«Ο όσιος
γεννήθηκε από αγροίκους και χωρικούς γονείς, οπότε και ανατράφηκε χωρίς
ιδιαίτερη παιδεία. Ύστερα εισήλθε σε μοναστήρι κι αφού ντύθηκε το μοναχικό
σχήμα έγινε υπηρέτης των μοναχών. Επειδή καταγινόταν πάντοτε στο μαγειρείο ως
αγροίκος, οι άλλοι μοναχοί τον καταφρονούσαν και τον περιέπαιζαν, όμως ο
μακάριος υπέφερε όλες τις καταφρονήσεις με γενναιότητα καρδιάς και σύνεση και
ησυχία του λογισμού, χωρίς να ταράσσεται καθόλου. Κι αυτό γιατί μολονότι
αγράμματος, ήταν έμπειρος κατά την πνευματική γνώση. Στο μοναστήρι λοιπόν
εκείνο που βρισκόταν, ήταν και ένας φιλόθεος ιερέας, ο οποίος παρακαλούσε
διαρκώς τον Θεό να του φανερώσει τα αγαθά που πρόκειται να απολαύσουν όσοι τον
αγαπούν. Μία νύκτα λοιπόν, την ώρα που κοιμόταν ο ιερέας, φάνηκε στον ύπνο του
ότι βρέθηκε μέσα σε περιβόλι και έβλεπε τα εκεί ευρισκόμενα πανευφρόσυνα αγαθά
με θάμβος και έκσταση. Εκεί όμως είδε και τον μάγειρα του μοναστηριού
Ευφρόσυνο, ο οποίος στεκόταν στο μέσον του περιβολιού και απολάμβανε τα διάφορα
εκείνα αγαθά. Τον πλησίασε τότε κι άρχισε να τον ρωτά ποιο είναι αυτό το
περιβόλι και πώς εκείνος βρέθηκε σ’ αυτό! Ο Ευφρόσυνος του αποκρίθηκε: Εγώ
έχοντας εξουσία για όλα όσα βλέπεις εδώ, χαίρομαι και ευφραίνομαι με τη θεωρία
τους και τη νοερή απόλαυση. Ο ιερέας του είπε: Μπορείς να μου δώσεις κάποιο από
τα αγαθά αυτά; Κι ο Ευφρόσυνος
αποκρίθηκε: Ναι, θα πάρεις από όλα αυτά με τη χάρη του Θεού μου. Τότε ο ιερέας
του έδειξε κάποια μήλα και του ζήτησε να του δώσει από αυτά. Ο Ευφρόσυνος πήρε
μερικά και τα έβαλε στο πανωφόρι του ιερέα λέγοντάς του: να, απόλαυσε τα μήλα
που ζήτησες.
Κάποια
στιγμή κτύπησε το σήμαντρο για να εγερθούν οι Πατέρες για τον όρθρο, οπότε
ξύπνησε και ο ιερέας. Κι ενώ νόμιζε ότι η οπτασία που έβλεπε ήταν όνειρο, καθώς
άπλωσε το χέρι του για το πανωφόρι του, βρήκε πραγματικά τα μήλα. Θαύμασε για
την παράδοξη ευωδία τους κι έμεινε ακίνητος για πολλή ώρα. Κίνησε έπειτα για
την Εκκλησία και βλέποντας εκεί να στέκεται ο Ευφρόσυνος τον τράβηξε παράμερα
και τον όρκισε να του πει πού ήταν εκείνη τη νύκτα. Ο Ευφρόσυνος του είπε:
Συγχώρησέ με, πάτερ, σε κανένα μέρος δεν πήγα κατά τη νύκτα αυτήν, παρά τώρα
ήλθα στην ακολουθία. Κι ο ιερέας είπε: Γι’
αυτό εγώ πρώτα σε έδεσα με όρκους, για να φανούν σε όλους τα μεγαλεία
του Θεού. Και συ δεν πείθεσαι να φανερώσεις την αλήθεια; Τότε ο ταπεινόφρων
Ευφρόσυνος αποκρίθηκε: Εκεί, πάτερ, ήμουνα, όπου είναι τα αγαθά που πρόκειται
να κληρονομήσουν όσοι αγαπούν τον Θεό και που συ προ πολλών ετών ζητούσες να
δεις. Εκεί είδες και εμένα να απολαμβάνω τα αγαθά του περιβολιού. Κι αυτό γιατί
θέλοντας ο Κύριος να δώσει πληροφορία στην αγιοσύνη σου για τα ζητούμενα αγαθά
των δικαίων, ενήργησε τέτοιο μεγάλο θαύμα μέσω από εμένα τον ευτελή. Κι ο
ιερέας είπε: Και τι, πάτερ Ευφρόσυνε, τι μου έδωσες από τα αγαθά του περιβολιού;
Τα ωραία και ευωδέστατα μήλα, αποκρίθηκε ο Ευφρόσυνος, τα οποία τώρα τα έβαλες
στην κλίνη σου. Όμως, πάτερ συγχώρησέ με, γιατί εγώ είμαι σκουλήκι και δεν
είμαι άνθρωπος.
Τότε
ο ιερέας διηγήθηκε σε όλους τους αδελφούς την οπτασία που είδε, η οποία προξένησε
σε όλους θαυμασμό και έκπληξη και ζήλο του καλού και της αρετής. Ο δε μακάριος
Ευφρόσυνος, αποφεύγοντας τη δόξα των ανθρώπων, αναχώρησε κρυφά από το μοναστήρι.
Κι απομακρύνθηκε τόσο πολύ, ώστε να μείνει παντελώς άγνωστος σε όλους. Πολλοί
δε ασθενείς, τρώγοντας από τα μήλα εκείνα που είχε δώσει στον ιερέα,
γιατρεύτηκαν από τις ασθένειές τους» (συναξάρι ακολουθίας οσίου).
Ο όσιος Ευφρόσυνος
αποτελεί ένα επιπλέον θαυμαστό σημείο μέσα στη χορεία των αγίων της Εκκλησίας
μας που επιβεβαιώνει ότι δεν υπάρχει ευκολότερος και ανετότερος δρόμος για την
είσοδο του ανθρώπου στη Βασιλεία του Θεού, ήδη από τη ζωή αυτή, από την
ταπείνωση. Κι αυτό διότι το καθοριστικότερο στοιχείο της ζωής του, απαρχής
μέχρι τέλους, ήταν η υψοποιός αυτή αρετή. Οι αναφορές επ’ αυτού του εκκλησιαστικού ποιητή είναι
πάμπολλες. Ήδη το απολυτίκιό του, εκεί που συμπυκνώνεται η ουσία της αγιότητας
ενός αγίου, αυτό επισημαίνει εξαρχής: «ὁσίως ἐβίωσας ἐν ταπεινώσει πολλῇ». Και
στο δοξαστικό επίσης του εσπερινού: «Οὗτος γάρ ταπεινώσει ἑαυτόν κοσμήσας»,
αυτό ήταν το κόσμημα της ζωής του, η ταπείνωση. Κι είναι αυτονόητο για τη
χριστιανική πίστη ότι όπου υπάρχει η ταπείνωση, εκεί υπάρχει η παρουσία του
Θεού, εκεί υπάρχουν και όλα τα χαρίσματα που δίνει ο Κύριος. Γιατί ακριβώς ο
παντοδύναμος και πανάγαθος Θεός μας αυτά τα δύο μάς απεκάλυψε ως κατεξοχήν
στοιχεία της ζωής Του: την αγάπη και την ταπείνωση. «Ο Θεός αγάπη εστί» και
«μάθετε από εμένα ότι είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά».
Κι αυτό βεβαίως
σημαίνει ότι πάνω στη βάση αυτή κτίζεται η πίστη στον Χριστό και η αγάπη για
Εκείνον και τον συνάνθρωπο, όπως επίσης ότι η ταπείνωση συνυπάρχει με το
κατεξοχήν αποδεικτικό στοιχείο της, την υπακοή. Ταπείνωση, πίστη, αγάπη, υπακοή
– τα ακριβά κοσμήματα κάθε αγίου, ιδίως του σήμερα εορταζομένου οσίου
Ευφροσύνου. Οπότε στο πρόσωπό του ψαύουμε την ενέργεια και τη χάρη του
Τριαδικού Θεού ή αλλιώς μπροστά στον όσιο Ευφρόσυνο βλέπουμε μία άλλη «εν ετέρα
μορφή» παρουσία του Κυρίου Ιησού Χριστού. Κι ασφαλώς για να υπάρχουν οι αρετές
αυτές συνυπάρχουν και όλες οι παράμετροί τους, η υπομονή, η εγκράτεια, το
πένθος, τα δάκρυα – διαβάζοντας τη ζωή του οσίου νιώθουμε ότι περιδιαβαίνουμε
σ’ όλον τον Παράδεισο – με τελική αναφορά τη χαρά και την ευφροσύνη που φέρνει
η παρουσία του Θεού στον άνθρωπο του Θεού.
«Όσιε πάτερ Ευφρόσυνε,
άσκησες την αρετή με επιμέλεια στο μαγειρείο της Μονής κι αγάπησες την
ταπείνωση παραπάνω από το χρυσάφι της γης. Γι’ αυτό και υψώθηκες σε άρρητο ύψος
τελειώσεως» (λιτή). «Χαίρε, όσιε Ευφρόσυνε, που είσαι ο εραστής των αρετών, το
λαμπρό κατοικητήριο της θείας χάρης, το βάθρο της αγάπης προς τον πλησίον, το
λιβάδι της ακτησίας, η στήλη της ταπεινοφροσύνης, το κόσμημα των μοναχών, το
φως του άμεμπτου βίου και ο πολύτιμος θησαυρός της θεάρεστης ασκήσεως» (στιχ.
εσπ.).
Ο τονισμός μάλιστα της
ταπεινώσεως ως της κατεξοχήν αρετής του οσίου Ευφροσύνου συνιστά, κατά τον καλό
υμνογράφο κ. Χ. Μπούσια, ό,τι σημαντικότερο για την εποχή μας. Γιατί; Διότι η
εποχή μας χαρακτηρίζεται θα λέγαμε και για την ανισορροπία αυτή: μέσα σε όλα τα
δεινά και φοβερά που αντιμετωπίζει να προβάλλει ως «πρότυπο» τον οιηματία
άνθρωπο, τον φαντασμένο που νομίζει ότι τα ξέρει και τα κάνει όλα! Μπορεί
δηλαδή ο σύγχρονος άνθρωπος να στέκει «ενεός» κι ανήμπορος μπρος σ’ έναν αόρατο
ιό που έχει φέρει τα πάνω κάτω στη ζωή του, ο ίδιος όμως εξακολουθεί να
υπερηφανεύεται και να αλαζονεύεται! Να, πώς το εκφράζει ο ποιητής: «Σήμερα
έλαμψε ως λαμπρός ήλιος η πανευφρόσυνη μνήμη του πνευματοφόρου Ευφροσύνου, η
οποία διώχνει την ομίχλη της οιήσεως και της υπερηφάνειάς μας» (δόξα εσπ.). Βλέπουμε
τον άγιο Ευφρόσυνο, παραδειγματιζόμαστε και... προσγειωνόμαστε στην
πραγματικότητα της ζωής μας.
Κι ακόμη ο βίος του
θυμίζει δύο πράγματα από τη ζωή του μεγάλου συγχρόνου οσίου Σιλουανού του
Αθωνίτου. Πρώτον, αυτό που έλεγε ο άγιος ευρισκόμενος στη Μονή του αγίου
Παντελεήμονος Αγίου Όρους: σημασία στη ζωή μας δεν έχουν οι τίτλοι και τα
αξιώματα, τα μεγάλα διακονήματα και οι θέσεις. Σημασία έχει το πώς κανείς
διακονεί και στο μικρότερο διακόνημα: να έχει αίσθηση της παρουσίας του Χριστού
ώστε να ζει αναμάρτητα. Η αναμαρτησία δεν είναι το κυρίως ζητούμενο στην κάθε
ώρα και στιγμή της ζωής μας; «Αξίωσέ μας, Κύριε, την ημέρα μας να τη διαβούμε
αναμάρτητα» - ό,τι ζούσε καθημερινά ο όσιος Ευφρόσυνος στο θεωρούμενο ταπεινό
διακόνημά του στο μαγειρείο της Μονής. Και δεύτερον, αυτό που είχε αποκαλύψει ο
ίδιος ο Σιλουανός, όταν υπηρετούσε στην τράπεζα της Μονής τους άλλους μοναχούς.
«Ο Κύριος έδωσε να νιώσω τη μεγάλη χάρη Του, γιατί με τον λογισμό μου έλεγα ότι
υπηρετώ τους αδελφούς του Κυρίου και τον ίδιο τον Κύριο». Κι είναι
συγκλονιστικό να σκεφτεί κανείς ότι μεγάλη χάρη έλαβε ο άγιος Σιλουανός και
όταν είδε τον Κύριο εν πνεύματι μέσα από την εικόνα Του στο μοναστήρι κατά την
ώρα του εσπερινού, αλλά και όταν εκτελούσε το απλούστατο και ταπεινό διακόνημά
του στο κοινό τραπέζι. Και γιατί θυμόμαστε τον άγιο Σιλουανό εν προκειμένω;
Γιατί και ο όσιος Ευφρόσυνος ζούσε τον Παράδεισο με «αισθητό» τρόπο μάλιστα –
το απεκάλυψε ο Κύριος στον φιλόθεο ιερέα της Μονής του - επειδή διακονούσε τους
αδελφούς του με ταπείνωση, χωρίς να οργίζεται για τους εμπαιγμούς που δεχόταν,
με διαρκή προσευχή γι’ αυτούς που τον «πείραζαν». Όσιος Ευφρόσυνος: μία ταπεινή
και μικρή εξωτερικά μορφή∙ ένας γίγαντας του Πνεύματος κι ένα κατοικητήριο του
Θεού με πανίερες θεοπτικές εμπειρίες εσωτερικά.