27 Οκτωβρίου 2023

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΝΕΣΤΩΡ

«Ο άγιος Νέστωρ ήταν πολύ νέος και ωραίος άνδρας, γνωστός στον Μεγαλομάρτυρα Δημήτριο. Την εποχή του βασιλιά Μαξιμιανού κι ενώ αυτός είχε συλλάβει τον άγιο Δημήτριο και τον είχε κλείσει φυλακή, έτρεξε στον τόπο της φυλακής του κι έπεσε στα πόδια του: «Δούλε του Θεού, είπε, θέλω να μονομαχήσω με τον Λυαίο, και ευχήσου για μένα στο όνομα του Χριστού». Ο άγιος τότε τον σφράγισε με το σχήμα του τιμίου Σταυρού και του είπε: «Και τον Λυαίο θα νικήσεις και υπέρ Χριστού θα μαρτυρήσεις». Ήλθε λοιπόν ο Νέστωρ στο στάδιο, όταν βρισκόταν στο θεωρείο ο Μαξιμιανός, και είπε: «Θεέ του Δημητρίου, βοήθει μοι». Συνεπλάκη λοιπόν με τον βδελυρό Λυαίο, τον οποίο με καίριο πλήγμα στην καρδιά φόνευσε, γεγονός που δημιούργησε ψυχική σύγχυση στον βασιλιά. Αμέσως αυτός διέταξε να κτυπηθεί με λόγχες ο άγιος Δημήτριος, ως αίτιος της σφαγής του Λυαίου, ο δε άγιος Νέστωρ να φονευθεί με το δικό του ξίφος».

Με τον άγιο Νέστορα προεκτείνεται η εορτή του αγίου Δημητρίου. Δημήτριος και Νέστωρ είναι ευνόητο ότι βρίσκονται κάτω από τον ίδιο «παρονομαστή», αφού, πέραν της όποιας άλλης ενδεχομένως πνευματικής σχέσεώς τους, διδασκάλου προς μαθητή για παράδειγμα,   οι τελευταίες τους ώρες λειτούργησαν κατά τρόπο αντανακλαστικό: η ενέργεια του καθενός επηρέαζε άμεσα τον άλλον. Το γεγονός αυτό της κοινής πορείας των δύο αγίων κάνει και τον υμνογράφο να αντιμετωπίζει τον μαθητή Νέστορα κατά παρόμοιο δοξαστικό τρόπο με τον διδάσκαλο Δημήτριο: ως συμβασιλεύοντα δηλαδή με τον Κύριο. «Αφού φόρεσες πορφύρα, που βάφτηκε από τα ιερά σου αίματα, Νέστορα μακάριε, και κατέχεις στο δεξί σου χέρι σαν σκήπτρο τον Σταυρό, συμβασιλεύεις με τον Χριστό».

Από την άλλη, εξίσου τονίζει ο ποιητής και για τον άγιο Νέστορα  ό,τι αποτελούσε κριτήριο αγιότητος για τον άγιο Δημήτριο, όπως και για κάθε άλλον άγιο: τη μόνιμη επιλογή του θελήματος του Θεού, έστω κι αν απειλείτο και η ίδια η ζωή του: «Ω,  θεοφιλής ψυχή, που δεν υπολόγισες καθόλου τον πρόσκαιρο θάνατο, εξέλεξες όμως να ζεις σύμφωνα με το θέλημα του Κυρίου»! Και βεβαίως, πίσω και από αυτό, υπήρχε η μεγάλη αγάπη προς τον Κύριο του αγίου Νέστορα, απόρροια της θέρμης της στοργής Εκείνου προς τον ίδιο: «Μπήκες μέσα στο στάδιο, ενισχυόμενος από τη θέρμη της αγάπης του Χριστού». Όπως όλοι γνωρίζουμε, όπου υπάρχει η θερμή αγάπη προς τον Χριστό, εκεί υπερβαίνεται ακόμη και ο φόβος του θανάτου.

Δεν είναι δυνατόν όμως ο υμνογράφος να μην επικεντρώσει την προσοχή του στο γεγονός που κατέστησε γνωστό και άγιο τον Νέστορα: την πάλη του με τον Λυαίο και τη νίκη του επ’  αυτού. Τι κάνει όμως; Μας ανοίγει τα πνευματικά μάτια, προκειμένου, μαζί με την αισθητή αυτή νίκη, να δούμε και την παράλληλη πνευματική νίκη του κατά του πονηρού διαβόλου. Κι είναι λογικό: δεν θα μπορούσε να υπερβεί το τεράστιο «τείχος», τον Λυαίο, ο Νέστορας, αν δεν είχε το πνευματικό σθένος από τις νίκες του κατά του Πονηρού: «Συνεπλάκης αισθητά με τον Λυαίο και τον εξολόθρευσες. Και με τις αόρατες λαβές της πάλης υπέταξες και θανάτωσες τον αόρατο Βελίαρ, τον διάβολο».

Με ποιες δυνάμεις όμως κατόρθωσε να καταγάγει τη διπλή αυτή νίκη; Ο υμνογράφος είναι σαφέστατος: Πρώτον, με τη συμμαχία του Χριστού – «την του Θεού αοράτως συμμαχίαν εκέκτησο» - καθώς ήταν ντυμένος την πανοπλία Εκείνου. «Νέστορ αθλητά μακάριε, την πανοπλίαν Χριστού σεαυτώ περιθέμενος». Και δεύτερον, με την ενίσχυση του διδασκάλου και καθοδηγητή του αγίου Δημητρίου, κυρίως μέσω των ενισχυτικών θείων λόγων του και προφανώς των με παρρησία προς τον Θεό υπέρ αυτού προσευχών του. «Λόγοις ενθέοις νευρούμενος, Νέστορ σοφέ αληθώς, Δημητρίου του μάρτυρος». Όπου ο άνθρωπος έχει τον Χριστό παρόντα στη ζωή του και τον πιστό συνάνθρωπο ενισχυτή του, εκεί φανερώνεται η παντοδυναμία του Θεού. Πίστη στον Χριστό, ενότητα πίστεως: τα ανίκητα όπλα των Χριστιανών.

26 Οκτωβρίου 2023

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Ο ΜΥΡΟΒΛΗΤΗΣ

«Ο άγιος Δημήτριος έζησε επί των βασιλέων Διοκλητιανού και Μαξιμιανού. Καταγόταν από την πόλη της Θεσσαλονίκης, ήταν ευσεβής χριστιανός ήδη από τους γονείς του και διδάσκαλος της πίστεως στον Χριστό. Όταν ήλθε ο Μαξιμιανός στη Θεσσαλονίκη, συνελήφθη ο άγιος ως πολύ γνωστός για την ευσέβειά του χριστιανός. Ο βασιλιάς υπερηφανευόταν  για κάποιον άνδρα του, Λυαίο στο όνομα, ο οποίος ήταν τεράστιος στο σώμα και με φοβερή δύναμη,  και παρακινούσε όλους τους κατοίκους της χώρας να βγουν και να τον αντιμετωπίσουν σε μάχη. Κάποιος νεαρός, Χριστιανός στην πίστη, ονόματι Νέστωρ, προσήλθε στον άγιο Δημήτριο, που ήταν φυλακισμένος, και του είπε: Δούλε του Θεού, θέλω να παλέψω με τον Λυαίο∙ προσευχήσου για μένα. Αυτός δε, αφού σφράγισε με το σημείο του Σταυρού το μέτωπο του Νέστορα, του λέγει: «Και τον Λυαίο θα νικήσεις και υπέρ του Χριστού θα μαρτυρήσεις». Πήρε θάρρος ο Νέστωρ από τα λόγια αυτά και αντιμετώπισε τον Λυαίο, με αποτέλεσμα να τον σκοτώσει, ταπεινώνοντας την αλαζονεία του. Για τον λόγο αυτό ο βασιλιάς ντροπιάστηκε, κι όταν ερεύνησε και έμαθε ότι αίτιος της σφαγής του Λυαίου ήταν ο Δημήτριος, διέταξε να πάνε πρώτα  στρατιώτες στη φυλακή του και με λόγχες να του κατατρυπήσουν την πλευρά. Μόλις έγινε αυτό, αμέσως ο άγιος άφησε την ψυχή του, ενώ από τότε άρχισε να κάνει πολλά και παράδοξα θαύματα και ιάσεις. Έπειτα, με τη διαταγή του βασιλιά πάλι, έκοψαν την κεφαλή του αγίου Νέστορα». 

Απορία, έκπληξη, θάμβος, δοξολογία, πλησμονή θείου έρωτα! Οι πρώτες εντυπώσεις που αποκομίζει κανείς ερχόμενος σ’  επαφή με τους ύμνους της Εκκλησίας μας για τον μεγαλομάρτυρα, μυροβλήτη, θαυματουργό άγιο Δημήτριο. Είναι τόσος ο πνευματικός πλούτος του αγίου, ώστε δεν άρκεσε ο υμνογράφος Θεοφάνης με τον κανόνα του, για να υμνολογήσει την όλη βιοτή του Δημητρίου,  αλλά επιστρατεύτηκε και ο άγιος Φιλόθεος, πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος  και με δεύτερο κανόνα επικεντρώνει κυρίως την προσοχή μας στη μυροβολία του αγίου.  «Ο δεύτερος κανών, υπόθεσιν έχων εγκωμίων ομού και δεήσεως το ιερόν αυτού μύρον», κατά το διευκρινιστικό σημείωμα του κανόνα αυτού. Μπρος λοιπόν στη θαυμαστή προσωπικότητα του αγίου Δημητρίου, η Εκκλησία μας διά των υμνογράφων νιώθει την ανεπάρκεια επακριβούς εξυμνήσεως των αγώνων και των τιμών που απολαμβάνει ο άγιος εν ουρανοίς. «Ο νους και ο ανθρώπινος λόγος δεν εξαρκούν, Μάρτυς, για να διηγηθούν τις υπερφυσικές τιμές και δόξες, τις οποίες έχεις λάβει».

Και δικαίως. Πώς να εξυμνηθεί σωστά και με ακρίβεια, εκείνος που συμβασιλεύει πια με τον Κύριο του παντός; «Ντυμένος το πορφυρό ρούχο του βασιλιά, λόγω των μαρτυρικών αιμάτων του, κρατώντας στα χέρια αντί σκήπτρου τον σταυρό, συμβασιλεύει πράγματι με τον Χριστό».  Ποιο εγκώμιο μπορεί να είναι υψηλότερο και μεγαλύτερο από αυτό; Κατά συνέπεια, οι ύμνοι τονίζουν ότι η εορτή του αγίου Δημητρίου δεν έχει τοπικό, αλλά παγκόσμιο χαρακτήρα. Κι η παγκοσμιότητα αυτή δεν αναφέρεται στον κόσμο μόνον τούτο, στους πιστούς δηλαδή όλου του κόσμου, αλλά και στους ίδιους τους αγγέλους.  «Στον ουρανό και στη γη σήμερα φάνηκε ως φως αγαλλιάσεως η μνήμη Δημητρίου του Μάρτυρος. Οι άγγελοι τον στεφανώνουν με επαίνους και οι άνθρωποι τον δοξολογούν με άσματα».

Εκεί που ο λυρισμός φθάνει στο απώγειό του είναι με τον κανόνα του αγίου Φιλοθέου, ο οποίος τονίζει, όπως είπαμε, τη μυροβολία του αγίου. Οι εικόνες που επιστρατεύει μας εκπλήσσουν, φανερώνοντας και το μεγαλείο του ίδιου, νηπτικού και ασκητικού Πατέρα κατά τα άλλα, ως σπουδαίου ποιητή. Πώς ερμηνεύει καταρχάς τη μυροβολία του μεγαλομάρτυρα; «Μακάριε Δημήτριε, ο Χριστός σε μάζεψε σαν ώριμο σταφύλι από το θεϊκό αμπέλι. Και σε συνθλίβει στο πατητήρι του Μαρτυρίου. Το γλεύκος, ο χυμός που έρρευσε, το έκανε θεϊκή βρύση του μύρου». Δεν είναι μόνον όμως ο άγιος Φιλόθεος, ο οποίος δοξολογεί τον Κύριο για τη δωρεά του μύρου του αγίου, το οποίο θεραπεύει τις ψυχές και τα σώματα των πιστών. Είναι και άλλος υμνογράφος, ο Γερμανός, ο οποίος και αυτός προβαίνει σε έναν παραλληλισμό σπουδαίας ποιητικής συλλήψεως, προκειμένου να εξηγήσει τη χάρη της μυροβολίας του Δημητρίου και την ενέργεια έτσι των θαυμάτων του: «Αφού λογχεύτηκες στην σεβάσμια και αγνή πλευρά σου,  πανσεβάσμιε Δημήτριε, μιμούμενος τον Κύριο που και Αυτός κρεμάστηκε στον Σταυρό και λογχεύτηκε στην πλευρά για τη σωτηρία όλου του κόσμου, έλαβες την ενέργεια των θαυμάτων, παρέχοντας τις ιάσεις αφθόνως».

Ποια η αιτία όμως της καταπλήσσουσας προσωπικότητας του αγίου Δημητρίου και των θαυμαστών δωρεών που του έδωσε ο Κύριος; Τίποτε περισσότερο από την υπακοή του στο θέλημα του Θεού. Η προτεραιότητα του αγίου Δημητρίου σε όλη τη διάρκεια της ζωής του και κατά το μαρτύριό του ήταν να ευαρεστεί τον Κύριο, φανερώνοντας έτσι ότι υπεράνω όλων λειτουργούσε γι’  αυτόν η αγάπη Εκείνου, έστω και με θυσία της ζωής του. Θέλοντας να ευαρεστείς τον Βασιλέα των αιώνων Χριστό, απομακρύνθηκες από κάθε θέλημα του άνομου βασιλιά, ένδοξε, και δεν θυσίασες στα είδωλα. Γι’  αυτό προσέφερες τον εαυτό σου ως θύμα στον Υιό και Λόγο του Θεού, που θυσιάστηκε  για εμάς, με την άθλησή σου την ακλόνητη». Κι όπως είπαμε: εκείνο που κινούσε τον άγιο Δημήτριο στο να επιλέγει πάντοτε το θέλημα του Θεού, ήταν η σφοδρή σαν φωτιά αγάπη του στον Κύριο: «τω θείω πόθω τον νουν πυρπολούμενος». «Πυρ πόθου θεϊκού εν καρδία δεξάμενος».

Είναι τόσο καίριας σημασίας τούτο, ώστε ο υμνογράφος άγιος Φιλόθεος, προκειμένου να αποδώσει αυτήν την αγάπη του Δημητρίου, δανείζεται εικόνες και σχήματα από το περίφημο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, το «Άσμα Ασμάτων». Όπως δηλαδή εκεί, η νύμφη ψυχή, πυρπολουμένη από αγάπη προς τον Νυμφίο Χριστό, Τον κυνηγά και εκφράζει με ερωτικούς στεναγμούς την αγάπη της, όπως και το αντίστροφο, κατά τον ίδιο τρόπο και εδώ με τον άγιο: διαμείβεται διάλογος αυτού με τον Χριστό, που φανερώνει τον βαθύ έρωτα του αγίου προς Εκείνον, όπως και Εκείνου προς τον άγιο:  «Πού μένεις, νυμφίε μου; Πού έφτιαξες τη σκηνή σου; Φώναζε στον Χριστό ο στεφανωμένος μάρτυρας». «Σήκω, έλα κοντά μου, λέει ο νυμφίος Χριστός, στην ψυχή του Δημητρίου. Ας μπούμε στο σπίτι του μύρου, και ας μεταλάβουμε την οσμή του μύρου μου». «Εγώ λέει ο αγαπώμενος, εγώ, Νυμφίε, τρέχω πίσω σου. Διότι η οσμή των μύρων σου είναι μεγαλύτερη από όλα τα μύρα. Κι αυτή η οσμή σου έκανε το αίμα μου μύρο».

Ένα πια απομένει: να παρακαλέσουμε τον άγιο μεγαλομάρτυρα να μας επισκεφθεί με συμπάθεια. Και να μας βοηθήσει, πρεσβεύοντας στον Κύριο, ώστε να σωθούμε από όλα τα δεινά που περνάμε ως άνθρωποι και έθνος, από τις απειλές των συγχρόνων τυράννων, όπως και από κάθε απειλή αιρετικών. «Έλα, μάρτυς του Χριστού, σε μας, που έχουμε ανάγκη από τη συμπαθή επίσκεψή σου. Και σώσε μας, που πληγωνόμαστε από τις απειλές των τυράννων και από τη φοβερή μανία της αιρέσεως.

25 Οκτωβρίου 2023

ΓΙΑ ΝΑ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΕΡΜΗΝΕΥΕΙΣ ΣΩΣΤΑ ΕΙΤΕ ΨΑΛΤΗΣ ΕΙΣΑΙ ΕΙΤΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΗΣ!

 



"ΜΕ ΓΕΛΑΣΑΝ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ.."  (Χρόνης Αηδονίδης)



ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ, ΔΑΣΚΑΛΕ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΧΡΟΝΗ ΑΗΔΟΝΙΔΗ

Αρχιμανδρίτης Ειρηναίος Νάκος
Γενικός Διευθυντής του Ιδρύματος Μουσικής 
της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών


Ένας μεγάλος άνθρωπος της παραδοσιακής μουσικής ανεχώρησε πλέον για τα ουράνια, ο αείμνηστος Χρόνης Αηδονίδης αφιέρωσε όλη του τη ζωή στην παράδοση, μια ζωή γεμάτη επιτυχίες, συναντήσεις με πρόσωπα σε γιορτές πανηγύρια και συναυλίες αηδονίζοντας με την υπέροχη βελούδινη φωνή του τους μουσικούς τρόπους και μουσικές ιδιομορφίες ανά την Ελλάδα με αποκορύφωμα την υπέροχη Θράκη τόπο καταγωγής του.

Τόσο σπουδαία ήταν η παρουσία και το έργο του που αναγνωρίστηκε από όλους τους σύγχρονους μουσικούς με αποκορύφωμα την ιστορική συνεργασία του με τον Γιώργο Νταλάρα.

Όπως χαρακτηριστικά ο ίδιος έλεγε η μουσική δεν είναι μουσειακό είδος αλλά είναι μία ζωντανή πραγματικότητα η οποία ρέει στο αίμα των ελλήνων σε όλο τον κόσμο γι' αυτό άλλωστε όταν ακούγεται η παραδοσιακή μας μουσική ακόμα και ένας που δεν έχει καμία σχέση με αυτό το είδος της μουσικής σκιρτά και αγαλλιάζει.

Πηγή: romfea.gr

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΜΑΡΚΙΑΝΟΣ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΙΟΣ

«Οι άγιοι Μαρκιανός και Μαρτύριος έζησαν, όταν πατριάρχης της Κωνσταντινουπόλεως ήταν  ο άγιος Παύλος ο ομολογητής, μετά την κοίμηση του αγίου Αλεξάνδρου, επί της βασιλείας Κωνσταντίνου του αρειανόφρονος. Ο  άγιος πατριάρχης εξορίστηκε στην Αρμενία και δέχτηκε το μακάριο τέλος από τους Αρειανούς που τον έπνιξαν. Τότε λοιπόν και οι άγιοι Μαρκιανός και Μαρτύριος σκοτώθηκαν με μαχαίρι, λόγω της ορθοδόξου πίστεώς τους, και ετάφησαν στη Μελανδησία πύλη, τοποθεσία του Δευτέρου,  μέσα στην Κωνσταντινούπολη. Τον ναό αυτών των αγίων αργότερα ο άγιος Πατήρ ημών Ιωάννης ο Χρυσόστομος ανήγειρε εκ βάθρων».  

Οι άγιοι Μαρκιανός και Μαρτύριος υπήρξαν μαθητές και ακόλουθοι του διδασκάλου τους, ισαποστόλου και ομολογητού, πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως αγίου Παύλου, διδασκάλου όχι μόνον βεβαίως των σήμερα εορταζομένων αγίων, αλλά και της καθολικής Εκκλησίας του Χριστού, διότι αγωνίσθηκε μέχρι θανάτου υπέρ των αληθών δογμάτων της Εκκλησίας, αντιτασσόμενος κατά του αιρεσιάρχη Αρείου, ο οποίος αλλοίωνε την πίστη της αγίας Τριάδος, υποβιβάζοντας τον Κύριο Ιησού Χριστό στο επίπεδο της κτιστότητας.  Οι άγιοι λοιπόν υπεραμύνθηκαν και αυτοί της ορθοδόξου πίστεως, ακολουθώντας επακριβώς τα ίχνη του διδασκάλου τους, που σημαίνει ότι ο αγώνας τους για την ορθοδοξία δεν ήταν μόνον στα λόγια, αλλά πρώτιστα στα έργα και τη ζωή τους. Διότι για την Εκκλησία μας, όπως βεβαίως διατρανώθηκε τούτο και με τον άγιο ομολογητή Παύλο και με τους αγίους μας σήμερα, η ορθόδοξη πίστη δεν εξαντλείται στο επίπεδο των λόγων, αλλά αγκαλιάζει ολόκληρη τη ζωή, δηλαδή η ορθοδοξία είναι αληθινή ορθοδοξία στον βαθμό που είναι και ορθοπραξία, επιβεβαιούμενη πολλές φορές και με το μαρτύριο του αίματος. Κατά τον σοφό και άγιο υμνογράφο  «Με μαρτύριο ολοκληρώσατε τον αγώνα σας, Μάρτυρες Κυρίου, αφού δυναμώσατε την ορθοδοξία με ρωμαλέα διάνοια και τέλειο φρόνημα»∙ «Φανήκατε, Μάρτυρες, οπαδοί των σοφοτάτων δογμάτων του θείου ιερουργού Παύλου, του οποίου τους τρόπους ζωής αφού μιμηθήκατε, αθλήσατε με υπομονή και δύναμη».

Ο υμνογράφος, ως στόμα της Εκκλησίας εν προκειμένω, διαπιστώνει το αυτονόητο για την ορθόδοξη πίστη: συνιστά αυτή το φως και το κάλλος του κόσμου. «Στόλισαν οι άγιοι τον κόσμο με το φως της ορθοδοξίας», «γιατί έλαμπαν από την ορθοδοξία με το άγιον Πνεύμα», εν αντιθέσει προς την αίρεση, που είναι η σκοτεινιά, ο σκοτασμός του ανθρώπου, όπως και η διαίρεση και η σύγχυσή του: «Ξεφύγατε εντελώς από τη σκοτεινιά του Αρείου»˙ «κατέστρεψαν οι άγιοι τη διαίρεση του Αρείου και του Νεστορίου, καθώς απομακρύνθηκαν από τη σύγχυση του Σαβέλλιου και του Σεβήρου». Είναι αυτό που έλεγε και ο όσιος  Παΐσιος ο αγιορείτης μεταξύ άλλων, ότι «η ορθοδοξία είναι άρωμα, που όσο κανείς εγκύπτει σ’ αυτήν, τόσο και δυναμώνει το άρωμά της, ενώ η αίρεση είναι η βρομιά, που όσο κανείς τη σκαλίζει, τόσο και αναδύεται περισσότερο η δυσοσμία της». Αιτία για το ύψος αυτό της ορθοδοξίας είναι το γεγονός ότι αυτή αποτελεί την αλήθεια: κρατά και ζει ανόθευτο τον αποκαλυφθέντα Κύριο, ευρισκόμενη μέσα στην παρουσία του αγίου Πνεύματος. Συνεπώς, η εμμονή στην ορθόδοξη πίστη και ζωή οδηγεί στη ζωή εν Θεώ και Χριστώ, ενώ η απομάκρυνση από την ορθοδοξία οδηγεί τον άνθρωπο στην απώλεια και στα θανατερά δίχτυα του πονηρού διαβόλου.

Θυμάται κανείς στο σημείο αυτό και το περιστατικό που καταγράφεται στο Γεροντικό με τον όσιο αββά Αγάθωνα: «Πειράζοντάς» τον ορισμένοι συνασκητές του, τον έβριζαν με τα χειρότερα λόγια: ότι είναι πόρνος, μοιχός, εγωιστής, γαστρίμαργος, κενόδοξος κλπ. Σε όλες τις «κατηγορίες» ο όσιος δεν αντιδρούσε, αλλά με ταπείνωση τις αποδεχόταν. Εκεί όμως που αντέδρασε με απότομο τρόπο ήταν όταν τον κατηγόρησαν ως αιρετικό. Κι όταν έπειτα, χαμογελώντας, τον ρώτησαν γιατί αντέδρασε μόνο στο τελευταίο είπε: Οι άλλες κατηγορίες μού κάνουν καλό, γιατί με ταπεινώνουν. Η κατηγορία όμως για αίρεση με απομακρύνει από τον ίδιο τον Θεό.

24 Οκτωβρίου 2023

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ: "ΜΗ ΔΙΩΞΟΥΜΕ ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΡΔΙΕΣ ΜΑΣ"

 

Μητροπολίτης Πειραιώς: “Μην διώξουμε και εμείς τον Χριστό από τις καρδιές μας” – Επιμνημόσυνη Δέηση για τον Νικηταρά.

Στον Ιερό Ναό Ευαγγελιστρίας Πειραιώς Ιερούργησε σήμερα Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2023 ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.Σεραφείμ, ο οποίος τέλεσε και επιμνημόσυνη δέηση στον Νικήτα Σταματελόπουλο με αφορμή τη συμπλήρωση 174 ετών από τον θάνατο του ήρωα Νικηταρά του Τουρκοφάγου.

Κατά την διάρκεια του κηρύγματός του ο Σεβασμιώτατος αναφερόμενος στην σημερινή Ευαγγελική περικοπή επεσήμανε πως σε αυτήν «αποτυπώνεται με μοναδικό τρόπο όλη η ανθρώπινη αστοχία, όλη η ανθρώπινη περιπέτεια και καταδεικνύεται η αιτία του πανανθρωπίνου δράματος και της πανανθρώπινης αποτυχίας. Ταυτόχρονα», πρόσθεσε, «μας υποβάλλεται ένα μεγάλο, κεφαλαιώδες υπαρξιακό ερώτημα: Θέλουμε να συνεχίσουμε στο ίδιο μοτίβο τη ζωή μας; Μας αρέσει να βλέπουμε αυτή την παγκόσμια αναταραχή, την παγκόσμια τραγωδία, την αιματοχυσία, τον θάνατο, τον φόνο με τις μύριες εκφάνσεις του;».

Κάνοντας λόγο για τον δαιμονοκατεχόμενο πολίτη των Γαδαρηνών και σημειώνοντας πως ήταν «ένα πρόσωπο απρόσωπο, ένας άνθρωπος χωρίς αυτεξουσία βούληση», «φόβος και τρόμος της περιοχής», υπογράμμισε: Σε αυτήν την προσωπικότητα έρχεται ο Χριστός, την αιχμάλωτη, για να την απελευθερώσει και μέσω αυτής να απελευθερώσει όλο το ανθρώπινο γένος, γιατί για αυτόν ακριβώς το λόγο ήρθε στη ζωή αυτή: για να μας λυτρώσει από τα έργα του σκότους και από τον άρχοντα των έργων του σκότους, το διάβολο και να μας απαλλάξει από τη δουλεία στο θάνατο, που εκείνος εισήγαγε μέσα στην ωραία δημιουργία του Παναγίου Θεού».

Ο Κύριος «αρχίζει έναν ιερό διάλογο με τα δαιμόνια τα οποία ευρίσκονται εντός του προσώπου αυτού. Ένα διάλογο λυτρωτικό, όχι τιμωρητικό, αλλά βαθύτατα στοργικό, για να καταδείξει ακριβώς την ευθύνη μας, αλλά ταυτόχρονα και τη δυνατότητά μας, να ενστερνιστούμε την παμφαεστάτη αγάπη του Κυρίου μας, για να λυτρωθούμε από τον άρχοντα του σκότους και τα πονηρά του έργα», τόνισε στην συνέχεια ο Σεβασμιώτατος.

Μιλώντας για το θαύμα που τέλεσε ο Κύριος στον δαιμονισμένο αυτό άνδρα υπογράμμισε πως «μπροστά στο θαύμα δεν συγκινήθηκαν, δεν συγκλονίστηκαν, δεν συναρπάστηκαν, δεν έμειναν ενεοί, δεν δόξασαν τον Θεό που ένας συντοπίτης τους, ένας συγγενής τους, ένας δικός τους άνθρωπος, επιτέλους απελευθερώθηκε, αλλά ταυτόχρονα και η πόλη τους, η περιοχή τους σώθηκε από την καταδυναστεία των δαιμόνων, από το φόβητρο και τον τρόμο της κατοχής του ανθρώπου εκείνου», αλλά, όπως επεσήμανε στην συνέχεια, «Του ζήτησαν να φύγει μακριά τους, πέρα από την πόλη τους και πέρα από τις καρδιές τους. Αυτό Του ζήτησαν. Δεν Του ζήτησαν να μείνει, να θεραπεύσει, να αγιάσει, να σώσει, αλλά να φύγει μακριά, πέρα από αυτούς».

«Εδώ ακριβώς βρίσκεται η αιτία της κακοδαιμονίας της ανθρώπινης οικογένειάς μας. Εδώ ακριβώς βρίσκεται η αιτία του πόνου μας, των δακρύων μας και της σπονδής αίματος, που τόσο φρικωδώς εκχέουμε πάνω στη μαρτυρική και φλεγομένη μας γη», υπογράμμισε και εξηγώντας το γιατί οι Γαδαρηνοί, «οι οποίοι είχαν υποκύψει στον πειρασμό του κέρδους και της καταπατήσεως του νόμου του Θεού» εκδίωξαν τον Κύριο, πρόσθεσε: «Οι Γαδαρηνοί, μπροστά στα διαφυγόντα κέρδη, μπροστά στην απειλή ότι ο Χριστός, εάν μείνει στον τόπο τους, θα τους υποχρεώσει με τον λόγο Του και τα θαύματά Του να τηρήσουν τον θείο νόμο, προτίμησαν να Τον διώξουν μακριά τους». «Αυτή είναι η αιτία που διώχνουμε τον Κύριο έξω από την κοινωνία μας και έξω από τη ζωή μας, νομοθετούντες αθέσμος ό,τι πιο φρικώδες, ό,τι πιο τραγικό, ό,τι πιο βαθιά αντιανθρώπινο μπορεί να συλλάβει ο δαιμονιώδης νους μας. Μας ελέγχει ο θείος νόμος, μας ελέγχει η Ζωή που έγινε άνθρωπος. Δεν θέλουμε να εγκαταλείψουμε τα γαιώδη και κατάστικτα πάθη μας. Δεν θέλουμε να παύσουμε να ακούμε της δολίας φωνής του δαίμονα που έρχεται και κνήθει τα αυτιά μας, λέγοντάς μας ότι μπορούμε να ζήσουμε αθάνατοι μέσα από το θάνατο που μας προσκομίζει καθημερινά. Για αυτό και νομοθετούμε αθέσμος στα κοινοβούλια μας». «Να γιατί ζητούμε από τον Θεό να φύγει μακριά μας. Για να μην ελέγξει την κακότροπη ζωή μας. Τα πάθη μας και τις μικρότητές μας». Με την αμαρτία «η ανθρωπότητα, συνεχίζει στα βήματα των Γαδαρηνών: Να αρνείται τον Θεό και την αλήθεια και να μένει εκεί, δεμένη στο μουράγιο της φαύλης ζωής, στην πορνεία, την μοιχεία, την αρσενοκοιτία, την αισχρότητα, τη χοϊκότητά, το έγκλημα με τις μύριες μορφές. Και όχι μόνο να μένει εκεί, αλλά και να αναγάγει αυτά τα γεώδη και κατάστικτα από φοβερό θάνατο πάθη, σε δήθεν έννομα αγαθά και να χειροκροτεί το κακό και το ψεύδος και την ανθρώπινη ευτέλεια και την ανθρώπινη ακρασία. Να γιατί υποφέρουμε», συμπλήρωσε.

Στην συνέχεια ο Σεβασμιώτατος σημείωσε πως «σήμερα εδώ στον Παναγιοσκέπαστο αυτό Ναό της Ευαγγελιστρίας, τιμούμε έναν ήρωα, ένα μάρτυρα της Πατρίδος, έναν άνθρωπο ο οποίος εμφορείτο από το φως του Χριστού που λάμπει και ‘’φαίνει πάσι’’. Τον Νικηταρά μας. Τον Αρχιστράτηγο Νικήτα Σταματελόπουλο. Αυτόν τον αγνό ήρωα της παλιγγενεσίας του Έθνους μας». «Αυτόν τον άνδρα προβάλλουμε σήμερα εδώ στην πόλη την ναύλοχο του Πειραιώς μας, σαν μάρτυρα της αληθείας μας, σαν υποφύτη του πολιτισμού μας, σαν ίνδαλμα που καλούμεθα να μας εμπνέει και να μας οδηγεί».

«Η αιτία του κακού είναι μόνο μία. Η ταύτισή μας με την αμαρτία και το διάβολο», είπε ολοκληρώνοντας το κήρυγμά του ο Σεβασμιώτατος, προτρέποντας όλους να «ξυπνήσουμε από αυτή την τραγική και απαράδεκτη πνευματική υποθερμία. Ας μιμηθούμε τους μάρτυρες και ήρωές μας, τους Αγίους μας. Ας κοιτάξουμε αυτό το λεβέντη του Γένους, τον Νικηταρά, τον Τουρκοφάγο και ας πάρουμε έμπνευση από το δικό του μήνυμα ζωής, που χαρίζει σε κάθε άνθρωπο καλής θελήσεως. Μην διώξουμε και εμείς τον Χριστό από τις καρδιές μας. Εύχομαι σε όλους το σημερινό μήνυμα ζωής του Ευαγγελίου, να συγκλονίσει τη ζωή μας και να εμπνεύσει την πορεία μας».

Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.Σεραφείμ τέλεσε επιμνημόσυνη δέηση στην προτομή του ήρωα Νικήτα Σταματελόπουλου η οποία βρίσκεται στον περίβολο του Γηροκομείου Πειραιώς, εκεί όπου ο ήρωας Νικηταράς ο Τουρκοφάγος επαιτούσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του.

Η δέηση για τον ήρωα του 1821 τελέστηκε με πρωτοβουλία της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, της Αδελφότητας Τουρκολεκαίων ο «Νικηταράς» και τη συμμετοχή του Πολιτιστικού Συλλόγου η «Ενότητα».

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΑΡΕΘΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝ ΑΥΤΩ

«Ο άγιος Αρέθας ήταν ο πρώτος της πόλεως Νεγράς στην Αιθιοπία, επί της βασιλείας του Ιουστίνου, όταν βασίλευαν στην μεν Αιθιοπία ο χριστιανικότατος Ελεσβαάν, στους δε Ομηρίτες κάποιος Εβραίος ονόματι Δουναάν. Η χώρα αυτή από μεν την Αγία Γραφή λέγεται Σαβά, από δε τους Έλληνες Ευδαίμων Αραβία. Ο Ελεσβαάν υπέταξε τον Εβραίο και έβαλε φρουρές στην πόλη του. Επαναστάτησε όμως ο Εβραίος και σκότωσε τους φύλακες, ενώ επιτέθηκε στην πόλη Νεγρά, την οποία πολιόρκησε και υπέταξε, όχι με στρατιωτική δύναμη, αλλά με επιορκίες, με αποτέλεσμα να σκοτώσει όλους τους χριστιανούς κατοίκους της, άνδρες και γυναίκες. Τότε ήταν που ο άγιος Αρέθας αντιστάθηκε με γενναιότητα, αφού προηγουμένως στήριξε όλους στην πίστη  του Χριστού, μολονότι είχε φθάσει στο έσχατο γήρας, ώστε να μη μπορεί ούτε να περπατήσει. Τόση ήταν η σωματική αδυναμία του, ώστε όταν παραδόθηκε για να του κόψουν την κεφαλή, με χαρά οδηγήθηκε στο μαρτύριο βασταζόμενος. Κι αφού του απέκοψαν την κεφαλή, παρέδωσε το πνεύμα στον Κύριο».

Προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι εκείνος ο οποίος ηγείτο στην αντίσταση κατά των Ομηριτών του Εβραίου Δουναάν  ήταν όχι ένας νέος άνδρας, που τη γενναιότητα την έχει ως φυσικό του ιδίωμα, αλλά ένας σεβάσμιος γέροντας, ο οποίος μάλιστα αδυνατούσε και να περπατήσει. «Φυσιολογικά», ο γέρων Αρέθας θα έπρεπε να είναι ο μαζεμένος και ανασφαλής, δεδομένου ότι συνήθως οι προχωρημένοι  στην ηλικία είναι περισσότερο δειλοί, λόγω της αδυναμίας που φέρνει ακριβώς η ηλικία τους. Και όμως! Δεν ήταν η ηλικία στον άγιο Αρέθα το πρόβλημα, διότι το φρόνημά του ήταν νεανικό. Κι αιτία γι’  αυτό το «παράδοξο» ήταν η αγιοπνευματική ζωή του. Ο άγιος Αρέθας διακατεχόταν από την παρουσία του Θεού, ο Οποίος τον ενίσχυε και του έδινε  την εκπλήσσουσα τόλμη του, ώστε και αλείπτης να παρουσιάζεται, δηλαδή ενισχυτής και εμψυχωτής της πίστεως των άλλων, και με χαρά να οδεύει προς το μαρτύριο. Ο υμνογράφος της ακολουθίας του επισημαίνει και τα δύο παραπάνω στοιχεία: και το αξιοσέβαστο δηλαδή της γεροντικής ηλικίας του, αλλά και το τολμηρό του χαρακτήρα του. «Εν τη του πνεύματος τόλμη υπέρ Χριστού μαρτυρήσαι ηγωνίσασθε», λέει και για τον ίδιο και για τους άλλους ενισχυμένους από αυτόν χριστιανούς∙ «υπό της σης συγκροτουμένη συνέσεως η θεόφρων πόλις σου Πανόλβιε, του πολιά λάμποντος σεμνή, προς τους παρανόμους ανδρείως διηγωνίσατο». (Η με θεϊκό φρόνημα πόλις σου, παμμακάριστε Αρέθα, που συγκροτήθηκε από τη δική σου σύνεση, από εσένα δηλαδή που έλαμπες από το σεμνό γήρας, αγωνίστηκε με ανδρειότητα προς τους παράνομους). Κι είναι τούτο μία αλήθεια που δεν πρέπει να μας διαφεύγει: όταν ο άνθρωπος ζει με τον Θεό, όταν νιώθει με αίσθηση καρδίας ότι είναι μέλος Χριστού και έχει επομένως ενεργούσα μέσα του την παρουσία του αγίου Πνεύματος, τότε ανεξάρτητα από ηλικία γίνεται ένας τολμηρός άνθρωπος, ο οποίος διοχετεύει και σε άλλους την τόλμη αυτή. Ο Θεός πάντοτε κρατάει νέο τον άνθρωπο, γιατί η «καρδιά» κάνει κάποιον νέο ή γέρο. Κι είναι τραγικό να βλέπει κανείς αυτό που επεσήμαινε και ο όσιος Παΐσιος ο αγιορείτης: νέους με «γέρικη» καρδιά, με μαραμένο δηλαδή φρόνημα, που έχουν ήδη παραδώσει τα όπλα, πριν καν ξεκινήσουν τη ζωή τους. Διότι ακριβώς έχουν διαγράψει τον Χριστό από την ύπαρξή τους.

Ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας, ξεκινώντας από το γεγονός ότι ο άγιος Αρέθας, όπως και οι άλλοι χριστιανοί της πόλεώς του, σκοτώθηκαν από τους Εβραίους, παραλληλίζει το μαρτύριό τους με ό,τι συνέβη στον Κύριό μας Ιησού Χριστό, ανάγοντας μάλιστα το φονικό μίσος των Εβραίων αυτών στο μίσος που επιδείκνυαν οι πρόγονοί τους απέναντι στον ίδιο τον Θεό, κατά την περίοδο της Παλαιάς Διαθήκης, και μάλιστα στη διαρκή επαναστατικότητα και τον γογγυσμό τους στην πορεία της ερήμου, μετά την έξοδό τους από την Αίγυπτο. «Χριστού τη εκμιμήσει σαυτόν παραδέδωκας, πόθω του μαρτυρίου, τοις ανόμοις Εβραίοις» (Μιμούμενος τον Χριστό, παρέδωσες τον εαυτό σου από πόθο του μαρτυρίου στους άνομους Εβραίους). «Ως γαρ έκπαλαι εν νόμω, τον έξ Αιγύπτου σώσαντα, εν ερήμω παρώργισαν, και τούτον σταυρώ κατεδίκασαν, ούτω νυν και υμίν, έργω τον λόγον παρήλθον». (Όπως από παλιά, τότε που επικρατούσε ο Μωσαϊκός νόμος, παρόργισαν στην έρημο Αυτόν που τους έσωσε από την Αίγυπτο, (δηλαδή τον Χριστό ως Θεό μόνον τότε), και Τον κατεδίκασαν στον Σταυρό, έτσι και τώρα με εσάς: καταπάτησαν τον λόγο του Θεού έμπρακτα).

Δεν μπορεί ο υμνογράφος όμως να μη θέσει το ερώτημα που σκανδαλίζει τη σκέψη πολλών χριστιανών σε όλες τις εποχές: πώς ο Θεός επέτρεψε οι δικοί Του άνθρωποι, αυτοί που ο Ίδιος με τη χάρη Του συγκρότησε σε σώμα Του, να «χαθούν» με άνομο τρόπο; Να σκοτωθούν από τους «λύκους» εχθρούς της πίστεως; Είναι το «αιώνιο» ερώτημα, γιατί ο Θεός επιτρέπει να υφίστανται ένα σωρό δεινά, ακόμη και ατιμωτικό θάνατο, οι δικοί Του δούλοι, οι πιστοί Του; Πού είναι η δικαιοσύνη του Θεού; Γιατί δεν ενεργοποιεί υπέρ αυτών την παντοδυναμία Του; «Κατά μόνας ο πλάσας, θεουργικώ νεύματι, συ τας των ανθρώπων καρδίας, τις της προνοίας σου βάθος δυνήσεται καταλαβείν, όπως ποίμνην, ην, Χριστέ, συνήγαγες, λύκοις παρέδωκας;» (Ποιος θα μπορέσει να καταλάβει το βάθος της πρόνοιάς Σου, Χριστέ, πώς δηλαδή την ποίμνη, την οποία μάζεψες, παρέδωσες στους λύκους, Εσύ που είσαι ο μόνος που έπλασε με ένα θεουργικό νεύμα τις καρδιές των ανθρώπων;) Η απάντηση βεβαίως, όπως καταλαβαίνουμε, δεν δίνεται από τον υμνογράφο στον ύμνο. Καταθέτει απλώς την απορία του, αλλά χωρίς γογγυσμό και αμφισβήτηση. Ανάγει το «αγκάθι» αυτό για τη λογική σκέψη στην Πρόνοια του Θεού. Το εναποθέτει με άλλα λόγια στην απειρία της αγάπης Του, δίνοντας όμως έμμεσα με τους άλλους ύμνους την απάντηση: Επιτρέπει ο Θεός τις δοκιμασίες στους δικούς Του, κατά αναλογία με ό,τι ο Ίδιος υπέστη στον κόσμο, ακόμη και τον Σταυρό, διότι προφανώς αυτό είναι και η σωτηρία τους. Με τις δοκιμασίες και τα βάσανα δηλαδή ο πιστός κερδίζει τον Παράδεισο, την Βασιλεία του Θεού, επομένως το παράδοξο κατανοείται μόνο στο επίπεδο της πίστεως και όχι με τη λογική σκέψη. Άλλωστε, ποιος άλλος δρόμος μάς οδηγεί στη Βασιλεία του Θεού πέρα από τον δρόμο του Σταυρού και του μαρτυρίου; «Δια πολλών θλίψεων δει υμάς εισελθείν εις την Βασιλείαν του Θεού» (ο Κύριος). «Ουδείς ανήλθε ποτέ εις τον Παράδεισον μετά ανέσεως» (αββάς Ισαάκ ο Σύρος).