11 Οκτωβρίου 2023

Ο ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ Ο ΓΡΑΠΤΟΣ, ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΝΙΚΑΙΑΣ, Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΚΑΙ ΠΟΙΗΤΗΣ

 

«Οι γονείς των αγίων αυτών ήταν ευσεβείς άνθρωποι που έμεναν στην Παλαιστίνη και ήταν ιδιαιτέρως φιλόξενοι. Με τη φροντίδα τους τα παιδιά τους εκπαιδεύτηκαν σε κάθε φιλοσοφία, και τη χριστιανική και την εξωεκκλησιαστική, οπότε μετέπειτα έγιναν μοναχοί και μάλιστα χειροτονήθηκαν και πρεσβύτεροι. Όταν ο δυσσεβής βασιλιάς Θεόφιλος, τις πρώτες δεκαετίες του ένατου αιώνα, στράφηκε με μανία κατά των αγίων εικόνων κι εμπόδιζε την προσκύνησή τους, οι άγιοι αυτοί, ως πάνσοφοι, απεστάλησαν από τον πατριάρχη των Ιεροσολύμων προς τον μισόχριστο βασιλιά με έναν λίβελλο, δηλαδή με ένα έγγραφο που εξέθετε επακριβώς και αταλάντευτα τη χριστιανική πίστη. Στάθηκαν λοιπόν κατά πρόσωπον ενώπιόν του και τον έλεγξαν ως θεομάχο για τις κατά των εικόνων ενέργειές του. Εκείνος εξοργισμένος τους έκλεισε στη φυλακή για πολύ χρόνο. Έπειτα ο ανόσιος έστειλε και του έφεραν από τη φυλακή τον μακάριο Θεόδωρο κι αφού τον κτύπησε με σφοδρότητα και σκάλισε στην όψη του στίχους ιαμβικούς, τον έστειλε πίσω στη φυλακή. Τα ίδια έκανε και στον αδελφό του Θεοφάνη, τον οποίο εξόρισε στη Θεσσαλονίκη. Ο Θεοφάνης μετά την καταστροφή του δυσσεβούς Θεοφίλου ανακλήθηκε από τους νέους ευσεβείς βασιλείς Μιχαήλ και Θεοδώρα και έγινε Μητροπολίτης της Εκκλησίας της Νικαίας από τον Πατριάρχη Μεθόδιο, ο οποίος κατέλυσε τη χριστιανομάχο αίρεση της εικονομαχίας. Κι έτσι, αφού διακυβέρνησε με θεοφιλή τρόπο την Εκκλησία και το ποίμνιό του, έφυγε από τη ζωή αυτή».

Τα δύο αυτά άγια αδέλφια, Θεοφάνης και Θεόδωρος, αποτελούν ομολογητές της Εκκλησίας μας – βασανίστηκαν για την πίστη τους χωρίς το μαρτύριό τους να τους οδηγήσει στο θάνατο. Κι ο μεν ένας, ο Θεόδωρος, πέθανε τελικώς στην εξορία μετά τα βάσανα που υπέστη από τον εικονομάχο αυτοκράτορα Θεόφιλο (ο άγιος εορτάζει ξεχωριστά την 27η Δεκεμβρίου), ο δε Θεοφάνης, είδαμε και στο σύντομο συναξάρι του, υπέστη κι αυτός μαρτύρια, εξορίστηκε, αλλά τελικώς έζησε, για να φύγει από τη ζωή αυτή ως Μητροπολίτης Νικαίας μέσα στην αγάπη του ποιμνίου του. Εκείνο που είναι ξεχωριστό στην περίπτωσή τους είναι ότι και των δύο τα πρόσωπα χαράχτηκαν από πυρωμένο σίδερο για να γραφούν πάνω τους κάποιοι ιαμβικοί στίχοι. Κι οι στίχοι αυτοί είναι οι εξής:

«Πάντων ποθούντων προστρέχειν προς την πόλιν / όπου πάναγνοι του Θεού Λόγου πόδες / έστησαν, εις σύστασιν της οικουμένης, / ώφθησαν ούτοι τω σεβασμίω τόπω, / σκεύη πονηρά δεισιδαίμονος πλάνης. / Εκείσε πολλά λοιπόν εξ απιστίας, / πράξαντες δεινά αισχρά δυσσεβοφρόνως, / εκείθεν ηλάθησαν, ως αποστάται, / προς την πόλιν δε του κράτους πεφευγότες, / ουκ εξαφήκαν τας αθέσμους μωρίας. / Όθεν γραφέντες, ως κακούργοι, την θέαν, / κατακρίνονται και διώκονται πάλιν» (Καθώς όλοι ποθούν να προστρέχουν προς την πόλη στην οποία στάθηκαν οι πάναγνοι πόδες του Θεού Λόγου, προκειμένου να φτιάξουν και να στερεώσουν την οικουμένη, φάνηκαν στον σεβάσμιο αυτόν τόπο αυτοί που είναι τα πονηρά σκεύη της δεισιδαίμονος πλάνης. Εκεί λοιπόν αφού έκαναν λόγω της απιστίας και τους δυσσεβούς φρονήματός τους πολλά φοβερά και αισχρά, απελάθηκαν από εκεί ως αποστάτες. Κι ενώ κατέφυγαν προς την πόλη του κράτους, δεν εγκατέλειψαν τις άνομες μωρίες τους. Για τον λόγο αυτόν αφού γράφτηκαν στο πρόσωπό τους ως κακούργοι, κατακρίνονται και διώκονται πάλι).

Κι αυτό είναι το τραγικό με την περίπτωση των αγίων αυτών, (και πάμπολλων βεβαίως άλλων που έχασαν τη ζωή τους κατά τη σκληρότατη περίοδο της εικονομαχίας, η οποία ταλάνισε την Εκκλησία και τη βυζαντινή αυτοκρατορία σε δύο φάσεις (717-787 και 815-843)): να βασανίζονται για την ορθόδοξη πίστη τους από τους βασανιστές εκείνους που πίστευαν ότι αγωνίζονται για την «καθαρότητα» της πίστεως αυτής! Θέλουμε να πούμε ότι οι εικονομάχοι, αυτοί που ήταν ενάντιοι στις εικόνες, θεωρούσαν λόγω λανθασμένης πίστεως – υποκρυπτόταν στην άρνηση των εικόνων η χριστολογική (μονοφυσιτισμός ή νεστοριανισμός) αίρεσή τους – ότι αυτοί που αποδέχονται την εξεικόνιση του Χριστού, της Παναγίας και των αγίων είναι ειδωλολάτρες. Συνεπώς θεωρούσαν ότι «διαφυλάσσουν» την ορθή χριστιανική πίστη! Και βλέπουμε να επιβεβαιώνεται και σ’ αυτούς ό,τι ο ίδιος ο Κύριος είχε πει στους μαθητές Του: θα έλθει ώρα που θα σας βασανίζουν και θα σας σέρνουν στις φυλακές, πιστεύοντας ότι προσφέρουν έτσι λατρεία στον Θεό!

Τι υπήρχε πίσω από τη χριστολογική αίρεση της εικονομαχίας, η οποία έφτανε σε σημείο σκληροτάτων βασάνων και μαρτυρίων κατά των αποδεχομένων τις εικόνες; Αυτό που επισημαίνουμε σε όλες τις αιρέσεις: η αποθέωση της προσωπικής γνώμης, η επιβολή του «αυτό εγώ νομίζω», συνεπώς ο εξοβελισμός κάθε εκκλησιαστικής πίστεως. Αλλά γνωρίζουμε ότι η χριστιανική πίστη είναι ορθή, προβάλλει δηλαδή την αληθινή εικόνα του Χριστού, μόνον όταν είναι αποστολική και εκκλησιαστική. Έξω από εκεί που λειτουργεί το σώμα του Χριστού, έξω από εκείνο που εκφράζει τη φωνή της Εκκλησίας, δηλαδή τη Σύνοδο (είτε είναι η Αποστολική Σύνοδος είτε η Οικουμενική είτε και μία τοπική σύνοδος που βρίσκεται σε ευθεία σχέση προς το πνεύμα το αποστολικό), δεν έχουμε την αλήθεια – η όποια εξωεκκλησιαστική φωνή είναι η φωνή των παθών του ανθρώπου και η φωνή του Πονηρού διαβόλου!  Κι αυτό το βλέπουμε περίτρανα και στην περίπτωση των εικονομάχων – η στάση του εικονομάχου βασιλιά Θεόφιλου κατά των αγίων Θεοδώρου και Θεοφάνους ήταν στάση κατά της Εκκλησίας˙ διότι ο βασιλιάς θεωρούσε ότι εκείνος και οι συν αυτώ ήταν το κριτήριο της αλήθειας.

Την παραπάνω αλήθεια ότι οι άγιοι Θεοφάνης και Θεόδωρος αγωνίζονταν κατά της αιρέσεως, φανερώνοντας την εκκλησιαστική πίστη ως απεσταλμένοι της τοπικής τους Εκκλησίας, τονίζουν διαρκώς και οι εκκλησιαστικοί ύμνοι της ακολουθίας του Θεοφάνους. «Με τη πυρίφθογγη γλώσσα σου ως βροντή κήρυξες τα θεία και κατέφλεξες τα ζιζάνια των δυσσεβών εχθρών» ακούμε αίφνης ήδη απαρχής του εσπερινού. Και το ίδιο σε όλον τον κανόνα του όρθρου: «Εξαστράπτοντας τις θείες αστραπές των δογμάτων, έκανες πέρα μακριά κάθε σκοτεινιά της αίρεσης» (ωδή α΄). «Φάνηκες σαν μάχαιρα Θεού που κόβει τις μηχανουργίες των αιρετικών, γιατί ενισχυόσουν από το θείο Πνεύμα» (ωδή δ΄).

 Αλλά εκεί που εξίσου φτάσει σε ύψη η υμνολογία του αγίου ήταν όταν εξαγγέλλει το ιδιαίτερο χάρισμα που ο Θεός είχε δώσει στον άγιο δούλο Του: το υμνογραφικό χάρισμα. Ο άγιος Θεοφάνης θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους και πολυγραφότερους υμνογράφους της Εκκλησίας, μαζί με τον άγιο Ιωσήφ τον υμνογράφο. Με μία αποτίμηση έχει συνθέσει, «ως λύρα του αγίου Πνεύματος και καλλικέλαδο αηδόνι» (ωδή η΄), 420 κανόνες, 5 τριώδια και διώδια, 138 στιχηρά προσόμοια και ιδιόμελα, 3 κοντάκια και μία έμμετρη ευχή στη Θεοτόκο. «Φωτίστηκε η ψυχή σου από τις θεϊκές λάμψεις» σημειώνει μεταξύ πολλών άλλων ο δικός του υμνογράφος, «οπότε κατέφλεξες με το πυρ της εγκρατείας τις ηδονές των παθών, μελωδώντας ειλικρινά: Ας ψάλουμε άσμα για τον Χριστό» (ωδή α΄). «Επειδή ήσουν σαν τον ήλιο, παμμακάριστε, εξαπέστειλες θεϊκές ακτίνες με το να ανυμνείς τα βασανιστήρια των μαρτύρων, τις στρεβλώσεις και τις μάστιγες και τους μεγάλους και παράδοξους αγώνες τους» (ωδή ς΄). «Δοξολογώντας ειλικρινά την πάναγνη Δέσποινα με τη γλώσσα σου, Θεοφάνη, κελάδησες λόγια φωτόμορφα, δημιουργώντας ιλαρότητα στα πλήθη των πιστών και στις καρδιές των σοφών» (ωδή ς΄).

Βάσανα, μαρτύρια και εξορία, δύναμη εξαγγελίας των δογμάτων της πίστεως, υμνολόγηση του Κυρίου, της Παναγίας, των αγίων, καλή διαποίμανση των πιστών – η ζωή του αγίου Θεοφάνους. Γι’  αυτό και «έχοντας ολοκληρώσει τον δρόμο του, μετέβη στα Ουράνια μαζί με τον Χριστό, κραυγάζοντας με τους αγγέλους: Ευλογητός είσαι Κύριε, ο Θεός των Πατέρων μας» (ωδή ζ΄).    

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΕΙΣ ΕΚ ΤΩΝ ΔΙΑΚΟΝΩΝ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

«Ο άγιος Φίλιππος, άλλος από τον Φίλιππο τον μαθητή του Κυρίου, καταγόταν από την Καισάρεια της Παλαιστίνης, ήταν έγγαμος και από τον γάμο του απέκτησε τέσσερις θυγατέρες, προφήτιδες και οι τέσσερις της Εκκλησίας. Ο ευαγγελιστής Λουκάς στο δεύτερο βιβλίο του των Πράξεων των Αποστόλων τον μνημονεύει σε διάφορα περιστατικά. Καταστάθηκε από τους αγίους Αποστόλους Διάκονος της Εκκλησίας, για να υπηρετεί τις ανάγκες των χριστιανών, μαζί με τον άγιο Στέφανο και τους υπολοίπους διακόνους. Μετά τον διωγμό που ξέσπασε με τον θάνατο του αγίου Στεφάνου, πήγε στη Σαμάρεια, όπου κήρυξε και μαθήτευσε πολλούς στη χριστιανική πίστη, μεταξύ των οποίων και τον μάγο Σίμωνα, τον οποίο και βάπτισε. Ο ευαγγελιστής Λουκάς μνημονεύει το περιστατικό, κατά το οποίο ο Φίλιππος ηρπάγη από άγγελο, για να πλησιάσει έναν αξιωματούχο αιθίοπα, τον οποίο, αφού βρήκε να αναγινώσκει τον προφήτη Ησαΐα, κατήχησε και βάπτισε. Έπειτα αφού οδηγήθηκε και πάλι από άγγελο του Κυρίου στην πόλη της Αζώτου, φώτισε με τον λόγο του τους κατοίκους εκεί, οπότε μετά έφτασε στις Τράλλεις της Μικράς Ασίας. Εκεί επιτέλεσε μαζί με το κήρυγμα πολλά θαύματα, ίδρυσε εκκλησία, και τέλος εξεδήμησε προς τον Κύριο».

Είναι αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι ο ευαγγελιστής Λουκάς προτιμά να αφιερώσει αρκετούς στίχους από το βιβλίο του «Πράξεις των Αποστόλων» στον απόστολο Φίλιππο, από τους εβδομήντα μαθητές του Κυρίου και έναν από τους επτά διακόνους της πρώτης Εκκλησίας, και όχι για παράδειγμα στον Απόστολο Φίλιππο, τον μαθητή του Χριστού εκ των δώδεκα,  ή τον Απόστολο Ναθαναήλ ή άλλους από τους Αποστόλους, πέραν βεβαίως του Αποστόλου Πέτρου και κυρίως του μετέπειτα Αποστόλου Παύλου, γεγονός που σημαίνει ότι ο Διάκονος Φίλιππος ήταν μία προσωπικότητα που δεν μπορούσε εύκολα κανείς να την ξεπεράσει και να μη την λάβει σοβαρώς υπ’  όψιν. Τα περιστατικά βεβαίως που διασώζονται από τη ζωή του πράγματι επιβεβαιώνουν την εκτίμηση αυτή, διότι τον βλέπουμε αφενός να δρα με τρόπο που θυμίζει τους μεγάλους Αποστόλους: έντονη ιεραποστολική φλόγα, δύναμη λόγου, επιτέλεση θαυμάτων, καθοδήγηση από αγγέλους, ίδρυση εκκλησιών, αφετέρου όλη η οικογένειά του να έχει επίσης μία ιδιαίτερη παρουσία στην Εκκλησία. Ιδιαιτέρως οι θυγατέρες του, τις οποίες μνημονεύει ο άγιος Λουκάς, υπήρξαν «παρθένοι και προφητεύουσαι», δηλαδή αφιερωμένες στον Θεό με το χάρισμα της προφητείας, άρα με τη δυνατότητα να προφητεύουν και να διδάσκουν τον λαό.

Ο εκκλησιαστικός μας υμνογράφος αναφέρεται συχνά στο χάρισμα λόγου που είχε ο άγιος Φίλιππος ο Διάκονος. Τέτοιο χάρισμα που το Πνεύμα του Θεού είδαμε ότι τον έστελνε σε διάφορες αποστολές, προκειμένου να καθοδηγήσει και να πείσει όχι μόνο απλούς, αλλά και μορφωμένους και υψηλά ισταμένους ανθρώπους. Το περιστατικό με τον αιθίοπα αξιωματούχο αποτελεί ένα μικρό δείγμα της αλήθειας αυτής. Ένας ύμνος μάλιστα από την τρίτη ωδή του κανόνα του όρθρου είναι αρκετά αποκαλυπτικός πάνω σ’ αυτό: «Ιόν ψυχόλεθρον φυγείν και σωτήριον χάριν υποδέξασθαι πείθεις, μελιρρύτοις λαλιαίς, τους απωσθέντας μακράν αγνωσία, Φίλιππε θεόπνευστε». Δηλαδή: Φίλιππε θεόπνευστε, πείθεις αυτούς που είναι μακριά από τον Θεό, λόγω της άγνοιάς τους, αφενός να αποφύγουν το δηλητήριο της μη ορθής πίστεως που καταστρέφει τις ψυχές, αφετέρου να δεχτούν τη χάρη του Θεού που οδηγεί στη σωτηρία, «μελιρρύτοις λαλιαίς». Ο λόγος του αγίου Φιλίππου ήταν πολύ πειστικός, έτσι ώστε να αποδέχονται οι άνθρωποι την πίστη του Χριστού. Χρησιμοποιεί όμως ο υμνογράφος και μία πολύ όμορφη φράση, που δείχνει κατεξοχήν τη δύναμη λόγου του αγίου: «μελιρρύτοις λαλιαίς». Δηλαδή, όταν μιλούσε ο άγιος για τον Χριστό, μιλούσε με τέτοιον τρόπο, που τα λόγια του ήταν σαν να έρρεε μέλι. Πρέπει να εννοήσουμε ότι το μελίρρυτο των λόγων του δεν έγκειτο μόνον στο περιεχόμενο, αλλά και στη μορφή και στον τρόπο που χρησιμοποιούσε. Πρόβαλλε βεβαίως πάντοτε τον Χριστό – «την του Λόγου δόξαν διηγούμενος» θα πει κάπου αλλού ο υμνογράφος, δηλαδή διηγείτο τη δόξα του Κυρίου Ιησού ως Θεού και ανθρώπου, και μάλιστα επιβεβαιώνοντας τη διήγηση αυτή και με θαύματα: «εν σημείοις φοβεροίς» - αλλά με καλλιέπεια λόγου, με ήρεμο και προσιτό στους ανθρώπους που απευθυνόταν τρόπο.

Και γίνεται βεβαίως παράδειγμα διαχρονικό σ’ αυτό. Ο λόγος της Εκκλησίας μας, η κατήχησή της στους ανθρώπους, αυτά τα δύο στοιχεία πρέπει πάντοτε να έχει: πρώτον, να προβάλλει τον Ιησού Χριστό, ως τον ενανθρωπήσαντα Θεό μας, ο Οποίος σταυρώθηκε και αναστήθηκε προς χάρη των ανθρώπων. Όπως το λέει και ο απόστολος των εθνών: «ουκ έκρινα του ειδέναι τι εν υμίν, ει μη Ιησούν Χριστόν, και τούτον εσταυρωμένον». Και δεύτερον: τον Χριστό που προβάλλει, να το κάνει με τρόπο όχι εξουσιαστικό, όχι με τον κακώς εννοούμενο κηρυγματικό τρόπο, δηλαδή ξερά δασκαλίστικο, αλλά ως αύρα απαλή, σαν μέλι που ευχαριστεί όχι τα αυτιά, αλλά τις καρδιές των ανθρώπων, με τον τρόπο που δίδαξαν αργότερα και οι μεγάλοι τρεις Ιεράρχες, προστάτες της παιδείας, που και εκείνοι «μελίρρυτοι ποταμοί της σοφίας» χαρακτηρίζονται. Δεν νομίζουμε ότι τελικώς ήταν τυχαίο που το Πνεύμα του Θεού χρησιμοποίησε τόσο έντονα τον άγιο Φίλιππο για να κηρύξει την πίστη του Χριστού. Ο Θεός δηλαδή αξιοποιεί κάθε φορά για την πραγματοποίηση του έργου Του τους ανθρώπους που έχουν τα αντίστοιχα προς το έργο αυτό χαρίσματα. Ο άγιος Φίλιππος λοιπόν ήταν από τους ιδιαιτέρως προικισμένους από τον Θεό, που κατέθεσε ολόκληρο τον εαυτό του στην υπηρεσία Εκείνου.

10 Οκτωβρίου 2023

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ

Η 10η Οκτωβρίου κάθε χρόνο θεωρείται ημέρα αφιερωμένη παγκοσμίως στην ψυχική υγεία. Καθιερώθηκε  το 1994 από την Παγκόσμια Ομοσπονδία Ψυχικής Υγείας και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, προκειμένου να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη στα θέματα των ψυχικών νοσημάτων. Κι αυτό γιατί τα ψυχικά νοσήματα βαίνουν διαρκώς αυξανόμενα, σε βαθμό που οι ειδικοί μιλάνε για παγκόσμια «επιδημία» ψυχικών διαταραχών, όπως για παράδειγμα είναι αυτές που σχετίζονται με την κατάθλιψη ή την κατανάλωση αλκοόλ. Και στη χώρα μας τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Υπάρχουν στατιστικά στοιχεία που δείχνουν ότι ένα 10 με 12% του συνόλου του πληθυσμού όλων των ηλικιών πάσχει από ψυχικές ασθένειες, ενώ όσον αφορά στους εφήβους, υπάρχει η εκφρασμένη δήλωσή τους (2 στους 5) ότι δεν είναι ικανοποιημένοι από τη ζωή τους και δεν νιώθουν γενικώς «καλά».

Το ερώτημα που τίθεται βεβαίως είναι τι εννοούμε όταν μιλάμε για ψυχική υγεία. Κι απάντηση, παραδόξως, γενικώς αποδεκτή δεν υπάρχει. Και δεν υπάρχει, διότι η ψυχική υγεία είναι θέμα ορισμού του ανθρώπου,  του σκοπού και του νοήματος της ζωής του. Αν δηλαδή δεν γνωρίζουμε το ποιος είναι ο άνθρωπος, γιατί υπάρχει στον κόσμο, ποιος ο προορισμός του, πώς πρέπει να ζει και να αντιμετωπίζει τα προβλήματα της ζωής, είναι αδύνατο να μιλάμε για την όποια κατάσταση της ψυχικής του υγείας. Και ως προς τη σωματική του υγεία τα πράγματα σε μεγάλο βαθμό είναι μετρήσιμα: υπάρχουν κάποια σταθερά σημεία αναφοράς, βάσει των οποίων κρίνεται η παθολογία ή η φυσιολογία του. Για την ψυχική του υγεία όμως; Υπάρχουν σταθερά σημεία; Το «αδιέξοδο» φαίνεται από το ότι οι ειδικοί  αποφεύγουν τον ορισμό των χαρακτηριστικών, πέραν γενικοτήτων, της θεωρούμενης ψυχικής υγείας, επικεντρώνοντας την προσοχή τους σε ό,τι ονομάζουν ψυχική ευημερία ή απουσία ψυχικής ασθένειας. «Είναι η ψυχολογική κατάσταση κάποιου που λειτουργεί σε ικανοποιητικό επίπεδο συναισθηματικής και συμπεριφοριστικής προσαρμογής» σημειώνουν. Ή, όπως λέει ο Π.Ο.Υ. «ψυχική υγεία είναι η κατάσταση ευεξίας όπου το κάθε άτομο αντιμετωπίζει με επιτυχία τα προβλήματα της ζωής, μπορεί να εργαστεί παραγωγικά και να συμμετέχει ενεργά στο κοινωνικό του περιβάλλον και όχι απλά η απουσία ενός προβλήματος ή μιας διαταραχής». Ορισμοί που δεν άπτονται της ουσίας του θέματος, αλλά περιγράφουν κάποιες καταστάσεις, κυρίως κοινωνιολογικά κι ίσως ψυχολογικά.

Δεν αρνούμαστε τίποτε από τα παραπάνω. Οι προσπάθειες ψυχολόγων και ιατρών για την οριοθέτηση  μίας όσο το δυνατόν αποδεκτής και φυσιολογικής κοινωνικής συμπεριφοράς για κάθε άνθρωπο είναι αξιέπαινες και πρέπει να ενισχύονται – το κοινωνιολογικό κριτήριο είναι από μόνο του ισχυρότατο στοιχείο. Αλλά δεν είναι επαρκές. Διότι ο άνθρωπος συνιστά μέγα μυστήριο. Κι εδώ ακριβώς έχουν λόγο οι διάφορες πνευματικές παραδόσεις του κάθε τόπου, κατεξοχήν δε για τους χριστιανούς η χριστιανική παράδοσή τους.

Λοιπόν, για τη δική μας χριστιανική παράδοση, ο άνθρωπος είναι ψυχικά υγιής στον βαθμό που είναι και πνευματικά υγιής. Κι είναι πνευματικά υγιής, όταν παραμένει μέσα στο πλαίσιο της κατ’ εικόνα και καθ’  ομοίωσιν Θεού δημιουργίας του. Με αναγωγή στο αρχικό ζεύγος: Όσο ο άνθρωπος προσέβλεπε στον Δημιουργό του και υπήκουε στο άγιο θέλημά Του, τόσο και οι δυνάμεις του, σωματικές, ψυχικές και πνευματικές, βρίσκονταν σε ανοδική και αυξητική πορεία. Δυστυχώς, αυτό χάθηκε λόγω της πτώσεως του ανθρώπου στην αμαρτία – της επιλογής του δικού του θελήματος αντί του Δημιουργού του – οπότε και η υγεία του αλλοιώθηκε: η φθορά και η αρρώστια και ο θάνατος μπήκαν ως καθεστώς στη ζωή του. Κι ήρθε βεβαίως ο Υιός και Λόγος του Θεού ως άνθρωπος στον κόσμο, προκειμένου να άρει την αμαρτία και τη  φθορά και να αποκαταστήσει τον άνθρωπο, όμως η αποκατάσταση αυτή που όντως πραγματοποιήθηκε κυρίως με τη Σταυρική θυσία του Κυρίου έγινε δύσκολο αγώνισμα για τον άνθρωπο, περνώντας μέσα από τη διαδικασία της πίστεως, της εντάξεώς του στην Εκκλησία, της ασκήσεώς του πάνω στις εντολές του Χριστού. Κι αυτό θα πει ότι αφενός ο Χριστός ως και τέλειος άνθρωπος πέρα από Θεός συνιστά το όριο του κατεξοχήν υγιούς ανθρώπου – σ’  Εκείνον βλέπουμε τι σημαίνει ψυχική και πνευματική υγεία σε επίπεδο τελειότητας – αφετέρου η ψυχική υγεία (η σωματική μετά Χριστόν στον κόσμο τούτο δεν είναι υποχρεωτικά απαραίτητη)  υπάρχει και αναπτύσσεται στον πιστό, όταν αγωνίζεται την οδό της  αγιότητας. Ανθρωπίνως με άλλα λόγια η κατεξοχήν ψυχικά υγιής ήταν η Παναγία κι ακολουθούν όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας. Ο όσιος Σιλουανός του Άθω βεβαιώνει: «Πώς να καταλάβεις αν η ψυχή είναι υγιής ή ασθενής; Η ασθενής ψυχή είναι υπεροπτική, ενώ η υγιής ψυχή αγαπά την ταπείνωση, όπως τη δίδαξε το Άγιον Πνεύμα».

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΕΥΛΑΜΠΙΟΣ ΚΑΙ ΕΥΛΑΜΠΙΑ

«Οι άγιοι αυτοί που ήταν αδέλφια, έζησαν επί βασιλείας Μαξιμιανού, στην πόλη της Νικομήδειας, όταν εκεί ηγεμόνας ήταν ο Μάξιμος. Λόγω των διωγμών που είχαν ξεσπάσει, πολλοί από τους Χριστιανούς είχαν καταφύγει σ’  ένα όρος της περιοχής και κρύβονταν εκεί. Κάποια φορά έστειλαν τον άγιο Ευλάμπιο στην πόλη για να αγοράσει άρτους. Αυτός πράγματι κατέβηκε στην πόλη, όπου είδε να έχουν αναρτήσει γράμματα των βασιλικών διατάξεων και κάθισε να τα αναγνώσει. Κάποιοι ειδωλολάτρες τότε τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στον βασιλιά. Στην ερώτηση του βασιλιά αν είναι χριστιανός, εκείνος ομολόγησε με θάρρος την πίστη του στον Χριστό. Ο βασιλιάς διέταξε να τον οδηγήσουν στον ναό των ειδώλων, για να τον αναγκάσουν να θυσιάσει στα είδωλα, ο άγιος όμως βλέποντας το είδωλο του Άρη, έδωσε εντολή στο είδωλο να πέσει κάτω, και πέφτοντας αυτό έγινε κομμάτια. Άρχισαν τότε να τον βασανίζουν, οπότε ήλθε στο μέσον του τόπου των βασάνων η αδελφή του Ευλαμπία, η οποία παρακαλούσε τον άγιο Ευλάμπιο να προσευχηθεί για χάρη της, προκειμένου να συμμαρτήσει με αυτόν. Καθώς τους έβαλαν και τους δύο πια σ’  έναν λέβητα που κόχλαζε, διακόσιοι άνδρες που παρευρίσκονταν εκεί, πίστεψαν στον Χριστό, βλέποντας ότι οι άγιοι δεν βλάφθηκαν καθόλου από το μαρτύριο αυτό, με αποτέλεσμα ο βασιλιάς να διατάξει να αποκεφαλιστούν οι άγιοι και οι διακόσιοι που πίστεψαν».

Στη γιορτή των αγίων μεγαλομαρτύρων Σεργίου και Βάκχου, προ τριημέρου (7 Οκτωβρίου), επεσήμανε ο υμνογράφος της ακολουθίας τους ότι η κοινή τους πίστη στον Χριστό ήταν εκείνο που τους ένωνε και όχι κάποιος φυσικός δεσμός. Σήμερα, με τη μνήμη των αγίων Ευλαμπίου και Ευλαμπίας, έρχεται η Εκκλησία μας για να τονίσει ότι η ενότητα αυτών των αγίων  βεβαίως οφείλεται στην κοινή πίστη τους – αυτό είναι το ουσιαστικό στοιχείο – αλλά «ενισχύεται» και με δύο άλλα ακόμη στοιχεία: την αυταδελφία τους, που λειτουργούσε σ’  αυτούς και ως φιλαδελφία,  και την ομωνυμία τους. Οι άγιοι αυτοί ήταν αγαπημένα αδέλφια και είχαν και το ίδιο όνομα. «Τη φιλαδελφία η ομωνυμία συγκραθείσα».  Ο υμνογράφος βεβαίως σπεύδει αμέσως στη συνέχεια να διευκρινίσει ότι όχι η φιλαδελφία αυτή, πολλώ μάλλον  η ομωνυμία, αλλά η πίστη τους στον Χριστό ήταν εκείνο που τους έδινε τη δύναμη να μένουν σταθεροί στα μαρτύρια και να γίνουν άγιοι. Διότι η πίστη αυτή τους έκανε να ζουν με αγνότητα βίου και υπέρβαση των παθών, δηλαδή ήταν μία ζωντανή πίστη, γι’ αυτό και ενισχύονταν τόσο εμφανώς από τη χάρη του Θεού. «Το ίδιο τους το όνομα ενωμένο με τη μεταξύ τους αγάπη, όπως και η αγνότητά τους αναμιγμένη με την απάθειά τους, διεφύλαξε χωρίς βλάβη τη σταθερή και ισχυρή γνώμη τους. Διότι όπου υπάρχει πόθος για τον Θεό, εκεί όλος ο κόσμος έχει πάει στην άκρη – όπου Θεός ο ποθούμενος, κόσμος όλος καταπεφρόνηται».

Ο εκκλησιαστικός ποιητής θεωρεί σημαντικό το γεγονός ότι οι άγιοι έφτασαν σε επίπεδα αγνότητας και απαθείας, κατατροπώνοντας τον διάβολο, ήδη από τη νεότητά τους. Νεαρός ο Ευλάμπιος, το ίδιο και η Ευλαμπία, με σωματικό σφρίγος, πάλεψαν με δύναμη εναντίον του πονηρού και των οργάνων του, και τους κατατρόπωσαν. Κι εκφράζει τον θαυμασμό του ο υμνογράφος, που νέος ο Ευλάμπιος, σε μία ηλικία δηλαδή που η ζωή βρίσκεται ολόκληρη μπροστά του και ο διάβολος του «χαμογελά» ποικιλοτρόπως, γιατί ξέρει τη «δύναμή» του από τις πολυχρόνιες νίκες του κατά της νεότητας, εκείνος τον «πονηρό αυτόν γέροντα» τον νίκησε με τη χάρη του Θεού. «Νέω εν σώματι, Μάρτυς, τον παλαιόν της κακίας άρχοντα κατεπάλαισας στερρώς» - με νεανικό σώμα, μάρτυς, πάλεψες με δύναμη τον παλαιό άρχοντα της κακίας. Πού είναι όλοι εκείνοι, οι οποίοι θεωρούν ως δεδομένο για τη νεότητα την πτώση στις αμαρτίες, και μάλιστα τις σαρκικές; Βεβαίως η νεότητα είναι πιο ευεπίφορη στα σαρκικά λεγόμενα αμαρτήματα, όχι όμως ότι εκ προοιμίου ένας νέος θα πέσει σ’  αυτά. Υπάρχουν νέοι, και πολλοί μάλιστα, οι οποίοι σαν τους αγίους Ευλάμπιο και Ευλαμπία αγωνίζονται με δύναμη, διατηρώντας την ψυχική και σωματική τους αγνότητα και φτάνοντας και σήμερα σε επίπεδα απαθείας. Πώς; Με τον τρόπο των σημερινών αγίων, όπως το αναφέραμε και παραπάνω: «όπου Θεός ο ποθούμενος, κόσμος όλος καταπεφρόνηται». Το ζητούμενο λοιπόν είναι όχι η ηλικία, αλλά ο πόθος του Χριστού. Μόλις η αγάπη του Χριστού «πληγώσει» την καρδιά του ανθρώπου, ανεξάρτητα από ηλικία, εκεί παρουσιάζονται όλα τα θαύματα και όλες οι νίκες κατά του «κακού γέρου».

Δεν θέλουμε να τελειώσουμε, πριν αναφερθούμε και σ’ αυτό που μας λέει το συναξάρι. Η αγία Ευλαμπία, βλέποντας τον αδελφό της στο μαρτύριο, παρακινήθηκε για να μαρτυρήσει και αυτή. Πόση δύναμη πράγματι έχει το παράδειγμα του άλλου. Η πράξη του άλλου, αυτό που επιτελεί, είναι εκείνο που δημιουργεί την τάση προς μίμηση. Διότι ο άνθρωπος είναι ον που μιμείται. Ο ένας παρασύρει, θα λέγαμε, τον άλλον. Συνήθως μιλάμε για τη μίμηση, φορτίζοντάς την με αρνητικό μόνο περιεχόμενο. Η μίμηση όμως είναι από τα σπουδαιότερα μέσα, που αν αξιοποιηθεί σωστά, οδηγεί τον άνθρωπο, και ιδίως τον νέο, σε μεγάλα ύψη αγιότητας. Το σημειώνει και ο λόγος του Θεού. Ο απόστολος Παύλος για παράδειγμα, καλεί να τον μιμηθούν οι πιστοί, όπως εκείνος άλλωστε μιμήθηκε τον Χριστό. «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού». Το ίδιο καλεί και ο απόστολος Ιωάννης ο Θεολόγος: «μη μιμού το κακόν, αλλά το αγαθόν». Ξέρει ο απόστολος τη δύναμη της μίμησης, γι’  αυτό και λέει να μιμούμαστε το αγαθό και όχι το κακό. Είναι ευνόητο βεβαίως πόσο πρέπει να προσέχουμε οι μεγαλύτεροι, ιδίως οι γονείς, οι δάσκαλοι, οι κληρικοί, ώστε αυτό που εμείς κάνουμε ως σωστό, αυτό και να προσφέρεται προς μίμηση και για τους μικρότερους. Κι από την άλλη, πόσο πρέπει να προσέχουμε τις φιλίες μας. Τι καλό θα ήταν ο καθένας μας να είχε φίλους, οι οποίοι θα τον παρακινούσαν διαρκώς στο αγαθό. Τι καλό θα ήταν εμείς να αποτελούμε το παράδειγμα, ώστε να παρακινούμε τους άλλους στο αγαθό!

09 Οκτωβρίου 2023

Η ΑΒΑΣΤΑΧΤΗ ΣΚΛΗΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

 

«Η εποχή μας είναι αβάσταχτη», συνήθιζε να λέει ο μέγας Γέρων όσιος Σωφρόνιος (Σαχάρωφ) ο Αθωνίτης. Λόγω ακριβώς της απομάκρυνσης του κόσμου από τον Θεό και της υποταγής του κατά φυσικό τρόπο στα νοσηρά πάθη του και στις πονηρές δυνάμεις. Για τον όσιο τα πράγματα ήταν προφανή: ο σύγχρονος άνθρωπος, μετά μάλιστα από τους δύο παγκοσμίους πολέμους και τις πολλαπλές κρίσεις που τους συνόδεψαν, έχει κατρακυλήσει στο έσχατο βάθος της κατάπτωσης, με περαιτέρω αυξητική τάση. «Η απομάκρυνση του Θεού μετά από δύο απίστευτα σκληρούς Παγκόσμιους πολέμους, τον Α΄ και τον Β΄, οδήγησε στο να βυθιστεί ολόκληρος ο κόσμος στην κρίση και να μη βρίσκει διέξοδο πουθενά». «Ασφαλώς, ο κόσμος που μας περιβάλλει σημείωσε κολοσσιαία πρόοδο από τεχνικής απόψεως. Από χριστιανικής όμως απόψεως δεν έκανε καμιά πρόοδο στην καλλιέργεια της καρδιάς». Φτάνει μάλιστα στο σημείο ο όσιος να λέει το τρομακτικό: «Η δύναμη του κακού του σύγχρονου οργανωμένου κόσμου είναι τόσο μεγάλη, ώστε παρ’  όλη την προσευχή, παρ’ όλη την ένταση του πνεύματός μας, δεν επιτυγχάνουμε τη νίκη επάνω στο πνεύμα του κόσμου. Είμαστε συντετριμμένοι από τα παθήματα που μας προσβάλλουν από έξω».

Παρ’ όλα αυτά, δεν μένει στην παθητικότητα της αδράνειας ο όσιος – κανείς χριστιανός δεν μπορεί να είναι χριστιανός ευρισκόμενος σε αδράνεια, πολύ περισσότερο εκείνος που ζούσε και κήρυσσε την απόλυτη «ένταση του πνεύματος»! Υπάρχει η διέξοδος, σημειώνει, που οδηγεί στην υπέρβαση και τη χαρά. Να ζούμε προσμένοντας διαρκώς τον «και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς» Κύριο Ιησού Χριστό και να αποδυόμαστε, την κάθε στιγμή της ζωής μας και στο πόστο που έχουμε ταχθεί, στον αγώνα τηρήσεως των αγίων Του εντολών. Στην πορεία αυτή που συνιστά τον αγιασμό μας έρχεται στα όρια της ψυχής και του σώματός μας ο ίδιος ο Κύριος και η παντοδύναμη ενέργειά Του. Κι αυτή είναι η μοναδική διέξοδος που γίνεται ευλογία και για τον υπόλοιπο κόσμο.  

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ Ο ΤΟΥ ΑΛΦΑΙΟΥ

«Ο άγιος Ιάκωβος ήταν αδελφός του αποστόλου Ματθαίου, του τελώνη και ευαγγελιστή. Ο απόστολος αυτός βγήκε στο κήρυγμα, πυρπολημένος από θείο ζήλο, και κατέστρεψε όλα τα τεμένη των ειδώλων, ενώ επιτέλεσε και πολλά θαύματα: θεραπείες νόσων και εκδιώξεις πονηρών πνευμάτων. Γι’  αυτό και το πλήθος των εθνών τον ονόμασε «σπέρμα θείον». Αφού λοιπόν περιόδευσε στον περισσότερο κόσμο ως εραστής του Χριστού, του Οποίου και το πάθος και τον θάνατο ζήλεψε, καρφώνεται σε σταυρό και έτσι παρέδωσε το πνεύμα στον Θεό».

Όταν πρόκειται η εορτή ενός από τους Αποστόλους του Κυρίου, η εκκλησιαστική υμνογραφία στέκεται με ένα ιδιαίτερο δέος και με ένα θάμβος απέναντί του. Και δικαιολογημένα. Ένας απόστολος σχετίζεται κατεξοχήν με τον Κύριο, ανήκει σ’  αυτούς που κλήθηκαν από Εκείνον για να είναι οι μάρτυρες της αποκάλυψης του Θεού, συνεπώς ψηλαφά κανείς μαζί του τα ίδια τα αποτυπώματα του Χριστού και αναπνέει την ατμόσφαιρα  όχι μόνον της χάρης Του, αλλά και της ιστορικής παρουσίας Του. Γι’  αυτό και η κοινωνία με τους αποστόλους θεωρείται όρος για την ορθή κοινωνία με τον Χριστό, λοιπόν δεν είναι τυχαίο ότι η Εκκλησία μας χαρακτηρίζεται μεταξύ των άλλων αποστολική. Αυτό το δέος και αυτό το θάμβος νιώθει και ο υμνογράφος για τον άγιο απόστολο Ιάκωβο, τον υιό του Αλφαίου, που εορτάζουμε σήμερα, τέτοιο μάλιστα που για να μιλήσει γι’ αυτόν, τον παρακαλεί «να του απλώσει το χέρι προς βοήθειά του και να ικετεύσει τον Κύριο να λάμψει φως στην καρδιά του» (ωδή α΄).

Η πεποίθηση του υμνογράφου – εκφραστή, όπως γνωρίζουμε, της συνείδησης της εκκλησιαστικής κοινότητας – ότι προσεγγίζοντας και τιμώντας έναν απόστολο βρισκόμαστε μπροστά στον ολοζώντανο Χριστό, δηλαδή ότι η αξία του αποστόλου έγκειται όχι σε κάτι δικό του, αλλά στην αντανάκλαση του φωτός του Χριστού, φαίνεται και από μία παρατήρηση που κάνει για τον άγιο Ιάκωβο - την οποία και επαναλαμβάνει πολλαπλώς – και που εκ πρώτης όψεως  θεωρείται περιττή και αυτονόητη: υμνολογούμε τον απόστολο Ιάκωβο όχι γιατί είναι υιός του Αλφαίου, αλλά γιατί είναι απόστολος του Χριστού, συνεπώς κήρυκας της σαρκώσεως του Θεού στον κόσμο: «…σε ανυμνούντες Ιάκωβε ένδοξε, ουχ ως Αλφαίου υιόν, αλλ’  ως του Χριστού απόστολον και κήρυκα της αυτού αρρήτου σαρκώσεως» (Δόξα αίνων). Πράγματι, περιττή και αυτονόητη η παρατήρηση. Αλλά προφανώς ο υμνογράφος θέλει το αυτονόητο να το σκεφτούμε καλύτερα. Δηλαδή ότι η σχέση με τον Χριστό εξαφανίζει όλες τις θεωρούμενες καυχήσεις του ανθρώπου, είτε φυλετικές είναι αυτές είτε κοινωνικής τάξεως είτε μορφωτικές είτε οτιδήποτε άλλο ανθρώπινο. Με άλλα λόγια, η «περιττή» αυτή παρατήρηση ισοδυναμεί, θα μπορούσαμε να πούμε, με αυτό που εξαγγέλλει και ο απόστολος Παύλος «τα πάντα και εν πάσι Χριστός». Ό,τι δεν είναι Χριστός, ό,τι δεν φανερώνει τη σωτήρια παρουσία Του, δεν έχει ιδιαίτερη αξία. Κι αυτό συμβαίνει βεβαίως, γιατί μόνον ο Χριστός είναι ο Σωτήρας, ο Οποίος «μένει εις τον αιώνα». Όλα τα άλλα υπηρετούν τη φθορά και τον θάνατο.

Η παραπάνω αλήθεια κάνει τον υμνογράφο να παραπέμψει και σε κάτι ακόμη, που έρχεται ως συνέπεια αυτής: ποιος είναι ο πραγματικός ηγέτης και καθοδηγητής των ανθρώπων. Ο άγιος Ιάκωβος ως απόστολος και μαθητής του Χριστού, ως αντανάκλαση δηλαδή του φωτός Εκείνου, είναι πράγματι ηγέτης και καθοδηγητής. Διότι φωτίζει με τον λόγο του και με τα θαύματά του τους λαούς, προκειμένου να βρίσκουν τον δρόμο για τον Χριστό, για τη Βασιλεία του Θεού και τη σωτηρία τους. Κι είναι σημαντική η υπενθύμιση αυτή, ιδιαιτέρως σήμερα, διότι πολλοί «φωτιστάδες» έχουν εξαπολυθεί στον κόσμο, κομίζοντας «φώτα» και «λυτρώσεις», οι οποίες στην πραγματικότητα χαλκεύουν τον άνθρωπο στα δεσμά του πονηρού διαβόλου. Όπως το είπαμε και παραπάνω: οποιοδήποτε «φως» δεν έχει τον Χριστό, υπηρετεί την αμαρτία και τα πάθη του ανθρώπου. Δηλαδή, οποιοσδήποτε θεωρούμενος φωτιστής και καθοδηγητής των ανθρώπων, που δεν φανερώνει τον Χριστό, είναι ψεύτικος φωτιστής, που επιβεβαιώνει αυτό που ο Κύριος έχει επισημάνει: «τυφλός τυφλόν εάν οδηγή, αμφότεροι εις βόθυνον πεσούνται». Ο εκκλησιαστικός ποιητής το εκφράζει με τον καθαρότερο τρόπο: «Την σοφίαν την όντως παιδαγωγόν, εσχηκώς σε μυούσαν τα υπέρ νουν, σοφίαν εμώρανας των Ελλήνων, θεόπνευστε, και εθνών εγένου φωστήρ και διδάσκαλος, ευσεβείας λόγοις ρυθμίζων τους άφρονας» (κάθισμα ωδής γ΄). Δηλαδή: Είχες την αληθινή σοφία (τον Χριστό) ως παιδαγωγό, η οποία σε μυούσε στα υπεράνω του νου, γι’  αυτό και απέδειξες ότι είναι ανοησία η σοφία των ειδωλολατρών, θεόπνευστε. Κι έγινες έτσι φωστήρας και δάσκαλος των εθνών, ρυθμίζοντας τους άφρονες με τους λόγους της ευσέβειας.

07 Οκτωβρίου 2023

Μ Η Ν Υ Μ Α ΤΟΥ ΣΕΒ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ

ΕΠΙ ΤΗι ΕΝΑΡΞΕΙ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟΥ ΕΤΟΥΣ  2023-2024­

Αγαπητά μου παιδιά,  

Το κέντρο της εκκλησιαστικής ζωής του τόπου μας είναι οι Ενοριακές εκκλησιές μας. Δοξάζουμε το Θεό που μας δίνει και τούτη τη χρονιά την πολύτιμη ευκαιρία να ξεκινήσουμε τις Κατηχητικές συναντήσεις και τις Ενοριακές Συντροφιές στις ενορίες της Μητρόπολής μας. Αυτές οι συνάξεις, που γίνονται τόποι συνάντησης με το Λόγο του Θεού αλλά και με τα πρόσωπα που αγαπούν και ζουν με τον Θεό, είναι μια  τράπεζα πνευματικής τροφής για εσάς τους νέους και τα παιδιά. Αυτό το τραπέζι που θα σας προσφέρει μέσα από τον ευαγγελική και εκκλησιαστική εμπειρία και με την Χάρη του Θεού τα νοήματα και την αλήθεια που ο ίδιος ο Χριστός μας έδωσε.

Εσείς παιδιά μου, που έρχεστε  με την καλή σας διάθεση, το χαμόγελό σας, την χαρά και την λαχτάρα σας, με την διάθεσή σας για παιχνίδι, την αναζήτηση των όμορφων πραγμάτων της ζωής, τις αναζητήσεις και τα ερωτήματά σας για την πραγματική ζωή, με τα ερωτήματά σας για την αλήθεια, για το δίκαιο, για την καλή και κακή πλευρά των ανθρώπων, για την αγάπη και όλα αυτά που σας οδηγούν στο μέλλον, να είστε σίγουροι ότι στα κατηχητικά και τις συνάξεις σας θα λάβετε αληθινές απαντήσεις από την πηγή της Αλήθειας και της Αγάπης που είναι ο Θεός.

Γιατί όταν θα μιλούμε για τον λόγο του ευαγγελίου, για τα μυστήρια της Εκκλησίας μας, για τις αλήθειες και τις διδασκαλίες των Πατέρων μας, θα μιλούμε για τον Θεό και προς τον Θεό, ο Οποίος μας αξίωσε και μας έδωσε και μας χάρισε όλα όσα χρειαζόμαστε για την πρόοδό μας στη ζωή και όλα όσα έχουμε ανάγκη για την σωτηρία της ψυχής μας που μόνο στα δικά του χέρια αναπαύεται.

Κι όταν θα μιλούμε για τους αγίους, για τους οσίους μάρτυρες και τους μεγάλους ασκητές της Εκκλησίας μας, θα είμαστε μπροστά στις ζωντανές εικόνες, τις εικόνες του Κυρίου μας, που Τον αγάπησαν υπέρμετρα και πρόκοψαν στην πλάση αυτή.

Και όταν μιλούμε για την καθημερινή ζωή, την πατρίδα και την ιστορία μας, τον βίο των προγόνων μας και το μέλλον της κοινωνίας μας, θα αφουγκραζόμαστε τα ιερά λόγια των παραβολών του Χριστού μας, θα αναζητούμε τα πολύτιμα χνάρια της πορείας και του βίου των αγίων μας, θα ερμηνεύουμε τις άξιες θυσίες και τις ένδοξες στιγμές των ηρώων μας, θα μελετούμε τα υπέροχα κείμενα της ελληνικής γλώσσας με τα βαθύτατα νοήματά τους.  

  Να γνωρίζετε με βεβαιότητα, ότι για τον Θεό η πρόσκλησή μας γίνεται πάντοτε αποδεχτή, η προσευχή μας εισακούεται πάντοτε, και η προαίρεσή μας δηλαδή η προδιάθεση, η καλή και ειλικρινής κίνηση της ψυχής προς Εκείνον, είναι αυτά που όπως λένε οι Πατέρες «υποχρεώνουν» τον Θεό. Όπως ένα παιδί ζητά ένα ποτήρι νερό από τον πατέρα του κι εκείνος του το δίνει με στοργή, έτσι και η προσευχή και αναζήτηση του Θεού, μας καθιστά όμοια, ως διψασμένα παιδιά μπροστά στον στοργικότερο και με την μεγαλύτερη αγάπη στον κόσμο, Πατέρα. Και κάθε παιδί, ο καθένας μας, είμαστε μοναδικοί αλλά όχι ξεχωριστοί μπροστά στο γεμάτο Αγάπη βλέμμα Του.

Πως μπορούμε όμως, μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος, να είμαστε συνεχώς μαζί Του;

Χτίζοντας, αγαπητά μου παιδιά, την ζωή και τις πράξεις και σκέψεις μας στα θεμέλια που λέγονται Εκκλησία, στο Σώμα του Χριστού και στη χάρη του Παρακλήτου Πνεύματος. Στην Εκκλησία μπορείτε να στερεώσετε τη ζωή σας και στην Εκκλησία θα βρείτε έναν ασφαλή δρόμο που μπορείτε να πορευθείτε. Σ’αυτό θα σας βοηθήσουν οι κατηχητικές συνάξεις.

Ο χριστιανός που ζει μέσα στην κοινωνία, τον σύγχρονο κόσμο της τεχνολογίας, της πληθώρας και της ευκολίας, με τους ανθρώπους που αγαπούν το καλό και τους συνανθρώπους τους ή όχι, ζώντας μέσα στην Εκκλησία που είναι  το Σώμα του Χριστού στους αιώνες, μπορεί με δύναμη πίστεως, με αγάπη και φιλανθρωπία, με νου και γνώση, με διάκριση και ευφυία να αντιμετωπίσει τον κόσμο και να σταθεί παράδειγμα για τους ανθρώπους. Να μιμηθεί τους μαθητές του Χριστού που με καθαρή καρδιά προσέλαβαν το Λόγο του Χριστού, διδάχθηκαν, ομολόγησαν την πίστη τους και πορεύθηκαν στην ζωή και έγιναν άγιοι.        

Αγαπητά μου παιδιά με χαρά και διάθεση ελάτε στις συνάξεις των κατηχητικών για να γνωρίσετε τον Κύριο και να διδαχθείτε την πίστη της Εκκλησίας μας. Με πατρική αγάπη σας εύχομαι ο πόθος σας για τον Χριστό να είναι πάντοτε δυνατός  στην καρδιά σας και η Χάρις του Αγίου Πνεύματος πάντοτε να σας φωτίζει σε κάθε βήμα και κάθε ώρα της ζωής σας. 

Μέ όλη μου τήν πατρική άγάπη

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ

+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ