10 Φεβρουαρίου 2023

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΗΣ

«Ο άγιος Χαραλάμπης έζησε επί της βασιλείας του Σεβήρου, όταν ηγεμόνευε ο Λουκιανός στην πόλη της Μαγνησίας. Επειδή ήταν ιερέας των Χριστιανών και δίδασκε την οδό της αληθείας, οι τύραννοι πρόσταξαν να τον ξεντύσουν από την ιερατική του στολή κι έπειτα να γδάρουν όλο το δέρμα του σώματός του. Καθώς λοιπόν ο ηγεμόνας τον έβλεπε  να υπομένει καρτερικά τα βασανιστήρια, εξοργίστηκε και επιχείρησε να ξέσει τον άγιο με τα δικά του χέρια, οπότε αμέσως αποκόπηκαν τα χέρια του και έμειναν μετέωρα στο σώμα του μάρτυρα. Ο άγιος όμως προσευχήθηκε και τον έκανε υγιή. Όταν είδαν αυτό το θαύμα οι δήμιοι, που ονομάζονταν Πορφύριος και Βάπτος, αρνήθηκαν τα είδωλα και πίστεψαν στον Χριστό. Το ίδιο και τρεις γυναίκες από αυτούς που παρίσταντο εκεί. Όλους αυτούς τους συνέλαβε ο ηγεμόνας και αφού τους καθυπέβαλε σε βασανιστήρια, χωρίς έλεος τους αποκεφάλισε. Διότι αν και θεραπεύτηκε, όμως παρέμεινε στην απιστία».

Ο άγιος Χαραλάμπης, και πιο λαϊκά Χαράλαμπος, θεωρείται, κατά την υμνολογία της Εκκλησίας μας,  καύχημα της Ελλάδας. Της Ελλάδας που φέρει το όνομα του Χριστού∙ που είναι χριστιανική και αναγνωρίζει και τιμά τους αγίους∙ που θεωρεί ως μεγίστη ευλογία και θησαυρό πολύτιμο την ύπαρξη των λειψάνων τους, όπως της κάρας του αγίου ιερομάρτυρα∙ που προστρέχει με πίστη και πόθο στις εκκλησιές για να πανηγυρίσει τη μνήμη τους. «Καυχάται σήμερα όλη η χριστιανική Ελλάδα. Γιατί απέκτησε τη δική σου κάρα σαν κρήνη που αναβλύζει ποταμούς ιαμάτων και αστείρευτο πλούτο και χάρη που δεν αδειάζει ποτέ, και διώχνει νόσους και την πολύφθορη πανώλη από τους ανθρώπους που σε μακαρίζουν» (στιχηρό εσπερινού). «Την πάντιμη κάρα σου η Ελλάδα την απέκτησε ως παντοτινό πλούτο της και πολύτιμο θησαυρό» (στιχηρό της λιτής).

Υπάρχει αυτή η Ελλάδα; Υπάρχουν οι πόλεις της που ευφραίνονται και σκιρτούν από αγαλλίαση για τους αγίους, σαν τον άγιο Χαράλαμπο; («Ευφραίνεσθε εν Κυρίω πόλεις της Ελλάδος και σκιρτήσατε αγαλλώμεναι»). Κανείς δεν γνωρίζει. Μία επιφανειακή κρίση θα έλεγε όχι. Ή τουλάχιστον όχι τόσο,  σε σχέση με αυτό  που φαινόταν πριν και από κάποια χρόνια. Φαίνεται ότι υπάρχει ένας γενικότερος αποχρωματισμός από αυτό που συνιστά θεωρητικά την ταυτότητα του Έλληνα: του ορθόδοξου πιστού που ταυτοχρόνως διακατέχεται από την βαθιά αγάπη και προς την πατρίδα. Τείνουμε σ’ αυτό, αν δεν το έχουμε φτάσει κιόλας, που λέει ο λόγος του Χριστού για το μικρό ποίμνιο -  τους λίγους που πράγματι είναι συνεπείς πιστοί και αγαπούν τον Κύριο και γενικώς τις παραδόσεις του έθνους μας - και το προτρέπει να μη φοβάται. «Μη φοβού το μικρόν ποίμνιον». Αλλά είπαμε, κανείς δεν γνωρίζει. Διότι σε ανάλογο προβληματισμό και του μεγάλου Προφήτη Ηλία, όταν διωκόταν η αληθινή πίστη και κανείς δεν φαινόταν να την ακολουθεί, ο ίδιος άκουσε τον Θεό να του λέει ότι γύρω του, χωρίς εκείνος να το ξέρει, «επτά χιλιάδες Ιουδαίοι δεν είχαν κλίνει το γόνυ στον Βάαλ». Κανείς λοιπόν δεν ξέρει τι σημαίνει χριστιανική Ελλάδα.

Ας επανέλθουμε όμως στον άγιο Χαράλαμπο. Ο υμνογράφος ήδη από το πρώτο στιχηρό του εσπερινού μας δείχνει το μέγεθος της αγιότητάς του και την προσφορά του στην Εκκλησία. «Όλος από τη νεότητά σου – σημειώνει – αφιερώθηκες στον Δεσπότη Χριστό, κι Αυτόν πόθησες βαθιά κι Αυτού τα ίχνη ακολούθησες. Κι αφού καθάρισες την καρδιά σου από κάθε κηλίδα των παθών, γέμισες υπέρμετρα από τη θεία χάρη». Ο άγιος υπήρξε δηλαδή ένα εκτύπωμα του Χριστού: Αυτόν αγάπησε και Αυτού τη ζωή φανέρωσε, διά της τηρήσεως των αγίων εντολών Του.  Δεν χρειάζεται να ψάχνουμε πολύ, για να δούμε ποιος είναι ο άγιος. Άγιος είναι όποιος ζει κατά το θέλημα του Κυρίου, που ζει όπως Εκείνος έζησε. Αλλά ο υμνογράφος γίνεται πιο συγκεκριμένος: το να ζει κανείς όπως ο Χριστός, σημαίνει ότι καθαρίζει την καρδιά του από τα πάθη του και φωτίζεται από τη χάρη του Θεού.

Με άλλα λόγια η πνευματική ασκητική μέθοδος της Εκκλησίας μας είναι το μόνο «αποδεικτικό» στοιχείο ότι πράγματι κανείς ανήκει στον Χριστό, ότι είναι άγιος. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η πνευματική ζωή ακολουθεί τα γνωστά τρία στάδια: την κάθαρση, τον φωτισμό, τη θέωση. Πάνω σ’ αυτήν την πορεία κρίνεται η γνησιότητα της αγιότητας κάποιου και όχι από άλλες εξωτερικές επιφανειακές εκδηλώσεις: καλά έργα, δραστηριότητες, οικοδομικές επιχειρήσεις, κοινωνικές προσφορές. Όχι ότι αυτά καταδικάζονται. Δεν μπορούν όμως να αξιολογηθούν θετικά, αν δεν αποτελούν εκδηλώσεις κεκαθαρμένης καρδίας. Και ο άγιος Βασίλειος υπήρξε δραστήριος και οργανωτικός και με έργα Πατέρας, αλλά ήταν βαθύτατα ασκητικός, που είχε τονίσει ότι αν κανείς θέλει να βρει τον Θεό στη ζωή του, πρέπει να απομακρυνθεί από όλη τη διάχυση του νου στα αισθητά πράγματα, να έλθει στον εαυτό του και διά της στροφής του αυτής να συναντήσει τον Θεό.

Ο άγιος Χαράλαμπος λοιπόν υπήρξε συνεπής προς αυτήν την πνευματική οδό της Εκκλησίας, που είναι απαρχής η γνήσια και αποστολική παράδοσή της, δηλαδή του Χριστού η παράδοση. Ο υμνογράφος επιβεβαιώνει τα παραπάνω και με άλλες λέξεις. Επιλέγουμε: «Φωτίστηκε κι έγινε λαμπρή η διάνοιά σου από το θείο Πνεύμα…και έτσι δυνάμωσες την ορθόδοξη πίστη» (στιχηρό της λιτής). Ο φωτισμός από το άγιο Πνεύμα, καρπός της εν χάριτι καθάρσεως της καρδίας, είναι ο μόνος τρόπος να δυναμωθεί η ορθόδοξη πίστη. «Η Ελλάδα έμεινε κατάπληκτη, μάρτυς Χαράλαμπε, από την καθαρότητα του βίου σου και το θαυμαστό μαρτύριό σου» (κάθισμα του όρθρου).  

06 Φεβρουαρίου 2023

Ο ΜΕΓΑΣ ΦΩΤΙΟΣ Ο ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ


«Ο μέγας Πατέρας και Διδάσκαλος της Εκκλησίας Φώτιος (9ος αι.), ο ομολογητής της πίστεως και ισαπόστολος, έζησε στους χρόνους των βασιλέων Μιχαήλ υιού Θεοφίλου, Βασιλείου του Μακεδόνα και Λέοντος του υιού αυτού. Επίγεια πατρίδα του ήταν η βασιλεύουσα Κωνσταντινούπολη, με καταγωγή από ευσεβή και επιφανή οικογένεια, ενώ ουράνια η άνω Ιερουσαλήμ. Πριν από την είσοδό του στην ιερωσύνη διέπρεψε σε μεγάλα αξιώματα, όντας καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Μαγναύρας, και ζώντας πάντοτε ενάρετη και θεοφιλή ζωή ανέλαβε έπειτα ως Πατριάρχης και την καθοδήγηση της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλως. Τούτο δε έγινε ως εξής: Όταν ο άγιος Ιγνάτιος καταβιβάστηκε από τον αρχιεπισκοπικό θρόνο διά της βίας του αυτοκράτορα, ο θρόνος που έμεινε κενός έπρεπε να πληρωθεί, οπότε ο βασιλιάς στράφηκε προς αυτόν και τον εξανάγκασε να διαδεχτεί κανονικά τον ιερό Ιγνάτιο. Εκάρη λοιπόν μοναχός πρώτα και διήλθε έπειτα «αθρόον» όλες τις βαθμίδες της ιερωσύνης.

Αγωνίστηκε ως Πατριάρχης πολύ υπέρ της ορθοδόξου πίστεως κατά των Μανιχαίων και των Εικονομάχων και άλλων αιρετικών, προπάντων όμως κατά της τότε για πρώτη φορά αναφανείσας παπικής αιρέσεως, αρχηγός της οποίας ήταν ο πατέρας του Λατινικού σχίσματος πάπας Νικόλαος. Τον Νικόλαο αυτόν αφού τον έλεγξε για τις αιρετικές του απόψεις με αποδείξεις από την Αγία Γραφή και τους Πατέρες και τον έκρινε συνοδικά, τον θεώρησε εκτός της Εκκλησίας και τον παρέπεμψε στο ανάθεμα. Για τις ενέργειές του αυτές βεβαίως υπέστη από τους θιασώτες του παπισμού πολλούς διωγμούς και κινδύνους, πολλές επιθέσεις και εις βάρος του κακώσεις, τις οποίες όλες τις αντιμετώπισε με χριστομίμητο τρόπο, αυτός που διακρινόταν για την καρτεροψυχία και την υπομονή του και τον αδαμάντινο χαρακτήρα του – πράγματα γνωστά για όποιον μελετά την εκκλησιαστική ιστορία.

Εκείνο όμως που είναι αναγκαίο να θυμίσει κανείς είναι ότι ο μακάριος Φώτιος που ιερουργούσε το Ευαγγέλιο ως άλλος απόστολος Παύλος, μετέστρεψε στην πίστη του Χριστού όλο το έθνος των Βουλγάρων με τον βασιλιά τους, αφού τους κατήχησε και τους βάπτισε, όπως επίσης αναγέννησε και επέστρεψε στην Καθολική του Χριστού Εκκλησία, με τους πλήρεις χάριτος και σοφίας και αληθείας λόγους του, πολλούς διαφορετικούς αιρετικούς, Αρμενίους, Εικονομάχους και άλλους ετεροδόξους. Όταν μάλιστα με τη σταθερότητα του φρονήματός του κατέπληξε τον βασιλοκτόνο και αγνώμονα Βασίλειο τον αυτοκράτορα και ξερίζωσε τα ζιζάνια κάθε ετεροδιδασκαλίας με τον ένθερμο ζήλο του, τότε αναφάνηκε όσο κανείς άλλος γνήσιος συνεχιστής των αποστόλων και γεμάτος από την πνευματέμφορη διδασκαλία τους.

Έτσι λοιπόν αφού ποίμανε όσια και ευαγγελικά την Εκκλησία του Χριστού και δύο φορές ανέβηκε χωρίς τη θέλησή του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο κι επίσης δύο φορές εξορίστηκε με τυραννική βία από αυτόν, κι αφού άφησε στην Εκκλησία και στον λαό του Θεού πολλά και διάφορα συγγράμματα, άριστα και σοφότατα, τέτοια που κάθε εποχή πράγματι μπορεί να θαυμάσει, κι αφού όπως είπαμε υπέφερε πολλά για τους αγώνες του υπέρ της αληθείας και της δικαιοσύνης, στο τέλος εξεδήμησε προς τον Κύριο ο πολύαθλος, εξόριστος στη Μονή των Αρμενιανών, όπως ο θείος Χρυσόστομος στα Κόμανα. Το δε ιερό και πάντιμο σώμα του εναποτέθηκε στη Μονή που λεγόταν Ερημία ή Ηρεμία. Και από παλαιά μεν τελείτο η αγιότατη σύναξή του στο Ναό του Τιμίου Προδρόμου που βρισκόταν στη Μονή που είπαμε, τώρα όμως τελείται στην ιερά και Πατριαρχική Μονή της Αγίας Τριάδος στη νήσο Χάλκη, όπου είναι και η Θεολογική Σχολή της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας».

Και μόνον το γεγονός ότι ο άγιος Φώτιος είχε προπάτορες αγίους γονείς που μαρτύρησαν για την πίστη τους, είχε τεράστια κοσμική μόρφωση κυρίως στους τομείς της ελληνικής φιλολογίας, της ρητορικής και της ιατρικής, και χαρακτηρίστηκε από την Εκκλησία και την Ιστορία ως Μέγας, Ομολογητής και Ισαπόστολος λόγω της αγίας βιοτής του και του τεράστιου ιεραποστολικού έργου του, φανερώνει το πνευματικό ύψος και μέγεθός του, τέτοιο που παραβάλλεται με τους αγίους τρεις Ιεράρχες, Βασίλειο τον Μέγα, τον Θεολόγο Γρηγόριο και τον ιερό Χρυσόστομο. Πράγματι, σπάνια στην Ιστορία, την εκκλησιαστική αλλά και τη θύραθεν λεγόμενη, να βρει κανείς τέτοιες προσωπικότητες που μέχρι σήμερα θεωρούνται αξιοζήλευτες και τόσο πνευματικά απαστράπτουσες, γι’ αυτό και είναι επόμενο ιδίως η υμνολογία της Εκκλησίας μας να χρησιμοποιεί όλες τις εικόνες και τα σχήματα λόγου που υπάρχουν προκειμένου να καλλιτεχνήσουν το «άγαλμά» του και την πληθώρα των αρετών του.

Θα αρκεστούμε όμως σε ένα μόνο ύμνο από την ακολουθία του, που νομίζουμε πως έστω και σκιωδώς μάς δίνει μικρή εικόνα της φωτεινής, όπως δηλώνει και το όνομά του, ζωής του.

«Δεῦτε πάντες οἱ πιστοί, τὸν Ἱεράρχην καὶ φίλον Κυρίου, Φώτιον τὸν πανθαύμαστον, εὐσεβῶς ἀνευφημήσωμεν· οὗτος γὰρ ἀποστολικῆς διδασκαλίας γενόμενος ἔμπλεως, καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καταγώγιον, δι' ἐνάρετου πολιτείας ἀναδειχθείς, ἐκ τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας διὰ δογμάτων τοὺς λύκους ἀπήλασε· καὶ τὴν Ὀρθόδοξον Πίστιν σαφῶς τρανώσας, στῦλος ἀναδέδεικται, καὶ εὐσεβείας πρόμαχος· διὸ καὶ μετὰ πότμον παριστάμενος ἐγγύτερον τῷ Χριστῷ, ἀδιαλείπτως πρεσβεύει ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν» (Δόξα μ. εσπ.).

(Εμπρός όλοι οι πιστοί, ας υμνολογήσουμε ευσεβώς τον Ιεράρχη και φίλο του Κυρίου, Φώτιο τον πανθαύμαστο. Γιατί αυτός αφού έγινε πλήρης από την αποστολική διδασκαλία και αναδείχτηκε κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος με την ενάρετη ζωή του, έδιωξε μακριά τους λύκους αιρετικούς από την Καθολική Εκκλησία με τη διδασκαλία του. Κι αφού διατράνωσε την Ορθόδοξη Πίστη, αναδείχτηκε στύλος και πρόμαχος της ευσέβειας. Γι’  αυτό και μετά την κοίμησή του, ευρισκόμενος πολύ πιο κοντά στον Χριστό από όσο ζούσε, πρεσβεύει αδιαλείπτως υπέρ των ψυχών μας).

Τι κυρίως μας λέει ο υμνογράφος; Πρώτον, ο άγιος Φώτιος υπήρξε και είναι φίλος του Κυρίου Ιησού Χριστού. Δηλαδή έζησε με τέτοιον τρόπο που αναδείχτηκε σε φίλο Του, όπως ο Ίδιος το είχε πει: «Υμείς φίλοί μου εστέ, εάν ποιήτε όσα εντέλλομαι υμίν», είστε φίλοι μου, αν κάνετε στη ζωή σας όσα σας δίνω ως εντολή. Οπότε ο άγιος Φώτιος, όπως και οι άγιοι απόστολοι, απέδειξε  έμπρακτα την αγάπη του προς Εκείνον, γιατί η αγάπη προς τον Κύριο μόνο διά της τηρήσεως των εντολών Του αποδεικνύεται αληθινή και ο Φώτιος τις εντολές του Κυρίου, την πίστη και την αγάπη, «την ενάρετον πολιτείαν», ως κόρην οφθαλμού τηρούσε στη ζωή του.

Γι’ αυτό δεύτερον, αναδείχτηκε σε κατοικητήριο του αγίου Πνεύματος, αφού αυτή είναι η υπόσχεση του Κυρίου: «όποιος τηρεί τις εντολές μου και δείχνει ότι με αγαπά, θα αγαπηθεί από τον Πατέρα μου και θα έλθουμε σ’ Αυτόν και θα κάνουμε κατοικητήριό μας την ύπαρξή του». Αυτό δεν είναι και κάθε άγιος; Ένα μοναστήρι της αγίας Τριάδος! Προσεγγίζεις τον άγιο και απολαμβάνεις τη φιλοξενία του ίδιου του Θεού. Ο Θεός ενεργεί μέσω αυτού!

 Τρίτον, η χαρισματική και υπέρ φύσιν αυτή πραγματικότητα δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο σε κοινωνία με τους αγίους αποστόλους. Ποτέ κανείς δεν αγιάζει μόνος του! Χωρίς την ένταξη στην Εκκλησία και την εμβάπτιση στο ποτάμι της Παραδόσεως που κατ’ ανάγκην περνά από τους αγίους αποστόλους, τους θεμελίους της πίστεως, κανείς δεν μπορεί να είναι χριστιανός, πολύ περισσότερο άγιος! Μας το δηλώνει με τον σαφέστερο τρόπο και ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος στην Α΄ καθολική του επιστολή ήδη από την αρχή: «η κοινωνία σας μαζί με μας τους αποστόλους είναι κοινωνία και με τον Ιησού Χριστό». Κι αυτό γιατί ο Κύριος έτσι θέλησε να «οργανώσει» τα πράγματα: είμαστε μαζί Του όταν είμαστε μαζί με τους άλλους τους φίλους και δικούς Του, πρωτίστως και εξαιρέτως τους αγίους μαθητές και αποστόλους Του! Αυτό δεν υμνολογεί λοιπόν και ο ύμνος; Ο άγιος Φώτιος έγινε  «έμπλεως αποστολικής διδασκαλίας». Γι’ αυτό και γέμισε Πνεύμα άγιο, γι’ αυτό και έγινε και είναι φίλος του Χριστού.   

Τέταρτον, μία τέτοια ζωή αγιοπνευματική έκανε τον Φώτιο αφενός στύλο και μπροστάρη της ορθόδοξης πίστεως, γιατί δεν μπορεί αυτός που ακολουθεί το Φως του Χριστού να μην αναδεικνύεται δεύτερο φως κατά τον λόγο του Ίδιου και πάλι: «όποιος με ακολουθεί δεν θα περπατήσει στο σκοτάδι αλλά θα έχει το φως της ζωής» και «εσείς είστε το φως του κόσμου˙ δεν μπορεί μία πόλη που είναι πάνω σε βουνό να μένει κρυμμένη», πολύ περισσότερο όταν ο φωτισμένος αυτός άνθρωπος έχει τέτοιο διευρυμένο νου που μπορεί να εκφράσει και με λόγο  την εμπειρία του Θεού που ζει, συνεπώς να βοηθήσει τους πιστούς στη διαφύλαξη της αλήθειας όταν αυτή σκοτίζεται από τους αρνητές της˙ αφετέρου με όπλο την αλήθεια που είναι το φως του Χριστού να ελέγξει τους ανθρώπους του σκότους, τους αιρετικούς που επιπίπτουν ως λύκοι προκειμένου να κατασπαράξουν το ποίμνιο της Εκκλησίας. Λοιπόν, ο άγιος Φώτιος εκλέχτηκε από τον Χριστό παιδιόθεν ώστε να είναι και να κινείται ως όργανο του Κυρίου, προς έκφραση της αλήθειας και καταδίκη της κάθε αιρέσεως, ιδίως της νεοφανούς της εποχής του με την παπική εκτροπή και ως προς τις παράλογες διαθέσεις του, πρωτείου στην Εκκλησία, και ως προς τις απαράδεκτες επεμβάσεις στο ίδιο το Σύμβολο Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως – ένα Σύμβολο που αποτελεί πράγματι κριτήριο στην πίστη μας απαρχής και έως το τέλος των καιρών.

Πέμπτον, ο άγιος Φώτιος όχι μόνο στην εποχή του αλλά και στη δική μας και σε κάθε εποχή, στέκει ακοίμητος φύλακας της πίστεως, ζώντας μέσα στο Φως της τρισήλιας θεότητας ο ίδιος, αλλά και ευχόμενος «αδιαλείπτως» και για τη σωτηρία των ψυχών μας. Είμαστε βέβαιοι και αυτό συνιστά και την παρηγοριά μας, γιατί αυτή είναι η εμπειρία της Εκκλησίας και όλων των αγίων: η παρρησία του αγίου και μεγάλου Φωτίου ενώπιον του Κυρίου είναι πολύ μεγάλη, που σημαίνει ότι Τον «επηρεάζει» θετικά ώστε να είναι πάντοτε «ίλεως» σε κάθε κυρίως αδυναμία και εκτροπή μας από το άγιο θέλημά Του. 

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΒΟΥΚΟΛΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΣΜΥΡΝΗΣ

«Ο άγιος Βουκόλος από νεαρή ηλικία αγίασε τον εαυτό του και έγινε δοχείο του αγίου Πνεύματος. Αυτόν βρήκε δόκιμο και άξιο ο πανεύφημος και από τον Χριστό αγαπώμενος θείος Ιωάννης ο Θεολόγος, και τον χειροτόνησε Επίσκοπο και ποιμένα καλό της Εκκλησίας της Σμύρνης. Ο Βουκόλος, ο οποίος φωτιζόταν από το Άγιον Πνεύμα, οδηγεί στο φως της πίστεως του Χριστού τους ευρισκομένους στο σκοτάδι της πλάνης, και με το άγιο βάπτισμα τους κάνει υιούς ημέρας, σώζοντάς τους από μύρια ανήμερα θηρία. Αυτός λοιπόν, πριν  φύγει από τη ζωή αυτή, χειροτόνησε και έβαλε ποιμένα και Διδάσκαλο των λογικών προβάτων στην ίδια πόλη, τη Σμύρνη, τον μακάριο Πολύκαρπο, οπότε και εκοιμήθη εν Κυρίω. Όταν το τίμιο σώμα του το έθεσαν κάτω από τη γη, ο Θεός έκανε να ανατείλει φυτό, που παρέχει ιάσεις μέχρι σήμερα».

Δεν είναι πολύ γνωστός ο άγιος Βουκόλος στους περισσοτέρους από τους χριστιανούς μας, μολονότι ανήκει στους αποστολικούς Πατέρες, που έλαμψαν με τη ζωή και το κήρυγμά τους. Ίσως διότι βρέθηκε ανάμεσα σε δύο σπουδαιότατους άνδρες, μεγάλους αστέρες της Εκκλησίας μας, που τον επισκίασαν με τη λάμψη τους: τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο και τον άγιο Πολύκαρπο Σμύρνης. Κι από την άλλη: βρέθηκε να συνεορτάζει και με έναν άλλο αστέρα, οικουμενικό πατέρα και διδάσκαλο, ισαπόστολο και ομολογητή, μεγάλο ως προς τον χαρακτηρισμό του, τον άγιο Φώτιο, πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Παρ’ όλα όμως τα φώτα των σπουδαίων και μεγάλων αυτών, ο άγιος Βουκόλος, κατά την Εκκλησία μας, δεν παύει «να αστράπτει με το φως των θεουργών αρετών του, ευρισκόμενος ως φως στη λυχνία της θείας Εκκλησίας και να καθιστά λαμπρή αυτή με τις ιερές διδασκαλίες του» (Στιχηρό εσπερινού). Είναι ο άνθρωπος, που, όπως σημειώνει ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος σε άλλο σημείο του κανόνα του, «έλαμψε σαν φως, σαν φέγγος, σαν μέγα ήλιος, σαν αστραπή στην Εκκλησία του Χριστού, και φώτισε τις διάνοιες των πιστών» (ωδή θ΄).

Τι ήταν εκείνο που τον έκανε και αυτόν δεύτερο φως μετά το πρώτο, τον Χριστό, και «ιερόν κειμήλιον» Αυτού; Ο άγιος υμνογράφος απαντά: «Το ωραίον της ψυχής και η καθαρότης του νοός» (ωδή δ΄), αποτέλεσμα των πνευματικών του ασκήσεων προς υπέρβαση των αμαρτωλών παθών: «Κυριεύσας δι’ ασκήσεως του σώματος, των παθημάτων, ένδοξε» (ωδή ζ΄). Γι’ αυτό και όλες οι αρετές του Θεού εγκατοίκησαν σ’ αυτόν και τον κατέστησαν κατοικητήριο Εκείνου. «Ο ένδοξος Βουκόλος αναδείχθηκε σε κατοικητήριο της αγίας Τριάδος, διότι απέκτησε την ταπείνωση που υψώνει, την καθαρότητα του νου, την ανυπόκριτη αγάπη, την ειλικρινή πίστη και ελπίδα» (ωδή ς΄).

Είπαμε όμως ότι η αγιότητά του αυτή, λόγω και της υπεύθυνης θέσης του: να είναι επίσκοπος, έπαιρνε μορφή ιεραποστολική. Ο άγιος Βουκόλος κήρυττε αδιάκοπα τον λόγο του Θεού, «κηρύσσοντας τη μία ουσία της Τριάδος με ευσεβή τρόπο, ώστε να ξεριζώνει την πολύθεη πλάνη» (ωδή γ΄), πάντοτε βεβαίως προβάλλοντας το διαρκές κήρυγμα του διδασκάλου και πνευματικού του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, δηλαδή την πραγματικότητα της σάρκωσης του Υιού και Λόγου του Θεού. «Έγιναν ωραία, παμμακάριε, τα σαγόνια σου, γιατί κήρυσσαν τη σάρκωση αυτού που έλαμψε σε εμάς από την άφατη ευσπλαχνία του» (ωδή ζ΄). «Θεολόγησες τον Λόγο του Θεού που σαρκώθηκε, και έσωσες πολλούς λαούς από την αλογία της πλάνης, γιατί έγινες θείος μαθητής εκείνου που έλαμψε για τις θεολογικές διδασκαλίες του, τον άγιο Ιωάννη δηλαδή, κήρυκα Βουκόλε» (ωδή η΄).

Ο άγιος Ιωσήφ δεν αφήνει ασχολίαστο το γεγονός ότι στον τάφο του οσίου φύτρωσε φυτό που παρείχε ιάσεις στους προστρέχοντες. Θεωρεί  ότι το θαυμαστό αυτό γεγονός συνιστά μαρτυρία από τον Θεό της δικαίωσης του αγίου, και για τη δράση του ως ποιμένα και για την κατάστασή του στους ουρανούς. «Βλάστησες σαν φοίνικας στις αυλές του Θεού, γι’ αυτό και εκοιμήθης όπως πρέπει στους δικαίους. Και τώρα φέρεις φυτό στο θείο σου μνήμα, που αποτελεί θαύμα σ’ αυτούς που το βλέπουν, θεοκήρυκα Βουκόλε» (ωδή η΄). Ο άγιος Βουκόλος: ένας φωτεινός αποστολικός πατέρας που παραπέμπει στον κατά πολύ νεώτερό του,  συνεορτάζοντα με αυτόν, άλλον φωτεινό, και λόγω ονόματος, άγιο Φώτιο, τον «ομότροπον των αποστόλων»,  τον οικουμενικό πατέρα και μέγαν εν διδασκάλοις.

04 Φεβρουαρίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ)

«Σύ δέ μένε ἐν οἷς ἔμαθες καί ἐπιστώθης» (Β´ Τιμ. 3, 14)

῾Η προβολή ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο στόν μαθητή καί συνεργάτη του Τιμόθεο τῆς ἐν δοκιμασίαις καί θλίψεσι προσωπικῆς του ζωῆς χάριν τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ καί ἡ προτροπή του νά παραμένει αὐτός σέ ὅ,τι ἔμαθε καί βεβαιώθηκε προσωπικά ἀπό τόν ἴδιο καί ἀπό τήν ῾Αγία Γραφή προκειμένου νά ἐπιτύχει τή σωτηρία του τήν ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ, ἀποτελεῖ τό περιεχόμενο τοῦ μικροῦ ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος πού ἡ ᾽Εκκλησία μας ἔχει θέσει κατά τήν ἔναρξη τοῦ εὐλογημένου Τριωδίου, τό ὁποῖο θά ἐκβάλει στό Πάθος καί τήν ᾽Ανάσταση τοῦ Κυρίου. Κι αὐτό γιατί σέ κάθε ἐποχή, πολύ περισσότερο στή δική μας, ἡ μόνη σωτήρια ὁδός σ᾽ ἕναν κόσμο διαρκῶς μεταβαλλόμενο καί ἀδιάκοπα πορευόμενο ἀπό τό κακό στό χειρότερο εἶναι νά μένουμε κι ἐμεῖς σταθεροί στήν παράδοση τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἁγίων ᾽Αποστόλων, πού σημαίνει νά μένουμε πιστοί σέ ὅ,τι ἡ ᾽Εκκλησία μας ζεῖ καί διδάσκει μέ ὅλη τή ζωή της. ῾Σύ δέ μένε ἐν οἷς ἔμαθες καί ἐπιστώθης᾽: σύ δέ μένε ἀκλόνητος σ᾽ ἐκεῖνα πού ἔμαθες καί βεβαιώθηκες γιά τήν ἀλήθεια τους ἀπό τήν προσωπική σου πεῖρα.

1. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος εἶναι ἀπόλυτα ρεαλιστής. Καταγράφοντας τήν πορεία τοῦ ἴδιου, ὅπως καί κάθε ἄλλου χριστιανοῦ στόν κόσμο τοῦτο, ἐπισημαίνει ὅτι τό τίμημα γιά τή χριστιανοσύνη ἑνός πιστοῦ ἀνθρώπου εἶναι οἱ διωγμοί καί τά παθήματα πού θά ὑποστεῖ χάριν ἀκριβῶς τῆς πίστεώς του. ῾Οἵους διωγμούς ὑπήνεγκα᾽ (τί φοβερούς διωγμούς ὑπέφερα), θά πεῖ μεταξύ ἄλλων, γιά νά γενικεύσει: ῾Καί πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ διωχθήσονται᾽ (Κι ὅλοι ὅσοι θέλουν νά ζήσουν μέ εὐσέβεια, σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, θά ἀντιμετωπίσουν διωγμούς). Ζητᾶς νά ἀκολουθήσεις τόν Χριστό; - εἶναι σά νά λέει στόν Τιμόθεο. ῾Ετοιμάσου νά βρεῖς τόν κόσμο ἐνάντιο σέ σένα. Θά σέ ἀπορρίψει καί θά σέ καταδιώξει. Κι αὐτό γιατί; Διότι ἀκολουθεῖς ᾽Εκεῖνον, ὁ ῾Οποῖος ῾εἰς τά ἴδια ἦλθε καί οἱ ἴδιοι αὐτόν οὐ παρέλαβον᾽. Κι ὄχι μόνον δέν Τόν ἀποδέχτηκαν, ἀλλά καί Τόν πολέμησαν καί Τόν σταύρωσαν καί Τόν θανάτωσαν. ῾῏Ην γάρ πονηρά αὐτῶν τά ἔργα᾽, κατά συνέπεια δέν ἄντεχαν τό φῶς Του πού ἀπεκάλυπτε τή σκοτεινιά τῶν ἁμαρτωλῶν ἔργων τους. ῎Ετσι ὅ,τι στάση κράτησε ὁ πεσμένος στήν ἁμαρτία κόσμος ἀπέναντι στόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό ᾽Ιησοῦ Χριστό, τήν ἴδια στάση κρατάει κι ἀπέναντι στούς μαθητές καί ἀκολούθους Του. ῾Ο Κύριος δέν τό ἀπέκρυψε. ῾Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσιν᾽ εἶπε. Καί: ῾διά πολλῶν θλίψεων δεῖ ὑμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τήν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν᾽.

2. ῎Ετσι ὁ ἀπόστολος στοιχώντας μέ συνέπεια στόν Χριστό προτείνει στόν Τιμόθεο μία ζωή πού ἀποτελεῖ πρόκληση γιά τή λογική τοῦ κοσμικοῦ ἀνθρώπου, κυριολεκτικά ἀνατροπή ὅλων τῶν ῾σταθερῶν᾽ του, ὁ ὁποῖος ἔχοντας διαγράψει τόν Θεό ἀπό τή ζωή του ἐπιζητεῖ στόν κόσμο τοῦτο τήν ἄνεση, τήν ἀποδοχή ἀπό τούς ἄλλους, τή δύναμη τοῦ πλούτου, τήν κυριαρχία, ὅ,τι δηλαδή συνιστᾶ τήν ἴδια τήν ἁμαρτία καί τήν ὑποδούλωση στόν Πονηρό.  Κι ἀκόμη περισσότερο: ἡ ἁμαρτωλή αὐτή κατάστασή του ἐπιτείνεται χωρίς σταματημό, γιατί ῾πονηροί ἄνθρωποι καί γόητες προκόψουσιν ἐπί τό χεῖρον, πλανῶντες καί πλανώμενοι᾽ (οἱ πονηροί ἄνθρωποι καί οἱ ἀπατεῶνες θά προκόβουν στό χειρότερο, θά ἐξαπατοῦν τούς ἄλλους καί οἱ ἄλλοι θά τούς ἐξαπατοῦν).  Καμμία μεσσιανικότητα ὡς προσδοκία καλλιτέρευσης τοῦ κόσμου ἀπό μόνου του δέν χαρακτηρίζει τά λόγια τοῦ ἀποστόλου. ῾Ο κόσμος θά χειροτερεύει ὁλοένα καί περισσότερο.

῾Ο ἀπόστολος λοιπόν μέ ἀπόλυτη σαφήνεια περιγράφει τόν κόσμο μέσα στόν ὁποῖο πορεύεται ὁ χριστιανός: εἶναι ἕνας κόσμος ὑπό τόν κοσμοκράτορα Διάβολο, μέσα στόν ὁποῖο φαίνεται ὅτι ὁ πιστός δέν ἔχει θέση. ᾽Αλλ᾽ ἐνῶ ὁ κόσμος τῆς ἁμαρτίας θά ἐπιθυμεῖ νά ἀφανίσει τούς ἀκολούθους τοῦ Χριστοῦ, δέν θά τά καταφέρνει, γιατί τελικῶς Αὐτός πού προσδιορίζει τά σύμπαντα μέχρι κεραίας εἶναι ἀκριβῶς ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, ὁ Παντοδύναμος Θεός. ῾Οἵους διωγμούς ὑπήνεγκα! Καί ἐκ πάντων με ἐρρύσατο ὁ Κύριος᾽ (Καί ἀπ᾽ ὅλους τούς διωγμούς πού ὑπέφερα μέ γλύτωσε ὁ Κύριος). Νά λοιπόν ἡ πραγματικότητα τοῦ βάθους τῆς πίστεως, στήν ὁποία προσανατολίζει τή σκέψη τοῦ Τιμοθέου ὁ ἀπόστολος Παῦλος: ἐκεῖ πού φαίνεται ὅτι ἡττᾶται ὁ πιστός ἀπό τίς δυνάμεις τοῦ σκότους, ἐκεῖ ἀκριβῶς ἀναδύεται τό φῶς τῆς παντοδυναμίας τοῦ Θεοῦ. Πρόκειται γιά τή συμμετοχή τοῦ πιστοῦ στή Σταύρωση καί τήν ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ. Καί ὁ Χριστός φάνηκε ἐπί τοῦ Σταυροῦ ἀδύναμος καί ἡττημένος. ᾽Αλλ᾽ ἐκεῖ φάνηκε καί ἡ ἀπόλυτη παντοδυναμία Του: ἀναστήθηκε τριήμερος. ῾Αὕτη ἐστίν ἡ νίκη ἡ νικήσασα τόν κόσμον: ἡ πίστις ἡμῶν!᾽

3. Μέ τά παραπάνω δεδομένα κατανοεῖ κανείς τήν προτροπή τοῦ ἀποστόλου στόν μαθητή του: ῾σύ δέ μένε ἐν οἷς ἔμαθες καί ἐπιστώθης᾽. Δηλαδή μέσα σ᾽ ἕναν κόσμο πού φαίνεται ὅτι κυριαρχεῖ ἡ ἁμαρτία καί ὁ Πονηρός, πού οἱ διωγμοί πᾶνε νά ἐξαφανίσουν τούς πιστούς, ἐσύ, Τιμόθεε, (καί κάθε χριστιανέ συνεπῶς), μή παρασυρθεῖς, ἀλλά νά μένεις σταθερός. Σέ τί; Στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ πού διδάχθηκες ἀπό ἐμένα πού γνώρισα ἐμπειρικά τόν Κύριο καί εἶσαι βεβαιωμένος γιά τήν ἀλήθεια τῆς ἐμπειρίας μου αὐτῆς, καί στά ἱερά γράμματα τά δοσμένα ἀπό τόν Θεό, πού ᾽χουν τή δύναμη νά σέ κάνουν σοφό ὥστε νά κερδίσεις τή σωτηρία σου ἐν Χριστῷ. ῎Ετσι ἡ μαρτυρία καί ἡ πρόσκληση τοῦ ἀποστόλου γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ὡς σχέση μέ τόν Χριστό καί ἔνταξη στή Βασιλεία Του εἶναι ἡ πιστότητα στήν παράδοση. Τήν παράδοση πού ἀναφέρεται στίς ῞Αγιες Γραφές καί τή ζωντανή βίωση τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ ἀπό τούς πραγματικά πιστούς Του. ῾Αγία Γραφή, ζωή τῶν ἁγίων. ᾽Αλλ᾽ αὐτό δέν εἶναι ἡ ζωή τῆς ᾽Εκκλησίας; ῾Η ᾽Εκκλησία μας ὡς τό ζωντανό σῶμα τοῦ Χριστοῦ δέν πορεύεται ἐν Πνεύματι πάνω στό θεμέλιο τῆς κεφαλῆς της ὅπως τοῦτο καταγράφεται ἀπό τήν ῾Αγία Γραφή κι ὅπως ἐξαγγέλλεται ἀπό ἐκείνους πού κατεξοχήν Τόν ἔζησαν καί Τόν κήρυξαν, τούς ἁγίους ἀποστόλους πρῶτα, τούς ἁγίους Πατέρες  ἔπειτα κι ὅλους τούς ἄλλους ἁγίους;

4. Κι εἶναι εὐνόητο ἑπομένως ὅτι μιλᾶμε γιά μία Παράδοση πού ἔχει τή ζωντάνια τῆς παρουσίας τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ καί τή φανέρωση ἔτσι τοῦ Χριστοῦ ῾ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ᾽ σέ κάθε ἐποχή. Μιλᾶμε λοιπόν γιά μία πιστότητα πού ἐνῶ φαίνεται ὅτι στηρίζεται στό παρελθόν, ἐκβάλλει ἀδιάκοπα στό ἑκάστοτε παρόν. Μόνο ἄσχετοι πρός τήν πίστη ἤ ἐλλειμματικοί κατά τόν νοῦ μποροῦν νά ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ Παράδοση τῆς ᾽Εκκλησίας συνιστᾶ συντηρητισμό καί στεῖρα προσκόλληση πρός τό παρελθόν. Μόνον ὅσοι ἔχουν διαγράψει ἀπό τή ζωή τους τόν Χριστό καί ἡ ζωή τῆς ᾽Εκκλησίας τούς εἶναι ἐντελῶς ξένη μποροῦν νά ὑποστηρίζουν τέτοια ἰδεολογήματα, ἀποκυήματα τῆς φαντασίας τους. ᾽Αλλά αὐτοί δυστυχῶς, ὅσο δέν θά μετανοοῦν, θά ἀνήκουν στούς πονηρούς καί τούς γόητες, ῾ὧν ὁ Θεός ἡ κοιλία καί τό τέλος ἡ ἀπώλεια᾽. Γιά τούς πιστούς ὁ Χριστός καί τό σῶμα Του ἡ ᾽Εκκλησία θά εἶναι καί θά παραμένει πάντοτε ἡ μόνη σωτηρία.

Σ᾽ ἕναν κόσμο πού μοιάζει μέ φουσκωμένο ποτάμι καί στό διάβα του παρασύρει τά πάντα ὁδηγώντας τα στό βάραθρο, τό μόνο σταθερό σημεῖο πού μπορεῖ νά κρατήσει τόν ἄνθρωπο γιά νά ζήσει τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ ὡς Σωτήρα εἶναι ἡ παράδοση τῆς ᾽Εκκλησίας. ῞Ο,τι λέει ὁ ἀπόστολος στόν μαθητή καί συνεργάτη του Τιμόθεο: νά μένει σταθερός σ᾽ ἐκείνου τή διδαχή καί τή ζωή καί στίς ἅγιες Γραφές, τό ἴδιο λέει καί σήμερα. ῎Εχουμε σημεῖο ἀναφορᾶς. ῎Ας τό κρατοῦμε χωρίς ταλαντεύσεις.

ΑΡΧΗ ΤΡΙΩΔΙΟΥ (ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ)

 

«Από σήμερα, στον εσπερινό της Κυριακής, αρχίζουν να συμψάλλονται οι ύμνοι που περιέχονται στο λειτουργικό βιβλίο του Τριωδίου. Σε μερικούς ναούς πριν την έναρξη του εσπερινού τίθεται κάτω από την εικόνα του Χριστού στο τέμπλο σε ευτρεπισμένο σκαμνί το λειτουργικό βιβλίο του Τριωδίου, όπου προσέρχεται ο πρωτοψάλτης (ο οποίος εκπροσωπεί όλους όσοι υπηρετούν στο αναλόγιο), βάζει μπροστά στην εικόνα τρεις μετάνοιες, ασπάζεται την εικόνα, παίρνει στα χέρια του το Τριώδιο και το ασπάζεται, κάνει πάλι τρεις μικρές μετάνοιες και απέρχεται μαζί με το Τριώδιο στην οικεία του θέση».

Μία βαθειά συμβολική κίνηση με το ξεκίνημα της περιόδου του Τριωδίου, για να προβληθούν δύο κυρίως πράγματα: πρώτον, η μεγάλη σημασία του λειτουργικού βιβλίου που φέρει την ονομασία «Τριώδιον» - παραλαβή του από τον πρωτοψάλτη μπροστά στην εικόνα του Κυρίου σαν να προσφέρει Εκείνος στον εκπρόσωπο του λαού στις λειτουργικές συνάξεις τα λόγια που απηχούν το Πνεύμα Του και ευαρεστείται ο Ίδιος να ακούει∙ και δεύτερον, η προσκύνηση του εκπροσώπου του λαού (ο ψάλτης είναι εκείνος που για λόγους ευταξίας λέει όσα ο λαός πάντοτε έλεγε) που φανερώνει ότι ενώπιον του Κυρίου η μόνη ορθή στάση και κίνηση είναι η υπακοή. Κι η υπακοή αυτή εξαγγέλλεται με τον πιο δυνατό τρόπο όταν ο άνθρωπος πορεύεται κατά τα κελεύσματα των ύμνων του Τριωδίου, δηλαδή προσπαθεί να ζει με μετάνοια ως διαρκή επιστροφή προς τον Θεό. Διότι το Τριώδιο ως βιβλίο της Εκκλησίας αλλά και ως περίοδος που χρωματίζεται από το περιεχόμενο του βιβλίου αυτού τη μετάνοια πρωτίστως προβάλλει και διακηρύσσει.

Από τον εσπερινό της ημέρας λοιπόν ουσιαστικά εισερχόμαστε στην πιο ιερή και κατανυκτική περίοδο όλου του χρόνου, η οποία διαρθώνεται σε τρία μέρη: το εισαγωγικό μέρος (Κυριακές Τελώνου και Φαρισαίου, Ασώτου, Απόκρεω και Τυρινής, ήτοι τρεις εβδομάδες), το καθαυτό μέρος, τη Μεγάλη Σαρακοστή (αρχής γενομένης από την Καθαρά Δευτέρα έως το Σάββατο του Λαζάρου) και το τρίτο και τελευταίο που συνιστά και το όλο σκοπό και την αποκορύφωση, τη Μεγάλη Εβδομάδα. Είναι αυτονόητο βεβαίως ότι από την άποψη αυτή η θεώρηση πολλών, δυστυχώς και χριστιανών, περί του Τριωδίου ως της περιόδου του ξεφαντώματος και του «ξεσαλώματος» κοινώς των ανθρώπων δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα της εκκλησιαστιακής περιόδου και ζωής. Στην κοσμική θεώρηση ο άνθρωπος χάνει τον εαυτό του και νεκρώνεται πνευματικά. Διότι στρέφεται «ολοσχερώς» προς τον θάνατο που φέρνει το αμαρτωλό φρόνημα. Στην εκκλησιαστική θεώρηση ο άνθρωπος βρίσκει τον εαυτό του και το μεγαλείο της δημιουργίας του. Διότι ενσκύπτει μέσα στην καρδιά του προκειμένου να την καθαρίσει από κάθε τι εμπαθές μέσω της μετανοίας και τη ζωής της εγκρατείας, ώστε να βλαστήσει το ομορφότερο άνθος που καταξιώνει τον άνθρωπο: την αληθινή αγάπη.

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ

 

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Λουκ. 18, 10-14)

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· Ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. Ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. Καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλ ̓ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ. Λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Εἶπε ὁ Κύριος αὐτή τήν παραβολή· «Δύο ἄνθρωποι ἀνέβηκαν στό ναό γιά νά προσευχηθοῦν. Ὁ ἕνας ἦταν Φαρισαῖος κι ὁ ἄλλος τελώνης. Ὁ Φαρισαῖος στάθηκε ἐπιδεικτικά κι ἔκανε τήν ἑξῆς προσευχή σχετικά μέ τόν ἑαυτό του: “Θεέ μου, σ’ εὐχαριστῶ πού ἐγώ δέν εἶμαι σάν τούς ἄλλους ἀνθρώπους ἅρπαγας, ἄδικος, μοιχός, ἤ καί σάν αὐτόν ἐδῶ τόν τελώνη. Ἐγώ νηστεύω δύο φορές τήν ἑβδομάδα καί δίνω στό ναό τό δέκατο ἀπ’ ὅλα τα εἰσοδήματά μου”. Ὁ τελώνης, ἀντίθετα, στεκόταν πολύ πίσω καί δέν τολμοῦσε οὔτε τά μάτια του νά σηκώσει στόν οὐρανό. Χτυποῦσε τό στῆθος του καί ἔλεγε: “Θεέ μου, σπλαχνίσου με τόν ἁμαρτωλό”. Σᾶς βεβαιώνω πώς αὐτός ἔφυγε γιά τό σπίτι του ἀθῶος καί συμφιλιωμένος μέ τό Θεό, ἐνῶ ὁ ἄλλος ὄχι· γιατί ὅποιος ὑψώνει τόν ἑαυτό του θά ταπεινωθεῖ, κι ὅποιος τόν ταπεινώνει θά ὑψωθεῖ».

 

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Β΄ Τιμ. 3, 10-15)

Τέκνον Τιμόθεε, παρηκολούθηκάς μου τῇ διδασκαλίᾳ, τῇ ἀγωγῇ, τῇ προθέσει, τῇ πίστει, τῇ μακροθυμίᾳ, τῇ ἀγάπῃ, τῇ ὑπομονῇ, τοῖς διωγμοῖς, τοῖς παθήμασιν, οἷά μοι ἐγένοντο ἐν Ἀντιοχείᾳ, ἐν Ίκονίῳ, ἐν Λύστροις, οἵους διωγμοὺς ὑπήνεγκα! καὶ ἐκ πάντων με ἐρρύσατο ὁ Κύριος. Καὶ πάντες δὲ οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διωχθήσονται· πονηροὶ δέ ἄνθρωποι καὶ γόητες προκόψουσιν ἐπὶ τὸ χεῖρον, πλανῶντες καὶ πλανώμενοι. Σὺ δὲ μένε ἐν οἷς ἔμαθες καὶ ἐπιστώθης, εἰδὼς παρὰ τίνος ἔμαθες, καὶ ὅτι ἀπὸ βρέφους τὰ ἱερὰ γράμματα οἶδας, τὰ δυνάμενά σε σοφίσαι εἰς σωτηρίαν διὰ πίστεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Παιδί μου Τιμόθεε, ἐσύ συμπορεύτηκες μαζί μου στή διδασκαλία, στόν τρόπο ζωῆς, στούς σκοπούς, στήν πίστη, στή μακροθυμία, στήν ἀγάπη,στήν ὑπομονή, στούς διωγμούς, στά παθήματα σάν αὐτά πού ὑπέμεινα στήν Ἀντιόχεια, στό Ἰκόνιο, στά Λύστρα. Τί διωγμούς ὑπέφερα! Κι ἀπ’ ὅλα μέ γλίτωσε ὁ Κύριος. Κι ὄχι μόνο ἐγώ, ἀλλά καί ὅλοι ὅσοι θέλουν νά ζήσουν μέ εὐσέβεια, σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, θά ἀντιμετωπίσουν διωγμούς. Μόνο οἱ πονηροί ἄνθρωποι καί οἱ ἀπατεῶνες θά προκόβουν στό χειρότερο· θά ἐξαπατοῦν τούς ἄλλους καί οἱ ἄλλοι θά τούς ἐξαπατοῦν. Ἐσύ ὅμως νά μένεις σ’ αὐτά πού ἔμαθες καί πού γιά τήν ἀξιοπιστία τούς ἔχεις τεκμήρια. Ξέρεις ἀπό ποιόν τά ἔμαθες· καί μή λησμονεῖς ὅτι ἀπό τή βρεφική σου ἡλικία γνωρίζεις τή Γραφή, πού μπορεῖ νά σέ κάνει σοφό ὀδηγώντας σε στή σωτηρία διά τῆς πίστεως στόν Ἰησοῦ Χριστό.

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΙΣΙΔΩΡΟΣ Ο ΠΗΛΟΥΣΙΩΤΗΣ

 

Α. «Ο άγιος Ισίδωρος, που ήταν Αιγύπτιος κατά το γένος, ήταν γνωστός ως υιός ευγενών και θεοφιλών γονέων, και  ήταν συγγενής του Θεοφίλου και του Κυρίλλου, των Επισκόπων της Εκκλησίας των Αλεξανδρέων. Ο όσιος αυτός, πεπαιδευμένος πάρα πολύ και από τη θεία σοφία, αλλά και από την έξωθεν, άφησε πάμπολλα συγγράμματα, άξια λόγου και μνήμης στους φιλομαθείς. Αφού εγκατέλειψε κάθε είδος πλούτου, τη λαμπρότητα του γένους του, την ευδαιμονία του βίου, επήγε στο Πηλούσιο όρος και ακολούθησε τη μοναχική ζωή. Εκεί διάγοντας με πλήρη αφιέρωση στον Θεό, φώτιζε με τη διδασκαλία των θείων του λόγων  όλη την οικουμένη, με αποτέλεσμα να οδηγεί σε μετάνοια τους αμαρτάνοντες, να στηρίζει αυτούς που αγωνίζονταν στην πίστη, να διεγείρει προς την αρετή αυτούς που απειθούσαν, με την αυστηρότητα των θείων ελέγχων του. Κι ακόμη: να υπενθυμίζει και να νουθετεί και  βασιλείς, για το συμφέρον της οικουμένης, και γενικά να ερμηνεύει με σοφότατο τρόπο τα λόγια της Αγίας Γραφής σε όλους αυτούς που τον ρωτούσαν. Λέγεται μάλιστα ότι οι επιστολές του φτάνουν τις δέκα χιλιάδες. Αφού έζησε λοιπόν άριστα και πολιτεύτηκε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, έφυγε από τη ζωή αυτή σε βαθύ γήρας».

Β. Ο άγιος Θεοφάνης, ο υμνογράφος του οσίου Ισιδώρου, είναι επόμενο να εστιάζει την προσοχή του σε αυτό που αποτέλεσε το μεγαλύτερο χάρισμα του αγίου: τη διδασκαλία του. Σχεδόν στο σύνολο των ύμνων που έγραψε γι’ αυτόν, στο διδακτικό του οσίου αναφέρεται, με παράλληλη αναφορά στη διαχρονική επιρροή του στους πιστούς και στις προϋποθέσεις του λόγου του, προφορικού και γραπτού. Σε τροπάριο του καθίσματος του όρθρου για παράδειγμα, κατά συμπυκνωμένο τρόπο επισημαίνει: «Αναδείχτηκες βίβλος διδασκαλίας της γνώσης, που συντάχθηκε με τον φωτισμό του πανάγνου Πνεύματος από τον πλούτο της πίστης σου, και φανερώνεις τα θεία σε όλους που έχουν ανάγκη τον Θεό και Τον αναζητούν, όπως και θησαυρίζεις τη ζωή γι’ αυτούς που την θέλουν». Και σ’ ένα από τα στιχηρά του εσπερινού παρουσιάζει τον όσιο με ωραία έμπνευση: «Με την πλημμύρα της χάρης του Θεού και με τη βροχή των λόγων σου, ποτίζεις όλους του πιστούς. Διότι βάζοντας το στόμα σου στον κρατήρα της θεϊκής σοφίας σαν να πίνεις από πηγή, άντλησες από εκεί με αφθονία, και διέδωσες παντού τις ακτίνες των δογμάτων σου, στέλνοντας επιστολές και διδάσκοντας και νουθετώντας, θαυμάσιε».

Είπαμε βεβαίως ότι αναφέρεται ο άγιος υμνογράφος και στις προϋποθέσεις του οσίου ως προς το χάρισμα του λόγου που είχε. Ο όσιος Ισίδωρος δηλαδή δεν έγραφε ή δεν κήρυσσε, και μάλιστα με μεγάλη καλλιέπεια, επειδή απλώς μελέτησε – η μελέτη του ήταν πράγματι κοπιώδης και επισταμένη, τόσο των εκκλησιαστικών Πατέρων και συγγραφέων, όσο και των διαφόρων φιλοσόφων – αλλά κυρίως επειδή «έμαθε αφ’ ων έπαθε» κατά την εκκλησιαστική ορολογία. Έζησε με άλλα λόγια την πνευματική ζωή, φωτίστηκε από το Πνεύμα του Θεού, γνώρισε τον Θεό, τον κήρυξε. Όπως σημειώνει μεταξύ άλλων ο υμνογράφος: «Θανάτωσες με την εγκράτεια το αμαρτωλό φρόνημα, καθώς ντύθηκες τη ζωηφόρο νέκρωση που δίνει ο Χριστός. Κι αφού πλάτυνες  την κατάσταση της ψυχής σου, πανόσιε, την έκανες να χωράει καθαρά τα χαρίσματα του Πνεύματος, και έγινες έτσι δοχείο θεοπνεύστων διδαγμάτων και κατοικητήριο της υπέρ νουν θεϊκής σοφίας».

Αξίζει να σταθούμε περισσότερο. Διότι οι επισημάνσεις του αγίου υμνογράφου, και για τις προϋποθέσεις του διδασκαλικού του αξιώματος και για το περιεχόμενο της διδασκαλίας του, είναι πολύ σημαντικές, ιδίως ως προς τη χρήση του όρου «πλάτυνση της κατάστασης της ψυχής». Ασφαλώς δηλαδή ο άγιος εξέφραζε τη σοφία του Θεού, αλλά αφού είχε καταστήσει τον εαυτό του ικανό (μέσω της εγκρατείας που καταργούσε το σαρκικό φρόνημα) για να ζει η σοφία αυτή (ως κυριολεκτικά ένδυμά του) στην ύπαρξή του. Επαναλαμβάνει δηλαδή ο υμνογράφος την ίδια αλήθεια για την ένωση του Θεού με τον άγιο (και με κάθε συνεπώς γνήσιο χριστιανό), αλλά μέσω και ενός άλλου όρου, μίας άλλης λέξης: Ο άνθρωπος μπορεί να «πλατυνθεί» τόσο, ώστε να χωρέσει ολόκληρο τον Θεό!

Ποια η εξήγηση; Πρόκειται για το μεγαλείο της δημιουργίας του από Εκείνον – «ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα ἡμετέραν καί καθ’ ὁμοίωσιν» - ο Οποίος θέλησε κατά κάποιον τρόπο να «επαναλάβει» (όσιος Σωφρόνιος) τον εαυτό Του μέσω του τελευταίου και ανωτέρου δημιουργήματός Του. Ο άνθρωπος δημιουργείται με προοπτική να «χωρέσει» όλο τον Θεό! Χάνεται η προοπτική λόγω της αμαρτίας – η αμαρτία σμικρύνει και συρρικνώνει τον άνθρωπο μέχρις εξαντλήσεως και εξουδενώσεώς του – αλλά την επαναποκτά με τον ερχομό του ενανθρωπήσαντος Θεού. Ο Ιησούς Χριστός ανοίγει και πάλι τη χαμένη προοπτική και έτσι ο πιστός πια άνθρωπος, ενσωματωμένος στον Χριστό, «πλατύνεται» μέχρι απειρίας: ο άνθρωπος όπως είπαμε χωράει τον Θεό και κατ’ επέκταση όλους τους συνανθρώπους του! Ο κάθε άνθρωπος, εν Χριστώ μπορεί να γίνει ένας άλλος Χριστός. Γι’ αυτό και η πλάτυνσή του αυτή τον καθιστά «στόμα Χριστού» με λόγο αιώνιο! Η Παναγία Μητέρα του Κυρίου ως «πλατυτέρα τῶν Οὐρανῶν» δακτυλοδεικτεί με τον πιο σαφή τρόπο το υπερφυές αυτό όριο!   

Ο όσιος Ισίδωρος μας άφησε περί τις δέκα χιλιάδες (δύο κατά πιο ακριβή έρευνα) επιστολές. Όπως κι αν έχει το πράγμα όμως, σημασία έχει το γεγονός ότι υπήρξε «ο πολυγραφότερος επιστολογράφος της αρχαίας Εκκλησίας» (Σ. Παπαδόπουλος).  Κι αυτό σημαίνει ότι μπορεί και καθοδηγεί και νουθετεί και πλουτίζει, πέραν εκείνων της εποχής του, και τους πιστούς όλων των εποχών. Οι επιστολές του είναι πράγματι ένας θησαυρός, που πολύ συχνά μάλιστα παραπέμπουν στον ατίμητο θησαυρό των κειμένων του αγίου Χρυσοστόμου, τον οποίο αγαπούσε υπερβαλλόντως και τον οποίο, γι’ αυτόν τον λόγο,  αξιοποίησε και στα δικά του γραπτά σε μεγάλο βαθμό. «Ὡς κάλαμος τοῦ ἁγίου Πνεύματος» ο άγιος Ισίδωρος έτσι, αποτελεί μία διαρκή πρόκληση και πρόσκληση για όλους εμάς, να έλθουμε μέσω των κειμένων του σε επαφή με το ίδιο το άγιο Πνεύμα, τη ζωντανή παρουσία του Θεού.

Γ. Μερικά μικρά κεφάλαιά του (η μορφή που αγαπούσε να γράφει) δείχνουν ανάγλυφα το «πολύτιμο κληροδότημά» του.

- «Τίποτε δεν είναι σπουδαιότερο για τον Θεό από την αγάπη. Λόγω της αγάπης αυτής έγινε άνθρωπος και υπήκοος μέχρι θανάτου. Γι’ αυτό άλλωστε και τους πρώτους που κάλεσε από τους μαθητές Του ήταν δύο αδέλφια: για να δείξει ευθύς εξαρχής ο πάνσοφος Σωτήρας ότι θέλει όλοι οι μαθητές Του να συνδέονται αδελφικά μεταξύ τους».

- «Αν και κρύβεις το έλλειμμα και την αδυναμία σου, όμως αυτό που φαίνεται είναι η υπερηφάνεια σου, καθώς αγωνίζεσαι υπερβολικά και για τη γενιά σου και για τη δύναμή σου και για την αξία σου. Ή λοιπόν απόκτησε ίδιο φρόνημα μ’ αυτό που είσαι πραγματικά, ή θα γίνεις περίγελως όλων».

- «Είναι βραχύβια όχι μόνο η νεότητα, αλλά και ολόκληρη η ζωή σου. Γιατί λοιπόν αμαρτάνεις αδιάκοπα, κατασκευάζοντας για τον εαυτό σου  μέσα σε λίγες ώρες την αιώνια κόλαση; Αφού μάθεις λοιπόν καλά ότι δεν πρέπει να εμπιστεύεσαι τα πράγματα της εδώ ζωής που στρέφονται και αλλάζουν διαρκώς, σπούδαζε να γίνεσαι γνωστός για τα ενάρετα έργα σου, τα οποία και εδώ (στον κόσμο αυτόν) επαινούνται, αλλά και οι μελλοντικοί τους μισθοί δεν χάνονται».