02 Οκτωβρίου 2024

ΚΡΑΤΟΥΝ ΦΩΤΙΑ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΟΥΣ!

«Έχουμε εχθρούς που είναι πραγματικά πονηροί, σκληροί, δόλιοι, πανούργοι, δυνατοί, άυπνοι, αόρατοι, άυλοι. Στα χέρια τους κρατούν φωτιά και θέλουν να κάψουν τον ναό του Θεού με τη φλόγα τους» (Άγ. Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. α΄, 44).

Μην τρομάζεις. Ο άγιος δεν τα γράφει για να πανικοβληθείς, αλλά για να σου ανοίξει τα μάτια, με ποιους έχεις να κάνεις, αφότου μάλιστα βγήκες από την αγία κολυμβήθρα ως μέλος Χριστού. Όπως έχει κάνει ο απόστολος Πέτρος (:«ο αντίδικος ημών διάβολος ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη»), κι ο απόστολος Παύλος (: «ουκ έστιν η πάλη ημών προς αίμα και σάρκα, αλλά προς τα πνευματικά της πονηρίας...προς τον κοσμοκράτορα του σκότους του αιώνος τούτου»). Είναι θέμα στοιχειώδους εξυπνάδας για έναν που έχει εισέλθει στον πνευματικό πόλεμο να ξέρει τον εχθρό του. Κι έχεις ως χριστιανός μπει σ’ αυτόν τον πόλεμο, στο στάδιο των πνευματικών αρετών, όπως κάθε φορά η Εκκλησία στο  αποκαλύπτει ιδίως με την έναρξη του Τριωδίου.

Και τι λέει ο άγιος; Θέλει προσοχή. Βεβαίως έχεις εχθρούς, πολύ σκληρούς και δόλιους, που κρατούν φωτιά στα χέρια τους για να σε καταστρέψουν, γιατί είσαι ναός του Θεού – «ναός Θεού γάρ εσμεν ζώντος», όπως λέει ο απόστολος  -, αλλά απλώς «θ έ λ ο υ ν  να σε κάψουν με τη φλόγα τους». Θέλουν αλλά δεν μπορούν. Γιατί αν μπορούσαν θα το είχαν ήδη κάνει, και για σένα και για όλη την ανθρωπότητα.

Και δεν μπορούν, γιατί υπάρχει ο ενανθρωπήσας Θεός, ο Ιησούς Χριστός. Εκείνος «ήλθε ίνα λύση τα έργα του διαβόλου». Με τη Σταύρωση και την Ανάστασή Του μάλιστα «κατήργησε τον το κράτος έχοντα του θανάτου, τουτέστι τον διάβολον», οπότε έκτοτε «είναι σαν το φίδι που δεν έχει δηλητήριο, σαν το σκυλί που δεν έχει δόντια» (όσιος Παΐσιος).

Το μόνο που σου ζητείται είναι να παραμένεις σ’ αυτό που κλήθηκες. Σ’ αυτό που σου δόθηκε ως μεγαλύτερη δωρεά με το άγιο βάπτισμά σου: να είσαι «κλήμα στο αμπέλι του Χριστού» και μέλος Εκείνου.  Να είσαι με άλλα λόγια ο αληθινός εαυτός σου. Τότε όχι μόνον ο εχθρός δεν μπορεί να σε παραβλάψει στο παραμικρό, αλλά και σε τρέμει, όπως το καλάμι τρέμει με τον δυνατό άνεμο!

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ ΚΑΙ Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΙΟΥΣΤΙΝΑ ( Ή ΠΩΣ ΝΙΚΙΕΤΑΙ Η ΜΑΓΕΙΑ!)

«Ο άγιος Κυπριανός ήταν από την Αντιόχεια της Συρίας, επί Δεκίου του βασιλιά, ευγενής και πλούσιος, φιλόσοφος και μεγάλος μάγος. Οδηγήθηκε όμως προς την πίστη του Χριστού από την Ιουστίνα την παρθένο και χριστιανή, η οποία, καταγόμενη και αυτή από την Αντιόχεια,  διέλυσε σαν ιστό αράχνης όλες τις δαιμονικές ενέργειές του απέναντί της. Διότι κάποιος Έλληνας, Αγλαΐδας λεγόμενος, επειδή πληγώθηκε από έρωτα γι’ αυτήν, λόγω της ομορφιάς της, κι επειδή δεν μπόρεσε να πετύχει το σκοπό του, προσήλθε στον Κυπριανό. Όταν όμως αυτός τρεις φορές έστειλε δαίμονες προς την κόρη, χωρίς να πετύχει τίποτε, τότε κατάλαβε ότι η τέχνη του ήταν ανίσχυρη, γι’  αυτό και μεταστράφηκε στην πίστη του Χριστού, βαπτίσθηκε και έκαψε όλα τα μαγικά του βιβλία. Τέλος μάλιστα έγινε και επίσκοπος της Εκκλησίας. Κι αφού οδήγησε πολλούς στον χριστιανισμό, συνελήφθη μαζί με την Ιουστίνα από τον Κόμη της Δαμασκού, οπότε και υπέστησαν  σκληρά βασανιστήρια: ξέσθηκαν οι πλευρές τους, τους έβαλαν σε σιδερένιο τηγάνι, και στο τέλος, αφού τους έστειλαν στη Νικομήδεια, τους έκοψαν το κεφάλι».

Από το ναδίρ στο ζενίθ, από το έσχατο βάθος στο ανώτατο ύψος, θα ήταν ο τίτλος της ζωής του αγίου Κυπριανού, αν θα θέλαμε με μία φράση να τη χαρακτηρίσουμε, όπως μας καθοδηγεί προς τούτο και η εκκλησιαστική ακολουθία: «Κακίας τον πυθμένα τον κάτω κατείληφας∙ της ακροτάτης δε πάλιν αρετής ανήλθες, πάτερ, εις ύψος παραδόξως» (Πάτερ, κατέλαβες τον πιο κάτω πυθμένα της κακίας, ενώ ανέβηκες πάλι κατά παράδοξο τρόπο στο ύψος της πιο υψηλής αρετής). Αιτία γι’  αυτό είναι ότι ο άγιος από την τρέλα και τη μανία της μαγείας, δηλαδή από την πλήρη υποταγή του στον πονηρό διάβολο, βρέθηκε να συγκατοικεί με τις υψηλότερες πνευματικές αγγελικές δυνάμεις. «Ανανήψας, θεοφάντορ, της πριν μανίας, δαιμονικήν απάτην και ψυχόλεθρον  πλάνην πάσαν εθριάμβευσας». Υπάρχει κάτι ανάλογο στη ζωή του με αυτό που βλέπουμε και στη ζωή του αγίου αποστόλου Παύλου: και εκείνος από διώκτης του χριστιανισμού που ήταν, και μάλιστα ο χειρότερος όλων, βρέθηκε να υπηρετεί τον Κύριο Ιησού, σε σημείο τέτοιο, ώστε να χαρακτηρίζεται ως ο μεγαλύτερος απόστολος. Γι’  αυτό και δεν είναι τυχαίο που η Εκκλησία μας χαρακτηρίζει τον άγιο Κυπριανό «συνόμιλον Παύλου και έργοις συμμέτοχον».

Χαρακτηρίζουμε τη μαγεία, την οποία υπηρετούσε ο άγιος Κυπριανός πριν να μεταστραφεί στην πίστη του Χριστού, ως τρέλα και μανία. Γιατί πώς αλλιώς να χαρακτηριστεί η αλλοίωση της φυσικής καταστάσεως του ανθρώπου, που αντί να βρίσκεται σε αρμονία σχέσεως με τον Θεό Δημιουργό, εκείνος όχι μόνον αρνείται τη σχέση αυτή, αλλά και την πολεμά, ευρισκόμενος ως στρατιώτης στο στρατόπεδο του αντιπάλου του Θεού, σατανά διαβόλου; Και το λέμε αυτό, διότι άλλο είναι να μη γνωρίζει κανείς τον Θεό και συνεπώς να πράττει εν αγνοία του όσα είναι αντίθετα προς το άγιο θέλημά Του – μολονότι ένας καλοπροαίρετος άνθρωπος, ακόμη και ειδωλολάτρης,  ακολουθώντας τον έστω και  ζοφωμένο νόμο της συνειδήσεώς του θα επιτελεί και καλές πράξεις, όπως για παράδειγμα ο εκατόνταρχος Κορνήλιος, που οι προσευχές και οι ελεημοσύνες του ανέβαιναν ως θυμίαμα ενώπιον του Θεού – και άλλο να έχει προσχωρήσει ενσυνείδητα στον Πονηρό, τα κελεύσματα του οποίου να υπηρετεί προς βλάβη των ανθρώπων.

Κι όμως! Ένας τέτοιος άνθρωπος, τόσο δέσμιος του διαβόλου, δεν χρειάστηκε παρά ένα μικρό κορίτσι, την αγία Ιουστίνα, για να μπορέσει να απεμπλακεί. Όχι χρησιμοποιώντας η νεαρή κόρη επιχειρήματα, όχι κάνοντας θαύματα, αλλά απλώς τηρώντας το άγιο θέλημα του Θεού. Και μόνον δηλαδή η υπακοή στο θέλημα του Θεού είναι ικανή να εκδιώξει τον διάβολο και να μεταστρέψει έναν υπηρέτη του σε απόστολο του Χριστού. Το συγκλονιστικότερο: εν αγνοία της ίδιας της Ιουστίνας. Η αγία, αγωνιζόμενη απλώς να κρατήσει την αγνότητά της, χωρίς να γνωρίζει τίποτε, διέλυε κάθε ιστό αράχνης που έπλεκε γι’  αυτήν ο διάβολος μέσω του οργάνου του. Κι αυτό που συνέβη τότε, συμβαίνει πάντοτε, όπως βεβαίως και σήμερα. Ο διάβολος ενώ φαίνεται πανίσχυρος, στην πραγματικότητα είναι εξαφανισμένος και κατηργημένος από τον Κύριο. Είναι γνωστό: μόνον όποιος του δίνει δικαιώματα τον βλέπει κατακτητή της ζωής του. Και δικαιώματα του δίνουμε, όταν αμαρτάνουμε και παρουσιαζόμαστε χαλαροί στην πνευματική μας ζωή. Τότε ναι, ο διάβολος μας κάνει υποχείρια και έρμαιά του. Οπότε εισπράττουμε και το ανάλογο τίμημα: τη θλίψη, τη μελαγχολία, το μίσος, την κόλαση από αυτή τη ζωή. Θυμίζει η περίπτωση το περιστατικό του Γεροντικού: τον άγιο ασκητή που πηγαίνοντας στο σπίτι ενός ανθρώπου, προκειμένου να πάρει το αντίτιμο για κάτι πανέρια που του είχε πουλήσει, ήλθε αντιμέτωπος με τη δαιμονισμένη κόρη του ανθρώπου. Και χωρίς να πει τίποτε ο ασκητής, χωρίς να κάνει κάποια προσευχή για να βγει το δαιμόνιο, εκείνο εξαφανίστηκε σαν να καιγόταν, γιατί ο ασκητής δεν αντέδρασε σε χαστούκι που του έδωσε η κοπέλα. Η μη αντίδρασή του, λόγω της υπακοής στον Κύριο: «μη αντιστήναι τω πονηρώ», έφερε ακριβώς το θαύμα˙ να βγει το δαιμόνιο.

Δυστυχώς, ο διάβολος υπάρχει και δρα όπου βρει. Κι ακόμη δυστυχέστερα, υπάρχουν ταλαίπωροι συνάνθρωποί μας που καταφεύγουν στη μαγεία, στα δίχτυα δηλαδή του εχθρού τους, για να βρουν «ίαση». Η μεγαλύτερη συμβολή μας για την υπέρβαση της τραγικότητας αυτής είναι η υπακοή μας στο θέλημα του Θεού. Όσο εμείς που έχουμε κάποια συναίσθηση της πίστεώς μας είμαστε συνεπείς προς αυτήν την πίστη μας, τόσο θα αγιάζουμε τον εαυτό μας, συνεπώς ο διάβολος θα συναντά ένα «κενό» απέναντί μας, αλλά και τόσο θα βοηθούμε, χωρίς ίσως να το καταλαβαίνουμε, και τους αμελείς συνανθρώπους μας.

01 Οκτωβρίου 2024

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΡΩΜΑΝΟΣ Ο ΜΕΛΩΔΟΣ

«Ο άγιος Ρωμανός ήταν από τη Συρία, από την πόλη των Εμεσηνών, κι έγινε διάκονος της αγίας Εκκλησίας στη Βηρυτό. Όταν έφτασε στην Κωνσταντινούπολη στους χρόνους Αναστασίου του βασιλιά έμενε στο ναό της υπεραγίας Θεοτόκου που βρισκόταν στην περιοχή της Κύρου, ζώντας με ευλάβεια και διανυκτερεύοντας στις αγρυπνίες των Βλαχερνών. Επιτελούσε λοιπόν εκεί την ολονύκτια προσευχή και πάλι επέστρεφε στην Κύρο, όπου έλαβε και το χάρισμα να συντάσσει τους ύμνους των κοντακίων. Το έλαβε δε ως εξής: του φανερώθηκε η υπεραγία Θεοτόκος στον ύπνο του και του έδωσε ένα κομμάτι από χαρτί, το οποίο τον διέταξε να το φάει. Του φάνηκε λοιπόν ότι άνοιξε το στόμα του και κατάπιε το χαρτί. Ήταν τότε η εορτή των Χριστουγέννων. Αμέσως ξύπνησε, ανέβηκε στον άμβωνα κι άρχισε να ψάλλει: «Ἡ Παρθένος σήμερον τόν ὑπερούσιον τίκτει». Στη συνέχεια έγραψε και τα κοντάκια των υπολοίπων εορτών, όπως και των επισήμων αγίων, ώστε το πλήθος των κοντακίων που έφτιαξε να υπερβαίνουν τα χίλια. Στο τέλος τελειώθηκε ειρηνικά».

Το κύριο γνώρισμα του αγίου Ρωμανού είναι του ποιητού των κοντακίων, του εκκλησιαστικού υμνολογικού είδους που σφράγισε κυρίως τους 6ο και 7ο αι. – στη συνέχεια μέχρι σήμερα κυριάρχησε το είδος που ονομάζεται κανόνας. Είναι γνωστό ότι ο όρος κοντάκιο (υπάρχουν διάφορες ερμηνείες του ονόματος) δεν χρησιμοποιείτο από τον άγιο Ρωμανό, επικράτησε όμως μετά τον 10ο αι., και το ποίημά του αυτό αποτελείτο από το προοίμιο και τους οίκους, οι οποίοι έχουν ως πρότυπο το προίμιο. Τελικώς επιβίωσε μόνον το προοίμιο και αυτό στην Εκκλησία πια ονομάζουμε κοντάκιο.

Ο άγιος υμνογράφος βεβαίως του οσίου Ρωμανού, Ιωάννης ο μοναχός, δεν ενδιαφέρεται για το είδος των ύμνων του, αν είναι κοντάκιο ή αν είναι κανόνας – ο ίδιος τον υμνολογεί μέσω του κανόνος. Εκείνο στο οποίο επικεντρώνει ως ποιητής της Εκκλησίας και ως πνευματικός άνθρωπος και θεολόγος είναι το περιεχόμενο των ύμνων του Ρωμανού. Και το περιεχόμενο αυτό, σημειώνει, είναι «τοῦ Πνεύματος λόγια» (στιχ. εσπ.), είναι «ἀγγελική ὑμνωδία» (δόξα αποστ. εσπ.), είναι «ἡ ἀληθής γνῶσις καί τά ἔνθεα διδάγματα» (ωδή γ΄), δηλαδή «ὁ δογματισμός τοῦ συνανάρχου Λόγου Πατρί καί Πνεύματι ὡς ὁμοουσίου» (δόξα καθίσμ. όρθρου). Ο άγιος Ρωμανός είναι ο δογματικότερος όλων των εκκλησιαστικών ποιητών, αὐτός πού μέ τή ρωμαλέα θεολογία του ήταν και ο πιο αγαπημένος του μεγάλου οσίου της εποχής μας, Γέροντος Πορφυρίου καυσοκαλυβίτου – κι είμαστε ευγνώμονες εν προκειμένω στον μακαριστό άγιο Γέροντα π. Ανανία (Κουστένη) (που ευρισκόμενος στην Εκκλησία των πρωτοτόκων άγει σήμερα την ονομαστική του εορτή), ο οποίος μετά από πολλά χρόνια πνευματικής εργασίας μετέστρεψε στη νεοελληνική ποιητικώ τω τρόπω τα κοντάκια του οσίου μελωδού.

Τι ήταν εκείνο που έκανε τον όσιο Ρωμανό να φτάσει σ’ αυτό το ύψος της αγγελικής υμνωδίας και «να διατρανώνει με θεόπνευστα άσματα την απόρρητη θεία οικονομία του Χριστού και με ύμνους να στέφει όλους τους αγίους;» (εξαποστ. όρθρου). Αφενός, κατά τον υμνογράφο του, η ίδια η Θεοτόκος Μαρία, την οποία αγάπησε υπερβαλλόντως – καθημερινώς, όπως είδαμε, στον ναό της ζούσε και στις παννυχίδες της Παναγίας των Βλαχερνών σύχναζε και προσευχόταν. «Η αειπάρθενος που γέννησε τον Υιό του Θεού ως άνθρωπο, κατεφώτισε την ψυχή σου και γέμισε τον νου σου από την ένθεη γνώση, όταν σου παρουσιάστηκε τη νύκτα» (ωδή ε΄). Και: «Θεόφρον Ρωμανέ, είχες δάσκαλο τη Θεοτόκο Μαρία που σου ’δινε τη σύνεση και σε μυούσε και σε προέτρεπε να ψάλλεις» (ωδή ζ΄).

Και αφετέρου, η χάρη του Αγίου Πνεύματος που «καταλάμπρυνε με φεγγοβόλες λάμψεις τόν νου του» (ωδή α΄) και «τον έκανε να έχει την ομορφιά του κάλλους Του» (ωδή α΄). Γιατί; Τι έλκυσε το Πνεύμα του Θεού για να προσφερθεί τόσο πλούσια εκ νεότητος στον Ρωμανό; Τίποτε άλλο από αυτό που ελκύει πάντοτε τον Θεό στον άνθρωπο: η ανταπόκριση στην κλήση Του, δηλαδή η αγάπη του σ’ Εκείνου την αγάπη. Όπως το λέει και πάλι ο άγιος Ιωάννης ο μοναχός: «Από τη νεότητά σου παρέθεσες όλο τον εαυτό σου στον Χριστό και τον ακολούθησες» (ωδή α΄). Και φαίνεται η ακολουθία αυτή από το κατεξοχήν αποδεικτικό γεγονός: την ύπαρξη των αρετών, τον καρπό του αγίου Πνεύματος! «Σαν φωτολαμπής αστέρας με την ομορφιά των αρετών αναδείχτηκες σ’ όλον τον κόσμο, σοφέ Ρωμανέ» (ωδή α΄).

Οι ύμνοι λοιπόν του οσίου μελωδού αποτελούν λόγια του Πνεύματος - ό,τι ο Θεός και η Παναγία ενέπνευσαν στην καθαρή καρδιά του. Κι εδώ αναφύεται βεβαίως άλλο «πρόβλημα»: ανταποκρίνεται στα λόγια αυτά μόνον όποιος διαπνέεται εξίσου από το Πνεύμα αυτό! Μόνον ο πιστός άνθρωπος, ο άνθρωπος της Εκκλησίας που θέλει να ζει ως πραγματικός χριστιανός με φρόνημα Χριστού, μπορεί να αναγνωρίσει το μεγαλείο των εμπνευσμένων λόγων του αγίου Ρωμανού. «Ἐν τῶ φωτί σου ὀψόμεθα φῶς». Γι’ αυτό και σπεύδει απαρχής ο άγιος Ιωάννης ο μοναχός να τονίσει: «Ο Ρωμανός, η λύρα του θείου Πνεύματος, το αηδόνι, το τζιτζίκι, ο αυλός των θείων ασμάτων της Εκκλησίας, παραθέτει σε όλους μας τις μελωδικές του ευωχίες και μέσω αυτών κατευφραίνει τους θεόφρονες» (στιχ. εσπ.). Πρέπει να είναι κανείς θεόφρων, να έχει φρόνημα Θεού: πνεύμα υπακοής και ταπείνωσης, όπως εξηγεί ο μέγας απόστολος Παύλος (Φιλ. 2, 5-8), για να ευφρανθεί από τα λόγια του Πνεύματος του Θεού.

Κι αυτό παραπέμπει στο ευρύτερο πρόβλημα γενικώς των εκκλησιαστικών λογίων, είτε της Γραφής είτε των Πατερικών έργων είτε της υμνολογίας και της λειτουργικής ζωής της Εκκλησίας! Τι θέλουμε να πούμε; Αν σήμερα υπάρχει μικρή ανταπόκριση των ανθρώπων για την πίστη του Χριστού και τη ζωή της Εκκλησίας, είναι ακριβώς γι’ αυτό: διαπνεόμαστε από το κοσμικό, αμαρτωλό, πνεύμα, και γι’ αυτό δεν «ευφραινόμαστε», δεν ελκυόμαστε, δεν ευχαριστιόμαστε από ό,τι το Πνεύμα του Θεού εμπνέει. Μπορεί κάποιος να «κατηγορεί» την Εκκλησία για παλαιολιθικές μεθόδους, για απηρχαιωμένες τάχα αντιλήψεις, μα η Εκκλησία δεν κάνει τίποτε άλλο από το να συνεχίζει την οδό του αρχηγού της Κυρίου Ιησού Χριστού. Οπότε, για να μπορεί κανείς να κατανοήσει τα της πίστεως και να ευφραίνεται από αυτά, χρειάζεται το μοναδικό στοιχείο που τα αλλάζει όλα: τη μετάνοια. Μόλις κανείς ανταποκριθεί στις βαθύτερες εφέσεις της ψυχής του και θελήσει να αναζητήσει την αλήθεια, αμέσως θα δει τη φωτιά του Πνεύματος που περικλείουν τα λόγια του Θεού, θα δει τη νεότητα του Χριστού να ανακαινίζει πλήρως την ύπαρξή του. «Ἰδού καινά ποιῶ πάντα»!

30 Σεπτεμβρίου 2024

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ

 

«Χριστιανός είναι η απομίμηση του Χριστού, όσο είναι δυνατόν στον άνθρωπο, και στα λόγια και στα έργα και στη σκέψη. Πιστεύει δε ορθά και αλάνθαστα στην Αγία Τριάδα» (Άγ. Ιωάννης της Κλίμακος, λόγ. α΄, 7).

Ο άγιος Ιωάννης σου δίνει τα κριτήρια.  Πρώτον· είσαι χριστιανός αν πιστεύεις «ορθά και αλάνθαστα στην Αγία Τριάδα». Που σημαίνει ότι ζεις και αναπνέεις τη ζωή της Εκκλησίας, αφού εκεί διαφυλάσσεται και κηρύσσεται η ορθή πίστη που απεκάλυψε ο Κύριος Ιησούς. Το «πιστεύω εις ένα Θεόν…και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν», δηλαδή, πάει πάντα μαζί με το πιστεύω και «εις μίαν, αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν». Είμαι μέλος της Εκκλησίας θα πει είμαι μέλος του Χριστού και βλέπω με την όραση που μου έδωσε και μου δίνει ο ίδιος ο Χριστός. Η ορθή πίστη έτσι υπάρχει εκεί που υπάρχει η κοινή πίστη: των Αποστόλων, των Πατέρων, όλων των αγίων. Χωρισμένος από την Εκκλησία, το μόνο που βλέπω είναι ο εαυτός μου και τα πάθη μου, έστω κι αν επικαλούμαι το όνομα του Χριστού.

Και δεύτερον, μάλλον πρώτον κατά τον άγιο: είσαι χριστιανός, όταν φανερώνεις στην καθημερινότητά σου τον Χριστό. Στο πρόσωπό σου ο κάθε άλλος, γνωστός ή ξένος, να μπορεί να βλέπει την παρουσία Εκείνου. Όχι μόνο στα λόγια, αλλά και στα έργα, ακόμη και στη σκέψη. Άλλωστε ο λόγος και τα έργα είναι γνήσια στον βαθμό που εκφράζουν τον νου και τη σκέψη του ανθρώπου. Όπως το έλεγε ο μέγιστος των αποστόλων άγιος Παύλος: «μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού». Γιατί; Διότι «και ημείς νουν Χριστού έχομεν». Έτσι μη θεωρήσεις χριστιανό εκείνον που πάει να μιμηθεί τον Χριστό με έναν εξωτερικό τρόπο. Είναι υποκριτής. Παίζει θέατρο. Ο χριστιανός ζει τον Χριστό στην καρδιά του και αυτό κατά φυσικό τρόπο αντανακλάται σε όλο το είναι του. Εκεί άλλωστε βρίσκεται και το μεγαλείο του αγίου βαπτίσματος, κατά το οποίο γίνεται ο άνθρωπος πραγματικό μέλος του Χριστού.

Γι’ αυτό βεβαίως και η ζωή του στον κόσμο δεν είναι ρόδινη. Ό,τι σταυρό πέρασε ο Χριστός, το ίδιο, με τη χάρη Εκείνου, περνά και ο χριστιανός. «Ει εμέ εδίωξαν, και υμάς διώξουσιν». Μη δυσανασχετείς λοιπόν με τα βάσανα και τις οδύνες της ζωής. Όταν υπάρχουν σημαίνει ότι βρίσκεσαι στον σωστό δρόμο. Αλλά το τέρμα είναι η χαρά και Ανάσταση. «Ιδού γαρ ήλθε δια του Σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω». Οπότε «ου πάντων η πίστις». «Μικρόν γαρ το ποίμνιον».

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΦΩΤΙΣΤΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΑΡΜΕΝΙΑΣ

«Ο άγιος Γρηγόριος έζησε επί βασιλείας Διοκλητιανού. Ήταν Πάρθος κατά την καταγωγή, υιός του Ανάκ, συγγενής του Κουσαρώ, βασιλιά της Αρμενίας. Συνελήφθη από τον βασιλιά Τηριδάτη ως χριστιανός και υπέμεινε γι’  αυτό πολλές τιμωρίες. Όταν έμαθε μάλιστα ο Τηριδάτης ότι είναι υιός του Ανάκ του Πάρθου που δολοφόνησε τον πατέρα του, του έδεσε τα χέρια και τα πόδια και τον έστειλε στην πόλη Αρταξά, όπου εκεί τον έριξαν σε βαθύ λάκκο, γεμάτο από θηρία και ερπετά. Στον λάκκο αυτό έζησε  δεκαπέντε χρόνια, τρεφόμενος κρυφά από μία γυναίκα χήρα. Στο μεταξύ ο βασιλιάς Τηριδάτης παρεφρόνησε, έτρωγε τις σάρκες του και ζούσε μαζί με τα γουρούνια στα βουνά. Η αδελφή του Κουσαροδούκτα είδε τότε ένα όνειρο κι άκουσε φωνή που έλεγε: Αν δεν βγει από τον λάκκο ο Γρηγόριος, ο Τηριδάτης δεν πρόκειται να γίνει καλά. Πράγματι, η Κουσαροδούκτα απελευθέρωσε τον Γρηγόριο, ενώ την ίδια ώρα θεραπεύτηκε και ο βασιλιάς. Ο Γρηγόριος έγινε επίσκοπος της Αρμενίας, βάπτισε τους κατοίκους της, έφτιαξε πολλές Εκκλησίες, και τελικώς εκδήμησε προς τον Κύριο ειρηνικά».  

Διαβάζοντας κανείς τον βίο του αγίου Γρηγορίου, φωτιστή των Αρμενίων, δύο πράγματα έρχονται στον νου του για να κάνει: ή να κλείσει τα μάτια από ντροπή, μπροστά στη φοβερά μεγάλη προσωπικότητα και το τεράστιο σε βάθος και πλάτος έργο του Γρηγορίου, προσπαθώντας να το «απωθήσει» στο υποσυνείδητό του, ή να αρχίσει να κλαίει για τη δική του κατάντια. Διότι ο άγιος, ένας αυτός – και όχι χιλιάδες «χριστιανοί» όπως εμείς – αλλά «οίκον Τριάδος εαυτόν αποτελέσας» κατά τον υμνογράφο, δηλαδή κάνοντας τον εαυτό του οίκο της αγίας Τριάδος, κατόρθωσε με τη χάρη του Θεού να μεταστρέψει στη χριστιανική πίστη έναν ολόκληρο ειδωλολατρικό λαό, που καταδυναστευόταν από τον πονηρό διάβολο και τις μεθοδείες του. «Λυμαινόμενον αθέως τον εχθρόν χώραν άπασαν, την των Αρμενίων, θεία δυναστεία κατέβαλες∙ και ως πυρσός αναλάμψας κατεφώτισας τους εν σκότει κειμένους, σοφέ, ματαιότητος» (Με τη δύναμη του Θεού νίκησες τον εχθρό διάβολο, ο οποίος κατέστρεφε με την αθεΐα όλη τη χώρα των Αρμενίων. Και αφού έλαμψες σαν πυρσός, φώτισες πολύ δυνατά, σοφέ, αυτούς που βρίσκονται στο σκοτάδι της ματαιότητας). Ο άγιος, γι’  αυτό, αντιπαραβάλλεται με τους αγίους αποστόλους, τους μαθητές του Κυρίου, παραλληλίζεται με τον άγιο Γρηγόριο τον Νεοκαισαρείας τον θαυματουργό, ο οποίος εξίσου με τον σημερινό Γρηγόριο, όταν πήγε στη Νεοκαισάρεια βρήκε ελάχιστους χριστιανούς και όταν έφυγε από τη ζωή αυτή άφησε ελάχιστους ειδωλολάτρες, παραπέμπει στους νεώτερους αγίους Κύριλλο και Μεθόδιο, φωτιστές των Σλαύων.

Η χάρη του Θεού ενήργησε σε όλες τις καλοπροαίρετες καρδιές των Αρμενίων, μέσω του εκλεκτού οργάνου της Γρηγορίου, μ’  έναν τριπλό τρόπο: με τη δύναμη του λόγου του, με τη δύναμη των θαυμάτων που επιτελούσε, με τα θαυμαστά μαρτύρια που πέρασε για την πίστη του. Ο λόγος του πράγματι, επιβεβαιούμενος  και με τα θαύματα που ο Θεός επέτρεπε να επιτελεί, ήταν γεμάτος από δύναμη Θεού και δεν ήταν ανθρώπινα επιχειρήματα, που συνήθως κτυπούν ως «κύμβαλον αλαλάζον» τα αυτιά των ανθρώπων. Με τον λόγο αυτό έπεφταν  οι ειδωλολατρικοί ναοί και φυγαδεύονταν οι κρυμμένοι σ’  αυτούς δαίμονες, ενώ στερεώνονταν οι καρδιές των ανθρώπων στον θεϊκό έρωτα, όπως σημειώνει έκθαμβος ο υμνογράφος. «Ρημάτων σου δυναστεία, ναοί κατερράγησαν και δαιμόνων κατεβλήθη ανίδρυτα ξόανα, και πιστών καρδίαι θεϊκώ ενιδρύθησαν έρωτι». Εκεί όμως που κατεξοχήν λειτούργησε ως φάρος που φώτισε τους ανθρώπους ήταν τα μαρτύρια που υπέστη. Τα μαρτύρια αυτά ήταν η δόξα του, κατά αντιστοιχία με το Πάθος και το μαρτύριο Κυρίου του Θεού του. Το σημειώνει ο θεολογικώτατος ποιητής της ακολουθίας του, για να δείξει ποιο είναι το στίγμα του χριστιανικού μαρτυρίου: «Εις περίβλεπτον σε ύψος μαρτυρίου ανήνεγκεν, υψηλός εν δόξη Κύριος Ύψιστος, ένδοξε∙ ου τα παθήματα χαίρων εξεικόνισας, ιερομάρτυς, δόξα βοών τη δυνάμει σου» (Ο υψηλός στη δόξα Ύψιστος Κύριος, ένδοξε Γρηγόριε, σε ανέβασε σε περίβλεπτο ύψος μαρτυρίου. Τα παθήματα Αυτού (που ήταν η δόξα Του) εξεικόνισες με χαρά, ιερομάρτυς, φωνάζοντας δόξα στη δύναμή Σου).

Αυτού του είδους το χριστιανικό μαρτύριο, ως συμμετοχή στο μαρτύριο του Χριστού, φέρνει αποτελέσματα, τα οποία, ενώ είναι τρανταχτά, δεν φαίνονται με πρώτη ματιά. Το μαρτύριο των αγίων δηλαδή, όπως το Πάθος του Χριστού, περικλείει το μυστήριο της δύναμης του Θεού, πράγμα που σημαίνει ότι όπως σε εκείνο του Σταυρού νικήθηκε - χωρίς να φαίνεται εξωτερικά - η αμαρτία, ο θάνατος και ο διάβολος, έτσι και στων αγίων: συντρίβεται ο διάβολος και τα όργανά του. Θέλουμε να πούμε, ακολουθώντας τους ύμνους της εορτής, ότι κάθε κτύπημα ενός αγίου είναι και κτύπημα κατά της πονηρίας, κάθε πόνος και βάσανός του φέρνει και το βογγητό και την κόλαση του πονηρού. Ας δούμε πόσο ωραία μας το καταθέτει ο εκκλησιαστικός και πάλι ποιητής: «Ραπισμοίς σιαγόνων σου, μύλας συντρίβεις λεόντων, και οχετοίς αιμάτων, δαιμόνων λύθρον εκμειοίς, ειδωλικάς προρρίζους τε, καταστρέφεις στήλας, Αξιάγαστε» (Με τα ραπίσματα των σιαγόνων σου συντρίβεις τα δόντια των λιονταριών, και με τους οχετούς των αιμάτων σου εξαφανίζεις τη βρωμιά των δαιμόνων και καταστρέφεις από τη ρίζα τις στήλες των ειδώλων, αξιοθαύμαστε Γρηγόριε).

Ίσως θα πρέπει κάποτε να μάθουμε να βλέπουμε και τα δικά μας βάσανα, και τους δικούς μας πόνους σ’  αυτήν τη ζωή, με αυτό το «μάτι» της πίστεως: αν τα βάσανά μας τα υπομένουμε με πίστη, τότε και μέσα από εμάς θα λειτουργεί η δύναμη του Θεού, που συντρίβει το κακό και τον διάβολο. Και τότε θα αρχίσουμε να γινόμαστε κι εμείς, σε κάποιο βαθμό ίσως, φωτιστές και των άλλων συνανθρώπων μας, προκειμένου να βρίσκουν το αληθινό φως, τον Ιησού Χριστό.

28 Σεπτεμβρίου 2024

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Β΄ ΛΟΥΚΑ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Λουκ. 6, 31-36)

Εἶπεν ὁ Κύριος· καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως. Καὶ εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. Καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι. Καὶ ἐὰν δανείζητε παρ᾿ ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα. Πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς. Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Εἶπε ὁ Κύριος· «Ὅπως θέλετε νά σᾶς συμπεριφέρονται οἱ ἄνθρωποι, ἔτσι ἀκριβῶς νά συμπεριφέρεστε κι ἐσεῖς σ’ αὐτούς. Γιατί, ἄν ἀγαπᾶτε αὐτούς ποῦ σᾶς ἀγαποῦν, ποιά εὔνοια περιμένετε ἀπό τό Θεό; Ἀφοῦ καί οἱ ἁμαρτωλοί ἀγαποῦν αὐτούς πού τούς ἀγαποῦν. Κι ἄν κάνετε καλό σ’ αὐτούς ποῦ σᾶς κάνουν καλό, ποιά εὔνοια περιμένετε ἀπό τό Θεό; Καί οἱ ἁμαρτωλοί το ἴδιο κάνουν. Ἄν δανείζετε σ’ ὅσους ἐλπίζετε νά σᾶς τά ἐπιστρέψουν, ποιά εὔνοια περιμένετε ἀπό τό Θεό; Καί οἱ ἁμαρτωλοί δανείζουν στούς ὁμοίους τους γιά νά τά πάρουν πίσω. Ἀντίθετα, ἐσεῖς ν’ ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς σας, νά κάνετε τό καλό καί νά δανείζετε, χωρίς νά περιμένετε νά πάρετε πίσω τίποτα. Ἔτσι, ὁ Θεός, πού εἶναι καλός ἀκόμα καί μέ τούς ἀχάριστους καί τούς κακούς, θά σᾶς ἀνταμείψει μέ τό παραπάνω καί θά σᾶς κάνει παιδιά του. Νά εἶστε λοιπόν σπλαχνικοί, ὅπως σπλαχνικός εἶναι κι ὁ Θεός Πατέρας σας».

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Β΄ Κορ. α΄ 21 - β΄ 4)

Ἀδελφοί, ὁ βεβαιῶν ἡμᾶς σὺν ὑμῖν εἰς Χριστὸν καὶ χρίσας ἡμᾶς Θεός, ὁ καὶ σφραγισάμενος ἡμᾶς καὶ δοὺς τὸν ἀρραβῶνα τοῦ Πνεύματος ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν. Ἐγὼ δὲ μάρτυρα τὸν Θεὸν ἐπικαλοῦμαι ἐπὶ τὴν ἐμὴν ψυχήν, ὅτι φειδόμενος ὑμῶν οὐκέτι ἦλθον εἰς Κόρινθον. Οὐχ ὅτι κυριεύομεν ὑμῶν τῆς πίστεως, ἀλλὰ συνεργοί ἐσμεν τῆς χαρᾶς ὑμῶν· τῇ γὰρ πίστει ἑστήκατε.  Ἔκρινα δὲ ἐμαυτῷ τοῦτο, τὸ μὴ πάλιν ἐν λύπῃ ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς. Εἰ γὰρ ἐγὼ λυπῶ ὑμᾶς, καὶ τίς ἐστιν ὁ εὐφραίνων με εἰ μὴ ὁ λυπούμενος ἐξ ἐμοῦ; Καὶ ἔγραψα ὑμῖν τοῦτο αὐτὸ, ἵνα μὴ ἐλθὼν λύπην ἔχω ἀφ' ὧν ἔδει με χαίρειν, πεποιθὼς ἐπὶ πάντας ὑμᾶς ὅτι ἡ ἐμὴ χαρὰ πάντων ὑμῶν ἐστιν. Ἐκ γὰρ πολλῆς θλίψεως καὶ συνοχῆς καρδίας ἔγραψα ὑμῖν διὰ πολλῶν δακρύων, οὐχ ἵνα λυπηθῆτε, ἀλλὰ τὴν ἀγάπην ἵνα γνῶτε ἣν ἔχω περισσοτέρως εἰς ὑμᾶς.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Αδελφοί, ὁ Θεός, πού στερεώνει καί ἐμᾶς καί ἐσᾶς στόν Χριστό καί μᾶς ἔχρισε λαό του, εἶναι ὁ ἴδιος πού μέ τή σφραγίδα του μᾶς ἐγγυᾶται τό μέλλον καί σάν πρόγευσή του δίνει μέσα στίς καρδιές μας τό Πνεῦμα. Μάρτυς μου ὁ Θεός, πού γνωρίζει τά βάθη τῆς ψυχῆς μου ὅτι δέν λέω ψέματα. Δέν ξανάρθα στήν Κόρινθο, γιά νά μή σᾶς λυπήσω. Αὐτό δέν σημαίνει πώς θέλω νά σᾶς ἐπιβληθῶ σέ ζητήματα τῆς πίστεως, γιατί σ΄ αὐτήν μένετε σταθεροί. Ἐπειδή ὅμως θέλω νά συμβάλω στή χαρά σας, γι΄ αὐτό ἔκρινα σωστό νά μή σᾶς φέρω λύπη, ὅταν θά ΄ρθῶ ξανά κοντά σας. Γιατί, ἄν ἐγώ σᾶς προκαλῶ λύπη, τότε θά πρέπει νά παίρνω χαρά ἀπό κείνους πού στενοχωρῶ. Γι΄ αὐτό σᾶς ἔγραψα ὅπως σᾶς ἔγραψα, ὥστε ὅταν ἔρθω νά μή δοκιμάσω λύπη ἀπό ἐκείνους πού ἔπρεπε νά μοῦ δώσουν χαρά. Εἶμαι ἀπόλυτα βέβαιος πώς ὅλοι σας πιστεύετε ὅτι ἡ δική μου χαρά εἶναι καί χαρά ὅλων σας. Σᾶς ἔγραψα μέ πολλή ὀδύνη, μέ πόνο στήν καρδιά καί μέ πολλά δάκρυα, ὄχι γιά νά σᾶς στενοχωρήσω, ἀλλά γιά νά γνωρίσετε τήν περίσσια ἀγάπη πού ἔχω γιά σᾶς.

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΧΑΡΙΤΩΝ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ

«Ο όσιος Χαρίτων έζησε επί της βασιλείας του Αυρηλιανού και καταγόταν από το Ικόνιο της Λυκαονίας. Λόγω της πίστεώς του στον Χριστό, οδηγήθηκε στον άρχοντα Υπατικό, κι επειδή ομολόγησε με παρρησία τον Χριστό ως Θεό, τον κτύπησαν και τον κατάφλεξαν με λαμπάδες φωτιάς. Μετά την πτώση του Αυρηλιανού, ελευθερώθηκε, και πήγε σε έρημο τόπο, όπου έπεσε σε ληστές που τον αιχμαλώτισαν. Ελευθερώθηκε όμως και πάλι αλλά με τον εξής τρόπο: Στην κανάτα που είχαν οι ληστές το κρασί τους, πήγε μία έχιδνα που έχυσε το δηλητήριό της, οπότε πίνοντας οι ληστές πέθαναν όλοι. Ο όσιος, βλέποντας το σπήλαιο ταιριαστό για τόπο ασκήσεώς του, το έκανε εκκλησία, κι επειδή άρχισαν να προσέρχονται πολλοί για να ασκηθούν κοντά του, το μετέτρεψε τελικώς σε μοναστήρι. Λόγω των περισπασμών, αποσύρθηκε αλλού, αλλά και εκεί τον περίμενε η ίδια «τύχη», μέχρι ότου βρήκε την άκρη ενός βράχου, για να αφιερωθεί απερίσπαστος στην προσευχή και τον Θεό. Την έλλειψη ύδατος την ξεπέρασε με τη χάρη του Θεού. Παρακάλεσε τον Κύριο, και από το βράχο βγήκε κρυστάλλινο νερό. Εκεί στον βράχο αυτό έζησε μέχρι βαθύτατο γήρας, επιτελώντας και πλήθη θαυμάτων».

Ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας, καλός γνώστης της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, των Πατερικών και νηπτικών κειμένων,  «ζωγραφίζει» το πνευματικό πορτραίτο του οσίου Χαρίτωνα, χρησιμοποιώντας εικόνες από τα παραπάνω έργα. Το πρώτο στο οποίο εμμένει ο εκκλησιαστικός ποιητής είναι το χάρισμα του οσίου να καθοδηγεί άλλους προς εύρεση της Βασιλείας του Θεού, το χάρισμα δηλαδή του Γέροντα. Βασιζόμενος στο γεγονός ότι ο όσιος είχε ιδρύσει τρία μοναστήρια, παρ’  όλη την τάση του να ζήσει ως ερημίτης, τον βλέπει ως νέο Μωϋσή, ο οποίος, σαν τον παλαιό που καθοδήγησε τους Ισραηλίτες στη γη της επαγγελίας, και μάλιστα περνώντας τους θαυματουργικά, δηλαδή με τη χάρη του Θεού, από την Ερυθρά θάλασσα,   καθοδήγησε και αυτός τους μοναχούς του, ανοίγοντας με το όπλο του Σταυρού το πέλαγος της αθλητικής θάλασσας, καταβυθίζοντας έτσι τον νοητό Φαραώ, τον διάβολο. «Θαλάσσης αθλητικής το πέλαγος διανηξάμενος, τω ζωηφόρω όπλω του Σταυρού, Φαραώ τον αλάστορα τον νοητόν, Μακάριε, θεία δυνάμει κατεπόντισας». Κι είναι μεγάλη ευλογία στη ζωή μας να έχουμε βρει και εμείς τον σωστό πνευματικό καθοδηγητή, προκειμένου, αντιστοίχως με τους μοναχούς του οσίου Χαρίτωνα, να καθοδηγούμαστε στην εύρεση του Χριστού. Διότι βεβαίως αυτός είναι όλος ο σκοπός της πνευματικής ζωής και της πνευματικής καθοδήγησης: να συνδεθούμε με τον Χριστό, δηλαδή να ζούμε έτσι, ώστε να ενεργοποιείται το χάρισμα του αγίου βαπτίσματος και του αγίου χρίσματος.

Δεν είναι δυνατόν όμως ο Θεός να έχει χαριτώσει κάποιον με το χάρισμα της πνευματικής καθοδήγησης, χωρίς αυτός να έχει διαφύγει τη θάλασσα των παθών, χωρίς να έχει υπερβεί τον εγωισμό και τα παρακλάδια του, κι αυτό με τη χάρη του Θεού. Ο όσιος Χαρίτων ήταν αληθινός καθοδηγητής, γιατί ακριβώς ενισχυόμενος από το Πνεύμα του Θεού νίκησε τον νοητό Γολιάθ, τις πονηρές δυνάμεις. Ο υμνογράφος με άλλα λόγια θέλοντας να τονίσει τους σπουδαίους ασκητικούς αγώνες του οσίου τον παραλληλίζει με τον Δαυίδ. Κι όπως εκείνος, σε νεαρή ηλικία, αλλά με τεράστιο θάρρος και με δύναμη Θεού νίκησε τον γιγάντιο Γολιάθ, έτσι και ο όσιος Χαρίτων: παρ’  όλη τη θεωρούμενη τεράστια δύναμη του διαβόλου, τον νίκησε, γιατί αφενός είχε την προαίρεση για κάτι τέτοιο, αφετέρου ενισχυόταν από τον παντοδύναμο και παντοκράτορα Κύριο. «Καθείλες δαυιτικώς του αλλοφύλου Γολιάθ, όσιε, την νοητήν δύναμιν, εν τη παντευχία του Πνεύματος».

Ένας τέτοιος άνθρωπος λοιπόν, σαν τον όσιο Χαρίτωνα, γνήσιος δούλος του Θεού, με ασκητικό φρόνημα και αληθινή αγάπη προς τον συνάνθρωπο, όντως χαριτώνεται από τον Θεό – «εστεφάνωσαν αι χάριτες σε Χαρίτων, αθλητικώ στεφάνω, της Χριστού βασιλείας» (σε στεφάνωσαν, Χαρίτων, οι χάρες της βασιλείας του Χριστού με αθλητικό στεφάνι) - και λειτουργεί για τους καλοπροαίρετους ανθρώπους  κυριολεκτικά ως «μαγνήτης», που τους τραβάει κοντά του. Δεν είναι τα ανθρώπινα προσόντα του, οι γνώσεις του, η πιθανή ευγένειά του, οι καλοί τρόποι του. Είναι η χάρη του Θεού που ελκύει  τους ανθρώπους. Κι αυτό θα πει ότι οι άνθρωποι πλησιάζουν έναν τέτοιο άνθρωπο, με τη βεβαιότητα ότι προσεγγίζουν τον Θεό. Αν δεν υπάρχει αυτή η βεβαιότητα, αν οι άνθρωποι προσεγγίζουν τον Γέροντα για να μείνουν μόνον σ’  εκείνον, χωρίς να περνάνε δι’  αυτού στον Σωτήρα Χριστό, τότε αφενός οι άνθρωποι αυτοί πάσχουν από πλευράς ψυχικής – διότι Θεός τους γίνεται ο «Γέροντάς» τους -  αφετέρου ο Γέροντας αυτός, σε περίπτωση που δεν αρνηθεί το «φωτοστέφανο» που του βάζουν οι άνθρωποι, δεν είναι γνήσιος Γέροντας, ανήκει στους «ψευδογέροντες», που συνιστούν μία από τις μάστιγες της Εκκλησίας. Ο όσιος Χαρίτων γίνεται ο οδηγός μας. Ζούσε εν αυτώ ο Χριστός, γι’ αυτό και διάφανος γενόμενος Εκείνον αποκλειστικά φανέρωνε. «Συ, όσιε, φωτός ακηλίδωτον έσοπτρον της άνωθεν φρυκτωρίας τηλαυγώς ανεδείχθης, Χαρίτων παμμακάριστε» (Χαρίτων όσιε, παμμακάριστε, αναδείχτηκες πολύ καθαρά ακηλίδωτος καθρέπτης που αντανακλά το θεϊκό φως). Τέτοιους Γεροντάδες, διάφανους προς τον Θεό και τον άνθρωπο, που και η εποχή μας γνώρισε, αληθινούς αγίους (π.χ. τους οσίους Πορφύριο, Παΐσιο, Ιάκωβο, Εφραίμ, Σωφρόνιο κ.ά.), ας παρακαλούμε τον Θεό να αναδεικνύει πάντοτε. Το πιο σημαντικό όμως είναι να προσπαθούμε όλοι μας να γινόμαστε με τον τρόπο του οσίου Χαρίτωνα μικροί Γεροντάδες. Δηλαδή να ζούμε έτσι τον Θεό, ώστε ο Θεός να φανερώνεται μέσω ημών. Διαφορετικά, θα εμπαιζόμαστε όλοι από τις μηχανές του Πονηρού.