14 Οκτωβρίου 2023

Η ΟΣΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ Η ΕΠΙΒΑΤΗΝΗ, Η ΝΕΑ

 

«Η οσία Παρασκευή γεννήθηκε στους Επιβάτες, παραθαλάσσια κωμόπολη της Προποντίδας της Θράκης, στις αρχές του 10ου αιώνα. Ήταν κατά σάρκα αδελφή του αγίου Ευθυμίου της Μαδύτου, και καταγόταν από την βυζαντινή οικογένεια Ρετσέλη. Από μικρή ηλικία, ακολουθώντας το κάλεσμα του Ευαγγελίου, έκανε φιλανθρωπίες ανταλλάσσοντας τα ενδύματά της με τα σκισμένα ενδύματα ζητιάνων, ενώ κάποια άλλη στιγμή, μη μπορώντας να βοηθήσει διαφορετικά κάποια ζητιάνα που βρέθηκε στο δρόμο της, της έδωσε τον χρυσό σταυρό της. Η ομορφιά και η καλοσύνη της προκάλεσαν το ενδιαφέρον πολλών επιφανών και πλουσίων νέων, οι οποίοι τη ζητούσαν σε γάμο, αλλά εκείνη απέρριπτε όλα τα προξενιά.

Προκειμένου να αποφύγει τον γάμο, εγκατέλειψε το σπίτι της, φεύγοντας για την Κωνσταντινούπολη, και μετά από προσκύνημα στα μοναστήρια και τις εκκλησίες, έφτασε με τα πόδια μέχρι την Ηράκλεια, ούτως ώστε να την χάσουν οι γονείς της. Στην Ηράκλεια έμεινε για μικρό χρονικό διάστημα, και κατόπιν επιβιβάστηκε σε πλοίο με προορισμό την Ιερουσαλήμ. Αφού προσκύνησε τα σημεία απ' όπου πέρασε ο Ιησούς Χριστός, μπήκε σε ένα γυναικείο μοναστήρι, όπου έλαβε και την μοναστική κουρά. Μετά από κάποια χρόνια εγκατέλειψε το μοναστήρι για να ζήσει ασκητικό βίο αναχωρητή.

Στην έρημο παρέμεινε επί πέντε χρόνια με νηστεία και προσευχή, παρακαλώντας τον Θεό να συγχωρέσει τις αμαρτίες της. Κάποια ημέρα της παρουσιάστηκε άγγελος Κυρίου, ο οποίος την πρόσταξε να εγκαταλείψει την έρημο και να επιστρέψει στην γενέτειρά της. Έφτασε στο λιμάνι της Ιόππης (σημερινή ονομασία Γιάφα), απ' όπου ξεκίνησε για τους Επιβάτες. Όταν έφτασε στους Επιβάτες, η όψη της είχε αλλοιωθεί τόσο πολύ από τις ταλαιπωρίες της ερήμου, ώστε δεν την αναγνώρισε κανένας. Αφού προσκύνησε τους τάφους των γονέων της, ξεκίνησε με τα πόδια για την Κωνσταντινούπολη, όπου και προσκύνησε σε διάφορα μοναστήρια και εκκλησίες. Από την Βασιλεύουσα ξεκίνησε να επιστρέψει στους Επιβάτες αλλά σταμάτησε στην Καλλικράτεια, όπου και έμεινε σε ένα παράπηγμα δίπλα στο ναό των Αγίων Αποστόλων, διακονώντας την εκκλησία. Έτσι παρέμεινε επί δύο χρόνια. Κάποια ημέρα αισθάνθηκε ένα μικρό πόνο στο κεφάλι και παρέδωσε το πνεύμα της ειρηνικά σε ηλικία 27 ετών» (Από Βικιπαίδεια). 

Τι είναι εκείνο στο οποίο κυριολεκτικά αναλώνεται ο σπουδαίος υμνογράφος της αγίας Παρασκευής της νέας, κληρικός Μελέτιος Συρίγος (1585/6-1663/1664), λόγιος συγγραφέας, θεολόγος, υμνογράφος, αλλά και με σπουδές ιατρικής και ρητορικής; Όχι τόσο η εξύμνηση της ζωής της αγίας με παρακολούθηση των ιστορικών στοιχείων του βίου της, (κάτι που κατείχε καλά γιατί είχε ασχοληθεί εκτενώς με την αγία ευρισκόμενος μάλιστα μέσα του 17ου αι. στο Ιάσιο της Ρουμανίας όταν το λείψανό της έφτασε εκεί), όσο η εξύμνηση της ασκητικής διαγωγής της ήδη από τη νεότητά της, τέτοιας που την ανέδειξε σε μεγάλα ύψη αρετής και την έβαλε δοξαστικά στη Βασιλεία των Ουρανών. Πράγματι, ο σοφός υμνογράφος, που θεωρείται ο σπουδαιότερος ιεροκήρυκας της εποχής του, και στους δύο κανόνες που αφιέρωσε για την αγία ενδιαφέρεται πρώτιστα για την προβολή της κατά Χριστόν πολιτείας της, όπως συμβαίνει συνήθως στις ακολουθίες των μεγάλων οσίων της Εκκλησίας. Η άκρα ξενιτεία της, η επιλογή δηλαδή να φύγει από το σπιτικό της και την ιδιαίτερη πατρίδα της, η πτωχεία της, η σωφροσύνη της, η κατά Θεόν απλότητά της, η ατσάλινη και στέρεα βούλησή της να πορεύεται αποκλειστικά και μόνο βάσει των εντολών του Χριστού, η αδιάλειπτη προσευχή της, οι ασκητικές αγώνες της υπέρ τα κοινά μέτρα ακόμη και των ανδρών ασκητών, είναι εκείνα που μαγνητίζουν τον υμνογράφο καθιστώντας τα το κύριο περιεχόμενο του έργου του.

«Ας πούμε με φωνή δυνατή προς αυτήν: χαίρε ο ακλόνητος πύργος της υπομονής και ο πολύφωτος λαμπτήρας της εγκρατείας, χαίρε το εντρύφημα της παρθενίας και το αγλάισμα της σωφροσύνης, χαίρε το καθαρό έσοπτρο της καθαρότητας, η ανεξάντλητη πηγή των δακρύων, το εξαίρετο σκεύος της ταπεινώσεως, η ένθεη ευωδία των αρετών» (Δόξα Λιτής). «Ποιος θα ’χει τη δύναμη να συγκεφαλαιώσει τους πολλούς ιδρώτες της ασκήσεώς σου, Παρασκευή νύμφη του Χριστού, τις γεμάτη δύναμη προσευχές σου, τις αγρυπνίες, τα δάκρυα, αλλά και τη συμπαθή προστασία των αναγκεμένων ανθρώπων;» (ωδή δ΄ β΄ κανόνα).

Χρησιμοποιώντας παραδείγματα διαρκώς και από την Παλαιά Διαθήκη ο ποιητής, με τα οποία επιχειρεί να αναδείξει τη μεγαλωσύνη της, την εντάσσει μέσα στο πλαίσιο των πέντε φρονίμων παρθένων της γνωστής παραβολής του Κυρίου, συνεπώς ανήκοντας στους πιστούς που αγάλλονται εν Κυρίω στη νυφική παστάδα Του, όπως και τη χαρακτηρίζει με τον σπουδαιότερο χαρακτηρισμό που ο Κύριος είπε για όσους είναι δικιά τους η Βασιλεία Του: του μικρού παιδιού. «Αν δεν στραφείτε και δεν γίνετε σαν τα παιδιά, δεν πρόκειται να εισέλθετε στη Βασιλεία των Ουρανών». «Συστήνοντας ο Κύριος την καθαρότητα της ψυχής και την ακακία της καρδιάς, αφού πήρε στην αγκαλιά Του ένα παιδί και το ευλόγησε, έλεγε, αν δεν γίνετε σαν το παιδί αυτό, δεν θα εισέλθετε στη Βασιλεία των Ουρανών. Αυτήν την απλότητα έχοντας αποκτήσει εκ βρέφους η πανέντιμη Παρασκευή, ό,τι είχε τα μοίραζε με μεγαλοψυχία στους πτωχούς, χωρίς να κρατάει τίποτε για τον εαυτό της, οπότε συζώντας με την ακεραιότητα αυτή εισήλθε στις ουράνιες μονές με αγαλλίαση ψυχής» (λιτή). «Κοσμημένη, αείμνηστη Παρασκευή, από φρόνηση, όλη την περιουσία σου την έδωσες στα χέρια των πτωχών, έλκοντας έτσι πάνω σου το έλεος του Θεού. Γι’ αυτό αφού ετοίμασες τη λαμπάδα σου με πλούσιο λάδι και το έκανες να λάμπει από τα κάλλη της παρθενίας, εισήλθες χαίροντας στον νυμφώνα του Κτίστη σου» (ιδιόμελο όρθρου).

Τα αποτέλεσματα μίας τέτοιας ένθεης και εντελώς παράδοξης για τα δεδομένα του κόσμου μας βιοτής, και από το γεγονός ότι την ζει υπέρ φύσιν μία μικρή κοπέλα, καταγράφονται επανειλημμένως από τον σπουδαίο υμνογράφο και βιογράφο της: αφθαρσία του λειψάνου της, θαύματα διαρκή και πάμπολλα, εμφανίσεις της παρηγορητικές, ισχυρό παράδειγμα για τους πιστούς όλων των εποχών! Αλλά εκεί που επιμένει όχι μία φορά ο ποιητής είναι το γνώρισμα κάθε μεγάλου αγίου, από το οποίο εξαρτάται και η ψυχική ισορροπία και του ίδιου αλλά τελικώς και κάθε ανθρώπου στον κόσμο τούτο: η άκρα αγάπη και πόθος και προσήλωση προς το λατρευτό πρόσωπο του Κυρίου Ιησού Χριστού. Είναι αλήθεια που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση για τον εν επιγνώσει πιστό ότι αν ο άνθρωπος δεν προσηλωθεί εξ ολοκλήρου προς το πρόσωπο Εκείνου που είναι ο γεμάτος αγάπη Δημιουργός μας: «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της ψυχής, εξ όλης της καρδίας, εξ όλης της διανοίας, εξ όλης της ισχύος», δεν πρόκειται να βρει την ειρήνη της ψυχής του και την πνευματική ισορροπία του. Πρέπει κανείς να εξαρτήσει εντελώς τον εαυτό του από τον Θεό για να μπορεί στη συνέχεια να τον δει με ορθά μάτια μέσα στον κόσμο τούτο και στις όποιες κτιστές σχέσεις του. «Η ζωή μας είναι κρυμμένη μαζί με τον Χριστό μέσα στον Θεό» σημειώνει ο απόστολος Παύλος, που σημαίνει ότι κέντρο βάρους μας στον κόσμο τούτο δεν είναι τίποτε επίγειο, αλλά ακριβώς Εκείνος που μας δημιούργησε κατ’ εικόνα Του.

Το ίδιο λοιπόν συμβαίνει και με την αγία Παρασκευή τη νέα, λέει ο υμνογράφος, γεγονός που εξηγεί όλα τα παράδοξα και υπερφυσικά όπως είπαμε που ζούσε. «Από τη νεότητά σου, σεμνή, απέρριψες κάθε τρυφή της σάρκας και πλούτο και δόξα, σαν εμπόδια ακριβώς πορείας σου προς τον Θεό, και προσκολλήθηκες με έρωτα σ’ Αυτόν μόνον και με τα ένθεα έργα της άσκησης» (ωδή α΄). «Φυλάσσοντας τον νου σου ξένο εντελώς από ό,τι χαρακτηρίζει τον κόσμο της αμαρτίας, ενατένισες τον Παντοκράτορα και Θεό, με τη βοήθεια του Οποίου αφού σώθηκες αναδείχτηκες ως άγαλμα, θεόνυμφη οσία, και γι’ αυτό τώρα κοσμείς με τις θείες χάρες την εκκλησία των πρωτοτόκων» (ωδή δ΄).

11 Οκτωβρίου 2023

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΠΕΙΡΑΪΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ" ΜΗΝΟΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2023

 

Κυκλοφόρησε το τεύχος του περιοδικού «Πειραϊκή Εκκλησία» για το μήνα Οκτώβριο 2023.

Το κεντρικό αφιέρωμα έχει θέμα: Δόγμα και αιρέσεις

Στο αφιέρωμα θα βρείτε κείμενα των:

Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου

Πρωτοπρεσβυτέρου Αντωνίου Αλεβιζόπουλου

Πρωτοπρεσβυτέρου Ευάγγελου Πριγκικάπη

Πρωτοπρεσβυτέρου Ιωάννη Ρωμανίδη

Χρήστου Γιανναρά

Παύλου Ευδοκίμωφ

Νίκου Ματσούκα

Γεωργίου Π. Πατρώνου

Βασιλικής Κορωναίου

Γιώργου Μπάρλα

Επίσης στο τεύχος θα βρείτε και κείμενα ποικίλης θεματολογίας των: Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Αγίου Ρωμανού του Μελωδού, Μακαριστού Μητροπολίτου Πισιδίας κυρού Σωτηρίου, Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Μεταλληνού, Γιώργου Θεοτοκά, Κωνσταντίνου Χολέβα.

Το Περιοδικό «Πειραϊκή Εκκλησία» μπορείτε να το βρείτε σε όλους τους Ναούς της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, καθώς και σε κεντρικά βιβλιοπωλεία. 

Ο ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ Ο ΓΡΑΠΤΟΣ, ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΝΙΚΑΙΑΣ, Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΚΑΙ ΠΟΙΗΤΗΣ

 

«Οι γονείς των αγίων αυτών ήταν ευσεβείς άνθρωποι που έμεναν στην Παλαιστίνη και ήταν ιδιαιτέρως φιλόξενοι. Με τη φροντίδα τους τα παιδιά τους εκπαιδεύτηκαν σε κάθε φιλοσοφία, και τη χριστιανική και την εξωεκκλησιαστική, οπότε μετέπειτα έγιναν μοναχοί και μάλιστα χειροτονήθηκαν και πρεσβύτεροι. Όταν ο δυσσεβής βασιλιάς Θεόφιλος, τις πρώτες δεκαετίες του ένατου αιώνα, στράφηκε με μανία κατά των αγίων εικόνων κι εμπόδιζε την προσκύνησή τους, οι άγιοι αυτοί, ως πάνσοφοι, απεστάλησαν από τον πατριάρχη των Ιεροσολύμων προς τον μισόχριστο βασιλιά με έναν λίβελλο, δηλαδή με ένα έγγραφο που εξέθετε επακριβώς και αταλάντευτα τη χριστιανική πίστη. Στάθηκαν λοιπόν κατά πρόσωπον ενώπιόν του και τον έλεγξαν ως θεομάχο για τις κατά των εικόνων ενέργειές του. Εκείνος εξοργισμένος τους έκλεισε στη φυλακή για πολύ χρόνο. Έπειτα ο ανόσιος έστειλε και του έφεραν από τη φυλακή τον μακάριο Θεόδωρο κι αφού τον κτύπησε με σφοδρότητα και σκάλισε στην όψη του στίχους ιαμβικούς, τον έστειλε πίσω στη φυλακή. Τα ίδια έκανε και στον αδελφό του Θεοφάνη, τον οποίο εξόρισε στη Θεσσαλονίκη. Ο Θεοφάνης μετά την καταστροφή του δυσσεβούς Θεοφίλου ανακλήθηκε από τους νέους ευσεβείς βασιλείς Μιχαήλ και Θεοδώρα και έγινε Μητροπολίτης της Εκκλησίας της Νικαίας από τον Πατριάρχη Μεθόδιο, ο οποίος κατέλυσε τη χριστιανομάχο αίρεση της εικονομαχίας. Κι έτσι, αφού διακυβέρνησε με θεοφιλή τρόπο την Εκκλησία και το ποίμνιό του, έφυγε από τη ζωή αυτή».

Τα δύο αυτά άγια αδέλφια, Θεοφάνης και Θεόδωρος, αποτελούν ομολογητές της Εκκλησίας μας – βασανίστηκαν για την πίστη τους χωρίς το μαρτύριό τους να τους οδηγήσει στο θάνατο. Κι ο μεν ένας, ο Θεόδωρος, πέθανε τελικώς στην εξορία μετά τα βάσανα που υπέστη από τον εικονομάχο αυτοκράτορα Θεόφιλο (ο άγιος εορτάζει ξεχωριστά την 27η Δεκεμβρίου), ο δε Θεοφάνης, είδαμε και στο σύντομο συναξάρι του, υπέστη κι αυτός μαρτύρια, εξορίστηκε, αλλά τελικώς έζησε, για να φύγει από τη ζωή αυτή ως Μητροπολίτης Νικαίας μέσα στην αγάπη του ποιμνίου του. Εκείνο που είναι ξεχωριστό στην περίπτωσή τους είναι ότι και των δύο τα πρόσωπα χαράχτηκαν από πυρωμένο σίδερο για να γραφούν πάνω τους κάποιοι ιαμβικοί στίχοι. Κι οι στίχοι αυτοί είναι οι εξής:

«Πάντων ποθούντων προστρέχειν προς την πόλιν / όπου πάναγνοι του Θεού Λόγου πόδες / έστησαν, εις σύστασιν της οικουμένης, / ώφθησαν ούτοι τω σεβασμίω τόπω, / σκεύη πονηρά δεισιδαίμονος πλάνης. / Εκείσε πολλά λοιπόν εξ απιστίας, / πράξαντες δεινά αισχρά δυσσεβοφρόνως, / εκείθεν ηλάθησαν, ως αποστάται, / προς την πόλιν δε του κράτους πεφευγότες, / ουκ εξαφήκαν τας αθέσμους μωρίας. / Όθεν γραφέντες, ως κακούργοι, την θέαν, / κατακρίνονται και διώκονται πάλιν» (Καθώς όλοι ποθούν να προστρέχουν προς την πόλη στην οποία στάθηκαν οι πάναγνοι πόδες του Θεού Λόγου, προκειμένου να φτιάξουν και να στερεώσουν την οικουμένη, φάνηκαν στον σεβάσμιο αυτόν τόπο αυτοί που είναι τα πονηρά σκεύη της δεισιδαίμονος πλάνης. Εκεί λοιπόν αφού έκαναν λόγω της απιστίας και τους δυσσεβούς φρονήματός τους πολλά φοβερά και αισχρά, απελάθηκαν από εκεί ως αποστάτες. Κι ενώ κατέφυγαν προς την πόλη του κράτους, δεν εγκατέλειψαν τις άνομες μωρίες τους. Για τον λόγο αυτόν αφού γράφτηκαν στο πρόσωπό τους ως κακούργοι, κατακρίνονται και διώκονται πάλι).

Κι αυτό είναι το τραγικό με την περίπτωση των αγίων αυτών, (και πάμπολλων βεβαίως άλλων που έχασαν τη ζωή τους κατά τη σκληρότατη περίοδο της εικονομαχίας, η οποία ταλάνισε την Εκκλησία και τη βυζαντινή αυτοκρατορία σε δύο φάσεις (717-787 και 815-843)): να βασανίζονται για την ορθόδοξη πίστη τους από τους βασανιστές εκείνους που πίστευαν ότι αγωνίζονται για την «καθαρότητα» της πίστεως αυτής! Θέλουμε να πούμε ότι οι εικονομάχοι, αυτοί που ήταν ενάντιοι στις εικόνες, θεωρούσαν λόγω λανθασμένης πίστεως – υποκρυπτόταν στην άρνηση των εικόνων η χριστολογική (μονοφυσιτισμός ή νεστοριανισμός) αίρεσή τους – ότι αυτοί που αποδέχονται την εξεικόνιση του Χριστού, της Παναγίας και των αγίων είναι ειδωλολάτρες. Συνεπώς θεωρούσαν ότι «διαφυλάσσουν» την ορθή χριστιανική πίστη! Και βλέπουμε να επιβεβαιώνεται και σ’ αυτούς ό,τι ο ίδιος ο Κύριος είχε πει στους μαθητές Του: θα έλθει ώρα που θα σας βασανίζουν και θα σας σέρνουν στις φυλακές, πιστεύοντας ότι προσφέρουν έτσι λατρεία στον Θεό!

Τι υπήρχε πίσω από τη χριστολογική αίρεση της εικονομαχίας, η οποία έφτανε σε σημείο σκληροτάτων βασάνων και μαρτυρίων κατά των αποδεχομένων τις εικόνες; Αυτό που επισημαίνουμε σε όλες τις αιρέσεις: η αποθέωση της προσωπικής γνώμης, η επιβολή του «αυτό εγώ νομίζω», συνεπώς ο εξοβελισμός κάθε εκκλησιαστικής πίστεως. Αλλά γνωρίζουμε ότι η χριστιανική πίστη είναι ορθή, προβάλλει δηλαδή την αληθινή εικόνα του Χριστού, μόνον όταν είναι αποστολική και εκκλησιαστική. Έξω από εκεί που λειτουργεί το σώμα του Χριστού, έξω από εκείνο που εκφράζει τη φωνή της Εκκλησίας, δηλαδή τη Σύνοδο (είτε είναι η Αποστολική Σύνοδος είτε η Οικουμενική είτε και μία τοπική σύνοδος που βρίσκεται σε ευθεία σχέση προς το πνεύμα το αποστολικό), δεν έχουμε την αλήθεια – η όποια εξωεκκλησιαστική φωνή είναι η φωνή των παθών του ανθρώπου και η φωνή του Πονηρού διαβόλου!  Κι αυτό το βλέπουμε περίτρανα και στην περίπτωση των εικονομάχων – η στάση του εικονομάχου βασιλιά Θεόφιλου κατά των αγίων Θεοδώρου και Θεοφάνους ήταν στάση κατά της Εκκλησίας˙ διότι ο βασιλιάς θεωρούσε ότι εκείνος και οι συν αυτώ ήταν το κριτήριο της αλήθειας.

Την παραπάνω αλήθεια ότι οι άγιοι Θεοφάνης και Θεόδωρος αγωνίζονταν κατά της αιρέσεως, φανερώνοντας την εκκλησιαστική πίστη ως απεσταλμένοι της τοπικής τους Εκκλησίας, τονίζουν διαρκώς και οι εκκλησιαστικοί ύμνοι της ακολουθίας του Θεοφάνους. «Με τη πυρίφθογγη γλώσσα σου ως βροντή κήρυξες τα θεία και κατέφλεξες τα ζιζάνια των δυσσεβών εχθρών» ακούμε αίφνης ήδη απαρχής του εσπερινού. Και το ίδιο σε όλον τον κανόνα του όρθρου: «Εξαστράπτοντας τις θείες αστραπές των δογμάτων, έκανες πέρα μακριά κάθε σκοτεινιά της αίρεσης» (ωδή α΄). «Φάνηκες σαν μάχαιρα Θεού που κόβει τις μηχανουργίες των αιρετικών, γιατί ενισχυόσουν από το θείο Πνεύμα» (ωδή δ΄).

 Αλλά εκεί που εξίσου φτάσει σε ύψη η υμνολογία του αγίου ήταν όταν εξαγγέλλει το ιδιαίτερο χάρισμα που ο Θεός είχε δώσει στον άγιο δούλο Του: το υμνογραφικό χάρισμα. Ο άγιος Θεοφάνης θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους και πολυγραφότερους υμνογράφους της Εκκλησίας, μαζί με τον άγιο Ιωσήφ τον υμνογράφο. Με μία αποτίμηση έχει συνθέσει, «ως λύρα του αγίου Πνεύματος και καλλικέλαδο αηδόνι» (ωδή η΄), 420 κανόνες, 5 τριώδια και διώδια, 138 στιχηρά προσόμοια και ιδιόμελα, 3 κοντάκια και μία έμμετρη ευχή στη Θεοτόκο. «Φωτίστηκε η ψυχή σου από τις θεϊκές λάμψεις» σημειώνει μεταξύ πολλών άλλων ο δικός του υμνογράφος, «οπότε κατέφλεξες με το πυρ της εγκρατείας τις ηδονές των παθών, μελωδώντας ειλικρινά: Ας ψάλουμε άσμα για τον Χριστό» (ωδή α΄). «Επειδή ήσουν σαν τον ήλιο, παμμακάριστε, εξαπέστειλες θεϊκές ακτίνες με το να ανυμνείς τα βασανιστήρια των μαρτύρων, τις στρεβλώσεις και τις μάστιγες και τους μεγάλους και παράδοξους αγώνες τους» (ωδή ς΄). «Δοξολογώντας ειλικρινά την πάναγνη Δέσποινα με τη γλώσσα σου, Θεοφάνη, κελάδησες λόγια φωτόμορφα, δημιουργώντας ιλαρότητα στα πλήθη των πιστών και στις καρδιές των σοφών» (ωδή ς΄).

Βάσανα, μαρτύρια και εξορία, δύναμη εξαγγελίας των δογμάτων της πίστεως, υμνολόγηση του Κυρίου, της Παναγίας, των αγίων, καλή διαποίμανση των πιστών – η ζωή του αγίου Θεοφάνους. Γι’  αυτό και «έχοντας ολοκληρώσει τον δρόμο του, μετέβη στα Ουράνια μαζί με τον Χριστό, κραυγάζοντας με τους αγγέλους: Ευλογητός είσαι Κύριε, ο Θεός των Πατέρων μας» (ωδή ζ΄).    

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΕΙΣ ΕΚ ΤΩΝ ΔΙΑΚΟΝΩΝ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

«Ο άγιος Φίλιππος, άλλος από τον Φίλιππο τον μαθητή του Κυρίου, καταγόταν από την Καισάρεια της Παλαιστίνης, ήταν έγγαμος και από τον γάμο του απέκτησε τέσσερις θυγατέρες, προφήτιδες και οι τέσσερις της Εκκλησίας. Ο ευαγγελιστής Λουκάς στο δεύτερο βιβλίο του των Πράξεων των Αποστόλων τον μνημονεύει σε διάφορα περιστατικά. Καταστάθηκε από τους αγίους Αποστόλους Διάκονος της Εκκλησίας, για να υπηρετεί τις ανάγκες των χριστιανών, μαζί με τον άγιο Στέφανο και τους υπολοίπους διακόνους. Μετά τον διωγμό που ξέσπασε με τον θάνατο του αγίου Στεφάνου, πήγε στη Σαμάρεια, όπου κήρυξε και μαθήτευσε πολλούς στη χριστιανική πίστη, μεταξύ των οποίων και τον μάγο Σίμωνα, τον οποίο και βάπτισε. Ο ευαγγελιστής Λουκάς μνημονεύει το περιστατικό, κατά το οποίο ο Φίλιππος ηρπάγη από άγγελο, για να πλησιάσει έναν αξιωματούχο αιθίοπα, τον οποίο, αφού βρήκε να αναγινώσκει τον προφήτη Ησαΐα, κατήχησε και βάπτισε. Έπειτα αφού οδηγήθηκε και πάλι από άγγελο του Κυρίου στην πόλη της Αζώτου, φώτισε με τον λόγο του τους κατοίκους εκεί, οπότε μετά έφτασε στις Τράλλεις της Μικράς Ασίας. Εκεί επιτέλεσε μαζί με το κήρυγμα πολλά θαύματα, ίδρυσε εκκλησία, και τέλος εξεδήμησε προς τον Κύριο».

Είναι αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι ο ευαγγελιστής Λουκάς προτιμά να αφιερώσει αρκετούς στίχους από το βιβλίο του «Πράξεις των Αποστόλων» στον απόστολο Φίλιππο, από τους εβδομήντα μαθητές του Κυρίου και έναν από τους επτά διακόνους της πρώτης Εκκλησίας, και όχι για παράδειγμα στον Απόστολο Φίλιππο, τον μαθητή του Χριστού εκ των δώδεκα,  ή τον Απόστολο Ναθαναήλ ή άλλους από τους Αποστόλους, πέραν βεβαίως του Αποστόλου Πέτρου και κυρίως του μετέπειτα Αποστόλου Παύλου, γεγονός που σημαίνει ότι ο Διάκονος Φίλιππος ήταν μία προσωπικότητα που δεν μπορούσε εύκολα κανείς να την ξεπεράσει και να μη την λάβει σοβαρώς υπ’  όψιν. Τα περιστατικά βεβαίως που διασώζονται από τη ζωή του πράγματι επιβεβαιώνουν την εκτίμηση αυτή, διότι τον βλέπουμε αφενός να δρα με τρόπο που θυμίζει τους μεγάλους Αποστόλους: έντονη ιεραποστολική φλόγα, δύναμη λόγου, επιτέλεση θαυμάτων, καθοδήγηση από αγγέλους, ίδρυση εκκλησιών, αφετέρου όλη η οικογένειά του να έχει επίσης μία ιδιαίτερη παρουσία στην Εκκλησία. Ιδιαιτέρως οι θυγατέρες του, τις οποίες μνημονεύει ο άγιος Λουκάς, υπήρξαν «παρθένοι και προφητεύουσαι», δηλαδή αφιερωμένες στον Θεό με το χάρισμα της προφητείας, άρα με τη δυνατότητα να προφητεύουν και να διδάσκουν τον λαό.

Ο εκκλησιαστικός μας υμνογράφος αναφέρεται συχνά στο χάρισμα λόγου που είχε ο άγιος Φίλιππος ο Διάκονος. Τέτοιο χάρισμα που το Πνεύμα του Θεού είδαμε ότι τον έστελνε σε διάφορες αποστολές, προκειμένου να καθοδηγήσει και να πείσει όχι μόνο απλούς, αλλά και μορφωμένους και υψηλά ισταμένους ανθρώπους. Το περιστατικό με τον αιθίοπα αξιωματούχο αποτελεί ένα μικρό δείγμα της αλήθειας αυτής. Ένας ύμνος μάλιστα από την τρίτη ωδή του κανόνα του όρθρου είναι αρκετά αποκαλυπτικός πάνω σ’ αυτό: «Ιόν ψυχόλεθρον φυγείν και σωτήριον χάριν υποδέξασθαι πείθεις, μελιρρύτοις λαλιαίς, τους απωσθέντας μακράν αγνωσία, Φίλιππε θεόπνευστε». Δηλαδή: Φίλιππε θεόπνευστε, πείθεις αυτούς που είναι μακριά από τον Θεό, λόγω της άγνοιάς τους, αφενός να αποφύγουν το δηλητήριο της μη ορθής πίστεως που καταστρέφει τις ψυχές, αφετέρου να δεχτούν τη χάρη του Θεού που οδηγεί στη σωτηρία, «μελιρρύτοις λαλιαίς». Ο λόγος του αγίου Φιλίππου ήταν πολύ πειστικός, έτσι ώστε να αποδέχονται οι άνθρωποι την πίστη του Χριστού. Χρησιμοποιεί όμως ο υμνογράφος και μία πολύ όμορφη φράση, που δείχνει κατεξοχήν τη δύναμη λόγου του αγίου: «μελιρρύτοις λαλιαίς». Δηλαδή, όταν μιλούσε ο άγιος για τον Χριστό, μιλούσε με τέτοιον τρόπο, που τα λόγια του ήταν σαν να έρρεε μέλι. Πρέπει να εννοήσουμε ότι το μελίρρυτο των λόγων του δεν έγκειτο μόνον στο περιεχόμενο, αλλά και στη μορφή και στον τρόπο που χρησιμοποιούσε. Πρόβαλλε βεβαίως πάντοτε τον Χριστό – «την του Λόγου δόξαν διηγούμενος» θα πει κάπου αλλού ο υμνογράφος, δηλαδή διηγείτο τη δόξα του Κυρίου Ιησού ως Θεού και ανθρώπου, και μάλιστα επιβεβαιώνοντας τη διήγηση αυτή και με θαύματα: «εν σημείοις φοβεροίς» - αλλά με καλλιέπεια λόγου, με ήρεμο και προσιτό στους ανθρώπους που απευθυνόταν τρόπο.

Και γίνεται βεβαίως παράδειγμα διαχρονικό σ’ αυτό. Ο λόγος της Εκκλησίας μας, η κατήχησή της στους ανθρώπους, αυτά τα δύο στοιχεία πρέπει πάντοτε να έχει: πρώτον, να προβάλλει τον Ιησού Χριστό, ως τον ενανθρωπήσαντα Θεό μας, ο Οποίος σταυρώθηκε και αναστήθηκε προς χάρη των ανθρώπων. Όπως το λέει και ο απόστολος των εθνών: «ουκ έκρινα του ειδέναι τι εν υμίν, ει μη Ιησούν Χριστόν, και τούτον εσταυρωμένον». Και δεύτερον: τον Χριστό που προβάλλει, να το κάνει με τρόπο όχι εξουσιαστικό, όχι με τον κακώς εννοούμενο κηρυγματικό τρόπο, δηλαδή ξερά δασκαλίστικο, αλλά ως αύρα απαλή, σαν μέλι που ευχαριστεί όχι τα αυτιά, αλλά τις καρδιές των ανθρώπων, με τον τρόπο που δίδαξαν αργότερα και οι μεγάλοι τρεις Ιεράρχες, προστάτες της παιδείας, που και εκείνοι «μελίρρυτοι ποταμοί της σοφίας» χαρακτηρίζονται. Δεν νομίζουμε ότι τελικώς ήταν τυχαίο που το Πνεύμα του Θεού χρησιμοποίησε τόσο έντονα τον άγιο Φίλιππο για να κηρύξει την πίστη του Χριστού. Ο Θεός δηλαδή αξιοποιεί κάθε φορά για την πραγματοποίηση του έργου Του τους ανθρώπους που έχουν τα αντίστοιχα προς το έργο αυτό χαρίσματα. Ο άγιος Φίλιππος λοιπόν ήταν από τους ιδιαιτέρως προικισμένους από τον Θεό, που κατέθεσε ολόκληρο τον εαυτό του στην υπηρεσία Εκείνου.

10 Οκτωβρίου 2023

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ

Η 10η Οκτωβρίου κάθε χρόνο θεωρείται ημέρα αφιερωμένη παγκοσμίως στην ψυχική υγεία. Καθιερώθηκε  το 1994 από την Παγκόσμια Ομοσπονδία Ψυχικής Υγείας και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, προκειμένου να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη στα θέματα των ψυχικών νοσημάτων. Κι αυτό γιατί τα ψυχικά νοσήματα βαίνουν διαρκώς αυξανόμενα, σε βαθμό που οι ειδικοί μιλάνε για παγκόσμια «επιδημία» ψυχικών διαταραχών, όπως για παράδειγμα είναι αυτές που σχετίζονται με την κατάθλιψη ή την κατανάλωση αλκοόλ. Και στη χώρα μας τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Υπάρχουν στατιστικά στοιχεία που δείχνουν ότι ένα 10 με 12% του συνόλου του πληθυσμού όλων των ηλικιών πάσχει από ψυχικές ασθένειες, ενώ όσον αφορά στους εφήβους, υπάρχει η εκφρασμένη δήλωσή τους (2 στους 5) ότι δεν είναι ικανοποιημένοι από τη ζωή τους και δεν νιώθουν γενικώς «καλά».

Το ερώτημα που τίθεται βεβαίως είναι τι εννοούμε όταν μιλάμε για ψυχική υγεία. Κι απάντηση, παραδόξως, γενικώς αποδεκτή δεν υπάρχει. Και δεν υπάρχει, διότι η ψυχική υγεία είναι θέμα ορισμού του ανθρώπου,  του σκοπού και του νοήματος της ζωής του. Αν δηλαδή δεν γνωρίζουμε το ποιος είναι ο άνθρωπος, γιατί υπάρχει στον κόσμο, ποιος ο προορισμός του, πώς πρέπει να ζει και να αντιμετωπίζει τα προβλήματα της ζωής, είναι αδύνατο να μιλάμε για την όποια κατάσταση της ψυχικής του υγείας. Και ως προς τη σωματική του υγεία τα πράγματα σε μεγάλο βαθμό είναι μετρήσιμα: υπάρχουν κάποια σταθερά σημεία αναφοράς, βάσει των οποίων κρίνεται η παθολογία ή η φυσιολογία του. Για την ψυχική του υγεία όμως; Υπάρχουν σταθερά σημεία; Το «αδιέξοδο» φαίνεται από το ότι οι ειδικοί  αποφεύγουν τον ορισμό των χαρακτηριστικών, πέραν γενικοτήτων, της θεωρούμενης ψυχικής υγείας, επικεντρώνοντας την προσοχή τους σε ό,τι ονομάζουν ψυχική ευημερία ή απουσία ψυχικής ασθένειας. «Είναι η ψυχολογική κατάσταση κάποιου που λειτουργεί σε ικανοποιητικό επίπεδο συναισθηματικής και συμπεριφοριστικής προσαρμογής» σημειώνουν. Ή, όπως λέει ο Π.Ο.Υ. «ψυχική υγεία είναι η κατάσταση ευεξίας όπου το κάθε άτομο αντιμετωπίζει με επιτυχία τα προβλήματα της ζωής, μπορεί να εργαστεί παραγωγικά και να συμμετέχει ενεργά στο κοινωνικό του περιβάλλον και όχι απλά η απουσία ενός προβλήματος ή μιας διαταραχής». Ορισμοί που δεν άπτονται της ουσίας του θέματος, αλλά περιγράφουν κάποιες καταστάσεις, κυρίως κοινωνιολογικά κι ίσως ψυχολογικά.

Δεν αρνούμαστε τίποτε από τα παραπάνω. Οι προσπάθειες ψυχολόγων και ιατρών για την οριοθέτηση  μίας όσο το δυνατόν αποδεκτής και φυσιολογικής κοινωνικής συμπεριφοράς για κάθε άνθρωπο είναι αξιέπαινες και πρέπει να ενισχύονται – το κοινωνιολογικό κριτήριο είναι από μόνο του ισχυρότατο στοιχείο. Αλλά δεν είναι επαρκές. Διότι ο άνθρωπος συνιστά μέγα μυστήριο. Κι εδώ ακριβώς έχουν λόγο οι διάφορες πνευματικές παραδόσεις του κάθε τόπου, κατεξοχήν δε για τους χριστιανούς η χριστιανική παράδοσή τους.

Λοιπόν, για τη δική μας χριστιανική παράδοση, ο άνθρωπος είναι ψυχικά υγιής στον βαθμό που είναι και πνευματικά υγιής. Κι είναι πνευματικά υγιής, όταν παραμένει μέσα στο πλαίσιο της κατ’ εικόνα και καθ’  ομοίωσιν Θεού δημιουργίας του. Με αναγωγή στο αρχικό ζεύγος: Όσο ο άνθρωπος προσέβλεπε στον Δημιουργό του και υπήκουε στο άγιο θέλημά Του, τόσο και οι δυνάμεις του, σωματικές, ψυχικές και πνευματικές, βρίσκονταν σε ανοδική και αυξητική πορεία. Δυστυχώς, αυτό χάθηκε λόγω της πτώσεως του ανθρώπου στην αμαρτία – της επιλογής του δικού του θελήματος αντί του Δημιουργού του – οπότε και η υγεία του αλλοιώθηκε: η φθορά και η αρρώστια και ο θάνατος μπήκαν ως καθεστώς στη ζωή του. Κι ήρθε βεβαίως ο Υιός και Λόγος του Θεού ως άνθρωπος στον κόσμο, προκειμένου να άρει την αμαρτία και τη  φθορά και να αποκαταστήσει τον άνθρωπο, όμως η αποκατάσταση αυτή που όντως πραγματοποιήθηκε κυρίως με τη Σταυρική θυσία του Κυρίου έγινε δύσκολο αγώνισμα για τον άνθρωπο, περνώντας μέσα από τη διαδικασία της πίστεως, της εντάξεώς του στην Εκκλησία, της ασκήσεώς του πάνω στις εντολές του Χριστού. Κι αυτό θα πει ότι αφενός ο Χριστός ως και τέλειος άνθρωπος πέρα από Θεός συνιστά το όριο του κατεξοχήν υγιούς ανθρώπου – σ’  Εκείνον βλέπουμε τι σημαίνει ψυχική και πνευματική υγεία σε επίπεδο τελειότητας – αφετέρου η ψυχική υγεία (η σωματική μετά Χριστόν στον κόσμο τούτο δεν είναι υποχρεωτικά απαραίτητη)  υπάρχει και αναπτύσσεται στον πιστό, όταν αγωνίζεται την οδό της  αγιότητας. Ανθρωπίνως με άλλα λόγια η κατεξοχήν ψυχικά υγιής ήταν η Παναγία κι ακολουθούν όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας. Ο όσιος Σιλουανός του Άθω βεβαιώνει: «Πώς να καταλάβεις αν η ψυχή είναι υγιής ή ασθενής; Η ασθενής ψυχή είναι υπεροπτική, ενώ η υγιής ψυχή αγαπά την ταπείνωση, όπως τη δίδαξε το Άγιον Πνεύμα».

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΕΥΛΑΜΠΙΟΣ ΚΑΙ ΕΥΛΑΜΠΙΑ

«Οι άγιοι αυτοί που ήταν αδέλφια, έζησαν επί βασιλείας Μαξιμιανού, στην πόλη της Νικομήδειας, όταν εκεί ηγεμόνας ήταν ο Μάξιμος. Λόγω των διωγμών που είχαν ξεσπάσει, πολλοί από τους Χριστιανούς είχαν καταφύγει σ’  ένα όρος της περιοχής και κρύβονταν εκεί. Κάποια φορά έστειλαν τον άγιο Ευλάμπιο στην πόλη για να αγοράσει άρτους. Αυτός πράγματι κατέβηκε στην πόλη, όπου είδε να έχουν αναρτήσει γράμματα των βασιλικών διατάξεων και κάθισε να τα αναγνώσει. Κάποιοι ειδωλολάτρες τότε τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στον βασιλιά. Στην ερώτηση του βασιλιά αν είναι χριστιανός, εκείνος ομολόγησε με θάρρος την πίστη του στον Χριστό. Ο βασιλιάς διέταξε να τον οδηγήσουν στον ναό των ειδώλων, για να τον αναγκάσουν να θυσιάσει στα είδωλα, ο άγιος όμως βλέποντας το είδωλο του Άρη, έδωσε εντολή στο είδωλο να πέσει κάτω, και πέφτοντας αυτό έγινε κομμάτια. Άρχισαν τότε να τον βασανίζουν, οπότε ήλθε στο μέσον του τόπου των βασάνων η αδελφή του Ευλαμπία, η οποία παρακαλούσε τον άγιο Ευλάμπιο να προσευχηθεί για χάρη της, προκειμένου να συμμαρτήσει με αυτόν. Καθώς τους έβαλαν και τους δύο πια σ’  έναν λέβητα που κόχλαζε, διακόσιοι άνδρες που παρευρίσκονταν εκεί, πίστεψαν στον Χριστό, βλέποντας ότι οι άγιοι δεν βλάφθηκαν καθόλου από το μαρτύριο αυτό, με αποτέλεσμα ο βασιλιάς να διατάξει να αποκεφαλιστούν οι άγιοι και οι διακόσιοι που πίστεψαν».

Στη γιορτή των αγίων μεγαλομαρτύρων Σεργίου και Βάκχου, προ τριημέρου (7 Οκτωβρίου), επεσήμανε ο υμνογράφος της ακολουθίας τους ότι η κοινή τους πίστη στον Χριστό ήταν εκείνο που τους ένωνε και όχι κάποιος φυσικός δεσμός. Σήμερα, με τη μνήμη των αγίων Ευλαμπίου και Ευλαμπίας, έρχεται η Εκκλησία μας για να τονίσει ότι η ενότητα αυτών των αγίων  βεβαίως οφείλεται στην κοινή πίστη τους – αυτό είναι το ουσιαστικό στοιχείο – αλλά «ενισχύεται» και με δύο άλλα ακόμη στοιχεία: την αυταδελφία τους, που λειτουργούσε σ’  αυτούς και ως φιλαδελφία,  και την ομωνυμία τους. Οι άγιοι αυτοί ήταν αγαπημένα αδέλφια και είχαν και το ίδιο όνομα. «Τη φιλαδελφία η ομωνυμία συγκραθείσα».  Ο υμνογράφος βεβαίως σπεύδει αμέσως στη συνέχεια να διευκρινίσει ότι όχι η φιλαδελφία αυτή, πολλώ μάλλον  η ομωνυμία, αλλά η πίστη τους στον Χριστό ήταν εκείνο που τους έδινε τη δύναμη να μένουν σταθεροί στα μαρτύρια και να γίνουν άγιοι. Διότι η πίστη αυτή τους έκανε να ζουν με αγνότητα βίου και υπέρβαση των παθών, δηλαδή ήταν μία ζωντανή πίστη, γι’ αυτό και ενισχύονταν τόσο εμφανώς από τη χάρη του Θεού. «Το ίδιο τους το όνομα ενωμένο με τη μεταξύ τους αγάπη, όπως και η αγνότητά τους αναμιγμένη με την απάθειά τους, διεφύλαξε χωρίς βλάβη τη σταθερή και ισχυρή γνώμη τους. Διότι όπου υπάρχει πόθος για τον Θεό, εκεί όλος ο κόσμος έχει πάει στην άκρη – όπου Θεός ο ποθούμενος, κόσμος όλος καταπεφρόνηται».

Ο εκκλησιαστικός ποιητής θεωρεί σημαντικό το γεγονός ότι οι άγιοι έφτασαν σε επίπεδα αγνότητας και απαθείας, κατατροπώνοντας τον διάβολο, ήδη από τη νεότητά τους. Νεαρός ο Ευλάμπιος, το ίδιο και η Ευλαμπία, με σωματικό σφρίγος, πάλεψαν με δύναμη εναντίον του πονηρού και των οργάνων του, και τους κατατρόπωσαν. Κι εκφράζει τον θαυμασμό του ο υμνογράφος, που νέος ο Ευλάμπιος, σε μία ηλικία δηλαδή που η ζωή βρίσκεται ολόκληρη μπροστά του και ο διάβολος του «χαμογελά» ποικιλοτρόπως, γιατί ξέρει τη «δύναμή» του από τις πολυχρόνιες νίκες του κατά της νεότητας, εκείνος τον «πονηρό αυτόν γέροντα» τον νίκησε με τη χάρη του Θεού. «Νέω εν σώματι, Μάρτυς, τον παλαιόν της κακίας άρχοντα κατεπάλαισας στερρώς» - με νεανικό σώμα, μάρτυς, πάλεψες με δύναμη τον παλαιό άρχοντα της κακίας. Πού είναι όλοι εκείνοι, οι οποίοι θεωρούν ως δεδομένο για τη νεότητα την πτώση στις αμαρτίες, και μάλιστα τις σαρκικές; Βεβαίως η νεότητα είναι πιο ευεπίφορη στα σαρκικά λεγόμενα αμαρτήματα, όχι όμως ότι εκ προοιμίου ένας νέος θα πέσει σ’  αυτά. Υπάρχουν νέοι, και πολλοί μάλιστα, οι οποίοι σαν τους αγίους Ευλάμπιο και Ευλαμπία αγωνίζονται με δύναμη, διατηρώντας την ψυχική και σωματική τους αγνότητα και φτάνοντας και σήμερα σε επίπεδα απαθείας. Πώς; Με τον τρόπο των σημερινών αγίων, όπως το αναφέραμε και παραπάνω: «όπου Θεός ο ποθούμενος, κόσμος όλος καταπεφρόνηται». Το ζητούμενο λοιπόν είναι όχι η ηλικία, αλλά ο πόθος του Χριστού. Μόλις η αγάπη του Χριστού «πληγώσει» την καρδιά του ανθρώπου, ανεξάρτητα από ηλικία, εκεί παρουσιάζονται όλα τα θαύματα και όλες οι νίκες κατά του «κακού γέρου».

Δεν θέλουμε να τελειώσουμε, πριν αναφερθούμε και σ’ αυτό που μας λέει το συναξάρι. Η αγία Ευλαμπία, βλέποντας τον αδελφό της στο μαρτύριο, παρακινήθηκε για να μαρτυρήσει και αυτή. Πόση δύναμη πράγματι έχει το παράδειγμα του άλλου. Η πράξη του άλλου, αυτό που επιτελεί, είναι εκείνο που δημιουργεί την τάση προς μίμηση. Διότι ο άνθρωπος είναι ον που μιμείται. Ο ένας παρασύρει, θα λέγαμε, τον άλλον. Συνήθως μιλάμε για τη μίμηση, φορτίζοντάς την με αρνητικό μόνο περιεχόμενο. Η μίμηση όμως είναι από τα σπουδαιότερα μέσα, που αν αξιοποιηθεί σωστά, οδηγεί τον άνθρωπο, και ιδίως τον νέο, σε μεγάλα ύψη αγιότητας. Το σημειώνει και ο λόγος του Θεού. Ο απόστολος Παύλος για παράδειγμα, καλεί να τον μιμηθούν οι πιστοί, όπως εκείνος άλλωστε μιμήθηκε τον Χριστό. «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού». Το ίδιο καλεί και ο απόστολος Ιωάννης ο Θεολόγος: «μη μιμού το κακόν, αλλά το αγαθόν». Ξέρει ο απόστολος τη δύναμη της μίμησης, γι’  αυτό και λέει να μιμούμαστε το αγαθό και όχι το κακό. Είναι ευνόητο βεβαίως πόσο πρέπει να προσέχουμε οι μεγαλύτεροι, ιδίως οι γονείς, οι δάσκαλοι, οι κληρικοί, ώστε αυτό που εμείς κάνουμε ως σωστό, αυτό και να προσφέρεται προς μίμηση και για τους μικρότερους. Κι από την άλλη, πόσο πρέπει να προσέχουμε τις φιλίες μας. Τι καλό θα ήταν ο καθένας μας να είχε φίλους, οι οποίοι θα τον παρακινούσαν διαρκώς στο αγαθό. Τι καλό θα ήταν εμείς να αποτελούμε το παράδειγμα, ώστε να παρακινούμε τους άλλους στο αγαθό!

09 Οκτωβρίου 2023

Η ΑΒΑΣΤΑΧΤΗ ΣΚΛΗΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

 

«Η εποχή μας είναι αβάσταχτη», συνήθιζε να λέει ο μέγας Γέρων όσιος Σωφρόνιος (Σαχάρωφ) ο Αθωνίτης. Λόγω ακριβώς της απομάκρυνσης του κόσμου από τον Θεό και της υποταγής του κατά φυσικό τρόπο στα νοσηρά πάθη του και στις πονηρές δυνάμεις. Για τον όσιο τα πράγματα ήταν προφανή: ο σύγχρονος άνθρωπος, μετά μάλιστα από τους δύο παγκοσμίους πολέμους και τις πολλαπλές κρίσεις που τους συνόδεψαν, έχει κατρακυλήσει στο έσχατο βάθος της κατάπτωσης, με περαιτέρω αυξητική τάση. «Η απομάκρυνση του Θεού μετά από δύο απίστευτα σκληρούς Παγκόσμιους πολέμους, τον Α΄ και τον Β΄, οδήγησε στο να βυθιστεί ολόκληρος ο κόσμος στην κρίση και να μη βρίσκει διέξοδο πουθενά». «Ασφαλώς, ο κόσμος που μας περιβάλλει σημείωσε κολοσσιαία πρόοδο από τεχνικής απόψεως. Από χριστιανικής όμως απόψεως δεν έκανε καμιά πρόοδο στην καλλιέργεια της καρδιάς». Φτάνει μάλιστα στο σημείο ο όσιος να λέει το τρομακτικό: «Η δύναμη του κακού του σύγχρονου οργανωμένου κόσμου είναι τόσο μεγάλη, ώστε παρ’  όλη την προσευχή, παρ’ όλη την ένταση του πνεύματός μας, δεν επιτυγχάνουμε τη νίκη επάνω στο πνεύμα του κόσμου. Είμαστε συντετριμμένοι από τα παθήματα που μας προσβάλλουν από έξω».

Παρ’ όλα αυτά, δεν μένει στην παθητικότητα της αδράνειας ο όσιος – κανείς χριστιανός δεν μπορεί να είναι χριστιανός ευρισκόμενος σε αδράνεια, πολύ περισσότερο εκείνος που ζούσε και κήρυσσε την απόλυτη «ένταση του πνεύματος»! Υπάρχει η διέξοδος, σημειώνει, που οδηγεί στην υπέρβαση και τη χαρά. Να ζούμε προσμένοντας διαρκώς τον «και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς» Κύριο Ιησού Χριστό και να αποδυόμαστε, την κάθε στιγμή της ζωής μας και στο πόστο που έχουμε ταχθεί, στον αγώνα τηρήσεως των αγίων Του εντολών. Στην πορεία αυτή που συνιστά τον αγιασμό μας έρχεται στα όρια της ψυχής και του σώματός μας ο ίδιος ο Κύριος και η παντοδύναμη ενέργειά Του. Κι αυτή είναι η μοναδική διέξοδος που γίνεται ευλογία και για τον υπόλοιπο κόσμο.