10 Ιουνίου 2023

Ο ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

 ῞Αγιος εἶναι μάρτυρας. Αὐτός πού ὁμολογεῖ (μαρτυρεῖ) τόν Χριστό ὡς Κύριο καί Θεό του («πᾶς ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοί ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγώ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς»), κυρίως ὅμως αὐτός πού Τόν ὁμολογεῖ (μαρτυρεῖ) μέ τίς πράξεις τῆς καθημερινότητάς του, τηρώντας τόν λόγο Του καί ζώντας τή Ζωή Ἐκείνου μέχρι θανάτου. Κι αὐτό γιατί σ᾽ ἕναν κόσμο πεσμένο στήν ἁμαρτία πού ὁ ἐγωϊσμός καί τό συμφέρον συνιστοῦν τήν προτεραιότητα, ἡ πιστότητα στό θέλημα τοῦ Θεοῦ θεωρεῖται ἐλάττωμα πού πρέπει νά ἐξαφανιστεῖ. ῾Ο κόσμος τῆς ἁμαρτίας δέν ἀνέχεται τό διαφορετικό ἀπό αὐτόν. Τό διαφορετικό ἀποτελεῖ ἔλεγχο τῆς ἁμαρτίας του, γι᾽ αὐτό καί ἐπιδιώκει πάντοτε τόν ἐξαφανισμό του. Κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου: «πᾶς ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τό φῶς καί οὐκ ἔρχεται πρός τό φῶς, ἵνα μή ἐλεγχθῇ τά ἔργα αὐτοῦ».

Ὁπότε ἅγιος καταρχάς εἶναι ὁ ὁμολογητής μάρτυρας πού ἔδωσε καί τή ζωή του γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ καί τό αἷμα του ἀποτέλεσε τή σφραγίδα  γνησιότητας τῆς πίστεώς του. Μία εἰκόνα τοῦ ἀπολυτικίου τῶν ἁγίων Πάντων μᾶς δίνει ποιητικά τήν ἀλήθεια αὐτή. «Ἡ Εκκλησία σου, Χριστέ, στολισμένη μέ τά αἵματα τῶν μαρτύρων σου ὅλου τοῦ κόσμου σάν μέ πορφύρα κι ἀκριβό μετάξι» («Τῶν ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ μαρτύρων σου, ὡς πορφύραν καί βύσσον τά αἵματα ἡ ᾽Εκκλησία Σου στολισαμένη...». Πορφυρό εἶναι τό χρῶμα τοῦ ἐνδύματος τῆς ᾽Εκκλησίας, λόγω τοῦ αἵματος τῶν μαρτύρων της, ὅπως τό πανάχραντο αἶμα τοῦ Χριστοῦ ἔβαψε τόν Σταυρό Του. Γι᾽ αὐτό καί τό μαρτύριο ἀποτελεῖ τή φυσιολογία τῆς Ἐκκλησίας. «Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσιν» εἶπε ὁ Χριστός.

Συνεπῶς ὁ μεγαλύτερος κίνδυνος γιά τήν ᾽Εκκλησία εἶναι ἡ λεγόμενη ἐκκοσμίκευση: ἡ ᾽Εκκλησία (κατά τό ἀνθρώπινό της) νά συσχηματισθεῖ μέ τόν κόσμο, νά γίνει καί ἡ ἴδια κόσμος. Ἀποτέλεσμα; Ἀντί νά εἶναι τό ἅλας τῆς γῆς, νά χάνει τήν ἁλιστική δύναμή της, τή χάρη τοῦ Θεοῦ, καί «νά πετιέται καί νά ποδοπατιέται ἀπό τούς ἀνθρώπους»! Γι᾽ αὐτό καί οἱ ἅγιοι, τίς εἰρηνικές ἐποχές πού ὅλα φαίνονται ὅτι βαίνουν καλῶς, τίς θεωροῦν ὡς τίς πιό ἐπικίνδυνες καί καλοῦν τούς πιστούς σέ συνεχή ἐγρήγορση.

Ἡ ἐγρήγορση αὐτή, ἡ διαρκής δηλαδή ἔνταση νά τηρεῖ ὁ πιστός τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, προβάλλει τό ἄλλο μαρτύριο πού δέχεται ἡ Ἐκκλησία, αὐτό τῆς συνειδήσεως. Τό μαρτύριο τοῦ αἵματος δηλώνει ἀσφαλῶς τή γνησιότητα τῆς πίστεως, ἀλλά καί ὁ ἀγώνας νά βρίσκεται κανείς στήν Ὁδό  τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μικρότερο μαρτύριο – τέτοιο μάλιστα πού θεωρεῖται προϋπόθεση τοῦ πρώτου. Ἄς σκεφτοῦμε πόση προσπάθεια καί χάρη Θεοῦ ἀπαιτεῖται γιά νά ἔχει κανείς τήν καρδιά του ὁλοκληρωτικά στήν ἀγάπη στόν Θεό καί στόν συνάνθρωπο, ἰδίως τόν θεωρούμενο ἐχθρό! Ἴσως αὐτό νά ὑπερβαίνει καί τό μαρτύριο τοῦ αἵματος! Κι ὅμως αὐτό ζητάει ὁ Κύριος. «Φλέγομαι ἀπό τόν πόθο νά μαρτυρήσω γιά τόν Χριστό, εἶπε ἀρχάριος μοναχός σέ ἔμπειρο Γέροντα. - Ἄν τήν ὥρα τοῦ πειρασμοῦ σηκώσης εὐχαρίστως τό βάρος τοῦ ἀδελφοῦ σου, ἀποκρίθηκε ἐκεῖνος, εἶναι σάν νά ρίχτηκες στήν κάμινο τῶν τριῶν Παίδων» (Γεροντικό).

 Μάρτυρας λοιπόν κατά τήν ᾽Εκκλησία ὁ κάθε πιστός: εἴτε πάντοτε τῆς συνειδήσεως εἴτε καί τοῦ αἵματος, ἄν τό ζητήσει ἡ ἐποχή. Ὁπότε ὁ κάθε πιστός εἶναι ἅγιος.

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Ματθ. 10, 32-33, 37-38. 19, 27-30)

Εἶπεν ὁ Κύριος· πᾶς ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων,
ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς·
ὅστις δ ̓ ἂν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτὸν κἀγὼ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος. Τότε ἀποκριθεὶς ὁ Πέτρος εἶπεν αὐτῷ· ἰδοὺ ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καὶ
ἠκολουθήσαμέν σοι· τί ἄρα ἔσται ἡμῖν; Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὑμεῖς οἱ ἀκολουθήσαντές μοι, ἐν τῇ παλιγγενεσίᾳ, ὅταν καθίσῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, καθίσεσθε καὶ ὑμεῖς ἐπὶ δώδεκα θρόνους κρίνοντες τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ. Καὶ πᾶς ὃς ἀφῆκεν οἰκίας ἢ ἀδελφοὺς ἢ ἀδελφὰς ἢ πατέρα ἢ μητέρα ἢ γυναῖκα ἢ τέκνα ἢ ἀγροὺς ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου, ἑκατονταπλασίονα λήψεται καὶ ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσει. Πολλοὶ δὲ ἔσονται πρῶτοιἔσχατοι καὶ ἔσχατοι πρῶτοι.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Εἶπε ὁ Κύριος: «Ὅποιος ὁμολογήσει μπροστά στούς ἀνθρώπους ὅτι ἀνήκει σ' ἐμένα, θά τόν ἀναγνωρίσω κι ἐγώ γιά δικόν μου μπροστά στόν οὐράνιο Πατέρα μου. Ὅποιος ὅμως μέ ἀπαρνηθεῖ μπροστά στούς ἀνθρώπους, θά τόν ἀπαρνηθῶ κι ἐγώ μπροστά στόν οὐράνιο Πατέρα μου. Ὅποιος ἀγαπάει τόν πατέρα του ἤ τή μάνα του παραπάνω ἀπό μένα, δέν εἶναι ἄξιος γιά μαθητής μου. Κι ὅποιος ἀγαπάει τό γιό του ἤ τή θυγατέρα του παραπάνω ἀπό μένα, δέν εἶναι ἄξιος γιά μαθητής μου. Ἐπίσης ὅποιος δέν παίρνει τό σταυρό του καί δέ μέ ἀκολουθεῖ, δέν εἶναι ἄξιος γιά μαθητής μου». Μίλησε τότε ὁ Πέτρος καί τοῦ εἶπε: «Νά, ἐμεῖς ἀφήσαμε τά πάντα καί σέ ἀκολουθήσαμε. Τί θά γίνει μ' ἐμᾶς;» Κι ὁ Ἰησοῦς τούς ἀπάντησε: «Σᾶς βεβαιώνω πώς ἐσεῖς πού μέ ἀκολουθήσατε, ὅταν θά καθίσει ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου στό μεγαλόπρεπο θρόνο του, στόν καινούριο κόσμο, θά καθίσετε κι ἐσεῖς σέ δώδεκα θρόνους, γιά νά κρίνετε τίς δώδεκα φυλές
τοῦ Ἰσραήλ. Κι ὅποιος ἄφησε σπίτια ἤ ἀδερφούς ἤ ἀδερφές ἤ πατέρα ἤ μητέρα ἤ γυναίκα ἤ παιδιά ἤ χωράφια γιά χάρη μου, θά πάρει ἑκατό φορές περισσότερα καί θά κληρονομήσει τήν αἰώνια ζωή. Πολλοί θά βρεθοῦν ἀπό πρῶτοι τελευταῖοι, κι ἄλλοι ἀπό τελευταῖοι πρῶτοι».

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Εβρ. 11, 33-12, 2)

Ἀδελφοί, οἱ Ἅγιοι πάντες διά πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τούς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι,
κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι. Τοιγάρουν καὶ ἡμεῖς, τοσοῦτον ἔχοντες περικείμενον ἡμῖν νέφος μαρτύρων, ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καὶ τὴν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν, δι' ὑπομονῆς τρέχωμεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα, ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν, ὃς ἀντὶ τῆς προκειμένης αὐτῷ χαρᾶς ὑπέμεινε σταυρόν, αἰσχύνης καταφρονήσας, ἐν δεξιᾷ τε τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ κεκάθικεν.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἀδελφοί, οἱ πατέρες μας μέ τήν πίστη κατατρόπωσαν βασίλεια, ἐπέβαλαν τό δίκαιο, πέτυχαν τήν πραγματοποίηση τῶν ὑποσχέσεων τοῦ Θεοῦ, ἔφραξαν στόματα λεόντων· ἔσβησαν τή δύναμη τῆς φωτιᾶς, διέφυγαν τή σφαγή, ἔγιναν ἀπό ἀδύνατοι ἰσχυροί, ἀναδείχτηκαν ἥρωες στόν πόλεμο, ἔτρεψαν σέ φυγή ἐχθρικά στρατεύματα· γυναῖκες ξαναπῆραν πίσω στή ζωή τούς ἀνθρώπους τους, κι ἄλλοι βασανίστηκαν ὡς τό θάνατο, χωρίς νά δεχτοῦν τήν ἀπελευθέρωσή τους, γιατί πίστευαν ὅτι μποροῦσαν ν' ἀναστηθοῦν σέ μιά καλύτερη ζωή. Ἄλλοι δοκίμασαν ἐξευτελισμούς καί μαστιγώσεις, ἀκόμη καί δεσμά καί φυλακίσεις. Λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, πέρασαν δοκιμασίες, θανατώθηκαν μέ
μαχαίρι, περιπλανήθηκαν ντυμένοι μέ προβιές καί κατσικίσια δέρματα, ἔζησαν σέ στερήσεις, ὑπέφεραν καταπιέσεις, θλίψεις καί κακουχίες –ο κόσμος δέν ἦταν ἄξιος νά 'χει τέτοιους ἀνθρώπους– πλανήθηκαν σέ ἐρημιές καί βουνά, σέ σπηλιές καί σέ τρύπες τῆς γῆς. Ὅλοι οἱ παραπάνω, παρά τήν καλή μαρτυρία τῆς πίστης τους, δέν πῆραν ὅ,τι τούς ὑποσχέθηκε ὁ Θεός. Αὐτός εἶχε προβλέψει κάτι καλύτερο γιά μᾶς, ἔτσι ὥστε νά μή φτάσουν ἐκεῖνοι στήν τελειότητα χωρίς ἐμᾶς.
Ἔχοντας, λοιπόν, γύρω μας μιά τόσο μεγάλη στρατιά μαρτύρων, ἅς τινάξουμε ἀπό πάνω μας κάθε φορτίο, καί τήν ἁμαρτία πού εὔκολά μᾶς ἐμπλέκει, κι ἅς τρέχουμε μέ ὑπομονή τό ἀγώνισμα τοῦ δύσκολου δρόμου, πού ἔχουμε μπροστά μας. Ἅς ἔχουμε τά μάτια μας προσηλωμένα στόν Ἰησοῦ, πού μᾶς ἔδωσε τήν πίστη, τήν ὁποία καί τελειοποιεῖ. Αὐτός, ἀντί γιά τή χαρά πού θά μποροῦσε νά ἔχει, ὑπέμεινε τό σταυρικό θάνατο περιφρονώντας τήν ἀτίμωση, καί κάθισε στά δεξιά τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ.

Ο ΤΡΕΛΛΟΣ ΚΙ Ο ΜΕΘΥΣΜΕΝΟΣ

«Κάποτε πήγαν στον όσιο Παΐσιο τον Αγιορείτη έναν άνθρωπο που βρισκόταν σε ψυχική κρίση για να τον βοηθήσει και τους είπε να τον πάνε πρώτα στο ψυχιατρείο να του σφίξουν λίγο τις βίδες και μετά να τον φέρουν να συζητήσουν. Διότι με τον τρελλό σε κρίση, όπως και με τον μεθυσμένο, δεν μπορείς να συνεννοηθείς αν δεν πιει έναν καφέ να ξεμεθύσει» (Οσίου Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Διδαχές και Αλληλογραφία, εκδ. Ι. Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, Μήλεσι 2007).

Υπήρχαν κάποιοι συνάνθρωποί μας που τους οσίους Γέροντες της εποχής μας, σαν τον όσιο Παΐσιο, τους θεωρούσαν ως «πανάκεια» για κάθε νόσο και κάθε αρρώστια, είτε σωματική είτε ψυχική, μία κολυμβήθρα του Σιλωάμ, θα λέγαμε, που θα πει ότι τους αντιμετώπιζαν σχεδόν ακριβώς όπως τον Ιησού Χριστό. Και ναι μεν οι άγιοι πράγματι αποτελούν μία συνέχεια του Ιησού Χριστού, όπως και κάθε πιστός από τη στιγμή μάλιστα που βαπτίζεται και γίνεται μέλος Εκείνου, όμως άλλο πράγμα είναι η αγιοσύνη τους και άλλο η εν τω κόσμω τούτω, και ενόσω ζουν, θεωρούμενη παντοδυναμία τους. Το κύριο γνώρισμα ενός αγίου που αγωνίζεται εν χάριτι να τηρεί τις άγιες εντολές του Θεού είναι η μεγάλη παρρησία που έχει ενώπιον του Θεού, η δύναμη δηλαδή της προσευχής του – χάριν αυτού επεμβαίνει τις περισσότερες φορές ο Θεός μας και για εμάς τους υπολοίπους – και όχι μία αυτόνομη παντοδυναμία του που λειτουργεί ως ένα «μαγικό ραβδί». Τι σημαίνει αυτό; Ότι και ένας άγιος μπορεί να προσεύχεται για έναν ταλαιπωρημένο συνάνθρωπό του, κι εδώ όσο ζει αλλά και μετά θάνατον ακόμη, και να μην εισακούεται η προσευχή του. Διότι η κρίση είναι του Θεού, ο Οποίος είναι ο μόνος που γνωρίζει σε όλο το πλάτος και το βάθος το κάθε πλάσμα Του και αν μία επέμβασή Του επομένως είναι για το καλό του ή όχι.

Πολύ περισσότερο μειώνεται η επέμβαση ενός αγίου, όταν διαπιστώνει ότι το πρόβλημα που του θέτουν οι άλλοι μπορεί να αντιμετωπιστεί εξ ολοκλήρου με ανθρώπινο τρόπο ή απαιτεί μία δευτερογενή δική του ενέργεια. Ιδιαιτέρως ο άγιος Παΐσιος ήταν αυτός που τόνιζε πως ποτέ ο Θεός δεν επεμβαίνει στα ανθρώπινα προβλήματα με άμεσο τρόπο, αν ο άνθρωπος δεν έχει εξαντλήσει όλες τις ανθρώπινες δυνατότητες που υφίστανται προς επίλυσή του. Κι αυτό γιατί το ανθρώπινο, η καταφυγή δηλαδή σε έναν συνάνθρωπο, π.χ. σε έναν ιατρό, είναι άλλος τρόπος δράσεως του ίδιου του Θεού – ο Θεός έδωσε την ιατρική στον άνθρωπο, όπως ο Ίδιος φώτισε και φωτίζει τους ανθρώπους ώστε να μπορούν να επιβιώνουν μέσα στο πλαίσιο των λεγομένων «δερματίνων χιτώνων» σ’ αυτόν τον δύσκολο και πεσμένο στην αμαρτία κόσμο. Λοιπόν, όπου ο άνθρωπος μπορεί να καταφύγει στον συνάνθρωπό του, δηλαδή σε ό,τι έχει κτιστεί συν Θεώ ως ανθρώπινος πολιτισμός, εκεί ο Θεός χαίρεται να «αποσύρεται». Αυτό δεν μας έμαθε και η ενσάρκωσή Του; Έγινε άνθρωπος ο Θεός για να μας σώσει, χωρίς να προβεί σε μία άμεση «μαγική» κίνησή Του – η ταπείνωση είναι ο δρόμος Του και σ’ αυτήν την ταπείνωση πάντοτε επαναπαύεται.

Από την άποψη αυτή κατανοούμε τα λόγια του μεγάλου οσίου Γέροντα: χρειάζεται καταφυγή στην επιστήμη για έναν που είναι σε ψυχική κρίση, εν προκειμένω κλείσιμο σε ψυχιατρείο ώστε να «σφιχτούν λίγο οι βίδες», κι έπειτα μία δική του ίσως επέμβαση μέσω διαλόγου που απαιτεί ένα μίνιμουμ ψυχικής ισορροπίας. Γι’ αυτό φέρνει και το παράδειγμα με τον μεθυσμένο άνθρωπο: όσο βρίσκεται υπό την επήρεια του αλκοόλ, καμία συζήτηση δεν μπορεί να υπάρξει. Αν όμως ξεμεθύσει, πίνοντας κάποιους καφέδες, τότε μπορεί να του μιλήσει και ο άλλος με κάποια καθαρότητα να τον καταλάβει. Πρόκειται για την παρόμοια κατάσταση που αντιμετώπισε ο όσιος με έναν νεαρό. Ταραγμένος ο νεαρός που τον επισκέφτηκε του ζήτησε να τον εξομολογήσει και να τον καθοδηγήσει. Και η απάντηση του οσίου πράγματι ήταν εξόχως λογική και διακριτική: στην κατάσταση που είσαι έτσι ταραγμένος, και να σου μιλήσω δεν πρόκειται να με ακούσεις και να με καταλάβεις. Πήγαινε, βρες πρώτα έναν πνευματικό, κι αφού εξομολογηθείς και λίγο ησυχάσεις τότε μπορεί να συντονιστούμε. Και για να χρησιμοποιήσουμε κι ένα άλλο παράδειγμα: τι νόημα έχει να θελήσουμε να κάνουμε τραπέζι σ’ ένα καλό εστιατόριο σε άνθρωπο που βρίσκεται με γαστρορραγία; Πρώτα πρέπει να οδηγηθεί σε νοσοκομείο κι έπειτα αφού φτιαχτεί το στομάχι του να απολαύσει ίσως το καλό φαγητό.

Το θέμα που τίθεται από τον όσιο είναι τεράστιο: η ψυχική ισορροπία ως στάση ανθρώπου που μπορεί να λειτουργεί με έναν κοινά αποδεκτό τρόπο κατά τα δεδομένα των περισσοτέρων ανθρώπων, συνιστά προϋπόθεση για την ύπαρξη της πνευματικής χριστιανικής ζωής. Ένας τρελλός ή ένας μεθυσμένος, κατά τον άγιο, μπορεί να αγιάσει – ο Θεός τους αγαπά και τους δύο υπέρμετρα – αφού όμως λίγο βοηθηθούν για να κατανοούν τη γύρω τους πραγματικότητα, τον εαυτό τους και τους άλλους. Διαφορετικά και οι δύο κυμαίνονται σε επίπεδα εκτός εαυτού. Το «εις εαυτόν ελθών» της παραβολής του ασώτου δεν είναι τυχαίο ότι χρησιμοποιείται από τον ίδιο τον Κύριο ως πρώτος όρος για να υπάρξει η μετάνοια, η οποία παίρνει την οριστική μορφή της με το «αναστάς πορεύσομαι προς τον Πατέρα μου». Άνθρωπος εκτός εαυτού δηλαδή βρίσκεται έξω από την «εμβέλεια» και του ίδιου του Θεού – άλλη είναι η θεραπευτική εκεί προσέγγισή του από τον Ίδιο. Έχουμε την εντύπωση πως αυτό είχε υπ' όψιν του και ο απόστολος Παύλος, όταν προέτρεπε τους χριστιανούς να μην επιμένουν να μεταστρέψουν έναν αιρετικό άνθρωπο: «μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού!» Γιατί; Διότι «εξέστραπται ο τοιούτος» - έχει εκτραπεί, δεν είναι ο εαυτός του. Κι είναι αυτό που πρέπει να λαβαίνουμε σοβαρότατα υπ’ όψιν μας σε όλες τις σχέσεις μας, πολύ περισσότερο μέσα στον χώρο της εκκλησιαστικής ζωής. Η σοφή διακριτικότητα του αγίου Παϊσίου πρέπει να μας καθοδηγεί και στο συγκεκριμένο σημείο.    

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΩΝΙΝΑ

«Οἱ ἅγιοι κατάγονταν ἀπό τήν κώμη Καρδάμου ἤ Κροδάμων. Καί ἡ μέν ἁγία Ἀντωνίνα ζοῦσε σεμνά καί ὅσια τή ζωή της. Συνελήφθη ὅμως ἀπό τόν Φῆστο κι ἐπειδή δέν πείστηκε νά ἀρνηθεῖ τόν Χριστό κι οὔτε νά λατρέψει τούς δαίμονες, κλείστηκε σ’ ἕνα πορνεῖο. Ἐπί τρεῖς ἡμέρες δέν ἔφαγε τίποτε, ὁπότε ἐμφανίστηκε φῶς κατά τή νύκτα κι ἀκούστηκε βροντή πού ἄνοιξε τίς θύρες τοῦ οἰκήματος, ἐνῶ μία οὐράνια φωνή  τήν προέτρεπε νά σηκωθεῖ καί νά λάβει τροφή. Ζήτησε καί ἔφαγε, καί στή συνέχεια βγῆκε πάλι γιά νά παρασταθεῖ ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνα. Ἐπειδή καί πάλι δέν πείστηκε νά θυσιάσει στά εἴδωλα, τήν κτύπησαν, τήν τρύπησαν μέ τό σπαθί καί πάλι τήν ὁδήγησαν στό πορνικό οἴκημα. Ἐκεῖ τότε, μετά ἀπό ἀποκάλυψη ἀγγέλου, εἰσῆλθε ὁ Ἀλέξανδρος, καί λόγω τῆς ἡλικίας του (ἦταν περίπου εἰκοσιοκτώ ἐτῶν), νόμισαν ὅτι ἦλθε γιά τήν ἄσεμνη πράξη. Διέφυγε λοιπόν τῆς προσοχῆς τους καί κατάφερε νά φυγαδεύσει τήν ἁγία ἀπό τό σπίτι, καλύπτοντας τό κεφάλι της μέ τή χλαμύδα του, ἐνῶ ὁ ἴδιος παρέμεινε ἐκεῖ. Μετά ἀπό λίγο ἀποκαλύφθηκε τό τί ἔγινε - γιατί κάποιοι στρατιῶτες ἦλθαν γιά νά περιπαίξουν τήν ἁγία - ὁπότε ὁ Ἀλέξανδρος ὁδηγήθηκε πρός τόν ἡγεμόνα. Τόν κτύπησαν μέ τό σπαθί πρῶτα κι ἔπειτα, ἀφοῦ βρῆκαν καί ἔφεραν καί τήν ἁγία, ἔκοψαν τά ἄκρα τῶν ποδιῶν καί τῶν χεριῶν καί τῶν δύο, κι ἔτσι, ἀφοῦ ἄλειψαν ὅλο τό σῶμα τους μέ ὑγρή πίσσα, τούς ἔσπρωξαν καί τούς ἔριξαν σ’ ἕναν βόθρο γεμάτο φωτιά. Μέ τόν τρόπο αὐτόν δέχτηκαν τό μακάριο τέλος τους. Τελεῖται δέ ἡ σύναξη τῆς ἑορτῆς τους στήν περιοχή τοῦ Μαξιμίνου στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου βρίσκονται ἀποτεθειμένα τά τίμια λείψανά τους, τά ὁποῖα προσφέρουν πολλές θαυματουργικές ἰάσεις».

Ὁ ἅγιος Ἰωσήφ ὁ ὑμνογράφος χαρακτηρίζει ὡς μεγαλομάρτυρες (βλ. π.χ. ὠδές δ΄, στ΄, θ΄) τούς ἁγίους Ἀλέξανδρο καί Ἀντωνίνα. Διότι τά βάσανα πού πέρασαν δέν ἦταν ἁπλᾶ: πέραν ἀπό τόν ἐγκλεισμό τους στή φυλακή, ὅπως ἀναφέρει τό συναξάρι τους, κτυπήθηκαν, τρυπήθηκαν ἀπό σπαθιά, ἔχασαν τά ἄκρα τους, τούς ἄλειψαν μέ πίσσα, τούς ἔριξαν στή φωτιά. «Ἐμπυρόπισσον μόρον», δηλαδή θάνατο ἀπό πίσσα καί φωτιά, σημειώνει ὁ στίχος τοῦ συναξαρίου τους ὅτι δέχτηκε ἡ ἁγία Ἀντωνίνα. Καί τί σημειώνει ὁ ἅγιος ὑμνογράφος; Ὅτι αὐτά τά ἀντιμετώπισαν μέ δύο τρόπους: Πρῶτον· τό ὄμμα τῆς ψυχῆς τους τό εἶχαν ἀπολύτως προσηλωμένο στόν Κύριο – ποθοῦσαν μόνα τά αἰώνια καί ὄχι τά ἐπίγεια – καί δεύτερον· στήν ὅποια ἀδυναμία τους εἶχαν βοηθό τόν Κύριο, εἴτε ἄμεσα τόν Ἴδιο εἴτε τόν ἀπεσταλμένο ἀπό Αὐτόν ἄγγελό Του. «Καθώς σέ κρέμαγαν πάνω στό ξύλο, Ἀλέξανδρε, καί σέ κατάκοβαν, ὁπότε κυκλωνόσουν ἀπό σφοδρούς πόνους, ἐσύ ὕψωνες τό βλέμμα τῆς διανοίας σου πρός τόν Θεό, πού εἶναι ὁ μόνος πού μπορεῖ νά σώζει» (ὠδή ε΄). «Ἀθληταί, ἐπειδή ποθήσατε μόνα τά αἰώνια μέ τήν πίστη σας, γι’ αὐτό καί ξεπεράσατε ὅλα τά ὁρατά» (ὠδή α΄). Καί: «Εἴχατε βοηθό σας τόν Κύριο, ὁ Ὁποῖος σᾶς ἀνακούφιζε ἀπό τά βάσανά σας» (ὠδή α΄). «Σέ παρακολουθοῦσαν ἅγιοι Ἄγγελοι μέ τίς προσταγές τοῦ Δημιουργοῦ σου» (ὠδή γ΄).

 Κι εἶναι χαρακτηριστικό, στό τελευταῖο, ὅτι γιά τόν ἅγιο ὑμνογράφο ἄγγελος, καί μάλιστα ἀρχάγγελος, ἀναδείχτηκε καί ὁ Ἀλέξανδρος γιά τήν ἁγία Ἀντωνίνα, πού σημαίνει ὅτι ὁ Κύριος δρᾶ συχνά μέ τούς συνανθρώπους μας, οἱ ὁποῖοι λειτουργοῦν ἀκριβῶς ὡς οἱ ἄγγελοί Του γιά τή σωτηρία μας. «Ὁ Χριστός σοῦ δωρίζει νόηση καί σύνεση, καί σέ διατηρεῖ ἄσπιλη καί ἄμωμη ἀπό τά χέρια τῶν ἐχθρῶν, ἐνῶ σοῦ στέλνει ὡς σωτήρα, Ἀντωνίνα, τόν ἱερό Ἀλέξανδρο, σάν ἕνα εἶδος θείου ἐξ ὕψους Ἀρχάγγελο» (ὠδή δ΄).  

Εἶναι ἀξιοσημείωτη ἡ παρατήρηση τοῦ ἁγίου Ἰωσήφ ὅτι ὁ Κύριος ἐπεμβαίνει στά μαρτύρια τῶν ἁγίων μαρτύρων Του ὄχι μέ τό νά τά σταματᾶ ἤ νά θεραπεύει τά τραύματά τους, ὅπως συμβαίνει μέ ἄλλους μάρτυρες, ἀλλά μέ τό νά δυναμώνει τίς ψυχές τους προκειμένου νά τά ὑπομένουν μέχρι τέλους. «Καθώς ἤσασταν κι οἱ δύο στή φυλακή, νιώθατε ἀγαλλίαση, τήν ὥρα πού ἄστραψε φῶς γιά χάρη σας κι ἦλθε φωνή ἀπό τόν Θεό πού ’βαλε θάρρος στίς ψυχές σας» (ὠδή στ΄). Κι εἶναι ἀξιοσημείωτη, γιατί πολλές φορές, γιά νά μήν ποῦμε τίς περισσότερες, ὁ Κύριος δέν μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπό τά βάσανα καί τίς θλίψεις τῆς παρούσης ζωῆς, ἀλλά μᾶς δυναμώνει καί μᾶς δίνει ὑπομονή προκειμένου νά τά ἀντιμετωπίσουμε μέ γενναιότητα κι ἀνδρεία. Ἄλλωστε ὁ Ἴδιος εἶπε ὅτι «διά πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν». Κι αὐτή ἡ ὑπομονή τῶν ἁγίων μαρτύρων, ἡ σταθερότητά τους μέχρι τέλους, τούς ἔκανε τελικῶς νά μοιάζουν μέ τούς ἄυλους ἀγγέλους, (ὠδή στ΄: «ὡμοιώθητε ἀύλοις λειτουργοῖς, μάρτυρες»), κι ἀκόμη περισσότερο βέβαια νά παρίστανται μέ παρρησία καί δόξα ἐνώπιον τῆς ἁγίας Τριάδος (κάθισμα ὄρθρου: «Δυάς ἡ θαυμαστή τῶν σεπτῶν ἀθλοφόρων… ἐν δόξῃ παρίσταται τῇ Τριάδι»).

09 Ιουνίου 2023

ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ… ΠΡΟΣΓΕΙΩΜΕΝΟΙ!

«Διηγούνται ότι ένας νέος έλεγε στον όσιο Παϊσιο τον αγιορείτη ότι είναι έτοιμος να πέσει στη φωτιά για τον Χριστό. Κάποια μέρα λοιπόν τον παρακάλεσε ο όσιος Γέρων να σηκώσει λίγο το παντελόνι του πάνω από την κάλτσα και όταν το σήκωσε ακούμπησε στη γάμπα του τη φλόγα ενός κεριού. Ο νέος πετάχτηκε φωνάζοντας και ο σοφός Γέρων του είπε: Εσύ είσαι που θα ’πεφτες στη φωτιά για τον Χριστό;» (Οσίου Παϊσίου Αγιορείτου, Διδαχές και Αλληλογραφία, εκδ. Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος, Μήλεσι).

Όταν το σπουργίτι νομίζει ότι είναι… αετός! – αυτό θα μπορούσε να είναι ο τίτλος του συγκεκριμένου περιστατικού. Να ομολογείς ότι είσαι έτοιμος να ριχτείς στη φωτιά για τον Χριστό και να μην μπορείς να ανεχτείς τον παραμικρό πόνο, ένα ελαφρό και απαλό κάψιμο! Ο άγιος Παΐσιος αποκαλύπτει με τον δικό του μοναδικό και παραστατικό τρόπο το πρόβλημα του νεαρού επισκέπτη του, αλλά και πολλών άλλων από εμάς τους θεωρουμένους «καλούς» χριστιανούς: να μη διακρίνουμε το όριο των τελείων που δείχνει ο Κύριος και η Εκκλησία μας με το δικό μας όχι απλώς χαμηλό αλλά και κάτω της… βάσεως όριο! Μοιάζει με το περιστατικό που ανέφερε ο εξίσου μέγας όσιος Γέρων Εφραίμ Κατουνακιώτης, κατά το οποίο μία Γερόντισσα βλέποντας κάποιους αγίους ψηλά σ’ ένα βουνό θεώρησε ότι είναι εύκολο να τους φτάσει. Αλλά διαπίστωσε ότι το μονοπάτι για την κορυφή ήταν γεμάτο από αγκάθια και τριβόλια – κανείς δεν φτάνει διαμιάς στην κορυφή της σκάλας˙ χρειάζεται να κουραστεί, να επιμείνει, να ματώσει στον αγώνα της πνευματικής ζωής. «Δώσε αίμα και λάβε Πνεύμα» είναι εκείνο που κατεξοχήν χαρακτηρίζει τον εσωτερικό αγώνα ενός πιστού χριστιανού.

Η έλλειψη της διάκρισης λοιπόν το συχνά διαπιστούμενο πρόβλημα πολλών χριστιανών, που σημαίνει την έλλειψη της αυτογνωσίας – «πετάμε στα… σύννεφα!» κατά το κοινώς λεγόμενο. Διότι κινούμαστε με ό,τι ακούμε και διαβάζουμε για τους αγίους μας, φαντασιούμενοι ότι έχουμε φτάσει στα δικά τους μέτρα, έστω κι αν τρώμε… χώμα στην καθημερινότητά μας. Ο άγιος Παΐσιος το έλεγε και με άλλο παρεμφερές με το παραπάνω παράδειγμα: να θέλεις να μαρτυρήσεις για τον Χριστό, αλλά να μη σηκώνεις μύγα στο σπαθί σου όταν κάποιος σε προσβάλει. Πώς είναι δυνατόν να μην αντέχεις έναν προσβλητικό λόγο, μία άδικη κατ’ εσέ απέναντί σου πράξη, ένα βλέμμα ίσως επιτιμητικό, αλλά να δηλώνεις… έτοιμος μάρτυρας; Πρόκειται για τους κατά φαντασίαν χριστιανούς, όπως τους έχουν χαρακτηρίσει, όπου η πράξη δεν συμβαδίζει καθόλου με ό,τι υπάρχει ως εικόνα στο μυαλό! Δεν φανερώνει η κατάσταση αυτή την τραγικότητα που ζούμε πολλές φορές οι χριστιανοί και που δεν είναι άλλη από την κρυμμένη εν πολλοίς αλαζονεία μας; Γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο ότι οι άγιοί μας θεωρούν πως τα πνευματικά μας μέτρα μπορούμε να τα επισημάνουμε, όταν δούμε τις αντιδράσεις μας στους πειρασμούς και στις επιθέσεις και προσβολές απέναντί μας. Το περιστατικό από το Γεροντικό με τον άγιο μέγα Αντώνιο είναι γνωστό: επαινούμενο ένα νεαρό μοναχό από άλλους αδελφούς τον πρόσβαλε. Κι όταν εκείνος αντέδρασε, ο άγιος του είπε γεμάτος στοργή: Πρόσεξε, αδελφέ, γιατί είσαι σαν την πόλη εκείνη που μπροστά φαίνεται ωραία αλλά πίσω τη λυμαίνονται ληστές!

Ποια η ενδεδειγμένη στάση του νεαρού στο αρχικό περιστατικό με τον όσιο Παΐσιο; Να θέλγεται και να κατανύσσεται με τη χαρισματική δύναμη αγάπης προς τον Χριστό των αγίων μαρτύρων - «μας χαρίστηκε, λέει ο απόστολος Παύλος, όχι μόνο να πιστεύουμε στον Χριστό αλλά και να πάσχουμε γι’ Αυτόν» - αλλά με ταπείνωση να αναγνωρίζει τη δική του μηδαμινότητα, αγωνιζόμενος στην υπομονή της διακράτησης της αγάπης προς τους συνανθρώπους του στην καθημερινότητά του. Γιατί τελικώς αυτό είναι το ζητούμενο που δίνει τον τόνο και το στίγμα της ποιότητας της πνευματικής μας ζωής: την κάθε ώρα και στιγμή μας να τη θεωρούμε ως την ώρα της χάριτος και της δωρεάς του Θεού για να κρατιόμαστε σε κάθε δυνατή για εμάς αναμαρτησία, να αγωνιζόμαστε δηλαδή να τηρούμε τις άγιες εντολές του Θεού. Τότε ανοίγουμε χώρο στην καρδιά και την ύπαρξή μας για να σκηνώσει η χάρη του Θεού – «οι καθαροί τη καρδία όψονται τον Θεόν» - γεγονός που τη δυναμώνει και την ενισχύει σε βαθμό τέτοιο που πράγματι μπορεί κανείς να αντέξει και τους μεγαλύτερους πειρασμούς, κατεξοχήν δε τη χάρη και του ίδιου του μαρτυρίου για την πίστη μας. Διαφορετικά, όπως είπαμε, θα μοιάζουμε με τον γίγαντα που θέλει να σηκώνει θεόρατο βάρος έχοντας πήλινα ποδάρια.

Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος έχει δώσει την απάντηση με τον δικό του εμπνευσμένο τρόπο: επαινεί εκείνον τον πιστό που ακούγοντας και διαβάζοντας τα υψηλά των εντολών του Χριστού, εφαρμοζόμενα από τους αγίους με προσφορά και της ίδιας τους της ζωής, κτυπά το στήθος του με πένθος και δάκρυα, γιατί βλέπει την αδυναμία του. Και σημειώνει πως η ταπείνωση που επιδεικνύει ο συγκεκριμένος: μπροστά στο ύψος των αγίων να νιώθει ελαχιστότατος, μπορεί να τον οδηγήσει από άλλη πλευρά στην… πρωτοπορία! Διότι ταπεινούμενος με επίγνωση υψώνεται «ιλιγγιωδώς». Ο λόγος του Κυρίου είναι σαφής: «ο ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται».    

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ

«Κύριλλον ὑμνῶ τοῦ Κυρίου μου φίλον,

Καὶ Κυρίας πρόμαχον Ἀειπαρθένου.

Εὕρατο τυμβοχοὴν ἔνατον Κύριλλος ἐς ἦμαρ.

Θανών Kύριλλος της Aλεξάνδρου Πάπας,

Προς Kύριον μετήλθε πάντων Kυρίων».

(Υμνώ τον Κύριλλο, τον φίλο του Κυρίου μου και τον υπερασπιστή της Κυρίας Αειπαρθένου. Ετάφη ο Κύριλλος την ενάτη Ιουνίου. Πέθανε ο Κύριλλος ο Πάπας της Αλεξανδρείας και πήγε προς τον Κύριο ολων των Κυρίων).

«Ο Άγιος Κύριλλος έζησε επί βασιλείας Θεοδοσίου του Μικρού και γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 370 από εύπορους γονείς της ελληνικής κοινωνίας της πόλεως. Ανεψιός του αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας Θεοφίλου ο Κύριλλος, έλαβε μεγάλη θεολογική μόρφωση, ώστε έγινε κατόπιν διάδοχος του θείου του, στον αρχιεπισκοπικό θρόνο Αλεξανδρείας.

Όταν έγινε η Γ' Οικουμενική Σύνοδος το 431 στην Έφεσο, ο Κύριλλος υπήρξε πρόεδρος αυτής και συνετέλεσε να γκρεμιστούν οι κακοδοξίες του δυσσεβούς Νεστορίου, για το πρόσωπο της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου.

Με πολλά πνευματικά κατορθώματα στο ενεργητικό του, ο Κύριλλος παρέδωσε ειρηνικά το πνεύμα του στον Κύριο την 27η Ιουνίου του 444, αφού πατριάρχευσε για 32 περίπου χρόνια. Δικαίως ο Άγιος Αναστάσιος ο Σιναΐτης τον προσονόμασε «σφραγίδα των Πατέρων».

Να σημειώσουμε τέλος, ότι η μνήμη του Αγίου Κυρίλλου επαναλαμβάνεται και στις 18 Ιανουαρίου» (Ορθόδοξος Συναξαριστής).

Ο σοφός και μεγάλος Πατρολόγος καθηγητής μακαριστός Στυλιανός (μοναχός Γεράσιμος) Παπαδόπουλος, ο οποίος ασχολήθηκε επισταμένως με τον μεγάλο Πατέρα και Οικουμενικό Διδάσκαλο Κύριλλο, εκτιμά με συνοπτικό τρόπο ως εξής την προσφορά του στην Εκκλησία: «Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας υπήρξε το ισχυρό θεολογικό πνεύμα, που χαριτώθηκε από τον Θεό να αντιμετωπίσει, με τεράστιες δυσκολίες αλλά και με επιτυχία, το θεμελιώδες πρόβλημα της χριστολογίας. Η προσφορά του αυτή τον ανέδειξε πατέρα και διδάσκαλο της εκκλησίας, φορέα του πρωτείου αληθείας. Κατά την στιγμή της μεγάλης κρίσεως για την εκκλησία, όταν δηλαδή αμφισβητήθηκε η πραγματική ενότητα των δύο φύσεων στο ενιαίο πρόσωπο του Χριστού, ο Κύριλλος κατέδειξε θεολογικά και την ενότητα των ασύγχυτων φύσεων και το ενιαίο πρόσωπο του Χριστού, αλήθειες που αποτελούν προϋπόθεση απόλυτη για την σωτηρία του ανθρώπου. Έτσι, ανήγειρε το οικοδόμημα που είχανε θεμελιώσει ο Μ. Αθανάσιος και οι Καππαδόκες Πατέρες».

Από όλον τον κανόνα του αγίου υμνογράφου Θεοφάνους που συνέγραψε για τον μεγάλο Πατέρα επιλέγουμε δύο ύμνους από την πρώτη ωδή, που συγκεφαλαιώνουν την όλη αγιασμένη πορεία του Κυρίλλου. «Γέμισες εξ ολοκλήρου από το σαν φωτιά φως του θείου Πνεύματος, Κύριλλε, γιατί φύλαξες τις εντολές του Χριστού, κι αφού καθαρίστηκες από τα πάθη σου έγινες πράγματι κατοικητήριο της υπερθέου Τριάδος». «Γεμάτος από ζήλο και παρρησία προς τον Θεό, ένδοξε Κύριλλε, διέλυσες με αψευδή τρόπο όλες τις ανοησίες των δυσσεβών αιρέσεων που μάχονταν τον Θεό ως προϊστάμενος της ορθοδοξίας».

Τι σημειώνει ο άγιος Θεοφάνης; Το τεράστιο αντιαιρετικό έργο του μεγάλου Πατρός πρώτον κατά των θεομάχων αιρετικών, γιατί έβλεπε ότι αλλοιώνουν την αληθινή εικόνα του Χριστού και της αγίας Τριάδος. Ζούσε τον Χριστό ο άγιος, η χάρη Του κατέτρωγε την ύπαρξή του – ως νέο Ηλία λόγω του ζήλου του τον χαρακτηρίζει ο υμνογράφος – γι’ αυτό και με μεγάλη δύναμη και θάρρος απέδειξε την παραφροσύνη και τα φληναφήματά τους. Λόγω μάλιστα της θέσης του ως αρχιεπίσκοπος ήταν εκείνος που έφερε την πρώτη ευθύνη στην Εκκλησία, συνεχίζοντας το έργο του Αγίου Αθανασίου και των Καππαδοκών Πατέρων, Βασιλείου, Γρηγορίου Θεολόγου, Γρηγορίου Νύσσης.  

Και δεύτερον, θεωρεί δεδομένη την αναφορά ο Θεοφάνης στις προϋποθέσεις του έργου του Κυρίλλου. Ποιες είναι αυτές; Ότι προκειμένου κανείς να διακρίνει την αλήθεια περί Χριστού του Θεού, μέσα μάλιστα στον ορυμαγδό των αιρετικών αποκλίσεων, απαιτείται ο φωτισμός του αγίου Πνεύματος. Μόνον εκείνος που καθοδηγείται από το Πνεύμα του Θεού που έλαβε και λαμβάνει στην Εκκλησία σε υπακοή προς την Αποστολική Παράδοση  μπορεί και να δει ορθά τις πνευματικές πραγματικότητες αλλά και να αντιμετωπίσει ό,τι τις αλλοιώνει, όταν μάλιστα έχει και τις ανθρώπινες ανάλογες δυνάμεις: νου διευρυμένο, γνώση της Αγίας Γραφής και της προγενέστερης από αυτόν Παράδοσης της Εκκλησίας, γνώση ακόμη και της φιλοσοφίας – πολύ σωστά έχει ειπωθεί ότι εκείνος ο θεολόγος που δεν γνωρίζει και την ανθρώπινη φιλοσοφία δυσκολεύεται να δει τι αποτελεί οικείο του Πνεύματος ή ξένο προς αυτό. Είναι αυτό που μαρτυρεί ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος στην Α΄ καθολική επιστολή του για τους αληθινά πιστούς στον Χριστό: «Εσείς έχετε λάβει από τον Χριστό το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος και μένετε όλοι σταθεροί στην αληθινή γνώση».

Ο φωτισμός όμως του αγίου Πνεύματος δεν έρχεται με αυτόματο και τυχαίο τρόπο. Χρειάζεται ο πιστός να αποδύεται στον αγώνα καθάρσεως της καρδιάς του από ό,τι πονηρό και εμπαθές, όπως σημειώνει για τον άγιο Κύριλλο ο υμνογράφος, που σημαίνει ότι αγωνίζεται να τηρεί τις άγιες εντολές του Κυρίου. «Φύλαξ των εντολών του Χριστού» ήταν ο άγιος Κύριλλος και έτσι καταξιώθηκε να γίνει «ενδιαίτημα της υπερθέου Τριάδος». Ο άγιος υμνογράφος και μας ανοίγει τα μάτια για το έργο του μεγάλου Πατρός Κυρίλλου, αλλά και την καρδιά του που είχε ένοικο τον Κύριο. Γι’ αυτό και έγινε, λόγω και της πρόκλησης από τις τότε αιρέσεις, ο σπουδαιότερος κήρυκας της υπεραγίας Θεοτόκου. Δεν μπορεί κανείς να έχει ορθή εικόνα του Χριστού χωρίς να έχει την ορθή εικόνα και της Υπεραγίας Μητέρας Του. Ο Θεάνθρωπος Κύριος συμβαδίζει πάντοτε με τη Θεοτόκο Παναγία. Με τα λόγια και πάλι του Θεοφάνους: «Με δύναμη του νου και με φωτισμό της χάρης του Θεού θεολόγησες, μακάριε Κύριλλε, για την ομοούσιο Τριάδα και τον Υιό τον σαρκωμένο Θεό. Κι αφού φάνηκες υπέρμαχος της Θεοτόκου, τώρα δοξάζεσαι στα επουράνια» (ωδή θ΄).

Ίσως μία φράση του αγίου Θεοφάνους αποτελεί τη σύνοψη όλης της αγιοσύνης του Κυρίλλου με μοναδικό τρόπο: «Διαποιμάνθηκες ως πρόβατο από τον Χριστό και ποίμανες το ποίμνιό σου, Πάτερ, με τα ψυχότροφα λόγια σου» (ωδή ε΄).

08 Ιουνίου 2023

Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΚΑΛΛΙΟΠΗ

«Ἡ ἁγία Καλλιόπη ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ βασιλιᾶ Δεκίου (περί τά μέσα τοῦ 3ου αἰ. ) καί ἦταν ἐξαιρετικά ὄμορφη σωματικά ἀλλά καί ψυχικά. Συνελήφθη λόγω τῆς πίστεώς της στόν Χριστό καί προσπάθησαν νά τήν ἐξαναγκάσουν νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τήν πίστη καί τήν ἀγάπη Αὐτοῦ. Ἐπειδή κρατοῦσε τήν πίστη της μέ δύναμη, γι’ αὐτό καί τήν κτύπησαν μέ σφοδρότητα, ὅπως καί τῆς ἀπέκοψαν τούς μαστούς, τούς ὁποίους ὅμως Ἄγγελος Κυρίου πού παρευρισκόταν τούς ἀποκατέστησε ὑγιεῖς. Ἔπειτα τά ὄργανα τοῦ διαβόλου τήν ἔσυραν πάνω σέ κομμένο ὄστρακο καί στή συνέχεια τήν ἔριξαν στή φωτιά. Τίς καμμένες σάρκες της τίς ἄλειψαν μέ ἁλάτι καί τίς κατάτριψαν μέ τρίχινα ὑφάσματα. Μετά ἀπό αὐτά τῆς ἔκοψαν τό κεφάλι, εἰς δόξαν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ».

Ὁ ὅσιος Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, ὁ ὑμνογράφος τῆς ἁγίας Καλλιόπης, προκαλεῖται ἀπό τό ὄνομά της προκειμένου νά φανερώσει τό κάλλος καί τήν ὀμορφιά τῆς ἁγίας. Κάλλος πού ἀναφερόταν καί στό σῶμα, πρωτίστως ὅμως στήν ψυχή τῆς ἁγίας κόρης. Διότι εἶναι γνωστό καί πολυειπωμένο ὅτι κατά τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ ἐκεῖνο πού ἔχει ἰδιαίτερη ἀξία στόν ἄνθρωπο δέν εἶναι ἡ ἐξωτερική του ὀμορφιά, ἀλλά τό κάλλος τῆς ψυχῆς, τό ὁποῖο διαπορθμεύεται καί στό σῶμα, κάνοντάς το καί αὐτό νά λάμπει μέ ξεχωριστό φῶς. Ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι μία ἐξωτερική ὀμορφιά χωρίς τήν ἀντίστοιχη ἐσωτερική της διάσταση, ὄχι μόνο δέν λειτουργεῖ θετικά – πέραν ἴσως τῆς προκλήσεως τῶν σαρκικῶν παθῶν στούς ἐμπαθεῖς - ἀλλά δημιουργεῖ καί ἀρνητικά συναισθήματα πού ἀπωθοῦν τούς περισσοτέρους ἀνθρώπους. Σάν ἴσως τά πλαστικά λουλούδια, τά ὁποῖα φαίνονται ὄμορφα, ἀλλά δέν ἔχουν καθόλου ὀσμή. Λοιπόν ὁ ἅγιος ὑμνογράφος ἐπανειλημμένως τονίζει τό πνευματικό κάλλος τῆς ἁγίας Καλλιόπης, τό ὁποῖο συνεστήθη ἀπό τήν ψυχική της ἁγνότητα καί ἀπό τήν ἱερά ἄθληση τοῦ μαρτυρίου της. Γιά νά συμπληρώσει: ἡ ψυχική της ἁγνότητα, ἀλλά καί ἡ ὑπομονή της στά μαρτύρια ἦταν καρπός τῆς ἀγάπης καί τοῦ ἔρωτά της πρός τόν Κύριο, τοῦ πόθου της γιά τό κάλλος καί τήν ὀμορφιά Ἐκείνου. «Ὅπως λέει τό ὄνομά σου, πόθησες βαθιά, καλλιπάρθενε καί πανεύφημε Καλλιόπη, τό ἄχραντο καί πέρα ἀπό τά ἀνθρώπινα κάλλος τοῦ Χριστοῦ· γι’ αὐτό καί ὀμόρφυνες τόσο πολύ τόν ἑαυτό σου ἀπό τά κάλλη τῆς ἁγνότητας καί ἀπό τήν ἱερά σου ἄθληση» (στιχηρό ἑσπερινοῦ).

Πάνω στήν ἀγάπη αὐτή τῆς ἁγίας πρός τόν Κύριο ἀφιερώνει τά περισσότερα τροπάρια ὁ ἅγιος ὑμνογράφος, γιατί θεωρεῖ ὅτι δέν μπορεῖ νά κατανοηθεῖ οὔτε καί νά ἑρμηνευτεῖ ὁ τρόπος τῆς ζωῆς της, πολύ περισσότερο τό σκληρό μαρτύριό της, ἔξω ἀπό αὐτήν. Κι εἶναι μία ἀλήθεια πού πάντοτε πρέπει νά τονίζεται, δεδομένου ὅτι χωρίς τήν ἀγάπη πρός τόν Χριστό ἀπονευρώνεται κάθε τι πού χαρακτηρίζεται ὡς χριστιανικό. Ὅταν ὁ ἴδιος ὁ Κύριος θεωρεῖ τήν ἀγάπη μας πρός Ἐκεῖνον ὡς τό μοναδικό ποιητικό αἴτιο γιά νά εἴμαστε μαζί Του: «ἐάν ἀγαπᾶτέ με, τάς ἐντολάς τάς ἐμάς τηρήσατε» λέει μεταξύ ἄλλων γιά παράδειγμα· ὅταν ὅλοι οἱ ἀπόστολοι αὐτήν τήν πραγματικότητα τονίζουν προκειμένου νά εἴμαστε καί νά παραμένουμε χριστιανοί: «εἴ τις οὐ φιλεῖ τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν ἤτω ἀνάθεμα» καί «τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ;» κ.ἄ.π.· τότε πῶς εἶναι δυνατόν καί ἡ Ἐκκλησία μας διά τῆς ὑμνογραφίας της νά μήν τονίζει τήν ἀλήθεια αὐτή; «Ἐπειδή πληγώθηκες ἀπό τόν ἔρωτα τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, Καλλιόπη, ἔκανες ἀνδραγαθήματα» (στιχηρό ἑσπερινοῦ)· «Δέχτηκες τή φωτιά τῆς θείας ἀγάπης στήν ψυχή σου, Καλλιόπη, γι’ αὐτό καί ἀκολούθησες τή φωνή τοῦ νυμφίου Χριστοῦ» (δοξαστικό ἑσπερινοῦ).

Ἀφήνοντας ὅλες τίς διαστάσεις τοῦ θεϊκοῦ ἔρωτα τῆς ἁγίας Καλλιόπης, ἐπικεντρώνουμε σ’ ἕναν ὕμνο ἀπό τήν στ΄ ὠδή. Μᾶς δίνει ὁ ὑμνογράφος μας πολύ ὡραῖες ἀφορμές γιά τή βαθύτερη προσέγγιση τοῦ ψυχικοῦ κόσμου τῆς ἀγίας. «Ἀφοῦ λάμπρυνες τά ὄμματα τῆς ψυχῆς σου, Καλλιόπη, μέ οὐράνιες μελέτες, ἔβγαλες φτερά προκειμένου νά πετάξεις πρός τό θεῖο κάλλος τῆς βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, καί ἔσπευσες νά κερδίσεις αὐτήν τή βασιλεία μέ ἀσφάλεια, σεμνή, μέ τούς κόπους τῆς ἄθλησής σου».  Τί μᾶς ἐπισημαίνει ὁ ὅσιος Γεράσιμος; Πρῶτον· τό κάλλος τῆς βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, τό κάλλος τοῦ Χριστοῦ δηλαδή, λειτουργεῖ ὡς μαγνήτης γιά ἐκεῖνον πού Τόν ἔχει πιστέψει καί θέλει νά Τόν ἀκολουθήσει, πού σημαίνει ὅτι τρέχει πρός Αὐτόν σάν νά ἔχει φτερά στά πόδια του – «εἰς ὀσμήν μύρου Σου ἔδραμον, Χριστέ», ὅπως θά ἐπισημάνει σέ κάποιο ἄλλο σημεῖο ὁ ὑμνογράφος, ἀφορμώμενος ἀπό τό «Ἆσμα Ἀσμάτων» τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Δεύτερον· ἐκεῖνο πού ἐπιβεβαιώνει τήν ἔνταξη στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τή θετική σχέση πρός τόν Κύριο ὡς ἕνωση μαζί Του, εἶναι ἡ διάθεση τοῦ μαρτυρίου, πολύ περισσότερο ὅταν αὐτό τό μαρτύριο γίνεται κατά χάριν Θεοῦ πραγματικότητα. «Γίνου πιστός ἄχρι θανάτου», καλεῖ τόν πιστό ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ - ὁ Κύριος πού μᾶς «ἠγάπησεν ἕως τέλους» ζητάει καί ἀπό ἐμᾶς μία παρόμοια στάση, καθώς μᾶς ἐνισχύει πρός τοῦτο μέ τή χάρη Του. Κανείς μέ ἄλλα λόγια δέν μπορεῖ νά εἶναι χριστιανός πορευόμενος μέ διψυχία. Τρίτον, καί ἴσως σπουδαιότερο· ἡ σπουδή γιά τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί ἡ διάθεση τοῦ μαρτυρίου ἀπαιτεῖ τήν προετοιμασία τοῦ ἀνθρώπου. Κι ἐκεῖνο πού ὄντως προετοιμάζει τόν ἄνθρωπο, μέ τήν ἔννοια ὅτι καθιστᾶ εὔφορο τό ἔδαφος τῆς ψυχῆς του γιά νά ριζώσει ἡ χάρη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, εἶναι οἱ «οὐράνιες μελέτες». Ποιές εἶναι αὐτές; Ἡ ἀφιέρωση τοῦ ἀνθρώπου στόν λόγο τοῦ Χριστοῦ, στήν καλλιέργεια τῆς μνήμης τοῦ ἁγίου ὀνόματός Του, στήν ἐνασχόληση μέ τούς βίους τῶν ἁγίων Του, στήν ἐντρύφηση τῶν ἐκκλησιαστικῶν βιβλίων. Χριστιανός πού δέν ἀφιερώνει ἔστω καί λίγο χρόνο τήν ἡμέρα γιά τίς «οὐράνιες αὐτές μελέτες» δέν ξέρουμε κατά πόσο μπορεῖ νά νιώσει τήν «ἀναπτέρωσιν» αὐτή, γιά τήν ὁποία κάνει λόγος ὁ ὑμνογράφος. Διότι τελικῶς μέ ὅ,τι κανείς ἀσχολεῖται, αὐτό καί γίνεται.