10 Νοεμβρίου 2021

Ο ΟΣΙΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ Ο ΚΑΠΠΑΔΟΚΗΣ

Τον όσιο Αρσένιο τον Καππαδόκη, τον Χατζεφεντή, τον γνωρίσαμε κυρίως από το βιβλίο που έγραψε γι’  αυτόν ο άλλος όσιος της εποχής μας, Γέρων Παῒσιος αγιορείτης. Ήταν εκείνος που «γοήτευσε» τον όσιο Παῒσιο  από μικρό παιδί, ήδη από τον τόπο της κοινής καταγωγής τους, τα Φάρασα της Καππαδοκίας, και θέλησε γι’  αυτό να ακολουθήσει τα δικά του χνάρια ζωής και να γίνει καλόγερος, πλήρως αφιερωμένος στον Θεό. Κι ίσως η στροφή αυτή του Γέροντος Παϊσίου για την καλογερική ζωή, πλην της δικής του κλίσης, να οφείλετο σ’  ένα βαθμό και στη δύναμη προσευχής του αγίου Αρσενίου, ο οποίος στο πρόσωπο του μικρού Φαρασιώτη (μετέπειτα αγίου Παϊσίου, γιου του Προέδρου τότε των Φαράσων Πρόδρομου Εζνεπίδη), είδε τον δικό του διάδοχο, καθώς μάλιστα εξέφρασε τούτο και την ώρα της βάπτισης του παιδιού -  είναι γνωστό ότι την ώρα της ονοματοδοσίας «υποχρέωσε» τον νονό αντί του ονόματος Χρήστος να πει το δικό του όνομα Αρσένιος.  Ο πόθος του αγίου Παϊσίου να γράψει τον βίο του αγίου Αρσενίου σφηνώθηκε μέσα του από πολλά χρόνια πριν μέχρις ότου γίνει τούτο πραγματικότητα. Κι όταν είχε συλλέξει πια αρκετά στοιχεία – που με τον καιρό αυξάνονταν μετά από έρευνες δικές του και άλλων γνωστών του – και ολοκλήρωσε κατά κάποιον τρόπο το βιβλίο, ο άγιος Αρσένιος μετά από θαυμαστική παρουσία του «επικρότησε» το έργο του μαθητή και «διαδόχου» του.

Το γεγονός ότι ένας άγιος γράφει για έναν άλλον άγιο δείχνει τη σοβαρότητα του εγχειρήματος και δίνει την εσωτερική πληροφορία ότι αυτό που γράφεται είναι έγκυρο κι έχει τη σφραγίδα του Πνεύματος του Θεού. Αυτό δεν συμβαίνει διαχρονικά μάλιστα στην Εκκλησία μας; Πόσοι άγιοι έγραψαν για προγενεστέρους αυτών, όπως ο άγιος Αθανάσιος για παράδειγμα για τον όσιο Αντώνιο τον μεγάλο; Αναπαύεται λοιπόν η ψυχή μας, καθώς διεξερχόμαστε τον βίο του αγίου Χατζεφεντή, γινόμενοι μέτοχοι της χάρης που ζούσε ο βιογράφος του με την έκθεση των μαρτυριών που συνέλεξε. Δεν θέλουμε να επεκταθούμε ιδιαιτέρως στον βίο αυτό – είναι πολύ εύκολο να τον αναζητήσει κανείς και να τον εύρει, καθώς μάλιστα δεν έχει μεγάλη έκταση – όσο να σταθούμε σε κάποιο σημείο που θίγει ο άγιος Παῒσιος από τη ζωή του νεώτερου αυτού οσίου Καππαδόκου.

Το μόνο που θα θέλαμε ίσως να πούμε από τα βιογραφικά του είναι ότι γεννήθηκε το 1840 στα Φάρασα, από μικρός ένιωσε τη χάρη των αγίων που τον έστρεψαν στον πόθο του Θεού, σπούδασε γιατί είχε σπουδαίο χωρητικό νου, χειροτονήθηκε κληρικός και υπήρξε δάσκαλος στα παιδιά των χωριών της περιοχής του, επέδειξε ως κληρικός σπάνια θυσιαστική διάθεση έναντι του ποιμνίου του και όχι μόνο, χαριτώθηκε από τον Θεό με προορατικό και θαυματουργικό χάρισμα που το γεύονταν Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι, είχε έντονο πατριωτισμό ώστε να πρωτοστατεί στη διακράτηση και καλλιέργεια του εθνικού αισθήματος των Ελλήνων που ήταν βουτηγμένοι μέσα στην Τουρκιά, ήταν ατρόμητος και θαρραλέος σαν λιοντάρι, κι όλα αυτά μέσα σε μια σκληρή ασκητικότητα ως προς τον εαυτό του που εκφραζόταν αδιάκοπα ως βαθιά ταπείνωση (αγωνιζόταν διακαώς να κρυφτεί με ένα είδος σαλότητας) και απέραντη αγάπη προς όλους. Το 1924 αναγκάστηκε κι αυτός μαζί με τους άλλους Φαρασιώτες να φύγει από την πατρίδα του και να καταφύγει στη Μεγάλη Πατρίδα, την Ελλάδα, όπου φτάνοντας στην Κέρκυρα, μετά από σαράντα ημέρες, όπως είχε προφητεύσει, παρέδωσε την αγιασμένη του ψυχή στα χέρια του Δημιουργού του. Το 1958 ο άγιος Παῒσιος έκανε την ανακομιδή των λειψάντων του και τα πήγε στην Κόνιτσα και έπειτα στη Θεσσαλονίκη, ενώ το Οικουμενικό Πατριαρχείο τον Φεβρουάριο του 1986 τον ενέταξε επισήμως στις δέλτους των αγίων της Εκκλησίας.

Ποιο το σημείο που θέλουμε να σταθούμε; Σ’ αυτό που γράφει ο όσιος Γέρων Παῒσιος από την ποιμαντική δράση του αγίου Αρσενίου, όταν μετά κυρίως από τις θείες λειτουργίες μάζευε τους Φαρασιώτες και μάλιστα τους μεγαλυτέρους στην ηλικία, προκειμένου να τους μιλάει για θέματα του Ευαγγελίου, για βίους αγίων, για ιστορίες ακόμη και από την Παλαιά Διαθήκη. Ο τρόπος και η διαδικασία της ποιμαντικής του είναι αξιοπρόσεκτη, που αποκαλύπτει το ύψος της διάκρισής του και της αγιότητάς του.

«Όταν (ο άγιος Αρσένιος) έβλεπε μερικά γεροντάκια να ανησυχούν, όσες φορές η διήγηση ήταν μεγάλη, και ήθελαν να καπνίσουν, ο ίδιος σηκωνόταν και τους έφερνε καπνό και τους ανάπαυε σ’  αυτές τις περιπτώσεις∙ κι έτσι είχαν διάθεση να καθήσουν και να ακούν με προσοχή, για να τα διηγηθούν και αυτοί ύστερα ο καθένας στο σπίτι του ή στη γειτονιά του».

Θα έλεγε κανείς ότι ο άγιος θα θύμωνε που έβλεπε την ανησυχία των γερόντων προκειμένου να ικανοποιήσουν ένα πάθος τους. Κι ίσως δικαιολογημένα: κήρυττε τον λόγο του Θεού, επιχειρούσε να τους ανεβάσει σε ανώτερο πνευματικό επίπεδο, να τους κάνει δηλαδή μετόχους της χάρης του Θεού, ενώ εκείνοι κινούνταν σε επίπεδο «σαρκικό». Δεν προκαλεί έναν εργάτη του Θεού το επίπεδο αυτό; Διότι φανερώνει ότι η προτεραιότητα των ανθρώπων αυτών είναι τα υλικά και επίγεια, είναι τα πάθη τους και όχι ο Θεός και ο λόγος Του. Αλλά ο άγιος ήταν προσγειωμένος και κατανοούσε βαθιά την ανθρώπινη φύση. Ήξερε δηλαδή πως όταν κάποιος έχει υποχωρήσει σ’ ένα πάθος του, και μάλιστα επανειλημμένως, τότε το πάθος αυτό λόγω της συνήθειας αποκτά ένα βάθος μεγάλο στην ψυχή του ανθρώπου, βγάζει ρίζες και στερεώνεται τόσο που καθίσταται σχεδόν αδύνατο να εξαλειφθεί. Δεν είναι τυχαίο που οι πιο φιλόσοφοι της ζωής λένε πως το πάθος γίνεται δεύτερη φύση στον άνθρωπο – η εξάλειψή του μοιάζει με «θάνατο» του ανθρώπου και προκαλεί τη μέγιστη οδύνη. Ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος για παράδειγμα συχνά υπενθύμιζε ότι δεν πρέπει να συνηθίζουμε να υποχωρούμε στα πάθη μας, γιατί η συνήθεια αυτή καθίσταται δεύτερη φύση μας. «Μή συνήθιζε ἧτταν ἐν πολέμῳ. Ἡ γάρ συνήθεια δευτέρα φύσις ἐστίν». Οπότε, ο άγιος Αρσένιος κατανοούσε την οδύνη και την «ανησυχία» των εθισμένων στο τσιγάρο γερόντων.  Και να ήθελαν να το κόψουν, δεν μπορούσαν διαμιάς.

Κι η κατανόησή του αυτή, καρπός όχι απλώς μιας παιδαγωγικής αρχής αλλά ενός «παροξυσμού αγάπης» κατά τον λόγο του αποστόλου «κατανοῶμεν ἀλλήλους εἰς παροξυσμόν ἀγάπης», τον έκανε όχι μόνο να ανέχεται την αδυναμία τους, αλλά να σπεύδει ο ίδιος να την ικανοποιήσει  – έφερνε τον καπνό τους. Γιατί; Διότι αφενός (ιδίως με τα δεδομένα της τότε εποχής) το τσιγάρο μπορεί να ήταν πάθος όχι όμως θανάσιμο – θεωρείτο μία απλή απόλαυση του ανθρώπου –, αφετέρου έβλεπε ότι ήταν καλοδιάθετοι άνθρωποι, με αγάπη προς τον Θεό, τόσο που όχι μόνο αποδέχονταν τις αγιωτικές ιστορίες του με προσοχή, αλλά μετέπειτα δρούσαν και ιεραποστολικά μεταφέροντάς τις και σε άλλους στην οικογένειά τους αλλά και ευρύτερα. Και το δεύτερο αυτό ασφαλώς θα έκανε τον άγιο να ελπίζει και για την υπέρβαση του συγκεκριμένου πάθους τους. Διότι όταν κανείς είναι προσανατολισμένος προς τον Θεό, τότε Εκείνος δίνει τη δύναμη σταδιακά να απεμπλέκεται από όποια αδυναμία του. Η πνευματική ζωή θέλει όπως λέμε «ρέγουλα». Τα πάθη «κόβονται» σιγά-σιγά, στον βαθμό που ο άνθρωπος κινείται προς τον Θεό. Και όπως όταν ξεκινάει κανείς να τρέχει, στην αρχή έχει μία μικρή ταχύτητα, η οποία σταδιακά αυξάνει, το ίδιο και στα πνευματικά: κάνει κάποιος κάποια μικρά δειλά βήματα και κατά την αναλογία της αγάπης του προς τον Θεό τα βήματα γίνονται άλματα, τα άλματα μπορεί να γίνουν τρέξιμο με φτερά. Υπάρχουν βεβαίως και οι εξαιρετικές περιπτώσεις που κάποιος πληγώνεται τόσο πολύ από την αγάπη του Χριστού, ώστε διαμιάς να φτάσει στο απόλυτο γι’ αυτόν δυνατό, σαν τον ευγνώμονα ληστή δίπλα στον Χριστό ή σαν την οσία Παϊσία που έφερε σε μετάνοια ο όσιος Ιωάννης ο Κολοβός (Γεροντικό). Αλλά μιλάμε για τις πιο συνηθισμένες περιπτώσεις και όχι για τις εξαιρέσεις, όπου «η μία ώρα της μετανοίας γίνεται δεκτή από τον Θεό περισσότερο από τη μετάνοια πολλών που επιμένουν πολύ καιρό σ’ αυτήν, γιατί δεν δείχνουν τη θερμότητα που πρέπει».

Ο άγιος Αρσένιος είναι μία δωρεά του Θεού στον σύγχρονο κόσμο. Η αγάπη του, η διάκρισή του, η συνεχής θαυματουργία του λόγω της «πεπαρρησιασμένης» ενώπιον του Θεού ψυχής του, αποτελούν ακτίνες της χάρης του Θεού που δρουν θεραπευτικά στον ταλαιπωρημένο από την αμαρτία κόσμο μας. Κι όπως γράφει ο όσιος Παῒσιος περί το τέλος του βιβλίου του για τον άγιο «τώρα πια ο Χατζεφεντής (Πατήρ Αρσένιος) δεν τρέχει με τα πόδια και δεν λαχανιάζει, για να προλαβαίνη τους αρρώστους, να τους διαβάζη την ανάλογη ευχή και να τους θεραπεύει, αλλά πετάει άνετα σαν Άγγελος από τη μια άκρη του κόσμου στην άλλη και μπορεί να προλαβαίνη όλους τους πιστούς, που τον επικαλούνται με ευλάβεια».  

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΟΡΕΣΤΗΣ

«Αυτός ο άγιος ήταν από την πόλη των Τυάνων της Καππαδοκίας. Επειδή ομολογούσε την πίστη του στον Χριστό, συνελήφθη από τον ηγεμόνα Μαξιμίνο, επί της βασιλείας του Διοκλητιανού. Επειδή δεν πείσθηκε να θυσιάσει στα είδωλα, αλλά με παρρησία ομολογούσε τον Χριστό ως Θεό, κτυπιέται με ράβδους τόσο δυνατά, ώστε τα έγκατα των σπλάγχνων του να αποσπασθούν και να φαίνονται από έξω. Μετά από αυτό οδηγήθηκε στον ναό των ειδώλων. Αυτός τότε με ένα απλό φύσημά του στα είδωλα τα έκανε να γίνουν αμέσως σαν σκόνη. Έπειτα παραδόθηκε στη φυλακή και μετά από επτά ημέρες παραστάθηκε στο βήμα του Μαξιμίνου. Και πάλι, επειδή αναγκάστηκε να θυσιάσει και δεν πείστηκε, του τρυπήσανε τους αστραγάλους με μεγάλα καρφιά και τον πρόσδεσαν με αλυσίδες σε άγριο άλογο, που έτρεχε με πολλή βία, κι αφού τον έσυρε εικοσιτέσσερα μίλια από την πόλη των Τυάνων, παρέδωσε το πνεύμα».

Η στερεότητα και η πνευματική δύναμη της ψυχής του αγίου μάρτυρα Ορέστη είναι εκείνο που κατεξοχήν τονίζεται στην ακολουθία του από τον εκκλησιαστικό ποιητή. Ο μάρτυρας, κατ’  αυτόν, έχει τέτοια και τόση ρώμη εσωτερική, ώστε ο θεωρούμενος πανίσχυρος τύραννος δεν τολμούσε ούτε να υπομείνει το φέγγος των λόγων του. «Ρημάτων σου αντιβλέψαι τω φέγγει ο τύραννος…ουκ ίσχυσεν».  Αιτία της δυνάμεως αυτής του αγίου βεβαίως δεν ήταν άλλο από τη δύναμη που του έδινε το άγιο Πνεύμα, ο ίδιος ο Χριστός, πάνω στην πέτρα της αγάπης του Οποίου είχε στηρίξει και την ύπαρξή του. Οι ύμνοι επ’  αυτού είναι υπέροχοι: «Οι χείμαρροι των βασάνων που σωρεύτηκαν  δεν μπόρεσαν να σείσουν τον πύργο της ψυχής σου, μακάριε μάρτυρα Ορέστη. Διότι είχε στηριχτεί πάνω στην πέτρα της αγάπης του Κυρίου, αξιοθαύμαστε».

Ο άγιος υμνογράφος βλέπει με πνευματικό τρόπο και το μαρτυρικό τέλος του αγίου. Ενώ σύρεται από το άλογο και παραδίδει έτσι δεινώς βασανιζόμενος την αγία ψυχή του, γίνεται λόγω της αιτίας του μαρτυρίου του – της αγάπης του προς τον Χριστό – ο ίδιος ένα άρμα: τρέχει στον αγώνα αυτό, φέροντας επάνω και μέσα στην καρδιά του τον ίδιο τον Χριστό, με αποτέλεσμα να φτάσει χαίροντας στο όριο της πνευματικής αυτής αρματοδρομίας, την βασιλεία του Θεού. «Έγινες άρμα του Λόγου του Θεού, του Χριστού, παμμακάριστε, και τον είχες να είναι σαν σε όχημα επάνω σου. Γι’  αυτό, αφού δέθηκες σε άλογα, από τους πονηρούς, από το βίαιο σύρσιμο εξέπνευσες και έφθασες με χαρά προς τη βασιλεία του Θεού».  Είναι η ίδια αλήθεια που τονίζει κάθε φορά η Εκκλησία μας, όταν αναφέρεται στα μαρτύρια των αγίων: ενώ φαίνονται οι ηττημένοι και οι εξαθλιωμένοι, στην πραγματικότητα είναι οι θριαμβευτές, εκείνοι που έχουν τον τελικό και απόλυτο λόγο.

Ένας ύμνος του κανόνα του αγίου δίνει και την εξήγηση του παράδοξου φαινομένου: πώς δηλαδή ο «αδύναμος» άγιος τελικώς κατισχύει των «δυνατών». «Ο θεϊκός πόθος για τον Χριστό – λέει - σε κατάκαψε, μάρτυς πανάριστε, και σε έκανε δυνατό, έτσι ώστε να καταφλέγεις την εύκολη να καεί ύλη της μανίας των ειδώλων». Σαν φωτιά  ο άγιος κατέκαψε το ξερόχορτο της ειδωλολατρίας. Η συγκεκριμένη εικόνα του αγίου υμνογράφου δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη. Διότι πέραν του γεγονότος ότι προβάλλει τη δύναμη πράγματι ενός μάρτυρα, δύναμη στην ουσία του ίδιου του Χριστού, επισημαίνει την παντελή αδυναμία της κοσμικής δύναμης. Η ειδωλομανία εν προκειμένω είναι η όποια κυριαρχική δύναμη στον κόσμο, που δεν λαμβάνει υπόψη της τον αληθινό Θεό. Συνεπώς δεν αναφέρεται μόνον στην εποχή εποχή, αλλά και σε κάθε εποχή, και στη δική μας. Όπου υπάρχουν δυνάμεις που φαίνονται ισχυρές και τεράστιες, αλλά δρουν χωρίς αγάπη, χωρίς δηλαδή την παρουσία του Θεού, η όποια θεωρούμενη δύναμή τους είναι μία σκιά, ένα κυριολεκτικά ξερόχορτο. Είναι αυτό που μαρτυρεί ο λόγος του Θεού, ότι δηλαδή ο κοσμοκράτορας διάβολος είναι ένας ηττημένος άρχοντας, ένας ήδη «τελειωμένος», που απλώς είναι θέμα ολίγου χρόνου μπροστά στον Χριστό να χαθεί με ένα απλό φύσημά Του, όπως ένας ιστός αράχνης.

Πόσες αυτοκρατορίες δεν υπήρξαν που θεωρούνταν κραταιές και «αιώνιες»; Πού είναι η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία; Χάθηκε. Πού είναι και η Βυζαντινή ακόμη αυτοκρατορία; Κι αυτή κατέπεσε, λόγω «των αμαρτιών» της. Κι ακόμη σύγχρονες αυτοκρατορίες κι αυτές εξαφανίστηκαν. Και επομένως: ποιος μπορεί να θεωρεί κραταιούς και τους σημερινούς ισχυρούς της γης, που κάνουν επίδειξη δυνάμεως στους αδύναμους; Ποιος μπορεί να τους λαβαίνει στα σοβαρά, όταν μάλιστα κριτήριό τους είναι η αδικία, με την έννοια ότι κοιτούν μόνον το συμφέρον τους, αδιαφορώντας για τα πάθη ολόκληρων λαών; Το θέμα είναι αυτοί οι αδύναμοι θεωρούμενοι λαοί να έχουν ανθρώπους με λίγη φλόγα στην καρδιά τους. Ο άγιας Ορέστης – κι όχι μόνον αυτός - με πυρακτωμένη την ψυχή από την αγάπη του Χριστού ντρόπιασε και κατάκαψε, όπως είπαμε, το ξερόχορτο της δύναμης του Μαξιμίνου και του Διοκλητιανού. Εμείς πού θα βρούμε λίγη από τη φλόγα του; Οι άλλοι είναι «ξερόχορτα». Εμείς όμως;

09 Νοεμβρίου 2021

ΣΥΝΤΟΜΟ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ ΤΟΥ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΥ

 


Η ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ

Η μεγαλωσύνη του αγίου Νεκταρίου έχει εξαγγελθεί πολλαπλώς και ποικιλοτρόπως τη νεώτερη εποχή, τονίστηκε δε ιδιαζόντως και με την εξαιρετική ταινία «Ο άνθρωπος του Θεού» που γυρίστηκε εσχάτως. Το σημείο όμως από τη ζωή του που ίσως θα πρέπει να επισημαίνουμε συχνά πυκνά, είναι όταν ως Διευθυντής της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής κλήθηκε να αντιμετωπίσει παιδαγωγικά τη σύγκρουση δύο οικοτρόφων μαθητών που έφτασαν να γρονθοκοπηθούν μεταξύ τους. Η παιδαγωγική στάση του, απαύγασμα της όλης ένθεης βιοτής του, προκάλεσε και προκαλεί έκπληξη και θαυμασμό.  Γιατί;

Ο άγιος δεν ακολούθησε τις κοσμικές συνήθεις μεθόδους: την τιμωρία ή την... αμνηστεία! Οι περισσότεροι, παιδαγωγοί ή όχι, αυτό δεν θα κάναμε; Ανάλογα με την περίπτωση, αν δηλαδή βλέπαμε σημάδια μετανοίας και επίγνωσης από τους φταίχτες ή άρνησης αποδοχής της πράξης τους και σκλήρυνσής τους, θα συγχωρούσαμε ή θα τιμωρούσαμε. Διότι, και δικαίως, θα μας ενδιέφερε η συναίσθησή τους ώστε να μην επαναληφθεί το θλιβερό συμβάν. Ο άγιος Νεκτάριος όμως προχωρεί με άλματα σε κάτι διαφορετικό. Ενώ κι αυτός κινείται σ’ αυτήν την προοπτική: να μετανοήσουν με επίγνωση οι μαθητές του, όμως επιλέγει την υπέρ φύσιν μέθοδο του Χριστού: να τιμωρηθούν οι μαθητές δια της... ατιμωρησίας τους! Να τους καταλογιστεί η ευθύνη της πράξεώς τους διά της... αμνηστείας! Τι εννοούμε;

Ο ίδιος ο Θεός μας, ο εν σαρκί Κύριος Ιησούς Χριστός, πώς τιμώρησε το ανθρώπινο γένος για την αμαρτία και την επανάστασή του κατά του Δημιουργού του; «Αίρων την αμαρτίαν του κόσμου». Πήρε πάνω Του την αμαρτία μας, «τιμώρησε» θα λέγαμε τον εαυτό Του, προσφέροντάς μας την άφεση και τη δικαίωση. Κι αυτό γιατί; Διότι μας αγαπούσε και μας αγαπά, χωρίς εκπτώσεις και χωρίς ταλαντεύσεις λόγω της κακής συμπεριφοράς μας απέναντί Του και απέναντι στα υπόλοιπα δημιουργήματά Του. «Τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο» σημειώνει ο άγιος Ιωάννης ο ευαγγελιστής «ώστε τον Υιό Του τον Μονογενή θυσίασε για χάρη μας, με σκοπό κάθε ένας που πιστεύει σ’ Αυτόν να μη χαθεί, αλλά να έχει ζωή αιώνια». Λοιπόν, την ίδια χαρισματική αγάπη του Χριστού ψαύουμε ανάγλυφα και στον άγιο Νεκτάριο, τόσο βεβαίως στο συγκεκριμένο περιστατικό των μαθητών, όσο και στην όλη ζωή του – ας θυμηθούμε και την «εκδίκησή» του απέναντι στους συκοφάντες του που τον εξεδίωξαν από την Αίγυπτο και τον κυνήγησαν παντού: προσευχόταν γι’  αυτούς συγχωρώντας τους! Ο άγιος «τιμωρεί» τους μαθητές σηκώνοντας αυτός το βάρος της τιμωρίας. Απαλλάσσει τους μαθητές ενώ ο ίδιος κλείνεται στο κελί του επί τριήμερον αρνούμενος κάθε τροφή και προσευχόμενος για τους υπευθύνους και όλους τους μαθητές του σαν να είναι ο ίδιος ο εαυτός του.

Και μόνο το περιστατικό αυτό να είχαμε υπ’  όψιν από τη ζωή του, όπως έχει σωστά λεχθεί, θα ήταν αρκετό να υποψιαζόμαστε το ύψος της αγιοσύνης του - «εξ όνυχος τον λέοντα»! Ο άγιος Νεκτάριος φανέρωσε με το συμβάν την ένταση του καθημερινού πνευματικού του αγώνα και τη μεγάλη χάρη που τον διακατείχε. Διότι αυτό συνιστά το όριο της πλούσιας ενέργειας του Θεού στον πιστό άνθρωπο: να αναλαμβάνει λόγω καθαράς αγάπης ο ίδιος το βάρος των συνεπειών των συνανθρώπων του. Κατά το πρότυπο όπως είπαμε του Κυρίου. Κατά τον τρόπο που το κηρύσσουν και οι απόστολοι, σαν τον απόστολο Παύλο: «αλλήλων τα βάρη βαστάζετε και ούτως αναπληρώσατε τον νόμον του Χριστού». Η αγάπη στο απώγειό της! Και μην πει κανείς τι έγινε με τους μαθητές; Η ιστορία τότε λέει πως όχι μόνο οι φταίχτες αλλά όλη η Ριζάρειος «έλιωσε» με την ενέργεια του Διευθυντή της. Οι μαθητές μετάνιωσαν και αλλοιώθηκαν. Κι αυτό «πέρασε» και στις επόμενες γενιές της Σχολής – η βίωση της πιο αποτελεσματικής παιδαγωγικής μεθόδου.

Μέγας ο άγιος Νεκτάριος, γι’ αυτό και ο Κύριος τον χαρίτωσε με όλων των ειδών τα χαρίσματα, κατεξοχήν δε με το χάρισμα της θαυματουργίας. Γιατί έφτασε στο σημείο να γίνει ακριβές «μίμημα Χριστού κατά το δυνατόν ανθρώπω», στην ταπείνωση και την αγάπη. 

08 Νοεμβρίου 2021

ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ: ΠΑΝΑΚΡΙΒΟ ΚΟΣΜΗΜΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

«Η αρετή και όχι τα αξιώματα φέρνουν την ανισότητα... Το αξίωμα τιμά αυτόν που το έχει, αλλά δεν τον διακρίνει από τους αδελφούς του Κυρίου. Μεταξύ των αδελφών του Κυρίου διακρίνονται άσχετα προς τα αξιώματα οι μιμητές του Χριστού, γιατί αυτοί φέρουν το αρχέτυπο της εικόνας (δηλ. τον Χριστό) και τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, η οποία τους κοσμεί και τους εξυψώνει σε περιωπή δόξας και τιμής» (Απόσπασμα επιστολής αγίου Νεκταρίου πρός Ιωάσαφ μοναχό).

Λόγια του αγίου, ατόφια ευαγγελικά, καθαρά και ξάστερα. Γιατί τι λέει ο μεγάλος νεώτερος άγιος και Πατέρας της Εκκλησίας;

Δεν δημιουργούν ανισότητα στους ανθρώπους τα αξιώματα που έχουν, είτε τα εκκλησιαστικά είτε τα κοσμικά, διότι δεν αποτελεί το έχειν του ανθρώπου το καθοριστικό στοιχείο της ποιότητάς του στον κόσμο. Εξίσου, δεν είναι το αξίωμα εκείνο που τον διακρίνει έναντι των άλλων, διότι το αξίωμα αναφέρεται στα εξωτερικά και συνεπώς στα φθαρτά και παρερχόμενα του κόσμου τούτου. Ο ίδιος ο Κύριος δεν τόνισε ότι «ο ουρανός και η γη θα παρέλθουν, αλλά οι λόγοι Του δεν πρόκειται ποτέ να παρέλθουν;» Που σημαίνει ότι εκείνο που ενδιαφέρει τον άγιο του Θεού και αποτελεί κριτήριό του είναι η θεώρηση των πραγμάτων «υπό το πρίσμα της αιωνιότητας». Και αιωνιότητα έχει μόνο ο λόγος και το θέλημα του Θεού.

 Λοιπόν, το αξίωμα τιμά, σημειώνει, αυτόν που το έχει, αλλά από πλευράς κοσμικής και όχι χριστιανικής. Για τη χριστιανική πίστη έχει εντελώς δευτερεύουσα, αν μη και αρνητική, σημασία, όταν μάλιστα δεν λειτουργεί με τον τρόπο του Χριστού. Κι ο τρόπος του Χριστού εκφράστηκε με τη ζωή Του αλλά και με τη διδαχή Του. «Δεν ήλθα για να διακονηθώ, αλλά για να διακονήσω» είπε. Και «όποιος θέλει να είναι πρώτος, ας είναι τελευταίος και υπηρέτης των άλλων». Οπότε,  χωρίς διακονική και θυσιαστική διάθεση ο «αξιωματούχος» γίνεται Χριστομάχος καί Θεομάχος! Εντάσσεται και αυτός σε όλη τη χορεία των κοσμικών αρχόντων που ο Κύριος κατεδίκασε ως «κατακυριευτές και κατεξουσιαστές»  των ανθρώπων -  «δεν πρέπει να είστε έτσι κι εσείς»! Δεν έχουμε εν προκειμένω τη μόνιμη σύγκρουση του πνεύματος του κόσμου με το χριστιανικό πνεύμα; «Ουδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν». Αυτό επισημαίνει λοιπόν καταρχάς και ο άγιος Νεκτάριος. 

Τι προσδίδει τιμή λοιπόν, κατ’ αυτόν, στον άνθρωπο; Απολύτως και μόνο η αρετή του, όταν νοείται βεβαίως και αυτή ως πορεία «μίμησης» του Χριστού – να είναι ο πιστός ένας άλλος Χριστός στον κόσμο και συνεπώς να φανερώνεται ως έδαφος που καλλιεργείται και αναπτύσσεται η χάρη του Αγίου Πνεύματος. Όπου υπάρχει το Πνεύμα του Θεού, εκεί υπάρχει αξία, δόξα και τιμή, εκεί ο άνθρωπος έχει γίνει και γίνεται διαρκώς κυριολεκτικά κόσμημα Θεού και ανθρώπων. Ένας τέτοιος πλούτος χάρης που κινείται σε υπέρ φύσιν επίπεδο δημιουργεί κατά τον άγιο Νεκτάριο την όποια «ανισότητα» ανάμεσα στους ανθρώπους. Όπως συμβαίνει, ευαγγελικά, με το καλό χωράφι της παραβολής του σπορέως, όπου αλλού καρποφορεί τριάντα, αλλού εξήντα, αλλού εκατό.

Ο άγιος Νεκτάριος «πλήρωσε» ακριβά την πιστότητά του στον ευαγγελικό λόγο. Κι αυτό γιατί κάποιοι στην Εκκλησία της τότε εποχής (και μόνο τότε άραγε;) τα αξιώματα τα έβλεπαν με τον τρόπο του κόσμου, του πεσμένου στην αμαρτία, και όχι με τον τρόπο του Χριστού και των αγίων. Κι η πιστότητά του αυτή απέδειξε περίτρανα την πράγματι χριστοποιημένη ύπαρξή του: διώχτηκε και αξιώθηκε της ιερότητας του μαρτυρίου – της κατασυκοφάντησης, του εξευτελισμού, της εξορίας, της πείνας, της απόλυτης κατ’  άνθρωπον μοναξιάς! Αλλά και γι’ αυτό δοξάστηκε από τον Κύριο, με την ανάσταση και τη δόξα που ο Κύριος δίνει στους δικούς Του! Ο Κύριος όντως τον κατέστησε στην Εκκλησία ένα από τα πανάκριβα κοσμήματά της!

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ Ο ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ Ο ΕΝ ΑΙΓΙΝῌ

«Ο άγιος γεννήθηκε στη Συλυβρία της Ανατολικής Θράκης την 1η Οκτωβρίου 1846. Το όνομα που του δόθηκε στη βάπτισή του ήταν Αναστάσιος. Τελείωσε το Δημοτικό και τις τρεις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου (ελληνικό σχολείο) στη γενέτειρά του. Δεκατεσσάρων ετών πηγαίνει στην Κωνσταντινούπολη, όπου εργάζεται σε καπνοπωλείο, ενώ παράλληλα παρακολουθεί μαθήματα στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Διορίζεται λίγο αργότερα δάσκαλος και παιδονόμος στο σχολείο του Μετοχίου του Παναγίου Τάφου. Το 1866 μεταβαίνει στη Χίο, όπου μετά δεκαετία κείρεται μοναχός στην Ιερά Νέα Μονή, με το όνομα Λάζαρος, αφού χρημάτισε για αρκετά χρόνια δάσκαλος στο χωριό Λιθί. Το 1877 χειροτονείται διάκονος παίρνοντας το όνομα Νεκτάριος. Έρχεται στην Αθήνα, για να συμπληρώσει τις γυμνασιακές του σπουδές, ενώ με την ευλογία του πατριάρχου Αλεξανδρείας Σωφρονίου, εγγράφεται στη συνέχεια στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1885 παίρνει το πτυχίο του και μετά λίγους μήνες χειροτονείται πρεσβύτερος. Ο Πατριάρχης, εκτιμώντας τα προσόντα του, τον χειροτονεί το 1889 επίσκοπο – μητροπολίτη Πενταπόλεως, θέση που αξιοποίησε για να επιτελέσει ένα τεράστιο πνευματικό και κοινωνικό έργο. Ο φθόνος όμως που προκαλεί το έργο του φέρνει ως αποτέλεσμα την απομάκρυνσή του (1890). Έρχεται στην Ελλάδα, όπου αναλαμβάνει τη θέση ιεροκήρυκα στην Εύβοια πρώτα (1891) και στη Φθιώτιδα έπειτα (1893). Το 1894 αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Ριζαρείου Σχολής, θέση που θα κρατήσει μέχρι το 1908, οπότε και θα παραιτηθεί για λόγους υγείας. Στο μεταξύ, από το 1904 ήδη έχει ιδρύσει το μοναστήρι της Αγίας Τριάδος στην Αίγινα. Εκεί εγκαταβιώνει μετά τη Ριζάρειο και εκεί αναδεικνύεται ιδιαιτέρως η οσιακή του προσωπικότητα. Αρρωσταίνει μετά από ορισμένα χρόνια βαριά, οπότε και αποβιώνει στο Αρεταίειο νοσοκομείο την 8η Νοεμβρίου 1920, μετά από δίμηνη εκεί νοσηλεία. Τον Απρίλιο του 1921 άνοιξαν τον τάφο του με σκοπό την οικοδόμηση μαρμάρινου μνημείου. Το σκήνωμά του βρέθηκε ανέπαφο, ενώ η ευωδία που σκορπούσε ήταν υπέροχη. Το ίδιο επανελήφθη και μετά τρία χρόνια, καθώς και το 1927. Και τις δύο αυτές φορές το σκήνωμα ήταν ανέπαφο και η ευωδία η ίδια. Το 1953 έγινε και πάλι ανακομιδή. Τη φορά αυτή, για λόγους που γνωρίζει ο Θεός, το σκήνωμά του βρέθηκε διαλυμένο. Με πατριαρχική πράξη της 20ής Απριλίου του 1961 η Εκκλησία μας διεκήρυξε επίσημα την αγιότητά του. Το συγγραφικό του έργο είναι πολύ μεγάλο και αξιόλογο, ενώ τα θαύματά του είναι αμέτρητα».

Ο άγιος Νεκτάριος θεωρείται από όλους τους πιστούς της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως ένας από τους πιο αγαπητούς αγίους της. Όχι μόνον διότι ο Θεός επιτελεί μέσω αυτού καθημερινώς πάμπολλα θαύματα – «πλούσιες ιάσεις καθημερινά πηγάζει (η κάρα του) θαυμαστώς με τη χάρη του Θεού», κατά τον γνωστό μακαριστό γέροντα υμνογράφο Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη – αλλά και διότι είναι ένας άγιος της εποχής μας, «ο άγιος του εικοστού αιώνα», και μάλιστα  όχι μικρότερος από τους άλλους μεγάλους αγίους ιεράρχες της Εκκλησίας που έζησαν τα παλαιότερα χρόνια. Κι αυτό σημαίνει ότι με τον άγιο Νεκτάριο αφενός νιώθουμε πλούσια τη χάρη του Θεού, μέσω κυρίως των αγίων λειψάνων του, που κατανοούνται ως «ιαμάτων κρήνη» και «προσφέρουν ουράνια οσμή και θεία ευωδία σε όλους», αφετέρου παίρνουμε απάντηση  στο εύλογο ερώτημα που τίθεται «γιατί δεν έχουμε μεγάλους αγίους σήμερα;» Ο γέρων υμνογράφος λοιπόν επισημαίνει αυτό το ισοστάσιο του αγίου Νεκταρίου με τους προγενέστερους μεγάλους αγίους, δίνοντας μάλιστα και την εξήγηση: ο Νεκτάριος προσπάθησε να ακολουθήσει τα ίχνη των παλαιών αγίων, με την καθαρότητα της ζωής του, δηλαδή στην πραγματικότητα να ζήσει σύμφωνα με το ευαγγέλιο του Χριστού. «Με το φως των έργων σου φανερώνεις το φως του Ευαγγελίου, πάτερ, σε όλον τον κόσμο κατά θαυμαστό τρόπο». «Ακολούθησες, Νεκτάριε, τα ίχνη των παλαιών αρχιερέων του Χριστού, με την καθαρότητα της ζωής σου, και φάνηκες ίσος με αυτούς και μέτοχος της δόξας τους».

Ο εμπνευσμένος υμνογράφος πέρα από τη γενική αναφορά που κάνει για την ακολουθία των παλαιών Πατέρων από τον άγιο Νεκτάριο, εστιάζει την προσοχή μας στον άγιο Διονύσιο. Κυρίως αυτόν ακολούθησε με άμεμπτο τρόπο ο σήμερα εορταζόμενος άγιος, διότι και εκείνος την Αίγινα είχε ως τόπο των πνευματικών του αγώνων, αφού υπήρξεν ο επίσκοπός της. Γι’  αυτό και μετέχουν, σημειώνει, και οι δύο άγιοι, ο παλαιότερος και ο νεώτερος, στην ίδια δόξα του Θεού, ικετεύοντας ασφαλώς για όλους, κατεξοχήν όμως για τη νήσο τους. «Ακολούθησες καθαρά με τους ενάρετους τρόπους σου, άγιε, τον Διονύσιο, τον θείο ποιμένα της Αίγινας, μαζί με τον οποίο μετέχοντας στη δόξα του Θεού, άγιε, ικέτευε να σώζεται η νήσος πάντοτε». Μπορεί η νήσος Ζάκυνθος να καυχάται, διότι κατέχει το άγιο σκήνωμα του θείου Διονυσίου, αλλά και η νήσος Αίγινα δέχεται πάντοτε τις ευεργετικές ακτίνες των πρεσβειών του στον Θεό, που πολλαπλασιάζονται και με τις πρεσβείες του αγίου Νεκταρίου.

Όλοι μας προστρέχουμε συχνά-πυκνά στον άγιο Νεκτάριο, ιδίως ανήμερα της εορτής του, διότι η καρδιά του πλατυμένη από την αγάπη του Θεού, είναι γεμάτη από αγάπη και προς εμάς. Και ιδίως προστρέχουμε όσοι ταλαιπωρούμαστε από κάποιο πρόβλημα, ψυχικό ή σωματικό. Είναι τόσες πολλές οι θαυμαστές επεμβάσεις του, ώστε δεν υπάρχει, θα έλεγε κανείς, άνθρωπος που με πίστη τον επικαλείται, και δεν εισπράττει το θετικό αποτέλεσμα. Είναι χαρακτηριστικά, επ’ αυτού, και τα λόγια του μακαριστού πια Γέροντος π. Ανανία Κουστένη, ο οποίος θέλοντας να τονίσει ακριβώς τη θαυματουργία του αγίου Νεκταρίου σημείωνε με χαριτωμένο τρόπο ότι μετά και τη φανέρωση από τον Χριστό του άλλου μεγάλου θαυματουργού αγίου της εποχής μας, ακόμη πιο σύγχρονου και από τον άγιο Νεκτάριο, του αγίου Λουκά του ιατρού, του Ρώσου, ο άγιος Νεκτάριος έχει κάποιον να τον ξεκουράσει. «Στέλνει ο άγιος Νεκτάριος τον άγιο Λουκά στη θέση του πολλές φορές,  γιατί έχει κουραστεί ο ίδιος  να επεμβαίνει στις τόσες επικλήσεις των κουρασμένων και ασθενών χριστιανών μας».

Εκείνο όμως που πράγματι ευχαριστεί τον άγιο Νεκτάριο είναι όχι μόνον η επίκλησή του για τις ιάσεις που ο Θεός του δίνει, αλλά κυρίως η επίκλησή του να πρεσβεύει υπέρ ημών, προκειμένου να ακολουθούμε τον τρόπο της ζωής του. Διότι αυτό συνιστά πάντοτε την σωστή εορτή ενός αγίου: να τον μιμούμαστε. Όπως το λέει ο ιερός Χρυσόστομος: «τιμή μάρτυρος, μίμησις μάρτυρος», συνεπώς «τιμή αγίου, μίμησις αγίου». Κι ένας ύμνος έρχεται να μας υπενθυμίσει ποιο ήταν το «μυστικό» της αγιότητας του αγίου Νεκταρίου. «Έγινες ισότιμος των παλαιών Πατέρων, διότι μιμήθηκες τον τρόπο της ζωής τους, τον θεϊκό ζήλο τους και τις υπόλοιπες αρετές τους, Νεκτάριε, και διέπρεψες στην αληθινή ταπεινοφροσύνη και στα απλά και απονήρευτα ήθη». Αν ο άγιος Νεκτάριος έφτασε σε τόσο μεγάλο ύψος αγιότητας, το κατόρθωσε  όχι διότι υπήρξε σπουδαίος ιεροκήρυκας, σπουδαίος δάσκαλος, σοφός συγγραφέας, αλλά διότι υπήρξε ταπεινός. Η οδός της ταπεινοφροσύνης ήταν γι’ αυτόν η οδός που τον έφτασε πολύ γρήγορα στη δόξα του Ουρανού, η οδός της ταπεινοφροσύνης είναι πάντοτε αυτή, μαζί με την απονήρευτη διάθεση, που ανοίγει τις πύλες του Ουρανού και για κάθε χριστιανό.

Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΝ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Προς την Ιεράν Αρχιεπισκοπήν Αθηνών και τας Ιεράς Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος

 «Εκ Συνοδικής Αποφάσεως, ληφθείσης εν τη Συνεδρία της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της 3ης μηνός Νοεμβρίου ε.έ., και εξ αφορμής της εξάρσεως των κρουσμάτων του κορωνοϊού, γνωρίζομεν υμίν ότι η Ιερά Σύνοδος, εν τη ρηθείση Συνεδρία Aυτής, απεφάσισεν όπως, εις επίμετρον των σχετικών Εγκυκλίων Aυτής, απευθύνη υμίν έκκλησιν, και δι' υμών παντί τω Κλήρω, τοις Μοναχικοίς Τάγμασι και τω ευλαβεί Λαώ, ώστε κατά την προσέλευσιν εις τούς Ιερούς Ναούς και τάς Ιεράς Μονάς να τηρώνται επακριβώς άπαντα τα μέτρα προστασίας διά την αποφυγήν εξαπλώσεως του κορωνοϊού, προτρέπουσα πατρικώς διά την πραγματοποίησιν του υποδεδειγμένου υπό της ιατρικής κοινότητος, ως ουσιαστικού μέτρου προστασίας κατά της πανδημίας, εμβολιασμού, ως και τη διενέργειαν, υπό των μη εμβολιασθέντων εισέτι, διαγνωστικών ελέγχων (rapid test ή μοριακού).

Ωσαύτως, υπενθυμίζομεν την υποχρέωσιν διενεργείας, ιδία δαπάνη, δύο διαγνωστικών ελέγχων (rapid test ή μοριακού) εβδομαδιαίως, υπό πάντων των διακονούντων εν τοις Ιεροίς Ναοίς (Κληρικών, Ιεροψαλτών, Νεωκόρων κ.λπ. εργαζομένων), οίτινες δεν έχουν προβή εις εμβολιασμόν κατά του κορωνοϊού, ως και υποβολής των αποτελεσμάτων αυτών τη οικεία Εκκλησιαστική Αρχή, εν τω πλαισίω της τηρήσεως των προβλεπομένων υγειονομικών μέτρων.

Εν κατακλείδι, υπενθυμίζομεν υμίν και την υποχρέωσιν των κατά τόπους Εκκλησιαστικών Συμβουλίων και Ηγουμενοσυμβουλίων διά τον έλεγχον τηρήσεως των μέτρων εν τοις Ιεροίς Ναοίς και ταις Ιεραίς Μοναίς αντιστοίχως».

4 Νοεμβρίου 2021

Εντολή της Ιεράς Συνόδου

Ο Αρχιγραμματεύς

Ο Ωρεών Φιλόθεος