07 Νοεμβρίου 2021

ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ: «ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΙ ΟΙ ΙΕΡΕΙΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΝΤΙΟΙ ΣΤΟΝ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟ»

Σχισματικούς, χαρακτήρισε ο Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ, τους ιερείς που προτρέπουν τον κόσμο σε μη εμβολιασμό και δεν τηρούν τα μέτρα στις εκκλησίες, μιλώντας σε εκπομπή γνωστού τηλεοπτικού σταθμού.

Όπως είπε η εκκλησία από την πρώτη στιγμή συμβούλεψε το ποίμνιό της ότι σε μια πανδημία, τείχος ανοσίας χτίζουμε με δύο τρόπους, είτε με την τεχνητή ανοσία με τον εμβολιασμό είτε με τη φυσική ανοσία, τη νόσηση. «Όμως η νόσηση εγκυμονεί τον μεγάλο κίνδυνο της διασωλήνωσης και του θανάτου. Άρα η τεχνητή ανοσία του εμβολιασμού είναι η κράτιστη μέθοδος για την επίτευξη του τείχους ανοσίας και την υπέρβαση της πανδημίας. Αυτό το διακήρυξε η εκκλησία από την πρώτη στιγμή», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Μητροπολίτης.

Τόνισε δε ότι δεν υπάρχουν θρησκευτικοί λόγοι που αποκλείουν τον εμβολιασμό. «Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι δε λειτουργούν οι θεσμοί της πατρίδας μας, δηλαδή η δικαιοσύνη, η αστυνομική αρχή, το ηλεκτρονικό έγκλημα κι έχουν αφήσει ανεξέλεγκτες ιστοσελίδες που διαδίδουν φοβερά πράγματα για τον εμβολιασμό. Όταν διαβάζει κανείς ότι 15χρονος μετά το εμβόλιο πέθανε από ανακοπή καρδιάς, συνέχεια ροή ψευδών πληροφοριών δημιουργούν το πρόβλημα των ανεμβολιάστων. Διαδίδουν τερατουργήματα χωρίς να έχουν τη γνώση».

Στο ίδιο πλαίσιο, σημείωσε ότι ζούμε σε μια εποχή που αποδομείται η αυθεντία και ο επιστήμων. «Σήμερα όλοι είναι ειδικοί  για όλα και αυτό αποτελεί το θράσος αγνοίας. Είναι απαραίτητο να αλλάξει η πορεία των πραγμάτων με την καταστολή των ψευδών ειδήσεων που πείθουν ανθρώπους αδαείς να δέχονται a priori ψεύδη και ιδεοληψίες».

Μάλιστα, πρόσθεσε ότι είναι ύβρις κατά του Θεού να αμφισβητείται η ιατρική επιστήμη, διότι στον λόγο του Θεού αναφέρεται ότι η ιατρική και τα φάρμακα έχουν εμπνευστεί στους ανθρώπους από τον Θεό.

«Η εκκλησία είναι σώμα. Δεν είναι ανεξέλεγκτος χώρος. Δυστυχώς πολλοί δε δέχονται την εκκλησία. Η εκκλησία εκφράζεται από την Ιερά Σύνοδο κι όχι από τον κάθε ιερέα. Η ασέβεια στο σώμα της εκκλησίας και στην τάξη επιφέρουν συνέπειες. Αλλιώς οδηγούμεθα σε αναρχία και σχισματικές συμπεριφορές. Αυτοί που τα κάνουν αυτά  έχουν σχισματικές απόψεις, είναι εκτός του σώματος», τόνισε.

Σε ό,τι αφορά στην προτροπή της Ιεράς Συνόδου να υποβάλλονται σε rapid test οι πιστοί για να πάνε στην εκκλησία, ο Μητροπολίτης Πειραιώς δήλωσε ότι οι ιερείς δεν μπορούν να κάνουν ελέγχους υπό την έννοια της αστυνομικής παρουσίας. Ωστόσο, τηρούν τα μέτρα, με τις ποσοστώσεις ανά τετραγωνικό μέτρο, συστήματα εξαερισμού και μάσκες, ενώ ιδιαίτερη βαρύτητα έδωσε και στη προσωπική ευθύνη των πιστών.  «Όσοι μπαίνουν στον ναό έχουν τεράστια προσωπική ευθύνη. Δεν μπορείς να είσαι ασθενής και να μπεις σε έναν χώρο λατρείας, συναθροίσεως, διότι τότε διασπείρεις μια νόσο και γίνεσαι εγκληματίας και φονεύς».

ΘΕΛΗΜΑΤΑΡΗΔΕΣ...

Είναι πολύ τραγική και θλιβερή η διαπίστωση από δημοσκόπηση που διενεργήθηκε προ ημερών σχετικά με το θέμα των εμβολιασμών: ένα ποσοστό συμπατριωτών μας, κι αρκετά μεγάλο μάλιστα, ομολογεί ότι δεν πρόκειται ποτέ να προβεί σε εμβολιασμό, διότι δεν υπάρχει περίπτωση κάποιος να τους πείσει για την αναγκαιότητά του και να τους αλλάξει γνώμη! Όπως αφήνουν να εννοηθεί, και ο Θεός ο ίδιος να τους το πρότεινε, εκείνοι και πάλι θα επέλεγαν την άρνηση!

Δεν μας ενδιαφέρει εν προκειμένω το θέμα του εμβολίου – δεν είναι αυτό το ζητούμενο τώρα για μας, μολονότι η άρνηση εκφράζει μία περίεργη και παράδοξη στάση κοινωνικής ευθύνης, μάλλον δεν υφίσταται καθόλου αυτή. Αυτό που ενδιαφέρει και μας ανησυχεί περισσότερο είναι ακριβώς η εξ ορισμού άρνηση, η δήλωση ότι δεν πρόκειται ποτέ να πειστούν από κανέναν, έστω κι αν αυτοί που τους πληροφορούν είναι ειδικοί επιστήμονες, καταξιωμένοι στον χώρο τους, άνθρωποι κοινής αποδοχής και παγκοσμίου εμβέλειας. Κι αυτό σημαίνει ότι οι συγκεκριμένοι συμπατριώτες μας, μη αφήνοντας καμία ρωγμή για να δεχτούν κάτι άλλο πέρα από τη σκέψη και τη δική τους αντίληψη, για θέμα μάλιστα για το οποίο οι ίδιοι δεν είναι ειδικοί, παρουσιάζονται ως άνθρωποι «μπετόν-αρμέ», παγιωμένοι και θεμελιωμένοι αποκλειστικά και μόνο στο δικό τους θέλημα - οι λεγόμενοι «θεληματάρηδες» που στην πνευματική ασκητική ζωή της Εκκλησίας θεωρούνται ότι αδυνατούν να γευτούν έστω και επ’ ελάχιστον τη χάρη του Θεού, γιατί αυτή προϋποθέτει φρόνημα ταπείνωσης και υπακοής, δηλαδή φρόνημα να αφήσεις κατά μέρος το δικό σου και την άποψή σου και να υποταχτείς στο θέλημα του Θεού ή και στο θέλημα εν αγάπη του συνανθρώπου σου.

Οπότε, πίσω από την «τσιμεντένια» άρνηση των συγκεκριμένων ανθρώπων υποκρύπτεται απ’ ό,τι φαίνεται μία αντιδραστικότητα όχι μόνο κατά των εμβολίων, αλλά γενικότερα και κατά οποιασδήποτε άλλης γνώμης πέραν της δικής τους. Όταν κάποιος είναι προσανατολισμένος μόνο στο «έτσι μ’ αρέσει και δεν πάει να χαλάσει ο κόσμος», τότε εκεί σηκώνεις τα χέρια, γιατί ουσιαστικά έχει καταργηθεί κάθε λογική. Στην περίπτωση αυτή λειτουργούν άλλες δυνάμεις, σκοτεινές και άλογες, πάντως όχι λογικές, κι ίσως έχει δίκιο ιταλός ψυχίατρος που προ καιρού μπροστά στο φαινόμενο αυτό – που δεν είναι μόνο ελληνικό - πρότεινε όχι την πειθώ αλλά την κατανόηση του ψυχολογικού προφίλ της ομάδας αυτής των συνανθρώπων μας. Δεν είναι τυχαίο ότι ένας από τους σπουδαιότερους και σοφότερους ανθρώπους της εποχής μας, ο άγιος Αλβανίας Αναστάσιος, έλεγε επ’ αυτού μήνες πριν: «υπάρχουν κάποιοι συνάνθρωποί μας που πάσχουν από μία βαριά ψυχική νόσο που εκφράζεται με το αρχαιοελληνικό ρητό “ου με πείσεις καν με πείσης”».

Θυμίζει μάλιστα η περίπτωση των «θεληματάρηδων» αυτών – μέσα στους οποίους ίσως πρέπει κατά καιρούς να εντάσσουμε και τους εαυτούς μας, όταν μας καταλαμβάνει το πείσμα για επιβολή των δικών μας μόνο θέλω – και τον ασκητή εκείνο της ιεράς Μονής αγίου Παντελεήμονος του Όρους που μνημόνευε ο άγιος Σιλουανός του Άθω, ο οποίος μετά σαράντα χρόνια ασκητικής και «πνευματικής χριστιανικής» θεωρούμενης ζωής δεν μπορούσε να απεμπλακεί  από το δικό του θέλημα. Κι ήταν το αποδεικτικό στοιχείο που έκανε τον διακριτικό άγιο Σιλουανό να αμφισβητεί «όραμα» της Παναγίας που είχε δεχτεί τάχα ο συγκεκριμένος μοναχός. «Πάτερ μου, σε σένα αποκλείεται να έχει εμφανιστεί η Παναγία. Διότι Εκείνη έχει φρόνημα υπακοής, ενώ εσύ δουλεύεις στο δικό σου θέλημα». Κι όταν έψαξε λίγο περισσότερο τα πράγματα ο άγιος, δέχτηκε την εξομολόγηση του γέροντα ασκητή ότι έτσι έμαθε από μικρός από τη μητέρα του. «Εκείνη μου έλεγε πάντοτε να κάνω αυτό που αρέσει σε μένα και να μην ακούω κανέναν»! Συγκλονιστική πράγματι περίπτωση: ό,τι έμαθε από μικρός δεν μπόρεσε να σβήσει μετά από σαράντα χρόνια ασκητικής, εν υπακοή εννοείται, ζωής!  

Λοιπόν, οι θεληματάρηδες αποκαλύπτουν το λιγότερο μία προβληματική ψυχική κατάσταση, φανερώνουν μία ανύπαρκτη πνευματική ζωή, εκφράζουν έναν εγωισμό και μία αντικοινωνικότητα που χρήζει συμπάθειας, ενώ ασφαλώς για τους χριστιανούς η κατάστασή τους απαιτεί τη δική τους έμπονη εν αγάπη προσευχή – μη τυχόν και τους ελεήσει ο Κύριος, διότι κατά τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος ούτε άνθρωπος αλλ’ ούτε άγγελος δεν μπορεί να τους συνεφέρει! Αυτονόητη βεβαίως και η νήψη και η προσοχή και η εγρήγορση όλων μας, για να αποφεύγουμε «τον βόθυνο» αυτόν, γιατί μάλλον τελικώς εκεί κρύβεται ο ίδιος ο πονηρός!

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΡΙΑΚΟΝΤΑ ΤΡΕΙΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΟΙ ΕΝ ΜΕΛΙΤΗΝῌ ΜΑΡΤΥΡΗΣΑΝΤΕΣ

«Οι άγιοι αυτοί άθλησαν επί Διοκλητιανού και Μαξιμιανού των βασιλέων. Ο Ιέρων ήταν ανδρείος κατά το σώμα και ευσεβής κατά την ψυχή, γεωργός στο επάγγελμα. Αυτόν τον συνάντησαν σε έναν τόπο οι υπηρέτες των ειδώλων. Και θέλοντας να τον ληστεύσουν, δεν μπόρεσαν. Διότι αυτός αφού έβγαλε από το στέλεχος του γεωργικού του εργαλείου το σίδερο, χρησιμοποίησε εναντίον τους σαν όπλο το ξύλο, με αποτέλεσμα να τους τρέψει όλους σε φυγή, γεμάτους αίματα και ιδρώτες. Ο ίδιος όμως μετά, πήγε από μόνος του στον άρχοντα κι αφού ρωτήθηκε από αυτόν για το γεγονός και αν είναι χριστιανός,  ομολόγησε τον Χριστό, οπότε του έκοψαν το δεξί του χέρι από τον αγκώνα. Οι δε υπόλοιποι άγιοι ρίχτηκαν στη γη και κτυπήθηκαν με μαστίγια. Και την επόμενη, αφού συνεχίστηκε το ράβδισμά τους για πολλές ώρες, τους οδήγησαν έξω από την πόλη της Μελιτινής και τους έκοψαν τα κεφάλια».

Έχει τονιστεί κατά κόρον ότι τα μαρτύρια που υπέστησαν οι άγιοι μάρτυρες της Εκκλησίας μας από τους εχθρούς της πίστεως, αποκαλύπτουν δύο πράγματα: πρώτον, τη δαιμονική ενέργεια των διωκτών τους: ο διάβολος και οι υπηρέτες του είναι εκείνοι που χαίρονται με τον πόνο των ανθρώπων, δεύτερον, τη μεγάλη αγάπη των αγίων προς τον Χριστό, τέτοια που τους έκανε να οδηγούνται στον θάνατο με χαρά, διότι με τον τρόπο αυτό θα κέρδιζαν τη Βασιλεία του Θεού.  Κι έχει επίσης τονιστεί ότι τα πάθη των μαρτύρων προς χάρη του Χριστού αποτελούν στην ουσία συμμετοχή τους στο Πρώτο και Μεγάλο Πάθος του ίδιου του Κυρίου, κατά κυριολεξία συμμετοχή στη Σταυρική Του θυσία, άρα  συμμετοχή και στην Ανάσταση Εκείνου. Ακριβώς λοιπόν η σημερινή ακολουθία των αγίων τριάντα τριών μαρτύρων, ποίημα Ιωάννου του μοναχού, δεν παύει να τονίζει αυτόν τον σταυρικό χαρακτήρα του μαρτυρίου τους, το οποίο τους οδήγησε προς την καλύτερη ζωή της Βασιλείας του Θεού. «Μιμήθηκαν, Κύριε, οι αθλητές το πάθος σου το θείο».

Η κατανόηση του μαρτυρίου των αγίων ως γεγονότος συμμετοχής στον Σταυρό του Κυρίου, συνιστά, κατά τον υμνογράφο, και τη μεγαλύτερη δύναμη των αγίων. Ενώ φαίνονται ηττημένοι, αυτοί μεγαλουργούν. Κι η εικόνα που επιστρατεύει ο ποιητής Ιωάννης για να δείξει την αλήθεια αυτή, είναι πράγματι μοναδική: ο Σταυρός παρομοιάζεται με τόξο που κρατείται από τον Χριστό,  το οποίο τεντώνεται προκειμένου με την ρίψη των ακονημένων βελών, δηλαδή των μαρτύρων, να τρώσει την καρδιά του διαβόλου και των υπηρετών του. «Κτυπήθηκε καταπληγωμένη η καρδιά των εχθρών. Διότι ο Χριστός τέντωσε τον Σταυρό ως τόξο κι απέστειλε τους μάρτυρες ως βέλη ακονισμένα». Με άλλα λόγια, και το Πάθος του Κυρίου, αλλά και τα πάθη των πιστών Αυτού, συνιστούν τη μεγαλύτερη δύναμή Του για την εξόντωση του κακού στον κόσμο.

Πρόκειται για την «άλλη» λογική του Χριστού και της Εκκλησίας, την οποία  δεν κατανοούν βεβαίως οι άγευστοι της πίστεως. Οι εκτός της Εκκλησίας ή οι κατ’  όνομα Χριστιανοί θεωρούν ότι η εξουσία βρίσκεται στην κατοχή των ανθρωπίνων μέσων και δυνατοτήτων. Και δεν διστάζουν, προκειμένου να κυριαρχήσουν, να χρησιμοποιούν τα μέσα αυτά για να υποτάξουν τους θεωρουμένους αδύναμους. Χωρίς να καταλαβαίνουν ότι μπαίνουν στην ίδια θέση των εχθρών του Χριστού που πίστεψαν ότι Τον «νίκησαν» γιατί Τον κάρφωσαν πάνω στον Σταυρό. Όμως η πραγματικότητα είναι άλλη. Αυτός που ανεβαίνει στον Σταυρό, έχοντας πίστη βεβαίως σ’  Εκείνον, είναι τελικώς ο δυνατός: γίνεται το βέλος του ίδιου του Θεού που «τιτρώσκει», που πληγώνει την καρδιά των δυναστών. Όπως το λέει και ο απόστολος Παύλος: «όταν ασθενώ, τότε είμαι δυνατός!» Το μόνο ζητούμενο, το ξαναλέμε, είναι η δική μας πίστη. Να μην καταβαλλόμαστε, αλλά να έχουμε αδιάκοπα  στραμμένο το βλέμμα μας «προς τον δυνάμενον σώζειν», τον παντοδύναμο Θεό μας. Η Ανάσταση και η δική μας τότε θα είναι θέμα ολίγου χρόνου.

06 Νοεμβρίου 2021

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΛΟΥΚΑ

«μή φοβοῦ∙ μόνον πίστευε» (Λουκ. 8, 50)

Διπλό θαύμα του Κυρίου καταγράφει το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα: πρώτον την ανάσταση της κόρης του αρχισυνάγωγου Ιάειρου και δεύτερον τη θεραπεία μιας  αιμορροούσας γυναίκας. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι πραγματοποιεί ο Κύριος και τρίτο θαύμα, σε ψυχολογικό και πνευματικό επίπεδο, όταν στρέφεται στον τραγικό πατέρα που καταρρέει προφανώς από το άκουσμα της είδησης του θανάτου της κόρης του, και τον ανυψώνει λέγοντας τον μη φυσικό για τα δεδομένα της στιγμής λόγο: «μη φοβού∙ μόνον πίστευε και σωθήσεται η θυγάτηρ σου».

1. «Μη φοβού». Η προτροπή αυτή του Κυρίου πράγματι πρέπει να θεωρηθεί παράδοξη και μη φυσική, για τα δεδομένα της στιγμής. Διότι τι πιο φυσικό ένας πατέρας στο άκουσμα του θανάτου του παιδιού του να «παγώνει» και να νιώθει ότι καταρρέει; Ο Ιάειρος εκείνην τη στιγμή της είδησης ότι η κόρη του πέθανε πρέπει να βίωσε την απόλυτη μοναξιά του χαμένου και χωρίς στήριγμα ανθρώπου που πέφτει στο κενό - ένα αίσθημα κόλασης. Ο Κύριος ως παντογνώστης και καρδιογνώστης διέγνωσε αμέσως την τραγικότητα του Ιάειρου. Κι ήταν ο μόνος στον κόσμο που μπορούσε να γνωρίζει επακριβώς το τι σημαίνει φόβος. Διότι είναι ο Δημιουργός του κόσμου και του ανθρώπου, τον οποίο δημιούργησε κατ’ εικόνα και καθ’  ομοίωσίν Του, προικισμένο άρα με όλες τις χάρες και τις δυνάμεις Του, έστω εν σπέρματι, κατά συνέπεια χωρίς ο φόβος να κυριαρχεί στην ύπαρξή του. Ο φόβος δυστυχώς εισήλθε στη ζωή του από τη στιγμή της ανταρσίας του απέναντι στον Κύριο και Θεό του, ήταν δηλαδή ένα από τα τιμήματα που εισέπραξε από την αμαρτία του. «Ήκουσα της φωνής Σου και εφοβήθην» ομολογεί ο Αδάμ μετά την ανυπακοή του. Κι ο φόβος αυτός ως καρπός της αμαρτίας απλώνεται σε όλες τις σχέσεις του: και με τον συνάνθρωπο και με τη φύση – η αμαρτία αλλοιώνει τα πάντα στη ζωή του!

2. Αλλά αν ο Κύριος ήταν και είναι ο μόνος που μπορεί στο έσχατο βάθος να διαγνώσει τα ανθρώπινα αρνητικά συναισθήματα, είναι και ο μόνος που μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά και δραστικά τον άνθρωπο στο να τα υπερβεί. Και η υπέρβαση αυτή γίνεται με κατεξοχήν θετικό τρόπο. Στην προτροπή «μη φοβού» - η παρουσία του Θεού στον άνθρωπο συνοδεύεται πάντοτε με αυτήν την προτροπή: «μη φοβού», «μη φοβείσθε» - υπάρχει ο προσανατολισμός και η θετική ώθηση: «μόνον πίστευε». Για τον Κύριο, δηλαδή την αλήθεια, η υπέρβαση του φόβου – του όποιου φόβου, ακόμη και του επιτεταμένου και παράλογου φόβου, όπως είναι η φοβία –  πραγματοποιείται  εκεί που ο άνθρωπος ανοίγεται στο πέλαγος της πίστεως. Κι όχι μιας οποιασδήποτε πίστεως, αλλά αυτής που συνδέεται με τον πρόσωπό Του, με την αποδοχή δηλαδή του Ίδιου ως Σωτήρα και Λυτρωτή του ανθρώπου. Γιατί στο χαρισματικό αυτό επίπεδο ο πιστός πια ζώντας ως μέλος Εκείνου αισθάνεται τη στοργική Του πρόνοια, βρίσκεται στην αγκαλιά του Πατέρα του, «ακούει» τους κτύπους της γεμάτης αγάπης απέναντί του «καρδιάς» Του. Ο ίδιος άλλωστε δεν βεβαίωσε ότι τίποτε δεν είναι «επιλελησμένον»-ξεχασμένο ενώπιόν Του; Και το παραμικρότερο χορταράκι και πουλάκι είναι αντικείμενο της αγάπης Του, πολύ περισσότερο ο «κατ’ εικόνα» του δημιουργημένος άνθρωπος – «πολλών στρουθίων διαφέρετε»!

3. Αυτή η βαθειά αλήθεια που γίνεται εμπειρία ζωής από τον πιστό έκανε και τον άγιο Χρυσόστομο να διαλαλεί, σαν να μιλούσε ο ίδιος ο Κύριος μέσα από τον ίδιο: «Εγώ πατήρ, φησίν ο Χριστός, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφή, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλοις εγώ…Εγώ φίλος και μέλος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ, πάντα εγώ∙ μόνον οικείως έχε προς εμέ». Αν είχαμε πνευματικά μάτια ανοικτά, θα βλέπαμε ότι πλημμυριζόμαστε  διαρκώς από το φως, την αλήθεια, τη ζωή και την αγάπη. Θα βλέπαμε στον εαυτό μας, στον κάθε συνάνθρωπο, σε όλη τη δημιουργία την πανάγαθη παρουσία του Θεού! Κι όχι μόνον αυτό. Θα μπορούσαμε να νιώσουμε και την ευεργετική παρουσία στην ψυχή και στο σώμα μας του φύλακα αγγέλου μας. Γι’  αυτό τελικώς και κανείς δεν μπορεί να βλάψει τον Χριστιανό, είτε θηρίο είναι αυτό είτε πονηρός άνθρωπος είτε ο ίδιος ο αρχέκακος διάβολος. Διότι προστάτη έχει όλον τον κόσμο των αγγέλων, κυρίως όμως τον Χριστό και τους αγίους Του. «Ει ο Θεός υπέρ ημών, τις καθ’  ημών;» θα φωνάξει ο απόστολος Παύλος.

Δεν είναι υπερβολή λοιπόν αυτά που διαβάζουμε στους Πατέρες μας, όπως για παράδειγμα στον άγιο Ισαάκ τον Σύρο: «Μη σε ταράξει καθόλου – γράφει στον τρίτο του λόγο – ο λογισμός του φόβου…αλλά μάλλον πίστευε ότι έχεις φύλακα τον ίδιο τον Θεό που είναι μαζί σου... και κανείς δούλος δεν μπορεί να βλάψει κανέναν από τους συνδούλους του χωρίς να το παραχωρήσει Εκείνος, που προνοεί και κυβερνά τα πάντα. Καθότι ούτε οι δαίμονες, ούτε τα βλαπτικά  θηρία, ούτε οι κακοί άνθρωποι μπορούν να εκπληρώσουν το κακό τους θέλημα για αφανισμό και απώλεια του άλλου, όταν δεν θέλει ο κυβερνών τα πάντα Θεός. Αλλά και όταν θέλει, δίνει και όρια σ’ αυτά, κατά πόσο πρέπει να βλάψουν».

Για τον πραγματικό χριστιανό ο φόβος υφίσταται μεν, αλλά δεν έχει τη δύναμη να  τον καταβάλει. Πολύ περισσότερο δεν αφήνει ο χριστιανός χώρο μέσα του να αναπτυχτεί οποιαδήποτε φοβία, παράλογος δηλαδή, όπως είπαμε, και επιτεταμμένος φόβος. Αρκεί να υπάρχει η προϋπόθεση που θέτει ο Κύριος: η πίστη σ’  Αυτόν. Ο Ίδιος  το ξεκαθάρισε: το αντίδοτο του φόβου είναι η πίστη. «Μη φοβού∙ μόνον πίστευε». Να πιστεύουμε όμως αληθινά σ’ Αυτόν, που θα πει να αγαπούμε κι Εκείνον και τους συνανθρώπους μας – αυτή είναι η αληθινή πίστη: «πίστις δι’ αγάπης ενεργουμένη» (απ. Παύλος). Και τότε, εμπειρικά πια, θα βλέπουμε ότι η αγάπη αυτή θα αποδιώχνει τον όποιο φόβο. Όπως το λέει και ο απόστολος Ιωάννης: «φόβος ουκ έστιν εν τη αγάπη. Αλλ’ η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβον».

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Ζ΄ ΛΟΥΚΑ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Λκ. η΄ 41 – 56)

41 «Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, ᾧ ὄνομα Ἰάειρος, καὶ οὗτος ἄρχων τῆς συναγωγῆς ὑπῆρχε· καὶ πεσὼν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ παρεκάλει αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, 42 ὅτι θυγάτηρ μονογενὴς ἦν αὐτῷ ὡς ἐτῶν δώδεκα καὶ αὕτη ἀπέθνῃσκεν. Ἐν δὲ τῷ ὑπάγειν αὐτὸν οἱ ὄχλοι συνέπνιγον αὐτόν. 43 καὶ γυνὴ οὖσα ἐν ῥύσει αἵματος ἀπὸ ἐτῶν δώδεκα, ἥτις ἰατροῖς προσαναλώσασα ὅλον τὸν βίον οὐκ ἴσχυσεν ὑπ’ οὐδενὸς θεραπευθῆναι, 44 προσελθοῦσα ὄπισθεν ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, καὶ παραχρῆμα ἔστη ἡ ῥύσις τοῦ αἵματος αὐτῆς. 45 καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· Τίς ὁ ἁψάμενός μου; ἀρνουμένων δὲ πάντων εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ· Ἐπιστάτα, οἱ ὄχλοι συνέχουσί σε καὶ ἀποθλίβουσι καὶ λέγεις τίς ὁ ἁψάμενός μου; 46 ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν· Ἥψατό μού τις· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ’ ἐμοῦ. 47 ἰδοῦσα δὲ ἡ γυνὴ ὅτι οὐκ ἔλαθε, τρέμουσα ἦλθε καὶ προσπεσοῦσα αὐτῷ δι’ ἣν αἰτίαν ἥψατο αὐτοῦ ἀπήγγειλεν αὐτῷ ἐνώπιον παντὸς τοῦ λαοῦ, καὶ ὡς ἰάθη παραχρῆμα. 48 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· Θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην. 49 Ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος ἔρχεταί τις παρὰ τοῦ ἀρχισυναγώγου λέγων αὐτῷ ὅτι Τέθνηκεν ἡ θυγάτηρ σου· μὴ σκύλλε τὸν διδάσκαλον. 50 ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀκούσας ἀπεκρίθη αὐτῷ λέγων· Μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται. 51 ἐλθὼν δὲ εἰς τὴν οἰκίαν οὐκ ἀφῆκεν εἰσελθεῖν οὐδένα εἰ μὴ Πέτρον καὶ Ἰωάννην καὶ Ἰάκωβον καὶ τὸν πατέρα τῆς παιδὸς καὶ τὴν μητέρα. 52 ἔκλαιον δὲ πάντες καὶ ἐκόπτοντο αὐτήν. ὁ δὲ εἶπε· Μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει. 53 καὶ κατεγέλων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν. 54 αὐτὸς δὲ ἐκβαλὼν ἔξω πάντας καὶ κρατήσας τῆς χειρὸς αὐτῆς ἐφώνησε λέγων· Ἡ παῖς, ἐγείρου. 55 καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς, καὶ ἀνέστη παραχρῆμα, καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν. 56 καὶ ἐξέστησαν οἱ γονεῖς αὐτῆς· ὁ δὲ παρήγγειλεν αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός»

Νεοελληνική Απόδοση

Εκείνο τον καιρό, πλησίασε τον Ιησού κάποιος άνθρωπος που τον έλεγαν Ιάειρο και ήταν άρχοντας της συναγωγής. Αυτός έπεσε στα πόδια του Ιησού και τον παρακαλούσε να πάει στο σπίτι του, γιατί είχε μια μοναχοκόρη δώδεκα χρόνων, που ήταν ετοιμοθάνατη. Την ώρα που ο Ιησούς βάδιζε προς το σπίτι, τα πλήθη τον περιέβαλαν ασφυκτικά. Κάποια γυναίκα, που υπέφερε από αιμορραγία δώδεκα χρόνια και είχε ξοδέψει όλη της την περιουσία στους γιατρούς, χωρίς κανένας να μπορέσει να την κάνει καλά, πήγε πίσω από τον Ιησού, άγγιξε την άκρη το ρούχου του, κι αμέσως η αιμορραγία της σταμάτησε. Τότε ο Ιησούς είπε: «Ποιος με άγγιξε; » Ενώ όλοι αρνιούνταν, ο Πέτρος και όσοι ήταν μαζί του έλεγαν: «Διδάσκαλε, οι όχλοι έχουν στριμωχτεί κοντά σου και σε πιέζουν κι εσύ λες ποιος με άγγιξε; » Ο Ιησούς όμως είπε: «Κάποιος με άγγιξε, γιατί εγώ ένιωσα να βγαίνει από μένα δύναμη». Μόλις η γυναίκα είδε ότι δεν ξέφυγε την προσοχή του, ήρθε τρέμοντας κι έπεσε στα πόδια του και μπροστά σ΄ όλο τον κόσμο του είπε για ποια αιτία τον άγγιξε κι ότι είχε γιατρευτεί αμέσως. Εκείνος της είπε: «Θάρρος, κόρη μου, η πίστη σου σε έσωσε· πήγαινε στο καλό». Ενώ ο Ιησούς ακόμα μιλούσε, ήρθε κάποιος από το σπίτι του άρχοντα της συναγωγής και του λέει: «Η κόρη σου πέθανε· μην ενοχλείς πια το δάσκαλο». Όταν το άκουσε ο Ιησούς του είπε: «Εσύ μη φοβάσαι, μόνο πίστευε, και θα σωθεί». Φτάνοντας στο σπίτι, δεν άφησε κανέναν να μπει μέσα μαζί του, εκτός από τον Πέτρο, τον Ιωάννη και τον Ιάκωβο, καθώς και τον πατέρα και τη μητέρα του κοριτσιού. Όλοι έκλαιγαν και τη θρηνολογούσαν. Ο Ιησούς όμως τους είπε: «Μην κλαίτε· δεν πέθανε, αλλά κοιμάται». Εκείνοι τον περιγελούσαν, βέβαιοι πως είχε πεθάνει. Ο Ιησούς, αφού τους έβγαλε όλους έξω, έπιασε το κορίτσι από το χέρι και του είπε δυνατά: «Κορίτσι, σήκω! » Το πνεύμα της επέστρεψε κι αυτή αμέσως σηκώθηκε. Ο Ιησούς τότε διέταξε να της δώσουν να φάει. Οι γονείς της έμειναν κατάπληκτοι. Εκείνος όμως τους είπε να μην πουν σε κανέναν τι είχε γίνει.

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ Κυρ. κ΄ ἐπιστολῶν (Γαλ. α΄ 11-19)

«11Γνωρίζω δέ ὑμῖν, ἀδελφοί, τό εὐαγγέλιον τό εὐαγγελισθέν ὑπ’ ἐμοῦ ὅτι οὐκ ἔστι κατά ἄνθρωπον∙ 12 οὐδέ γάρ ἐγώ παρά ἀνθρώπου παρέλαβον αὐτό οὔτε ἐδιδάχθην, ἀλλά δι’ ἀποκαλύψεως Ἰησοῦ Χριστοῦ.13 Ἠκούσατε γὰρ τὴν ἐ­μὴν ἀναστροφήν ποτε ἐν τῷ Ἰουδαϊσμῷ, ὅτι καθ’ ὑπερ­βολὴν ἐδίωκον τὴν ἐκ­κλησίαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπόρ­θουν αὐτήν, 14καὶ προέκοπτον ἐν τῷ Ἰουδαϊσμῷ ὑπὲρ πολλοὺς συνηλικιώτας ἐν τῷ γένει μου, περισσοτέρως ζηλω­τὴς ὑπάρχων τῶν πατρι­κῶν μου παραδόσεων. 15 Ὅτε δὲ εὐδόκησεν ὁ Θεὸς ὁ ἀφορίσας με ἐκ κοιλίας μητρός μου καὶ καλέσας διὰ τῆς χάριτος αὐτοῦ 16 ἀποκαλύψαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐν ἐμοί, ἵνα εὐαγ­γελίζωμαι αὐτὸν ἐν τοῖς ἔθνεσιν, εὐθέως οὐ προσανεθέμην σαρκὶ καὶ αἵματι, 17οὐδὲ ἀνῆλθον εἰς Ἱεροσόλυμα πρὸς τοὺς πρὸ ἐμοῦ ἀποστόλους, ἀλλὰ ἀπῆλθον εἰς Ἀραβίαν, καὶ πάλιν ὑπέστρεψα εἰς Δαμασκόν. 18 Ἔπειτα μετὰ ἔτη τρία ἀνῆλθον εἰς Ἱεροσόλυμα ἱστορῆσαι Πέτρον, καὶ ἐπέ­μεινα πρὸς αὐτὸν ἡμέ­ρας δεκαπέντε· 19 ἕτερον δὲ τῶν ἀπο­στόλων οὐκ εἶδον εἰ μὴ Ἰάκωβον τὸν ἀδελφὸν τοῦ Κυρίου».

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

11 Σᾶς γνωστοποιῶ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅτι τό Εὐαγγέ­­­­­­λιο πού σᾶς κήρυξα δέν ἀποτελεῖ ἀνθρώπινη ἐπι­νό­ηση. 12 Διότι ὄχι μόνο οἱ ὑπόλοιποι ἀπόστολοι, ἀλλά κι ἐ­­­­γώ δέν τό παρέλαβα οὔτε τό διδάχθηκα ἀπό κάποι­­­ον ἄν­­­­­θρωπο, ἀλλά τό παρέλαβα μέ ἀποκάλυψη τοῦ Θε­­­οῦ, ὁ ὁποῖος ἀπευθείας μοῦ φανέρωσε καί μοῦ ἀπο­κά­­­λυ­­­ψε τόν Κύριο Ἰησοῦ. 13 Καί τό ὅτι τό Εὐαγγέλιο μοῦ παραδόθηκε μέ ὑπερ­­­­­φυσική ἀποκάλυψη ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό, ἀπο­δει­κνύ­ε­ται ἀπό τή δράση μου στό παρελθόν. Διότι ἀσφα­λῶς ἔχε­τε ἀκούσει γιά τή διαγωγή πού ἔδειξα κά­ποτε, ὅταν ἀκο­λουθοῦσα τό νόμο καί τά ἔθιμα τῶν Ἰου­δαίων. Ἀκού­­σατε δηλαδή ὅτι καταδίωκα ὑπερβολικά τήν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καί προσπαθοῦσα νά τήν ἐξολοθρεύσω. 14 Καί προόδευα στόν Ἰουδαϊσμό περισσότερο ἀπό πολλούς συνομήλικους συμπατριῶτες μου καί ἔδειχνα περισσότερο ζῆλο ἀπ’ αὐτούς γιά τίς παραδόσεις πού κληρονομήσαμε ἀπό τούς πατέρες μας. 15 Ὅταν ὅμως εὐαρεστήθηκε ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος μέ ξεχώρισε καί μέ διάλεξε ἀπό τόν καιρό ἀκόμη πού ἤμουν στήν κοιλιά τῆς μητέρας μου, καί μέ κάλεσε μέ τή χάρη του, χωρίς ἐγώ ἀπό τά ἔργα μου νά εἶμαι ἄξιος γιά μία τέτοια ἐκλογή, 16 νά ἀποκαλύψει στό βάθος τῆς ψυχῆς μου τόν Υἱό του, γιά νά τόν κηρύττω στά ἔθνη, ἀμέσως δέν συμβου­λεύ­­­­­­θηκα σάρκα καί αἷμα, δηλαδή κάποιον θνητό ἄν­θρω­­πο, 17 οὔτε ἀνέβηκα στά Ἱεροσόλυμα γιά νά συναντήσω τούς ἀποστόλους πού εἶχαν κληθεῖ πρίν ἀπό μένα στό ἀποστολικό ἀξίωμα, ἀλλά πῆγα στήν Ἀραβία καί πάλι ἐπέστρεψα στή Δαμασκό. 18 Ἔπειτα, μετά ἀπό τρία χρόνια ἀπό τότε πού εἶχα ἐπι­­στρέψει στό Χριστό, ἀνέβηκα στά Ἱεροσόλυμα γιά νά γνωρίσω ἀπό κοντά τόν Πέτρο, κι ἔμεινα μαζί του δε­­καπέντε μέρες. 19 Ἄλλον ἀπό τούς ἀποστόλους δέν εἶδα, παρά μόνο τόν Ἰάκωβο, τόν ἀδελφό τοῦ Κυρίου.

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΠΑΥΛΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ

«῾Ο Παῦλος ὁ μέγας ὁμολογητής καταγόταν ἀπό τή Θεσσαλονίκη κι ἔγινε νοτάριος καί γραμματέας τοῦ ᾽Αλεξάνδρου, τοῦ ἁγιωτάτου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, καί διάκονος τῆς ῾Αγίας αὐτῆς ᾽Εκκλησίας. Αὐτόν λοιπόν οἱ ὀρθόδοξοι, μετά τήν τελευτή τοῦ ᾽Αλεξάνδρου, τόν προχείρισαν σέ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. ῾Ο Κωνστάντιος ὅμως ὁ βασιλιάς, ἐπειδή ἦταν ὀπαδός τῆς αἵρεσης τοῦ ᾽Αρείου, ὅταν ἐπέστρεψε ἀπό τήν ᾽Αντιόχεια, τόν ἔβγαλε ἀπό τόν θρόνο καί στή θέση του ἔβαλε τόν Εὐσέβιο, ἐπίσκοπο τῆς Νικομηδείας. ῾Ο Παῦλος τότε πῆγε στή Ρώμη, ὅπου βρῆκε τόν μέγα ᾽Αθανάσιο καταβιβασμένο καί αὐτόν ἀπό τόν θρόνο του ἀπό τόν Κωνστάντιο. Μέ γράμματα λοιπόν τοῦ βασιλιά Κώνσταντος ἐπανέρχονται καί οἱ δύο στούς θρόνους τους, ἀλλά καί πάλι ἐκβάλλονται ἀπό τόν Κωνστάντιο μέ τή συμβουλή τῶν ᾽Αρειανῶν. Τότε ὁ Κώνστας γράφει πρός τόν ἀδελφό του Κωνστάντιο ὅτι ῾ἄν τυχόν δέν ξαναπάρουν τούς θρόνους τους, θά ἔλθω μέ στρατιωτική δύναμη ἐναντίον σου᾽. Πῆρε λοιπόν τόν θρόνο ὁ θεϊκός Παῦλος γιά λίγο, ἀλλά μετά τόν θάνατο τοῦ Κώνσταντος ἐξορίζεται στήν Κουκουσό τῆς ᾽Αρμενίας κι ἐκεῖ ἀφοῦ κλείστηκε σέ ἕνα μικρό οἴκημα ὅπου καί λειτουργοῦσε, ἀποπνίγηκε ἀπό τούς ᾽Αρειανούς μαζί μέ τό ὠμοφόρι του, κι ἔτσι παρέδωσε τήν ψυχή του στόν Κύριο”.

Μπορεῖ νά μήν εἶναι πολύ γνωστός σήμερα στό πλήρωμα τῆς ᾽Εκκλησίας ὁ ἅγιος Παῦλος ὁ ὁμολογητής, ὅμως ἡ ἁγιότητά του καί οἱ ἀγῶνες του ὑπέρ τῆς ὀρθοδόξου πίστεως προβάλλονται ἀρκούντως ἀπό τήν ὑμνολογία τῆς ᾽Εκκλησίας μας, δεδομένου ὅτι στήν ἐποχή που ἔζησε (4ος μ.Χ. αἰ.) ἦταν ἀπό ἐκείνους πού στήριξαν τήν ὀρθοδοξία ἀπέναντι στή λαίλαπα τῶν αἱρέσεων τοῦ ἀρειανισμοῦ πού ὑποβίβαζε σέ κτίσμα τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ καί τῶν ὀπαδῶν τοῦ αἱρεσιάρχου Μακεδονίου πού ἀρνοῦνταν τή θεότητα τοῦ ἁγίου Πνεύματος. ῾Ο ἅγιος ὑμνογράφος Θεοφάνης ἐπανειλημμένως τονίζει τούς ἀντιαιρετικούς τους ἀγῶνες, ἐξαιτίας τῶν ὁποίων μάλιστα ἔχασε καί τόν ἀρχιερατικό του θρόνο, σύρθηκε στήν ἐξορία, ἔχασε τέλος καί τήν ἴδια τή ζωή του. «Τόν ἄθεο ῎Αρειο καί τόν δυσεβή Μακεδόνιο τούς ἔπνιξες μέ τά στέρεα νεῦρα τῶν δογμάτων σου» (στιχηρό εσπερινοῦ). ῾Η δύναμη τῶν λόγων του  γιά τήν ὀρθόδοξη πίστη ἦταν τέτοια, ὥστε ὁ ἐκκλησιαστικός ποιητής τόν παραλληλίζει μέ τόν Δαυΐδ πού μέ τή σφενδόνα του νίκησε κι αὐτόν τόν γίγαντα Γολιάθ. «Την ἀθεΐα τοῦ ᾽Αρείου καί τή βλασφημία τοῦ Μακεδονίου ἀφοῦ τά ἐκσφενδόνισες μακριά μέ τήν ἔκθεση τῶν θεοπνεύστων σου δογμάτων καί διδαγμάτων, ὅπως ὁ Δαυΐδ παλαιά τόν ἀλλόφυλο Γολιάθ, αὐτούς τούς αἱρετικούς τούς ἀπαγχόνισες καί τούς κατεδίκασες μέ δύναμη» (ωδή ε´).

Πῶς δικαιολογεῖται ὁ μεγάλος ἀγώνας του κατά τῶν αἱρετικῶν καί ὑπέρ τῆς πίστεως; ῎Οχι μία φορά ὁ ὑμνογράφος μας, ὅπως εἴδαμε καί παραπάνω, σημειώνει: ῾Η αἵρεση ἀποτελεῖ ἀθεΐα καί βλασφημία κατά τοῦ Θεοῦ, ἄνοια καί ἀφροσύνη, κι ἀκόμη: σαπίλα πού μπορεῖ νά μολύνει τόν κόσμο ὅλο. Συνεπῶς ὁ ἀγώνας του εἶναι ὑπέρ τῆς ἀληθείας τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Χριστοῦ, σάν τόν ἀγώνα νά μή χάσουμε τό φάρμακο, προκειμένου νά διακρατηθεῖ ἡ ὑγεία τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου (ωδές ε΄ και ς΄). ῎Ετσι ἡ αἵρεση δέν εἶναι ἁπλῶς μία ἄλλη γνώμη πού μποροῦμε ἀπροβλημάτιστα νά τήν ἐντάξουμε στήν ᾽Εκκλησία, ἀλλά συνιστᾶ τήν πλήρη ἀλλοίωση τῆς ᾽Εκκλησίας, τή διαστροφή τῆς πίστεως στόν Χριστό, συνεπῶς τήν ἀπώλεια τῆς ἴδιας τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου.

῎Εχει πολύ μεγάλη σημασία ὅμως αὐτό πού σημειώνει ὁ ὑμνογράφος Θεοφάνης: ὁ ἅγιος Παῦλος – καί μαζί μέ αὐτόν βεβαίως ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες - πολέμησε τήν αἵρεση ὄχι μέ τρόπο ἀρνητικό, ἀλλά μέ τρόπο θετικό. Πῶς; ᾽Εκθέτοντας τά ὀρθά δόγματα καί φανερώνοντας ἔτσι τήν πλάνη τῶν αἱρετικῶν διδασκαλιῶν. Μέ ἄλλα λόγια μπροστά στό φῶς τῆς ἀλήθειας  ἀποκαλύπτεται καί ἐξαφανίζεται τό σκοτάδι τῆς πλάνης. Κι αὐτή ἡ φανέρωση τῆς ἀλήθειας βλέπουμε ὅτι δέν γίνεται μόνον μέ τό στόμα καί τά χείλη, ἀλλά πρῶτα καί κύρια μέ τήν καθαρότητα τοῦ νοῦ και τόν ἔνθεο ζῆλο. «Μέ τό στόμα καί μέ τή γλώσσα καί μέ τήν καρδιά κήρυξες τόν Χριστόν, Παῦλε» (ωδή γ´). Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως μέ τό στόμα προϋποθέτει τήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς ἀπό τά πάθη, ὥστε αὐτό πού ὁμολογεῖται νά ἀποτελεῖ τελικῶς καρπό τοῦ φωτός τοῦ ἁγίου Πνεύματος (ωδή ε´).  

Εἶναι εὐνόητο βεβαίως ὅτι ἕνας μεγαλοφυής ποιητής τῆς ἐμβέλειας τοῦ ἁγίου Θεοφάνη δέν θά ἄφηνε ἀσχολίαστο τό γεγονός τῆς ὁμωνυμίας τοῦ ἁγίου Παύλου τοῦ ὁμολογητοῦ μέ τόν μέγιστο ἀπόστολο Παῦλο. ᾽Ακριβῶς γιά νά τονίσει τό μέγεθος καί τήν πνευματική ἀξία τοῦ σήμερα ἑορταζομένου ἁγίου. ῾Η παράθεση τοῦ τροπαρίου εἶναι ἐντελῶς ἐνδεικτική: «Ὁ θεσπέσιος ἀπόστολος Παῦλος ἐσένα πού ἔχεις τό ἴδιο ὄνομα μέ αὐτόν καί κοσμεῖσαι, παμμάκαρ, μέ τούς ἴδιους τρόπους ζωῆς καί ὡς πρός τή θεοσέβεια καί τήν ἀνδρεία τῆς ψυχῆς καί ὡς πρός τήν καρτερία τῶν περιστάσεων, καί φλέγεσαι ἀπό τόν ζῆλο τῆς ὀρθοδοξίας, ὑπέρμαχε, ἐσένα λοιπόν σέ ὁρίζει μιμητή του. Μαζί του τώρα εἶσαι δοξασμένος στά οὐράνια σκηνώματα» (στιχηρό ἑσπερινοῦ). Κι ἐκεῖνο πού κατεξοχήν δείχνει τήν παραλληλία ζωῆς τῶν δύο Παύλων γιά τόν ὑμνογράφο εἶναι τό γεγονός ὅτι ῾ἔμαθαν᾽ τόν Θεό, Τόν γνώρισαν ὄχι ἀπό βιβλία ἤ ἁπλά ἀκούσματα, ἀλλά γιατί ὁ ἴδιος ὁ Θεός ὑπῆρξε ἡ πηγή τῆς γνώσης τους. «῎Εσκυψες στά βάθη τοῦ Πνεύματος, γιατί ἔζησες στή γῆ σάν νά μήν εἶχες σάρκα. Κι ἀπό κεῖ ἄντλησες τόν πλοῦτο τῆς θείας γνώσης καί πρόσφερες σάν πηγή στούς ἀνθρώπους τήν ὀρθοδοξία μέ τίς διδασκαλίες σου, ὅσιε Πατέρα» (Δοξαστικό ἀποστίχων τοῦ ὄρθρου).

05 Νοεμβρίου 2021

ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΟΝ... ΒΑΤΡΑΧΟ!

«Μερικές φορές καθώς αντλούσαμε νερό από τις πηγές, αντλήσαμε μαζί με αυτό, χωρίς να το καταλάβουμε, και έναν βάτραχο. Παρόμοια πολλές φορές, καθώς καλλιεργούμε τις αρετές, υπηρετούμε και τις κακίες που χωρίς να φαίνονται είναι συμπεπλεγμένες μαζί τους» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. κστ΄ 37).

Ο άγιος Ιωάννης μάς προσγειώνει στην πραγματικότητα: Την ώρα  που ασκούμε μία αρετή, ή που πιστεύουμε ότι την έχουμε κατακτήσει, την ίδια ώρα έχουμε εισπράξει και τον αρνητικό συνοδό της! Κι ας δούμε  την πονηριά του συνοδού! Ενώ είναι «κολλημένος» με την αγαθή κυρία της, ο ίδιος είναι αφανής. Ο άγιος γίνεται σαφής: «με την αρετή της φιλοξενίας συμπλέκεται και η γαστριμαργία∙ με την αγάπη η πορνική διάθεση∙ με την πραότητα  η υπουλότητα και η οκνηρία∙ με τη σιωπή η διδασκαλική υπεροψία∙… με την ταπεινοφροσύνη η παρρησία. Και σ’ όλα αυτά μέσα, το δηλητήριο της κενοδοξίας»!

Δεν φταίει ασφαλώς η ίδια η αρετή! Η αρετή από τη φύση της είναι αγαθή και καλή. Χριστιανικά μάλιστα θεωρούμενη αποτελεί καρπό του Αγίου Πνεύματος. Το πρόβλημα βρίσκεται μέσα μας: στη χαλασμένη φύση μας∙ στις επιρροές της αμαρτίας, η οποία αν και καταργημένη λόγω της σταυρικής θυσίας του Κυρίου μας και του αγίου βαπτίσματός μας, εξακολουθεί να μας ταλανίζει, γιατί πολύ συχνά είμαστε αμελείς και ξεχνάμε τη χάρη που μας δόθηκε. Οπότε, μια και δεν βρισκόμαστε στο ύψος του χαρίσματος να λειτουργούμε απολύτως ως μέλη Χριστού, η στρεβλή διάθεσή μας χαλάει και την… αρετή. Καλύτερα, αφήνει χώρο στην κακία να αμαυρώνει την έκπαγλη ομορφιά της!

Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν επισημάνει την πραγματικότητα αυτή, χωρίς όμως να υποψιαστούν αυτό που θα επακολουθούσε: τη δυνατότητα υπέρβασης της τραγικότητας του ανθρώπου λόγω του ερχομού του ενανθρωπήσαντος Θεού μας! Και τι έλεγαν; «Ουδέν καλόν αμιγές κακού». Όπως και το αντίστροφο. Δηλαδή τίποτε δεν υπάρχει απολύτως καλό, όπως η αρετή για παράδειγμα, χωρίς τη μίξη του με το κακό. Το καλό συνοδεύεται πάντοτε και με το κακό!

Αλλά είμαστε μετά Χριστόν! Που σημαίνει ότι με τη χάρη Του μέσα στο σώμα Του, την Εκκλησία, μπορεί κανείς να κάνει την υπέρβαση: να καλλιεργεί δηλαδή τις αρετές, χωρίς όμως να υπηρετεί και την «παρέα» τους, τις κακίες. Πώς; Ζώντας διαρκώς με νήψη και επαγρύπνηση: ο νους ως άγρυπνος φρουρός να ελέγχει τους όποιους λογισμούς και τις όποιες διαθέσεις της ψυχής. Και κυρίως με ταπείνωση. Γιατί τότε αναλαμβάνει δράση η χάρη του Θεού, η οποία ενεργεί ως προστατευτικό δίχτυ και συλλαμβάνει κάθε… βατράχι. Γιατί λένε οι άγιοί μας ότι στην περίπτωση αυτή ο χριστιανός έχει γίνει «όλος μάτια».