28 Απριλίου 2022

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΕΝΝΕΑ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΟΙ ΕΝ ΚΥΖΙΚΩ ΜΑΡΤΥΡΗΣΑΝΤΕΣ

«Αυτοί οι θειότατοι μάρτυρες που μαζεύτηκαν από διαφόρους τόπους και έφτασαν στην Κύζικο, ντρόπιασαν τον άρχοντα με τη γενναιότητα του φρονήματός τους και αρνήθηκαν με βδελυγμία την πλάνη των ειδώλων. Υποβλήθηκαν γι᾽αυτό σε διάφορα βασανιστήρια, χωρίς βεβαίως να πειστούν να αλλάξουν. Το αντίθετο μάλιστα: πρόσφεραν στον αληθινό Θεό ζωντανή θυσία τους εαυτούς τους, οπότε φονεύτηκαν με ξίφος».

Εικονίζουν τα εννέα άυλα τάγματα των αγγέλων οι άγιοι εννέα μάρτυρες οι εν Κυζίκω αθλήσαντες. Που σημαίνει: όπως οι άγγελοι δοξολογούν  αενάως τον Τριαδικό Θεό ευρισκόμενοι πάντοτε σε ετοιμότητα υπακοής στο πανάγιο θέλημά Του, κατά τον ίδιο τρόπο και αυτοί: υπήκουσαν όσο ζούσαν στη ζωή αυτή στο θέλημα του Κυρίου, πρόσφεραν μάλιστα και την ίδια τη ζωή τους χάριν Αυτού, γι᾽αυτό και χαριτώθηκαν από τον Ίδιο να Τον δοξολογούν μαζί με τους αγγέλους αδιάκοπα στον ουρανό. Οι στίχοι του συναξαρίου των αγίων, όπως και πολλά τροπάρια από τις ωδές, αυτήν την αλήθεια προβάλλουν. «Αποτελούν εικόνα των εννέα άυλων αγγελικών ταγμάτων οι εννέα άνδρες, των οποίων έκοψαν τα κεφάλια». «Δυναμωθήκατε από το σθένος του Αγίου Πνεύματος και νικήσατε τις βουλές και τις παγίδες των ανόμων, ζώντας σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Κι αφού αγωνιστήκατε νόμιμα αποκτήσατε τη δόξα του Ουρανού» (ωδή γ´). Ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος απαρχής τονίζει αυτό που η Εκκλησία μας, βασισμένη στον άγιο λόγο του Κυρίου, εξαγγέλλει διαρκώς: κανένας δεν παίρνει το στεφάνι από τον Θεό, αν δεν αγωνιστεί νόμιμα, σύμφωνα δηλαδή με το θέλημα του Θεού. «Ουδείς αθλητής στεφανούται, αν μη νομίμως αθλήση» (απ. Παύλος). Ό,τι κι αν κάνει ο άνθρωπος, ό,τι πορεία ζωής αν θελήσει να ακολουθήσει, ποτέ δεν πρόκειται να έχει πραγματική σχέση με τον Θεό, κάνοντας πέρα τις άγιες εντολές Του. «Διά των εντολών όδευσον» είναι η μόνιμη προτροπή των αγίων Πατέρων μας και της Εκκλησίας μας, που θα πει να περιπατούμε εν τω Χριστώ. «Εν Αυτώ περιπατείτε» (απόστ. Ιωάννης).

Ο άγιος υμνογράφος, πέραν της παραπάνω αλήθειας που αποτελεί το κεφάλαιο της αγιότητας των εννέα μαρτύρων, μένει και σε κάτι που αποτελεί αποδεικτικό στοιχείο της ορθής πορείας ζωής των εννέα: την ενότητά τους. Οι άγιοι, μολονότι εννιά στον αριθμό και προερχόμενοι μάλιστα από διαφορετικές περιοχές, είχαν μία ψυχή και μία καρδιά. Ό,τι σημειώνει για την πρώτη κοινότητα των Ιεροσολύμων ο ευαγγελιστής Λουκάς στις Πράξεις των Αποστόλων, ότι δηλαδή οι χριστιανοί «είχαν τα πάντα κοινά, διότι είχαν μία καρδιά και ένα φρόνημα όλοι τους», ό,τι εύχεται η Εκκλησία μας, στοιχούσα στην εντολή του αρχηγού της Ιησού Χριστού: «ίνα πάντες εν ώσιν», αυτό ακριβώς βλέπουμε στους εννέα σήμερα ήρωες της πίστεως. Μπορεί να ήταν εννιά σώματα, μία όμως ήταν η γνώμη τους, λόγω της κοινής πίστεως και αγάπης τους προς τον Χριστό. Κι από την άποψη αυτή όπου υπάρχει διάσπαση και έχθρα και μίσος, ακόμη κι αν ομολογείται η ίδια πίστη, Χριστός εκεί δεν υφίσταται. «Έχοντας μία γνώμη στα διαφορετικά σώματά σας, πήρατε μαζί το στεφάνι του μαρτυρίου, μάρτυρες» (ωδή δ´). Κι αλλού: «Έξι νέοι, μαζί με άλλους τρεις, απέκτησαν μία γνώμη σε πολλά σώματα και κατάσβεσαν το καμίνι της πλάνης, γιατί δροσίζονταν ευσεβώς από τη δροσιά του θείου Πνεύματος» (ωδή ζ´).

Η εν πίστει και αγάπη ενότητά τους αυτή, φανέρωση της παρουσίας του Χριστού στη ζωή τους, αποκορυφούμενη και στο κοινό τους μαρτύριο, τους έκανε, κατά τον υμνογράφο, να λειτουργούν στον κόσμο αφενός ως βροχή που αναζωογονεί τους πιστούς, αφετέρου ως δύναμη ξηρασίας για την πλάνη της αθεῒας. Με άλλα λόγια, η μεγαλύτερη προσφορά ενός πιστού, προκειμένου να βοηθήσει τους συνανθρώπους του στο να βρουν τον δρόμο της ζωντανής πίστεως και να δώσει αποφασιστικό πλήγμα κατά της δαιμονικής και διαστροφικής αθεῒας που αποξηραίνει τη ζωή, είναι να ζει ο ίδιος εν Χριστώ, έτοιμος να θυσιάσει και τη ζωή του για την πίστη του. Ο άγιος Ιωσήφ μάς καθοδηγεί και επ᾽αυτού: «Αναδειχτήκατε, σοφοί αξιοθαύμαστοι αθλητές, μυστικές νεφέλες που προσφέρουν τη βροχή με τις στάλες των αιμάτων σας στους πιστούς, και ξεραίνουν με τη χάρη του Θεού την πλάνη της αθεῒας. Γι᾽αυτό και σας μακαρίζουμε» (ωδή α´). «Με τους ποταμούς των ιερών σας αιμάτων αποξηράνατε τη θάλασσα πράγματι της ειδωλικής απάτης και καταποτίσατε την Εκκλησία του Χριστού, θεόφρονες μάρτυρες» (ωδή ς´).

27 Απριλίου 2022

ΤΟΝ ΑΔΗ ΜΟΥ ΤΟΝ ΕΚΑΝΕ ΔΙΚΟ ΤΟΥ!

 

Όλα τώρα πλημμύρισαν από το Φως π’ ανέτειλε

απ’ την παστάδα του Παναγίου Τάφου Σου, Κύριε.

 Όλα! Εκτός από τη σκοτεινιασμένη ψυχή μου.

Εκείνη πωρωμένη κείται στον τάφο του Άδη της

κρυμμένη αμετανόητα πίσω από τα πάθη της...

Μα ο Αναστημένος δεν απελπίζεται. 

Ίδια Μάνα ξαγρυπνά μ' υπομονή στο πλάι μου

γιατί τον Άδη μου τον έκανε δικό Του.

Προσμένει τη χαραμάδα της απόγνωσής μου!

ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΚΡΥΦΤΕΙΣ, ΚΥΡΙΕ!

 

Μπορεί να θέλεις να κρυφτείς, Κύριε, 

μα η ομορφιά των ολάνθιστων αγρών Σου

 διαλαλεί την παρουσία Σου!

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΣΥΜΕΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ ΣΥΓΓΕΝΗΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

«Ο άγιος Συμεών ήταν υιός του μνήστορος Ιωσήφ, αδελφός του Ιακώβου. Ο ίδιος ο Χριστός και Θεός μας τον προσέλαβε και καταδέχτηκε να τον ονομάζει αδελφό Του, και τον έχρισε ιερέα για να κηρύσσει την ένδοξη παρουσία Του. Γι᾽αυτό, αφού πάλαιψε με μύριους κόπους και ιδρώτες ως ποιμένας και όχι ως μισθωτός, κατακόσμησε τον θρόνο των Ιεροσολύμων. Έκανε τον εαυτό του ναό του Αγίου Πνεύματος και κατέστρεψε τους ναούς των ειδώλων, ενώ οδήγησε προς το φως του Χριστού τους πλανεμένους. Χάριν της πίστεώς του υπέμεινε φοβερά μαρτύρια και στο τέλος τον σταύρωσαν, ενώ ήδη είχε γίνει εκατόν είκοσι ετών. Έτσι πήγε κοντά στον Σωτήρα Χριστό, τον Οποίο αγαπούσε με βαθύ πόθο. Αυτός ο μακάριος απέκτησε πλούτο διπλής κλήσεως: Καλείτο Σίμων και Συμεών, ενώ χρημάτισε αδελφός του Ιακώβου και του ίδιου του Χριστού»

Μολονότι ο άγιος Συμεών δεν ανήκει στους δώδεκα μαθητές του Κυρίου μας κι ούτε είναι ιδιαιτέρως γνωστός στους πολλούς, κατέχει ξεχωριστή θέση στο στερέωμα της Εκκλησίας. Ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος μεταξύ άλλων εγκωμίων που προβάλλουν τη σπουδαία προσωπικότητά του αναφέρει στον οίκο του κοντακίου: «Ας δοξολογήσουμε σήμερα τον τρισμακάριο Συμεών, ο οποίος καταγόταν από το γένος του Αβραάμ, ήταν από τη σειρά του Δαυίδ, υπήρξε υιός του Ιωσήφ και συγγενής του Ιησού. Κι αυτό γιατί δοξάστηκε πάρα πολύ λόγω της συγγένειάς του με τον Χριστό, κόσμησε με λαμπρότητα τον θρόνο της μητέρας των Εκκλησιών, ωραιώθηκε ένδοξα με το αίμα του μαρτυρίου. Και μάλιστα αυτός, όπως ο Δεσπότης Χριστός, σταυρώθηκε και μιμήθηκε έτσι το θείο πάθος Αυτού». Η σταυρική του θυσία γίνεται βεβαίως ευκαιρία για τον άγιο υμνογράφο, κι όχι μόνο μία φορά, να τονίσει ακόμη περισσότερο την αδελφική σχέση του με τον Κύριο – αδελφική όχι κατά σάρκα ασφαλώς, αλλά γιατί μεγάλωσαν στην ίδια οικογένεια υπό την προστασία του μνήστορος Ιωσήφ. «Πάσχεις ίδια, Συμεών, με τον Κύριο, αφού κρεμάστηκες στο Ξύλο ως αδελφός του Κυρίου» (στίχοι συναξαρίου).

Η μεγαλωσύνη του αγίου Συμεών – υπονοήθηκε και παραπάνω – δεν έγκειται απλώς στο γεγονός ότι είχε συγγένεια με τον Κύριο. Μία τέτοια εξωτερική σχέση με τον Χριστό δεν δικαιώνεται χριστιανικά κι ήταν κάτι που ο Κύριος αρνήθηκε. Σε παρόμοιο προβληματισμό που του έθεσαν οι Ιουδαίοι είπε τα θεωρούμενα σκληρά λόγια: «Ποια είναι η μάνα μου και ποια είναι τα αδέλφια μου; Μάνα μου και αδελφός μου και αδελφή μου είναι όσοι ακούνε τον λόγο του Θεού και τον τηρούν». Γεγονός που σημαίνει: ακόμη και η ίδια η Παναγία, όπως και όλοι οι συγγενείς του Κυρίου, έχουν τόσο μεγάλη θέση στην Εκκλησία λόγω ακριβώς της υπακοής τους στον Κύριο και Θεό τους και όχι λόγω της συγγένειάς τους. Ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας πράγματι επανειλημμένως τονίζει ότι ο άγιος Συμεών «έγινε σαν τον Χριστό λόγω της ολοκληρωτικής στροφής της καρδιάς του προς τον Θεό και λόγω της λάμψης του μαρτυρίου του»  (ωδή γ´). Και γι᾽αυτόν τον λόγο έγινε τόσο μεγάλος, τόσο τεράστιος, ώστε και τα θεωρούμενα όρη της ασέβειας και τα βουνά των δαιμονικών πειρασμών συντρίφτηκαν επάνω του. «Συντρίφτηκαν ενώπιόν σου, Ιεράρχα, τα όρη της ασέβειας και έλιωσαν όλα τα βουνά των δαιμόνων, καθώς σε ενδυνάμωνε ο Χριστός» (ωδή δ´).

Ο άγιος Ιωσήφ προχωράει ακόμη περισσότερο, καθοδηγώντας μας στο μυστικό και ιερό βάθος της καρδιάς του αγίου Συμεών, εκεί που το «θείο φίλτρο ανέφλεγε τον νου του» (ωδή ζ´). Ο άγιος «υπήρξε ένα όμορφο στολίδι, και μάλιστα των αρχιερέων,  γιατί αγωνίστηκε να μισήσει τις ηδονές του πεσμένου στην αμαρτία κόσμου, και με την άθλησή του αξιώθηκε την ουράνια δόξα» (ωδή γ´). Η δύναμή του δε, δύναμη όπως είδαμε του Χριστού, ήταν η ένθερμη προσευχή του. Αυτήν χρησιμοποιούσε ως ακατανίκητο όπλο, και για να νικήσει τα είδωλα και για καθοδηγήσει τους πλανεμένους ανθρώπους προς το φως (ωδή ε´).  Και το φως αυτό προς το οποίο καθοδηγούσε τους ανθρώπους δεν ήταν άλλο από τον αγαπημένο αδελφό και Κύριό του. Όπως ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, έτσι και ο άγιος Συμεών, μπορούσε με ταπείνωση να ομολογεί:  «Εκείνον δει αυξάνειν, εμέ δε ελαττούσθαι». «Σαν όρθρος αυτός έλαμψε στους σκοτισμένους ανθρώπους, υποδεικνύοντάς τους τον Ήλιο της δικαιοσύνης, που ανέτειλε στους ανθρώπους από τη νεφέλη, δηλαδή την Παρθένο Κόρη» (ωδή γ´).

26 Απριλίου 2022

ΜΑΣ ΠΕΡΑΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΣΤΗ ΖΩΗ

ΤΡΙΤΗ ΔΙΑΚΑΙΝΗΣΙΜΟΥ

«Ἀναστάσεως ἡμέρα λαμπρυνθῶμεν Λαοί, Πάσχα Κυρίου, Πάσχα· ἐκ γὰρ θανάτου πρὸς ζωήν, καὶ ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν, Χριστὸς ὁ Θεός, ἡμᾶς διεβίβασεν, ἐπινίκιον ᾄδοντας» (α΄ ὠδή κανόνος ἀναστάσεως, ἦχος α΄).

(Ἡμέρα τῆς Ἀνάστασης, λαοί, ἄς γίνουμε ὁλοφώτεινοι, εἶναι Πάσχα, τοῦ Κυρίου τό Πάσχα. Διότι μᾶς πέρασε ἀπό τόν θάνατο πρός τή ζωή καί ἀπό τή γῆ πρός τόν οὐρανό,  Χριστός ὁ Θεός μας, ἐμᾶς πού ψέλνουμε τόν ὕμνο γιά τή νίκη αὐτή).

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, στόν πανηγυρικό καί θριαμβευτικό πρῶτο ἦχο, μᾶς προσφέρει τό ξέσπασμα τῆς καρδιᾶς του – ξέσπασμα τοῦ κάθε ἐν ἐπιγνώσει πιστοῦ - γιά τήν πανήγυρη τῶν πανηγύρεων, τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Πρόκειται ὄχι ἀσφαλῶς γιά τό Πάσχα τῶν Ἰουδαίων, κατά τό ὁποῖο ἑορτάζουν αὐτοί τή διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς θάλασσας καί συνεπῶς τήν ἐλευθερία τους ἀπό τή δουλεία τῶν Αἰγυπτίων – τό γεγονός αὐτό λειτουργεῖ ὡς προεικόνιση καί προφητεία τοῦ Χριστιανικοῦ Πάσχα - ἀλλά γιά τό Πάσχα τοῦ Κυρίου, γιά τήν Ἀνάστασή Του, μέ τήν ὁποία ὁ Κύριος ὡς ὁ παντοδύναμος Θεός, ἀφοῦ διέλυσε τό βασίλειο τοῦ θανάτου μέ τήν εἴσοδό του σ’ αὐτόν, ἔδωσε τήν αἰώνια ζωή σέ ὅλες τίς θλιμμένες ψυχές τῶν νεκρῶν, δηλαδή τούς πέρασε ἀπό τόν θάνατο στή ζωή· κι ἀκόμη περισσότερο, διεβίβασε ὅλους τούς ἀνθρώπους ἀπό τή γῆ πού ἦταν κατ’ ἀποκλειστικότητα στραμμένοι, πρός τόν οὐρανό, ἐκεῖ πού μπορεῖ κανείς νά δεῖ Θεοῦ πρόσωπο, ἐκεῖ πού ζεῖ κανείς πιά τήν ἀληθινή πατρίδα του, τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Διότι, κατά τόν ἀπόστολο, μετά τό ἀπολυτρωτικό ἔργο τοῦ Κυρίου, «οὐκ ἔχομεν μένουσαν πόλιν, ἀλλά τήν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν», ἡ ὁποία μέλλουσα πόλις ἤδη βιώνεται ἀπό τόν κόσμο τοῦτο γιά τόν χριστιανό στήν Ἐκκλησία. «Ἄρα οὖν οὐκέτι ἐστὲ ξένοι καὶ πάροικοι, ἀλλὰ συμπολῖται τῶν ἁγίων καὶ οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ».

Μέ ἄλλα λόγια, ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου σήμανε τήν τελική νίκη ἀπέναντι στόν θάνατο, μέ τήν ἔννοια ὅτι ὁ θάνατος πιά, ὡς κατηργημένος καί ἐξαφανισμένος, δέν εἶναι τό τέλος τοῦ ἀνθρώπου – δέν ὑπάρχει· τέλος τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, δηλαδή τό ἄκτιστο φῶς Του καί ἡ αἰώνια ζωή. Πεθαίνει κανείς κι ἐκεῖ πού ἀνθρωπίνως νομίζει ὅτι χάνεται, τόν Χριστό συναντᾶ καί σ’ Ἐκείνου τήν ἀγκαλιά πέφτει, Ἐκείνου τό φῶς τόν διαπερνᾶ. «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καί γῆ καί τά καταχθόνια». Μᾶς τό λέει τόσο ἄμεσα καί ἀνάγλυφα ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί πάλι: «Ἐάν τε ζῶμεν, ἐάν τε ἀποθνῂσκωμεν, τοῦ Κυρίου ἐσμέν». Ζεῖς ἐδῶ, στόν κόσμο τοῦτο; Στόν Χριστό ἀνήκεις καί ἀπό Αὐτόν ζεῖς. Φεύγεις ἀπό τόν κόσμο τοῦτο; Συνεχίζεις ἀπό ἄλλη μεριά νά στέκεσαι ἀπό Ἐκεῖνον καί Ἐκείνου ἡ ζωή νά σέ προσδιορίζει. Γι’ αὐτό καί δέν μᾶς παραξενεύουν τά λόγια του ὅτι γι’ αὐτόν ζωή σημαίνει Χριστός, ὁπότε κι ὁ θάνατος λειτουργεῖ γιά τόν ἴδιο ὡς κέρδος. «Ἐμοί τό ζῆν Χριστός καί τό ἀποθανεῖν κέρδος». 

Ὁ ἅγιος μέγας Δαμασκηνός ὅμως, μπροστά σ’ αὐτό τό ὑπερφυές καί μέγιστο μυστήριο τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, μᾶς καθοδηγεῖ στή μόνη ἐνδεδειγμένη στάση μας: «λαμπρυνθῶμεν». Νά γίνουμε λαμπροί καί φωτεινοί. Ἀφοῦ τά πάντα πιά εἶναι πλημμυρισμένα ἀπό τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, δέν εἶναι δυνατόν παρά ὁλοφώτεινος νά παρουσιάζεται καί ὁ πιστός χριστιανός. Αὐτονόητο, ἀλλά καί ὄχι τόσο εὔκολο. Γιατί ἀπαιτεῖται ἡ θετική στροφή τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Χριστό, νά πιστέψει δηλαδή ἀληθινά στήν Ἀνάστασή Του, καί κυρίως: νά βρίσκεται μονίμως καί ἀδιαλείπτως σέ ἀγώνα καθάρσεως τοῦ ἑαυτοῦ του καί τῶν αἰσθήσεών του ἀπό ὁτιδήποτε βρώμικο καί ἐμπαθές, ἀπό κάθε τι ἁμαρτωλό. Γι’ αὐτό καί ὁ ἀμέσως ἑπόμενος λόγος του εἶναι αὐτός: «καθαρθῶμεν τάς αἰσθήσεις καί ὀψόμεθα τῷ ἀπροσίτῳ φωτί τῆς Ἀναστάσεως Χριστόν ἐξαστράπτοντα καί Χαίρετε φάσκοντα τρανῶς ἀκουσόμεθα». Ἄς καθαριστοῦμε ὡς πρός τίς ἐμπαθεῖς αἰσθήσεις μας, κι ἔτσι θά δοῦμε μέσα στό ἀπρόσιτο φῶς τῆς Ἀναστάσεως τόν Χριστό νά ἐξαστράπτει καί θά Τόν ἀκούσουμε μέ δυνατή φωνή νά μᾶς λέει Χαίρετε.

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΜΑΡΚΟΣ

«Ο πανεύφημος απόστολος Μάρκος κήρυξε τον Χριστό σε όλη την Αίγυπτο και τη Λιβύη και τη Βαρβαρική και την Πεντάπολη, κατά τους χρόνους του Καίσαρα Τιβερίου. Συνέγραψε δε  και το κατ᾽αυτόν άγιο Ευαγγέλιο, καθώς του το εξήγησε ο απόστολος Πέτρος. Όταν βρέθηκε στην Κυρήνη της Πενταπόλεως, έκανε πολλά θαύματα. Έπειτα πήγε στην κατά τον Φάρο Αλεξάνδρεια και από εκεί στην Πεντάπολη, θαυματουργώντας παντού και κατακοσμώντας τις Εκκλησίες του Χριστού με χειροτονίες επισκόπων και λοιπών κληρικών.

Ύστερα δε αφού ήλθε και πάλι στην Αλεξάνδρεια και βρήκε κάποιους από τους αδελφούς στα παράλια του Βουκόλου, έμεινε μαζί τους, ευαγγελιζόμενος και κηρύττοντας τον λόγο του Θεού. Εκεί επιτέθηκαν σ᾽αυτόν οι προσκυνητές των ειδώλων, γιατί δεν άντεχαν να βλέπουν την πίστη του Χριστού να αυξάνεται, κι αφού τον έδεσαν με σχοινιά,  τον έσερναν. Οι σάρκες του έπεφταν πάνω στις πέτρες και ξεσκίζονταν, ενώ το αίμα του κατακοκκίνησε τη γη. Όταν τον έβαλαν στη φυλακή, του φανερώθηκε ο Κύριος, προαναγγέλλοντάς του τη δόξα που επρόκειτο να διαδεχθεί το μαρτύριό του. Μετά από μία ημέρα τον έδεσαν πάλι και τον έσυραν στις πλατείες. Και καθώς σπαράττονταν και κομματιαζόταν στις πέτρες, παρέθεσε το πνεύμα του στον Θεό.

Κατά την εμφάνισή του ήταν περίπου έτσι: δεν ήταν ούτε τεραστίων διαστάσεων ούτε όμως μικρόσωμος και μαζεμένος. Ήταν ευπρεπής και καλοσχηματισμένος, έχοντας λίγα άσπρα μαλλιά και γένια, γιατί ήταν μεσήλικας. Είχε λίγο μακριά μύτη και δεν φαινόταν η ιουδαϊκή κατατομή του προσώπου του. Τα φρύδια ήταν μαζεμένα, ενώ τα γένια ήταν βαθιά. Η κεφαλή στεκόταν ψηλά και η κράση της χροιάς του προσώπου ήταν άριστη. Επί πλέον απέπνεε μεγάλη συμπάθεια και ήταν καλοσυνάτος προς όλους που τον πλησίαζαν, σαν να αντιφέγγιζαν με τις χάρες του σώματος οι αρετές της ψυχής. Τελείται δε η σύναξή του στο πάνσεπτο Αποστολείο του, που βρίσκεται κοντά στον Ταύρο».

Τρία είναι τα βασικά σημεία της ακολουθίας του αγίου αποστόλου και ευαγγελιστή Μάρκου, η οποία μάλλον αποτελεί ποίημα του αγίου υμνογράφου Θεοφάνους: η σχέση του με τους αποστόλους Πέτρο και Παύλο, η συγγραφή του ευαγγελίου του, η δράση του στην περιοχή της Αλεξάνδρειας με το επακολουθήσαν αυτήν μαρτύριο. Ήδη απαρχής τονίζει ότι «έγινε συνοδοιπόρος του αποστόλου Παύλου και διήλθε μαζί του όλη τη Μακεδονία, όμως στη Ρώμη αναδείχτηκε ο γλυκός ερμηνευτής του κηρύγματος του Πέτρου, ενώ στην Αίγυπτο που κατεξοχήν κήρυξε έδωσε τη ζωή του με μαρτυρικό τρόπο» (στιχηρό εσπερινού).

Η σχέση του βεβαίως με τους αποστόλους Παύλο και Πέτρο δεν είναι ισομερής. Ο υμνογράφος ενώ κάνει μνεία της ακολουθίας του αποστόλου Παύλου από τον άγιο Μάρκο στο παραπάνω τροπάριο, δεν αναφέρει πουθενά αλλού κάτι από τη σχέση τους, και τούτο διότι ως γνωστόν ο απόστολος Παύλος δεν θέλησε να συνεχίσει να έχει ως συνεργάτη του τον νεαρό τότε Ιωάννη Μάρκο, ανεψιό του μάλιστα, λόγω προφανώς της αδυναμίας αυτού να παρακολουθήσει τον πυρετώδη ρυθμό της ιεραποστολικής δράσεως του ίδιου. Αντιθέτως, επανειλημμένως ο άγιος Θεοφάνης αναφέρεται στην ιδιαίτερη σχέση που ανέπτυξε ο Μάρκος με τον απόστολο Πέτρο, θεωρώντας τον πρωτόθρονο απόστολο ως κατεξοχήν δάσκαλο εκείνου, τόσο που το άγιο ευαγγέλιο του Μάρκου να είναι μία καταγραφή τελικώς της διδασκαλίας του Πέτρου. Από τα ένδεκα περίπου τροπάρια που περιγράφουν τη σχέση μαθητείας του Μάρκου με τον Πέτρο εντελώς δειγματοληπτικά σημειώνουμε τα παρακάτω:  «Μαθήτευσες στον σοφό Πέτρο και πλούτισες από την υιική σχέση σου μαζί του, Μάρκε πανσέβαστε, γι᾽αυτό και αναδείχτηκες μυσταγωγός των μυστηρίων του Χριστού» (ωδή α´). «Ακολούθησες τον Πέτρο, σοφέ, και σαν μαθητής του διατύπωσες με σοφό τρόπο το ευαγγέλιο, μαζεύοντας το φως της θεολογίας  από αυτόν, απόστολε» (ωδή γ´). «Χρημάτισες συ υιός του μεγάλου Πέτρου και καθώς φωτιζόσουν από τις διδαχές αυτού πάντοτε, λάμπρυνες τις ψυχές αυτών που σε πλησίαζαν με θερμό τρόπο, Μάρκε Κυρίου απόστολε» (ωδή ε´).

Ο άγιος υμνογράφος σε πολλούς ύμνους του επίσης εξυμνεί τα σχετικά με το ευαγγέλιο που συνέγραψε ο απόστολος Μάρκος. Και βεβαίως, όπως είδαμε, θεωρεί ότι το ευαγγέλιο του Μάρκου συνιστά καταγραφή της διδασκαλίας του Πέτρου – «Ο Πέτρος ο κορυφαίος, ένδοξε, σε μυσταγώγησε σαφώς να συγγράψεις το ιερό ευαγγέλιο» (ωδή ς´) – όμως δεν παύει να σημειώνει ότι κύρια πηγή φωτισμού του ήταν τελικώς η ίδια η χάρη του αγίου Πνεύματος. «Από τον Θεό έλαβες τη χάρη του Πνεύματος... και κήρυξες το θείο Ευαγγέλιο»  (Κοντάκιο). «Από τον οίκο του Κυρίου βγήκες σαν πηγή, απόστολε, και ποτίζεις πλούσια τις χέρσες καρδιές με τα ρεύματα του Πνεύματος» (ωδή ε´). Κι είναι ευνόητο ότι ο υμνογράφος αναφερόμενος στο θείο ευαγγέλιο του Μάρκου εννοεί όχι μόνο τη γραπτή του διάσταση αλλά και την προφορική. Ο άγιος Μάρκος δηλαδή και προ και μετά την καταγραφή του ευαγγελίου του υπήρξε μέγας κήρυκας του ευαγγελικού λόγου. Κι αυτό που κήρυσσε, αυτό και κατέγραψε, και χάριν αυτού, δηλαδή χάριν του αγαπημένου του Κυρίου, έδωσε και τη ζωή του. Όπως όλοι οι απόστολοι ο άγιος Μάρκος υπήρξε και μάρτυρας της πίστεως. Και τι κήρυσσε; Και τι συνέγραψε; Μα τι άλλο εκτός από τη σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού, τα θεία Του πάθη, τη σεπτή Ανάστασή Του, την ανάβασή Του προς τον Πατέρα! «Έγινες συγγραφέας των θείων δογμάτων του Χριστού και καταφώτισες όλη τη γη, κηρύσσοντας τη σάρκωσή Του και τα θεία Πάθη, τη σεπτή Ανάσταση και την ανάβαση προς τον Πατέρα» (στιχηρό αίνων).

Η δράση του αποστόλου Μάρκου κυρίως στην περιοχή της Αιγύπτου και της Αλεξανδρείας, δράση που κατέληξε στο μαρτύριο, εξηγεί επαρκώς το γεγονός ότι η Αίγυπτος πανηγυρίζει επί τη μνήμη του αγίου Μάρκου, τον οποίο θεωρεί ως πολιούχο της. «Ας υμνολογήσουμε άξια τον μέγα πολιούχο της Αιγύπτου» (στιχηρό εσπερινού).  Κατανοείται μάλιστα ως δώρο του Θεού σ᾽αυτήν: «Ο σεπτός απόστολος Μάρκος δωρήθηκε ως ιεράρχης στους Αιγυπτίους» (Θεοτοκίο ωδής θ´). Δεν διστάζει μάλιστα ο άγιος Θεοφάνης να κάνει και τον συσχετισμό: «την Αίγυπτο που ήταν βυθισμένη πριν στο σκοτάδι της άγνοιας, Κύριε, την φώτισες όταν ως βρέφος γεννήθηκες από την Παρθένο θεομήτορα (και κατέφυγες λόγω του Ηρώδη σ᾽αυτήν). Τώρα έκανες μέρος του θριάμβου Σου τα ιερά της, με τις διδαχές του θεηγόρου Μάρκου, φιλάνθρωπε» (θεοτοκίο ωδής ς´). Το μαρτύριο του αγίου Μάρκου εννοείται, τέλος, ότι αποτελεί αποκορύφωση της δικής του δόξας. Η εν Χριστώ δόξα κατανοείται ως μετοχή της δόξας του Χριστού, δηλαδή ως μετοχή του Πάθους και του Μαρτυρίου Του. Συνεπώς τότε δοξάζεται ένας άγιος, όταν βρίσκεται στο μαρτύριο και δι᾽αυτού εισέρχεται θριαμβευτής στον Παράδεισο. Ακριβώς τούτο σημειώνει και ο συναξαριστής, όταν περιγράφει την εμφάνιση του Κυρίου στον Μάρκο ευρισκόμενο στη φυλακή, τούτο σημειώνει και ο υμνογράφος, ιδιαιτέρως στους στίχους του συναξαρίου: «Σύροντας στη γη τον Μάρκο οι δολοφόνοι, αγνοούσαν ότι τον έστελναν στους ουρανούς».

24 Απριλίου 2022

ΤΡΕΧΟΝΤΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΦΩΣ!

«Τήν ἄμετρόν σου εὐσπλαγχνίαν, οἱ ταῖς τοῦ Ἅδου σειραῖς συνεχόμενοι δεδορκότες, πρός τό φῶς ἠπείγοντο, Χριστέ, ἀγαλλομένῳ ποδί, Πάσχα κροτοῦντες αἰώνιον» (ωδή ε΄ αναστασίμου κανόνος).

(Χριστέ, βλέποντας καθαρά την άπειρη ευσπλαχνία σου οι αλυσοδεμένοι του Άδη, έσπευδαν με γρήγορη και χαρούμενη περπατησιά προς το φως Σου, χτυπώντας τα χέρια από χαρά για το αιώνιο Πάσχα).

Ο «φακός» του μεγάλου Πατέρα και υμνογράφου της Εκκλησίας αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού ρίχνει το φως του στον σκοτεινό χώρο του Άδη, εκεί που θεωρείτο προχριστιανικά ότι ήταν ο χώρος των ψυχών. «Όπως πολλοί άλλοι λαοί, ο Ισραήλ φαντάζεται την επιβίωση των νεκρών σαν μια σκιά υπάρξεως, χωρίς αξία και χωρίς χαρά. Ο Άδης είναι ο τόπος που συγκεντρώνει αυτές τις σκιές…σαν τάφος στα έγκατα της γης, όπου βασιλεύει απόλυτο σκοτάδι και όπου το ίδιο το φως μοιάζει με τη ζοφερή νύχτα. Εκεί «κατέρχονται» όλοι οι ζώντες και δεν θα ανέβουν πια επάνω ποτέ. Δεν μπορούν πια να αινούν τον Θεό, να ελπίζουν στη δικαιοσύνη του ή στην πιστότητά του. Πρόκειται για μια ολοκληρωτική εγκατάλειψη» (Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας).

Κι ο Κύριος, η πηγή της Ζωής, εισέρχεται στον χώρο αυτό του σκότους και της εγκατάλειψης, με την ανθρώπινη ψυχή Του τη συνδεδεμένη με τη θεότητά Του,  για να τον γεμίσει με το φως Του, να Τον γεμίσει με την παρουσία Του, να δώσει ελπίδα και προοπτική ζωής στους αλυσοδεμένους και αιχμαλώτους του Άδη. Οι περισσότεροι αναστάσιμοι ύμνοι μιλούν γι’ αυτήν τη συγκλονιστική είσοδο του Κυρίου και τις «πανικόβλητες» κινήσεις του Άδη που βλέπει το βασίλειό του να διαλύεται. «Σήμερον ὁ Ἄδης στένων βοᾶ…». «Ὅτε κατῆλθες πρός τόν θάνατον ἡ ζωή ἡ ἀθάνατος, τότε τόν Ἄδην ἐνέκρωσας τῇ ἀστραπῇ τῆς θεότητος…». Κι ένα κύριο χαρακτηριστικό που επισημαίνει η Γραφή είναι τούτο: «ο Ιησούς Χριστός κατέβηκε στον Άδη, ο καταδικασμένος πηγαίνει στην κόλαση… Οι θύρες του Άδη όπου κατέβηκε ο Χριστός ανοίχτηκαν για να μπορέσουν να διαφύγουν οι αιχμάλωτοί του, ενώ η κόλαση όπου κατεβαίνει ο κολασμένος κλείνεται πίσω του για πάντα» (Λ. Β. Θ.).

Λοιπόν, «νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός καί γῆ καί τά καταχθόνια». Δεν υπάρχει πια σκοτάδι, οπουδήποτε στον κόσμο (παρά μόνον σ’ εκείνους που κρατούν ερμητικά κλειστές τις ψυχές τους). Γιατί ήλθε το Φως που το διέλυσε. Και να πεθάνει πια κανείς ξέρει, εφόσον είναι πιστός, ότι το φως του Χριστού θα συναντήσει – Εκείνον δηλαδή που θα τον δεχτεί μέσα στη γεμάτη αγάπη αγκαλιά Του. «Ἐάν τε ζῶμεν ἐάν τε ἀποθνῄσκωμεν, τοῦ Κυρίου ἐσμέν». Και τι σημειώνει ο άγιος Δαμασκηνός; Οι αλυσοδεμένοι του Άδη, οι πονεμένοι και χωρίς ελπίδα μετανιωμένοι, βλέποντας το φως, αποδεχόμενοι δηλαδή εν πίστει τον Κύριο της δόξας που ήλθε κι εκεί για να τους βρει – μη ξεχνάμε τον λόγο του αποστόλου Πέτρου, που λέει πως ο Κύριος «ἐκήρυξεν καί τοῖς ἐν φυλακῇ πνεύμασι» -  «πέταξαν» από τη χαρά τους. Έβαλαν φτερά στα παιδιά τους, και με αγαλλίαση και χειροκροτώντας, έσπευσαν προς το φως Του για να κάνουν μαζί Του τη «διάβαση» από το σκοτάδι στο φως. Η ανάσταση των ανθρώπων ήταν και είναι πια η κοινή «μοίρα» τους, λόγω της Αναστάσεως του ενσαρκωμένου Θεού. Ανάσταση όμως φωτός και ζωής και όχι απλής αιώνιας επιβίωσης μέσα στο σκοτάδι της αμετανοησίας.

Η εξαγγελία αυτή όμως του αγίου Δαμασκηνού ισχύει και για τον κόσμο τούτο, χωρίς να έχει έλθει ακόμη ο σωματικός θάνατος. Γιατί υπάρχει και λειτουργεί και ο πνευματικός δυστυχώς θάνατος. Κάθε φορά που αμαρτάνουμε, κάθε φορά που η μετάνοια μπαίνει στο περιθώριο της ζωής μας, εισερχόμαστε μέσα στον προσωπικό μας Άδη – ζούμε τον θάνατο πριν τον θάνατο! Και το παρήγορο ποιο είναι; Ότι ο Κύριός μας, που η χαρά Του είναι να μας έχει όλους κοντά Του – «ὁ Θεός πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» - μας δίνει διαρκώς ευκαιρίες μετανοίας. Ευκαιρίες δηλαδή φωτός, εισερχόμενος στον δικό μας Άδη, για να μας στρέψει σ’ Εκείνον. Κι ο καλοπροαίρετος άνθρωπος που νιώθει πια την ακτίνα αυτή, που μπορεί να έλθει από το «πουθενά»: ακόμη και την ώρα της αμαρτίας μας, ακόμη και μέσα από ένα ατύχημα, από μία απρόσμενη συνάντηση με έναν άνθρωπο του Θεού, την «αρπάζει» ως την ευκαιρία που του δίνει ο Θεός. Κι αρχίζει να χαίρεται, να τρέχει εκεί που είναι το φως Του, να χειροκροτεί γιατί βλέπει τον δρόμο που θα τον οδηγήσει στην αιωνιότητα μέσα κι απ’ αυτήν ήδη τη ζωή.

Να παρακαλούμε να μας ανοίγει τα μάτια ο Χριστός και να βλέπουμε το φως Του. Και να κινητοποιούμε τον εαυτό μας, ολόκληρη την ύπαρξή μας. Γιατί το φως Του υπάρχει παντού: σε όλη τη δημιουργία, στον κάθε συνάνθρωπό μας, στον ίδιο μας τον εαυτό.