μαράν ἀθά - ὁ Κύριος ἔρχεται! Ἡ χάρη τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ νά εἶναι μαζί σας. Στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πού μᾶς ἑνώνει, ἡ ἀγάπη μου εἶναι μαζί μέ ὅλους σας. Ἀμήν.

Η ΑΠΟΔΟΣΙΣ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

Η 21 Σεπτεμβρίου αποδίδει, επαναφέρει δηλαδή και ολοκληρώνει, την εορτή της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού -  κάθε μεγάλη εορτή, Δεσποτική και Θεομητορική, της Εκκλησίας μας δεν κρατάει μία μόνο ημέρα, αλλά αρκετές, ώστε να τυπωθεί η σημασία της στην καρδιά και τον νου των πιστών, γιατί αυτό οδηγεί στη σωτηρία τους, τη ζωντανή σχέση τους με τον Χριστό. Κι αξίζει εδώ παρενθετικά να σημειώσουμε και πάλι τη βαθειά γνώση του ανθρώπου από την Εκκλησία: ο άνθρωπος λόγω της αμαρτητικής ροπής του χρειάζεται μεγάλη υπομονή και επιμονή σ’  αυτό που είναι ο αληθινός προορισμός του: το να ακολουθεί τον Κύριο, να στρέφει δηλαδή με τη δύναμη Εκείνου αδιάκοπα τη βούλησή του προς το φως Του. Αυτή είναι η τραγωδία μας: να αφηνόμαστε στην ευκολία του «ρουφήγματος» του σκότους που θα πει της κόλασής μας και να δυσκολευόμαστε στο να βλέπουμε την Ανατολή του φωτός Του, που είναι και η Ανατολή και η άνοιξη της δικής μας ζωής!

Στην απόδοση λοιπόν της εορτής ένα τροπάριο από την τρίτη ωδή του κανόνος μάς υπενθυμίζει τη σημασία, μεταξύ πολλών άλλων βεβαίως, του Σταυρού του Κυρίου. «Πλευρᾶς ἀχράντου λόγχῃ τρωθείσης, ὕδωρ σύν αἵματι ἐξεβλήθη, ἐγκαινίζον διαθήκην καί ρυπτικόν ἁμαρτίας˙ τῶν πιστῶν γάρ Σταυρός καύχημα, καί Βασιλέων κράτος καί στερέωμα». Δηλαδή: «Τρώθηκε, πληγώθηκε με λόγχη η άχραντη πλευρά του Σωτήρος Χριστού πάνω στον Σταυρό, και βγήκε ύδωρ μαζί με αίμα, εκείνα που έφερναν την πραγματικότητα της νέας διαθήκης μεταξύ Θεού και ανθρώπου, τη Θεία Ευχαριστία και το θείο βάπτισμα που σβήνει τις αμαρτίες. Γι’ αυτό ο Σταυρός είναι το καύχημα των πιστών και η δύναμη και το στερέωμα των Βασιλέων».

Ο άγιος Κοσμάς, ο μεγάλος υμνογράφος της Εκκλησίας, δίνει τη θεολογική εξήγηση της λογχισμένης πλευράς του Εσταυρωμένου Κυρίου: το αίμα και το ύδωρ που εξήλθαν από αυτήν ήταν εκείνα που ίδρυαν τα μυστήρια της Θείας Ευχαριστίας και του αγίου βαπτίσματος – με ό,τι ο άνθρωπος σώζεται: με το βάπτισμα εντάσσεται στο σώμα του Χριστού και γίνεται μέλος Του˙ με το αίμα Του που ενεργοποιεί αυτό που συνέβη στον Μυστικό Δείπνο τρέφεται και αυξάνει, ώστε να φθάσει στο μέτρο Εκείνου, «εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» που λέει ο απόστολος Παύλος. Χωρίς ένταξη στην Εκκλησία και μετοχή εν μετανοία στα μυστήρια αυτής, στα οποία φανερώνεται η ζωή Εκείνου, ο άνθρωπος δεν σώζεται, δεν μπορεί να δει Θεού πρόσωπο. «Ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται»˙ και «ἐάν μή φάγητε τό σῶμα τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί πίητε αὐτοῦ τό αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωήν ἐν ἑαυτοῖς».

Και τι προσθέτει ο άγιος Κοσμάς; Ο πιστός που είναι μέλος πια Χριστού και Τον ζει στην ύπαρξή του κοινωνώντας Τον στη Θεία Ευχαριστία, τον Σταυρό έχει μοναδικό καύχημα της ζωής του. Δεν είναι βεβαίως τυχαία η αναφορά του υμνογράφου. Παραπέμπει ευθέως στον απόστολο Παύλο και πάλι, ο οποίος διεκήρυσσε: «ἐμοί μή γένοιτο καυχᾶσθαι, εἰ μή ἐν τῷ Σταυρῷ τοῦ Κυρίου, δι’ οὗ ἐμοί κόσμος ἐσταύρωται, κἀγώ τῷ κόσμῳ». Δηλαδή «ποτέ να μη μου συμβεί να καυχηθώ για οτιδήποτε άλλο, πέρα από τον Σταυρό του Κυρίου, διά του Οποίου για μένα ο αμαρτωλός κόσμος έχει νεκρωθεί κι εγώ έχω νεκρωθεί γι’ αυτόν». Σταυρός δηλαδή σημαίνει βεβαίως ένταξη στην Εκκλησία και μετοχή στα μυστήριά της, αλλά με το δεδομένο που συνιστά το διαρκές αγώνισμα του πιστού, ότι αδιάκοπα αγωνίζεται να ζει στην καθημερινότητά του τον Σταυρό ως αποχή από κάθε αμαρτία. Ο χριστιανός είναι κι αυτός εσταυρωμένος μαζί με τον Κύριο, δείχνοντας τα νώτα του σε κάθε τι αμαρτωλό και έχοντας ανοικτή την αγκαλιά του σε κάθε συνάνθρωπο, κοντινό ή μακρινό του. Το ίδιο πρέπει βεβαίως να συμβαίνει και με κάθε άρχοντα, συμπληρώνει ο άγιος υμνογράφος, που λίγο πιστεύει στον Κύριο. Ας φανταστούμε τους άρχοντές μας, όλων των ειδών και των αποχρώσεων, να έχουν τον Σταυρό ως ισχύ και στερέωμά τους: θα ήταν παντοδύναμοι εν Κυρίω, άλλοι Κωνσταντίνοι και Ιουστινιανοί.

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΟΔΡΑΤΟΣ Ο ΕΝ ΜΑΓΝΗΣΙΑ

 

«Αθλητικών Κοδράτε σων κηρυγμάτων,
Εν ουρανοίς βραβεία πολλά λαμβάνεις.

Εικάδι δε πρώτη Κοδράτος στέφος εύρατο άθλοις».

(Λαμβάνεις πολλά βραβεία στους ουρανούς, Κοδράτε, για τα κηρύγματά σου για την πνευματική άθληση. Ο Κοδράτος βρήκε στεφάνι για τους άθλους του την εικοστή πρώτη Σεπτεμβρίου).

«Ο άγιος Κοδράτος ήταν άνδρας σοφός και πολυμαθής. Υπήρξε και αυτός ένας από τους μαθητές του Χριστού, (από τους εβδομήντα αποστόλους Του), και αφού πλούτισε από την πυρίπνοη χάρη του αγίου Πνεύματος, χειροτονήθηκε επίσκοπος των Αθηναίων. Μετέστρεψε στην αληθινή πίστη του Χριστού πολλούς ειδωλολάτρες, ενώ τους θεωρουμένους σοφούς από τους Έλληνες, που υπερηφανεύονταν πολύ για τη σοφία τους, τους αποστόμωσε και τους ντρόπιασε με τη χάρη του Θεού και με τη δύναμη των λόγων του. Γι’ αυτό και τιμωρήθηκε από τους διώκτες των Χριστιανών με πέτρες, με φωτιά και με πολλά άλλα βασανιστήρια, ενώ διώχτηκε από την επαρχία και το ποίμνιό του. Απήλθε στην πόλη Μαγνησία, οπότε και εκεί έδιωξε με τις διδασκαλίες του το σκοτάδι της πλάνης. Και ύστερα κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Αδριανού του καλουμένου Αιλίου, το έτος 117, λαμβάνει το στεφάνι του μαρτυρίου. Το άγιο λείψανό του βρίσκεται στη Μαγνησία της Μ. Ασίας και θεραπεύει ως από πηγή κάθε ασθένεια σε όλους εκείνους που το πλησιάζουν με πίστη Χριστού». 

Ο άγιος υμνογράφος Ιωσήφ μας στρέφει την προσοχή σε τρία πράγματα από τη μεγαλειώδη ζωή του αγίου αποστόλου Κοδράτου: τη δύναμη της διδασκαλίας του, τα θαύματά του και όσο ζούσε αλλά και μετά το μαρτυρικό τέλος του, την ψυχική καθαρότητά του. Κι είναι ευνόητο ότι και τα τρία αυτά  συνδέονται αμεσότατα μεταξύ τους, αφού η ψυχική καθαρότητα αποτελεί την προϋπόθεση της παρουσίας του Χριστού στην ύπαρξη ενός πιστού – «μακάριοι οι καθαροί στην καρδιά γιατί αυτοί θα δουν τον Θεό» είπε ο Ίδιος - ώστε φωτισμένος από την παρουσία αυτή να κηρύσσει με δύναμη το ευαγγέλιο Εκείνου και να επιτελεί θαύματα ζων και κεκοιμημένος εξακτινώνοντας την παντοδύναμη ενέργεια του Τριαδικού Θεού. Κάνει εντύπωση μάλιστα το πόσο ο άγιος Ιωσήφ, «θαμπωμένος» από τη φωτεινή προσωπικότητα του αποστόλου, τονίζει τη λάμψη του φωτός του Χριστού στην αγιασμένη ύπαρξη του αποστόλου Του. Όχι μία και δύο, αλλά πάμπολλες φορές, στον εσπερινό και στον όρθρο, αυτήν την πραγματικότητα σημειώνει, σαν να είναι ο απόστολος μία πράγματι φωτεινή στήλη που ξεκινά από τη γη για να φτάσει τον ουρανό, αλλά και το αντίστροφο: ευρισκόμενος ολοφώτεινος στον ουρανό γίνεται το όργανο του Χριστού για να λάμψει με τις προσευχές του το σκοτάδι των περιλειπομένων στη γη ανθρώπων.  

«Έγινες ολοφώτεινος από τις λάμψεις των ουράνιων χαρίτων» αναφέρει για παράδειγμα ήδη στην αρχή του εσπερινού, «και αναδείχθηκες στον κόσμο, Κοδράτε,  ένας ήλιος που προσφέρει σε όλους χαρμόσυνες ακτίνες του ενθέου κηρύγματος». «Με τις ένθες διδαχές σου φώτισες πολλούς. Γιατί αναδείχτηκες διάκονος του Φωτός Χριστού που φώτισε τα πέρατα, ιεράρχα Κοδράτε, με τις θείες λάμψεις Του» (ωδή γ΄). «Φωταγωγώντας τους σκοτισμένους από την πλάνη με τις λαμπάδες των λόγων σου, έκαψες κάθε σαν φρύγανο απάτη» (ωδή δ΄). Και η αιτία της φωτεινής παρουσίας του; Το γεγονός ότι έγινε κατοικητήριο του ίδιου του Θεού. «Ο καθαρότατος Θεός βρήκε την καθαρή σου ψυχή σκήνωμα της δόξας Του, οπότε μέσα από σένα καθαρίζει τις ψυχές που βρομίστηκαν από τα φοβερά παραπτώματα» (ωδή δ΄).

Τι ήταν εκείνο που έκανε ο άγιος Κοδράτος ώστε επέβλεψε τόσο πολύ επ’ αυτού ο άγιος Τριαδικός Θεός; Ή αλλιώς: τι έκανε ο απόστολος ώστε να διατηρεί την ψυχή του καθαρή; Ο άγιος υμνογράφος επανειλημμένως μας το λέει: «Βάδισες, ένδοξε απόστολε, τον ίσιο δρόμο των εντολών του Χριστού, γι’ αυτό και έσωσες τους πλανεμένους ανθρώπους από τους δυσχερείς δρόμους της ασέβειας και της απιστίας. Οπότε οι πιστοί σε δοξάζουμε ως απλανή άνθρωπο και οδηγό και μεσίτη της συμφιλιώσεώς μας με τον Θεό» (στιχ. εσπ.). Ο ερμηνευτικός για τον άγιο Κοδράτο λόγος του υμνογράφου αγίου Ιωσήφ είναι σαφέστατος και στοιχημένος απολύτως στην παράδοση του Κυρίου, των Αποστόλων, των Πατέρων της Εκκλησίας: κανείς δεν μπορεί να βρει τον Θεό έξω από την πορεία των εντολών Του. Με τη βοήθεια του Ίδιου ο πιστός θέτει τον εαυτό του, έστω και διά της βίας, εκεί που του υποδεικνύει το θέλημα του Θεού, με αποτέλεσμα να συντονίζεται με Εκείνον, αφού ο Θεός «μέσα στις εντολές Του κρύβεται». Έχοντας Θεό στην ύπαρξή του, σκήνωμα κυριολεκτικά του Παντοδύναμου, αφενός ο ίδιος ζει τη σωτηρία του, αφετέρου προσφέρει στον κόσμο τη σωτηρία αυτή που ζει, δηλαδή τον Ιησού Χριστό.

20 Σεπτεμβρίου 2024

ΜΕΝΕ ΠΙΣΤΟΣ ΣΤΟ ΣΤΕΦΑΝΙ ΣΟΥ!

 

«Μερικοί κοσμικοί που ζούσαν αμελώς με ερώτησαν: «Πώς μπορούμε εμείς που ζούμε με συζύγους και είμαστε περικυκλωμένοι με τόσες κοινωνικές υποχρεώσεις ν’ ακολουθήσουμε τη μοναχική ζωή»; Και τους απήντησα:  «Όσα καλά μπορείτε, να τα κάνετε· κανένα να μη περιγελάσετε, κανένα να μη κλέψετε, σε κανένα να μην ειπήτε ψέματα, κανένα να μη περιφρονήσετε, κανένα να μη σκανδαλίσετε. Σε ξένο πράγμα και σε ξένη γυναίκα να μην πλησιάσετε. Αρκεσθήτε στην ιδική σας γυναίκα (πρβλ. Λουκ. Γ΄ 14). Εάν ζήτε έτσι, «ου μακράν εστε της βασιλείας των ουρανών» (Μάρκ. ιβ΄ 34)» (Άγ. Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. α΄ 38).

Είναι παγίδα που σου στήνει πολλές φορές εκ δεξιών ο πονηρός: «ας ήμουνα καλόγερος.  Να ζούσα ελεύθερος· με ψυχική ανάταση· με προσευχή. Να ζούσα την αληθινή πνευματική ζωή. Τώρα όμως, μέσα στον κόσμο, μπλεγμένος στη ρουτίνα της ζωής, αλυσοδεμένος με τα δεσμά της οικογένειας και των κοινωνικών υποχρεώσεων, υποχρεωμένος να λέω τα κατά συνθήκη λεγόμενα ψέματα, με το κεφάλι πάντοτε κάτω, δεν γίνεται τίποτα». Και σου δημιουργεί ο αρχέκακος ένα άλλοθι αμέλειας: δεν κάνω τίποτε, ή κάνω ελάχιστα, γιατί ακριβώς δεν μ π ο ρ ώ  να κάνω κάτι άλλο. Γιατί έτσι είναι η «κανονικότητα» της ζωής μέσα στον κόσμο.  Και ησυχάζεις μ’ αυτόν τον τρόπο την ένοχη συνείδησή σου. Και πείθεσαι μάλιστα ότι η χριστιανική ζωή είναι μόνο για τους μοναχούς και τους καλόγερους. Σαν την κυρία κάποτε που απηυδισμένη από τα οικογενειακά της βάρη, από τις υποχρεώσεις της καθημερινότητας με τον σύζυγο και τα παιδιά της, μου είπε με απόλυτη σοβαρότητα: «Θέλω να πάω σε ένα μοναστήρι. Εκεί μόνο θα βρω τη γαλήνη που έχω ανάγκη. Εκεί θα ζήσω την πνευματική ζωή που ονειρεύομαι». Και το πίστευε. Και το ‘χε σχεδόν αποφασισμένο.

Κι είναι παγίδα, γιατί υπάρχει αληθοφάνεια: αυτό δείχνει η πραγματικότητα των πολλών, ακόμη και των χριστιανών, των ανθρώπων της Εκκλησίας. Αλλά έτσι χωρίς να το καταλάβεις, παρασύρεσαι στην αίρεση της διάσπασης της χριστιανικής ζωής. Στην αθέλητη και ανεπίγνωστη υποβάθμιση του λόγου του Χριστού, ή ακόμη χειρότερα, στον παραμερισμό Του από τη ζωή σου, γιατί τάχα δεν τα κανόνισε όπως έπρεπε: ζητάει το θέλημα του Θεού, που είναι τελικά όμως μόνο για τους λίγους, για τους εκλεκτούς! Σαν να υπάρχουν δύο ευαγγέλια!

Ο άγιος Ιωάννης σε προσγειώνει, γιατί σε αγαπά: η αμέλεια της χριστιανικής ζωής στον κόσμο δεν έχει δικαιολογία, δεν έχει άλλοθι. Είσαι κοντά στη βασιλεία του Θεού, είσαι μέσα στον Χριστό δηλαδή, αν προσπαθείς στην ουσία ένα πράγμα: να κρατάς λίγο την αγάπη προς τον συνάνθρωπο. Να  μην τον αδικείς σε οτιδήποτε πρώτα, και ό,τι καλό μπορείς να του κάνεις, να το κάνεις χωρίς δισταγμό. Και κυρίως: αφού είσαι έγγαμος, μην ξενοκοιτάς. Μένε πιστός στο στεφάνι σου!

Δεν είπε τυχαία ο όσιος γέρων Παΐσιος: «Δεν υπάρχει δεν μπορώ. Υπάρχει δεν θέλω. Και υπάρχει δεν θέλω, γιατί τελικά δεν αγαπώ».

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΜΕΤΑ ΤΗΣ ΣΥΝΟΔΙΑΣ ΑΥΤΟΥ

«Ο άγιος μεγαλομάρτυς Ευστάθιος ήταν στρατηλάτης στην πόλη των Ρωμαίων, επί Τραϊανού βασιλέως. Ονομαζόταν Πλακίδας και η γυναίκα του Τατιανή, ήταν πολύ πλούσιος και μολονότι ειδωλολάτρης, με μεγάλη χαρά έδινε ελεημοσύνες στους πτωχούς. Κάποια φορά που είχε βγει στο κυνήγι, του φανερώθηκε μία έλαφος, την οποία άρχισε να καταδιώκει. Την ώρα που επρόκειτο να τη φτάσει, βλέπει στα κέρατά της τον τίμιο σταυρό του Χριστού, ενώ από τα κέρατα ήλθε φωνή που έλεγε: «Ω, Πλακίδα, γιατί με καταδιώκεις; Εγώ είμαι ο Χριστός». Μετά το συγκλονιστικό αυτό γεγονός, πίστεψε στον Χριστό και βαπτίστηκε, οπότε και άρχισε ο πόλεμος εναντίον του από τον ανθρωποκτόνο διάβολο: έχασε τον πλούτο του, είδε τη γυναίκα του αιχμάλωτη, τα παιδιά του αρπάχτηκαν από θηρία και ο ίδιος βρέθηκε σε μεγάλη φτώχεια. Ο Θεός επέτρεψε όμως να βρει και πάλι τη γυναίκα και τα παιδιά του, όπως και να τον αναζητήσει ο βασιλιάς, ο οποίος τον έβαλε  στο προηγούμενο αξίωμά του. Ύστερα από όλα αυτά, ήλθε η ώρα του μαρτυρίου. Διότι αναγκάστηκε να θυσιάσει στα είδωλα, κάτι βεβαίως που αρνήθηκε αμέσως, γι’ αυτό και ρίχτηκε μέσα σε χάλκινο  πυρακτωμένο από φωτιά βόδι, μαρτύριο με το οποίο και τελειώθηκε».

Η Εκκλησία μας παραλληλίζει καταρχάς τον άγιο Ευστάθιο με τον απόστολο Παύλο: όπως ο Παύλος δέχτηκε κλήση από τον Χριστό, που του παρουσιάστηκε εν οράματι την ώρα που καταδίωκε τους χριστιανούς, και τον κάλεσε να γίνει χριστιανός, κατά τον ίδιο σχεδόν τρόπο και ο Ευστάθιος δέχτηκε κλήση από Εκείνον, μέσω όμως της ελάφου που καταδίωκε, ο Οποίος τον κάλεσε εξίσου να Τον ακολουθήσει. Ο υμνογράφος πολλές φορές κάνει τη σύνδεση αυτή. «Η κλήση σου, πανάριστε, δεν έγινε από ανθρώπους, αλλά ο Χριστός από τον ουρανό σε εκάλεσε, όπως παλαιότερα τον Παύλο». Θυμίζει βεβαίως ακόμη ο συγκεκριμένος τρόπος της κλήσεως και τον άγιο Κωνσταντίνο. Κι εκείνος κλήθηκε να στραφεί προς τον χριστιανισμό μέσω του οράματος του σταυρού που ο Θεός του έδωσε, και μάλιστα με την επιγραφή: «Τούτω νίκα». Δεν πρόκειται για «σκανδαλώδη» εύνοια, θα λέγαμε, του Θεού προς κάποιους ανθρώπους. Διότι μπορεί μεν ο Θεός να μην καλεί όλους τους ανθρώπους με παρόμοιο άμεσο και συγκλονιστικό τρόπο, όμως πράγματι Εκείνος καλεί όλους μέσα στο πλαίσιο της άπειρης αγάπης Του για να στραφούν προς Αυτόν. Ο ίδιος ο Κύριος το βεβαίωσε: «Ουδείς δύναται ελθείν προς με, είπε, εάν μη ο Πατήρ μου ο πέμψας με, ελκύση Αυτόν». Ώστε κανείς δεν γίνεται χριστιανός από μόνος του. Διαφέρει μόνο ο τρόπος με τον οποίο καλείται κάποιος από τον Θεό. Ο Θεός δεν είναι «προσωπολήπτης».

Ο εκκλησιαστικός υμνογράφος όμως δεν παραλληλίζει τον άγιο Ευστάθιο μόνο με τον απόστολο Παύλο. Έκθαμβος μπροστά σ’  αυτά που πέρασε ο άγιος -  απώλεια της συζύγου και των παιδιών του,  απώλεια της περιουσίας του και των αξιωμάτων του – φέρνει στη μνήμη του το παράλληλο από την Παλαιά Διαθήκη, τη ζωή του πολύαθλου Ιώβ. «Συ, οία περ Ιώβ, ανεφάνης Ευστάθιε». Αναφάνηκες, Ευστάθιε, σαν τον Ιώβ. Τον ονοματίζει λοιπόν νέο και δεύτερο Ιώβ – «ο δεύτερος Ιώβ Ευστάθιος» - γιατί  και εκείνος σαν τον πρώτο Ιώβ, σε ό,τι υφίστατο έλεγε εν πίστει: «Ο Κύριος έδωκεν, ο Κύριος αφείλετο. Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον». Να υφίστασαι τέτοια βάσανα και να δοξολογείς τον Θεό αποτελεί το όριο της αληθινής πίστεως και της αληθινής υπομονής. Σημαίνει ότι έχεις «ακουμπήσει» όλη την ύπαρξή σου και τη ζωή σου στα χέρια του Θεού. Ο υμνογράφος προχωράει ακόμη περισσότερο σε μία θεωρούμενη υπερβολή: Θεωρεί τον άγιο Ευστάθιο και μεγαλύτερο του Ιώβ: «…υπερβάς αληθώς τον Ιώβ, τη αρετή, συν τη συζύγω και τοις τέκνοις». Και δεν έχει άδικο. Διότι ο Ιώβ, πρόσωπο της Παλαιάς Διαθήκης, σε κάποια στιγμή «λυγίζει» και τα «βάζει» με τον Θεό, αδυνατώντας να κατανοήσει αυτά που υφίσταται. Κι έχει από την άλλη τη γυναίκα του που τον ωθεί σε βλασφημία. Με τον άγιο Ευστάθιο τούτο δεν υπάρχει: υπομένει καρτερικά μέχρι τέλους χωρίς να ταλαντεύεται διόλου κατά  την πίστη του – «στήλην καρτερίας» τον χαρακτηρίζει ο υμνογράφος και «ακράδαντον εν πειρασμοίς» - έχοντας συνάθλους μαζί του την αγία γυναίκα του Θεοπίστη και τα άγια τέκνα του, μάρτυρες όλοι αυτοί του Χριστού.

Εκείνο που αποκορυφώνει την αρετή και την υπομονή του αγίου Ευσταθίου, αλλά εμβάλλει εμάς πια σε «πειρασμό», είναι η απάντηση του Κυρίου στα βάσανα που είχε περάσει ο άγιός του: «όθεν επί τέλει των αγώνων ως νίκης βραβείον παρέσχε σοι, την του αίματος πρόσχυσιν»! Γι’  αυτό, σημειώνει ο υμνογράφος, μετά δηλαδή τα όσα τράβηξες στη ζωή σου Ευστάθιε, σαν τελικό στάδιο των αγώνων, σου έδωσε ο Κύριος σαν βραβείο νίκης, να χύσεις το αίμα σου γι’ Αυτόν! Αποτελεί «πειρασμό» για εμάς, είπαμε, αυτό που λέει ο υμνογράφος, παρακολουθώντας τη ζωή του αγίου: Να περνάς τόσα βάσανα, να τα υπομένεις, και να δέχεσαι ως βραβείο για όλα αυτά και το μαρτύριο του αίματος! Αν αυτό δεν συνιστά παραδοξότητα για την ανθρώπινη λογική, τότε δεν ξέρουμε πώς αλλιώς να το χαρακτηρίσουμε. Αλλά παραδοξότητα για την ανθρώπινη λογική. Διότι μέσα στο πλαίσιο της λογικής του Θεού τα πράγματα χαρακτηρίζονται αλλιώς: ο Θεός συνήθως έτσι αμείβει τους γνήσιους δούλους Του. Με το να τους παρέχει τη χάρη του μαρτυρίου. Δηλαδή να τους οδηγεί σε μία επακριβή ακολουθία των ιχνών Εκείνου. Διότι και ο Χριστός μας έτσι «αμείφτηκε» από τον Θεό Πατέρα Του: να ανέβει στον Σταυρό! Και βεβαίως αυτό συνιστά και την ανάσταση των ανθρώπων. Ο μέγας Ευστάθιος είχε τη χάρη να ζήσει ακριβώς σαν τον Χριστό, με τη χάρη βεβαίως Εκείνου. Και απολαμβάνει την παρουσία του Χριστού, μαζί με τους οικείους του, πλούσια στη βασιλεία του Θεού.

Η «μεθοδολογία» αυτή του Θεού, την οποία επισημαίνουμε στον Χριστό και τους αγίους Του, ήταν κάτι που είχε αναγγελθεί και από την Παλαιά Διαθήκη. Ήδη ο προφήτης Ησαΐας αναφερόμενος στον Μεσσία και «βλέποντας» την κόπωση και την εξάντλησή Του από τις αμαρτίες των ανθρώπων, βάζει τον Θεό να «απαντά» στο δίκαιο παράπονό Του ότι κουράστηκε,  με την ανάθεση καινούργιας αποστολής, που θα Τον φέρει στο Πάθος. Δεν ξέρουμε πια τι να πούμε. Μπροστά στα μυστήρια των βουλών του Θεού, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να κλίνουμε το γόνυ της καρδιάς και του σώματος και εν πίστει να αποδεχτούμε την ακατανόητη πολλές φορές για εμάς μέθοδο ενεργείας του Θεού μας. Την πλήρη αγάπης όμως απέναντί μας.

19 Σεπτεμβρίου 2024

«ΔΩΣΕ ΜΟΥ ΤΗ ΔΥΝΑΜΗ ΝΑ ΥΠΟΦΕΡΩ ΤΟΝ ΚΟΠΟ!»

«Κύριε, δῶσε μου τή δύναμη νά ὑποφέρω τον κόπο καί ὅλα τά γεγονότα τῆς ἡμέρας αὐτῆς, σέ ὅλη τή διάρκειά της. Καθοδήγησε τή θέλησή μου καί δίδαξέ με νά προσεύχομαι, νά πιστεύω, νά ὑπομένω, νά συγχωρῶ καί ν’ ἀγαπῶ. Ἀμήν.» (Από την Προσευχή των Πατέρων της Όπτινα). 

Είναι μία από τις πιο γνωστές προσευχές στη σημερινή εποχή, η προσευχή των Πατέρων της Όπτινα, το τελευταίο τμήμα της οποίας αναφέρουμε παραπάνω, γιατί προβλήθηκε και καταγράφηκε και μοιράστηκε σε πολλούς και ερμηνεύτηκε από πολλούς. Κι ο πολύς κόσμος, ο χριστιανικός, και εδώ στην Ελλάδα, την αποδέχτηκε και την αγκάλιασε και την ενέταξε μέσα στον ρυθμό των δικών του προσευχών, και διότι την πήρε στα χέρια του στη γλώσσα που ο ίδιος εκφράζεται, τη δημοτική, συνεπώς κατανοεί τι λέει, και διότι, κυρίως, εκφράζει το ήθος πράγματι του γνησίου πατερικού φρονήματος που δεν είναι άλλο από το φρόνημα του ίδιου του Κυρίου Ιησού Χριστού.  

Η τελευταία επισήμανση είναι και η πιο σημαντική. Διότι οι Πατέρες της Όπτινα, Μονής και Σκήτης περιοχής κοντά σχετικά στη Μόσχα, απετέλεσαν σε μεγάλο βαθμό τους γνήσιους φορείς του ορθοδόξου πνεύματος, εκείνου που εκφράζει την απαρχής εκκλησιαστική παράδοση και τη φιλοκαλική λεγόμενη αναγέννηση με τη διαρκή προσευχή, το «Κύριε ἐλέησον», την εν μετανοία και εξομολογήσει συμμετοχή στη Θεία Κοινωνία, την άσκηση και την εγκράτεια στην ψυχή και το σώμα. Το ησυχαστικό πνεύμα του Αγίου Όρους σαν να μεταγγίστηκε και στα εκεί χώματα της Ρωσικής γης, οπότε και η συγκεκριμένη γνωστή προσευχή αποτύπωσε εν σμικρώ τον χριστιανό άνθρωπο που εξαρτά τη ζωή του από την Πρόνοια του Θεού και αγωνίζεται να διακρατήσει τη χάρη Εκείνου σε όλη την καθημερινότητά του.

Τι επισημαίνει το μικρό τμήμα της προσευχής; Πρώτον, ότι ο άνθρωπος ευρισκόμενος μέσα στον κόσμο τούτο τον πεσμένο στην αμαρτία ταλαιπωρείται από τις θλίψεις και τις δοκιμασίες που τον συνέχουν. Κόπος, εντάσεις με συνανθρώπους, θεωρούμενες αναποδιές κατατρύχουν τον καθένα μας, με αποτέλεσμα να στενοχωρούμαστε και να θέλουμε ει δυνατόν διαμιάς να αποτινάξουμε το όποιο βάρος εναποτίθεται στους ώμους μας. Μα είναι το τίμημα της αμαρτίας του κόσμου: από την ώρα που ο άνθρωπος θέλησε να διαγράψει τον Δημιουργό του και να πορευτεί κατά το δικό του θέλημα, από εκείνη την ώρα εισήλθε στη στενωπό των παθών του και του πνιγμού από την έλλειψη του οξυγόνου της ελευθερίας του Θεού. «Θλίψις και στενοχωρία επί πάσαν ψυχήν ανθρώπου του κατεργαζομένου το κακόν» (απ. Παύλος). Ο ίδιος ο Κύριος άλλωστε δεν το επεσήμανε; «Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε». Και: «διά πολλών θλίψεων δει υμάς εισελθείν εις την Βασιλείαν του Θεού». Ό,τι φάνταζε εύκολο και ευφρόσυνο ως πορεία ζωής στους προπάτορές μας Αδάμ και Εύα, έγινε μετά την ανυπακοή και την αμαρτία τους δύσκολο και στενάχωρο. Συμπέρασμα; Η κάθε ημέρα έρχεται φέρνοντας την «πραμάτεια» της, τον κόπο της δηλαδή και όλα τα θλιβερά της. Ακόμη και τα θεωρούμενα ευχάριστα, ενταγμένα μέσα στη φθαρτότητα του χωρίς Θεού κόσμου, έχουν στο βάθος τους την οσμή του θανάτου!

Δεύτερον, ότι ο πιστός άνθρωπος, αυτός που έχει αποδεχτεί στη ζωή του τον Κύριο Ιησού Χριστό, την όποια θλίψη και τον όποιο κόπο της ημέρας μπορεί να τα αντιμετωπίσει κι ακόμη περισσότερο να τα αξιοποιήσει προς το πνευματικό του συμφέρον, τον αγιασμό του δηλαδή και την περαιτέρω σχέση του με τον Δημιουργό του. Δεν υποσχέθηκε ο Κύριος διαγραφή των κόπων και των θλίψεων, αλλά πορεία μέσα από αυτά, ώστε να ασκηθεί ο πιστός σ’ εκείνην την αρετή, την υπομονή, που οδηγεί στην τελειότητα, την ομοίωσή του με Εκείνον – «ο υπομείνας εις τέλος ούτος σωθήσεται». «Δι’  υπομονής τρέχομεν τον προκείμενον ημίν αγώνα» θα ομολογήσει και ο απόστολος Παύλος, ενώ ο απόστολος Ιάκωβος θα εξηγήσει ότι οι πειρασμοί της ζωής αυτής συνιστούν «το δοκίμιον της πίστεως που κατεργάζεται την υπομονή, η οποία οδηγεί στην τελειότητα και την ωριμότητα του πιστού».  Πώς πορεύτηκε άλλωστε ο Ίδιος ο Χριστός στον κόσμο τούτο που ήλθε εκουσίως λόγω της αγάπης Του; Με πειρασμούς και πάθη που αποκορυφώθηκαν στο κατεξοχήν Πάθος Του, τον Σταυρό Του! Και στη συμμετοχή του Σταυρού Του καλεί και καθέναν που θέλει να είναι ακόλουθός Του: «Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι». Οπότε, ο χριστιανός ζητάει στην προσευχή του όχι να μην έχει θλίψεις και δοκιμασίες, που έτσι κι αλλιώς είναι δεδομένες όπως είπαμε, αλλά δύναμη και υπομονή από τον Κύριο ώστε να τις αντέξει και να μπορέσει να δει το βάθος τους – τη χάρη που περικλείουν για την τελειοποίησή του.

Και τρίτον, ότι το πιο κρίσιμο στοιχείο στον πιστό άνθρωπο, και κάθε άνθρωπο, είναι ακριβώς η θέλησή του. Δεν είναι δηλαδή η γνώση του αγαθού και μόνη η ψιλή (γυμνή) πίστη στον Θεό που σώζει τον άνθρωπο, κι ούτε βεβαίως μία καλή διάθεση να είναι ο Θεός μαζί του. Απαιτείται η θέλησή του να καθοδηγείται από τον Κύριο ώστε αυτή να παραμένει προσκολλημένη αταλάντευτα σ’ Εκείνον μόνο, ό,τι κι αν στοιχίζει τούτο, έστω και την ίδια τη ζωή. Κι αυτό σημαίνει ότι αν ο πιστός δεν αποφασίζει την κάθε ημέρα και την κάθε στιγμή της ζωής του - που ο Θεός του παραχωρεί ως ευκαιρία παραμονής και σχέσεως μ’ Εκείνον – να πεθάνει για την πίστη του, που θα πει για την αγάπη του για τον Κύριο, δεν πρόκειται ποτέ να σταθεί στο όριο που η πίστη αυτή καθορίζει, την αγκαλιά του Πατέρα Θεού. «Γίνου πιστός άχρι θανάτου» προτρέπει το Πνεύμα του Θεού, για να δει τελικώς αυτός που θα ακολουθήσει την προτροπή ότι όχι μόνο δεν πεθαίνει αλλά τότε εισέρχεται θριαμβευτικά μέσα στην ίδια την πηγή της Ζωής - και δεν μιλάμε για την εξαιρετική χαρισματική στιγμή του μαρτυρίου του αίματος των αγίων μαρτύρων!

Πρόκειται στην πραγματικότητα για την πιο κεντρική εντολή που ο Θεός έχει δώσει στον άνθρωπο, «να Τον αγαπήσει με όλη την ψυχή του και την καρδιά του και τη διάνοιά του και τη δύναμή του, όπως και τον συνάνθρωπό του σαν τον εαυτό του», η οποία κινητοποιεί στο έπακρο τη θέληση του ανθρώπου για να είναι στραμμένος «εκατό τοις εκατό» στον κανονικό και ομαλό δρόμο της ζωής, στην οδό της ωριμότητας και της τελείωσης, εκεί που όπως είπαμε συναντά άμεσα και με τη μεγαλύτερη ένταση το πρόσωπο του Θεού του. «Μείνετε σταθεροί πάνω στην αγάπη μου. Εάν τηρήσετε τις εντολές μου θα μείνετε στην αγάπη μου αυτή». Κι έχει ο πιστός τη δυνατότητα να δέχεται την καθοδήγηση του Κυρίου, γιατί ως βαπτισμένος στο όνομα Εκείνου, συνεπώς ως μέλος δικό Του, Τον θέλει στη ζωή του. Και τι κάνει τότε ο Κύριος στον πιστό του αυτόν; Ενισχύοντας την αδύναμη θέλησή του, όπως κάνει ο γονιός στο μικρό παιδάκι του που του μαθαίνει να περπατά και να αντιμετωπίζει τα διάφορα προβλήματα, τον μαθαίνει «να προσεύχεται, να πιστεύει σωστά, να υπομένει, να συγχωρεί, να αγαπά».

(Κύριε, βοήθησέ με να αντιμετωπίσω με ψυχική γαλήνη όλα, όσα θα μου φέρει η σημερινή ημέρα. Βοήθησέ με να παραδοθώ ολοκληρωτικά στο άγιο θέλημα Σου. Στην κάθε ώρα αυτής της ημέρας φώτισέ με και δυνάμωνέ με για το κάθε τι. Όποιες ειδήσεις κι αν λάβω στο διάστημα της σημερινής ημέρας, δίδαξέ με, να τις δεχθώ με ηρεμία και με την πεποίθηση ότι προέρχονται από το άγιο θέλημά Σου. Καθοδήγησε τις σκέψεις και τα συναισθήματα μου σε όλα τα έργα μου και τα λόγια μου. Σε όλες τις απρόοπτες περιστάσεις μη με αφήσεις να ξεχάσω, ότι τα πάντα προέρχονται από Σένα. Δίδαξέ με να συμπεριφέρομαι σε κάθε μέλος της οικογένειάς μου με ευθύτητα και σύνεση, ώστε να μην συγχύσω και στενοχωρήσω κανένα. Κύριε, δώσε μου τη δύναμη να υποφέρω τον κόπο και όλα τα γεγονότα της ημέρας αυτής καθ’ όλη τη διάρκειά της. Καθοδήγησε την θέλησή μου και δίδαξέ με να προσεύχομαι, να πιστεύω, να υπομένω, να συγχωρώ και να αγαπώ. Αμήν).

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΡΟΦΙΜΟΣ, ΣΑΒΒΑΤΙΟΣ ΚΑΙ ΔΟΡΥΜΕΔΩΝ

«Οι άγιοι τρεις αυτοί μάρτυρες έζησαν επί του Ρωμαίου αυτοκράτορος Πρόβου (278-282). Από αυτούς ο μεν Σαββάτιος βρέθηκε να παρίσταται κατηγορούμενος για τη χριστιανική του πίστη στην Αντιόχεια στον Βικάριο, οπότε αφού βασανίστηκε σκληρά και κλείστηκε στη φυλακή, μέσα στα βάσανα παρέδωσε το πνεύμα. Ο δε Τρόφιμος, αφού του έβαλαν σιδερένιες κρηπίδες σαν υποδήματα και τον εξόρισαν στην περιοχή των Συνάδων, βασανίστηκε εκεί σκληρά, μαζί με τον Δορυμέδοντα, ενώ στο τέλος τούς έκοψαν την κεφαλή».

Δεν είναι πολύ γνωστοί στο πλήρωμα της Εκκλησίας οι τρεις αυτοί άγιοι μάρτυρες, μολονότι με μεγάλη παρρησία και αυτοί ενώπιον του Κυρίου και Θεού μας. Κι αυτό γιατί εκείνο που καθόρισε τη ζωή τους, όπως συμβαίνει με όλους τους αγίους, μεγάλους θεωρουμένους ή μικρότερους, ήταν η θερμή σαν φωτιά αγάπη τους προς τον Θεό και η ολοκληρωτική στροφή τους  προς Εκείνον. «Φλέγονταν οι τρεις από αγάπη της σεβαστής Τριάδος», σημειώνει ο άγιος υμνογράφος, όπως και ότι «καλλωπίζονταν με την ολοκληρωτική στροφή προς τον Θεό».  Γι’  αυτό και «μεγαλομάρτυρες» τελικώς χαρακτηρίζονται, ενώ τη ζωή και το μαρτύριό τους θαύμασαν ακόμη και οι άγιοι άγγελοι: «Των αγίων μαρτύρων τα έπαθλα, ουρανών αι Δυνάμεις εθαύμασαν». Στην πραγματικότητα, για μία ακόμη φορά οι μάρτυρες αυτοί γίνονται η αφορμή προκειμένου να δοξασθεί ο Κύριος, αφού το μαρτύριό τους υπήρξε συμμετοχή στο Πάθος του Ίδιου του Κυρίου Ιησού Χριστού. Στα ίχνη Εκείνου βρέθηκαν οι άγιοι και με τη δύναμη Εκείνου άντεξαν όλα τα βάσανά τους. «Ιχνηλατούντες,  Μάρτυρες, του Χριστού τα παθήματα…πειρασμούς ηνέγκατε, γενναίω φρονήματι» και «σταυρού τη ισχύι κρατυνόμενοι». Από την άλλη, συγκινείται κανείς και από την ταπείνωση των αγίων αυτών, όχι μόνον με την έννοια ότι η αρετή αυτή χαρακτήριζε την πνευματική ζωή τους, αλλά και με την έννοια της «υποβάθμισής» τους ως αγνώστων στη συνείδηση των πιστών. Ποιος άγιος είπε ότι οι άγνωστοι  άγιοι είναι και οι μεγαλύτεροι ενώπιόν Του;

Ας αφήσουμε όμως τις εκτιμήσεις αυτές περί μεγάλου και μικρού αγίου  που ανάγονται στις βουλές του Θεού και ας φέρουμε στην επιφάνεια μία πολύ όμορφη εικόνα του εκκλησιαστικού ποιητή περί του αγίου Τροφίμου, κάτι που ισχύει βεβαίως και για όλους τους αγίους: «(Μάρτυς) Τρόφιμε,…τοις αίμασί σου, βηματίζων την γην καθηγίασας, εμπεριπατείς δε, χαρμονικώς τω Παραδείσω, σωτηρίαν ημίν εξαιτούμενος». Δηλαδή, περπατούσες, μάρτυς Τρόφιμε, και με το αίμα του μαρτυρίου σου αγίασες τη γη που πατούσες, ενώ τώρα στους χαρμονικούς περιπάτους σου στον Παράδεισο, ζητάς από τον Κύριο τη σωτηρία για εμάς. Ο υμνογράφος με τη στερεωμένη στην πίστη του Χριστού και της Εκκλησίας έμπνευσή του μάς ανοίγει τα μάτια και μας σεργιανίζει στο παρόν και στο παρελθόν του αγίου: ο άγιος χαίρει και αγάλλεται στο σεργιάνι του στον Παράδεισο, σεργιάνι μέσα στο φως και την αγάπη του Χριστού, που τον κάνει να μεσιτεύει διαρκώς για εμάς που ακόμη χειμαζόμαστε στον κόσμο τούτο. Αλλά για να φτάσει σ’  αυτήν τη μακαριότητα προηγήθηκε ο βηματισμός του στον κόσμο τούτο. Κι ο βηματισμός αυτός ήταν «μαρτύριον αίματος», και με τον πνευματικό αγώνα τηρήσεως των εντολών του Θεού και με τον αγώνα του σωματικού μαρτυρίου του. Ταυτοχρόνως όμως ο βηματισμός αυτός συνιστούσε και τον αγιασμό του κόσμου. Αυτή είναι η ευλογημένη παρουσία των αγίων: και όσο ζουν αγιάζουν τη γη που πατάνε, και μετά θάνατο μάς αγιάζουν με τις προσευχές τους.