02 Ιανουαρίου 2023

Π Ρ Ω Τ Ο Χ Ρ Ο Ν Ι Α !

«ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ!»

«Και γι’ αυτό πρώτα απ’ όλα χρειάζεται το “γνώθι σαυτόν”. Δηλαδή να γνωρίσεις τον εαυτό σου, ποιος είσαι. Ποιος είσαι στ’ αλήθεια, όχι ποιός νομίζεις εσύ ότι είσαι. Με τη γνώση αυτή γίνεσαι ο σοφότερος των ανθρώπων. Με τέτοια επίγνωση έρχεσαι σε ταπείνωση και παίρνεις χάρη από τον Κύριο. Διαφορετικά αν δεν αποκτήσεις αυτογνωσία, αλλ’ υπολογίζεις μόνο τον κόπο σου, γνώριζε ότι πάντοτε θα βρίσκεσαι μακριά από το δρόμο» (όσιος Ιωσήφ ο ησυχαστής).

Η αυτογνωσία, ως όραμα και ευχή για το νέος έτος 2023 και για κάθε ξεκίνημα του ανθρώπου,  κατανοείται διαφορετικά στην αρχαιοελληνική (και κάθε εξωχριστιανική) από τη χριστιανική παράδοση: στη μία η κίνηση είναι του ανθρώπου που στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις – δεν υπάρχει καμία αποδοχή αμαρτίας και αδυναμίας! Στην άλλη η κίνηση είναι πάλι του ανθρώπου αλλά που ανταποκρίνεται στην πρωτοβουλία του Θεού να έλθει στον κόσμο προς σωτηρία του ανθρώπου – υπάρχει η πλήρης αποδοχή της αδυναμίας, η οποία όμως μεταποιείται σε παντοδυναμία από τη χάρη του Θεού! Δεν είναι τυχαίο ότι ο πρώτος μακαρισμός του Κυρίου σχετίζεται με την αλήθεια αυτή: «μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών εστιν η βασιλεία των Ουρανών», μακάριοι όσοι αναγνωρίζουν την πνευματική τους φτώχεια, γιατί σ’ αυτούς ανήκει η Βασιλεία των Ουρανών. Κι έτσι η χριστιανική κατανόηση της αυτογνωσίας συνδέεται με το ουσιαστικότερο στοιχείο της θείας Αποκαλύψεως: ότι ο Θεός είναι «ο Ων», η πηγή του Είναι και κάθε είναι και ύπαρξης, γι’ αυτό και συνυπάρχει με την ταπείνωση – πώς να καυχηθεί εκείνος που βλέπει ότι η ύπαρξή του είναι δωρεά του Θεού και οτιδήποτε στον κόσμο εξαρτάται από τις ενέργειες Εκείνου;

Έτσι ο μεν χριστιανός με το «γνώθι σαυτόν» γνωρίζει την πραγματικότητα του εαυτού του καθώς τοποθετείται ενώπιον του Θεού: η αυτογνωσία είναι καρπός της θεογνωσίας του, ενώ ο μη χριστιανός, όπως ο αρχαίος Έλληνας, (αλλά και ο χριστιανός που έχει χάσει την πίστη του), ενώ κατανοεί ότι υπάρχουν προβλήματα στον αυτοπροσδιορισμό του, γνωρίζει αποσπάσματα του εαυτού του, που σημαίνει έχει αλλοιωμένη επίγνωση του είναι του – βλέπει πρωτίστως τα πάθη του! Κι εδώ ακριβώς διευκρινίζεται ο λόγος του αγίου Ιωσήφ: «να γνωρίσεις ποιος είσαι στ’ αλήθεια κι όχι αυτός που νομίζεις ότι είσαι»! Πραγματικά, όσο δεν έχουμε την ορθή πίστη του Θεού, τόσο δεν έχουμε και ορθή θεώρηση του εαυτού μας – όποιος δεν ζει κατά Θεόν «πουθενά δεν βλέπει τον Θεό και τη δύναμή Του. Παντού βλέπει σάρκα και ύλη», κατά την έκφραση του αγίου Ιωάννη της Κροστάνδης. «Βρισκόμαστε πάντοτε μακριά από τον δρόμο» δηλαδή, μακριά από τον Χριστό και την αλήθεια, οπότε η αυτογνωσία μας στην περίπτωση αυτή δεν υφίσταται παρά μόνο στα φτερά της φαντασίας μας! 

Μακάρι ο καινούργιος χρόνος να μας βρίσκει καθημερινά στην ετοιμότητα θέας του Θεού μας, ώστε μέσα στο φως Εκείνου να βλέπουμε καθαρά και τον εαυτό μας και να «μετράμε» έτσι και τον βαθμό της σοφίας μας στον κόσμο τούτο. Αλλά τούτο απαιτεί ως γνωστόν την προσπάθεια να κρατάμε καθαρή την καρδιά μας από οτιδήποτε πονηρό και κακό, που θα πει να βρισκόμαστε αδιάκοπα στον δρόμο της μετανοίας.

ΜΕΛΙΣΣΟΚΕΡΙ ΑΝΑΨΑ...

 


Στην ήσυχη την εκκλησιά με

σταυροκόπημα μπήκα γερμένος μέσα.

Μελισσοκέρι άναψα σεμνό κι ένα μου

δάκρυ καυτερό πύρωσε τις παρειές μου.

Μετάνοια έβαλα μπροστά στην Παναγιά

Παρηγορήτρα κι ακούμπησα χείλη

τα θερμά στης Μάνας μου το χέρι.

Απόμεινα ολόρθος να κοιτώ τη φλόγα

του κεριού μου – ίδια μια φλόγα που ’καιγε

ψυχής μου το καντήλι. Και το κεράκι

λιώνοντας έλιωσε την καρδιά μου

– μου μήνυσε πώς να τραβώ

τον δρόμο της ζωής μου.

Η ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΟΥ ΤΩΡΑ!

 

Τό τώρα, ὡς ἡ εὐκαιρία καί ἡ δωρεά πού μᾶς δίνει Χριστός ὁ Θεός μας γιά νά τήν ἀξιοποιοῦμε μέ συνετό τρόπο,  μοιάζει μ’  ἕνα λευκό χαρτί πού μᾶς ἁπλώνει ἐνώπιόν μας, εἴτε αὐτό λέγεται σήμερα εἴτε λέγεται ὥρα πού περνᾶμε εἴτε λέγεται στιγμή τοῦ χρόνου, ὥστε μέ τόν χρωστήρα τῆς βούλησής μας νά ζωγραφίσουμε πάνω  σ’ αὐτό ὄχι μουτζαλιές καί σκιές, ὄχι τίς μαυρίλες τῆς ἁμαρτίας, ἀλλά τόν ὁλοφώτεινο πίνακα τῆς ἐφαρμογῆς τῶν ἁγίων Του ἐντολῶν καί τοῦ ἁγίου Του θελήματος. Ἡ κάθε στιγμή καί ὥρα μας δηλαδή πρέπει νά μᾶς βρίσκει στήν ἑτοιμότητα τοῦ «γενηθήτω τό θέλημά Σου» καί ὄχι τό θέλημά μου. Καί τό θέλημά Του κι ἡ ἐντολή Του εἶναι γνωστή: «Αὕτη ἐστίν ἡ ἐντολή ἡ ἐμή, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους». «Μείνατε ἐν τῇ ἀγάπῃ τῇ ἐμῇ. Ἐάν τάς ἐντολάς μου τηρήσητε μενεῖτε ἐν τῇ ἀγάπῃ Μου». Δέν ὑπάρχει ἄλλος τρόπος νά γεμίσω τόν χρόνο μου καλῶς, νά ζωγραφίσω τό πορτραῖτο τῆς εἰκόνας τοῦ Θεοῦ μέσα μου, πέρα ἀπό τό νά θέτω σέ πράξη αὐτό πού ζητάει ὁ Θεός καί πού συνιστᾶ καί τήν ἴδια τήν ὕπαρξή Του: τήν ἀγάπη. Ἡ εὐχή τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι σαφεστάτη: «νά ὁδεύουμε καλῶς σάν σέ ἡμέρα μέ τό φῶς τῶν ἐντολῶν Σου».

Ὁ μεγάλος νηπτικός Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας άγιος Διάδοχος  Φωτικῆς μᾶς διαφωτίζει ἰδιαιτέρως στό θέμα τῆς ἀγάπης μ’ ἕνα παράδειγμα: «Σέ μία προσωπογραφία ὅταν προστεθεῖ στό σχέδιο ἡ κατάλληλη ἀπόχρωση ἀπό κάθε χρῶμα, ἡ προσωπογραφία μοιάζει στόν εἰκονιζόμενο ἀκόμη καί στό μειδίαμα. ῎Ετσι καί σέ ἐκείνους πού ζωγραφίζονται ἀπό τήν θεία χάρη γιά νά γίνουν ῾καθ᾽ ὁμοίωσιν᾽, ὅταν προστεθεῖ ὁ φωτισμός τῆς ἀγάπης, τότε φανερώνει ὅτι τό ῾κατ᾽ εἰκόνα᾽ βρίσκεται καθ᾽ ὁλοκληρίαν στήν ὡραιότητα τοῦ ῾καθ᾽ ὁμοίωσιν᾽. Καμμία ἄλλη ἀρετή δέν μπορεῖ νά προξενήσει ἀπάθεια στήν ψυχή, παρά μόνον ἡ ἀγάπη. Γιατί ἡ ἀγάπη εἶναι ἐκπλήρωση ὅλου τοῦ νόμου. ῞Ωστε λοιπόν ξανακαινουργώνεται μέρα μέ τήν μέρα ὁ ἐσωτερικός μας ἄνθρωπος μέ τήν γεύση τῆς ἀγάπης, καί ὁλοκληρώνεται ὅταν φτάσει στήν τελειότητά της» (κεφ. 89). 

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΣΙΛΒΕΣΤΡΟΣ ΠΑΠΑΣ ΡΩΜΗΣ

 

«Ο άγιος Σίλβεστρος χειροτονείται λόγω της μεγάλης του αρετής επίσκοπος της πρεσβυτέρας Ρώμης, διαδεχόμενος τον προηγούμενο επίσκοπο Μιλτιάδη που απέθανε. Έκανε πολλά θαύματα και ήταν αυτός που χειραγώγησε στην πίστη του Χριστού τον μέγα βασιλιά Κωνσταντίνο, του οποίου καθάρισε διά του αγίου Βαπτίσματος τα πάθη της ψυχής και του σώματός του, και απέδειξε ότι ο Χριστός είναι Αυτός που προφητεύτηκε από την Παλαιά Διαθήκη, όπως και έδωσε ζωή σε έναν ταύρο, τον οποίο φόνευσε με μάγια ένας Εβραίος και δεν μπόρεσε βεβαίως να τον ξαναφέρει πίσω στη ζωή. Ο άγιος έγινε αίτιος της σωτηρίας πολλών ανθρώπων και εξεδήμησε προς τον Κύριο σε βαθύ γήρας».

Ο άγιος Σίλβεστρος μολονότι ανήκει στους Πατέρες της Δυτικής Εκκλησίας, τιμάται  από την οικουμενική Ορθοδοξία. Διότι έζησε σε εποχή που ήταν ενωμένη η Δύση με την Ανατολή, δηλαδή σε εποχή που το σχίσμα της Δυτικής Εκκλησίας δεν την είχε ακόμη απομακρύνει από την αλήθεια της πίστεως. Αποτελεί δε για κάθε εποχή Πατέρα και Διδάσκαλο της Εκκλησίας, γιατί υπερμάχησε υπέρ της ορθοδοξίας αγωνιζόμενος κατά των παρεκκλίσεων των αιρέσεων: φανέρωσε με δύναμη τη μία φύση του Τριαδικού Θεού, αλλά σε τρεις υποστάσεις, Μονάδα στην Τριάδα και Τριάδα στη Μονάδα. Πατέρας, Υιός και Άγιον Πνεύμα, μία όμως θεότητα. Οι ύμνοι της Εκκλησίας μας τονίζουν με έμφαση τον υπέρ της αληθούς πίστεως αγώνα του, όπως και την προσπάθειά του να δείξει ότι η αίρεση, η διαστρέβλωση της πίστεως, συνιστά σκότος, που απομακρύνει τον άνθρωπο από τον ίδιο τον Θεό. «Πάτερ Ιεράρχα Σίλβεστρε, με το ιερό φως της ιερωσύνης σου φώτισες τους πιστούς με φωτοβόλα διδάγματα να σέβονται την τρισυπόστατη ουσία της Θεότητος, ως Μονάδα κατά τη φύση Της. Και γι’ αυτό έδιωξες μακριά το σκοτάδι των αιρέσεων» («Πάτερ Ιεράρχα Σίλβεστρε, ιερωσύνης φωτί ιερώς φωτιζόμενος, τους πιστούς εφώτισας φωτοβόλοις διδάγμασι, Μονάδα φύσει την τρισυπόστατον ουσίαν σέβειν∙ και απεδίωξας σκότος αιρέσεων»).

Η επισήμανση του ιερού υμνογράφου περί της αιρέσεως ως σκότους δεν πρέπει να διαλάθει εύκολα της προσοχής μας. Ο υμνογράφος τονίζει αυτό που σήμερα πολλοί άνθρωποι, ακόμη δυστυχώς και θεωρούμενοι χριστιανοί, το υποβαθμίζουν. Δηλαδή ότι τα δόγματα της πίστεως δεν είναι απλώς κάποιες θεωρητικές προτάσεις, οι οποίες έχουν σημασία μόνον για κάποιους θεολόγους και παπάδες. Τα δόγματα συνιστούν τη φανέρωση της αληθινής εικόνας του Τριαδικού Θεού και του Ιησού Χριστού ως του ενανθρωπήσαντος Θεού, που σημαίνει ότι υποβάθμιση ή παρέκκλιση από αυτά οδηγεί αυτομάτως σε οντολογική αλλοίωση του ίδιου του ανθρώπου και απώλεια της ίδιας της σωτηρίας του ως πραγματικής σχέσεως με τον Θεό. Με άλλα λόγια το δόγμα καθορίζει το ήθος και τη ζωή του ανθρώπου, γι’ αυτό και η Εκκλησία μας πάντοτε αγωνίστηκε «έως θανάτου» υπέρ της αληθείας της πίστεώς της. Τέτοιος πατέρας και διδάσκαλος λοιπόν της πίστεως ήταν και ο άγιος Σίλβεστρος κι αυτό προβάλλει εν πρώτοις ο άγιος υμνογράφος του.

Ο ίδιος βεβαίως, ο άγιος Ιωσήφ, δεν μένει μόνον στην προβολή του αγίου Σιλβέστρου ως διαπρυσίου διδασκάλου της ορθοδοξίας και αντιαιρετικού αγωνιστή. Επικεντρώνει την προσοχή του και στις προϋποθέσεις του αγίου, προκειμένου να έχει τον θείο αυτόν φωτισμό: ο άγιος Σίλβεστρος, μολονότι επίσκοπος και μάλιστα της έχουσας τότε τα πρεσβεία τιμής πρεσβυτέρας Ρώμης, ή μάλλον ακριβώς λόγω της θέσεώς του αυτής, υπήρξε μέγας ασκητικός άνδρας, που αγωνιζόταν για τον προσωπικό του αγιασμό διά της τηρήσεως των ευαγγελικών εντολών και συνεπώς της υπερβάσεως των ψεκτών αμαρτωλών παθών. «Κυριάρχησες με υψηλό φρόνημα πάνω στα πάθη σου, σοφέ Σίλβεστρε, και υπέταξες το σαρκικό αμαρτωλό φρόνημα  με τους ασκητικούς τρόπους ζωής στον άγιον Πνεύμα. Έγινες λοιπόν θείο κατοικητήριο της Τριάδος, γι’ αυτό και ψάλλοντας ταπείνωσες με ένδοξο τρόπο τα πνεύματα της πονηρίας» («Μεγαλοφρόνως παθών κατεκράτησας και σάρκα ασκητικαίς αγωγαίς υπέταξας τω Πνεύματι, σοφέ∙ θείον καταγώγιον Τριάδος γεγονώς περιφανώς της πονηρίας τα πνεύματα ψάλλων εταπείνωσας»). Ο υμνογράφος εξαγγέλλει το αυτονόητο∙ κανείς δεν μπορεί να είναι αληθινός διδάσκαλος της Εκκλησίας και μάλιστα κληρικός, αν δεν ακολουθεί ασκητική διαγωγή με τήρηση των εντολών του Κυρίου. Διαφορετικά, συνιστά κίβδηλο διδάσκαλο, που και την όποια θεωρητική κατάρτισή του στα θέματα της πίστεως θα την χάσει σύντομα. Ο φωτισμός του νου δηλαδή συνυπάρχει όχι μόνον με τη μελέτη των κειμένων της Εκκλησίας μας, αλλά και με τον ασκητικό τρόπο της ζωής.

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ Ο ΜΕΓΑΣ (1 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ)

 

«Ο άγιος Βασίλειος άκμασε στους χρόνους του βασιλιά Ουάλεντα. Ενώπιόν του ομολόγησε με θάρρος την υγιά ορθόδοξη πίστη και εναντιώθηκε στην κακοδοξία του Αρείου, την οποία αποδέχτηκε ο βασιλιάς σαν φωτιά που λυμαίνεται την Εκκλησία. Ο πατέρας του καταγόταν από τον Πόντο, ενώ η μητέρα του από την Καππαδοκία. Στους λόγους υπερέβαλε τους πάντες, όχι μόνον τους ρήτορες της εποχής του, αλλά και τους παλαιούς. Διότι αφού σπούδασε την κάθε επιστήμη, έφτασε στο ανώτερο σημείο καθεμιάς από αυτές. Αλλά όχι λιγότερο άσκησε την πρακτική φιλοσοφία και μέσω αυτής ανέβηκε στη θεωρία των όντων, οπότε και ανήλθε στον αρχιερατικό θρόνο. Ως αρχιερέας αγωνίστηκε πολύ υπέρ της ορθοδόξου πίστεως και κατέπληξε τον έπαρχο με το σταθερό και ανυποχώρητο φρόνημά του. Συνέθεσε και λόγους, με τους οποίους εξαφάνισε τα συστήματα των ετεροδόξων, δίδαξε το ορθό ήθος και με σαφήνεια φανέρωσε τη γνώση των όντων. Κι αφού καθοδήγησε το ποίμνιο του Χριστού με κάθε αρετή, εκδήμησε προς τον Κύριο. Ήταν δε κατά τον τύπο του σώματος ψηλός, ξηρός και λιπόσαρκος, μελαχρινός, με ωχρότητα στο πρόσωπο, με μακριά μύτη, κάνοντας κύκλο τα φρύδια του, με σύσπαση αυστηρή αλλά που μοιάζει φροντιστικός, με μέτωπο που ρυτιδώνεται από ακτινοβολίες, επιμήκης στις παρειές, κοίλος στους κροτάφους, χωρίς πολλά μαλλιά, με μεγάλη όμως γενειάδα, μεσήλικας. Ήταν υιός του Βασιλείου και της Εμμέλειας. Τελείται δε η σύναξή του στην αγιότατη μεγάλη Εκκλησία».

Ο μέγας Ιωάννης Δαμασκηνός, ο βαθύς θεολόγος και ιδιοφυής υμνογράφος της Εκκλησίας μας, είναι ο συνθέτης του κανόνα του αγίου Βασιλείου του μεγάλου. Ένας μεγάλος που έγραψε για έναν πολύ μεγάλο, μπροστά στον οποίο όμως ο ίδιος νιώθει μικρός, γι’ αυτό και θεωρεί ότι μόνον ένας με τη φωνή του αγίου Βασιλείου μπορεί να είναι ικανός να εγκωμιάσει τη μεγαλοσύνη του. «Έπρεπε η δική σου φωνή να είναι παρούσα, Βασίλειε, σ’ αυτούς που θέλουν να επιχειρήσουν τον εγκωμιασμό σου». Παρ’  όλα αυτά το επιχειρεί, ζητώντας τη συγνώμη του και τη χάρη του.

Δεν ξεχνά βεβαίως ο άγιος Δαμασκηνός ότι η εορτή του αγίου συμπίπτει με την Δεσποτική εορτή της Περιτομής του Κυρίου Ιησού Χριστού. Γι’ αυτό και διπλά πανηγυρίζει, κατ’ αυτόν, η Εκκλησία μας: «Διπλή εορτή εορτάζει η Εκκλησία σήμερα. Την Περιτομή, διότι ο Δεσπότης Χριστός φάνηκε στη γη ως βρέφος, και την εορτή της μνήμης του δούλου του Χριστού Βασιλείου, του σοφού και τρισμακάριστου». Και προβαίνει σε μία υπερβολή: προκειμένου να τονίσει το ύψος της αγιότητας του Βασιλείου, σημειώνει ότι η Εκκλησία έχει ως στολισμό τη μνήμη του αγίου, όπως έχει στολισμό τη Γέννηση του Κυρίου. «Όπως στολίζεται η Νύμφη Εκκλησία με τον τόκο του Χριστού, έτσι και με τη μνήμη σου, Παμμακάριστε». Η υπερβολή όμως μειώνεται και γίνεται αποδεκτή, αν σκεφτεί κανείς ότι η όποια τιμή ενός αγίου στην πραγματικότητα αποτελεί τιμή και δόξα του ίδιου του Κυρίου. Διότι ο Θεός εξυμνείται με τους αγίους, αφού Εκείνος τους έδωσε τη χάρη του αγιασμού τους. «Θαυμαστός ο Θεός εν τοις αγίοις Αυτού».

Ο υμνογράφος μας, βαθύς γνώστης της ζωής και του έργου του Μεγάλου Βασιλείου, προσπαθεί να τον προβάλει στο πλήρωμα των πιστών, σε όλες σχεδόν τις διαστάσεις της πολυποίκιλης προσωπικότητας και του πολυσχιδούς έργου του. Κατεξοχήν βεβαίως επιμένει στον αγώνα του υπέρ της ορθοδόξου πίστεως και κατά των αιρετικών. Ο Βασίλειος για τον άγιο Ιωάννη, αλλά και για τους λοιπούς υμνογράφους που έγραψαν γι’ αυτόν, είναι «αυτός που ανάβλυσε στην Εκκλησία τα διδάγματα της ορθοδοξίας», «των δογμάτων θησαυρός ο ανέκλειπτος», «ο των πιστών τας καρδίας ενθέως ευφραίνων», όπως αντιστοίχως βεβαίως είναι εκείνος που στηλίτευσε τους αιρετικούς και κονιορτοποίησε όλα τα επιχειρήματά τους: «των απίστων τα δόγματα αξίως εβύθισε» και «φάνηκες σαν κοφτερός πέλεκυς για τους αντίθεους και σαν φωτιά που κατατρώγει την απάτη, πάτερ Βασίλειε».

Η σαν άστρο φωτεινό παρουσία του αγίου Βασιλείου στην Εκκλησία, με την οποία φώτισε αυτήν στον δρόμο της ορθοδοξίας, στηρίχτηκε κατά τον άγιο Δαμασκηνό πρωτίστως σε δύο παράγοντες: πρώτον, στον καθαρό και αγνό τρόπο της ζωής του, με τον οποίο έκανε τον Χριστό ένοικο της ψυχής του. Ενοικώντας δηλαδή ο Χριστός στην ψυχή του, που είναι η πηγή της ζωής, έκανε τον Βασίλειο να αναβλύσει ποταμούς δογμάτων ευσεβών για όλη την οικουμένη. «Αφού έβαλες τον Χριστό ως ένοικο στην ψυχή σου, με τον καθαρό τρόπο ζωής σου, Αυτόν που είναι η πηγή της ζωής, ανέβλυσες, ιεροοφάντα Βασίλειε, ποταμούς ευσεβών δογμάτων στην οικουμένη». Κι ο καθαρός τρόπος ζωής του έγκειτο στον αγώνα να αποκτήσει τις αρετές όλων των αγίων: «Μάζεψες τις αρετές όλων των αγίων, πατέρα μας Βασίλειε». Δεύτερον, στην τεράστια παιδεία του, την κοσμική και την εκκλησιαστική, καρπό των πολυετών σπουδών του και της μεγαλοφυούς διανοίας του, όπως βεβαίως και της εφέσεώς του προς τον Θεό.  «Μελέτησες καλά τη φύση των όντων και εξέτασες το άστατο όλων των δημιουργημάτων», σημειώνει ο άγιος Δαμασκηνός. Και: «Έγινες πλήρης από όλη την παιδεία, όχι μόνο την κάτω και γήινη, αλλά πολύ περισσότερο την ανώτερη, γι’ αυτό και φάνηκες στον κόσμο ως φως, Βασίλειε».

Ο άγιος υμνογράφος βεβαίως είναι ευνόητο ότι δεν μπορεί να μην αναφέρει και εκείνο το έργο, πέραν της διδασκαλίας του αγίου και του προσωπικού του αγιασμού, με το οποίο σφράγισε την εποχή του ο άγιος και έμεινε χρυσό παράδειγμα ανά τους αιώνες: την ελεήμονα προσφορά του στον συνάνθρωπο, ιδίως με τη λεγόμενη «Βασιλειάδα». Η φιλανθρωπική δράση του αγίου Βασιλείου όντως έχει μείνει παροιμιώδης. Θεωρείται κυριολεκτικά «κανών», τύπος, προς τον οποίο στρέφουν τα βλέμματα όλοι οι πιστοί στους μετέπειτα αιώνες μέχρι σήμερα, για να κατανοούν τι σημαίνει αγιότητα βίου συνδυασμένη με οξυδέρκεια και άνοιγμα καρδιάς. Κατά τον άγιο Δαμασκηνό «Αναδείχτηκες, Βασίλειε, πατέρας των ορφανών και των χηρών υπερασπιστής, και ο πλούτος για τους πτωχούς, η παρηγοριά για τους ασθενείς και ο κυβερνήτης των πλουσίων, το στήριγμα των γηρατειών, η παιδαγωγία της νεότητας και ο κανόνας της αρετής των μοναχών».

Κι αν σ’ αυτά προσθέσουμε και το μαρτυρικό φρόνημα του αγίου, το οποίο κατεξοχήν φάνηκε με τη σθεναρή στάση του απέναντι στον αλαζόνα έπαρχο του αυτοκράτορα, τον Μόδεστο, ο οποίος προκειμένου να τον μεταπείσει από την αλήθεια της ορθοδοξίας, τον απείλησε με δήμευση της περιουσίας, με εξορία και με αυτόν ακόμη τον θάνατο, καταλαβαίνουμε ότι μιλώντας για τον άγιο Βασίλειο μιλάμε για άγιο που και ο χαρακτηρισμός του μεγάλου είναι ελλιπής. Και μπορεί να μην υπήρξε μάρτυρας με τη συνήθη έννοια του όρου, υπήρξε όμως μάρτυρας στη συνείδηση και στο φρόνημα, έτοιμος να δώσει και τη ζωή του για χάρη της αληθούς πίστεως. Ιδού πώς εγκωμιάζει ο άγιος Δαμασκηνός το μαρτυρικό αυτό φρόνημά του: «Υπέρμαχε της Τριάδος Βασίλειε, στάθηκες μπροστά σε δικαστικό θρόνο, κινδυνεύοντας για την πίστη. Γιατί δείχνοντας την αντίθεσή σου με γενναίο φρόνημα, ντρόπιασες τον θυμό του επάρχου, ο οποίος υπερηφανευόταν για την εξουσία της ασέβειάς του. Και ενώ απειλούσε να σου βγάλει τα σπλάχνα, εσύ προτίμησες με προθυμία να το κάνει. Και αφού έγινες μάρτυρας ως την προαίρεσή σου, πήρες το στεφάνι της νίκης από τον Χριστό».

Είθε «μιμούμενοι αυτού την πίστιν, την ζέσιν, την ταπείνωσιν» να γίνουμε κι εμείς οίκος Χριστού και κάτοικοι του Παραδείσου.

31 Δεκεμβρίου 2022

ΕΥΛΟΓΙΑ ΒΑΣΙΛΟΠΙΤΑΣ ΤΗΣ Ι. ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΕΒΑΣΜ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΜΑΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ

Την Πρωτοχρονιάτικη Βασιλόπιτα της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς Ευλόγησε σήμερα Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2022, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.Σεραφείμ στον Καθεδρικό Ιερό Ναό Αγίας Τριάδος.

Παρουσία Πολιτικών, Πολιτειακών, Δικαστικών, Στρατιωτικών Αρχών και Σωμάτων Ασφαλείας, επισήμων, πλήθους κόσμου και των κληρικών και συνεργατών της τοπικής μας Εκκλησίας, ο Σεβασμιώτατος αφού τόνισε πως «περάσαμε έναν χρόνο που μας πλήγωσε πολύ, γιατί ήρθε στον κόσμο μας επίσημα ο πόλεμος, ο αναθεωρητισμός, η σφαγή και το έγκλημα», ευχήθηκε «ο νέος χρόνος να είναι ειρηνικός, ευεπίφορος ευλογιών και δυνάμεων και χαρίτων πολλών και ο καθένας από μας να έχει ακριβώς την ευθύνη του για την ελευθερία και τη δυναμική του».

Ο Σεβασμιώτατος παρέδωσε τους διορισμούς στα νέα Εκκλησιαστικά Συμβούλια, στα νέα μέλη των ενοριακών Φιλοπτώχων Ταμείων και των Διαχειριστικών Επιτροπών και στις Ενοριακές Επιτροπές Νεότητος της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, που από την 1η του έτους αναλαμβάνουν, προτρέποντας όλους να επιτελούν με ζήλο τα καθήκοντά τους.

Εξέφρασε τις θερμές και ευγνώμονες ευχαριστίες του προς όλους τους κληρικούς και τα λαϊκά στελέχη που «που αναλαμβάνουν από σήμερα τα καθήκοντά τους στη διαποίμανση, στη διοίκηση των Ιερών Ναών και των ευαγών ιδρυμάτων» κάτι που, όπως είπε, καταδεικνύει το ότι είμαστε όλοι συμμέτοχοι στο έργο της Εκκλησίας μας και στην μεγάλη αυτή διακονία στο έργο του Κυρίου μας.

Νωρίτερα ο Προϊστάμενος του Καθεδρικού Ιερού Ναού Αγίας Τριάδος Πειραιώς Αρχιμανδρίτης π.Δανιήλ Ψωίνος, ανέγνωσε την Πρωτοχρονιάτικη Ποιμαντορική Εγκύκλιο του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς κ.Σεραφείμ, ο οποίος, όπως κάθε χρόνο, παρέδωσε, βάσει κοινωνικών κριτηρίων, τέσσερις (4) επιταγές από το Ταμείο Υποτροφιών της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς σε νέους που εισήχθησαν σε Ανώτατα Εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας. Πρόκειται για τους Γιώργο Ζέρβα, Ηλία Νικολαΐδη, Νίκο Νικολαΐδη και Βασίλη Σπύρου στα πρόσωπα των οποίων ο Σεβασμιώτατος συνεχάρη και όλα τα παιδιά τα οποία «κάνουν το μεγάλο ταξίδι στη μόρφωση, στην καταξίωση και στην δυναμική της ζωής», όπως είπε.

Μεταξύ άλλων, το ένα από τα πέντε φλουριά που υπήρχαν, κέρδισε η Υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων κα Δόμνα Μιχαηλίδου,η οποία και παρέλαβε ως ενθύμιο και Ευλογία από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πειραιώς κ.Σεραφείμ, μία Εικόνα των Χριστουγέννων, το Ημερολόγιο του Ραδιοφωνικού Σταθμού «Πειραϊκή Εκκλησία» και το φλουρί για το 2023 της Μητροπόλεώς μας.

Όπως κάθε χρόνο, έτσι και εφέτος, πρωτοχρονιάτικα κάλαντα και τραγούδια απέδωσαν η μουσικά μπάντα του Δήμου Πειραιά και η Αδελφότητα Κρητών «Η ΟΜΟΝΟΙΑ».

ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΕΠΙ ΤΗι ΠΡΩΤΗι ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΤΟΥΣ 2023 ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ, ΦΑΛΗΡΟΥ, ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑΣ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΕΝΤΗ κ.κ. Σ Ε Ρ Α Φ Ε Ι Μ

ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΙΕΡΟΝ ΚΛΗΡΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΠΛΗΡΩΜΑ

ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ

᾿Αδελφοί συλλειτουργοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ Χρόνια Πολλά !

Εἰσερχόμενοι σ᾿ ἔνα καινούργιο χρόνο, ἐναύλως τίθεται τό ἐρώτημα : Γιατί ἔρχεται στόν κόσμο αὐτόν ὁ ἄνθρωπος; Χρειάζεται ὁ κόσμος τόν ἄνθρωπο; Ὑπάρχει κάποιος σκοπός στόν κόσμο καί ὑπάρχει κάποιος σκοπός γιά τόν ἄνθρωπο; ᾿Απορίες πού ἀνακύπτουν ἀπό ἕναν διαστοχασμό μοναχικό τῆς ὕπαρξής μας ὅλης,  ἀπορίες διατρητικές, ἀνατρεπτικές μιᾶς φαινομενικῆς τάξης καί μιᾶς παράδοξης ἀλληλουχίας πού πληγώνει στά βάθη του τόν ἄνθρωπο, θέτοντας τον ὑπό πολλαπλῆ διερώτηση, ἀπογυμνώνοντας τήν ἀσίγαστη προβληματικότητά του.

Μέσα σ᾿ ἕναν κόσμο πού ὀφείλεται σέ θεία ῾Ετοιμασία ἔρχεται ὁ καθένας μέ δάκρυα στά μάτια, γιά νά γνωρίσει, νά θαυμάσει, νά ζήσει τό ἁρμονικό κάλλος τῆς Δημιουργίας ὅλης. Τό κάλλος αὐτό, τό πολύμορφο καί πολύτροπο, ἔχει θεία καταγωγή, εἶναι κατόρθωμα ἱερό, καί τά ἴχνη αὐτῆς τῆς ἱερότητας ἔρχεται νά γνωρίσει ὁ ἄνθρωπος. Γιά τοῦτο ὀφείλει νά ἔρχεται ὡς προσκυνητής. Νά ἔρχεται, νά συμπεριφέρεται καί ν᾿ ἀπέρχεται ὡς προσκυνητής. Νά ἐμβιώνει, νά συμβιώνει καί νά ἀποβιώνει ὡς εὐλαβής ἐπισκέπτης.

Γιά αἰώνες ὁ ἄνθρωπος συμπεριφέρθηκε μέσα στόν κόσμο ἔτσι. ῎Εκτισε τίς πολιτεῖες του ἀκολουθώντας τίς θεηγόρες γραμμές τῶν τοπίων τοῦ κόσμου. ῞Υψωσε τά ἱερά του ἐκεῖ ὅπου ἔνιωθε μέσα στόν κόσμο τήν πανέμορφη ἔξαρση τοῦ θείου. ῎Εστησε τά γεφύρια του συνομιλώντας εὐλαβικά μέ τά ποτάμια, χαϊδεύοντας στοργικά τήν τριγύρω τους φύση. Καί ὕψωσε τείχη μέσα στήν ταυτόμορφη ἁρμονία τοῦ τοπίου ἐνῶ στέριωσε τά λιμάνια του ἐκεῖ ὅπου τό δάχτυλο τοῦ Πλάστη του εἶχε φανερώσει τούς πρόσφορους κόλπους. Δέν εἶναι τυχαῖο πού ὅλα τά παλιά τοῦ ἀνθρώπου ἔργα μοιάζει νά ἔχουν ψυχή, μοιάζει νά λαλοῦν καί ἀπό ὁλόβαθά τους νά ψάλλουν τήν ἱερότητα τοῦ κόσμου καί τά θαυμάσια τοῦ Θεοῦ. ῞Οπου ὁ ἄνθρωπος ἔπαυε νά εἶναι προσκυνητής τοῦ κόσμου καί ὑπέκυπτε στήν οἴηση, ὁ κόσμος ὁ ἴδιος ἐρχόταν καί μέ ἄκαμπτες, μυστικές δυνάμεις ἐσάρωνε καί ἐτσάκιζε τά ἔργα ἐτοῦτα τῆς οἴησης.

῞Ωσπου, στούς στερνούς αὐτούς δύο αἰώνες τῆς οἰκουμένης ἡ οἴηση πού ὑπέβοσκε μέσα στόν ἄνθρωπο κατανίκησε τό ἦθος τοῦ προσκυνητῆ καί τόν ἀναγόρευσε κατακτητή τοῦ κόσμου.

῾Ως κατακτητής, ὁ ἄνθρωπος, ὅπου ζεῖ καί ἀπ᾿ ὅπου περνᾶ, σαρώνει τήν ἱερότητα τοῦ κόσμου κι ἀναγορεύει τόν ἑαυτό του σέ νοῦ τῆς Δημιουργίας ὅλης. Αὐτός πού ἧλθε γιά νά φύγει, συμπεριφέρεται ὡς ἀλαζονικός κληρονόμος πού μένει. Μένει καί κατακτᾶ, καί μετασχηματίζει, καί ἀλλοιώνει, καί ἀσχημίζει, καί γκρεμίζει, καί κατατρώγει, καί τήν ὄψη καί τά σπλάχνα τοῦ κόσμου. Προσπαθεῖ νά ἀπαλείψει τήν ἱερότητα τοῦ κόσμου, νά σβήσει τήν σφραγίδα τοῦ Θεοῦ, νά θέσει ἀναιδῶς τήν δική του. Εἶναι ἀδίσταχτος, ἀδηφάγος, ἄμοιρος ἁρμονίας καί ὀμορφιᾶς, πλάσμα πού μένει προσηλωμένο ἔξω ἀπό τόν     ἑαυτό του, κοινωνικός καί κοινωνικοφανής, ἐπικοινωνιακός καί μύχια ἀκοινώνητος, ἕνας βάρβαρος πού κρατεῖ στά χέρια δυνάμεις ἀβυσσαλέες καί τρέφεται μέ τό μίσος, τήν ἀντιπάθεια, τήν διεκδίκηση, τήν ἐπιθετικότητα, – ποτέ μέ τήν ἀγάπη πού ξυπνᾶ στήν ψυχή ἡ κοινωνία τῆς ἱερότητας ὅλης τῆς Δημιουργίας, τήν ἀγάπη τοῦ προσκυνητῆ.

Καί νά πού στό κατώφλι ἑνός καινούργιου χρόνου ὁ κατακτητής ἄνθρωπος, σέρνοντας πίσω του τά πιό ἄσχημα, κακόγουστα, ἐκτρωματικά, ἀντιφυσικά, ἀντικοσμικά ἔργα του, ὁδηγεῖται σ᾿ ἕνα συγκλονιστικό ἀδιέξοδο: μπορεῖ νά θανατώσει μέ τίς κατακτητικές του δυνάμεις τόν κόσμον ὅλο ἀλλά δέν μπορεῖ νά ἀθανατίσει τόν ἑαυτό του. ῞Οσα καί ὅπως καί ἄν βιώσει, τελικά θά ἀποβιώσει. καί ἡ μνήμη τῶν κατακτητικῶν του ἀπολαύσεων δέν θά τόν συνοδεύσει. ῾Ο κατακτητής θά καμφθεῖ ἐμπρός στἠν ἱερότητα τοῦ θανάτου, ὅσο καί ἄν ἔχει τραφεῖ μέ τήν οἴηση τῶν κατακτήσεών του, ὅσο κι ἄν ἔχει παραμορφώσει τόν κόσμο. ῾Ο κόσμος τελικά θά τόν θάψει. Καί θ᾿ ἀπλώσει καί πάλι πάνω ἀπό τά λείψανά του τήν θεσπέσια ἀλουργίδα τῆς ἱερότητας τῆς Δημιουργίας, φυτά, ἄνθη, ζωΰφια πού ἀντικρύζουμε νά μισοντύνουν τ᾿ ἀρχαία ἐρείπια, τά μισογκρεμισμένα κάστρα, τά λησμονημένα γεφύρια.

᾿Αλλά πῶς  γυμνόςκαί τετραχηλισμένος ἄνθρωπος –κατακτητής θά ἐνδυθεῖ τήν ἀθανασία ἀφοῦ δέν ἀνοίχθηκε ἀπό τόν κόσμο τοῦτο τόν κτιστό  στόν ῎Ακτιστο Δημιουργό Του καί δέν ἐβίωσε ὡς λειτουργός τοῦ κόσμου ἀλλά ὡς βιαστής του; Ποιός θά ἀφθαρτίσει τόν ἀπογυμνωμένο ἀπό τόν ἑαυτό του ἄνθρωπο τοῦ καιροῦ μας; ῎Αφησε τά ἀλαζονικά του ἴχνη στόν κόσμο, ἀλλά ἡ ζωή δαμάζει τά πάντα, γιατί μέσα στόν κόσμο λειτουργεῖ ἄγρυπνος ὁ χρόνος. Μόνον ὅποιος ἔρχεται καί ζεῖ ὡς προσκυνητής ὑπερβαίνει τόν χρόνο μέσα στήν θεία ἱερότητα πού νιώθει ἐντός του βαθιά ὡς ἔκταση καί ὡς εὐχαριστία, ὡς ρυθμό βίου καί ὡς συμμετοχή.

῎Αν ὁ ἄνθρωπος ἔρχεται στόν κόσμο, καί ἄν συμπεριφέρεται, ζώντας μέσα σ᾿ αὐτόν ὡς προσκυνητής, ἡ εὐλαβής αὐτή προσκύνηση ξεκινᾶ ἀπό τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό, προχωρεῖ πρός τόν ἄλλο, γιά νά ὑψωθεῖ τελικά πρός τόν μεγάλον ῎Αλλο, τόν Θεό.

῾Η προσκύνηση τοῦ ἑαυτοῦ του προσφέρεται πρός τό ἴδιο του τό σῶμα, τό φανερό σημεῖο τῆς ὕπαρξής του μέσα στόν κόσμο, γιά νά καταλήξει σέ προσκύνηση τῆς καρδιᾶς του, τῆς συνείδησης καί τῆς ψυχῆς του. Προσκύνηση τοῦ σώματος σημαίνει εὐλάβεια ἐμπρός στό μυστήριο τῆς ἱερότητάς του, σ᾿ ἑτούτη τήν ὑπέρλογη σύνθεση ὁρατῶν καί ἀοράτων, ὑλικῶν καί ἄϋλων στοιχείων πού σέ μιά δυναμική, ἀσίγαστη ὄσμωση συναποτελοῦν τόν ἑαυτό του.

Οἱ καιροί μας, ζώντας μιά πολύμορφη, θανάσιμη ἐκτροπή, λατρεύουν ἀποκλειστικά τό ὑλικό σῶμα. Πιστεύουν στό σῶμα τυραννικά, ὑπηρετοῦν, χρησιμοποιοῦν, ἐκμεταλλεύονται, ἐμπορεύονται τό σῶμα γιατί δέν πιστεύουν παρά μονάχα σ᾿ αὐτό. Παραθεωροῦν τόν ἄϋλο, τόν ἀόρατο ἑαυτό τοῦ ἀνθρώπου καί γιά τοῦτο δέν κατορθώνουν νά διακρίνουν τήν μυστηριακή του λειτουργία μέσα στό ὑλικό σῶμα : τήν θεϊκή πνοή τῆς ψυχῆς, τήν ἱερότητα τῆς συνείδησης. ῎Ετσι τό σῶμα ἀπομένει ἔκθετο, ὄργανο, ἐργαλεῖο, ἐμπόρευμα, προμηθευτής καί καταναλωτής γιά νά καταλήξει ὁἄνθρωπος νά ζεῖ ὡς συνεταῖρος τοῦ μηδενός, στό χεῖλος θανάτου σκοτεινοῦ, ἐκμηδενιστικοῦ. Τό σῶμα τότε συνιστᾶ τήν άπαρχή τοῦ μηδενός καί πιστεύοντας μόνο σ᾿ αὐτό, πιστεύει στόν θάνατό του.

Αὐτό τό μηδέν ἀντικρύζει ὁ κατακτητής, ὄχι ὁ προσκυνητής ἄνθρωπος καί στόν ἄλλο, στόν πλησίον του. ᾿Αντί νά τόν προσεγγίζει μέ εὐλάβεια, τιμή, στοργή κι ἔκσταση ἐμπρός στήν ἀπερίγραπτη ἱερότητα τοῦ μυστηρίου του, τόν ἀντιμετωπίζει ζωϊκά, μέ τόαἴσθημα καί τό ἔνστικτο. Ποτέ μέ τήν διαίσθηση καί τήν ἐν-ὅραση. ῎Οχι μέ τήν τρυφερότητα τῆς φιλίας τήν πανευγενῆ, ἀλλά μέ τήν σκαιότητα τοῦ ἀριθμοῦ, τῆς μάζας, τῆς κατανάλωσης. Γιατί ἡ σημερινή κοινωνία ἐγγράφει καί τό σῶμα τοῦ ἄλλου μέσα στά δεδομένα τῆς παραγωγῆς, τῆς ἡδονοθηρίας καί τῆς κατανάλωσης, μέ τήν ἐμπορευματική ἀντίληψη ἑνός κόσμου οἰστρηλατημένου ἀπό τό νευρωτικό κυνηγητότοῦ χρήματος καί τῆς ἀπόλαυσης. Καί τότε, ἡ καρδιά ξυλιάζει, ἀδρανεῖ. ῾Η ψυχήὑποφέρει ἀπό ὁλική ἔκλειψη καί ὁ ἄνθρωπος – πρόσωπο μετασχηματίζεται σέ ἄτομο – ἀριθμό.

῾Η μεταβολή τοῦ προσκυνητῆ ἀνθρώπου σέ κατακτητή προκαλεῖ – καί συντηρεῖ – τήν δεινή κρίση τῶν ἀνθρωπίνων σχέσεων στούς καιρούς μας, κρίση τῆς φιλίας, τοῦ γάμου, κρίση τῆς οἰκογένειας. Τό ἐπίπεδο, ὁριζόντιο ἀντίκρυσμα τοῦ ἑαυτοῦ μας καί τοῦ ἄλλου σημαίνει μηδενιστική κατάφαση μιᾶς ζωῆς καί μιᾶς ἄσκοπης πολυλειτουργίας, ἀναιτιολόγητης, παράλογης.

᾿Ενῶ τό βάθος τῆς ὕπαρξης τοῦ προσκυνητῆ ἀνθρώπου τό προσπορίζουν οἱπροπάτορες μέσα στήν ῾Ιστορία, τό ὕψος τό χορηγεῖ ἐκεῖνος πού ἀγρυπνεῖ στήν κορυφήτοῦ κόσμου : ὁ ἀπερινόητος Θεός, ὁ κλειδοκράτορας τοῦ μυστηρίου τῆς Δημιουργίας. ᾿Εκεῖνος εἶναι ὁ μεγάλος ῎Αλλος, πού καλεῖ στήν ὕψωση τόν ἄνθρωπο σέ κάθε μετρητήστιγμή τοῦ χρόνου.

῎Αν ὅμως ὁ ἄνθρωπος δέν προσῆλθε στν ζωή γιά νά προσκυνήσει τά ἱερά καί τά ὅσια, τότε δέν θά βιώσει μέ πληρότητα οὔτε τόν ἑαυτό του, οὔτε τούς ἄλλους, μήτε τόν Θεό. Τά θεϊκά Του ἴχνη λάμπουν παντοῦ μέσα στήν εὔκρατη νύχτα τῆς ταπεινοσύνης τοῦὄντος πού ὑπάρχει γιά νά δοξολογεῖ, ἀρκεῖ νά μποροῦμε νά τά διακρίνουμε.

῾Η ζωή ὡς προσκύνηση φέρει τόν ἄνθρωπο σέ μιάν ἐκστατική ἰσορροπία τοῦ ὑπάρχειν σέ πλάτος, σέ βάθος, σέ ὕψος. Τόν καταλάμπει μέ τήν Χάρη, τόν εὐγενίζει ὡς ἐπισκέπτη, ὡς φιλοξενούμενο, καί τόν συνδέει ὀργανικά μέ τούς συνανθρώπους του καίμέ τόν Δημιουργό του. Αὐτή ἡ ἱερή συμφιλίωση ἀποκαλύπτει τήν μυστική, χαρμόσυνη ἁρμονία τῶν πάντων. Καί ὑψώνει πλέον τήν ζωή ὡς φιλοξενία καί ὡς πολύτιμο δώρο. Τήν βίωσι αὐτῶν τῶν ἀληθειῶν σᾶς εὔχομαι κατά τήν νέα χρονιά πού ξεκινάει σήμερα.

Καλή Χρονιά, εὐτυχισμένη καί παραγωγική πνευματικά !

Μέ ὅλη μου τήν ἀγάπη

Ο  ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ  ΣΑΣ

+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ