17 Ιουνίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ Β´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ)

"οὐ γάρ οἱ ἀκροαταί τοῦ νόμου δίκαιοι παρά τῷ Θεῷ, ἀλλ᾽ οἱ ποιηταί τοῦ νόμου δικαιωθήσονται" (Ρωμ. 2, 13)

 Στό σημαντικότατο θέμα τοῦ τρόπου κρίσεως τῶν ἀνθρώπων ἀπό τόν Θεό, ᾽Ιουδαίων καί εἰδωλολατρῶν, ἀναφέρεται ὁ ἀπόστολος Παῦλος στό ἀπόσπασμα ἀπό τή μεγαλύτερη καί δογματική ὀνομαζόμενη ἐπιστολή του, τήν πρός Ρωμαίους. Οἱ ᾽Ιουδαῖοι θά κριθοῦν μέ βάση τόν γραπτό νόμο πού τούς εἶχε δώσει ὁ Θεός, οἱ εἰδωλολάτρες μέ βάση τόν ἔμφυτο νόμο τῆς συνειδήσεώς τους. Καί γιά τούς μέν καί γιά τούς δέ, ἐκεῖνο πού συνιστᾶ ζητούμενο ἀπό τόν Κύριο δέν εἶναι ἡ καταγωγή καί ἡ φυλετική τους ἔνταξη, ἀλλά ἡ ἀγαθότητα τήν ὁποία ἐπιδεικνύουν στή ζωή τους – σέ ὅ,τι ἀποσκοπεῖ ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ καί ἡ φωνή τῆς συνειδήσεως -  πού σημαίνει κριτήριο γιά τόν Θεό ἀποτελεῖ ἡ ἐσωτερική καλή τους διάθεση ἐνεργούμενη στήν καθημερινότητα, ῾τά κρυπτά τῶν ἀνθρώπων᾽ πού λέει ὁ ἀπόστολος, συνεπῶς ἡ ῾καρδιά᾽ τους βρίσκεται στό ῾στόχαστρο᾽ τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ἡ ἐπιφάνεια τῆς ἐδῶ ζωῆς. Διότι ῾οὐκ ἔστι προσωποληψία παρά τῷ Θεῷ᾽ (δέν χαρίζεται σέ πρόσωπα ὁ Θεός). ῾Η φράση μάλιστα τοῦ ἀποστόλου ῾οὐ γάρ οἱ ἀκροαταί τοῦ νόμου δίκαιοι παρά τῷ Θεῷ, ἀλλ᾽ οἱ ποιηταί τοῦ νόμου δικαιωθήσονται᾽ (Διότι δίκαιοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ εἶναι ὄχι ὅσοι ἀκοῦν ἁπλῶς τήν ἀνάγνωση τοῦ θείου νόμου, ἀλλά ὅσοι τηροῦν τόν νόμο αὐτοί θά ἀναγνωριστοῦν δίκαιοι) εἶναι κλασική καί συνιστᾶ ἀξίωμα στήν ὅλη πνευματική ζωή.

 1. Βεβαίως τό ἀξίωμα αὐτό δέν ἀποτελεῖ ἐφεύρεση τοῦ ἀποστόλου. Πέρα ἀπό ὅσα οἱ προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης διακήρυσσαν ἐπ᾽ αὐτοῦ, ὁ ἀπόστολος κινεῖται πάνω στή γραμμή πού τόνιζε καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. ᾽Εκεῖνος διαρκῶς δέν ἔλεγε  ὅτι ῾οὐ πᾶς ὁ λέγων μοι Κύριε, Κύριε, ἀλλ᾽ ὁ ποιῶν τό θέλημα τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς εἰσελεύσεται εἰς τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ᾽; ῎Οχι τά λόγια, ὄχι ἡ ἁπλή ἀκρόαση, ἀλλά ἡ ποίηση καί ἐφαρμογή τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐκεῖνο πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά δικαιώνεται ἀπό τόν Θεό καί νά θεωρεῖται μέλος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἡ αὐστηρή καί ἐπίμονη αὐτή τοποθέτηση τοῦ Κυρίου ἔφτανε στό σημεῖο καί θεωρούμενης ῾ὑπερβολῆς᾽: ἔκρινε καί κατέκρινε ἀκόμη καί τή συγγενική σχέση καί συνάφεια, ὅταν αὐτή δέν βρισκόταν μέσα στά πλαίσια τοῦ ἀπόλυτου κριτηρίου: τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. ῾Ποιά εἶναι ἡ μάνα μου καί ποιοί εἶναι οἱ ἀδελφοί μου; ῞Οποιος τηρεῖ τό θέλημα τοῦ Πατέρα μου τοῦ Οὐράνιου, αὐτός εἶναι μάνα μου καί ἀδελφός μου καί ἀδελφή μου᾽. Καί δέν διστάζει νά χαρακτηρίσει τόν μαθητή του Πέτρο ῾σατανά᾽, ὅταν ἐκεῖνος χωρίς ἐπίγνωση προσπαθεῖ νά τόν ἀποπροσανατολίσει ἀπό τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. ῾῞Υπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ, ὅτι οὐ φρονεῖς τά τοῦ Θεοῦ ἀλλά τά τῶν ἀνθρώπων᾽.

2. ῾Ο Θεός λοιπόν δικαιώνει τόν ἄνθρωπο, λέει ὁ ἀπόστολος,  μέ βάση τήν τήρηση τοῦ νόμου Του, τοῦ ἁγίου θελήματός Του δηλαδή, καί ὄχι μέ βάση τά ἐξωτερικά ἐπίγεια στοιχεῖα του. Δικαίωση ἀπό τόν Θεό μέ τά χαρακτηριστικά τῆς καταγωγῆς, τῆς φυλῆς καί τῶν ἐξωτερικῶν καλῶν ἔργων διεκδικοῦσαν καί πίστευαν οἱ ᾽Ιουδαῖοι τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ, μέ ἀποτέλεσμα νά κάνουν τόν Θεό ἐθνικιστή καί ἄδικο, (ἄς θυμηθοῦμε καί τό ἀνηλεές μαστίγωμα τῆς διαστροφῆς αὐτῆς ἀπό τόν ἄγνωστο συγγραφέα τοῦ προφητικοῦ βιβλίου τοῦ ᾽Ιωνᾶ ἀκριβῶς στό πρόσωπο τοῦ ἐθνικιστῆ προφήτη),  γι᾽ αὐτό καί δέχτηκαν τά σκληρά ῾οὐαί᾽ ἀπό ᾽Εκεῖνον ὅπως καί τή σκληρή καταδίκη τους ἀπό τούς ἀποστόλους, ἰδίως δέ ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο. Δικαίωση ὅμως κατά τόν Κύριο καί τό κήρυγμα συνεπῶς τῶν ἀποστόλων σημαίνει τόν συντονισμό τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, δηλαδή τή βίωση τῆς χάρης Του, τήν ὁποία χορηγεῖ σέ κάθε ἄνθρωπο πού ἀρχίζει νά αἰσθάνεται ὅτι ἡ ἀληθινή ζωή δέν βρίσκεται στίς προσφορές καί τίς γοητεῖες τοῦ κόσμου τούτου, τοῦ εὑρισκομένου ἄχρι καιροῦ στά χέρια τοῦ ῾κοσμοκράτορος διαβόλου᾽, ἀλλ᾽ ὅπου ὑπάρχει Θεός: στό ἅγιο θέλημα καί τίς ἐντολές Του. ῎Ετσι ἡ δικαίωση τοῦ ἀνθρώπου ἀρχίζει ἀπό τή στιγμή πού ὁ ἄνθρωπος  μ ε τ α ν ο ε ῖ, μέ ἐπιστροφή τῆς καρδιᾶς του πρός τόν Κύριο καί ὅλης τῆς ὑπάρξεώς του. Εὐθύς ὡς ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου ἀρχίζει νά κτυπᾶ μέ ἀγάπη πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀμέσως ἀρχίζει καί τό γεγονός τῆς δικαίωσής του, δεῖγμα ὅτι ἀφενός ἡ δικαίωση δέν ἔχει τέλος ἀφοῦ ἡ πορεία τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό δέν ἔχει ὅριο, ἀφετέρου ἡ δικαίωση αὐτή δέν ἔχει χαρακτήρα προσωποληψίας ἀφοῦ ὁ Θεός ἀγκαλιάζει ἐν ἀγάπῃ κάθε ἄνθρωπο ἀνεξάρτητα ἀπό κάθε ἐγκόσμιο προσδιορισμό του.

3.  Ἡ μετάνοια λοιπόν ὡς προσανατολισμός πρός τόν Θεό καί ἐπιστροφή σέ Αὐτόν, κάτι πού θά γίνει ἀγώνισμα πιά ὅλης τῆς ζωῆς, εἶναι ἐκεῖνο πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά νιώθει τή δικαίωση τοῦ Θεοῦ. Πιό ἄμεση ἐπιβεβαίωση τῆς ἀλήθειας αὐτῆς ἀπό τήν παραβολή τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου καί ἀπό τήν παραβολή τοῦ ἀσώτου νομίζουμε δέν ὑπάρχει. ῾Ο Τελώνης καταρχάς ῾ἐξῆλθε δεδικαιωμένος᾽ ἀπό τόν Θεό, κατά τό ἀψευδές στόμα τοῦ Κυρίου, διότι ἀκριβῶς μετανόησε γιά τίς ἁμαρτίες του καί ἡ καρδιά του ἔκλινε πρός τόν Οὐράνιο Πατέρα. Δέν ἦταν τά ἀνύπαρκτα ἀκόμη καλά ἔργα του πού τόν δικαίωσαν – τέτοια εἶχε νά ἐπιδείξει μέ ἐγωϊστική καύχηση ὁ Φαρισαῖος - ἀλλά τό γεγονός ὅτι ὁ ἐσωτερικός κόσμος του ἐπέστρεψε στόν Κύριο. (Προφανῶς ἀπό κεῖ καί πέρα ἔπρεπε νά ἐπιβεβαιώνει τήν ἐπιστροφή του αὐτή μέ τήν καθημερινότητα τῆς ζωῆς του, δηλαδή τό θέλημα τοῦ Θεοῦ νά παίρνει μορφή μέσα ἀπό τή δική του ζωή). Κι ἔπειτα ἡ περίπτωση τοῦ ἀσώτου. Δικαιώνεται πανηγυρικά ἀπό τόν Θεό Πατέρα, ὅταν συνειδητοποιεῖ τήν κατάντια του καί παίρνει τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς του πρός Αὐτόν. ῾Η ἀνοικτή ἀγκαλιά τοῦ Πατέρα, τό πανηγύρι πού ἔστησε γιά τό ἄσωτο παιδί Του, τί ἄλλο διακηρύσσουν παρά τή δικαίωση πού δίνει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος ἀληθινά μετανοεῖ;

4. Πρόκειται γιά περίσσια λόγων, ἀλλά θά τό κάνουμε: ἡ μετάνοια αὐτή πού φέρνει τή δικαίωση ἀπό τόν Θεό, γιατί συνιστᾶ οὐσιαστικά τήν ποίηση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ, φανερώνει τή γνησιότητά της ἀπό τά ἔργα τῆς ἀγάπης. ᾽Αφοῦ ῾ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί᾽, δέν μπορεῖ ὅποιος συντονίζεται μαζί Του νά μή ζεῖ ἐν ἀγάπῃ. Κι αὐτό θά πεῖ: μετανοῶ σημαίνει ἀγαπῶ. Τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπο, ὅπου γῆς καί κάθε λογῆς. Μετάνοια ὡς θεωρητική ἀποδοχή προτάσεων τῆς πίστεως χωρίς ἔμπρακτη φανέρωσή της μέ τήν ἀγάπη συνιστᾶ ἰδεολογία πού ταυτίζεται μέ τόν δαιμονισμό. Καθότι ῾καί τά δαιμόνια πιστεύουσιν καί φρίττουσιν᾽. Πολλοί ῾πιστοί᾽ θά μείνουν ἐκτός τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἀδικαίωτοι, σάν τίς μωρές παρθένες τῆς ὁμώνυμης παραβολῆς. Καί πολλοί ῾ἄπιστοι᾽, ἀκολουθώντας τόν νόμο τῆς συνείδησής τους μέ ἀγαθή διάθεση ἀγάπης πρός τόν συνάνθρωπο θά βροῦν χῶρο στή Βασιλεία αὐτή. ᾽Από τήν ἄποψη αὐτή ποτέ κανείς δέν πρέπει νά σπεύδει νά βγάζει καταδικαστικές ἀποφάσεις γιά ὁποιονδήποτε συνάνθρωπό του. ῾Ο ἀπόστολος ὑπενθυμίζει ὅτι ἡ κρίση εἶναι τοῦ Χριστοῦ, ὁ ῾Οποῖος θά κρίνει ῾τά κρυπτά τῶν ἀνθρώπων᾽: ῾...ἐν ἡμέρᾳ ὅτε κρινεῖ ὁ Θεός τά κρυπτά τῶν ἀνθρώπων κατά τό εὐαγγέλιόν μου διά ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ᾽.

 Μποροῦμε νά ξέρουμε ἀπό τώρα ἄν ἡ κρίση τοῦ Χριστοῦ θά εἶναι θετική ἤ ὄχι καί γιά ἐμᾶς. Μποροῦμε νά ξέρουμε ἄν εἴμαστε ἐν θείῳ δικαίῳ ἤ ὄχι. Βεβαίως ἄν τηροῦμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης – αὐτός εἶναι ὁ τέλειος νόμος - ἀλλά καί ἀπό τό τί ζοῦμε μέσα μας. ῾Η θλίψη καί ἡ στενοχώρια εἶναι τά σημάδια τῆς ἀπουσίας τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ καί τοῦ ἀδικαίωτου ἀνθρώπου. ῾Η χάρη ὡς χαρά, ἡ τιμή καί ἡ εἰρήνη τῆς καρδιᾶς εἶναι τά σημάδια τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ καί τοῦ δικαιωμένου ἀνθρώπου. ῞Οτι βεβαίως αὐτό προϋποθέτει τή σωστή ἔνταξη τοῦ ἀνθρώπου στό σῶμα τῆς ᾽Εκκλησίας, γιατί ἐκεῖ προσφέρεται κατεξοχήν ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, εἶναι περιττό καί νά ποῦμε.

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Β΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Ματθ. 4, 18-23)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, περιπατῶν ὁ Ἰησοῦς παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας εἶδε  δύο ἀδελφούς,  Σίμωνα  τὸν  λεγόμενον  Πέτρον  καὶ Ἀνδρέαν  τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, βάλλοντας ἀμφίβληστρον εἰς τὴν θάλασσαν· ἦσαν γὰρ ἁλιεῖς·  καὶ λέγει  αὐτοῖς·  δεῦτε ὀπίσω  μου  καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων. Οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ. Καὶ προβὰς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄλλους δύο ἀδελφούς, Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῶν  καταρτίζοντας  τὰ δίκτυα  αὐτῶν,  καὶ ἐκάλεσεν  αὐτούς.  Οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὸ πλοῖον καὶ τὸν πατέρα αὐτῶν ἠκολούθησαν αὐτῷ. Καὶ περιῆγεν ὅλην τὴν Γαλιλαίαν ὁ Ἰησοῦς διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἐκεῖνο τὸν καιρό, καθώς ὁ Ἰησοῦς περπατοῦσε στήν ὄχθη τῆς λίμνης τῆς Γαλιλαίας, εἶδε δύο ἀδέρφια, τόν Σίμωνα, πού τόν ἔλεγαν καί Πέτρο, καί τόν ἀδερφό του τόν Ἀνδρέα, νά ρίχνουν τά δίχτυα στή λίμνη, γιατί ἦταν ψαράδες.  «Ἀκολουθῆστε  με»,  τούς  λέει,  «καί  θά  σᾶς  κάνω  ψαράδες ἀνθρώπων». Κι αὐτοί ἀμέσως ἄφησαν τά δίχτυα καί τόν ἀκολούθησαν. Προχωρώντας πιό πέρα ἀπό 'κεῖ, εἶδε δύο ἄλλους ἀδερφούς, τόν Ἰάκωβο, γιό  τοῦ Ζεβεδαίου,  καί  τόν ἀδερφό  του  τόν Ἰωάννη.  Βρίσκονταν  στό ψαροκάικο μαζί μέ τόν πατέρα τους τό Ζεβεδαῖο καί τακτοποιοῦσαν τά δίχτυα τους. Τούς κάλεσε, κι αὐτοί ἄφησαν ἀμέσως τό καΐκι καί τόν πατέρα τους καί τόν ἀκολούθησαν. Ὁ Ἰησοῦς  περιόδευε ὅλη  τή  Γαλιλαία.  Δίδασκε  στίς  συναγωγές  τους, κήρυττε τό χαρμόσυνο μήνυμα γιά τόν ἐρχομό τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, καί γιάτρευε τούς ἀνθρώπους ἀπό κάθε ἀσθένεια καί κάθε ἀδυναμία.

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Ρωμ. 2, 10-16)

Ἀδελφοί, δόξα καὶ τιμὴ καὶ εἰρήνη παντὶ τῷ ἐργαζομένῳ τὸ ἀγαθόν, Ἰουδαίῳ τε πρῶτον καὶ Ἕλληνι· οὐ γάρ ἐστι προσωποληψία παρὰ τῷ Θεῷ. Ὅσοι γὰρ ἀνόμως ἥμαρτον, ἀνόμως καὶ ἀπολοῦνται· καὶ ὅσοι ἐν νόμῳ ἥμαρτον, διὰ νόμου κριθήσονται. Οὐ γὰρ οἱ ἀκροαταὶ τοῦ νόμου δίκαιοι παρὰ τῷ Θεῷ, ἀλλ ̓ οἱ ποιηταὶ τοῦ νόμου δικαιωθήσονται. Ὅταν γὰρ ἔθνη τὰ μὴ νόμον ἔχοντα φύσει τὰ τοῦ νόμου ποιῇ, οὗτοι νόμον μὴ ἔχοντες ἑαυτοῖς εἰσι νόμος, οἵτινες ἐνδείκνυνται τὸ ἔργον τοῦ νόμου γραπτὸν ἐν ταῖς  καρδίαις  αὐτῶν,  συμμαρτυρούσης  αὐτῶν  τῆς  συνειδήσεως  καὶ μεταξὺ ἀλλήλων τῶν λογισμῶν κατηγορούντων καὶ ἀπολογουμένων ἐν ἡμέρᾳ ὅτε κρινεῖ Θεὸς τὰ κρυπτὰ τῶν ἀνθρώπων κατὰ τὸ εὐαγγέλιόν μου διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἀδελφοί, δόξα, τιμή καί εἰρήνη προσμένουν ὅποιον κάνει τό καλό, πρῶτα τόν Ἰουδαῖο ἀλλά καί τόν ἐθνικό· γιατί Θεός δέν κάνει διακρίσεις. Ἔτσι, λοιπόν, ὅσοι ἁμάρτησαν  χωρίς  νά  ξέρουν  τόν  νόμο  τοῦ Θεοῦ,  θά καταδικαστοῦν ὄχι  μέ  κριτήριο  τόν  νόμο.  Κι ἀπό  τήν ἄλλη, ὅσοι ἁμάρτησαν γνωρίζοντας τόν νόμο, θά δικαστοῦν μέ κριτήριο τόν νόμο. Γιατί στό θεϊκό δικαστήριο δέν δικαιώνονται ὅσοι ἄκουσαν ἁπλῶς τόν νόμο ἀλλά  μόνο ὅσοι  τήρησαν  τόν  νόμο. Ὅσο  γιά  τά ἄλλα ἔθνη,  πού  δέν γνωρίζουν  τόν  νόμο,  πολλές  φορές  κάνουν ἀπό  μόνοι  τους  αὐτό  πού ἀπαιτεῖ νόμος. Αὐτό δείχνει πώς, ἄν καί δέν τούς δόθηκε νόμος, μέσα τους ὑπάρχει νόμος. διαγωγή τους φανερώνει πώς οἱ ἐντολές τοῦ νόμου εἶναι γραμμένες στίς καρδιές τους· καί σ' αὐτό συμφωνεῖ καί συνείδησή τους, πού φωνή της τούς τύπτει τούς ἐπαινεῖ, ἀνάλογα μέ τή διαγωγή τους. Ὅλα αὐτά θά γίνουν τήν ἡμέρα πού Θεός θά κρίνει διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τίς κρυφές σκέψεις τῶν ἀνθρώπων, ὅπως λέει τό εὐαγγέλιό μου.

ΠΩΣ ΜΑΣ ΚΟΡΟΪΔΕΥΕΙ ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ

 

«Αδελφός μοναχός κάποτε ρώτησε τον όσιο Παΐσιο: - Τι να κάνω με τον απότομο τρόπο μου, που πληγώνει τους άλλους; Αποκρίθηκε: - Τον απότομο τρόπο σου να τον στρέψεις στον παλαιό σου άνθρωπο, για να αξιοποιηθεί. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι μέσα σε μία Αδελφότητα είναι και πληγωμένες ψυχές,  οι οποίες έχουν τουλάχιστον από παρηγοριά ανάγκη, αν όχι από θεραπεία, και όχι από περισσότερο πλήγωμα. Επίσης είναι και Αγγελικές ψυχές, που πρέπει να τις φερόμαστε με ευλάβεια, διότι στα μάτια του Θεού, νομίζω, έχουν μεγαλύτερη αξία και από τους Αγγέλους οι ένσαρκοι Άγγελοι. Ο διάβολος όμως πολλές φορές μας κοροϊδεύει με τον εξής τρόπο: την μεν εικόνα του Αγγέλου να την προσκυνούμε με ευλάβεια μεγάλη, τον δε ένσαρκο Άγγελο, τον πλησίον μας, που είναι εικόνα Θεού, να τον πληγώνουμε, να τον υβρίζουμε κ.λπ.» (Οσίου Γέροντος Παϊσίου αγιορείτου, Επιστολές, εκδ. Ι. Ησυχ. «Ευαγγ. Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης).

Με σοφό και διακριτικό τρόπο ο όσιος Γέρων του Όρους επιχειρεί να διορθώσει την ταραγμένη συμπεριφορά του αρχάριου μοναχού που τον κάνει να μην νιώθει καλά γιατί βλέπει ότι είναι εκτός της χριστιανικής πνευματικής ζωής. Διότι βεβαίως η σχέση προς τον συνάνθρωπο αποκαλύπτει την ποιότητα της χριστιανοσύνης μας: σχέση εν αγάπη και ταπεινώσει αποτελεί δείγμα ότι ορθοποδεί κανείς˙ σχέση με οργή και επιθετικότητα αποτελεί δείγμα ότι βρίσκεται εκτός της χάρης του Θεού, έστω κι αν αριθμεί ίσως δεκαετίες θεωρούμενης χριστιανικής ζωής, ακόμη και καλογερικής. «Αγαπάτε αλλήλους, καθώς ηγάπησα υμάς» ακούμε την αιώνια προτροπή και εντολή του Κυρίου Ιησού Χριστού˙ και: «ο μη αγαπών τον αδελφόν αυτού ον εώρακε, πώς δύναται αγαπάν τον Θεόν ον ουχ εώρακε;» - «από τον πλησίον μας εξαρτάται η ζωή και ο θάνατος».

Ο όσιος Παΐσιος λοιπόν ανοίγει τα μάτια στον αρχάριο αδελφό, ο οποίος όμως έχει την ταπείνωση να ρωτήσει τον μεγάλο Γέροντα. Και τι του λέει; Πρώτον, ότι είναι ακριβώς «τυφλός» πνευματικά, γι’ αυτό και αδιάκριτος. Ούτε την πληγή που επιφέρει ψυχικά στον ασθενή αδελφό βλέπει ούτε και το πώς ο ίδιος γίνεται αντίθεος, βάλλοντας κατά ενός εν σαρκί αγγέλου που τον ευλαβείται και ο ίδιος ο Θεός! Αυτό δεν συνιστά και τη μεγαλύτερη τραγωδία ενός θεωρουμένου χριστιανού; Να νομίζει ότι αγωνίζεται και ότι προκόπτει στην πνευματική ζωή, δηλαδή ότι «ανοίγεται» στο φως του Θεού, κι όμως τελικώς να βυθίζεται περισσότερο στο σκοτάδι! Κι ο όσιος Γέροντας προχωρεί ακόμη περισσότερο: η τύφλωση του αδελφού αποκαλύπτεται με την πρακτική αθεΐα του. Γιατί αθεΐα δεν είναι μόνον η άρνηση του Θεού ως οντότητας, κατά το «είπε άφρων εν τη καρδία αυτού, ουκ έστιν Θεός» – κάτι που δεν έχουν οι δαίμονες: εκείνοι «πιστεύουσι και φρίσσουσι» ενώπιον του Θεού, παραμένοντας όμως δαίμονες! – αλλά κυρίως η άρνηση υπακοής στο άγιο θέλημά Του και η αδυναμία αναγνωρίσεώς Του εκεί που υφίσταται η παρουσία Του: στον κάθε πλησίον, κυρίως τον εν Χριστώ αδελφό, στο κάθε τι από τον κόσμο που αποτελεί Δημιουργία Εκείνου. Αυτό που θεωρείται δηλαδή το άπαν της χριστιανικής βιοτής: η θυσιαστική αγάπη προς τον συνάνθρωπο ως στάση κατ’ ουσίαν απέναντι στον ίδιο τον Χριστό, ο χριστιανός το διαγράφει και το υποβαθμίζει.

Οπότε, με ανάγλυφο τρόπο, λέει ο άγιος, φανερώνεται η υποκρισία του χριστιανού: από τη μία να προσκυνεί τις εικόνες του Χριστού, της Παναγίας, των αγίων, των Αγγέλων, και μάλιστα με «ευλάβεια!», και από την άλλη να μη λαμβάνει καθόλου υπ’ όψιν τις ζωντανές εικόνες του Χριστού που είναι οι συνάνθρωποί μας. «Πρόκειται για κοροϊδία του διαβόλου απέναντί μας» καταλήγει. Εμείς που κληθήκαμε εν Χριστώ ως ενδεδυμένοι Εκείνον να διαλύουμε τα έργα του διαβόλου, οι πιστοί που κανονικά θα έπρεπε να κάνουμε  τον διάβολο να τρέμει με την παρουσία μας, οι ίδιοι γινόμαστε τα αντικείμενα του χλευασμού και της κοροϊδίας του – αυτό δεν έλεγε και ο μέγας Πορφύριος, ότι δηλαδή δεν μπορεί να αντέξει τη σκέψη ότι στην κρίση του Θεού ο Κύριος θα παρουσιάζεται «ντροπιασμένος» για τα μέλη Του που Τον αρνήθηκαν στην πράξη!  «Σε ό,τι κανείς έχει ηττηθεί, σ’ αυτό έχει υποδουλωθεί» λέει ο απόστολος Πέτρος, που σημαίνει ότι μπορεί σχήματι μεν να είμαστε «νικητές», πράγματι δε να είμαστε υποχείρια και όργανα του Πονηρού! Το δράμα πολλών χριστιανών!

Αλλά ο άγιος Παΐσιος λέει και ένα δεύτερο, θετικό αυτή τη φορά, στον αρχάριο αδελφό: ναι, ο παρορμητικός και οργίλος χαρακτήρας σου σε κάνει να ξεφεύγεις από τη χριστιανική ζωή, όμως «αξιοποίησε» τη μειονεξία αυτή. Πώς; Στρέφοντας την οργή και το απότομο του τρόπου σου κατά του παλαιού ανθρώπου σου, κατά της αμαρτίας σου δηλαδή και όλων των κλάδων της. Κι εδώ ο άγιος εκφράζει αυτό που λένε όλοι οι νηπτικοί Πατέρες της Εκκλησίας: η οργή είναι μία δύναμη της ψυχής που καλούμαστε όχι να την καταστρέψουμε ή να τη διαγράψουμε, αλλά να τη στρέψουμε στην ορθή της κατεύθυνση. Ο Θεός, σημειώνουν, μας έδωσε την ανδρεία της ψυχής για να μπορούμε να πορευόμαστε με δύναμη και θάρρος στον πνευματικό αγώνα και τον κατά Χριστόν προορισμό μας, την ομοίωσή μας με Εκείνον. Που θα πει: κανείς δεν μπορεί να προκόψει πνευματικά αν είναι υποτονικός και χαλαρωμένος και ράθυμος στη ζωή του. «Πνεύμα ηγεμονικόν» ζητάμε διαρκώς από τον Θεό μας στις προσευχές μας, όπως ήδη διά του αγίου βαπτίσματος και του αγίου χρίσματος  λάβαμε από τον Θεό «όχι Πνεύμα δειλίας αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού». «Ζέων τω πνεύματι» θα αναφέρει σε άλλο σημείο και πάλι ο απόστολος, δηλαδή έχοντας ως σύμμαχο την ανδρεία και την ορμή της ψυχής μας να μπορούμε να επιτελούμε το άγιο θέλημα του Θεού: «τω Κυρίω δουλεύοντες». Έλεγχος λοιπόν των δυνάμεών μας, ώστε να μη χάνουμε τον στόχο της ζωής μας: την όσο το δυνατόν αναμαρτησία μας.