07 Ιουνίου 2022

Ο… «ΑΝΑΜΑΡΤΗΤΟΣ»!

Ο κύριος που μπήκε στο εξομολογητάρι περίμενε στην αναμονή αρκετή ώρα. Τον είχε δει ο ιερέας μαζί με τους άλλους, όταν ξεκίνησε την εξομολόγηση. Ήταν αρκετά ευπαρουσίαστος και πολύ ευγενικός. Σταυροκοπήθηκε, φίλησε το χέρι του ιερέα, κάθισε στη θέση του εξομολογουμένου.

«Πρώτη φορά εξομολογείσθε;» ρώτησε ο ιερέας. «Δεν σας έχω ξαναδεί».

«Όχι, πάτερ. Εξομολογούμαι κατά καιρούς, αλλά δεν έχω σταθερό εξομολόγο. Όταν πλησιάζουν οι μεγάλες γιορτές, μπαίνω σε κάποιο ναό και όταν βρω πνευματικό εξομολογούμαι. Δεν θέλω να κοινωνώ χωρίς εξομολόγηση».

«Κάνετε πολύ σωστά. Κι αυτό δείχνει ότι μάλλον έχετε συναίσθηση των μυστηρίων της Εκκλησίας μας. Η ιερά εξομολόγηση – το γνωρίζετε - είναι από τα υποχρεωτικά λεγόμενα μυστήρια, μαζί με το βάπτισμα, το χρίσμα και τη θεία κοινωνία, γιατί δυστυχώς μετά το βάπτισμά μας αμαρτάνουμε. Οπότε ο Κύριος μάς το πρόσφερε ως τη μεγαλύτερη δωρεά: να μπορούμε και πάλι να καθαρίζουμε την ψυχή μας και να ξαναζούμε τη χάρη της αναγέννησής μας, όπως τότε που βγήκαμε από την αγία κολυμβήθρα. Αρκεί βεβαίως και η εξομολόγηση να γίνεται με τον σωστό τρόπο».

«Ποιος είναι ο σωστός τρόπος, πάτερ;» είπε ο μεσήλικας.

«Αυτό που δηλώνει και το όνομα του μυστηρίου. Λέμε μυστήριο μετανοίας. Συνεπώς πρέπει κανείς να είναι σε αυτήν την ατμόσφαιρα της επίγνωσης των αμαρτιών του και της πίστης στην αγάπη του Θεού, ώστε να προσέλθει σωστά. Χωρίς τη μετάνοια και την απόφαση για αλλαγή της ζωής του, ώστε να βαδίζει πια όσο γίνεται πάνω στις εντολές του Χριστού μας, η εξομολόγηση καταντά μάλλον ένας τύπος που δεν ξέρω κατά πόσο προσφέρει στον άνθρωπο τη χάρη του Θεού».

«Ναι, πάτερ», έδειχνε να συμφωνεί ο κύριος.

«Θέλω όμως και κάτι ακόμη να σας πω», είπε ο ιερέας, «πριν ξεκινήσετε να εξομολογείσθε. Είπατε ότι δεν έχετε σταθερό πνευματικό. Αυτό πρέπει να σας προβληματίσει λίγο. Χωρίς να είναι θέμα δογματικό, όπως λέμε, για την πίστη μας, δηλαδή ότι χωρίς αυτό δεν είμαστε πιστοί και δεν ζούμε τη σωτηρία μας – εκτός κι αν κανείς δεν έχει σταθερό τόπο που ζει - όμως έχει διαπιστωθεί ότι η αναφορά σε ένα μόνο πνευματικό βοηθάει στην πνευματική μας πορεία, για τον λόγο ότι επέρχεται  γνωριμία πραγματική, ψυχική, μεταξύ του εξομολόγου και του εξομολογουμένου, κι επομένως μπορεί ο πνευματικός και να μας καταλάβει καλύτερα και να μας δώσει τις πιο καλές ίσως συμβουλές για τη σχέση μας με τον Θεό. Και το ερώτημα βεβαίως πάντα είναι «γιατί θέλω να αλλάζω πνευματικό;» Αν, σας είπα, είναι λόγω των μετακινήσεων του ανθρώπου, έχει καλώς. Αν όμως η διαρκής αλλαγή οφείλεται στο γεγονός ότι δεν θέλω να δεθώ με κάποιον συγκεκριμένα, τότε τα πράγματα είναι πιο σύνθετα και μοιάζουν με το φυτό που διαρκώς μεταφυτεύεται. Δηλαδή δεν μπορεί τελικώς να καρποφορήσει. Σκεφθείτε μήπως συμβεί τούτο και σε σας. Η πρότασή μου θα ήταν λοιπόν να αποφασίσετε να πηγαίνετε σε κάποιον πιο σταθερά, πιο συγκεκριμένα. Συγγνώμη που σας τα λέω αυτά, αλλά είμαι υποχρεωμένος να σας τα πω. Κι εγώ έχω σταθερό πνευματικό, που επειδή ακριβώς με ξέρει, δεν χρειάζεται να εξηγώ πολλά πράγματα από τη ζωή μου. Ομολογώ εν μετανοία τις αμαρτίες μου, κάνει κάποια παρατήρηση ίσως ο αδελφός κληρικός, και μου διαβάζει την ευχή».

Ο κύριος δεν μιλούσε. Φαινόταν προβληματισμένος και ο ιερέας αναρωτήθηκε μήπως του τα είπε… μαζεμένα και τον φόβισε. Στράφηκε νοερά στον Κύριο να φωτίσει τον άνθρωπο και να του δώσει πραγματική μετάνοια.

«Τι έχετε να πείτε, λοιπόν; Αντί να μιλήσετε εσείς, σας έπιασα… μονότερμα που λέμε».

«Όχι, πάτερ, καλά κάνατε. Εσείς πρέπει να λέτε αυτά που πρέπει. Λοιπόν – ξερόβηξε – δεν έχω να σας πω πολλά πράγματα. Είμαι άνθρωπος της Εκκλησίας, εκκλησιάζομαι δηλαδή, προσεύχομαι, νηστεύω όσο μπορώ, δίνω ελεημοσύνη εκεί που πρέπει. Δεν βλέπω κάτι να βαραίνει την ψυχή μου».

Κάτι του θύμισε του ιερέα η απαρίθμηση αυτή… «Έχετε κάτι εναντίον κάποιου συνανθρώπου σας;» ρώτησε ο ιερέας χαμηλόφωνα.

«Όχι, πάτερ. Τους αγαπώ όλους. Με όλους τα έχω καλά».

«Μελετάτε κανένα πνευματικό βιβλίο;»

 «Ναι, πάτερ, μολονότι δεν μου μένει και πολύς χρόνος λόγω της εργασίας μου».

«Τους λογισμούς σας τους προσέχετε; Γιατί γνωρίζετε ασφαλώς ότι αμαρτία δεν είναι μόνον οι πονηρές πράξεις, αλλά και οι αμαρτωλοί λογισμοί. Ο ίδιος ο Κύριος για παράδειγμα μας είπε ότι «και μία πονηρή επιθυμία για τον άλλο συνάνθρωπό μας – μίλησε για τη γυναίκα απευθυνόμενος σε άνδρες – αποτελεί μοιχεία». Με τους λογισμούς σας λοιπόν πώς τα πάτε;»

«Μια χαρά, πάτερ. Τους προσέχω όλους. Όλα στην πνευματική μου ζωή είναι τακτοποιημένα».

«Πιο πάνω και από τον όσιο Παΐσιο!», του ’ρθε αυθόρμητα η σκέψη του παπά.  Κατάλαβε ότι υπάρχει κάτι… «προβληματικό» στον κύριο. Να μην έχει καμία αμαρτία, να μην ενοχλείται από κανένα λογισμό και να τα αντιμετωπίζει όλα τόσο θεάρεστα!  «Αγγελικό σύνδρομο» δεν το λένε αυτό;

«Έχετε κάποια  αμαρτία σας να εξομολογηθείτε;»

«Όχι, πάτερ. Αυτά που σας είπα. Κι ευχαριστώ που με ακούσατε και με συμβουλεύσατε».

«Θα σας παρακαλέσω», ένιωσε την ανάγκη να πει ο ιερέας, «να κάνετε προσευχή παρακαλώντας τον Κύριο να σας δίνει αληθινή μετάνοια. Συνηθίστε να λέτε εκτός από το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», και την προσευχή που έλεγε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, «Κύριε, φώτισόν μου το σκότος». Γιατί μετάνοια υπάρχει εκεί που διαπιστώνεται η αμαρτία».

Σηκώθηκε ο παπάς από τη θέση του.

«Αν δεν έχετε κάτι άλλο, να σας διαβάσω τη συγχωρητική ευχή, μολονότι μάλλον είναι… περιττή, αφού δεν έχετε κάτι για να… συγχωρηθείτε».

(Από το βιβλίο των εκδ. "ἀκολουθεῖν", Δι' εμού του αμαρτωλού, Αληθινές ιστορίες με φόντο το πετραχήλι, 2017)

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΘΕΟΔΟΤΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΓΚΥΡΑΣ

«Ο άγιος Θεόδοτος κατηγορήθηκε στον ηγεμόνα Θεότεκνο ότι τα σώματα των αγίων παρθένων που είχαν ριχτεί στη λίμνη, αυτός τα έβγαλε και τα έθαψε, οπότε οδηγήθηκε προς τον ηγεμόνα. Κι όταν με μεγάλο θάρρος ομολόγησε την πίστη του, κτυπήθηκε σκληρά. Έπειτα τον κρέμασαν δύο φορές πάνω σε ξύλο, του ξέσχισαν με σιδερένια νύχια τις πλευρές και τον έκαψαν με λαμπάδες. Έπειτα του σύντριψαν τα σιαγόνια με πέτρες και τέλος του έκοψαν το κεφάλι».

Ο άγιος Θεόδοτος υπήρξε ο αλείπτης, ο καθοδηγητής και ενισχυτής των αγίων παρθένων, προκειμένου να μείνουν μέχρι τέλους σταθερές στην πίστη τους, έστω και με θυσία της ζωής τους. Κι όταν ο ηγεμόνας Θεότεκνος είδε ότι δεν υπάρχει περίπτωση να τις μεταπείσει, έδωσε εντολή να τις ρίξουν στη λίμνη για να πνιγούν. Ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος επισημαίνει την αλειπτική αυτή διάσταση του έργου του αγίου Θεοδότου, έστω κι αν το συναξάρι του στο Μηναίο δεν αναφέρεται σ᾽αυτό. «Ενίσχυσες με τα ιερά σου λόγια τις ιερές γυναίκες για τους μαρτυρικούς αγώνες. Κι αφού νίκησαν τον κακό εχθρό με τα ανδρεία παλαίσματά τους, πήραν τα στεφάνια της αφθαρσίας» (ωδή ς´). Η καθοδηγητική και ενισχυτική παρουσία του αγίου Θεοδότου, το αλειπτικό όπως ονομάζεται έργο του, είναι πάγια και σταθερή συνήθεια στην Εκκλησία μας. Τις περισσότερες δηλαδή φορές πριν από το μαρτύριο κάποιου μάρτυρα έχουμε την ενίσχυσή του από κάποιον άλλον χριστιανό, ο οποίος αναλαμβάνει να τον τονώσει στην πίστη, ώστε να μην υποχωρήσει. Η συνέχεια δε επίσης είναι γνωστή: οι ενισχυόμενοι μένουν σταθεροί, αλλά και ο αλείπτης οδηγείται και αυτός στο μαρτύριο.

Το συναξάρι επικεντρώνει, όπως βλέπουμε, στην ηρωική πράξη του αγίου Θεοδότου να περισυλλέξει τα νεκρά σώματα και να τα θάψει και βεβαίως έπειτα στο φρικτό μαρτύριο που ακολούθησε γι᾽ αυτόν, λόγω ακριβώς της πίστεώς του στον Χριστό. Και χαρακτηρίζουμε ηρωική την πράξη της περισυλλογής, διότι προκαλούσε με τον τρόπο αυτό την οργή του ηγεμόνα και διακινδύνευε και τη δική του τη ζωή. Ο όρος ῾ηρωικός᾽ όμως για έναν χριστιανό είναι καταχρηστικός. Ο χριστιανός δεν κάνει τίποτε άλλο στη ζωή του από το να αγωνίζεται στον δρόμο της υπακοής στο θέλημα του Θεού. Η υπακοή στον Θεό αποτελεί μονόδρομο για τον χριστιανό, συνεπώς δεν πρόκειται για ηρωισμό, όπως κατανοείται στους αρχαίους ´Ελληνες για παράδειγμα ή σε άλλους λαούς. Ο ίδιος ο Κύριος είπε ότι «όταν κάνουμε όλα όσα μας έχει υπαγορεύσει ο νόμος του Θεού, να λέμε ότι είμαστε αχρείοι δούλοι, που επιτελέσαμε ό,τι οφείλαμε να επιτελέσουμε». Αυτό λοιπόν που ήταν δεδομένο για τον άγιο Θεόδοτο: να κάνει αυτό που έπρεπε ως χριστιανός, υμνήθηκε σε αντίστοιχο επίπεδο από τους αρχαίους τραγικούς ποιητές με την περίπτωση της Αντιγόνης. Ο μεγάλος τραγικός ποιητής Σοφοκλής έγραψε την τραγωδία του «Αντιγόνη», ακριβώς έχοντας ως βασικό θέμα την ηρωική πράξη της ηρωίδας του έργου, η οποία παραθεωρώντας την εντολή του βασιλιά της Θήβας Κρέοντα, θάβει τον θεωρούμενο ως προδότη αδελφό της Πολυνείκη, γιατί την υποκινεί η υπακοή της στους θεϊκούς νόμους – να θάβεται ο νεκρός – και η αδελφική της αγάπη. Και ναι μεν ασφαλώς η Αντιγόνη προβάλλεται ως ιερό πρότυπο για την ενέργειά της αυτή, έστω κι αν τελικώς αυτοκτονεί στη φυλακή που κλείστηκε – για τα δεδομένα της προ Χριστού εποχής δεν περιμένει κανείς ίσως κάτι περισσότερο – ο άγιος Θεόδοτος όμως κάνει, όπως είπαμε, το αυτονόητο για έναν χριστιανό: να μείνει σταθερός στην υπακοή στο θέλημα του Θεού.

Και πράγματι. Ο άγιος Ιωσήφ επανειλημμένως τονίζει στην ακολουθία του αγίου ότι ο Θεόδοτος σ᾽αυτό ήταν από τη νεαρή του ηλικία προσανατολισμένος: στο θέλημα του Θεού, λόγω της μεγάλης αγάπης του προς τον Χριστό. «Ανέθεσες τον εαυτό σου στον Θεό, Θεόδοτε, από τη νεαρή σου ηλικία» (ωδή α´). «Υπέμεινες κραυγάζοντας, μάρτυς: Τίποτε δεν θα με χωρίσει διόλου από την αγάπη του Χριστού, ούτε θάνατος ούτε ζωή ούτε κάθε άλλη βάσανος» (στιχηρό εσπερινού). Για τον άγιο υμνογράφο δεν υπάρχει μεγαλύτερη δύναμη στον κόσμο από την εν αγάπη θέληση του ανθρώπου που ενισχύεται όμως από τον ίδιο τον Θεό. Είναι η θέληση που συντρίβει οποιαδήποτε αντίθεη δύναμη, ακόμη και τον ίδιο τον διάβολο, γιατί μένει πάντοτε αδούλωτη η ψυχή.  «Συντρίβει το σώμα με τις πολλές πληγές ο διώκτης, δεν έχει τη δύναμη όμως καθόλου να χαλαρώσει τον τόνο της ψυχής, ο οποίος αποκτά ισχύ από τη θεία στοργή του Σωτήρα Χριστού» (ωδή γ´). «Με την υπομονή σου, μάρτυς σοφέ, υπέμεινες σταθερά τις ορμές των παρανόμων και την κάκωση των βασανιστηρίων και τις πυρακτώσεις, διότι ήσουν περιφραγμένος από τη θεία συμμαχία» (ωδή ε´).

06 Ιουνίου 2022

Ο… «ΥΠΟΨΗΦΙΟΣ» ΚΛΗΡΙΚΟΣ!

«Τον πάτερ θα θέλαμε!», ακούστηκε κάποια φωνή έξω από το γραφείο των ιερέων.

«Μέσα είναι, περάστε», υπέδειξε ο νεωκόρος.

Η πόρτα κτύπησε, άνοιξε.

«Πάτερ, μπορούμε να σας απασχολήσουμε για λίγο;», μίλησε ο μεγαλύτερος.

Ήταν ένας μεσήλικας άνδρας και ένας περίπου τριαντάχρονος. Πατέρας και γιος απ’ ότι είπαν αργότερα.

«Τι θα θέλατε;» είπε ο ιερέας καλόκαρδα. «Σε τι μπορώ να σας φανώ χρήσιμος;» Τους χαμογέλασε.

«Πάτερ, είναι κάτι σοβαρό και θα θέλαμε τη βοήθειά σας», μίλησε και πάλι ο μεγαλύτερος, ο πατέρας. Ήταν εκείνος που τελικά  μονοπώλησε τον λόγο. Ο γιος του ελάχιστα μίλησε, πλην μερικών γνεψιμάτων και μονολεκτικών φράσεων.

«Περί τίνος πρόκειται;»

«Πάτερ, θέλουμε να δώσετε στον γιο μου ένα χαρτί που να το πάμε στον Δεσπότη – έτσι μας είπανε – για να τον κάνει… παπά!» 

Τα ‘χασε λίγο ο ιερέας. Ανέκτησε όμως σύντομα την ψυχραιμία του.

«Δεν σας έχω ξαναδεί στον ναό. Είστε της ενορίας;» είπε κάπως επιφυλακτικά. Η στάση τους και τα πρόσωπά τους δεν του ενέπνεαν και πολλή εμπιστοσύνη. Πολύ περισσότερο δεν φαίνονταν  να μυρίζουν ... λιβάνι!

«Όχι. Ούτε της ενορίας, αλλά ούτε και αυτής της Μητρόπολης. Ερχόμαστε από πιο βορεινά, αλλά εδώ θέλει να ζήσει ο γιος μου, η περιοχή που είστε του αρέσει, οπότε σκεφτήκαμε να έλθουμε σε σας».

«Γιατί θέλετε να γίνετε παπάς;» στράφηκε ο ιερέας στον νέο.

Έσπευσε όμως να απαντήσει και πάλι ο πατέρας.

«Πάτερ, κοντεύει τα τριάντα και δεν έχει κάποια δουλειά. Οπότε σκεφτήκαμε να γίνει παπάς, για να έχει κάτι να κάνει και κάτι να… τρώει».

 Η ειλικρίνεια του πατέρα ήταν αφοπλιστική. Προφανώς όχι από την υπάρχουσα σ’ αυτόν συγκεκριμένη αρετή, αλλά από άγνοια και μάλλον… θράσος.

«Ανεπίγνωστη πορεία. Θεέ μου, βόηθα», ύψωσε νοερά το βλέμμα στον Κύριο ο ιερέας.

«Δεν είναι εύκολα τα πράγματα», άρχισε κάτι να λέει ο παπάς. «Δεν πάει έτσι το… πράμα», είπε να μιλήσει στη γλώσσα τους.

«Έχετε σπουδάσει κάτι;» στράφηκε και πάλι στον νεαρό. «Θεολογία μήπως; Έχετε πάει στην Ανωτέρα; Κάποια εκκλησιαστική σχολή τέλος πάντων;»

«Όχι», απάντησε ο νεαρός – και φάνηκε ότι η ερώτηση ερχόταν από άλλον… κόσμο.

«Τι σχέση έχετε με την Εκκλησία;» επέμεινε ο ιερέας. «Εκκλησιάζεστε τις Κυριακές, τις εορτές; Έχετε πνευματικό; Γιατί αυτά είναι πράγματα που με τον πνευματικό σας πρέπει να τα συζητήσετε».

«Τι πνευματικό, πάτερ;» επανήλθε δριμύτερος ο πατέρας. «Παπάς θέλει να γίνει. Τι δουλειά έχει ο πνευματικός; Κι από Εκκλησία, πάμε. Τα Χριστούγεννα, το Πάσχα. Αλλά τώρα που θα γίνει παπάς, θα πηγαίνει τακτικά. Έτσι δεν είναι;» έπιασε να γελάει, ευχαριστημένος από το… αστείο του!

«Αν δεν είναι ανέκδοτο, μάλλον ζω σε άλλον… πλανήτη!» μουρμούρισε μέσα από τα δόντια του ο παπάς. Είπε να δώσει ένα τέλος στο… ανέκδοτο.

«Δυστυχώς, δεν μπορώ να δώσω εγώ ένα τέτοιο χαρτί, το οποίο μάλιστα δεν υφίσταται. Αλλά και να υφίστατο, τι να βεβαιώσω για κάποιον που τον βλέπω πρώτη φορά, και μάλιστα δεν έχει και κάποια σχέση με την Εκκλησία; Κοιτάξτε: αυτό που ζητάτε είναι πολύ σοβαρό, ίσως το σοβαρότερο στον κόσμο, αφού η ιερωσύνη «τελείται μεν επί της γης, αλλ’ έχει τάξιν επουρανίων πραγμάτων», κατά τον άγιο Χρυσόστομο. Δηλαδή, ο ιερέας κάνει πράγματα εδώ στον κόσμο, αλλά ανήκει στους ουρανούς, όπως και οι άγγελοι. Δεν ξέρω πόσοι ιερείς είναι στην υψηλή αυτή κατάσταση, αλλά τουλάχιστον πρέπει να υπάρχει ένα ελάχιστο ποσοστό, ένα μίνιμουμ προϋποθέσεων, που απ’ ότι φαίνεται δεν πρέπει να το έχει ο γιος σας. Δηλαδή να υπάρχει έστω και κάποια επίγνωση. Και ξέρετε ότι υπάρχουν και τα λεγόμενα κωλύματα της ιερωσύνης. Εμπόδια για να γίνει κανείς ιερέας. Δεν του ζητείται βεβαίως η αναμαρτησία, κάτι ανέφικτο, αλλά απαιτείται να είναι πιστό μέλος της Εκκλησίας, να πιστεύει ορθά στον Κύριο, να εκκλησιάζεται τακτικά, να εξομολογείται, να ζει όσο μπορεί την παρουσία του Κυρίου».

«Είναι παντρεμένος;» ρώτησε τον πατέρα, γιατί έβλεπε ότι μάλλον δεν θα έπαιρνε απάντηση από τον νέο.

«Όχι, αλλά θα παντρευτεί. Συζεί με κάποια κοπέλα - τι κοπέλα δηλαδή, μεγαλοκοπέλα - χωρισμένη με ένα παιδάκι, αλλά θα την πάρει. Αυτό είναι κανονισμένο. Απλώς δουλειά δεν έχει και γι’ αυτό, όπως σας είπα, σκεφτήκαμε να γίνει παπάς».

«Αυτό που λέτε δεν μπορεί να γίνει», απάντησε κοφτά ο ιερέας, «γιατί δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις. Και το κυριότερο: δεν τον συμφέρει τον γιο σας να γίνει. Γιατί είναι σαν να αποφασίζει τον… χαμό του. Και να σας πω: δεν νομίζω ότι θα βρεθεί παπάς, οπουδήποτε στον κόσμο, που θα σας δώσει αυτό που ζητάτε. Και πείτε ότι βρίσκετε τέτοιον παπά. Δεν υπάρχει Δεσπότης που να χειροτονήσει τον γιο σας. Κι αυτό για το καλό του. Δεν παίζουμε με τον Θεό και με την αγία Του Εκκλησία». Είπε ο ιερέας και φάνηκε εξουθενωμένος. Του ήλθε να κλάψει από την άγνοια, από την επιπολαιότητα, από… ένα σωρό πράγματα που έβλεπε μπροστά του.

«Πάτερ, σας παρακαλώ…», άρχισε να κλαψουρίζει λίγο ο αγέρωχος μέχρι τώρα πατέρας. «Βοηθείστε μας. Μία δουλειά ψάχνει για να ζήσει. Θα έχετε και σεις παιδιά και μπορείτε να με καταλάβετε».

«Δεν είναι θέμα ελεημοσύνης η ιερωσύνη, σας είπα, μα δεν το καταλάβατε. Σας παρακαλώ, μην μπαίνετε σε μία τέτοια διαδικασία, που διακυβεύεται το αιώνιο μέλλον σας, και του παιδιού σας και το δικό σας. Το παιδί σας φαίνεται καλό παιδί, γι’ αυτό ας ψάξει να βρει μία δουλειά, ας παντρευτεί την κοπέλα με την οποία συζεί, ας κάνει και δικά του παιδάκια, και όσο μπορεί ας ζει χριστιανικά μέσα στην Εκκλησία. Όπως λένε σ’ αυτές τις περιπτώσεις οι άγιοί μας, «μπορεί να γίνει άγιος, όχι όμως παπάς».

Άστραψε λίγο το μάτι του πατέρα τώρα. Σαν να αγρίεψε. Κάτι πήγε να πει με οργή, αλλά τον έκοψε με αποφασιστικό τρόπο ο ιερέας. Σηκώθηκε όρθιος, άνοιξε την πόρτα και τους ξεπροβόδισε.

«Στην ευχή της Παναγίας να πάτε. Εύχομαι να σας φωτίσει ο Θεός!» Έφυγαν… παρεξηγημένοι. Σαν να άκουσε κάποιες ψιθυριστές βρισιές ο παπάς και από τους δυο.

Γύρισε και κάθισε πάλι στο γραφείο. Ένιωσε το κεφάλι του βαρύ και ασήκωτο. Το κράτησε και με τα δυο του χέρια, κι έμεινε εκεί μέχρι που άκουσε την καμπάνα του εσπερινού να χτυπάει…

(Από το βιβλίο των εκδ. «ἀκολουθεῖν», Δι’ εμού του αμαρτωλού, Αληθινές ιστορίες με φόντο το πετραχήλι, 2017).

ΛΗΞΗ ΣΧΟΛ. ΕΤΟΥΣ 2021-2022 ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΩΝ Ι. Μ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ

«Κάθε παιδί μας είναι και ένα χαμόγελο του Θεού επάνω στη φλεγόμενη γη!»

Με μία εκδήλωση διαφορετική από όσες μέχρι τώρα έχουν παρουσιαστεί γιόρτασαν, την Παρασκευή 3 Ιουνίου, τα παιδιά των Εκπαιδευτηρίων της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς την λήξη της σχολικής Χρονιάς 2021 – 2022, παρουσία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς κ.Σεραφείμ.

Τα παιδιά του Δημοτικού Σχολείου, του Γυμνασίου και του Λυκείου της τοπικής μας Εκκλησίας παρουσίασαν, μέσα από παραδοσιακούς χορούς, θεατρικά σκετς και τραγούδια, ένα μοναδικό πρόγραμμα που είχε έντονα στοιχεία μίας λαϊκής, παραδοσιακής γιορτής, ενώ για πρώτη φορά φέτος συμμετείχαν και παιδιά από το νηπιαγωγείο της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, που αν και θα πραγματοποιήσουν την δική τους ξεχωριστή γιορτή σε λίγες ημέρες, ένωσαν χθες και την δική τους φωνή στέλνοντας ένα μήνυμα ειρήνης στα παιδιά του πολέμου.

Ήδη από την έναρξη τις εκδήλωσης, οι μαθητές και οι μαθήτριες με το δικό τους μοναδικό τρόπο εξέφρασαν την μεγάλη τους χαρά που μετά από τρία χρόνια μπόρεσαν να βρεθούν ξανά στη σκηνή του Βεακείου θεάτρου, καλωσορίζοντας έτσι τους εκατοντάδες θεατές που βρέθηκαν εκεί για να τα καμαρώσουν και να τα χειροκροτήσουν, όταν, πραγματικά, τα παιδιά κατέκλισαν τους χώρους πάνω και κάτω από τη σκηνή.

Πολύτιμη συνοδοιπόρος στην χθεσινή εκδήλωση ήταν η ερμηνεύτρια Βασιλική Καρακώστα, η οποία μαζί με το χορωδιακό εργαστήρι των Εκπαιδευτηρίων μας, ταξίδεψαν τους θεατές του κατάμεστου Βεακείου Θεάτρου, μέσα από ένα πανέμορφο μουσικό πρόγραμμα το οποίο προετοίμασαν με μεγάλη φροντίδα και πολύ ενθουσιασμό.

Οι μαθητές των εκπαιδευτηρίων μας παρουσίασαν, επίσης, με πολύ κέφι και ζωντάνια, όμορφες στιγμές του παλιού καλού Ελληνικού Κινηματογράφου χαρίζοντας σε όλους άφθονο γέλιο και διασκέδαση, ενώ ιδιαίτερο χειροκρότημα έλαβαν οι μαθήτριες της ρυθμικής γυμναστικής με τις εξαιρετικές επιδείξεις τους.

Ξεχωριστή στιγμή, σε αυτή την ξεχωριστή εκδήλωση, ήταν η παρουσία, επί σκηνής, του Μανώλη Κονταρού και του Γεράσιμου Ανδρεάτου. Δύο ερμηνευτών οι οποίοι εκφράζουν με κάθε ευκαιρία την αγάπη και την συμπαράστασή τους στο έργο της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς και κυρίως στο έργο των Εκπαιδευτηρίων μας.

Στο τέλος της εκδήλωσης, κατά τον χαιρετισμό που απηύθυνε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.Σεραφείμ προς όλους τους παρευρισκομένους αρχικά υπενθύμισε το λόγο του Κυρίου μας ο οποίος είπε πως εάν δεν γίνουμε όπως τα παιδιά, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να κατανοήσουμε και να βιώσουμε τι σημαίνει Βασιλεία του Θεού.

Αναφερόμενος στην «πολύ ταραγμένη εποχή που ζούμε», υπογράμμισε πως «μόνον αυτή η εικόνα του Χριστού με το παιδί, που το ύψωσε τόσο πολύ ώστε να αποβαίνει η μοναδική ζώσα εικόνα του αληθινού Θεού στον κόσμο, νομίζω ότι δίδει σε όλους μας μια δύναμη ελπίδας, γιατί κάθε παιδί μας είναι και ένα χαμόγελο του Θεού επάνω στη φλεγόμενη γη».

Ο Σεβασμιώτατος εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του προς τον Πανάγιο Θεό μας, ο οποίος, όπως χαρακτηριστικά είπε, «μας δίνει τη δύναμη, μας χαρίζει την ευφροσύνη την πνευματική, μας δίνει το σθένος να δημιουργείται αυτό το έργο το οποίο είναι πολύ δύσκολο και σε πολλά επίπεδα πραγματικά δυναμικό». «Χρειάζεται ψυχή και καρδιά», συμπλήρωσε, αναφερόμενος στο έργο των Εκπαιδευτηρίων της τοπικής μας Εκκλησίας.

Στην συνέχεια απευθυνόμενος προς τους γονείς, τους ευχαρίστησε θερμά γιατί, όπως επεσήμανε, «εμπιστεύεστε την Εκκλησία, τη μάνα του Γένους, την τροφό της ψυχής μας. Εκείνη η οποία διακρατεί και διεκράτησε ιστορικά αλλά και οντολογικά την ιδιοπροσωπία μας και θα συνεχίσει να διακονεί τον άνθρωπο έως το τέλος της ιστορίας του κόσμου τούτου».

Ευχαρίστησε, επίσης, όλους τους συνεργάτες του Ιδρύματος «Άγιος Πολύκαρπος – Άγιος Γεώργιος», την πρόεδρο κα Ιωάννα Κονίδη, τον εκεί εκπρόσωπό του και γενικό συντονιστή του έργου των εκπαιδευτηρίων μας κ.Δημήτριο Αλφιέρη, Διευθυντή του ιδιαιτέρου του γραφείου του, την Γενική Διευθύντρια των Εκπαιδευτηρίων μας και Γυμνασιάρχη κα Κυριακή Κούβαρη, τη διευθύντρια του Βρεφονηπιακού Σταθμού – Παιδικού Σταθμού και Νηπιαγωγείου κα Μαρία Τυράσκη, τον Διευθυντή του Δημοτικού Σχολείου και χοράρχη κ.Γιάννη Γρηγοράκη και την Διευθύντρια του Λυκείου κα Μυρσίνη Σφαιρίδου, καθώς και το διδακτικό, διοικητικό και βοηθητικό προσωπικό των εκπαιδευτηρίων μας, αλλά και όλους τους δωρητές και ευεργέτες του ιδρύματος, το οποίο επιτελεί «αυτό το ταπεινό μεν, αλλά τόσο πολυσήμαντο έργο, χτίζοντας στις ψυχές των παιδιών μας Χριστό και Ελλάδα».

«Εμείς παίρνουμε αυτή τη μεγάλη αμοιβή τούτη την ώρα από την αγάπη σας και κυρίως από το χαμόγελο, την αγνότητα, την ευγένεια, την ομορφιά των παιδιών σας», είπε σε άλλο σημείο ο Σεβασμιώτατος, επισημαίνοντας πως «σε αυτή την κακοδαιμονία των ημερών μας, το χαμόγελο των παιδιών μας, η δύναμή τους, η ψυχή τους η όμορφη, η καθαρή, η αγνή, η πανάσπιλη, μεταγγίζει και σε μας ελπίδα και πραγματικότητα ένθεη και ουράνια».

Ευχαριστώντας με πολύ θερμά λόγια και την ερμηνεύτρια Βασιλική Καρακώστα «η οποία μας πήγε στους ουρανούς», όπως χαρακτηριστικά τόνισε, της πρόσφερε ένα «μικρό αντίδωρο ευγνωμοσύνης», μια εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου από το προσκύνημα της Τήνου. Ευχαρίστησε, επίσης, «τον φίλο και αδελφό» Γεράσιμο Ανδρεάτο για την παρουσία του και την διαχρονική του αγάπη στα εκπαιδευτήριά και τα παιδιά μας, αλλά και τον Μανώλη Κονταρό «ο οποίος τραγούδησε με την ψυχή του και με τη λύρα του, τους πόνους και τους καημούς της ρωμιοσύνης. Πάντοτε μας εμπνέει και μας οδηγεί με το σθένος, την ψυχή του και τη δύναμη της καρδιάς του», είπε ο Σεβασμιώτατος.

Τέλος, ευχήθηκε στους γονείς να καμαρώνουν τα παιδιά τους και αυτά «να έχουν υγεία, να έχουν μέσα τους πάντα ευγένεια, αξιοπρέπεια, δικαιοσύνη, να γίνουν άνθρωποι αληθινοί γεμάτοι από αγάπη και από ζωή».

«Εύχομαι σε όλους καλό καλοκαίρι. Ο Θεός να ευλογεί και να αγιάζει τον κόσμο και να χαρίζει στις ψυχές μας ειρήνη. Αυτό το πολυτίμητο δώρο, αυτή τη μοναδική και ανεπανάληπτη ευλογία που τόσο ζητούμενη είναι στη ζωή μας πια όπως φαίνεται», είπε ολοκληρώνοντας ο Σεβασμιώτατος.

Επίσης ευχαρίστησε θερμά τον Δήμαρχο Πειραιά κ.Γιάννη Μώραλη και τον Πρόεδρο του Ο.Π.Α.Ν. κ.Ιωσήφ Βουράκη για την δωρεάν παραχώρηση του Βεακείου Θεάτρου και την υποστήριξή τους στην εκδήλωση, ενώ κάλεσε τον Αντιδήμαρχο Προσόδων και Εμπορίου κ.Γρηγόρη Καψοκόλη να βραβεύσει μαθητές των εκπαιδευτηρίων μας που διακρίθηκαν κατακτώντας τίτλους σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο πρόεδρος του εκπαιδευτικού ομίλου ΑΛΦΑ και Mediterranean College κ.Σοφοκλής Ξυνής πρόσφερε στον Σεβασμιώτατο για τους μαθητές του Λυκείου των Εκπαιδευτηρίων μας δυο (2) υποτροφίες για τα ΙΕΚ ΑΛΦΑ και μία (1) υποτροφία για το Mediterranean College.

Όλοι οι μαθητές και οι μαθήτριες παρέλαβαν από τα χέρια του Σεβασμιωτάτου, μαζί με τις ευχές και την ευλογία του, ένα μπλουζάκι ως ενθύμιο της φετινής γιορτής λήξης.

Την εκδήλωση παρουσίασαν η υποδιευθύντρια του Δημοτικού Σχολείου κα Χρυσάνθη Πατέρου και ο Καθηγητής Φιλόλογος κ.Χρήστος Σκιαδαρέσης, ενώ μας τίμησαν με την παρουσία τους ο Υφυπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Κωνσταντίνος Κατσαφάδος, η Γενική Γραμματέας Αγροτικής Ανάπτυξης και τροφίμων Χριστίνα Καλογήρου, ο Περιφερειάρχης Αττικής Γιώργος Πατούλης, η Προϊσταμένη της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πειραιά Ειρήνη Μαραγκάκη, ο Δήμαρχος Πειραιά Γιάννης Μώραλης, οι Βουλευτές Α΄ Πειραιά Γιάννης Μελάς, Νίκος Μανωλάκος και Χριστόφορος Μπουτσικάκης, ο ολυμπιονίκης και πρώην Δήμαρχος Πειραιά Παναγιώτης Φασούλας, ο πρώην εκπρόσωπος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. – ΚΙΝ.ΑΛ. Παύλος Χριστίδης, Αντιδήμαρχοι, Περιφερειακοί και Δημοτικοί Σύμβουλοι, Εκπρόσωποι των Στρατιωτικών Αρχών και των Σωμάτων Ασφαλείας, Διευθυντές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, εκπρόσωποι Επιστημονικών Συλλόγων και φορέων της πόλης, ο Αναπληρωτής Διοικητής του Αντικαρκινικού Νοσοκομείου ΜΕΤΑΞΑ Σαράντος Ευσταθόπουλος καθώς και εκπρόσωποι λοιπών φορέων και συλλόγων της πόλης του Πειραιά.

Ο ΟΣΙΟΣ ΙΛΑΡΙΩΝ Ο ΝΕΟΣ ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΤΩΝ ΔΑΛΜΑΤΩΝ

«Ο όσιος Ιλαρίων ήκμασε κατά τον ένατο αιώνα, καταγόταν δε από την Καππαδοκία. Ο πατέρας του ονομαζόταν Πέτρος και ήταν προμηθευτής του άρτου των ανακτόρων, η δε μητέρα του ονομαζόταν Θεοδοσία. Και οι δύο διακρίνονταν για την ευσέβειά τους, φρόντισαν δε να μεταδώσουν αυτήν και στον υιό τους. Ακόμη τον εκπαίδευσαν και είχαν την ευτυχία να τον δουν να προκόπτει λαμπρά στη θρησκευτική και θεολογική μάθηση.

Φλεγόμενος ο Ιλαρίων να αναδειχθεί υπηρέτης της πίστεως και της Εκκλησίας χωρίς κανένα κοσμικό περισπασμό, εισήλθε στο μοναστήρι του Ξηρονησίου στην Κωνσταντινούπολη. Μοίρασε εκεί τον χρόνο του μεταξύ της μελέτης και της πνευματικότερης ασκήσεως και εξυψώσεως της ψυχής του, κι ύστερα πήγε στη Μονή των Δαλμάτων, όπου και περιβλήθηκε το αξίωμα του μεγαλόσχημου. Δέκα χρόνια έζησε εκεί, υπήρξε δε πρότυπο ταπεινοφροσύνης, φιλαδελφίας και ολόψυχης προσήλωσης στα θεία. Η χάρη του Θεού κατασκήνωσε πλούσια σ᾽ αυτόν, αξιώθηκε δε κάποια ημέρα να θεραπεύσει με την προσευχή του έναν δαιμονισμένο νέο. Και τότε ο ηγούμενος με καθημερινή επιμονή πέτυχε να τον χειροτονήσει ιερέα.

Επειδή οι συνάδελφοί του της Μονής των Δαλμάτων ήταν περισσότερο από ό,τι έπρεπε κολακευτικοί προς αυτόν, διακηρύσσοντας ενώ ήταν παρών τις πολλές αρετές του, ο Ιλαρίων αποφάσισε να τους αποφύγει, λέγοντας ότι τέτοιοι φίλοι καταντούν ακούσιοι εχθροί. Αναχώρησε λοιπόν, χωρίς να δηλώσει ότι δεν θα επέστρεφε, και έφτασε στη Μονή των Καθαρών. Οι μοναχοί της Μονής των Δαλμάτων, βλέποντας ότι παρατεινόταν η απουσία του, άρχισαν να κυριεύονται από ανησυχία και τράπηκαν σε αναζήτησή του. Και έμαθαν μεν επιτέλους ότι ήταν στο μοναστήρι των Καθαρών, αλλά δεν μπόρεσαν να τον μεταπείσουν να επιστρέψει.

Η γνήσια όμως αγάπη δεν υπομένει μόνον, αλλά και επιμένει. Δεν ήθελε να έλθει; Αποφάσισαν να τον εξαναγκάσουν. Και λοιπόν απευθύνθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Πατριάρχευε τότε ο ευσεβέστατος Νικηφόρος, ο οποίος με μεγάλη συγκίνηση και χαρά είδε μοναχούς να αγωνίζονται τόσο πολύ, για να επαναφέρουν κοντά τους τον καλύτερό τους. Παρομοίως συμπάθησε τον πόθο τους και ο βασιλιάς Νικηφόρος, και με διαταγή και των δύο επανέφερε τον Ιλαρίωνα στο μοναστήρι των Δαλμάτων. Με κοινή μάλιστα ψήφο αναδείχθηκε ηγούμενός του.

Πέρασε οκταετία στη νέα αυτή υπηρεσία του Ιλαρίωνα κι ήταν τερπνότατο θέαμα η συμβίωση των υπό την πνευματική του επιστασία αδελφών. Την αδελφότητα δεν την έλεγε κανείς μόνον εκεί, αλλά την ψηλαφούσε. Κάθε ατομικό θέλημα ήταν εξορισμένο και όλοι συναντώντο στο θέλημα του Θεού.

Αλλά στην Εκκλησία ενέσκηψε καταιγίδα. Ο Λέων ο Αρμένιος κήρυξε επί της πατριαρχίας του Νικηφόρου τον γνωστό πόλεμο κατά των αγίων εικόνων. Τότε μεταξύ των μονών που πρωτοστάτησαν  στην αντίδραση, υπήρξε και η Μονή των Δαλμάτων.

Ο βασιλιάς διέταξε τον ηγούμενο Ιλαρίωνα να έλθει στην Κωνσταντινούπολη και να παρουσιασθεί ενώπιόν του. Ο Ιλαρίων το έπραξε. Αλλά ο Λέων δεν επέτυχε τον σκοπό του. Ο πιστός καλόγερος δεν θαμπώθηκε από τη βασιλική αίγλη ούτε πτοήθηκε από το αυτοκρατορικό σκήπτρο. Με παρρησία είπε προς τον βασιλιά ότι ασεβεί και ότι ξεκινώντας τον κατά των αγίων εικόνων πόλεμο αδικούσε την Εκκλησία και τάρασσε άσκοπα το κράτος.

Ο διάδοχος του Πατριάρχη Νικηφόρου Θεόδοτος ο Μελισσηνός μάταια επίσης αποπειράθηκε να παραπείσει τον Ιλαρίωνα. Και τότε άρχισε ο διωγμός του αγίου. Τον περιόρισαν επανειλημμένως σε μοναστήρια, που ανήκαν στη μερίδα των εικονομάχων, όπου τον καθυπέβαλαν και σε στερήσεις και πολλές ταλαιπωρίες. Και σε κοινές φυλακές τον έβαλαν και στο φρούριο Προτείχιο τον έκλεισαν.

Ο Λέων ο Αρμένιος φονεύθηκε σε μάχη και ο άγιος Ιλαρίων ανέκτησε την ελευθερία επί του διαδόχου βασιλιά Μιχαήλ του Τραυλού. Αλλά επί του βασιλιά Θεοφίλου άρχισε νέος κατά των αγίων εικόνων διωγμός. Και τότε ο Ιλαρίων έπεσε σε νέο χειμώνα και βαριά και σφοδρά κύματα. Είπε με θάρρος την αλήθεια στον Θεόφιλο, γι᾽ αυτό και ραβδίστηκε σκληρά και εξορίστηκε στη νήσο Αφουσία. Οκτώ ολόκληρα  χρόνια πέρασε εκεί με μεγάλη και πολλή ταλαιπωρία, όταν ο Θεός ανάδειξε την Εκκλησία νικήτρια της καταιγίδας και του σάλου. Ο Θεόφιλος πέθανε, η δε σύζυγός του βασίλισσα Θεοδώρα πρωτοστάτησε στην αναστήλωση των αγίων εικόνων. Τότε οι ομολογητές όλοι της ορθοδοξίας ήλθαν πλήρεις τιμών στη βασιλεύουσα, κι επιδόθηκαν ο καθένας στις προηγούμενες υπηρεσίες του. Την ικανοποίηση αυτή έλαβε και ο Ιλαρίων. Η ιερή Μονή του που τόσο πολύ τον ποθούσε, τον επανείδε ανάμεσά της. Μέσα σ᾽αυτήν, μετά από τρία χρόνια, άφησε την τελευταία πνοή του, αφού αναδείχτηκε τέλειος χριστιανός όχι μόνο κατά τις ώρες της ειρήνης, αλλά και κατά τις θύελλες των κινδύνων και των υπέρ Χριστού αγώνων» (Μιχαήλ Γαλανού, Οι βίοι των αγίων).

Δεν φείδεται επαίνων ο υμνογράφος του οσίου Ιλαρίωνος του νέου  προκειμένου να αναδείξει το πνευματικό μεγαλείο αυτού. Στο πρόσωπο του οσίου βλέπει όχι έναν απλό άνθρωπο, αλλά έναν άγγελο που έζησε εδώ στη γη με το σώμα του, έναν επίγειο άγγελο και επουράνιο άνθρωπο. «Ως άγγελος εβίωσας επί της γης μετά σώματος, Ιλαρίων μακάριε». «Επίγειος άγγελος και επουράνιος άνθρωπος εχρημάτισας, όσιε» (στιχηρά εσπερινού). Είναι εύλογο λοιπόν να επισημαίνει όλες τις αρετές στην αγία ύπαρξη και ζωή του. «Απέκτησες, Πάτερ, βίο ακηλίδωτο, υπομονή και πραότητα και αγάπη ανόθευτη, άμετρη εγκράτεια, ολονύκτια στάση, θεία κατάνυξη, πίστη κι ελπίδα αληθινή με συμπάθεια» (στιχηρό εσπερινού). Κι ακόμη: «Υπήρξες πηγή κατανύξεως, ποταμός συμπαθείας, πέλαγος θαυμάτων, εγγυητής αμαρτωλών, κατάκαρπη πράγματι ελιά του Θεού που γλυκαίνει τα πρόσωπα με το λάδι των κόπων σου, Ιλαρίων μακάριε» (στιχηρό εσπερινού).

Τι ήταν εκείνο που απετέλεσε κανόνα ζωής στον όσιο, ώστε εκεί προσβλέποντας να μένει σταθερός σε ό,τι ήταν πάντοτε θέλημα του Θεού, συνεπώς να δέχεται πλούσια τη χάρη Αυτού; Ο υμνογράφος δίνει πολλαπλώς την απάντηση: Ο όσιος κράτησε το όμμα της καρδιάς του ακοίμητο πάνω στις θείες εντολές. Τα βήματα της καρδιάς του τα έκανε πάνω στην πέτρα της πίστης του Χριστού. Κι αυτό γιατί αποφάσισε να αφιερώσει τη ζωή του στον ίδιο τον Θεό, προφανώς κινούμενος από θερμή αγάπη προς Αυτόν. Όπως τα σημειώνει ο ίδιος ο υμνογράφος: «Κράτησες το όμμα της καρδιάς σου ακοίμητο πάνω στις θείες εντολές, χωρίς να παρεκκλίνεις ποτέ, σεβάσμιε» (ωδή ε´). «Έστησες τα βήματα της καρδιάς σου πάνω στην πέτρα της πίστης και διέμεινες ασάλευτος, χωρίς να πτοείσαι καθόλου από τις προσβολές των δαιμόνων» (ωδή δ´).

Είναι αλήθεια ότι δεν υπάρχει περίπτωση κάποιος πιστός να προχωρήσει στην πνευματική ζωή, να φθάσει σαν τον όσιο Ιλαρίωνα στο μέτρο της ηλικίας του Χριστού, στην τελειότητα δηλαδή, χωρίς την ασκητική προσπάθεια της τήρησης των εντολών του Χριστού – «θήλασες από βρέφος την αρετή και με τους κόπους της εγκράτειας και τους ασκητικούς ιδρώτες έφτασες σε άνδρα και μέτρο της πνευματικής ηλικίας του Χριστού» (ωδή α´). Είναι εξίσου αλήθεια όμως ότι για να μπορέσει κανείς να προχωρήσει έτσι, απαιτείται και το έμπρακτο παράδειγμα. Χωρίς το παράδειγμα, τη ζωντανή επιβεβαίωση του ευαγγελικού τρόπου ζωής, μόνος του κάποιος θα δυσκολευτεί πάρα πολύ. Και το ζωντανό παράδειγμα προσφέρεται είτε με κάποιον που συνυπάρχει μαζί μας και τον ακολουθούμε κατά πόδας στην πνευματική ζωή είτε μέσα από τους βίους των αγίων μας. Η μελέτη των βίων των αγίων αποτελεί το ισχυρότερο ερέθισμα για να υποκινείται κανείς διαρκώς στον δρόμο του Χριστού. Αυτό δηλαδή που έζησαν οι άγιοι: τη ζωή του Χριστού, αυτό μαθαίνουμε κι εμείς πρακτικά και αναλυτικά βλέποντας τη δική τους ζωή.

Το ίδιο συνέβη και στον όσιο Ιλαρίωνα τον νέο. Ο υμνογράφος δεν χάνει την ευκαιρία να σημειώσει ότι πρότυπο στη χριστιανική ζωή του ήταν ο ομώνυμός του άγιος Ιλαρίων ο μέγας. Κι όπως αυτός είχε ως πρότυπο και καθοδηγητή του τον όσιο Μέγα Αντώνιο, με τον οποίο έζησε αρκετά χρόνια, έτσι και ο Ιλαρίων ο νέος θέλησε τη ζωή του ομωνύμου του αγίου να μιμηθεί, καθώς την είχε ακούσει και την είχε μελετήσει. «Ζήλεψες τον μέγα στην αρετή Ιλαρίωνα και ακολουθώντας τον πνευματικά στα ίχνη της εγκράτειας, φάνηκες, όσιε, κορυφαίος και παράδειγμα στην ποίμνη σου» (ωδή ς´). Μακάρι κι εμείς, έστω και επ᾽ ελάχιστον, να μιμηθούμε τη ζωή του οσίου Ιλαρίωνα, στην εγκράτεια και «τον έλεον της καρδίας» του.

05 Ιουνίου 2022

«ΝΑ ΤΗΝ ΠΟΝΕΣΩ!»

 «Ένας γνωστός του οσίου Γέροντος Παϊσίου τον παρακάλεσε να προσευχηθεί για κάποια κοπέλα, που είχε μπλέξει με αποκρυφιστές. Ο Γέροντας του είπε: Πρέπει να την πονέσω. Ο συνομιλητής του δεν κατάλαβε, νόμισε ότι ο Γέροντας εννοούσε να της προκαλέσει πόνο. Αλλά ο Γέροντας του εξήγησε: Πες μου κάτι για να πονέσω γι’ αυτήν και να προσευχηθώ με πόνο ψυχής γι’ αυτήν» (Οσίου Γέροντος Παϊσίου αγιορείτου, Διδαχές και Αλληλογραφία, εκδ. Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος, Μήλεσι 2007).

Δεν υπάρχει πιστός χριστιανός που να μη γνωρίζει την αξία της προσευχής και τη δύναμή της τόσο για τη ζωή του ίδιου του προσευχόμενου όσο και για τη ζωή εκείνων χάριν των οποίων προσεύχεται. Η προσευχή αποτελεί θέμα ζωής και θανάτου, χωρίς αυτήν ένας χριστιανός δεν μπορεί κυριολεκτικά να ζήσει και να αναπνεύσει – «πρέπει να προσευχόμαστε περισσότερο και απ’ όσο αναπνέουμε» σημειώνουν οι άγιοι της Εκκλησίας μας (άγιος Γρηγόριος Θεολόγος). Κι είναι ευνόητο: ο άνθρωπος χωρίς την αδιάκοπη αναφορά του στον Θεό Πατέρα του, τον Δημιουργό και Προνοητή και Διακυβερνητή του, πώς μπορεί να ζήσει φυσιολογικά και με χαρά; Όποιος διέγραψε τον Θεό από τη ζωή του διεπίστωσε, έστω και χωρίς ιδιαίτερη επίγνωση πολλές φορές, ότι η ζωή του έγινε μία κόλαση: η πνευματική ασφυξία τον κάνει να ζει ένα θάνατο προ του θανάτου του.

Κι αν έχει απόλυτη αξία και τεράστια δύναμη η προσευχή για κάθε χριστιανό, πόσο περισσότερο για έναν άγιο, για έναν άνθρωπο δηλαδή που πράγματι η πίστη στον Χριστό αποτελεί το χαρακτηριστικό της ύπαρξής του και η αίσθηση της παρουσίας Του αγκαλιάζει και την ψυχή και το σώμα του! Τεράστια δύναμη προσευχής βεβαίως, αποδεδειγμένη από πάμπολλους χριστιανούς, είχε και ο όσιος Παῒσιος. Χιλιάδες άνθρωποι κατέφευγαν στις προσευχές του καθημερινώς, προκειμένου να παρηγορηθούν, να ενισχυθούν, να θεραπευτούν. Κι ο άγιος αναλωνόταν γι’ αυτούς. Γιατί αναλωνόταν αδιαλείπτως για τον προσωπικό του αγιασμό. Ενωμένος διά της προσευχής με τον Κύριο και Θεό του γινόταν το όργανο Εκείνου για να δρα η πανσθενής ενέργειά Του σε κάθε αναγκεμένο και δυσκολεμένο άνθρωπο.

Στο παραπάνω περιστατικό ο άγιος αποκαλύπτει και το «μυστικό» της δικής του προσευχής, που συνιστά όμως και το γνώρισμα για κάθε προσευχή που θέλει να εισακούεται από τον Θεό: η προσευχή να γίνεται «έμπονα», με πόνο δηλαδή γι’ αυτόν που κανείς προσεύχεται, είτε τον εαυτό του είτε κάποιον συνάνθρωπό του. Και μοιάζει παράδοξο: ο άγιος με δύναμη προσευχής ου τυχούσα, που η αγάπη του για κάθε πλάσμα του Θεού ήταν δεδομένη, τόσο που «καιγόταν η καρδιά του γι’ αυτό», ζητούσε ξεχωριστές πληροφορίες, ώστε μέσα από αυτές να κινηθεί περισσότερο καρδιακά: «Πες μου κάτι για να πονέσω γι’ αυτήν και να προσευχηθώ με πόνο ψυχής γι’ αυτήν». Τι καταλαβαίνουμε; Ότι βεβαίως η προσευχή γενικά για τον άνθρωπο και τα δεινά του είναι κάτι επιβεβλημένο που εκφράζει την αγάπη ενός αγίου, όμως απαιτείται και η γνώση της ζωής του, των δυσκολιών που πιθανόν περνάει, των αδυναμιών που μπορεί να έχει, κι αυτό γιατί τότε συγκινείται κατεξοχήν  η ευαίσθητη καρδιά του αγίου καθώς μετατίθεται στη θέση του όποιου ψυχικά ή σωματικά πάσχοντος. Όταν μαθαίνουμε τα δεινά που υφίσταται ένας συνάνθρωπός μας, πολύ περισσότερο ένας φίλος και γνωστός μας, και «πέτρινη» καρδιά να έχουμε συγκινούμαστε - απείρως περισσότερο συμβαίνει τούτο με τους αγίους μας. Κι αυτό σημαίνει ότι ένας άγιος, έστω και διορατικός και προορατικός, δεν βρίσκεται πάντοτε στην υπέρ φύσιν κατάσταση της διόρασης και της προόρασης. Το αντίθετο: το σύνηθες είναι να κινείται στη ζωή του όπως όλοι οι άλλοι άνθρωποι και εκτάκτως να φωτίζεται για το επιπλέον που του δίνει ο Κύριος. Οπότε, έχει ανάγκη τη γνώση, την πληροφορία, ό,τι ανθρώπινο, το οποίο όμως χρησιμοποιεί για να εκφραστεί η γεμάτη χάρη Θεού καρδιά του.

Θυμόμαστε αίφνης και την αντίστοιχη περίπτωση του αγίου Σιλουανού του Αθωνίτη. Ευρισκόμενος ως οικονόμος σε μετόχι της Μονής του αγίου Παντελεήμονος προσευχόταν με δάκρυα στα μάτια για τους εργάτες που εργάζονταν στο Μοναστήρι. Και τι του έδινε το έναυσμα ώστε η προσευχή του να είναι δακρύρροη, τόσο που να νιώθουν την ενέργειά της οι εργάτες; Η γνώση της ζωής του κάθε εργάτη: ο τάδε που βρίσκεται εδώ ξενιτεμένος για τις ανάγκες της οικογένειάς του. «Πώς να νιώθει μόνος χωρίς τη γυναίκα του και τα παιδιά του;» Ή ο δείνα που η αρραβωνιαστικιά του τον περιμένει να παντρευτούν, αλλά τα οικονομικά τους είναι λιγοστά; Ή ο άλλος που το παιδί του είναι άρρωστο, αλλά αυτός είναι υποχρεωμένος να εργάζεται μακριά για να έχει τα χρήματα που απαιτούνται κ.ο.κ. Και η γνώση των προβλημάτων και των συνθηκών της ζωής τους τον έκανε να πονάει γι’  αυτούς και ο πόνος να παίρνει τη μορφή της μετά δακρύων προσευχής.

Τα παραδείγματα από τους αγίους μας είναι άπειρα. Μας δείχνουν όμως το πώς μπορούμε και εμείς να προσευχόμαστε με μεγαλύτερη θέρμη, που θα πει με μεγαλύτερη αίσθηση της παρουσίας του Χριστού και με εμπιστοσύνη σ’ Αυτόν ότι θα κάνει το καλύτερο για τη ζωή τη δική μας και των άλλων. Να πονάμε για τους άλλους. Όταν μαθαίνουμε κάτι θλιβερό για τη ζωή τους να κινητοποιούμαστε στην προσευχή και όχι στο κουτσομπολιό και στην καλλιέργεια της περιέργειάς μας. Η φαντασία και η γνώση μας δηλαδή να μπαίνουν στον «ζυγό» της αγάπης και όχι στον «ζυγό» της πλάνης και της δαιμονικής κακίας.

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΔΩΡΟΘΕΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΤΥΡΟΥ

«Ο άγιος Δωρόθεος ζούσε κατά τους χρόνους του βασιλιά Λικίνιου και ήταν επίσκοπος Τύρου. Επί των βασιλέων Διοκλητιανού και Μαξιμιανού, λόγω του διωγμού που επρόκειτο να ξεσπάσει, άφησε την οικία του και τον τόπο του και απήλθε στη Δυσσόπολη. Μετά την καταστροφή αυτών, πήγε στην Τύρο και κατεύθυνε την Εκκλησία του μέχρι την εποχή του Ιουλιανού του παραβάτη. Τότε ξαναπήγε στη Δυσσόπολη, όπου αφού συνελήφθη από τους άρχοντες του Ιουλιανού και υπέμεινε πολλά βασανιστήρια, σε βαθύτατο γήρας έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου, προσφέροντας την ψυχή του στον Θεό την ώρα που έπασχε, σε ηλικία ήδη εκατόν επτά ετών. Άφησε διάφορα εκκλησιαστικά συγγράμματα και ιστορίες, στα ελληνικά και τα ρωμαϊκά. Διότι γνώριζε και τις δύο γλώσσες, από τη μεγάλη σπουδή του και την κλίση της φύσης του».

Ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος, όπως γίνεται συνήθως στην εκκλησιαστική υμνολογία, αξιοποιεί το όνομα του αγίου Δωροθέου, προκειμένου να τον τοποθετήσει από πλευράς πνευματικής: ο άγιος υπήρξε το δώρο του Θεού στην Εκκλησία για να βοηθήσει τους πιστούς στη σωτηρία τους, ο ίδιος προσφέρθηκε ως δώρο στον Θεό με την ασκητική του διαγωγή και το μαρτύριό του. «Αυτός που από την πλούσια αγάπη Του παρέχει τα δώρα ως Θεός σ᾽ αυτούς που έχουν ανάγκη, δώρισε εσένα, Δωρόθεε, σαν θεϊκό δώρο στην Εκκλησία, για τη φανερή σωτηρία των πιστών» (ωδή θ´). «Πρόσφερες τον εαυτό σου, παμμακάριστε Δωρόθεε, ως καθαρότατο δώρο στον Θεό, με τον τέλειο βίο σου και το ιερό μαρτύριό σου» (ωδή α´).

Έτσι είναι σαφές ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά για τον Θεό από την αγιασμένη ζωή ενός πιστού ανθρώπου, που σημαίνει ότι ο Θεός δεν ευαρεστείται με τις υλικές προσφορές μας αλλά με τη ζωή μας τη σύμφωνη με το άγιο θέλημά Του. Πολλές φορές πέφτουμε στην παγίδα να νομίζουμε ότι θα έχουμε τον Θεό προστάτη και συμπαραστάτη μας, αν του κάνουμε δώρα με τα οποία ευαρεστείται: ακριβά καντήλια, ωραίες εικόνες, οικοδομή ναών. Χωρίς να αρνείται κανείς και αυτές τις προσφορές, όταν πηγάζουν από την αγάπη μας  – ο ίδιος ο Κύριος δεν απέπεμψε το ακριβό δώρο της πόρνης γυναίκας που αγόρασε μύρο και το άλειψε στα πόδια Του, ως έκφραση της αγάπης της – όμως το καίριο και ουσιαστικό είναι η καλή και αγία ζωή μας, η θεμελιωμένη στη μετάνοια και τις εντολές του Χριστού. Θέλουμε να κάνουμε τον Θεό μας να χαίρεται; Ας ζούμε σύμφωνα με το άγιο θέλημά Του. Και η χαρά Του πολλαπλασιάζεται όταν μας βλέπει να μένουμε στο θέλημά Του αυτό, έστω και με θυσία της ζωής μας. Κι από την άλλη: δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευεργεσία που δίνει ο Θεός στον κόσμο μας από την δωρεά ενός αγίου Του. Ο άγιος είναι η ευλογημένη απάντηση του Θεού στον παραπαίοντα και αμαρτωλό κόσμο μας, το ακριβότερο δώρο Του σε εμάς, αφού με την παρουσία του αγίου διακρατείται και ο ίδιος ο κόσμος. Λόγω των αγίων που σε κάθε εποχή υπάρχουν, ο Θεός μακροθυμεί και δίνει περισσότερο χρόνο, ώστε να κινητοποιηθούν περισσότεροι άνθρωποι σε μετάνοια και να σωθούν. «Έδωκα χρόνον ίνα μετανοήση» (πρβλ. Αποκάλυψη Ιωάννη, κεφ. 2,21). Κι αυτό ιδιαιτέρως πρέπει να τονίζεται στην εποχή μας, την τόσο περίεργη από πλευράς πνευματικής και οικονομικής και λοιπής κρίσεως. Η απάντηση του Θεού δεν θα έρθει με τον πολλαπλασιασμό των χρημάτων και των υλικών αγαθών, αλλά με τη δημιουργία συνθηκών μετανοίας στην καρδιά μας. Αν αρχίσει η εσωτερική αλλοίωσή μας και η επιστροφή μας προς τον Θεό, τότε πράγματι θα σημαίνει ότι ήλθε η ώρα της υπέρβασης της όποιας κρίσεως.

Ο άγιος Ιωσήφ δεν επικεντρώνει την προσοχή του στο όντως παράδοξο: ένας γέροντας 107 ετών να δέχεται τη μήνη του περιβάλλοντος του παραβάτη αυτοκράτορα και να υφίσταται τόσα βασανιστήρια.  Ίσως γιατί γνωρίζει καλά ότι όταν κάποιος ξεφεύγει από την πίστη και αρνείται τον Χριστό, σαν τον Ιουλιανό τον αυτοκράτορα,  δεν έχει πια περιθώρια ανθρωπιάς μέσα του. Επικεντρώνει όμως αρκετά στα συγγράμματα που άφησε ο άγιος Δωρόθεος, διότι επίσης γνωρίζει ότι τα γραπτά που μένουν στους αιώνες, είναι εκείνα που βοηθούν τους ανθρώπους σε κάθε εποχή στο να βρίσκουν τον δρόμο του Θεού, ενώ τους απομακρύνουν από τις πλάνες του διαβόλου. «Αναδείχτηκες, θεομακάριστε Πατέρα, πυξίδα του αγίου Πνεύματος, γράφοντας τα θεία δόγματα με γνώση θεϊκή» (στιχηρό εσπερινού). «Η φωνή των λόγων σου και η δύναμη των ωραίων διδασκαλιών σου έφτασε, παμμακάριστε, σε όλη τη γη με τη χάρη του Θεού» (ωδή ς´). «Κράτησες τα ρεύματα της απάτης, Δωρόθεε, με το ρεύμα της πάνσοφης γλώσσας σου και πότισες καλά τις διάνοιες των πιστών» (ωδή α´).

Και τι ήταν εκείνο που έγραψε ο άγιος και φώτισε τόσο πολύ τις διάνοιες των πιστών; Τους βίους των αγίων, μάλιστα των εβδομήκοντα μαθητών του Χριστού. Την πίστη της Εκκλησίας και τα δόγματα της πίστεως ο άγιος Δωρόθεος τα πρόσφερε μέσα από το ενσαρκωμένο ευαγγέλιο, τη ζωή των αγίων. Κι είναι τούτο μία πολύ μεγάλη αλήθεια: σε κάθε εποχή, κι ίσως ακόμη περισσότερο στην εποχή μας, η σημαντικότερη προσφορά είναι η προσφορά της ζωής των αγίων μας. «Φανέρωσες με τις ιερές σου συγγραφές, θεόπνευστε Πατέρα, τον τρόπο ζωής των αγίων, γιατί φωτιζόσουν στην ψυχή από τη θεία γνώση» (ωδή ς´).