13 Δεκεμβρίου 2022

ΤΟ "ΜΥΣΤΙΚΟ" ΤΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΠΥΡΙΔΩΝΑ

 

«Ὁ Χριστός ἐνήργει ἐν τῷ ἁγίῳ Σπυρίδωνι», ώστε να καταστεί αυτός μέγας θαυματουργός άγιος. Και μπόρεσε να βρει δίοδο μέσα του, λόγω της καθαρής του καρδιάς της γεμάτης από έλεος και ευσπλαγχνία, που σημαίνει ότι εκείνο που θέτει εμπόδιο στην έλευση του Κυρίου μέσα μας είναι αποκλειστικά και μόνον ο εγωισμός μας, δηλαδή η αμαρτία μας. Κι είναι ευνόητο: πώς σε μια καρδιά γεμάτη από το εγώ, το οποίο λειτουργεί πάντοτε με κατακτητικό τρόπο που δεν αφήνει τίποτε άλλο δίπλα του, θα μπορέσει να συνυπάρξει ή να ’βρει λίγο χώρο η χάρη του Θεού; «Εγώ» και «χάρη Θεού» είναι αντιθετικές πραγματικότητες, κατά τον αψευδή λόγο του Κυρίου, «οὐδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν».

 Και η Εκκλησία μας έρχεται και μας παίρνει από το χέρι για να μας πάει σε βαθύτερα επίπεδα του εσωτερικού κόσμου του αγίου Σπυρίδωνα. Κυριάρχησε ο Χριστός μέσα στην καρδιά του αγίου εξορίζοντας τον νοσηρό εγωισμό του, έγινε δηλαδή «καταγώγιον θείου Πνεύματος», διότι «ἐγένετο ἔμπλεως ἀποστολικῆς διδασκαλίας» και  έζησε «δι’ ἐναρέτου πολιτείας». Να λοιπόν το «μυστικό» της πνευματικής ζωής του αγαπημένου αυτού αγίου: Στράφηκε με δύναμη ψυχής – ενισχυόμενος προφανώς από τη χάρη του Θεού – στην αληθινή εικόνα του Χριστού που κηρύσσει η αποστολική εκκλησιαστική παράδοση, και αγωνίστηκε, όση αυτώ δύναμις, να τηρήσει τις άγιες εντολές Εκείνου.  Αλήθεια πίστεως της Εκκλησίας και ενάρετη ζωή. Όπου υπάρχει η έφεση στα δύο αυτά, εκεί έχουμε Πνεύμα Θεού, εκεί έχουμε αγιότητα, εκεί λοιπόν κηρύσσεται ορθά ο Θεός και προσφέρονται ιάματα ψυχής και σώματος σε όλους τους ανθρώπους.

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΤΡΙΜΥΘΟΥΝΤΟΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ (12 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)

«Ο άγιος Σπυρίδων άκμασε επί της βασιλείας Κωνσταντίνου του μεγάλου και Κωνσταντίου του υιού του. Ήταν στον τρόπο απλός και στην καρδιά ταπεινός. Απαρχής ήταν ποιμένας προβάτων, έπειτα παντρεύτηκε και μετά τον θάνατο της γυναίκας του καταστάθηκε επίσκοπος. Τόσο πολύ του δόθηκε από τον Θεό η χάρη των ιαμάτων, ώστε τα θαύματα έγιναν γι’ αυτόν η επωνυμία του. Πράγματι: σε εποχή ξηρασίας έφερε βροχή, και πάλι εμπόδισε τη μεγάλη βροχή με την προσευχή του. Άλλη φορά, διέλυσε σχέδιο σιτοκαπήλων, που μελέτησαν να φέρουν πείνα, με το να πέσουν οι αποθήκες τους που είχαν το σιτάρι. Ένα φίδι το μετέβαλε σε χρυσάφι, που το έδωσε σε πτωχό.  Μετά το ξεπέρασμα της συμφοράς από τον πτωχό, πάλι το χρυσάφι το αποκατέστησε σε φίδι. Κράτησε επίσης ρεύματα ποταμών, ενώ μία πόρνη που τόλμησε να τον αγγίξει, αφού είπε τα σχετικά με τη ζωή της, την έπεισε  να εξομολογηθεί. Αυτούς που μεγαλοφρονούσαν για τη συλλογιστική τους δεινότητα τους έκλεισε το στόμα στη Σύνοδο της Νικαίας με τη δύναμη του αγίου Πνεύματος. Και σε μια γυναίκα  που ζητούσε θησαυρό που είχε δώσει προς φύλαξη στην κόρη του αγίου, η οποία όμως είχε πεθάνει, πήγε στον τάφο της και την ρώτησε πού είχε κρύψει τα χρήματα, κι αφού το έμαθε, τα έδωσε στην κάτοχο  αυτών. Απάλλαξε επίσης  και τον βασιλιά Κωνστάντιο από μία ασθένεια που τον ταλαιπωρούσε, ενώ ανάστησε και το παιδί μιας γυναίκας. Επιπλέον, έλεγξε και εκείνον που ήθελε από πλεονεξία να πάρει μία αίγα του, ενώ η αίγα πήγαινε πίσω προς τη μάνδρα της, θέλοντας να φύγει από εκείνον που την τραβούσε με τη βία. Όταν όμως πλήρωσε την τιμή της, έμεινε μαζί με τις άλλες που είχε αγοράσει ο άνθρωπος. Θεράπευσε μάλιστα και την αφωνία του Διακόνου, ο οποίος ενώ ήταν να πει μία μικρή ευχή, αυτός λόγω κενοδοξίας την έκανε μεγάλη, και αμέσως έχασε τη φωνή του. Στον άγιο φάνηκαν άγγελοι να τον υπηρετούν, λέγοντας «Και τω πνεύματί σου», όταν εκφωνούσε το «ειρήνη πάσι». Κι όταν άναψαν οι υπηρέτες λίγα φώτα με τα καντήλια, κάτι που έκανε τον όσιο να δυσανασχετήσει, εκείνοι έλεγαν ότι βρίσκονται λίγοι πιστοί στην Εκκλησία κι έτσι δεν χρειάζονται περισσότερα φώτα, φανερώθηκε όμως στον άγιο από τον Κύριο, ότι είχε θεατές περισσότερο αγγέλους που έψελναν μαζί του στις ευχές. Από την άλλη, ποιους δεν θα εκπλήξει το θαύμα της ξαφνικής ανάβλυσης λαδιού κατά τον εσπερινό, όταν λόγω ένδειάς του το φως ήταν λιγοστό; Από πρόγνωση θεϊκή, ανέφερε τα μέλλοντα σε πολλούς. Και τον επίσκοπο Τριφύλλιο, που στρεφόταν στα ωραία της ζωής αυτής, τον νουθέτησε και τον έπεισε να ποθεί τα μέλλοντα αγαθά. Και τη γυναίκα που είχε πέσει στο αμάρτημα της μοιχείας και δεν ήθελε να εξομολογηθεί το αμάρτημά της, προσπαθώντας μάλιστα να πείσει τον άντρα της κατά τη γέννα ότι το παιδί ήταν δικό του, μολονότι αυτός έλειπε στη θάλασσα είκοσι μήνες και συνεπώς δεν είχε σχέσεις μαζί της, την επιτίμησε και την παρέδωσε σε θάνατο. Κατά το θέρος, που έκαιγε ο ήλιος, η κεφαλή του αγίου φαινόταν γεμάτη από δροσιά, δείγμα ότι ο Θεός φανέρωνε την τιμή που θα γινόταν στο μέλλον σ’ αυτόν. Πόσο δε ήταν συμπαθής και γεμάτος αγάπη προς τους ανθρώπους, φανέρωσε αυτό που συνέβη με εκείνους που επιχείρησαν να κλέψουν τα δικά του πρόβατα. Διότι όχι μόνον τους απάλλαξε από αυτό που έπαθαν, που κρατήθηκαν ακίνητοι με αόρατο τρόπο, αλλά τους ελευθέρωσε, δίνοντάς τους και από ένα κριάρι, με την εξήγηση ότι δεν έπρεπε να θεωρηθεί μάταια η αγρύπνια τους. Ο άγιος Σπυρίδων λοιπόν αφού κατεύθυνε καλά το ποίμνιο που του εμπιστεύθηκε ο Θεός, μετατάχθηκε στην πολιτεία και τη διαγωγή των αγγέλων. Τελείται δε η σύναξή του στο αποστολείο του Αγίου και κορυφαίου Πέτρου, που ήταν κοντά στην αγιότατη μεγάλη Εκκλησία».

Δεν έχει περάσει πολύς καιρός που εορτάσαμε τον μεγάλο άγιο, Νικόλαο τον θαυματουργό. Η θαυματουργία του, είχαμε τονίσει, αποτελούσε και αποτελεί την προσωνυμία του, δεδομένου ότι κάθε ένας που και μόνο θα επικαλεστεί το όνομά του, θα τον βρει πρόθυμο συμπαραστάτη του. Το ίδιο συμβαίνει και με τον επίσης μεγάλο σημερινό άγιο, όπως άλλωστε αναφέρει και το συναξάρι του: «επωνυμίαν αυτώ γενέσθαι τα θαύματα». Ο Θεός τον θαυμάστωσε με το ίδιο χάρισμα, διότι αγάπησε με πάθος, όπως λέει ο υμνογράφος του, τον Θεό και τον συνάνθρωπό του, γενόμενος έτσι δίοδος που φανερώνεται η Βασιλεία του Θεού. «Πληγώθηκες από τον πόθο του Χριστού, ιερώτατε, κι έγινες θυσιαστήριο του Θεού». Είναι τέτοιο το χάρισμα αυτό του αγίου, ώστε στο απολυτίκιό του ο υμνογράφος σ’ αυτό επικεντρώνει την προσοχή μας: «…και θαυματουργός (ανεδείχθης), θεοφόρε, Σπυρίδων, πατήρ ημών».

Ο άγιος δεν ανήκει στους διδασκάλους της Εκκλησίας, σε εκείνους δηλαδή, σαν τον άγιο Αθανάσιο, σαν τον άγιο Βασίλειο, σαν τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, που σε συγκεκριμένη κρίση που πέρασε αυτή λόγω κάποιας αίρεσης, φωτίστηκαν από τον Θεό για να δώσουν απάντηση. Ανήκει όμως στους Πατέρες της, που κύριο γνώρισμά τους έχουν την εμπειρία του Θεού και συνεπώς τη γνώση που δίνει αυτή η εμπειρία. Έτσι ο άγιος Σπυρίδων με αυτήν την εκ Θεού εμπειρική γνώση του – απόρροια της ορθής μετοχής του στην Αποστολική Παράδοση («αποστολικής διδασκαλίας γενόμενος έμπλεως») – μπόρεσε να συμβάλει και αυτός με τον δικό του απλό τρόπο στην υπέρβαση της κρίσης που προκαλούσε στην εποχή του ο Αρειανισμός. «Καταλαμπόμενος από το φως και τη δόξα του αγίου Πνεύματος, κατέστρεψε ο σοφός Ιεράρχης την τρέλλα του Αρείου. Γι’ αυτό, αφού δογμάτισε με απλό τρόπο και με πίστη την αγία Τριάδα, δοξάσθηκε από τους σοφούς και τους συνετούς Πατέρες, και έδωσε κύρος στη Σύνοδο».  Το περιστατικό στην Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο (325), που σηκώθηκε και έκανε θαύμα με ένα κεραμίδι, για να δείξει ότι η αγία Τριάδα είναι τρεις υποστάσεις αλλά έχει μία φύση ή ουσία, είναι γνωστό σε όλους. Ο λόγος του δηλαδή μπορεί να μην επαρκούσε με τη χρήση αποδεικτικών επιχειρημάτων, η αλήθεια όμως που ζούσε βρήκε τρόπο να εκφραστεί: το κεραμίδι ήταν ένα, αλλά αναλύθηκε στα εξ ων συνετέθη: το χώμα, το νερό, τη φωτιά που έψησε τον πηλό.

10 Δεκεμβρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ ΛΟΥΚΑ (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ)

 

«Νυνί δέ ἀπόθεσθε καί ὑμεῖς τά πάντα, ὀργήν, θυμόν...» (Κολ. 3, 8)

 Μία σειρά προτροπῶν γιά τό τί δέν πρέπει νά κάνει ὁ χριστιανός ἀκοῦμε στό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα ἀπό τήν πρός Κολασσαεῖς ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Μία σειρά ἀπό ῾μή᾽ καί ῾δέν πρέπει᾽, πού ἄν δέν τά δεῖ κανείς μέσα στό πλαίσιο πού τά θέτει ὁ ἀπόστολος, ἀσφαλῶς καί μπορεῖ νά τά παρεξηγήσει. Γιατί συχνά ἀκοῦμε καί διαβάζουμε ὅτι ἡ χριστιανική πίστη δέν ἔχει ῾μή᾽. Δέν εἶναι πορεία ἄρνησης. Εἶναι πολύ περισσότερο θέση, δηλαδή πορεία πρός τά ἐμπρός πάνω στά ἴχνη τοῦ Κυρίου ᾽Ιησοῦ. Καί πράγματι ἔτσι εἶναι: τά ῾μή᾽ καί τά ῾δέν πρέπει᾽ θεωροῦνται ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἀκολουθίας τοῦ Χριστοῦ.  Ὅταν πορεύομαι μαζί μέ τόν Χριστό πάνω στόν δρόμο πού εἶναι ἡ ζωή Του, κατ᾽ ἀνάγκην θά ἀπαμακρυνθῶ ἀπό ὅ,τι εἶναι ἀλλότριο τῆς ζωῆς αὐτῆς. ῾Οὐδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν᾽. Λοιπόν, βγάλτε καί πετάξτε ἀπό πάνω σας κι ἐσεῖς, σάν ἀκάθαρτο ἔνδυμα, ὅλα τά κακά: τήν ὀργή, τόν θυμό... ῾Νυνί δέ ἀπόθεσθε καί ὑμεῖς τά πάντα, ὀργήν, θυμόν...᾽.

 1. Ποιό εἶναι τό πλαίσιο τῆς ζωῆς τοῦ χριστιανοῦ, μέσα στό ὁποῖο, κατά τόν ἀπόστολο, δέν μπορεῖ νά χωράει ὁποιαδήποτε κακία, μέ πρῶτα τήν ὀργή καί τόν θυμό; Μᾶς τό λέει ὁ ἀπόστολος καί στή συγκεκριμένη ἐπιστολή του ἀλλά καί στίς ἄλλες, δείγμα τοῦ πόσο θεμελιακό θεωρεῖται τοῦτο γιά τόν πιστό: ὁ ἄνθρωπος ἀφότου ἔγινε χριστιανός διά τοῦ βαπτίσματος, ντύθηκε τόν Χριστό - ῾ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε᾽ - ἔγινε δηλαδή Χριστός καί ὁ ἴδιος , ῾ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ᾽ μία ἄλλη δική Του παρουσία στόν κόσμο· συνεπῶς ἐνσωματωμένος στόν Χριστό καλεῖται νά ἐπιβεβαιώνει κάθε στιγμή τή ζωή ᾽Εκείνου. ῾᾽Απεθάνετε γάρ᾽, εἶπε στούς Κολασσαεῖς μόλις πρίν τούς δώσει τίς ῾κανονιστικές᾽ ἀρνητικές ἐντολές, ῾καί ἡ ζωή ὑμῶν κέκρυπται σύν τῷ Χριστῷ ἐν τῷ Θεῷ᾽. Δηλαδή: Μέ τό ἅγιο βάπτισμα πεθάνατε μυστηριακά μαζί μέ τά παλαιά καί γήινα φρονήματά σας. Καί ἡ θεία χάρη σᾶς ἔδωσε νέα ζωή, ἡ ὁποία εἶναι κρυμμένη μαζί μέ τόν Χριστό μέσα στούς κόλπους τοῦ Θεοῦ. Καί παρακάτω: τούς τονίζει νά μή λένε ψέματα μεταξύ τους, γιατί ξεντύθηκαν τόν παλαιό ἄνθρωπο τῆς ἁμαρτίας καί ντύθηκαν τόν καινούργιο πού συνεχῶς ἀνανεώνεται κατ᾽ εἰκόνα τοῦ Δημιουργοῦ Χριστοῦ. ῾Μή ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους, ἀπεκδυσάμενοι τόν παλαιόν ἄνθρωπον σύν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ καί ἐνδυσάμενοι τόν νέον τόν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ᾽ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν᾽. ῾Ως ῾ἄλλος Χριστός᾽ λοιπόν ὁ χριστιανός μετά τό βάπτισμά του δέν μπορεῖ νά ἐπανέρχεται στήν προ-χριστιανική ἐποχή του, νά ζεῖ δηλαδή μέ κακία, μέ ὀργή καί θυμό.

2. Ἡ χαρισματική αὐτή πραγματικότητα: νά εἶναι κανείς μέλος Χριστοῦ, ἡ ὁποία συνιστᾶ ὅ,τι πιό καίριο καί οὐσιαστικό στήν πίστη μας, εἶναι κρυμμένη ἀπό τούς σωματικούς ὀφθαλμούς, μᾶς λέει ὁ ἀπόστολος. Βιώνεται ἐσωτερικά στό βάθος τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου - ῾ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ὑμῶν ἐστι᾽ εἶπε ὁ Κύριος – γι᾽ αὐτό καί ὁ ἐν αἰσθήσει χριστιανός ἀφενός εἶναι στραμμένος πρός τόν ἐσωτερικό του κόσμο γιά τήν εὕρεση καί τή βίωση τοῦ θησαυροῦ αὐτοῦ,  ἀφετέρου προσδοκᾶ  τήν ἔλευση τοῦ Κυρίου ᾽Ιησοῦ στή Δευτέρα Του Παρουσία προκειμένου τότε μαζί μέ ᾽Εκεῖνον νά φανερωθεῖ καί ὁ ἴδιος ὡς μέλος Του  ἐν δόξῃ. ῾῞Οταν ὁ Χριστός φανερωθῇ, ἡ ζωή ὑμῶν, τότε καί ὑμεῖς σύν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ᾽.

Μέχρι τότε ὅμως, παρ᾽ ὅλη τήν κεκρυμμένη δόξα τῆς χάρης ἀπό τόν ἐνδεδυμένο ἀπό αὐτόν Χριστό, βρίσκεται ὁ πιστός στόν κόσμο τοῦτο  ὅπως ὁ Κύριος στήν πρώτη Του παρουσία: ταπεινός καί ἄδοξος ἐξωτερικά,  μέ θλίψεις καί δοκιμασίες, ἀλλά καί μέ ἀγώνα νά ἐνεργοποιεῖ τή δοσμένη σ᾽ αὐτόν χάρη τοῦ βαπτίσματος, ἡ ὁποία κινδυνεύει ἀνά πᾶσα στιγμή νά ἀπολεσθεῖ, ἄν δέν προσέξει καί χαλαρώσει τόν πνευματικό του ἀγώνα. ῾Ο πονηρός καιροφυλακτεῖ, ὡς γνωστόν, ῾ὡς λέων ὠρυόμενος᾽, νά διαρπάσει αὐτό πού ἀνήκει στόν Κύριο, τόν ἄνθρωπο, γι᾽ αὐτό καί δέν χωρεῖ στήν πορεία τοῦ χριστιανοῦ χαλάρωση καί λησμοσύνη.

3. Μακριά λοιπόν – φωνάζει ὁ ἀπόστολος - ἀπό κάθε κακία, καί μάλιστα τήν ὀργή καί τόν θυμό. Εἴμαστε ντυμένοι τόν Χριστό, συνιστοῦμε μέλη Του, εἴμαστε προορισμένοι νά μετάσχουμε στήν πληρότητα τῆς δόξας τῆς Βασιλείας Του, γι᾽ αὐτό δέν πρέπει νά ἐπανερχόμαστε στά πρό Χριστοῦ πάθη μας. ᾽Επικεντρώνει μάλιστα ὁ ἅγιος Παῦλος πρῶτα ἀπό ὅλα στήν ὀργή καί τόν θυμό, διότι γνωρίζει ὅτι ἡ ἔξαψη τοῦ θυμικοῦ στόν ἄνθρωπο ταράζει καί τό λογιστικό του - ὁ ταραγμένος συναισθηματικά ἄνθρωπος δέν σκέφτεται καί σωστά: γίνεται ῾ἔξω φρενῶν᾽ - ἐνῶ ἡ ἔξαψη αὐτή τῆς ὀργῆς προϋποθέτει συνήθως ἐπιθυμίες μή σύμφωνες πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Μέ ἄλλα λόγια ἡ ἐμπαθής ἁμαρτωλή ἐπιθυμία: γιά ἱκανοποίηση τῆς φιληδονίας ἤ τῆς φιλαργυρίας ἤ τῆς φιλοδοξίας, προκαλεῖ ταραχή τῶν συναισθημάτων καί θόλωση τῆς διανοίας. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι δεδομένο: ὁ ἡγεμών νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, ἔστω καί βαπτισμένου,  χάνει τήν ἐνέργεια τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ λόγω τοῦ ἐγωιστικοῦ φρονήματός του, μένει μόνος καί μετέωρος μέσα στά πάθη του, ἕρμαιο κυριολεκτικά τοῦ ἀνθρωποκτόνου διαβόλου.  ῾᾽Ανήρ θυμώδης οὐκ εὐσχήμων᾽, σημειώνει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ταυτοχρόνως βεβαιώνει ὅτι ὁ Κύριος ἐπιβλέπει ῾ἐπί τόν πρᾶον καί ἡσύχιον, καί τρέμοντα τούς λόγους αὐτοῦ᾽.

4. Πῶς μπορεῖ λοιπόν κανείς νά ξεπεράσει τά πάθη αὐτά, τήν ὀργή καί τόν θυμό; Πῶς μπορεῖ νά διακρατηθεῖ στή χάρη τοῦ ἁγίου βαπτίσματός του; ῎Οχι βεβαίως ῾νεκρώνοντας᾽ τόν θυμό ὡς δύναμη τῆς καρδιᾶς – ὁ θυμός κατά τήν πίστη μας ἀποτελεῖ τήν κινητήρια δύναμη γιά νά πορευτεῖ ὁ ἄνθρωπος στόν δρόμο τῆς ἁγιότητας: πρόκειται γιά τήν ἀρετή τῆς ἀνδρείας πού λένε οἱ ἅγιοί μας - ἀλλά στρέφοντάς τον ἐκεῖ πού εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, στήν ταπεινή ἀγάπη.  ῞Οσο κανείς θά ὑπενθυμίζει στόν ἑαυτό του ὅτι ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπο εἶναι ἡ προτεραιότητα τοῦ χριστιανοῦ, ὅσο θά κινητοποιεῖ τή βούλησή του σέ ἔμπονη προσευχή καί σέ διακονία τοῦ πλησίον του, τόσο καί θά βλέπει ὅτι τό πάθος τῆς ὀργῆς θά μειώνεται καί θά μορφοποιεῖται σέ ὀργή μόνον κατά τῆς κακίας καί κατά τοῦ ἀρχεκάκου δαίμονος.

5. ῾Η πορεία μάλιστα αὐτή τῆς ἀοργησίας ὡς πορεία τῆς ἀγάπης περνᾶ καί ἀπό ὁρισμένα στάδια πού μᾶς τά ἔχουν ἐπισημάνει οἱ ἅγιοι Πατέρες μας, σάν τόν ἅγιο ᾽Ιωάννη τῆς Κλίμακος. Τί μᾶς διδάσκει ὁ μεγάλος αὐτός ἀσκητικός διδάσκαλος ἐπί τοῦ θέματος; Πρῶτο στάδιο τῆς ἀοργησίας, μᾶς λέει, εἶναι νά σιωποῦν τά χείλη μας, ὅταν ἡ καρδιά μας εἶναι πολύ ταραγμένη. Μπορεῖ δηλαδή κανείς νά σκέφτεται ἄσχημα γιά τόν ἄλλον, παλεύει ὅμως νά μή βγεῖ κακός καί ὑβριστικός λόγος γι᾽ αὐτόν. Τότε ἔρχεται στό δεύτερο στάδιο: νά σιωποῦν οἱ λογισμοί του, ἔστω κι ἄν ἀκόμη εἶναι ἐλαφρῶς ταραγμένη ἡ διάνοια. ᾽Ελέγχει τούς λογισμούς του καί δέν σκέπτεται κάτι ἄσχημο γιά τόν συνάνθρωπό του, ὁ ὁποῖος γιά διαφόρους λόγους τόν ἐξόργισε. Κι ὅταν κι αὐτό μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ τό κατορθώσει, τότε φθάνει καί στήν τελειότητα: ὅ,τι κι ἄν συμβαίνει κι ὅ,τι ταραχή μπορεῖ νά ὑπάρχει, ὁ πιστός εἶναι μέσα του γαληνεμένος κρατώντας τήν ἀληθινή ἀγάπη.

Μέ τά ἴδια τά λόγια τοῦ ὁσίου: ῾᾽Αρχή ἀοργησίας, σιωπή χειλέων ἐν σφοδρᾷ ταραχῇ καρδίας· μεσότης, σιωπή λογισμῶν ἐν ψιλῇ ταραχῇ διανοίας· τέλος δέ, πεπηγμένη γαλήνη ἐν πνοῇ ἀνέμων ἀκαθάρτων᾽.

 Μακάρι νά ἀποδυόμαστε πάντοτε στόν ἀγώνα αὐτόν τῆς ἀοργησίας καί τοῦ ἐλέγχου τοῦ ἐμπαθοῦς θυμοῦ. Μέσα σ᾽ ἕναν κόσμο πού ἔχουν περισσέψει δυστυχῶς τά νεῦρα καί ἡ ὀργή – δείγμα τῆς μεγάλης ἐπήρειας σ᾽ αὐτόν τοῦ πονηροῦ - ἕνας τέτοιος ἀγώνας θά φανέρωνε πολύ ἁπτά καί ἄμεσα ὅτι ζοῦμε τό ἔνδυμα τοῦ βαπτίσματός μας, τόν ἴδιο τόν Χριστό, καί φανερώνουμε Αὐτόν μέ τόν πυρήνα τῆς ζωῆς καί τῆς διδασκαλίας Του, τήν ἀγάπη. Αὐτό θά συνιστοῦσε καί τή μεγαλύτερη κοινωνική προσφορά μας.

ΕΛΑΤΕ! ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΕΤΟΙΜΑ!

 

«Το τραπέζι είναι στρωμένο. Όλα σερβιρισμένα. Τα πάντα έτοιμα. Οι θέσεις σας σάς περιμένουν». Η φωνή του υπηρέτη του Κυρίου δεν μπορούσε να είναι πιο σαφής. Η παραβολή του Κυρίου δηλαδή για το μεγάλο Δείπνο δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης: είναι τέτοια η επιθυμία Κυρίου του Θεού μας για να έχει τον άνθρωπο κοντά Του, είναι τόσο σφοδρός ο πόθος Του να είναι μαζί μας που ήδη μας έχει θέσει στο τραπέζι της Βασιλείας Του. Κι αν κατανοήσουμε την αλήθεια ότι τελικώς Βασιλεία του Θεού είναι ο ίδιος ο Κύριος – ο ερχομός Του στον κόσμο αποτελεί την είσοδο της Βασιλείας Του -, τότε κατανοούμε ότι η θέση στο τραπέζι Του είναι η θέση μας μέσα στην καρδιά Του, στο κέντρο της ύπαρξής Του – ο καθένας μας είναι ό,τι ανώτερο και ιερότερο για τον Θεό μας. Κι αυτό γιατί; Διότι μας δημιούργησε έτσι ώστε να Τον «επαναλαμβάνουμε» (όσιος Σωφρόνιος). «Κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν» Του κάθε άνθρωπος, που θα πει στο πρόσωπο του κάθε ανθρώπου ο Δημιουργός μας «έβλεπε και βλέπει» τον εαυτό Του! Και μπορεί βεβαίως να ανταρτέψαμε και να χάσαμε την υπερβολή της προσφοράς του Πατέρα, γιατί μάλλον δεν καταλάβαμε το μεγαλείο μας, όμως Εκείνος «έκλινεν ουρανούς και κατέβη», έγινε ένας από εμάς, ίδιος μ’ εμάς, για να μας δώσει εκ νέου την ευκαιρία να αποκτήσουμε και πάλι το πεταμένο δώρο: να γίνουμε θεοί με τη χάρη Του. «Ο Θεός έγινε άνθρωπος για να γίνουμε εμείς θεοί».

Η θέση μας έτοιμη και μας περιμένει. Αλλά εμείς δεν έχουμε... χρόνο. Κι έχουμε απόλυτο «δίκιο»! Αυξήσαμε το βιος μας, τη γη και τα ζωντανά μας, κάναμε δηλαδή επενδύσεις – πώς θα ζήσουμε και θα κυριαρχήσουμε στον κόσμο αυτόν που μας έβαλε ο Δημιουργός μας; Εκείνος δεν είπε: «και κατακυριεύσατε της γης;». Και πιο πολύ: πώς να βρούμε χρόνο αφού παντρευτήκαμε; Ο ίδιος ο Θεός πάλι δεν είπε ότι «δεν είναι καλό να είναι ο άνθρωπος μόνος;» Να λοιπόν, παντρευτήκαμε. Κάναμε υπακοή στο θέλημά Του. Οπότε δεν γίνεται να αφήσουμε μόνο/η τον/τη σύζυγο για κάτι άλλο. Δεν είμαστε απολύτως δικαιολογημένοι; «Σε παρακαλώ, δικαιολόγησέ με!»

Ο Κύριος όμως εξοργίστηκε από τη στάση μας. Μα γιατί; Διότι είμαστε τόσο τυφλοί που δεν καταλαβαίνουμε ότι περιπέσαμε και περιπίπτουμε σε βλασφημία. Τι είναι η βλασφημία; Δεν είναι η αδυναμία ιεράρχησης των προτεραιοτήτων μας; Δεν είναι να βάζουμε πρώτο αυτό που έπρεπε να ακολουθεί και δεύτερο αυτό που από τη φύση του είναι πρώτο; Ποιο είναι το πρώτο; Αυτό που γνωρίζουμε και έχουμε ακούσει χιλιάδες φορές: «Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της ψυχής, εξ όλης της καρδίας, εξ όλη της διανοίας, εξ όλης της ισχύος»! Να επιδιώκουμε δηλαδή πρώτα τη Βασιλεία του Θεού, τον ίδιο τον Θεό δηλαδή, κι όλα τα υπόλοιπα θα τα βλέπουμε να έρχονται σωρηδόν και με ευλογίες στη ζωή μας! Και στην πράξη τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει να θέτουμε σε προτεραιότητα της ζωής μας το άγιο θέλημα του Θεού, τις άγιες εντολές του Κυρίου, δηλαδή τελικώς την αγάπη προς τον συνάνθρωπό μας. Αυτή είναι η κανονική εργασία μας που μας κινητοποιεί και μας κάνει να βρούμε τη θέση μας στο τραπέζι της Βασιλείας του Θεού, να βρούμε δηλαδή το κέντρο της ύπαρξής μας μέσα στο κέντρο της καρδιάς του Θεού μας.

Η κατανόηση της αλήθειας αυτής εννοείται πως φωτίζει την κανονική αυτή εργασία μας – «εργάζεσθε μη την βρώσιν την απολλυμένην αλλά την μένουσαν εις ζωήν αιώνιον» - αλλά με προοπτική καθημερινότητας. Τι θέλουμε να πούμε; Η αποδοχή ή η άρνηση της πρόσκλησης του Θεού μας να μένουμε μέσα σ’ Εκείνον και Εκείνος μέσα σ’ εμάς – το βάθος ερμηνείας της παραβολής του μεγάλου Δείπνου – δεν είναι θέμα μίας φοράς. Η κάθε ώρα και η κάθε στιγμή της ζωής μας είναι η ώρα πρόσκλησης του Θεού μας για να είμαστε μαζί Του – έχουμε ανοικτή πρόσκληση. Που θα πει: αδιάκοπα βρισκόμαστε στο κρίσιμο σημείο επιλογής να είμαστε πιστοί ή άπιστοι. Όσο έχουμε χρόνο, δηλαδή όσο διαρκεί η εδώ ζωή μας.

 Η συγκεκριμένη παραβολή του Κυρίου πράγματι δεν μας αφήνει σε ησυχία. Και η απάντηση που Του δίνουμε κάθε φορά κρίνει την όποια θεωρούμενη χριστιανικότητά μας. Χριστιανός πάντως του: πότε ναι και πότε όχι, δεν υπάρχει! Γιατί «ο μη ων μετ’ εμού κατ’ εμού εστι».

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΑ΄ ΛΟΥΚΑ (ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ)

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Λουκ. 14, 16-24. Ματθ. 22, 14)

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς· καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. Καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες. Ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. Καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. Καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν. Καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. Τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ρύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. Καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. Καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκος μου. Λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου. Πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Εἶπε ὁ Κύριος αὐτή τήν παραβολή· «Ἕνας ἄνθρωπος ἑτοίμασε μεγάλο δεῖπνο καί κάλεσε πολλούς. Ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα τοῦ δείπνου, ἔστειλε τό δοῦλο του νά πεῖ στούς καλεσμένους: “ἐλᾶτε, ὅλα εἶναι πιά ἔτοιμα”. Τότε ἄρχισαν, ὁ ἕνας μετά τόν ἄλλο, νά βρίσκουν δικαιολογίες: Ὁ πρῶτος τοῦ εἶπε: “ἔχω ἀγοράσει ἕνα χωράφι καί πρέπει νά πάω νά τό δῶ· σέ παρακαλῶ, θεώρησέ με δικαιολογημένον”. Ἄλλος τοῦ εἶπε: “ἔχω ἀγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια καί πάω νά τά δοκιμάσω· σέ παρακαλῶ, δικαιολόγησέ με”. Κι ἕνας ἄλλος τοῦ εἶπε: “εἶμαι νιόπαντρος καί γι’ αὐτό δέν μπορῶ νά ἔρθω”. Γύρισε ὁ δοῦλος ἐκεῖνος καί τά εἶπε αὐτά στόν κύριό του. Τότε ὁ οἰκοδεσπότης ὀργισμένος εἶπε στό δοῦλο του: “πήγαινε γρήγορα στίς πλατεῖες καί στούς δρόμους τῆς πόλης καί φέρε μέσα τούς φτωχούς, τούς ἀνάπηρους, τούς κουτσούς καί τούς τυφλούς”. Ὅταν γύρισε ὁ δοῦλος τοῦ εἶπε: “κύριε, αὐτό πού πρόσταξες ἔγινε καί ὑπάρχει ἀκόμη χώρος”. Εἶπε πάλι ὁ κύριος στό δοῦλο: “πήγαινε ἔξω ἀπό τήν πόλη στούς δρόμους καί στά μονοπάτια κι ἀνάγκασέ τους νά ἔρθουν, γιά νά γεμίσει τό σπίτι μου· γιατί σᾶς βεβαιώνω πώς κανένας ἀπό κείνους πού κάλεσα δέ θά γευτεῖ τό δεῖπνο μου. Γιατί πολλοί εἶναι οἱ καλεσμένοι, λίγοι ὅμως οἱ ἐκλεκτοί ”».

 

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Κολ. 3, 4-11)

Ἀδελφοί, ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ἡμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ. Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία, δι' ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας, ἐν οἷς καὶ ὑμεῖς περιεπατήσατέ ποτε, ὅτε ἐζῆτε ἐν αὐτοῖς· νυνὶ δὲ ἀπόθεσθε καὶ ὑμεῖς τὰ πάντα, ὀργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν· μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους, ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ” εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν, ὅπου οὐκ ἔνι Ἕλλην καὶ Ἰουδαῖος, περιτομὴ καὶ ἀκροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δοῦλος, ἐλεύθερος, ἀλλὰ τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστός.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἀδελφοί, ὅταν ὁ Χριστός, πού εἶναι ἡ ἀληθινή ζωή μας, φανερωθεῖ, τότε κι ἐσεῖς θά φανερωθεῖτε μαζί του δοξασμένοι στήν παρουσία του. Ἀπονεκρῶστε, λοιπόν, ὅ,τι σᾶς συνδέει μέ τό ἁμαρτωλό παρελθόν: Τήν πορνεία, τήν ἠθική ἀκαθαρσία, τό πάθος, τήν κακή ἐπιθυμία καί τήν πλεονεξία, πού εἶναι εἰδωλολατρία. Γιά ὅλα αὐτά θά πέσει ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ πάνω σ’ ἐκείνους πού δέ θέλουν νά πιστέψουν. Σ’ αὐτούς ἀνήκατε ἄλλοτε κι ἐσεῖς, ὅταν αὐτά τά πάθη δυνάστευαν τή ζωή σας. Τώρα ὅμως πετάξτε τά ὅλα αὐτά ἀπό πάνω σας: Τήν ὀργή, τό θυμό, τήν πονηρία, τήν κακολογία καί τήν αἰσχρολογία. Μή λέτε ψέματα ὁ ἕνας στόν ἄλλο, ἀφοῦ βγάλατε ἀπό πάνω σας τόν παλιό ἁμαρτωλό ἑαυτό σας μέ τίς συνήθειές του. Τώρα πιά ἔχετε ντυθεῖ τόν καινούριο ἄνθρωπο, πού ἀνανεώνεται συνεχῶς σύμφωνα μέ τήν εἰκόνα τοῦ δημιουργοῦ του, ὥστε μέ τή νέα ζωή του νά φτάσει στήν τέλεια γνώση τοῦ Θεοῦ. Σ’ αὐτή τή νέα κατάσταση δέν ὑπάρχουν πιά ἐθνικοί καί Ἰουδαῖοι, περιτμημένοι κι ἀπερίτμητοι, βάρβαροι, Σκύθες, δοῦλοι, ἐλεύθεροι· τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὅλα καί ὁ Χριστός τά διέπει ὅλα.

ΑΥΤΟΣΧΕΔΙΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΟΣΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΟΥ

«Ὁ Θεός ὁ ἀόρατος, ὁ ἀθάνατος, τό αἰώνιον, τό ἄπειρον, τό ἀτελεύτητον,  τό ἀνεξιχνίαστον, τό ἀμετάβλητον, ὁ Θεός ὁ ποιήσας τόν οὐρανόν και τήν γῆν καί πάντα τά ἐν αὐτοῖς, τόν ἥλιον, τήν σελήνην, τούς ἀστέρας, τάς θαλάσσας, τούς ὠκεανούς καί πάντα τά ἐν αὐτοῖς κινούμενα ζῶα, ὁ Θεός ὁ καθήμενος ἐπί θρόνου δόξης καί ἐπιβλέπων ἀβύσσους, ὁ γλυκύτατός μας Ἰησοῦς, μύριαι μυριάδες και χίλιαι  χιλιάδες παρεστηκότες ἄγγελοι καί ἀρχάγγελοι κύκλῳ τῆς ἀπροσίτου σου δόξης, τά πολυόμματα Χερουβείμ καί τά ἑξαπτέρυγα Σεραφείμ, τά κυκλοῦντα σε καί ἀναβοῶντα τόν γλυκύτατον καί ἀκατανόητον ὕμνον,  Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος, ἡ μεγάλη γέφυρα, ἡ μεγάλη διαλλαγή, ἡ μεγάλη συμφιλίωσις, ὁ μεγάλος σύνδεσμος ἡμῶν τῶν πεπτωκότων καί ἀχαρίστων ανθρώπων με τόν ἄναρχόν σου καί νενικηκότα πατέρα σου, ὁ γενόμενος τό θῦμα, ὁ ἀναλαβών τάς ἁμαρτίας ἡμῶν καί ἐκφέρων αὐτάς εἰς τόν Σταυρόν, δός και εἰς ἡμᾶς τούς ἁμαρτωλούς μία ἀκτίνα τῆς χάριτός σου καί βοήθησον ἡμᾶς καί δίδαξον ἡμᾶς καί φώτισον ἡμᾶς πῶς θά σέ ἀκολουθήσωμε, πῶς θά σέ ἀναπαύσωμε, πῶς θά σέ  εὐαρεστήσωμε, ἵνα γίνωμε καί ἡμεῖς μέτοχοι ἐκείνων τῶν ἀνεκλαλήτων αγαθῶν,  τά ὁποῖα ἑτοίμασε ἡ πατρική σου αγάπη, ταῖς πρεσβείαις τῆς γλυκυτάτης σου Μητρός καί πάντων σου τῶν ἀπ’ αἰῶνος εὐαρεστησάντων Σοι. Ἀμήν».

(Γλυκύτατε Ἰησοῦ, πού εἶσαι ὁ ἀόρατος Θεός, ὁ ἀθάνατος, ὁ αἰώνιος, ὁ ἄπειρος, ὁ ἀτελεύτητος, ὁ ἀνεξιχνίαστος, ὁ ἀμετάβλητος, ὁ Θεός πού δημιούργησε τόν οὐρανό καί τή γῆ καί ὅλα ὅσα βρίσκονται σ’ αὐτά, τόν ἥλιο, τή σελήνη, τά ἀστέρια, τίς θάλασσες, τούς ὠκεανούς καί ὅλα τά ζῶα πού κινοῦνται μέσα σ’ αὐτούς, ὁ Θεός πού κάθεται σέ θρόνο δόξας καί ἐπιβλέπει τίς ἀβύσσους, πού μύριες μυριάδες καί χίλιες χιλιάδες ἄγγελοι καί ἀρχάγγελοι παρίστανται γύρω ἀπό τήν ἀπρόσιτη δόξα σου, πού τά πολυόμματα Χερουβείμ καί τά ἑξαπτέρυγα Σεραφείμ σέ κυκλώνουν καί ἀναβοοῦν τόν γλυκύτατο καί ἀκατανόητο ὕμνο, Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος˙  Σύ, Κύριε, πού εἶσαι ἡ μεγάλη γέφυρα, ἡ μεγάλη διαλλαγή, ἡ μεγάλη συμφιλίωση, ὁ μεγάλος σύνδεσμος ἡμῶν, τῶν πεσμένων στήν ἁμαρτία καί ἀχαρίστων ἀνθρώπων, μέ τόν ἀναρχό σου καί παντοδύναμο Πατέρα σου, Σύ πού ἔγινες τό θύμα καί ἀνέλαβες τίς ἁμαρτίες μας καί τίς ἔφερες πάνω στόν Σταυρό, δῶσε καί σέ ἐμᾶς τούς ἁμαρτωλούς μία ἀκτίνα τῆς χάρης Σου καί βοήθησέ μας καί δίδαξέ μας καί φώτισέ μας πῶς θά Σέ ἀκολουθήσουμε, πῶς θά Σέ ἀναπαύσουμε, πῶς θά Σέ εὐαρεστήσουμε, προκειμένου νά γίνουμε καί ἐμεῖς μέτοχοι ὅλων τῶν ἀνεκλάλητων ἀγαθῶν πού ἑτοίμασε γιά μᾶς ἡ πατρική σου ἀγάπη, μέ τίς πρεσβεῖες τῆς γλυκύτατής Σου Μητέρας καί ὅλων τῶν ἁγίων πού ἀπαρχῆς Σέ εὐαρέστησαν. Ἀμήν).

Δέν πρόκειται γιά γραπτή προσευχή πού εἶχε ἐνώπιόν του ὁ μεγάλος σύγχρονος ὅσιος Γέρων Ἐφραίμ Κατουνακιώτης προκειμένου νά ἀναφέρεται δι’ αὐτῆς στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό - μολονότι ὅλη ἡ δομή καί τό περιεχόμενό της ἀπηχεῖ πράγματι τό σύνολο τῶν ἐκκλησιαστικῶν προσευχῶν πού μᾶς ἔχουν ἀφήσει οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι μία αὐτοσχέδια προσευχή πού κατέγραψε ἕνας προσκυνητής τοῦ ταπεινοῦ κελιοῦ του στήν περιοχή τῶν Κατουνακίων τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί πού ἀποτυπώνει αὐτό πού συνιστοῦσε περιεχόμενο καί ξεχείλισμα τῆς καρδιᾶς τοῦ μεγάλου ἡσυχαστῆ. Προσευχή πού εἶπε, κι ἴσως συνήθιζε νά λέγει, εὑρισκόμενος ἐνώπιον ἐνωπίῳ μέ κάποιον ἤ κάποιους πιστούς πού εἶχαν παρακαλέσει νά τούς μνημονεύει καί νά τούς συνοδεύει μέ τίς προσευχές του καί πού θεώρησε ὁ ἅγιος ὑποχρέωσή του νά πεῖ. Αὐτό δέν ἔκανε ὁ φωτεινός Γέροντας σέ κάθε ἕναν πού διάβαινε τό κελί του; Τόν ἀγκάλιαζε, τόν δεχόταν σάν τή μάνα όταν γυρίζει τό ἀγαπημένο παιδί της καί τόν γέμιζε μέ τά πνευματικά ἀγαθά μέ τά ὁποῖα ἦταν γεμάτη ἡ καρδιά του. Καί τό ἀποκορύφωμα τῆς δωρεᾶς του; Ἡ προσευχή ἀκριβῶς πού αὐτοσχεδίαζε γιά τή συγκεκριμένη ὥρα καί στιγμή. Νά ἀκοῦς τόν ἅγιο νά ἐπικαλεῖται τόν Κύριο γιά χάρη δική σου ἤ τῶν ὅποιων προσκυνητῶν βρίσκονταν ἐκεῖ!

Εἴμαστε εὐλογημένοι οἱ σημερινοί χριστιανοί πού μποροῦμε νά ἀκοῦμε, ὄχι μόνο νά διαβάζουμε, τήν προσευχή πού λέει ἕνας ἅγιος! Ὄχι μόνο τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με!» - ἔχουμε καταγραφές τῆς εὐχῆς αὐτῆς ὄχι μόνο ἀπό τόν ὅσιο Ἐφραίμ, ἀλλά καί ἀπό τούς ὁσίους Πορφύριο, Παϊσιο, Ἐφραίμ Φιλοθεϊτη κ.ἄ. σπουδαίους Γέροντες - ἀλλά καί μεγαλύτερες καί εὐρύτερες προσευχές σαν τήν παραπάνω. Καί συγκινεῖται κανείς ὄχι μόνο ἀπό τό περιεχόμενο τῶν προσευχῶν πού φέρουν τήν παντοδύναμη ἐνέργεια τοῦ Κυρίου, ἀλλά καί ἀπό τήν αἴσθηση πού ἀποκομίζει, καθώς ἀκούει τόν βιωματικό τρόπο ἐκφορᾶς τους, τόν ρυθμό τῆς ἐν Πνεύματι ἁγίω εὐχομένης ὕπαρξης τῶν ἁγίων, τούς κτύπους θά ἔλεγε κανείς τῆς ἴδιας τῆς βαθιᾶς καρδιᾶς τους!

Καί τί δείχνει πιό συγκεκριμένα ἡ αὐτοσχέδια αὐτή προσευχή τοῦ ὁσίου Ἐφραίμ; Τόν πιστό πού ὅλη ἡ ὕπαρξή του βρίσκεται μέσα στήν προσωπική παρουσία τοῦ Κυρίου καί ὅλου τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, καθώς γιά νά φτάσει στό συγκεκριμένο αἴτημά του: «δῶσε καί σέ ἐμᾶς τούς ἁμαρτωλούς…», ἔχει κάνει ὁμολογία πίστεως, ἔχει «ζωγραφίσει» δηλαδή ἐνώπιόν του τό τί εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός καί ἡ σχέση του μέ τόν Πατέρα καί τό ἅγιον Πνεῦμα. Πού σημαίνει: ἡ προσευχή γιά νά εἶναι ὀρθή καί ἀληθινή, πράγματι χριστιανική, πρέπει νά ἐκκινεῖ ἀπό τή δογματική συνείδηση τοῦ προσευχομένου – νά ἀναφέρεται κανείς στόν Θεό τόν ὁποῖο ἀπεκάλυψε ὁ Ἰησοῦς Χριστός καί ἔχει ὁμολογήσει σύνολη ἡ Ἐκκλησία μέ τό ἅγιο σύμβολο τῆς πίστεώς της. Ἰδιαιτέρως μάλιστα ὁ ὅσιος μεγάλος Γέρων γιά νά φτάσει στό σημεῖο τοῦ προσωπικοῦ αἰτήματος νιώθει τήν ἀνάγκη νά θυμίσει στόν ἑαυτό του καί τούς παρευρισκομένους τό πόσο ὁ παντοδύναμος Κύριος εἶναι πράγματι Κύριος ὁ Θεός μας, τόν Ὁποῖο δοξολογοῦν ὅλοι οἱ ἄγγελοι, «διπλοῦς τήν φύσιν ἀλλ’ οὐ τήν ὑπόστασιν», ὁ Θεός πού σαρκώθηκε καί ἔγινε ἄνθρωπος, γιά νά ἄρει τίς ἁμαρτίες μας καί νά μᾶς συμφιλιώσει μέ τόν Θεό Πατέρα κάνοντάς μας ἕνα μ’ Ἐκεῖνον. Κι ἀκόμη˙ εἶναι ὁ προσωπικός Θεός πού ἐνδιαφέρεται γιά ὅλη τή Δημιουργία Του μέχρι καί τοῦ ἐσχάτου ἀπό αὐτήν, πολύ περισσότερο συνεπῶς καί γιά τόν ἄνθρωπο τόν «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν» Ἐκείνου πλασμένου.

Καί ποιό εἶναι τό συγκεκριμένο αἴτημα; Αὐτό πού ἄν γίνει πιστευτό καί ἀποδεκτό ἀπό τούς ἀνθρώπους θά δοῦν νά ἐπιλύονται ὅλα τά βασικά προβλήματά τους! Τό «γενηθήτω τό θέλημά Σου». Καί ζητάει λοιπόν ὁ ἅγιος νά μᾶς διδάξει ὁ Κύριος «τοῦ ποιεῖν τό θέλημα Αὐτοῦ», προφανῶς ἔχοντας τήν ἀκλόνητη πεποίθηση ὅτι ἄν κανείς μάθει νά βρίσκεται ἐκεῖ πού εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ θά δεῖ ὅτι κάθε πρόβλημα χάνει τό «βάρος» του καί γίνεται ἐν πίστει ἀναβαθμός καί σκαλοπάτι ἀνόδου πρός τόν Κύριο καί τά ἀγαθά πού μᾶς ὑποσχέθηκε νά μᾶς δώσει. Κι ἐκεῖνο πού ἀκόμη περισσότερο μᾶς κάνει βεβαίως νά συγκινούμαστε ἀπό τόν ὅσιο Γέροντα, πέρα ἀπό τό βάθος τῆς προσευχῆς του, εἶναι καί ἡ ἀγαπητική καί «ἐρωτική» θά ἔλεγε κανείς προσέγγιση τοῦ Κυρίου. Ὁ Κύριος πού εἶναι ὁ παντοδύναμος Θεός, μπροστά στόν Ὁποῖο στέκουν μέ θάμβος ὅλοι οἱ ἄγγελοι καί οἱ ἀρχάγγελοι, εἶναι ὁ «γλυκύτατος Ἰησοῦς». Γιατί; Διότι «ἔκλινεν οὐρανούς καί κατέβη» καί ἔγινε «ἡ γέφυρα, ἡ διαλλαγή, ἡ συμφιλίωση, ὁ σύνδεσμός» μας μέ τόν Θεό Πατέρα - ἡ δική μας ἀγάπη ἀποτελεῖ τήν ἀνταπόκριση στή δική Του ἀπειρία ἀγάπης, ὅπως τό σημειώνει καί ὁ Εὐαγγελιστής τῆς ἀγάπης: «Ἡμεῖς ἀγαπῶμεν ὅτι Αὐτός πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς». Ὁπότε καταλαβαίνουμε: τό δόγμα τῆς πίστεως ὁδηγεῖ τόν ἀληθινό πιστό ὄχι σέ μία σκληρή καί ἄκαμπτη στάση, δηλαδή σέ μία σκληροκαρδία!, ἀλλά σέ μία τρυφερότητα καί ἀγάπη, πού ἀντιστοιχεῖ χάριτι Θεού στόν ἐνανθρωπήσαντα Κύριο. Μ’ ἕναν λόγο: στήν προσευχή τοῦ ὁσίου Ἐφραίμ, στήν προσευχή τῶν ἁγίων, βλέπουμε τόν Θεό νά περιπατεῖ καί νά λειτουργεῖ μέσω αὐτῶν!

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΜΗΝΑΣ Ο ΚΑΛΛΙΚΕΛΑΔΟΣ, ΕΡΜΟΓΕΝΗΣ ΚΑΙ ΕΥΓΡΑΦΟΣ

«Οι άγιοι αυτοί ζούσαν επί της βασιλείας του Μαξιμίνου. Όταν κάποτε ζήτησαν οι Αλεξανδρείς βοήθεια, λόγω κάποιων που επαναστάτησαν, αποστάληκε από τον βασιλιά ο Μηνάς για να επιλύσει το πρόβλημα. Διότι είχε εκπαιδευτεί σε κάθε σοφία και είχε εξασκηθεί στους ρητορικούς λόγους, επειδή είχε μείνει το μεγαλύτερο διάστημα στην Αθήνα και είχε μετάσχει στην ευγλωττία τους, ως Αθηναίος κατά την καταγωγή. Αυτός λοιπόν φθάνοντας στην Αλεξάνδρεια όχι μόνον διευθέτησε το πρόβλημα, διαλύοντας κάθε αμφιβολία τους και ένσταση, αλλά έπεισε και αυτούς που παραδέχονταν τον λόγο της χριστιανικής πίστεως να είναι πιο σταθεροί, όπως και θεράπευσε πολλούς από τους ασθενείς. Γι’  αυτό ο βασιλιάς που έμαθε τι συνέβη, στέλνει τον έπαρχο Ερμογένη, με την εντολή να απομακρύνει τον Μηνά από την πίστη των χριστιανών, κι αν δεν πειστεί, να τον σκοτώσει με ποικίλα βασανιστήρια. Αυτός λοιπόν εξέτασε τον άγιο, κι επειδή δεν τον έπειθε, αλλά τον έβλεπε να του αντιλέγει, πρώτα μεν βγάζει τα πέλματα από τα πόδια του, βγάζει τα μάτια του και κόβει τη γλώσσα του. Όταν όμως είδε ότι τα κομμένα μέρη του σώματος του αγίου ιάθηκαν κατά παράδοξο τρόπο, και ότι δύο άγγελοι σκέπαζαν το κεφάλι του αγίου Μηνά, άλλαξε και πίστεψε στον Χριστό, οπότε δέχτηκε το βάπτισμα από τον άγιο Μηνά, κι ακόμη: έλαβε το αξίωμα της αρχιερωσύνης από τους συνελθόντες επισκόπους της περιοχής. Πληροφορούμενος αυτά ο βασιλιάς, έρχεται στην Αλεξάνδρεια. Φέρνοντας αυτούς πια ενώπιον του, επιχειρεί να τους απομακρύνει από την χριστιανική πίστη. Καθώς βέβαια δεν μπόρεσε να τους πείσει, διέταξε να κτυπηθεί η κοιλιά του Ερμογένη με λόγχη, να κοπούν τα χέρια και τα πόδια του, και να ριχτεί σε σχάρα φωτιάς, ό,τι δε απομείνει από το σώμα του να ριχτεί στον ποταμό. Στον δε άγιο Μηνά, διέταξε να αναρτηθεί σε σκοτεινό τόπο και να κρεμαστεί βαρύτατος λίθος από τα πόδια του. Όταν λοιπόν τελέστηκαν αυτά, κατά την προσταγή του βασιλιά, με θεία δύναμη των αγγέλων οι άγιοι διαφυλάχτηκαν σώοι και εμφανίστηκαν στον βασιλιά και τον έλεγχαν, καθώς αυτός συνέχιζε να ασεβεί. Τότε ο άγιος Εύγραφος, που ήταν ο γραμματέας του αγίου Μηνά, ομολόγησε με παρρησία τον Χριστό, και είπε πολλά κατά του βασιλιά, υβρίζοντάς τον γι’ αυτά που έκανε. Ο δε βασιλιάς, μη υποφέροντας την ήττα και τον έλεγχό του, γεμάτος από θυμό, έβγαλε μαχαίρι και σκότωσε με το χέρι του τον Εύγραφο. Σκοτώθηκαν τότε και ο άγιος Μηνάς και ο Ερμογένης με τα μαχαίρια των υπηρετών του βασιλιά, οι οποίοι επιτέθηκαν σ’ αυτούς. Τα τίμια λείψανά τους με θείο πρόσταγμα πάρθηκαν και κατατέθηκαν στο Βυζάντιο, όπου τώρα βρίσκονται κάνοντας θαύματα και άπειρα σημεία».

Αστέρες πολύφωτοι, κατά τον άγιο Ιωσήφ τον υμνογράφο, είναι για την Εκκλησία οι σήμερα εορταζόμενοι άγιοι. Αστέρες που φωτίζουν όλη τη δημιουργία με το φως πρώτα των θαυμαστών αγώνων τους, έπειτα με τις λάμψεις των θαυμάτων τους. Εκείνο που ανέδειξε τους αγίους αυτούς σ’  αυτό το ύψος, κατά την Εκκλησία μας, και τους έκανε να σβήσουν τη φωτιά της αθεΐας,   είναι η φλόγα του ενθέου ζήλου τους («ενθέω ζήλω πυρούμενοι, το πυρ της της αθεΐας κατέσβεσαν»), όπως και το γεγονός ότι και αυτοί οι άγιοι, σαν όλους τους άλλους, μετέθεσαν τη βάση της ζωής τους στον Χριστό, τόσο που και ο ίδιος ο θάνατος να τους φαίνεται κάτι το γλυκύ. «Γλυκός είναι για μένα ο θάνατος που πεθαίνω, φώναζε ο Ερμογένης. Για μένα η ζωή είναι ο Χριστός, κι ο θάνατος άπειρο κέρδος. Ας κοπούν λοιπόν τα μέλη μου». Είναι η χαρισματική εμπειρία όλων των αγίων, που φανερώνει ότι όπου έχει σκηνώσει η φλόγα της πίστεως στον Χριστό, εκεί και τα μεγαλύτερα βάσανα, και οι μεγαλύτερες θλίψεις και δοκιμασίες, μπορούν να αντιμετωπιστούν με μεγάλη υπομονή. Κι είναι τούτο ακριβώς το μήνυμα, θα λέγαμε, που δίνουν και σε εμάς σήμερα οι άγιοι, σε εμάς που όντως υφιστάμεθα θλίψεις και δοκιμασίες, αλλά που τελικώς το ζητούμενο δεν είναι η εξάλειψη των δοκιμασιών, αλλά η αύξηση της πίστεώς μας: να φλογιστεί και η δική μας η καρδιά από το πυρ του Χριστού.

Οι ύμνοι της Εκκλησίας μας επικεντρώνουν, πέραν των γενικών αναφορών τους, στου καθενός σημερινού αγίου το μαρτύριο, αλλά και το χάρισμα. Για παράδειγμα, το χάρισμα λόγου του αγίου Μηνά, με τις τόσες σπουδές και την κοσμική σοφία, γίνεται αφορμή στον υμνογράφο να τονίσει το πόσο χρησιμοποίησε την εξασκημένη γλώσσα του για την εξαγγελία της ορθής πίστεως και τα σωτήρια δόγματα. «Πράγματι η γλώσσα σου, αθλητή Μηνά καλλικέλαδε, αναδείχτηκε σαν κάλαμος ταχυγράφου γραμματέα, που ρητορεύει με σαφήνεια την χριστιανική πίστη και τα σωτήρια δόγματα, με τα οποία δοξάστηκε ο Θεός». Κι είναι βεβαίως σαν να λέει η Εκκλησία μας, ότι και του κάθε πιστού το όποιο χάρισμα, πολύ περισσότερο εκείνου που έχει κι αυτός το χάρισμα του λόγου,  πρέπει να βρίσκεται σ’ αυτήν την αναγωγική πάντοτε πορεία: να δοξολογεί τον Θεό. Όπως το σημειώνει και ο απόστολος Παύλος, ακόμη και για τα απλούστατα, καθημερινά πράγματα της ζωής μας: «είτε εσθίετε είτε πίνετε πάντα εις δόξαν Θεού ποιείτε». Ακόμη και το φαγητό και το πιοτό μας, πρέπει να γίνεται έτσι ώστε να δοξάζεται ο Θεός -  ό,τι ακολουθείται ως πρακτική από πολλούς, κυρίως δε μοναχούς, οι οποίοι πριν πιουν το ποτήρι νερού, κάνουν το σημείο του σταυρού.

Εκεί που πράγματι υπάρχει η έκπληξη είναι η απότομη μεταβολή του αγίου Ερμογένους του επάρχου. Γίνεται όργανο του τυράννου βασιλιά, όπως και του αρχεκάκου διαβόλου, καθώς υποβάλλει σε σκληρά βασανιστήρια τον άγιο Μηνά. Κι όμως! Ο Θεός του δίνει τη χάρη, μέσα σ’ αυτήν την τραγικότητα, να δει αγγέλους. Άβυσσος τα κρίματα του Θεού! Κι όχι μόνο μεταστρέφεται, δεχόμενος εκείνη την ώρα το βάπτισμα του Κυρίου, αλλά και οι επίσκοποι της περιοχής φωτίζονται από τον Θεό για να τον κρίνουν άξιο της αρχιερωσύνης!!! Κατάλυση κάθε τυπικού και κάθε θεωρούμενου κανόνα. Αλλά είναι γνωστό: «όπου βούλεται Θεός, νικάται φύσεως τάξις». Ο υμνογράφος, ο άγιος Ιωσήφ, πράγματι δεν μπορεί να μην επισημάνει το θαυμαστό γεγονός: «Υπήρξε αθρόα η μεταβολή του Ερμογένη προς τον Κύριο με σαφή τρόπο. Διότι καθαρίζεται από την αμαρτία με το λουτρό του βαπτίσματος και με θεϊκή κρίση αναλαμβάνει το φως της αρχιερωσύνης, φωτίζοντας πια αυτούς που ζούσαν στη νύκτα των δεινών αμαρτιών». Θυμίζει η περίπτωσή του βεβαίως την κλήση του αγίου Ματθαίου του ευαγγελιστή από τον Κύριο ή την κλήση του αποστόλου Παύλου: κλήθηκαν την ώρα της αμαρτίας τους. Ο ένας απομυζούσε με τους φόρους τους συνανθρώπους του, ο άλλος δίωκε τους χριστιανούς!  

Και η επιβεβαίωση σε όλα αυτά τα παράδοξα και «ανάποδα», που η δική μας η λογική μπορεί να μη τα δέχεται, έρχεται στο τέλος του μαρτυρίου και των τριών: όχι κάποιοι ευλαβείς χριστιανοί, αλλά ο ίδιος ο Κύριος αναλαμβάνει τα λείψανά τους από το ποτάμι που ρίχτηκαν – πόσο άγια πράττουμε οι ορθόδοξοι που τιμούμε τόσο τα λείψανα των αγίων μας: «προσκυνώ τα λείψανα» που λέει και ο άγιος Ιωσήφ – για να τα εναποθέσει σε χώρο που θα τιμηθούν δεόντως από τους χριστιανούς. Οπότε ο συνειρμός του αγίου υμνογράφου είναι δεδομένος: ο Κύριος τα έσωσε, όπως παλαιότερα έσωσε από την κοιλιά του θαλασσίου κήτους τον προφήτη Ιωνά. Συνεπώς, όπως και ο Ιωνάς προτύπωσε την ταφή του Κυρίου, έτσι και λείψανα πια αυτά οδηγήθηκαν σε ταφή, άρα είναι έτοιμα και να προσφέρουν την χάρη στους πιστούς και να δεχτούν την ανάσταση κατά τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. «Σώζεις, παντοδύναμε Κύριε, τον Ιωνά από το θηρίο, ο οποίος προτύπωνε την ταφή σου. Τα δε σώματα των μαρτύρων που είχαν ριχτεί στο πέλαγος, τα οδηγείς σε γαληνότατο λιμάνι της ταφής τους, όπως είναι το θείο θέλημά Σου, για ευεργεσία ημών των πιστών».