«Μενοῦν γε∙ μακάριοι οἱ ἀκούοντες τον λόγον τοῦ Θεοῦ και φυλάσσοντες αὐτόν» (Λουκ. 11,28).
Είναι η απάντηση του Κυρίου απέναντι στο ξέσπασμα μίας απλής γυναίκας μπροστά στο θάμβος που ζούσε
από την παρουσία Του και τη διδασκαλία Του. «Ευλογημένη και μακάρια αυτή που σε
γέννησε και σε βύζαξε». Ποιος αλήθεια μεγαλύτερος έπαινος υπάρχει για τον
άνθρωπο που θεωρείται
ευεργεσία για τους συνανθρώπους του από την αναφορά στη μάνα του; Αν εμείς
συχνά νιώθουμε το ίδιο, να μακαρίσουμε τη μάνα ενός ανθρώπου, επειδή βρίσκεται
στον κόσμο ως πράγματι κόσμημα – η παρουσία του καταξιώνει ίσως το ανθρώπινο
γένος είτε λόγω των χαρισμάτων του που τα καταθέτει προς χάριν του κοινωνικού
συνόλου είτε λόγω της ψυχικής του καθαρότητας που τον κάνει να λειτουργεί ως
ευωδία κυριολεκτικά ουράνια – πόσο περισσότερο ίσχυε τούτο την εποχή που ήλθε ο
ίδιος ο Θεός ως άνθρωπος; Ο Χριστός «διήλθεν ευεργετών και ιώμενος πάντας»,
ευεργετούσε διαρκώς και θεράπευε όλους, κατά τον λόγο της Γραφής, οπότε ο
δοξαστικός λόγος της γυναίκας για τη Μάνα Του, («χαρά στη Μάνα που σε
γέννησε»), πρέπει να θεωρηθεί ως η λογικότερη αλλά και η πιο χαρισματική
αποτίμηση που Του έγινε ποτέ – μακάρισαν εξαιτίας Του Αυτήν που Τον έφερε ως
άνθρωπο στον κόσμο!
Και ο Κύριος, ο ενανθρωπήσας Θεός, πώς αντέδρασε; Τι
είπε; Δεν αντιπαρήλθε τον έπαινο, δεν τον αποσιώπησε, δεν αδιαφόρησε, δεν
αντέδρασε αρνητικά, όπως έκανε συνήθως όταν ο επαινετικός λόγος αναφερόταν
αμέσως σ’ Εκείνον – αρνιόταν τους δοξαστικούς λόγους, τους απαγόρευε, έφευγε.
Τον λόγο όμως για τη Μάνα Του τον επιβεβαίωσε και μάλιστα με τρόπο κατεξοχήν
επιτατικό. Όχι μόνον ισχύει αυτό που λες, αλλά πολύ περισσότερο! «Μενοῦν γε!»
Οπωσδήποτε. Βεβαιότατα. Κατά την απόδοση του μεγάλου και σοφού μακαριστού
ιεράρχη Διονυσίου (Ψαριανού), Μητροπολίτου Κοζάνης: «Χαρά και τρισχαρά της!»
Διότι κατά τρόπο ευνόητο τέτοια Κόρη με τέτοια καθαρότητα ψυχής, τέτοια
ταπείνωση και αγάπη, τέτοια ετοιμότητα υπακοής στο θέλημα του Θεού πουθενά δεν
υπήρξε στον κόσμο ούτε θα βρισκόταν και στο μέλλον. «Όταν ήλθε ο κατάλληλος
καιρός – σημειώνει ο απόστολος Παύλος θεόπνευστα – έστειλε ο Θεός τον Υιό Του
να γεννηθεί από μία γυναίκα». Τη γυναίκα αυτή, την Παναγία Κόρη της Ναζαρέτ,
πρόσμεναν όλοι οι αιώνες. Σ’ αυτήν μόνον εκπληρώθηκαν οι προφητείες της Παλαιάς
Διαθήκης, και μάλιστα εκείνη του Πρωτευαγγελίου μετά την πτώση των προπατόρων:
«ο απόγονος της γυναίκας θα συντρίψει τον όφι-διάβολο». Κι ήταν η αλήθεια: στον
Ευαγγελισμό της Θεοτόκου εκπληρώθηκε το Πρωτευαγγέλιο.
Κι ο εν συνεχεία λόγος του Κυρίου έρχεται και
επιβεβαιώνει με τον καλύτερο τρόπο την παραπάνω πραγματικότητα. «Μακάριοι όσοι
ακούνε τον λόγο του Θεού και τον τηρούνε στη ζωή τους». Η Μάνα Του δηλαδή δεν
μακαρίζεται γιατί απλώς επιλέχθηκε για να γίνει η γέφυρα που θα έφερνε τον Θεό
στον κόσμο. Μακαρίζεται γιατί ήταν προσανατολισμένη ήδη από τα γεννοφάσκια της
στον λόγο του Θεού, στην αγάπη Εκείνου, στην υπακοή του αγίου θελήματός Του,
όπως είπαμε και παραπάνω. Η Μαριάμ, η οποία βρέθηκε ήδη τριετής μέσα στα Άγια
των Αγίων του Ναού, ζούσε ως άγγελος του Ουρανού, με απόλυτη προτεραιότητα της
ζωής της τον ίδιο τον Θεό – το «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της
ψυχής, εξ όλης της καρδίας, εξ όλης της καρδίας, εξ όλης της ισχύος» ήταν
το καθοδηγητικό στοιχείο που την συνείχε. Πώς λοιπόν να μη σαρκώσει τον Θεό ως
άνθρωπο, όταν Εκείνος βρήκε στο πρόσωπό της το κατοικητήριο που αναζητούσε; «Θα
κατοικήσω σ’ αυτούς και θα περπατήσω στην ύπαρξή τους, και θα είναι αυτοί λαός
μου και εγώ θα είμαι Θεός τους» ήταν η υπόσχεσή Του και η μικρή Μαρία υπήρξε το
«έδαφος» εκπληρώσεώς της – η θεοκοινωνία ήταν θα λέγαμε προδιαγεγραμμένη.
Κι αυτός ο προσανατολισμός κι αυτή η αγάπη προς τον Θεό
δεν ήταν για ένα διάστημα. Απαρχής μέχρι τέλους της ζωής της η Θεοτόκος ήταν
ένα «ναι» προς τον Υιό και Θεό της, που σημαίνει ότι ο μακαρισμός Του προς την
Παναγία Μάνα Του έβαινε διαρκώς και αυξανόμενος – μία βάτος καιομένη και μη
κατακαιομένη ήταν η καρδιά της από τη χάρη του Θεού. Και μαζί μ’ Εκείνον ο
μακαρισμός της θα επαναλαμβανόταν από την καρδιά και τα χείλη κάθε πιστού
μέλους Του, από τότε έως της συντελείας του αιώνος και επέκεινα. Εν πνεύματι το
προφήτεψε και η Ίδια: «Ιδού από του νυν θα με μακαρίζουν όλες οι γενιές των
ανθρώπων». Δεν υπάρχει χριστιανός που να χαρακτηρίζεται έτσι και η στάση του
απέναντι στην Παναγία να είναι στάση διαφορετική από ό,τι του Ίδιου του Θεού.
Η επιτατική επιβεβαίωση του μακαρισμού της απλής γυναίκας
από τον Κύριο για την Παναγία Μητέρα Του λειτουργεί ως φως κατευθυντήριο και
για κάθε πιστό: ξέρουμε πως η ακρόαση και η μελέτη του λόγου του Θεού που
καταλήγει σε εφαρμογή και πράξη ζωής φέρνει πλούσια τη χάρη του Θεού – ο Θεός
μας επαινεί και αναπαύεται στην καρδιά και όλη την ύπαρξή μας. Και δεν γίνεται
διαφορετικά, αφού ο Ίδιος ο Κύριος βεβαίωσε ότι μέσα στον λόγο Του και τις
εντολές Του περικλείεται τελικώς η παντοδύναμη ενέργειά Του. Η Εκκλησία μας
επιμένει σε κάθε εορτή της Θεοτόκου, πολύ περισσότερο στη μεγαλύτερη εξ όλων,
την Κοίμησή της, να μας υπενθυμίζει την αλήθεια αυτή. Γιατί ενδιαφέρεται όχι
απλώς να δοξολογούμε την Παναγία, αλλά να γινόμαστε κι εμείς μικρές Παναγίες,
γεγονός που συνιστά τη σπουδαιότερη δοξολόγησή Της.