09 Νοεμβρίου 2024

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

«Ο άγιος γεννήθηκε στη Συλυβρία της Ανατολικής Θράκης την 1η Οκτωβρίου 1846. Το όνομα που του δόθηκε στη βάπτισή του ήταν Αναστάσιος. Τελείωσε το Δημοτικό και τις τρεις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου (ελληνικό σχολείο) στη γενέτειρά του. Δεκατεσσάρων ετών πηγαίνει στην Κωνσταντινούπολη, όπου εργάζεται σε καπνοπωλείο, ενώ παράλληλα παρακολουθεί μαθήματα στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Διορίζεται λίγο αργότερα δάσκαλος και παιδονόμος στο σχολείο του Μετοχίου του Παναγίου Τάφου. Το 1866 μεταβαίνει στη Χίο, όπου μετά δεκαετία κείρεται μοναχός στην Ιερά Νέα Μονή, με το όνομα Λάζαρος, αφού χρημάτισε για αρκετά χρόνια δάσκαλος στο χωριό Λιθί. Το 1877 χειροτονείται διάκονος παίρνοντας το όνομα Νεκτάριος. Έρχεται στην Αθήνα, για να συμπληρώσει τις γυμνασιακές του σπουδές, ενώ με την ευλογία του πατριάρχου Αλεξανδρείας Σωφρονίου, εγγράφεται στη συνέχεια στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1885 παίρνει το πτυχίο του και μετά λίγους μήνες χειροτονείται πρεσβύτερος. Ο Πατριάρχης, εκτιμώντας τα προσόντα του, τον χειροτονεί το 1889 επίσκοπο – μητροπολίτη Πενταπόλεως, θέση που αξιοποίησε για να επιτελέσει ένα τεράστιο πνευματικό και κοινωνικό έργο. Ο φθόνος όμως που προκαλεί το έργο του φέρνει ως αποτέλεσμα την απομάκρυνσή του (1890). Έρχεται στην Ελλάδα, όπου αναλαμβάνει τη θέση ιεροκήρυκα στην Εύβοια πρώτα (1891) και στη Φθιώτιδα έπειτα (1893). Το 1894 αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Ριζαρείου Σχολής, θέση που θα κρατήσει μέχρι το 1908, οπότε και θα παραιτηθεί για λόγους υγείας. Στο μεταξύ, από το 1904 ήδη έχει ιδρύσει το μοναστήρι της Αγίας Τριάδος στην Αίγινα. Εκεί εγκαταβιώνει μετά τη Ριζάρειο και εκεί αναδεικνύεται ιδιαιτέρως η οσιακή του προσωπικότητα. Αρρωσταίνει μετά από ορισμένα χρόνια βαριά, οπότε και αποβιώνει στο Αρεταίειο νοσοκομείο την 8η Νοεμβρίου 1920, μετά από δίμηνη εκεί νοσηλεία. Τον Απρίλιο του 1921 άνοιξαν τον τάφο του με σκοπό την οικοδόμηση μαρμάρινου μνημείου. Το σκήνωμά του βρέθηκε ανέπαφο, ενώ η ευωδία που σκορπούσε ήταν υπέροχη. Το ίδιο επανελήφθη και μετά τρία χρόνια, καθώς και το 1927. Και τις δύο αυτές φορές το σκήνωμα ήταν ανέπαφο και η ευωδία η ίδια. Το 1953 έγινε και πάλι ανακομιδή. Τη φορά αυτή, για λόγους που γνωρίζει ο Θεός, το σκήνωμά του βρέθηκε διαλυμένο. Με πατριαρχική πράξη της 20ής Απριλίου του 1961 η Εκκλησία μας διεκήρυξε επίσημα την αγιότητά του. Το συγγραφικό του έργο είναι πολύ μεγάλο και αξιόλογο, ενώ τα θαύματά του είναι αμέτρητα».

Ο άγιος Νεκτάριος θεωρείται από όλους τους πιστούς της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως ένας από τους πιο αγαπητούς αγίους της. Όχι μόνον διότι ο Θεός επιτελεί μέσω αυτού καθημερινώς πάμπολλα θαύματα – «πλούσιες ιάσεις καθημερινά πηγάζει (η κάρα του) θαυμαστώς με τη χάρη του Θεού», κατά τον γνωστό όσιο υμνογράφο Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη – αλλά και διότι είναι ένας άγιος της εποχής μας, «ο άγιος του εικοστού αιώνα», και μάλιστα  όχι μικρότερος από τους άλλους μεγάλους αγίους ιεράρχες της Εκκλησίας που έζησαν τα παλαιότερα χρόνια. Κι αυτό σημαίνει ότι με τον άγιο Νεκτάριο αφενός νιώθουμε πλούσια τη χάρη του Θεού, μέσω κυρίως των αγίων λειψάνων του, που κατανοούνται ως «ιαμάτων κρήνη» και «προσφέρουν ουράνια οσμή και θεία ευωδία σε όλους», αφετέρου παίρνουμε απάντηση  στο εύλογο ερώτημα που τίθεται «γιατί δεν έχουμε μεγάλους αγίους σήμερα;» Ο όσιος υμνογράφος λοιπόν επισημαίνει αυτό το ισοστάσιο του αγίου Νεκταρίου με τους προγενέστερους μεγάλους αγίους, δίνοντας μάλιστα και την εξήγηση: ο Νεκτάριος προσπάθησε να ακολουθήσει τα ίχνη των παλαιών αγίων, με την καθαρότητα της ζωής του, δηλαδή στην πραγματικότητα να ζήσει σύμφωνα με το ευαγγέλιο του Χριστού. «Με το φως των έργων σου φανερώνεις το φως του Ευαγγελίου, πάτερ, σε όλον τον κόσμο κατά θαυμαστό τρόπο». «Ακολούθησες, Νεκτάριε, τα ίχνη των παλαιών αρχιερέων του Χριστού, με την καθαρότητα της ζωής σου, και φάνηκες ίσος με αυτούς και μέτοχος της δόξας τους».

Ο εμπνευσμένος υμνογράφος πέρα από τη γενική αναφορά που κάνει για την ακολουθία των παλαιών Πατέρων από τον άγιο Νεκτάριο, εστιάζει την προσοχή μας στον άγιο Διονύσιο. Κυρίως αυτόν ακολούθησε με άμεμπτο τρόπο ο σήμερα εορταζόμενος άγιος, διότι και εκείνος την Αίγινα είχε ως τόπο των πνευματικών του αγώνων, αφού υπήρξεν ο επίσκοπός της. Γι’  αυτό και μετέχουν, σημειώνει, και οι δύο άγιοι, ο παλαιότερος και ο νεώτερος, στην ίδια δόξα του Θεού, ικετεύοντας ασφαλώς για όλους, κατεξοχήν όμως για τη νήσο τους. «Ακολούθησες καθαρά με τους ενάρετους τρόπους σου, άγιε, τον Διονύσιο, τον θείο ποιμένα της Αίγινας, μαζί με τον οποίο μετέχοντας στη δόξα του Θεού, άγιε, ικέτευε να σώζεται η νήσος πάντοτε». Μπορεί η νήσος Ζάκυνθος να καυχάται, διότι κατέχει το άγιο σκήνωμα του θείου Διονυσίου, αλλά και η νήσος Αίγινα δέχεται πάντοτε τις ευεργετικές ακτίνες των πρεσβειών του στον Θεό, που πολλαπλασιάζονται και με τις πρεσβείες του αγίου Νεκταρίου.

Όλοι μας προστρέχουμε συχνά-πυκνά στον άγιο Νεκτάριο, ιδίως ανήμερα της εορτής του, διότι η καρδιά του πλατυσμένη από την αγάπη του Θεού, είναι γεμάτη από αγάπη και προς εμάς. Και ιδίως προστρέχουμε όσοι ταλαιπωρούμαστε από κάποιο πρόβλημα, ψυχικό ή σωματικό. Είναι τόσες πολλές οι θαυμαστές επεμβάσεις του, ώστε δεν υπάρχει, θα έλεγε κανείς, άνθρωπος που με πίστη τον επικαλείται, και δεν εισπράττει το θετικό αποτέλεσμα. Είναι χαρακτηριστικά, επ’ αυτού, και τα λόγια του μακαριστού γέροντος π. Ανανία Κουστένη, ο οποίος θέλοντας να τονίσει ακριβώς τη θαυματουργία του αγίου Νεκταρίου σημειώνει με χαριτωμένο τρόπο ότι μετά και τη φανέρωση από τον Χριστό του άλλου μεγάλου θαυματουργού αγίου της εποχής μας, ακόμη πιο σύγχρονου και από τον άγιο Νεκτάριο, του αγίου Λουκά του ιατρού, του Ρώσου, ο άγιος Νεκτάριος έχει κάποιον να τον ξεκουράσει. «Στέλνει ο άγιος Νεκτάριος τον άγιο Λουκά στη θέση του πολλές φορές,  γιατί έχει κουραστεί ο ίδιος  να επεμβαίνει στις τόσες επικλήσεις των κουρασμένων και ασθενών χριστιανών μας».

Εκείνο όμως που πράγματι ευχαριστεί τον άγιο Νεκτάριο είναι όχι μόνον η επίκλησή του για τις ιάσεις που ο Θεός του δίνει, αλλά κυρίως η επίκλησή του να πρεσβεύει υπέρ ημών, προκειμένου να ακολουθούμε τον τρόπο της ζωής του. Διότι αυτό συνιστά πάντοτε την σωστή εορτή ενός αγίου: να τον μιμούμαστε. Όπως το λέει ο ιερός Χρυσόστομος: «τιμή μάρτυρος, μίμησις μάρτυρος», συνεπώς «τιμή αγίου, μίμησις αγίου». Κι ένας ύμνος έρχεται να μας υπενθυμίσει ποιο ήταν το «μυστικό» της αγιότητας του αγίου Νεκταρίου. «Έγινες ισότιμος των παλαιών Πατέρων, διότι μιμήθηκες τον τρόπο της ζωής τους, τον θεϊκό ζήλο τους και τις υπόλοιπες αρετές τους, Νεκτάριε, και διέπρεψες στην αληθινή ταπεινοφροσύνη και στα απλά και απονήρευτα ήθη». Αν ο άγιος Νεκτάριος έφτασε σε τόσο μεγάλο ύψος αγιότητας, το κατόρθωσε  όχι διότι υπήρξε σπουδαίος ιεροκήρυκας, σπουδαίος δάσκαλος, σοφός συγγραφέας, αλλά διότι υπήρξε ταπεινός. Η οδός της ταπεινοφροσύνης ήταν γι’ αυτόν η οδός που τον έφτασε πολύ γρήγορα στη δόξα του Ουρανού, η οδός της ταπεινοφροσύνης είναι πάντοτε αυτή, μαζί με την απονήρευτη διάθεση, που ανοίγει τις πύλες του Ουρανού και για κάθε χριστιανό.

08 Νοεμβρίου 2024

Ο ΘΕΟΣ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΧΑΙΡΟΜΑΣΤΕ!

«Ο Θεός, αγαπητοί μου, δεν έχει ανάγκη από δάκρυα ούτε επιθυμεί να πενθεί ο άνθρωπος από την οδύνη της καρδιάς του· αλλά μάλλον να τον βλέπει να αγάλλεται και να ευθυμεί εσωτερικά από την αγάπη του προς Αυτόν» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. ζ΄45).

Ακούς και διαβάζεις ότι ο Κύριος μακαρίζει αυτούς που πενθούν. Για τις αμαρτίες τους και για τις αμαρτίες όλου του κόσμου. Το ίδιο βλέπεις ότι κάνουν και οι άγιοι Πατέρες: όλοι τονίζουν πόσο αναγκαία είναι τα δάκρυα και το πένθος στην πνευματική ζωή. Μην σου μπει ο λογισμός ότι αυτό συμβαίνει γιατί ο Θεός αρέσκεται στην πένθιμη γενικά  κατάσταση του ανθρώπου. Αν συνέβαινε αυτό, ο Θεός δεν θα ήταν Αυτός που αποκάλυψε ο Κύριος Ιησούς Χριστός: ο Θεός Πατέρας με την άπειρη αγάπη Του απέναντί μας, αλλά ένας «Θεός» σκληρός και σαδιστής, που χαρά του θα είχε τον πόνο και τα δάκρυα των ανθρώπων. «Άπαγε της βλασφημίας!» Μακριά από τέτοιες βλάσφημες σκέψεις!

Ο Θεός μας, ο αληθινός Τριαδικός Θεός, είναι αγάπη, και η χαρά Του είναι να χαίρεται ο άνθρωπος: «να τον βλέπει να αγάλλεται και να ευθυμεί εσωτερικά». Να είναι δηλαδή μέσα στα πλαίσια της απαρχής δημιουργίας Του: σε διαρκή αναφορά και αγάπη προς Αυτόν!  «Στον Αδάμ πριν από την παράβαση δεν υπήρχαν δάκρυα» (46). Δάκρυα ήρθαν στον Αδάμ και σε όλους τους απογόνους του, γιατί αμάρτησε. Η θλίψη και η στενοχώρια ήταν το τίμημα της ανυπακοής του προς τον Θεό. Κι αυτό ισχύει διαχρονικά, όσο υπάρχει άνθρωπος.

Αλλά ήρθε ο Χριστός, ο ενανθρωπήσας Θεός. Και κατάργησε το αίτιο της θλίψης και των δακρύων, δηλαδή την αμαρτία και το αποτέλεσμά της, τον θάνατο. Και έφερε και πάλι τη χαρά και την ευθυμία - «Χαίρετε», ήταν και είναι η αδιάκοπη προτροπή Του. Σε ποιον όμως; Σ’ εκείνον που Τον αγαπά και μένει μαζί Του, σ’ εκείνον που ανήκει στο σώμα Του, την Εκκλησία, και δεν αμαρτάνει. Γιατί κάθε που αμαρτάνει, ξεπηδά εκ νέου η οδύνη των δακρύων: το μόνιμο τίμημα της αμαρτίας.

Και τότε καταλαβαίνεις ότι έχεις ν’ αντιπαλέψεις ως πιστός με δύο είδη πένθους: με το πένθος της ίδιας της αμαρτίας - θλίψη και αμαρτία πάνε πάντοτε μαζί· και το πένθος που πρέπει πια να καλλιεργείς, επειδή ακριβώς βλέπεις ότι αμαρτάνεις και χάνεις την αγάπη προς τον Χριστό. Το ένα είναι η κόλαση. Το άλλο συνυπάρχει με τον παράδεισο - οι άγιοι το λένε «χαρμολύπη»: πενθώντας για τις αμαρτίες σου αρχίζει και γελά η καρδιά σου. Ζεις λοιπόν το παράδοξο της χριστιανικής ζωής: χαίρεσαι και πενθείς. Μάλλον πενθείς και γι’ αυτό χαίρεσαι. Το πένθος αυτό είναι συμμετοχή στον Σταυρό. Η χαρά είναι συμμετοχή στην Ανάσταση. Σταυρός και Ανάσταση είναι οι δύο όψεις της ίδιας πραγματικότητας.

«Θανάτωσε την αμαρτία, και τότε θα είναι περιττά τα δάκρυα της οδύνης στους οφθαλμούς σου» (46).

Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΠΑΜΜΕΓΙΣΤΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΥΡΑΝΙΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ

«Ο Μιχαήλ ο διαπρεπέστατος Ταξίαρχος των ασωμάτων Δυνάμεων, και κατά την Παλαιά Διαθήκη και κατά την Καινή της χάριτος, έδειξε και δείχνει  τις πολλές χάριτες και ευεργεσίες του στο ανθρώπινο γένος. Όταν λοιπόν ο αντίπαλος και εχθρός της σωτηρίας μας επαναστάτησε κατά του Δημιουργού και φέρεται να είπε το πρωτοφανές «Θα βάλω τον θρόνο μου πάνω από τις νεφέλες» και καυχήθηκε με το «θα γίνω όμοιος με τον Ύψιστο», τότε ξέπεσε από το αρχαγγελικό αξίωμα,  όπως λέει ο Κύριος «Έβλεπα, λέει, τον σατανά να έχει πέσει από τον ουρανό σαν αστραπή», όπως τα ίδια με αυτόν  έπαθε, λόγω της αλαζονείας του,  και το υπό αυτόν τάγμα αγγέλων. Αυτός λοιπόν ο πανσέβαστος, φυλάσσοντας σαν πιστός δούλος την ευγνωμοσύνη του προς τον Κύριο,  και δείχνοντας την πολλή φροντίδα του για το δικό μας ανθρώπινο γένος, τάχθηκε από τον Παντοκράτορα να είναι ο πρώτος των νοερών και Αρχαγγελικών τάξεων. Διότι όταν είδε τον αποστάτη να έχει πέσει, μάζεψε τους χορούς των Αγγέλων και αφού είπε «Πρόσχωμεν», ας προσέξουμε, ύμνησε με δυνατή φωνή τον Κύριο των όλων, σαν να έλεγε: Ας προσέξουμε εμείς που είμαστε κτιστοί τι πάθανε αυτοί που μέχρι τώρα ήταν φως μαζί με εμάς και τώρα γίνανε σκοτάδι. Αυτή η συγκρότηση λοιπόν ονομάστηκε Σύναξις των Αγγέλων, δηλαδή προσοχή και ομόνοια και ένωση. Αυτός λοιπόν ο μέγας προστάτης και ευεργέτης της σωτηρίας μας, κάνοντας διαρκώς και περισσότερες και πιο εκτεταμένες σωτηριώδεις ευεργεσίες προς όλους, φαίνεται να εμφανίζεται σε πολλούς. Φάνηκε δηλαδή στον Αβραάμ και τον Λώτ κατά την καταστροφή των Σοδόμων. Φάνηκε στον Ιακώβ, όταν προσπαθούσε να ξεφύγει από τον αδελφό του. Προπορευόταν του λαού των Ισραηλιτών, όταν λυτρώνονταν και ελευθερώνονταν από τη σκληρή δουλεία των Αιγυπτίων. Φάνηκε στον Βαλαάμ που πήγαινε να καταρασθεί τον Ισραήλ. Προς τον Ιησού του Ναυή που ζητούσε να μάθει είπε: «Εγώ είμαι ο αρχιστράτηγος του Κυρίου, μόλις έφτασα». Αυτός και τους ποταμούς που αφέθηκαν ελεύθεροι από τους δυσσεβείς κατά του αγιάσματος και του προσκυνήματος, τους οδήγησε αλλού, κάνοντας άνοιγμα στη γη. Κι είναι πολλά άλλα ακόμη στη θεόπνευστη Γραφή που ιστορούνται γι’  αυτόν. Για τον λόγο αυτό ακριβώς και εμείς, προβάλλοντάς τον προστάτη και φύλακα της ζωής μας, εορτάζουμε την πάνσεπτη τώρα πανήγυρή του, εκζητώντας με τις προστασίες και τις πρεσβείες του και κατά τον παρόντα αιώνα να βρούμε απολύτρωση από τις δυσχέρειες, και κατά τον μέλλοντα να καταξιωθούμε της επουράνιας χάρης και τάξης. Αμήν».

Ο άγιος υμνογράφος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, με δυνατή πίστη και γνώση  όλης της Αγίας Γραφής, Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, μας ανοίγει τα μάτια να δούμε νοερώς τον πνευματικό κόσμο των αγγέλων και αρχαγγέλων, όπως και των λοιπών επουρανίων δυνάμεων ασωμάτων. Να δούμε δηλαδή εκείνη τη δημιουργία του Θεού, η οποία προηγήθηκε της υπόλοιπης κτιστής δημιουργίας και του ανθρώπου, δημιουργία τέτοια που βρίσκεται σε απόλυτη υπακοή προς το θέλημα του Θεού και σε διαρκή δοξολογία του αγίου ονόματός Του.   Κατεξοχήν όμως τονίζει τη θέση και το έργο των αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ. Και για μεν τον Μιχαήλ προβάλλει τον τριπλό χαρακτηρισμό, όπως κάνει άλλωστε σε κάθε αναφορά σ’ αυτόν, όπως στο γνωστό εν Χώναις θαύμα του, του παραστάτη, του πρωτοστάτη και του προστάτη, δηλαδή ότι ο άγιος Μιχαήλ είναι «παραστάτης της Τρισηλίου θεότητος φαιδρότατος», «πρωτοστάτης των ταξιαρχιών των αγγέλων», και βεβαίως «ημέτερος προστάτης», «καθ’  εκάστην μεθ’  ημών πορευόμενος και φυλάττων τους πάντας εκ πάσης του διαβόλου περιστάσεως». Για δε τον άγιο Γαβριήλ υπενθυμίζει ότι ήταν εκείνος ο οποίος «ανεκάλυψεν ημίν θείον και μέγα όντως μυστήριον»: «να σωματούται ο ασώματος Θεός εν μήτρα Παρθενική και να γίνεται άνθρωπος εις το σώσαι τον άνθρωπον», και πριν ακόμη από αυτό «να φέρει τη χαρμόσυνη είδηση της γεννήσεως τέκνου στον Ζαχαρία τον ιερέα», ώστε «να γεννηθεί η φωνή του Λόγου, ο Ιωάννης».

Ο σκοπός όμως της εορτής της συνάξεως των αγγελικών δυνάμεων, κατά τον άγιο υμνογράφο, δεν είναι μόνον η γνώση του πνευματικού αυτού κόσμου και η έκφραση ευγνωμοσύνης μας για τις πολλές και ποικίλες ευεργεσίες τους απέναντι στο ανθρώπινο γένος. Το προέχον γι’  αυτόν είναι εκείνη η δική μας πρακτική, η οποία όντως τους ευχαριστεί και η οποία δεν είναι άλλη από τη μετάνοιά μας: να φύγουμε από την αμαρτία και να ζήσουμε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Διότι «την ημών σωτηρίαν αδιαλείπτως πρεσβεύουσιν και τη μετανοία συγχαίρουσι». Για τη σωτηρία μας πρεσβεύουν πάντοτε στον Θεό και χαίρονται για τη μετάνοιά μας. Από την άποψη αυτή, ο κύριος σκοπός της εορτής τους είναι η πρόκληση της βουλήσεώς μας να τους μιμηθούμε: να ζούμε και εμείς, όσο είναι δυνατόν,  ως άγιοι στον κόσμο, νεκρώνοντας μέσα μας κάθε αμαρτωλή κίνηση. «Οι επί γης μιμησώμεθα ως εφικτόν τούτων την αγιότητα, νεκρούντες πάντα τα μέλη τα της σαρκός». Κι όπως το λέει κι αλλιώς ο ποιητής: «Των αγγέλων ζηλώσωμεν τον βίον, και τας φρένας πτερώσωμεν εις ύψος, και συν αυτοίς αϋλως αναμέλψωμεν, Κύριον υμνούντες και υπερυψούντες εις πάντας τους αιώνας». Δηλαδή: Ας ζηλέψουμε τον βίο των αγγέλων, και ας δώσουμε φτερά στο νου μας να φτάσουμε ψηλά, ώστε μαζί με αυτούς να υμνήσουμε με άυλο τρόπο τον Κύριο, υμνολογώντας Τον και υπερυψώνοντάς Τον εις πάντας τους αιώνας.

07 Νοεμβρίου 2024

ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΑΝΩΤΕΡΟ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟ;

 «Ανώτερη από το βάπτισμα αποδεικνύεται η μετά το βάπτισμα πηγή των δακρύων (της μετανοίας), αν και είναι κάπως τολμηρό αυτό που λέγω. Διότι εκείνο μας καθαρίζει από τα προηγούμενά μας κακά, ενώ τούτο, το βάπτισμα των δακρύων, από τα μετέπειτα. Και το πρώτο, εφόσον το ελάβαμε όλοι στη νηπιακή ηλικία, το εμολύναμε. Ενώ με το δεύτερο καθαρίζουμε πάλι και το πρώτο. Και εάν η φιλανθρωπία του Θεού δεν το είχε χαρίσει αυτό στους ανθρώπους, οι σωζόμενοι θα ήταν πράγματι σπάνιοι και δυσεύρετοι» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. ζ΄ 8).

Υποκλίνεσαι στην τόλμη του αγίου! Η μετάνοια υπεράνω του αγίου βαπτίσματος; Το βάπτισμα δεν είναι εκείνο που μας ενσωματώνει στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, και μας κάνει να είμαστε μέλη Του και ένα μαζί Του; Τι ανώτερο και κοντινότερο από το κλαδί σε σχέση με το δέντρο; Το κλαδί είναι το ίδιο το δέντρο, η προέκτασή του. «Ο πιστεύσας και βαπτισθείς ούτος σωθήσεται».

Κι όμως! Ο τολμηρός λόγος του αγίου μάλλον  είναι φυσιολογικός. Εκφράζει την πίστη της Εκκλησίας και την πνευματική της ζωή μ’ έναν βαθιά προσωπικό τρόπο: με τον τρόπο εκείνου που έχει εκκλησιάσει και διαποτίσει τη χριστιανικότητά του με τα πιο καθαρά και γνήσια νάματα της αμώμητης ορθόδοξης πίστης.

Μπορείς να βαπτισθείς και να γίνεις μέλος Χριστού, αν δεν έχεις μετανοήσει; Και για μεν τον ενήλικα κατανοητό: προηγείται η μετάνοια. Με τα νήπια όμως; Η  Εκκλησία έστω και νήπιο σε θεωρεί ανοικτό στη χάρη του Θεού, εξαλείφοντάς σου την αναγκαστική ροπή προς την αμαρτία. Οπότε σου δίνει τη δύναμη να μπεις σωστά στον πνευματικό αγώνα, της αέναης δηλαδή ανάβασής σου στην κλίμακα της μετάνοιας.  Γιατί η καθημερινότητα και η πραγματικότητα της ζωής σε προσγειώνει. Έστω και απελευθερωμένος συνεχίζεις να υποδουλώνεσαι στην αμαρτία - εξακολουθούν και σε πειράζουν τα πάθη σου,  δέχεσαι πολλαπλασίως τις επιθέσεις του Πονηρού, επηρεάζεσαι από τον κόσμο της πτώσης. Λοιπόν θα μπορούσες να είσαι αναμάρτητος, όμως τελικώς… δεν είσαι. Κι είναι τόσο σίγουρο αυτό, ώστε ο Ευαγγελιστής της αγάπης σημειώνει: «Αν πει κανείς ότι δεν έχει αμαρτίες, είναι ψεύτης».

Έτσι δυστυχώς η αμαρτία μάς κυνηγά σαν τη σκιά μας  και μετά το βάπτισμα. Είναι ο ρεαλισμός της ανθρώπινης φύσης μας. Και τότε τι γίνεται με τις αμαρτίες αυτές τις μετά το βάπτισμα; Δοξάζουμε τον Θεό για την άπειρη φιλανθρωπία του και τη φιλάνθρωπη  συγκατάβασή του! Μας έδωσε άλλο πνευματικό βάπτισμα, που όχι μόνο εξαλείφει τις αμαρτίες μας αυτές, αλλά καθαρίζει και το πρώτο, με την έννοια ότι μας φέρνει και πάλι στο αφετηριακό σημείο της εξόδου μας από την κολυμβήθρα, αμόλυντους και κατακάθαρους πνευματικά! Και το άλλο αυτό βάπτισμα, ως διαρκές δεύτερο βάπτισμα, είναι ακριβώς η μετάνοια. Η αληθινή όμως: αυτή που σε βαπτίζει στις πηγές των δικών σου δακρύων! Για σκέψου το μεγαλείο και τη δυναμική του μυστηρίου αυτού: το χαρισματικό παρελθόν σου αδιάκοπα ολοζώντανο παρόν!   Με τα δάκρυά σου κάθε φορά να λάμπεις ως μέλος Χριστού και να φοράς… φωτοστέφανο! Να ζεις αδιάκοπα την Πεντηκοστή!

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΡΙΑΚΟΝΤΑ ΤΡΕΙΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΟΙ ΕΝ ΜΕΛΙΤΗΝΗ ΜΑΡΤΥΡΗΣΑΝΤΕΣ

«Οι άγιοι αυτοί άθλησαν επί Διοκλητιανού και Μαξιμιανού των βασιλέων. Ο Ιέρων ήταν ανδρείος κατά το σώμα και ευσεβής κατά την ψυχή, γεωργός στο επάγγελμα. Αυτόν τον συνάντησαν σε έναν τόπο οι υπηρέτες των ειδώλων. Και θέλοντας να τον ληστεύσουν δεν μπόρεσαν. Διότι αυτός αφού έβγαλε από το στέλεχος του γεωργικού του εργαλείου το σίδερο, χρησιμοποίησε εναντίον τους σαν όπλο το ξύλο, με αποτέλεσμα να τους τρέψει όλους σε φυγή, γεμάτους αίματα και ιδρώτες. Ο ίδιος όμως μετά, πήγε από μόνος του στον άρχοντα κι αφού ρωτήθηκε από αυτόν για το γεγονός και αν είναι χριστιανός,  ομολόγησε τον Χριστό, οπότε του έκοψαν το δεξί του χέρι από τον αγκώνα. Οι δε υπόλοιποι άγιοι ρίχτηκαν στη γη και κτυπήθηκαν με μαστίγια. Και την επόμενη, αφού συνεχίστηκε το ράβδισμά τους για πολλές ώρες, τους οδήγησαν έξω από την πόλη της Μελιτινής και τους έκοψαν τα κεφάλια».

Έχει τονιστεί κατά κόρον ότι τα μαρτύρια που υπέστησαν οι άγιοι μάρτυρες της Εκκλησίας μας από τους εχθρούς της πίστεως, αποκαλύπτουν δύο πράγματα: πρώτον, τη δαιμονική ενέργεια των διωκτών τους - ο διάβολος και οι υπηρέτες του είναι εκείνοι που χαίρονται με τον πόνο των ανθρώπων˙ δεύτερον, τη μεγάλη αγάπη των αγίων προς τον Χριστό, τέτοια που τους έκανε να οδηγούνται στον θάνατο με χαρά, διότι με τον τρόπο αυτό θα κέρδιζαν τη Βασιλεία του Θεού.  Κι έχει επίσης τονιστεί ότι τα πάθη των μαρτύρων προς χάρη του Χριστού αποτελούν στην ουσία συμμετοχή τους στο Πρώτο και Μεγάλο Πάθος του ίδιου του Κυρίου, κατά κυριολεξία συμμετοχή στη Σταυρική Του θυσία, άρα  συμμετοχή και στην Ανάσταση Εκείνου. Ακριβώς λοιπόν η σημερινή ακολουθία των αγίων τριάντα τριών μαρτύρων, ποίημα Ιωάννου του μοναχού, δεν παύει να τονίζει αυτόν τον σταυρικό χαρακτήρα του μαρτυρίου τους, το οποίο τους οδήγησε προς την καλύτερη ζωή της Βασιλείας του Θεού. «Μιμήθηκαν, Κύριε, οι αθλητές το πάθος σου το θείο».

Η κατανόηση του μαρτυρίου των αγίων ως γεγονότος συμμετοχής στον Σταυρό του Κυρίου, συνιστά, κατά τον υμνογράφο, και τη μεγαλύτερη δύναμη των αγίων. Ενώ φαίνονται ηττημένοι, αυτοί μεγαλουργούν. Κι η εικόνα που επιστρατεύει ο ποιητής Ιωάννης για να δείξει την αλήθεια αυτή, είναι πράγματι μοναδική: ο Σταυρός παρομοιάζεται με τόξο που κρατείται από τον Χριστό,  το οποίο τεντώνεται προκειμένου με την ρίψη των ακονημένων βελών, δηλαδή των μαρτύρων, να τρώσει την καρδιά του διαβόλου και των υπηρετών του. «Κτυπήθηκε καταπληγωμένη η καρδιά των εχθρών. Διότι ο Χριστός τέντωσε τον Σταυρό ως τόξο κι απέστειλε τους μάρτυρες ως βέλη ακονισμένα». Με άλλα λόγια, και το Πάθος του Κυρίου, αλλά και τα πάθη των πιστών Αυτού, συνιστούν τη μεγαλύτερη δύναμή Του για την εξόντωση του κακού στον κόσμο.

Πρόκειται για την «άλλη» λογική του Χριστού και της Εκκλησίας, την οποία  δεν κατανοούν βεβαίως οι άγευστοι της πίστεως. Οι εκτός της Εκκλησίας ή οι κατ’  όνομα Χριστιανοί θεωρούν ότι η εξουσία βρίσκεται στην κατοχή των ανθρωπίνων μέσων και δυνατοτήτων. Και δεν διστάζουν, προκειμένου να κυριαρχήσουν, να χρησιμοποιούν τα μέσα αυτά για να υποτάξουν τους θεωρουμένους αδύναμους. Χωρίς να καταλαβαίνουν ότι μπαίνουν στην ίδια θέση των εχθρών του Χριστού που πίστεψαν ότι Τον «νίκησαν» γιατί Τον κάρφωσαν πάνω στον Σταυρό. Όμως η πραγματικότητα είναι άλλη. Αυτός που ανεβαίνει στον Σταυρό, έχοντας πίστη βεβαίως σ’  Εκείνον, είναι τελικώς ο δυνατός: γίνεται το βέλος του ίδιου του Θεού που «τιτρώσκει», που πληγώνει την καρδιά των δυναστών. Όπως το λέει και ο απόστολος Παύλος: «όταν ασθενώ, τότε είμαι δυνατός!» Το μόνο ζητούμενο, το ξαναλέμε, είναι η δική μας πίστη. Να μην καταβαλλόμαστε, αλλά να έχουμε αδιάκοπα  στραμμένο το βλέμμα μας «προς τον δυνάμενον σώζειν», τον παντοδύναμο Θεό μας. Η Ανάσταση και η δική μας τότε θα είναι θέμα ολίγου χρόνου.

06 Νοεμβρίου 2024

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΠΑΥΛΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ

«῾Ο Παῦλος ὁ μέγας ὁμολογητής καταγόταν ἀπό τή Θεσσαλονίκη κι ἔγινε νοτάριος καί γραμματέας τοῦ ᾽Αλεξάνδρου, τοῦ ἁγιωτάτου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, καί διάκονος τῆς ῾Αγίας αὐτῆς ᾽Εκκλησίας. Αὐτόν λοιπόν οἱ ὀρθόδοξοι, μετά τήν τελευτή τοῦ ᾽Αλεξάνδρου, τόν προχείρισαν σέ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. ῾Ο Κωνστάντιος ὅμως ὁ βασιλιάς, ἐπειδή ἦταν ὀπαδός τῆς αἵρεσης τοῦ ᾽Αρείου, ὅταν ἐπέστρεψε ἀπό τήν ᾽Αντιόχεια, τόν ἔβγαλε ἀπό τόν θρόνο καί στή θέση του ἔβαλε τόν Εὐσέβιο, ἐπίσκοπο τῆς Νικομηδείας. ῾Ο Παῦλος τότε πῆγε στή Ρώμη, ὅπου βρῆκε τόν μέγα ᾽Αθανάσιο καταβιβασμένο καί αὐτόν ἀπό τόν θρόνο του ἀπό τόν Κωνστάντιο. Μέ γράμματα λοιπόν τοῦ βασιλιά Κώνσταντος ἐπανέρχονται καί οἱ δύο στούς θρόνους τους, ἀλλά καί πάλι ἐκβάλλονται ἀπό τόν Κωνστάντιο μέ τή συμβουλή τῶν ᾽Αρειανῶν. Τότε ὁ Κώνστας γράφει πρός τόν ἀδελφό του Κωνστάντιο ὅτι ῾ἄν τυχόν δέν ξαναπάρουν τούς θρόνους τους, θά ἔλθω μέ στρατιωτική δύναμη ἐναντίον σου᾽. Πῆρε λοιπόν τόν θρόνο ὁ θεϊκός Παῦλος γιά λίγο, ἀλλά μετά τόν θάνατο τοῦ Κώνσταντος ἐξορίζεται στήν Κουκουσό τῆς ᾽Αρμενίας κι ἐκεῖ ἀφοῦ κλείστηκε σέ ἕνα μικρό οἴκημα ὅπου καί λειτουργοῦσε, ἀποπνίγηκε ἀπό τούς ᾽Αρειανούς μαζί μέ τό ὠμοφόρι του, κι ἔτσι παρέδωσε τήν ψυχή του στόν Κύριο».

Μπορεῖ νά μήν εἶναι πολύ γνωστός σήμερα στό πλήρωμα τῆς ᾽Εκκλησίας ὁ ἅγιος Παῦλος ὁ ὁμολογητής, ὅμως ἡ ἁγιότητά του καί οἱ ἀγῶνες του ὑπέρ τῆς ὀρθοδόξου πίστεως προβάλλονται ἀρκούντως ἀπό τήν ὑμνολογία τῆς ᾽Εκκλησίας μας, δεδομένου ὅτι στήν ἐποχή που ἔζησε (4ος μ.Χ. αἰ.) ἦταν ἀπό ἐκείνους πού στήριξαν τήν ὀρθοδοξία ἀπέναντι στή λαίλαπα τῶν αἱρέσεων τοῦ ἀρειανισμοῦ πού ὑποβίβαζε σέ κτίσμα τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ καί τῶν ὀπαδῶν τοῦ αἱρεσιάρχου Μακεδονίου πού ἀρνοῦνταν τή θεότητα τοῦ ἁγίου Πνεύματος. ῾Ο ἅγιος ὑμνογράφος Θεοφάνης ἐπανειλημμένως τονίζει τούς ἀντιαιρετικούς τους ἀγῶνες, ἐξαιτίας τῶν ὁποίων μάλιστα ἔχασε καί τόν ἀρχιερατικό του θρόνο, σύρθηκε στήν ἐξορία, ἔχασε τέλος καί τήν ἴδια τή ζωή του. «Τόν ἄθεο ῎Αρειο καί τόν δυσεβή Μακεδόνιο τούς ἔπνιξες μέ τά στέρεα νεῦρα τῶν δογμάτων σου» (στιχηρό εσπερινοῦ). ῾Η δύναμη τῶν λόγων του  γιά τήν ὀρθόδοξη πίστη ἦταν τέτοια, ὥστε ὁ ἐκκλησιαστικός ποιητής τόν παραλληλίζει μέ τόν Δαυΐδ πού μέ τή σφενδόνα του νίκησε κι αὐτόν τόν γίγαντα Γολιάθ. «Την ἀθεΐα τοῦ ᾽Αρείου καί τή βλασφημία τοῦ Μακεδονίου ἀφοῦ τά ἐκσφενδόνισες μακριά μέ τήν ἔκθεση τῶν θεοπνεύστων σου δογμάτων καί διδαγμάτων, ὅπως ὁ Δαυΐδ παλαιά τόν ἀλλόφυλο Γολιάθ, αὐτούς τούς αἱρετικούς τούς ἀπαγχόνισες καί τούς κατεδίκασες μέ δύναμη» (ωδή ε´).

Πῶς δικαιολογεῖται ὁ μεγάλος ἀγώνας του κατά τῶν αἱρετικῶν καί ὑπέρ τῆς πίστεως; ῎Οχι μία φορά ὁ ὑμνογράφος μας, ὅπως εἴδαμε καί παραπάνω, σημειώνει: ῾Η αἵρεση ἀποτελεῖ ἀθεΐα καί βλασφημία κατά τοῦ Θεοῦ, ἄνοια καί ἀφροσύνη, κι ἀκόμη: σαπίλα πού μπορεῖ νά μολύνει τόν κόσμο ὅλο. Συνεπῶς ὁ ἀγώνας του εἶναι ὑπέρ τῆς ἀληθείας τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Χριστοῦ, σάν τόν ἀγώνα νά μή χάσουμε τό φάρμακο, προκειμένου νά διακρατηθεῖ ἡ ὑγεία τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου (ωδές ε΄ και ς΄). ῎Ετσι ἡ αἵρεση δέν εἶναι ἁπλῶς μία ἄλλη γνώμη πού μποροῦμε ἀπροβλημάτιστα νά τήν ἐντάξουμε στήν ᾽Εκκλησία, ἀλλά συνιστᾶ τήν πλήρη ἀλλοίωση τῆς ᾽Εκκλησίας, τή διαστροφή τῆς πίστεως στόν Χριστό, συνεπῶς τήν ἀπώλεια τῆς ἴδιας τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου.

῎Εχει πολύ μεγάλη σημασία ὅμως αὐτό πού σημειώνει ὁ ὑμνογράφος Θεοφάνης: ὁ ἅγιος Παῦλος – καί μαζί μέ αὐτόν βεβαίως ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες - πολέμησε τήν αἵρεση ὄχι μέ τρόπο ἀρνητικό, ἀλλά μέ τρόπο θετικό. Πῶς; ᾽Εκθέτοντας τά ὀρθά δόγματα καί φανερώνοντας ἔτσι τήν πλάνη τῶν αἱρετικῶν διδασκαλιῶν. Μέ ἄλλα λόγια μπροστά στό φῶς τῆς ἀλήθειας  ἀποκαλύπτεται καί ἐξαφανίζεται τό σκοτάδι τῆς πλάνης. Κι αὐτή ἡ φανέρωση τῆς ἀλήθειας βλέπουμε ὅτι δέν γίνεται μόνον μέ τό στόμα καί τά χείλη, ἀλλά πρῶτα καί κύρια μέ τήν καθαρότητα τοῦ νοῦ και τόν ἔνθεο ζῆλο. «Μέ τό στόμα καί μέ τή γλώσσα καί μέ τήν καρδιά κήρυξες τόν Χριστόν, Παῦλε» (ωδή γ´). Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως μέ τό στόμα προϋποθέτει τήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς ἀπό τά πάθη, ὥστε αὐτό πού ὁμολογεῖται νά ἀποτελεῖ τελικῶς καρπό τοῦ φωτός τοῦ ἁγίου Πνεύματος (ωδή ε´).  

Εἶναι εὐνόητο βεβαίως ὅτι ἕνας μεγαλοφυής ποιητής τῆς ἐμβέλειας τοῦ ἁγίου Θεοφάνη δέν θά ἄφηνε ἀσχολίαστο τό γεγονός τῆς ὁμωνυμίας τοῦ ἁγίου Παύλου τοῦ ὁμολογητοῦ μέ τόν μέγιστο ἀπόστολο Παῦλο. ᾽Ακριβῶς γιά νά τονίσει τό μέγεθος καί τήν πνευματική ἀξία τοῦ σήμερα ἑορταζομένου ἁγίου. ῾Η παράθεση τοῦ τροπαρίου εἶναι ἐντελῶς ἐνδεικτική: «Ὁ θεσπέσιος ἀπόστολος Παῦλος ἐσένα πού ἔχεις τό ἴδιο ὄνομα μέ αὐτόν καί κοσμεῖσαι, παμμάκαρ, μέ τούς ἴδιους τρόπους ζωῆς καί ὡς πρός τή θεοσέβεια καί τήν ἀνδρεία τῆς ψυχῆς καί ὡς πρός τήν καρτερία τῶν περιστάσεων, καί φλέγεσαι ἀπό τόν ζῆλο τῆς ὀρθοδοξίας, ὑπέρμαχε, ἐσένα λοιπόν σέ ὁρίζει μιμητή του. Μαζί του τώρα εἶσαι δοξασμένος στά οὐράνια σκηνώματα» (στιχηρό ἑσπερινοῦ). Κι ἐκεῖνο πού κατεξοχήν δείχνει τήν παραλληλία ζωῆς τῶν δύο Παύλων γιά τόν ὑμνογράφο εἶναι τό γεγονός ὅτι ῾ἔμαθαν᾽ τόν Θεό, Τόν γνώρισαν ὄχι ἀπό βιβλία ἤ ἁπλά ἀκούσματα, ἀλλά γιατί ὁ ἴδιος ὁ Θεός ὑπῆρξε ἡ πηγή τῆς γνώσης τους. «῎Εσκυψες στά βάθη τοῦ Πνεύματος, γιατί ἔζησες στή γῆ σάν νά μήν εἶχες σάρκα. Κι ἀπό κεῖ ἄντλησες τόν πλοῦτο τῆς θείας γνώσης καί πρόσφερες σάν πηγή στούς ἀνθρώπους τήν ὀρθοδοξία μέ τίς διδασκαλίες σου, ὅσιε Πατέρα» (Δοξαστικό ἀποστίχων τοῦ ὄρθρου).

05 Νοεμβρίου 2024

ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΠΟΥ ΘΕΛΕΙ Ο ΘΕΟΣ!

«Ὅποιος νιώσει λίγο, λίγο Φῶς τοῦ Θεοῦ, τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἀγαπᾶ μετέπειτα ὅλο τὸν κόσμο. Προσεύχεται γιὰ ὅλο τὸν κόσμο. Βλέπεις τί εἶναι ὁ Θεὸς καὶ τί εἶσαι ἐσύ. Κλαῖς γιὰ τὶς ἁμαρτίες σου μετά. Δὲν ξέρω τίποτα ἄλλο. Ρωτῆστε τοὺς μορφωμένους νὰ σᾶς τὰ ποῦν. Ἐγὼ νιώθω ὅτι τέσσερα πράγματα θέλει κυρίως ὁ Θεός: Μετάνοια, ταπείνωση, σιωπή, ἀγάπη ποὺ ἔχει καὶ τὴν ἐλεημοσύνη ἐν κρυπτῷ. Αὐτὰ εἶναι ἡ βάση. Τὰ ἄλλα ἔρχονται μετά...» (Γερόντισσα Γαλακτία Κρήτης).

Η Γερόντισσα Γαλακτία από το χωριό Πόμπια Ηρακλείου Κρήτης (1926-2021), γνωστή κυρίως στην Κρήτη αλλά επ’ εσχάτων και σε όλη την Ελλάδα και όχι μόνον, απέκτησε φήμη οσίας γυναίκας λόγω της αγιασμένης ζωής της και του πλούτου των χαρισμάτων της, μαρτυρουμένων από πλήθος σοβαρών εκκλησιαστικών προσώπων, κληρικών και λαϊκών. Πλην ολίγων περιπτώσεων που στέκονταν και στέκονται με επιφύλαξη απέναντί της, οι πολλοί κινούνται σχεδόν ενθουσιαστικά προς αυτήν, γιατί αδυνατούν να μη αποδεχτούν με μεγαλύτερη ή μικρότερη επίγνωση ότι πρόκειται περί ανθρώπου που η χάρη του Θεού άρδευε την ψυχή και το σώμα της και την έκανε να ακτινοβολεί το μύρο της πίστεώς της, με αποτέλεσμα την επί τα βελτίω αλλαγή της δικής τους ζωής. Δεν συνιστά τούτο ένα καίριο στοιχείο για την αναγνώριση ενός αγίου ανθρώπου; Ο ίδιος ο Κύριος είπε: «το δένδρον εκ του καρπού γινώσκεται». Και ο καρπός που έφερε σε κάθε καλοπροαίρετο άνθρωπο η συνάντηση με τη Γαλακτία ήταν ακριβώς η μετάνοια.

Εκκλησιαστικοί άνθρωποι από την Κρήτη, που τη γνώρισαν και την έζησαν για χρόνια πολλά, μιλούσαν και μιλάνε με μεγάλο θαυμασμό για την κατά Χριστόν βιοτή της, σε βαθμό τέτοιο που εγνωσμένης αγιότητας μακαριστός τώρα Γέροντας είχε πει: «Είδα την προσευχή της και τρόμαξα!» (Γέρων Αναστάσιος). Δεν δίσταζε μάλιστα και αυτός και άλλοι σπουδαίο ιερομόναχοι να σπεύδουν πρώτοι να φιλήσουν το αγιασμένο χέρι της κατάκοιτης Γερόντισσας, κάνοντάς της να εκπλήττεται και να αυξάνει την τεράστια ταπείνωσή της. Αλλά και άλλοι εκκλησιαστικοί, όχι Κρητικοί, ακούγοντας για τη θεοφιλή ζωή της και σπεύδοντας να τη συναντήσουν έμεναν έκθαμβοι μπροστά στο πνευματικό μεγαλείο της. Ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος, ο Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ ή ο Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος για παράδειγμα ανήκουν σ’ αυτούς που θεώρησαν ευλογία τη συνάντησή τους με την οσιακού ύψους αυτή γυναίκα και ένιωσαν την ανάγκη να καταθέσουν δημόσια τη μαρτυρία τους αυτή. Ο επίσκοπος Ναυπάκτου μάλιστα, με τον οποίο η Γερόντισσα απέκτησε μία ιδιαίτερη σχέση και κοινωνία – γιο της τον χαρακτήριζε και πολλές επιστολές του έστειλε – σε ομιλία του για την αγία αυτή μορφή ανέφερε δέκα χαρακτηριστικά που ισχύουν στην Εκκλησία μας και που μας δίνουν τη δυνατότητα να διακρίνουμε τον άνθρωπο του Θεού από τον πλανεμένο άνθρωπο. Για να φτάσει στο συμπέρασμα-ομολογία ότι η Γαλακτία υπερακοντίζει κατά πολύ το επίπεδο ενός καλού θεωρούμενου χριστιανού, αφού παρουσιάζει έκδηλα τα χαρίσματα ενός μεγάλου αγίου, επιπέδου σχεδόν του οσίου συγχρόνου μας Πορφυρίου.

Πράγματι, αγία ζωή στηριγμένη στις εντολές του Κυρίου Ιησού Χριστού, διόραση, προόραση, θαύματα, πνευματική ευωδία, αποτελούν μερικά από όσα μαρτυρούνται για τη ζωή της απλής κατά τα άλλα αυτής γυναίκας, τα οποία είναι υποχρεωμένος κανείς να αποδεχτεί, γιατί γνωρίζει εκείνους που τα βεβαιώνουν: ανθρώπους κατά πάντα αξιοσέβαστους και αξιόπιστους. Αλλά και καθένας που έρθει σε επαφή με τον λόγο της, τις συμβουλές της, τις εκτιμήσεις της, δεν θα δυσκολευτεί, νομίζουμε, να οσφρανθεί την ατμόσφαιρα της καρδιάς της που δεν είναι άλλη από την ατμόσφαιρα του ουρανού. Κι ακριβώς μέσα στο πλαίσιο αυτό επιλέξαμε ένα από τα πολλά λόγια της αγίας Γερόντισσας.

Ποια η διαπίστωση πρώτα από όλα της σοφής Γερόντισσας; Ότι ξέρει λίγα πράγματα για τον Θεό, τον άνθρωπο και τον κόσμο. Όποιος θέλει να μάθει περισσότερα θα πρέπει να ρωτήσει τους μορφωμένους, δηλαδή τους θεολόγους της Εκκλησίας που μπορούν να αναπτύξουν ό,τι εκείνη με τα «λίγα» της ήξερε. Και τι διαπιστώνουν οι θεολόγοι, οι μορφωμένοι; Ότι ίσως όσα οι ίδιοι κατέχουν ως γνώση με τις σπουδές τους, η Γερόντισσα Γαλακτία τα ήξερε από τον φωτισμό της καρδιάς της, ήταν δηλαδή «διδακτή Θεού», αυτό που έλεγε ήταν διήγηση της εμπειρίας της – «εμπειρική θεολόγο» τη χαρακτηρίζουν εκείνοι που την προσεγγίζουν προσεκτικά και με φόβο Θεού!

Τι ήξερε λοιπόν η αγία αυτή γυναίκα; Ότι ο Θεός είναι «φως και σκοτία εν Αυτώ ουκ έστιν ουδεμία». Το είχε ζήσει και το ζούσε η Γερόντισσα, επιβεβαιώνοντας αυτό που έλεγαν οι Καππαδόκες Πατέρες, και μάλιστα ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης: «γνώσις εστί μετουσία» - γνωρίζεις τον Θεό όχι γιατί ενεργοποιείς τις νοητικές σου δυνάμεις και τη φαντασία σου, αλλά γιατί έχεις μέθεξη της χάριτος και του φωτός Του. «Ο Θεός αποκαλύπτεται και Τον βλέπουν αυτοί που έχουν καθαρή καρδιά». Κι αυτό το φως του Θεού που νιώθει ο πιστός είναι η αγάπη του Θεού, λέει η Γερόντισσα, που σε κάνει έπειτα να αγαπάς όχι κάποιους ανθρώπους, δικούς σου ίσως, αλλά όλον τον κόσμο, γνωστούς και αγνώστους, φίλους ή εχθρούς. Δεν βρισκόμαστε ακριβώς μέσα στο κλίμα του Ευαγγελίου και των επιστολών των αγίων αποστόλων, ιδίως των αγίων Ιωάννου του Θεολόγου και Παύλου; Δεν οσφραινόμαστε την πύρινη καρδιά του αγίου Ιγνατίου του θεοφόρου, αλλά και όλων των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας, νηπτικών ή μη, έως και του εσχάτου αυτών του οσίου μεγάλου Πορφυρίου του καυσοκαλυβίτου; Ο άγιος Πορφύριος ήταν που έλεγε κι αυτός με ένταση ότι πρέπει να παρακαλούμε τον Θεό να μας δώσει τη χάρη να νιώσουμε λίγο από την αγάπη Του, για να καταλάβουμε στη συνέχεια ποιος είναι ο Θεός μας και πώς πρέπει να στεκόμαστε έναντι των πάντων, είτε του εαυτού μας είτε των άλλων είτε του φυσικού μας κόσμου!

Και ποιο το γνώρισμα της αληθινής αγάπης προς τον κόσμο, κατά τη Γερόντισσα; Η προσευχή υπέρ αυτού! «Το να προσεύχεσαι για τον κόσμο σημαίνει ότι προσφέρεις το αίμα σου γι’ αυτόν» σημείωνε ο μέγας μάρτυρας της αγάπης του Θεού άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης. Η Γερόντισσα φαίνεται από τα λόγια και την όλη βιοτή της ότι ζούσε μία τέτοια έμπονη και μαρτυρική προσευχή, φανερώνοντας εν αγνοία της μάλλον ότι βρισκόταν στο ύψος της «αληθινής ιερωσύνης», της ιερωσύνης που βίωνε η ίδια η Παναγία μας, κατά τον όσιο Σωφρόνιο τον εν ΄Αθω. Και πώς επιβεβαιώνεται τούτο; Από τα αποτελέσματα της προσευχής της αυτής! Δεν είναι λίγοι εκείνοι που βεβαιώνουν ότι οσάκις η Γερόντισσα προσευχήθηκε για εκείνους για κάποιο πρόβλημά τους, είδαν ότι το πρόβλημά τους αυτό ξεπεράστηκε, η ευεργεσία του Κυρίου και της Παναγίας απλώθηκε δι’ αυτής επάνω τους.

Αλλά η οσία Γερόντισσα προχωρεί και άλλο με τον «απλό» της λόγο. Η θέα του Θεού που είχε, η αίσθηση δηλαδή της αγάπης Του, την έστρεφε με επίγνωση μέσα στον εαυτό της. Και τι συνέβαινε; Αυτό που ομολόγησε συντετριμμένος ο άγιος προφήτης Ησαΐας, αλλά και όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας μας. «Ω τάλας ειμί εγώ. Γιατί είδα Κύριο των Δυνάμεων καθισμένο στον θρόνο Του» - η εν Πνεύματι όραση του Θεού που σε κάνει να συνειδητοποιείς τη μικρότητα και την αμαρτωλότητά σου. «Βλέπεις τι είναι ο Θεός και τι είσαι εσύ. Κλαις για τις αμαρτίες σου μετά». Αυτό δεν είναι και το καθοριστικότερο γνώρισμα της αληθινής μετάνοιας; Έχοντας επίγνωση της αγάπης του Θεού ανοίγονται τα μάτια σου για να βλέπεις τα χάλια σου, τα στίγματα των αμαρτιών σου, αλλά να μην απελπίζεσαι. Το αντίθετο: να στρέφεσαι με «επαινετή αναίδεια» και με ορμή στον Πατέρα και Θεό σου. Σαν τον άσωτο υιό που ήλθε η ώρα ενθυμούμενος την αγάπη του Πατέρα Του να νιώσει την κατάντια του και να πάρει τον δρόμο της επιστροφής για να γευτεί με τον πιο απόλυτο τρόπο την αγκαλιά αυτού του Πατέρα.  

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι η αγιασμένη αυτή ψυχή, η Γαλακτία, με πλήρη επίγνωση έλεγε ότι η βάση της χριστιανικής πίστεως είναι αυτά τα τέσσερα: «μετάνοια, ταπείνωση, σιωπή, αγάπη». Γιατί η γνήσια μετάνοια περιέχει και τα άλλα τρία – πώς είναι δυνατόν να στρέφεσαι στον Θεό και να υπερηφανεύεσαι ή να αργολογείς και να φλυαρείς ή να μην αγαπάς; Δεν υφίσταται χωρίς αυτά μετάνοια. Με τη σοφή προσθήκη όμως της Γερόντισσας: «αγάπη που έχει και την ελεημοσύνη εν κρυπτώ». Που θα πει: αγάπη στον συνάνθρωπο κάτω από το βλέμμα του Χριστού που είναι η μοναδική απόβλεψή σου – αγάπη για χάρη Του και όχι για τη δική σου «δόξα»! Η Γερόντισσα στην πραγματικότητα και εδώ έλεγε με τον τρόπο της ό,τι ο ίδιος ο Κύριος ζητούσε: «ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και ταύτα πάντα, (όλα τα επίγεια), προστεθήσεται υμίν».

Υποκλίνεται κανείς με σεβασμό και αγάπη μπρος στο πνευματικό μεγαλείο, μπρος στον άνθρωπο που φαίνεται έκδηλα ότι τη χαρίτωσε πλούσια ο Κύριος.