09 Σεπτεμβρίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

«Οὐ γάρ ἀπέστειλεν ὁ Θεός τόν Υἱόν αὐτοῦ εἰς τόν κόσμον ἵνα κρίνῃ τόν κόσμον, ἀλλ’  ἵνα σωθῆ ὁ κόσμος δι’  αὐτοῦ» (Ιωάν. 3, 17).

Ο σκοπός της αποστολής του Χριστού από τον Θεό στον κόσμο είναι εκείνο που κατεξοχήν προβάλλει το εκπληκτικής συμπύκνωσης απόσπασμα από το Ευαγγέλιο του αγίου Ιωάννου.

1. Το πρώτο που σημειώνει ο Ευαγγελιστής στον προκείμενο στίχο είναι ότι ο ερχομός του Ιησού Χριστού δεν αποτελεί μεμονωμένη ενέργεια ενός προσώπου της Αγίας Τριάδος, αλλά ενέργεια όλου του Τριαδικού Θεού: ο Υιός και Λόγος του Θεού έρχεται ως άνθρωπος στον κόσμο σταλμένος από τον Θεό Πατέρα και βεβαίως εν Αγίω Πνεύματι. Κι είναι τούτο μία κεντρική διδασκαλία της χριστιανικής πίστεως, κατά την οποία η ενέργεια του Θεού είναι κοινή στη Θεότητα. Ο Θεός μας, όπως αποκαλύπτει ο αιώνιος λόγος του Θεού, είναι τρισυπόστατος (Πατήρ, Υιός, Πνεύμα Άγιον), αλλά η ενέργειά Του, όπως και η φύση Του ασφαλώς, είναι μία και κοινή και για τα τρία πρόσωπα. «Ο Πατήρ δι’  Υιού εν αγίω Πνεύματι ποιεί τα πάντα».

2. Ο Ευαγγελιστής αναφέρεται στον σκοπό του ερχομού του Χριστού: τη σωτηρία και όχι την κρίση του κόσμου. Η άρνηση της κρίσης από τον Χριστό  δεν πρέπει να γίνεται τυχαία. Ο Χριστός έρχεται όχι ως ο αυστηρός κριτής που θα ελέγξει τον άνθρωπο για τις αμαρτίες του - μία εικόνα του Θεού, που εγείρει στον άνθρωπο τον φόβο και που υπήρχε κατά την περίοδο της Παλαιάς Διαθήκης, τότε που ο άνθρωπος βρισκόταν ακόμη σ’  ένα νηπιακό πνευματικό επίπεδο, συνεπώς ο φόβος λειτουργούσε ως παιδαγωγία προς συνετισμό του ανθρώπου. Η μόνη κρίση που φέρνει ο Χριστός είναι η φανέρωση της αμαρτίας του ανθρώπου, λόγω της αλήθειας πια που βρίσκεται στον κόσμο. Μπροστά στην αλήθεια, η πλάνη και το ψεύδος αποκαλύπτονται. «Νῦν κρίσις ἐστίν τοῦ κόσμου. Νῦν ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου ἐκβληθήσεται ἔξω». Όχι ο άνθρωπος, αλλά η αμαρτία κρίνεται και ο υποκινητής αυτής διάβολος.

3. Ο άγιος Ιωάννης λοιπόν αρνείται κατηγορηματικά αυτήν την εικόνα του Θεού ως κριτή του ανθρώπου στον κόσμο τούτο. Η περίοδος της σκιάς παρήλθε. Ο Ουρανός δεν είναι απειλητικός. Δεν κρυβόμαστε για να σωθούμε από μία άγνωστη δύναμη. Διότι  ο Θεός φανερώνεται με το αληθινό πρόσωπό Του: το πρόσωπο του φίλου, του αδελφού, του γεμάτου αγάπη προς τα πλάσματά Του Πατέρα. « Θεός ἀγάπη ἐστί» και «οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν». Είναι Εκείνος μπροστά στον Οποίο νιώθουμε ασφαλείς και ήσυχοι, όπως το μικρό παιδί στην αγκαλιά του πατέρα του. Ό,τι πριν ήταν απειλή και βίωμα τραγικό: η αμαρτία, ο θάνατος, ο διάβολος, τα στοιχεία του κόσμου τούτου, αίρονται από Εκείνον. Τα πήρε και τα εξαφάνισε μέσα στη φλόγα της αγάπης Του προσφέροντάς μας την ίαση. Γιατί αυτά αποτελούσαν την πληγή μας. Όπως στην έρημο οι Ισραηλίτες, που  κοιτάζοντας το χάλκινο φίδι (τύπο του Σταυρού) θεραπεύονταν από τα θανατηφόρα δήγματα των φιδιών, έτσι και με τον ερχομό του Χριστού: πάνω στον Σταυρό σηκώνει τις αμαρτίες μας και μας σώζει από την αμαρτία, τον θάνατο, τον ίδιο τον διάβολο.

4. Η σωτηρία αυτή που μας έφερε ο Χριστός δεν πρέπει να κατανοηθεί μονοδιάστατα, ως μία απλή απαλλαγή και απελευθέρωση. Μας έσωσε, διότι κυρίως μας γέμισε με την παρουσία Του, εντάσσοντάς μας μέσα στον εαυτό Του. Και η ένταξη αυτή συνιστά την  προσφορά της αιώνιας ζωής, ως ζωής του Θεού μέσα στην ύπαρξή μας, ήδη από τον κόσμο αυτό: «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’  ἔχῃ  ζωήν αἰώνιον». Έτσι η σωτηρία είναι γεγονός που βιώνεται από τη ζωή αυτή, αρκεί βεβαίως κανείς να αποδεχτεί καί νά πιστέψει στον Χριστό: «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτόν».  Αν μάλιστα δεν ζήσει εν πίστει στον κόσμο τούτο τη ζωή του Θεού, συνεπώς τη σωτηρία του, δεν υπάρχει περίπτωση να τη ζήσει μετά, στην άλλη ζωή που λέμε. Ό,τι ζει και θα ζήσει τότε θα είναι μία ζωή εν θανάτω, μία κόλαση.

Μεγαλειώδης η ζωή του Χριστιανού. Στην πραγματικότητα, προέκταση της ζωής του ίδιου του Χριστού. Ο Χριστός μέσα από εμάς. «Ζῶ οὐκέτι ἐγώ, ζῆ δέ ἐν ἐμοί Χριστός». Αυτό σημαίνει βεβαίως αφενός  εκκλησιαστική μυστηριακή ζωή, που δίνει τη δυνατότητα ενεργοποίησης σ’ εμάς της ζωής του Χριστού, αφετέρου και δική μας άρνηση κρίσης ως κατάκρισης των συνανθρώπων μας. Αν ο Χριστός ήλθε στον κόσμο αρνούμενος την κρίση των ανθρώπων, δεν μπορούμε εμείς στο όνομα του Χριστού, να κρίνουμε τους ανθρώπους. Και δυστυχώς, είναι αυτό που κυρίως κάνουμε. Οι πάντες, ή έστω πάρα πολλοί, λειτουργούμε ως  «εισαγγελέας» του κόσμου: κρίνουμε, κατακρίνουμε, μη συνειδητοποιώντας ότι έτσι αρνούμαστε τον Χριστό. Ο λόγος του Θεού είναι σαφής: η παρουσία του Χριστιανού στον κόσμο, εφόσον προεκτείνει τη ζωή του Χριστού, είναι παρουσία σωτηριώδης: «κλαίειν μετά κλαιόντων καί χαίρειν μετά χαιρόντων». Φίλοι και αδελφοί προς τους άλλους. Καθόλου απειλητικοί, παρά μόνον στην αμαρτία. Και κυρίως: απειλητικοί απέναντι στη δική μας αμαρτία.