10 Δεκεμβρίου 2025

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΜΗΝΑΣ Ο ΚΑΛΛΙΚΕΛΑΔΟΣ, ΕΡΜΟΓΕΝΗΣ ΚΑΙ ΕΥΓΡΑΦΟΣ

«Ο άγιος μάρτυς Μηνάς ήταν κατά τους χρόνους του βασιλιά Μαξιμίνου (235). Επειδή δε ακολούθησε ταραχή στους Αλεξανδρινούς για πράγματα της πόλης τους («κοινά»), και διότι στερεωνόταν πάλι το κήρυγμα του Ευαγγελίου του Χριστού, στάλθηκε από τον βασιλιά ο άγιος Μηνάς, προκειμένου να διαλύσει τις μάχες και ταραχές των πολιτικών πραγμάτων και να φιλιώσει εκείνους στους οποίους υπήρχε έχθρα μεταξύ τους˙ κιι ακόμη, προκειμένου να διώξει από την Αλεξάνδρεια το κήρυγμα του Ευαγγελίου με την τέχνη των λόγων του, επειδή ήταν εκπαιδευμένος με κάθε σοφία και γυμνασμένος στη ρητορική τέχνη ως Αθηναίος που είχε ζήσει στην Αθήνα, οπότε και ήταν έμπειρος από την ευγλωττία των Αθηναίων. Ήλθε λοιπόν στην Αλεξάνδρεια και τις μεν ταραχές των πολιτών τις διέλυσε και χάρισε στην πόλη την ειρήνη σε όλα, το δε κήρυγμα του Χριστού όχι μόνον δεν το δίωξε από αυτήν, αλλά κατεξοχήν κατέπεισε τους χριστιανούς, όσοι το δέχτηκαν, να το κρατούν με πιο βέβαιο τρόπο. Επιπρόσθετα, με τη δύναμη των λόγων του και με τα σημεία και θαύματά του έκανε όλη την πόλη της Αλεξάνδρειας να πιστέψουν στον Χριστό. Όταν έμαθε ο βασιλιάς αυτά που έκανε ο Μηνάς, αποστέλλει εκεί τον έπαρχο Ερμογένη, για να πείσει τον Μηνά να αποβάλει την πίστη του Χριστού, κι αν δεν πειστεί να τον θανατώσει με διάφορα βασανιστήρια. Βλέποντας λοιπόν ο Ερμογένης τον άγιο Μηνά ότι αντέκρουε τα λόγια του και δεν πειθόταν να αρνηθεί τον Χριστό, πρώτα μεν γδέρνει το δέρμα κάτω από τα πόδια του κι έπειτα του βγάζει τα μάτια, και τρίτον κόβει τη γλώσσα του.

Επειδή όμως είδε ότι και τα πόδια και οι οφθαλμοί και η γλώσσα του γιατρεύτηκαν παράδοξα από τον Θεό, ενώ είδε και δύο αγγέλους που σκέπαζαν την κεφαλή του, γι’ αυτό μεταστράφηκε κι αυτός και πίστεψε στον Χριστό, οπότε έλαβε το βάπτισμα από τον άγιο Μηνά. Κι όχι μόνο τούτο, αλλά και το αξίωμα της αρχιερωσύνης έλαβε από τους επισκόπους που είχαν συναχθεί εκεί. Τα έμαθε ο βασιλιάς κι έστειλε και τους έφερε. Και του μεν αγίου Ερμογένους πρόσταξε να λογχεύσουν την κοιλιά και να του κόψουν τα χέρια και τα πόδια και να τον βάλουν πάνω σε σχάρα πυρακτωμένη, το δε υπόλοιπο σώμα του πρόσταξε να το ρίξουν στον ποταμό. Τον δε άγιο Μηνά πρόσταξε να κρεμάσουν σε ένα σκοτεινό τόπο και από τα πόδια του να κρεμάσουν πέτρα πολύ βαριά. Αφού γίνανε όλα αυτά σύμφωνα με την προσταγή του βασιλιά, οι άγιοι διαφυλάχτηκαν σώοι και αβλαβείς από θείους αγγέλους, οπότε πάλι παραστάθηκαν στον βασιλιά και εκ νέου τον έλεγξαν ως ασεβή.

Τότε ο άγιος Εύγραφος που ήταν γραμματέας του αγίου Μηνά, με θάρρος ομολόγησε τον Χριστό και είπε πολλά λόγια κατά του βασιλιά υβρίζοντάς τον φανερά. Εκείνος δε μη υποφέροντας τον έλεγχο και το να νικηθεί από τα λόγια του αγίου, εξοργίστηκε. Γι’ αυτό γύμνωσε το μαχαίρι του, τον μαχαίρωσε και τον θανάτωσε. Το ίδιο με τον άγιο Εύγραφο φονεύτηκαν με μαχαίρια και οι άγιοι Μηνάς και Ερμογένης από τους υπηρέτες του βασιλιά. Τα τίμια λείψανά τους διακομίστηκαν στην Κωνσταντινούπολη κατά θεϊκή προσταγή και ενταφιάστηκαν στον τόπο εκείνο όπου και τώρα βρίσκονται και ενεργούν άπειρα θαύματα. Κι αυτό γιατί ο άγιος Μηνάς ζήτησε τούτο από τον Θεό, το να διακομισθούν δηλαδή στην Κωνσταντινούπολη και να ενταφιαστούν μαζί τα ιερά τους λείψανα» (Οσίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής, σε απόδοση νεοελληνική).

Δεν ήταν απλοί άνθρωποι οι άγιοι αυτοί τρεις μάρτυρες, κατά το συναξάρι τους: μέγας σοφός και ρήτωρ ο άγιος Μηνάς της ακολουθίας του βασιλιά, έπαρχος με μεγάλη διοικητική θέση ο Ερμογένης, γραμματέας του αγίου Μηνά ο Εύγραφος. Και τι βλέπουμε; Η αγία ζωή του μεγάλου Μηνά, φανερούμενη από τη δύναμη των λόγων του και επιβεβαιούμενη από το φοβερό μαρτύριό του, να οδηγεί στη χριστιανική πίστη τον έπαρχο Ερμογένη, ενώ να ισχυροποιεί και την πίστη του γραμματέα του Ευγράφου, ώστε να φτάσει κι αυτός στο χαρισματικό σημείο της ομολογίας του Χριστού και του μαρτυρίου του υπέρ Αυτού. Κι ενώ προηγείτο ο άγιος Μηνάς των άλλων, όμως ο άγιος υμνογράφος Ιωσήφ τους θέτει ακριβώς σε ίση μοίρα, γιατί το αποτέλεσμα είναι εκείνο που «μετράει» ενώπιον του Κυρίου. «Καθώς ανατείλατε νοητά σαν πολύφωτα αστέρια στο στερέωμα της Εκκλησίας, φωτίζετε όλη την κτίση, καλλίνικοι μάρτυρες με το φως των αγώνων σας και τις λάμψεις των θαυμάτων σας» (στιχ. εσπ.). Κι έχουμε την εντύπωση ότι εκείνο που κάνει τον άγιο υμνογράφο να επιμένει στη διακριτική  ισοτιμία και των τριών είναι αφενός η μεγάλη χάρη που δέχτηκαν ώστε να μαρτυρήσουν για τον Κύριο, διότι «ημίν εχαρίσθη ου μόνον το εις Χριστόν πιστεύειν αλλά και το υπέρ αυτού πάσχειν» κατά τον μέγα Παύλο, αφετέρου το αίτημα του αγίου Μηνά ώστε να μη χωριστούν οι άγιοι ακόμη και μετά το μαρτυρικό τους τέλος.

Οι «τομές» βέβαια στις οποίες προβαίνει ο άγιος Ιωσήφ από το μαρτύριο των αγίων μαρτύρων είναι πολύ σημαντικές, καθώς μας αποκαλύπτει τη «λειτουργία» της πίστεως μέσα στην καρδιά τους, γεγονός που έκανε όπως είναι γνωστό και τον μέγα σύγχρονο όσιο Πορφύριο τον καυσοκαλυβίτη να ομολογεί ότι έμαθε τα μυστικά της πνευματικής ζωής από τη μελέτη των ακολουθιών των υμνογράφων της Εκκλησίας. Για παράδειγμα:

«Εξαγγέλλοντας τους φωτεινούς νόμους του Κυρίου, την ίδια ώρα που άνομα σου έβγαζαν τα μάτια, Μηνά, υπέφερες (τα βάσανα) γιατί είχες τους οφθαλμούς της καρδιάς σου στραμμένους αταλάντευτα προς το άδυτο φως του Θεού» (ωδή δ΄) («Νόμους διαγγέλλων φωταυγείς, ανόμως σου τα όμματα εκκεντηθείς, Μηνά, υπήνεγκας καρδίας τους οφθαλμούς προς το φως το άδυτον έχων εμμελώς αποσκοπούντας»). Του έβγαζαν τα μάτια, γιατί κήρυσσε τον λόγο του Θεού, κι εκείνος μπορούσε με τη χάρη του Θεού να υπομένει, με τον μόνο τρόπο που υπερβαίνονται τα όποια βάσανα και μαρτύρια: την απόλυτη και επίμονη στροφή της καρδιάς προς το φως του Χριστού. Η καρδιά δηλαδή είναι εκείνη που δίνει τον τόνο στον άνθρωπο. Καρδιά στραμμένη προς τον Χριστό (με απόφαση θανάτου) δέχεται ό,τι έχει υποσχεθεί ο Κύριος: τη δύναμή Του και τη χάρη Του. «Σου αρκεί η χάρη μου» είπε και στον απόστολο Παύλο ο Κύριος, όταν εκείνος μη αντέχοντας σωματική νόσο παρεκάλεσε για τη θεραπεία του.

«Αναζητώντας τα ίχνη της νέκρωσης (του Πάθους) του ζωντανού Κυρίου, Μηνά θαυμαστέ, σου βγάζουν τα πέλματα των ποδών σου, και συντρίβεις την κάρα του τυράννου εχθρού. Κι αυτό γιατί στήριζες τα πόδια σου στην ασφαλή οδό του μαρτυρίου, μάρτυς, με γενναιότητα μεγάλη» (ωδή γ΄) («Νέκρωσιν του ζώντος ανισχνεύων Δεσπότου, Μηνά θαυμαστέ, εκπελματούσαι, και την κάραν του τυράννου συντρίβεις εχθρού, ερείδων τους πόδας σου εις ασφαλή μαρτυρίου οδόν, μάρτυς, ανδρικώτατα»). Μέσα στο ίδιο ακριβώς πνεύμα ο άγιος υμνογράφος «βλέπει» τον αγώνα του αγίου Μηνά: τον έγδερναν κι εκείνος χαίρων πατούσε στον στέρεο δρόμο του μαρτυρίου. Γιατί ήταν προσανατολισμένος σε ό,τι είχε επιλέξει να ακολουθεί: τον Κύριο Ιησού Χριστό. Αυτό δεν μας λένε και οι άγιοι απόστολοι για το ποιος είναι αληθής χριστιανός; Όποιος ακολουθεί τα χνάρια του Κυρίου. «Μας άφησε τύπο και υπογραμμό ο Κύριος» σημειώνει ο άγιος Πέτρος, «προκειμένου να ακολουθήσουμε τα χνάρια Του». Η επιμονή όμως στην ακολουθία του Κυρίου, έστω και μέσα από τον θάνατο, φέρνει και το άμεσο αποτέλεσμα: τη συντριβή του πονηρού διαβόλου και των τυράννων οργάνων του. Μένει δηλαδή κανείς σταθερός στον μαρτυρικό δρόμο της πίστεως και όλα τα ενάντια συντρίβονται. Ο άγιος χριστοποιείται και οι δαίμονες εξαφανίζονται.

Ό,τι συνέβαινε όμως στον άγιο Μηνά το ίδιο, σημειώνει ο άγιος Ιωσήφ, συνέβη πια και με τους άλλους αγίους μάρτυρες: «Αγαπώντας τη θεϊκή δόξα και ποθώντας την ομορφιά του Θεού, Μάρτυρες, κάνατε πέρα τα ωραία του βίου αυτού και κάθε σπουδαία εξουσία, οπότε μέσα από τον θάνατό σας βρήκατε την αιώνια ζωή» (ωδή α΄) («Την θεία στέργοντες εύκλειαν, Θεού της καλλονής εφιέμενοι, του βίου τερπνά απώσασθε, πάσαν τε δυναστείαν περιφανή, και διά θανάτου ατελεύτητον ζωήν, Μάρτυρες, εύρατε»). Τίποτε επομένως στον κόσμο τούτο, όσο σπουδαίο και μεγάλο κι αν φαντάζει, δεν μπορεί να συγκριθεί με το ένα που γεμίζει την καρδιά του ανθρώπου και που δεν είναι άλλο από τον ίδιο τον Κύριο. Είναι ο πολύτιμος μαργαρίτης που είπε Εκείνος, που όταν κανείς τον βρει διαγράφει τα πάντα, γιατί δεν μπορούν να συγκριθούν μαζί του. Η ζωή όλων των αγίων, και όχι μόνο των τριών σήμερα εορταζομένων, επιβεβαιώνει την αλήθεια αυτή. Αρκεί ο άνθρωπος να είναι ανοικτός λίγο στη χάρη του Θεού, που σημαίνει να έχει νιώσει λίγο από την αγάπη Του.

Και τέλος αξίζει και η προβολή ενός ακόμη, μεταξύ πολλών άλλων βεβαίως, τροπαρίου: «Υπήρξε πράγματι αθρόα η μεταβολή προς τον Κύριο του Ερμογένη. Διότι καθαρίζεται με το λουτρό του βαπτίσματος και αναλαμβάνει με κρίση θεϊκή το φως της αρχιερωσύνης, καταυγάζοντας με τις διδαχές του αυτούς που ζούσαν στο σκοτάδι των δεινών» (ωδή ε΄) («Υπήρξεν αθρόα η μεταβολή Ερμογένους σαφώς προς τον Κύριον˙ λουτρώ γαρ εκκαθαίρεται και κρίσει θεϊκή της αρχιερωσύνης το φως αναλαμβάνει, διδαχαίς καταυγάζων τους εν νυκτί δεινών υπάρχοντας»). Πράγματι παράδοξο το γεγονός. Όχι μόνο μεταστρέφεται ο βασανιστής του αγίου Μηνά Ερμογένης, όχι μόνο βαπτίζεται χριστιανός από εκείνον, αλλά κρίνεται άξιος να γίνει την ίδια ώρα και αρχιερέας από αρχιερείς που βρέθηκαν στον τόπο του μαρτυρίου. Μεταστροφή, βάπτισμα, χειροτονία – όλα «αθρόον» όπως λέγεται. Που σημαίνει: όπου έχουμε έκδηλη τη χάρη του Θεού, εκεί μπορεί και να μη κρατηθούν οι κανόνες. Οι κανόνες που είναι τόσο αναγκαίοι για την εύτακτη πορεία της Εκκλησίας, οι ίδιοι μπορούν να «καταργηθούν» όταν κρίνει η Εκκλησία ότι συντρέχει κάτι τέτοιο. Άλλωστε γι’ αυτό δεν υφίστανται; Για να παραμένει η Εκκλησία όντως ο χώρος που βρίσκει ο Κύριος καρδιές ν’ αναπαυτεί! «Νόμος δικαίω ου κείται» (απ. Παύλος).

09 Δεκεμβρίου 2025

Η ΣΥΛΛΗΨΙΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΗΣ, ΜΗΤΡΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

«Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, θέλοντας να ετοιμάσει για τον Εαυτό Του έμψυχο και άγιο οίκο για κατοικία Του, απέστειλε τον άγγελο Αυτού προς τους Δικαίους Ιωακείμ και Άννα (από τους οποίους θέλησε να προέλθει η κατά σάρκα μητέρα Του) και προμήνυσε τη σύλληψη της άγονης και στείρας Άννας, για να καταστήσει βέβαιη τη γέννηση της Παρθένου. Γι’  αυτό και συνελήφθη η αγία Παρθένος Μαρία και γεννήθηκε, όχι όπως μερικοί λένε, επτά μηνών ή χωρίς άνδρα, αλλά γεννήθηκε σε εννέα τέλειους μήνες, όπως και από υπόσχεση μεν Θεού, από συνάφεια όμως και σπορά άνδρα. Διότι μόνος ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός γεννήθηκε από την αγία Παρθένο Μαρία απορρήτως και ανερμηνεύτως, καθώς γνωρίζει μόνος Εκείνος, χωρίς των θελημάτων της σαρκός, και ενώ είναι τέλειος Θεός προσέλαβε όλη την τελειότητα της κατά σάρκα οικονομίας Του, όπως δημιούργησε και έπλασε τη φύση των ανθρώπων από την αρχή. 

Αυτήν λοιπόν την ημέρα πανηγυρίζουμε, διότι υπενθυμίζει τους χρησμούς που δόθηκαν από άγγελο, ο οποίος ευαγγελίστηκε την αγία  σύλληψη της αγνής Θεομήτορος. Αυτούς τους χρησμούς εκπληρώνοντας ο Θεός που δημιούργησε  τα σύμπαντα εκ του μηδενός, διέγειρε τη στείρα κοιλιά για να καρποφορήσει. Και έκανε παιδοτόκο μητέρα κατά παράδοξο τρόπο αυτήν που έφτασε σε βαθειά γεράματα  χωρίς παιδιά, δίνοντάς της τη χάρη αυτή σαν άξιο τέλος της δίκαιης αίτησης των Δικαίων. Από αυτό το δώρο του Θεού σε αυτούς, δηλαδή την Παναγία, έμελλε ο Ίδιος  να γεννηθεί ως ενσαρκωθείς Θεός -  καθώς ευδόκησε οι σώφρονες αυτοί να την γεννήσουν, αυτήν δηλαδή που προορίστηκε και εκλέχτηκε από όλες τις γενιές.  Τελείται δε αυτή η Σύναξη στον σεβάσμιο οίκο της Θεοτόκου, που βρίσκεται στα Ευόρανα, πλησίον της αγιωτάτης Εκκλησίας».

Το πρώτο που τονίζει η ακολουθία της εορτής είναι το γεγονός ότι η σύλληψη και η γέννηση ενός παιδιού δεν είναι θέμα μόνον των γονιών του. Πολλά ζευγάρια, και μάλιστα χωρίς να έχουν ιδιαίτερο ιατρικό πρόβλημα, αδυνατούν να τεκνοποιήσουν, με αποτέλεσμα να θλίβονται, να αγχώνονται, να προσπαθούν να εξεύρουν διάφορες λύσεις προς υπέρβασή του. Για την πίστη της Εκκλησίας μας, η σύλληψη και η γέννηση είναι θέμα συνεργασίας του ζεύγους και της ίδιας της ενέργειας του Θεού. «Ο Θεός διανοίγει την μήτραν της γυναικός» μας διδάσκει ο λόγος του Θεού, που σημαίνει ότι ο άνθρωπος ως ζεύγος προσφέρει τον εαυτό του και ο Θεός ενεργοποιεί και μεταποιεί την προσφορά αυτή, ώστε να υπάρξει η καρποφορία. Δεν έχει σημασία αν έχει επίγνωση αυτής της πραγματικότητας τις περισσότερες φορές ο άνθρωπος. Η ενέργεια του Θεού λειτουργεί, έστω και κατά τρόπο ανεπίγνωστο από πολλούς, όπως αντιστοίχως συμβαίνει και με την ίδια την ύπαρξη του ανθρώπου και του κάθε όντος επί γης, που η ενέργεια του Θεού τα φέρνει σε φως και τα διακρατεί, είτε υπάρχει η πίστη σ’ Αυτόν είτε όχι. «Ο Θεός δίνει σε όλους και όλα ζωή και πνοή και τα πάντα», κατά τον λόγο του αποστόλου Παύλου στους Αθηναίους στον Άρειο Πάγο.

Η ατεκνία λοιπόν ενός ζεύγους εξαρτάται και από το θέλημα του Θεού, που σημαίνει λειτουργεί εν προκειμένω κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο του Ίδιου, το οποίο συνήθως το ζεύγος αδυνατεί να το κατανοήσει παρά μόνον μετά από μικρό ή μεγάλο χρονικό διάστημα. Η επίγνωση όμως της συνέργειας αυτής, Θεού και ανθρώπου, για ένα τόσο μεγάλο έργο: τον ερχομό στον κόσμο ενός παιδιού, μπορεί να ενεργοποιήσει την προσευχή του ανθρώπου, την εκζήτηση από Αυτόν της χάρης Του, ώστε να «μεταβάλει» ακόμη και αυτό το σχέδιό Του. Και πράγματι, όχι λίγες φορές, ο Θεός μεταστρέφεται, υπακούοντας στο αίτημα των ανθρώπων, και δίνει τη χάρη της καρποφορίας στη γυναίκα και την υπέρβαση επομένως της ατεκνίας της.

Τον προβληματισμό αυτό τον βλέπουμε έντονα και στη συγκεκριμένη εορτή της συλλήψεως της αγίας Άννης. Άτεκνο το άγιο ζεύγος του Ιωακείμ και της Άννης, δεν χάνει όμως την ελπίδα του στον Θεό. Και μάλιστα σε εποχή για τους Ιουδαίους,  που η ατεκνία θεωρείτο μέγα όνειδος, ντροπή, αφού απεδείκνυε ότι το συγκεκριμένο ζεύγος δεν μπορούσε να θεωρηθεί μέσον ερχομού του Μεσσία στον κόσμο. Και γι’ αυτό αποδύεται σε προσευχή. Η δραματική ένταση των ύμνων εν προκειμένω φτάνει στο απώγειό της: «Κύριε των Δυνάμεων, γνωρίζεις την ντροπή της απαιδίας. Συ λοιπόν διάλυσε την οδύνη της καρδιάς μου και διάνοιξε τους καταρράκτες της μήτρας και ανάδειξέ με, εμένα που είμαι άκαρπη, καρποφόρο».  Και η προσευχή της Άννας εισακούεται. Ο Θεός επιβλέπει επί το άγιο ζεύγος. «Παλαιά καθώς προσευχόταν με πίστη η Αννα η σώφρων και ικέτευε τον Θεό, ακούει φωνή Αγγέλου, που την βεβαίωνε ότι ο Θεός θα πραγματοποιήσει τις προσευχές της». «Υπάκουσε ο Θεός στους στεναγμούς της Άννας και πρόσεξε ο Κύριος τη δέησή της».

Το γεγονός της επέμβασης του Θεού, που τη στείρωση την κάνει καρπογονία, το προσλαμβάνει ο υμνογράφος για να το διευρύνει και επί πνευματικού επιπέδου: πέρα από το ότι κάνει αναδρομή στο παρελθόν για να δείξει αντίστοιχες καταστάσεις της Παλαιάς Διαθήκης – «Συ, παντοδύναμε, που έδωσες κάποτε σε βαθύτατο γήρας στη Σάρρα υιό, τον μέγα Ισαάκ, συ που διάνοιξες τη στείρα κοιλιά  της Άννας, της μητέρας του προφήτου σου Σαμουήλ» – θεωρεί ότι ο Θεός, όπως παλιά, όπως τώρα με την Άννα, κατεξοχήν όμως μετά τον ερχομό Του στον κόσμο, μπορεί την άνυδρη και χωρίς χάρη ανθρώπινη φύση να την μεταβάλει και να της δώσει τη δροσιά που πρέπει, ώστε να καρποφορήσει. «Η χαρά του κόσμου σήμερα προκηρύσσεται με λόγο και αλλάζει τις μητρικές οδύνες σε χαρά ευφροσύνης, και φανερώνει ότι η στείρωση της φύσης θα γίνει καρποφόρα, που πληθαίνει με τα έργα της χάρης». Κι αυτό σημαίνει ότι εμείς που ζούμε πια μετά Χριστόν, σε οποιαδήποτε κατάσταση ξηρασίας και αν βρισκόμαστε, πνευματική ή ηθική, αν στραφούμε με πίστη στον Θεό, θα δούμε τη θαυματουργική επέμβασή Του. Ο Θεός θα διανοίξει τις πόρτες της καρδιάς μας, ώστε να πλημμυρίσουμε από την παρουσία της χάρης Του. Αρκεί να υπομένουμε και να επιμένουμε.

Κι είναι περιττό βεβαίως και να σημειώσουμε ότι η σύλληψη της αγίας Άννης αποτελεί εορτή της Εκκλησίας μας όχι πρώτιστα για να δείξει το αποτέλεσμα της υπομονής και της επιμονής στη δέηση του Θεού, αλλά διότι με τη σύλληψή της αυτή μπαίνουν οι βάσεις για τη γέννηση Εκείνης, η οποία σαν νέος ουρανός θα έφερνε στον κόσμο τον ήλιο Χριστό, τον Σωτήρα του κόσμου. Με την προοπτική του ερχομού του Κυρίου φωτίζεται και αυτή η εορτή, συνεπώς είναι μία ακόμη αφορμή δοξολογίας του αγίου ονόματός Του. «Ο νέος ουρανός, δηλαδή η Παναγία,  με τη θέληση του παντουργού Θεού φτιάχνεται στην κοιλιά της Άννας. Από αυτόν τον ουρανό έλαμψε δυνατά και ο ανέσπερος ήλιος, δηλαδή ο Χριστός, που δίνει φως σε όλον τον κόσμο με τις ακτίνες της θεότητας».

08 Δεκεμβρίου 2025

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΠΑΤΑΠΙΟΣ

«Ο όσιος Πατάπιος ορμώμενος από τις Θήβες της Αιγύπτου επέλεξε τη μοναχική ζωή και ακολούθησε τον Χριστό. Ασκήθηκε για πολλά χρόνια στην έρημο κι έπειτα ήλθε στην Κωνσταντινούπολη, όπου έκανε πάρα πολλά θαύματα: έδωσε το φως σε τυφλούς, θεράπευσε υδρωπικούς με χρίση αγίου ελαίου, έδιωξε δαίμονες, θεράπευσε και καρκίνο. Στο τέλος παρέθεσε το πνεύμα του στον Κύριο εν ειρήνη».

Ο όσιος Πατάπιος μπορεί μεν να κατάγεται  από την Αίγυπτο, όμως είναι αγαπημένος άγιος των ορθοδόξων και μάλιστα των Ελλήνων. Και τούτο διότι, ως γνωστόν, το λείψανό του (το οποίο δωρήθηκε από τους Παλαιολόγους στην οικογένεια των εξαδέλφων τους Νοταράδων, που εγκαταστάθηκαν στην Κορινθία) ευρίσκεται πάνω από το Λουτράκι, στα Γεράνεια όρη, στο ομώνυμό του μοναστήρι, κάτι που «τυχαία» ανακαλύφθηκε ήδη από το 1904.  Πλήθος πιστών καθημερινώς έρχονται προσκυνητές του, προκειμένου να πάρουν την χάρη της ευλογίας του και να βοηθηθούν στα διάφορα προβλήματα και τις ανάγκες τους. Κι όχι τυχαία. Ο όσιος αποτελεί προστάτη όλων των αναγκεμένων ανθρώπων, το δε λείψανό του συνιστά πηγή πράγματι των ιάσεων. Οι ύμνοι της Εκκλησίας μας δεν «χορταίνουν» να τονίζουν την αλήθεια αυτή, που επιβεβαιώνεται διαχρονικά. «Η σορός σου, σοφέ Πατάπιε, αναβρύζει σε όλους ιάματα. Αυτά τα ιάματα παίρνοντάς τα όλοι οι πιστοί σώζονται από πολλές νόσους, ψυχών και σωμάτων». Κι ιδιαιτέρως στην εποχή μας – αλλά και ποια εποχή είναι χωρίς θλίψεις και δοκιμασίες;  - που ο κόσμος ταλαιπωρείται από πάρα πολλά προβλήματα και ανάγκες, ο όσιος Πατάπιος είναι στην «ημερησία διάταξη»: προσφέρει σε όλους τους πιστούς αυτό που έχουν ανάγκη, διότι βεβαίως έχει ενώπιον του Θεού μεγάλη παρρησία. Έτσι «πάντων των εν ανάγκαις προστάτης ώφθης, Πατάπιε όσιε».

Φαίνεται λίγο περίεργο το γεγονός ότι ένας τόσο μεγάλος ασκητής, με τόση σκληραγωγία απέναντι στον εαυτό του, είχε και έχει μία τόσο τρυφερή καρδιά, έτοιμη να καμφθεί μπροστά στις ικεσίες του κάθε πονεμένου. Αλλά τούτο δεν μας παραξενεύει. Διότι η άσκηση ενός χριστιανού πιστού σ’ αυτό ακριβώς αποσκοπεί: να ελέγξει ο ίδιος, με τη χάρη του Θεού, τα πάθη του εγωισμού του και να τα μεταποιήσει σε πάθος αγάπης. Έτσι όσο πιο σκληρή η σκληραγωγία, τόσο και πιο «σάρκινη» η καρδιά, τόσο και μεγαλύτερη η ευαισθησία και η τρυφερότητα. Μην ξεχνάμε ότι ο σκοπός των πάντων στην πνευματική ζωή της Εκκλησίας μας είναι να φθάσει ο άνθρωπος να ζει ορθά την αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Κι αν μάλιστα δεν υπάρχει η θυσιαστική αγάπη προς τον συνάνθρωπο, πρέπει να αμφισβητήσουμε και την υποψία έστω της αγάπης προς τον Θεό. Κι εκείνο που επίσης φανερώνει την αλήθεια της αγάπης είναι βεβαίως η ταπείνωση, η βάση όλων των αρετών. Την αλήθεια αυτή επιβεβαιώνει και πάλι η γραφίδα του αγίου υμνογράφου. «Οπλισμένος με την αγάπη, όσιε, σαν ξίφος, και υπό την σκέπη της ενθέους σου ταπεινώσεως, σαν ένας είδος ασπίδας, εξαφάνισες τα στίφη των δαιμόνων». «Απέκτησες ταπείνωση, αγρυπνία και ισχυρή δέηση, καθαρή αγάπη, πίστη, ελπίδα, και έγινες συνόμιλος των επουρανίων αγγέλων, πάτερ όσιε».

Εκείνο που τονίζει ιδιαιτέρως ο υμνογράφος από την ασκητική ζωή του οσίου Παταπίου - τέτοια που τον συγκρίνει με τον προφήτη Ηλία και τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο: «Ηλιού τον Θεσβίτην μιμούμενος και ιχνηλατών Ιωάννην τον Πρόδρομον» - είναι το χάρισμα των δακρύων που απέκτησε. Τα δάκρυά του μάλιστα ήταν εκείνα που «αφενός απεξήραναν τα πάθη του σώματος και αφετέρου έφεραν τους ποταμούς των ιαμάτων του». Κι ακόμη: τα θερμά του αυτά δάκρυα ως έκφραση της μετανοίας και του πόθου προς τον Θεόν «καταβύθισαν τα στρατεύματα των δαιμόνων και τα οιδήματα της αμαρτίας, ενώ έγιναν πέλαγος θαυμάτων γι’ αυτούς που βρίσκονταν στον βυθό των παθημάτων». Κι είναι αλήθεια: αν κανείς δεν ζει τη μετάνοια με αίσθηση ψυχής, αν δεν κλαίει για τις αμαρτίες και τα πάθη του, πώς θα καθαρίσει το οπτικό της ψυχής του, πώς θα δει τον Θεό να λάμπει στο κάτοπτρο της καρδιάς του; Είθε η μετάνοια του αγίου και ο πόθος του προς τον Θεό να γίνουν καθοδηγητικά σημεία και της  δικής μας πνευματικής πορείας.  Ίσως κι εμείς δούμε έτσι «το νοητό πυρ, το Πνεύμα του Θεού, να αναφλέγει τα αισθητήρια της ψυχής μας και να αποτεφρώνει τη φλόγα της αμαρτίας μας».  

06 Δεκεμβρίου 2025

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΜΥΡΩΝ ΤΗΣ ΛΥΚΙΑΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

«Ο άγιος Νικόλαος έζησε στα χρόνια των τυράννων Διοκλητιανού και  Μαξιμιανού και διέπρεψε πρώτα ως μοναχός. Έπειτα λόγω της μεγάλης αρετής του δέχτηκε την αρχιερωσύνη. Επειδή όμως πίστευε στον Χριστό και κήρυσσε ελεύθερα την χριστιανική πίστη και ζωή, συνελήφθη από τους άρχοντες της πόλεως κι αφού υποβλήθηκε σε βασανιστήρια και στρεβλώσεις του σώματός του, ρίχτηκε στη φυλακή μαζί και με άλλους χριστιανούς. Όταν όμως ο μεγάλος και ευσεβής Κωνσταντίνος απέκτησε τη βασιλεία των Ρωμαίων με το θέλημα του Θεού, ελευθερώθηκαν οι φυλακισμένοι, και μαζί με αυτούς και ο Νικόλαος, ο οποίος πήγε στα Μύρα. Μετά από λίγο διάστημα, συγκροτήθηκε με τη βοήθεια του Κωνσταντίνου και η πρώτη εν Νικαία Σύνοδος, της οποίας μέλος ήταν και ο θαυμαστός Νικόλαος.

Αυτός έκανε πολλά και διάφορα θαύματα, όπως δηλώνει και η ιστορία του.  Διέσωσε μάλιστα και τρεις άντρες που συκοφαντήθηκαν και επρόκειτο να πεθάνουν άδικα. Διότι ευρισκόμενοι στη φυλακή, έμαθαν τον χρόνο που έμελλε να αποκεφαλισθούν και επικαλέστηκαν τον άγιο σε βοήθειά τους, θυμίζοντάς του τις διάφορες ευεργεσίες που έκανε και πώς έσωσε στη Λυκία τρεις άνδρες που επρόκειτο κι αυτοί να χάσουν τη ζωή τους. Λοιπόν ο ταχύς και θερμός σε βοήθεια, ο άγιος Νικόλαος δηλαδή, φανερώνεται στον βασιλιά και στον έπαρχο κατά τον ύπνο τους. Και τον μεν έπαρχο επιτιμά για την συκοφαντία των ανδρών προς τον βασιλιά, τον δε βασιλιά διδάσκει και του υπενθυμίζει  ότι οι φυλακισμένοι άνδρες είναι αθώοι και από φθόνο κατηγορήθηκαν. Οπότε τους λύτρωσε από την επικείμενη τιμωρία. Επί πλέον και άλλα πολλά τεράστια θαύματα επιτέλεσε, κι αφού ποίμανε τον ορθόδοξο λαό με ιερό τρόπο κι έφτασε σε βαθύ γήρας, εξεδήμησε προς τον Κύριο, χωρίς όμως να ξεχάσει μετά το τέλος του το ποίμνιό του. Διότι καθημερινά, θα λέγαμε, πρόσφερε τις ευεργεσίες του σ’ αυτούς που είχαν ανάγκη και τους έσωζε από παντός είδους κινδύνους και περιστάσεις».

Ο υμνογράφος άγιος Θεοφάνης ευρισκόμενος σε αδυναμία και απορία προκειμένου να εγκωμιάσει έναν τόσο μεγάλο άγιο σαν τον άγιο Νικόλαο επιχειρεί να τον προβάλει χρησιμοποιώντας τον τόπο της επισκοπής του: τα Μύρα της Λυκίας, το ίδιο το όνομά του: Νικόλαος, την προσωνυμία του: θαυματουργός.

Ο τόπος της επισκοπής του, τα Μύρα, γίνεται εν πρώτοις αφορμή για τον υμνογράφο να φανερώσει το πνευματικό βάθος του αγίου: ο ίδιος αναδείχθηκε πνευματικό μύρο ως χρισμένος από το νοητό μύρο, το άγιο Πνεύμα, το οποίο και προσφέρει στους πιστούς που με πίστη και πόθο τελούν την πανσέβαστη μνήμη του. Η εικόνα αυτή του μυρωμένου από τον Θεό αγίου που «μυρίζει» σαν άνοιξη τους πιστούς, είναι από τις αγαπημένες εικόνες του υμνογράφου του, γιατί φανερώνει  ότι στην πραγματικότητα ο άγιος Νικόλαος υπήρξε μιμητής των αγίων Αποστόλων, που πρώτοι αυτοί υπήρξαν τα μυροδοχεία του αγίου Πνεύματος - σαν εκείνους και ο ίδιος «περιπολεύει την οικουμένην» για να προσφέρει την βοήθειά του.

Ο άγιος Θεοφάνης δεν παραλείπει βεβαίως, έστω και σε μικρότερη έκταση, να τονίσει και τον τρόπο που ο άγιος έγινε κατοικητήριο του Θεού και συνεπώς μυροθήκη του Πνεύματός Του. Χρησιμοποιεί μάλιστα για να δείξει την πνευματική του άσκηση και μία εξαίσια εικόνα, παρμένη από την Παλαιά Διαθήκη: ο άγιος Νικόλαος έγινε νέος Αβραάμ και ευλογήθηκε από τον Θεό ως έχων και αυτός την αρετή της φιλοξενίας. Τι έκανε λοιπόν από πλευράς πνευματικής ασκήσεως ο άγιος; Όπως πρόσφερε  ο Αβραάμ θυσία στον Θεό τον μονογενή του υιό, κατά τον ίδιο τρόπο και ο Νικόλαος: πρόσφερε στον Θεό θυσία τον νου του, σαν να ήταν ο μονογενής υιός του. Ο άγιος με άλλα λόγια χαριτώθηκε από το Πνεύμα του Θεού, διότι αγάπησε ολοκάρδια τον Θεό, τόσο ώστε ο νους του αδιάκοπα ευρισκόταν προσκολλημένος σ’  Εκείνον. «Αποδείχθηκες νέος Αβραάμ, Νικόλαε, γιατί οδήγησες τον νου στον Δεσπότη σου, σαν μονογενή υιό, προσφέροντάς του πάντοτε αναίμακτες θυσίες, και έτσι ευλογήθηκες σαν φιλόξενος, Πάτερ, και έγινες κατοικητήριο θείο και άμωμο».

Ο υμνογράφος όμως, είπαμε, χρησιμοποιεί και το όνομα του Νικολάου ως αφορμή σχολιασμού της αγιότητάς του. «Αναδείχθηκες αληθινά κι όπως το λέει και το όνομά σου, νίκη για τον λαό, πραγματικέ δούλε του Χριστού. Διότι μόλις καλείσαι οπουδήποτε, προφταίνεις πολύ γρήγορα εκείνους που προστρέχουν με πόθο κάτω από την σκέπη σου. Εσύ δηλαδή και την νύκτα και την ημέρα φανερούμενος με την πίστη σώζεις από τους πειρασμούς και τις δεινές περιστάσεις». Ο άγιος εν Πνεύματι ευρισκόμενος, ιδίως μετά την κοίμησή του, αποτελεί το όπλο του κάθε πιστού. Ο οποιοσδήποτε που θα τον επικαλεστεί εν πίστει, αν μάλιστα βρίσκεται σε κίνδυνο, είτε είναι στη γη είτε στη θάλασσα, θα τον βρει πρόθυμο συμπαραστάτη του - ο άγιος γίνεται η νίκη του πιστού. «Είσαι, άγιε Νικόλαε, ιεροκήρυκα Χριστού,  μέγας και θερμός βοηθός σ’ αυτούς που βρίσκονται στους κινδύνους, είτε είναι στη γη είτε πλέουν στη θάλασσα, είτε είναι μακριά είτε είναι κοντά». Και βεβαίως ο άγιος έγινε και η νίκη του λαού απέναντι στις αιρέσεις της εποχής, ιδίως απέναντι στον αιρεσιάρχη Άρειο. Υπήρξε κατά τον υμνογράφο μάλιστα «ο ολετήρ Αρείου και θερμός αντίμαχός» του, δηλαδή αυτός που τον εξολόθρευσε – κυρίως με την αγιασμένη ζωή του – και ο θερμός πολέμιός του. Είναι γνωστό ότι μη αντέχοντας ο άγιος τις βλασφημίες του Αρείου κατά του Κυρίου μέσα στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, σηκώθηκε και ράπισε το βλάσφημο στόμα.

Και τέλος, ο άγιος υμνογράφος επιμένει πάρα πολύ στο θαυματουργικό χάρισμα του αγίου – θαυματουργός είναι η προσωνυμία του. Η εμφάνισή του μάλιστα, όπως αναφέρει και το συναξάρι, στον βασιλιά Κωνσταντίνο και στον έπαρχο κατά τον ύπνο τους, για να σώσει αθώους άνδρες, είναι τόσο γνωστή, ώστε και στο εξαποστειλάριο της Πέμπτης της κάθε εβδομάδος, της ημέρας της αφιερωμένης στον άγιο Νικόλαο, όπως και στους αγίους αποστόλους βέβαια – ενδεικτικό της μεγάλης αγιότητάς του: να υπάρχει ημέρα αφιερωμένη σ’ εκείνον, όπως γίνεται με την ημέρα Τρίτη  και με τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο – να μνημονεύεται το συγκεκριμένο θαύμα του. «Όλοι δοξολογούμε τον μεγάλο αρχιποιμένα και ιεράρχη, τον πρόεδρο των Μυρέων, τον Νικόλαο. Διότι έσωσε πολλούς άνδρες που επρόκειτο να πεθάνουν άδικα. Και φανερώνεται στον βασιλιά, όπως και στον Αβλάβιο, στον ύπνο τους, καταργώντας την άδικη απόφαση». Θα έπρεπε βεβαίως να γεμίσουμε πολλές σελίδες, αν θέλαμε, έστω και ακροθιγώς,  να μνημονεύσουμε όχι τα θαύματα που έκανε και κάνει ο άγιος Νικόλαος, αλλά και μόνον αυτά που είναι καταγεγραμμένα στην ακολουθία του αγίου. Είναι σαν τις ακτίνες του ήλιου, με τα οποία φανερώνεται η λαμπρότητά του. Όπως το λέει και ο υμνογράφος: «Αστράπτεις εν τη γη των θαυμάτων ακτίσι, Νικόλαε σοφέ». Και: «Γνωρίζει πάσα υφήλιος, Νικόλαε τρισμάκαρ, τα θαύματά σου».

Εκεί όμως που υπάρχει η πληθύς των θαυμάτων του είναι στον χώρο των ναυτικών. Δεν υπάρχει άνθρωπος της θάλασσας που να μην έχει να διηγηθεί κάποια επέμβαση του αγίου, κάποιο θαύμα προς σωτηρία του. Γι’ αυτό και όλοι τους έχουν αναρτημένη στο δωμάτιό τους  την εικόνα του αγίου Νικολάου, του προστάτη τους. Κι αυτό όχι τυχαία. Το ίδιο το συναξάρι του, πέρα από άλλες περιπτώσεις, μνημονεύει τον ευλαβή εκείνο άνθρωπο του Βυζαντίου, που αγαπούσε υπερβαλλόντως τον άγιο Νικόλαο και που αναγκάστηκε να φύγει με καράβι για δουλειές σε άλλη χώρα. Και κάτι συνέβη το βράδυ της αναχώρησής του που είχε δυναμώσει ο αέρας, οι ναύτες δεν τον πρόσεξαν και τον έσπρωξαν και βρέθηκε στα μανιασμένα κύματα. Κανείς δεν μπόρεσε να τον σώσει και τον έκλαιγαν ως ήδη πεθαμένο. Εκείνος όμως στον βυθό ευρισκόμενος άρχισε να επικαλείται τον προστάτη άγιό του, και, ω του θαύματος! Βρέθηκε μέσα στο σπίτι του στάζοντας από το θαλασσινό νερό. Το μεγάλο αυτό θαύμα βεβαίως έγινε γνωστό όχι μόνον στους συγγενείς και τους γείτονες, αλλά και σε όλο το Βυζάντιο, τόσο που κλήθηκε και από τον βασιλιά και τους αρχιερείς να το διηγηθεί, με κατάληξη την δοξολογία του Θεού και την άγρυπνη δέησή Του μέσα στον Ναό από όλους.

05 Δεκεμβρίου 2025

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΗΓΙΑΣΜΕΝΟΣ

«Ο όσιος Σάββας ζούσε επί Θεοδοσίου του μικρού σε μία κώμη της Καππαδοκίας, που λεγόταν Μουταλάσκη, και οι γονείς του ονομάζονταν Ιωάννης και Σοφία. Ήδη λοιπόν από την αρχή του βίου του πρόστρεξε στη μοναχική ζωή, σε μοναστήρι που λεγόταν Φλαβιανές, και τόσο πολύ από τη νεαρή του ηλικία έγινε εγκρατής, ώστε όταν είδε στον κήπο κάποια φορά ένα μήλο και το επιθύμησε, είπε: «Ήταν ωραίος στην όραση και καλός στη βρώση ο καρπός που με θανάτωσε». Πήρε το μήλο στα χέρια του, αλλά δεν το έφαγε. Αντίθετα το καταπάτησε με τα πόδια του και έθεσε όρο στον εαυτό του να μη φάει ποτέ μήλο. Αλλά  και σε φούρνο  όταν μπήκε κάποια φορά, βγήκε αβλαβής, χωρίς η φωτιά να αγγίξει ούτε τα ιμάτιά του. Στην ηλικία των δεκαοκτώ ετών, τον γνώρισε ο μέγας όσιος Ευθύμιος και τον έστειλε σε κοινόβιο, προς τον όσιο Θεόκτιστο. Από όλους όσους συναντούσε, προσλάμβανε και μάθαινε τους τρόπους και την αρετή τους.  Βλέποντάς τον ο άγιος Ευθύμιος τον προσφωνούσε «παιδαριογέροντα», λόγω της πέρα από τα κοινά μέτρα πνευματικής του καταστάσεως. Όσο περνούσε η ηλικία του, τόσο και αύξανε την αρετή του. Γι’ αυτό και έκανε πολλά θαύματα, όπως και έβγαλε νερό με την προσευχή του σε άνυδρους τόπους. Έγινε μάλιστα και καθηγητής πολλών μοναχών, κι όταν ήλθε   στην Κωνσταντινούπολη,  δύο φορές έστειλε πρέσβεις  και προς τον βασιλιά Αναστάσιο και προς τον Ιουστινιανό, καθώς παρακλήθηκε γι’ αυτό από τους κατά καιρούς πατριάρχες των Ιεροσολύμων. Έφθασε στο ακρότατο της κατά Χριστόν ηλικίας και σε ηλικία ενενήντα τεσσάρων ετών εξεδήμησε προς τον Κύριο».          

Είναι βασική αλήθεια της χριστιανικής πίστεως ότι τον άγιο τον καταλαβαίνει ένας επίσης άγιος. Μόνον όποιος έχει ανεπτυγμένες πνευματικές αισθήσεις μπορεί να «οσφρανθεί» την ευωδία που εκπέμπει η ζωή ενός αγίου. Διαφορετικά, ένας άγευστος της πνευματικής ζωής πορεύεται σαν τυφλός στον κόσμο, συνεπώς αδυνατεί να δει το φως που εκπέμπει η ύπαρξη ενός αγίου. Γιατί το αναφέρουμε αυτό εν σχέσει με τον όσιο Σάββα; Για τον απλούστατο λόγο ότι εκείνος που αμέσως τον κατάλαβε και τον «οσφράνθηκε», που είδε την προχωρημένη πνευματική του κατάσταση ήταν ο μέγας όσιος Ευθύμιος.  Ο όσιος αυτός προσφωνούσε «παιδαριογέροντα» τον νεαρό Σάββα, που σημαίνει ότι στην πραγματικότητα αναγνώριζε την εκ νεότητος αγιότητά του. Από κει και πέρα τα μάτια του μεγάλου Ευθυμίου έγιναν και τα μάτια των υπολοίπων συμμοναστών του, άρχισαν δηλαδή και οι άλλοι να διακρίνουν  τα εκ Θεού χαρίσματά του, τα οποία επιβεβαιώθηκαν περίτρανα με τα θαύματα που ο Θεός επέτρεψε να γίνονται μέσω αυτού, όπως και από τη μυροβολία του αγίου λειψάνου του.

Τα παραπάνω προβάλλει και ο υμνογράφος του οσίου, άγιος Θεοφάνης. Και του οσίου Ευθυμίου τη διάκριση καταγράφει («Ιλαρωτάτη σε ψυχή και προσηνεί διαθέσει, αρεταίς κατακοσμούμενον βλέπων ο λαμπρότατος φωστήρ Ευθύμιος εδέξατο», δηλαδή: ο λαμπρότατος πνευματικός ήλιος Ευθύμιος σε δέχτηκε με ιλαρότατη ψυχή και αγαθή διάθεση, βλέποντάς σε να κατακοσμείσαι από αρετές), και τα πάμπολλα θαύματα του αγίου Σάββα αναφέρει («Ξένα τα σα θαυμάσια. Τους γαρ θήρας ημέρωσας…προλέγεις τα μέλλοντα, προφητικώ χαρίσματι, στίφη των δαιμόνων φυγαδεύων ελαύνεις…», δηλαδή: Παράδοξα τα θαυμάσια που γίνονται από εσένα: ημέρωσες τα θηρία, προλέγεις τα μέλλοντα με προφητικό χάρισμα, διώχνεις μακριά τα στίφη των δαιμόνων), και την ευωδία των μύρων από τη θήκη του εξαγγέλλει, που ευφραίνει τους πιστούς («Μυρίζει σου η θήκη πνευματικήν ευωδίαν, πλουσίως ευφραίνουσα τους σους υιούς»).

Η εκ παιδός σοφία του οσίου Σάββα, σοφία βεβαίως κατά Θεόν -  την οποία σημειωτέον ερμηνεύει ο άγιος υμνογράφος και σε αναφορά με τη μητέρα του καλουμένη Σοφία: «Σοφίας υπάρχων βλάστημα, Σάββα όσιε, παιδιόθεν επόθησας Σοφίαν την ενυπόστατον», δηλαδή: Ήσουν παιδί της Σοφίας, Σάββα όσιε, γι’ αυτό και πόθησες από παιδί την ενυπόστατη Σοφία, τον Χριστό – αποδεικνύεται ανάγλυφα από το γεγονός ότι όπου πήγαινε είχε ανοικτά τα μάτια του για να βλέπει την κατά Χριστόν πολιτεία των αφιερωμένων στον Θεό και να αντιγράφει τους άθλους και τις αρετές τους. Δεν επικέντρωνε στις αδυναμίες των άλλων, που ασφαλώς ως άνθρωποι είχαν. Η έγνοια του, λόγω του μεγάλου πόθου του για τον Θεό, ήταν πώς να προχωρεί πνευματικά. Κι αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να εκμεταλλευτεί κάθε τι που παρουσιαζόταν στον δρόμο του. Θυμίζει η περίπτωσή του τον μέγα Γέροντα των αιώνων, τον όσιο Αντώνιο, ο οποίος και εκείνος προσπαθούσε να μαζέψει σαν τη μέλισσα ό,τι καλό του προσέφεραν οι άγιοι αφιερωμένοι στον Θεό άνθρωποι της εποχής του. Κι όπως εκείνος, γι’  αυτόν τον λόγο, έγινε «θεοφιλής», τον αγαπούσε δηλαδή ο Θεός, το ίδιο και ο όσιος Σάββας. Μέγα δίδαγμα για όλους τους χριστιανούς, ιδίως της εποχής μας, που δυστυχώς σε ένα μεγάλο ποσοστό η προσοχή μας είναι στραμμένη στα αρνητικά των άλλων, στις αδυναμίες τους, χωρίς να μπορούμε να βλέπουμε τα θετικά τους και τις αρετές τους προς παραδειγματισμό. Για να χρησιμοποιήσουμε την εν προκειμένω έκφραση του οσίου Παϊσίου του αγιορείτου, ο όσιος Σάββας ζούσε και λειτουργούσε στον κόσμο ως μέλισσα που συλλέγει τον καλό καρπό, και όχι ως μύγα, που επιζητεί πάντοτε την ακαθαρσία.

Αποτέλεσμα αυτής της σοφίας και της σύνεσης του οσίου ήταν ακριβώς να γεμίσει ο όσιος Σάββας με όλες τις αρετές. Όπως σημειώνει και ο σχετικός ύμνος: «μέτριος, άκακος, πράος, απλούς, ησύχιος, ως χρηματίσας, Πάτερ, υπέρ άνθρωπον όντως, και άυλος εν ύλη, οίκος Θεού καθωράθης» (Πάτερ, φάνηκες οίκος Θεού, διότι υπήρξες μέτριος, άκακος, πράος, απλός, ήσυχος, πράγματι πάνω από τα ανθρώπινα, και σαν άυλος μέσα σε ύλη). Ο υμνογράφος του όμως έχει επίγνωση ότι όλες οι αρετές από μόνες τους δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία, αν δεν καταλήγουν στο πλήρωμα των αρετών, την αγάπη. Αν η αγάπη δεν αποτελεί την κατάληξη της όποιας αρετής, παύει αυτή να χαρακτηρίζεται χριστιανική. Διότι βεβαίως λείπει ο ίδιος ο Θεός που είναι αγάπη. Γι’ αυτό και επισημαίνει: «Αγάπην προς τον Θεόν και τον πλησίον κτησάμενος, του Νόμου και των Προφητών πληροίς το κεφάλαιον. Την γαρ υπερέχουσαν πασών ασυγκρίτως αρετήν, Πάτερ,  κατώρθωσας» (Απόκτησες την αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, γι’ αυτό και συγκεφαλαιώνεις τον Νόμο και τους Προφήτες. Διότι κατόρθωσες, Πάτερ, την μεγαλύτερη, κατά ασύγκριτο τρόπο από όλες, αρετή).  Και ξέρει βεβαίως επίσης ο υμνογράφος ότι κανείς δεν μπορεί να φτάσει σ’ αυτήν την αγάπη, αν δεν την κτίσει με τον φόβο του Θεού, που κάνει τον άνθρωπο να τηρεί τις άγιες εντολές Του. «Αρχήν σοφίας επόθησας, τον φόβον τον του Θεού. Ω και στοιχειούμενος, προς την τελειότητα, την ενδεχομένην τοις ανθρώποις, Πάτερ, έφθασας» (Πόθησες την αρχή της σοφίας, δηλαδή τον φόβο του Θεού. Με αυτόν τον φόβο έκτισες τη ζωή σου κι έφτασες, Πάτερ, στην τελειότητα, αυτήν που μπορούν βεβαίως οι άνθρωποι).

Μία τέτοια αγιασμένη ζωή, σαν του αγίου Σάββα, επάνω δηλαδή στα ίχνη του Χριστού και των Αποστόλων, ήταν ευνόητο να εξακτινωθεί και να γίνει ιεραποστολική φλόγα. Οι συμμοναστές του, όπως και ο υπόλοιπος κόσμος που τον γνώρισε, κυρίως με το παράδειγμά του, αλλά και με τον λόγο του – ο άγιος κήρυσσε τα δόγματα της Εκκλησίας μας με πολλή δύναμη και πειθώ: «κήρυξ θείων δογμάτων μεγαλοφωνότατος κεχειροτόνησαι» - άλλαζαν και μεταστρέφονταν. Πολλοί μάλιστα εγκατέλειπαν την ενασχόλησή τους με τα πράγματα του κόσμου και γίνονταν μοναχοί. «Του αγίου εγένου συνόμιλος Πνεύματος. Όθεν και προς ζήλον τους λαούς διεγείρων, τας πόλεις εκένωσας και ερήμους επόλισας, θεοφόρε Πατήρ ημών» (Έγινες συνόμιλος του αγίου Πνεύματος. Γι’  αυτό και διέγειρες τον ζήλο των λαών, με αποτέλεσμα να αδειάσουν οι πόλεις και να γίνουν πόλεις οι έρημοι, θεοφόρες πατήρ ημών).  «Ταις πρεσβείαις του οσίου πατρός ημών Σάββα, Χριστέ ο Θεός ημών, ελέησον και σώσον ημάς».

04 Δεκεμβρίου 2025

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΦΑΝΑΡΙΟΥ ΚΑΙ ΝΕΟΧΩΡΙΟΥ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

«῾Ως φαεινόν σε φωστῆρα, Πάτερ Σεραφείμ, γινώσκομεν καί ἱεράρχην θεῖον τῆς σεπτῆς ᾽Εκκλησίας».

 Τρεῖς πολύ μεγάλες προσωπικότητες ἑορτάζει σήμερα ἡ ᾽Εκκλησία μας. Τρεῖς ἁγίους πού ὁ καθένας σφράγισε θά λέγαμε τήν ἐποχή του εἴτε μέ τή θεολογική του προσφορά εἴτε μέ τήν ἁγιασμένη βιοτή καί τό μαρτύριό του: τόν ἅγιο ᾽Ιωάννη Δαμασκηνό, τόν θεολόγο τῶν εἰκόνων, αὐτόν πάνω στόν ὁποῖο βασίστηκε καί ἡ Ζ´ Οἰκουμενική Σύνοδος γιά νά δώσει ἀπάντηση στήν αἵρεση τῆς εἰκονομαχίας· τήν ἁγία μεγαλομάρτυρα Βαρβάρα πού ἡ ὁμολογία τῆς πίστεώς της στόν Κύριο ᾽Ιησοῦ Χριστό προκάλεσε καί τόν ἴδιο τόν πατέρα της, ἀπό τό μιαρό χέρι τοῦ ὁποίου ἔφυγε μαρτυρικά ἀπό τή ζωή αὐτή· τόν ἅγιο ἱερομάρτυρα καί θαυματουργό Σεραφείμ, ἀρχιεπίσκοπο Φαναρίου καί Νεοχωρίου, τό ῾καύχημα τῶν μαρτύρων καί τῶν ἱεραρχῶν᾽ κατά τόν ὑμνογράφο τῆς ᾽Εκκλησίας μας.  Στόν τελευταῖο ἰδιαιτέρως θά ἐπικεντρώσουμε σήμερα τήν προσοχή μας, αὐτός θά εἶναι τό ἀντικείμενο τῆς ταπεινῆς ὁμιλίας μας.

 1. Δέν θά ποῦμε δικά μας στοχαστικά λόγια πάνω στόν ἅγιο ἱερομάρτυρα. Θεωροῦμε πιό ἐνδιαφέρον, πιό ἐπωφελές καί πιό  ἐκκλησιαστικό ἴσως νά ἀκολουθήσουμε τά βήματα τοῦ καλοῦ ὑμνογράφου του, ἱερομονάχου ᾽Αναστασίου τοῦ Γορδίου, ὁ ὁποῖος μέ τήν ἔμπνευση καί τή χαριτόβρυτη γραφίδα του μᾶς δίνει τήν ὅραση τοῦ βάθους τῆς ζωῆς τοῦ ἁγίου καί ὅσο ζοῦσε στή στρατευόμενη τοῦ κόσμου τούτου ᾽Εκκλησία, ἀλλά καί στή δόξα τοῦ Οὐρανοῦ.

Ποιά εἶναι ἡ εἰκόνα πού μᾶς παρουσιάζει γιά τόν ἅγιο Σεραφείμ ὁ ὑμνογράφος; Θά εἴμαστε κατ᾽ ἀνάγκην πολύ ἐπιλεκτικοί: ῾Ο ἅγιος εἶναι τριπλά στεφανωμένος ἀπό τόν Κύριο, στό ἅρμα τοῦ ὁποίου ἐντάχτηκε κι αὐτός μαζί μέ τό πλῆθος τῶν ἄλλων ἁγίων καί μέ τό ὁποῖο ὁ Κύριος περιπολεῖ τόν κόσμο γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου (Δοξαστικό τῶν αἴνων). Ποιό τό τριπλό στεφάνι του; (α) τό στεφάνι τῆς ἀσκητικῆς κατά Χριστόν διαγωγῆς του, (β) τό στεφάνι τῆς ἱερωσύνης του, (γ) τό στεφάνι τοῦ μαρτυρίου τοῦ αἵματός του. Μέσα σ᾽ αὐτό τό στεφάνωμα βρίσκεται ὅλη ἡ ὀμορφιά τῆς ζωῆς τοῦ ἁγίου. Κατά πῶς τό λέει μάλιστα ὁ ἴδιος ὁ ὑμνογράφος: ῾᾽Απέκτησες τήν ὀμορφιά τοῦ Θεοῦ μέ τούς ἀσκητικούς σου κόπους καί χρίστηκες μέ τό ἱερατικό χρίσμα, γι᾽ αὐτό καί ἀναδείχτηκες δοχεῖο τῆς ὑπέρφωτης ἁγίας Τριάδος, χάριν τῆς ὁποίας ἔχυσες καί τό αἷμα σου πρόθυμα, πανσέβαστε Σεραφείμ. Γι᾽ αὐτόν τόν λόγο καί ἔλαβες ἀπό αὐτήν τρίπλοκο τό ἀμαράντινο στεφάνι καί ἔχεις παρρησία  νά πρεσβεύεις ὑπέρ ἡμῶν πού τιμοῦμε τήν ἀεισέβαστη μνήμη σου᾽ (Δοξαστικό μικροῦ ἑσπερινοῦ).

Πράγματι, τά στοιχεῖα τῆς ζωῆς του ἐπιβεβαιώνουν ἀπολύτως τά τρία στεφάνια του:

(α) ὁ ἅγιος ῾ἀφιερωμένος στόν Θεό ἀπό βρέφους σάν ἄλλος προφήτης  Σαμουήλ᾽ (ὠδή δ´) γεννήθηκε στό χωριό Μπαιζήλα τῆς Θεσσαλικῆς γῆς, ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς καί ἐναρέτους, τόν Σωφρόνιο καί τή Μαρία, οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνον φρόντισαν νά τόν μορφώσουν μέ τή θύραθεν λεγόμενη παιδεία, ἀλλά κυρίως μέ τήν ἐκκλησιαστική. Τά γράμματα τοῦ Θεοῦ μάλιστα τόσο πολύ κατάνυξαν τήν ἁγνή καρδιά τοῦ μικροῦ παιδιοῦ, ὥστε θέλησε νά ἀφιερωθεῖ πλήρως στό Θεό, γενόμενος μοναχός στό μοναστήρι τῆς Θεοτόκου ῾Κρύα Πηγή᾽. ᾽Εκεῖ κατεξοχήν φάνηκε ἡ ἀσκητική του ἔφεση καί διαγωγή: ἀποδύθηκε σέ μεγάλους ἀγῶνες, οἱ ὁποῖοι συγκεφαλαιώνονταν σέ ὅ,τι ὑποσχέθηκε κατά τή μοναχική του κουρά: νά ζήσει δηλαδή ἐν παρθενίᾳ, ἐν ἀκτημοσύνῃ καί κυρίως ἐν ὑπακοῇ. ῞Ο,τι μέ ἄλλα λόγια ζοῦσε καί πρό τῆς ἐντάξεώς του στό μοναστήρι, τό ἴδιο, ἀλλά σέ πολλαπλάσιο βαθμό, τό ἔκανε πράξη ζωῆς μέσα σέ αὐτό. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν ἀναμενόμενο καί προφανές: καθάρισε ὅσο ἦταν ἀνθρωπίνως δυνατό τόν νοῦ καί τήν καρδιά του, καθιστάμενος ἔτσι ῾σκεῦος τοῦ ἁγίου Πνεύματος (στιχηρό προσόμοιο ἑσπερινοῦ) - ὁπότε ῾ἀνῆλθε στό ῎Ορος τῆς ἀληθινῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ καί ἄστραψε στήν καρδιά του τό προαιώνιο φῶς ᾽Εκείνου᾽ (ὠδή α´).

(β) ῾Η λάμψη τῆς ζωῆς του δέν ἔμεινε κρυφή. ῾Η ᾽Εκκλησία μας διά τῶν ὀργάνων της ἐπεσήμανε τόν θησαυρό τῆς καρδιᾶς τοῦ ἁγίου καί τόν κάλεσε στό ὑπερμέγιστο ἀξίωμα τῆς ἱερωσύνης καί τῆς ἀρχιερωσύνης, καθιστώντας τον ποιμένα τῆς ἐπαρχίας Φαναρίου καί Νεοχωρίου. Γιατί στεφανώθηκε ὅμως ἀπό τόν Κύριο καί ὡς ἱεράρχης; Διότι ἀφενός συνέχισε τήν ἴδια ἀσκητική ζωή καί ὡς ἀρχιερέας, ἀφετέρου ἀναλώθηκε ἐν ἀγάπῃ στή διακονία τοῦ ποιμνίου του. ῾Ο ὑμνογράφος του δέν παύει νά τονίζει τόν ἐν χάριτι πλούσιο λόγο τοῦ ἁγίου, μέ τόν ὁποῖο ἄρδευε στίς δύσκολες ἡμέρες πού ζοῦσαν ὅλοι τότε τίς ψυχές τῶν πιστῶν του, ὅπως καί τήν ἀδιάκοπη ὑπηρεσία ἀγάπης πού τούς πρόσφερε. ῏Ηταν ῾ὁ ποιμήν ὁ καλός᾽ πού ῾τήν ψυχήν του ἔθετο ὑπέρ τῶν προβάτων᾽, κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου. ῾Μέ τά νάματα τῶν δογμάτων τοῦ Χριστοῦ, ἱερομάρτυς Σεραφείμ, ἄρδευσες ὅλη τήν ποίμνη σου, καί ἔσπειρες σ᾽ αὐτήν τόν ἔνθεο σπόρο, ἐνῶ μέ τά χρώματα τῶν ἀρετῶν τήν ἐλάμπρυνες᾽ (ὠδή η´).

᾽Εκεῖ ὅμως πού ἔνιωθε ὁ ἅγιος ὅτι πραγματοποιεῖ τό χάρισμα τῆς ἱερωσύνης του καί καταξιώνεται ὡς χριστιανός καί ἄνθρωπος ἦταν ὅταν τελοῦσε τή θεία λειτουργία. Ποτέ δέν σταμάτησε νά λειτουργεῖ καί νά προσφέρει τήν ἀναίμακτη λατρεία, μέχρις ὅτου καί ὁ ἴδιος ἔγινε θῦμα, προσφερόμενο στόν Θεό διά τοῦ μαρτυρίου του, συνεχίζοντας συνεπῶς μέ ἄλλον τρόπο τή λατρευτική του ἀναφορά στόν Κύριο καί προεκτείνοντάς την καί μετά τόν θάνατό του ἐνώπιον τοῦ Θείου θυσιαστηρίου. ῾Η ὑμνολογία τῆς ᾽Εκκλησίας μας ἐπ᾽ αὐτοῦ εἶναι σαφής: ῾῾Υπῆρξες ὑπηρέτης τῶν Μυστηρίου τοῦ Θεοῦ καί οἰκονόμος τῆς χάριτος τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ἱερομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Σεραφείμ. Διότι πολλές φορές ἱερουργώντας τελοῦσες τήν ἀναίμακτη θυσία κι ἀκόμη πρόσφερες τόν ἑαυτό σου στόν Θεό σάν καθαρή προσφορά μέ τό νά  γίνεις  θῦμα καί θύτης᾽ (λιτή). 

(γ) Κι ἀκριβῶς τό τελευταῖο τοῦτο ἐξηγεῖ καί τό στεφάνι τοῦ μαρτυρίου του. ῾Ο ἄγιος ἑτοιμασμένος σχεδόν ῾ἐκ κοιλίας μητρός᾽ ἐπιθυμοῦσε νά δώσει καί τή ζωή του γιά τόν Κύριο. ῞Ο,τι ἦταν καί εἶναι φοβερό καί ἀπευκταῖο γιά τούς πολλούς: ὁ ἴδιος ὁ θάνατος, ἦταν ἐπιθυμητό καί ἀφορμή χαρᾶς γιά ἐκεῖνον. ῎Οχι γιά λόγους ἀσφαλῶς ἀπελπισίας, ὄχι γιά λόγους κατάθλιψης, ἀλλά γιά λόγους ἀγάπης πρός τόν Χριστό. Αὐτό δέν λέει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος, φανερώνοντας τή χάρη πού εἶχε, ὅτι ῾ἔχω τήν ἐπιθυμίαν εἰς τό ἀναλῦσαι καί σύν Χριστῷ εἶναι᾽; Αὐτό δέν θέτει καί ὡς ὅριο ἁγιότητος ὁ μέγας ᾽Ιωάννης τῆς Κλίμακος, ὅταν σημειώνει ὅτι ῾ὁ ἀληθινός ἅγιος ἐπιθυμεῖ καθ᾽ ἡμέραν τόν θάνατον᾽; ῾Ο ἅγιος Σεραφείμ λοιπόν δέν τρόμαζε μπροστά στόν θάνατο. Τόν θεωροῦσε γέφυρα πού θά τόν φέρει μία ὥρα γρηγορότερα στόν ἀγαπημένο του Κύριο, ἀποδεικνύοντας ἔμπρακτα συνεπῶς ὅτι τό κέντρο βάρους τῆς ζωῆς του ἦταν ᾽Εκεῖνος.  Γι᾽ αὐτό καί ὅταν ἦλθε αὐτή ἡ ὥρα, μέ τρόπο πράγματι ἀπάνθρωπα σκληρό ἀπό τούς δαιμονοκίνητους ᾽Αγαρηνούς, ἀναγάλλιασε ἡ ψυχή του. Μέ δραματική ἔνταση καί λυρισμό ὑψηλό, πού θυμίζει τίς ἐπιστολές τοῦ μεγάλου ἀποστολικοῦ Πατέρα ἁγίου ᾽Ιγνατίου τοῦ θεοφόρου καθώς ὁδηγεῖτο στό μαρτύριο,  ὁ ἐκκλησιαστικός ποιητής ἀναφέρει γιά τόν ἅγιο Σεραφείμ: ῾ὅταν πάρθηκε ἡ ἀπόφαση γιά θάνατο ἐναντίον σου ἀπό τόν πρόεδρο τῆς πλάνης, Πάτερ Σεραφείμ, ἐσύ μέ χαρά ἔλεγες στούς ἀπίστους: τί ἀργοπορεῖτε, ἄφρονες, προκειμένου νά μέ ὁδηγήσετε πράγματι στόν Κύριο σάν θύμα καί καθαρή θυσία; Βιάζομαι νά φθάσω στόν Οὐρανό, γιά νά δοξάσω μαζί μέ τούς ἀγγέλους τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό ῞Αγιον Πνεῦμα᾽ (στιχηρό προσόμοιο ἑσπερινοῦ).

Μέ ψεύτικες κατηγορίες, ὅτι δηλαδή συμμετεῖχε στίς ἐπαναστατικές ἐνέργειες τοῦ Λαρίσης Διονυσίου κατά τῶν Τούρκων, τόν κτύπησαν βάναυσα, τοῦ ἔκοψαν τή μύτη σέ λεπτά κομμάτια, κοκκινίζοντας ἀπό τό αἷμα του τόν γύρω του χῶρο, τόν ἔκλεισαν στή φυλακή ἀφήνοντάς τον ἄσιτο καί χωρίς νερό. Κι ὅταν τόν ἔβγαλαν μετά ἀπό ἡμέρες, πιστεύοντας ὅτι τό φρόνημά του θά εἶχε καμφθεῖ, βρέθηκαν στήν πιό μεγάλη ἔκπληξη: ὁ ἅγιος ἦταν περισσότερο θαρραλέος, περισσότερο ἀποφασισμένος ἀπό πρίν, μέ διάθεση νά τούς μεταστρέψει στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ τήν ἀληθινή. ῾Η στάση του βεβαίως αὐτή ἐξῆψε πιό πολύ τήν ὀργή τῶν κριτῶν καί τυράννων του: διέταξαν νά ἁπλωθεῖ τό σῶμα του ἀπό τίς ἄκρες τῶν χεριῶν καί τῶν ποδιῶν του, νά τοῦ βάλουν στήν κοιλιά τεράστιο βάρος, νά τοῦ ξεσκίσουν τίς σάρκες καί νά τοῦ δώσουν νά πιεῖ μίγμα ἀπό νερό, ξύδι καί ἄμμο. Κι ὅταν ἐκεῖνος ἀντί νά λυγίσει γιγάντωσε καί θέριεψε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τούς προκαλοῦσε λέγοντας νά συνεχίσουν τήν προσφορά τῆς θυσίας του, δέχτηκε τό τελικό καί ἀποφασιστικό κτύπημα: τόν ἀνασκολοπισμό του, τό σούβλισμά του, μέ τό ὁποῖο καί ἄφησε τήν τελευταία του πνοή ἐπί τῆς γῆς.

Τόν ἄφησαν ἔτσι ἐκτεθειμένο, ὁπότε καί τοῦ ἔκοψαν τήν τιμία κεφαλή, τήν ὁποία μαζί μέ ἄλλες ἄλλων μαρτύρων ἐπιδείκνυαν στούς ὑπόδουλους πρός ἐκφοβισμό. Καί ὤ τοῦ θαύματος! ῾Αλιεῖς τή νύκτα ἔβλεπαν πύρινο στύλο ἐπί τῆς κεφαλῆς τοῦ ἁγίου (ὠδή ζ´), ἡ ὁποία μάλιστα  ἀπό τή θέση τοῦ πρός δυσμάς προσανατολισμοῦ της ἄλλαζε θέση, στρεφομένη πρός ᾽Ανατολάς (ὠδή ε´). Τό θαῦμα ἦταν προφανές. ᾽Εν τέλει κάποιοι ἔκλεψαν τήν κάρα του καί τήν πούλησαν στό μοναστήρι του τῆς ῾Κρύας Πηγῆς᾽ Θεοτόκου, πού ἔκτοτε, κατά τόν συναξαριστή, τήν κατέχει ὡς τόν ἀνεκτίμητο θησαυρό του.

2. Τριπλός στέφανος λοιπόν γιά τόν ἅγιο ἱερομάρτυρα. Κι εἶναι ἀκριβῶς τοῦτο πού ἐξηγεῖ καί τή μεγάλη θέση του στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. ῾Συμβασιλεύει τῷ Χριστῷ᾽ ὁ ἅγιος, καί πάλι κατά τόν ὑμνογράφο του (λιτή), γενόμενος ἴδιος Σεραφείμ. ῾Παίζει᾽ κατά κάποιο τρόπο ὁ ἐκκλησιαστικός ποιητής μέ τό ὄνομα τοῦ ἁγίου, γιά νά δηλώσει ἀκριβῶς ὅτι ὁ ἅγιος ἔγινε αὐτό πού σημαίνει τό ὄνομά του: θρόνος Κυρίου μέ διαρκή τή δοξολογία τοῦ ἁγίου ὀνόματός Του. Οἱ στίχοι στό συναξάρι του εἶναι ἀποκαλυπτικοί: ῎Εφυγε ἀπό τή γῆ πρός τόν Οὐρανό ὁ Σεραφείμ, γιά νά γίνει σάν τά Σεραφείμ: θρόνος Κυρίου'.

᾽Αλλά τό τριπλό στεφάνωμά του ἐξηγεῖ ἐπίσης καί τή δύναμη τῆς θαυματουργίας του. ῾Ο ἅγιος γενόμενος φανέρωση τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο, ὕπαρξη διάφανη πού ἐξακτινώνει τό φῶς τοῦ Θεοῦ, μεταφέρει ἀενάως τή δύναμη τῆς ἐνεργείας ᾽Εκείνου. Δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος πού νά τόν ἐπικαλεῖται καί νά μή βλέπει τή θαυμαστή παρουσία του. ῾Η παρρησία τοῦ ἁγίου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ παρρησία τῶν μεγάλων ἁγίων μαρτύρων πού ξέρουμε, σάν τῶν ἁγίων Γεωργίου, Δημητρίου, Βαρβάρας, Παρασκευῆς. Καί δέν ἐνεργεῖ ἀσφαλῶς ἡ χάρη τοῦ ἁγίου μέ θαυμαστό τρόπο μόνο στούς κατοίκους τῆς πατρίδος του καί τῆς ἐπισκοπῆς του, ἀλλά σέ ὅλη τήν ῾Ελλάδα καί σέ ὅλον τόν κόσμο. ᾽Αρκεῖ κανείς νά τόν ἐπικαλεστεῖ ἐν πίστει. ῾῾Ο λαός τῶν ᾽Αγράφων καί ὅλη ἡ ῾Ελλάδα καυχῶνται, διότι ἄπειρες φορές λυτρώθηκαν ἀπό τό κακό' (λιτή). ῾Κανείς δέν ὑπάρχει πού δέν λαμβάνει γρήγορα ἀπό τόν ἅγιο Σεραφείμ τήν ἴαση καί τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος᾽ (ὠδή α´).

᾽Εκεῖ ὅμως πού ἀποκορυφώνεται κατά τόν ὑμνογράφο μας ἡ θαυματουργία τοῦ ἁγίου εἶναι μέ ὅ,τι προσφέρει ἡ τιμία κάρα του. Κατεξοχήν αὐτή ἔγινε ἡ πηγή τῶν ἰάσεων, τρόπον τινά μία νέα κολυμβήθρα Σιλωάμ, ὄντως ἰατρεῖο καί θεραπευτήριο μέγιστο, ἡ ὁποία σώζει μέν ἀπό τίς διάφορες παθήσεις, κυρίως ὅμως ἀπό τίς λοιμικές νόσους, ἐνῶ λειτουργεῖ παράλληλα ὡς ἀνάχωμα γιά τήν πλανεμένη πίστη τῶν ᾽Αγαρηνῶν. ῾Σεραφείμ παμμακάριστε, ἀνυμνοῦμε μέ εὐσέβεια τήν πανένδοξη καί θεόστεπτη κάρα σου, τήν ὁποία ἔδωσες σέ ἐμᾶς τά παιδιά σου γιά τήν ἴαση τῶν δεινῶν μας παθῶν, ἐξαιρέτως ὅμως, ῞Αγιε, γιά τήν ἐκδίωξη τῆς φοβερῆς καί πολύφθορης λοιμικῆς νόσου᾽ (στιχηρό ἑσπερινοῦ). 

3. Τί ἦταν ἐκεῖνο πού ὑπῆρξε ἡ αἰτία ὅλης αὐτῆς τῆς θαυμαστῆς πορείας τοῦ ἁγίου καί ὅλων τῶν θαυμασίων πού ἐνεργεῖ; Ποιά ἡ θεμελιακή δύναμη, χωρίς τήν ὁποία δέν θά γινόταν τίποτε στή ζωή του καί θά περνοῦσε κι αὐτός ἀπαρατήρητος σάν ἕνας ἀπό τούς πολλούς τοῦ κόσμου τούτου; Τίποτε περισσότερο ἀπό αὐτό πού ἐπισημαίνουμε στή ζωή ὅλων τῶν ἁγίων καί συνεπῶν πιστῶν ἀνά τούς αἰῶνας: ἡ θερμή πίστη του καί ἀγάπη του πρός τόν Κύριο ᾽Ιησοῦ Χριστό. ῎Αν ὁ ἅγιος Σεραφείμ ἅγιασε, ἄν στεφανώθηκε ἀπό τόν Θεό τόσο πολύ, ἄν μύρια θαύματα ἔγιναν καί γίνονται μέ τήν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός του, ἄν ἄντεξε βεβαίως στά τόσα μαρτύρια χωρίς καθόλου νά δυσανασχετήσει ἀπέναντι στούς δημίους του, πολλῷ δέ μᾶλλον νά τούς μισήσει καί στό παραμικρό - εἶναι συγκινητική ἡ ἀναφορά τοῦ ὑμνογράφου στό σημεῖο αὐτό ὅτι ὁ ἅγιος ὁδηγεῖτο στό μαρτύριο σάν τόν Χριστό, σάν ἀρνί ἄκακο καί σιωπηλό δηλαδή (κάθισμα ὄρθρου) - ἦταν γιατί ἀκριβῶς ἡ καρδιά του ἦταν πυρωμένη ἀπό τήν πίστη καί τήν ἀγάπη ᾽Εκείνου, ὁ ῾Οποῖος πρῶτος τόν ἀγάπησε καί τοῦ ἔδωσε τή χάρη τῆς ἀντίστοιχης μέ Αὐτόν ἀγάπης. ῾Σεραφείμ, τό σόν αἷμα ἔχυσας θερμῶς δι᾽ ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ, διό καί νῦν δοξάζει σε᾽ (στιχηρά ἑσπερινοῦ). 

4. Δέν θέλουμε νά μακρηγορήσουμε. ᾽Αλλά δέν εἶναι δυνατόν νά ἔλθει κανείς σ᾽ ἐπαφή μέ τή φωτεινή καί ὑψηλή καί μαρτυρική ζωή τοῦ ἁγίου καί νά μή κατανυχθεῖ στήν καρδιά καί νά μή προκληθεῖ νά κάνει ἕνα ἀπό τά δύο πού λέει γιά παρόμοιες περιπτώσεις ὁ ἅγιος ᾽Ιωάννης τῆς Κλίμακος:

Πρῶτον· ἤ νά φύγει πληγωμένος μ᾽ ἕνα βέλος στήν καρδιά, ὥστε στό μέτρο τοῦ δυνατοῦ νά κάνει στή δική του ζωή τά ἀντίστοιχα μέ τόν ἅγιο, δηλαδή:

- νά γιγαντώσει τήν πίστη του καί τήν ὁμολογιακή τῆς πίστεως αὐτῆς διάθεσή του, εἰδικά σήμερα πού ἡ πίστη τοῦ Χριστοῦ προκαλεῖται γιά μία ἀκόμη φορά καί ἀμφισβητεῖται ἀπό σύγχρονους νέους ῾᾽Αγαρηνούς᾽, οἱ ὁποῖοι νομίζουν ὅτι αὐτοί συνιστοῦν τούς κυριάρχους τῆς ζωῆς (τό παράδειγμα μάλιστα τοῦ ἁγίου δείχνει ὅτι ὅσο αὐτοί βάλλουν κατά τῆς πίστεως τόσο αὐτή θεριεύει καί μεγαλουργεῖ, σάν τήν κάρα τοῦ ἁγίου πού ἀποκοπεῖσα κατέφερε ἀποφασιστικό πλῆγμα κατά τῆς κεφαλῆς τοῦ ἰοβόλου δράκοντος διαβόλου (λιτή))·

- έπειτα· εἴτε κληρικός εἶναι κανείς εἴτε λαϊκός πιστός νά νιώσει ὅτι τό μεγαλεῖο τῆς πίστεώς μας βρίσκεται κατεξοχήν στό μυστήριο τῆς Θείας Λειτουργίας, κατά τό παράδειγμα καί πάλι τοῦ ἁγίου, ὁ ὁποῖος πρόσφερε ἀδιάκοπα ὅσο ζοῦσε τήν ἀναίμακτη θυσία στόν Τριαδικό Θεό καί συνέχισε νά τήν προσφέρει μέ τήν προσφορά τοῦ αἵματός του, εὑρισκόμενος πιά ὡς λειτουργός ἐνώπιον τοῦ ὑπερουρανίου θυσιαστηρίου, πού σημαίνει ὅτι στή λειτουργική ζωή τῆς ᾽Εκκλησίας μας βρίσκουμε τόν ἀληθινό ἑαυτό μας·

- κι ἀκόμη· νά συναισθανθοῦμε ὅτι πηγή τῶν πάντων στήν πνευματική ζωή εἶναι ἡ ἀγάπη πρός τόν Χριστό, πού ἐκδηλώνεται ὡς ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο καί προϋποθέτει ζωή ἄσκησης καί ἐγκρατείας, ὥστε ὁ νοῦς καί οἱ αἰσθήσεις μας νά καθαρθοῦν μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, νά φωτιστοῦν ἀπό αὐτήν καί, ἄν ἐπιτρέψει ᾽Εκεῖνος, νά φτάσουν νά ψηλαφήσουν ἔστω καί ἐπ᾽ ἐλάχιστον τή χαρισματική θέωσή μας.

Δεύτερον, ἄν δέν μπορεῖ κανείς λόγω ἀδυναμίας ἤ φόβου νά φύγει μέ τό βέλος αὐτό τοῦ ἐνθουσιασμοῦ ὥστε νά ἀποδυθεῖ σ᾽ ἕναν τέτοιο σωτήριο ἀγώνα γιά τόν ἴδιο καί τούς συνανθρώπους του σάν τόν ἅγιο Σεραφείμ, τουλάχιστον νά σκύψει τό κεφάλι ἐν μετανοία, νά ὁμολογήσει τήν πνευματική του ἔνδεια, νά ταπεινωθεῖ ἐκζητώντας τό ἔλεος τοῦ Κυρίου. Κι ἴσως τότε γίνει ἵλεως καί γι᾽ αὐτόν ὁ Κύριος, λέει ὁ ἅγιος ᾽Ιωάννης ὁ Σιναΐτης, γιά νά μή ποῦμε ὅτι θά φτάσει καί τόν πρῶτο.

Εἴτε πάντως στή μία εἴτε στήν ἄλλη περίπτωση ὁ ἅγιος ἐνεργεῖ χαρισματικά: συνιστᾶ ὅριο πάνω στό ὁποῖο κρίνεται ἡ ζωή καί ἡ συνείδησή μας. Κι αὐτό τελικῶς ἴσως εἶναι καί τό νόημα τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου Σεραφείμ καί ὅλων τῶν ἁγίων. ῾Τιμή μάρτυρος, μίμησις μάρτυρος᾽ δέν λέει καί τό πατερικό λόγιο;

 Τιμώντας τόν ἅγιο δέν προσθέτουμε ἀπολύτως τίποτε στή δική του χάρη καί δόξα. ᾽Εμεῖς ἀντιθέτως στόν βαθμό πού τόν τιμοῦμε αὐξανόμαστε πνευματικά καί ὡραϊζόμαστε ψυχικά. ῞Οπως σημειώνει κι ὁ ποιητής ὑμνογράφος: ῾Οἱ πολύφωνες γλῶσσες τῶν ρητόρων ἄς κινηθοῦν πρός δοξολογία τοῦ μάρτυρα, ὄχι γιά νά προσθέσουν κάτι στή δόξα του, ἀλλά γιά νά καλλωπιστοῦν ἐκεῖνοι μέ τή δοξολογία του᾽ (ὠδή στ´). Κι αὐτό συμβαίνει διότι ἡ δοξολογική ἀναφορά μας στόν ἅγιο ἀποτελεῖ τελικῶς ἀναφορά καί δοξολογία τοῦ ἴδιου τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ μας, τοῦ χορηγοῦ κάθε καλοῦ καί ἀγαθοῦ.

῎Ας εὐχηθοῦμε ὁ ἅγιος ἱερομάρτυς Σεραφείμ, ἀρχιεπίσκοπος Φαναρίου καί Νεοχωρίου ὁ θαυματουργός, νά εἶναι πάντοτε θερμός πρεσβευτής μας στόν Κύριο, προκειμένου νά μᾶς δίδει τή χάρη νά ἀκολουθοῦμε τά μαρτυρικά βήματά του, βήματα βεβαίως τοῦ ἴδιου τοῦ ἐν σαρκί φανερωθέντος Θεοῦ μας.

01 Δεκεμβρίου 2025

Ο ΟΣΙΟΣ ΦΙΛΑΡΕΤΟΣ Ο ΕΛΕΗΜΩΝ

«Ο άγιος Φιλάρετος ζούσε επί της βασιλείας Κωνσταντίνου και Ειρήνης, καταγόμενος από τη χώρα των Παφλαγόνων, υιός Γεωργίου και Άννης, οι οποίοι τον νύμφευσαν με μία σεμνή γυναίκα. Ασχολείτο με τη γεωργία και από εκεί ζούσε πολύ καλά, ενώ ήταν  και πάρα πολύ ελεήμων. Όμως από κάποιες συγκυρίες τα πράγματα άλλαξαν και κατάντησε σε τόση φτώχεια, ώστε να στερείται και από την αναγκαία τροφή. Ο Θεός όμως βλέποντας την υπομονή και την πίστη του σ’  Εκείνον, δεν τον άφησε να ταλαιπωρείται μέχρι τέλους από τη φτώχεια. Διότι οικονόμησε και ο υιός της βασίλισσας Κωνσταντίνος πήρε ως γυναίκα του την εγγονή του Φιλαρέτου Μαρία, η οποία ήταν πολύ όμορφη και ευπρεπής, ενώ τον ίδιο τον Φιλάρετο τον τίμησε με το αξίωμα του Υπάτου, οπότε απέκτησε και πάλι πολλά χρήματα και περιουσία, τα οποία  όμως συνέχισε να τα προσφέρει άφθονα στους φτωχούς. Όταν λοιπόν έφτασε ο καιρός να φύγει από τον κόσμο αυτό και ο Θεός του έδωσε την πληροφορία της αναχωρήσεώς του, συγκάλεσε όλους τους συγγενείς του, τους προείπε όσα επρόκειτο να συμβούν σ’ αυτούς και πρόσθεσε τα παρακάτω: «Παιδιά μου, μη ξεχνάτε τη φιλοξενία, να επισκέπτεσθε τους αρρώστους και τους φυλακισμένους, να προστατεύετε τις χήρες και τα ορφανά. Ξένα πράγματα ποτέ μην επιθυμήσετε, μην απομακρύνεστε από τις εκκλησιαστικές συνάξεις, και μ’  έναν λόγο: όπως είδατε εμένα να πράττω, έτσι και εσείς μη παύετε να πράττετε. Κι αφού είπε αυτά, αναπαύτηκε εν ειρήνη».

Ο στίχος του συναξαρίου του αγίου Φιλαρέτου δίνει το στίγμα της κατά Χριστόν βιοτής του, παίρνοντας αφορμή από το όνομά του και την προσωνυμία του: φιλάρετος και ελεήμων. «Θνήσκει ο πάσαν αρετήν φερωνύμως, πάτερ, φιλήσας, τον γε μην οίκτον πλέον» (Πεθαίνει αυτός που αγάπησε κάθε αρετή, όπως λέει και το όνομά του, περισσότερο όμως από όλα, την αγάπη). Πράγματι, οι ύμνοι της Εκκλησίας μας, όπως κατεξοχήν φαίνεται και από το απολυτίκιό του, θεωρούν ότι εκείνο που αποτελεί το απολύτως ίδιον κόσμημα του Φιλαρέτου, είναι η ευσπλαχνία του προς τους συνανθρώπους του, και μάλιστα τους έχοντες ανάγκη. «Ευσπλαγχνία κοσμήσας τον βίον σου». Κι αυτό σημαίνει ότι ο Φιλάρετος έγινε κατεξοχήν θεοφιλής, αφού δεν υπάρχει σπουδαιότερη αρετή, στην οποία να αναπαύεται ο Θεός, από αυτήν που συνιστά και του Ίδιου την ύπαρξη. «Ο Θεός γαρ αγάπη εστί». Κι αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι η οποιαδήποτε αρετή, ή και το σύνολο ακόμη των αρετών, αν δεν καταλήγει στην αγάπη και δεν την προϋποθέτει, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Μερικές φορές μάλιστα μπορεί να λειτουργεί και αρνητικά για τον κάτοχό της, με το να του δημιουργεί καύχηση και υπερηφάνεια, η οποία τον οδηγεί σε ευθεία αντίθεση προς τον Δημιουργό του. «Κύριος υπερηφάνοις αντιτάσσεται».

Έτσι ο άγιος Φιλάρετος, γενόμενος «κατοικητήριον του φιλευσπλάγχνου Θεού» φανέρωνε καθημερινώς, έστω και στις στιγμές της απόλυτης ένδειάς του, του Χριστού την ύπαρξη και ζωή, με αποτέλεσμα και χωρίς να ομιλεί, να δακτυλοδεικτεί τον Ουρανό. Ο άγιος με άλλα λόγια ακολούθησε «τοις ίχνεσιν Αυτού», γι’ αυτό και θα μπορούσε να πει σαν τον απόστολο Παύλο: «μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού». Και πράγματι, όπως σημειώνει και το συναξάρι του, τα τελευταία λόγια του, η τελευταία παρακαταθήκη του ήταν αυτή: «ως εμέ είδετε ποιούντα, και υμείς ποιούντες μη παύσησθε». Ποιος μπορεί να πει τέτοια λόγια, αν δεν έχει πλήρη συναίσθηση της πλούσιας εγκατοίκησης του Κυρίου μέσα του; Κι είναι σαν να αποκαλύπτει ο άγιος και τα μέτρα στα οποία είχε φτάσει: τα μέτρα των αποστόλων και μαθητών του Κυρίου. Γι’ αυτό και ο υμνογράφος του διαπιστώνει ότι τέτοια αγία βιοτή τελικώς ήταν μία δοξολογία του ίδιου του Θεού, που χορηγεί τη χάρη της αληθινής αγάπης και στον πιστό άνθρωπο. «Τον χορηγόν του ελέους εδόξασας».

Η αγάπη αυτή του αγίου Φιλαρέτου,  που έπαιρνε αδιάκοπα τη μορφή της προσφοράς και της ελεημοσύνης προς τους αναγκεμένους συνανθρώπους του, χρειάζεται και πάλι να τονίσουμε ότι δεν ήταν ένας καρπός απλώς της από τη φύση του ευαίσθητης καρδιάς του. Χωρίς να αρνούμαστε το γεγονός ότι πράγματι και ως χαρακτήρας είχε μία φυσική συμπάθεια προς τους συνανθρώπους του, την ευσπλαχνία του την απέκτησε με τους πνευματικούς αγώνες που έκανε, προκειμένου τα εμπαθή στοιχεία που ταλαιπωρούσαν και αυτόν να τα μεταστρέψει στο ένθεο πάθος της αγάπης. «Θείας πίστεως περιουσία, διεσκόρπισας τοις δεομένοις τον προσιόντα σοι πλούτον, Φιλάρετε», επισημαίνει ο υμνογράφος, που  θα πει: Σκόρπισες στους πτωχούς τον υλικό πλούτο που είχες, Φιλάρετε, ορμώμενος από την πίστη σου στον Θεό. Η πίστη του λοιπόν στον Θεό ήταν εκείνη που τον έκανε να στραφεί με αγάπη προς τον συνάνθρωπο, κατανοώντας ότι η αγάπη προς αυτόν αποτελεί την ενεργοποίηση της πίστεως. «Πίστις δι’ αγάπης ενεργουμένη» που λέει και ο απόστολος Παύλος. Με άλλα λόγια, με τον άγιο Φιλάρετο, και όχι μόνον βεβαίως με αυτόν, κατανοούμε ότι η αγάπη συνιστά το εκάστοτε παρόν της πίστεως, δηλαδή η πίστη είναι ζωντανή, όταν φανερώνεται με την αγάπη.

Γι’  αυτό και ο άγιος Φιλάρετος παραπέμπει, όπως είπαμε, στη ζωή των αγίων αποστόλων, αλλά και στη ζωή του αγίου Ιωάννη του Ελεήμονα, του έχοντος την ίδια με αυτόν προσωνυμία. Κι ακόμη: φέρνει στον νου  μας μεγάλες προσωπικότητες της Παλαιάς Διαθήκης, σαν τον άγιο Αβραάμ και τον δίκαιο Ιώβ. Όπως δηλαδή ο Αβραάμ έμεινε στην ιστορία για το μεγάλο χάρισμα της φιλοξενίας που τον διακατείχε, όπως ο δίκαιος Ιώβ έγινε ονομαστός για την υπομονή την οποία επέδειξε, ακόμη και στις σκληρότερες περιστάσεις, το ίδιο και ο Φιλάρετος: φιλόξενος στο έπακρον και αυτός, υπομονετικός και ο ίδιος. Διότι και στην περίοδο της μεγαλύτερης ανέχειάς του δεν γόγγυσε, δεν στράφηκε κατά του Θεού, δεν έχασε την πίστη του. Αλλά επαναλαμβάνοντας και αυτός τα λόγια του δικαίου Ιώβ «ο Κύριος έδωκε, ο Κύριος αφείλετο, είη το όνομα του Κυρίου ευλογημένον», έμεινε σταθερά προσκολλημένος σ’  Εκείνον, αποδεικνύοντας έμπρακτα την πίστη του.

Και γίνεται και για εμάς σήμερα όχι απλώς ένα παράδειγμα, αλλά το κατεξοχήν παράδειγμα. Διότι και εμείς σήμερα με ό,τι υφιστάμεθα λόγω της γενικευμένης κρίσεως: οικονομικής, κοινωνικής, πνευματικής, μπορεί να αντιμετωπίσουμε  τον πειρασμό του γογγυσμού και της απώλειας της πίστεως στον Θεό. Κι έρχεται ακριβώς το παράδειγμα του αγίου Φιλαρέτου για να θυμίσει ότι όσο επιμένει κανείς στην πίστη και την αγάπη, όσο υπομένει κανείς με ελπίδα στον Θεό, τόσο και «μαγνητίζει» τον Θεό, ο Οποίος, χωρίς να το ξέρουμε, ήδη έχει ανοίξει τις θύρες της διεξόδου. Διότι βεβαίως μη ξεχνάμε ότι ο Κύριος «ουκ εάσει ημάς πειρασθήναι υπερ ο δυνάμεθα, αλλά ποιήσει συν τω πειρασμώ και την έκβασιν του δύνασθαι ημάς υπενεγκείν». Δεν θα μας αφήσει να δοκιμαστούμε παραπάνω από όσο αντέχουμε, αλλά θα δώσει και τη διέξοδο, προκειμένου να αντέξουμε.