17 Ιουνίου 2023

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Β΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Ματθ. 4, 18-23)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, περιπατῶν ὁ Ἰησοῦς παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας εἶδε  δύο ἀδελφούς,  Σίμωνα  τὸν  λεγόμενον  Πέτρον  καὶ Ἀνδρέαν  τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, βάλλοντας ἀμφίβληστρον εἰς τὴν θάλασσαν· ἦσαν γὰρ ἁλιεῖς·  καὶ λέγει  αὐτοῖς·  δεῦτε ὀπίσω  μου  καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων. Οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ. Καὶ προβὰς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄλλους δύο ἀδελφούς, Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῶν  καταρτίζοντας  τὰ δίκτυα  αὐτῶν,  καὶ ἐκάλεσεν  αὐτούς.  Οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὸ πλοῖον καὶ τὸν πατέρα αὐτῶν ἠκολούθησαν αὐτῷ. Καὶ περιῆγεν ὅλην τὴν Γαλιλαίαν ὁ Ἰησοῦς διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἐκεῖνο τὸν καιρό, καθώς ὁ Ἰησοῦς περπατοῦσε στήν ὄχθη τῆς λίμνης τῆς Γαλιλαίας, εἶδε δύο ἀδέρφια, τόν Σίμωνα, πού τόν ἔλεγαν καί Πέτρο, καί τόν ἀδερφό του τόν Ἀνδρέα, νά ρίχνουν τά δίχτυα στή λίμνη, γιατί ἦταν ψαράδες.  «Ἀκολουθῆστε  με»,  τούς  λέει,  «καί  θά  σᾶς  κάνω  ψαράδες ἀνθρώπων». Κι αὐτοί ἀμέσως ἄφησαν τά δίχτυα καί τόν ἀκολούθησαν. Προχωρώντας πιό πέρα ἀπό 'κεῖ, εἶδε δύο ἄλλους ἀδερφούς, τόν Ἰάκωβο, γιό  τοῦ Ζεβεδαίου,  καί  τόν ἀδερφό  του  τόν Ἰωάννη.  Βρίσκονταν  στό ψαροκάικο μαζί μέ τόν πατέρα τους τό Ζεβεδαῖο καί τακτοποιοῦσαν τά δίχτυα τους. Τούς κάλεσε, κι αὐτοί ἄφησαν ἀμέσως τό καΐκι καί τόν πατέρα τους καί τόν ἀκολούθησαν. Ὁ Ἰησοῦς  περιόδευε ὅλη  τή  Γαλιλαία.  Δίδασκε  στίς  συναγωγές  τους, κήρυττε τό χαρμόσυνο μήνυμα γιά τόν ἐρχομό τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, καί γιάτρευε τούς ἀνθρώπους ἀπό κάθε ἀσθένεια καί κάθε ἀδυναμία.

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Ρωμ. 2, 10-16)

Ἀδελφοί, δόξα καὶ τιμὴ καὶ εἰρήνη παντὶ τῷ ἐργαζομένῳ τὸ ἀγαθόν, Ἰουδαίῳ τε πρῶτον καὶ Ἕλληνι· οὐ γάρ ἐστι προσωποληψία παρὰ τῷ Θεῷ. Ὅσοι γὰρ ἀνόμως ἥμαρτον, ἀνόμως καὶ ἀπολοῦνται· καὶ ὅσοι ἐν νόμῳ ἥμαρτον, διὰ νόμου κριθήσονται. Οὐ γὰρ οἱ ἀκροαταὶ τοῦ νόμου δίκαιοι παρὰ τῷ Θεῷ, ἀλλ ̓ οἱ ποιηταὶ τοῦ νόμου δικαιωθήσονται. Ὅταν γὰρ ἔθνη τὰ μὴ νόμον ἔχοντα φύσει τὰ τοῦ νόμου ποιῇ, οὗτοι νόμον μὴ ἔχοντες ἑαυτοῖς εἰσι νόμος, οἵτινες ἐνδείκνυνται τὸ ἔργον τοῦ νόμου γραπτὸν ἐν ταῖς  καρδίαις  αὐτῶν,  συμμαρτυρούσης  αὐτῶν  τῆς  συνειδήσεως  καὶ μεταξὺ ἀλλήλων τῶν λογισμῶν κατηγορούντων καὶ ἀπολογουμένων ἐν ἡμέρᾳ ὅτε κρινεῖ Θεὸς τὰ κρυπτὰ τῶν ἀνθρώπων κατὰ τὸ εὐαγγέλιόν μου διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἀδελφοί, δόξα, τιμή καί εἰρήνη προσμένουν ὅποιον κάνει τό καλό, πρῶτα τόν Ἰουδαῖο ἀλλά καί τόν ἐθνικό· γιατί Θεός δέν κάνει διακρίσεις. Ἔτσι, λοιπόν, ὅσοι ἁμάρτησαν  χωρίς  νά  ξέρουν  τόν  νόμο  τοῦ Θεοῦ,  θά καταδικαστοῦν ὄχι  μέ  κριτήριο  τόν  νόμο.  Κι ἀπό  τήν ἄλλη, ὅσοι ἁμάρτησαν γνωρίζοντας τόν νόμο, θά δικαστοῦν μέ κριτήριο τόν νόμο. Γιατί στό θεϊκό δικαστήριο δέν δικαιώνονται ὅσοι ἄκουσαν ἁπλῶς τόν νόμο ἀλλά  μόνο ὅσοι  τήρησαν  τόν  νόμο. Ὅσο  γιά  τά ἄλλα ἔθνη,  πού  δέν γνωρίζουν  τόν  νόμο,  πολλές  φορές  κάνουν ἀπό  μόνοι  τους  αὐτό  πού ἀπαιτεῖ νόμος. Αὐτό δείχνει πώς, ἄν καί δέν τούς δόθηκε νόμος, μέσα τους ὑπάρχει νόμος. διαγωγή τους φανερώνει πώς οἱ ἐντολές τοῦ νόμου εἶναι γραμμένες στίς καρδιές τους· καί σ' αὐτό συμφωνεῖ καί συνείδησή τους, πού φωνή της τούς τύπτει τούς ἐπαινεῖ, ἀνάλογα μέ τή διαγωγή τους. Ὅλα αὐτά θά γίνουν τήν ἡμέρα πού Θεός θά κρίνει διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τίς κρυφές σκέψεις τῶν ἀνθρώπων, ὅπως λέει τό εὐαγγέλιό μου.

ΠΩΣ ΜΑΣ ΚΟΡΟΪΔΕΥΕΙ ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ

 

«Αδελφός μοναχός κάποτε ρώτησε τον όσιο Παΐσιο: - Τι να κάνω με τον απότομο τρόπο μου, που πληγώνει τους άλλους; Αποκρίθηκε: - Τον απότομο τρόπο σου να τον στρέψεις στον παλαιό σου άνθρωπο, για να αξιοποιηθεί. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι μέσα σε μία Αδελφότητα είναι και πληγωμένες ψυχές,  οι οποίες έχουν τουλάχιστον από παρηγοριά ανάγκη, αν όχι από θεραπεία, και όχι από περισσότερο πλήγωμα. Επίσης είναι και Αγγελικές ψυχές, που πρέπει να τις φερόμαστε με ευλάβεια, διότι στα μάτια του Θεού, νομίζω, έχουν μεγαλύτερη αξία και από τους Αγγέλους οι ένσαρκοι Άγγελοι. Ο διάβολος όμως πολλές φορές μας κοροϊδεύει με τον εξής τρόπο: την μεν εικόνα του Αγγέλου να την προσκυνούμε με ευλάβεια μεγάλη, τον δε ένσαρκο Άγγελο, τον πλησίον μας, που είναι εικόνα Θεού, να τον πληγώνουμε, να τον υβρίζουμε κ.λπ.» (Οσίου Γέροντος Παϊσίου αγιορείτου, Επιστολές, εκδ. Ι. Ησυχ. «Ευαγγ. Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης).

Με σοφό και διακριτικό τρόπο ο όσιος Γέρων του Όρους επιχειρεί να διορθώσει την ταραγμένη συμπεριφορά του αρχάριου μοναχού που τον κάνει να μην νιώθει καλά γιατί βλέπει ότι είναι εκτός της χριστιανικής πνευματικής ζωής. Διότι βεβαίως η σχέση προς τον συνάνθρωπο αποκαλύπτει την ποιότητα της χριστιανοσύνης μας: σχέση εν αγάπη και ταπεινώσει αποτελεί δείγμα ότι ορθοποδεί κανείς˙ σχέση με οργή και επιθετικότητα αποτελεί δείγμα ότι βρίσκεται εκτός της χάρης του Θεού, έστω κι αν αριθμεί ίσως δεκαετίες θεωρούμενης χριστιανικής ζωής, ακόμη και καλογερικής. «Αγαπάτε αλλήλους, καθώς ηγάπησα υμάς» ακούμε την αιώνια προτροπή και εντολή του Κυρίου Ιησού Χριστού˙ και: «ο μη αγαπών τον αδελφόν αυτού ον εώρακε, πώς δύναται αγαπάν τον Θεόν ον ουχ εώρακε;» - «από τον πλησίον μας εξαρτάται η ζωή και ο θάνατος».

Ο όσιος Παΐσιος λοιπόν ανοίγει τα μάτια στον αρχάριο αδελφό, ο οποίος όμως έχει την ταπείνωση να ρωτήσει τον μεγάλο Γέροντα. Και τι του λέει; Πρώτον, ότι είναι ακριβώς «τυφλός» πνευματικά, γι’ αυτό και αδιάκριτος. Ούτε την πληγή που επιφέρει ψυχικά στον ασθενή αδελφό βλέπει ούτε και το πώς ο ίδιος γίνεται αντίθεος, βάλλοντας κατά ενός εν σαρκί αγγέλου που τον ευλαβείται και ο ίδιος ο Θεός! Αυτό δεν συνιστά και τη μεγαλύτερη τραγωδία ενός θεωρουμένου χριστιανού; Να νομίζει ότι αγωνίζεται και ότι προκόπτει στην πνευματική ζωή, δηλαδή ότι «ανοίγεται» στο φως του Θεού, κι όμως τελικώς να βυθίζεται περισσότερο στο σκοτάδι! Κι ο όσιος Γέροντας προχωρεί ακόμη περισσότερο: η τύφλωση του αδελφού αποκαλύπτεται με την πρακτική αθεΐα του. Γιατί αθεΐα δεν είναι μόνον η άρνηση του Θεού ως οντότητας, κατά το «είπε άφρων εν τη καρδία αυτού, ουκ έστιν Θεός» – κάτι που δεν έχουν οι δαίμονες: εκείνοι «πιστεύουσι και φρίσσουσι» ενώπιον του Θεού, παραμένοντας όμως δαίμονες! – αλλά κυρίως η άρνηση υπακοής στο άγιο θέλημά Του και η αδυναμία αναγνωρίσεώς Του εκεί που υφίσταται η παρουσία Του: στον κάθε πλησίον, κυρίως τον εν Χριστώ αδελφό, στο κάθε τι από τον κόσμο που αποτελεί Δημιουργία Εκείνου. Αυτό που θεωρείται δηλαδή το άπαν της χριστιανικής βιοτής: η θυσιαστική αγάπη προς τον συνάνθρωπο ως στάση κατ’ ουσίαν απέναντι στον ίδιο τον Χριστό, ο χριστιανός το διαγράφει και το υποβαθμίζει.

Οπότε, με ανάγλυφο τρόπο, λέει ο άγιος, φανερώνεται η υποκρισία του χριστιανού: από τη μία να προσκυνεί τις εικόνες του Χριστού, της Παναγίας, των αγίων, των Αγγέλων, και μάλιστα με «ευλάβεια!», και από την άλλη να μη λαμβάνει καθόλου υπ’ όψιν τις ζωντανές εικόνες του Χριστού που είναι οι συνάνθρωποί μας. «Πρόκειται για κοροϊδία του διαβόλου απέναντί μας» καταλήγει. Εμείς που κληθήκαμε εν Χριστώ ως ενδεδυμένοι Εκείνον να διαλύουμε τα έργα του διαβόλου, οι πιστοί που κανονικά θα έπρεπε να κάνουμε  τον διάβολο να τρέμει με την παρουσία μας, οι ίδιοι γινόμαστε τα αντικείμενα του χλευασμού και της κοροϊδίας του – αυτό δεν έλεγε και ο μέγας Πορφύριος, ότι δηλαδή δεν μπορεί να αντέξει τη σκέψη ότι στην κρίση του Θεού ο Κύριος θα παρουσιάζεται «ντροπιασμένος» για τα μέλη Του που Τον αρνήθηκαν στην πράξη!  «Σε ό,τι κανείς έχει ηττηθεί, σ’ αυτό έχει υποδουλωθεί» λέει ο απόστολος Πέτρος, που σημαίνει ότι μπορεί σχήματι μεν να είμαστε «νικητές», πράγματι δε να είμαστε υποχείρια και όργανα του Πονηρού! Το δράμα πολλών χριστιανών!

Αλλά ο άγιος Παΐσιος λέει και ένα δεύτερο, θετικό αυτή τη φορά, στον αρχάριο αδελφό: ναι, ο παρορμητικός και οργίλος χαρακτήρας σου σε κάνει να ξεφεύγεις από τη χριστιανική ζωή, όμως «αξιοποίησε» τη μειονεξία αυτή. Πώς; Στρέφοντας την οργή και το απότομο του τρόπου σου κατά του παλαιού ανθρώπου σου, κατά της αμαρτίας σου δηλαδή και όλων των κλάδων της. Κι εδώ ο άγιος εκφράζει αυτό που λένε όλοι οι νηπτικοί Πατέρες της Εκκλησίας: η οργή είναι μία δύναμη της ψυχής που καλούμαστε όχι να την καταστρέψουμε ή να τη διαγράψουμε, αλλά να τη στρέψουμε στην ορθή της κατεύθυνση. Ο Θεός, σημειώνουν, μας έδωσε την ανδρεία της ψυχής για να μπορούμε να πορευόμαστε με δύναμη και θάρρος στον πνευματικό αγώνα και τον κατά Χριστόν προορισμό μας, την ομοίωσή μας με Εκείνον. Που θα πει: κανείς δεν μπορεί να προκόψει πνευματικά αν είναι υποτονικός και χαλαρωμένος και ράθυμος στη ζωή του. «Πνεύμα ηγεμονικόν» ζητάμε διαρκώς από τον Θεό μας στις προσευχές μας, όπως ήδη διά του αγίου βαπτίσματος και του αγίου χρίσματος  λάβαμε από τον Θεό «όχι Πνεύμα δειλίας αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού». «Ζέων τω πνεύματι» θα αναφέρει σε άλλο σημείο και πάλι ο απόστολος, δηλαδή έχοντας ως σύμμαχο την ανδρεία και την ορμή της ψυχής μας να μπορούμε να επιτελούμε το άγιο θέλημα του Θεού: «τω Κυρίω δουλεύοντες». Έλεγχος λοιπόν των δυνάμεών μας, ώστε να μη χάνουμε τον στόχο της ζωής μας: την όσο το δυνατόν αναμαρτησία μας.   

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΙΣΑΥΡΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝ ΑΥΤΩ

«῾Ο ἅγιος ῎Ισαυρος καί οἱ σύν αὐτῷ Βασίλειος καί ᾽Ιννοκέντιος  (3ος αἰ.) κατάγονταν ἀπό τήν ᾽Αθήνα. Ἔφυγαν ὅμως ἀπό τήν πατρίδα τους καί φτάνοντας σ' ἕνα σπήλαιο τῆς Ἀπολλωνίας βρῆκαν ἐκεῖ τόν Φήλικα καί τόν Περεγρίνο καί τόν Ἑρμεία. Ὁ ἅγιος ῎Ισαυρος  τότε βρῆκε τήν εὐκαιρία καί τούς δίδαξε νά μήν εἶναι ὡς χριστιανοί  προσκολλημένοι πρός τά παρόντα γήϊνα πράγματα, λόγια πού ἐκεῖνοι τά ἔκαναν ἀμέσως πράξη. Διότι ἀποστράφηκαν τήν συναναστροφή μέ τούς συγγενεῖς τους πού ἦταν ἄπιστοι καί γι᾽ αὐτό κατηγορήθηκαν στόν ἔπαρχο Τριπόντιο. ῾Ο ἔπαρχος τούς συνέλαβε κι ἐπειδή δέν μπόρεσε νά τούς κάνει νά ἀποστατήσουν ἀπό τόν Χριστό, πρόσταξε νά τούς κόψουν μέ ξίφος τά κεφάλια. ῾Ο ῎Ισαυρος, ἀπό τήν ἄλλη, ὁ ὑπηρέτης τοῦ Χριστοῦ, καί αὐτοί πού ἦταν μαζί του, ὁδηγήθηκαν στόν ᾽Απολλώνιο, τόν γιό τοῦ ἐπάρχου. ῾Ο ᾽Απολλώνιος τούς ἔριξε στά βασανιστήρια τῆς φωτιᾶς καί τοῦ νεροῦ, αὐτοί ὅμως κατά παράδοξο τρόπο σώθηκαν ἀπό αὐτά, μέ ἀποτέλεσμα  νά πιστέψουν στόν Χριστό πολλοί ἄνθρωποι, μεταξύ τῶν ὁποίων ἦταν καί οἱ πρῶτοι τῆς πόλεως, οἱ κατά σάρκα ἀδελφοί Ροῦφος καί Ρουφίνος. Τέλος ἀποφασίστηκε ἡ θανάτωσή τους καί τούς ἔκοψαν τά κεφάλια».

῾Ο ὑμνογράφος τῶν σημερινῶν ἁγίων Γρηγόριος προκειμένου νά προβάλει διαμιᾶς τήν σημασία τους στόν κόσμο χρησιμοποιεῖ μία φράση πού εἶναι ἰδιαιτέρως προσφιλής στούς ὕμνους ὅλων τῶν ἁγίων: οἱ ἅγιοι εἶναι αὐτοί πού «οὐράνωσαν τήν γῆν», ἔκαναν τή γῆ δηλαδή οὐρανό. Διότι ζώντας στήν ὕπαρξή τους τή χάρη καί τό φῶς τοῦ Θεοῦ ἔγιναν μία δική Του προέκταση μέσα στόν κόσμο, μέ ἄλλα λόγια στά πρόσωπά τους  βλέπουμε τήν ἴδια τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τόν Θεό κυριολεκτικά παρόντα ἀνάμεσά μας. «῾Ο ῎Ισαυρος ὁ ἔνδοξος καί ὁ δυνατός ᾽Ιννοκέντιος καί ὁ θεῖος Βασίλειος, ὁ θαυμάσιος Φήλικας, ὁ δοξασμένος ῾Ερμείας καί ὁ Περεγρίνος, αὐτοί πού κάνανε τή γῆ οὐρανό ἀπό τίς θεῖες λάμψεις τῶν θαυμάτων τους, ἄς μακαριστοῦν μέ πίστη» (στιχηρό ἑσπερινοῦ). Κι εἶναι εὐνόητο βεβαίως ὅτι ἐκεῖνο κατά τόν ὑμνογράφο πού τούς κατέστησε ἱκανούς νά ἀκτινοβολοῦν τό φῶς τοῦ Θεοῦ καί νά «περιπολοῦν στόν κόσμο ὡς θεοί» δέν ἦταν κάποια ξεχωριστή δική τους φυσική ἱκανότητα, ἀλλά ἡ διάθεσή τους νά ὑπακοῦνε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί νά ὑπηρετοῦν ᾽Εκεῖνον. «῎Ας μακαριστοῦν μέ πίστη ὡς ὑπηρέτες τοῦ Κυρίου». ᾽Εδῶ βρίσκεται ὡς γνωστόν τό μυστικό τῆς τεράστιας δύναμης ὅλων τῶν ἁγίων μας: ζοῦν  ἐν ταπεινώσει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, γι᾽ αὐτό καί γεμίζουν ἀπό τήν παντοδυναμία ᾽Εκείνου, ὁ ῾Οποῖος «κάνει θαυμαστούς τούς ἁγίους τούς ἐν τῇ γῇ Αὐτοῦ».

Μέ τήν παραπάνω ὑπενθύμισή του ὁ ἐκκλησιαστικός ποιητής δίνει καί μία ἀξιοσημείωτη διευρυμένη θεώρηση τῆς ἔννοιας τῆς τιμιότητας τοῦ ἀνθρώπου. Συνήθως τίμιο χαρακτηρίζουμε ἕναν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀκέραιος στίς σχέσεις του μέ τούς συνανθρώπους του, μέ τήν ἔννοια ὅτι δέν τούς κλέβει, δέν τούς ἀδικεῖ, δέν ἀποτελεῖ ἀπειλή γιά τήν ὑπόστασή τους καί τήν περιουσία τους. Κι ἀπό τήν ἄποψη αὐτή τίμιοι ἄθρωποι ὑπάρχουν σέ πολλούς χώρους καί μή χριστιανικούς - δέν εἶναι προνόμιο μόνο τῶν χριστιανῶν ἡ ἠθική ἀκεραιότητα. ῾Ο ὑμνογράφος ὅμως προχωρεῖ ἀκόμη περισσότερο. Δέν τοῦ ἀρκεῖ ἡ γενική ἔννοια τῆς τιμιότητας. Γι᾽ αὐτόν καί γιά σύνολη τήν πίστη μας ἀσφαλῶς, ὁ πλήρως τίμιος ἄνθρωπος, ὁ καθ᾽ ὁλοκληρίαν θά λέγαμε ἄρτιος καί ὁλοκληρωμένος ἄνθρωπος, εἶναι ὁ χριστιανός, ὁ ὁποῖος δέν φέρει συμβατικά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά τό τιμᾶ μέ τόν πρέποντα τρόπο, δηλαδή κάνει πράξη αὐτό πού δηλώνει τό ὄνομά του. «῎Εγινες τίμιος», σημειώνει συγκεκριμένα γιά τόν ἅγιο ῎Ισαυρο, «γιατί τίμησες τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ» (ωδἠ γ´). Κι ἔχει δίκιο: ἄν ὁ πραγματικά ἀληθινός ἄνθρωπος εἶναι ὁ Κύριος, διότι ὡς «τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος ἦταν χωρίς ἁμαρτία» - ἡ ἁμαρτία κολοβώνει καί τραυματίζει τήν ἀνθρώπινη ὑπόσταση - κατά συνέπεια ἀληθινός ἄνθρωπος γίνεται ἐκεῖνος πού εἶναι ἑνωμένος μέ τόν Κύριο, παίρνοντας τή δύναμή Του γιά νά μήν ἁμαρτάνει. Κι ἐπιβεβαιώνει ὁ ὑμνογράφος μας τήν ἄλλη θέαση αὐτή τῆς τιμιότητας μέ ὅ,τι λέει ῾παίζοντας᾽ μέ τό ὄνομα τοῦ ἁγίου στούς στίχους τοῦ συναξαρίου του. «Κόπηκε ὁ ῎Ισαυρος μαζί μέ τήν πεντάδα τῶν συνάθλων του ὡς πρός τήν κεφαλή, κόβει (ταυτοχρόνως) στή μέση καί τήν καρδιά τῆς νοητῆς σαύρας, (τοῦ διαβόλου)».

Οἱ δοξολογικές καί ἑρμηνευτικές τῆς ἁγιότητας τοῦ ᾽Ισαύρου ἀναφορές τοῦ ὑμνογράφου δέν γίνονται αὐθαίρετα. Πέραν τῆς ἀλήθειας πού προβάλλουν γιά τήν θέση του στό νοητό στερέωμα τῆς ᾽Εκκλησίας, συνιστοῦν τή βάση γιά τό ποθούμενό του: τήν ἐκζήτηση τῶν πρεσβειῶν του καί γιά τή δική του σωτηρία. Κι εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι σχεδόν σέ ὅλα τά τροπάρια ὁ ποιητής ἐκεῖ καταλήγει: νά παρακαλεῖ τή μεσιτεία τοῦ ἁγίου νά γίνει ὁ Κύριος ἵλεως καί σέ αὐτόν, ἤ, ἄμεσα ὁ ἅγιος νά προσφέρει τή χάρη τῆς θεραπείας του σέ αὐτόν. Μέ τή σωστή ὅμως ἱεράρχηση: ὄχι μονομερῶς νά τόν θεραπεύσει ἀπό σωματικές θλίψεις καί ἀρρώστιες, ἀλλά αὐτές νά θεραπευτοῦν, ἀφοῦ πρῶτα θεραπεύσει τά βασικά τραύματα τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς. ῾Ο ὑμνογράφος κινεῖται μέ καθαρό θεολογικό τρόπο: ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς εἶναι τό ζητούμενο καί ἄν θελήσει ὁ Κύριος καί ἡ θεραπεία τοῦ σώματος. «᾽Αφοῦ θεραπεύσεις τίς ἐκτροπές τοῦ νοῦ μου καί τά πάθη τῆς καρδιᾶς μου, θεόφρον, σῶσε με καί ἀπό τούς σωματικούς πόνους» (ὠδή ς´).