«Ὁ Θεός ὁ ἀόρατος, ὁ
ἀθάνατος, τό αἰώνιον, τό ἄπειρον, τό ἀτελεύτητον, τό ἀνεξιχνίαστον, τό ἀμετάβλητον, ὁ Θεός ὁ
ποιήσας τόν οὐρανόν και τήν γῆν καί πάντα τά ἐν αὐτοῖς, τόν ἥλιον, τήν σελήνην,
τούς ἀστέρας, τάς θαλάσσας, τούς ὠκεανούς καί πάντα τά ἐν αὐτοῖς κινούμενα ζῶα,
ὁ Θεός ὁ καθήμενος ἐπί θρόνου δόξης καί ἐπιβλέπων ἀβύσσους, ὁ γλυκύτατός μας Ἰησοῦς,
μύριαι μυριάδες και χίλιαι χιλιάδες
παρεστηκότες ἄγγελοι καί ἀρχάγγελοι κύκλῳ τῆς ἀπροσίτου σου δόξης, τά πολυόμματα
Χερουβείμ καί τά ἑξαπτέρυγα Σεραφείμ, τά κυκλοῦντα σε καί ἀναβοῶντα τόν
γλυκύτατον καί ἀκατανόητον ὕμνον, Ἅγιος,
Ἅγιος, Ἅγιος, ἡ μεγάλη γέφυρα, ἡ μεγάλη διαλλαγή, ἡ μεγάλη συμφιλίωσις, ὁ
μεγάλος σύνδεσμος ἡμῶν τῶν πεπτωκότων καί ἀχαρίστων ανθρώπων με τόν ἄναρχόν σου
καί νενικηκότα πατέρα σου, ὁ γενόμενος τό θῦμα, ὁ ἀναλαβών τάς ἁμαρτίας ἡμῶν
καί ἐκφέρων αὐτάς εἰς τόν Σταυρόν, δός και εἰς ἡμᾶς τούς ἁμαρτωλούς μία ἀκτίνα
τῆς χάριτός σου καί βοήθησον ἡμᾶς καί δίδαξον ἡμᾶς καί φώτισον ἡμᾶς πῶς θά σέ ἀκολουθήσωμε,
πῶς θά σέ ἀναπαύσωμε, πῶς θά σέ εὐαρεστήσωμε,
ἵνα γίνωμε καί ἡμεῖς μέτοχοι ἐκείνων τῶν ἀνεκλαλήτων αγαθῶν, τά ὁποῖα ἑτοίμασε ἡ πατρική σου αγάπη, ταῖς
πρεσβείαις τῆς γλυκυτάτης σου Μητρός καί πάντων σου τῶν ἀπ’ αἰῶνος εὐαρεστησάντων
Σοι. Ἀμήν».
(Γλυκύτατε Ἰησοῦ, πού εἶσαι ὁ ἀόρατος Θεός, ὁ ἀθάνατος, ὁ
αἰώνιος, ὁ ἄπειρος, ὁ ἀτελεύτητος, ὁ ἀνεξιχνίαστος, ὁ ἀμετάβλητος, ὁ Θεός πού
δημιούργησε τόν οὐρανό καί τή γῆ καί ὅλα ὅσα βρίσκονται σ’ αὐτά, τόν ἥλιο, τή
σελήνη, τά ἀστέρια, τίς θάλασσες, τούς ὠκεανούς καί ὅλα τά ζῶα πού κινοῦνται
μέσα σ’ αὐτούς, ὁ Θεός πού κάθεται σέ θρόνο δόξας καί ἐπιβλέπει τίς ἀβύσσους, πού
μύριες μυριάδες καί χίλιες χιλιάδες ἄγγελοι καί ἀρχάγγελοι παρίστανται γύρω ἀπό
τήν ἀπρόσιτη δόξα σου, πού τά πολυόμματα Χερουβείμ καί τά ἑξαπτέρυγα Σεραφείμ
σέ κυκλώνουν καί ἀναβοοῦν τόν γλυκύτατο καί ἀκατανόητο ὕμνο, Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος˙
Σύ, Κύριε, πού εἶσαι ἡ μεγάλη γέφυρα, ἡ
μεγάλη διαλλαγή, ἡ μεγάλη συμφιλίωση, ὁ μεγάλος σύνδεσμος ἡμῶν, τῶν πεσμένων
στήν ἁμαρτία καί ἀχαρίστων ἀνθρώπων, μέ τόν ἀναρχό σου καί παντοδύναμο Πατέρα
σου, Σύ πού ἔγινες τό θύμα καί ἀνέλαβες τίς ἁμαρτίες μας καί τίς ἔφερες πάνω
στόν Σταυρό, δῶσε καί σέ ἐμᾶς τούς ἁμαρτωλούς μία ἀκτίνα τῆς χάρης Σου καί
βοήθησέ μας καί δίδαξέ μας καί φώτισέ μας πῶς θά Σέ ἀκολουθήσουμε, πῶς θά Σέ ἀναπαύσουμε,
πῶς θά Σέ εὐαρεστήσουμε, προκειμένου νά γίνουμε καί ἐμεῖς μέτοχοι ὅλων τῶν ἀνεκλάλητων
ἀγαθῶν πού ἑτοίμασε γιά μᾶς ἡ πατρική σου ἀγάπη, μέ τίς πρεσβεῖες τῆς
γλυκύτατής Σου Μητέρας καί ὅλων τῶν ἁγίων πού ἀπαρχῆς Σέ εὐαρέστησαν. Ἀμήν).
Δέν πρόκειται γιά γραπτή προσευχή πού εἶχε ἐνώπιόν του ὁ
μεγάλος σύγχρονος ὅσιος Γέρων Ἐφραίμ Κατουνακιώτης προκειμένου νά ἀναφέρεται
δι’ αὐτῆς στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό - μολονότι ὅλη ἡ δομή καί τό περιεχόμενό της ἀπηχεῖ
πράγματι τό σύνολο τῶν ἐκκλησιαστικῶν προσευχῶν πού μᾶς ἔχουν ἀφήσει οἱ ἅγιοι
Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι μία αὐτοσχέδια προσευχή πού κατέγραψε ἕνας
προσκυνητής τοῦ ταπεινοῦ κελιοῦ του στήν περιοχή τῶν Κατουνακίων τοῦ Ἁγίου Ὄρους
καί πού ἀποτυπώνει αὐτό πού συνιστοῦσε περιεχόμενο καί ξεχείλισμα τῆς καρδιᾶς
τοῦ μεγάλου ἡσυχαστῆ. Προσευχή πού εἶπε, κι ἴσως συνήθιζε νά λέγει, εὑρισκόμενος
ἐνώπιον ἐνωπίῳ μέ κάποιον ἤ κάποιους πιστούς πού εἶχαν παρακαλέσει νά τούς
μνημονεύει καί νά τούς συνοδεύει μέ τίς προσευχές του καί πού θεώρησε ὁ ἅγιος ὑποχρέωσή
του νά πεῖ. Αὐτό δέν ἔκανε ὁ φωτεινός Γέροντας σέ κάθε ἕναν πού διάβαινε τό
κελί του; Τόν ἀγκάλιαζε, τόν δεχόταν σάν τή μάνα όταν γυρίζει τό ἀγαπημένο
παιδί της καί τόν γέμιζε μέ τά πνευματικά ἀγαθά μέ τά ὁποῖα ἦταν γεμάτη ἡ
καρδιά του. Καί τό ἀποκορύφωμα τῆς δωρεᾶς του; Ἡ προσευχή ἀκριβῶς πού αὐτοσχεδίαζε
γιά τή συγκεκριμένη ὥρα καί στιγμή. Νά ἀκοῦς τόν ἅγιο νά ἐπικαλεῖται τόν Κύριο
γιά χάρη δική σου ἤ τῶν ὅποιων προσκυνητῶν βρίσκονταν ἐκεῖ!
Εἴμαστε εὐλογημένοι οἱ σημερινοί χριστιανοί πού μποροῦμε
νά ἀκοῦμε, ὄχι μόνο νά διαβάζουμε, τήν προσευχή πού λέει ἕνας ἅγιος! Ὄχι μόνο
τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με!» - ἔχουμε καταγραφές τῆς εὐχῆς αὐτῆς ὄχι
μόνο ἀπό τόν ὅσιο Ἐφραίμ, ἀλλά καί ἀπό τούς ὁσίους Πορφύριο, Παϊσιο, Ἐφραίμ
Φιλοθεϊτη κ.ἄ. σπουδαίους Γέροντες - ἀλλά καί μεγαλύτερες καί εὐρύτερες
προσευχές σαν τήν παραπάνω. Καί συγκινεῖται κανείς ὄχι μόνο ἀπό τό περιεχόμενο
τῶν προσευχῶν πού φέρουν τήν παντοδύναμη ἐνέργεια τοῦ Κυρίου, ἀλλά καί ἀπό τήν
αἴσθηση πού ἀποκομίζει, καθώς ἀκούει τόν βιωματικό τρόπο ἐκφορᾶς τους, τόν
ρυθμό τῆς ἐν Πνεύματι ἁγίω εὐχομένης ὕπαρξης τῶν ἁγίων, τούς κτύπους θά ἔλεγε
κανείς τῆς ἴδιας τῆς βαθιᾶς καρδιᾶς τους!
Καί τί δείχνει πιό συγκεκριμένα ἡ αὐτοσχέδια αὐτή
προσευχή τοῦ ὁσίου Ἐφραίμ; Τόν πιστό πού ὅλη ἡ ὕπαρξή του βρίσκεται μέσα στήν
προσωπική παρουσία τοῦ Κυρίου καί ὅλου τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, καθώς γιά νά φτάσει
στό συγκεκριμένο αἴτημά του: «δῶσε καί σέ ἐμᾶς τούς ἁμαρτωλούς…», ἔχει κάνει ὁμολογία
πίστεως, ἔχει «ζωγραφίσει» δηλαδή ἐνώπιόν του τό τί εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός καί ἡ
σχέση του μέ τόν Πατέρα καί τό ἅγιον Πνεῦμα. Πού σημαίνει: ἡ προσευχή γιά νά εἶναι
ὀρθή καί ἀληθινή, πράγματι χριστιανική, πρέπει νά ἐκκινεῖ ἀπό τή δογματική
συνείδηση τοῦ προσευχομένου – νά ἀναφέρεται κανείς στόν Θεό τόν ὁποῖο ἀπεκάλυψε
ὁ Ἰησοῦς Χριστός καί ἔχει ὁμολογήσει σύνολη ἡ Ἐκκλησία μέ τό ἅγιο σύμβολο τῆς
πίστεώς της. Ἰδιαιτέρως μάλιστα ὁ ὅσιος μεγάλος Γέρων γιά νά φτάσει στό σημεῖο
τοῦ προσωπικοῦ αἰτήματος νιώθει τήν ἀνάγκη νά θυμίσει στόν ἑαυτό του καί τούς
παρευρισκομένους τό πόσο ὁ παντοδύναμος Κύριος εἶναι πράγματι Κύριος ὁ Θεός
μας, τόν Ὁποῖο δοξολογοῦν ὅλοι οἱ ἄγγελοι, «διπλοῦς τήν φύσιν ἀλλ’ οὐ τήν ὑπόστασιν»,
ὁ Θεός πού σαρκώθηκε καί ἔγινε ἄνθρωπος, γιά νά ἄρει τίς ἁμαρτίες μας καί νά μᾶς
συμφιλιώσει μέ τόν Θεό Πατέρα κάνοντάς μας ἕνα μ’ Ἐκεῖνον. Κι ἀκόμη˙ εἶναι ὁ
προσωπικός Θεός πού ἐνδιαφέρεται γιά ὅλη τή Δημιουργία Του μέχρι καί τοῦ ἐσχάτου
ἀπό αὐτήν, πολύ περισσότερο συνεπῶς καί γιά τόν ἄνθρωπο τόν «κατ’ εἰκόνα καί
καθ’ ὁμοίωσιν» Ἐκείνου πλασμένου.
Καί ποιό εἶναι τό συγκεκριμένο αἴτημα; Αὐτό πού ἄν γίνει πιστευτό καί ἀποδεκτό ἀπό τούς ἀνθρώπους θά δοῦν νά ἐπιλύονται ὅλα τά βασικά προβλήματά τους! Τό «γενηθήτω τό θέλημά Σου». Καί ζητάει λοιπόν ὁ ἅγιος νά μᾶς διδάξει ὁ Κύριος «τοῦ ποιεῖν τό θέλημα Αὐτοῦ», προφανῶς ἔχοντας τήν ἀκλόνητη πεποίθηση ὅτι ἄν κανείς μάθει νά βρίσκεται ἐκεῖ πού εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ θά δεῖ ὅτι κάθε πρόβλημα χάνει τό «βάρος» του καί γίνεται ἐν πίστει ἀναβαθμός καί σκαλοπάτι ἀνόδου πρός τόν Κύριο καί τά ἀγαθά πού μᾶς ὑποσχέθηκε νά μᾶς δώσει. Κι ἐκεῖνο πού ἀκόμη περισσότερο μᾶς κάνει βεβαίως νά συγκινούμαστε ἀπό τόν ὅσιο Γέροντα, πέρα ἀπό τό βάθος τῆς προσευχῆς του, εἶναι καί ἡ ἀγαπητική καί «ἐρωτική» θά ἔλεγε κανείς προσέγγιση τοῦ Κυρίου. Ὁ Κύριος πού εἶναι ὁ παντοδύναμος Θεός, μπροστά στόν Ὁποῖο στέκουν μέ θάμβος ὅλοι οἱ ἄγγελοι καί οἱ ἀρχάγγελοι, εἶναι ὁ «γλυκύτατος Ἰησοῦς». Γιατί; Διότι «ἔκλινεν οὐρανούς καί κατέβη» καί ἔγινε «ἡ γέφυρα, ἡ διαλλαγή, ἡ συμφιλίωση, ὁ σύνδεσμός» μας μέ τόν Θεό Πατέρα - ἡ δική μας ἀγάπη ἀποτελεῖ τήν ἀνταπόκριση στή δική Του ἀπειρία ἀγάπης, ὅπως τό σημειώνει καί ὁ Εὐαγγελιστής τῆς ἀγάπης: «Ἡμεῖς ἀγαπῶμεν ὅτι Αὐτός πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς». Ὁπότε καταλαβαίνουμε: τό δόγμα τῆς πίστεως ὁδηγεῖ τόν ἀληθινό πιστό ὄχι σέ μία σκληρή καί ἄκαμπτη στάση, δηλαδή σέ μία σκληροκαρδία!, ἀλλά σέ μία τρυφερότητα καί ἀγάπη, πού ἀντιστοιχεῖ χάριτι Θεού στόν ἐνανθρωπήσαντα Κύριο. Μ’ ἕναν λόγο: στήν προσευχή τοῦ ὁσίου Ἐφραίμ, στήν προσευχή τῶν ἁγίων, βλέπουμε τόν Θεό νά περιπατεῖ καί νά λειτουργεῖ μέσω αὐτῶν!