14 Φεβρουαρίου 2025

ΕΣΤΩ ΚΑΙ ΜΙΑ ΡΩΓΜΗ ΓΙΑ ΦΩΣ!

«Όπως η ηλιακή ακτίνα που εισχωρεί από κάποιο μικρό άνοιγμα στο σπίτι, το φωτίζει τόσο, ώστε να διακρίνεται και η πιο λεπτή σκόνη που αιωρείται στον αέρα, έτσι και ο φόβος του Θεού εισερχόμενος στην καρδιά του ανθρώπου, της φανερώνει όλα τα αμαρτήματά της» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. κστ΄, γ΄, 29).

Σίγουρα θα έχεις ακούσει ή διαβάσει το συγκεκριμένο παράδειγμα – το λέει ο όσιος, το λένε και άλλοι Πατέρες της Εκκλησίας, το λένε και σύγχρονοι θεολόγοι: το φως του ήλιου, έστω και μιας ακτίνας του, σε κάνει να βλέπεις ακόμη και τη λεπτή σκόνη που αιωρείται στον αέρα. Χωρίς την ηλιακή ακτίνα, χωρίς φως δηλαδή, δεν βλέπεις τίποτε: το σκοτάδι δεν αντανακλά τα αντικείμενα όπως και τη βρομιά του όποιου χώρου. Το ίδιο συμβαίνει και στα πνευματικά. Για να μπορείς να δεις την κατάσταση της καρδιάς σου, τη βρομιά και τις αμαρτίες σου, θα πρέπει να φωτιστείς: χρειάζεσαι έστω και μία αχτίδα φωτός. Κι αυτή είναι ο φόβος του Θεού. Που προϋποθέτει ασφαλώς την αληθινή πίστη σ’ Εκείνον, αφού σε κάνει να Τον λαμβάνεις σοβαρά υπόψη σου στη ζωή σου. Χωρίς τον φόβο αυτόν, χωρίς το φως του Θεού δηλαδή, βρίσκεσαι στο σκοτάδι, συνεπώς δεν γνωρίζεις τον εαυτό σου, γι’ αυτό και συχνά διαμορφώνεις εικόνα «μεγαλειότητας» για τον εαυτό σου. Οπότε το ξέρεις πια: αυτογνωσία, συνεπώς και αληθινή ταπείνωση,  υπάρχει εκεί που υπάρχει έστω και λίγη… γνώση Θεού. Διαφορετικά, κινείσαι ως τυφλός.

Πρόκειται για αλήθεια, που όχι μόνο την επισημαίνεις  στη γύρω σου εξωτερική πραγματικότητα, κατά το παράδειγμα του οσίου, αλλά μας το κραυγάζει διαρκώς και ο ίδιος ο λόγος του Θεού. Γιατί άραγε ο Κύριος επανειλημμένως τόνιζε ότι «Αυτός εστι το φως του κόσμου», και ότι «ο ακολουθών Αυτώ ου μη περιπατήσει εν τη σκοτία, αλλ’ έξει το φως της ζωής»; Θυμήσου και τον προφήτη Ησαΐα: στην κλήση του στο προφητικό αξίωμα, ενώπιον πια του Θεού, συνειδητοποιεί την τραγικότητα της ζωής του: το πόσο «τάλας εστι»! Χωρίς το φως του Θεού έτσι το μόνο που υφίσταται είναι το σκοτάδι. Ακόμη και το φως του νοερού οφθαλμού μας μπορεί να έχει κάποιο φως – που και αυτό όμως το έχει ως δωρεά από τον Ίδιο πάλι Δημιουργό μας Χριστό – αλλά χωρίς Εκείνον, χωρίς πίστη δηλαδή, είναι τόσο… ισχνό, που τελικώς μπορεί να χαρακτηριστεί άλλου είδους… σκοτάδι! Εφάρμοσέ το στις διάφορες φιλοσοφίες του κόσμου τούτου ή και στις διάφορες θρησκείες, οι οποίες όντως έχουν ψήγματα φωτός, που δεν οδηγούν όμως στη σωτηρία και στη ζωντανή σχέση με τον Θεό.

Λοιπόν, όσο πιστεύεις βαθιά και αληθινά στον Κύριο, όσο τοποθετείσαι σωστά απέναντί Του μέσα στο χώρο της αποκάλυψής Του, την Εκκλησία, τόσο και θα διανοίγονται τα νοερά μάτια σου για να βλέπεις και τις πιο αθέατες πλευρές σου. Ο φόβος Του, ο οποίος δεν εννοείται ως τρόμος αλλά ως δέος μπροστά στην πανταχού παρουσία Του, σε κάνει να τηρείς τις άγιες εντολές Του, σε καθαρίζει από κάθε ακαθαρσία της ψυχής σου, σου φωτίζει όλο το ασυνείδητό σου, σε οδηγεί τελικά στην αγάπη απέναντί Του. Οπότε, γίνεσαι «όλος μάτια», κατά την προσφιλή έκφραση των νηπτικών δασκάλων, έχοντας ένοικο πια της ψυχής και του σώματός σου τον ίδιο τον Δημιουργό σου.

ΟΣΙΟΣ ΑΥΞΕΝΤΙΟΣ V "ΑΓΙΟΥ" ΒΑΛΕΝΤΙΝΟΥ!

«Ο όσιος Αυξέντιος έζησε επί της βασιλείας Θεοδοσίου του μικρού (5ος αι.) και υπήρξε άνθρωπος των γραμμάτων. Ακολούθησε δε τον μοναχικό βίο, ασκούμενος μάλιστα και σ’ ένα όρος με μεγάλη καρτερία. Έλεγξε επί πολύ την πλάνη της κακοδοξίας των αιρετικών της εποχής του, γενόμενος αξιοσέβαστος ακόμα και στους βασιλείς, με λαμπρό πρόσωπο από τη θεία χάρη, ενώ ανέβρυζε κάθε φορά πηγές θαυμάτων και ιάσεων σ’ αυτούς που προσέρχονταν κοντά του. Αναπαύτηκε εν ειρήνη και το τίμιο σώμα του κατατέθηκε στον Ναό που ανοικοδομήθηκε από τον ίδιο».

 Δεν μπορούμε να αποφύγουμε τον πειρασμό της σύγκρισης μεταξύ αυτού που προβάλλει η κοσμική νοοτροπία τη σημερινή ημέρα: έναν αμφιβόλου υπάρξεως και ποιότητας «άγιο», τον Βαλεντίνο, ως «άγιο» του έρωτα (διότι ο άγιος Βαλεντίνος μπορεί να υπάρχει ως μάρτυς, αλλά δεν έχει καμία σχέση με αυτό που συνήθως προβάλλεται στο πρόσωπό του), και αυτού που προβάλλει η Ορθόδοξη Εκκλησία: τον όσιο Αυξέντιο τον εν τω Βουνώ. Διότι και οι δύο γίνονται αφορμή να προβληθεί ο έρωτας, αλλά, στην πρώτη περίπτωση, με την ανθρώπινη κοσμική διάστασή του, δηλαδή ως «παιδί της φτώχειας» κατά τον Πλάτωνα - ο ερωτευμένος εκλιπαρεί και ζητιανεύει την ανταπόκριση του άλλου, συνεπώς τις ανάγκες του εαυτού του ζητά να καλύψει, η αγάπη του είναι έκφραση ενός εγωισμού∙  ενώ, στη δεύτερη, με τη μεγαλειώδη διάσταση του θεϊκού έρωτα, που κάνει τον άνθρωπο να γίνει μεθεκτός του Θεού και να διαχέει έπειτα τις ακτίνες της αγάπης του Θεού και σε όλον τον κόσμο, ανεξάρτητα από το ποιος είναι ο άλλος που τις δέχεται και σε ποια κατάσταση βρίσκεται. Στην περίπτωση αυτή έχουμε την αληθινή αρχοντιά της αγάπης, που προσφέρεται «ερήμην» του άλλου, δηλαδή χωρίς να περιμένει οποιαδήποτε ανταπόκριση.

Ένας ύμνος μάλιστα από την ακολουθία του αγίου μάς καθοδηγεί ώστε να δούμε τις παγκόσμιες διαστάσεις της επί της γης παρουσίας του, λόγω ακριβώς του αγώνα του για την αγάπη του Θεού.

«Ανέλαβες εκούσια, πάτερ Αυξέντιε, τον χρηστό ζυγό του Κυρίου και έκανες καινούργια τη γη, καθιστώντας την εξαιρετικά εύφορη, ένδοξε, με τα δάκρυα του αγώνα σου για τις αρετές» (ωδή α΄).

Τι επισημαίνει ο ύμνος; Σ’ έναν κόσμο που έχει καταστεί και διαρκώς καθίσταται «γέρικος», καθώς βουλιάζει αδιάκοπα σ’ αυτό που φθείρει και αποσυνθέτει τον άνθρωπο ψυχικά και σωματικά: την αμαρτία ως σαρκολατρεία και αλαζονεία – διότι το μόνο που «κερδίζει» ο άνθρωπος από το αποκομμένο από τον Θεό σαρκικό του φρόνημα είναι ο θάνατος, όπως το εκφράζει μεγαλειωδώς ο απόστολος Παύλος: «τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος» - η επισήμανση του παραπάνω ύμνου ηχεί παράδοξα και, ανέλπιστα, ευχάριστα! Υπάρχει η δυνατότητα η γη που πατάμε και που ζούμε να γίνει και πάλι καινούργια. Πώς; Όταν βρεθούν οι άνθρωποι, σαν τον άγιο Αυξέντιο, που με αποφασιστικό τρόπο, ελεύθερα και επιμελώς, στρέψουν την καρδιά τους προς τον Κύριο Ιησού Χριστό, τον ενανθρωπήσαντα Θεό. Διότι Εκείνος ως η πηγή της ζωής και εν γένει τού είναι με την ενέργειά Του χορηγεί αενάως τη νεότητα και τη ριζική ανακαίνιση των πάντων.

«Ιδού, καινά ποιώ πάντα» ακούμε αίφνης από το Πνεύμα Του στην Αποκάλυψη του Ιωάννη. Όλα τα κάνω καινούργια! Διότι ακριβώς σ’ Αυτόν δεν υπάρχει υποψία φθοράς και σκότους! Είναι «ο Ων»! Και ο απόστολος Παύλος εκφράζοντας την εμπειρία της αλήθειας αυτής εν Εκκλησία το διαλαλεί: «Ει τις εν Χριστώ καινή κτίσις», όποιος είναι ενωμένος με τον Χριστό είναι καινούργια δημιουργία. Ο χριστιανός: το μυστήριο που περιπατεί στον κόσμο τούτο, προεκτείνοντας τη μοναδική και απόλυτη παρουσία Εκείνου, ένας άλλος Θεός που περιπολεί στη γη! Οπότε, κάθε πατημασιά ενός αγίου, κάθε κίνηση και ανάσα του συνιστούν «ενέσεις» ζωής και ανακαίνισης του κόσμου μας – το βλέπουμε στα άγια πρόσωπά τους: λάμπουν ακόμη και μέσα στα γηρατειά τους! Δεν χρειάζεται να κάνουν μπότοξ ή άλλες χειρουργικές επεμβάσεις αισθητικής για να φανούν «νέοι»! Γιατί ζει μέσα τους Εκείνος που είναι η διαρκής νεότητα ως σφρίγος αληθινής ζωής.  

Κι ο ύμνος για τον άγιο προσθέτει: στρέφεται κανείς προς τον Χριστό κι Αυτός προσφέρει τη δύναμη του ανακαινισμού Του, όταν αρχίζει ο πιστός να ζει με μετάνοια αληθινή, όταν δηλαδή τα δάκρυα από τον πνευματικό αγώνα για την άσκηση των αρετών πλημμυρίζουν την ύπαρξή του. Κάθε δάκρυ του, μας λέει ο άγιος υμνογράφος, που πέφτει στη γη τη λιπαίνει, την καθιστά εύφορη, την κάνει καινούργια – ό,τι πρώτα συνέβη στη δική του ψυχοσωματική ύπαρξη! Όσο υπάρχουν λοιπόν άγιοι, όσο υπάρχουν αληθινοί πιστοί, τόσο και ο κόσμος μας θα γίνεται και πάλι καινούργιος. Πόση ευγνωμοσύνη πρέπει να νιώθουμε που υπάρχουν! Πόση παρηγοριά μας προσφέρει η σκέψη πως η κάθε δική τους ματιά είναι και μία νέα απαλή θέαση του κόσμου, που χύνει βάλσαμο στο πληγωμένο σώμα της γης και των κατοικούντων σ’ αυτήν και δημιουργεί συνθήκες ανάνηψης και ανάστασής τους.

13 Φεβρουαρίου 2025

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΩΝ ΛΟΓΙΣΜΩΝ

«Άλλο πράγμα είναι το να προσεύχεσαι εναντίον των λογισμών, άλλο το να αντιλέγεις προς αυτούς και άλλο το να τους εξουθενώνεις και να τους αφήνεις πίσω σου…» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. κστ΄ 51).

Το θέμα των λογισμών στην πνευματική ζωή του χριστιανισμού είναι από τα πιο καίρια που υπάρχουν: ανάλογα με το είδος των λογισμών που καλλιεργείς ή που επιτρέπεις να εισέλθουν στη διάνοια και στην καρδιά σου εξαρτάται κυριολεκτικά η ποιότητα της χριστιανικής σου βιοτής. Γιατί; Διότι οι λογισμοί δίνουν τον τόνο και τον ρυθμό στην ψυχή σου – σε οδηγούν ή σε διάθεση αγάπης προς τον Κύριο και τους αγίους Του ή σε συσχηματισμό με τον κόσμο τούτο, τον υποταγμένο στον Πονηρό και τις δυνάμεις του. Οπότε, δείξε μου τους λογισμούς σου να σου πω ποιος είσαι και σε ποιον ανήκεις!

Οι λογισμοί έτσι μπορεί να είναι αγαθοί: εκ του Θεού και των αγγέλων Του, μπορεί να είναι φυσικοί: αυτό που εκφράζει η ίδια η ψυχοσωματική μας ύπαρξη, μπορεί όμως – κι αυτό είναι εκείνο που ενδιαφέρει ιδιαιτέρως στην πνευματική ζωή και αναφέρει στο κεφάλαιο ο άγιος – να είναι εκ του Πονηρού. Πρέπει λοιπόν να βρίσκεσαι πάντοτε σε επιφυλακή: ο νους σου να είναι άγρυπνος φρουρός που να αναγνωρίζει  αμέσως το είδος των λογισμών που σε πλησιάζουν, είτε στη διάνοια είτε στο βάθος της καρδιάς. Ο πόλεμος αυτός μάλιστα συνιστά τον «αόρατο πόλεμο» στον οποίο βρίσκεται ο πιστός, που, όπως είπαμε, ή θα τον κάνει να μεγαλουργήσει ή θα τον καταβαραθρώσει!

Ο άγιος σε βοηθάει: σου επισημαίνει τρεις τρόπους άμυνας απέναντι στους δαιμονικούς λογισμούς. Πρώτος τρόπος: να προσεύχεσαι εναντίον των λογισμών - σπουδαίος τρόπος ειδικά των αρχαρίων χριστιανών, καθώς επικαλούνται τον Παντοδύναμο Κύριο. Δεύτερος τρόπος: να αντιλέγεις προς αυτούς – να μπορείς να αντιπαραθέτεις στην πονηρία τους την αλήθεια του ευαγγελικού λόγου, γεγονός που προϋποθέτει την καλή γνώση της χριστιανικής πίστεως, πράγμα όχι τόσο εύκολο όταν ληφθεί υπόψη μάλιστα η ποικιλία των λογισμών του Πονηρού και η αδιάκοπη επίθεσή του κατά των πιστών. Τρίτος τρόπος: να περιφρονείς πλήρως κάθε δαιμονική υποβολή. Είναι ο καλύτερος και ο ασφαλέστερος τρόπος, δηλώνει ο άγιος. Γιατί «όποιος χρησιμοποιεί τον τρίτο, έφτυσε και εξευτέλισε ολωσδιόλου τους δαίμονες».

Τυχαία όλοι οι άγιοι Πατέρες, παλαιότεροι και νεώτεροι, προκρίνουν πάντοτε αυτόν; Τόσο που ακριβώς γι’ αυτό ο μεγάλος όσιος Γέροντας της εποχής μας Πορφύριος χαρακτήριζε την πνευματική ζωή και τον πόλεμο των λογισμών «εύκολα πράγματα»! «Τέλεια περιφρόνηση προς τους πονηρούς λογισμούς, διά της στροφής προς τον Κύριο», ήταν η εκ της αγιασμένης εμπειρίας του πρόταση. Και συμπλήρωνε: «το σκοτάδι δεν το πυροβολούμε. Απλώς, ανάβουμε το φως»!

Λοιπόν, «νίκα εν τω αγαθώ το κακόν» (απ. Παύλος).  

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΜΑΡΤΙΝΙΑΝΟΣ (Η ΘΕΪΚΗ ΦΩΤΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ ΤΗΣ ΣΑΡΚΑΣ)

«Ο όσιος καταγόταν από την Καισάρεια της Παλαιστίνης και από δεκαοκτώ ετών ξεκίνησε την ασκητική του ζωή. Μετά εικοσιπέντε έτη δέχτηκε ιδιαίτερο πειρασμό από μία πόρνη γυναίκα που θέλησε να τον παρασύρει δόλια στην αμαρτία, καθώς κατέφυγε τάχα χαμένη στην ερημική σπηλιά που ζούσε. Ο άγιος την περιμάζεψε, αλλά όταν είδε τις προθέσεις της, προτίμησε να ανάψει φωτιά και να μπει για να καεί, παρά να ενδώσει. Τα λόγια του  την ώρα εκείνη ήταν μεγαλειώδη:  «Αν μπορείς να υποφέρεις τη φωτιά της γέεννας, αφού ποθείς την αισχρή ηδονή, υπάκουσε στη γυναίκα και πήγαινε μαζί της». Επόμενο ήταν και ο ίδιος να διασωθεί από τον πειρασμό με το κάψιμο της σάρκας του, που την θεράπευσε όμως η χάρη του Θεού, αλλά και η γυναίκα να μετανοήσει και να οδηγηθεί σε μοναστήρι για τη μετάνοιά της.

Με τη βοήθεια ενός ναυτικού κατέφυγε ο όσιος σ’ ένα ξερονήσι, για να αποφύγει στο μέλλον οποιονδήποτε παρόμοιο πειρασμό, κι έμεινε εκεί επί δέκα χρόνια. Πάλι όμως σηκώθηκε και έφυγε, όταν κάποια κοπέλα που γλύτωσε από ναυάγιο πάνω σε μία σανίδα, έφτασε κοντά του. Και την μεν κοπέλα την τράβηξε να βγει ο όσιος, αυτός όμως ρίχτηκε στη θάλασσα, καθοδηγούμενος από δελφίνια. Το σύνθημά του έκτοτε ήταν «Φεύγε, Μαρτινιανέ, μη σε προφθάσει πειρασμός», οπότε κάποτε έφτασε στην Αθήνα, όπου κι αμέσως εκδήμησε προς τον Κύριο, ενώ αξιώθηκε ένδοξης ταφής από τον επίσκοπο και όλο τον λαό. Λέγεται δε και για τις γυναίκες, ότι η μεν πρώτη που πήγε σε μοναστήρι αξιώθηκε να κάνει θαύματα, η δε άλλη ότι έμεινε υπομονετικά στο ξερονήσι μέχρι το τέλος της ζωής της, ντυμένη με ανδρικά ρούχα που της τα έφερε ο ναυτικός».

Ο όσιος Μαρτινιανός αποτελεί κλασική περίπτωση νέου ανθρώπου που αποφάσισε να αφιερωθεί στον Κύριο από αγάπη προς Αυτόν. Δεν είναι δυνατόν όμως να ακολουθεί κανείς τον Χριστό, χωρίς να αγωνίζεται για την υπέρβαση των παθών του, διότι «τα πάθη χάλκινο τείχος είναι, που  εμποδίζουν από τον Θεό» κατά την γνωστή έκφραση αββά του Γεροντικού. Κι ακριβώς τούτο τονίζει και ο άγιος ποιητής Θεοφάνης για τον όσιο. «Μόνασες – σημειώνει – και ανέλαβες τον σταυρό σου, γιατί πόθησες, με τη νέκρωση των παθών του σώματος,  να ακολουθείς Αυτόν που υπέμεινε εκούσια για χάρη σου Σταυρό και ταφή». Κι ένα κεντρικό στοιχείο της άρσης του σταυρού του ήταν βεβαίως και ο πειρασμός που αντιμετώπισε από μία δόλια γυναίκα και που τον ξεπέρασε με τον παραπάνω σημειούμενο συγκλονιστικό τρόπο: να μπει μέσα στη φωτιά!  «Με δόλιες λαλιές της γυναίκας – γράφει ο ποιητής -  σου επιτέθηκε ο δυσμενής όφις, όπως παλιά στον Προπάτορα. Αλλά με τη σοφή σου σκέψη καταργήθηκαν τα σοφίσματά του».

Ο όσιος  αναδείχτηκε δικαστής του εαυτού του και μάρτυρας της συνείδησής του. Χωρίς να δικαστεί από άλλους, σαν τους υπόλοιπους μάρτυρες της Εκκλησίας, χωρίς να τον ρίξουν σε φωτιά, εκείνος μόνος του και έκρινε τον εαυτό του και τον καταδίκασε σε φωτιά. Και βγήκε νικητής και στεφανωμένος. «Με τη θέλησή σου χρημάτισες μάρτυρας και δικαστής και κατήγορος του εαυτού σου – εκτιμά ο ποιητής. Διότι επειδή φλεγόσουν από άτοπη ηδονή, άναψες για τον εαυτό σου, πάτερ, πολύ δυνατή φωτιά και τον έριξες στο μέσον της κατακαιόμενος». Και τι ήταν εκείνο που τον έκανε, έστω και υπό πειρασμόν, να νικήσει; Η θεϊκή φωτιά της αγάπης του προς τον Χριστό. Η μεγάλη πνευματική φωτιά που νίκησε την αισθητή. «Μπήκες με προθυμία στη δημιουργημένη από τον Θεό φωτιά, γιατί είχες μέσα στην καρδιά σου τη θεϊκή φωτιά», θα πει και πάλι ο υμνογράφος.  

Ο όσιος Μαρτινιανός εξυψώνεται ενώπιον όλων των γενεών ως τύπος συνετού και προσγειωμένου ανθρώπου. Γιατί;  Διότι είχε επακριβή επίγνωση της αλήθειας του εαυτού του:  είναι άνθρωπος αδύναμος που το μόνο στερέωμά του είναι ο Χριστός και όχι οι δικές του δυνάμεις. Ποιος συνετός άνθρωπος μπορεί να πει ότι μόνος του τα καταφέρνει όλα, ιδίως τα σχετιζόμενα με την πνευματική ζωή; Μόνον ένας αλαζόνας, που γι’  αυτό η πτώση του στην αμαρτία σφραγίζει μόνιμα τη ζωή του. Κι ο άγιος το απέδειξε και με τη δεύτερη περίπτωση, της διάσωσης της ναυαγισμένης κοπέλας, στο ξερονήσι που βρισκόταν. Σώζει την κοπέλα, μα δεν εμπιστεύεται τον εαυτό του να παραμείνει ούτε στιγμή κοντά της. Σηκώνεται και φεύγει αμέσως!

Ο σοφός και άγιος Γέροντας των Αθηνών μακαριστός π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος το εξηγεί: «το θέμα σαρξ τελειώνει με το θέμα πλαξ», δηλαδή όσο η πλάκα του τάφου δεν μας έχει κλείσει, δεν μπορεί κανείς να εμπιστεύεται τη σάρκα του.

12 Φεβρουαρίου 2025

ΤΟ ΣΑΘΡΟ ΘΕΜΕΛΙΟ

«Όποιος απαιτεί πνευματικά δώρα για τους κόπους που καταβάλλει, έβαλε σαθρό θεμέλιο. Όποιος όμως θεωρεί τον εαυτό του χρεώστη δούλο, αυτός ξαφνικά θα λάβει από τον Θεό ανέλπιστο πνευματικό πλούτο» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. κα΄ 25).

Ξενυχτάς στην προσευχή, μετέχεις σε όλες τις ακολουθίες της Εκκλησίας – διαβάζεις και τα… εξώφυλλα των εκκλησιαστικών βιβλίων! - πηγαίνεις σε αγρυπνίες, νηστεύεις και κακοπαθείς. Και πιστεύεις ότι με τόσους κόπους που καταβάλλεις ο Θεός θα σε ανταμείψει. Μπορεί να σου δώσει και κάτι έκτακτο: να δεις ίσως τον… φύλακα άγγελό σου· να δεις λίγο… άκτιστο φως! Τόσα κάνεις γι’ Αυτόν. Δεν πρέπει να σου προσφέρει κι Εκείνος κάποιο πνευματικό δώρο;

«Σαθρό το θεμέλιό σου», επισημαίνει ο όσιος. Κτίζεις δηλαδή στην άμμο: με το παραμικρό το πνευματικό σου οικοδόμημα θα καταπέσει. Κι αυτό γιατί ίσως δεν καταλαβαίνεις ότι κινείσαι σε ιουδαϊκά επίπεδα – ο φαρισαίος μάλλον είναι το… πρότυπό σου! Όταν με άλλα λόγια η πνευματική σου ζωή στηρίζεται στην πεποίθηση των καλών και αξιόμισθων έργων σου, τότε τη δικαίωσή σου και την ένταξή σου στη Βασιλεία του Θεού την εξαρτάς από σένα τον ίδιο: εσύ είσαι ο… λυτρωτής της ψυχής σου. Ανεπίγνωστα μάλλον τον Χριστό Τον έβαλες στο περιθώριο. Δεν σου χρειάζεται και πολύ! Μάλλον σου χρειάζεται για να σε ανταμείψει για το… πνευματικό μεγαλείο σου!

Ό,τι κάνουμε όμως από πλευράς πνευματικής αφενός το κάνουμε πάντοτε με τη βοήθεια της χάρης του Θεού – «χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν» είπε ο Κύριος – αφετέρου το κάνουμε για να μπορούμε να διακρατούμε αυτήν τη χάρη. «Όταν ποιήσητε πάντα τα διατεταγμένα υμίν, λέγετε αχρείοι δούλοι εσμέν· ότι ο οφείλομεν ποιήσαι πεποιήκαμεν»! Η κατάστασή σου είναι πάντοτε η κατάσταση του δούλου: του χρεώστη και οφειλέτη. Εσύ έχεις τον Θεό ανάγκη. Εσύ εξαρτάσαι από Εκείνον. Η ταπείνωση είναι η μόνιμη στάση που μπορεί και μόνον να σε δικαιώσει ενώπιον του Θεού.

Και τι κάνει τότε ο Πατέρας μας; Βλέποντας την ταπεινή αυτή στάση μας, η οποία προσιδιάζει στου Ίδιου τη στάση – ο Θεός μας είναι αγάπη και ταπείνωση – μας τα δίνει όλα: μας ευλογεί πλουσιοπάροχα, κι εκεί που νιώθουμε ότι είμαστε άχρηστοι και βρόμικοι, ότι το μόνο που μας αξίζει είναι η αποπομπή μας από τον Θεό, μας εξυψώνει και μας κάνει σαν κι Αυτόν! Ανέλπιστα λαμβάνουμε τον πνευματικό πλούτο Του!

Ο άγιος μέγας Αντώνιος είχε πέσει κάποια στιγμή σ’ έναν τέτοιον πειρασμό: πίστεψε ότι οι ασκητικοί του αγώνες θα τον είχαν φτάσει σε  ύψη αγιότητας! Κι ο Θεός τον πληροφόρησε: ο τσαγκάρης του χωριού του ήταν μεγαλύτερος από εκείνον! Γιατί ακριβώς είχε ταπείνωση.

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ

«Ο άγιος Μελέτιος, λόγω της πολύ μεγάλης αρετής του και της καθαρής αγάπης του στον Χριστό, έγινε επιθυμητός από πολλούς τόσο πολύ, ώστε από την πρώτη ημέρα της χειροτονίας του που εισήλθε στην Αντιόχεια, ο κάθε πιστός κινούμενος από πόθο γι’ αυτόν τον καλούσε στην οικία του, πιστεύοντας ότι ο άγιος θα την αγιάσει με την είσοδό του. Δεν συμπλήρωσε τριάντα ημέρες στην πόλη και εκδιώχθηκε από τους εχθρούς της αλήθειας, διότι παρασύρθηκε τότε ο βασιλιάς και βεβαίως  ο Θεός επέτρεψε αυτό. Όταν επανήλθε μετά την παράνομη εκείνη δίωξη, έμεινε περισσότερο από δύο έτη στην Κωνσταντινούπολη. Και πάλι ο βασιλιάς με γράμματα τον καλεί όχι κάπου κοντά, αλλά στη Θράκη. Το ίδιο συνέρρευσαν εκεί και άλλοι επίσκοποι από πολλά μέρη, που κλήθηκαν κι αυτοί με βασιλικά γράμματα, επειδή οι Εκκλησίες, που βγήκαν από δοκιμασίες σαν από μακρύ χειμώνα, άρχισαν να ειρηνεύουν και να γαληνεύουν. Τότε δε ο μέγας αυτός Μελέτιος, αφού εγκωμιάστηκε από όλους, άφησε την ψυχή του στα χέρια του Θεού και αναπαύτηκε με ειρήνη σε ξένη γη. Αυτόν τον μακάριο και ο τίμιος Χρυσόστομος και ο Γρηγόριος ο Νύσσης τον τίμησαν με εγκώμια».

Δύο είναι τα σημεία στα οποία κινείται η εκκλησιαστική υμνογραφία της ημέρας, διά γραφίδος Θεοφάνους του ποιητού: η ορθόδοξη πίστη του αγίου Μελετίου, γεγονός όχι τόσο αυτονόητο για την Αντιόχεια της τότε εποχής (4ος αι.), και η αγιασμένη ζωή του. Ο άγιος Μελέτιος πράγματι, χωρίς να είναι μεγάλος θεολόγος, κατά την εκτίμηση των Πατρολόγων, υπήρξε άνθρωπος που γρήγορα ασπάστηκε το ορθό δόγμα της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου (325), έγινε διαπρύσιος κήρυκας της αλήθειας περί της Αγίας Τριάδος  και προετοίμασε το έδαφος για την Β΄ Οικουμενική Σύνοδο (381). Το ορθόδοξο αισθητήριό του και ο αγώνας του για την ορθοδοξία κατανοείται σωστά, όταν λάβει κανείς υπ’ όψιν του ότι η Αντιόχεια στην εποχή του σπαρασσόταν από εκκλησιαστική πολυαρχία, την οποία προσπάθησαν με μεγάλο αγώνα να ξεπεράσουν αναστήματα εκκλησιαστικά της περιωπής του Μεγάλου Αθανασίου και του Μεγάλου Βασιλείου. Ο άγιος Μελέτιος λοιπόν κήρυσσε ό,τι ο Μ. Αθανάσιος και ο Μ. Βασίλειος είχαν αγωνιστεί να δείξουν στην Εκκλησία – τη γνήσια αποστολική παράδοση – κάτι που ακριβώς σ’ ένα μεγάλο ποσοστό με τους ύμνους δείχνει ο άγιος Θεοφάνης.

«Επειδή έγινες κατά χάρη υιός Θεού, δεν υποβίβασες σε κτίσμα χωρίς φρόνηση τον εκ Θεού Θεό Λόγο, αλλά Τον δόξασες ως συνάναρχο και σύνθρονο με τον Πατέρα, Δημιουργό και Κτίστη όλων των δημιουργημάτων, θεόληπτε» (ωδή γ΄). Ο αγώνας του δηλαδή ήταν και εκείνου κατά των αιρετικών διαστρεβλώσεων του Αρείου και των ομοφρόνων του, οι οποίοι με τις αντιλήψεις τους καταργούσαν ουσιαστικά την αποκάλυψη του Χριστού και τη διδασκαλία των Αποστόλων. «Φωτίστηκες από τη θεία έλλαμψη και θεολόγησες τον από τον άναρχο Πατέρα μονογενή Λόγο, όσιε,  ότι είναι άκτιστος και αιώνιος, γι’ αυτό και έφερες σύγχυση στους συμμάχους και ομόφρονες του Αρείου, με την ενίσχυση της θείας δύναμης» (ωδή α΄).

Και μπορεί βεβαίως να μην ήταν μεγάλος θεολόγος, με την έννοια ότι δεν ήταν από εκείνους που μπορούσαν να δώσουν λύση σε εκκλησιαστικά προβλήματα, όμως, όπως είπαμε, είχε δυνατή αίσθηση του ορθοδόξου φρονήματος, κάτι που το απέκτησε, εκτός από την αγιασμένη ζωή του, και με τη διαρκή ενασχόληση και μελέτη της Αγίας Γραφής. Ο άγιος υμνογράφος μάλιστα, προκειμένου να τονίσει την αγάπη του οσίου για τον λόγο του Θεού, αξιοποιεί το ίδιο το όνομά του: Μελέτιος, (αγαπημένη ενέργεια των υμνογράφων),  χρησιμοποιώντας την εικόνα του πρώτου κιόλας ψαλμού περί του ξύλου που είναι φυτεμένο στις όχθες του ποταμού. «Μελέτησες, μακάριε Ιεράρχα Μελέτιε, τον σωτήριο νόμο του Θεού, όπως έχει γραφεί, και δείχτηκες σαν το ξύλο που βρίσκεται στο νερό της ασκήσεως και φανερώνει με τη χάρη του Θεού τους καρπούς των αρετών» (στιχηρό εσπερινού).

Οι ύμνοι επικεντρώνουν και στην αγιασμένη ζωή του αγίου Μελετίου. Τον παραλληλίζουν μάλιστα με τους αγίους αποστόλους, τον τρόπο ζωής των οποίων προσπάθησε να ακολουθήσει και γι’ αυτό τοποθετήθηκε και στη θέση τους. «Ομοιώθηκες διά των αρετών σου με τους Αποστόλους του Χριστού και έλαβες την αυθεντία και τον θρόνο εκείνων κατά προφανή τρόπο, Μελέτιε πανένδοξε» (ωδή γ΄). Σ’ ένα στιχηρό του εσπερινού όμως η ασκητική ζωή του αγίου καταγράφεται σε όλα σχεδόν τα στάδιά της: «Μάρανες με την εγκράτεια τα σκιρτήματα της σάρκας. Και υπέταξες τα πάθη, Μελέτιε, και λάμπρυνες και εύφρανες τον εαυτό σου με τη λαμπρότητα της απάθειας. Και ιερούργησες τον Χριστό με αγνότητα και με καθαρότητα». Ο άγιος Θεοφάνης παίρνει τη ζωή του αγίου Μελετίου ως βάση και αξιωματικά μας λέγει: δεν μπορεί κανείς να ιερουργεί τον Χριστό, να προσφέρει δηλαδή τη ζωή του θυσία σ’ Εκείνον με όλη την ύπαρξή του – μη ξεχνάμε δε ότι ιερείς με τη γενική ιερωσύνη είναι όλοι οι βαπτισμένοι στο όνομα της αγίας Τριάδος και όχι μόνο οι κληρικοί  - παρά μόνον αν αγωνίζεται να φτάσει στην απάθεια ως υπέρβαση των κακών παθών. Κι αυτό επιτυγχάνεται με την εγκράτεια, που αποτελεί γενική αρετή στην πνευματική ζωή της Εκκλησίας. 

11 Φεβρουαρίου 2025

ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΟΝ... ΒΑΤΡΑΧΟ!

 

«Μερικές φορές καθώς αντλούσαμε νερό από τις πηγές, αντλήσαμε μαζί με αυτό, χωρίς να το καταλάβουμε, και έναν βάτραχο. Παρόμοια πολλές φορές, καθώς καλλιεργούμε τις αρετές, υπηρετούμε και τις κακίες που χωρίς να φαίνονται είναι συμπεπλεγμένες μαζί τους» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. κστ΄ 37).

Μην τρέφεις αυταπάτες για την ανθρώπινη φύση σου! Το νερό που αντλείς από τις καθάριες, καθώς νομίζεις, πηγές, έχει μέσα και… βατράχια! Μιλάει για σένα και τις υποτιθέμενες αρετές σου: οι αρετές σου πάνε μαζί με τις συνοδευτικές κακίες τους! Την ώρα δηλαδή που ασκείς μία αρετή, ή που πιστεύεις ότι την έχεις κατακτήσει, την ίδια ώρα έχεις εισπράξει και τον αρνητικό συνοδό της! Και κοίταξε την πονηριά του συνοδού! Ενώ είναι «κολλημένος» με την αγαθή κυρία της, ο ίδιος είναι αφανής. Ο άγιος γίνεται σαφής: «με την αρετή της φιλοξενίας συμπλέκεται και η γαστριμαργία∙ με την αγάπη η πορνική διάθεση∙ με την πραότητα  η υπουλότητα και η οκνηρία∙ με τη σιωπή η διδασκαλική υπεροψία∙… με την ταπεινοφροσύνη η παρρησία. Και σ’ όλα αυτά μέσα, το δηλητήριο της κενοδοξίας»!

Δεν φταίει ασφαλώς η ίδια η αρετή! Η αρετή από τη φύση της είναι αγαθή και καλή. Χριστιανικά μάλιστα θεωρούμενη αποτελεί καρπό του Αγίου Πνεύματος. Το πρόβλημα βρίσκεται μέσα σου: στη χαλασμένη φύση σου∙ στις επιρροές της αμαρτίας, η οποία αν και καταργημένη λόγω της σταυρικής θυσίας του Κυρίου μας και του αγίου βαπτίσματός σου, εξακολουθεί να σε ταλανίζει, γιατί πολύ συχνά είσαι αμελής και ξεχνάς τη χάρη που σου δόθηκε. Οπότε, μια και δεν βρίσκεσαι στο ύψος του χαρίσματος να λειτουργείς απολύτως ως μέλος Χριστού, η στρεβλή διάθεσή σου χαλάει και την… αρετή. Καλύτερα, αφήνει χώρο στην κακία να αμαυρώνει την έκπαγλη ομορφιά της!

Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν επισημάνει την πραγματικότητα αυτή, χωρίς όμως να υποψιαστούν αυτό που θα επακολουθούσε: τη δυνατότητα υπέρβασης της τραγικότητας του ανθρώπου λόγω του ερχομού του ενανθρωπήσαντος Θεού μας! Και τι έλεγαν; «Ουδέν καλόν αμιγές κακού». Όπως και το αντίστροφο. Δηλαδή τίποτε δεν υπάρχει απολύτως καλό, όπως η αρετή για παράδειγμα, χωρίς τη μίξη του με το κακό. Το καλό συνοδεύεται πάντοτε και με το κακό!

Αλλά είμαστε μετά Χριστόν! Που σημαίνει ότι με τη χάρη Του μέσα στο σώμα Του, την Εκκλησία, μπορεί κανείς να κάνει την υπέρβαση: να καλλιεργεί δηλαδή τις αρετές, χωρίς όμως να υπηρετεί και την «παρέα» τους, τις κακίες. Πώς; Ζώντας διαρκώς με νήψη και επαγρύπνηση: ο νους ως άγρυπνος φρουρός να ελέγχει τους όποιους λογισμούς και τις όποιες διαθέσεις της ψυχής. Και κυρίως με ταπείνωση. Γιατί τότε αναλαμβάνει δράση η χάρη του Θεού, η οποία ενεργεί ως προστατευτικό δίχτυ και συλλαμβάνει κάθε… βατράχι. Γιατί λένε οι άγιοί μας ότι στην περίπτωση αυτή ο χριστιανός έχει γίνει «όλος μάτια»;