14 Σεπτεμβρίου 2023

ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΝΑ ΕΟΡΤΑΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ!

Όσιος Εφραίμ Κατουνακιώτης: «Εδώ στο Άγιον Όρος ήρθα στις 14 Σεπτεμβρίου. Ημέρα της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Ημέρα που ξαναγεννήθηκα. Κάθε μέρα να εορτάζουμε την ύψωση του σταυρού μας. Όταν σηκώνουμε τον σταυρό, πεθαίνουμε και ξαναγεννιόμαστε. Η άρση του σταυρού θάνατος και ανάσταση είναι» (Από το βιβλίο του π. Σπυρίδωνα Βασιλάκου, «Ἔλα φῶς...», εκδ. Θεσβίτης, σελ. 75).

Ο μέγας Γέρων, ο όσιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, εόρταζε ιδιαιτέρως την ημέρα της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού. Γιατί; Διότι ήταν η ημέρα εισόδου του στο Άγιον Όρος – «Του Σταυρού ήρθα στο Άγιον Όρος, Σεπτέμβριος του 1933» ήταν η διαρκής επανάληψή του. Δεν την εόρταζε όμως ως γεγονός απλής ανάμνησης που άλλαζε έστω τον ρου της ζωής του – από κοσμικός έγινε καλόγερος – αλλά ως γεγονός που στιγμάτισε την εσωτερική πνευματική του ζωή. Ο άγιος Γέρων με τα μεγάλα ολοφώτεινα μάτια που αντιφέγγιζαν το φως του Ουρανού που ζούσε στην καρδιά και σ’ όλη την ύπαρξή του ένιωσε εισερχόμενος νεαρός στο Όρος τη μυστική αξία του αγιασμένου αυτού τόπου – τη χάρη που τον διαπερνά ως εσωτερικό ρεύμα ζωής. Τότε ήταν «που ξαναγεννήθηκα» ομολογεί. Ξαναγεννιέται πνευματικά εκείνος που βαπτίζεται στην άγια κολυμβήθρα της Εκκλησίας κι εκείνος που βρίσκει το αληθινό μονοπάτι της μετάνοιας, στο οποίο λούζεται με τα δάκρυά του. Ο Θεός έδωσε τη χάρη στον νεαρό (μετέπειτα Εφραίμ) Ευάγγελο να κατανοήσει ότι καλόγερος σημαίνει άνθρωπος που αγωνίζεται στη μετάνοια. Ότι πήρε τη δύναμη της μετανοίας από την «κοιλιά» της Εκκλησίας την αγία κολυμβήθρα – γι’ αυτό και πολύ αργότερα θα την αναζητήσει στο χωριό του και θα την ασπαστεί με πολλά δάκρυα – κι αυτή η μετάνοια αποτελεί το έργο κάθε βεβαίως χριστιανού, πολύ περισσότερο όμως του «τύπου» του χριστιανού, του ορθόδοξου μοναχού.

Κι ακόμη. Για τον όσιο Γέροντα η καλογερική αυτή μετάνοια με την οποία ο άνθρωπος αναγεννάται γιατί είναι γνήσια ταυτίζεται με την άρση του σταυρού. Μοναχός δηλαδή για τον όσιο είναι ο εσταυρωμένος άνθρωπος (πόσο ωραία φανερώνεται τούτο με τη συγκεκριμένη εικόνα του εσταυρωμένου μοναχού!) κατά τον τύπο που λέει ο απόστολος Παύλος: «Χριστώ συνεσταύρωμαι», που σημαίνει ότι τον Σταυρό του Κυρίου Τον ζούσε βιωματικά ο άγιος Γέροντας ως θάνατό του, συνεπώς και ως ανάστασή του. Τα απλοϊκά φαινομενικά λόγια του περικλείουν τα αποκαλυπτικά λόγια του Ίδιου του αρχηγού της πίστεως Ιησού Χριστού: «όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του και ας σηκώνει τον σταυρό του και ας με ακολουθεί», αλλά και τη μεγαλειώδη θεολογία περί του βαπτίσματος του αποστόλου Παύλου: «όσοι βαπτιστήκαμε, στον θάνατο του Χριστού βαπτιστήκαμε και την ανάσταση Εκείνου ομολογούμε».  Οπότε ο όσιος Εφραίμ με δύο λέξεις αφήνει να φανεί η ένταση του εσωτερικού του κόσμου, η οδύνη που ζούσε από τον πόλεμο κατά των παθών και του πονηρού διαβόλου, αλλά και η πνευματική ηδονή από τα αναστάσιμα και χαρμόσυνα στοιχεία που του πρόσφερε αφειδώλευτα η χάρη του Θεού.

Κι η επισήμανσή του είναι συγκλονιστική και μοναδική: «κάθε μέρα να εορτάζουμε την ύψωση του σταυρού μας». Ο ατόφιος, αληθινός και αταλάντευτα προσανατολισμένος στον σκοπό του καλόγερος: όχι απλώς να γιορτάζουμε την ύψωση του Σταυρού τη συγκεκριμένη ημέρα, αλλά την κάθε ημέρα ως προσωπικό γεγονός. Η πορεία της μετάνοιας δηλαδή ως πορεία άρσης του σταυρού πάνω στις εντολές του Χριστού δεν γνωρίζει διαλείμματα. Το διάλειμμα είναι για τους αρχάριους και τους «τυφλούς» ακόμη πνευματικά ανθρώπους που λειτουργεί ως οπισθοδρόμηση και κατρακύλα. Η ακολουθία του Χριστού είναι «κόλλησις» στον Χριστό που κάνει τον άνθρωπο να γίνει κι εκείνος Χριστός. Όπως έγινε και ο όσιος Εφραίμ και έγιναν όλοι οι άγιοι.

Δεν ξέρουμε πόσοι αντέχουμε το πυρ των λόγων του οσίου. Απλώς να παρακαλούμε η φωτιά του Πνεύματος που έκαιγε την καρδιά του να καύσει λίγο και τις δικές μας καρδιές, ώστε να καθαριστεί το έδαφος και να φωτιστεί ο χώρος.

Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΥΨΩΣΙΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

Η μεγάλη Δεσποτική εορτή της υψώσεως του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού δεν αποτελεί εορτή μίας μόνο ημέρας ή έστω μερικών μόνο ημερών με κέντρο αυτήν αλλά χαρακτηρίζει ολόκληρη τη ζωή της Εκκλησίας. Κι αυτό γιατί ο Σταυρός αποτελεί το κατεξοχήν σύμβολο της χριστιανικής πίστεως, την «καθέδραν της ορθοδόξου θεολογίας» κατά πιο πατερική έκφραση, που σημαίνει πως οτιδήποτε στην Εκκλησία κατανοείται σε σχέση με τη Σταυρική θυσία Εκείνου που απεστάλη από τον Θεό Πατέρα ακριβώς για να υψωθεί στον Σταυρό και να ελκύσει με τον τρόπο αυτόν κοντά Του όλα τα έθνη. «Καγώ εάν υψωθώ από της γης πάντας ελκύσω προς εμαυτόν». Θείος μαγνήτης ο Σταυρός, δηλαδή ο επ’ αυτού ανυψωθείς ως άνθρωπος Υιός και Λόγος του Θεού, από την ελκτική δύναμη του Οποίου δεν μπορεί να αντιδράσει κάθε καλοπροαίρετος άνθρωπος όπου γης.

Τρεις είναι οι κύριες διαστάσεις της μεγάλης αυτής εορτής: η ιστορική, η θεολογική, η πνευματική.

Η ιστορική διάσταση πρώτον, διότι την αφορμή ώστε να καθιερωθεί η συγκεκριμένη εορτή την έδωσε και το όραμα του Μ. Κωνσταντίνου με το «εν τούτω νίκα» πριν από τη μάχη με τον συνάρχοντά του Μαξέντιο, οπότε πιστεύοντας στο όραμα του Σταυρού οπλίστηκε κι αυτός και το στράτευμά του με πολλή δύναμη και νίκησε τον αντίπαλό του∙ και η θαυμαστή εύρεση του τιμίου Σταυρού με τις ανασκαφές της αγίας Ελένης στα Ιεροσόλυμα, γεγονός που οδήγησε στην πρώτη ύψωσή Του (4ος αι.)∙ και η επαναφορά του Σταυρού από τον αυτοκράτορα Ηράκλειο (αρχές 7ου αι.), όταν εξεστράτευσε νικηφόρα κατά των Περσών που Τον είχαν διαρπάσει, γεγονός που οδήγησε στη δεύτερη ύψωσή Του και στα Ιεροσόλυμα και στην Κωνσταντινούπολη.

Η θεολογική διάσταση έπειτα, η οποία κατεξοχήν αυτή μάς εξηγεί γιατί ο Σταυρός συνιστά «την θύραν του Παραδείσου» και «την καθέδραν της ορθοδόξου θεολογίας» όπως είπαμε και παραπάνω. Και τι κηρύσσει η Εκκλησία μας για το θεολογικό βάθος του Σταυρού, χωρίς τον Οποίο  η σωτηρία για τον άνθρωπο ως αποκατάσταση της σχέσεώς του με τον Θεό θα ήταν ανύπαρκτη;

 α. Ότι ο Σταυρός ως η αποκορύφωση των Παθών του Κυρίου δεν μπορεί να κατανοηθεί με τις ανθρώπινες δυνάμεις, είτε τις λογικές είτε τις ψυχολογικές είτε τις συναισθηματικές και τις λοιπές. Προς κατανόησή Του απαιτείται η χαρισματική δύναμη της πίστεως, η δύναμη δηλαδή ενός μέλους της Εκκλησίας που έχει ενσωματωθεί διά του αγίου βαπτίσματος στο μυστικό σώμα του Χριστού, ώστε να μπορεί με πνευματικούς οφθαλμούς να «δει» ό,τι δεν φαίνεται αισθητά και το μυστήριο που περικλείει: την άπειρη αγάπη του Δημιουργού που δεν διστάζει προκειμένου να σώσει το αγαπημένο πλάσμα Του να γίνει άνθρωπος και μάλιστα να υποστεί την πιο εξευτελιστική τιμωρία και τον πιο αποτρόπαιο θάνατο, τον σταυρικό. Με τα λόγια του αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστού «τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο ώστε τον Υιό Του τον μονογενή έδωσε, με σκοπό κάθε ένας που πιστεύει σ’ Αυτόν να μη χαθεί αλλά να έχει ζωή αιώνιο» - αγάπη έτσι σημαίνει παράδοση και θυσία για χάρη του άλλου χωρίς κανένα αντάλλαγμα. Κι ακόμη να «δει» μαζί με την απειρία της αγάπης του Θεού μας και την άβυσσο της ανθρώπινης αμαρτίας, τέτοιας που οδήγησε σε θάνατο την ίδια τη Ζωή! Ο άνθρωπος που επαναστάτησε κατά του Δημιουργού του, (το προπατορικό λεγόμενο αμάρτημα), δεν παρεξέκλινε απλώς από κάποιο μονοπάτι ούτε κι έχασε κάτι δευτερεύον για τη ζωή του∙ έχασε τον Δρόμο της Ζωής κι οδηγήθηκε στο σκότος του θανάτου – η ζωή του μετά την αμαρτία του ήταν μία ζωή εν θανάτω.

β. Με τον Σταυρό του Κυρίου που αποκορυφώνει το Πάθος Του η αμαρτία του ανθρώπου αίρεται, εξαφανίζεται, γιατί τη σηκώνει επάνω Του ο ενανθρωπήσας Θεός. Ο Κύριος είναι «ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», που θα πει ότι εν Αυτώ το χάσμα που χώριζε Θεό και άνθρωπο δεν υφίσταται πια. Με τον Χριστό που μας προσέλαβε στην ανθρώπινη φύση Του ο άνθρωπος είδε και πάλι Θεού πρόσωπο. Αν μπορούμε να ατενίσουμε τον Θεό μας είναι γιατί ήρθε Εκείνος που έδωσε τα μάτια Του ώστε να γίνουν και δικά μας μάτια – η όραση Εκείνου συνιστά και την όραση του Θεού Πατέρα: «ο εωρακώς εμέ εώρακε τον Πατέρα». Μετά τον Σταυρό επομένως και την Ανάσταση που ακολουθεί δεν υπάρχει αμαρτία ασυγχώρητη. Όποιος επικαλεστεί το πλήθος και το βάρος των αμαρτιών του για να μην προχωρήσει σε σχέση με τον Θεό βλασφημεί κυριολεκτικά τον Κύριο και το Πάθος Του – δεν δέχεται τη διαγραφή του χρέους από Εκείνον στον οποίο αναφέρεται κάθε χρωστούμενη αμαρτία, αρνείται να πιστέψει συνεπώς και στο άπειρο μέγεθος της αγάπης Του. Κι αυτό αποτελεί τη βλασφημία του αγίου Πνεύματος, η οποία δεν βρίσκει συγχώρηση ποτέ, κατά τον λόγο του Κυρίου.

Κι είναι τέλος η πνευματική διάσταση του Σταυρού, χωρίς την οποία πράγματι η όποια θεολογική διακήρυξη παραμένει χωρίς αντίκρυσμα και καταντά ιδεολογική πρόταση. Τι εννοούμε; Αν ο Σταυρός δεν γίνει γεγονός της ζωής του ανθρώπου, αν ο πιστός δεν ζει σταυρικά κατά το πρότυπο του Κυρίου και των αγίων Του αποστόλων και μαθητών, τότε η πίστη δεν είναι χριστιανική. Όταν ο ίδιος ο Κύριος χαρακτηρίζει ως μαθητή Του εκείνον που Τον ακολουθεί απαρνούμενος τον εγωιστικό εαυτό του και αίροντας τον σταυρό της αγάπης, τότε ποιος χωρίς τα χαρακτηριστικά αυτά μπορεί να ονομαστεί μαθητής Του; «Όποιος θέλει να με ακολουθήσει», είπε, «ας απαρνηθεί τον εαυτό του και ας σηκώσει τον σταυρό του και ας με ακολουθεί». Χριστιανός σημαίνει σταυρωμένος άνθρωπος δηλαδή, όπως εξέφρασε το βίωμά του αυτό και ο μέγιστος των αποστόλων Παύλος: «Έχω σταυρωθεί μαζί με τον Χριστό, γι’ αυτό και δεν ζω πια εγώ, ζει μέσα μου ο Χριστός». Κι ας μην ξεχνάμε βεβαίως το αυτονόητο: η κεντρική εντολή του Χριστού από την οποία εξαρτάται η χριστιανική μας ποιότητα και αυτοσυνειδησία μας είναι το «αγαπάτε αλλήλους». Κι αυτήν την αγάπη ο Χριστός μάς την μέτρησε με την αγάπη του Ίδιου: «καθώς εγώ σας αγάπησα». Ο Σταυρός είναι το μέτρο της αγάπης του χριστιανού, γι’ αυτό και μόνον σταυρικά πορεύεται, κάτι που πήρε ως δύναμη εφαρμογής από την ώρα που βαπτίστηκε - το βάπτισμα τι άλλο είναι παρά η μετοχή του ανθρώπου στον θάνατο και την ανάσταση του Χριστού, δηλαδή ο άνθρωπος «δομήθηκε» πάνω στον «άξονα» του Σταυρού!

Ο χριστιανός λοιπόν εορτάζει τον Σταυρό όταν πορεύεται με πνευματικό σταυρικό τρόπο: με πίστη και αληθινή αγάπη. Χωρίς την πορεία αυτή η όποια ιστορική γνώση του ή η όποια θεολογική κατάρτισή του μένει μετέωρη, για να μην πούμε ότι γίνεται και δαιμονική. Διότι «και τα δαιμόνια πιστεύουν και φρίσσουν» μπροστά στον Θεό. 

13 Σεπτεμβρίου 2023

Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΩΝ ΕΓΚΑΙΝΙΩΝ ΕΝΟΣ ΝΑΟΥ

 

ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΕΓΚΑΙΝΙΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΗΜΩΝ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ

«Νόμον παλαιόν Ἰσραήλ πληρῶν νέος, ἐγκαινίοις σοι τόν τάφον τιμᾷ, Λόγε. Τύχθη ἀναστάσεως τρισκαιδεκάτῃ καινισμός» (στίχοι συναξαρίου).

(Εκπληρώνοντας ο νέος Ισραήλ, (η Εκκλησία), τον παλαιό Νόμο, τιμά τον τάφον Σου, Λόγε Θεού, με εγκαίνια. Τα εγκαίνια της αναστάσεως τάχθηκαν κατά την δεκάτη τρίτη του μηνός Σεπτεμβρίου).

Η Εκκλησία μνημονεύει σήμερα τα εγκαίνια του Ναού της Αναστάσεως του Κυρίου, του Παναγίου Τάφου, τον οποίο ναό οικοδόμησε ο Μέγας Κωνσταντίνος κατά το 330 μ.Χ. πάνω στον Γολγοθά, τον τόπο Σταυρώσεως του Κυρίου. Ο Οίκος του Συναξαρίου διευκρινίζει: «Όταν ήλθε στον κόσμο ως άνθρωπος ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, ο γόνος της βροντής, έγραψε στο Ευαγγέλιό του: Είδαμε με χαρά τη δόξα που είχε ο Υιός δίπλα στον Πατέρα Του, με τη χάρη της αλήθειας. Όσοι δε πίστεψαν σ’ Αυτόν, τους έδωσε την εξουσία να γίνουν τέκνα Θεού. Όσοι λοιπόν αφού αναγεννηθήκαμε όχι σαρκικά ούτε με το θέλημα του ανθρώπου, κι ακόμη επαυξηθήκαμε από το Άγιον Πνεύμα, οικοδομήσαμε οίκο προσευχής και φωνάζουμε με δυνατή φωνή: Αυτόν τον οίκο στερέωσέ τον, Κύριε».

Ο άγιος υμνογράφος Ιωάννης ο μοναχός με πολλές εικόνες μάς προσφέρει την πνευματική διάσταση των εγκαινίων όχι ενός απλού χριστιανικού ναού, αλλά εκείνου που είναι θεμελιωμένος πάνω στον φρικτό Γολγοθά και τον πανάγιο Τάφο. Θεωρεί ότι ο συγκεκριμένος ναός εκπληρώνει αυτό που προφητικά ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη έδωσε ως Σκηνή του μαρτυρίου άγια και αχειροποίητη στον θεόπτη Μωυσή και εγκαινίασε αργότερα ως κτίσμα ο βασιλιάς Σολομών (κάθισμα όρθρου), ενώ για τον λόγο αυτό ο Ναός πια της Αναστάσεως δεν είναι θεμελιωμένος πάνω στο χώμα της γης, αλλά σ’ Αυτόν τον Κύριο. «Όχι το χώμα αλλά τον Χριστό έχοντας ως θεμέλιο η εξ εθνών Εκκλησία, στεφανώνεται από το απρόσιτο κάλλος και διακοσμείται από το στέμμα της Βασιλείας Του» (ωδή ς΄). Οπότε κατά φυσικό τρόπο μάς λέει ότι η συγκεκριμένη οικοδομή αποτελεί τον τόπο σύνδεσης των ουρανίων δυνάμεων με τους πιστούς ανθρώπους: «Συ, Κύριε, κατασκεύασες στη γη σκηνή, όπου ενώνεις με τη δύναμή Σου τους πιστούς με τις ουράνιες τάξεις» (ωδή ε΄), κι ακόμη˙ οι πιστοί στον Ναό αυτόν λαμβάνουν τον δροσισμό του Πνεύματος, κατά αναλογία με τη δρόσο των τριών παίδων στην κάμινο του πυρός της Π. Διαθήκης (ωδή ς΄), που θα πει ότι οι πιστοί με την αγάπη τους στον Χριστό μπορούν στον Ναό αυτόν να συνδεθούν με τον νυμφίο της ψυχής τους: «Όσοι έχουμε πληγωθεί από τον γλυκύτατο θείο έρωτα, εμπρός μέσα στον μυστικό αυτόν θάλαμο να ενωθούμε με τον νυμφίο Χριστό» (ωδή ς΄).

Η ιδιαίτερη όμως συμβολή του αγίου υμνογράφου Ιωάννου έγκειται στη βαθειά θεολογική επισήμανση της σημασίας των εγκαινίων του Ναού, και του συγκεκριμένου πρωτίστως της Αναστάσεως του Κυρίου, αλλά και κάθε άλλου ναού. Τι λέει; Βεβαίως ο Ναός εγκαινιάζεται από το τίμιο και ζωήρρυτο αίμα του σαρκωμένου Θεού μας λόγω της τελέσεως της Θείας Λειτουργίας και κάθε άλλης ακολουθίας κατ’ επέκτασιν (στιχ. εσπ.), αλλά χωρίς την ανθρωπολογική προϋπόθεση, δηλαδή την προετοιμασία του ανθρώπου για να δεχτεί τις δωρεές του Θεού και να αλλάξει επί τα βελτίω, τα εγκαίνια καθίστανται ανενέργητα! Το δοξαστικό των αποστίχων είναι μοναδικό. «Στρέψου στον εαυτό σου, άνθρωπε. Γἰνε καινός-καινούργιος αντί να είσαι παλαιός και γιόρταζε τα εγκαίνια της ψυχής. Όσο υπάρχει καιρός, η ζωή σου  και κάθε τρόπος σου ας γίνονται καινούργια – ιδού, τα πάντα έχουν γίνει καινούργια. Α υ τ ό  φέρε ως καρπό χάριν της εορτής: να αλλοιώνεσαι με την καλή αλλοίωση. Μ’ αυτόν τον τρόπο γίνεται καινούργιος (εγκαινιάζεται) ο άνθρωπος, μ’ αυτόν τον τρόπο τιμάται η ημέρα των Εγκαινίων».

Ο υμνογράφος δεν χαρίζεται. Ο λόγος του λειτουργεί ως δίστομος ρομφαία: αν έχει αξία ο Ναός και κάθε ναός είναι γιατί βοηθάει τον πιστό άνθρωπο στη δική του ανακαίνιση  - για τον άνθρωπο φτιάχνεται το κάθε κτίσμα. Αν ο πιστός δεν παίρνει αφορμή ευρισκόμενος μέσα στον ναό για να στραφεί στον εσωτερικό του κόσμο και να βαθύνει τη μετάνοιά του με τα δάκρυα και το πένθος του για τις κακίες του, ματαίως εισέρχεται σ’ αυτόν. Ίσως μάλιστα να συμβαίνει και το αντίθετο: να αυξάνει τις αμαρτίες του, κατακρίνοντας και σχολιάζοντας τους πάντες και τα πάντα! Κι αυτό σημαίνει περαιτέρω βεβαίως ότι πέραν του όποιου αγίου κτίσματος όπου προσφέρεται πλούσια η χάρη του Θεού, ο όντως ναός του Θεού, ο άνθρωπος ως σώμα και ψυχή, έχει την προτεραιότητα – ό,τι προτρέπει ο απόστολος Παύλος με τον ελεγκτικό λόγο του: «δεν ξέρετε ότι το σώμα σας είναι ναός του αγίου Πνεύματος που κατοικεί μέσα σας και δεν ανήκετε στον εαυτό σας; Δοξάστε τον Θεό με το σώμα σας και με το πνεύμα σας, τα οποία ανήκουν και τα δύο στον Θεό». Κι ο λόγος αυτός του εκκλησιαστικού ποιητή δεν αποτελεί παρά εφαρμογή στην πραγματικότητα  του λόγου του ίδιου του αρχηγού της πίστεως Ιησού Χριστού: «το Σάββατο για χάρη του ανθρώπου έγινε και δόθηκε από τον Θεό, όχι ο άνθρωπος για να υπηρετεί το Σάββατο» («τό Σάββατον διά τόν ἄνθρωπον ἐγένετο, οὐχ ὁ ἄνθρωπος διά τό Σάββατον»).

Λοιπόν, ο υμνογράφος σηματοδοτεί με τον πιο εμπνευσμένο τρόπο το γεγονός των Εγκαινίων. Ναι, τα Εγκαίνια μας φέρνουν ενώπιον του Θεού, μας αποκαλύπτουν την αγάπη του Δημιουργού μας που θέλει να βρίσκεται μαζί μας και να μας προσφέρεται διαρκώς, όμως μη ξεχνάμε τον σκοπό: ε μ ε ί ς  είμαστε το πρόβλημα! Τα εγκαίνια, ο εγκαινισμός, ως αδιάκοπη ανανέωση της δικής μας ζωής. Κι είναι ευνόητο βεβαίως ότι ο μόνος τρόπος που κάνει τον άνθρωπο να γίνεται πάντοτε καινούργιος είναι η με συναίσθηση τήρηση του αγίου θελήματος του Χριστού και Θεού μας. Τότε τα εγκαίνια γίνονται όχι ανάμνηση ενός σπουδαίου πράγματι γεγονότος, αλλά φανέρωση του Θεού μέσα στη δική μας θεωρούμενη απλή καθημερινότητά μας! Αυτό άλλωστε δεν επισημαίνουμε και δεν καταγράφουμε ακόμη και στις πιο μικρές εκδηλώσεις της ζωής των αγίων μας;   

Ο ΑΓΙΟΣ ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ Ο ΕΚΑΤΟΝΤΑΡΧΟΣ

«Ο άγιος Κορνήλιος έζησε στα χρόνια των αγίων Αποστόλων. Κανείς δεν μπορούσε να τον κατηγορήσει για κάτι κακό, έστω κι αν δεν ήταν χριστιανός, γι’ αυτό και ο Θεός έστειλε άγγελο που τον παρακίνησε να στείλει και να φωνάξει κοντά του τον απόστολο Πέτρο, προκειμένου να ακούσει από αυτόν όσα ήταν αναγκαία για τη σωτηρία του. Και πράγματι. Ο Πέτρος  ήλθε προς αυτόν και κήρυξε όχι μόνο σ’  αυτόν, αλλά  και σ’  αυτούς που κάλεσε ο Κορνήλιος, τον λόγο του Θεού. Στη συνέχεια τους βάπτισε και ανέθεσε στον Κορνήλιο την ευθύνη της πόλεως της Σκέψης, προκειμένου πια αυτός να κηρύξει εκεί. Ο Κορνήλιος βρήκε την πόλη γεμάτη είδωλα και με τη χάρη του Θεού βάπτισε τους πάντες σ’  αυτήν, ακόμη δε και τον ίδιο τον άρχοντα Δημήτριο, ο οποίος πίστεψε στον Χριστό με όλο τον οίκο του. Ο άγιος Κορνήλιος έζησε αποστολικά το υπόλοιπο της ζωής του και έτσι απήλθε προς τον Κύριο».

Αξιοθαύμαστη η ζωή του αγίου Κορνηλίου, ο οποίος ανήκει σ’ εκείνους τους ανθρώπους, που εκ κοιλίας μητρός, θα έλεγε κανείς, είναι εκλεγμένοι από τον Κύριο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας τον χαρακτηρίζει «ήλιον φωταυγή», «μέγαν ποταμόν αρδεύοντα άπαν το πρόσωπον της γης», «φωτοβόλον αστέρα», δεν διστάζει μάλιστα να τον θεωρήσει ισοστάσιο των αγίων Αποστόλων, διότι έλαβε το ίδιο με εκείνους άγιον Πνεύμα. «Συ γαρ ισοστάσιος των αγίων ώφθης μαθητών, Πνεύμα το Άγιον ως εκείνοι κληρωσάμενος». Το ιδιάζον, πέραν των άλλων, στοιχείο του αγίου Κορνηλίου, το οποίο επανειλημμένως τονίζει ο υμνογράφος, είναι ότι αυτός «γεγένηται απαρχή εθνών», δηλαδή ήταν ο πρώτος που μεταστράφηκε από τους ειδωλολάτρες και βαπτίστηκε και έλαβε τη χάρη του αγίου Πνεύματος σαν τους θεηγόρους αποστόλους.

Σ’  αυτό το τελευταίο πρέπει κανείς να επιμείνει. Διότι στον άγιο Κορνήλιο βλέπουμε το πώς δρα ο Θεός σ’  αυτούς που είναι καλοπροαίρετοι άνθρωποι, όπου κι αν βρίσκονται κι όποια θρησκεία κι αν έχουν. Ο Κορνήλιος δεν ήταν Χριστιανός. Ο Θεός όμως επέβλεπε σ’  αυτόν, η Πρόνοιά Του η αγαθή τον παρακολουθούσε, η χάρη Του τον καθοδηγούσε, τόσο που του φανερώθηκε, όπως είδαμε, άγγελος Κυρίου για να τον κατευθύνει στα περαιτέρω της ζωής του. Ποια η αιτία της εύνοιας αυτής του Κυρίου στον «ειδωλολάτρη» ακόμη Κορνήλιο; Η καλή του προαίρεση, η αγαθή έστω και με στοιχεία ακόμη πλάνης και εγωισμού διάθεσή του, που φανερωνόταν με τις προσευχές που ανέπεμπε στον άγνωστο γι’  αυτόν Θεό, και με τις πολλές του ελεημοσύνες. Κι είναι τούτο μία βεβαιότητα, διότι δεν το αναφέρει ένας ανθρώπινος ίσως λόγος που φαντάζεται τη στάση του Θεού, αλλά ο ίδιος ο λόγος του Θεού. Το περιστατικό της μεταστροφής του αγίου Κορνηλίου και τι προηγήθηκε καταγράφεται στο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων από τον ευαγγελιστή Λουκά. Εκεί έχουμε την αποκάλυψη του Θεού στον απόστολο Πέτρο, ο οποίος ακούει από τον ίδιο τον Θεό ότι οι προσευχές και οι ελεημοσύνες του Κορνηλίου ανέβαιναν σ’  Εκείνον ως ευώδες θυμίαμα. Ο Θεός λοιπόν, όπως θα καταλάβει και από αυτό το περιστατικό ο απόστολος Πέτρος και θα το καταθέσει ως μαρτυρία του συγκλονιστική έπειτα και στην αποστολική Σύνοδο (48/49 μ.Χ.), δεν είναι προσωπολήπτης. Την καρδιά του ανθρώπου πάντοτε κοιτά και όχι τους τίτλους του ή την καταγωγή του. Όπου υπάρχει καλή διάθεση, καλοπροαίρετο φρόνημα, εκεί πράγματι προσφέρει πλουσιοπάροχα τη χάρη Του.

Έτσι, με την περίπτωση του αγίου Κορνηλίου, και όχι μόνον αυτού βεβαίως, δίνεται απάντηση στο πώς συμπεριφέρεται ο Θεός στους ανθρώπους που δεν είναι χριστιανοί. Σπεύδουμε πολλές φορές εμείς οι χριστιανοί, για να «καταδικάσουμε» τους πιστούς των άλλων θρησκειών. Τονίζουμε ότι η σωτηρία είναι μόνο για εμάς. Και βεβαίως αυτό είναι σωστό, διότι κατά τον Κύριο «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται». Εκτός της Εκκλησίας ως εντάξεως στο άγιο Σώμα του Χριστού δεν είναι εύκολο ο άνθρωπος να σωθεί. Όμως, ο Θεός δεν αφήνει τους ανθρώπους, τα πλάσματά Του, όπου γης. Για τον Θεό όλοι οι άνθρωποι είναι παιδιά Του και τα αγαπά εξίσου. Έτσι επιβλέπει και στους Μουσουλμάνους και στους Βουδιστές και στους Ιουδαίους και σε όλους, όπως και στους αθέους. Τι κάνει όμως, όπως διδασκόμαστε από τον άγιο Κορνήλιο; Τον κάθε καλοπροαίρετο τον καλεί με τον τρόπο που Εκείνος κρίνει. Τον καλεί όμως όχι για να «στήσει» μία άμεση σχέση μαζί Του, αλλά για να ενταχτεί στην αγία Του Εκκλησία. Ο Κορνήλιος καθοδηγείται από τον Θεό μέσω του αγγέλου, για να γνωρίσει τον απόστολο Πέτρο, ώστε να βαπτιστεί και να γίνει μέλος Χριστού, μέλος της Εκκλησίας. Όλοι οι καλοδιάθετοι λοιπόν άνθρωποι στον κόσμο βρίσκονται μέσα στην ιδιαίτερη χάρη του Θεού, η οποία ενεργεί σ’  αυτούς μ’  έναν εξωτερικό, θα λέγαμε, τρόπο, που κατευθύνει τα διαβήματά τους στην Εκκλησία, ώστε εκεί, η χάρη αυτή να γίνει εσωτερική, της καρδιάς τους, υπόθεση. Ο άνθρωπος με άλλα λόγια, μόνον εν Χριστώ μπορεί να δει Θεού πρόσωπο, κι αν έχει καλή διάθεση, φανερούμενη στην καλή σχέση του με τους ανθρώπους,  ό,τι κι αν είναι, πράγματι τελικώς θα το δεί.

09 Σεπτεμβρίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

«Οὐ γάρ ἀπέστειλεν ὁ Θεός τόν Υἱόν αὐτοῦ εἰς τόν κόσμον ἵνα κρίνῃ τόν κόσμον, ἀλλ’  ἵνα σωθῆ ὁ κόσμος δι’  αὐτοῦ» (Ιωάν. 3, 17).

Ο σκοπός της αποστολής του Χριστού από τον Θεό στον κόσμο είναι εκείνο που κατεξοχήν προβάλλει το εκπληκτικής συμπύκνωσης απόσπασμα από το Ευαγγέλιο του αγίου Ιωάννου.

1. Το πρώτο που σημειώνει ο Ευαγγελιστής στον προκείμενο στίχο είναι ότι ο ερχομός του Ιησού Χριστού δεν αποτελεί μεμονωμένη ενέργεια ενός προσώπου της Αγίας Τριάδος, αλλά ενέργεια όλου του Τριαδικού Θεού: ο Υιός και Λόγος του Θεού έρχεται ως άνθρωπος στον κόσμο σταλμένος από τον Θεό Πατέρα και βεβαίως εν Αγίω Πνεύματι. Κι είναι τούτο μία κεντρική διδασκαλία της χριστιανικής πίστεως, κατά την οποία η ενέργεια του Θεού είναι κοινή στη Θεότητα. Ο Θεός μας, όπως αποκαλύπτει ο αιώνιος λόγος του Θεού, είναι τρισυπόστατος (Πατήρ, Υιός, Πνεύμα Άγιον), αλλά η ενέργειά Του, όπως και η φύση Του ασφαλώς, είναι μία και κοινή και για τα τρία πρόσωπα. «Ο Πατήρ δι’  Υιού εν αγίω Πνεύματι ποιεί τα πάντα».

2. Ο Ευαγγελιστής αναφέρεται στον σκοπό του ερχομού του Χριστού: τη σωτηρία και όχι την κρίση του κόσμου. Η άρνηση της κρίσης από τον Χριστό  δεν πρέπει να γίνεται τυχαία. Ο Χριστός έρχεται όχι ως ο αυστηρός κριτής που θα ελέγξει τον άνθρωπο για τις αμαρτίες του - μία εικόνα του Θεού, που εγείρει στον άνθρωπο τον φόβο και που υπήρχε κατά την περίοδο της Παλαιάς Διαθήκης, τότε που ο άνθρωπος βρισκόταν ακόμη σ’  ένα νηπιακό πνευματικό επίπεδο, συνεπώς ο φόβος λειτουργούσε ως παιδαγωγία προς συνετισμό του ανθρώπου. Η μόνη κρίση που φέρνει ο Χριστός είναι η φανέρωση της αμαρτίας του ανθρώπου, λόγω της αλήθειας πια που βρίσκεται στον κόσμο. Μπροστά στην αλήθεια, η πλάνη και το ψεύδος αποκαλύπτονται. «Νῦν κρίσις ἐστίν τοῦ κόσμου. Νῦν ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου ἐκβληθήσεται ἔξω». Όχι ο άνθρωπος, αλλά η αμαρτία κρίνεται και ο υποκινητής αυτής διάβολος.

3. Ο άγιος Ιωάννης λοιπόν αρνείται κατηγορηματικά αυτήν την εικόνα του Θεού ως κριτή του ανθρώπου στον κόσμο τούτο. Η περίοδος της σκιάς παρήλθε. Ο Ουρανός δεν είναι απειλητικός. Δεν κρυβόμαστε για να σωθούμε από μία άγνωστη δύναμη. Διότι  ο Θεός φανερώνεται με το αληθινό πρόσωπό Του: το πρόσωπο του φίλου, του αδελφού, του γεμάτου αγάπη προς τα πλάσματά Του Πατέρα. « Θεός ἀγάπη ἐστί» και «οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν». Είναι Εκείνος μπροστά στον Οποίο νιώθουμε ασφαλείς και ήσυχοι, όπως το μικρό παιδί στην αγκαλιά του πατέρα του. Ό,τι πριν ήταν απειλή και βίωμα τραγικό: η αμαρτία, ο θάνατος, ο διάβολος, τα στοιχεία του κόσμου τούτου, αίρονται από Εκείνον. Τα πήρε και τα εξαφάνισε μέσα στη φλόγα της αγάπης Του προσφέροντάς μας την ίαση. Γιατί αυτά αποτελούσαν την πληγή μας. Όπως στην έρημο οι Ισραηλίτες, που  κοιτάζοντας το χάλκινο φίδι (τύπο του Σταυρού) θεραπεύονταν από τα θανατηφόρα δήγματα των φιδιών, έτσι και με τον ερχομό του Χριστού: πάνω στον Σταυρό σηκώνει τις αμαρτίες μας και μας σώζει από την αμαρτία, τον θάνατο, τον ίδιο τον διάβολο.

4. Η σωτηρία αυτή που μας έφερε ο Χριστός δεν πρέπει να κατανοηθεί μονοδιάστατα, ως μία απλή απαλλαγή και απελευθέρωση. Μας έσωσε, διότι κυρίως μας γέμισε με την παρουσία Του, εντάσσοντάς μας μέσα στον εαυτό Του. Και η ένταξη αυτή συνιστά την  προσφορά της αιώνιας ζωής, ως ζωής του Θεού μέσα στην ύπαρξή μας, ήδη από τον κόσμο αυτό: «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’  ἔχῃ  ζωήν αἰώνιον». Έτσι η σωτηρία είναι γεγονός που βιώνεται από τη ζωή αυτή, αρκεί βεβαίως κανείς να αποδεχτεί καί νά πιστέψει στον Χριστό: «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτόν».  Αν μάλιστα δεν ζήσει εν πίστει στον κόσμο τούτο τη ζωή του Θεού, συνεπώς τη σωτηρία του, δεν υπάρχει περίπτωση να τη ζήσει μετά, στην άλλη ζωή που λέμε. Ό,τι ζει και θα ζήσει τότε θα είναι μία ζωή εν θανάτω, μία κόλαση.

Μεγαλειώδης η ζωή του Χριστιανού. Στην πραγματικότητα, προέκταση της ζωής του ίδιου του Χριστού. Ο Χριστός μέσα από εμάς. «Ζῶ οὐκέτι ἐγώ, ζῆ δέ ἐν ἐμοί Χριστός». Αυτό σημαίνει βεβαίως αφενός  εκκλησιαστική μυστηριακή ζωή, που δίνει τη δυνατότητα ενεργοποίησης σ’ εμάς της ζωής του Χριστού, αφετέρου και δική μας άρνηση κρίσης ως κατάκρισης των συνανθρώπων μας. Αν ο Χριστός ήλθε στον κόσμο αρνούμενος την κρίση των ανθρώπων, δεν μπορούμε εμείς στο όνομα του Χριστού, να κρίνουμε τους ανθρώπους. Και δυστυχώς, είναι αυτό που κυρίως κάνουμε. Οι πάντες, ή έστω πάρα πολλοί, λειτουργούμε ως  «εισαγγελέας» του κόσμου: κρίνουμε, κατακρίνουμε, μη συνειδητοποιώντας ότι έτσι αρνούμαστε τον Χριστό. Ο λόγος του Θεού είναι σαφής: η παρουσία του Χριστιανού στον κόσμο, εφόσον προεκτείνει τη ζωή του Χριστού, είναι παρουσία σωτηριώδης: «κλαίειν μετά κλαιόντων καί χαίρειν μετά χαιρόντων». Φίλοι και αδελφοί προς τους άλλους. Καθόλου απειλητικοί, παρά μόνον στην αμαρτία. Και κυρίως: απειλητικοί απέναντι στη δική μας αμαρτία.

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Ἰωάν. 3, 13-17)

Εἶπεν ὁ Κύριος· Οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὢν ἐν τῷ οὐρανῷ. Καὶ καθὼς Μωϋσῆς ὕψωσε τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. Οὐ γὰρ ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ εἰς τὸν κόσμον ἵνα κρίνῃ τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ. 

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Εἶπε ὁ Κύριος· Κανένας δέν ἀνέβηκε στόν οὐρανό παρά μόνο ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου, πού κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό, καί πού εἶναι στόν οὐρανό. Ὅπως ὁ Μωυσῆς ὕψωσε τό χάλκινο φίδι στήν ἔρημο, ἔτσι πρέπει νά ὑψωθεῖ ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου, ὥστε ὅποιος πιστεύει σ’ αὐτόν νά μή χαθεῖ ἀλλά νά ζήσει αἰώνια. Τόσο πολύ ἀγάπησε ὁ Θεός τόν κόσμο, ὥστε παρέδωσε στό θάνατο τό μονογενῆ του Υἱό, γιά νά μή χαθεῖ ὅποιος πιστεύει σ’ αὐτόν ἀλλά νά ἔχει ζωή αἰώνια. Γιατί, ὁ Θεός δέν ἔστειλε τόν Υἱό του στόν κόσμο γιά νά καταδικάσει τόν κόσμο, ἀλλά γιά νά σωθεῖ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ.

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Γαλ. 6, 11-18)

Ἀδελφοί, ἴδετε πηλίκοις ὑμῖν γράμμασιν ἔγραψα τῇ ἐμῇ χειρί. Ὅσοι θέλουσιν εὐπροσωπῆσαι ἐν σαρκί, οὗτοι ἀναγκάζουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, μόνον ἵνα μὴ τῷ σταυρῷ τοῦ Χριστοῦ διώκωνται. Οὐδὲ γὰρ οἱ περιτετμημένοι αὐτοὶ νόμον φυλάσσουσιν, ἀλλὰ θέλουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, ἵνα ἐν τῇ ὑμετέρᾳ σαρκὶ καυχήσωνται. Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι’ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ. Ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία, ἀλλὰ καινὴ κτίσις. Καὶ ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ’ αὐτοὺς καὶ ἔλεος, καὶ ἐπὶ τὸν Ἰσραὴλ τοῦ Θεοῦ. Τοῦ λοιποῦ κόπους μοι μηδεὶς παρεχέτω· ἐγὼ γὰρ τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματί μου βαστάζω. Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ μετὰ τοῦ πνεύματος ὑμῶν, ἀδελφοί· ἀμήν.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἀδελφοί, προσέξτε μέ πόσο μεγάλα γράμματα σᾶς γράφω τώρα μέ τό ἴδιο μου τό χέρι. Ὅσοι θέλουν ν’ ἀποκτήσουν καλή φήμη στούς ἀνθρώπους, αὐτοί σᾶς ὑποχρεώνουν νά περιτέμνεστε μέ μόνο στόχο νά μήν καταδιώκονται ἀπό τούς Ἰουδαίους ἐξαιτίας τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλωστε οὔτε κι αὐτοί πού ἐπιμένουν στήν περιτομή τηροῦν τό νόμο. Ἁπλῶς θέλουν νά περιτέμνεστε ἐσεῖς, γιά νά καυχηθοῦν ὅτι σᾶς κατάφεραν νά τό κάνετε. Ὅσο γιά μένα, δέν θέλω ἄλλη ἀφορμή γιά καύχηση ἐκτός ἀπό τό σταυρό τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τό σταυρό πού πάνω του ὁ κόσμος πέθανε γιά μένα κι ἐγώ γιά τόν κόσμο. Γιά ὅσους ἀνήκουν στόν Ἰησοῦ Χριστό δέν ἔχει καμιά σημασία οὔτε τό νά κάνεις περιτομή οὔτε τό νά μήν κάνεις, ἀλλά ὅλοι εἶναι νέα δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι ἀκολουθοῦν αὐτή τήν ἀρχή, θά ἔχουν τήν εἰρήνη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ μαζί τους, αὐτοί καί ὅλος ὁ λαός τοῦ Θεοῦ. Στό ἑξῆς κανένας ἄς μή μοῦ δημιουργεῖ προβλήματα. Ἀρκετά ἔχω πάθει γιά τόν Ἰησοῦ, ὅπως δείχνουν τά σημάδια στό σῶμα μου. Ἡ χάρη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εὔχομαι νά εἶναι μαζί σας, ἀδερφοί μου. Ἀμήν.

Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΘΕΟΠΑΤΟΡΩΝ ΙΩΑΚΕΙΜ ΚΑΙ ΑΝΝΗΣ

«Τη σύναξη αυτών εορτάζουμε, λόγω της γεννήσεως της υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου. Και έγιναν αυτοί πρόξενοι της παγκόσμιας σωτηρίας, μέσω της  πάναγνης αγίας αυτών θυγατέρας, της Θεοτόκου. Την τελείωσή τους όμως από τον κόσμο αυτό γνωρίζει η εικοστή Πέμπτη του μηνός Ιουλίου».

Στον απόηχο των Γενεθλίων της Θεοτόκου η σημερινή εορτή της σύναξης των δικαίων Ιωακείμ και Άννης, κατά την προσφιλή συνήθεια της Εκκλησίας να τιμά μετά από ένα μεγάλο γεγονός τα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν σ’ αυτό - ο Ιωακείμ και η Άννα τιμώνται ως οι γονείς της Θεοτόκου, ως εκείνοι δηλαδή που συνήργησαν, προκειμένου να έλθει στον κόσμο, βουλήματι Θεού, η προορισθείσα να γίνει Μητέρα Αυτού, κόρη τους Μαρία. Και βεβαίως, είναι φυσικό τέτοιος ευκλεής καρπός σαν την Παναγία να έχει γονείς όχι τυχαίους, οι οποίοι πράγματι χαρακτηρίζονταν  από έντονη θεοσέβεια και απόλυτη υπακοή στον νόμο του Θεού, γι’  αυτό και υπερέβαλαν όλους ως προς τη γονεϊκή τους ιδιότητα. «Ω, μακάρια δυάδα. Εσείς ξεπεράσατε όλους τους γονείς, γιατί βλαστήσατε αυτήν που υπερέχει από όλη τη δημιουργία», κατά πώς ψάλλει και η Εκκλησία μας.

Η Γέννηση της Θεοτόκου όμως  δεν ήλθε ανώδυνα. Οι γονείς της έζησαν πολλά χρόνια με το «στίγμα» της ατεκνίας, δεδομένου ότι την εποχή εκείνη κάθε Ιουδαϊκό ζεύγος που αδυνατούσε να κάνει παιδιά, θεωρείτο ότι είχε κατά κάποιο τρόπο την «κατάρα» του Θεού, αφού σίγουρα δεν θα προερχόταν από αυτό ο Μεσσίας που αναμενόταν. Με άλλα λόγια, κάθε ζεύγος Ιουδαίων δυνάμει ήταν και το Μεσσιανικό ζεύγος, συνεπώς το άτεκνο ζεύγος εξαιρείτο από  την ευλογία αυτή. Κι όμως, ο Θεός ανατρέπει τη λογική αυτή∙ μέσα από τη στείρωση της Άννας δημιουργεί τις συνθήκες της σπουδαιότερης ευτεκνίας στον κόσμο, για όλες τις εποχές, γεγονός που σηματοδοτεί την εκ θαύματος προέλευση της Παναγίας, σαν ένα είδος νέας δημιουργίας: όπως με τη βούληση του Θεού εκ του μηδενός δημιουργείται ο κόσμος, κατά παρόμοιο τρόπο, με τη βούληση του Θεού εκ της στειρώσεως δημιουργείται η Παναγία. Κι αυτό δίνει ώθηση στον υμνογράφο να «δει» και με άλλον τρόπο τη Γέννησή της: ως απαρχή αφενός στειρώσεως του ανθρώπου έναντι της αμαρτίας – ο άνθρωπος μπορεί να μην αμαρτάνει πια – και αφετέρου  διάλυσης της στειρώσεως της ανθρωπίνης  φύσεως – ο άνθρωπος μπορεί πια να καρποφορεί τις αρετές με τη χάρη του Θεού. Έτσι με τα Γενέθλια της Θεοτόκου βρισκόμαστε μπροστά σε γεγονότα που υπερβαίνουν τη φυσική τάξη και μας μυούν στο μυστήριο της θείας οικονομίας, του σχεδίου δηλαδή του Θεού προς σωτηρία του κόσμου. Η Εκκλησία μάς καθοδηγεί να «ψαύσουμε» εν ταπεινώσει, εν φόβω και τρόμω, τον «βηματισμό» του Θεού, καθώς έρχεται η ώρα εισόδου Του στη γη.

Τη συγκλονιστική αυτή αναγωγή που αγκαλιάζει όλη την πνευματική ιστορία της ανθρώπινης ύπαρξης, κάνει ο υμνογράφος με πολλές εικόνες και σχήματα, αλλά και με σαφή λόγο, όπως στο κοντάκιο της εορτής: «Ο Ιωακείμ και η ´Αννα, με την αγία γέννησή σου, άχραντε Θεοτόκε, ελευθερώθηκαν από την ντροπή της ατεκνίας, όπως και ο Αδάμ και η Εύα ελευθερώθηκαν από τη φθορά του θανάτου. Τη γέννησή Σου αυτήν εορτάζει και ο λαός σου, καθώς λυτρώθηκε από την ενοχή των πταισμάτων του με το να κραυγάζει σε σένα: η στείρα ´Αννα γεννάει τη Θεοτόκο και τροφό της ζωής μας». Η Γέννηση της Θεοτόκου δεν κινείται δηλαδή μόνο σ’  ένα συγκεκριμένο ιστορικό επίπεδο∙ της εποχής του Ιωακείμ και της Άννας, όπου το ζεύγος ελευθερώνεται από την ντροπή της ατεκνίας, αλλά ανάγεται και στην αρχή της ανθρωπότητας με ό,τι συνέβη με την πτώση του Αδάμ και της Εύας στην αμαρτία: ο θάνατος ως τίμημα της αμαρτίας υπερβαίνεται, γιατί γεννήθηκε εκείνη, που θα γεννούσε τον Λυτρωτή του ανθρώπου, ακριβώς από την αμαρτία και τον θάνατο. Κι ακόμη∙ η Γέννησή της δρα πια διαχρονικά σε όλους τους αιώνες. Με Αυτόν που γέννησε η Παναγία ο άνθρωπος σώθηκε από οποιαδήποτε ενοχή, αφού ο Υιός και Θεός της, διά της σταυρικής Του θυσίας, σήκωσε τις αμαρτίες όλου του κόσμου, όλων των εποχών.

Παρακολουθούμε τα γεγονότα, μαζεμένοι, σιωπηλοί, «ψαύοντας», όπως είπαμε, εν φόβω και τρόμω τα μυστήρια. Και πώς αλλιώς; Ένα ζευγάρι Ιουδαίων, χωρίς να κατανοεί το τι διαδραματίζεται στο βάθος, γίνεται το όργανο του Θεού για το μεγαλύτερο μυστήριο που μπορούσε ποτέ να υπάρξει: της φανέρωσης Εκείνου στον κόσμο ως ανθρώπου!