«Οι άγιοι αυτοί
άθλησαν επί Διοκλητιανού και Μαξιμιανού των βασιλέων. Ο Ιέρων ήταν ανδρείος
κατά το σώμα και ευσεβής κατά την ψυχή, γεωργός στο επάγγελμα. Αυτόν τον
συνάντησαν σε έναν τόπο οι υπηρέτες των ειδώλων. Και θέλοντας να τον
ληστεύσουν, δεν μπόρεσαν. Διότι αυτός αφού έβγαλε από το στέλεχος του γεωργικού
του εργαλείου το σίδερο, χρησιμοποίησε εναντίον τους σαν όπλο το ξύλο, με
αποτέλεσμα να τους τρέψει όλους σε φυγή, γεμάτους αίματα και ιδρώτες. Ο ίδιος
όμως μετά, πήγε από μόνος του στον άρχοντα κι αφού ρωτήθηκε από αυτόν για το
γεγονός και αν είναι χριστιανός, ομολόγησε τον Χριστό, οπότε του
έκοψαν το δεξί του χέρι από τον αγκώνα. Οι δε υπόλοιποι άγιοι ρίχτηκαν στη γη
και κτυπήθηκαν με μαστίγια. Και την επόμενη, αφού συνεχίστηκε το ράβδισμά τους
για πολλές ώρες, τους οδήγησαν έξω από την πόλη της Μελιτινής και τους έκοψαν
τα κεφάλια».
Έχει τονιστεί κατά
κόρον ότι τα μαρτύρια που υπέστησαν οι άγιοι μάρτυρες της Εκκλησίας μας από
τους εχθρούς της πίστεως, αποκαλύπτουν δύο πράγματα: πρώτον, τη δαιμονική
ενέργεια των διωκτών τους: ο διάβολος και οι υπηρέτες του είναι εκείνοι που
χαίρονται με τον πόνο των ανθρώπων, δεύτερον, τη μεγάλη αγάπη των αγίων προς
τον Χριστό, τέτοια που τους έκανε να οδηγούνται στον θάνατο με χαρά, διότι με
τον τρόπο αυτό θα κέρδιζαν τη Βασιλεία του Θεού. Κι έχει επίσης
τονιστεί ότι τα πάθη των μαρτύρων προς χάρη του Χριστού αποτελούν στην ουσία
συμμετοχή τους στο Πρώτο και Μεγάλο Πάθος του ίδιου του Κυρίου, κατά κυριολεξία
συμμετοχή στη Σταυρική Του θυσία, άρα συμμετοχή και στην Ανάσταση
Εκείνου. Ακριβώς λοιπόν η σημερινή ακολουθία των αγίων τριάντα τριών μαρτύρων,
ποίημα Ιωάννου του μοναχού, δεν παύει να τονίζει αυτόν τον σταυρικό χαρακτήρα
του μαρτυρίου τους, το οποίο τους οδήγησε προς την καλύτερη ζωή της Βασιλείας
του Θεού. «Μιμήθηκαν,
Κύριε, οι αθλητές το πάθος σου το θείο».
Η κατανόηση του
μαρτυρίου των αγίων ως γεγονότος συμμετοχής στον Σταυρό του Κυρίου, συνιστά,
κατά τον υμνογράφο, και τη μεγαλύτερη δύναμη των αγίων. Ενώ φαίνονται
ηττημένοι, αυτοί μεγαλουργούν. Κι η εικόνα που επιστρατεύει ο ποιητής Ιωάννης
για να δείξει την αλήθεια αυτή, είναι πράγματι μοναδική: ο Σταυρός
παρομοιάζεται με τόξο που κρατείται από τον Χριστό, το οποίο
τεντώνεται προκειμένου με την ρίψη των ακονημένων βελών, δηλαδή των μαρτύρων,
να τρώσει την καρδιά του διαβόλου και των υπηρετών του. «Κτυπήθηκε καταπληγωμένη η καρδιά των εχθρών.
Διότι ο Χριστός τέντωσε τον Σταυρό ως τόξο κι απέστειλε τους μάρτυρες ως βέλη
ακονισμένα». Με άλλα λόγια, και το Πάθος του Κυρίου, αλλά και τα πάθη
των πιστών Αυτού, συνιστούν τη μεγαλύτερη δύναμή Του για την εξόντωση του κακού
στον κόσμο.
Πρόκειται για την «άλλη» λογική του Χριστού και της Εκκλησίας, την οποία δεν κατανοούν βεβαίως οι άγευστοι της πίστεως. Οι εκτός της Εκκλησίας ή οι κατ’ όνομα Χριστιανοί θεωρούν ότι η εξουσία βρίσκεται στην κατοχή των ανθρωπίνων μέσων και δυνατοτήτων. Και δεν διστάζουν, προκειμένου να κυριαρχήσουν, να χρησιμοποιούν τα μέσα αυτά για να υποτάξουν τους θεωρουμένους αδύναμους. Χωρίς να καταλαβαίνουν ότι μπαίνουν στην ίδια θέση των εχθρών του Χριστού που πίστεψαν ότι Τον «νίκησαν» γιατί Τον κάρφωσαν πάνω στον Σταυρό. Όμως η πραγματικότητα είναι άλλη. Αυτός που ανεβαίνει στον Σταυρό, έχοντας πίστη βεβαίως σ’ Εκείνον, είναι τελικώς ο δυνατός: γίνεται το βέλος του ίδιου του Θεού που «τιτρώσκει», που πληγώνει την καρδιά των δυναστών. Όπως το λέει και ο απόστολος Παύλος: «όταν ασθενώ, τότε είμαι δυνατός!» Το μόνο ζητούμενο, το ξαναλέμε, είναι η δική μας πίστη. Να μην καταβαλλόμαστε, αλλά να έχουμε αδιάκοπα στραμμένο το βλέμμα μας «προς τον δυνάμενον σώζειν», τον παντοδύναμο Θεό μας. Η Ανάσταση και η δική μας τότε θα είναι θέμα ολίγου χρόνου.