23 Ιουλίου 2021

Ε, ΟΧΙ ΚΑΙ ΚΑΡΠΑΖΟΕΙΣΠΡΑΚΤΟΡΑΣ!

Η εντολή του Κυρίου «μη αντιστήναι τω πονηρώ, αλλ’  όστις σε ραπίσει επί την μίαν σιαγόνα στρέψον αυτώ και την άλλην» (μην αντισταθείτε στον πονηρό, αλλά όποιος σε ραπίσει στη μία σου σιαγόνα στρέψε σ’  αυτόν και την άλλη) προκαλεί αντιδράσεις σε πολλούς χριστιανούς, οι οποίοι αρνούνται να παίξουν τον ρόλο του «καρπαζοεισπράκτορα», καθώς λένε, κι ούτε να δεχτούν την έσχατη αδικία: όχι μόνο να μην αντιδράσουν στην πονηρή εναντίον τους στάση των άλλων αλλά να είναι έτοιμοι και να υποστούν και τα χειρότερα. Και πράγματι, με τη λογική και την όποια ανθρώπινη κατανόηση της δικαιοσύνης η εντολή του Κυρίου μοιάζει ανεδαφική, κυρίως όμως άδικη - στην πρόκληση της αδικίας κάθε ψυχή αντιδρά. Αλλ’ αυτό που φαίνεται λογικό και ανθρώπινα δίκαιο είναι και χριστιανικό; Η απάντηση, όσο περίεργο κι αν ακούγεται, είναι όχι. Διότι τότε θα έπρεπε να αρνηθούμε όλη τη θεία οικονομία της σωτηρίας εν προσώπω Ιησού Χριστού: μπορεί η λογική να «σηκώσει» την ενανθρώπηση του Θεού με τον τρόπο που έγινε και με τον τρόπο που εξελίχτηκε; Ή μπορεί η ανθρώπινη δικαιοσύνη να «σηκώσει» το βάρος της θείας δικαιοσύνης, κατά την οποία ο αθώος «τιμωρείται» και ο ένοχος σώζεται και δικαιώνεται; Πού πρέπει δηλαδή να θέσουμε τον Σταυρό του Κυρίου, αν κριτήριό μας είναι η λογική μας και η δικαιοσύνη μας;

Με άλλα λόγια η απάντηση στο καίριο αυτό ανθρώπινο δύσκολο ερώτημα βρίσκεται στην αγάπη του Θεού μας, όριο της οποίας είναι ο Σταυρός Του. Που θα πει: όταν κανείς αρχίζει να αγαπά τον συνάνθρωπό του κατά το πρότυπο του Χριστού, τότε ξεπερνά τις όποιες δεσμεύσεις της λογικής και τις αγκυλώσεις της δικής του έννοιας της δικαιοσύνης. Πώς; Ενισχυόμενος από τη χάρη του Θεού, την οποία έλαβε και λαμβάνει από τα μυστήρια της Εκκλησίας. Ο βαπτισμένος χριστιανός δηλαδή ως μέλος πια Χριστού, καθώς τρέφεται από το σώμα και το αίμα Εκείνου, παίρνει τη δύναμη να ζει σαν κι Εκείνον, όπως καθορίζεται τούτο από την εντολή Του: «Αυτή είναι η εντολή η δική μου, να αγαπάτε ο ένας τον άλλον, όπως εγώ σας αγάπησα. Μεγαλύτερη αγάπη από αυτή κανείς δεν έχει, ώστε να θυσιάσει κανείς τη ζωή του για χάρη των φίλων του». Και: «αγαπάτε τους εχθρούς σας» - μία χαρισματική υψηλή κατάσταση που δίνει όμως, πρέπει να σημειώσουμε, και το φως  της διάκρισης να εκφραστεί μερικές φορές η αγάπη και με άλλους τρόπους πέραν της φαινομενικής παθητικότητας!

Στο πνευματικό αυτό επίπεδο ο χριστιανός κατανοεί τον εαυτό του ως προέκταση και συνέχεια του Χριστού, προσβλέποντας πάντοτε και αδιάκοπα σ’ Εκείνον κι έχοντάς Τον ως διαρκή αναφορά και προοπτική Του – το κέντρο βάρους του εαυτού του δεν είναι ο κόσμος ο πεσμένος στην αμαρτία, αλλά ο ίδιος ο Θεός εν Χριστώ. Κι ακόμη: ξέρει ότι τα όποια δίκια του που δεν διεκδικεί γιατί τα έχει αναθέσει στον Κύριο, θα βρουν την απάντησή τους με τον τρόπο που Εκείνος μόνον καλύτερα από κάθε άλλον γνωρίζει. «Μην παίρνετε εκδίκηση για τους εαυτούς σας», λέει και πάλι ο λόγος του Θεού. Διότι «δική μου είναι η εκδίκηση, εγώ θα ανταποδώσω, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ». Ο χριστιανός έτσι, και μιλάμε εννοείται για τον αληθινό χριστιανό, τον άγιο, έχει εναποθέσει τα πάντα στον Κύριο κι αυτή του η πίστη στην Πρόνοιά Του τον καθοδηγεί και τον ησυχάζει.

Πέραν τούτου όμως: η εντολή «μη αντιστήναι τω πονηρώ» - κι είναι ευνόητο βεβαίως ότι μιλάμε για τον άνθρωπο που είναι πονηρός και όχι για τον Πονηρό διάβολο, μολονότι και για εκείνον από μία άποψη έχει ισχύ ο λόγος -  έχει και τη διάσταση τού να μην μπεις στο ίδιο επίπεδο με τον άνθρωπο αυτό. Γιατί ο πονηρός άνθρωπος, έχοντας μεγάλη εμπειρία της πονηρίας, θα σε οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στο δικό του επίπεδο. Πας να αντιπαλέψεις με τα ίδια όπλα του πονηρού, αλλά βεβαίως υπερισχύει όποιος έχει τη μεγαλύτερη εμπειρία. Οπότε, χαμένος «από χέρι» που λένε. Γι’ αυτό και η αντίδραση του χριστιανού είναι η μεγαλύτερη δύναμη: η ταπεινή αγάπη, η οποία κινητοποιεί την παντοδυναμία του ίδιου του Θεού. Θυμίζει κάπως η παραπάνω επισήμανση μία αγγλική παροιμία. Τι λέει; «Δεν πρέπει να παλεύεις με γουρούνια. Διότι και σε κυλούνε στη λάσπη και το απολαμβάνουν».

Η ΟΣΙΑ ΠΕΛΑΓΙΑ Η ΕΝ ΤΗΝῼ

«Ἀμέμπτως ἐβίωσας ἐν ἐγκρατείᾳ πολλῇ καὶ πόνοις ἀσκήσεως καὶ ἐν ἀγάπῃ θερμῇ, Πελαγία Θεόληπτε. Ὅθεν τὴν Θεοτόκον ἐπαλλήλως κατεῖδες, μηνύουσάν σοι Εἰκόνος τὴν ἀνεύρεσιν ταύτης. Ἣν πρέσβευε, Ἁγία Μῆτερ, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε» (απολυτίκιο ήχος δ΄).

(Έζησες άμεμπτα με πολλή εγκράτεια και ασκητικούς κόπους και με θερμή αγάπη, Πελαγία θεόληπτε. Γι’  αυτό είδες απανωτά τη Θεοτόκο, η οποία σου έστελνε μήνυμα για την ανεύρεση της εικόνας Της. Πρέσβευε σ’ Αυτήν, αγία Μητέρα, υπέρ αυτών που σε τιμούν).

Η αγία Πελαγία, κόρη του ιερέως Νικηφόρου, καταγόταν από την Τήνο (1752-1834) κι έζησε οσιακά από την παιδική της ηλικία. Το κοσμικό της όνομα ήταν Λουκία, ενώ όταν εισήλθε στο μοναχικό στάδιο σε ηλικία 15 ετών στο Κεχροβούνι της Τήνου, πήρε το όνομα της μοναχής θείας της Πελαγίας. Ως μοναχή αύξησε την εγκράτεια και τους ασκητικούς κόπους της, ενώ διακρινόταν για τον αγώνα της να βρίσκεται πάντοτε πάνω στις εντολές του Κυρίου, κυρίως την αγάπη. Γι’ αυτό και έγινε «δοχεῖον τοῦ Πνεύματος», με αποτέλεσμα να της εμφανιστεί όχι μία φορά η Κυρία Θεοτόκος, η οποία την καθοδήγησε για την εύρεση της αγίας εικόνας Της (30 Ιανουαρίου 1823) που ήταν θαμμένη σ’έναν αγρό στην πόλη της Τήνου. Το γεγονός κατέστησε την Τήνο ιερό νησί, ενώ η οσία χαριτώθηκε από τον Θεό να επιτελεί πλήθη θαυμάτων, και όσο ζούσε και μετά την κοίμησή της. Η αγιοκατάταξή της έγινε με συνοδική πατριαρχική πράξη στις 11 Σεπτεμβρίου 1970, ενώ η μνήμη της ορίστηκε να τιμάται στις 23 Ιουλίου, τότε που της εμφανίστηκε η Παναγία με όραμα.

Αξίζει να τονίσουμε από το απολυτίκιο της οσίας αυτό που τονίζει ο ιερός υμνογράφος της: η Πελαγία αξιώθηκε του οράματος της Παναγίας (σε ηλικία 73 ετών μάλιστα), όταν όλη η βιοτή της, ψυχή τε και σώματι, ήταν αφιερωμένη στον Κύριο, που θα πει στην εργασία των αγίων εντολών Του. Ποτέ δηλαδή δεν έχουμε γνήσια οράματα που προέρχονται από τον Θεό και τους αγίους Του, παρά μόνον αν συντρέχει προς τούτο η ζωή του πιστού χριστιανού. Διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οράματα και άλλες «αποκαλυπτικές» καταστάσεις έχουμε και από τον Πονηρό διάβολο, ο οποίος εκμεταλλεύεται ψυχές ταραγμένες και υπερήφανες, στις οποίες εμφανίζεται κατά τον απόστολο «ὡς ἄγγελος φωτός» με σκοπό να τις οδηγήσει στην απώλεια. Και δυστυχώς αυτές οι ψυχές τον πιστεύουν και χάνονται. Η οσία Πελαγία ήταν λοιπόν αφιερωμένη στον Κύριο, η χάρη του Θεού λειτουργούσε μέσα της λόγω της ταπείνωσής της, γι’ αυτό και την πρώτη και τη δεύτερη φορά που της εμφανίστηκε η Παναγία δεν «ενέδωσε» στο όραμα, θεωρώντας το αυτονόητο για έναν άγιο: «δεν είμαι άξιος να δω την Παναγία». Έτσι σκέφτεται και ενεργεί σε πρώτη φάση ο πραγματικός άγιος – νιώθει τη μικρότητα και την αμαρτωλότητά του. Όταν όμως πεισθεί από τη συνεχή πρόκληση του Θεού και των αγίων κι όταν μάλιστα τεθεί η πρόκληση, εν προκειμένω το όραμα, υπό την κρίση των πνευματικών της Εκκλησίας, τότε ναι, κάνει υπακοή και κινείται κατά την υπόδειξη της θεϊκής οπτασίας.

Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός διά των Αγίων Του εμφανίζεται σ’ εκείνους που είναι συντονισμένοι με τη δική Του ζωή, που «συγγενεύουν με τον Χριστό», για να θυμηθούμε τον μεγάλο σύγχρονο όσιο Παῒσιο τον αγιορείτη. Και συντονίζεται κανείς με τον Θεό μόνον όταν βρίσκεται στην πορεία υπακοής των αγίων Του εντολών, κατά τον λόγο της Γραφής: «ὁ τηρῶν τάς εντολάς τοῦ Θεοῦ, ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ».  Άνθρωπος που το δικό του θέλημα είναι η προτεραιότητά του και ο κανόνας της ζωής του, δεν υπάρχει περίπτωση να «δει» τον Θεό ούτε και κανέναν άγιο – δεν του το επιτρέπει η δική του «θεληματάρικη», δηλαδή εγωιστική, καθώς λένε ζωή. Να θυμηθούμε και πάλι στο σημείο αυτό την απάντηση του αγίου Σιλουανού του Αθωνίτου όχι σε κοσμικό άνθρωπο, αλλά σε καλόγερο, ο οποίος όμως ζούσε σύμφωνα προς τις επιθυμίες του και όχι προς το θέλημα του Θεού. Στην «αποκάλυψη» του καλόγερου στον όσιο ότι του εμφανίστηκε η Παναγία, εκείνος αμέσως αμφισβήτησε τη θεόθεν προέλευση του οράματος, ακριβώς με το σκεπτικό αυτό: «Η Παναγία εμφανίζεται μόνο σ’ αυτούς που είναι υπάκουοι σαν Εκείνην. Εσύ όμως ζεις κατά το δικό σου θέλημα». 

Στο πρόσωπο της αγίας Πελαγίας της Τηνίας ψαύουμε κυριολεκτικά την παρουσία του Θεού και την ευλογία της Παναγίας. Ας την παρακαλούμε να πρεσβεύει και για μας, ώστε το φρόνημά της, φρόνημα Χριστού, να γίνει και δικό μας.

22 Ιουλίου 2021

ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΜΕΤΡΑΕΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ: ΝΑ ΞΕΡΕΙΣ ΝΑ ΚΑΤΕΒΕΙΣ...

Εκατομμύρια άνθρωποι θαύμασαν και θαυμάζουν ακόμη τον σπουδαίο και γενναίο ορειβάτη Έντμουντ Χίλαρι από τη Νέα Ζηλανδία, όταν στις 29 Μαΐου του 1953 πάτησε πρώτος αυτός, μαζί μ’ έναν βοηθό του, την ψηλότερη κορυφή του κόσμου, το Έβερεστ (8.848 μέτρα). Έμπηξε έναν σταυρό μάλιστα στην κορυφή αυτή, κάθισαν για 15 λεπτά, ελλείψει οξυγόνου, και επέστρεψαν. Το εγχείρημά του ήταν μεγαλειώδες, για το οποίο και ανταμείφθηκε πολλαπλώς. Το εξόχως σημαντικό όμως ήταν αυτό που δήλωσε ο Χίλαρι έπειτα. «Κι άλλοι, απ’ ό,τι φάνηκε, έφτασαν κοντά στην κορυφή, αλλά τελικά δεν τα κατάφεραν. Γιατί εκείνο που μετράει κυρίως δεν είναι να ξέρεις μόνο να ανέβεις στην κορυφή, αλλά να ξέρεις και να κατέβεις. Στην κάθοδο δεν πρόσεξαν οι άλλοι κι έτσι δεν ολοκλήρωσαν την ορειβατική τους ενέργεια». «Να ξέρεις και να κατέβεις». Πόσο σπουδαία αλήθεια για όλους εκείνους που αγωνίστηκαν να φτάσουν κάπου «υψηλά», αλλά και που θα πρέπει να καταλάβουν, όταν έρθει η ώρα, ότι πρέπει και να κατέβουν. Κι η κάθοδος μάλιστα είναι εκείνη που φανερώνει το μεγαλείο του ανθρώπου: δείχνει την επίγνωση των ορίων του, το μέγεθος της αυτογνωσίας και της ταπείνωσής του, ακόμη και το ποιόν της αγάπης του – αφήνει χώρο για άλλους, νεώτερους ή και πιο ικανούς από αυτόν. Πόση σοφία και πόσος ρεαλισμός κρύβεται πράγματι πίσω από τη ρήση του σπουδαίου ορειβάτη - να ξέρουμε πότε να παραμερίσουμε, πότε έχει έρθει η ώρα να «κατέβουμε». Κι από πλευράς πνευματικής ίσως μπορεί να αξιοποιηθεί δεόντως – ας επιτραπεί η «αυθαίρετη» προέκταση -· γιατί αφού το μυστικό της «επιτυχίας» είναι στη γνώση της καθόδου, λοιπόν όσο κατεβαίνουμε, τόσο και θα επιτυγχάνουμε, δηλαδή όσο η ταπείνωση θα χαρακτηρίζει τη ζωή μας, τόσο και θα βλέπουμε τη χάρη του Θεού να μας ισορροπεί στη ζωή μας. Αυτό όμως χριστιανικά είναι η αληθινή άνοδος.

Η ΑΓΙΑ ΜΥΡΟΦΟΡΟΣ ΚΑΙ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΜΑΡΙΑ Η ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ

«Η αγία καταγόταν από τα Μάγδαλα στα όρια της Συρίας. Προσήλθε στον Χριστό και θεραπεύτηκε με τη χάρη Του από επτά δαιμόνια που την ενοχλούσαν. Τον ακολούθησε έκτοτε μέχρι το Πάθος Του κι έγινε Μυροφόρος, ενώ αξιώθηκε να δει πρώτη την Ανάσταση του Κυρίου, μαζί με την Παναγία Μητέρα Του, καθώς άκουσε γι’ αυτήν από άγγελο Κυρίου, και πάλι το πρωί από δύο αγγέλους «εν λευκοίς καθεζομένους». Και πάλι είδε τον Κύριο, νομίζοντάς Τον για κηπουρό, και άκουσε από Αυτόν «μη μου άπτου», μη μ’ αγγίζεις. Μετά λοιπόν τη θεία και αγία Ανάληψη, πήγε στην Έφεσο προς τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο και απόστολο, όπου εκεί οσίως κοιμήθηκε και ετάφη δίπλα στην είσοδο του σπηλαίου, στο οποίο οι άγιοι μακάριοι επτά παίδες είχαν κοιμηθεί. Ύστερα, επί Λέοντος του μακαριστού Βασιλιά, το λείψανό της ανακομίστηκε στη μονή του Αγίου Λαζάρου που ιδρύθηκε από τον Λέοντα, στην οποία ετησίως τελείται και η σύναξή της».

Προκαλεί συγκίνηση σε κάθε χριστιανό πιστό η μνήμη της αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής, η οποία αναδείχτηκε μυροφόρος και ισαπόστολος. Και τούτο γιατί εκτός του ότι έζησε την παρουσία του Κυρίου εν πνεύματι, όπως άλλωστε και όλοι οι άγιοι – παρουσία βεβαίως που είναι η ανώτερη δυνατή, αφού ζει κανείς τον Χριστό με τον τρόπο αυτό ως μέλος Του, δηλαδή στα όρια της ύπαρξής του – αυτή αξιώθηκε να Τον ζήσει και κατά την ιστορική Του παρουσία επί της γης, να Τον δει, να Τον ακούσει, να Τον παρατηρήσει, να Τον ψηλαφήσει και με τις σωματικές της αισθήσεις. Ό,τι συνέβη με άλλα λόγια με τους αποστόλους, οι οποίοι μάλιστα βαπτίστηκαν κατά την Πεντηκοστή με το άγιον Πνεύμα, το ίδιο συνέβη και με την αγία Μαγδαληνή, η οποία είχε πέραν αυτών και την εξαιρετική ευλογία να είναι φίλη και «αδελφή» με την ίδια την Παναγία μας. Αν η γνωριμία μας με έναν άγιο μάς κάνει να νιώθουμε ιδιαιτέρως ευλογημένοι και τιμημένοι, πόσο περισσότερο τούτο πρέπει να συμβαίνει και με την αγία Μαγδαληνή;

Γι’ αυτό και ο Κύριος, βλέποντας την ολοκάρδια ανταπόκρισή της στην προσφορά καταρχάς της χάρης Του, με την οποία την θεράπευσε από επτά ενοχλητικά δαιμόνια – ανταπόκριση που εκφράστηκε με την πιστή έκτοτε ακολουθία Του, ακόμη και μετά τον θάνατό Του – την τίμησε με το να γίνει η πρώτη, μαζί με την Παναγία Μητέρα Του, που δέχτηκε το μήνυμα της Ανάστασης, κι η πρώτη, στη συνέχεια, η οποία ευαγγελίστηκε το χαρμόσυνο τούτο γεγονός στους φοβισμένους και δυσπίστους μαθητές Του. Οι ύμνοι της Εκκλησίας τονίζουν πολλαπλώς αυτήν την τιμή της από τον Χριστό, όπως για παράδειγμα το δοξαστικό του εσπερινού της εορτής της, που λέει: «Πρώτη κατιδούσα την θείαν ανάστασιν, Μαρία η Μαγδαληνή,…πρώτη και ευαγγελίστρια εδείχθης…». Κι αλλού, στον όρθρο: «Γεγηθυία τον τάφον του Λυτρωτού έφθασας, πρώτη κατιδούσα την θείαν Κόρη Ανάστασιν. Ευαγγελίστρια, όθεν, εδείχθης βοώσα: ο Χριστός εγήγερται, χείρας κροτήσατε». Με χαρά έφτασες τον τάφο του Λυτρωτή, κι είδες πρώτη, Κόρη, τη θεία Ανάσταση. Γι’ αυτό αναδείχτηκες ευαγγελίστρια, φωνάζοντας δυνατά: ο Χριστός αναστήθηκε, κτυπήστε παλαμάκια.

Έτσι, η αγία Μαγδαληνή, έμεινε στην ιστορία και στη μνήμη της Εκκλησίας, μεταξύ των άλλων, και ως άγγελος των καλών ειδήσεων, ως εκείνη δηλαδή που μετέστρεψε την αθυμία των μαθητών σε ευθυμία – «την αθυμίαν αποθέμενοι, την ευθυμίαν αναλάβετε» - ως εκείνη που τα λόγια της υπήρξαν δροσιά κι αναψυχή στους μαθητές, που καίγονταν από τον καύσωνα της αθυμίας – «ρημάτων σου δροσισμώ, της αθυμίας τον καύσωνα εξήρας των μαθητών» - κάτι που βεβαίως συνέχισε με τη διδασκαλία και τη ζωή της, μέχρι την αγία τελευτή της. Και άφησε ισχυρό παράδειγμα και σε μας, να ξέρουμε ότι ο μόνος τρόπος για να φέρνουμε στους θλιμμένους συνανθρώπους μας την ευθυμία και να τους δροσίζουμε, ευρισκομένους μέσα στο οποιοδήποτε καμίνι των θλίψεων και των δοκιμασιών τους, είναι να ζούμε οι ίδιοι την ανάσταση του Χριστού με την καλή ζωή μας και αυτήν την αναστημένη ζωή μας να την καταθέτουμε ως μαρτυρία σ’ αυτούς.

 

21 Ιουλίου 2021

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ

Τό τελειότερο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος πλάστηκε γιά νά ζεῖ αἰώνια. Ὁ ἐγωισμός ὁδήγησε τόν ἄνθρωπο στήν πτώση καί ἡ πτώση ἔφερε ὡς συνέπεια τίς ἀσθένειες καί τόν θάνατο.

Ὁ Δημιουργός μας, γιά νά ἁπαλύνει τόν πόνο τῶν ἀνθρώπων ἀπό τίς ἀσθένειες, μᾶς χάρισε τήν ἰατρική ἐπιστήμη καί τά φάρμακα. Στήν Παλαιά Διαθήκη ὁ Προφήτης Ἠσαΐας μέ τήν βοήθεια τῆς τότε ἰατρικῆς, ἐθεράπευσε τόν Ἐζεκία.

Στήν Καινή Διαθήκη ἐξ ἄλλου, ὁ Ἴδιος ὁ Κύριός μας τονίζει τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης λέγοντας: «οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ, ἀλλ’ οἱ κακῶς ἔχοντες» (Ματθ. 9, 12), πού σημαίνει πώς ὅταν τό σῶμα ἀσθενεῖ, ὑπάρχει ἀνάγκη τῆς συνδρομῆς τῶν ἰατρῶν.

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἐπίσης, λίγο πρίν ἀπό τόν θάνατό του, μή ἀντέχοντας τούς πόνους τῆς ἀσθενείας του, ζήτησε ἰατρική φροντίδα στό Ἀρεταίειο Νοσοκομεῖο, ὅπου καί ἐκοιμήθη.

Ἀλλά καί ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ὁ Ἰατρός, πρωτοπόρος σέ ἰατρικά ἐπιστημονικά ἐπιτεύγματα, χάριζε καί ἐξακολουθεῖ καί μετά τήν κοίμησή του νά χαρίζει, μέ τήν δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, στούς ἀνθρώπους τήν ὑγεία τοῦ σώματος, ἀλλά καί τῆς ψυχῆς.

Στήν ἐποχή μας, ὁ Ὅσιος Πορφύριος ἀνεδείχθη ὁ κατ’ ἐξοχήν Ἅγιος τῶν Νοσηλευτικῶν Ἱδρυμάτων καί, γνωρίζοντας ὅσο κανείς ἄλλος τόν πόνο τῶν ἀσθενῶν, ζητοῦσε ἀπό τούς ἀνθρώπους νά προσεύχονται γιά τόν φωτισμό τῶν ἰατρῶν καί ὅταν τούς ἐπισκέπτεται ἡ ἀρρώστια νά ἀπευθύνονται σέ αὐτούς γιά βοήθεια.

Ἔτσι καί σήμερα, ἡ Ἐκκλησία ἐμπιστεύεται τήν ἐπιστημονική κοινότητα τῶν ἰατρῶν, ἡ ὁποία νυχθημερόν ἀγωνίζεται γιά τήν ἀπαλλαγή τῶν ἀνθρώπων ἀπό τήν θανατηφόρο πανδημία.

Μέ τόν φωτισμό τοῦ Θεοῦ καί τήν ἐπίπονη προσπάθεια τῶν ἐπιστημόνων ἐρευνητῶν, ἡ ἀνθρωπότητα ἔχει πλέον στήν διάθεσή της τό ἐμβόλιο, τό ὁποῖο εἶναι ἱκανό νά ὑψώσει τεῖχος στήν ἐξάπλωση τῆς πανδημίας.

Ἡ ἐλπίδα ἔχει ἀνατείλει γιά ἐπιστροφή στήν κανονικότητα, ἀλλά, κυρίως, γιά τήν ἀνεμπόδιστη συμμετοχή στά Θεῖα Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, μέ κορύφωση τήν Κοινωνία ὅλων μας κατά τό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας.

Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, γνωρίζοντας πώς ὁ ἐμβολιασμός ἀποτελεῖ μέγιστη πράξη εὐθύνης ἀπέναντι στόν συνάνθρωπο, συνιστᾶ σέ ὅλους, σέ συνεννόηση μέ τόν ἰατρό τους, νά ἀξιοποιήσουν τό δῶρο αὐτό πού μᾶς χάρισε ὁ Θεός, προκειμένου νά προστατεύσουμε τούς ἑαυτούς μας, ἀλλά καί κάθε ἄνθρωπο «ὑπέρ οὗ Χριστός ἀπέθανε» (Ρωμ. 14, 15).

Καί θέλει αὐθεντικῶς νά διαβεβαιώσει πώς αὐτό τό ἐμβόλιο δέν ἔρχεται σέ καμία ἀντίθεση μέ τήν Ἁγιογραφική, Πατερική καί Κανονική διδασκαλία τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας.

Ὁ φόβος γιά ὁτιδήποτε εἶναι πρωτόγνωρο συχνά δημιουργεῖ ἀντιδράσεις ἤ καχυποψία μέ ἀποτέλεσμα, πολλές φορές, νά ἀκούγονται φωνές, πού προκαλοῦν σύγχυση καί διαχωρισμό. Αὐτό ὅμως ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τό αἴτημα τοῦ Κυρίου μας, κατά τήν Ἀρχιερατική Του Προσευχή, «ἵνα πάντες ἕν ὦσι» (Ἰω. 17, 21).

Στήν δύσκολη αὐτή συγκυρία χρειάζεται πίστη, σύνεση, ταπείνωση, ὑψηλό αἴσθημα εὐθύνης, ἀλληλεγγύη, ἀγάπη πρός τόν Θεό καί πρός τόν πλησίον διότι ἐάν αὐτά ἐκλείψουν, ὁ φόβος κυριεύει τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων καί κατά τόν Προφήτη Δαβίδ «ἐκεῖ ἐδειλίασαν φόβῳ, οὗ οὐκ ἦν φόβος» (Ψαλμ. 13, 5).

Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Σᾶς καλοῦμε νά ἀκοῦτε τήν φωνή τῆς ἐπιστήμης καί τῶν εἰδικῶν, οἱ ὁποῖοι πάντοτε μέ ὑψηλό αἴσθημα εὐθύνης ἐνημερώνουν τούς πολίτες, προτείνοντας ἐνδεδειγμένες λύσεις προσαρμοσμένες στήν ἀντιμετώπιση τῶν δυσχερειῶν, πού κάθε φορά προκύπτουν.

Πολλές φορές, στά μέσα κοινωνικῆς δικτυώσεως προβάλλονται ἀβασάνιστα ἀπόψεις, οἱ ὁποῖες στεροῦνται ἐπιστημονικότητος, ἀλλά καί ἐκκλησιαστικοῦ πνεύματος.

Γι’ αὐτό ἐφιστοῦμε τήν προσοχή, ὑπενθυμίζοντας τά λόγια τοῦ Εὐαγγελιστοῦ τῆς Ἀγάπης Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου «μή παντί πνεύματι πιστεύετε, ἀλλά δοκιμάζετε τά πνεύματα εἰ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστιν» (Ἰω. Α΄, 4, 1).

Παιδιά μας,

Καλοῦμε ὅλους σέ πανστρατιά προσευχῆς, ἡ ὁποία ἄλλωστε ἀποτελεῖ καί τό κατ’ ἐξοχήν ὅπλο τῶν Χριστιανῶν, ὥστε μαζί καί μέ τήν τήρηση τῶν ἰατρικῶν ὁδηγιῶν καί μέ τήν βοήθεια τῶν ἐπιστημονικῶν ἐπιτευγμάτων, νά ἐκλείψει ἡ πανδημία καί ἡ ὀσμή θανάτου ἀπό τήν ἀνθρωπότητα καί ὅλοι ἑνωμένοι νά δοξάζουμε τόν Ἀρχηγό τῆς Πίστεώς μας, Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος ἦλθε σέ αὐτόν τόν κόσμο «ἵνα ζωήν ἔχωμεν καί περισσόν ἔχωμεν» (Ἰω. 10, 10).

Μετά τῆς ἐν Κυρίῳ ἀγάπης καί πολλῶν πατρικῶν εὐχῶν.

† Ὁ Ἀθηνῶν Ι Ε Ρ Ω Ν Υ Μ Ο Σ, Πρόεδρος
† Ὁ Μυτιλήνης, Ἐρεσσοῦ καί Πλωμαρίου Ἰάκωβος
† Ὁ Γουμενίσσης, Ἀξιουπόλεως καί Πολυκάστρου Δημήτριος
† Ὁ Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας Παντελεήμων
† Ὁ Διδυμοτείχου, Ὀρεστιάδος καί Σουφλίου Δαμασκηνός
† Ὁ Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης Ἀνδρέας
† Ὁ Ξάνθης καί Περιθεωρίου Παντελεήμων
† Ὁ Ἄρτης Καλλίνικος
† Ὁ Ἰλίου, Ἀχαρνῶν καί Πετρουπόλεως Ἀθηναγόρας
† Ὁ Ζακύνθου Διονύσιος
† Ὁ Κηφισίας, Ἀμαρουσίου καί Ὠρωποῦ Κύριλλος
† Ὁ Νέας Ἰωνίας, Φιλαδελφείας, Ἡρακλείου καί Χαλκηδόνος Γαβριήλ
† Ὁ Γλυφάδας, Ἑλληνικοῦ, Βούλας, Βουλιαγμένης καί Βάρης Ἀντώνιος

Ὁ Ἀρχιγραμματεύς
† Ὁ Ὠρεῶν Φιλόθεος

Ο... ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΜΟΝΗΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Η καλλιέργεια της πνευματικής ζωής, με την υπομονή στη βάση της, αλλά και στο ύψωμά της και στην κορυφή της, είναι μάλλον μονόδρομος στην οικογένεια. Να υπομένω χαρούμενα, γιατί αγαπώ τον σύντροφό μου, γιατί μπορώ να τον βοηθώ στην υπέρβαση της αδυναμίας του, γιατί μαζί μπορούμε να κερδίσουμε τον Παράδεισο, γιατί βρισκόμαστε μαζί, και μαζί με τον Χριστό, στο μεγάλωμα των παιδιών μας. Και τι μας  αποκαλύπτει τελικά η πορεία αυτή; Ότι η υπομονή αυτή μας κάνει έξυπνους. Έξυπνους όχι μόνον από πλευράς φυσικής – κι αυτό γίνεται, γιατί πιεζόμαστε να βρίσκουμε λύσεις μπροστά σε θεωρούμενα αδιέξοδα! – αλλά κυρίως από πλευράς πνευματικής. Τι εννοούμε; Η επιμονή στη σχέση, η εν επιγνώσει υπομονή, μας σπρώχνει αναντίρρητα σε έναν δρόμο διαρκούς αλλαγής. Πρόκειται για την αλλαγή του εαυτού μας, καθώς μας κάνει να υπερβαίνουμε τα εξογκώματα του χαρακτήρα μας, τις «γωνίες» μας να τις κάνουμε στρογγυλές. Υπάρχει περίπτωση να είναι κανείς χριστιανός, είτε καλόγερος είτε έγγαμος, και να θεωρεί ότι η μονολιθικότητα του χαρακτήρα του είναι το θεμέλιο της ζωής του; Μονολιθικός είναι μόνον ο εγωιστής άνθρωπος, που νομίζει πως ό,τι έχει ως δική του συνήθεια, ως δική του ανάγκη και αδυναμία, αυτό και θα συνεχίζει εσαεί, έχοντας τον υπηρέτη του, δηλαδή τον σύντροφό του.

Καταλαβαίνουμε όμως ότι αυτό είναι δαιμονικό. Χριστιανός σημαίνει διαρκής κίνηση αλλαγής, πορεία εν Χριστώ, προκειμένου να βρίσκεται πάντοτε και αδιάκοπα στον δρόμο του Χριστού, δηλαδή στον δρόμο της αγάπης και της ταπείνωσης, που θα πει στον δρόμο της υπομονής. Υπομονή και ετοιμότητα αλλαγής του εαυτού μας είναι έννοιες παράλληλες και αιτιωδώς συσχετισμένες. Η μία παραπέμπει στην άλλη. Πώς το λέει ένα παλιό όμορφο τραγούδι; «Ρούχα μαζί που πλύθηκαν κι έχουνε γίνει ροζ». Είναι τυχαίο που όσιοι ασκητές του Αγίου Όρους, όταν ερωτώνται συνήθως από εγγάμους τι να κάνουν για την πνευματική τους προκοπή, εισπράττουν ως απάντηση: «εσείς οι έγγαμοι έχετε τους δικούς σας Γέροντες. Κι αυτοί κυρίως είναι οι γυναίκες σας και τα παιδιά σας». Ό,τι υπακοή καλείται να κάνει ένας υποτακτικός στον Γέροντά του στο μοναστήρι, την ίδια – τηρουμένων των αναλογιών – καλείται να κάνει και ένας έγγαμος έναντι του ή της συντρόφου και συζύγου. «Ὑποτασσόμενοι ἀλλήλοις ἐν φόβῳ Χριστοῦ», σημειώνει ο απόστολος. Υπακοή σημαίνει όμως ξεκούνημα, αλλαγή, πέρασμα σε κάτι άλλο που ζητά ο/η σύζυγος, το οποίο φέρνει στην κατεξοχήν αλλαγή, που είναι το κράτημα στον δρόμο του Χριστού, τον δρόμο της αγάπης.

ΟΙ ΟΣΙΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΜΕΩΝ Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ

«Οι άγιοι κατάγονταν από την Έδεσσα της Συρίας κι έζησαν επί βασιλείας Ιουστίνου του νέου. Κινούμενοι από θείο πόθο έφτασαν στα Ιεροσόλυμα, κι αφού προσκύνησαν το Τίμιο Ξύλο του Σταυρού, πήγαν στο μοναστήρι του αγίου Γερασίμου, για να γίνουν καλόγεροι. Πράγματι έλαβαν το σχήμα το μοναχικό από τον ηγούμενο Νίκωνα, αλλά πριν τη συμπλήρωση επτά ημερών, έφυγαν και κατοίκησαν στην έρημο, όπου και παρέμειναν επί σαράντα ολόκληρα χρόνια, ζώντας με μεγάλη άσκηση και σκληραγωγία. Έπειτα, ο μεν Ιωάννης παρέμεινε εκεί, ενώ ο μακάριος Συμεών επέστρεψε στην αγία Πόλη, παρακαλώντας στην προσευχή του να ζήσει εντελώς αφανής, γι’ αυτό και αφού προσποιήθηκε ότι είναι μωρός, έφτασε στην πόλη της Εμέσης. Στην κατάσταση αυτή της προσποίησης της σαλότητας έκανε πολλά θαύματα κι έπειτα αναπαύθηκε εν Κυρίω. Μετά το τέλος του όμως έγινε φανερό ένα ακόμη από τα θαύματά του, το οποίο και αναφέρουμε: Καθώς τον οδηγούσαν για να τον θάψουν δύο άνδρες, χωρίς καμία φροντίδα, χωρίς καθαρισμό και χωρίς θυμιάματα και ψαλμωδίες, έτυχε να περάσουν κάτω από τον οίκο ενός Εβραίου. Εκείνη την ώρα λοιπόν που περνούσε το λείψανο του αγίου, ακούστηκαν γλυκύτατες δοξολογίες από πλήθος ανθρώπων, σαν να τον προέπεμπαν και να τον περιτείχιζαν όλοι αυτοί, τόσο που ο Εβραίος έσκυψε να δει τι γίνεται. Αυτός τότε είδε ότι προπέμπεται ο Συμεών, κρατούμενος μόνον από δύο φτωχούς άνδρες, οπότε είπε: «Είσαι μακάριος, σαλέ, γιατί μη έχοντας ανθρώπους να σε ψάλουν, είχες επουράνιες Δυνάμεις να σε τιμούν με ύμνους». Αμέσως τότε κατέβηκε και με τα ίδια του τα χέρια τον φρόντισε και τον κήδευσε. Μετά από ημέρες, ήλθε ο φίλος και συνασκητής του Ιωάννης, που τον βρήκε να έχει εκδημήσει προς τον Κύριον».

Το θαυμαστό και παράδοξο από το συναξάρι των οσίων αυτών δεν εξαντλείται ίσως στη διά Χριστόν σαλότητα του Συμεών: όντως, η επιλογή αυτού του δρόμου – της σαλότητας – ως τρόπου τελειώσεως του ανθρώπου είναι πέραν αυτών που γνωρίζουμε από τη συνήθη πνευματική ζωή των αγίων. Είναι, θα λέγαμε, μία νόμιμη οδός «παρανομίας». Γι’ αυτό και δεν μπορούν οι περισσότεροι να ακολουθήσουν ουδ’ επ’ ελάχιστον την οδό αυτή, ενώ όσοι την ακολούθησαν ανήκουν σε μία πολύ μικρή ομάδα, που έλαβαν από τον Θεό το χάρισμα τούτο. Εκείνοι οι οποίοι χωρίς την ιδιαίτερη κλήση από τον Θεό θέλησαν να υπάγουν «εμπαίξαι τον κόσμον», διεπίστωσαν πολύ σύντομα ότι απατήθηκαν από τον διάβολο και εμπαίχτηκαν από αυτόν.

Αιτία για τον δαιμονικό εμπαιγμό τους ήταν το γεγονός ότι μάλλον δεν μέτρησαν σωστά τις αντοχές τους. Η σαλότητα απαιτεί τεράστια ψυχική δύναμη, εκτός από αυτήν που δίνει η χάρη του Θεού, διότι ο εμπαίζων τον κόσμο σημαίνει ότι έρχεται αντιμέτωπος με την ενυπάρχουσα στον άνθρωπο ανάγκη κοινωνίας με τους άλλους ανθρώπους – ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από τον Θεό να είναι κοινωνικό ον. Πρέπει ο διά Χριστόν σαλός να έχει βάλει τον εαυτό του στο κατώτερο δυνατό σημείο σε σχέση με τους άλλους, να ζει δηλαδή ορθά την κατά Χριστόν ταπείνωση, για να μη «διαλυθεί» ψυχικά από την περιφρόνηση των ανθρώπων που συνοδεύει μία τέτοια επιλογή ζωής. Κι αυτό σημαίνει ότι ένας τέτοιος άνθρωπος νιώθει διαρκώς συνδεδεμένος με τον Θεό, ο Οποίος Αυτός μόνος τον στηρίζει και τον παρηγορεί.

    Είπαμε, όμως, ότι δεν είναι η σαλότητα του αγίου Συμεών το μόνο θαυμαστό και παράδοξο από τη ζωή και των δύο αγίων. Θαυμαστό και παράδοξο είναι και το γεγονός ότι ούτε επτά ημέρες δεν πέρασαν από την κουρά τους σε μοναχούς, κι οι άγιοι εγκατέλειψαν το μοναστήρι τους για να πάνε στα ενδότερα της ερήμου και να μονάσουν. Γιατί είναι παράδοξο τούτο; Διότι κατά την κανονική παράδοση της Εκκλησίας μας και την κανονική πνευματική ζωή, ένας μοναχός για να φύγει και να μονάσει μόνος, πρέπει να έχει διέλθει αρκετά έως πολλά χρόνια μοναχικής ζωής σε κοινόβιο. Διαφορετικά, τον παραλαμβάνει ο διάβολος και τον εμπαίζει και στη φάση αυτή. Στην κανονικότητα όμως υπάρχουν πάντοτε και οι εξαιρέσεις. Και στους αγίους βλέπουμε πράγματι την εξαίρεση. Προφανώς, ήταν τέτοια η αγάπη τους στον Θεό, ενεργούσε τόσο θαυμαστά η χάρη Του στην καρδιά τους, ώστε έλαβαν πληροφορία για την έξοδό τους αυτή.

Μα, υπάρχει και τρίτο θαυμαστό και παράδοξο στη ζωή τους, και μάλιστα από το συναξάρι του αγίου Συμεών: ο Θεός θέλησε να φανερώσει τη μεγάλη αγιότητά του όχι σε έναν ή περισσοτέρους χριστιανούς, αλλά σε έναν Εβραίο. Δεν είναι βεβαίως το σύνηθες. Προφανώς όμως και πάλι, ο Εβραίος αυτός δεν ήταν τυχαίος άνθρωπος. Πρέπει να ήταν καλοδιάθετος, όχι φανατισμένος, με γνησιότητα αναζήτησης της αλήθειας, γι’ αυτό και ο Θεός τον κάλεσε στη χριστιανική πίστη μέσα από το θαυμαστό περιστατικό της εξοδίου πορείας του Συμεών, τον οποίο φαίνεται ότι γνώριζε, αλλ’ ως σαλό. «Τις έγνω νουν Κυρίου ή σύμβουλος αυτού εγένετο;» Ο Θεός είναι ο κατεξοχήν εφευρετικός στις κλήσεις των ανθρώπων, γιατί βεβαίως είναι ο μόνος «γινώσκων τα εγκάρδια». Με άλλα λόγια η παραδοξότητα της ζωής των αγίων αυτών, και μάλιστα του Συμεών, συνεχίστηκε και μετά τον θάνατό του.

    Θαυμάζουμε τον τρόπο ζωής των αγίων Ιωάννη και Συμεών του διά Χριστόν σαλού. Δεν μπορούμε όμως να ακολουθήσουμε τη συγκεκριμένη τους επιλογή. Ιδιαιτέρως το χάρισμα της διά Χριστόν σαλότητας στην εποχή μας παρα…είναι σπάνιο, διότι, ίσως, όπως έλεγε και ο μακαριστός γέροντας Παΐσιος, η εποχή μας βρίθει γενικώς σαλών. Η αγάπη τους όμως προς τον Θεό και η τεράστια ταπείνωσή τους, ναι, είναι αρετές που πρέπει πάντοτε να έχουμε κατά νου και ενώπιόν μας.